γὰρ τὴν ἄλλου φθορὰν ἄλλου γένεσιν εἶναι τοῦ παντὸς ὄντος πεπερασμένου : ὁ δὲ τὸ πεπερασμένον πρός τι περαίνειν οἰόμενος
χύσιν τῆς ἀπειρίας τῷ περατοειδεῖ δεσμῷ καταπηγνύντες εἰς τὴν τοῦ πεπερασμένου μίαν ἄλλην ἰδιότητα , ἐν ᾧ καὶ πέρας καὶ
7290451 νοηθεντος
τὴν πλείστην ὁμιλίαν τοῦ ὀνόματος ἐπὶ τοῦ καθ ' ἑαυτὸ νοηθέντος ἄν : καθ ' ἑαυτὸ δὲ οὐκ ἔστι νοῆσαι
Ἐκεῖ δ ' ἐπινοῆσαι πλέον οὐκ ἔστι τοῦ ἐπι - νοηθέντος : ἤδη γάρ ἐστιν : οὐδ ' ἐλείφθη τις
6802581 ξυναλλασσοντος
. ξυναλλάσσοντος ] τοῦ συνάγοντος . ξυναλλάσσοντος ] ἑνοῦντος . ξυναλλάσσοντος ] τοῦ συνάγοντος καὶ τοῦ ἑνοῦντος . ξυναλλάσσοντος ]
] ἀποδέχομαι . δεινὸς ] δεξιός . . φεῦ τοῦ ξυναλλάσσοντος ] τοῦ συνάγοντος . ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν τὰς συναλλαγὰς
6791185 πεφασμενου
βοώτης γατομῶν δι ' αὔλακος . λαβὼν δὲ ταύρου τοῦ πεφασμένου δάνος , σκεθρῷ ταλάντῳ τρυτάνης ἠρτημένον , αὖθις τὸν
καὶ μήποτε αὖθις ἔχειν ὅθεν κινηθέντα γενήσεται . ἀθανάτου δὲ πεφασμένου τοῦ ὑφ ' ἑαυτοῦ κινουμένου , ψυχῆς οὐσίαν τε
6688717 Δωριωνος
. : Ἀριστόδημος δὲ ἐν δευτέρῳ Γελοίων ἀπομνημονευμάτων φησί : Δωρίωνος τοῦ κρουματοποιοῦ , κυλλόποδος ὄντος , ἀπώλετο ἐν συμποσίῳ
Ἐπιφράδεος τοῦ Χαριφήμου τοῦ Φιλοτέρπεος τοῦ Ἰδμονίδα τοῦ Εὐκλέους τοῦ Δωρίωνος τοῦ Ὀρφέως . Γοργίας δὲ ὁ Λεοντῖνος . εἰς
6625571 ἐπιρρεοντος
πᾶσι τοῖς ἁπλῶς παχύνειν καὶ ἀμβλύνειν τὸ δριμὺ δυναμένοις τοῦ ἐπιρρέοντος εἰς τὸν θώρακα καὶ πνεύμονα χυμοῦ . διὰ τοῦτ
. εἰ δὲ τύχοι τὸ ἐπιρρέον εἶναι φλεγματῶδες καὶ ψυχροῦ ἐπιρρέοντος αἰσθάνεσθαι περὶ τὰ πεπονθότα , μήτε δὲ ἐξέρυθρα μήτε
6571485 ἀνομογενους
γευστὸν τοῦ γευστοῦ . καὶ μὴν οὐδὲ τὸ ἀνομογενὲς τοῦ ἀνομογενοῦς , οἷον τὸ ὁρατὸν τοῦ ἀκουστοῦ ἢ τὸ ἀκουστὸν
τὸ ὁμογενὲς τοῦ ὁμογενοῦς ἔσται ἐνδεικτικὸν ἢ τὸ ἀνομογενὲς τοῦ ἀνομογενοῦς : οὔτε δὲ τὸ ὁμογενὲς τοῦ ὁμογενοῦς οὔτε τὸ
6568846 ὡμολογηκαμεν
οἱ ἄλλοι μιμηταί . Κινδυνεύει . Τὸν μὲν δὴ μιμητὴν ὡμολογήκαμεν . εἰπὲ δέ μοι περὶ τοῦ ζωγράφου τόδε :
ἂν ὦσιν ὡς πιθανώτατοι λέγειν : εἰ δὲ ἡμεῖς ἀληθῆ ὡμολογήκαμεν , ὦ Πῶλε , ἆρ ' αἰσθάνῃ τὰ συμβαίνοντα
6492994 ἀνομογενες
ἀνομογενοῦς : οὔτε δὲ τὸ ὁμογενὲς τοῦ ὁμογενοῦς οὔτε τὸ ἀνομογενὲς τοῦ ἀνομογενοῦς : οὐκ ἄρα ἐνδεικτικόν τινός ἐστι τὸ
ἢ τὸ γευστὸν τοῦ γευστοῦ . καὶ μὴν οὐδὲ τὸ ἀνομογενὲς τοῦ ἀνομογενοῦς , οἷον τὸ ὁρατὸν τοῦ ἀκουστοῦ ἢ
6484955 βλεις
οἷον πόθεν δ ' ἐωλκὼς εὐπετὲς ἔβλης : η μετοχὴ βλείς : κίνημα γὰρ καὶ οὐ συγκοπή . οὕτως Ἡρωδιανὸς
. βλάβη : ἀπὸ τοῦ σκάφη . . . . βλείς : οἱ μὲν τοῦ η καὶ θ βλείς .
