Σελήνης Ταύρῳ χρυσός , ἄργυρος , ἐσθής , μαφόριον , περιτραχήλιον ἀπώλετο ἢ πρόβατα ἢ καὶ κτήνη τετράποδα , Σελήνης
πείθει τὸν ἄνδρα εἰς συνουσίαν , ὅρμους χρυσοῦς : ἤγουν περιτραχήλιον κόσμον . Περιέστεφον δὲ αὐτὴν , ἤγουν ἐστεφάνουν ,
9080109 κεφαλοδεσμια
καὶ Ἅιδου , λέγω δὴ ἡγεμόνευμα νεκροῖσι πολύστονον , τὰ κεφαλοδέσμια ῥίψασα ἀπὸ τῆς ἐμῆς κεφαλῆς , τὴν στολίδα κροκόεσσαν
ἐν Κριῷ ἱμάτια , νήματα , ἔρια , τάπητας , κεφαλοδέσμια λέγε τὰ ἀπολωλότα , Σελήνης ἐν Ταύρῳ χρυσός ,
7629090 χαρται
καὶ κτήνη τετράποδα , Σελήνης Διδύμοις νομίσματα , συμβόλαια , χάρται , εἰκόνες καὶ ὅσα χρήσιμα εἰς εὐωχίαν , Σελήνης
κτήνη τετράποδα , Σελήνης ἐν Διδύμοις νομίσματα , συμβόλαια , χάρται , εἰκόνες καὶ ὅσα χρήσιμα εἰς εὐωχίαν , Σελήνης
7543581 κοσμια
πολύτιμα ἢ ἐνώτια ἢ περιτραχήλια ἢ ψέλλια καὶ ἁπλῶς γυναικεῖα κόσμια εὐωδιάζοντα ἢ μύρα καὶ ἀλείμματα , ἐὰν δὲ πρὸς
τοῦ Κρόνου πάλιν αὐτοῖς συσχηματισθῇ ποιεῖ αὐτοὺς καὶ τὰ γυναικεῖα κόσμια ἐμπορευομένους , ἐὰν δὲ ὁ τοῦ Διὸς δικολόγους ,
7134983 ἀργυρα
ᾗ ταῦτα γέγραπται : βατιάκαι ἀργυραῖ κατάχρυσοι τρεῖς . κόνδυα ἀργυρᾶ ροϚʹ : τούτων ἐπίχρυσα λγʹ . τισιγίτης ἀργυροῦς εἷς
. εἰ δὲ Ἑρμῆς νοταρίους ἢ βιβλία καὶ γράμματα ἢ ἀργυρᾶ [ καὶ ] νομίσματα ἢ ποικίλματα καὶ ζωγραφίας .
7091936 περιτραχηλια
ὅτι ἐγὼ ἔχω πολλὰς κριθὰς καὶ χόρτον ἢ ὅτι κομψὰ περιτραχήλια ; εἰ οὖν ταῦτά σου λέγοντος εἶπον ὅτι ἔστω
ἔχοντα . τὰ δὲ περὶ τῷ τραχήλῳ οὑτωσὶ μὲν εἰπεῖν περιτραχήλια καὶ περιδέραια καὶ δέραια καὶ ὑποδέραια καὶ ὑποδερίδες ,
7057285 ψελλια
προδώσειν αὐτῷ τὴν Ἔφεσον ὑπέσχετο , ἐὰν μισθὸν λάβοι τὰ ψέλλια καὶ τοὺς ὅρμους : ὁ δὲ Βρέννος δεξάμενος αὐτὴν
ἢ ἱμάτια ποικίλα καὶ πολύτιμα ἢ ἐνώτια ἢ περιτραχήλια ἢ ψέλλια καὶ ἁπλῶς γυναικεῖα κόσμια εὐωδιάζοντα ἢ μύρα καὶ ἀλείμματα
7038725 πολυτιμα
τί ἐστιν , ὡς ὑμήν . κατὰ τοῦτο δὲ καὶ πολύτιμα . . . . ποικιλτὴν ] ὃν λέγομεν πλουμάριον
ἥκιστα [ δὲ ] , ὅπως καὶ οἱ στρατιῶται τὰ πολύτιμα περιμάχητα ἡγοῖντο . Καῖσαρ τὰ ἁμαρτήματα τῶν στρατιωτῶν οὐ
7003675 νηματα
ζῳδίων φύσεις ὁρᾶν οὕτως . Σελήνης ἐν Κριῷ ἱμάτια , νήματα , ἔρια , τάπητας , κεφαλοδέσμια λέγε τὰ ἀπολωλότα
, ἀπόχρη γε μὴν ἀλλήλας περιλιχμήσασθαι . ἄγρα δὲ αὐτῶν νήματα ἄγαν λεπτὰ καὶ ἐρραφέντα τούτοις ἀραιῶν στημονίων τὰ ἱμάτια
6895321 ἀργυρεα
μὲν χρύσεα ποτήρια ὑστέρῳ χρόνῳ ἐκβρασσόμενα ἀνείλετο , πολλὰ δὲ ἀργύρεα , θησαυρούς τε τῶν Περσέων εὗρε , ἄλλα τε
μέγα τε καὶ ὑψηλόν , ἐν τῷ χρύσεά τε καὶ ἀργύρεα ἔνι μέταλλα , τὰ νέμονται Πίερές τε καὶ Ὀδόμαντοι
6853687 ἐνωτια
γίνονται γυναιξὶ μόναις συμφέρουσιν . ὅρμοι δὲ καὶ ἁλύσεις καὶ ἐνώτια καὶ λίθοι πολυτελεῖς καὶ πᾶς κόσμος περιδέραιος γυναικεῖος γυναιξὶ
. ἕρματα τρίγληνα μορόεντα . † ) τρίκορα κόσμια , ἐνώτια , τριόφθαλμα . τὸ δὲ μορόεντα ἀντὶ τοῦ μετὰ
6798273 νομισματα
. Σελήνη ἐν ὁρίοις Ἑρμοῦ , γραμματεῖα , βίβλοι , νομίσματα , τόμοι ἢ χρήσιμόν τι τοῖς ὁδοιποροῦσιν ἐκλάπη .
θέρμους ͵αςϘϚʹ , κεράτια ͵βφϘβʹ , χαλκοῦς δὲ ͵ϚϠιβʹ , νομίσματα ρηʹ . Ἡ λίτρα ἔχει # ιβʹ , δραχμὰς
6713049 χρυσα
, καὶ ὅτι ἐκαλεῖτό ποτε καὶ Χρυσῆ νῆσος διὰ τὰ χρυσᾶ μέταλλα , ὧν καὶ Ἡρόδοτος μέμνηται . . .
