πρωκτὸς βούλεται χεζητιῶν . ὦ πότνι ' Εἰλείθυια μή με περιίδῃς διαρραγέντα μηδὲ βεβαλανωμένον , ἵνα μὴ γένωμαι σκωραμὶς κωμῳδική
τὸν ἐπὶ σὲ καταπεφευγότα τὸν πάντων δεσπότην . Μή με περιίδῃς μηδὲ ἐπὶ πολὺ τιμωρήσῃ τὸν θρασύν . Ἄπειρος ὤν
7733123 φοβηθῃς
διὰ τὸ εἶναι πτερωτάς . , , , : μηδὲν φοβηθῇς ] Ὁ ῥυθμὸς Ἀνακρεόντειός ἐστι κεκλασμένος πρὸς τὸ θρηνητικόν
τοῦ δοκοῦντος ἐνθάδε θανάτου καταφρονήσῃς , ὅταν τὸν ὄντως θάνατον φοβηθῇς , ὃς φυλάσσεται τοῖς κατακριθησομένοις εἰς τὸ πῦρ τὸ
7192203 ἱκετευω
κεν κεχολώσεται ὅν κεν ἵκωμαι , ” ἐπὶ δὲ τοῦ ἱκετεύω “ μή μιν ἐγὼ μὲν ἵκωμαι ἰών , ὁ
δοῦσι τίνα λόγον ἐρῶ , Λάχης ; γενοῦ γάρ , ἱκετεύω [ ς ' ] ἐγώ ? ? οἴμοι ,
7114660 ἀφαιρου
, ὅστις εἶ , μὴ πρὸς χάριν ἄκου ' , ἀφαιροῦ δὲ κολάκων παρρησίαν . . . Ζήνων δὲ ἔφη
ἔπειτα θύρσον τόνδε παράδος ἐκ χεροῖν . αὐτός μ ' ἀφαιροῦ : τόνδε Διονύσωι φορῶ . εἱρκταῖσί τ ' ἔνδον
7111391 εἰσενεγκῃς
' ἐκείνης οὐραῖον : τὰ δὲ λοιπὰ δόμον μηδ ' εἰσενέγκῃς . μνημονεύει τοῦ φάγρου καὶ Στράττις ἐν Λημνομέδᾳ :
πρὸς τοὺς πίστεως κεκοινωνηκότας . ” “ οὓς ἂν ἐράνους εἰσενέγκῃς , ” φησί , “ τοῖς γονεῦσιν , τοὺς
7089581 σωσον
τοῦ ἀνδρὸς παρουσίᾳ πρὸς τὸ εὐθυμότερον μετατεθεὶς ἀνέκραγον , „ σῶσον „ εἰπών , ” ὅστις εἶ , πρὸς θεοῦ
ἥκω δεῦρ ' ὑποστρέψας πάλιν λέξω : γυναῖκα τήνδε μοι σῶσον λαβών , ἕως ἂν ἵππους δεῦρο Θρηικίας ἄγων ἔλθω
7060401 προσιθι
πρὸς ἀλλήλους . Ὁπότε τοίνυν σοι δοκεῖ καλῶς ἔχειν , πρόσιθι πρὸς αὐτόν : καὶ πρῶτον μὲν οὕτω ποίει ὅπως
ἄν . Ἔσται ταῦτα , ὦ Φιλιάδη . πλὴν ἀλλὰ πρόσιθι , ὡς καὶ σὲ φιλοφρονήσωμαι τῇ δικέλλῃ . Ἄνθρωποι
7050019 φθονησῃς
οἱ καλοὶ καὶ τὸν οὐρανὸν οἰκεῖτε ὡς πόλιν . μὴ φθονήσῃς ἐραστοῦ σεαυτῷ δοῦναι μὲν ἀθανασίαν οὐκ ἔχοντος , τὴν
εἰπέ μοι : πόθεν ἔχεις ἐμοῦ παιδίου γνωρίσματα ; Μὴ φθονήσῃς μετὰ Δάφνιν εὑρεῖν τι κἀμέ . Κελεύσαντος δὲ τοῦ
7025437 προδῳς
τῆς ψυχῆς [ καὶ ] τῆς ἐμῆς δέσποτα , μὴ προδῷς ἑαυτὸν μηδὲ εἰς ὀργὴν ἐμβάλῃς βαρβαρικήν , συγκατάθου δὲ
] συνάθροισμα . ξυντέλεια ] τὸ πλῆθος τῶν θεῶν . προδῷς ] + τοῖς ἐχθροῖς . πυργώματα ] τοὺς πύργους
7016982 καμῃς
ᾤετο τὸν νεανίσκον ταὐτὸν ὑπολαμβάνειν στοργὴν καὶ φιλίαν . μὴ κάμῃς . ὡς πολλὰ ἐρωτήσας διεγείρων τὸν νεανίσκον προτρέπει μὴ
πολλὰ ἠρώτησε : διὸ τὸν νέον διεγείρων λέγει : μὴ κάμῃς . ταλασιουργίας . τῆς ξαντικῆς . ταλασιουργία δὲ ἢ
6955816 θητε
! ! ἐψόφηκεν : ἐπανάγω [ ] ! ην ? θῆτε : μηδὲν μηδέπω [ ] ! ον . ου
, ὦ παῖδες , ὅταν τελευτήσω , μήτε ἐν χρυσῷ θῆτε μήτε ἐν ἀργύρῳ μηδὲ ἐν ἄλλῳ μηδενί , ἀλλὰ
6935040 ὑπεριδῃς
τοῖς ἀξιολόγοις ἐγχειρίζεται . ΓΘ ἀλλὰ μὴ παρῇς : μὴ ὑπερίδῃς , μὴ ἀπώσῃ , μηδὲ παραπέμψῃ τοιοῦτον καιρὸν παραπεπτωκότα
, ἀλλὰ γυμναῖς ἤδη τῆς δρόσου ; καὶ μηδὲ τραγημάτων ὑπερίδῃς , εἴ τί σοι μεσπίλου μέλει καὶ Διὸς βαλάνων
6909837 ἀπολαυσῃς
τῆς σῆς ἀρετῆς , σὺ δὲ τῶν παρὰ ταύτης τιμῶν ἀπολαύσῃς , προθυμότερόν σοι παρεκελευσάμην . καὶ γὰρ οὐδ '
ζόφῳ . Σιώπα , ὦ Ἥλιε , μή τι κακὸν ἀπολαύσῃς τῶν λόγων . ἐγὼ δὲ παρὰ τὴν Σελήνην ἀπελθὼν
6855163 ἐκλυες
. πάντα γὰρ εὖ ᾔδησθ ' , ἐπεὶ ἐξ ἐμεῦ ἔκλυες αὐτῆς , ὡς τὸν ξεῖνον ἔμελλον ἐνὶ μεγάροισιν ἐμοῖσιν
