ἐχέτω μαστούς , τὰ δὲ δίκτυα δακτυλίους , τοὺς δὲ περιδρόμους ἀπὸ στροφείων . αἱ δὲ σχαλίδες αἱ μὲν τῶν
τε τὰ δίκτυα καὶ πάλιν ἀναλύεται . δεῖ δὲ τοὺς περιδρόμους ἀναμμάτους εἶναι , φησὶν ὁ Ξενοφῶν , ἵνα εὔτροχοι
6059424 καβαλλαριους
μὴ προκατοπτεύηται τοῖς ἐχθροῖς πρὸ τῆς συμβολῆς , δυνατὸν τοὺς καβαλλαρίους ἀραιοτέρους προτετάχθαι τῆς πεζικῆς φάλαγγος , μέχρις οὗ ἐγγίσωσιν
' ὀλίγον ἄχρι ἑνὸς μιλίου ἐκτεταμένοι , δυνατόν ἐστι καὶ καβαλλαρίους πεζεύειν ἐν αὐτοῖς ἀσφαλῶς . Στενοὺς δὲ καὶ δυσκόλους
6034076 στερεους
ἄκρως ὑγρούς , στενούς , ὀρθούς , τοὺς δὲ ὄπισθεν στερεούς , πλατεῖς , πάντας δὲ οὐδενὸς τραχέος φροντίζοντας ,
καὶ ἐπιπέδους ἀπὸ τριγώνου μέχρις ἀπείρου , ἔτι μὴν καὶ στερεούς , ὡς ἑξῆς δειχθήσεται , κατὰ πᾶν εἶδος στερεοῦ
5923191 σανιδων
ἧς ἐστιν εὐπορία : διόπερ οὐ συνάγουσι τὰς ἁρμονίας τῶν σανίδων , ἀλλ ' ἀραιώματα καταλείπουσι : ταῦτα δὲ βρύοις
δ ' ἐπὶ τῶν λέμβων χελῶναι κατασκευάζονται περιφερεῖς ἄνωθεν ἐκ σανίδων ἰσχυρῶν συμπηγνύμεναι , ὑπόφαυσιν κάτωθεν ἔχουσαι , ὅθεν οἱ
5904477 σιδηρους
† λεία οὖσα τὸ σχῆμα ἢ ἐκ τῆς ἕδρας τροχοὺς σιδηροῦς ἔχουσα † ἵνα , ὅταν τίθηται , ἐμπηγνύηται τῇ
μεμελετήκεσαν , ἐς τριακοσίους τὸν ἀριθμόν , καὶ πασσάλους μικροὺς σιδηροῦς , οἷς αἱ σκηναὶ καταπεπήγεσαν αὐτοῖς , παρασκευάσαντες ,
5819357 πηχεις
χώρας . Ὁ δὲ μέγιστος αὐτῷ πύργος τὸ μῆκος εἶχε πήχεις ρκ , τὸ δὲ πλάτος εἶχε πήχεις κγ ⊂
ἐν κύκλῳ ξύλα ἱστᾶσιν ἔτι χλωρὰ καὶ ἐς ἑκκαίδεκα ἕκαστον πήχεις : ἐντὸς δὲ ἐπὶ τοῦ βωμοῦ τὰ αὐότατά σφισι
5817940 καλωδιοις
. Οἱ ἱστοὶ δὲ οὗτοι ἐκ τῶν παραστατῶν καὶ ἐπιζυγίδων καλωδίοις προσδεδεμένοις ἀποτεινέσθωσαν . [ ἡ δὲ καταγραφὴ εἰς τὴν
πού τι τῆς χώρας ἔρημον χιόνος ὑποφαίνοιτο , καὶ τούτους καλωδίοις ἐκ λίνου ἰσχυροῖς ἐκδήσαντες τῆς νυκτὸς προὐχώρουν κατὰ τὸ
5804415 ἀκοντιστας
δὲ καὶ οἱ Γελῷοι ναυτικόν τε ἐς πέντε ναῦς καὶ ἀκοντιστὰς τετρακοσίους καὶ ἱππέας διακοσίους . σχεδὸν γάρ τι ἤδη
ἔχωσιν ἀποχρῆσθαι τῇ τῆς ἱππικῆς ἐπιστήμῃ . Ψιλοὺς δέ , ἀκοντιστὰς καὶ τοξότας καὶ σφενδονήτας , πρώτους πρὸ τῆς φάλαγγος
5745864 ἑκατερωθεν
νευρώδης φανήσεται , ἅτε τοῦ μὲν αἵματος ἐκθλιβομένου εἰς τὰ ἑκατέρωθεν , μόνου δὲ τοῦ χιτῶνος ἐν τῇ περιτάσει καταλειπομένου
αὐτοῦ ἰσημερινοῦ σημείου , τάς τε τοῦ ὁρίζοντος περιφερείας ἴσας ἑκατέρωθεν τοῦ ἰσημερινοῦ ποιεῖν καὶ τῶν νυχθημέρων ἐναλλὰξ ἴσα τὰ
5726854 τεταγμενους
, οὗτός ἐστιν ὁ μάλιστα ἐς πυκνότητα τοὺς πρὸ ἑαυτοῦ τεταγμένους ξυνάγων , ὃ τὴν πᾶσαν ἰσχὺν τῷ συντάγματι τούτῳ
' ὑστεραίᾳ ἧκον οἱ Ἀργεῖοι πασσυδίᾳ βοηθοῦντες : καὶ εὑρόντες τεταγμένους Λακεδαιμονίους μὲν ἐπὶ τῷ δεξιῷ ἑαυτῶν , Σικυωνίους δὲ
5686012 σιδηραις
ἀγκίστρωι μεγάλωι , ἔριφον ἢ ἄρνα ἐνδησάντων , καὶ ἁλύσεσι σιδηραῖς ἐναρμοσάντων . ἀγρεύσαντες δὲ τριάκοντα ἡμέρας κρεμῶσιν αὐτόν ,
οὖσα , ὅπου ῥοαὶ χύνονται ποταμοῦ θεοῦ Εὐφράτου . στήλαις σιδηραῖς κεχαραγμένα γράμματα ταῦτα , ὅσα πρὶν ἐχάραξα καὶ μέλλοντα
5663636 λοβους
αὐτοῦ προστίθεται τῷ ἰνίῳ , ἔπειτα ἀπάγονται δύο λοξαὶ ὑπὸ λοβοὺς ὤτων κατὰ τῶν ὀφθαλμῶν ὡς ἐπὶ τὸ βρέγμα ,
μετὰ τῶν ἀπὸ τῆς καρδίας ἀγγείων εἰς ἅπαντας αὐτοῦ τοὺς λοβοὺς διανεμομένη . οὐ μὴν ἐξίσταταί γε τῆς ἄνωθεν φύσεως
5663586 ὀρεινης
κώλοις ἄλλοτε δ ' οὐρείης : ἢ χερσαίης χελώνης ἢ ὀρεινῆς κυτισηνόμου δὲ ἐπειδὴ χελώνης εἴδη δύο , ὄρειον καὶ
