δ ' ἔκειτο μὲν παρὰ τὸν Θάτην ποταμόν , ὃς περιρρέων αὐτὰ καὶ βάθος ἔχων ἱκανὸν ἐποίει δυσπρόσιτα , περιείχετο
ἄλλων καὶ ταφῆς ἀμοιροῦσα . κατεχεῖτο δὲ κατὰ παντὸς στενωποῦ περιρρέων ὁ οἶνος καὶ τοῖς αἵμασι τῶν πεπτωκότων ἀνακιρνώμενος ἅπαν
5682149 ἀνεγειρει
ποτ ' ἐσθλῇ : ταῦτα καὶ τὰ ἑξῆς εἰς ζῆλον ἀνεγείρει τοῦ πατρὸς τὸν Πέρσην , εἰ μὴ γεωργεῖν ἐθέλοι
. ὅταν γὰρ καλέσῃ πρὸς ἑαυτὸν τὴν ψυχήν , πῆξιν ἀνεγείρει τῷ γεώδει καὶ σωματικῷ καὶ αἰσθητικῷ παντί : διὸ
5556213 ἀφισταμενη
κρείττοσι πολλαπλασιάζῃ ἑαυτῆς τὰς νοήσεις : φθίσις δὲ ὅταν ἐκεῖθεν ἀφισταμένη ἀσθενεστέρα ἑαυτῆς γίνηται καὶ ἀργοτέρα ταῖς νοήσεσι : πάλιν
περιέσεσθαι τῷ ἐπιβουλεύματι ἦλθεν ἐς τὸ δεινόν . πόλις τε ἀφισταμένη τίς πω ἥσσω τῇ δοκήσει ἔχουσα τὴν παρασκευὴν ἢ
5534278 ποδηγει
τε πρὸς ἑαυτόν , καὶ τὰ στοιχεῖα κατὰ κύκλον περιδινούμενα ποδηγεῖ , πάντα τε ἐν ἀλλήλοις ὄντα καὶ πρὸς ἄλληλα
ἀρχῇ , καὶ ἡ τούτου εὕρεσις τὰ μέγιστα ὠφελεῖ : ποδηγεῖ γὰρ πρὸς τὴν τοῦ ζητουμένου κατάληψιν . οἷον ἐκκείσθωσαν
5454211 παρελευσονται
ἐπέρχηται , πάντες ἔνδον μενέτω - σαν ἀφανεῖς , καὶ παρελεύσονται τὸ χωρίον . ἐὰν δέ , πρὶν τοῦτο παραφυλαχθῆναι
ζεσθέντων σὺν ἅλμῃ καταῤῥανθῶσι . θανοῦνται γὰρ παραχρῆμα . Ὁμοίως παρελεύσονται τὴν ὑποκειμένην χώραν , ἐὰν θηράσας νυκτερίδας προσδήσῃς ταύτας
5442830 συνταττομενοις
μᾶλλον ὁ Θουκυδίδης συμφέρεσθαι , καίπερ οὐδ ' αὐτοῖς ἀτρέμα συνταττομένοις . ὁ δ ' οὖν Θεμιστοκλῆς γενόμενος παρ '
τῶν χρόνων δοίη τις ἂν ἱστορικοῖς ἀνδράσιν ἀρχαίας καὶ πολυετεῖς συνταττομένοις πραγματείας , γενεαῖς δὲ δυσὶν ἢ τρισὶν ὅλαις ἀποπλανηθῆναι
5350823 καρποφορος
Εὐφράτης , ἔστι δὲ συμβολικῶς ἀρετὴ τετάρτη , δικαιοσύνη , καρποφόρος τῷ ὄντι καὶ εὐφραίνουσα τὴν διάνοιαν . πότε οὖν
ἡ δὲ δάφνη τὸ βότρυον . φέρει μὲν καὶ ἡ καρποφόρος , εἰ μὴ καὶ πᾶσα ἀλλά τοι γένος τι
5344576 ὀπτησεις
. ἡ βατίς ; χλόη . πρόσεστι θύννου τέμαχος . ὀπτήσεις . κρέας ἐρίφειον ; ὀπτόν . θάτερον ; τἀναντία
ἐκ γὰρ κριθῆς χόνδρον μὴ γίνεσθαι . παρὰ δὲ τὰς ὀπτήσεις ὀνομάζεσθαι ἰπνίτην , οὗ μνημονεύειν Τιμοκλέα ἐν Ψευδολῃσταῖς οὕτως
5329668 σπονδοφορος
εὐφραίνεται , Φαραώ . τίς οὖν οἰνοχόος θεοῦ ; ὁ σπονδοφόρος , ὁ μέγας ὄντως ἀρχιερεύς , ὃς τὰς τῶν
γνωριζομένης ὑπὸ πολλῶν τῆς ταύτῃ θαλάττης ; ὁ δὲ δὴ σπονδοφόρος καὶ θεωρὸς τῶν Κυζικηνῶν πῶς ἀφεὶς τὴν πόλιν εἰς
5324507 οἰδισκεται
καὶ ῥῖγος καὶ ὀδύνη τὴν κεφαλὴν , καὶ τὰ σιαγόνια οἰδίσκεται , καὶ τὸ πτύαλον χαλεπῶς καταπίνει , ἀποπτύει δὲ
καὶ ἀψυχίη , καὶ πυρετὸς λεπτὸς , καὶ περίψυξις : οἰδίσκεται δὲ μάλιστα τὰ σκέλεα . Ἡ δὲ νοῦσος λαμβάνει
5280821 συστρεμματα
ἡ Ἀφροδίτη τιμᾶται . καὶ αὕτη μὲν ἐπὶ τὸν βαθέα συστρέμματα ἔχοντα ποταμὸν ὠκεανὸν ὑψηλὴ προνένευκε , τοῖς ταχινοῖς οἰωνοῖς
εἴκοσι καὶ χιλίων , σύστρεμμα καλεῖται . τὰ δὲ δύο συστρέμματα ἐπιξεναγία ὀνομάζεται , ὀκτὼ καὶ τεσσαράκοντα ἀνδρῶν καὶ δισχιλίων
5275394 περιφρονει
λεπτὴν : ἀκριβῆ . ἔνθεν καὶ λεπτολόγος ὁ ἀκριβολόγος . περιφρόνει : ἐρεύνα . ὀρθῶς διαιρῶν : ἀκριβῶς καὶ ἐπιμελῶς
νυν καλύπτου , καὶ σχάσας τὴν φροντίδα λεπτὴν κατὰ μικρὸν περιφρόνει τὰ πράγματα ὀρθῶς διαιρῶν καὶ σκοπῶν . οἴμοι τάλας
5183720 καθεσθηναι
οἱ παῖδες . τὸν μηρὸν ἔδει προβαλέσθαι : τουτέστιν εὐκόσμως καθεσθῆναι , ὡς μηδὲν τοῖς περιεστῶσιν ὑποδεῖξαι ἄκοσμον . προβαλέσθαι