' , αἴ ποκα κἀτέρωτα τᾶς ἔμας αὔδως ἀίοισα πήλυ ἔκλυες , πάτρος δὲ δόμον λίποισα , χρύσιον ἦλθες ἄρμ
6851519 παρωσας
πατρῷ ' ἀγάλματ ' ἐγκατοικιεῖ θεῶν . ἃ δή , παρώσας καὶ δάμαρτα καὶ τέκνα καὶ κτῆσιν ἄλλην ὀμπνίαν κειμηλίων
ἄφελε κατὰ τὸ ἄρθρον : ἔπειτα τὴν κεφαλὴν κατὰ φύσιν παρώσας , ὑπεξάγειν ἔξω τὴν κεφαλὴν τοῦ ἐμβρύου : τῷ
6802397 φανεντ
, μὴ θαύμαζε πρὸς τὸ λιπαρές , τέκν ' εἰ φανέντ ' ἄελπτα μηκύνω λόγον : ἐπίσταμαι γὰρ τήνδε τὴν
αὐτὸς ἐννέπων ὠθεῖν ἅπαντας τὸν ἀσεβῆ , τὸν ἐκ θεῶν φανέντ ' ἄναγνον καὶ γένους τοῦ Λαΐου . Τοιάνδ '
6799143 ἀντιαζω
τις εἶτα μηδὲ τοῦτ ' ἔχῃ λαβεῖν . Ἀλλ ' ἀντιάζω , πρὶν πανωλέθρους τὸ πᾶν ἡμᾶς τ ' ὀλέσθαι
† παρατόνους χέρας . ὑπάκουσον ἄκουσον , ὦ μᾶτερ , ἀντιάζω . ἐγώ ς ' ἐγώ , μᾶτερ , †
6789601 ἐπαιρε
ἂν ἐκμάθω εἴ τίς με λύειν τῆσδε κωλύσει χέρας . ἔπαιρε σαυτήν : ὡς ἐγὼ καίπερ τρέμων πλεκτὰς ἱμάντων στροφίδας
ἵνα καταισχύνωσιν αὐτὴν οἱ Ἕλληνες : ὀρθρεύου σὰν ψυχάν : ἔπαιρε τὴν σεαυτοῦ ψυχὴν , ὦ χορέ . ἀπὸ μεταφορᾶς
6783576 προδωις
? ? Ἀχιλλεῦ ? ? [ Ἕλλανα ⌋ ? μὴ προδῶις ? ? στρατόν ? ⌊ [ ] φιστονως [
, λίσσομαί σε : συγγόνωι δὲ σῶι τὴν εὐσέβειαν μὴ προδῶις τὴν σήν ποτε , χάριτας πονηρὰς κἀδίκους ὠνουμένη .
6782929 Θεανοι
καὶ πρὸς τοὺς δεομένους προσηνές ; εἰκάσθω οὖν καὶ αὐτὴ Θεανοῖ τε ἐκείνῃ τῇ Ἀντήνορος καὶ Ἀρήτῃ καὶ τῇ θυγατρὶ
γάρ . ἀφύας δὲ λεπτὰς τάσδε καὶ τὴν τρυγόνα χωρὶς Θεανοῖ δεῦρ ' ἔθηκ ' ἀντιρρόπους . πιθανώτατα ἐν τούτοις
6775200 στεναζε
ὄδυρμα γαῖά ς ' , ὦ τέκνον , δέξεται . στέναζε , μᾶτερ αἰαῖ . νεκρῶν ἴακχον . οἴμοι .
? ? [ θεᾶς δε ? [ ὤμοι : [ στέναζε [ αἰαῖ : [ διπλᾶ ? ? ? δ
6751826 ἐρρυσαμην
νυκτὶ Ἑκάβην ἀπάγχουσαν αὐτὸν καὶ λέγουσαν : οὐκ ἐγώ σε ἐρρυσάμην ἐκ τῶν χειρῶν τῶν Τρώων ; διὰ τί μὴ
' Αἰγύπτιον . ἰδὼν δ ' ἐρήμους καὶ παρόντα μηδένα ἐρρυσάμην ἀδελφόν , ὃν δ ' ἔκτειν ' ἐγώ ,
6751663 ἐλπιζε
α οὐκ ἀγορανομήσεις β οὐ κληρονομήσεις τὸν φίλον . μὴ ἔλπιζε γ ἕξεις ἐσχάτην καλήν , ὀλίγην δέ δ οὐχ
, ἄρτι δὲ οὔ ε οὐ πρεσβεύσεις μόνος . μὴ ἔλπιζε Ϛ οὐ φυγαδευθήσῃ . μὴ φοβοῦ ζ οὐ γενήσῃ
6751050 μελλε
: εἰ δὲ οἴει δεῖν ἅ φαμεν ποιεῖν , μὴ μέλλε πειθόμενος Αἰσχύλωι καὶ ἔτι πρότερον Ἡσιόδωι . . .
γὰρ ὅγε στήλην Ἀφαρηίου ἐξανέχουσαν τύμβου ἀναρρήξας ταχέως Μεσσήνιος Ἴδας μέλλε κασιγνήτοιο βαλεῖν σφετέροιο φονῆα : ἀλλὰ Ζεὺς ἐπάμυνε ,
6750553 δυσωνυμον
ὑπερβατὸν οὕτως : ὦ τέκνον ἐμὸν , μήποτε ὤφελε τὸ δυσώνυμον γένος Ἑρμιόνης ἀμφιβαλέσθαι κατὰ σοῦ Ἀίδην ἕνεκα λεχέων σου
ἐν ὑπερβατῷ : ὦ τέκνον ἐμὸν , μήποτε ὤφελε τὸ δυσώνυμον γένος Ἑρμιόνης Ἀίδαν ἀμφιβαλέσθαι ἐπὶ σοὶ καὶ ἐπὶ τοὺς
6744385 κοσμεις
λέξον μοι , τίνος ἐσσὶ μάκαιρα τὺ καὶ τίνα παίδων κοσμεῖς ; ἁ πυγὰ δ ' εἶπε : „ Μενεκράτεος
. καίτοι εἰ μὲν μηδεὶς ῥήτωρ ἐπιεικὴς , τί τοῦτον κοσμεῖς ; εἰ δ ' οὗτός γε σαφῶς δίκαιος ,
6743877 πρευμενως
ἐκέκτηντο καὶ μετὰ θάνατον ἔχουσιν . ἡμέτερον . † δέον πρευμενῶς εἰπεῖν , πρευμενεῖς εἶπε πρὸς τὸ χοάς : εἰ
χοὰς ] τὰς θυσίας αὐτῆς . πρευμενεῖς ] † ἤγουν πρευμενῶς . ἐγγὺς ] πλησίον . τάφου ] τοῦ .