καὶ ὅσα κατεβλήθη σπέρματα , ἐπάρατος δὲ ἡ βαθύγειος τῆς ὀρεινῆς καὶ ὅσα γένη δένδρων ἡμέρων : ἐπάρατοι τῶν θρεμμάτων
5637060 καμπης
ἀριστερᾶς χειρὸς τοῦ Κηφέως γράφεσθαι αὐτόν , καὶ διὰ τῆς καμπῆς τοῦ Ὄφεως , καὶ παρὰ τὴν οὐρὰν τῆς Μικρᾶς
ὄρνιθος . Λέγεται δὲ τὸν βίον ἀετὸς καταστρέφεσθαι , τῆς καμπῆς τοῦ ἄνω χείλους πρὸς τὸ κάτω συγκαμψάσης . Ἀράβιος
5625175 καυλους
θαυμάσεις . [ Πρὸς πόνον πλευροῦ . ] Κράμβης χλωρᾶς καυλοὺς σὺν ταῖς ῥίζαις κατακαύσας ἀναλάμβανε στέατι χοιρείῳ καὶ χρῶ
τἆλλα τὸ φυτόν : ἀφίησι γὰρ εὐθὺς ἀπὸ τῆς ῥίζης καυλοὺς ἐπιγείους , τὸ δὲ φύλλον ἔχει πλατὺ καὶ ἀκανθῶδες
5621352 ἡμισεις
πλαισίῳ τὸ στράτευμα , τοὺς ἡμίσεις μὲν ἔμπροσθεν , τοὺς ἡμίσεις δ ' ἐπ ' οὐρᾷ ἔχων τῶν ἱππέων :
τοιαῦτα τὸν μὲν Πείσανδρον εὐθὺς τότε καὶ τῶν πρέσβεων τοὺς ἡμίσεις ἀπέστελλον ἐπ ' οἴκου πράξοντας τἀκεῖ , καὶ εἴρητο
5581133 δοκιδων
καρπὸν ἐπείγεται , τὸ δ ' ὄρυγμα αὐτὴν θραυσθεισῶν τῶν δοκίδων ὑπεδέξατο . τὴν δὲ πάρδαλιν τρόποις τε τοῖς προειρημένοις
δέ τις στερεῶν ἑτερογενῶν εὐταξία ἐστὶ τῶν λεγομένων κύβων , δοκίδων , πλινθίδων , σφηνίσκων , σφαιρικῶν , παραλληλεπιπέδων ,
5578823 θωρακοφορους
ἐκ πάσης φυλαρχίας , δορατιστὰς καὶ πελταστάς , βελεμνοτοξοφόρους , θωρακοφόρους , αἰχμητάς , ἄνδρας ἀρειμανίους , καὶ προσλαβὼν συμμαχικὸν
. τούτου δ ' ἕνεκα , ἔφη , κελεύω τοὺς θωρακοφόρους ἡγεῖσθαι ὅτι τοῦτο βραδύτατόν ἐστι τοῦ στρατεύματος : τοῦ
5578691 πεντηκοστυς
ἄνδρες τῶν Λακεδαιμονίων τετρακισχίλιοι ἑκατὸν ὀγδοήκοντα τέσσαρες . ἡ γὰρ πεντηκοστὺς ἑκκαίδεκα εἶχε τοὺς πρωτοστάτας , ὁ δὲ λόχος δηλονότι
κομπάζειν τοὺς ἀνθρώπους παραγενόμενον πλῆθος . . . : ἡ πεντηκοστὺς συνίσταται ἀπὸ ἀνδρῶν ἑκατὸν εἴκοσι ὀκτώ . ὁ δὲ
5560965 πλαγιων
ἑνὸς σημείου μετ ' ὀλίγων καβαλλαρίων , τοὺς δὲ ἐκ πλαγίων ἑκατέρωθεν αὐτῆς περιπατεῖν , ἵνα μὲν καὶ σκουλκεύουσιν καὶ
. Εἰ δὲ καὶ βαρυθῶσιν ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν διὰ τῶν πλαγίων καὶ τοῦ νώτου τῆς παρατάξεως προστρέχειν , καὶ μὴ
5534142 ἐπιπεδους
, καὶ τούτων λάμβανε τὸ λϚʹʹ , καὶ ἕξεις πήχεις ἐπιπέδους . Ἐὰν δὲ ᾖ τὸ μῆκος διὰ πήχεων ,
μήκη καὶ πρὸς ἑτέρων σύστασιν λαμβανόμενοι , ὁτὲ δὲ εἰς ἐπιπέδους , ὅταν ἐκ πολλαπλασιασμοῦ δύο ἀριθμῶν γεννηθῶσιν , ὁτὲ
5532371 Κελτικης
καὶ Ἰαονίς . Ἰβαῖοι , οἱ καὶ Ἰβηνοί , ἔθνος Κελτικῆς . Ἰβηνοὶ δ ' εἰσὶ καὶ Λυδίας , οἳ
τῶν καιρῶν τιμῶσι ταύτην τὴν πόλιν , ὡς ἁπάσης τῆς Κελτικῆς οὖσαν ἑστίαν καὶ μητρόπολιν . διέμεινε δ ' αὕτη
5513220 κολπους
τοῦ αἰδοίου : καὶ τὰ πουλύγονα τῶν ζώων πλείους ἔχει κόλπους τῶν ὀλίγα κυεόντων : ὁμοίως δὲ καὶ τὰ πρόβατα
παρὰ τὸν Μέγαν κόλπον Ἀμβάσται , καὶ περὶ τοὺς ἐφεξῆς κόλπους Ἰχθυοφάγοι Σῖναι . Πόλεις δὲ τῶν Σινῶν ὀνομάζονται μεσόγειοι
5498565 Μαυρουσιους
καὶ τὸ ἑσπέριον , τὸ κατὰ τοὺς Ἴβηρας καὶ τοὺς Μαυρουσίους , περιπλεῖται πᾶν ἐπὶ πολὺ τοῦ τε νοτίου μέρους
ᾤετο , μεγέθει ἀποδεούσας . τῶν δὲ ὑπὸ μεσημβρίᾳ ἐθνῶν Μαυρουσίους μὲν καὶ Νομάδας Λιβύης τε τὰ παρακείμενα Ἀντωνίνῳ παραδοθῆναι
5482923 πυκνους
γυναικῶν παρὰ τοὺς ἀνδρῶν ὀδόντας , τούτων δὲ ὅσοι μὲν πυκνοὺς ἔχουσι καὶ συνεχεῖς , μακροβίους εἶναι , τὸ δ
τὸ τῶν ἡμετέρων στρατευμάτων πλῆθος ἐθέλοιμεν , βάδην τε καὶ πυκνοὺς αὐτοὺς ἑστάναι τε καὶ πορεύεσθαι παραγγέλλωμεν : ἡ γὰρ