καὶ τὰ ἐν Δελφοῖς δὲ ἀναθήματα τὰ ἀργυρᾶ καὶ τὰ χρυσᾶ ὑπὸ πρώτου Γύγου τοῦ Λυδῶν βασιλέως ἀνετέθη : καὶ
6655022 τορευτα
καὶ ὅσα σύνθετα , χειρόπλαστα οἷον τροχίσκοι , θυμιάματα ἢ τορευτά τινα ἀπώλοντο , Σελήνης ἐν Σκορπίῳ χρυσός , ἄργυρος
καὶ ὅσα σύνθετα , χειρόπλαστα οἷον τροχίσκοι , θυμιάματα ἢ τορευτά τινα ἀπώλοντο , Σελήνης ἐν Σκορπίῳ χρυσός , ἄργυρος
6547623 χαλκα
μὲν καὶ ὁ ποιητικὸς ὑπὲρ αὐτῶν λόγος ὑμνεῖται , τὸ χαλκᾶ καὶ σιδηρᾶ δεῖν εἶναι τὰ τείχη μᾶλλον ἢ γήινα
κλήρων ὑπὸ τῶν κληρουμένων . ἔοικε δ ' εἶναι ταῦτα χαλκᾶ , ὡς ὑποσημαίνει Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ τοῦ ὀνόματος
6547428 ταπητας
. Σελήνης ἐν Κριῷ ἱμάτια , νήματα , ἔρια , τάπητας , κεφαλοδέσμια λέγε τὰ ἀπολωλότα , Σελήνης ἐν Ταύρῳ
κορήσατε ποιπνύσασαι ῥάσσατέ τ ' ἔν τε θρόνοις ' εὐποιήτοισι τάπητας βάλλετε πορφυρέους : αἱ δὲ σπόγγοισι τραπέζας πάσας ἀμφιμάσασθε
6409351 ἐφημερα
μετρίους τινάς , οὐκ εἰς περιουσίαν ἀλλ ' εἰς τὰ ἐφήμερα καὶ τὰ ἀναγκαῖα τοῦ βίου : μὴ διδόντων δὲ
Πλατωνικὸς ] καὶ Εὐδαίμων καὶ εἴ τις τοιοῦτος . πάντα ἐφήμερα , τεθνηκότα πάλαι : ἔνιοι μὲν οὐδὲ ἐπ '
6357557 ἀλση
, φυτουργήματα ἀμπελουργία ἀμπελουργήματα , κηπεύματα κῆποι , παράδεισοι , ἄλση . καὶ γεωργικοί , φυτουργικοί , ἀμπελουργικοί , κηπουρικοί
Ἀτλαντίδας καὶ τὴν Δαρδάνου γένεσιν . ἐνταῦθα δὲ καὶ τὰ ἄλση τό τε Ἰωναῖον καὶ τὸ Εὐρυκύδειον . . .
6345471 κειμηλια
τύχης , δηλοῖ συζευχθήσεσθαι τοῦτον γυναικὶ σώφρονι καὶ πλουσίᾳ , κειμήλια ἐχούσῃ διάφορα : καὶ μύροις ἀλειφθήσεται εὐωδέσι καὶ ἀνδράσι
, Ὅταν καλῇ καιρός σε τἀληθῆ λέγειν . Καὶ τὰ κειμήλια εἰς πρόβατον . Ἑρμηνεία . Δάκνει πάντως τοῦ σοφοῦ
6283494 πολυτελη
καὶ βασιλεῖς βάρβαροι φιλοτίμως πέμπουσι τῷ θεῷ ἑκάστου τοῦ ἔτους πολυτελῆ ἀναθήματα . ἄγαλμα μὲν οὖν , ὥσπερ παρ '
ἄνευ Μάνους οὐ δυνήσεται θαρρεῖν . ὅταν δὲ ποιήσας ἀλαζόνα πολυτελῆ δεισιδαίμονα δο - ξοκόπον ἄπληστον χρήματα πολλὰ διδῷς ,
6275944 ἐμπορικα
ὁ δὲ τοῦ Ἑρμοῦ εὐπαίδευτα , νέα καὶ πολύτροπα καὶ ἐμπορικά , ἡ δὲ Σελήνη βασιλικά , προβεβηκότα , θηλυκά
δὲ Ἀφροδίτη ἱλαρά , ἀστεῖα , χαρίεντα , μουσικά , ἐμπορικά , ἁβροδίαιτα , θηλύφρονα μηνύει , ὁ δὲ τοῦ
6271458 σταμνια
μετάλλου ἢ ὄρους ἢ βακτηρίας , ἀλλ ' οὐδὲ οἴνου σταμνία οὐδὲ ὄσπρια οὐδὲ τραγήματα . ταῦτα μὲν ἐπιεικῶς οἶμαι
σοὶ ἄλλο δόξῃ . πέμπω δὲ καὶ οἴνου γλυκέος δώδεκα σταμνία τοῖς παισὶ καὶ μέλιτος δύο . ἰσχάδων δὲ ὕστερον
6249773 ἐσθης
ἐρῶσιν ἐοίκασιν . οὕτω Φιλόξενος . . . , : ἐσθής : παρὰ τὸν ἕσω μέλλοντα * * * †
ἀπαιτεῖ διάλεκτον , ἀλλ ' ἔστιν ὥσπερ σώμασι πρέπουσά τις ἐσθής , οὕτως καὶ νοήμασιν ἁρμόττουσά τις ὀνομασία . τὸ
6225367 κτηνη
ἐν τῇ Γαδαρίδι ὕδωρ μοχθηρὸν λιμναῖον , οὗ τὰ γευσάμενα κτήνη τρίχας καὶ ὁπλὰς καὶ κέρατα ἀποβάλλει . ἐν δὲ
σύ , ποτήρια ἀργυρᾶ οὐχ ἕξω ὡς οὐδὲ σύ , κτήνη καλὰ ὡς οὐδὲ σύ . πρὸς ταῦτα ἴσως ἀρκεῖ
6205067 χρυσεα
τῆς χρυσέας φόρμιγγος τῆς ὑποσχεθείσης . οὐχ ἁπλῶς δὲ εἶπε χρυσέα φόρμιγξ , ἀλλ ' αἰνιγματωδῶς παραδηλοῖ αὐτῷ τοῦ τὴν
λοιπόν . ἑτέρωθι δὲ ἔτι λαμπρότερον Πρὸς Ὀλυμπίου Διός σε χρυσέα κλυτόμαντι Πυθοῖ λίσσομαι Χαρίτεσσί τε καὶ σὺν Ἀφροδίτᾳ ἐν
6181890 τιμιοι
τῆς νίκης : σεμνοὶ δ ' ἐν ἀρχαῖς : σεμνοπρεπεῖς τίμιοι : γράφεται οὐδένες : εἰ τόλμα προσγένοιτο : εἰ
κρείττους τῶν πρὸς ἄλλα χρησίμων : δι ' αὑτὰς δὲ τίμιοι αἱ θεωρίαι καὶ αἱρετὴ ἐν ταύταις τοῦ νοῦ ἡ
6154411 εὐκατασκευαστα
ἐν Τοξότῃ καὶ Ἰχθύσι ποικίλα , πολυειδῆ , εὐμεγέθη , εὐκατασκεύαστα . Σελήνης αὐξιφωτούσης καὶ τοῖς ἀριθμοῖς προστιθείσης νεοκατασκεύαστα δηλοῖ
