ἀρχὴν ἀπὸ ἐσχαρίου τινὸς , ὅ φασι παγῆναι πεντήκοντα πλοίων πεντηρικῶν ξυλείᾳ , ὑπὸ δὲ ὄχλου μετὰ βοῆς καὶ σαλπίγγων
ἀρχὴν ἀπὸ ἐσχαρίου τινός , ὅ φασι παγῆναι πεντήκοντα πλοίων πεντηρικῶν ξυλείᾳ , ὑπὸ δὲ ὄχλου μετὰ βοῆς καὶ σαλπίγγων
8062005 ξυλειᾳ
πλείστη , καὶ δοκεῖ ταῦτα τὰ μέρη πλεονεκτεῖν τῇ τοιαύτῃ ξυλείᾳ : καὶ διὰ τοῦτ ' Ἀντώνιος Κλεοπάτρᾳ τὰ χωρία
ὑπὸ ἐσχαρίου τινός , ὅ φασι παγῆναι πεντήκοντα πλοίων πεντηρικῶν ξυλείᾳ , ὑπὸ δὲ ὄχλου μετὰ βοῆς καὶ σαλπίγγων κατήγετο
7871659 ἐσχαριου
πλάτος δὲ κη . Τὰ δὲ σκέλη τὰ ἐπὶ τοῦ ἐσχαρίου πηγνύμενα τέσσαρα συντίθεται καὶ ἕκαστον ἐκ δύο ξύλων συνημμένων
τε οὐκ ὀλίγον . Καθειλκύσθη δὲ τὴν μὲν ἀρχὴν ἀπὸ ἐσχαρίου τινὸς , ὅ φασι παγῆναι πεντήκοντα πλοίων πεντηρικῶν ξυλείᾳ
6753284 κατεδυσαν
ὑπὸ τῶν ἄλλων πλὴν Σιδωνίων ἐπανήχθη τῷ Δολοβέλλᾳ , καὶ κατέδυσαν μὲν ἑκατέρου νῆες ἱκαναί , πέντε δὲ αὐτοῖς ἀνδράσιν
διέφθαρται : ναοὶ δὲ οἱ μὲν κεῖνται , οἱ δὲ κατέδυσαν : ἡ δὲ πρὸς θέαν ὡραιοτάτη πόλεων καὶ τοῦ
6601952 νεωσοικων
αὐτούς : τηρήσαντες καιρὸν εἰς τὸ ἐπιθέσθαι αὐτοῖς . σημείωσαι νεωσοίκων προσαγαγόντες : τοῖς σταυρώμασι δηλονότι . ναῦν μυριοφόρον :
οἱ , κατεπίμπρη , φειδόμενος οὔτε τῆς ὁπλοθήκης οὔτε τῶν νεωσοίκων οὔτε τινὸς ἄλλου τῶν ἀοιδίμων . καὶ μετὰ τοῦτ
6597839 τεσσερες
δὲ ἑπτὰ καὶ τριήκοντα καὶ ἑκατόν . Ποταμοὶ δὲ νηυσιπέρητοι τέσσερες διὰ ταύτης ῥέουσι , τοὺς πᾶσα ἀνάγκη διαπορθμεῦσαί ἐστι
πέντε μνέαι ἑκάστῳ , κρεῶν βοέων δύο μνέαι , οἴνου τέσσερες ἀρυστῆρες : ταῦτα τοῖσι αἰεὶ δορυφορέουσι ἐδίδοτο . Ἐπείτε
6575259 παρασαγγας
ᾤχετο ἀπελαύνων . Ἀπὸ δὲ τοῦ Τίγρητος ἐπορεύθησαν σταθμοὺς τέτταρας παρασάγγας εἴκοσιν ἐπὶ τὸν Φύσκον ποταμόν , τὸ εὖρος πλέθρου
Σοφοκλῆς δ ' ἐν τοῖς Ποιμέσι καὶ Εὐριπίδης ἐν Σκυρίαις παρασάγγας αὐτοὺς κεκλήκασιν : ἐχρῆν δὲ εἰπεῖν σαγγάνδας : ὁ
6567724 τετρακισχιλια
Λασθένην καὶ Πανάρην , κοινῇ δὲ πάντες ἐκτίσωσιν ἀργυρίου τάλαντα τετρακισχίλια . οἱ δὲ Κρῆτες πυθόμενοι τὰ δεδογμένα τῇ συγκλήτῳ
. καὶ πρῶτον μὲν ἐκ τοῦ καλάμου κατεσκεύασε πλοῖα ποτάμια τετρακισχίλια : ἡ γὰρ Ἰνδικὴ παρά τε τοὺς ποταμοὺς καὶ
6556134 ἑβδομαιοισι
δὲ τῆς ὑποστροφῆς , ἔκρινε τρίτῃ . Οἷσι δὲ ἔκρινεν ἑβδομαίοισι , διαλιπόντας τρεῖς , ἔκρινεν ἑβδόμῃ . Οἷσι δὲ
καὶ μακρότερα : τὰ παρὰ τὰ οὖλα καὶ γλῶσσαν ἀποπυεῖ ἑβδομαίοισι , μάλιστα δὲ καὶ αἱ κατὰ ῥῖνας ἐμπυήσιες .
