κόσμῳ , καθ ' ὃν αἱ ἄφθαρτοι καὶ μακραίωνες φύσεις περιπολοῦσιν , ἐν ἀνθρώπῳ δὲ νοῦς , ἀπόσπασμα θεῖον ὤν
τάχος ἀνανταγώνιστόν ἐστιν , εἴ γε τὸν σύμπαντα οὐρανὸν μιᾷ περιπολοῦσιν ἡμέρᾳ ; οὕτως μέντοι καὶ αὐτὸς ὁ σύμπας οὐρανὸς
6274086 ταυροι
οὕτω δὲ ἀναβάντες τοὺς κέλητας ἤλαυνον ἐφ ' οὗ οἱ ταῦροι ἦσαν , καὶ ἐπεισβαλόντες τῇ ἀγέλῃ , ἠκόντιζον :
ὑπ ' ἀμφοτέρων κόνις ὤρνυτο . Τοὶ δ ' ἑκάτερθε ταῦροι ὅπως συνόρουσαν ἀταρβέες , οἵ τ ' ἐν ὄρεσσι
6093669 πρηστηρες
οὔκ εἰσιν ἐν τῆι Ἰνδικῆι , ἄνεμοι δὲ πολλοὶ καὶ πρηστῆρες πολλοί : καὶ ἁρπάζουσιν ὅ τι ἂν λάβωσιν .
ἐξ αὐτοῦ ἢ δι ' αὐτὸν οἱ τοῦ πυρὸς ἀναδίδονται πρηστῆρες . κρουνοὺς δὲ τροπικῶς μέν φησιν ὡς ἐπὶ ποταμοῦ
6022161 δρακοντες
πόλις : διὸ καὶ οἱ εἰσπηδήσαντες εἰς τὸ τεῖχος τρεῖς δράκοντες οἱ μὲν δύο καταπεσόντες ὀλώλασι δηλοῦντες ὡς τὸ ὑπὸ
οἱ προσβαλοῦντες κατὰ τὰ ἡμέτερα τείχη ἀπολοῦνται καθάπερ οἱ δύο δράκοντες : ὁ δὲ κατὰ τὸ Αἰακοῦ τείχισμα ἐλθὼν δράκων
6002775 ἀργυρεοι
κατ ' ἠερόεν δ ' ἁλὸς οἶδμα νηχομένοις εἴδοντο καὶ ἀργύρεοί περ ἐόντες . Ἄλλα δὲ μυρία κεῖτο κατ '
κατ ' ἠερόεν δ ' ἁλὸς οἶδμα νηχομένοις εἴδοντο καὶ ἀργύρεοί περ ἐόντες . Ἄλλα δὲ μυρία κεῖτο κατ '
5926753 κεραυνοι
ἀνθρώποις συμβάματα : οἷον ὄμβροι , χειμῶνες , σεισμοὶ , κεραυνοὶ , καὶ τὰ ὅμοια , καὶ ἀνθρώπων εὐβουλίαι καὶ
ἐλθεῖν εἰς τὴν ἀκτὴν τοῦ ἁλὸς , ὅπου ἔπιπτον οἱ κεραυνοὶ καὶ αἱ ἀστραπαὶ τοῦ Διὸς , ὑφ ' ὧν
5860680 δελφινες
γηρᾶσαν , καθάπερ φύσις ἡ θεῶν : ἐν δὲ νήχουσι δελφῖνες , συμπαθήσουσι γὰρ καὶ τοῖς εἰς πέλαγος ἐμπίπτουσιν οὗτοι
ἄρα : οὕτω τὸ ψεῦδος ἐκείνοις ἔχθιστόν ἐστι . Οἱ δελφῖνες , τὸ μὲν φιλόμουσον αὐτῶν καὶ περὶ τὴν ᾠδὴν
5822745 διαπυροι
τὸ γάλα ἢ καὶ ποταμίους ἐμβαλεῖν κόχλακας : γινέσθωσαν δὲ διάπυροι , ὥστε τὸ ὀρρῶδες τοῦ γάλακτος διὰ τούτων ἀναλυθῆναι
' ἐκ τούτων ἕλικες παρὰ σοφῶν καλοῦνται , τῶν κεραυνῶν διάπυροι σκηπτοί τε καὶ πρηστῆρες , οἱ δὲ μηδ '
5778648 πετροι
ἔστι δ ' ὅτε αὐτοὶ καθ ' αὑτοὺς ἔκειντο οἱ πέτροι : ἦν δ ' ὁ μὲν μέγιστος τὴν διάμετρον
οἳ δ ' εἰς τὸν αὐτὸν πίτυλον ἤπειγον δορός , πέτροι τ ' ἐχώρουν χερμάδες θ ' ἡμῶν πάρα ,
5728720 μυρμηκες
τῆς ψάμμου τὴν ταχίστην ἐλαύνουσι ὀπίσω : αὐτίκα γὰρ οἱ μύρμηκες ὀδμῇ , ὡς δὴ λέγεται ὑπὸ Περσέων , μαθόντες
ὁ Εὔριπος ταῖς ἑβδόμαις οὐ στρέφεται . καὶ ὅτι οἱ μύρμηκες ταῖς νουμηνίαις ἀναπαύονται . Οἱ Δελφοὶ δὲ λέγουσιν ὅτι
5689780 λευκοι
χάλκεοι ἦσαν , ἐν δέ οἱ ὀμφαλοὶ ἦσαν ἐείκοσι κασσιτέροιο λευκοί , ἐν δὲ μέσοισιν ἔην μέλανος κυάνοιο . τῇ
ἐκείνων διάθεσιν μεθιστάμενοι . πεφύκασι δ ' αὐτῶν οἱ μὲν λευκοί , οἱ δὲ μέλανες , τὸν ἐπικρατοῦντα χυμὸν τοῖς
5676898 Γαλλοι
δὲ ἡμέρῃσι τὸ μὲν πλῆθος ἐς τὸ ἱρὸν ἀγείρονται , Γάλλοι δὲ πολλοὶ καὶ τοὺς ἔλεξα , οἱ ἱροὶ ἄνθρωποι
φάρμακα δὲ ἄλλα μυρία τῶν Κελτέων , οἳ νῦν καλέονται Γάλλοι , τὰϲ λιτρώδειϲ τὰϲ ποιητὰϲ ϲφαίραϲ , ᾗϲι ῥύπτουϲι
5665574 μεγαλοι
] ἐν ἄλλοις δὲ τόποις καὶ χώραις ἄλλοι ποιηταὶ τυγχάνουσι μεγάλοι καὶ ἔνδοξοι . * * ἀντὶ τοῦ λόγον .
