τῆς ἀπολογίας , εἰ δὲ μὴ ἀναγκαῖα , ὅρα τὸ περιὸν τῆς εὐγνωμοσύνης . ἐγὼ μὲν γὰρ ἐφαινόμην οὐδ '
' αὑτὸν ὑφ ' ὠμῶν * νοῦ μὲν αὐτοῦ τὸ περιὸν τῇ περὶ τἄλλα ἡμῶν ῥοπῇ , ἴσασιν οἷς πάντα
6809532 σχιζουσαι
δ ' ἁπαλαῖς χερσί : πολλαὶ δὲ γυναῖκες κατερεικόμεναι καὶ σχίζουσαι τὰς καλύπτρας καὶ τοὺς ἰδίους χιτῶνας τέγγουσι καὶ βρέχουσι
πολλαὶ δ ' ἁπαλαῖς ] πολλαὶ δὲ γυναῖκες κατερεικόμεναι καὶ σχίζουσαι τὰς καλύπτρας καὶ τοὺς ἰδίους χιτῶνας τέγγουσι καὶ βρέχουσι
6774322 εὐχυμους
λοιπὸν ὡς τὰ λοιπὰ ἕλκη θεραπεύειν . Τροφὰς δὲ δοτέον εὐχύμους καὶ δυσδιαφορήτους , γάλα μετ ' ἀμύλου , χόνδρον
ἢ ἄλικι τακερωθέντας , πτηνῶν τὰ πλεῖστα , ἰχθύων τοὺς εὐχύμους . ἀπυρέτων δὲ οὐσῶν καὶ οἶνον γλυκὺν παλαιὸν διδόναι
6763464 Σεραπιωνος
πραϋνθεισῶν τῶν φλεγμονῶν , ἐπιτίθημι τὸ ἐλαδικὸν μάλαγμα ἢ τὴν Σεραπίωνος ἢ τὴν Πασίωνος μηλίνην ἢ τὴν Ἀφροδίτην : μαλακώτερον
εἶναι ἀξιόπιστον . , , : Ἡρακλείδης δὲ ὁ τοῦ Σεραπίωνος , ἑτέρου φησὶν εἶναι τὰς τραγῳδίας , Ἱερώνυμος δὲ
6752906 φρικας
' ὧν παλμούς τε καὶ διατάσεις ἐν τῷ σώματι καὶ φρίκας ἀνάγκῃ γενέσθαι , τὰ δὲ λοιπὰ ζήτει ἄνωθεν καὶ
δακνώδεις χυμοὶ καὶ ἀτμοὶ διὰ τῶν αἰσθητικῶν ὀργάνων διαφερόμενοι τὰς φρίκας καὶ τὰ ῥίγη ἐκγεννᾶν . Γίνονται δὲ καὶ οἱ
6686959 Θαλασσιος
' ἡμῶν , καὶ γὰρ αὐτὸς ἦν ἐν αἷς ὁ Θαλάσσιος , ὃν πεποίημαι φίλον , οὐ τῆς αὐτῆς ἄμφω
μεταβολὴν ὑφορώμενος ; Βάσσος οὑτοσὶ κηδεστής του ἑταίρων ἐμῶν , Θαλάσσιος δὲ ἄλλως μοι φίλος , ἄμφω δὲ χρηστὼ καὶ
6678337 ὁλοκληρως
. σπανίως δὲ καὶ οὐκ εἰσαῦθις ἄν τινι γένοιτο , ὁλοκλήρως ἐξαιρεθεῖσα . αἱ δὲ λοιπαὶ καὶ πλείους γινόμεναι ἕλμινθες
ὁ ε ἀριθμὸς πρὸς τὸν δ ἀριθμὸν συγκρινόμενος εὑρίσκεται ἔχων ὁλοκλήρως τὰς δ μονάδας καὶ ἐπέκεινα τούτων μίαν μονάδα ,
6651193 μελαινεσθαι
κινήσεις , ἐπεὶ πῶς ἂν εἴη πέρας τοῦ λευκαίνεσθαι καὶ μελαίνεσθαι ἓν καὶ ταὐτό ; οὔτε γὰρ τὸ μελανθῆναι τοῦ
ἡψήσατο , καὶ ἑφθὴν τὴν κόμην καὶ ξανθίζεσθαι . καὶ μελαίνεσθαι τὴν κόμην , καὶ μέλασμα τὸ τῆς κόμης βάμμα
6635397 εὐσχημονειν
ἀνδρὶ μὴ γαμετὴν . Ἀμελοῦντα τοῦ ζῆν οὐκ ἔνεστ ' εὐσχημονεῖν . Ἀκμὴ τὸ σύνολον οὐδὲν ἄνθους διαφέρει . Ἀεὶ
ἄλλον καὶ ἄλλον χρόνον εἴωθας ὑπερτίθεσθαι τὸ εὐροεῖν , τὸ εὐσχημονεῖν , τὸ κατὰ φύσιν ἔχειν καὶ διεξάγειν . εἰ
6618132 προεχον
: ὅπερ , φησί , μέρος , τὸ ἔσχατον καὶ προέχον ἐπὶ τὴν Πύλον , τραχύ τι ἦν καὶ δύσβατον
καὶ τῶν πνευμάτων τὴν βίαν ἐκδεχομένη : ταύτης τὸ μὲν προέχον ἀπέρρωγεν ἐπὶ τὴν θάλασσαν καὶ ἀστήρικτον παραθεῖ τὸν βυθόν
6587889 ἰνωδες
εἰ λεῖον καὶ ὁμαλὸν καὶ συνεχὲς ἑαυτῷ . τὸ γὰρ ἰνῶδες καὶ διαφύσεις ἔχον ἐρυθρὰς ἢ σαρκοειδεῖς ἄπεπτον . πήξεως
τοῦ ἡλίου θεωρῆται . ἐὰν μὲν γάρ τι φαίνηται διατρέχον ἰνῶδες καὶ ὕφαιμον , γόνιμόν ἐστι τὸ ἐνόν . ἐὰν
6585858 σκαφοειδους
ἡμᾶς ἐπιστροφὴν τοῦ ἀπυρώτου μέρους . Ἡράκλειτος κατὰ τὴν τοῦ σκαφοειδοῦς [ συστροφήν ] . Τῶν Πυθαγορείων τινὲς ἀνταυγείᾳ καὶ
. , σκαφοειδῆ , ὑπόκυρτον . , κατὰ τὴν τοῦ σκαφοειδοῦς στροφήν , ὥστε τὸ μὲν κοῖλον ἄνω γίγνεσθαι ,
6579851 Μαλαγμα
καὶ χλιάνας ἐπίχριε παχύτατα καὶ ἐπιτίθει φύλλα τινὸς λαχάνου . Μάλαγμα τὸ Ἀμυθάονος πρὸς ἀγκύλας καὶ ἐσπασμένα ἄρθρα . Ἀμμωνιακοῦ