ἐν Τοξότῃ καὶ Ἰχθύσι ποικίλα , πολυειδῆ , εὐμεγέθη , εὐκατασκεύαστα . Σελήνης αὐξιφωτούσης καὶ τοῖς ἀριθμοῖς προστιθείσης νεοκατασκεύαστα δηλοῖ
6136709 βασιλικα
σύνταξιν ἀπέδωκεν . ἢ τὰ τύραννα σκῆπτρα ἀντὶ τοῦ τὰ βασιλικά Τινὲς λέγουσι τὸ προς , οὐ πρὸς τὸ αὑτοῦ
, νέα καὶ πολύτροπα καὶ ἐμπορικά , ἡ δὲ Σελήνη βασιλικά , προβεβηκότα , θηλυκά , ὁ δὲ Ἥλιος βασιλικά
6118968 κηπους
, φίλη : σχήσω γὰρ ἐς ποηφόρους ? ? [ κήπους ] ? . τὸ δὴ νῦν γνῶθι : Νεοβούλη
ἡ Σελήνη τὸ κέντρον αὐτοῦ διαπορεύηται . Ἀμπελῶνας δὲ καὶ κήπους ἐν Ἰχθύσι καὶ Καρκίνῳ καὶ ἐν τοῖς ἐσχάτοις τοῦ
6113202 ἀργυρος
, ὁ δὲ ξύλον ἤδη καὶ σεσηπός , ὁ δὲ ἄργυρος χρῄζων ἀνθρώπου τοῦ φυλάξαντος ἵνα μὴ κλαπῇ , ὁ
καλὸς ποταμός , κομᾷ , ὡς γὰρ χρυσὸς ἀνάθημα καὶ ἄργυρος , οὕτως καὶ τρίχες . κομῶσιν οἱ μὲν βάρβαροι
6096836 ἀργυρωματα
ὅπλον βύβλινον . φαίης δ ' ἂν καὶ χρυσώματα καὶ ἀργυρώματα καὶ χαλκώματα ἐν μέρει τῶν σκευῶν , οὐ μόνον
τινα πολίτην ἡμέτερον πτωχαλαζόνα , ὃς δραχμῆς ἔχων τὰ πάντα ἀργυρώματα ἐβόα καλῶν τὸν οἰκέτην ἕνα ὄντα καὶ μόνον ,
6082420 θυμιαματα
τὸ δεύτερον ἀνακομίσαντες τὴν κλίνην τιθέασιν , ἀρώματά τε καὶ θυμιάματα πάντα ὅσα γῆ φέρει , εἴ τέ τινες καρποὶ
θεῷ : Ἰαὴλ αἰώνιε βασιλεῦ , κέλευσον δοθῆναι τῷ Ἀδὰμ θυμιάματα εὐωδίας ἐκ τοῦ παραδείσου . καὶ ἐκέλευσεν ὁ θεὸς
6076086 μεγαλοπρεπως
οἶδεν ὅτι οὐκ οἶδεν . τοῦτο μὲν δὴ καὶ παντάπασι μεγαλοπρεπῶς συνεχωρήσαμεν , οὐδ ' ἐπισκεψάμενοι τὸ ἀδύνατον εἶναι ἅ
παίζοι ἐν καλοῖς καὶ ἐπιτηδεύοι τὰ τοιαῦτα πάντα , ὡς μεγαλοπρεπῶς καταπατήσας ' ἅπαντ ' αὐτὰ οὐδὲν φροντίζει ἐξ ὁποίων
6050008 χρυσοις
γὰρ αὐτὸν καὶ ποίησιν εἰς τὸν Μακεδόνα Ἀλέξανδρον γράψαντα μυρίοις χρυσοῖς τετιμῆσθαι . οὐκ ἀπέοικε δὲ καὶ ἄλλας αἰτίας ὑπάρχειν
ὡς Λυσίας ἐν τῷ κατὰ Ἀλκιβιάδου λέγων οὕτως : τοῖς χρυσοῖς χερνιβίοις καὶ θυμιατηρίοις . χειρόνιπτρον δ ' Εὔπολις ἐν
6042536 ἱματια
ἑαυτοῦ τὸ συμπέρασμα ἔχει : οἷον τυμβωρύχος ἐστὶν ὁ ἀνῃρημένος ἱμάτια καὶ κόσμον τοῦ νεκροῦ : ἐγὼ δὲ οὐκ ἀφειλόμην
γὰρ Ἡρακλέα νοήσεις ἑτέρας πόθῳ κατασχεθέντα ἐπίχρισον τοῦτο αὐτοῦ τὰ ἱμάτια καὶ πρός σε πάλιν ἀντιστρέψει τὸν πόθον . τοῦτο
5983222 ἀπολωλοτα
, νήματα , ἔρια , τάπητας , κεφαλοδέσμια λέγε τὰ ἀπολωλότα , Σελήνης ἐν Ταύρῳ χρυσός , ἄργυρος , ἐσθής
κρατοῦντι δέχεσθαι . τοῖς οὖν ἱππεῦσιν ἀπαντήσας σὺν βοῇ τὸν ἀπολωλότα ζητοῦσι καὶ δίκην τὴν ἀξίαν ἐπιθεὶς τοῖς οὐκ ἐπαμύνασι
5983004 Λυδια
ἀποβαλόντι ἐν τῇ μάχῃ , πολλὰ δὲ Ἀσσύριά τε καὶ Λύδια Κῦρος ἀνδρὶ ἀγαθῷ δῶρα ἀπάγει τά τε ἄλλα καὶ
, ὥστε καὶ τὰ Φρύγια καὶ τὰ Καρικὰ καὶ τὰ Λύδια καὶ ἔτι τὰ τῶν Μυσῶν δυσδιάκριτα εἶναι παραπίπτοντα εἰς
5957143 Αἰγοκερωτι
λοιπαὶ ριϚʹ : ταύτας ἀπὸ Παρθένου ἀνὰ κεʹ , καταλήγουσιν Αἰγοκέρωτι μοίραις ιϚʹ . ἐκεῖ ἡ Ἀφροδίτη . Ὁμοίως ἐπὶ
ζῳδίοις , ὁμοίως ἐν πολυ - σπέρμοις οἷον Καρκίνῳ , Αἰγοκέρωτι , Ἰχθύσι καὶ Σκορπίῳ , δισσὰ ἢ καὶ πλείονα
5956457 πιπρασκεται
τρόπαιον . ὁ δὲ ΟΒΕΛΙΑΣ ἄρτος κέκληται ἤτοι ὅτι ὀβολοῦ πιπράσκεται , ὡς ἐν τῇ Ἀλεξανδρείᾳ , ἢ ὅτι ἐν
ἔλεγον καὶ τὸ πίσινον ἕψημα . τὰ δὲ ἄλφιτα δημοσίᾳ πιπράσκεται . ΓΘ ἄλλως : ἔθος εἶχον ποιεῖν πλακοῦντας ἢ
5955548 πλουσια
ἐκείνῳ συμβάντων παιδευθεὶς ὁ Παρθυαῖος χρόνοις ὕστερον ἀκούων τὰ ἱερὰ πλούσια παρ ' αὐτοῖς , ὁρῶν δ ' ἀπειθοῦντας ,
ὁ Ἥλιος ἀγαθοποιοῖς τόποις καὶ ἄστρασιν , ὑπονοητέον εὐτυχῆ καὶ πλούσια τὰ περὶ τὸν πατέρα καὶ αὐτῷ τῷ τέκνῳ τὰ
5950459 χρυσος