ἀποκαίεσθαι , ἔστ ' ἂν ἐρυθροί τ ' ἔωσι καὶ μεγάλοι [ . . ] . Νῦν διαλέγεται ὁ Ἱπποκράτης
5662273 θεουσι
] Ἐλευθέρια , ἐν ᾧ μέγιστα γέρα πρόκειται δρόμου : θέουσι δὲ ὡπλισμένοι πρὸ τοῦ βωμοῦ . τρόπαιον δέ ,
, τελευταῖαι δὲ θέουσιν ὅσαι πρεσβύταται τῶν παρθένων εἰσί . θέουσι δὲ οὕτω : καθεῖταί σφισιν ἡ κόμη , χιτὼν
5630521 ξανθοι
ὕδωρ καὶ γλυκὺ καὶ καθαρόν . πάρκεινται δ ' ἄρτοι ξανθοὶ γεραρή τε τράπεζα τυροῦ καὶ μέλιτος πίονος ἀχθομένη :
καὶ πόλεων κατάρξουσιν , ἂν Ζεὺς προσεπιβλέπῃ : ἄσπροι , ξανθοὶ τὰ πρόσωπα , ὀφθαλμοὶ δὲ ψεκτέοι , πόνοι περὶ
5618674 Αἰθιοπες
ροε ἰσημερινός Καὶ ἐν τῷ τῶν Σινῶν κόλπῳ περιοικοῦσιν Ἰχθυοφάγοι Αἰθίοπες . Κοττιάριος ποταμοῦ ἐκβολαί . . . . .
αὐτό μοι κατὰ πάντων εἰπεῖν ὑπάρξει δικαίως , εἴπερ καὶ Αἰθίοπες καὶ Ἰνδοὶ πάρεισιν ἐγνωκότες , ὡς ἦν Ἕκτωρ ἡμῖν
5595142 κατεδησαν
δ ' ὅτε Τυδεΐδεω κλισίην εὔτυκτον ἵκοντο , ἵππους μὲν κατέδησαν ἐϋτμήτοισιν ἱμᾶσι φάτνῃ ἐφ ' ἱππείῃ , ὅθι περ
περιλαμβάνει τὸ ποίημα . τὰς μὲν γὰρ ἐς τὸ εὐθὺ κατέδησαν αὐτῶν , τὰς δὲ ἐπικαρσίας , στρογγύλον δὲ ἡσυχῆ
5560673 ἀντολαι
δυσχερὲς ἐπαυρεῖν , ὅ ἐστιν ἐπιτυχεῖν . δύσιές τε καὶ ἀντολαί : τοσοῦτόν φησι κεχωρισμένους τῆς τῶν Κόλχων χώρας ,
Παρθένιον ναίουσι λέπας , τόθι Κίλβιν ἀεργοί ἵπποι χιλεύουσι καὶ ἀντολαί εἰσι Καΰστρου . Νῦν δ ' ἄγε τοι ῥίζας
5537514 τελεθουσι
γὰρ ἔβρισαν Λυκίων ἀγοί , οἳ τὸ πάρος περ ζαχρηεῖς τελέθουσι κατὰ κρατερὰς ὑσμίνας . εἰ δὲ καὶ ἐνθάδε περ
Ἐρεμβοὺς καὶ Λιβύην , ἵνα τ ' ἄρνες ἄφαρ κεραοὶ τελέθουσι . τρὶς γὰρ τίκτει μῆλα τελεσφόρον εἰς ἐνιαυτόν :
5504169 ὁρωμενοι
ἄλλοις ὅμοιος . Λαγῲ δὲ ἐν τοῖς αὐτοῖς χωρίοις πολλοὶ ὁρώμενοι εὐδίαν σημαίνουσι . Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ πλάτους .
καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακὰ σημαίνουσιν αὐτοὶ οἱ θεοὶ ὁρώμενοι ἤπερ τὰ ἀγάλματα αὐτῶν . Ἄρτεμιν γυμνὴν ἰδεῖν κατὰ
5501867 πλαζονται
: γράφεται γενέθλης . Τῶν : ἀφ ' ὧν . πλάζονται : νήχονται . ἀολλέες : ὁμοῦ , συνηθροισμένοι .
ταρασσομένας πομφόλυγας . * πέριξ : περὶ τὴν πλευράν * πλάζονται : ἀναστρέφονται φέρονται * ἀμυδρήεσσαι : μέλαιναι μικραί μικραί
5490051 ἀσθμαινοντες
ἀποθνήσκοντες , οἱ δὲ ἀπολειφθέντες , παρειμένοι καὶ οἷον μικρὸν ἀσθμαίνοντες , ἐκπερῶμεν πρὸς τὴν Φωκίδα καὶ τὴν Δωρίδα γῆν
πολλοῖς τοῖς ἀπόροις καὶ δυσχερέσιν ἐντυγχάνοντες ἀποδυσπετοῦσί τε καὶ ἀναστρέφουσιν ἀσθμαίνοντες καὶ ἱδρῶτι ῥεόμενοι , οὐ φέροντες τὸν κάματον .
5473676 γεγαασιν
ὥστε πόληες ἐν ἰχθύσιν , οἵδε θ ' ὅμιλοι κεκριμένοι γεγάασιν ἁλιπλάγκτοιο γενέθλης . τῶν δ ' οἱ μὲν πλάζονται
ῥίψαντες [ ] αρ ? [ ] [ γὰρ ] γεγάασιν [ ] ἑλώριον αλλαθεον ? ? [ ! !
5471691 βατραχοι
Σερίφιος : ἐπὶ τῶν ἀφώνων . Οἱ γὰρ ἐν Σερίφῳ βάτραχοι οὐ φθέγγονται . Βάκηλος εἶ : ἐπὶ τῶν ἐκλύτων
δ ' αὐτοῖς μάλιστα καὶ ἡ διὰ δαφνῶν ἀντίδοτος καὶ βάτραχοι ζωμευτοὶ ἐσθιόμενοι καὶ ἀρκεία χολὴ κοχλιάριον δι ' ὕδατος
5461847 ἀνεμοι
Λιβάνου ἔρχεται : ὁ δὲ Λίβανος κάρτα ξανθόγεώς ἐστιν . ἄνεμοι ὦν τρηχέες ἐκείνῃσι τῇσι ἡμέρῃσι ἱστάμενοι τὴν γῆν τῷ
παρεχούσης νηὶ θαρρεῖν . ἔαρ δὴ τουτὶ καὶ χελιδόνες καὶ ἄνεμοι πέμποντες καὶ πελάγη μιμούμενα τῆς ἠπείρου τὴν ἀσφάλειαν .