μίσγειν δὲ τὸ διὰ τῶν τηκτῶν ἐπὶ σκληρῶν ὄγκων . Μάλαγμα ποδαγρικοῖς ἀρθριτικοῖς σφόδρα γενναῖον : ἀπαλλάττει τῆς ὅλης διαθέσεως
6579754 διακλυζομενον
συστέλλει τὰ οἰδήματα καὶ ἰᾶται . καὶ τὸ ἀφέψημα αὐτῆς διακλυζόμενον ὀδονταλγίαν παύει . πινόμενον δὲ βῆχας ὠφελεῖ . καταπλασσομένη
τὸ δὲ γάρος αὐτῆς , τὰς ἐν τῷ στόματι σηπεδόνας διακλυζόμενον θεραπεύει παραδόξως . Μελάνουρος ἰχθύς . ἐσθιόμενος ὀπτὸς ὀξυδορκίαν
6563310 βρυχειν
τὸ ἀπὸ φόνου ἀνθρώπου καὶ τὸν μολυσμόν . βρύκειν καὶ βρύχειν διαφέρει . τὸ μὲν γὰρ βρύκειν σημαίνει τὸ τρύζειν
μαθεῖν ταχύς . βρύκειν μὲν τὸ πρίειν τοῖς ὀδοῦσιν : βρύχειν δὲ ἐπὶ τοῦ λεόντος τὸ βρυχᾶσθαι . ἐξελεύθερος καὶ
6562795 διαβολοι
τῆς παλιγγενεσίας † εἰς ὃν ὑπεμνηματισάμην † ἵνα μὴ ὦμεν διάβολοι τοῦ παντὸς εἰς τοὺς πολλούς , † εἰς οὓς
ὥσπερ καὶ οἱ πολλοὶ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ τυραννικοί τινες καὶ διάβολοι γενόμενοι . Εὐφραῖος μὲν γὰρ παρὰ Περδίκκᾳ τῷ βασιλεῖ
6560241 γηρασκον
. κατέβαλεν . ἄλλοις . δόξαν . ἀθάνατον καὶ μηδέποτε γηράσκον . πρέπον ἐστί . Δάκος ἀδινόν ] ἤγουν οὐ
ἐπὶ τὰ τῶν ἀκμαζόντων ἔργα προτρέπειν . γεράνδρυον γὰρ τὸ γηράσκον φυτόν : καὶ δρῦς πᾶν φυτὸν γενικῷ ὀνόματι καλεῖται
6548823 ἐπιφανειαϲ
ἄλλοιϲ καὶ ἐξανθήματα καὶ φλυκταίναϲ καὶ κάθυγρα ἕλκη κατὰ τῆϲ ἐπιφανείαϲ γίγνεϲθαι , ἃ καλοῦϲι βουβαϲτικὰ καὶ ἕτερα παραπλήϲια .
ἥλουϲ ἐκτεμεῖν . ἡ δὲ ἀκροχορδὼν ἐπανάϲταϲίϲ ἐϲτι ϲμικρὰ τῆϲ ἐπιφανείαϲ ἄπονοϲ τυλώδηϲ περιφερὴϲ κατὰ τὸ πλεῖϲτον , τὴν δὲ
6538979 Ὀδυνης
στραγγουρίη , ἐν ὕδατι καθιζέσθω , καὶ γλυκὺν πινέτω . Ὀδύνης ὑστερέων : οἶνον ὡς ἥδιστον ἴσον ἴσῳ κεράσας ,
: διαλελαμμένον γὰρ φαρμάκῳ ῥᾷον παύειν ἢ τὸ ἀθρόον . Ὀδύνης ἐν κεφαλῇ τοῦ αἵματος ἀφαιρέειν ἀπὸ τῶν φλεβῶν :
6513022 ἀμφοτεραιϲ
μὲν ἔχει καὶ πικρὰν ἅμα τὴν ποιότητα , ξηραίνει δὲ ἀμφοτέραιϲ ἀδήκτωϲ καὶ διὰ τοῦτο πρόϲ τε τὰ μεγάλα τῶν
, παρωτίδαϲ , ἄνθρακαϲ . ταύταιϲ χρῶ ἐπὶ τῶν δηγμάτων ἀμφοτέραιϲ . ἔϲτι δὲ αὕτη ἀφλέγμαντοϲ ἐπὶ παντὸϲ ἰοῦ ,
6508551 σβεσεις
τῆς γῆς ἄλλου καὶ ἄλλου γινομένου , δεήσει καὶ τὰς σβέσεις καὶ τὰς ἐξάψεις τῶν ἄστρων ἀπλέτους γίνεσθαι . Ὧν
. τὰς γὰρ ἀνατολὰς καὶ τὰς δύσεις ἐξάψεις εἶναι καὶ σβέσεις . Ἡρακλείδης καὶ οἱ Πυθαγόρειοι ἕκαστον τῶν ἀστέρων κόσμον
6504131 ἀπονυχιζειν
πηλὸν ὀργάζειν . κουρεύς , κουρίς , κείρειν ἀποκείρειν , ἀπονυχίζειν . κεροπλάστης . κομμωτής κομμώτρια , κομμωτική , κομμοῦν
καὶ ἐξονυχίζειν ἐπὶ τοῦ ἀκριβολογεῖσθαι τίθεται : τὸ δ ' ἀπονυχίζειν τὸ τὰς ὑπεραυξήσεις τῶν ὀνύχων ἀφαιρεῖν . Φλέϊνα τὰ
6475095 Πανακτον
καὶ Ἀκάνθιοι . ἀποδόντων δὲ Ἀθηναίοις Λακεδαιμόνιοι καὶ οἱ ξύμμαχοι Πάνακτον . ἀποδόντων δὲ καὶ Ἀθηναῖοι Λακε - δαιμονίοις Κορυφάσιον
τοῦ χειμῶνος τελευτῶντος ἤδη καὶ πρὸς ἔαρ : καὶ τὸ Πάνακτον εὐθὺς καθῃρεῖτο . καὶ ἑνδέκατον ἔτος τῷ πολέμῳ ἐτελεύτα
6457921 ὁμογενους
οὗτος ὑπὸ τοῦ προσβάλλοντος ἀεὶ κύματος σκληρῶς πεπιλημένος , ὥστε ὁμογενοῦς ὄγκου καὶ μίαν φύσιν ἔχοντος διὰ τὴν μίξιν καὶ
οὗτος ὑπὸ τοῦ προσβάλλοντος ἀεὶ κύματος σκληρῶς πεπιλημένος , ὥστε ὁμογενοῦς ὄγκου καὶ μίαν φύσιν ἔχοντος διὰ τὴν μίξιν καὶ
6437029 κατατρησεις
οὕτω καλούμενον πέφυκεν , ὄγκος τις ὢν περὶ τὸ δέρμα κατατρήσεις ἔχων , δι ' ὧν μελιτῶδες ὑγρὸν ἐκκρίνεται .