6463824 ἀορατου
ψυχὴ ἐπιτήδειος . οἶκον οὖν ἐπίγειον τὴν ἀόρατον ψυχὴν τοῦ ἀοράτου θεοῦ λέγοντες ἐνδίκως καὶ κατὰ νόμον φήσομεν . ἵνα
Λακεδαιμονίων βασιλέως , ἀλλὰ μᾶλλον εἰ ἔτυχεν τὸν Ἀνάνιος οὕτως ἀοράτου κατὰ δόξαν ὄντος . Οὐδὲ τὸν τῶν ἡμιθέων τῶν
6404136 αὐτοζῳου
ἀριθμῷ δέ τε πάντ ' ἐπέοικε . τοῦ μὲν οὖν αὐτοζῴου , τουτέστι τοῦ κόσμου τοῦ νοητοῦ , στοιχεῖα τὰ
αὐτοάνθρωπος παράδειγμα μὲν τοῦ ἐνταῦθα ἀνθρώπου , εἰκὼν δὲ τοῦ αὐτοζῴου . φαμὲν οὖν πρὸς ταῦτα ὅτι ἡ μὲν ψυχὴ
6392898 τεμνοντος
ἀδιάστατον ἀπολείψουσι τὸ σημεῖον , ὅ γε διχάζεται πρὸς τοῦ τέμνοντος . ὁ δὲ αὐτὸς λόγος καὶ ἐπειδὰν φῶσι τὸν
ἐπιφανείᾳ τοῦ κώνου τὴν ΔΖΕ : κοινὴ δὴ τομὴ τοῦ τέμνοντος ἐπιπέδου καὶ τοῦ ΑΒΓ τριγώνου ἡ ΖΗ . καὶ
6387571 γευστου
καὶ σιγῆς καὶ μεγάλου ψόφου , οὕτω τοι καὶ γεῦσις γευστοῦ καὶ ἀγεύστου . ἔτι ἐπεὶ ἀόρατον τὸ μὲν φύσει
ἐπὶ τῶν ἄλλων . ἔτι πάσχει ἡ γεῦσις ὑπὸ τοῦ γευστοῦ , ᾗ γευστόν , καὶ διὰ τοῦτο ἀνάγκη τὸ
6387291 δωρηματος
Ἀλλ ' οὐ φθονῶ σοι , φησί , τούτου τοῦ δωρήματος , δηλονότι τοῦ μαθεῖν σε ἀπ ' ἐμοῦ τὰς
θέρει σπεῖραι . . ΤΟΥ ΚΕΚΟΡΕΣΣΑΜΕΝΟΣ . Οὗ τινος δὴ δωρήματος καὶ βίου τοῦ ἐκτῆς γεωργίας κορεσθεὶς , ΟΦΕΛΛΟΙΣ ,
6385520 κινουντος
κινήσεως κατὰ μὲν τὸ ὑποκείμενόν ἐστι μία ἡ ἐνέργεια τοῦ κινοῦντος καὶ τοῦ κινουμένου , ἀλλ ' ἀπὸ μὲν τοῦ
κτλ . Ἀριστοτέλης δὲ καὶ Εὔδημός φασι τὸ ἐγγυτέρω τοῦ κινοῦντος τάχιστα κινεῖσθαι . . . . , : τὸν
6363096 ὑποδιαιρειται
ἤγουν ὅρος . Διαιρουμένη γὰρ ἡ Εὐρώπη ἀπὸ τῆς Ἀσίας ὑποδιαιρεῖται καὶ εἰς τὴν Λιβύην . Ἄμφω δ ' ἶσον
συμφέρον , τοῦ δὲ πανηγυρικοῦ τὸ καλόν . τούτων ἕκαστον ὑποδιαιρεῖται εἰς τάδε . τὸ μὲν δίκαιον εἴς τε τὸ
6345140 ἐπιτυχοντος
οὐ τοῦ ὀμβρίου , καθάπερ τὸ ὑδρόμηλον , ἀλλὰ τοῦ ἐπιτυχόντος . σκευάζεται δ ' οὕτως : κηρίων οὐ τῶν
καιρῷ τοὺς ἐν τῷ μεσουρανήματι . μηδενὸς δὲ τῶν ἀστέρων ἐπιτυχόντος ἐπὶ τῶν προκειμένων τόπων λαμβάνειν δεῖ τοὺς ἐπιθεωροῦντας καὶ
6340082 συμπεπλεγμενως
γὰρ εἰπεῖν ἀληθὲς δέ ἐστιν εἰπεῖν κατὰ τοῦ τινὸς καὶ συμπεπλεγμένως καὶ ἁπλῶς , παραλείπων τὸ συμπεπλεγμένως εἶπεν τὸ ἁπλῶς
Οὐκ ἀεὶ δέ . οὐκ ἀεί , φησίν , τὰ συμπεπλεγμένως κατηγορούμενα δύναται καὶ χωρὶς κατηγορεῖν , αὐτὸς δὲ παραδώσει
6311248 ἐγκαρσιον
ἐπιθυμῶ τὸ λέγω : τὸ ἐρωτῶ καὶ τὸ φθείρω . ἐγκάρσιον , πλάγιον : παρὰ τὸ κείρω τὸ κόπτω :
καὶ οὕτως ἕλκουσιν μὲν οἱ λίθοι , ἀνθέλκει δὲ τὸ ἐγκάρσιον ξύλον καὶ συνδιαπλάττει . εἶτα μετὰ τὸ τεῖναι καὶ
6292532 σκελεος
γίνεται , καὶ ἡ ὄχησις πλείστη αὐτέοισιν ἐπὶ τοῦ ὑγιέος σκέλεός ἐστιν . Καὶ ἀναγκάζονται κατὰ τὸν κενεῶνα καὶ κατὰ
βουσὶ γίνεται καὶ ἡ ὄχησις πλείστη αὐτοῖς ἐπὶ τοῦ ὑγιοῦς σκέλεός ἐστιν [ ην ] . ἀναγκάζονται κατὰ τὸν κενεῶνα
6282209 λεπτυνομενου
. Ἐλαττουμένου δὲ τοῦ γάλακτος καὶ σβεννυμένου ἢ φθειρομένου ἢ λεπτυνομένου [ παραδοτέον ] ἢ παχυνομένου καλὸν μὲν [ γὰρ
Τοῦ γε μὴν χρόνου προήκοντος καὶ τῷ χρόνῳ τοῦ χυμοῦ λεπτυνομένου , εὐδίοδος μὲν ἡ ὕλη ἤδη γίνεται τοῖς οὐρητικοῖς
6281603 ἡμιεκτεου
, τουτέστι τὸ δωδέκατον τῶν μηʹ , χοίνικες τέσσαρες . ἡμιεκτέου : τοῦ τετραχοινίκου . ὁ γὰρ μέδιμνος χοίνικας ἔχει
διθυραμβικὸν τετράμετρον . πρότερον ] προτιμότερον . , κρεῖττον . ἡμιεκτέου ] τῶν τεσσάρων χοινίκων , τοῦ χωροῦντος δʹ χοίνικας
6268270 ἐρυω
. . . αὐέρυσαν : ἰστέον , ὅτι ἀκολουθεῖ . ἐρύω οὖν ἐρύσω καὶ μετὰ τοῦ α τοῦ σημαίνοντος τὸ
τὸ ῥήσσω , καὶ ῥωγάδες . Ῥυμός . παρὰ τὸ ἐρύω , οὗ μέλλων ἐρύσω . ὄνομα ῥηματικὸν ἐρυγμός .