6536462 φορτηγα
. τὰς τριήρεις δέ φησι . τὰ δὲ στρογγύλα πλοῖα φορτηγά εἰσιν . ΓΘ μακράς ] τριήρεις , πολεμίας .
. τὰς τριήρεις δέ φησι . τὰ δὲ στρογγύλα πλοῖα φορτηγά εἰσιν . ΓΘ μακράς ] τριήρεις , πολεμίας .
6501343 ἐπληρωσαν
αἰτίαν τοῦ ὑπερτεθεῖσθαι τὸν ἀπόπλουν , τάς τε τριήρεις πάσας ἐπλήρωσαν , οὔσας ἑβδομήκοντα καὶ τέσσαρας , καὶ τὰς πεζὰς
ἤπειρον , τοῦ Ἀττικοῦ γένους πᾶσαν ὅσην Αἰγαῖος προσκλύζει χώραν ἐπλήρωσαν : Ἡρακλείδας δὲ ὑποδεξάμενοι τὸν μὲν ὑβρίζοντα τῆς παρανομίας
6500291 ἐχουν
χῶσιν : οἱ προσδεχόμενοι πολεμίους κατὰ θάλατταν ἰσχυροτέρους αὐτῶν χῶμα ἔχουν ἐπὶ τοῖς στόμασι τῶν λιμένων , ὅπως δυσείσπλωτοι τοῖς
μὲν φύλακας ἐξέωσαν ἐκ τῶν φυλακτηρίων , τὴν δὲ τάφρον ἔχουν καὶ τὰ σταυρώματα διέσπων : οἱ δ ' εὐτολμότατοι
6500057 ἐπιτιθεασιν
. ἐπιθῶμεν αὐτῷ τὸν γούργαθον . “ καὶ πάντες περιστάντες ἐπιτιθέασιν αὐτῷ τὸν γούργαθον . ὁ δὲ ἐξήρχετο ὡς ἄτλαστον
βοτάνη παρόμοιος ὀριγάνῳ , ἧς τὰ ἄκρα δρεψάμενοι Θρᾷκες , ἐπιτιθέασιν πυρὶ μετὰ τὸν κόρον τῆς δημητριακῆς τροφῆς , καὶ
6496360 χλια
τῶν ὀρνέων ἐσθίειν ὀρνίθια καὶ ἀλεκτορόπουλα καὶ περιστερόπουλα βρακάτα , χλία τε καὶ ὀπτά . εὐώδη καὶ ἀνισάτα κονδίτα καὶ
ὄρτυγας καὶ τρωγλίτας . τούτων μὲν τῶν ἀγρίων γινομένων ψαχνὰ χλία δίεφθα . ἐκ δὲ τῶν ἰχθύων σαργοὺς τηγάνου ,
6488698 κοντα
εἰπεῖν , ἀπὸ τῆς καμάρας . Οἱ δὲ καὶ τὰ κοντὰ πασσάλια τῶν κιτροφύτων , μὴ δυνάμενα καμφθῆναι , κατακεφάλα
εἰπεῖν , ἀπὸ τῆς καμάρας . Οἱ δὲ καὶ τὰ κοντὰ πασσάλια τῶν κιτροφύτων , μὴ δυνάμενα καμφθῆναι , κατακεφάλα
6463770 παλαιστων
ἐν τῷ κυλίειν τὴν κόπρον . ὁμοῦ μὲν ὡς τῶν παλαιστῶν ἀδηφαγούντων , ὁμοῦ δὲ τῷ ἐπιφερομένῳ οἰκείως τῶν παλαιστῶν
κονίσαι , τουτέστι νικῆσαι : κονιορτοῦνται γὰρ οἱ νικώμενοι τῶν παλαιστῶν . οὕτω Μεθόδιος . . . . ἀκοῦμαι καὶ
6460810 λεμβοι