κατὰ δὲ τὰς Κωτίνας λεγομένας χαλκός τε ἅμα γεννᾶται καὶ χρυσός . ἐν ἀριστερᾷ μὲν οὖν ἐστι τοῖς ἀναπλέουσι τὰ
ἀγγείων , ἐν οἷς ὅ τε ἄργυρος ἐνῆν καὶ ὁ χρυσός οἱ , πάγας ἤ τι καὶ ἄλλο ὃ τὸν
5937153 ἐπιχωρια
τὴν ἐν θεοῖς διατριβὴν λέγουσιν : οἱ δὲ ὅτι ὡς ἐπιχωρία θεός . ἄγαλμα γὰρ αὐτῆς ὁ Κάδμος ἱδρύσατο ἐν
τὸ ξυλίνους οἴκους ἔχειν . μόσσυνος γὰρ ὁ ξύλινος οἶκος ἐπιχωρία φωνή . . περὶ τῶν Μοσσυνοίκων φησὶν ὁ Ἀπολλώνιος
5910951 χρυσαι
ἡδὺ καὶ μετέωρον ὑπὸ τοῦ τιάρᾳ ἐπισοβεῖν , ἧς οἷα χρυσαῖ λιβάδες ἡ κόμη τοῦ μειρακίου ἀποστάζουσα μετώπῳ ὁμολογεῖ καὶ
. καὶ στέφανοι εἰσηνέχθησαν πολλοὶ παντοδαπῶν ἀνθέων ἐπὶ πᾶσί τε χρυσαῖ στλεγγίδες , ὁλκὴν ἴσαι τῷ πρώτῳ στεφάνῳ . ἐπὶ
5909249 τραγελαφους
ἅττ ' ἐποίεις ; οὐχ ἱππαλεκτρυόνας μὰ Δί ' οὐδὲ τραγελάφους , ἅπερ σύ , ἃν τοῖσι παραπετάσμασιν τοῖς Μηδικοῖς
, στρώματ ' , ἀργυρώματα , φιάλας , τριήρεις , τραγελάφους , καρχήσια , γαυλοὺς ὁλοχρύσους . πλοῖα ; τοὺς
5908828 θρεμματα
, οἱ δὲ ἐκείνων ἐργάται τὰ τῶν πελαγῶν ἡμῖν σαγηνεύουσι θρέμματα , καὶ σωροὶ παρ ' ἡμέραν πάσης ἰδέας ἰχθύων
Τοιαῦτα μέν ἐστιν ὑμῖν , ὦ θεοί , ταῦτα τὰ θρέμματα . οἱ δὲ δὴ Ἐπικούρειοι αὐτῶν λεγόμενοι μάλα δὴ
5906846 ἀλσεσιν
ἴδῃς , μὴ τοὺς μουσικοὺς μόνον , οἷς ἐνευστομεῖν τοῖς ἄλσεσιν ἔθος , ἀλλ ' ὅρα μοι καὶ τὸν κραγέτην
: εὐψυχέστερον γὰρ ὂν τὸ χωρίον καὶ μεγίστοις κατάσκιον δαφνηφόροις ἄλσεσιν σωτήριον εἶναι ἐδόκει , καὶ πρὸς τὴν τοῦ ἀέρος
5902021 χρυσον
τῷ βίῳ , οὐκ ἀγρόν , οὐ συνοικίαν , οὐ χρυσόν , οὐ σκεῦος , οὐ δόξαν , οὐκ εἰκόνας
καὶ ὅτι μὲν ἐν τῶι παντὶ χρυσὸς ἦν , γίνεσθαι χρυσόν , ὅτι δὲ γῆ , γῆν : ὁμοίως δὲ
5895854 ἀφθονα
, βαδίζειν δὲ τὴν ἐπὶ Καυκάσου , τὰ γὰρ ἐπιτήδεια ἄφθονα καὶ φίλη ἡ χώρα . „ ἐρομένου δὲ αὐτὸν
καταριθμεῖσθαι , χυμοὺς καὶ πέμματα καὶ καρυκείας : ἅπαντα γὰρ ἄφθονα . ἐν τούτῳ δὲ ὁ Κλεόδημος ἐπικύψας ἐς τὸν
5882893 ποπανα
παρ ' ἡμῖν μὲν γὰρ ἀσφόδελος μόνον καὶ χοαὶ καὶ πόπανα καὶ ἐναγίσματα , τὰ δ ' ἄλλα ζόφος καὶ
, ἐπεὶ δὲ βωμῷ προθύματα καθωσιώθη Ἡφαίστου φλογὶ , καὶ πόπανα καὶ πέλανος . 〚 Ἄλλως . δέον εἰπεῖν ,
5881618 εὐτραπεζος
ἐνταῦθα . ἀνδρεράστρια γυνή γνάθους θηλείας ἐκβολὴ λόγου ἐπιτριπτότατος ἄνθρωπος εὐτράπεζος ἄνθρωπος φασίμη κύλιξ ἀμολγοί ἀπομύζουρις , μύζουρις βαρυσυμφορώτατος γεγωνοκώμη
καὶ βροτοστόνῳ βρέμει πτηνὸς πορεύσει βίος δὲ πορφυροῦς θαλάσσιος οὐκ εὐτράπεζος , ἀλλ ' ἐπάκτιοι φάτναι . ὑγρὰ δὲ μήτηρ
5879255 μυρα
ἐπὶ κυπρίνου καὶ ἀμαρακίνου . δύναμιν δὲ τὰ μὲν ἁπλᾶ μύρα τὴν τῶν ἐμβαλλομένων ἐν αὐτοῖϲ εἰδῶν , ἢ ἐξ
ὅσων χαρίτων πλῆρες . ᾠδαὶ σκώμματα πότος εἰς ἀλεκτρυόνων ᾠδὰς μύρα στέφανοι τραγήματα . ὑπόσκιός τισι δάφναις ἦν ἡ κατάκλισις
5869874 ἀρηια
κλέος ἐσθλὸν ἄρηαι . ἀλλ ' ἄγε δύσεο τεύχε ' ἀρήια , ὄφρα τάχιστα δίφρους ἐμπελάσαντες Ἄρηός θ ' ἡμέτερόν
ἀρέσθαι . ” Ὧς φάτο , δῦνε δὲ τεύχε ' ἀρήια : τοὶ δ ' ἰάχησαν θεσπέσιον μεμαῶτες . ὁ
5864836 ἐκπωματα
δ ' Ἀττικὸς ἐκ μικρῶν ἐπιδέξια , ὁ δὲ Θετταλικὸς ἐκπώματα προπίνει ὅτῳ ἂν βούλωνται μεγάλα . Λακεδαιμόνιοι δὲ τὴν
, πολὺ μᾶλλόν με τῆς θυγατρὸς μνηστῆρα λήψεται ἢ ἐὰν ἐκπώματα πολλά μοι ἐπιδεικνύῃ . Ἦ μήν , ἔφη ὁ
5864179 ἐπιπλα
ἀκούω δὲ ὑμᾶς καὶ ἀνέμους γίγνεσθαι καὶ λῄδια ἀνασείειν λέγεσθε ἔπιπλα μετεώρως αὐτὰ κολποῦντες . ἔδει δὲ ἀλλὰ τούτους γε
ἐξιστάμεθα τῶν πόλεων , παραχωροῦμεν τῶν οἰκιῶν καὶ κτημάτων , ἔπιπλα καὶ χρήματα καὶ κειμήλια καὶ τὴν ἄλλην ἅπασαν λείαν
5861380 οἰς
τῶν ἄγαν πολυτελῶν προσφέρουσιν , ἀλλ ' ἢ βοῦς ἢ οἶς , οἳ δὲ σῖτον , καὶ οἶνον ἄλλοι .