5452017 λευκοτεροι
, ὀλιγότροφοι καὶ κακόχυμοι . διαφέρουσι δ ' εὐστομίᾳ οἱ λευκότεροι τῶν μελάνων . ἡ δὲ τῶν χλωρῶν κωβιῶν σὰρξ
, ἥτις ὑπεραίρουσα τὴν ἀλήθειαν πολλὴν ἐπίτασιν ἐμφαίνει , οἷον λευκότεροι χιόνος , θείειν δ ' ἀνέμοισιν ὁμοῖοι . τοιούτοις
5448291 θηρες
πάλαι γενέσθαι τροφούς τε καὶ φύλακας . Οἱ γὰρ νῦν θῆρες γυναῖκες ἀρχῆθεν ἐτύγχανον , θρέπτειραι τοῦ Βάκχου θεοῦ ,
, καὶ † ἀνδράσι νήπιος ἐών † πιλναμένης , καὶ θῆρες ἀνὰ δρυμὰ πρηΰνονται . τινὲς ἀνέγνωσαν δρυμά ὡς ἀπὸ
5447480 ἰασι
' ἐπόρουσαν ἀολλέες , ἐκ δ ' ἑκάτερθεν ἀντία θηρὸς ἴασι φαλαγγηδὸν κλονέοντες . ἡ δ ' ὅμαδον προλιποῦσα καὶ
κενόν , καὶ κατ ' αὐτοῦ βαίνοντες ἐς τὸ ἀντιπέρας ἴασι καὶ ἀποδιδράσκουσι , πρότερον μέντοι καὶ ἐκεῖνον ἀνασώσαντες .
5439695 νεμονται
Ἀρμενίοιο . Παφλαγόνες δ ' ἐπὶ τοῖσιν ἐπ ' ἠϊόνεσσι νέμονται , καὶ Μαριανδυνῶν ἱερὸν πέδον : ἔνθ ' ἐνέπουσιν
, οὐ μέντοι Πελοποννήσου γε ἐξεχώρησαν , ἀλλὰ ἐκβαλόντες Ἴωνας νέμονται τὸν Αἰγιαλὸν τὸ ἀρχαῖον , νῦν δὲ ἀπὸ τῶν
5417684 Πανες
ἔχον τὰ ἐς τὴν τελετήν : Νύμφαι δέ εἰσι καὶ Πᾶνες ἐπὶ τῷ τρίτῳ , ἐπὶ δὲ τῷ τετάρτῳ Πολύβιος
, οἷον Βάκχοι καὶ Βάκχαι καὶ Βασσάραι καὶ Σάτυροι καὶ Πᾶνες καὶ ὅσα ἄλλα ἐστὶν ὅμοια ὀνόματα καὶ ὁμοῦ πάντες
5415122 ἀπειρεσιοι
ἥ κεν ἐρεμνοῦ ἐξ Ἄϊδος προμολοῦσα ποτιχρίμπτηται ἑκάστῳ . ἄλλαι ἀπειρέσιοι πολυμήτιος Ἑρμείαο δωτῖναι κομίσαντος ἐνὶ σπήλυγγι κέονται , ἄμβροτοι
ἄγκεα κίνυτο μακρὰ βαθύρρωχμοί τε χαράδραι καὶ ποταμοὶ καὶ πάντες ἀπειρέσιοι πόδες Ἴδης . Καί νύ κε Μυρμιδόνεσσι πολύστονον ὤπασεν
5410225 αἰθαλοεντα
οἱ ἀπεμνήσαντο χάριν εὐεργεσιάων , δῶκαν δὲ βροντὴν ἠδ ' αἰθαλόεντα κεραυνὸν καὶ στεροπήν : τὸ πρὶν δὲ πελώρη Γαῖα
δ ' οὐρανῷ ἐμβασιλεύει , αὐτὸς ἔχων βροντὴν ἠδ ' αἰθαλόεντα κεραυνόν , κάρτει νικήσας πατέρα Κρόνον : εὖ δὲ
5403644 δελετρον
, λάβρακα δὲ καρὶς πιαλέη , χάννος δὲ φίλον φάγροισι δέλετρον καὶ βῶκες συνόδοντι καὶ ἱππούροισιν ἴουλοι : τρίγλη δ
πελάσσαι : ἀλλ ' ὅτε τις προθορὼν ἑτέρης στιχὸς αἶψα δέλετρον ἁρπάξῃ , τότε καί τις ἐνὶ φρεσὶ θάρσος ἔδεκτο
5393107 ἐβαλον
ἀλλήλων ἐπὶ δηρὸν ἀλευόμενοι μέγα κάρτος . Σὺν δ ' ἔβαλον νεφέλῃσιν ἐοικότες αἰψηρῇσιν , αἵ τ ' ἀνέμων ῥιπῇσιν
τὴν ναῦν , ὡς τό : ἐκ δ ' εὐνὰς ἔβαλον . καὶ τὴν διατριβὴν , ὡς τό : ὅθι
5373018 δειραδες
ταῦτα , ὑποδερίς , περιδερίς , δέραιον , περιδέραιον , δειράδες . κοινῇ δ ' ἀπὸ σώματος ὀνόματα ἀσώματος ,
πέλας δεινῶν κυρεῖ παῖς καὶ πατὴρ νέος νέου . ἰὼ δειράδες Παρνασοῦ πέτρας ἔχουσαι σκόπελον οὐράνιόν θ ' ἕδραν ,
5358823 πτωσσουσι
καὶ ἀπὸ τοῦ χέω καὶ ῥέω καὶ νάω χρόνος . πτώσσουσι : φοβοῦνται . κενόν : μάταιον . Μαψιδίαις :
τὸ δὲ φλέγει ἀκάματον πῦρ ὄρμενον ἐξαίφνης , ταὶ δὲ πτώσσουσι καθ ' ὕδωρ : ὣς ὑπ ' Ἀχιλλῆος Ξάνθου
5347377 κριῳ
ἐπὶ τὸ τεῖχος προστέγασμα ἔχουσα , ἵνα τὰ ἐπιβαλλόμενα τῷ κριῷ βάρη προσδέχηται καὶ ἐφ ' ἑκάτερα παραπέμπῃ . βάλλονται
, ἡ ἐνέργεια αὐτοῦ , καθ ' ἣν ὑπάρχει ἐν κριῷ , ἔφθαρται . ὥστε , φησί , τὰ μὲν
5347261 ἑλικες
' ὅτε τῷ ῥοφουμένῳ ὕδατι οἰνάνθη ἢ ἐμβρεχέσθωσαν τῷ ὕδατι ἕλικες ἀμπέλου ἢ ῥόας χυλοῦ βραχὺ ἐμβλητέον τῷ ποτῷ :
] λόγῳ . . χθὼν ] ἡ γῆ . . ἕλικες ] συστροφαί . . στεροπῆς ] ἀστραπῆς . ζάπυροι
5343000 βωμοι