Ἑλληνικά , τὸ δὲ καθεσθήσομαι καὶ καθεσθήσῃ καὶ ἐκαθέσθην καὶ καθεσθῆναι ἔκφυλα . Ἀριστοφάνης : ” κᾆτα καθεδῇ δῆτά μοι
5182644 ἐλαττουμενου
ἀποτείνεσθαι , πολὺ καὶ αὐτοῦ ἐν πολλοῖς ἐκείνων τῶν ἀνδρῶν ἐλαττουμένου . ἢ τάχα πρὸς Ἑλλάνικον καὶ Φίλιστον ἀφορᾶι τοὺς
ὅρια τῶν Αἰγυπτίων τῇ ὑγρασίᾳ λύων καὶ μιγνὺς ἀπώλλυεν . ἐλαττουμένου δὲ αὐτοῦ πάλιν καὶ ἀπο - βαίνοντος μάχη καὶ
5179743 ἐπαναγω
καὶ τέταρτον περὶ τῶν νυνὶ καθεστηκότων πραγμάτων . Καὶ δὴ ἐπανάγω ἐμαυτὸν ἐπὶ τὴν εἰρήνην ἣν σὺ καὶ Φιλοκράτης ἐγράψατε
δὲ αὐτὸν καὶ Ἀριστοτέλης αὐτῷ . Ἐγὼ δὲ καὶ πορρωτέρω ἐπανάγω : ὑποπτεύω γὰρ ἐξ Ἰταλίας Ἀθήναζε ἐλθεῖν τὸν λόγον
5177841 προτεινουσα
ἡ τοῦ φαύλου συνείδησις , οἴκοθεν ὡς ἐκ πληγῆς δειλίαν προτείνουσα τῇ ψυχῇ . Τοῦ φαύλου ὁ βίος ἐπίλυπος καὶ
μετατρέχει δὲ καὶ τὰ ὀλύμπια τοὺς ἀσεβείας καὶ ἀθεότητος λόγους προτείνουσα , ἐπειδὰν ἢ ὡς οὐκ ἔστι τὸ θεῖον διεξίῃ
5159750 κακοηθως
τοῦ λοιποῦ , ἐὰν βούλησθε μὴ ἐπιτρέπειν τοῖς προεστηκόσιν ὑμῶν κακοήθως πολιτεύεσθαι , ἀλλ ' ἐπιτιμᾶτε , πειράσομαι κἀγὼ διαφυλάττειν
δυστρόπως , δυστραπέλως , δυσχερῶς , ἀλλοκότως , παλιμβόλως , κακοήθως , ὑπούλως , δολερῶς , κακούργως , πανούργως ,
5158858 συνεργου
καιρὸς τῆς ταύτης ἐνέστη γεννήσεως , δεῖται Ἡφαίστου πρὸς τοῦτο συνεργοῦ , ὡς κατὰ τῆς κεφαλῆς πλήξειεν αὐτόν : ἐπὶ
εὐμοίρου λαχὼν φύσεως , ἣ περιποιεῖ τὸ ἄληστον αὐτῷ διὰ συνεργοῦ μνήμης , μονῇ χρῆται , ὧν ἔμαθεν ἀπρὶξ ἐπειλημμένος
5158204 βεβαιοτατην
ὑπ ' αὐτῶν ἀχθῆναι , καὶ μὴ κινουμένοις ἐπέρχονται , βεβαιοτάτην σφίσιν ἀσφάλειαν εἶναι νομίζοντες , εἰ κἀν ταῖς δοκούσαις
ἐπαμφοτερισμόν , ἀβεβαίου ψυχῆς διαθέσεις , ἀποδυσάμενος τὴν ὀχυρωτάτην καὶ βεβαιοτάτην διάθεσιν , πίστιν , ἐνδύσηται . ἔπειτα δὲ ἑστώς
5156535 διορισθησεται
πλέοντες ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ σωθήσονται . ταῦτα μὲν οὖν διορισθήσεται μᾶλλον ἐν τοῖς ἑπομένοις , ὅτι ἐπὶ τῶν ἐνδεχομένων
καὶ εἰ μὲν οὐ ψαύοντα ἀλλήλων , μεσολαβούμενα τόποις τισὶ διορισθήσεται , καὶ τόποις διοριζόμενα οὐκέτι ποιήσει μίαν γραμμήν .
5134025 Πρασου
[ εʹ . Πρὸς τὰ πυοῤῥοοῦντα καὶ περιωδυνῶντα . ] Πράσου χυλὸν μέλιτι διεὶς χρῶ . ἄλλο . ὄπιον ἀνιεὶς
ῥοδίνῳ κατάχριε τὸ μέτωπον . [ Πρὸς ἡμικρανίαν . ] Πράσου κεφαλὴν καὶ κόμην ἑψήσας ἐλαίῳ βρέχε τὴν κεφαλὴν καὶ
5129513 ἐχενηϊς
καὶ τὴν ἐπωνυμίαν ἐδέξατο , τοῖς τε πελάγεσσί φησιν ἡ ἐχενηῒς ἑταῖρα , ὅτι καὶ αὐτὴ ἐν τοῖς πελάγεσσι διατρίβει
λα . ὁρμῇ : κινήσει . Ἰστέον , ὅτι ἡ ἐχενηῒς ἀπείργει τὴν ναῦν ὑπὸ βιαίων ἀνέμων ἐλαυνομένην , ὅθεν
5127268 ἀναπιμπλησι
. καθάπερ γὰρ τὰ ἐκθυμιώμενα τῶν ἀρωμάτων εὐωδίας τοὺς πλησιάζοντας ἀναπίμπλησι , τὸν αὐτὸν τρόπον ὅσοι γείτονες καὶ ὅμοροι σοφοῦ
μὲν τὰ ἁμαρτήματα ἡ ἀρετή , φέγγους δὲ τὴν ὅλην ἀναπίμπλησι διάνοιαν . ἀλλὰ γὰρ ἔτι τῶν ἀδιαιρέτων καὶ ἀμερίστων
5125694 φυμασι
, καὶ ἕψεται αὖθις ἄχρι συστάσεως καταπλάσματος . ἁρμόζει δὲ φύμασι τοῖς μὴ ῥᾳδίως πεπαινομένοις καὶ παρωτίσιν , ἃς ἐκπυΐσκεσθαι
' ἂν τὸ κατάπλασμα τοῦτο καὶ δοθιῆσι καὶ τοῖς ἄλλοις φύμασι τοῖς σκληροῖς . πάνυ δὲ καὶ πρὸς τὰ ἰοβόλα
5113159 προσαντης
εἰσὶν ἀμφότεροι κακοί . χαλεπή , λέγω σοι , καὶ προσάντης , ὦ τέκνον , ὁδός ἐστιν , ὡς τὸν
ὁδὸν ἄνω καὶ κάτω συνεχῶς ἀμείβοντα . ἡ μὲν οὖν προσάντης ὁδὸς ἀπὸ γῆς ἄρχεται : τηκομένη γὰρ εἰς ὕδωρ
5099748 ῥευμασιν