ὀρθῶς . κυττάρους γὰρ καλοῦσι τὰς τῶν κηρίων καὶ σφηκίων κατατρήσεις , ὡς καὶ ἐν τοῖς Σφηξὶν εἴρηκεν ὥσπερ οἱ
6433813 μεϲτον
τῷ ὀξυμέλιτι προϲπλέξομεν τὰ πίτυρα καὶ ἐπιπλάττοντεϲ , πυριατῆρα ἐπιθήϲομεν μεϲτὸν ὕδατοϲ θερμοῦ , ὡϲ μὴ ψυγῆναι τὸ κατάπλαϲμα .
δίκην : ‚ ᾄδειϲ . ‚ ᾠδικόϲ . ἀθάρηϲ ἀνακαλύψαϲα μεϲτὸν τρύβλιον . Καὶ τὴν Ἑκάβην ὀτοτύζουϲαν καὶ καιόμενον τὸν
6422809 ῥυτιδας
. . τὰ ῥάκη : τὰς ῥυτίδας . . τὰς ῥυτίδας τὰς ἐπιδιπλώσας τοῦ δέρματος . Θ . ἤγουν τὰς
κατάδηλα : Τὰ φανερά . . τὰ ῥάκη : τὰς ῥυτίδας . . τὰς ῥυτίδας τὰς ἐπιδιπλώσας τοῦ δέρματος .
6414824 κατεδεται
καὶ πονῶν κτήσεται , καὶ οὕτως οὐχὶ τὰς σάρκας αὐτοῦ κατέδεται ἀλλὰ τὰς ἀπὸ τῶν σαρκῶν ἐργασίας . ἀγαθὸν δὲ
δειλίαν λέγεις . οὐκ ἴστε τὸ κακὸν οἷόν ἐστι . κατέδεται ἡμᾶς . τυχὸν ἴσως ὅδ ' ὀδυνώμενός τι νῦν
6402884 ἐνσταζομενον
. Τούτου τὸ ἧπαρ ὀπτόμενον μετὰ τοῦ ἰχῶρος νυκτάλωπας ὠφελεῖ ἐνσταζόμενον . τὸ δὲ αἷμα αὐτοῦ ξηρὸν μετὰ κικίδων καὶ
τὰ φύλλα ἐπιπλασσόμενα . [ Θεραπεία ὠταλγίας . ] Ἀμυγδαλέλαιον ἐνσταζόμενον εἰς τὸ οὖς , ἢ καρέλαιον ἐνσταζόμενον , ἢ
6402774 κυρβασιας
βραχέας . Σάκαι δὲ οἱ Σκύθαι περὶ μὲν τῇσι κεφαλῇσι κυρβασίας ἐς ὀξὺ ἀπηγμένας ὀρθὰς εἶχον πεπηγυίας , ἀναξυρίδας δὲ
βραχέα : ἀναξυρίδας δὲ ἔχοντες ἔρχονται ἐς τὰς μάχας καὶ κυρβασίας ἐπὶ τῇσι κεφαλῇσι . Οὕτω εὐπετέες χειρωθῆναί εἰσι .
6401475 ἐκροας
ἐν τοῖς ἄλλοις μέρεσι γινομένας δυσκρασίας ἰᾶσθαι , τὰς ἐπιτηδείους ἐκροὰς εὑρίσκοντα τοῖς ὑγροῖς : εἰ δὲ μήτε κοιλότητα μήτε
καὶ τὰ περιττώματα προτρέψασθαι πρὸς ἔκκρισιν , τῷ τὰς φυσικὰς ἐκροὰς εὐροωτέρας ποιῆσαι . φυλακτέον δὲ μᾶλλον ἐπὶ τούτων κεφαλαλγίαν
6397927 ἀκονη
. ἐστὶ δὲ καὶ γένος λίθου φάγρος . ἡ γὰρ ἀκόνη κατὰ Κρῆτας φάγρος , ὥς φησι Σιμίας . χάνναι
. ὃ δοκῶ περὶ τῶν ἀνδρῶν , τοῦτό μοι ἡ ἀκόνη ἡ παροξύνουσα καὶ παρορμῶσα . δόξαν ἔχω ἕως ἔτικτεν
6396459 μελετῳη
αὐτοσχεδιάζοι , τὰς δὲ καὶ δεύτερον οὐκέτι ἀλλ ' ἕωλα μελετῴη καὶ ἑαυτῷ προειρημένα προὔβαλον μὲν αὐτῷ τοὺς ἀκλήτους τούτους
ᾤετο , παριππεῦσαι γὰρ καὶ τὰς ἐκείνων γλώττας , ὁπότε μελετῴη , καὶ γὰρ δὴ καὶ ἐμελέτα , καὶ οἱ
6395300 ἀμαλδυνηται
καταπλὴξ , ἀναυδίη , περίψυξις , πνεῦμα προσπταῖον , ὄμματα ἀμαλδύνηται , τὴν κεφαλὴν ξυρῇν ὅτι τάχιστα , καὶ ταινίῃ
ἀμαλδύνω τὸ ἀφανίζω : ὥς κεν τοι μέγα τεῖχος ἀμαλδύνηται ἀμαλδύνηται Ἀχαιῶν . ἀμαλδύνω οὖν τὸ ἀφανίζω , ἀμάλδανον τὸ
6395163 μελικηριδας
# α . ὁ ὀποπάναξ ὄξει λειοῦται . Ἄλλο εἰς μελικηρίδας . Σταφίδας ἐκγιγαρτισμένας κ , λεπίδος , μάννης ἀνὰ
. ὅ γε μὴν χιτὼν πολὺ παχύτερος ὁ περιέχων τὰς μελικηρίδας , καὶ τὸ σχῆμα ἐπὶ μὲν τῶν μελικηρίδων ἀεὶ
6394514 δακτυλιαιον
τοῦ περιστύλου δίκτυον ἦν χρυσοῦν , τὸ πάχος τῇ πλοκῇ δακτυλιαῖον καὶ πίνακας παραλλήλους ζῳοφόρους τέσσαρας ἴσους τοῖς τοίχοις ἔχον
ἕληται τῆς ὄψεως ἕνεκεν καὶ ἰσχύος ἅμα , πάχος ἐχουσῶν δακτυλιαῖον , πλάτος δὲ τοσοῦτον , ὥστε συγκαλύπτειν τὰ περὶ
6389659 Ὀσφυν
Ἀλλ ' ὦ θύγατερ , ἔλεξ ' Ἰασοῖ πρευμενής . Ὀσφὺν δ ' ἐξ ἄκρων διακίγκλισον ἠΰτε κίγκλος ἀνδρὸς πρεσβύτου