καὶ μὴ χαλεπῶς με προδίδασκε . ἔστι γὰρ ἔμοιγε καὶ βωμοὶ καὶ ἱερὰ οἰκεῖα καὶ πατρῷα καὶ τὰ ἄλλα ὅσαπερ
ἄσμενοι κατείδομεν ὅθενπερ καὶ Ξενοφῶν καὶ σύ . καὶ οἱ βωμοὶ ἀνεστᾶσιν ἤδη , λίθου μέντοι γε τοῦ τραχέος ,
5333044 ἱπποι
σε χωρίτῃς πλόος κομίζων δῶρα πλουσίου Νείλου . Οὐδ ' ἵπποι ὀρθρινὰ κατὰ κλισίας χρεμέθεσκον , ἀλλὰ βόες πλείῃσι παρηυνάζοντο
δ ' ὡς ἐπὶ πολὺ ἔτη τριάκοντα . Αἰλιανοῦ . ἵπποι δ ' εἰς πόλεμον παριόντες ὑπόπτους ἔχουσι τάφρους τε
5325155 μεγαλῃσι
δὲ σάω κατὰ καλὰ ῥέεθρα , κρύπτων ἐν δίνῃσι βαθείῃσιν μεγάλῃσι . δεινὸν δ ' ἀμφ ' Ἀχιλῆα κυκώμενον ἵστατο
αἵ τ ' ἄνεμον μίμνουσι καὶ ὑετὸν ἤματα πάντα ῥίζῃσιν μεγάλῃσι διηνεκέεσς ' ἀραρυῖαι : ὣς ἄρα τὼ χείρεσσι πεποιθότες
5323329 φευξονται
τῷ δ ' ἴσως ἄλλος τις . εἰ δὲ τοῦτο φεύξονται καὶ μὴ ' θελήσουσι ποιεῖν , σκοπεῖτ ' ,
πυκνῶς διέρχονται διάσπειρον : ἢ γὰρ τεθνήξονται φαγοῦσαι , ἢ φεύξονται . φασὶ δέ , ὅτι εἴ τις θηράσας μίαν
5295122 σκηπτοι
ψολοέντες ταχέως διάττοντες ἀργῆτες γραμμοειδῶς φερόμενοι ἑλικίαι κατασκήπτοντες εἴς τι σκηπτοί ἢ ἡμίπυρόν ἐστι σφοδρὸν δὲ ἄλλως καὶ ἁθρόον πρηστήρ
κύκλος , ἶρις , νέφη , ἀστραπαί , βρονταί , σκηπτοί , στρόβιλοι . ταῦτα γὰρ πάντα καὶ ὁ περὶ
5289919 ὀφιες
χερσαῖοι , τῇσι σαύρῃσι ἐμφερέστατοι , καὶ στρουθοὶ κατάγαιοι καὶ ὄφιες μικροί , κέρας ἓν ἕκαστος ἔχοντες . Ταῦτά τε
τῶν ὀφίων , τοῖς ὄφισι , τοὺς ὄφιας , ὦ ὄφιες . Ἑνικά . Ὁ χαρίεις τοῦ χαρίεντος : τὰ
5284750 εἰαρι
ἀναγκαίοις τε τόποισιν φλεγμαίνοντα πάθη καταπλάσμασι τοῖσδ ' ἀκέσαιο . εἴαρι δ ' αἶρε πόην καὶ καύματι καὶ φθινοπώρῳ .
Εἰ δέ νύ τοι κεράσαι φίλον ἔπλετο δοιὰ γένεθλα , εἴαρι μὲν πρώτιστα λέχος πόρσυνε κύνεσσιν : εἴαρι γὰρ μᾶλλον
5280412 ἀνεπνευσαν
αἰθήρ , ὣς Δαναοὶ νηῶν μὲν ἀπωσάμενοι δήϊον πῦρ τυτθὸν ἀνέπνευσαν , πολέμου δ ' οὐ γίγνετ ' ἐρωή :
σθεναρῶν ἀπὸ χειρῶν λῦσαν : τοὶ δ ' ἄρα τυτθὸν ἀνέπνευσαν καμάτοιο μορξάμενοι σπόγγοισι πολυτρήτοισι μέτωπα . Τοὺς δ '
5279565 ἱεροι
ὁπότε πολέμου ἄρχοντες ἢ τοὺς ἐπιόντας ἀμυνόμενοι στρατὸν ὑπερόριον ἀποστέλλοιεν ἱεροί τινες ἄνδρες ἄνοπλοι πρὸ τῶν ἄλλων ἰόντες σπονδο -
σιδήρῳ , μηδ ' ἱκέτας ἀδικεῖν : ἱκέται δ ' ἱεροί τε καὶ ἁγνοί . ταῦτα Ἕλλησιν ἦλθεν ἐς μνήμην
5279236 ἐβαλοντο
ἐπήξαντο , χαρακώματα ἐποιήσαντο , περιεσταύρωσαν , ἀπεσταύρωσαν , χάρακα ἐβάλοντο , περιεχαράκωσαν , ἐφράξαντο . παραφυλακτέον δὲ ὅτι οἱ
ἐν δέ οἱ ἱστόν λαίφεά τ ' εὐποίητα καὶ ἁρμαλιὴν ἐβάλοντο . Αὐτὰρ ἐπεὶ τὰ ἕκαστα περιφραδέως ἀλέγυναν , κληῖδας
5271153 φαραγγες
, καὶ ἀντηχοῦσιν αὐτοῖς ᾄδουσιν οἵ τε σκόπελοι καὶ αἱ φάραγγες , καὶ μουσικωτάτους πάντων τούτους ἴσμεν ὀρνίθων καὶ ἱεροὺς
μυχῶν πρὸς τὸ δειρῶν : ἔνθα γὰρ ὄρη , καὶ φάραγγες καὶ κρημνοί . . Εἰκότως εἶπε τὸ ἀγγελίαις :
5271141 παρβολαδην
νῆα , ἄλλοτε μὲν προπάροιθεν ὁρώμενοι ἄλλοτ ' ὄπισθεν ἄλλοτε παρβολάδην , ναύτῃσι δὲ χάρμα τέτυκται ὧς αἱ ὑπεκπροθέουσαι ἐπήτριμοι
ἠερόεις : τὰ δέ οἱ περὶ τέσσαρα κεῖται γλήνεα , παρβολάδην δύο πὰρ δύο πεπτηῶτα . Καὶ τὰ μὲν οὖν
5257750 κορακες
καὶ ἐκ πολλῶν συνείροντες , ὃν τρόπον καὶ οἱ κεκράκται κόρακες καὶ μάτην φλυαροῦντες , ἀτελῆ καὶ περιττὰ καὶ ἀσύνετα
εἶναι τοῦτον . τῆς γυναικείας μιμήσεως . ὅτι πονηροὶ οἱ κόρακες , καὶ ὅτι μέχρι νῦν οὐκ ἐσπάραξάν σε .