5474411 νηχομενους
γὰρ λίθους παμμεγέθεις τε καὶ στρογγύλους ἐν χρῷ θαλάσσης ὥσπερ νηχομένους ἀπό τε τοῦ φρουρίου τοῦδε μέχρι τοῦ πέραν καὶ
“ ἀερονηχεῖς ” ἀντὶ τοῦ “ εἰς τὸν ἀέρα ⌈ νηχομένους ” . [ νηχομένας “ . ] ⌈ κεστρῶν
5473592 ὁρμους
καὶ λιμένες πανταχοῦ τῆς χώρας ἐνεῖναι , οἷοι παρασχεῖν μὲν ὅρμους τῷ ναυτικῷ , παρασχεῖν δὲ καὶ πόλεις ἐνοικισθῆναι καὶ
τῇ φύσει : ποιοῦσι δ ' ἐξ αὐτοῦ τοὺς πολυτελεῖς ὅρμους . γίνεται δ ' ἐν ὀστρέῳ τινὶ παραπλησίῳ ταῖς
5442381 τοιχους
διὰ τὴν στέγην καὶ τοὺς τοίχους ἐπινοεῖς καὶ διὰ τοὺς τοίχους τοὺς θεμελίους . ὥστε οὖν αὕτη ἐστὶν ἡ συνιστῶσα
οὖν κίονας οὕτως Αἰγύπτιοι κατασκευά - ζουσι , καὶ τοὺς τοίχους δὲ λευκαῖς τε καὶ μελαίναις διαποικίλλουσι πλινθίσιν : ἐνίοτε
5436010 εὐρυτητος
αὐτὸν διαπλέκει , πανταχόσε τοῖς ἀγγείοις παρεκτεινομένη μέχρι τῆς ἔνδον εὐρύτητος τῶν κοιλιῶν . ἔστι μὲν οὖν καὶ ἡ παχεῖα
τὰ ἕλκεα μὴ ἱκανὰ τὸ μέγεθος τοῦ μήκεος καὶ τῆς εὐρύτητος ἐς τὴν σκέψιν τοῦ ὀστέου , εἴ τι πέπονθεν
5433719 περοναις
' ὀργάνου τὰ σκέλη πλάγια διαπέπρισται καὶ συνέχεται στροφώμασι καὶ περόναις , ἵνα ποτὲ μὲν ἡνωμένα , ποτὲ δὲ διὰ
τῶν οἴκων : ἐξετέθη γὰρ εἰς τὸ ὄρος : χρυσοδέτοις περόναις : ἡ μὲν Ἰοκάστη ὡς ἀκριβῶς εἰδυῖα εἶπε [
5426823 σταυρους
ὕλης ἔστω μηδεμία φειδὼ τοῖς ἐθέλουσι τέμνειν εἰς χαρακώματα καὶ σταυροὺς καὶ σκόλοπας τάφροις καί , ὁπότε δέοι , κλιμάκων
καὶ οἱ καθ ' ἡμᾶς ὀνομάζονται . ὁ δὲ Ἡλιόδωρος σταυροὺς ἀπὸ τοῦ ἑστάναι , οἱ λεγόμενοι σκοπίοι . στέρνον
5416699 πλινθια
ὑπεροχὰς τὰς ἐξ ἑκατέρου μέρους ἀπειργασμένας πενταγώνους πεποιημένας , ἦν πλινθία πρίνινα σιδηρόδετα , συντετορμωμένα δὲ αὑτοῖς καὶ περόναις συνεχόμενα
οἰκοδομὴν μὴ φαίνεσθαι : χρυσῶσαί τε τὸν ναὸν ἔσωθεν χωννύντα πλινθία χρυσᾶ πενταπήχη , καὶ προστιθέναι προσηλοῦντα ἥλοις ἀργυροῖς ,
5413539 πετρους
ἐκτροπάς . Ὧν πρὸς τὴν χρείαν ὑποκειμένων οἰκείως , ἀναθέμενοι πέτρους αὐτοπαγεῖς ἐπὶ τῆς κοιλίας οἱονεί τινας ἀραιοὺς * *
κορυφῆς τοῦ μαστοῦ ἀφ ' οὗ Ξενοφῶν κατέβαινεν , ἐκυλίνδουν πέτρους : καὶ ἑνὸς μὲν κατέαξαν τὸ σκέλος , Ξενοφῶντα
5404921 ἀγκωνας
ἄρθρα ἀλγοῦντας , οἷον γόνατα , ὤμους , σφυρά , ἀγκῶνας , καὶ μάλιστα εἰ χρονίσειαν . Κηροῦ πιτυΐνης ,
τὴν Ἐρυθρὴν θάλασσαν . Τὸ ὦν δὴ τεῖχος ἑκάτερον τοὺς ἀγκῶνας ἐς τὸν ποταμὸν ἐλήλαται : τὸ δὲ ἀπὸ τούτου
5399602 ἐνοδια
ἐνόδιά φησι δεῖν πλείω τόνον προστίθεσθαι , ποιῶν τὰ μὲν ἐνόδια δωδεκάλινα τὰ δὲ δίκτυα ἑκκαιδεκάλινα , ἐκείνων ὄντων ἐννεαλίνων
ἤτοι ὁ ἀετὸς ὁ βασιλεὺς τῶν οἰωνῶν , τουτέστι τὰ ἐνόδια σύμβολα ταῦτα ἔπεμψαν αὐτοὺς πρὸς τὴν Τροίαν . τὰ
5398802 λεπισι
ἤτοι : οὗ ἡ μὲν ὀσμὴ παραπλησία ταῖς τῶν ἰχθύων λεπίσι , καὶ τῷ ἀποπλύματι αὐτῶν ἔοικεν , ἡ δὲ
Σὺν τῷ κάμακι οἱ πρῶτοι καὶ μέσοι καὶ ἔσχατοι βαθμοὶ λεπίσι σιδηραῖς περιειληθέντες προσηλούσθωσαν . Συντεθήσονται δὲ οὕτως . Ἵσταται
5395220 βραχυτερους
πλείονας ἢ ἐλάττονας , ἀλλ ' ἀπὸ τοῦ μείζονας ἢ βραχυτέρους εἶναι τοὺς κόκκους συμβαίνει . Ἡ ῥοιὰ διαφόρως ἐμφυλλίζεται
ποσὶν ὡς χερσὶ χρῆσθαι : εἶναι γὰρ αὐτοὺς τῶν ὄπισθεν βραχυτέρους . εἶδον τούτους : Λιβυκοί εἰσι . βαδίζουσιν δὲ
5392045 ἐρρωμενεστατους
δυσπειθεστάτας . ὁμοίως δὲ καὶ τῶν ἀνθρώπων τοὺς εὐφυεστάτους , ἐρρωμενεστάτους τε ταῖς ψυχαῖς ὄντας καὶ ἐξεργαστικωτάτους ὧν ἂν ἐγχειρῶσι