ἀπέχηται τῶν προλελεγμένων , καὶ τὴν Λίσσον μὴ παραπλέωσιν Ἰλλυρικοὶ λέμβοι δυοῖν πλείονες , καὶ τούτοιν δὲ ἀνόπλοιν . ἣ
ἐναντία ὁρμίζεται πολεμιστήρια ὅπλα ἔχοντα , εἰ δὲ μή , λέμβοι καὶ ὧν ἂν ἔχῃς τὰ πλεῖστα προσ - ορμισθέντα
6459114 Ἡριππιδας
ἐκ Λακεδαίμονος νεοδαμώδεις συστρατευσάμενοι αὐτῷ , πρὸς δὲ τούτοις οὗ Ἡριππίδας ἐξενάγει ξενικοῦ , ἔτι δὲ οἱ ἀπὸ τῶν ἐν
πλέθρων ἐν μέσῳ ὄντων ἀντεξέδραμον ἀπὸ τῆς Ἀγησιλάου φάλαγγος ὧν Ἡριππίδας ἐξενάγει , καὶ Ἴωνες δὲ καὶ Αἰολεῖς καὶ Ἑλλησπόντιοι
6449185 Οὐριατθου
τραπείς , τὰ ἐκείνων ἐδῄου . καὶ ζήλῳ τῶν ἔργων Οὐριάτθου τὴν Λυσιτανίαν λῃστήρια πολλὰ ἄλλα ἐπιτρέχοντα ἐπόρθει . Σέξτος
, ἵνα μὴ λῃστεύοιεν ἐξ ἀπορίας . ὁ μὲν δὴ Οὐριάτθου πόλεμος ἐς τοῦτο ἐτελεύτα , ἐπάνεισι δ ' ἐς
6438979 στρατιωτιδες
ταῖς πάσαις . . . : τριήρεις ταχεῖαι , τριήρεις στρατιώτιδες , πεντηκόντεροι , ἱππαγωγοί , πλοῖα , ὁλκάδες ταχεῖαι
: αὕτη κεῖται πλησίον Σάμου ὧν : τῶν Σαμίων . στρατιώτιδες : στρατιώτας ἄγουσαι τοὺς μέλλοντας πεζομαχεῖν : ἃς καὶ
6438582 σκευοφορον
δὲ ὁ καλούμενος ὑπό τινων χοιρογρύλλιος . γυλίου : πλέγμα σκευοφόρον στρατιωτικὸν ὁ γύλιος , εἰς ὃ τὰς τρόφας ἄγονται
εἰς ὀξὺ λήγοντος πρὸς τὸ μὴ κατάγνυσθαι . πλέγμα τι σκευοφόρον στρατιωτικόν , ἐν ᾧ ἀποτίθενται τυρὸν καὶ ἐλαίας καὶ
6437109 λυθεντων
τὴν Νύσαν ὑπὸ ἄντρῳ διθύρῳ τραφῆναι , ἢ διὰ τὸ λυθέντων τῶν ῥαμμάτων ἐκ τοῦ Διὸς μηροῦ εὑρεθῆναι , ἢ
τούτων αἰτίους ] καὶ τὸ τούτοις ἅπαντας πείθεσθαι , ἐπεὶ λυθέντων γε τούτων , καὶ ἑκάστῳ δοθείσης ἐξουσίας ὅ τι
6436033 ἀπεταφρευε
, ὡς οὐκέτι προῄεσαν ἐκ τῆς πόλεως , παραστρατοπεδεύσας αὐτοῖς ἀπετάφρευέ τε καὶ περιεχαράκου καὶ προσβολὰς ἐποιεῖτο τοῖς τείχεσι συνεχεῖς
ὁ δ ' Ἀντώνιος ἐπελθὼν αὐτῷ σὺν ὀργῇ τὴν Μουτίνην ἀπετάφρευέ τε καὶ ἀπετείχιζε . Καὶ Δέκμος μὲν ἐπολιορκεῖτο ,