5254681 ἐθηκαν
ἔθηκεν ἐπὶ τῇ κεφαλῇ αὐτοῦ : τὰ Ἑλλώτια δέ ἑπτάκις ἔθηκαν δηλονότι στέφανον ἐπὶ ταῖς κόμαις αὐτοῦ . ἤτοι τῷ
ἐπ ' ἰχθύσι μητίσαντο φάρμακον , ὠκύμορον δὲ τέλος νεπόδεσσιν ἔθηκαν . οἱ δ ' ἤτοι πρῶτον μὲν ἐπασσυτέραις βολίδεσσι
5253211 ὑπερθεν
πλατέῃ παρὰ λίμνῃ , αὐχμαλέοι κορυφάς , τροχοκουράδες , αὐτὰρ ὕπερθεν ἵππων δαρτὰ πρόσωπ ' ἐφόρευν ἐσκληκότα καπνῷ . νηῦς
οὐρὰν παρ ' αὐτὴν ἐξικνούμενος κάρα . Δελφὶς δ ' ὕπερθεν Οἰστὸς Αἰετός θ ' ὁμοῦ : αὐτὸς Δράκοντα δ
5249861 τελεθουσιν
τῷ μοι πρόφρων ἐπίνευσον ἕσπεσθαι . θυσίαι δ ' ἱεροπρεπέες τελέθουσιν , ἃς ἀγαθοὶ ῥέζουσι βροτοί : γάνυται δὲ φίλον
ὅτινι θνατῶν κεχαρισμένος ἔλθω σὺν Μοίσαις : χαλεπαὶ γὰρ ὁδοὶ τελέθουσιν ἀοιδοῖς κουράων ἀπάνευθε Διὸς μέγα βουλεύοντος . οὔπω μῆνας
5245409 ἠερα
ἀπάγει τοῦ πνεύμονος ἅμα τῷ ἠέρι . Τὸν μὲν οὖν ἠέρα χρὴ , γενόμενον θεραπείην , ἀνάγκῃ ὀπίσω τὴν αὐτὴν
, ἐπειδὰν ἁρπασθῇ καὶ μετεωρισθῇ περιφερόμενον καὶ καταμεμιγμένον ἐς τὸν ἠέρα , τὸ μὲν θολερὸν αὐτέου καὶ νυκτοειδὲς ἐκκρίνεται καὶ
5245233 φυονται
παρὰ τὰ γένη καὶ παρὰ τοὺς τόπους , ἐν οἷς φύονται , καὶ παρὰ τὰς καταστάσεις τῶν ὡρῶν καὶ τῶν
οὕτως ἐν τῷ βίῳ οἱ μὲν ἀνδραποδώδεις , ἔφη , φύονται δόξης καὶ πλεονεξίας θηραταί , οἱ δὲ φιλόσοφοι τῆς
5243313 συμπεσοντες
πονεῖν αὐτούς , ὁπόταν ἢ σφαίρας πέρι ἐν τῷ θεάτρῳ συμπεσόντες παίωσιν ἀλλήλους ἢ εἰς χωρίον εἰσελθόντες ὕδατι περιγεγραμμένον ,
πολεμικὸν ἐσήμηναν αἱ σάλπιγγες , ἔθεον ἀλαλάξαντες ὁμόσε : καὶ συμπεσόντες ἀλλήλοις ἱππεῖς ἱππεῦσι καὶ πεζοὶ πεζοῖς ἐμάχοντο , καὶ
5243147 κειμενοι
. Κιμμερίου διὰ Βοσπόρου ] Πλησίον γάρ εἰσιν οἱ Κιμμέριοι κείμενοι παρὰ τὸν ἰσθμὸν , οὗ ἐστιν ὁ Ταῦρος :
ἐπὶ τὴν δεξιὰν , ποτὲ δὲ παρὰ τὴν ἀριστερὰν πλευρὰν κείμενοι καὶ κοιταζόμενοι , προνοούμενοι τοῦ συμφέροντος . φέρει :
5241192 ἀγριοι
κρυπτοῖς ὑποκάθηνται λοχῶντες : ἡμέρας μὲν οὖν οὐ προσίασιν οἱ ἄγριοι : νύκτωρ δ ' ἐφ ' ἕνα ποιοῦνται τὴν
στερεοὶ τὰ κέρατα , πλατεῖς τὰ μέτωπα , τὸν θυμὸν ἄγριοι , φοβεροὶ τὸ μύκημα , καταπληκτικοὶ καὶ ζηλότυποι ,
5237248 Ἰβηρικον
ἐθνικὸν Μασσιανός . Θεόπομπος μγ . . Τλῆτες : ἔθνος Ἰβηρικὸν περιοικοῦν τοὺς Ταρτησσίους . Θεόπομπος μγ . . Δριλώνιος
τὸ δὲ πρὸς τῇ κατ ' ἀντικρὺ γῇ τὸ μὲν Ἰβηρικὸν τὸ δὲ Λιγυστικὸν τὸ δὲ Σαρδόνιον , τελευταῖον δὲ
5234898 ἑζοντο
' ἐπέεσσι καὶ ἐν χείρεσσι φύοντο , ἑξείης δ ' ἕζοντο παραὶ Δολίον , πατέρα σφόν . ὣς οἱ μὲν
, σμαραγεῖ δέ τε πόντος . Ἄλλοι μέν ῥ ' ἕζοντο , ἐρήτυθεν δὲ καθ ' ἕδρας : Θερσίτης δ
5226897 κελαδοντες
. . . . . . . . . . κελάδοντες χείμαρροί τ ' ἀλεγεινὸν ἀεξόμενοι Διὸς ὄμβρῳ , τοὺς
φαίνονται ἄρουραι ἠελίου τὰ πρῶτα συνερχομένοιο Λέοντι . Τῆμος καὶ κελάδοντες ἐτησίαι εὐρέϊ πόντῳ ἀθρόοι ἐμπίπτουσιν , ὁ δὲ πλόος
5226828 ἀρηροτος
μέσσοισι παρίστατο ἰσόθεος φώς , αὐτίκα δ ' ἐκ ζωστῆρος ἀρηρότος ἕλκεν ὀϊστόν : τοῦ δ ' ἐξελκομένοιο πάλιν ἄγεν
ἀμφότεραι κεφαλαὶ Διδύμων φορέονται , ἐν δὲ τὰ γούνατα κεῖται ἀρηρότος Ἡνιόχοιο , λαιὴ δὲ κνήμη καὶ ἀριστερὸς ὦμος ἐπ
5226648 ἰχθυες
: διαλέγεται δὲ αὐτῷ καὶ τὰ δένδρα , καὶ οἱ ἰχθύες , ἄλλο ἄλλῳ καὶ ἀνθρώποις ἀναμίξ : καταμέμικται δὲ
τοῦ οὐρανοῦ , καὶ ἄνθρωποι νομὸν ἐν θαλάσσῃ ἕξουσι καὶ ἰχθύες τὸν πρότερον ἄνθρωποι , ὅτε γε ὑμεῖς , ὦ
5223799 σφενδονηται
τὴν ἡμέραν ἄχρηστοι ἦσαν ἐν τῷ ὄχλῳ ὄντες καὶ οἱ σφενδονῆται καὶ οἱ τοξόται . ἐπεὶ δὲ πιεζόμενοι οἱ Ἕλληνες
Ἄραβες οἱ τούτων ἐχόμενοι Κύπριοί τε καὶ Ῥόδιοι καὶ Κρῆτες σφενδονῆται καὶ ὅσοι ἄλλοι νησιῶται . παρῆσαν δὲ καὶ βασιλέες
5223098 Παφλαγονες
στιγματίας παρέχουσιν . τὰς δὲ Διὸς βαλάνους καὶ ἀμύγδαλα σιγαλόεντα Παφλαγόνες παρέχουσι : τὰ γάρ τ ' ἀναθήματα δαιτός .