6743069 οἰκτιρε
ἐμῶν οἴκτιρέ γ ' ἡμᾶς : οἰκτρὰ γὰρ πεπόνθαμεν . οἴκτιρε δῆτα σοῦ γε φύντας ἐκγόνους . Ἥρα τε βωμῶν
, πάτερ : ἰδὼν νεοσσοὺς τούσδ ' ἐφημένους τάφῳ , οἴκτιρε θῆλυν ἄρσενός θ ' ὁμοῦ γόον . καὶ μὴ
6740216 ἀνεχε
ὁδόν . δύναται δὲ πρὸς ἑαυτὴν λέγειν ἀντὶ τοῦ : ἄνεχε καὶ φέρε : ὦ Ὑμὴν Ὑμέναι ' : πρὸς
] ἐκ Τρῳάδων Εὐριπίδου . Γ Κασάνδρα φησίν : “ ἄνεχε , πάρεχε , φῶς φέρω , φλέγω , σέβω
6739105 καλυπτε
' ἐφηψάμαν ἅμα . δεινότατον παθέων ἔρεξα . λαβοῦ , κάλυπτε μέλεα ματέρος πέπλοις καὶ καθάρμοσον σφαγάς . φονέας ἔτικτες
, δαιόμενος Νύμφης κυανώπιδος Ὠκεανίνης : δήθυνεν δὲ πάγοισι , κάλυπτε δ ' ἐρίσπορον αἶαν οὔτι θέλων προλιπεῖν δυσέρωτα πόθον
6736470 κοινολεκτρον
] ἤγουν προιξίν . ἐν ἄγαγες ] ἤγουν ἠγάγου δάμαρτα κοινόλεκτρον Ἡσιόναν ] τὴν πιθὼν ] καταπείσας δάμαρτα ] γυναῖκα
κοινόλεκτρον Ἡσιόναν ] τὴν πιθὼν ] καταπείσας δάμαρτα ] γυναῖκα κοινόλεκτρον ] ποταπήν ; ὁμόκοιτον . στροφὴ κώλων λβʹ ἡμέτερον
6725556 σῳζου
, ἀπέδωκα κἀγὼ σοὶ πρόθυμ ' ἐς παῖδε σώ . σῴζου δὲ δὴ σύ , σφὼ δὲ τήνδε μητέρα ,
γὰρ ἔσχον νῦν ἐλεύθερον στόμα . Ξύμφημι κἀγώ : τοιγαροῦν σῴζου τόδε . Τί δρῶσα ; Οὗ μή ' στι
6724493 μελαμπυγου
μήτηρ αὐτοῖς παρῄνει μηδὲν ἄδικον ποιεῖν , ἵνα μή τινος μελαμπύγου τυχόντες δίκην δώσουσιν . Ἐφίσταται οὖν αὐτοῖς Ἡρακλῆς ,
δὲ θηρίων ὕβρις τε καὶ δίκη μέλει . μή τευ μελαμπύγου τύχηις . προύθηκε παισὶ δεῖπνον αἰηνὲς φέρων . πυρὸς
6719708 Καλλιανακτος
: μὴ ἀπόκρυπτε τὸ κοινὸν καὶ διάδηλον τοῖς πολλοῖς τοῦ Καλλιάνακτος γένος , ἀλλὰ ὕμνει . κοινὸν σπέρμα λέγει τὸ
ἀνελόμενος , Ἀνδροσθένης Λοχαίου . ἐπὶ δὲ τούτοις Εὐκλῆς ἀνάκειται Καλλιάνακτος , γένος μὲν Ῥόδιος , οἴκου δὲ τοῦ Διαγοριδῶν
6710691 προλιπειν
φοβῶνται μηδὲ φεύγωσιν , ἀλλὰ κἂν τὴν γῆν ἅπασαν δέῃ προλιπεῖν , κἂν τῶν σωμάτων αὐτῶν ἀποστῆναι , ῥᾳδίως ὑπομένωσιν
ὃς τότε κῆρας ἐπερχομένας σάφα εἰδὼς οὐκ ἔτλη Σπάρτης ἡγεμόνας προλιπεῖν . Γράψε Πολύγνωτος Θάσιος γένος , Ἀγλαοφῶντος υἱός ,
6706096 βουλησομαι
γύναι : ἐκ τῆσδε μὲν γῆς οὔ ς ' ἄγειν βουλήσομαι . ] ἐκ τῆσδε δ ' αὐτὴ γῆς ἀπαλλάσσου
αὖθις , ἔς τε τὸν φίλον τοσαῦθ ' ὑπουργῶν ὠφελεῖν βουλήσομαι , ὡς αἰὲν οὐ μενοῦντα : τοῖς πολλοῖσι γὰρ
6692297 Ἐρου
. Κἂν ἀπορῇς ἀνδρῶν , ἐπὶ τοὺς θεοὺς ἴθι . Ἔρου μὴ περὶ γῆς δῃουμένης , μήτε περὶ θαλάττης λῃστευομένης
, ἢ χρῆσιν πράξεως , οὐκ αὐθαίρετον τῷ ἔχοντι ; Ἔρου δὴ τὸν γεγαμηκότα : Τίνος εἵνεκεν γαμεῖς ; Παίδων
6689938 θυμω
καθ ' ὑπέρτερον ἇς ἔτι καὶ νύξ , [ ἐκ θυμῶ δέδεμαι : ὃ δέ μευ λόγον οὐδένα ποιεῖ ]
ΜΩ μὴ παραληγόμενα τῷ Ε περισπᾶται : κομῶ δαμῶ γαμῶ θυμῶ μιμῶ χραισμῶ κοσμῶ κοιμῶ οἱμῶ . Τὰ εἰς ΝΩ
6676798 στελλου
κέαρ . ἡ σή , Προμηθεῦ , συμφορὰ διδάσκαλος . στέλλου , κομίζου , σῷζε τὸν παρόντα νοῦν . ὁρμωμένῳ
λιπάνθη ἱδρῶτι , βλεφάρων δὲ γόος πέσεν οὐκ ἀθελήτῳ . στέλλου πλησάμενος θυμὸν Μούσης κατόχοιο , ᾗ τόνδ ' αἱρήσεις
6668565 Λιγγεα
ἔσχεν αὐτοῦ ἵμερος ] ἐπιθυμία , ἔρως ξύνευνον ] τὸν Λιγγέα ἀπαμβλυνθήσεται ] ἐξασθενήσει , μαλακισθήσεται ἐκ μεταφορᾶς τοῦ ξίφους