τριγενές . Ἔτι καὶ τὰ εἰς ΟΙΣ περισπᾶται : φθοῖς οἶς . Τὰ εἰς ΕΥΣ μονοσύλλαβα ὀξύνεται : Ζεύς Φλεύς
5856864 ἱμερταν
καὶ οἱ Ἀμαθούσιοι : καὶ Ἀλκμὰν δέ : ‚ Κύπρον ἱμερτὰν λιποῖσα καὶ Πάφον περιρρύταν . ‚ καὶ Αἰσχύλος :
κυάνεος θάλαμος , ἇς καὶ ἀποφθιμένας πᾶσαι νεοθᾶγι σιδάρῳ ἅλικες ἱμερτὰν κρατὸς ἔθεντο κόμαν . Τῷ γριπεῖ Πελάγωνι πατὴρ ἐπέθηκε
5831075 ὑφασμασι
καὶ τρυφῇ συμβαίνουσιν αἱ σκηναὶ δάφνης τε κλάδοις καὶ ποικίλοις ὑφάσμασι , ἀργύρῳ τε καὶ χρυσῷ , λίαν ἐπιμελῶς ἠσκημέναι
καὶ τὸν μὲν Ἑλληνικὸν ἱματισμὸν ἐκλελοιπέναι , συναναγκάζεσθαι δὲ βαρβαρικοῖς ὑφάσμασι χρῆσθαι , συντεμόντας τὰ τῶν Ἰνδῶν περιβλήματα . κατὰ
5812977 πολυανθεμοι
Δίκη τε καὶ Εἰρήνη πολύολβε , εἰαριναί , λειμωνιάδες , πολυάνθεμοι , ἁγναί , παντόχροοι , πολύοδμοι ἐν ἀνθεμοειδέσι πνοιαῖς
νικηταῖς γενομένοις ἐν τοῖς ἱεροῖς ἀγῶσιν , αἱ ὧραι αἱ πολυάνθεμοι , ἤτοι τὸ ἔαρ πολλὰ καὶ κατὰ πολὺ ἢ
5808226 ἀγριοις
ἐπειδὴ καὶ πλείονος ἄξια φροντίδος ἐστὶ καὶ οὐχ ὁμοίως τοῖς ἀγρίοις εὔτονα , γεωργικῆς ἐπιστήμης δεόμενα πρὸς κραταιοτέραν δύναμιν .
θΞ φιλοστόνως ] θρηνωδῶς . ματαίοις ] ἀνωφελέσι . θΞ ἀγρίοις ] τοῖς δυναμένοις ἐκπλῆξαι . ἀγρίοις ] θρηνητικοῖς .
5804075 Ἑορτη
Ἐπειδὴ οἱ πρὸς τὰς ἑορτὰς ἐπειγόμενοι φορτία πολλὰ ἐπιφέρονται . Ἑορτὴ πόδας ἔχουσα : ἐπὶ τῶν ἅπαντα πρὸς τὴν ἑορτὴν
τῆς χρήσεως ἀναγκαῖον εὐτρεπισθείσης . ταῦτα μὲν ἐπὶ τοσοῦτον . Ἑορτὴ δέ ἐστιν ἐν ἑορτῇ ἡ μετὰ τὴν πρώτην εὐθὺς
5801960 τραπεζα
, ” ἔφη : “ οἷς μὲν γὰρ κύαθος καὶ τράπεζα θεωρεῖται ὀφθαλμοὺς ἔχεις : ᾧ δὲ τραπεζότης καὶ κυαθότης
, εὐθὺς ἀνεκλίνετο : παρῆν στέφανος ἐν τάχει : ᾔρετο τράπεζα . παρέκειθ ' ἅμα τετριμμένη μᾶζα χαριτοβλέφαρος . μύστακα
5800946 ληϊα
γῆν χρυσῆν , καὶ τὰ δένδρα χρυσᾶ , καὶ τὰ λήϊα , καὶ τοὺς λειμῶνας , καὶ τὰ ἐν αὐτοῖς
ὡς ἀπαλοῖ δι ' αὐχένος . Λειμών . ἐστὶν ὅπου λήϊα καταβόσκεται . Λιρός . ὁ ἀναιδής . παρὰ τὸ
5800250 λιθινα
ἀνόητοι , καὶ πετεηνὰ σέβεσθε καὶ ἑρπετὰ θηρία γαίης καὶ λίθινα ξόανα καὶ ἀγάλματα χειροποίητα , καὶ παρ ' ὁδοῖσι
Νικάνορα σωθέντα , ἣν εὐχὴν ὑπὲρ αὐτοῦ ηὐξάμην . ζῷα λίθινα τετραπήχη Διὶ σωτῆρι καὶ Ἀθηνᾷ σωτείρᾳ ἐν Σταγείροις .