ἀμφοτέροις θάλαμος καὶ πῦρ ἀΐδηλον , καὶ ποταμοῦ Νείλου παρὰ ῥεύμασιν Ἴσιδι σεμνῇ σωτείρῃ μετόπισθε παραστῇς ὄλβια δῶρα . Ἀλλ
οὐδὲ τοῦτο χρὴ δεδιέναι : τὰς δ ' ἐπὶ τοῖς ῥεύμασιν εἰ ἀποσχάσαις , μέγα τι κακὸν ἐργάσῃ , καὶ
5097706 περιελθοι
, ἕκαστος μῆνα καὶ ἡμέρας ἕξ , ἕως τὸ ἔτος περιέλθοι εἰς τὰς δέκα φυλάς . ὁ δὴ χρόνος ,
τοῦ δεξιοῦ κέρως ἡγούμενος ἐπὶ δόρυ παρήγγειλεν ἀκολουθεῖν , ὅπως περιέλθοι τὸν τόπον τὸν κατεσπαρμένον ταῖς τριβόλοις : ὁ δὲ
5093054 δυσειδες
εἰ δὲ οὐχ ὡς σχῆμα οὐδὲ ὡς εὐειδὲς ἐλέγομεν ἢ δυσειδές , ἀλλὰ καθ ' ὃ ἕκαστον ὁριζόμενοι τὸ τί
εὐπρεπείας ὡραϊζούσης αὐτῇ τὴν ἔξω μορφήν , κἄν τι προσῇ δυσειδές , οὐδὲ τοῦτο χάριτος ἄμοιρον εἶναί σοι δόξει :
5083731 Ἀθαρραβις
Ἰλλυρίας , οἱ δὲ Θεσσαλίας . τὸ ἐθνικὸν Ἀθαμᾶνες . Ἀθάρραβις , πόλις Αἰγύπτου , ὡς Ἡρωδιανὸς ἐν τετάρτῳ ”
τὸ κάνναβις . τὰ δὲ κύρια ἢ προσηγορικὰ βαρύνεται : Ἀθάρραβις κάνναβις . σημείωσαι τὸ καλλαβίς . Τὰ εἰς ΓΙΣ
5075457 γεωδεσι
τὴν συνεχῆ φορὰν πάλιν εἰς τὸν κάτω χωρήσαντα τόπον τοῖς γεώδεσι συνάπτει . μεταβάλλει δὲ καὶ τὸ ὕδωρ εἰς ἀέρα
ἑαυτὸ βαστάζειν . γεννᾶται δὲ μάλιστα ἐν τοῖς καλαμοκοπίοις καὶ γεώδεσι τόποις . Κύπειρον , ἥν τινες ζέρναν καλοῦσι ,
5058975 ἀρκτικοις
δὲ τούτου τὴν αἰτίαν αὐτός : μὴ γὰρ κατομβρεῖσθαι τοῖς ἀρκτικοῖς μέρεσι , καθάπερ οὐδὲ τὴν Αἰθιοπίαν φασί : διὸ
δὲ λέγειν τὰ παρὰ τοὺς ἡλίους : ταῦτα δὲ πάντες ἀρκτικοῖς καὶ μεσημβρινοῖς κλίμασιν ἀφορίζουσι : καὶ μὴν ἀνατολικά τε
5056131 ἐμπεπλεκται
, ὦ παῖ , ποιεῖται ἆθλονφρουρὸς γάρ τις αὐτῷ δράκων ἐμπέπλεκται δεινὸν βλέπων καὶ ὑπερορῶν τοῦ καθεύδεινὅθεν ἄρχει τῆς νεώς
αὐτὸν τὸν Ἵππαρχον τό γε μὴ ἀντιπίπτειν τὰς σκιὰς ψεῦδος ἐμπέπλεκται . καὶ γὰρ εἰ μὴ τῇ Μερόῃ ἀνταίρει ,
5054074 λειτουργησει
ἐτῶν ἀποστήσεται τῆς λειτουργίας , καὶ οὐκ ἐργάσεται ἔτι , λειτουργήσει δὲ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ : ὁ δὲ φυλάξει φυλακάς
ἀρετῆς ἔσται δογμάτων , ὁ δ ' ἀδελφὸς αὐτοῦ λόγος λειτουργήσει τοῖς παιδείαν μετιοῦσι διεξιὼν τὰ σοφίας δόγματά τε καὶ
5050548 ἀπλατον
πεδίον τοῦτο Φλεγραῖον ἀπὸ τοῦ λόφου τοῦ τὸ παλαιὸν ἐκφυσῶντος ἄπλατον πῦρ παραπλησίως τῇ κατὰ τὴν Σικελίαν Αἴτνῃ : καλεῖται
δυσκαταγώνιστον : γηγενὲς γὰρ ὑπάρχον καὶ φυσικῶς ἐκ τοῦ στόματος ἄπλατον ἐκβάλλον φλόγα τὸ μὲν πρῶτον φανῆναι περὶ τὴν Φρυγίαν
5026288 Ἐρινυσιν
προορᾶι ἐν ἡμέραι . ἀοίνους ] οἶνος γὰρ οὐ σπένδεται Ἐρινύσιν . οἶνος γὰρ οὐ σπένδεται Ἐριννύσιν . ἔθυον δὲ
αἰτίαν τῷ δαιμονίῳ , καὶ ταῖς Μοίραις , καὶ ταῖς Ἐρινύσιν : οἱ δὲ ἐν μὲν ταῖς τραγῳδίαις ἐχέτωσαν χώραν
5010597 ἐμπνους
καὶ ἐν οἷς ὁ Δίων αὐτῷ τετελευτηκὼς ὑπόκειται λέγων ὡς ἔμπνους ἔνεστι ταυτὶ ” Δεξάμενοι δὲ τοὺς τοιούτους νόμους ,
δίκῃ ἂν αὐτὸν ἐπῃνοῦμεν , ἐπεὶ δὲ ἀνώρθωσεν ἡμῖν τὰς ἔμπνους κίονας καὶ ἐμψύχους , τὰς μὲν χαμαὶ ἐρριμμένας ,
4998882 Ἀβαι
. ὡς οὖν ἀπὸ τοῦ Ἀμύκλα Ἀμύκλαι , οὕτως Ἄβα Ἄβαι . Λυκόφρων „ ποθοῦντες Ἄμφισσάν τε καὶ κλεινὰς Ἄβας
καὶ Ἀρτάκη Ἀρτακηνός Ἀρτάκιος , οὐκ Ἀρτακαῖος . αἱ δὲ Ἄβαι πόλις ἐν τοῖς Φωκεῦσιν , ἔνθα ἱερὸν Ἀπόλλωνος .
4992823 περιειη
ψευδεῖς ἐπιρρίπτων αἰτίας , ὅπως ἅπαντας καταπληξάμενος τοὺς δυναμένους ἀντιπολιτεύεσθαι περιείη κύριος ἁπάσης τῆς Ἠπείρου . διόπερ πρὸς Περσέα ἐξαπέστειλαν
αὐτοῦ ἐν Πέρσῃσι , καὶ πολλάκις τε ἀποδεξαμένου γνώμην ὡς περιείη ὁ Κύρου Σμέρδις καὶ ἐξαρνησαμένου τὸν φόνον αὐτοῦ .