6418732 φορμων
: ὠφελοῦνται καὶ ἁλῶν ἐμβαλλομένων . ἵνα δὲ εἰς πλέξιν φορμῶν καὶ σπυρίδων λευκοί τε καὶ ἐπιτήδειοι ὦσιν οἱ θαλλοί
ἐμπίπτοντες δύνωσιν εἰς τὰ ὑπορύγματα : ἔπειτα ἔσωθεν ἀνταείρειν ἐκ φορμῶν πληρουμένων ψάμμου καὶ λίθων ἐκ τῶν ὑπαρχόντων ἔρυμα ,
6417156 Μαλλον
τῶν λυπῶν ἥττω κακὸν ἢ καὶ τὸν τῶν ἡδονῶν ; Μᾶλλον , ἔμοιγε δοκεῖ , τὸν τῶν ἡδονῶν : καὶ
ἐστιν ἡ διαβολὴ καὶ πόθεν ἄρχεται καὶ ὁποῖα ἐργάζεται . Μᾶλλον δὲ Ἀπελλῆς ὁ Ἐφέσιος πάλαι ταύτην προὔλαβε τὴν εἰκόνα
6409025 ἐκυριευσαν
' ἀμυνομένους ὀλίγους ταχὺ τοὺς ἀντιστάντας τρεψάμενοι τῶν ἄλλων ἁπάντων ἐκυρίευσαν . ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις Ἀντίγονος μὲν συνάψας μάχην
τὴν σκληροτραχηλίαν , καὶ Μηδικῆς ὑπόφορον ἐποίησεν ἰσχύος . κἀντεῦθεν ἐκυρίευσαν οἱ Μῆδοι τῆς Ἀσίας . ἀλλ ' οὐδ '
6380768 ἐρετμων
ἔην δολιχὸς πλόος , οὐδὲ γαλήνης δηρὸν ἐρεσσομένων ἠκούετο δοῦπος ἐρετμῶν , καὶ χθονὸς εὐκόλποισιν ἐπ ' ἠιόνεσσι βαλόντες πείσματα
ἤτοι πρῶτον μὲν ἐπασσυτέραις βολίδεσσι κοντῶν τε ῥιπῇσι καὶ αἰκίῃσιν ἐρετμῶν εἱλεῦσιν νεπόδων δειλὰς στίχας εἰς ἕνα χῶρον κοιλοφυῆ ,
6380123 ἀνδρακαδα
σφεδανὸν δ ' ἐφύπερθε κάρηαρ : τῶν μὲν ἀπ ' ἀνδρακάδα προταμὼν ἰσήρεα χραισμεῖν , ἢ σφέλᾳ ἢ ὅλμῳ κεάσας
ἀνδρακάς : . . . . . ὁ δὲ Φρύνιχος ἀνδρακάδα φησὶ τὴν τῶν ἀνδρῶν δεκάδα . ἔστι δὲ ἐπίρρημα
6378106 Ἀτιλιος
τῶν ὑπάτων χιλίαρχοι κατεστάθησαν τρεῖς , Αὖλος Σεμπρώνιος , Λεύκιος Ἀτίλιος , Τίτος Κόιντος . ἐπὶ δὲ τούτων Κορίνθιοι μὲν
δ ' ἐζωγρήθησαν . καὶ μετ ' αὐτῶν ὁ στρατηγὸς Ἀτίλιος , ὕπατος γεγονώς , αἰχμάλωτος ἦν . τόνδε μὲν
6363707 Παταληνην
Καρμανοί . Παταλήνην ὡς τὸ Πριήνην : τινὲς δὲ ὀξυτόνως Παταληνήν φασιν . Παρνησοῖο ] Τὰ κρείττονα τῶν ἀντιγράφων ἢ