ἔργων ὑπηρεσίᾳ , τριακοσίους ἄνδρας ἐκ τῶν ἐπιφανεστάτων οἴκων τοὺς ἐρρωμενεστάτους τοῖς σώμασιν ἐπιλεξάμενος , οὓς ἀπέδειξαν αἱ φρᾶτραι τὸν
5383126 κλαδους
τοῦ δένδρου διαμένουσιν ἕως τοῦ ἔαρος , ἐὰν λυγίσῃς τοὺς κλάδους αὐτῶν , τουτέστι περιστρέψῃς ἅπαξ ἢ δίς , ὅταν
πέλεσθαι . . . . βάκχους . . . τοὺς κλάδους , οὓς οἱ μύσται φέρουσι . μέμνηται δὲ Ξ
5373688 λοφους
τοῦ βασιλέως . σφαλεὶς οὖν τῆς ἐλπίδος ὁ Κουρίων ἐς λόφους ἀνέδραμεν ὑπό τε καμάτου καὶ πνίγους καὶ δίψης ἐνοχλούμενος
. δένδρα τε γάρ τινα ἱλάσκονται καὶ ῥεῖθρα ποταμῶν καὶ λόφους καὶ φάραγγας , καὶ τούτοις , ὥσπερ ὅσια δρῶντες
5366922 συναπτομενων
ὑπαγορεύει . ἐπεὶ δὲ τῶν σωμάτων τὰ μέν ἐστιν ἐκ συναπτομένων ὡς πλοῖα καὶ ἁλύσεις καὶ πυργίσκοι , τὰ δὲ
τῶν ὀνομάτων καὶ τῶν προσηγοριῶν καὶ τῶν μετοχῶν καὶ τῶν συναπτομένων τούτοις ἄρθρων ἐξαλλάττει τοῦ συνήθους , οὕτως σχηματίζει [
5361708 μοχλους
ἢν δὲ ὑποκύψας ἴδῃς τά γ ' ἔνδον , ὄψει μοχλούς τινας καὶ γόμφους καὶ ἥλους διαμπὰξ πεπερονημένους καὶ κορμοὺς
παρακλεῖδας βαλανάγρας , ἁλύσεις , βαλάνους , ὕπερα σιδηρᾶ , μοχλούς , γιγγλύμους κορώνας , κλῇθρα , ζυγά . πρὸ
5355762 ἀναλογουντας
πάντως ἀρχὴ μονὰς κατὰ τοὺς διπλασίους ἢ τριπλασίους ἢ συνόλως ἀναλογοῦντας ἀριθμούς , ὡς ἔχει ὁ ἑξηκοντατέσσαρα | καὶ ὁ
ἡ ἐντὸς περιεχομένη σφαῖρα , ἣν ἑξαχῆ σχίσας ἑπτὰ κύκλους ἀναλογοῦντας ἑαυτοῖς εἰργάζετο τῶν πλανήτων ἕκαστον εἰς αὐτοὺς ἁρμοσάμενος :
5341681 ὑποκειμενους
ἀκινήτῳ τινὶ πήγματι εὐλύτως στρέφεσθαι τῶν τρημάτων τριβεῖς χαλκοῦς ἐχόντων ὑποκειμένους ταῖς χοινικίσι : καλεῖται δὲ τὸ εἰρημένον ξύλον ἄξων
διαιρεθέντος δὲ τοῦ ἐπιπολῆς δέρματος , ὑποδέρειν κατὰ βραχὺ τοὺς ὑποκειμένους ὑμένας , εἶτα ἄγκιστρα καταπήξαντα ἑκατέρωθεν ἀνατεῖναι καὶ διαιρεῖν
5340188 θυρεους
' ἀξίαν ἧς ἔχουσιν ὑπεροχῆς . καὶ οἱ μὲν τοὺς θυρεοὺς ὁπλοφοροῦντες ἐκ τῶν ὀπίσω παρεστᾶσιν , οἱ δὲ δορυφόροι
τῶν προμαχομένων , ἀσπίδας τε καὶ κράνη καὶ θώρακας καὶ θυρεοὺς ἔξωθεν καταφράκτους σιδήρῳ , πρὸς δὲ βέλη τε καὶ
5337732 θωρακας
αὕτη παρακαλέσαντι τὰ ξίφη θήγειν καὶ τὰς κόρυθας καὶ τοὺς θώρακας σμήχειν : δεινότεροι γὰρ οἱ ἐπιόντες φαίνονται λόχοι τοῖς
ἣν ξυάλην λέγομεν . Ξενοφῶν Κύρου Ἀναβάσει : εἶχον δὲ θώρακας λινοῦς μέχρι τοῦ ἤτρου , ἀντὶ δὲ τῶν πτερύγων
5336222 ἐλεφαντινους
νεβροῦ κώλων αὐλὸν Θηβαίων εἶναι εὕρημα , τοὺς δ ' ἐλεφαντίνους αὐλοὺς Τρύφων φησὶ παρὰ Φοίνιξιν ἀνατρηθῆναι . ἔστι δὲ
καὶ οἱ ἀμαθέστατοι τῶν ἰατρῶν τὸ αὐτὸ σοὶ ποιοῦσιν , ἐλεφαντίνους νάρθηκας καὶ σικύας ἀργυρᾶς ποιούμενοι καὶ σμίλας χρυσοκολλήτους :
5327332 τελαμωνας
τῶν ἱματίων κοπτόμεναι . ʃ ὡς ἂν εἰ ἔλεγε , τελαμῶνάς τινας ἀποσχίζοντες τῶν ἱματίων , ὥσπερ ζώνας ἐποίουν :
τῶν ἱματίων κοπτόμεναι . ʃ ὡς ἂν εἰ ἔλεγε , τελαμῶνάς τινας ἀποσχίζοντες τῶν ἱματίων , ὥσπερ ζώνας ἐποίουν :
5311943 σπονδυλους
ὠχροὺς μὲν τὰ πρόσωπα , εὐόφρυας δὲ τούτους , ἰσχνοὺς σπονδύλους ἔχοντας , σημεῖον ἐν τὸ στῆθος . ἰῶτα καὶ
ἤδη μὲν οὖν ὤφθη ἀνδρὸς κεφαλὴ μὴ ἔχουσα ῥαφήν . σπονδύλους δὲ ἔχει τοὺς πάντας εἰκοσιεννέα , ὧν ὁ μὲν
5295167 τροχους
ἐν δευτέρᾳ περὶ Ἀττικῆς προσῳδίας . τοὺς μὲν γὰρ περιφερεῖς τροχούς ὁμοίως ἡμῖν προφέρονται ὀξυτονοῦντες : τρόχους δὲ βαρυτόνως λέγουσι
ἐπὶ τῇσι βαλὼν εὐεργέος ἄρτου ὅσσον τερσῆναι σάρκα δύναιτο , τροχούς πλάσσασθ ' , ὁππότε μίγδα κύτει περιηγέος ὅλμου θλασθῇ