5787018 βουκολια
εἵπετο τιμωρία πάλιν ἄνευ συμπράξεως ἀνθρωπίνης , βοσκημάτων θάνατος : βουκόλια γὰρ καὶ αἰπόλια καὶ ποίμνια μεγάλα καὶ ὅσαι ὑποζυγίων
ἁρμόζει πλεῖν ἐπὶ τὰ οἰκεῖα , εἴς τε ἱπποτροφεῖα καὶ βουκόλια καὶ κτηνοτροφεῖα ἐπωφελές , κιχρᾶσθαί τε ἀλλότρια καὶ δανείζεσθαι
5777541 χρυση
. . χρυσῆ δὲ κιθάρα ἀντὶ τοῦ τιμία , ὡς χρυσῆ Ἀφροδίτη . σύνδικον Μοισᾶν κτέανον : συνῳδόν , οἱονεὶ
ἄμφοδον , καὶ ἡ τρίτη πρὸς μεσημβρίαν . Καὶ κλίνη χρυσῆ ἵστατο ἐν τῷ θαλάμῳ ἀποβλέπουσα πρὸς ἀνατολάς : καὶ
5776078 ψελια
Κυαξάρη , μᾶλλόν σε ἐκόσμουν , εἴπερ πορφυρίδα ἐνδὺς καὶ ψέλια λαβὼν καὶ στρεπτὸν περι - θέμενος σχολῇ κελεύοντι ὑπήκουόν
κάνδυες καὶ οἱ στρεπτοὶ οἱ περὶ τῇ δέρῃ καὶ τὰ ψέλια τὰ περὶ ταῖς χερσίν , ἐν Πέρσαις δὲ τοῖς
5768433 παντοδαπα
ἔτι τὰ τῶν λεγομένων περιδίνων τῶν περὶ τὴν Ἰταλίαν γιγνομένων παντοδαπὰ κλωπῶν ἔργα τε καὶ παθήματα . πρὸς ἅ τις
παντοδαποὺς ἐκφέρουσαν καρπούς : διὸ καὶ τῆς ὡρίμου ξηραινομένης ὀπώρας παντοδαπὰ πλάσματα χρήσιμα πρὸς ἀπόλαυσιν οἱ τὸν Τίγριν πλέοντες ἔμποροι
5763573 ἀναδεισθαι
καὶ τὸ ἀρχαιότερον , ὡς καὶ Θουκυδίδης φησί , κρωβύλον ἀναδεῖσθαι τῶν ἐν τῇ κεφαλῇ τριχῶν . [ , ]
: ὁ δὲ δῆμος ἐβόα βασιλέα τε αὐτὸν εἶναι καὶ ἀναδεῖσθαι μηδὲν ἔτι μέλλοντα , ἐπεὶ καὶ ἡ Τύχη αὐτὸν
5759073 ἁμαξιαια
διατρίβουσιν . ἀμφήμερος πυρετός : ὃν ἀμφημερινὸν οἱ ἰατροί . ἁμαξιαῖα ῥήματα : μεγάλα , ἃ φέροι ἂν ἅμαξα ,
Θετταλῶν καὶ τὰ Θετταλικὰ μὲν πολὺ καπανικώτερα . οἷον τὰ ἁμαξιαῖα . Θετταλοὶ γὰρ τὰς ἀπήνας καπάνας ἔλεγον . Αἰγυπτίους
5737008 τετραποδα
μὲν θάλασσα ἔχει τοὺς ἰχθῦς , ἡ δὲ γῆ τὰ τετράποδα καὶ τὰ ἑρπετὰ , ὁ δὲ ἀὴρ τὰ πτηνά
, γεωργεῖν , σπείρειν , φυτεύειν , ὠνεῖσθαι δούλους , τετράποδα , οἰκοδομάς τε καὶ φρέατα ἐργάζεσθαι , ἀγαθόν τε
5732036 ἱλαρα
καὶ ιγʹ μετὰ καὶ τοῦ αἰσίως , ἡ δὲ ιδʹ ἱλαρὰ σημαίνει , ἡ ιεʹ ἔμπρακτος μέν , ἐπιβλαβὴς δέ
τὰ πρόβατα ταῦτα ὡσεὶ τρυφῶντα ἦν καὶ λίαν σπαταλῶντα καὶ ἱλαρὰ ἦν σκιρτῶντα ὧδε καὶ ἐκεῖ , καὶ αὐτὸς ὁ
5731146 λειμωνες
μεταλλεύων ἤτοι ζητῶν . ἵππου δέ : λειμῶνες δέ : λειμῶνές τινες ἐν Τροίᾳ : Κρύμνης : ὁμοίως δὲ Κρύμνη
μεταλλεύων ἤτοι ζητῶν . ἵππου δέ : λειμῶνες δέ : λειμῶνές τινες ἐν Τροίᾳ : Κρύμνης : ὁμοίως δὲ Κρύμνη
5725644 κοτινος
τὰ γὰρ ἆθλά οἱ κλεινὰ καὶ ἦν καὶ ἐδόκει , κότινος Ὀλυμπικὸς καὶ Ἰσθμικὴ πίτυς καὶ δάφνη Πυθική , καὶ
κάμινος : ἴκτινος : κύμινος : κυκλάμινος : κόφινος : κότινος : διὰ τοῦ ι γραφόμενα , εἰ καὶ μὴ
5724166 θεριζει
κηπευμάτων ἀρδευτὰ δαψιλεῖ πότῳ , τὸν ἀνδρομήκη πυρὸν ἠκονημένῃ ἅρπῃ θερίζει : τὸν ξένον δὲ δράγματι αὐτῷ κυλίσας κρατὸς ὀρφανὸν
τῶν θεῶν . * βλάβης . ἤγουν μεστὸν θρήνων . θερίζει . τῶν πημάτων . * καὶ ἀντέκτισιν καὶ τιμωρίας
5719032 χηνισκων
' οὐ βαδίζεις ; τοῖς δὲ γενναίως πάλαι διεσπάρακται θερμὰ χηνίσκων μέλη , διερράχισται σεμνὰ δελφάκων κρέα , κατηλόηται γαστρὸς
' οὐ βαδίζεις ; τοῖς δὲ γενναίως πάλιν διεσπάρακται θερμὰ χηνίσκων μέλη , διεῤῥάχισται σεμνὰ δελφάκων κρέα , κατηλόηται γαστρὸς
5717114 ἀλσεσι
προσμυθεύουσι δ ' , ὡς εἰκός , τὸ ἐν τοῖς ἄλσεσι τούτοις ἡμεροῦσθαι τὰ θηρία καὶ λύκοις ἐλάφους συναγελάζεσθαι ,
αὐτὴν οὐ παρὰ βωμὸν Ἀπόλλωνος , ἀλλ ' ἐν Ἀφροδίτης ἄλσεσι χρυσοῖς κατάστικτον : ἤγαγον δ ' ἂν ἐκ μὲν
5716408 λιθοκολλητους
εἶχεν ἐξηρτημένον κώδωνα χρυσοῦν , περὶ δὲ τοὺς τραχήλους χλιδῶνας λιθοκολλήτους . ἡ μὲν οὖν ἁρμάμαξα , τοιαύτην ἔχουσα τὴν
Σεμέλης θάλαμος , ἐν ᾧ ἔχουσαι χιτῶνας τινὲς διαχρύσους καὶ λιθοκολλήτους τῶν πολυτιμήτων . οὐκ ἄξιον δ ' ἦν παραλιπεῖν
5702238 λιθοκολλητα
παρεσκεύασεν αὐτῷ βασιλικὸν συμπόσιον , ἐν ᾧ πάντα χρύσεα καὶ λιθοκόλλητα περιττῶς ἐξειργασμένα ταῖς τέχναις : ἦσαν δέ , φησί
Ἀλεξάνδρου ἐστρατεύσατο , καὶ ὡς αὐτῷ εἶχε , καὶ ὅσα λιθοκόλλητα ποτήρια ἐκόμισε : καὶ περὶ τῶν τεχνιτῶν τῶν ἐν
5690947 ὑελινα
ἀπώλοντο , ἐὰν δὲ καὶ ὁ Ἄρης μαρτυρῇ τῇ Ἀφροδίτῃ ὑέλινα ἔργα τορευτά , ποικίλα , εὔμορφα δηλοῦται . Σελήνη
ὀσπριόπωλιν μετὰ ὠοῦ πωλοῦσαν . . λεκυθόπωλις λέγεται ἡ τὰ ὑέλινα ἀγγεῖα κυρίως πωλοῦσα . . τοσουτονὶ : Μέγα .