Καρμανοί . Παταλήνην ὡς τὸ Πριήνην : τινὲς δὲ ὀξυτόνως Παταληνήν φασιν . Παρνησοῖο ] Τὰ κρείττονα τῶν ἀντιγράφων ἢ
6345667 κατεστρατοπεδευσαντο
καὶ κάοντες τὴν χώραν : καὶ οἱ ἕτεροι μέντοι ἀπελθόντες κατεστρατοπεδεύσαντο , ἔμπροσθεν ποιησάμενοι τὴν χαράδραν : ἐπεὶ δὲ προϊόντες
περὶ τὴν καλουμένην ὕλην κακοῦργον ὀλίγον τὸ μεταξὺ χωρίον ἀφέντες κατεστρατοπεδεύσαντο . τῇ δ ' ἑξῆς ἡμέρᾳ συμπεσόντες ἐμάχοντο καὶ
6344604 θαλαμιων
, ἐκ μὲν νεῶν ἑβδομήκοντα καὶ ὀλίγῳ πλεόνων πάντες πλὴν θαλαμιῶν , ὡς ἕκαστοι ἐσκευασμένοι , τοξόται δὲ ὀκτακόσιοι καὶ
νεώριον δ ' αὖ κωπέων πλατουμένων , τύλων ψοφούντων , θαλαμιῶν τροπουμένων , αὐλῶν , κελευστῶν , νιγλάρων , συριγμάτων
6344134 κατηρεφεις
ὥστ ' ἀντὶ γυμνητῶν καὶ ψιλῶν θηλυστολεῖν ὑπέμειναν , καὶ κατηρεφεῖς εἶναι τοῖς σκεπάσμασι . Τινὲς δὲ Μήδειαν καταδεῖξαι τὴν
τέμνοντες δὲ ἅμ ' ἠργάζοντο νεωσοίκους κοίλους διπλοῦς ἐντός , κατηρεφεῖς αὐτῇ τῇ πέτρᾳ . καὶ τῶν οἰκοδομημάτων τὰ μὲν
6336409 ἀπλυτους
, φώκης δ ' ὀσμήν , Λαμίας δ ' ὄρχεις ἀπλύτους , πρωκτὸν δὲ καμήλου . Τοιοῦτον ἰδὼν τέρας οὐ
, φώκης δ ' ὀσμήν , Λαμίας δ ' ὄρχεις ἀπλύτους , πρωκτὸν δὲ καμήλου . τοιοῦτον ἰδὼν τέρας οὔ
6335462 ἰλαι
οὐδὲ μὰ Δία οἱ σφενδονῆται καὶ οἱ τοξόται οὐδὲ Ἀρμενίων ἶλαι οὐδὲ Ἰβήρων οὐδὲ τῶν ὑπασπιστῶν οὐδὲ τῶν δορυφόρων δεήσει
οὕτω δὴ καθαραὶ μὲν φρουρῶν πόλεις , μόραι δὲ καὶ ἶλαι ἀποχρῶσιν ἐθνῶν ὅλων εἶναι φυλακὴ , καὶ οὐδ '
6334723 Πεμπτῃ
χείρω , μεγάλα καὶ ἐπίκαιρα , φόβος , δυσφορίη . Πέμπτῃ πρωῒ κατήρτητο , καὶ κατενόει πάντα : πουλὺ δὲ
: ἵδρωσε περὶ κεφαλὴν ὀλίγῳ ψυχρῷ : ἄκρεα ψυχρά . Πέμπτῃ , πάντα παρωξύνθη : πολλὰ παρέλεγε , καὶ πάλιν
6333398 εἰσεφερετο
τῶν ἀρχόντων , ὡς προβαίνοντος τοῦ δείπνου τὸ ποτὸν οὐκ εἰσεφέρετο , τῶν [ δ ' ] ἄλλων ἡσυχαζόντων ,
ἐστί γε μουσικωτάτου τινός . ὕστατον δὲ καὶ ἐπὶ πᾶσιν εἰσεφέρετο , Νικόστρατός φησιν . Μόλπις δ ' ὁ Λάκων