5291716 μεσους
καὶ ἐλλείψεις τοῦ δέοντος : ἀλλ ' ὅμως οὔτε τοὺς μέσους σώφρονας λέγομεν οὔτε τοὺς ὑπερβάλλοντας ἀκολάστους . εἰ δὲ
- τοῦ , πορφυραῖ δὲ ἄρα στιγμαὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῷ μέσους ἐς κάλλος γράφουσιν . ὁ δὲ τοξότης ἐν τῇ
5289875 πυθμενας
οὖν δέπας φασὶν εἶναι τοιοῦτον . δύναται δὲ καὶ δύο πυθμένας ὑποτίθεσθαι , τὸν μὲν οἷον τοῦ ποτηρίου φέροντα τὸν
τῷ ὀνόματι ὀνόμαζε . ὥστε τοῦ ἐπιμεροῦς πυθμήν ἐστι . πυθμένας , ὡς ἤδη εἰρήκαμεν , καλεῖ τοὺς ἐσχάτους ἀριθμούς
5285838 δρομους
ὀρείους ἐπεξῄει δρυμούς , ὡς μῦθον εἶναι τοὺς λεγομένους Ἰοῦς δρόμους . ὥστε μὴ μόνον τῶν ἀνθρώπων τοὺς ἀστοργίᾳ διαφέροντας
καὶ ἅμα νικώντων . νίκας . δυωδεκαδρόμων : ὅτι δώδεκα δρόμους ἔτρεχον τὰ τέλεια ἅρματα , τουτέστιν ιʹ καὶ βʹ
5282646 Καρμανιας
ἑρμηνεύει ἀγαθήν . Ταβηνοί , ἔθνος , κατὰ τὴν ἔρημον Καρμανίας οἰκοῦντες . Τάβιοι , πόλις Ἰταλίας , ἐν ᾗ
Μεσοποταμία ὅλη καὶ ἡ Μηδία ἑξῆς μέχρι καὶ Περσίδος καὶ Καρμανίας : τούτων δὲ τῶν ἐθνῶν ἑκάστου πολὺ μέρος εὐάμπελον
5272584 ἠθροιζεν
παρὰ δόξαν ἐλέλυτο : τοὺς δ ' ἐξ αὐτοῦ διαφυγόντας ἤθροιζεν ὁ τοῦδε τοῦ Πομπηίου νεώτερος ἀδελφός , Πομπήιος μὲν
τε ἀπὸ Ῥώμης ἐπιλέκτους καὶ τοὺς ἀπὸ τῆς Ἰταλίας λογάδας ἤθροιζεν . ἀφῖκτο δὲ αὐτῷ καὶ Γερμανῶν οὐκ ὀλίγη συμμαχία
5271804 διεστωσας
ποίησιν γινομένην , ἀλλὰ καὶ τῶν ἔξω ταύτης κατὰ τρεῖς διεστώσας τῶν ὄντων οὐσίας ἀνακρῖναι , οὗτος πρῶτος γενόμενος συγγραφεὺς
πλατέα , μὴ ἄσαρκα ἀπὸ τῶν ὤμων , τὰς ὠμοπλάτας διεστώσας μικρόν , σκέλη τὰ πρόσθια μικρά , ὀρθά ,
5271676 δεκανους
κζʹ , λʹ . Διεῖλον δ ' ἔτι καὶ εἰς δεκανοὺς ἤτοι δεκαμοιρίας γ ὡς καὶ τῶν λοιπῶν δωδεκατημορίων ἕκαστον
ζῴδια : περὶ πλανήτας , περὶ ἀπλανεῖς ἀστέρας , περὶ δεκανοὺς , περὶ τὰ ὅρια , περὶ μορφώσεις , περὶ
5260491 ἀντιχειρος
, ὅτι σπιθαμὴ μέν ἐστιν ἁπλωθείσης τῆς χειρὸς ἀπὸ τοῦ ἀντίχειρος ἐπὶ τὸ ἄκρον τοῦ σμικροτάτου δακτύλου διάστημα : τρὶς
ἀπὸ τοῦ μικροῦ δακτύλου , διϊσταμένων τῶν δακτύλων ἕως τῆς ἀντίχειρος λέγεται σπιθαμὴ , παρὰ τὸ ἀποσπασμὸν ποιεῖν : ὡς
5259982 δακτυλους
καὶ ἄσαρκα φύσει , φυλασσόμενον τῶν ὑπερεχόντων , οἷον κατὰ δακτύλους ἢ σφυρὰ , ἢ τῇ θέσει , ἢ τῇ
δέρματος : ἐπὶ τούτων κατ ' ἀρχὰς ἐπιβάλλοντός τινος τοὺς δακτύλους ἐπὶ τὸν σφυγμόν , οὐχ εὑρίσκει αὐτὸν δακνώδη ,
5254499 ἀγκωνων
Ἴλιον . τοῦτο μὲν δὴ μεταξὺ τῆς τελευτῆς τῶν λεχθέντων ἀγκώνων εἶναι , τὸ δὲ παλαιὸν κτίσμα μεταξὺ τῆς ἀρχῆς
τῶν λεχθέντων πεδίων ἀπὸ θατέρου μέγας τις αὐχὴν τῶν εἰρημένων ἀγκώνων ἐπ ' εὐθείας , ἀπὸ τοῦ νῦν Ἰλίου τὴν
5254205 ἁψιδων
ταῖς ἁψῖσιν ἔχον . εἶτα εἰς τὰ ἀνὰ μέσον τῶν ἁψίδων διαστήματα στρωτῆρας ἐπιβαλεῖν τοὺς ἰσχυροτάτους καὶ ἄνωθεν κάλαμον καὶ
τὸ μέσον ὧδέ που σχήματος ἔχον . τεττάρων ἀλλήλαις ἀντιτεταγμένων ἁψίδων ἕτεραι τοσαῦται τὸν ἀριθμὸν πρὸς ἐναντίαν αὑταῖς ἀντιβαίνουσι στάσιν
5251067 παρηκουσι
οὐ ῥᾴδιον εἰπεῖν , οὐδ ' εἰ μέχρι τοῦ ὠκεανοῦ παρήκουσι παρὰ πᾶν τὸ μῆκος , ἢ ἔστι τι ἀοίκητον
ἀρξάμενοι μέχρι Σολόεντος ἄκρης , ἣ τελευτᾷ τῆς Λιβύης , παρήκουσι παρὰ πᾶσαν Λίβυες καὶ Λιβύων ἔθνεα πολλά , πλὴν
5250027 βαθεις
. βαθυκόλπων ] τῶν πλουσίων . Ξ βαθυκόλπων ] τῶν βαθεῖς τοὺς κόλπους ἐξ ἱματίων ἐχόντων . θ στηθέων ]