ὃς καὶ κτείνει αὐτόν . Πολυδεύκης δὲ διώκων αὐτοὺς τὸν Λιγγέα κτείνει δόρατι , ὑπὸ δὲ τοῦ Ἴδα στήλῃ λιθίνῃ
6667600 λυπου
σοι ἀπεκάλυψα . διὸ ? [ μὴ ] ἀνιῶ μηδὲ λυποῦ ? . ” πλεῖστα τοίνυν εἰσὶν ? [ ἅπερ
σου ἐπὶ τὸ κρεῖττον ζ βλαβήσῃ ὀλίγον : ἀλλὰ μὴ λυποῦ η οὐ γαμήσεις ἄρτι . περίμενον : συμφέρει γάρ
6666101 γεραιον
τε φίλην † ὑπὸ σειραίοις ποσὶν † ἕλκουσαν τέκνα καὶ γεραιὸν πατέρ ' Ἡρακλέους . δύστηνος ἐγώ , δακρύων ὡς
μᾶλλον δὲ μέρος τοῦ ἔπους οὔτε σχέτλιον καλεῖν ἀνεχόμενος οὔτε γεραιὸν προσειπεῖν καρτερῶν ὅνπερ εὐχόμην νέον ἰδεῖν . Ἥκει δὴ
6665417 ἀποδοτε
ἀγαθῷ , πολλάκις ὑμῖν εὐξαμένῳ δικαίως καὶ θύσαντι μεγαλοπρεπῶς : ἀπόδοτέ μοι τὴν ἀμοιβὴν τῆς εὐσεβείας συκοφαντουμένῳ : χρήσατέ μοι
' ἱκετεύω ὑμᾶς καὶ ἀντιβολῶ διὰ τοῦτον τὸν ἀγῶν ' ἀπόδοτέ μοι θάψαι εἰς τὰ πατρῷα μνήματα καὶ μή με
6658295 αἰτιω
ἀπροφάσιστον οὐκ εἰς μακρὰν ἐνδεξόμενος αὐτὸς τῇ κεφαλῇ : συγκομιδὴν αἰτιῶ καρπῶν καὶ τὰς εἰς τὴν ἡμετέραν ἄφιξιν παρασκευάς :
οὐχ ὡς ἔδει ἐσκεύασται , μὴ ἐμὲ ἀλλὰ τὴν δέσποιναν αἰτιῶ . „ καὶ ὁ Ξάνθος : ” εἰ πρὸς
6656299 Ὁσια
ἐπιφανὴς εἰς πανήγυριν , ἔνθα Ἁρμοδίου καὶ Ἀριστογείτονος εἰκόνες . Ὅσια . τὰ ἰδιωτικὰ καὶ μὴ ἱερά . Ὀσταφίδα οὐχ
ἀλλὰ θαυμάζων αὐτήν . Ὁσία , κλυτὰν χέρα ] * Ὅσια δὲ τὰν χέρα γράφε : οὕτω γὰρ ἔχει πρὸς
6655447 σκωπτε
τί δαί σε Τλημπόλεμός ποτ ' εἴργασται κακόν ; μὴ σκῶπτέ μ ' , ὦ τᾶν , ἀλλά μοι τὰ
' ἀνδρός ; Ἀπαπαῖ . Ξυνεγένου τῷ Κλεισθένει ; Μὴ σκῶπτέ μ ' , ὦδέλφ ' : οὐ γὰρ ἀλλ
6638244 εὐιππου
Θήρῃ , ” τοτὲ δὲ τῆς Θήρας μνησθείς ” μήτηρ εὐίππου πατρίδος ἡμετέρης „ . „ ἔστι δὲ μακρὰ ἡ
τοῦ σώματος ἐπαρκοῦμεν , ὅταν ὦμεν ἀνώδυνοι . τὸν μὲν εὐίππου θυγάτηρ : τὸν Ἀσκληπιὸν οἱ μὲν Ἀρσινόης , οἱ
6635914 ἀτιμασῃς
ῥύου με κἀκφύλασσε : μηδέ μου κάρα τὸ δυσπρόσοπτον εἰσορῶν ἀτιμάσῃς . Ἥκω γὰρ ἱερὸς εὐσεβής τε καὶ φέρων ὄνησιν
] ὀνειδίσῃς . , λοιδορίαν εἴπῃς , ὑβρίσῃς . , ἀτιμάσῃς . τρυγοδαίμονες ] τραγικοί , οἱ κωμικοὶ ποιηταί ,
6635130 κτενεις
κατθανεῖν ἐρᾶν ἔοικας . κτεῖνε : σύγγονον δὲ σὴν οὐ κτενεῖς ἡμῶν ἑκόντων ἀλλ ' ἔμ ' : ὡς πρὸ
σύνεσις . ἀλλὰ βαῖν ' ἔσω δόμων . οὐκ ἄρα κτενεῖς μ ' ; ἀφεῖσαι . καλὸν ἔπος λέγεις τόδε
6630381 κισηροειδη
διάπυρον . . . Θαλῆς δὲ γεώδη . . . κισηροειδῆ δὲ Διογένης . . . ὁ δὲ Ἀριστοτέλης σφαῖραν
Αἰγὸς ποταμοῖς πυροειδῶς κατενεχθέντα ἀστέρα πέτρινον . , Δ . κισηροειδῆ τὸν ἥλιον , εἰς ὃν ἀπὸ τοῦ αἰθέρος ἀκτῖνες
6627031 προσφθογγον
] θρηνητὸς τῇ γέννῃ . ἀντὶ τοῦ δυστυχῶς γεννηθείς . πρόσφθογγον ] προσφώνησίν σοι τοῦ νόστου πέμψω , τὴν κακοφάτιδα
βʹ ἑφθημιμερῆ , τὸ δὲ γʹ δίμετρον ἐκ προκελευσματικοῦ . πρόσφθογγον ] τὸ αʹ ἑφθημιμερὲς , τὰ Ϛʹ δὲ μονόμετρα
6624240 λυσον
αὐτῇ προςῆκεν ἐπιθεῖναι τὸ ξίφος : εἶτα μετὰ τὴν μετάληψιν λῦσον εὐθὺς τὴν ἀπὸ τοῦ νόμου διάνοιαν : οἷον ,
εἴτε δειλίᾳ καὶ τῷ φοβεῖσθαι μὴ πάλιν ἐλθὼν ἀπέλθῃ , λῦσον τὸν φόβον καὶ τὸ ταχέως προσέστω . πάντως καὶ
6616089 κατακτανων