4986369 συντριψεις
βουλευτηρίου . κλαστάσεις ] κλονήσεις , διασείσεις ἢ κλάσεις καὶ συντρίψεις ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν περιτεμνομένων κλημάτων . ἐν πρυτανείῳ :
τὰς μὲν πλαγίας λαμβάνων καταδύσεις , τὰς δὲ ἀντιπρώρους κινδυνευούσας συντρίψεις καὶ ἐμπρήσεις , καθάπερ εἴρηται : ἐὰν δὲ λάβῃς
4976853 ἐστηλιτευσθαι
καὶ καλῶς βιώσαντες , ὧν τὰς ἀρετὰς ἐν ταῖς ἱερωτάταις ἐστηλιτεῦσθαι γραφαῖς συμβέβηκεν , οὐ πρὸς τὸν ἐκείνων ἔπαινον αὐτὸ
πρὸς τὸν βάρβαρον συνθήκας , ἃς οὐ τοῖς Ἀττικοῖς γράμμασιν ἐστηλιτεῦσθαι , ἀλλὰ τοῖς τῶν Ἰώνων . Αὐθέντης : Λυσίας
4975576 ἡκουσας
. Τριχίας δὲ καὶ τὰς πρημνάδας τὰς θυννίδας ἐπὶ δεῖπνον ἡκούσας ὑπερπληθεῖς . Εἰς αὔριον δ ' ἀντὶ ῥαφάνων ἑψήσομεν
σώματος . ἀμέλει πολλὰς ἄν σοι δείξαιμι μορφῆς μὲν εὖ ἡκούσας , τὰ δ ' ἄλλα αἰσχυνούσας τὸ κάλλος ,
4975450 ἰσχεσθαι
παχὺ ὡς ἕλκος , πληγώδης ὑγρασία . Ἰχὼρ ἀπὸ τοῦ ἴσχεσθαι ἐντὸς τοῦ σαρκίου ἰσχὼρ καὶ ἰχώρ . ἰχὼρ ῥεῦσις
. μνηστῆρας δ ' οὐ πάμπαν ἀγήνορας εἴα Ἀθήνη λώβης ἴσχεσθαι θυμαλγέος , ὄφρ ' ἔτι μᾶλλον δύη ἄχος κραδίην
4974442 διπλασιασθηναι
τὴν ἀλήθειαν . τὸ δὲ τεράστιον οὐ μόνον ἐκ τοῦ διπλασιασθῆναι τὴν τροφὴν ἐδηλοῦτο οὐδ ' ἐκ τοῦ διαμεῖναι σῷον
τὰ δίκαια τοῦ δήμου πρὸς τὴν βουλὴν ἅπαντα εἰσενεγκάμενος ᾐτήσατο διπλασιασθῆναι τὴν ἀρχὴν τὴν προισταμένην τοῦ δήμου , καὶ ἀντὶ
4974167 ἀσφαλεστερας
τοῦ ζῆν ξύμπαντα χρόνον νομοθετεῖν ἡδονὰς οὐδὲν τῶν θαλαττίων ἐκείνων ἀσφαλεστέρας : μήπω γάρ τις ἡμᾶς πειθέτω λόγος , ὡς
μηδὲ ἐφίεσθαι τῶν ἄκρων ἀναμαρτήτους ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ καὶ ἀσφαλεστέρας διαμένειν , τὰ δὲ μεγάλα ἐπισφαλῆ δι ' αὐτὸ
4970846 μεριζουσα
ἅπαντα τὸν αἰῶνα , τὸ ἐπιβάλλον ἑκάστοις ἐκ τῆς πεπρωμένης μερίζουσα , οἵ τε τὰς κοινὰς τῆς οἰκουμένης πράξεις καθάπερ
. , : ἄδασμος : οὐδένα δασμὸν ἐκτείνουσα , οὐδὲ μερίζουσα δασμὸν τῆς οἰκήσεως . οὕτως Αἰσχύλος . . .
4968630 κιθαρῳδοις
ἴδῃ τὰς χεῖρας οὐκ ἀφέξεται . καὶ μὴν ἀληθῶς τοῖς κιθαρῳδοῖς ὡς σφόδρα ἅπασιν οὗτος ἐπιπεφυκὼς λανθάνει . ἀνδρῶν δ
ἴδῃ τὰς χεῖρας οὐκ ἀφέξεται . καὶ μὴν ἀληθῶς τοῖς κιθαρῳδοῖς ὡς σφόδρα ἅπασιν οὗτος ἐπιπεφυκὼς λανθάνει . ἀνδρῶν δ
4962968 ὀνειροπολει
φαντάζεσθαι , ὀνειρώττειν δὲ τὸ καθ ' ὕπνους συνουσιάζειν . ὀνειροπολεῖ ] ἐν τοῖς ὀνείροις φαντάζεται . ἴσθι , ὅτι
καὶ οὕτως ἱππάζεσθαι Θ ὃ νῦν κελητιᾶν καλοῦμεν . Θ ὀνειροπολεῖ θ ' ἵππους : κἀν τοῖς ὀνείροις ἵππους περινοεῖ
4959838 ἀμαυροτερας
αὐχμῶδες σφόδρα , καθάπερ τοῦ σφάκου , καὶ τὰς ἐντομὰς ἀμαυροτέρας ἔχον καὶ ἐπικεχαραγμένον ἧττον . Κονύζης δὲ τὸ μὲν
δὲ λέγεται στενουμένης τῆς κόρης , ὡς κεντήματι ἐοικέναι καὶ ἀμαυροτέρας καὶ ῥυσοτέρας γινομένης , ἢ ἐξ ἀσθενειῶν ἐπικινδύνων ,
4953802 ἀκορεστου
καὶ Ἕλλην λόγος πρὸς Ἕλληνα ἄνδρα ἐπὶ ὕβριν σαρκῶν ὑπὸ ἀκορέστου ἐπιθυμίας ὁρμηθέντα , ὅταν αὐτὸν ἐπισπάσηται φήμη κάλλους κατορωρυγμένου
χόλον ] μανίαν , ὀργήν θερμῆς ] καυστικῆς ἀπλήστου ] ἀκορέστου Ἀπλήστου ἀκορέστου , ἀκρατήτου : τὸ γὰρ πῦρ εὑρὸν
4949742 Ἰχθυοφαγοις
. διὰ δύο . : Δαμαῖοι , ἔθνος παρὰ τοῖς Ἰχθυοφάγοις , ὡς Ἀπολλόδωρος . : Ἐχῖναι , νῆσοι περὶ
διαλυθέντων ψιλωθέντα ἐκκυμαίνεσθαι ῥᾳδίως καὶ χορηγεῖν τὴν λεχθεῖσαν ὕλην τοῖς Ἰχθυοφάγοις περὶ τὰς καλυβοποιίας . μέγεθος δὲ τῶν κητῶν φησιν
4944753 συμπαθειν