6264918 ζυγωθρισον
. ἄπελθε ] ἐπ ' ἄλλο . ⌈ ζυγώθρησον [ ζυγώθρισον ζυγόθρισον ] ] σκόπησον ⌈ : ἀπὸ μεταφορᾶς τοῦ
ἄπελθε , κᾆτα τῇ γνώμῃ πάλιν κίνησον αὖθις αὐτὸ καὶ ζυγώθρισον . ὦ Σωκρατίδιον φίλτατον . τί , ὦ γέρον
6263252 ἀνερριπιζον
, τοῦ μήτ ' ἐκεῖσε μήτε δεῦρο παντελῶς , οὕτως ἀνερρίπιζον , ὥστε σύμμετρον αὐτῷ τὸ πνεῦμα , μὴ περίσκληρον
, τοῦ μήτ ' ἐκεῖσε μήτε δεῦρο παντελῶς , οὕτως ἀνερρίπιζον , ὥστε σύμμετρον αὐτῷ τὸ πνεῦμα , μὴ περίσκληρον
6254637 ὑποτιθεμενου
κέντρον γραφομένων , ἀφ ' οὗ κατὰ τὸν βόρειον πόλον ὑποτιθεμένου διάγειν δεήσει τὰς μεσημβρινὰς εὐθείας , ἵνα πρὸ πάντων
παραβολή : ἢ οὔτε γεγενημένου οὔτε γινομένου , ἀλλ ' ὑποτιθεμένου τοῦ ῥήτορος εἰ τὸ καὶ τὸ γένοιτο , τί
6235145 φραζοντος
” Ὕπνος καὶ Ἥρα , τοῖς οὖσιν οἰκείως τοῦ ποιητοῦ φράζοντος τὸ Λεκτόν : καὶ γὰρ ὅτι τῆς Ἴδης ἐστὶ
τῶν σωφρόνων . οὐδὲν δὲ οὐδ ' ὣς τοῦ Ἀντιόχου φράζοντος αὐτῷ , λιπαροῦντι μαθεῖν ἐν ἀπορρήτῳ , παρεκαθέζετο καὶ
6229969 ῥαμματος
ἐλασματίου τὸ πέρας κατ ' ἐλάτησιν λελεπτοποιημένον εἰς τὴν τοῦ ῥάμματος . . . . . . . . .
ἁμματίῳ , ἐπ ' αὐτοῖς ἁμματιζομένων ἢ ταινιδίων ἢ ναυτικοῦ ῥάμματος . ἐπὶ δὲ τῶν μετὰ τραύματος καταγμάτων , ἀντὶ
6189614 ἡνωμενου
συνεχείᾳ τῆς φορᾶς , ὡς ἑνὸς ὄντος ποταμοῦ διηνεκοῦς καὶ ἡνωμένου : οὕτω καὶ τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων ὥσπερ ἐκ πηγῆς
. Λάβοις δ ' αὐτὴν καὶ ἀπὸ τῆς φύσεως τοῦ ἡνωμένου αὐτοφυέστερον : τὸ γὰρ ἡνωμένον οὐκ ἔστι μόνον ἕν
6185751 σκαφοειδους
ἡμᾶς ἐπιστροφὴν τοῦ ἀπυρώτου μέρους . Ἡράκλειτος κατὰ τὴν τοῦ σκαφοειδοῦς [ συστροφήν ] . Τῶν Πυθαγορείων τινὲς ἀνταυγείᾳ καὶ
. , σκαφοειδῆ , ὑπόκυρτον . , κατὰ τὴν τοῦ σκαφοειδοῦς στροφήν , ὥστε τὸ μὲν κοῖλον ἄνω γίγνεσθαι ,
6180542 ὁριστου
ὁ δὲ ὁρισμὸς ἄμεσος πρότασις ἢ ὅλως πρότασις μετὰ τοῦ ὁριστοῦ : ὥστε πάλιν ἐν μιᾷ προτάσει πλείω τῶν δύο
τὰς ἑκάστου τῶν ὄντων διαφοράς , καθ ' ἃς τοῦ ὁριστοῦ διαφέρει , οὐδ ' εἰ διαφέρει οἶδεν : ἀγνοῶν
6180429 χιτωνοϲ
ὄπιϲθεν προϲπεφυκὼϲ αὐτῷ , ἐκ τοῦ περιτοναίου τὴν γένεϲιν ἔχων χιτῶνοϲ . τὸ δὲ μέροϲ τοῦτο , καθ ' ὃ
χρηϲόμεθα βοηθήμαϲιν . Τὸ μὲν ϲταφύλωμα κύρτωϲίϲ ἐϲτι τοῦ κερατοειδοῦϲ χιτῶνοϲ ἀτονήϲαντοϲ ϲὺν τῷ ῥαγοειδεῖ , ποτὲ μὲν διὰ ῥευματιϲμόν
6154252 γενητου
γὰρ αὐτὴ ἡ ὕλη ἕν τί ἐστι τῶν στοιχείων τοῦ γενητοῦ : διώρισται ἄρα . Πόρρω ἄρα τῆς ἀδιορίστου φύσεως
γέλωτα , καταδείσασα μή ποτε ἄρα τὸ χαίρειν οὐδενὸς ὂν γενητοῦ , μόνου δὲ τοῦ θεοῦ , σφετερίζηται : διόπερ
6154176 αβγδε
τοῦτο τοῦ πρστυἔστω δὲ τοῦτο οὐραγοῦνὅτ ' ἂν τὸ μὲν αβγδε τὸν τοῦ πρστυ τόπον μεταλαμβάνῃ , τὸ δὲ ζηθικ
οὐραγὸς τὸν τοῦ λοχαγοῦ τόπον ἀντιμεταλάβῃ , οἷον λοχαγοῦντος τοῦ αβγδε καὶ ἑξῆς ἐπιστατοῦντος τοῦ ζηθικ καὶ ἐφ ' ἑξῆς
6152025 Τεισαμενου
. Τὸν δὲ αὐτὸν τοῦτον χρόνον Θήρας ὁ Αὐτεσίωνος τοῦ Τεισαμενοῦ τοῦ Θερσάνδρου τοῦ Πολυνείκεος ἔστελλε ἐς ἀποικίην ἐκ Λακεδαίμονος
εἶναι Ἀργείην : θυγατέρα δὲ αὐτὴν λέγουσι εἶναι Αὐτεσίωνος τοῦ Τεισαμενοῦ τοῦ Θερσάνδρου τοῦ Πολυνείκεος : ταύτην δὴ τεκεῖν δίδυμα