6331693 Λημνιων
ἱστορία τοιαύτη : Ὑψιπύλης ἀγῶνα ἐπιτελούσης ἐπιτάφιον Θόαντι τῷ πατρὶ Λημνίων βασιλεῖ , συμβέβηκεν ἀπιόντας ἐπὶ τὸ χρυσοῦν δέρας τοὺς
, ὀξείης κάκτου τύμμα φυλαξαμένη . Ἐν δὲ ταῖς τῶν Λημνίων νήσοις ταῖς καλουμέναις Νέαις πέρδικες οὐ γίνονται , ἀλλὰ
6329141 κωλυσοντα
εὐλαβουμένῳ , μὴ προαισθόμενός τις κωλύσῃ : τοὐναντίον μὲν οὖν κωλύσοντά μέ τινα περιῄειν ζητῶν καὶ πολλοῖς ἐξεπίτηδες τὴν περὶ
εὐλαβουμένῳ , μὴ προαισθόμενός τις κωλύσῃ : τοὐναντίον μὲν οὖν κωλύσοντά μέ τινα περιῄειν ζητῶν καὶ πολλοῖς ἐξεπίτηδες τὴν περὶ
6327225 ἐξαγαγοντες
, τοῖς δὲ ἀκούουσιν ἦν ἀνύποπτα . Καὶ τοὺς μὲν ἐξαγαγόντες ἐκάθισαν εἰς χωρία ἐπιτήδεια ὡς ἐνεδρεύσοντας τοῖς ἐμβεβληκόσι πολεμίοις
ἕκαστος . Κώην μέν νυν Μυτιληναῖοι ἐπείτε τάχιστα παρέλαβον , ἐξαγαγόντες κατέλευσαν : Κυμαῖοι δὲ τὸν σφέτερον αὐτῶν ἀπῆκαν ,
6324921 χρυσωματων
, ὡς οὐκ ἀλλαχόθεν οἶμαι γιγνόμενον τὸ εὐδαιμονεῖν , ἀπὸ χρυσωμάτων ἢ πόλεων ἢ χώρας ἢ ἄλλων ἀνθρώπων , ἑκάστῳ
ὑδρίαι δεκαδύο , μαζονόμια πεντήκοντα , τράπεζαι διάφοροι , κυλικεῖα χρυσωμάτων πέντε , κέρας ὁλόχρυσον πηχῶν λʹ . ταῦτα δὲ
6314869 περιεπλεον
ὁ Ἀντιγένους . καὶ οἱ μὲν ἄραντες τῇ παρασκευῇ ταύτῃ περιέπλεον , οἱ δὲ Πελοποννήσιοι χρόνον ἐμμείναντες ἐν τῇ Ἀττικῇ
χωρίῳ , οἱ μὲν πολλοὶ ἐπέβησαν ἐπὶ τὰς ναῦς καὶ περιέπλεον τὸν Ἰχθῦν καλούμενον τὴν ἄκραν ἐς τὸν ἐν τῇ
6312995 στρατηγιδα
ὁ πλείων λόγος κατέχει , καὶ αὐτόν τε κυβερνῶντα τὴν στρατηγίδα ναῦν διαβάλλειν καὶ , ἐπειδὴ κατὰ μέσον τὸν πόρον
δὲ ἔφερον τὰ σημεῖα τὰ βασιλικά , αἵτινες καὶ τὴν στρατηγίδα κάλοις μακροῖς ἐξηρτημένην ἐφεῖλκον . εἶχε δὲ ἡ ναῦς
6300869 Ἀμφισσευσι
, ἐδῄωσαν γὰρ καὶ Εὐβοέων τὴν χώραν , τρίτην δὲ Ἀμφισσεῦσι , τεμόντες καὶ τὴν Ἀμφισσέων περὶ ἀκμὴν σίτου .