ἀναίδειαν , γέρον , ἀλλ ' εὐλάβειαν : οἶδα γὰρ κατακτανὼν Κρέοντα πατέρα τῆσδε καὶ θρόνους ἔχων . οὔκουν τραφέντων
ὑπ ' αὐτοῦ . ἔθανες ] ὦ Ἐτέοκλες . θ κατακτανὼν ] φονεύσας . κατακτανὼν ] τὸν Πολυνείκην . ἔκτανες
6614602 ἐμωι
ὦ ἄνδρες δικασταὶ ? ? τῷ τε πατρὶ [ τῶι ἐμῶι καὶ τοῖς ἄλλοις ἐπιτηδείοις ] ἔλεγεν [ , ὡς
' ἄλλον ἄνδρα σωφρονέστερον ὄψεσθε , κεἰ μὴ ταῦτ ' ἐμῶι δοκεῖ πατρί . ἦ μέγα μοι τὰ θεῶν μελεδήμαθ
6611044 τρεσηις
τῶιδε , τἄλλα γ ' εὐτυχῶς πεπραγότες . μή νυν τρέσηις ἔτ ' ἐχθρὸν Ἀργείων δόρυ : ἐγὼ γὰρ αὐτὴ
χρήσωνται τύχηι ; οἵδ ' οὐ προδώσουσίν σε , μὴ τρέσηις , ξένοι . τοσόνδε γάρ τοι θάρσος , οὐδὲν
6606062 πειθε
οὐ καλὸν νόμον παλαιὸν βοηθοῦντα ῥήτορσιν ἐπὶ τῆς ἀρχῆς λυθῆναι πεῖθε τῶν πολιτευομένων τοὺς θρασυτέρους ὡς οὐ πάντα αὐτοῖς ἐξέσται
τοῖς ἀθυμοτέροις τὰ πένθη , εἰ δὲ ὑπομείναιμι ἁπτόμενον , πεῖθε καὶ Δάμιν ζῆν τέ με καὶ μὴ ἀποβεβληκέναι τὸ
6604376 Δωσεις
ἄκραν . Εἴληφά σε , ὦ κατάρατε . Συκοφαντεῖς . Δώσεις ποτὲ ἤδη τὴν δίκην . Ἐξελέγξω σε δεινὰ εἰργασμένον
Ναὶ ναί , γρᾴδιον , ἐμοὶ κάρισο σὺ τοῦτο . Δώσεις οὖν δραχμήν ; Ναί , ναίκι , δῶσι .
6601193 ἐκφανῃς
οὐκ ἀνεξ ! ! ! [ ὀργῆς ἕκατι κρυπτὰ μὴ ἐκφάνῃς φίλου . φιλῶ τὰ γράμματα μισ [ χάρις ἐπὶ
αὐτὸν ἐχθρὸν γενόμενον . } Ὀργῆς χάριν τὰ κρυπτὰ μὴ ἐκφάνῃς φίλου . † ἔλπιζε γὰρ αὐτὸν πάλιν γενέσθαι φίλον
6600628 πεισθω
] ] πεισθήσομαι , βούλει ἵνα πεισθῶ , ὑπακούω , πεισθῶ , ἀκούσαιμι . . ἔκστρεψον ] μετάλλαξον . ἔκστρεψον
εἶπον ὑπόπτερον τοῦτον ἢ αὐτὸν ἀργεῖν ἢ ἑτέρους ἐθίζειν ἐγὼ πεισθῶ ; οὐκ ἄρ ' ἐπίστασθαι δόξω τῶν πραγμάτων οὐδὲν
6600385 ποιησητε
: μὴ οὐ δίκαιοι , ἀλλ ' ἑτεραλκέα τὴν νίκην ποιήσητε φ ʃ μὴ οὐκ ἴσοι . τεκμαιρόμενοι : ἡμεῖς
λαβεῖν τὰς παρ ' αὐτῶν ἀποκρίσεις . ἐὰν γὰρ ταῦτα ποιήσητε , δυεῖν ὧν βούλεσθε ὑπάρξει θάτερον ὑμῖν : ἢ
6598130 χαλκοπαραον
. ἄνδρα δ ' ἐγὼ κεῖνον αἰνῆσαι μενοινῶν ἔλπομαι μὴ χαλκοπάραον ἄκονθ ' ὡσείτ ' ἀγῶνος βαλεῖν ἔξω παλάμᾳ δονέων
πάτραθε Σώγενες , ἀπομνύω μὴ τέρμα προβαὶς ἄκονθ ' ὥτε χαλκοπάραον ὄρσαι θοὰν γλῶσσαν , ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ
6597013 προστιθης
μαντικῆς . καὶ μὴν ὅτι καὶ διὰ τῶν ἄλλων σημείων προστίθης αὐτός . τοῦτο δ ' ὅταν προσθῇς , ἅπασαν
κεἰ κρατεῖς , σπουδὴν ἔχειν . ἐπεὶ δ ' ἀνάγκην προστίθης ἡμῖν θανεῖν , στέργειν ἀνάγκη : δραστέον δ '
6589430 λαβηις
τὸν δὲ κακὸν κινεῖν , ἔστ ' ἂν ἐς ὀρθὰ λάβηις . Τοὶ κακοὶ οὐ πάντες κακοὶ ἐκ γαστρὸς γεγόνασιν
ἦκε , Μητροῖ , πρός με τῆι ἐνάτηι πάντως ὄκως λάβηις καρκίνια : τὴν γὰρ οὖν βαίτην θάλπουσαν εὖ δεῖ
6588993 βοατιν
καὶ φωνὴν τάλαιναν καὶ τληπαθῆ , δυσβάϋκτον καὶ θρηνητικὴν , βοᾶτιν καὶ βοητικήν . . τεῖνε ] εἰς ὕψος αἶρε
τοῦ οὐρανοῦ βόησον τὰ ἄχη . δυσβάϋκτον ] θρηνητικήν . βοᾶτιν ] βοητικήν . ἀναύδων ] τῶν ἰχθύων . τᾶς
6578814 ἀποχαλα
: ἀπόκλειε , ἔφελκε . ὅθεν “ ἰλλάσιν ” . ἀποχάλα ] ἐνδίδου καὶ ἐπάφιε . ζωΰφιον , ᾧ χρῶνται
πῶς . ὅπως ] πῶς . εἷλε ] στρέφε . ἀποχάλα ] ἀφίει . λινόδετον ] ἐν λίνῳ δεδεμένην .