φύσις . Τὴν δὲ Βιθυνίαν ἀπὸ μὲν τῆς ἀνατολῆς ὁρίζουσι Παφλαγόνες τε καὶ Μαριανδυνοὶ καὶ τῶν Ἐπικτήτων τινές , ἀπὸ
5222570 θαλαττιοι
κύρτων καὶ ἀγκίστρων καὶ δικτύων τὸν τρόπον τοῦτον . κόλποι θαλάττιοι πολλοὶ τελευτῶσιν ἐς τενάγη τινά , καὶ ἔστι ταῦτα
γενομένους παλιναιρέτους . τί λέγεις σύ ; μάντεις εἰσὶ γὰρ θαλάττιοι ; γαλεοί γε πάντων μάντεων σοφώτατοι . καὶ τὴν
5219284 χεονται
ἤγαγεν αἶσαν : οἷς δὴ καὶ νώτοισι περὶ πτερὰ λευκὰ χέονται μάστακι σιτοβόρῳ ἐναλίγκια , τοί θ ' ὑπὲρ ἄκρων
αἰὼν παισὶ πέλει καὶ πήματ ' ἐπ ' ἄλλοθεν ἄλλα χέονται . Καὶ δ ' ἐμὲ δειλαίην τάχα δούλιον ἵξεται
5217828 κριοι
ναῦς ὡς Ὅμηρος . ἔστι δέ τινα πλοῖα Λύκια λεγόμενα κριοὶ καὶ τράγοι , ὡς εἰκάζειν ὅτι τοιοῦτόν τι πλοῖον
μάχη καράβων πρὸς ἀλλήλους , τὰ κέρατα ἐγείροντες εἶτα ὡς κριοὶ ἐμπίπτοντες προσαράττουσι τὰ μέτωπα . ἀγῶνα δὲ μυραίνης καὶ
5213628 συες
σοὶ ναίους ' ὑποφῆται ἀνιπτόποδες χαμαιεῦναι καὶ ἔδμεναι , οἷα σύες χαμαιευνάδες αἰὲν ἔδουσιν ἴσως διὰ τὸ φαντασίαν τινὰ παρέχειν
οἰκτίστῳ θανάτῳ : περὶ δ ' ἄλλοι ἑταῖροι νωλεμέως κτείνοντο σύες ὣς ἀργιόδοντες , οἵ ῥά τ ' ἐν ἀφνειοῦ
5204859 ξυστοισι
. Οἳ δ ' ἀμφ ' Ἀλκαθόῳ αὐτοσχεδὸν ὁρμήθησαν μακροῖσι ξυστοῖσι : περὶ στήθεσσι δὲ χαλκὸς σμερδαλέον κονάβιζε τιτυσκομένων καθ
, ἀντὶ τοῦ πληγεῖσαι . περὶ τὰ ἄρθρα : μακροῖσι ξυστοῖσι , τά ῥά σφ ' ἐπὶ νηυσὶν ἔκειτο .
5204184 νισομενων
θεῆς ὕπο κινηθέντες νῆσον ὅλην ἐτίναξαν : ἐπεσμαράγησε δὲ πόντος νισομένων καὶ κῦμα διίστατο : τοὶ δ ' ἐφέροντο αἰνὸν
ἕποντο βροτοὶ ποτὶ δῆριν ἰοῦσι . Τῶν δ ' ἄρα νισομένων πολὺς αἰθέρα δοῦπος ὀρώρει αὐτῶν ἠδ ' ἵππων ,
5197424 ἐπεχοντες
ἐκυκήθη . Ἵνα γὰρ Πείσανδρος ἔχοι κλέπτειν χοἰ ταῖς ἀρχαῖς ἐπέχοντες ἀεί τινα κορκορυγὴν ἐκύκων . Οἱ δ ' οὖν
ἤπειρον ἑκατέραν δίχα , πρῶτοι νέμονται Σαρμάται , δισχίλια στάδια ἐπέχοντες , γινόμενα μίλια σν . Εἶτα μετὰ τοὺς Σαρμάτας
5194745 Ἁρπην
χειρὶ τοῦ Περσέως κείμενοι ἀστερίσκοι πυκνοὶ καὶ μικροὶ εἰς τὴν Ἅρπην καταστηρίζονται . Ὁ δὲ ἐν τῷ εὐωνύμῳ ὤμῳ τοῦ
: πᾶν γὰρ τὸ εἰς ὀξὺ ἀπολῆγον στόρθυγξ καλεῖται . Ἅρπην τὴν Κέρκυράν φησιν ἤτοι τὴν Φαιακίαν ἔχειν κεχωσμένον τὸ
5192618 ἀστραπαι
] ἤγουν διὰ ταῦτα αἰθάλουσα φλόξ ] καυστικός , ἤγουν ἀστραπαί τε καὶ κεραυνός λευκοπτέρῳ ] ἤγουν λευκῇ νιφάδι ]
παρέχουσιν , οἳ Κύκλωπες , ἤγουν αἱ βρονταί , αἱ ἀστραπαί , καὶ οἱ κεραυνοὶ τὰ μὲν ἄλλα ὅμοιοι τοῖς
5187839 μελανες
, κορακῖνοί τε καὶ μύλλοι καὶ ἀντακαῖοι καὶ κυπρῖνοι , μέλανες οὗτοι , καὶ χοῖροί τε καὶ κόσσυφοι ἰδεῖν λευκοί
ἀπὸ συμ - φορᾶς ζῶντας . ὀφθαλμοὶ μικροὶ χαροποὶ ἢ μέλανες τὰ αὐτὰ σημαίνουσιν , παρόσον οἱ μὲν χαροποὶ ἐμπληκτότερον
5186323 χηνες
τῆς πέτρας προσανέβησαν . τοὺς μὲν οὖν φύλακας ἔλαθον , χῆνες δ ' ἱεροὶ τῆς Ἥρας τρεφόμενοι , καὶ θεωρήσαντες
ἡ γυνή , τὸ τεχθὲν ζήσειν : ἱεροὶ γὰρ οἱ χῆνες οἱ ἐν ναοῖς ἀνατρεφόμενοι : εἰ δὲ μή ,
5186028 κολοιοι
, τηλόθε μεταμαιόμενος , δαφοινὸν ἄγˈραν ποσίν : κραγέται δὲ κολοιοὶ ταπεινὰ νέμονται . τίν γε μέν , εὐθρόνου Κλεοῦς
οἷον σταλαγμοὺς ὕδωρ σημαίνει . Ἐάν τε κόρακες ἐάν τε κολοιοὶ ἄνω πέτωνται καὶ ἱερακίζωσιν ὕδωρ σημαίνουσι . Καὶ ἐὰν
5184420 δολιχαι
σφυραινῶν . Σφύραιναι : ζαργάναι , οἱ ζαργάναι καλούμεναι . δολιχαί : μακραί . ῥαφίδες : βελονίδες , ἤγουν αἱ