6141819 συνεργουντος
' ἑαυτοῦ νομίζειν μηδενὸς ἑτέρου τῶν εἰς τὸ δοκεῖν ὠφελεῖν συνεργοῦντος , μὴ γῆς ὡς καρποτόκου , μὴ ὑετῶν ὡς
τόπον ἐλέγχεται τότε τὸ θνητὸν σῶμα . Ὅθεν τοῦ θεοῦ συνεργοῦντος ἀνεῦρον ταῦτα ἐν σκότει τεθησαυρισμένα : καί μοι κατ
6140330 ῥεποντος
, ὥσπερ ὀπισθότονος ῥηθείη ἄν , εἰς τοὔπισθεν τοῦ σπασμοῦ ῥέποντος . πληγαὶ δὲ τούτων κατὰ τοῦ νωτιαίου τὰ αἴτια
, εἰς κεφαλὴν μὲν τοῦ λυποῦντος χυμοῦ τυγχάνοντος καὶ ἔξω ῥέποντος , αἱ κατ ' αὐτὴν γίνονται παρωτίδες , ὥσπερ
6139628 Ζωστηριου
πινάκια ἐν Μεγάροις : γενέσθαι δὲ αὐτὸν καὶ πυρφόρον τοῦ Ζωστηρίου Ἀπόλλωνος . γεννηθῆναι δὲ τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ᾗ καὶ
. ἢ Τιτώνιον , ἐπειδὴ εἰς μῆκος τεινόμενον καταπίνεται . Ζωστηρίου τε κλιτὺν : Ζωστήριον ὄρος Ἰταλίας , ἐν ᾧ
6137397 Γεγονετω
, κλάσαι εὐθεῖαν τὴν ΑΓΒ ἐν λόγῳ τῷ δοθέντι . Γεγονέτω , καὶ διήχθω ἀπὸ τοῦ Γ ἐφαπτομένη ἡ ΓΔ
διὰ τοῦ Δ ὑπερβολὴν περὶ ἀσυμπτώτους τὰς ΑΒ ΒΓ . Γεγονέτω : κέντρον ἄρα αὐτῆς ἐστιν τὸ Β . ἐπεζεύχθω
6133518 ὠθουντος
πολλοῦ φερομένου , ἅμα καὶ τὸ νέφος εἰς τὸ πλάγιον ὠθοῦντος τοῦ ἐκτὸς πνεύματος : καὶ κατὰ περίστασιν δὲ πνεύματος
ὦσιν ἢ ἕλξιν ἀρχή τις γίνεται ἀναπαυομένου τοῦ ἕλκοντος καὶ ὠθοῦντος : οὐ γὰρ ἄπονον τὸ οὕτως κινοῦν . δῆλον
6127680 ἀποσταιη
εἴπῃς , ἄπαγε . ἀποκλείσω Λυσίαν ; εἴθε μὴ αὐτὸς ἀποσταίη φθάσας . Ἀλλ ' ἐπανέρχεται αὖθις . Ἀπολώλεκας ἡμᾶς
οὖν μὴ † τῆς εὐλόγου προφάσεως καὶ εὐλαβείᾳ τοῦ θείου ἀποσταίη τοῦ τὰς φιάλας αἰτεῖν , ἐκπέμπειν τὸ ὑπὲρ αὐτῶν
6127139 Τεκνα
. Δελφοὶ δὲ ταῦτα ἀκούσαντες σφέων αὐτῶν πέρι ἐφρόντιζον . Τέκνα μέν νυν καὶ γυναῖκας πέρην ἐς τὴν Ἀχαιίην διέπεμψαν
πρὸς ἀλλήλους ἄθροισις , ὡς παρὰ τῷ Πορφυρίῳ μεμαθήκαμεν . Τέκνα λεχθείησαν οἱ Ἀργεῖοι τοῦ Λυγγέως , ὡς ἑνός τινος
6117747 ἐκβαλλομενου
ζῴδιον εἰς ὃ ἐμπίπτει ὁ μὴν τοῦ πλήθους τῶν μηνῶν ἐκβαλλομένου ἀπὸ τοῦ γενεθλιακοῦ μηνός , ἑκάστῳ ζῳδίῳ ἑνὸς μηνὸς
καὶ σημεῖόν τι γενέσθαι ἐν τῷ πλοίῳ ἀνδρὸς τεθνεῶτος καὶ ἐκβαλλομένου νύκτωρ . Νῦν δὲ ἐν μὲν ᾧ ἔπινε πλοίῳ
6109684 ζηθικ
ζηθικ τὸν τοῦ λμνξο , τὸ δὲ λμνξο τὸν τοῦ ζηθικ , τὸ δὲ πρστυ τὸν τοῦ αβγδε . οὕτω
στοῖχον ἢ κατὰ ζυγόν , καὶ θέσιν ἔχει τὸ μὲν ζηθικ τὴν τοῦ ΖΗΘΙΚ , τὸ δὲ αβγδε τὴν τοῦ
6107545 συναγοντος
μετοπωρινῆς ἰσημερίας μοίρας γ νε τοῦ μεταξὺ τῶν τηρήσεων χρόνου συνάγοντος ἔτη τϘα , οἷς πάλιν ἀκόλουθόν ἐστιν τὸ καὶ
καὶ ὁ σοφιστής , τοῦ διαλεκτικοῦ ἐκ τῶν ἀληθῶς ἐνδόξων συνάγοντος τὴν ἀντίφασιν , αὐτὸς ἔκ τινων κοινῶν καὶ φαινομένων
6103487 γενησομενου
ἢ Θρᾴκης ἀκουσθησομένου , ἀλλ ' ἐν αὐτῇ τῇ Ἰταλίᾳ γενησομένου , ἣν πόσα χρὴ χωρὶς τῶν ἀπολλυμένων ἀνδρῶν κακοπαθῆσαι
, ὑποκρινόμενος δὲ καὶ πλείονας ὁμοῦ καὶ εὐπρεπεστέρας αἰτίας τοῦ γενησομένου πολέμου πορίζων ἀνεμίμνησκε φιλίας καὶ συμμαχίας ἰδίας τε καὶ
6096634 ἀπεριγραφον
ἀπόντων προσδοκίαν τελεσφορουμένην σχήσειν , τοῦ θεοῦ τὸν ἀπεριόριστον καὶ ἀπερίγραφον πλοῦτον αὑτοῦ διὰ τοὺς ἀξίους καὶ τοῖς ἀναξίοις δωρουμένου