ἀρξαμένους : οἷον ἐν τῇ ἐπόμβρῳ μήτε μεγάλους ὀρύττοντας μήτε βαθεῖς ὅπως μὴ πολὺ συνιστάμενον ἐκσήπῃ τὸ ὕδωρ : διὰ
5244616 σχοινοι
: τρυσμὸν ποιοῦσιν , ἠχοῦσι , κτυποῦσιν . κάλωες : σχοῖνοι , τὰ σχοινία , τὰ μεγάλα σχοινία . ἐπημύει
καὶ περὶ τὰ φαῦλα διατριβόντων . ὑπέραι δέ εἰσι ναυτικαὶ σχοῖνοι , αἷς μετάγεται τὸ κέρας . Ἀφ ' ἵππων
5236369 ταρσους
καὶ βίας ἐλαθεισῶν τῶν νεῶν αἱ μὲν παρέσυρον ἀλλήλων τοὺς ταρσούς , ὥστε πρὸς φυγὴν καὶ διωγμὸν ἀχρήστους γίνεσθαι καὶ
δεξιῷ σκέλει τέμνομεν φλέβα , κατὰ σφυρὰ ἢ ἰγνύαν ἢ ταρσούς . μετὰ δὲ τὴν φλεβοτομίαν εἰ ἔτι παραμένοιεν αἱ
5232374 χαρακας
καὶ τὸ πορφύρας γόνιμον συνελθόντες καλιὰς αὐτοῖς ᾠκοδομήσαντο καὶ περιβαλόμενοι χάρακας , ὡς ὑπήκουεν αὐτοῖς τὰ τῆς ἐργασίας , τεμνόμενοι
φυλακῆς δὲ μᾶλλον ἢ προεπιχειρήσεως πρόνοιαν ἐλάμβανον ὑψηλοτέρους ἐγείροντες τοὺς χάρακας , εἰσῄει τε αὐτῶν τοῖς χαριεστάτοις λογισμὸς ὡς οὐ
5231027 ψιλους
ξυνηκολουθηκότας ? ? ? ? ? ? ? αὐτῷ ? ψιλοὺς καὶ ἱππέας παραγγέλλει μήτε σάλπιγγα μήτε ἄλλο τι τῶν
ἀκοντίζειν καὶ ἐπιλαμβάνεσθαι τῶν σπαθίων , τοξεύειν δὲ καὶ τοὺς ψιλοὺς μετὰ τῶν καβαλλαρίων . Εἰ δὲ ὡς εἰκὸς πειραθῶσι
5230697 τετελειωμενῳ
ἐπίδεσμος εὐθετεῖ πρὸς τὴν ἀμφοτέρων τῶν ὀφθαλμῶν ἐπίδεσιν . Ἐπὶ τετελειωμένῳ τῷ ἁπλῷ ὀφθαλμῷ ἔχει ὁ τοῦ Ἀμύντου χάραξ περισσὴν
πῶς οὖν ἡ γένεσις ἀτελὴς οὖσα ἔσται ὁμοία τῷ τέλει τετελειωμένῳ ὄντι ; οἷον ἡ οἰκοδόμησις , γένεσίς τις οὖσα
5229756 διαλειποντας
χυμῶν ἄθροισις γενέσθαι : εἰ μὲν ἐπὶ τοὐκτὸς , τοὺς διαλείποντας , εἰ δὲ ἐπὶ τὰ ἐντὸς , τοὺς συνεχεῖς
τοὺς ὀκτὼ καὶ ἁπλῶς ἑκάστῳ τοὺς διπλασίους τῆς ἑαυτοῦ τάξεως διαλείποντας . ἐκ δὴ τούτου φανερὸν ὅτι ἕκαστος κατὰ τὸ
5228799 σαυρωτηρος
. σακεσπάλος Ἀπολλόδωρος ἤτοι τὰ τῶν πολεμίων σάκη διασείων . σαυρωτῆρος τῆς ἐπιδορατίδος . σαώτερος σωτήριος . εἴρηται δὲ ἀπὸ
βύρσης ἀγραύλου βοός , κύκλῳ περιστήσας τὰ δόρατα ὀρθὰ ἐπὶ σαυρωτῆρος , οὐ κόσμου χάριν , ἀλλ ' ἕτοιμα λαβεῖν
5212108 προειρημενους
εἰς κοινὴν ὁμόνοιαν καὶ συγγενικὴν φιλίαν καταστήσῃ . τοὺς δὲ προειρημένους ναοὺς ἔδει κατασκευασθῆναι ἐν Δήλῳ καὶ Δελφοῖς καὶ Δωδώνῃ
αὐτὸς δὲ οἷος ἦν τὴν φάραγγα διερευνᾶν καὶ μαστεύειν τοὺς προειρημένους . εἶτα ἀκούει φωνῆς , καὶ ἔλεγεν αὕτη τῶν
5210620 ζυγα
ἡσυχίαν ἔχειν , τοὺς δὲ λοιποὺς μεταβαλλομένους ἀνιέναι τὰ ὀπίσω ζυγά , εἶτα πάλιν μεταβάλλεσθαι , εἶτα τὸν ἐπὶ τοῦ
τὸν φοβερὸν λόχον παραλύσῃ ἐκ τῆς γαστρὸς αὐτοῦ ἑλκύσας τὰ ζυγά : ὤδινε δὲ ὁ ἵππος τοὺς ἀρίστους τῶν Ἑλλήνων
5210003 μυρρινους
τῆς τυχούσης ἡ συκῆ . φυτεύειν δὲ ῥόας μὲν καὶ μυρρίνους καὶ δάφνας πυκνὰς κελεύουσι , μὴ πλέον διεστώσας ἢ
δι ' ὃ καὶ τὰς ῥόας πυκνὰς φυτεύουσι καὶ τοὺς μυρρίνους ἵνα συσκεπάζωσιν ἄλληλα καὶ προβολὴν ἔχωσι τοῦ ἡλίου :
5209616 δυσκατανοητον
δ ' αὐτὴν βάρβαροι , τὴν διάλεκτον ἔχοντες ἐξηλλαγμένην καὶ δυσκατανόητον : τὸν δ ' ἀριθμὸν ὑπάρχουσιν ὑπὲρ τοὺς τρισμυρίους
τῶν νεφρῶν ὀστοῦν τῆς ῥάχεως πυρώσας ] καύσας δυστέκμαρτον ] δυσκατανόητον τέχνην ] ἤγουν τὴν θυτικὴν μαντείαν ὥδωσα ] ὡδοποίησα
5208062 ξυροις
οἳ δὲ ὡπλίζοντο ἐπὶ τὸν πολέμιον , καὶ κοπίσι καὶ ξυροῖς τεθηγμένοις αὐτοῦ διέκοπτον τὰς πλεκτάνας , ὡς δρυὸς κλάδους
γὰρ μόνοι τὴν ἐντὸς τῶν στενῶν νεμόμενοι χώραν ἐκ νηπίου ξυροῖς ἀποτέμνονται πᾶν τὸ τοῖς ἄλλοις μέρος περιτομῆς τυγχάνον .