6578025 υσα
[ ] [ ] ! ! [ ] [ ] υσα [ ] [ ] [ ] [ ] !
μελαμφαρέος [ Πλούτωνος ] ? οἰκήτωρ ? [ [ ] υσα ? τὸν μ [ [ ] ! ιας οδυ
6575491 ἐκθαμνισητε
πανώλεθρον ] παντελῶς ἠφανισμένη . πανώλεθρον ] παντελῶς ὀλεθρευθεῖσαν . ἐκθαμνίσητε : δίκην θάμνου ἐκριζώσητε . θάμνος γάρ ἐστιν εἶδος
πολὺ πῦρ ἐξικμάζον τὴν συνεκτικὴν τῶν λεπτῶν θάμνων ὑγρότητα . ἐκθαμνίσητε ] ἐκριζώσητε . Ξ ἐκθαμνίσητε ] ἐκσπάσητε . θ
6573795 λισσομαι
Ἀλκαίου δέξαι με κωμάζοντα , δέξαι , λίσσομαί σε , λίσσομαι . Καταληκτικὸν δὲ δίμετρον τὸ καλούμενον Ἀνακρεόντειον οἷον ὁ
. , : Ἡρακλείδης δὲ ἀγνοεῖν φησι πολλοὺς ὅτι τὸ λίσσομαι κοινολεκτούμενον Ἀτθίδι διαλέκτῳ γέγονε λίττομαι , παρέσει δὲ τοῦ
6573363 ταιδε
Γᾶ τροφός , κτήσαντο : πέμπε πυρφόρους θεάς , ἄμυνε τᾶιδε γᾶι : πάντα δ ' εὐπετῆ θεοῖς . [
πόθι φέρω , τέκνον ; τᾶιδε τᾶιδε βᾶθί μοι , τᾶιδε τᾶιδε πόδα τίθει , ὥστ ' ὄνειρον ἰσχύν .
6573353 αἰτου
τὸ αἴτης ὁ πτωχός : ἡ διὰ βίας αἱρεθεῖσα τοῦ αἴτου . τὰν βαίταν : τὴν μηλωτήν : ἡ διὰ
τὸ αἴτης ὁ πτωχός : ἡ διὰ βίας αἱρεθεῖσα τοῦ αἴτου . τὰν βαίταν : τὴν μηλωτήν : ἡ διὰ
6572899 ὀμοσσαι
' ἐδίδασκεν Ἀκειρεκόμης ἀγορεύειν μαντοσύνας , μέγαν ὅρκον ἐκέκλετο πρῶτον ὀμόσσαι , ψευδέα μήποτε μῦθον ἐνισπεῖν ἀνθρώποισι . τοὔνεκεν ἀτρεκέως
εὐέανος Δημήτηρ , ἅς κε μέγα βλαφθείς τις ἑκὼν ἐπίορκον ὀμόσσαι † δυσμενέων † , μηδέν σε χερειότερον φρεσὶν ᾗσι
6568076 ἁψομαι
τις μόνον οὕτως αὐτῷ κατεσκευάσθαι τὸν λόγον , ἑτέρου πάλιν ἅψομαι τοῦ πάνυ ἡρμηνεῦσθαι δαιμονίως δοκοῦντος , τοῦ ὑπὲρ Κτησιφῶντος
? γοῦν ? : ἀγχόνην ? ? ? ἄρ ' ἅψομαι δυσπραξίας ] τεμοῦσα ? ? ? κωλυτήριον ἄκεσμ '
6568069 τοιοισιν
πανέξοχον ἐφράσσαντο ἴδμονες ἱπποδρόμων καὶ βουκολίων ἐπίουροι , εἴδεσιν ὃς τοίοισιν ὅλον δέμας ἐστεφάνωται : βαιὸν ὑπὲρ δειρῆφι μετήορον ὕψι
αὖθι μένοντες , εἰ μὴ ἀολλίσσας ἑτάρους ἀπάνευθε γυναικῶν Ἡρακλέης τοίοισιν ἐνιπτάζων μετέειπεν : “ Δαιμόνιοι , πάτρης ἐμφύλιον αἷμ
6565362 συγγονε
περὶ σφυρά μου δέματ ? ' ἐβάλετε ; ἐμέ , σύγγονε βάρβαρε , παρακαλεῖς ; ἱκέτις , τροφέ , ναί
; ἐκ κυμάτων γὰρ αὖθις αὖ γαλήν ' ὁρῶ . σύγγονε , τί κλαίεις κρᾶτα θεῖς ' ἔσω πέπλων ;
6560380 Ψαυμι
, ᾄδων . αἰτήσω σέ , φησιν , ὦ Ὀλυμπιόνικε Ψαῦμι , καὶ σὲ τοῖς ἵπποις ἐπιτερπόμενον εὔθυμον ἔχειν γῆρας
ἵπποις ἐπιτερπόμενον φέρειν γῆρας : εὔθυμον ἐς τελευτάν υἱῶν , Ψαῦμι , παρισταμένων . ὑγίεντα δ ' εἴ τις ὄλβον
6558489 θρηνητικην
τὸ ἰὼ [ καὶ ] ἰώ : ἰήιον μέλος : θρηνητικὴν βοήν . ἐπὶ μὲν θρήνων ψιλοῦται , ἐπὶ δὲ
θέρους θρηνεῖν αὐτόν . τὸν δὲ Μαριανδυνὸν αὐξῆσαι μάλιστα τὴν θρηνητικὴν αὐλῳδίαν , καὶ διδάξαι ταύτην Ὕαγνιν τὸν Μαρσύου πατέρα