ἀκροκώλια μικρῶν , ταύρου τ ' αὐξίκερω φλογίδες , αἱ δολιχαί τε κάπρου σχελίδες . νήστεις , κεστρέας , κεφάλους
5180777 ὑπενερθεν
φυλῆς , οὓς Διόδωρος καλεῖσθαί φησι Παιανιέαν καθύπερθεν καὶ Παιανιέαν ὑπένερθεν : ὁμοίως δ ' ἑκατέρου τῶν δήμων τὸν δημότην
αἱ μὲν ἀπὸ στιβαρῶν ὤμων δύο , ταὶ δ ' ὑπένερθεν τέσσαρες αἰνοτάτῃσιν ἐπὶ πλευρῇς ἀραρυῖαι : ἰσθμὸν δ '
5180175 βοες
ἡ ὁπλὴ τοῦ ἵππου ὥσπερ ὄνυξ ἐστίν : οἱ γὰρ βόες χηλὰς ἔχουσιν . μῶλυ φυτὸν ἀλεξιφάρμακον . οἱ μὲν
πρόβατα αὐτῶν ὡς ἄρνες , καὶ οἱ ὄνοι καὶ αἱ βόες σχεδὸν ὅσον κριοί , καὶ οἱ ἵπποι αὐτῶν καὶ
5178731 νεκροι
, Αἴσωπος ὄπισθεν ἑστὼς εἶπεν : „ ἡνίκα ἂν οἱ νεκροὶ ἀνιστάμενοι τὰ ἑαυτῶν ἀπαιτήσωσι κτήματα „ . καὶ οἱ
, ” καὶ ἀρσενικῶς “ οἱ δ ' ἀγχηστῖνοι ἔπιπτον νεκροὶ ὁμοῦ Τρώων καὶ Ἀχαιῶν . ” παρῆκται δὲ ἡ
5178616 ἀετοι
καὶ ὁπόσων ἐστὲ καλῶν κἀγαθῶν ἄξιαι : εἰς δὲ πτηνὰ ἀετοί , διότι οὐδὲν τῶν ὁμογενῶν οὔτε ἐκβοήσουσιν οὔτε θοινήσονται
γῆς . ὧν εἰκόνες οἱ χρυσοῖ ἀνέκειντο παρὰ τὸν ὀμφαλὸν ἀετοί : ἤρθησαν δὲ ἐν τῷ Φωκικῷ πολέμῳ , ὃν
5177837 ἑστασαν
' ὅτε δή ῥ ' ἵκανον ὅθι πλεῖστοι καὶ ἄριστοι ἕστασαν ἀμφὶ βίην Διομήδεος ἱπποδάμοιο εἰλόμενοι λείουσιν ἐοικότες ὠμοφάγοισιν ἢ
ἐδύσετο κυμαίνοντα : αὐτὰρ ἐγὼν ἐπὶ νῆας , ὅθ ' ἕστασαν ἐν ψαμάθοισιν , ἤϊα : πολλὰ δέ μοι κραδίη
5177532 λεοντες
γὰρ ἡ τῶν ἀετῶν φύσις μετελεύσεται : εἰς δὲ τετράποδα λέοντες , ἰσχυρὸν γὰρ τὸ ζῷον καὶ φύσεως ἔτυχεν ἀκοιμήτου
λέουσι μορφὴ καὶ χρόα διάφορος . Πάρθοι τε καὶ Ἀρμένιοι λέοντες τὴν κόμην ξανθοὶ καὶ οὐ λίαν ἄλκιμοι , εὐτραφὴς
5176740 δυομενων
: ἐπεὶ | καὶ τῶν κατὰ ποταμοῦ βαθέος ἢ θαλάττης δυομένων οἱ μὲν ἄπειροι τοῦ ναυτίλλεσθαι διαφθείρονται , οἱ δὲ
αἱ ἐπιτολαὶ καὶ ἀποκρύψεις μεγάλων ἀγαθῶν αἴτιαι γίνονται πᾶσι : δυομένων μὲν γὰρ αὔλακες ἀνατέμνονται πρὸς σπόρον : ἡνίκα δ
5167416 πωλοι
κυνηγετικοί , ὁδοιπορικοί , πομπικοί , πολεμιστήριοι , στρατιωτικοί . πῶλοι ἄβολοι , ἀβόλων καὶ τελείων οἱ μέσοιοὕτω γὰρ Πλάτων
δὲ ξανθὰς ἑκατὸν καὶ πεντήκοντα πάσας θηλείας , πολλῇσι δὲ πῶλοι ὑπῆσαν . καὶ τὰ μὲν ἠλασάμεσθα Πύλον Νηλήϊον εἴσω
5165570 κλειουσι
ὣς οἵγε σκοτόωσι κακῇ βεβαρηότες ἄτῃ . τὴν μέν τε κλείουσι μυοκτόνον , ἦ γὰρ ἀνιγρούς παμπήδην ὕρακας λιχμήμονας ἠρήμωσεν
σκεύη , αἱ μὲν ἄλλαι θεράπαιναι ὡς ἤκουσαν κραυγῆς , κλείουσι τὸν πύργον , καὶ ἐνταῦθα μὲν οὐκ εἰσῆλθον ,
5162850 δυσιες
διορίζοντα τὰ δύο ἡμισφαίρια : φησὶ γάρ : ἧιχί περΜίσγονται δύσιές τε καὶ ἀντολαὶ ἠελίοιο . τὸν δὲ ὁρίζοντα καὶ
κείνη που κεφαλὴ τῆι νίσσεται , ἧιχί περ ἄκραι μίσγονται δύσιές τε καὶ ἀντολαὶ ἠελίοιο . τὸν γὰρ ὁρίζοντα μεταξὺ
5154765 γενεθλην
σε κατέκτανον ; ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ θῆρες ἀριζήλοιο Διὸς τρομέουσι γενέθλην . ἤριπες ἐξ ὀχέων χθαμαλῆς ἐπὶ νῶτα κονίης σὸν
. Τις : τῶν θεῶν . ἰκέλην : ὁμοίαν . γενέθλην : γενεάν . Ἀνέφυσε : ἔπλασεν , ἐγέννησεν ,
5145219 σφηκες
νεκρὸν ἵππον ζωγραφοῦσιν : ἐκ γὰρ τούτου ἀποθανόντος πολλοὶ γίνονται σφῆκες . Γυναῖκα ἐκτιτρώσκουσαν βουλόμενοι σημῆναι , ἵππον πατοῦσαν λύκον
ἰσχνοὶ καὶ σφ . : Λεπτοὶ τὰ σώματα ὥσπερ οἱ σφῆκες . ἀνιαροί : Λυπηροί . . λύπην ἐπάγοντες τοῖς
5142847 Θρηϊκες
ἢ κομῶντες κατὰ τὸ ἄκρον , οἷον τελείως : “ Θρήϊκες ἀκρόκομοι . ” ἀκωκή τοῦ ἠκονημένου παντὸς ἀκμή .