5690614 ἐξημοιβα
δαίς τε φίλη κίθαρίς τε χοροί τε εἵματά τ ' ἐξημοιβὰ λοετρά τε θερμὰ καὶ εὐναί . μόνως γὰρ οὕτως
Καρπαλίμως δ ' ἵκοντο ποτὶ κλισίην Ὀδυσῆος : πολλὰ γὰρ ἐξημοιβὰ παρ ' αὐτόθι τεύχεα κεῖτο ἠμὲν Ὀδυσσῆος πυκιμήδεος ἠδὲ
5684625 μιτραι
δὲ καὶ στέφανοι καὶ ταινίαι καὶ θύρσοι καὶ τύμπανα καὶ μίτραι πρόσωπά τε σατυρικὰ καὶ κωμικὰ καὶ τραγικά . τῇ
λάφυρα πόθων , σάνδαλα καὶ μαλακαί , μαστῶν ἐνδύματα , μίτραι , ὕπνου καὶ σκυλμῶν τῶν τότε μαρτύρια . Αἱ
5679893 ὑποδηματα
ἵππων χρυσᾶ , χρυσῷ δὲ καὶ τοῖς ποσὶ τὰ ἑαυτῶν ὑποδήματα ἐκοσμήσαντο : τοσοῦτος καὶ γάρ ἐστιν αὐτοῖς ἄπειρος πλοῦτος
ὑποδήματα . . συναπτούς : Τὰς συναπτούσας καὶ δεσμευούσας τὰ ὑποδήματα . παρερπύσασα : Ἠρέμα εἰσελθοῦσα . ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ
5676318 ποιμην
δὲ εἰπεῖν τὸν ἀφεστῶτα τόπον , ὡς τό ὅθι ποιμένα ποιμὴν ἠπύει . νάσσατο : ἀντὶ τοῦ κατῴκισε . ῥύσια
ὥστ ' εἰκότως ὁ τὰ ἄριστα ἐπὶ θεὸν ἀναφέρων Ἄβελ ποιμὴν κέκληται , ὁ δὲ ἐφ ' ἑαυτὸν καὶ τὸν
5674096 γαυλους
γαυλοὺς ὁλοχρύσους . πλοῖα ; τοὺς κάδους μὲν οὖν καλοῦσι γαυλοὺς πάντες οἱ προγάστορες . Τέτταρες δ ' αὐλητρίδες ἔχουσι
ἐδάκρυεν ἐφ ' ἑκάστῳ τούτων ἀπαλλαττόμενος : καὶ οὔτε τοὺς γαυλοὺς ἀνέθηκε πρὶν ἀμέλξαι , οὔτε τὸ δέρμα πρὶν ἐνδύσασθαι
5665256 ἐθυμιατο
κύκλῳ τῆς χώρας ἁπάσης . ὅτι στύραξ ἐν ταῖς ὀρχήστραις ἐθυμιᾶτο τοῖς Διονυσίοις . ὅτι τὸ ἀρχαῖον ἡ μουσικὴ προτροπὴ
αὐτῷ ἐκέλευσε παρεσκευάσθαι , καὶ κατακλιθέντι θυμιατήριον παρέθηκε , καὶ ἐθυμιᾶτο αὐτῷ : οἱ δὲ λοιποὶ εἱστιῶντο , καὶ ἦν
5662678 ἑρκη
καὶ διὰ ταῦτα πατρώϊον αὐτοὺς Ἀπόλλωνα ἔχειν . ἕρκειος . ἕρκη τοὺς οἴκους Ἀθηναῖοί φασιν : ἐκ τούτων δὲ καὶ
βρόχους καὶ πόρκους καὶ τὰ τοιαῦτα μῶν ἄλλο τι πλὴν ἕρκη χρὴ προσαγορεύειν ; Οὐδέν . Τοῦτο μὲν ἄρα ἑρκοθηρικὸν
5658893 ἀγλαα
ἐπὶ πόντον ἄγοντες κάτθεσαν εἰν Ἰθάκῃ , ἔδοσαν δέ οἱ ἀγλαὰ δῶρα , χαλκόν τε χρυσόν τε ἅλις ἐσθῆτά θ
τετιμένος οὔτε βροτοῖσιν . ὣς μὲν καὶ Πηλῆϊ θεοὶ δόσαν ἀγλαὰ δῶρα ἐκ γενετῆς : πάντας γὰρ ἐπ ' ἀνθρώπους
5656768 ἀναθηματα
καὶ ἀμύγδαλα σιγαλόεντα Παφλαγόνες παρέχουσι : τὰ γάρ τ ' ἀναθήματα δαιτός . Φοινίκη καρπὸν φοίνικος καὶ σεμίδαλιν : Καρχηδὼν
εἴη , ἀπέπεμψε ἀσινέα ἐς Κυρήνην . Ἀνέθηκε δὲ καὶ ἀναθήματα ὁ Ἄμασις ἐς τὴν Ἑλλάδα , τοῦτο μὲν ἐς
5656156 ἐπηετανον
. καὶ τὸ ἀφ ' οὗ . . ἐπί . ἐπηετανόν βʹ : ἀδιάλειπτον . μέγα . ἡ ἐπί τίθεται
ἐσκομίσαι καὶ συρφετόν , ὄφρα τοι εἴη βουσὶ καὶ ἡμιόνοισιν ἐπηετανόν . αὐτὰρ ἔπειτα δμῶας ἀναψῦξαι φίλα γούνατα καὶ βόε
5648047 στεφανοις
τοὺς ἐκ τοῦ δήμου πόῤῥωθεν προκατελάμβανον τὰς εὐθύνας ἐπαίνοις καὶ στεφάνοις καὶ κηρύγμασι . Κατιδὼν δή τις ταῦτα νομοθέτης τίθησι
πρὸς Χειρίσοφον , κατελάμβανον κἀκείνους σκηνοῦντας ἐστεφανωμένους τοῦ ξηροῦ χιλοῦ στεφάνοις , καὶ διακονοῦντας Ἀρμενίους παῖδας σὺν ταῖς βαρβαρικαῖς στολαῖς