τις οὕτως βεβαιώσαιτο , ὡς περὶ τοῦ τὸ σοφίας γένος ἀπερίγραφον καὶ ἀτελεύτητον εἶναι . καλὸν μὲν οὖν καὶ ἀνωμότῳ
6087815 φθειρομενου
. κατὰ δὴ τοὺς λεχθέντας τρόπους δίχα μυρίων ἄλλων βραχυτέρων φθειρομένου τοῦ πλείστου μέρους ἀνθρώπων , ἐπιλείπειν ἐξ ἀνάγκης καὶ
ἐκεῖνο , τοῦ συναμφοτέρου δηλαδὴ ζώου . διὸ καὶ τούτου φθειρομένου οὔτε φιλεῖ οὔτε μισεῖ οὔτε μνημονεύει : οὐ γὰρ
6082350 πετετ
καὶ ὁρμήθη ὄρεϊ νιφόεντι ἐοικὼς κεκλήγων , διὰ δὲ Τρώων πέτετ ' ἠδ ' ἐπικούρων . οἳ δ ' ἐς
δῆμον . . . . τοῦ γ ' ἰθὺ βέλος πέτετ ' , οὐδ ' ἀπολήγει . . . εἰς
6079503 συντεταγμενου
τῇδε τὸ ἄσχετον πάντη τιμιώτερον τοῦ ἐν σχέσει καὶ τοῦ συντεταγμένου τὸ ἀσύντακτον , ὡς ὁ θεωρητικὸς τοῦ πολιτικοῦ ,
ὑπομιμνήσκοντα δῆθεν τοὺς αὐτομόλους τοῦ καιροῦ τοῦ εἰς τὴν προδοσίαν συντεταγμένου , ὥστε οὕτως αὐτοὺς ὑπόπτους γενομένους τοῖς πολεμίοις φυγεῖν
6078889 ἀδηλουμενου
τῷ σημειωτῷ δι ' ἐναργείας ἅμα τῷ ὑποπεσεῖν , ἐκείνου ἀδηλουμένου , ἄγει ἡμᾶς εἰς ὑπόμνησιν τοῦ συμπαρατηρηθέντος αὐτῷ καὶ
τῷ σημειωτῷ δι ' ἐναργείας , ἅμα τῷ ὑποπεσεῖν ἐκείνου ἀδηλουμένου , ἄγει ἡμᾶς εἰς ὑπόμνησιν τοῦ συμπαρατηρηθέντος αὐτῷ ,
6069958 ἐκτεινομενου
. φωνή ἐστιν ἡ γινομένη καθ ' ὁρμὴν τοῦ ἡγεμονικοῦ ἐκτεινομένου καὶ συνεκτείνοντος τὸ πνεῦμα τὸ διὰ φάρυγγος μέχρι τοῦ
τοῦ μηροῦ κεφαλῆς , καὶ τοῦ μὲν σκέλους τῇ κατατάσει ἐκτεινομένου , τοῦ δὲ πάσχοντος κατ ' ἀνατροπὴν ὑπτίου σχηματιζομένου
6066160 ἐβροντησε
. . . . . Ἔκλαγξε βροντὰν ] Ἀντὶ τοῦ ἐβρόντησε βροντήν . Ἡ δὲ φράσις ὡς τὸ μάχομαι μάχην
ὁ Ζεύς , ἤτοι ἡ πρόνοια , ὀξὺ ἐνόησε καὶ ἐβρόντησε μέγα . πνεύματος γὰρ ὑπὸ τὸ νέφος εἰσερχομένου καὶ
6063036 βλωμος
γὰρ τὼ βπ τῷ μ . ὅθεν καὶ ὁ ψωμὸς βλωμὸς ἀπὸ τοῦ βλώσκειν διὰ τοῦ λαιμοῦ , ὅ ἐστι
γὰρ τὼ βπ τῷ μ . ὅθεν καὶ ὁ ψωμὸς βλωμὸς ἀπὸ τοῦ βλώσκειν διὰ τοῦ λαιμοῦ , ὅ ἐστι
6062326 ἀποκριθηναι
ὡς δ ' αὐτὸν ὡς ἔοικεν οὐ προσίετο τοῦτ ' ἀποκριθῆναί φασι τῷ Βηρισάδῃ , Σὺ γὰρ διανοεῖ , φησίν
. . τὸ πικρὸν αὐτᾷ : ὅπερ , τὸ μὴ ἀποκριθῆναί με , πικρὸν ἦν αὐτῇ . τινὰ δὲ τῶν
6061788 τυφλωττοντες
λήμαις : Τζίμβλαις . . λημῶντες : Τυφλώττοντες . . τυφλώττοντες ἢ τετυφλωμένοι ὄντες . Θ . τυφλώττοντες , βεβλαμμένοι
εἰς λιμένα κατᾶραι μηδ ' ἐνορμίσασθαι βεβαίως ἀληθείᾳ δυνάμενοι , τυφλώττοντες περὶ τὸ θέας ἄξιον , πρὸς ὃ μόνον ὀξυδορκεῖν
6060956 καταφατικου
τούτων ἔτι χαλεπώτερον τὸ ἐπὶ μέρους ἀποφατικὸν τοῦ ἐπὶ μέρους καταφατικοῦ , ὅτι διὰ τοῦ καθόλου καταφατικοῦ μόνου ἡ ἀνασκευὴ
ἀποροῦσι δέ τινες ὅτι διὰ τί προέταξε τὸ ἀποφατικὸν τοῦ καταφατικοῦ . καὶ λέγομεν ὅτι ὡς ἀναγκαῖον ἐνδεχομένου : πάντως
6060387 κεασαι
κόσμος κεφαλῆς . κεάσαι σχίσαι : “ διὰ δὲ ξύλα κεάσαι . ” σημαίνει καὶ τὸ καῦσαι . κεδνή σώφρων
καὶ ὀσφύος , καὶ ἀπὸ τοῦ ὀρχέεσθαι καὶ πτίσαι καὶ κεάσαι καὶ δραμεῖν πρὸς ἄναντες χωρίον καὶ πρὸς κάταντες ,
6055940 ἀποκαλυψαι
μὲν ταῦτα ὁρῶσα ὅμως σιωπῶ : οὐ γὰρ ἡγοῦμαι πρέπειν ἀποκαλύψαι καὶ διαφωτίσαι τὰς νυκτερινὰς ἐκείνας διατριβὰς καὶ τὸν ὑπὸ
] τη ! [ . ] “ [ ! ! ἀποκαλύψαι ] μοι ? [ ταῦτα - ] [ .