6558404 ἐξερχομαι
; ἂν μέτριον , μενῶ : ἂν λίαν πολύν , ἐξέρχομαι . τούτου γὰρ μεμνῆσθαι καὶ κρατεῖν , ὅτι ἡ
δῷς , ἀλλ ' ἀπόδος . καὶ δὴ φέρους ' ἐξέρχομαι . Ῥύγχος φορῶν ὕειον ᾐσθόμην τότε . Παραγεύσεταί σοι
6557964 ὠπασας
τί δὴ χρυσοῦ μὲν ὃς κίβδηλος ἦι τεκμήρι ' ἀνθρώποισιν ὤπασας σαφῆ , ἀνδρῶν δ ' ὅτωι χρὴ τὸν κακὸν
δῶκας δὲ πυρὸς δριμεῖαν ἐρωήν , δεξιτερῇ δὲ φέρειν ἀδαμάντινον ὤπασας ἆορ . οὐ παῖδας τήρησε φίλους γλυκεροῖσι τοκεῦσιν ,
6557954 κατοκνει
αὐτὸς συνδραμὼν τῷ ' μῷ σκοπῷ [ καὶ ] μὴ κατόκνει συγκροτεῖν ξένους [ ] ποτέ . [ ἁγίως ]
δοῦναι Τεύκρῳ προστέταχα . κἂν ἄλλου του δέῃ , μὴ κατόκνει γράφειν : οὐδὲν γὰρ οὕτως ἔσται μέγα τῶν αἰτημάτων
6556197 χεσειν
ἐνταῦθα , ἐν αὐτῷ τῷ τόπῳ . κακκᾶν ] τὸ χέσειν : ἤγουν ἐνταῦθα ἔχεσα . πηδᾶν ] κινεῖσθαι .
' ] καὶ κράζοντα , φωνοῦντα . χεζητιῴην ] ὀρέγομαι χέσειν , ἐπιθυμῶ . βούλομαι χέσαι . , χέσαι θέλω
6549505 ηὐφρανας
λαβών ; ὁ ἐπαγγειλάμενος ἀπε - κρίνατο οἷς με σὺ ηὔφρανας λόγοις , τοῖς αὐτοῖς κἀγώ σε : ὁποιαοῦν δέδωκας
: ὅσον τόδε διαφέρει , τοσοῦτον καὶ σὺ φανεὶς ἐμὲ ηὔφρανας , ὥστε καλλίων εἶ παρὼν ἢ ἀπών . τόσσον
6548886 τεισει
: ὅν ποθ ' ὁ κτείνας χρόνωι δόλιος Ὀδυσσεὺς ἀξίαν τείσει δίκην . ἰαλέμωι αὐθιγενεῖ τέκνον ς ' ὀλοφύρομαι ,
ἀνδρὸς Ἕλληνος λόγοις πεισθεῖς ' , ὃς ἡμῖν σὺν θεῶι τείσει δίκην . οὔτ ' ἐξ ἐμοῦ γὰρ παῖδας ὄψεταί
6544913 πατρωιαι
ὦ τεκοῦσα , καὶ σύ , σύγγονε , ἐν γῆι πατρώιαι , καὶ πόλιν θυμουμένην παρηγορεῖτον , ὡς τοσόνδε γοῦν
: . . . . δημιουργὸν γὰρ γενέσθαι τὸν Σωκράτην πατρώιαι τέχνηι χρώμενον τῆι λατυπικῆι Ἀριστόξενος ἱστορεῖ : καὶ Τίμαιος
6543424 εἰσελθε
τότε διὰ ἀλειμμάτων , διὰ ἀρωμάτων παραμυθοῦ αὐτὴν , καὶ εἴσελθε κρατῶν εὐώδεις βοτάνας , καὶ μάλιστα εἰ χαίρει ὁ
λεγόμενον καὶ παραχαραττόμενον , ὡς τὸ παρὰ Μενάνδρῳ ἐν Μισουμένῳ εἴσελθε κἂν νῦν , ὦ μακάριε . οὐχ ἥκιστα ]
6543031 Πηνελοπειης
Πηνελόπεια . τῶ σε πόδας νίψω ἅμα τ ' αὐτῆς Πηνελοπείης καὶ σέθεν εἵνεκ ' , ἐπεί μοι ὀρώρεται ἔνδοθι
[ ! ! ἀθλήματα ] ? ? ? ? [ Πηνελοπείης ] ? . μὴ σύ γ ' ἄπιστος ἔῃς
6542652 ἐκβαλ
λόγον : Ὀδόντας καὶ ὄνυχάς σου κόρη δείδει : λοιπὸν ἔκβαλ ' ὀδόντας καὶ λήψει τήνδε : τίλλε γοῦν τοὺς
θυμοπλη - θὴς δορίμαργος ἄτα φερέτω : κακοῦ δ ' ἔκβαλ ' ἔρωτος ἀρχάν . ἐπεὶ τὸ πρᾶγμα κάρτ '
6541335 ἠριστηκοτας
' εἴσιθι : μὴ μέλλε , χώρει : δεῖ γὰρ ἠριστηκότας πάσχειν , ἐάν τι καὶ παθεῖν ἡμᾶς δέῃ .
' εἴσιθι : μὴ μέλλε , χώρει : δεῖ γὰρ ἠριστηκότας πάσχειν , ἐάν τι καὶ παθεῖν ἡμᾶς δέῃ .