, καὶ , ἐπεὶ ἀνῆκεν , ᾤχετο ἐς ἀγρόν . Ὀσφὺν ἤλγησεν , ἐλούσατο , αἱ γένυες ξυνήγοντο ἐς νύκτα
6370156 διεσκεδασθησαν
παρὰ τῷ βασιλεῖ κατατοξευθῆναι * . Οἱ δὲ λοιποὶ Βανδήλων διεσκεδάσθησαν καὶ ἀπενόστησαν ἐπ ' οἴκου . Βασιλεὺς δὲ Ῥωμαίων
γὰρ ἀνελήφθησαν εἰς τοὺς αὐτοὺς τοῦ κόσμου σπερματικοὺς λόγους ἢ διεσκεδάσθησαν ὁμοίως εἰς τὰς ἀτόμους . Ἐνθυμήθητι πόσα κατὰ τὸν
6369757 ἀθροισθεισης
' ἔργων ὁ βασιλεύς . τῆς δὲ τῶν Περσῶν δυνάμεως ἀθροισθείσης εἰς πόλιν Ἄκην , ἠριθμήθησαν τῶν μὲν βαρβάρων εἴκοσι
πανταχόθεν δυνάμεις εἰς τὴν Βακτριανήν . τὸ δὲ πλῆθος τῆς ἀθροισθείσης στρατιᾶς ἦν , ὡς Κτησίας ὁ Κνίδιος ἀνέγραψε ,
6354673 προηγαγοντο
πολὺ ἀπετάμοντο τῆς Μαριανδυνῶν χώρας καὶ μέχρι τοῦ Ὑπίου ποταμοῦ προηγάγοντο τοὺς ὅρους . ᾤκισται δὲ παρὰ τῷ ποταμῷ ἐν
. εἰς τοῦτο τρυφῆς , ἵνα μὴ ἀθλιότητος εἴπω , προηγάγοντο τεχνώμεναι τὰς ἀφρονεστάτας . τοιγαροῦν ἐκ τῶν λίαν μαλακῶν
6348459 ἀντιστροφιον
. . , ] δέδοται καὶ τὸ Γ διὰ τὸ ἀντιστρόφιον τοῦ ὅρου . ὁμοίως καὶ τὸ Δ : ὁ
βάσεις τὰς ὑπ ' αὐτάς , ὥσπερ αὖ τὸ ἐφεξῆς ἀντιστρόφιον μέν ἐστι πρὸς τοῦτο κατὰ τὸν εἰρημένον τρόπον ,
6342655 ϲυμπαν
εἰϲ ὀργὴν ἕτομοι . τὰ δὲ κατὰ θώρακα καὶ τὸ ϲύμπαν ϲῶμα τοῖϲ ἔμπροϲθεν ὡϲαύτωϲ διοριϲτέον . Ψυχρᾶϲ καὶ ξηρᾶϲ
, αἱ φλέβεϲ δὲ μαλακώτεραι , οὕτω δὲ καὶ τὸ ϲύμπαν ϲῶμα , πλὴν εἰ μὴ τὰ κατὰ καρδίαν ἀντιπράττοι
6342187 πτυειν
ὑπὸ μηδενός , πρός τε τούτοισι ἔτι γελᾶν τε καὶ πτύειν καὶ ἅπασι εἶναι ἀντίον τούτου αἰσχρόν . Ταῦτα δὲ
ἱδρῶτος τὰ σώματα στερεοῦσθαι . νῦν δὲ τὸ μὲν μὴ πτύειν μηδὲ ἀπομύττεσθαι ἔτι διαμένει , τὸ δ ' ἐκπονεῖν
6341547 χαλαρως
, χρὴ ταῦτα κατορύττειν εἰς γῆν , ἢ λελυμένα ἢ χαλαρῶς δεδε - μένα , ἵνα πάντα τῆς γῆς ἀπολαύῃ
δόρυ χωρὶς τῆς ἐπιδορατίδος : ἀγκιστρώδης τε γάρ ἐστι καὶ χαλαρῶς ἐνήρμοσται τῷ δόρατι ἐπίτηδες , καλώδιον δ ' ἔχει
6340822 διωρυγας
ἀναμετροῦσι τὴν γῆν ὡς ἐν Αἰγύπτῳ , καὶ τὰς κλειστὰς διώρυγας , ἀφ ' ὧν εἰς τὰς ὀχετείας ταμιεύεται τὸ
τρισμυρίων καὶ ἑξακισχιλίων σταδίων . τὰ μὲν οὖν περὶ τὰς διώρυγας τοιαῦτα . Ἡ δὲ χώρα φέρει κριθὰς μὲν ὅσας
6337884 συνθετεον
: τοῦτο δὲ ἦν τὸ ἐξ ἀρχῆς αὐτῷ προκείμενον . συνθετέον οὖν πάντα : εἰ γένεσίς ἐστιν , ἔστιν ἀίδιον
ἐν ποίᾳ κατηγορίᾳ , καὶ ἐπειδὴ ἐν ποσῷ , τούτῳ συνθετέον τῷ γένει ὅσα κοινὰ εὕρομεν ἐν τοῖς τῶν ἀτόμων
6333192 πολλοστως
ἡ λέξις , τὸ σαφῶς , τὸ καθαρῶς , τὸ πολλοστῶς , τὸ ποικίλως . οὗτος ὁ περὶ τῆς τῶν
ἕπεται τούτῳ τὸ ποικίλως . διαφέρει δὲ τὸ ποικίλως τοῦ πολλοστῶς , τὸ τῶν ἰδεῶν τῆς λέξεως . ἔστι δ
6332901 ϲπαϲμουϲ
ὀνο - μάζεται . τοὺϲ μὲν οὖν ἐπὶ ϲφοδρᾷ ξηρότητι ϲπαϲμοὺϲ οὐκ ἄν τιϲ ἰάϲαιτό ποτε : τοὺϲ δὲ διὰ
ἂν ἐκπέϲῃ : εἰ γὰρ ἐμμείνῃ ἐπιφλεγμαῖνον τὸ οὖϲ , ϲπαϲμοὺϲ ἐπιφέρει . κάλλιϲτα δὲ ϲυνεργεῖ εἰϲ τὴν τῶν ἐμπεϲόντων
6327904 κνησμος
ᾄσεται Ἀττικοί , ᾄσει Ἕλληνες . ἀδαγμός ἀδάξασθαι Ἀττικοί , κνησμός κνήσασθαι Ἕλληνες . ἀποδιοπομπεῖσθαι Ἀττικοί , ἀποκαθαίρεσθαι κοινόν .