6045956 τακερον
ψυχροῦ ψαύειν τὸ δὶϲ ἑψόμενον : οὐκέτι γὰρ ἀκριβῶϲ γίνεται τακερόν , οὔδ ' ἂν ἐπὶ πλεῖϲτον ἑψηθῇ . ἀφαιρεθεῖϲα
ὕδατοϲ ψυχροῦ τὸ δὶϲ ἑψόμενον : οὐκέτι γὰρ ἀκριβῶϲ γίγνεται τακερόν , οὐδ ' ἢν ἐπὶ πλεῖϲτον ἑψηθείη . ἐμβαλόντεϲ
6044699 βρονταιον
ὀμβρίων ὑδάτων τὸ θερινὸν τοῦ λαιλαπώδους ἄμεινόν ἐστι καὶ τὸ βρονταῖον . τὰ δ ' ἀπὸ κρυστάλλων καὶ χιόνος πονηρότατα
καὶ πήγνυται ἐκ τῆς ψύξεως τὸ ὕδωρ . τὸ δὲ βρονταῖον μέσον : εἰ γὰρ ὅλως ἀνέρχεται εἰς τὰς νεφέλας
6039167 αὐτοανθρωπου
εἰ κατὰ μετοχήν τε καὶ μετουσίαν τῆς ἰδέας καὶ τοῦ αὐτοανθρώπου ὁ ἄνθρωπός ἐστι , δεῖ τινα εἶναι ἄνθρωπον ,
πρὸς τὸν τὰς ἰδέας λέγοντα , καὶ οἷον ὁ τοῦ αὐτοανθρώπου καὶ ἀνθρώπου λόγος , ᾗ ἄνθρωπος , οὐδὲν ταύτῃ
6030529 ἐρυσω
ἐγκεῖσθαι , ὅ ἐστιν ἡ βουκολικὴ ῥάβδος , καὶ τὸν ἐρύσω μέλλοντα . διχῶς οὖν ἔσται , ὥς ἐστι δῆλον
ῥωγάδες . Ῥυμός . παρὰ τὸ ἐρύω , οὗ μέλλων ἐρύσω . ὄνομα ῥηματικὸν ἐρυγμός . ἀποβολῇ τοῦ ε καὶ
6029419 ἰδιωματος
ὀφρύων καὶ ῥινὸς σχήματος χαρακτῆρες τινὲς ἐγκάθηνται τοῦ τῆς ψυχῆς ἰδιώματος : ὀφθαλμοὶ γάρ φησιν ὁ Πολέμων “ ὑγροὶ λάμποντες
ἕνεκα . Ἔπειτα καὶ ἡ κίνησις κινεῖ : τοῦ γὰρ ἰδιώματος τούτου μεταδοτικὴ ἡ κίνησις , ὡς τοῦ ἱστάνειν ἡ
6029183 ὑπογυιον
. ἄρτι . ἄρτι : τοῦτο σημαίνει τὸ παρὸν καὶ ὑπόγυιον καὶ τὸ παραυτίκα μέλλον γίνεσθαι . ἐπιεικῶς . ἱκανῶς
. καὶ τὸ σκεῦος . χθιζόν : χθεσινόν . ἢ ὑπόγυιον . χορός σημαίνει δʹ : τὸ χορεύειν . οἱ
6028142 ἐκκαλυπτικον
τῶν ἐκκαλυψόντων , ἀλλ ' οὐκ αὐτὸ ἑτέρων δεῖ ὑπάρχειν ἐκκαλυπτικόν . καὶ μὴν εἰ τὸ σημεῖον κατ ' αὐτοὺς
ἐν αὑτῷ ἡγούμενον ἀξίωμα σημεῖον τοῦ λήγοντος : οὐδὲ γὰρ ἐκκαλυπτικόν ἐστι τοῦ ” φῶς ἔστιν “ τὸ ” ἡμέρα
6019544 διεσκεδασθησαν
παρὰ τῷ βασιλεῖ κατατοξευθῆναι * . Οἱ δὲ λοιποὶ Βανδήλων διεσκεδάσθησαν καὶ ἀπενόστησαν ἐπ ' οἴκου . Βασιλεὺς δὲ Ῥωμαίων
γὰρ ἀνελήφθησαν εἰς τοὺς αὐτοὺς τοῦ κόσμου σπερματικοὺς λόγους ἢ διεσκεδάσθησαν ὁμοίως εἰς τὰς ἀτόμους . Ἐνθυμήθητι πόσα κατὰ τὸν
6018528 ΑΗΛ
, οὕτως : ἐπειδὴ γὰρ ἡ ὑπὸ ΑΗΛ γωνία τοῦ ΑΗΛ τριγώνου ὀρθή ἐστιν , ἑκατέρα ἡ ὑπὸ ΗΑΛ καὶ
Η , Θ , Κ σημείων μέγιστοι κύκλοι γεγράφθωσαν οἱ ΑΗΛ , ΑΘΜ , ΑΚΝ . λέγω , ὅτι μείζων
6017820 προεληλυθεναι
μένειν , ὡς ἡ ἀπορία . Εἰ δὲ ἐν τῷ προεληλυθέναι μένειν λέγοι τις , ἐπίτασιν λέγοι ἂν καὶ οἷον
ξενοπαθοῦντα τῇ ψύξει διὰ τὸ ἀκμὴν ἀπὸ θερμῆς καὶ συνεχοῦς προεληλυθέναι τῆς μήτρας . ὁ δὲ | οἶνος διὰ τὴν
6016934 γαγγραιναν
τὴν εὔχροιαν ἔτι διασῴζῃ τὴν ἑαυτῆς μήτε τὴν ὀδύνην ἐνίοτε γάγγραιναν ὀνομάζομεν , οὐδέπω μὲν οὖσαν ἀκριβῶς γάγγραιναν , εἰ
δὲ τῶν ϲαρκῶν γενομένηϲ καταϲχάϲομεν τὸ μέροϲ τὸν εἰϲ τὴν γάγγραιναν ὑποτεμνόμενοι φόβον : εἰ δὲ κἀκείνη προϲγένοιτο ἤ τιϲ
6013064 κατερριμμενον
ἐπὶ τειχομαχίᾳ γεγενημένην ποτέ , καὶ μάλιστα δὴ περὶ τὸ κατερριμμένον τοῦ τείχους . μεθυσθέντες γὰρ τῷ πολέμῳ καὶ ὅλους
δὲ ἐντὸς τοῦ ἄστεος ὁρῶντες τό τε πολὺ τοῦ τείχους κατερριμμένον καὶ τὸν βασιλέα ὅσον οὐκ ἤδη προσβαλοῦντα αὐτοῖς ἰσχυρῶς
6010148 ἐκδιδοντος
οἱ νῦν ἐκδοσίμους λέγουσιν : φατέον δὲ ἐπὶ μὲν τοῦ ἐκδιδόντος ἔργον ὁτιοῦν τὸ ἐργοδοτεῖν , ἐπὶ δὲ τοῦ ἐργαζομένου
δεξιᾷ δὲ τὸν Μέλανα κόλπον καλούμενον οὕτως ἀπὸ τοῦ Μέλανος ἐκδιδόντος εἰς αὐτόν , καθάπερ Ἡρόδοτος καὶ Εὔδοξος : εἴρηκε
6005389 κοιλωματος
βράσσοις ] βράσσε βράσσοις ] ἀναβάλοις ἐκ τοῦ βάθους τοῦ κοιλώματος τῆς γαστρός ἐμματέων : τοὺς δακτύλους καθιεὶς διὰ τοῦ
ὑποτίθεται ὑδρώπων καὶ τῶν ἐν τούτῳ φλεβῶν καὶ τοῦ αὐτῶν κοιλώματος στενότητα ὡς μὴ δύνασθαι τὸ παχὺ καὶ γεῶδες παραδέχεσθαι
6003802 φειδωλου
οὗτοι , ἢν ἁμάρτωσι τοῦ πατρικοῦ τύπου τοῦ ἐπιμελέος καὶ φειδωλοῦ , φιλέουσι διαφθείρεσθαι . τοῦ αὐτοῦ . φειδώ τοι
λέγεται . . . ἀνελεύθερος : ἐπὶ τοῦ σμικρολόγου καὶ φειδωλοῦ . . . ἀνέγνωκας , οὐ μόνον ἀνέγνως φησίν
6001697 κοτταβιον
Ἕρμιππός τε ἐν τοῖς Ἰάμβοις . τὸ δὲ καλούμενον κατακτὸν κοττάβιον τοιοῦτόν ἐστιν : λυχνίον ἐστὶν ὑψηλόν , ἔχον τὸν
ὃ συνεστραμμένῃ τῇ χειρὶ ἄνωθεν ἐῤῥίπτουν οἱ παίζοντες εἰς τὸ κοττάβιον . Θεσσαλοὶ δὲ καὶ Ῥόδιοι λατάγην τὸν ἀπὸ τῶν
5996379 διεστωτος
τοῦ συνοικοῦντος μὲν Ἕλληνος ἐν τῇ Σικελίᾳ , πολὺ δὲ διεστῶτος πρὸ δὲ αὐτοῦ . . . : ὑπὲρ αὑτοῦ
εἰς μείουρον τῶν δακτύλων καὶ λελιπασμένων καθιέναι [ καὶ ] διεστῶτος τοῦ στομίου τῆς ὑστέρας , εἰ δὲ μή ,
5990668 ἀλλαϲ
δὲ τοὺϲ ἐν τῇ χώρῃ ἀρίϲτουϲ αἱρετέον : ἄλλη γὰρ ἄλλαϲ φέρειν ἰχθύων ἰδέαϲ πεπίϲτευται χώρη . ὀπώρηϲ οἰνώδεοϲ ὑποϲτέλλεϲθαι
ἐπὶ ἡμέραϲ γ : εἶτα διαλιπὼν τρεῖϲ , δίδου ἐπὶ ἄλλαϲ γ : πάλιν διαλιπὼν ἡμέραϲ γ , δίδου ἐπὶ
5989235 διακριτικος
προφορικός . λόγος καὶ ὁ ἐνδιάθετος , ὅ ἐστιν ὁ διακριτικός : ὅθεν ἄρα κατὰ μετάληψιν γαρύειν τὸ διακρίνειν .