δύνασαι λύειν , τί τοσοῦτον παρέβην , ὅσον αὐτὸς δύνασαι συμπαθεῖν , εὔσπλαγχνος καὶ μακρόθυμος ὤν ; οὐδὲν μέγα πάντα
μὲν γὰρ σῶμα πολλῶν ἀναπεπλῆσθαι παθημάτων , τὴν δὲ ψυχὴν συμπαθεῖν τῷ σώματι καὶ ταράττεσθαι , τὴν δὲ τύχην πολλὰ
4932232 ἀρχικη
ὅτι φιλοσοφία ἐστὶ τέχνη τεχνῶν καὶ ἐπιστήμη ἐπιστημῶν ἐμάθομεν ὅτι ἀρχική ἐστι , διὰ δὲ τοῦ ὅρου τοῦ ἐκ τοῦ
ἡ αἴσθησις , ἐπειδὴ καὶ αὐ - τὴ δύναμίς ἐστιν ἀρχική , προσεχέστερον δέ ἐστι χρῆμα ἢ ἕξις τε καὶ
4930349 ηὐλησε
, πρῶτος δὲ διάφορα ἐς τοσοῦτο μέλη ἐπ ' αὐλοῖς ηὔλησε τοῖς αὐτοῖς . λέγεται δὲ ὡς καὶ τοῦ προσώπου
ἢ μὴ πιέσας τὸ στόμα θρυλιγμὸν ἢ τὴν καλουμένην ἐκμέλειαν ηὔλησε . καίτοι γ ' εἴ τις κελεύσειε τὸν ἰδιώτην
4923436 Ἀγραι
, εἰς ἅλα πίπτει ἅμ ' ἠοῖ φαινομένηφι . : Ἄγραι , χωρίον ἔξω τῆς πόλεως Ἀθηνῶν , οὗ τὰ
τοῖσι παρὰ σφίσι γινομένοισι κροκοδείλοισι τοῖσι ἐν τῇσι αἱμασιῇσι . Ἄγραι δέ σφεων πολλαὶ κατεστᾶσι καὶ παντοῖαι : ἣ δ
4920370 γλιχομενοις
ἐκκεκρέμακεν ἑαυτοῦ τὰ ἀγαθά . ὥσπερ οὖν τοῦ ζῆν τοῖς γλιχομένοις τροφῆς οὐκ ἀμελητέον , οὕτως τοῖς τῶν ἀγαθῶν κτήσεως
οὐκ ἴσα κατορθοῦσί τε καὶ μὴ τυχοῦσι γινόμενα γῆς ἀλλοτρίας γλιχομένοις , εἰ δὲ βούλεσθε , προστίθετε καὶ τὰς πόλεις
4918513 ἀκαταστατον
ἀξίωμα ἔχοντα τὸν λόγον ἐργάζεται , ὥσπερ ἐν θαλάττῃ πνεῦμα ἀκατάστατον ὡς ἂν τύχῃ κινούμενον , καὶ πάλιν ὥσπερ σκηπτὸς
τῶν πάντων καὶ ἀσυνθετώτατον , ὥσπερ ἐν θαλάττῃ κῦμ ' ἀκατάστατον , ὡς ἂν τύχῃ κινούμενον . ὁ μὲν ἦλθεν
4917237 Παιανιος
βουληθῇς , πρᾶττε , τῆς δὲ δυνάμεώς σου ταύτης ἀπολαυσάτω Παιάνιος , περὶ ὃν Ἀκάκιός τε ὁ σοφὸς καὶ ἐγὼ
Προΐσταται μὲν τὸν ἄρχοντα τῆς ὁδοῦ καὶ τὰς δίκας ὁ Παιάνιος ἡμῖν , ἄγει δὲ αὐτὸν ἐκεῖσε παλαιῶν παιδικῶν πό
4914819 τραγωιδια
ὅλως ἕτερον φαίνεσθαι ἑνὸς μετακινηθέντος : ἐκ τῶν αὐτῶν γὰρ τραγωιδία καὶ κωμωιδία γίνεται γραμμάτων . . . Λ .
φερομένου χρόνου τὸν αἰσθητὸν κόσμον δηλοῖ . οἶμαι καὶ ἡ τραγωιδία φυσιολογοῦσά φησιν : ἀκάμας . . . πόλον .
4912617 σθενουσα
φυτοῦ . θωμὸν ] σωρόν . πυρί ] ἐν . σθένουσα ] ἰσχύουσα . λαμπὰς ] ἤγουν ὁ πυρσός .
τοῦδ ' , εὐγενῶς δ ' ἄλγει κακοῖς , μήτε σθένουσα μηδὲν ἰσχύειν δόκει . ἔχεις γὰρ ἀλκὴν οὐδαμῆι :
4910850 λαμβανομενας
γενική , ἔχει ὑπ ' αὐτὴν ἀναφερομένας τὰς ἐφεξῆς ἐνταῦθα λαμβανομένας , εὐβουλίαν ἀγχίνοιαν σύνεσιν συγγνώμην , περὶ ὧν ὁ
περιόδους τὰς πρὸς τὰ τροπικὰ καὶ ἰσημερινὰ σημεῖα τοῦ ζῳδιακοῦ λαμβανομένας τ , ἡ δὲ τῶν ἀπλανῶν σφαῖρα καὶ ἔτι
4906504 διασημαινειν
, τὴν δ ' ἀνωτέρω , εἰ τύχοι κἀνταῦθά τις διασημαίνειν ὑποφορά : ἄλλας δ ' ἐκ πλαγίων τῆς πρώτης
καὶ πλέον εἴσω τῆς φλεγμονῆς ἐρειδούσης , ὡς μηδὲν ἔξω διασημαίνειν : καὶ ἔτι μᾶλλον εἰ ἀμφότερα τὰ παρίσθμια φλεγμαίνει
4897923 Φαιαξιν
ὅλον τὸ πρὸς τὰ τοιαῦτα νενευκὸς τοῖς μνηστῆρσι καὶ τοῖς Φαίαξιν ἔνειμεν , ἀλλ ' οὐχὶ Νέστορι οὐδὲ Μενελάῳ :
αὐτός γε μὴν ὁ Ὀδυσσεὺς οὐ πρότερον αὑτὸν ἐξέφηνε τοῖς Φαίαξιν , εἰ μὴ διὰ μουσικῆς ὁ Δημόδοκος τήν τε
4897195 ὀρειβατης
' ὁ μουσόμαντις , ἄλαλος , ἀβρατεὺς ὃν σθένει . ὀρειβάτης : Τῷ ὄρει βαίνων . . Μῆδός ἐστιν :
στενὸν δίαυλον ὤικισται πέτρας † δεινὴ Χάρυβδις ὠμοβρώς τ ' ὀρειβάτης Κύκλωψ Λιγυστίς θ ' ἡ συῶν μορφώτρια Κίρκη θαλάσσης
4892377 θεωρητοις
ἔστι τοίνυν ὁμόνοια τῶν φίλων ὁμογνωμοσύνη , οὐκ ἐν τοῖς θεωρητοῖς ἀλλ ' ἐν τοῖς πρακτοῖς καὶ τούτων τοῖς ἀξιολόγοις
τοῦ ὡς τέλους αἰτίου τοῦ ἐν τοῖς * * * θεωρητοῖς . ὅτι δὲ τὸ εἶδος μάλιστα γνωστόν , δείκνυσι