μὲν ἔνδοθεν ἐγείρεται καὶ περὶ τὰ χείλη τοῦ πιόντος ἀμήχανος κνησμός , καὶ οἷος δὴ τοὺς χριομένους τῷ ὀπῷ τῆς
6317565 ἀποπληξιαι
μὲν οὖν αἴτιον τοῦ ὕδρωπος ἤδη εἴρηται : αἱ δὲ ἀποπληξίαι γίνονται καὶ αὐταὶ διὰ τὰς φύσας : ὅταν γὰρ
: γίνονται δὲ κατὰ τοῦτον τὸν τόπον λέπραι ἀλφοὶ λιχῆνες ἀποπληξίαι ὑδρωπικοὶ τῆς αἰτίας ἐκ τοῦ σπληνὸς γενομένης πλαγιοβαθεῖς ἢ
6316923 ἀναστομουν
μαλθάσσει τὸ στόμα , καὶ τὴν μήλην καθιέναι , καὶ ἀναστομοῦν , καὶ τὸν δάκτυλον ὡσαύτως , καὶ αἰονῇν .
ἐχίνου μὴ κώλυε λαμβάνειν ὀλίγον : ἔχει γάρ τι καὶ ἀναστομοῦν καὶ ἀνακαθαίρειν δυνάμενον . Ὀσπρίων δὲ πυρέττουσι μὲν εὔδηλον
6316644 αἰδημον
Παρὰ τῆς δόξης καὶ μνήμης τῆς περὶ τοῦ γεννήσαντος τὸ αἰδῆμον καὶ ἀρρενικόν . Παρὰ τῆς μητρὸς τὸ θεοσεβὲς καὶ
κακῶς ἔχειν οἰόμεθα : ἂν δέ τινος τὸ ἐντρεπτικὸν καὶ αἰδῆμον ἀπονεκρωθῇ , τοῦτο ἔτι καὶ δύναμιν καλοῦμεν . Καταλαμβάνεις
6315690 εὐχυλοτερον
ὀνίαν , τὸν δὲ αἴολον . τὸν δὲ σπάρον Ἱκέσιος εὐχυλότερόν φησι μαινίδος καὶ ἄλλων δὲ πλειόνων τροφιμώτερον . σπάρον
ἐν πρώτῳ Ὑγιεινῶν ἀσταφυλῖνον καλεῖ . τὸ δὲ καρτὸν καλούμενον εὐχυλότερόν ἐστι τοῦ σταφυλίνου καὶ μᾶλλον θερμαντικώτερον , οὐρητικώτερον ,
6313010 ἐπῳδους
τοὺς ἄρρενας τοῖς ἐχεοδήκτοις ἄκος εἶναι συνεχῶς ἐφαπτομένους ὥσπερ τοὺς ἐπῳδούς , πρῶτον μὲν τὸ πελίωμα εἰς ἑαυτοὺς μεταφέροντας ,
καὶ τῆς Ἀθηναίων πολιτείας ἔπη πεντακισχίλια , καὶ ἰάμβους καὶ ἐπῳδούς . Ἐπὶ δὲ τῆς εἰκόνος αὐτοῦ ἐπιγέγραπται τάδε :
6305495 σαφεστερας
. τούτου δὲ τὰς αἰτίας ἀναγκαῖόν ἐστι προεκθέσθαι χάριν τοῦ σαφεστέρας γενέσθαι τὰς ἐν αὐτῷ συντελεσθείσας πράξεις . Ἀλέξανδρος γὰρ
ἐπὶ τὴν ἀγωγὴν τῆς εἱμαρμένης . Εἰ δέ σοι καὶ σαφεστέρας εἰκόνος δεῖ , νόει μοι στρατηγὸν μὲν τὸν θεόν
6303424 αἰροπινον
πίνος γάρ ἐστιν ὁ ῥύπος καὶ πιναρόν τὸ ῥυπαρόν . αἰρόπινον οὖν τὸ κόσκινον τὸ τὰς αἴρας , ὅπερ ἐστὶ
. ὁ δὲ Ἀριστοφάνης ἐν Σκηνὰς καταλαμβανούσαις ἔφη ὥσπερ κόσκινον αἰρόπινον τέτρηται . Λύχνοιδ ' ἐπὶ τούτοις , καὶ λύχνοι
6301839 ῥαγοειδουϲ
ϲταφύλωμα καὶ ὅταν κατὰ ῥῆξιν τοῦ κερατοειδοῦϲ πρόπτωϲιϲ μεγάλη τοῦ ῥαγοειδοῦϲ γένηται . διαφέρει δὲ τοῦτο τοῦ πρώτου , ὅτι
τὰ πολλὰ πληγαῖϲ ἕπεται ϲφοδραῖϲ καὶ ἐπὶ φλεγμονῇ δὲ τοῦ ῥαγοειδοῦϲ ϲυμβαίνει , ῥαγέντων τῶν ἐν αὐτῷ ἀγγείων . ἡ
6301466 καθεσιν
αὐτὸ διὰ τῶν δακτύλων ἐπὶ πλευρὰν στρέφειν , ὅπως εἰς κάθεσιν τῇ χειρὶ γένηται τόπος . εἰ δὲ αὐτόθεν ἐπὶ
τοὺς ὄφεις διὰ τῆς αὐτῆς ἕλκεσθαι : ἰδίᾳ δὲ εἰς κάθεσιν κεχρησίμευκεν , ὡς ἔμπροσθεν ὑπεδείξαμεν . ἐπὶ δὲ τῶν
6300980 σκωλος
, ἃ οὐ πάντως ἐτυμολογοῦμεν , ὡς οὐδὲ τοῦτο . σκῶλος πυρίκαυστος Ν ; Σκῶλον Β . . , :
μεγήρας . καὶ τὸ μὲν αὐτοῦ μεῖν ' ὥς τε σκῶλος πυρίκαυστος ἐν σάκει Ἀντιλόχοιο , τὸ δ ' ἥμισυ
6300880 πεπαινεσθαι
εἰς τὸν μηρὸν τοῦ Διὸς ἐκεῖ τελεσφορηθῆναι [ διὰ τὸ πεπαίνεσθαι καὶ τελειοῦσθαι τὸν οἶνον , † εἰ γὰρ μὴ
οἴομαι , εἴ τις ἐξεπυρία , ἀνιέναι ἄν . Ὅσα πεπαίνεσθαι δεῖ , κατακεκλεῖσθαι δεῖ , τἀναντία δὲ ξηραίνειν καὶ
6298252 κατερεικομεναι
πένθει δνοφερῷ κατέκρυψας : πολλαὶ δ ' ἁπαλαῖς χερσὶ καλύπτρας κατερεικόμεναι διαμυδαλέους δάκρυσι κόλπους τέγγους ' , ἄλγους μετέχουσαι .