γὰρ τὸ λευκὸν διακριτικόν ἐστιν ὄψεως , καὶ ὁ ἄνθρωπος διακριτικός ἐστιν ὄψεως . πάλιν τὸν δεύτερον παραλογισμὸν προάγουσι τοῦτον
5988775 ἐνηνεκται
ἐμπέπτωκε καὶ δεῖ πτήσεως μακροτέρας , ἢ κατὰ τῆς γῆς ἐνήνεκται καὶ καιρὸς ἥκει διαναπαύσεως . Μεθίστανται δὲ ὀρνέων γένη
, οὐδεμία γὰρ παρὰ τῶν δικαστῶν ὑπὲρ τοῦ νόμου ψῆφος ἐνήνεκται . ΛΥσεις τῷ νόμῳ , καὶ τοῖς γενομένοις εἰςαχθεὶς
5988215 θεσμοφοριον
ἡ γλῶττα . παρεπιγραφή . ἐκκυκλεῖται ἐπὶ τὸ ἔξω τὸ θεσμοφόριον . ὅτε ἔμελλε γίνεσθαι ἐκκλησία , σημεῖον ἐτίθετο .
κέχρηται . Πρὸς τὸ τῆς ἄγρας . τὸ τῆς Ἄγρας θεσμοφόριον Ἀρτέμιδος δηλοῖ . Προστυχὴς ἐγενόμην ἀντὶ τοῦ ἐνέτυχον Πλάτων
5983300 ἐκπεϲῃ
τῇ ῥίζῃ τοῦ ὄνυχοϲ : διάϲηϲον ἐπιμελῶϲ . ὅταν δὲ ἐκπέϲῃ ὁ ὄνυξ , κηρωτὴν μυρϲίνην ἐπιτίθει ὀλίγον ἔχουϲαν τοῦ
ὕδατι βραχὲν ἀλλάϲϲων αὐτό , ἕωϲ ἀφλέγμαντοϲ γένηται , καὶ ἐκπέϲῃ ἡ ἐϲχάρα . Ἄλλο , ὃ ἔλαβον ἐν Ἀλεξανδρείᾳ
5982494 καυστικου
. τὸ ὑπὸ θεοῦ κινούμενον μαντικόν . . πρηστῆρος αἴθωνος καυστικοῦ ὀξέος . ἔνθεον θεῖον μαντικὸν τὸ θεῖον ἀγορεῦον φωνὰς
: ἐπ ' ἀμφοῖν δέ , κολλυρίου τε καὶ τοῦ καυστικοῦ , ἐγκλύζειν χρὴ τοῖς ἀνακαθαρτικοῖς , περὶ ὧν εἴρηται
5976012 προβαντος
τί ἐστι καὶ διὰ τί ἐστι , δῆλον γίνεται ὁρισμοῦ προβάντος αὐτῶν καὶ λαμβανομένου τοῦ μέσου πρὸς τὴν ἀπόδοσιν τοῦ
νῦν ἂν ἦν ἐν ἑτέρᾳ ἀτραπῷ βίου τοῦ πατρός μοι προβάντος εἰς πολιάν . ἀντεξετάζων δή τις τὰ νῦν [
5974576 ἀνηχθω
τὸ ΑΒΓ , καὶ ἀπὸ τοῦ Δ κέντρου πρὸς ὀρθὰς ἀνήχθω ἡ ΔΒ , καὶ κινείσθω κανόνιόν τι περὶ τὸ
καὶ ἤχθωσαν αὐτοῦ διαγώνιοι αἱ ΔΒ , ΓΑ , καὶ ἀνήχθω πρὸς ὀρθὰς ἀπὸ τοῦ Ε τῷ ἐπιπέδῳ μετέωρος εὐθεῖα
5971786 Εὐκλεους
δὲ [ γὰρ ] αὐτόν φησι Δημήτριος ⌈ ἐπὶ ἄρχοντος Εὐκλέους πρὸ τριῶν ἐτῶν εἰς Σικελίαν πεμφθέντα μετὰ νεῶν Λεοντίνοις
διαμαρτυρήσαντα ὁ ἀγών ἐστι . Λυσίας ἐν τῷ κατ ' Εὐκλέους χωρίου ἐξούλης . Αὐτόχθονες : οἱ Ἀθηναῖοι . Δημοσθένης
5969892 σιναρου
κατατείναντα προσδῆσαι , ὅκου ἂν ἁρμόσῃ , ἐκ δὲ τοῦ σιναροῦ ἐς κεράμιον ὕδωρ ἐγχέαντα ἐκκρεμάσαι ἢ ἐς σφυρίδα λίθους
ἐν τῇ ὁδοιπορίῃ οὐ δύναται τὸ σῶμα ὀχέεσθαι ἐπὶ τοῦ σιναροῦ σκέλεος , εἰ μὴ προσκατερεί - δεται τὸ σιναρὸν
5962416 μετειληφεναι
ἡδονῆς , τοῦ δὲ φρονεῖν καὶ τοῦ γιγνώσκειν κατὰ πάντα μετειληφέναι καὶ συμπλήρους δὴ ζῴων οὐρανοῦ γεγονότος , ἑρμηνεύεσθαι πρὸς
ὧδε καὶ ὧδε γεγονέναι , ἀλλὰ τὸ ἐκταθὲν πᾶν αὐτοῦ μετειληφέναι ὄντος ἀδιαστάτου αὐτοῦ . Εἰ οὖν τι μεταλήψεταί τινος
5962399 περατουμενου
ταῦτα δείκνυσιν . ἐπειδὴ γάρ φησι πᾶν τὸ περατοῦν τοῦ περατουμένου λείπεται μιᾷ διαστάσει : τὸ γὰρ σῶμα τρεῖς ἔχον
, εἴ γε , ὡς εἴρηται , πᾶν πέρας τοῦ περατουμένου λείπεται μιᾷ διαστάσει . ὅτι δὲ καὶ πᾶν μέγεθος
5961646 πεπεμμενου
πεπεμμένου : ἤτοι τοῦ καθ ' ἑκάστην τετράδα τοῦ μηνὸς πεπεμμένου , ἤτοι ζημουμένου καὶ κατασκευαζομένου : ἑκάστου γὰρ μηνὸς