6535370 ὁμοζυγον
θυσίας ἃς ἐμοὶ ἔθυσεν ἱλαστηρίους ἐδεξάμην . . ἄκοιτιν ] ὁμόζυγον . . ταρβῶ ] ἐκπλήττομαι . . πρευμενὴς ]
μόνον τὸ πρὸς ἀντιδιαστολὴν τοῦ ὁμοζύγου : τὸ γὰρ ὄνομα ὁμόζυγον τοῦ ὁρισμοῦ , διὸ καὶ ἀνθορίζονται : ὄνομα γάρ
6530577 Ὑπερμνηστρα
δὲ ἐξ Εὐρυθέμιδος τῆς Κλεοβοίας ἐγένοντο θυγατέρες μὲν Ἀλθαία Λήδα Ὑπερμνήστρα , ἄρρενες δὲ Ἴφικλος Εὔιππος Πλήξιππος Εὐρύπυλος . Πορθάονος
οὗ Λιβύη : ἧς Βῆλος : οὗ Δαναός : οὗ Ὑπερμνήστρα , ἡ μὴ κτείνασα τὸν ὁμόζυγον : ἧς Ἄβας
6528092 Ῥαδαμανθυ
πάρεισι καὶ περιστάντες ἄγχουσιν αὐτόν . οὗτοι πάντες , ὦ Ῥαδάμανθυ , πρὸς τοῦ ἀλιτηρίου τεθνᾶσιν , οἱ μὲν γυναικῶν
δέ , ὦ Ἑρμῆ , κήρυττε καὶ προσκάλει . Ὦ Ῥαδάμανθυ , πρὸς τοῦ πατρὸς ἐμὲ πρῶτον ἐπίσκεψαι παραγαγών .
6523707 εἰσιθι
λιμὸν ἐκκαλουμένη . * * * * ὥστε γ ' εἴσιθι : μὴ μέλλε , χώρει : δεῖ γὰρ ἠριστηκότας
πᾶν ἀγάλλεται , δείπνου προφήτην λιμὸν ἐκκαλουμένη . ὥστ ' εἴσιθι : μὴ μέλλε , χώρει . δεῖ γὰρ ἠριστηκότας
6519656 γαμηθηναι
καὶ εἰς διαφόρους ἰδέας μετέβαλλεν ἑαυτῆς τὴν φύσιν μὴ βουλομένη γαμηθῆναι τῷ Πηλεῖ , καὶ Ὅμηρος μαρτυρεῖ : ἐκ μέν
Ἔφορος δὲ Μέροπος αὐτὴν γενεαλογεῖ καὶ πρώτην Ἀλεξάνδρῳ τῷ Πριάμου γαμηθῆναι . Ἡρόδοτος δὲ καὶ ἰάζων Ἀρίσβαν καλεῖ ἐν πρώτῃ
6515903 βουκολεις
κἀγὼ , τὸν αὐτὸν ἄρ ' , ἔφην , ἐμοὶ βουκολεῖς , ὥστ ' εἰ νικῴη μ ' , οὐκ
ἐγώ . πῶς λέγεις ; ὥσπερ πέπρακται . μή με βουκολεῖς ὅρα . οὗ λαβεῖν ἔλεγχόν ἐστι ; καὶ τί
6514638 Ἐποιησε
γὰρ ὁ αὐτὸς Σέλευκος ἀπὸ Πέλλης τῆς πόλεως Μακεδονίας . Ἐποίησε δὲ θυσίαν ταῦρον καὶ τράγον : καὶ ἐλθὼν πάλιν
πρῶτον αὐτὸν εἰπεῖν ἀκατάληπτα εἶναι τὰ πάντα , πλανώμενος . Ἐποίησε δὲ καὶ Κολοφῶνος κτίσιν καὶ τὸν εἰς Ἐλέαν τῆς
6513827 νται
. . . . [ ] ! [ [ ] νται κα ? [ [ ] ! την ψ [
[ ! ] [ ! ! ! ! ! ] νται ? , καὶ [ ] [ οἵτινες ] ?
6511498 χαλατε
ἀλλ ' ἀνοίξατε ὅπως τάχιστα , καὶ γυναικείους πύλας μοχλοῖς χαλᾶτε : καὶ μάλ ' ἡβῶντος δὲ δεῖ οὐχ ὥστ
' ἕδρας ἡ Τυνδαρὶς παῖς ἐκπεπόρθμευται χθονός . ὠή , χαλᾶτε κλῆιθρα , λύεθ ' ἱππικὰς φάτνας , ὀπαδοί ,
6509254 εὐεργετουντα
ἀδικοῖντο , καὶ τιμὰς περιάπτειν αὐτοῖς : τούτοις δ ' εὐεργετοῦντα ὑπερβάλλειν αὐτὸν οὐδέν ' ἂν ἡγεῖτο δύνασθαι . πρὸς
τὴν οἰκουμένην , ἐξημεροῦντα μὲν τὴν χώραν ταῖς φυτείαις , εὐεργετοῦντα δὲ τοὺς λαοὺς μεγάλαις τιμαῖς καὶ χάρισι πρὸς τὸν
6509181 ἐγγυησασθαι
τινι , προὐκαλεῖτο πάντας εἰς ἅμιλλαν δρόμου τοὺς θέλοντας αὐτὴν ἐγγυήσασθαι , θαῤῥῶν τῷ αὐτοῦ ἅρματι ταχυτάτῳ ὄντι καὶ μηδένα
, ἀλλὰ μάρτυρά μοί φημι τὸν νόμον εἶναι τοῦ μὴ ἐγγυήσασθαι καὶ αὐτὸν τοῦτον : ἐδεδίκαστο γὰρ ἄν μοι τῆς
6506498 χαλεπαινε
χαλεπαίνεις ; μέχρι δ ' ἂν ταῦτα θαυμάζῃς , σεαυτῷ χαλέπαινε μᾶλλον ἢ ἐκείνοις . σκόπει γάρ : ἔχεις καλὰ
ναιομένην ἀπένεικας νόσφι φίλων πάντων . ὃ δ ' ἐπεγρόμενος χαλέπαινε ῥιπτάζων κατὰ δῶμα θεούς , ἐμὲ δ ' ἔξοχα
6502072 διαφθειρητε
, οἰκτίρατ ' αὐτόν , ὦ πάτερ , καὶ μὴ διαφθείρητε . ποῦ τὰ παιδία ; ἀναβαίνετ ' , ὦ
ὑμῖν , ὦ ἄνδρες , οὕτως : ἐάν με νυνὶ διαφθείρητε , οὐκ ἔστιν ὑμῖν ἔτι λοιπὸς τοῦ γένους τοῦ
6501368 ἀθυμω
! ] ? . μηθαμῶς . οὐκ οἶδ ' : ἀθυμῶ καὶ δέδοιχ ' ὑπερβολῆι . εἰκός τι πάσχειν .
τοι πρὸς ς ' ἀποσκοποῦς ' , ἄναξ . Δεινῶς ἀθυμῶ μὴ βλέπων ὁ μάντις ᾖ . Δείξεις δὲ μᾶλλον

Back