5203238 ναρθηκας
τῷ Διονύσῳ ὄργια κατάγει αὐτὰς βακχευούσας κιθαρίζων : αἱ δὲ νάρθηκας τότε πρῶτον ἔχουσαι κατέβαινον ἐκ τοῦ ὄρους καὶ κλῶνας
, ὥσπερ τὰ πυρίκαυστα . Μετεπιδεῖν δὲ διὰ τρίτης , νάρθηκας δὲ μὴ προστιθέναι : ἀτρεμέειν δὲ ἐπὶ μᾶλλον ,
5191805 ἀμμου
κόπτε τὸν σῖτον , ἕως λεπτὰ γένηται : καὶ μίξας ἄμμου παραχέων ὕδωρ ποίει μάζας , καὶ δελέαζε . Μελανθίου
τρόποι τῆς γενέσεως . ἡ γὰρ ἐν Νισύρῳ καθάπερ ἐξ ἄμμου τινὸς ἔοικε συγκεῖσθαι . σημεῖον δὲ λαμβάνουσιν ὅτι τῶν
5187978 ὀρθιους
Μάνιος ἐπῆγε τὴν στρατιὰν Ἀντιόχῳ κατὰ μέτωπον , ἐς λόχους ὀρθίους διῃρημένην : ὧδε γὰρ μόνως ἐν στενοῖς ἐδύνατο .
. ἐπεὶ δὲ περαιτέρω προῆλθον , οἱ μὲν ἡγεμόνες τοὺς ὀρθίους λόχους ταῖς κατὰ μέτωπον ὑπέταξαν καὶ συγκαθίσαι παρήγγειλαν ,
5170414 ὀρθους
ἡδονὴν τῇ ψυχῇ . δεῖ δὲ κατὰ μὲν τὰς ἀρχὰς ὀρθοὺς ἐλαύνειν τοὺς κρίκους , μετὰ δὲ τὸ ἀναθερμανθῆναι τὸ
τὴν διάνοιαν φυλάσσουσι καὶ τὴν ἐξέτασιν τῶν λόγων ἐπὶ τοὺς ὀρθοὺς κανόνας ἀναφέρουσιν , εἴ τε φυσικῆς τινος κρίσεως μετειληφότες
5169960 χιτωνας
ἄδειπνος . ταχὺ γὰρ γίνεται κἀκκλησιαστὴς οἰκόσιτος . σαράβαρα καὶ χιτῶνας πάντες ἐνδεδυκότες . . . ἐν Κύπρῳ φής ,
] τὴν ἐκ νέου συνάφειαν . ἁβροχίτωνας ] πολυτελεῖς ἐχούσας χιτῶνας : τοιαῦται γὰρ αἱ τῶν Περσῶν . χλιδανῆς ]
5164969 ῥομβου
ἔσχατος δὲ ὁ βορειότερος τῶν ἐν τῇ ἑπομένῃ πλευρᾷ τοῦ ῥόμβου . Μεσουρανοῦσι δὲ τῶν λοιπῶν ἀστέρων πρῶτοι μὲν ὅ
καὶ τούτῳ , καθόσον ἐστὶ παραλληλόγραμμον . ἐπὶ δὲ τοῦ ῥόμβου ἄνισοι μὲν αἱ διάμετροι , διχοτομοῦνται δὲ ὑπὸ τούτων
5159950 περιφερεις
γωνίαν περικλώμεναι παντελῶς ἀσθενεῖς ἔσονται . ἁρμόσει δέ πως τοὺς περιφερεῖς καὶ τοὺς τετραγώνους ὥσπερ νῦν οἰκοδομοῦνται τίθεσθαι : τοὺς
ἐν τῷ περὶ ταρίχων φησι γίνεσθαι ἐν τῇ Κυζικηνῶν χώρᾳ περιφερεῖς τε εἶναι καὶ κυκλοειδεῖς . θρισσῶν δὲ μέμνηται Ἀριστοτέλης
5152258 ἐλεφαντας
ὡς πεντακισχιλίων σταδίων ἐπὶ τὴν Αἰθιοπίαν : ἔχειν δὲ καὶ ἐλέφαντας . Τοιαῦται μὲν αἱ τοῦ Ἐρατοσθένους ἀποφάσεις . προστεθεῖσαι
, ἀλλ ' ἐῶσι γὰρ λιμῷ τε ταλαιπωρηθῆναι τοὺς ἀγρίους ἐλέφαντας καὶ ὑπὸ τῷ δίψει δουλωθῆναι . εὖτ ' ἂν
5145816 στιφρα
καὶ ῥόπαλον ἐν ταῖν χεροῖν ἔχων ἡρωίνη τέ τις αὕτη στιφρὰ καὶ πρὸς λόγου τῷ μύθῳ τῆς Ἀρκάδων τροφῆς φηγῷ
: ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἐπίρρικνα , τὰ δὲ πρόσθεν ὀρθὰ στιφρὰ στρογγύλα , μὴ προύχοντα κατὰ τοὺς ἀγκῶνας . καὶ
5144933 οὐραγους
ἢ ἐπ ' οὐράν , ὅτ ' ἂν κατὰ τοὺς οὐραγούς : ὀρθία δὲ εἰ φέροιτο καὶ τὸ λοχαγοῦν ζυγόν
ἡσυχίαν γίνεσθαι ἐν τῷ στρατῷ καὶ παραγγέλλεσθαι τοὺς ἑκάστης ἀκίας οὐραγούς , ἵνα ἕως ψιθυρισμοῦ ἐὰν ἀκούσωσι παρά τινος τῶν
5141419 ὑπερυθρους
' ἔχει σπιθαμιαίους , ὀρθούς , πέντε ἢ ἕξ , ὑπερύθρους ἀπὸ τῆς ῥίζης , περὶ οὓς τὰ φύλλα στιχηδὸν
ῥάγας τροχοειδεῖς καὶ λιπαράς , τῷ δὲ καιρῷ τῆς πεπάνσεως ὑπερύθρους : καὶ αὐτὰ δὲ τὰ κλήματα ἐρυθρὰ ἔχει .