ἐγένετο : ἀλλὰ κἂν ἐπὶ τοῖς ζῶσιν ἀνδράσιν εὔξομαι . κατερεικόμεναι ] κατασχίζουσαι , ἐνεργητικῶς . ἁβρογόοι ] ἁβρογόοι αἱ
6296003 προσηνεστερον
τοι καὶ Βίης ἥκειν ἐς Πριήνην : σὺ δὲ εἰ προσηνέστερόν τοι τὸ Πριηνέων ἄστυ κεῖθι οἰκέειν , καὶ αὐτοὶ
τοι καὶ Βίης ἥκειν ἐς Πριήνην : σὺ δὲ εἰ προσηνέστερόν τοι τὸ Πριηνέων ἄστυ , κεῖθι οἰκέειν , καὶ
6292448 ῥαϊζει
: καὶ ὁπότε παρέπεται ὁ πόνοϲ , ἐξαπίνηϲ ποτὲ μὲν ῥαΐζει ποτὲ δὲ ἐπιτείνεται . παρέπεται δὲ αὐτοῖϲ ἱδρὼϲ καὶ
ἐμέει ὀξέα καὶ ἄκρητα , καὶ ἐρεύγεται θαμινὰ , καὶ ῥαΐζει : ἢν δὲ μὴ , ἀνοιδίσκεται , καὶ ἢν
6287522 ἀνατασις
, ἢ ἀπὸ τοῦ αἷμα καὶ τοῦ δῆξις σμώδηξ ὕφαιμος ἀνάτασις τῆς σαρκὸς , ἢ ἀπὸ τοῦ σιμοῦ ἤως πατζοῦ
σαρκὸς , ἢ ἀπὸ τοῦ σιμοῦ ἤως πατζοῦ , τουτέστιν ἀνάτασις . ποίης : ἀπὸ βοτάνης . Τὴν κνίδα :
6285685 ἐπιλαμβανοντος
προαίρεσιν αὐτοῦ , καὶ τοῦ τόπου τὸν τρόπον τῆς προαιρέσεως ἐπιλαμβάνοντος . ὕστερον δὲ δὴ ἀγνοοῦντες τὴν αἰτίαν , τοῖς
μετ ' ἀναβρώσεως γίνεται , τὸ συνεχὲς ἀεὶ τοῦ δέρματος ἐπιλαμβάνοντος τοῦ πάθους , ὅθεν αὐτῷ καὶ τοὔνομα . γεννᾷ
6285050 προειδοτας
πρῶτον μὲν οὖν , “ ἔφη , ” παυστέον ἐστὶν προειδότας αὐτοὺς τὸν θάνατον : νῦν γὰρ προΐσασι . τοῦτο
τὰς δὲ ἐν τοῖς τῆς κοιλίας ῥευματισμοῖς ἐπιφαινομένας ἕλμινθας , προειδότας ὅτι ἐπὶ χαλεποῖς συνίστανται ῥευματισμοῖς , ἰατέον παχύνοντας τὰ
6284619 Φυλαξεις
κονιορτός , προσιζάνων αὐταῖς πολύ τι συμβάλλεται πρὸς διαμονήν . Φυλάξεις τὰς σταφυλὰς καὶ οὕτως : ἑψήσας ὄμβριον ὕδωρ ,
ἀλλήλων : διαμένουσι γὰρ οἷοι ἀπὸ τῆς ἀμπέλου ἀφῃρέθησαν . Φυλάξεις δὲ τοὺς βότρυας , ἐὰν εὐθὺς τρυγήσας ἐμβαλὼν αὐτοὺς
6284576 Πυλαιμενους
δὲ τῶν Παφλαγόνων τῶν μεσογαίων τινὰς βασιλεύεσθαι παρέδωκε τοῖς ἀπὸ Πυλαιμένους , καθάπερ καὶ τοὺς Γαλάτας τοῖς ἀπὸ γένους τετράρχαις
οὗτος δὲ Περιμήδους . ἡ δὲ ἀναφορὰ πρὸς τὰ περὶ Πυλαιμένους . . Πουλυδάμας δ ' Ὦτον Κυλλήνιον ἐξενάριξεν ,
6284099 δοκιδας
τείχους τι γένηται . . . . καὶ αὐτῶν τὰς δοκίδας καὶ τὰς προστιθεμένας κλίμακας ἐκ τοῦ πλαγίου τύπτοντας τοῖς
δὲ ἄνω ἐλάττονα . εἰ δὲ μείζων , ποιεῖ τὰς δοκίδας : οὕτω γὰρ καὶ αἱ δοκοὶ τὰ μὲν κάτω
6281240 περατουσα
τῶι τέλει τοῦ δράματος κορωνὶς ἡ τὸ δρᾶμα ἐπισφραγίζουσα καὶ περατοῦσα . τύχην ] τὸν οἰωνὸν δηλονότι . πεπρωμένους ]
ἑφθημιμερές . ἐπὶ τῷ τέλει κορωνὶς ἡ καὶ τὸ δρᾶμα περατοῦσα . 〛 ἀντὶ τοῦ ὦ κεραυνέ . . .
6276976 Σινηπι
τύλιξον τὸ αἰδοῖον . [ Πρὸς λεπριῶντας ὄνυχας . ] Σίνηπι καὶ ἡδύοσμον ἕψει μετ ' ὄξους καὶ τίθει .
σαρκὶ ἀπουλοῖ . [ γʹ . Πρὸς ὑπώπια . ] Σίνηπι λεῖαν κηρωτῇ ἀναλαβὼν ἐπιτίθετι . ἄλλο . ὄστρακα τῆς
6271447 Ἐπανιτεον
τε λαμπρότης καὶ ἡ σεμ - νότης πλεονάζειν ὀφείλουσιν . Ἐπανιτέον δὲ πάλιν , ὅθεν ἐπὶ τοῦτο ἐξέβημεν . ὁ
ἀπομαντευομένῃ τὰ τοιαῦτα χρώμενοι . Καὶ ταῦτα μὲν ταύτῃ . Ἐπανιτέον δὲ πάλιν καὶ περὶ τοῦ θυμοειδοῦς ζητητέον , εἰ
6268783 στεγνοτερον
. στεγανὸς ὁ σκεπασμένος : λέγεται δὲ στεγανὸν καὶ τὸ στεγνότερον : καὶ στεγανόποδες ὄρνιθες : οἱ ἐν ὕδασι διατρίβουσι
, τὰς δὲ ἀμυδρόν , καὶ τῶν ἀμυδρὸν τὰς μὲν στεγνότερον , τὰς δὲ ῥοωδέστερον . ταῖς μὲν οὖν στεγνότερον
6265378 ὀνιδας
ὑποθυμία . Ὄνων τὴν ἐπὶ τῷ ποδὶ γῆν ξύσας καὶ ὀνίδας οἴνῳ μέλανι δεύσας , ὑποθυμιῇν . Κλυσμοί : μυρσίνης
κυμίνου λειοτάτου # ε , ὀνίδας ε . καὶ τὰς ὀνίδας ξηρὰς μὲν κόπτε καὶ σῆθε , νεαρὰς δὲ συλλέαινε
6265136 ἀλφιτηδον
κατάγματος στεγνότερον ὑποπίπτει καὶ σκόλοπι παραπλησίως νύσσει τὸ σύγκριμα : ἀλφιτηδὸν δέ , πολλάκις καὶ ἀνωμαλία τοῖς δακτύλοις ὑποπίπτει .