5645546 ὡραια
καὶ τῷ προεστῶτι δὲ τοῦ ἀγροῦ δριμὺ ἐνορῶν φέρειν ἐκέλευεν ὡραῖά τε καὶ πλακοῦντας : καὶ τέλος ὅλον ποταμὸν πρὸς
καὶ τῷ προεστῶτι δὲ τοῦ ἀγροῦ δριμὺ ἐνορῶν φέρειν ἐκέλευεν ὡραῖά τε καὶ πλακοῦντας : καὶ τέλος ὅλον ποταμὸν πρὸς
5636985 ἀνθεσιν
καὶ χρυσοῦν ἐκπέμψας ἥλιον : καὶ γῆν μὲν στέφει τοῖς ἄνθεσιν , οὐρανὸν δὲ ἄστρων χοροῖς , γαλήνῃ δὲ καὶ
' αὐτοῖς ὁ ζέφυρος . ἡ δὲ χώρα πᾶσι μὲν ἄνθεσιν , πᾶσι δὲ φυτοῖς ἡμέροις τε καὶ σκιεροῖς τέθληλεν
5620661 προβατα
γυμνὸς ὤν , ὥρᾳ χειμῶνος ἐν ἄντρῳ ἐναυλισάμενος ἐπιπόνως , πρόβατα εὑρὼν ἀνεῖλε καὶ ταῖς δοραῖς αὐτῶν ἠμφιέσθη . ,
ἀποπατέει ἐπειδὰν γένηται τάχιστα , καὶ οἱ ἄνθρωποι καὶ τὰ πρόβατα : καίτοι οὐκ ἂν εἶχε κόπρον , εἰ μὴ
5619426 σκυταριοις
κήρυκας ἔχων , Χῖον πίνων , καὶ πρὸς τούτοις ἐν σκυταρίοις ῥαπτοῖσι φορῶν Ἐφεσήια γράμματα καλά . πόσῳ γὰρ τούτων
κήρυκας ἔχων , Χῖον πίνων , καὶ πρὸς τούτοις ἐν σκυταρίοις ῥαπτοῖσι φορῶν Ἐφεσήια γράμματα καλά . τῶν Αἰσχύλου πολὺ
5618811 τιμηεντα
. αὐτὰρ ὅ γ ' ὡς φράσθη παρακείμενα πατρὸς ἑοῖο τιμήεντα γέρα , μέγα οἳ κακὸν ἔμπεσε θυμῷ , αἶψα
τὰ πολεμικά , ὅν ποτε ὀργιζόμενος ὁ Βάκχος ἐπὶ τὸν τιμήεντα τόπον ἐπάτησεν , ὅτε αἱ ἁπαλαὶ καὶ τρυφεραὶ τῶν
5604767 ξουθα
ἀναφαίνω . ξουθῆς δὲ εἶπε παρόσον τὰ πλεῖστα τῶν ὀρνέων ξουθὰ φαίνεται . Πανὶ νόμους : Ἐπεὶ νόμιος ὁ θεὸς
ἀμφὶ δ ' αὑτᾶς θροεῖς νόμον ἄνομον , οἷά τις ξουθὰ ἀκόρετος βοᾶς , φεῦ , φιλοίκτοις φρεσὶν Ἴτυν Ἴτυν
5598996 πωλειται
πύρνον ψωμόν . πυρπολέοντας οἷον πῦρ ποιοῦντας , πυρπολουμένους . πωλεῖται συνεχῶς ἐπὶ τὸν αὐτὸν τόπον πορεύεται . ῥαδινόν λεπτόν
κοῦραι , τίς δ ' ὔμμιν ἀνὴρ ἥδιστος ἀοιδῶν ἐνθάδε πωλεῖται , καὶ τέῳ τέρπεσθε μάλιστα ; ὑμεῖς δ '
5594724 κοσμηματα
, ἁβρότης , θρύψις . κατὰ μέρη δὲ κεφαλῆς μὲν κοσμήματα Ὅμηρος λέγει ἄμπυκα κεκρύφαλόν τε ἰδὲ πλεκτὴν ἀναδέσμην :
τοῦ Ἑλληνικοῦ σύμμαχοι . ἀνάκειται δὲ καὶ πλοίων τὰ ἄκρα κοσμήματα καὶ ἀσπίδες χαλκαῖ : τὸ δὲ ἐπίγραμμα τὸ ἐπ
5588969 σκιερα
ἐκ Βελλεροφόντου παίζει ⌈ ταῦτα Γ : πάρες , ὦ σκιερὰ φυλλάς Γ , ὑπερβῶ κρηναῖα νάπη : τὸν ὑπὲρ
ἧσσόν ἐστιν εὔπνους καὶ εὐήλιος : διόπερ καὶ χειμῶνός ἐστι σκιερὰ καὶ ψυχρὰ καὶ θέρους δυσήνεμος καὶ πνιγώδης : διόπερ
5588456 βεβηλα
σεμνύνων . οὗτος καὶ ἀνθρώπεια θείων καὶ ἔθη νόμων καὶ βέβηλα ἱερῶν καὶ θνητὰ ἀθανάτων καὶ συνόλως τὸ δοκεῖν τοῦ
η εἰς α . ἄρβηλος δὲ ἀπὸ τοῦ αἴρειν τὰ βέβηλα . * ἤτοι : μέν κώληπος : ἤγουν τοῦ
5583118 καρποφορα
τῷ βρέφει , καὶ τῶν δένδρων ἄρρενα μὲν καλοῦσι τὰ καρποφόρα , θήλεα δὲ τὰ μὴ φέροντα τοὺς καρπούς ,
ὅπου ἂν οἰκῶσιν ἄνθρωποι ; οἱ δὲ στρουθοὶ περὶ τὰ καρποφόρα τῶν δένδρων ; οἱ δὲ κύκνοι ὅπου ἔξεστιν αὐτοῖς

Back