εὔπνοις καὶ ξηροῖς τόποις ἀφῃρημένου τοῦ ὑδατώδους καὶ τοῦ καταλοίπου πεπεμμένου μᾶλλον . Ὡς γὰρ ἁπλῶς εἰπεῖν ἡ ξηρότης οἰκειοτέρα
5961053 ἐρουντος
ἔφη ὁ Κέβης , βούλομαί γε . Ἄκουε τοίνυν ὡς ἐροῦντος . ἐγὼ γάρ , ἔφη , ὦ Κέβης ,
μοναγρίας καὶ μὴ πρόσιθι Λεοντίῳ . ὡς οὐ δικαιότερον ἐκείνου ἐροῦντος σὺ μὲν οὖν μὴ πρόσιθι τῇ ἐμῇ . καὶ
5953994 σκυζω
. . . . ἀποσκυδμαίνω : τὸ ὀργίζομαι . ἔστι σκύζω , οὖ ὄνομα † ὄζω γίνεται † ὀζαίνω ,
Ἰωνικῶς παρ ' Ὁμήρῳ καταζήνασκε δὲ δαίμων : οὕτω καὶ σκύζω , σκυζαίνω , καὶ τροπῇ τοῦ ζ εἰς δ
5953365 ἀπεζευκται
τὸ δὲ ἀπεζευγμένον ἀπεζευγμένου ἀπέζευκται καὶ τὸ Β ἄρα παντὸς ἀπέζευκται τοῦ Α : εἰ δὲ τοῦτο , κατὰ μηδενὸς
Α κατὰ μηδενὸς τοῦ Β : εἰ δὲ κατὰ μηδενὸς ἀπέζευκται : καὶ τὸ Β ἄρα παντὸς ἀπέζευκται τοῦ Α
5953186 πτυσσω
πετύσω καὶ συγκοπῇ πτύσσω : ἄλλο γὰρ οὐ σημαίνει τὸ πτύσσω , εἰ μὴ τὸ ἐπιπίπτειν ἕτερον πρὸς ἕτερον .
πανταχοῦ καὶ παρὰ πᾶσι σπειρόμενοι . Πυκνός . παρὰ τὸ πτύσσω , πτυκνὸς καὶ πυκνός . Πτερόν . πέτω πετερὸν
5952434 μεμνημενου
καὶ τὰ ἄλλα μὲν αὐτοῦ κατεγίγνωσκον μονονουχὶ ζωμῶν καὶ λοπάδων μεμνημένου καὶ ἐπιδακρύοντος τῇ τῶν πλακούντων μνήμῃ , τοῦτο δὲ
περὶ γὰρ τούτων τὸν αὐτὸν τρόπον ἔχειν εἰκὸς οἷον εἰ μεμνημένου του περί τινος τύχοι τοῦτο γενόμενον . τί γὰρ
5943329 καταγματοϲ
δὲ βίᾳ τινὸϲ ἔξωθεν ὀξέωϲ πλήξαντοϲ ἀποϲπαϲθείη , τῷ τοῦ κατάγματοϲ αὐτῆϲ ὑπαχθήϲεται καταρτιϲμῷ . τὸ δὲ πρὸϲ τὸν ὦμον
κατατάϲεωϲ τοῦ κώλου γινομένηϲ κατ ' ἀλλήλων φέρομεν τὰ τοῦ κατάγματοϲ πέρατα . εἰ δὲ μὴ δυνηθείημεν τοῦτο πρᾶξαι ,
5942774 χαλκιου
ὕδωρ ζεστόν , ἐντιθεμένου εἰς αὐτὸ τοῦ σκεύους , οἷον χαλκίου ἢ ἑτέρου μὴ ῥηγνυμένου . θεραπεύσει ταγγὸν ἔλαιον καὶ
οἶνον φέρε . οὐκ ἀλλὰ τοῦτό γ ' ἐπίχυσις τοῦ χαλκίου . κἄγειν ἐκεῖθεν κακκάβην ἀλλ ' οὐ γὰρ ἔμαθε
5942513 ἀπολειπομενον
ἐστὶν οὐσία . ἀφαιρουμένου τοίνυν μήκους πλάτους βάθους οὐδὲν ὁρῶμεν ἀπολειπόμενον , εἰ μὴ μόνον τὸ ὁριζόμενον ὑπὸ τούτων ,
τότε ἱκανῶς προοιμιασάμεθα , ὡς νῦν λέγομεν : τὸ δὲ ἀπολειπόμενον ἔτι τοῦ τοιούτου φαίνῃ μοι σὺ διακελεύεσθαι τὰ νῦν
5938693 χοριου
οδʹ . Περὶ ἐμβρυουλκίαϲ καὶ ἐμβρυοτομίαϲ . οεʹ . Περὶ χορίου ἐκλείψεωϲ . οϚʹ . Περὶ καύϲεωϲ ἰϲχιάδων . οζʹ
, δι ' ὧν τρέφεται . Οἱ Στωικοὶ διὰ τοῦ χορίου καὶ τοῦ ὀμφαλοῦ : ὅθεν τοῦτον εὐθέως ἀποδεῖν τὰς
5938579 ξυνελεγη
τῶν ὑποκριτῶν . Ἀριστοφάνης δὲ ἐν Δαναΐσιν ἔφη κακῶν τοσούτων ξυνελέγη μοι σώρακος : Ἀλέξιδος δὲ καὶ δρᾶμα Σώρακοι .
δηλονότι . τὸ παρὸν στράτευμα : τὸ τῶν Ἀθηναίων στρατόπεδον ξυνελέγη : συνηθροίσθη . ἄρας : τὰ ἱστία δηλονότι .
5938191 σκουταριου
] ἤτοι ἕως τοῦ τέλους : τὸ τέλος γὰρ τοῦ σκουταρίου πρὸς τὴν γῆν ἐπιρρέπει : διὰ τοῦτο εἶπεν τὸ
τοῦ κοίλην ἔχοντος τὴν γαστέρα . Ξ κύκλου ] τοῦ σκουταρίου . αὐτὸς ] ὁ Ἱππομέδων . ἐπηλάλαξεν ] ἤχησεν

Back