ἄκρα κινοῦνται . . . . ἀκρόκομοι : οἷον : Θρήϊκες ἀκρόκομοι , ἤτοι ἀκειρόκομοι . ἢ ἄκρως κομῶντες ,
5140431 ἐνοπλοι
σὺν ἄλλοις , οἳ παρ ' Ἀσωποῦ ῥοὰς μένουσιν , ἔνοπλοι γῆς Ἀθηναίων κόροι , σῶι παιδί , πρέσβυ ,
σπείραντος δὲ αὐτοῦ τοὺς ὀδόντας ἀνέτελλον ἐκ τῆς γῆς ἄνδρες ἔνοπλοι : ὁ δὲ ὅπου πλείονας ἑώρα , βάλλων ἀφανῶς
5132127 ἀφανιζονται
ὕδατος ἐς τὴν ψάμμον . καὶ ἄλλοι ποταμοὶ ὡσαύτως ἐκεῖ ἀφανίζονται μεγάλοι καὶ ἀένναοι [ ] , ὅ τε Ἔπαρδος
γὰρ καὶ πρῴην . γίνονται γὰρ κατακλυσμοὶ καὶ σεισμοὶ καὶ ἀφανίζονται τὰ πράγματα καὶ πάλιν εὑρίσκονται , ὥς φησι καὶ
5131982 ὑποβρυχιοι
γένηται , πυρετοὶ ὀξέεϲ , ἀλαμπέεϲ , ἐν τοῖϲι ϲπλάγχνοιϲι ὑποβρύχιοι : περίψυξιϲ , ἀποϲιτίη , ἀγρυπνίη : ἐρυγαὶ κακώδεεϲ
, διότι πολλοὶ ἐν θαλάσσῃ κλυδωνίῳ μεγάλῳ περιπεσόντες ναυάγιοι γεγονότες ὑποβρύχιοι γίνονται θαλάσσιον θάνατον βλέποντες : τὴν δὲ βροντὴν τὴν
5125867 ἐδησαν
. ἐμνῶντο δὲ Ἐφιάλτης μὲν Ἥραν Ὦτος δὲ Ἄρτεμιν . ἔδησαν δὲ καὶ Ἄρην . τοῦτον μὲν οὖν Ἑρμῆς ἐξέκλεψεν
πᾶσιν ἄλειψα . οἱ δ ' ἐν νηΐ μ ' ἔδησαν ὁμοῦ χεῖράς τε πόδας τε ὀρθὸν ἐν ἱστοπέδῃ ,
5115002 ἑξειης
, ὃς ἔναιεν ἐν ἅλμῃ μορμυρούσῃ , κίχλας θ ' ἑξείης ἡβήτορας ὑψιπετήεις καὶ πέτρας κάτα βοσκομένας , ὑάδας θ
, δαιτυμόνες δ ' ἀνὰ δώματ ' ἀκουάζωνται ἀοιδοῦ ἥμενοι ἑξείης , παρὰ δὲ πλήθωσι τράπεζαι σίτου καὶ κρειῶν ,
5113696 ἰκελοι
ἀεικελιᾶν † νούσων εἰσὶ καὶ † ἄνατοι , οὐδὲν ἀνθρώποις ἴκελοι θνατοῖσι δ ' οὐκ αὐθαίρετοι οὔτ ' ὄλβος οὔτ
ἐκείνοιν , οἳ ἡνίκα ἦσαν καθεστηκότες , τοῖς τοῦ Διὸς ἴκελοι ἐνομίζοντο , ἐμπεσόντες δὲ εἰς τὴν ὀργὴν οὐκέτι Διός
5105945 Μηνης
μαζοῦ καὶ νηπιέης ἀλεγεινῆς ζῶον σημαίνει , τό κε δὴ Μήνης πέλας εἴη , ᾧ ἔνι δὴ κείνη τριτάτην ἐπινίσσεται
ὀϊζυροῖσι βροτοῖσιν . Φαίνων ὡρονομῶν , Ἑρμοῦ δύνοντος ἔναντα καὶ Μήνης μεσάτοιο φαεινούσης κατὰ κέντρου , δεικήλων ξεστῶν καὶ ἐπ
5100315 ποιμενες
τὸ ἀκόνιτον καὶ ὁρμήσωσιν ἐπὶ τὴν κόπρον , ἀνασπῶσιν οἱ ποιμένες , καὶ περιαλλόμεναι , τουτέστιν ἐπιπηδῶσαι , ἀποθνῄσκουσιν .
ἀτέχνων ἐπαινούμενος , κἂν εἰ περιστάντες αὐτὸν παῖδες συφορβοὶ καὶ ποιμένες θαυμάζοιεν καὶ κροτοῖεν , ἐπαίρεσθαι ἐπ ' αὐτῷ τούτῳ
5096193 διῃρημενοι
χερρόνησον ταύτην τῶν ἐκ Λήμνου Πελασγῶν τινες , εἰς πέντε διῃρημένοι πολίσματα , Κλεωνὰς Ὀλόφυξιν Ἀκροθώους Δῖον Θύσσον . μετὰ
ἀλλὰ ψιλοὶ καὶ κοῦφοι συνεστρατεύοντο τοῖς ὁπλίταις εἰς τριάκοντα λόχους διῃρημένοι . οἱ δ ' ἀπορώτατοι τῶν πολιτῶν οὐκ ἐλάττους

Back