4889463 ἀναλωμασιν
τῶν νόμων τυγχάνειν : οὗτοι δὲ τῇ παρασκευῇ καὶ τοῖς ἀναλώμασιν ἰσχυριζόμενοι διατετελέκασιν , εἰκότως οἶμαι : ἐκ γὰρ τῶν
ἀναπαυομένων , οὐκ ἔνι συμβάλλειν οἶμαι τοῖς ἐν εἰρήνῃ γιγνομένοις ἀναλώμασιν . οὐ γὰρ ὅμοιον ἑκατὸν νεῶν ἢ καὶ πλειόνων
4882604 καθειλεν
διὰ τὴν Λαΐου παρακοήν . θΞ εἵλετ ' ] + καθεῖλεν τοὺς ἐν αὐταῖς μαχομένους παραδούς . εἵλετ ' ]
τῶν πρὸ τοῦδε τοῦ πολέμου γενομένων εὑρεῖν : ἐς τοσοῦτο καθεῖλεν ἡ τῶνδε φιλονικία τὴν πόλιν . Αὐτὸς δὲ ἤδη
4876721 ἀμαχι
Μιθριδάτης εἰς τὴν Βιθυνίαν τάς τε πόλεις καὶ τὴν χώραν ἀμαχὶ κατέσχε , καὶ τῶν ἄλλων δὲ πόλεων τῶν κατὰ
ἐκ προσβολῆς βίᾳ ληφθῶσι τοῖς ὅπλοις καὶ ἀπόλωνται , παραδιδόασιν ἀμαχὶ ἑαυτούς τε καὶ τὴν πόλιν Μαχουμούτει τὰ πιστὰ λαβόντες
4875735 κατεψευσατο
Προίτου γυνὴ ἐρασθεῖσα Βελλεροφόντου ὡς οὐκ ἔσχεν αὐτὸν πειθόμενον , κατεψεύσατο αὐτοῦ πρὸς τὸν ἴδιον ἄνδρα Προῖτον . καὶ ὃς
περὶ τὴν συμφορὰν γενομένοις , Αἰτωλῶν δὲ καὶ ἑτέρων Ἑλλήνων κατεψεύσατο ὡς πρώτων τραπέντων . καὶ τούτους ἐς Ῥώμην ἔπεμψεν
4875283 κακοπαθιας
σταθμοὺς εἴκοσι καὶ τέσσαρας , ὥστε διὰ τὴν ὑπερβολὴν τῆς κακοπαθίας μήτε σκευοφόρον ἀκολουθῆσαι μηδένα μήτε τοὺς ἱπποκόμους . ὁ
μὲν ἐπιστάμενοι καλῶς νεῖν καὶ τοῖς σώμασιν ἰσχυρότατοι μετὰ πολλῆς κακοπαθίας διενήξαντο τὸν Νεῖλον , πολλὰ τῶν ὅπλων ἀποβαλόντες ,
4874239 συγγνωμονικως
τὸ τοὺς ἀτάφους θάπτειν . Ἐὰν δὲ ἐν πάθεσι , συγγνωμονικῶς ἡ μετάθεσις τῆς αἰτίας γίνεται , οἷον συνεχῶς εἰς
, ἀλλὰ κατὰ γνώμην ἦν τῷ παιδί : λύσεις πάλιν συγγνωμονικῶς : ὅτι τοῦτο μάλιστα μὲν ἠγνόουν , εἰ κατὰ
4873436 γευομενοις
. Πολεμώνιον λεπτομεροῦς δυνάμεώς ἐστι καὶ ξηραντικῆς . Πόλιον πικρὸν γευομένοις ἐστὶ καὶ μετρίως δριμύ : ἐκφρακτικὸν τοιγαροῦν ἐστιν .
τὰ διαλογίσματα ταῦτα , καὶ μάλιστα τοῖς νεωστὶ φυσιολογίας γνησίου γευομένοις καὶ τοῖς εἰς ἀσχολίας βαθυτέρας τῶν ἐγκυκλίων τινὸς ἐμπεπληγμένοις
4869661 πελαγιος
δύσφθαρτος , μετρία πρὸς ἐκκρίσεις . διαφέρει δ ' ἡ πελάγιος τῆς πετραίας , διάπυρος οὖσα κινναβάρει καὶ χρυσώπῃ :
ἐν ταῖς χειμεριωτάταις ἡμέραις χαίρει τε πρόσγειος μᾶλλον ὢν ἢ πελάγιος . ζῇ δ ' οὐ πλέον δύο ἐτῶν .
4868846 προσκρουει
. Ῥήγνυται : ῥίπτει ἑαυτὸν , συγκρούεται , σχίζεται , προσκρούει , κρούεται , διακόπτεται . βίης : δυνάμεως .
ἡ τραχεῖα ἀρτηρία , καὶ ὡς ἐν στενοχωρίᾳ τυγχάνοντα , προσκρούει τὸ πνεῦμα καὶ ποιεῖ ἦχον , καὶ οὕτως βήττουσι
4857469 ὠνοματοπεποιησθαι
: πρὸς τὴν λέξιν , ὅτι ἀπὸ τῶν μυῶν ἔοικεν ὠνοματοπεποιῆσθαι τὸ διερευνᾶσθαι ⌈ κρυφᾷ [ κρύφα ] . ἐν
σφαδάζειν , . , . Βορέας : ὁ μὲν Ὠρίων ὠνοματοπεποιῆσθαι τὴν λέξιν φησὶ κατὰ μίμησιν τοῦ ἤχου τοῦ γινομένου
4856349 ὑφαλου
καὶ γὰρ κατακλυσμοὶ καὶ σεισμοὶ καὶ ἀναφυσήματα καὶ ἀνοιδήσεις τῆς ὑφάλου γῆς μετεωρίζουσι καὶ τὴν θάλατταν , αἱ δὲ συνιζήσεις
ἐκ τῶν καθεδρῶν , ἐνέσχετο : ἐκωλύθη . Χοιράδος : ὑφάλου . ἀντιτυχοῦσα : πλήθης . Βουπλῆγα : πέλεκυν .
4852186 ὀπτικων
τῶν ἐν αὐταῖς μεγίστων κύκλων , δῆλον ἐκ τῶν Εὐκλείδου ὀπτικῶν . ὅτι δὲ καὶ ἀδιαφόρῳ ἐλάσσονές εἰσιν αὐτῶν ,
ὅτι μὲν γὰρ ἐξέρχεταί τι τῶν ὀφθαλμῶν , τὸ τῶν ὀπτικῶν νεύρων πρὸς τὰ τῶν ἄλλων αἰσθητηρίων διάφορον παρίστησιν ἐναργῶς
4845523 Ἀγρας
ἐν Ἀσκληπιοῦ . Φερεκράτης Γραυσίν : Εὐθὺς ὡς ἐκαθίζομεν ἐν Ἄγρας . Καὶ Ἀρτέμιδος τῆς Ἀγραίας αὐτόθι τὸ ἱερόν .