5138960 προμηκη
φορτηγοί , αἳ καὶ μέγισταί εἰσιν : πλοῖα δὲ τὰ προμήκη καὶ στρατιωτικά . νῦν καὶ νυνὶ διαφέρει . τὸ
βέλη Ῥωμαίων , ἃ συνιόντες εἰς χεῖρας ἐξακοντίζουσι , ξύλα προμήκη τε καὶ χειροπλήθη τριῶν οὐχ ἧττον ποδῶν σιδηροῦς ὀβελίσκους
5136572 εἰλη
. . . ΣΕΛΑΣ ΕΙΛΥΦΑΖΕ . Τὸ εἰλύφαζεν ἀπὸ τοῦ εἴλη ἡ λαμπρότης , καὶ τοῦ φῶ τὸ λάμπω ,
τοῦ ειλη δισύλλαβα τῇ ει διφθόγγῳ παραληγόμενα σπάνια : τὸ εἴλη γὰρ καὶ δείλη βαρύτονα μονογενῆ , καὶ τὸ σμιλὴ
5132348 πλεθρων
. τὴν περὶ τὰς Αἰόλου νήσους ἀναζεῖν οὕτως ἐπὶ δύο πλέθρων τὸ μῆκος ὥστε μὴ δυνατὸν εἶναι διὰ τὴν θερμασίαν
δὲ τὴν περὶ τὰς Αἰόλου νήσους ἀναζεῖν οὕτως ἐπὶ δύο πλέθρων τὸ μῆκος , ὥστε μὴ δυνατὸν εἶναι διὰ τὴν
5131192 πυρρους
γεγονέναι τοῖς μεταγενεστέροις εἰς ἅπαντα τὸν αἰῶνα . τοὺς δὲ πυρροὺς βοῦς συγχωρηθῆναι θύειν διὰ τὸ δοκεῖν τοιοῦτον τῷ χρώματι
γεγονέναι τοῖς μεταγενεστέροις εἰς ἅπαντα τὸν αἰῶνα . τοὺς δὲ πυρροὺς βοῦς συγχωρηθῆναι θύειν διὰ τὸ δοκεῖν τοιοῦτον τῶι χρώματι
5131099 λοξους
ἔχοντά τινα ποικιλίαν , ὥσπερ πολλοὶ τοὺς ἀγωγοὺς μακροὺς καὶ λοξοὺς ποιοῦσιν , ἵνα περιστρεφόμενον τὸ ἰλυῶδες ἀπωθῆται τὸ ὕδωρ
αὐτοῦ φερόμενον οὖρον . Δύο μὲν ἔχει πάνυ σμικροὺς μῦς λοξοὺς τὸ αἰδοῖον εἰς τὴν ἔκφυσιν ἐμβάλλοντας αὐτοῦ , δύο
5130877 πυργους
γῆ βλαστάνει ἀνθῶν γένη παντοῖα καὶ πληρούμενον εἰς τρεῖς μόνους πύργους μὲν ἐκτελεῖ τροπήν . μεθ ' ὃν θέρος ὂν
ὁ βασιλεὺς δῶρά τε ὠνόμαζε καὶ τοῖς αὑτοῦ λόχοις ἀνέμιξε πύργους τινὰς σφίσιν ἐγκαταμιγνύναι πιστεύων . οὕτως ἀντὶ πολλῶν σωμάτων
5118435 ἐπιβατας
τὸ παρακεῖσθαι αὐταῖς τὸν Πακτωλὸν ποταμόν . ἐπόχους ] * ἐπιβάτας . ἐξορμῶσιν ] ἐξώρμησαν . δίρρυμα ] * τέθριππα
νηὶ λῃτουργιῶν καὶ λοῦσθαι ἐν βαλανείῳ , τρυφῶντας δ ' ἐπιβάτας καὶ ὑπηρεσίαν ὑπὸ μισθοῦ πολλοῦ καὶ ἐντελοῦς ; κακῶν
5115517 φαλαγγος
τάχιστα ἀλλήλοις ἐπελαύνειν , καὶ διελάσαντας εἰς κατάλυσιν ἤδη ἐπὶ φάλαγγος ἅπαντας καταστάντας , ὥσπερ εἰώθατε , πρὸς τὴν βουλὴν
τριῶν ἔτι πλέθρων ἐν μέσῳ ὄντων ἀντεξέδραμον ἀπὸ τῆς Ἀγησιλάου φάλαγγος ὧν Ἡριππίδας ἐξενάγει , καὶ Ἴωνες δὲ καὶ Αἰολεῖς
5114668 φρυγανων
αὐτῶν περὶ ἑξήκοντα μάλιστα τοὺς εὐτολμοτάτους διφθέρας ἔχοντας καὶ φακέλλους φρυγάνων κομίζοντας . οὗτοι περὶ λύχνων ἁφὰς ἄλλοι κατ '
φησι Καινεύς . καὶ πρῶτος εὗρεν ᾧ τὰ φορμία τῶν φρυγάνων εὔογκα ποιοῦσιν . Ἤδη δὲ ὑπὸ παραλύσεως καὶ τὸ
5113001 κερκου
ἐμπροσθίου ποδὸς λαμπρὸν αʹ , ἐπὶ ῥάχεως δʹ , ἐπὶ κέρκου αʹ , ὑπὸ τὴν κοιλίαν γʹ , ἐπὶ τοῦ
ἄκρῳ ποδὶ αʹ , ἐπὶ δεξιοῦ ποδὸς αʹ , ἐπὶ κέρκου αʹ , τοὺς πάντας κʹ . Οὗτός ἐστιν ὁ
5112694 πολλαπλασιας
πολλαπλασίαν κατὰ τοὺς δοθέντας ἀριθμοὺς [ ἢ καὶ μείζονας ἢ πολλαπλασίας ] , καὶ περὶ κέντρον τὸ Η διὰ μὲν
τοὺς εἰσιόντας τε καὶ πάλιν ἐξιόντας , κριοφόρους δὲ δύο πολλαπλασίας τοῖς μεγέθεσιν : εἶχε γὰρ ἑκατέραν πηχῶν ἑκατὸν εἴκοσι
5111767 τασσειν
σκουτάτων τάξιν μηδ ' ἐπ ' εὐθείας ἤτοι κατὰ μέτωπον τάσσειν ὡς ἐν τοῖς ὁμαλοῖς καὶ γυμνοῖς τόποις , ἀλλ
φαίνηται , μὴ ἐπιτηδεύειν εὐθὺς εἰς ὑψηλὸν τόπον τὸν στρατὸν τάσσειν τῶν ἐχθρῶν μήκοθεν ὄντων , ἵνα μὴ τῇ θέᾳ
5111658 στοιχουντων
Μεγαλοπολίτης τὴν εἴλην ἔταξεν ἐξ ἱππέων ξδ μήτε ζυγούντων μήτε στοιχούντων : καὶ διὰ τί τῶν ἱππέων ἡ μὲν ἐπὶ
καὶ γενήσεται ἡ εἴλη ἐκ ζυγούντων μέν , οὐκέτι δὲ στοιχούντων . Τάσσονται δὲ αἱ εἶλαι , ὥσπερ τὰ ψιλά
5111478 ἁλυσεσι
οὕτως : μόλοιμι τὰν οὐρανοῦ μέσον χθονὸς τεταμέναν αἰωρήμασι πέτραν ἁλύσεσι χρυσέαις φερομέναν δίναισι βῶλον ἐξ Ὀλύμπου , ἵν '
οὕτως : μόλοιμι τὰν οὐρανοῦ μέσον χθονὸς τεταμέναν αἰωρήμασι πέτραν ἁλύσεσι χρυσέαις φερομέναν δίναισι βῶλον ἐξ Ὀλύμπου , ἵν '
5110918 διαπλους
, ἀλλὰ διαπλεῖν ἐπ ' εὐθείας , βραχύτατος ἂν ὁ διάπλους ὀφθείη , ὥστ ' εἰκότως ἐπὶ τῇ τῶν περιπλεόντων
στρατιᾶς πρὸς οὓς ἐπῇσαν ὑπερβολῇ , καὶ ὅτι μέγιστος ἤδη διάπλους ἀπὸ τῆς οἰκείας καὶ ἐπὶ μεγίστῃ ἐλπίδι τῶν μελλόντων

Back