πέραϲ μηνοειδήϲ : ἡ δὲ αὐτὴ καὶ καλαμηδὸν λέγεται . ἀλφιτηδὸν δέ ἐϲτι ῥῆξιϲ ὀϲτέου πολυμερὴϲ εἰϲ λεπτά : ἡ
6264571 περιποιησεως
ἀναλίσκουσι τὰ περικτηθέντα . ὁμοίως καὶ ἐὰν ὁ κύριος τῆς περιποιήσεως ἐναντίος αὐτῷ γένηται , τῷ βίῳ πολυδαπάνους : ὁμοίως
ἢ ἄτεκνοι . ἐὰν ὁ κύριος τῆς τύχης ἢ τῆς περιποιήσεως μὴ τύχωσιν ἐν ἰδίοις οἴκοις ἢ ὑψώμασι ἢ τριγώνοις
6262743 ἀποπαυεσθαι
τοῖς προσήκουσιν : ἔχει δὲ καὶ τὸ ἀνεγείρεσθαι καὶ τὸ ἀποπαύεσθαι κατὰ τὴν τῶν θεῶν τάξιν ἑκάτερον . Ἀπέρασιν δὲ
ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ τῶν ὀξέων πυρετῶν , εἶτα πάλιν ἀποπαύεσθαι περὶ τὰς παρακμάς . καὶ τοῦτο τῆς παραφροσύνης ἴδιον
6261859 χυματος
καί , καθ ' ὅσον ἂν τόπον ταῦτα χρονίσωσι τοῦ χύματος , καὶ τὴν ἐπ ' ἐκείνῳ τοῦ σώματος διάθεσιν
παρυφιστάμενον δὲ τὸ ἐν αὐτῷ ἑτεροίως ἐμφαινόμενον . ἀλλὰ τοῦ χύματος πάλιν ἰσάριθμοι τυγχάνουσιν αἱ διαφοραί . δύο γάρ ἐστι
6256652 ῥεπω
. , : ῥώψ : βοτάνη ἁπαλή . παρὰ τὸ ῥέπω ῥέψω ῥὲψ καὶ ῥὸψ καὶ τροπῇ τοῦ ο εἰς
, ἵνα ᾖ οὕτως : ἆρα πρὸς τὸ δυσμενὲς μᾶλλον ῥέπω τούτου ὄντος οὐχὶ δυσμενοῦς τὰς φρένας : τὰ αὐτά
6255062 σκομβρον
γράφεται θυμῷ . θυμῷ : μωρίᾳ . Ἀφροσύνη ἀγνωσία . σκόμβρον : σκόμβρος ὁ σκαιὸς εἰς βρῶσιν : κακόχυμος γὰρ
ὅτι φαῦλον ἔφυ καὶ ἀκιδνὸν ἔδεσμα . ἀλλὰ τριταῖον ἔχειν σκόμβρον , πρὶν ἐς ἁλμυρὸν ὕδωρ ἐλθεῖν , ἀμφορέως ἐντὸς
6253834 θρυαλλιδ
. . . . . . . . σω καὶ θρυαλλίδ ' , ἢν δέῃ . καὶ Πλάτων ἐν Νυκτὶ
, κάρυ ' , ἀμυγδάλαι καὶ λύχνον δίμυξον οἴσω καὶ θρυαλλίδ ' , ἢν δέῃ . μαινίδες . . .
6252533 Καρδαμωμου
' ἑξῆς ἡμερῶν ε καὶ διαλίμπανε δέκα . Διουρητικόν . Καρδαμώμου , ἀμώμου , σχοίνου ἄνθους ἀνὰ ⋖ Ϛ ,
ὄξει ἐπίχριε : τοῦτο ῥήσσει καὶ ξηραίνει . Ἄλλο . Καρδαμώμου σπέρμα κυαμίνῳ ἀλεύρῳ σὺν ὕδατι κατάπλασ - σε δὶς
6251628 πλημμυριδας
φησιν , εἰσπνοῇ τε καὶ ἐκπνοῇ τὸ συμβαῖνον περὶ τὰς πλημμυρίδας καὶ περὶ τὰς ἀμπώτεις ἔοικεν . Τριχῆ τοίνυν διαιρουμένης
τὰ στόματα τῶν ποταμῶν διά τε τὴν χοῦν καὶ τὰς πλημμυρίδας καὶ τὸ μὴ πνεῖν ἀπογαίους ἀλλ ' ὑπὸ τῶν
6248818 χαλις
ὁ σκοῖτος καπηλεύει . χάλις καὶ ἕρπις ὁ οἶνος , χάλις μὲν παρὰ τὸ χαλᾶν τὴν ἶνα , ἕρπις δὲ
: μωροὺς , τοὺς κεχαλασμένους τὴν φρόνησιν , ματαιόφρονας : χάλις ὁ οἶνος παρὰ τὸ χαλᾷν τὴν ἶνα . ἄκριτος
6248473 διακριτικος
προφορικός . λόγος καὶ ὁ ἐνδιάθετος , ὅ ἐστιν ὁ διακριτικός : ὅθεν ἄρα κατὰ μετάληψιν γαρύειν τὸ διακρίνειν .
γὰρ τὸ λευκὸν διακριτικόν ἐστιν ὄψεως , καὶ ὁ ἄνθρωπος διακριτικός ἐστιν ὄψεως . πάλιν τὸν δεύτερον παραλογισμὸν προάγουσι τοῦτον
6247319 καμαραν
σκευήν . . . . . ψαλίδα . ἁψῖδα ἤτοι καμάραν , ὡς νῦν , ἢ ταχεῖαν κίνησιν , ἢ
θόλος καὶ θολιὸς διαφέρει . θόλος τὸ οἰκοδόμημα ὃ νῦν καμάραν καλοῦσι : θολιὸς τὸ μέλαν τῆς σητηός † †
6246706 τηθην
οὖν ἡμῖν οἰκονομεῖ τὸ πρᾶγμα . χαίρειν γὰρ ἀνάγκη τὴν τήθην τοιαῦτα ἀκούουσαν , χαίρουσαν δὲ καὶ ζεύξειν εἰκός .