μικρὰ τῆς Δήμητρος ἄγεται μυστήρια , ἃ λέγεται τὰ ἐν Ἄγρας , ὡς τὰ ἐν Ἀσκληπιοῦ . Φερεκράτης Γραυσίν :
4844019 χουσα
ζωὴ καθ ' ἑαυτὴν μὲν οὖσα ἅτε κίνησις ὑπάρ - χουσα ἀόριστός ἐστιν , ὁρίζεται δὲ ὑπὸ τῆς ἀύλου καὶ
μικρὸν τὴν μυῖαν ὕστερον . σύντροφος δὲ ἀνθρώποις ὑπάρ - χουσα καὶ ὁμοδίαιτος καὶ ὁμοτράπεζος ἁπάντων γεύεται πλὴν ἐλαίου :
4842491 Ὀπουντιοις
φρούριον τοῦ θέρους τούτου τελευτῶντος , ἡ ἐπὶ Λοκροῖς τοῖς Ὀπουντίοις νῆσος ἐρήμη πρότερον οὖσα , τοῦ μὴ λῃστὰς ἐκπλέοντας
οὐκ ἄξιον μεμνῆσθαι , πλὴν ὅτι συγγένειαν αὐτῶν ἐξανανεοῦνται τοῖς Ὀπουντίοις ὑπάρχουσαν . ὅτι δ ' ἐξ Ὀποῦντος ἦν ὁ
4841374 ἀπονεμεσθαι
Καλλίστρατος δέ φησι , τῶν θυομένων τὰς γλώσσας τοῖς κήρυξιν ἀπονέμεσθαι . Ἡ γλῶττα τῷ κήρυκι τοῦτο γίνεται : αἰτία
πᾶσαν θυσίαν ἱερέως ὁλόκαυτον εἶναι καὶ μηδὲν αὐτῆς εἰς ἐδωδὴν ἀπονέμεσθαι . εἰρηκότες οὖν , ὡς οἷόν τε ἦν ,
4839236 στενοχωρια
πολλὰς ναῦς ἀνεπιστήμονας ὀλίγαις ναυσὶν ἐμπείροις καὶ ἄμεινον πλεούσαις ἡ στενοχωρία οὐ ξυμφέρει . οὔτε γὰρ ἂν ἐπιπλεύσειέ τις ὡς
περιέλαβεν . Ἐν δὲ ταῖς ἀΰλοις καὶ λογικαῖς οὐσίαις οὐ στενοχωρία τὸ πλῆθος , ἓν γὰρ τὰ πάντα καὶ ἕκαστον
4836457 σεσωσμενος
ἔφασκε δὲ καὶ αὐτὸς ἐκ μεγάλων κινδύνων ὑπ ' ἐκείνων σεσωσμένος ταύτην αὐτοῖς καταθεῖναι τὴν χάριν , ἄλλως τε καὶ
εἶναι βουλόμενος . ὃς οὐδένα πώποτε λυπήσας λελυπηκότας ἤνεγκε , σεσωσμένος δὲ ὑφ ' ὑμῶν τὰ δίκαια ποιῶν μέμνηται τῶν
4836237 διηκουσας
τῶν ὀφρύων τοῦ Καυκάσου . ἀστρογείτονας ] τὰς μέχρις ἀστέρων διηκούσας . . τοὺς ποταμοὺς οἱ παλαιοὶ βουκράνους ἱστοροῦσιν :
, τὰς δὲ τῶν ἡρώων καὶ ἐπ ' ἔλαττον μὲν διηκούσας , παρὰ δὲ τὴν τῶν ψυχῶν διάταξιν ἐπιστρεφομένας .
4834680 περιδεης
ὥσπερ γὰρ νοσῶν τις δειλίαν ἐν ἐρημίᾳ καὶ σκότῳ βαδίζων περιδεὴς ἐντεῦθεν , οἷα συμβαίνει , γινόμενος ὅσον ἀποτρίψασθαι πειρᾶται
” “ Ὑπισχνοῦμαι , ” ἔφη ὁ βασιλεύς , μάλα περιδεὴς γενόμενος : ἔγνω γὰρ τὴν αἰτίαν τῆς ὀργῆς τῆς
4834382 ἀνδρογυνους
τῶν δήμων ἀκρασίας καὶ μαλακίας ἆθλα κεῖσθαι : τοὺς γοῦν ἀνδρογύνους ἔστιν ἰδεῖν διὰ πληθυούσης ἀγορᾶς ἀεὶ σοβοῦντας κἀν ταῖς
, ἀφαιρούμενος , θήλειαν δὲ νόσον ταῖς ψυχαῖς ἐναπεργαζόμενος καὶ ἀνδρογύνους κατασκευάζων , οὓς ἐχρῆν πᾶσι τοῖς πρὸς ἀλκὴν ἐπιτηδεύμασι
4831925 ἀκριβεστεροις
διὰ τῆς ἀπὸ τῶν ἐντυγχανόντων ἱστορίας ἢ τῆς ἐν τοῖς ἀκριβεστέροις πίναξι τάξεως ἐφ ' ὅσον εὔπορον ἦν δεόντως ἐγγραφῇ
ἄλλας τέσσαρας κοινὰς παντὸς λόγου ἐνόμισαν : ὡς δὲ τοῖς ἀκριβεστέροις δοκεῖ , τρεῖς εἰσι μόναι , σαφήνεια , συντομία
4831270 ὑπερφρονησαι
: Δημήτριος δέ φησιν ἐν τοῖς Ὁμωνύμοις καὶ Ἀθηναίων αὐτὸν ὑπερφρονῆσαι , δόξαν ἔχοντα παμπλείστην , καταφρονούμενόν τε ὑπὸ τῶν
Ἀχαιῶν Ἰθάκης ἐρᾶν κραναῆς περ ἐούσης , αὑτὸν δὲ τοιαύτης ὑπερφρονῆσαι πατρίδος τά τε ἄλλα καλῆς καὶ νικώσης ἀρεταῖς οἰκητόρων
4828688 προτελευταν
ὁμοίως καὶ πρὸς σύνοδον ἐρχομένη ἐὰν ἐν ἀρσενικῷ ζῳδίῳ τύχῃ προτελευτᾶν ποιεῖ τὸν πατέρα , ἐὰν δὲ ἐν θηλυκῷ ζῳδίῳ
: Σελήνη πλησιφωτοῦσα , ἐὰν τύχῃ ἐν τοῖς Ἰχθύσιν , προτελευτᾶν ποιεῖ τὸν πατέρα : καὶ ληξιφωτοῦσα δ ' ὁμοίως
4827495 ἁλουργει
δὲ ἱστὸς ἦν αὐτῆς ἑβδομήκοντα πηχῶν , βύσσινον ἔχων ἱστίον ἁλουργεῖ παρασείῳ κεκοσμημένον . πᾶς δ ' ὁ τοῦ βασιλέως