βούλεται τὴν Ἐπιλύκου θυγατέρα λαβεῖν , ἵν ' ἐξελάσῃ τὴν τήθην ἡ θυγατριδῆ . Ἀλλὰ γὰρ τῷ παιδὶ αὐτοῦ τί
6245664 σκυταλης
οἴκοι διορθουμένους ἔπεμψεν ἐπιστολὴν ἀπ ' Ὀλυμπίας βραχυτέραν τῆς Λακωνικῆς σκυτάλης . ἔστι δὲ ἥδε : ” Ἀπολλώνιος ἐφόροις χαίρειν
ξανάα : τὰ ναρκώματα ὑπὸ τοῦ κρύους γινόμενα . περὶ σκυτάλης * σκυτάλην : ὄφις ἐστίν * ἀμφισβαίνῃ : τῇ
6244427 τρυγωδης
καὶ παροξυνομένη ἐν ταῖς χειραψίαις καὶ φαρμακείαις , ὑποπέλιος ἢ τρυγώδης οὖσα τῇ χρόᾳ . τὴν μὲν οὖν ἀκακοήθη κατὰ
κύκλῳ τόπος τοῦ δήγματος πελιοῦται καὶ περισήπεται : καί ποτε τρυγώδης , κατὰ τὸ σπάνιον καὶ ἐνερευθὴς φαίνεται : ἑλκοῦται
6244129 ἐπιθυματικον
παναγαθία περὶ ὅλαν τὰν ψυχάν . καὶ ὅκκα μὲν τὸ ἐπιθυματικὸν ἕπηται μέρος τᾶς ψυχᾶς τῷ λογιστικῷ , γίνεται σωφροσύνα
τὸ μὲν θυμοειδὲς περὶ τὰν καρδίαν , τὸ δ ' ἐπιθυματικὸν περὶ τὸ ἧπαρ . τοῦ δὲ σώματος ἀρχὰν μὲν
6242681 γευστου
καὶ σιγῆς καὶ μεγάλου ψόφου , οὕτω τοι καὶ γεῦσις γευστοῦ καὶ ἀγεύστου . ἔτι ἐπεὶ ἀόρατον τὸ μὲν φύσει
ἐπὶ τῶν ἄλλων . ἔτι πάσχει ἡ γεῦσις ὑπὸ τοῦ γευστοῦ , ᾗ γευστόν , καὶ διὰ τοῦτο ἀνάγκη τὸ
6240083 διαπνοας
περιουσίας τοῦ κατὰ τὴν φλεγμονὴν αἵματος , τοῦτο δὲ καὶ διαπνοὰς ἐργαζόμενοι , καὶ προσέτι τὴν τάσιν ἐκλύοντες τῆς φλεγμονῆς
τῶν ἀρτηριῶν ὑπὸ στενοχωρίας διαστέλλεσθαι , τῷ δ ' ὑπολοίπῳ διαπνοὰς παρασχόντων . ἢ τοίνυν φλέβα τέμνοντα κενῶσαι δεῖ τὸ
6234190 προσδεκτεον
τινες ἐπεισάγουσιν ἄλλους τινὰς λόγους ὡς ὄντας αὐτοῦ , οὐ προσδεκτέον ἐκείνους παρὰ τοὺς φερομένους . εἰσὶ δὲ οἱ ἐπεισφερόμενοι
ὡς ἐπισταμένη ; καὶ εἰ μὲν ὡς ἀγνοοῦσα , οὐ προσδεκτέον αὐτὴν , εἰ δ ' αὖ πάλιν ἐπισταμένη εἴποις
6232464 στελλομενου
: τοῦ καθ ' ἑκάστην τετράδα τοῦ μηνὸς πεπεμμένου νῦν στελλομένου πλακοῦντός μοι . ἑκάστη γὰρ μηνὸς νουμηνία καὶ ἡ
τελείων τῶν μερῶν τῆς συμπάσης οὐσίας * * * , στελλομένου μὲν κατὰ τὴν σβέσιν τοῦ πυρὸς εἰς παχὺν ἀέρα
6232197 αἰτιωδες
ἢ ἄλλῳ . δίελε καὶ μέρισον τὸ ὑποκείμενον εἰς τὸ αἰτιῶδες καὶ ὑλικόν . ἐννόησον τὴν ἐσχάτην ὥραν . τὸ
ὁ σύνδεσμος οὗτος τὸ ἕτερον τῶν ἀξιωμάτων ψεῦδος εἶναι . αἰτιῶδες δέ ἐστιν ἀξίωμα τὸ συντασσόμενον διὰ τοῦ ” διότι
6227808 σκεπω
τὸ πρόσωπον καλύπτω ὑπ ' αἰσχύνης . . ἀντὶ τοῦ σκέπω ἐμαυτόν , ὡς ἀπορῶν δῆθεν . ἐκκαλύψειν δὲ ἀντὶ
οἷον , βλέπω : δρέπω : ἔπω : τρέπω : σκέπω : λέπω : νέπω τὸ ἐννέπω . Τὰ διὰ
6219509 αἱνειν
αὐτοῦ , ἀφ ' οὗ καὶ ἡ αἱμασιὰ κέκληται . αἵνειν : τὸ ἀναδεύειν καὶ ἀνακινεῖν τὰς κριθὰς ὕδατι φύροντα
α . . Αἵνειν : . , ; . , αἵνειν : τὸ ἀναβράττειν ἀληλεσμένον σῖτον . . . οἱ
6217350 ἀναδιδομενη
ἡ τροφὴ πᾶσα ? [ ] οὐ προστίθεται [ ] ἀναδιδομένη τῶι ὅλωι σώματι , [ ἀλλὰ ] ? ?
, νᾶπυ , σκόροδον , καὶ τὰ τούτοις ὅμοια καὶ ἀναδιδομένη ἡ τούτων ποιότης ἐς τὴν καρδίαν ἐκπυρώσει τὸ ἐν
6217002 χας
! ! [ [ ] ! ωναν [ [ ] χας ? ἠὺν ! [ [ ] βωτιανειρ ? [
! [ . . . . . . [ ] χας ? ? [ [ ποντοπόρου ] ? ? [
6215003 πηδητικον
. θοῦρος : ὁρμητικὸς , πολεμιστής : καὶ θοῦρον τὸν πηδητικὸν καὶ ταχὺν , οἱονεὶ θοῶς δρούων : παρὰ τὸ
δὲ πλεονάσειεν ὁ ἀήρ , τὸ τηνικαῦτα καὶ κοῦφον καὶ πηδητικὸν καὶ ἀνέδραστον γίνεται τὸ ζῷον καὶ ψυχῇ καὶ σώματι
6214350 κοσμιωτερας
τὸ πνευματώδεις ὄντας μάλιστα μετέχειν τοῦ ψυχικοῦ : καὶ ἄλλως κοσμιωτέρας ἀπεργάζεσθαι τὰς γαστέρας , μὴ παραληφθέντας . Καὶ διὰ
τὸ πνευματώδεις ὄντας μάλιστα μετέχειν τοῦ ψυχικοῦ : καὶ ἄλλως κοσμιωτέρας ἀπεργάζεσθαι τὰς γαστέρας , μὴ παραληφθέντας : καὶ διὰ

Back