ἱστὸς ἦν αὐτῆς ἑβδομήκοντα πηχῶν , βύσσινον ἔχων ἱστίον , ἁλουργεῖ παρασείρῳ κεκοσμημένον . : Θαυμασάντων δὲ τῶν δαιτυμόνων τήν
4825995 πλασμασιν
μέρος μεταβήσομαι , ταῦτα δὲ ἔστιν , ἃ τοῖς τρισὶ πλάσμασιν ὁμοίως παρέπεται καὶ ἔστι παντὸς λόγου Δημοσθενικοῦ μηνύματα χαρακτηριστικὰ
συκοφαντεῖν τὴν διαίρεσιν , ἐπειδὴ τὰς κοινῇ παρακολουθούσας πᾶσι τοῖς πλάσμασιν ἀρετὰς τρίχα διανείμασα τὸ ἴδιον ἑκάσταις ἀποδίδωσιν , ἐκεῖνα
4821812 ἀποψυχων
καὶ τρῖβε ταῖς χερσὶν ἐπιμελῶς , ἀνατρίβων αὐτὸ καὶ οἱονεὶ ἀποψύχων : εἶθ ' ἑτέρῳ ὕδατι πολλάκις ἀποκλύσας δὸς εἰς
ἀνθ ' ὧν ἐς τὸν Τρίτωνα ἠσέβησε , τεκμηριοῦντες ὅτι ἀποψύχων μὲν ἐξῃρέθη τῆς θαλάττης , ἰχῶρα δὲ ἠφίει παραπλήσιον
4821756 ἀφωρισται
δὲ οὐδέν ἐστιν ἐναντίον : τὰ γὰρ δύο καὶ τρία ἀφώρισται καὶ οὐκ ἠναντίωται . οὔτε μὴν τὸ περιττὸν καὶ
γε τὸ ἄνω καὶ κάτω τίνος ἐννοίας ἔχεται καὶ τίσιν ἀφώρισται πέρασιν , οὐδὲν δεῖ λέγεσθαι παρ ' ἡμῶν τὸ
4819589 διακλυσματι
καὶ ἧτρον περιλαμβάνειν , καὶ προσκλύσματι προσηνεῖ τοῦ προσώπου καὶ διακλύσματι καὶ ἀναγαργαρίσματι καὶ ἀναρροφήσει ὕδατος ψυχροῦ γλυκέος ὀλίγου .
ἐν ὀνίδι κατορύξας ἐφ ' ἡμέρας λʹ . καὶ χρῶ διακλύσματι . ἢ ὀνείῳ γάλακτι διακλύζου , τοῦτο καὶ τοὺς
4818585 κριματων
ἀξιοῖ καὶ περὶ τῶν μεγίστων , τὰ δὲ βραχέα τῶν κριμάτων ἐπιτρέπει τοῖς δευτερεύουσι σκοπεῖν . ὅστις δὲ τολμᾷ λέγειν
τρέπει δὲ καὶ κινεῖ αὐτὴ ἑαυτὴν μόνη καὶ οἵων ἂν κριμάτων καταξιώσῃ ἑαυτήν , τοιαῦτα ἑαυτῇ ποιεῖ τὰ προσυφεστῶτα .
4815667 ἠγνοησας
παύσω σε τῆς ἀπορίας . ἐπὶ τοσοῦτόν μοι χρόνον συνδιατρίψας ἠγνόησας , ὅτι οὐ τῇ φωνῇ μόνον ἀλλὰ καὶ τοῖς
ὁ Ἄνεμος καὶ ὁ Ἀκινάκης θεοὶ εἶναι ; οὕτως ἄρα ἠγνόησας ὅτι ἀνθρώποις μεῖζον οὐδέν ἐστιν ζωῆς τε καὶ θανάτου
4812711 ἀναγνωστου
ἤσκησεν ἐπιμέλειαν ὥστε τὸν Πλάτωνα τὸν οἶκον τοῦ Ἀριστοτέλους οἶκον ἀναγνώστου καλεῖν . οὐ γὰρ ἔτι ζῶντος Πλάτωνος ἀντῳκοδόμησεν αὐτῷ
: καὶ οὕτω φιλοπόνως συνῆν Πλάτωνι ὡς τὴν οἰκίαν αὐτοῦ ἀναγνώστου οἰκίαν προσαγορευθῆναι . θαμὰ γὰρ Πλάτων ἔλεγεν , Ἀπίωμεν
4812146 ὠδινῃ
πουλὺν χρόνον ἐπέχηται καὶ μὴ δύνηται τεκεῖν , ἀλλ ' ὠδίνῃ πλείους ἡμέρας , νέη δ ' ἔῃ καὶ ἀκμάζῃ
ταῦτα θαυμασιώτατα φύσει καὶ περικαλλέστατα . ὧν μὲν γὰρ ἂν ὠδίνῃ δι ' ἑαυτῆς ἡ ψυχή , τὰ πολλὰ ἀμβλωθρίδια
4811808 παρεγγυᾳ
μάχης , πρὸς τὸν ἀπολειπόμενον τῆς θυσίας καὶ ὑστερήσαντα . παρεγγυᾷ δὲ ὅτι χρὴ πολέμου καὶ μάχης ἀπολιμπάνεσθαι , λόγων
ἐκ μεταφορᾶς τῶν ἰχθύων . Εἰσὶ καὶ κυνῶν Ἐριννύες : παρεγγυᾷ , μηδὲ τῶν μικρῶν καταφρονεῖν . Εἰς ἴχνια κυνῶν
4800596 σκαλμος
τὸ ξύλον ἐκκοπὴν ἔχει τετράγωνον βαθεῖαν , εἰς ἣν ἔγκειται σκαλμὸς ὁ λεγόμενος πριαπίσκος . ἔστι δ ' ἄλλη μέση
τὸ ὄρθιον ξύλον , εἰς ὃ εἰσέρχεται ὁ τροπωτὴρ . σκαλμὸς τὸ ξύλον , ἐν ᾧ ἡ κώπη δέδεται .
4799204 Δεινη
πολυπνείων . Λαιψηρότεροι : κουφότεροι . Ἔργμοσι : ἔργμασιν . Δεινή : σοφή . Ἅμματα : δέσματα . Ἐνθάδε πάντων
. Καὶ πῶς με τὸν δύστηνον ἔτι νέον κρατεῖ ; Δεινή περ οὖσα , φείδεται γὰρ οὐδενός . Σωτήρ ,
4795843 Πασινου
ἐν ταῖς λεʹ νήσοις ἀριθμοῦντες . Ἀπὸ δὲ τοῦ Χάρακος Πασίνου ἐπὶ Μωγαίου ποταμοῦ ἐκβολὰς στάδιοι ψʹ . Ἀπὸ δὲ
. Ἀπὸ τοῦ ἀνατολικοῦ στόματος τοῦ Τίγριδος ποταμοῦ ἐπὶ Χάρακα Πασίνου στάδιοι πʹ . Κατὰ τοῦτο τὸ μέρος νῆσος κεῖται

Back