προστάγματα τῶν Ἀμφικτυόνων . τὰ δ ' αὐτὰ καὶ τοῖς Ἀμφισσεῦσι συνέβη . Λοκρῶν δ ' εἰσὶν οὗτοι τῶν Ὀζολῶν
6298692 τροπιος
, βροτὸν ἄνδρα παρεῖναι . τὸν μὲν ἐγὼν ἐσάωσα περὶ τρόπιος βεβαῶτα οἶον , ἐπεί οἱ νῆα θοὴν ἀργῆτι κεραυνῷ
πολυκλύστῳ ἐνὶ πόντῳ : τὸν δ ' ἄρ ' ἐπὶ τρόπιος νηὸς βάλε κῦμ ' ἐπὶ χέρσου , Φαιήκων ἐς
6288194 Μασσανασσου
ἔτι τῶν πλεόνων τῆς πατρῴας ἀρχῆς ἐπικρατῶν . πόλεις τε Μασσανάσσου τὰς μὲν ὑπήγετο , τὰς δ ' ἐβιάζετο .
Πτολεμαῖος δ ' ὁ βασιλεὺς ἐν ὀγδόῳ Ὑπομνημάτων , περὶ Μασσανάσσου τὸν λόγον ποιούμενος , τοῦ Λιβύων βασιλέως , φησὶ
6286194 σφαραγευντο
τοὺς ἑαυτῶν . σφετέρῃσι ταῖς ἑαυτῶν . σφέλας ὑποπόδιον . σφαραγεῦντο ὁ μὲν Ἀπίων ἐψόφουν , ὁ δὲ Ἡλιόδωρος βέλτιον
ἔρρηκται εἰρῆσθαι , ἐπεὶ πᾶν τὸ ῥησσόμενον βλάπτεται πάντως . σφαραγεῦντο ι . . . , : σφαραγεῦντο : ὁ
6281293 πυκνουνται
καὶ βραδύτητος , ἀλλ ' ὅσῳ μὲν ἐπὶ τῶν παροξυσμῶν πυκνοῦνται καὶ ταχύνονται . καὶ δύναιτο ἄν τις αὐτοὺς λέγειν
εἰκάζει ἀλφίτοις καὶ μάζῃ διὰ τὸ πυκνόν . Γ ἐπειδὴ πυκνοῦνται ὅπου μὲν τὰ ἄλφιτα , ὅπου δὲ οἱ ἑστιώμενοι
6272694 διηρκεσαν
τῷ θεῷ καὶ ποιῆσαι τὸ νομιζόμενον συμφέρον αὐτοῦ . Ξ διήρκεσαν ] ἐτελειώθησαν . διήρκεσαν ] διεπληρώθησαν . διήρκεσαν ]
] διεπληρώθησαν . διήρκεσαν ] ἐπληρώθησαν διήρκεσαν ] ἐτελέσθησαν . διήρκεσαν ] μέχρι τοῦ νῦν ἐπάγουσαι συμφορὰς τὰς ἐξ ἐκείνου
6266700 συνελαβεν
οἷσπερ οὓς ἠγγυήσαντο . Ἡ δὲ βουλὴ ἐξελθοῦσα ἐν ἀπορρήτῳ συνέλαβεν ἡμᾶς καὶ ἔδησεν ἐν τοῖς ξύλοις . Ἀνακαλέσαντες δὲ
γάμων καὶ τοῦ δείπνου τελεσθέντος εἰσῆλθεν Ἰωσὴφ πρὸς Ἀσενὲθ καὶ συνέλαβεν Ἀσενὲθ ἐκ τοῦ Ἰωσήφ . Καὶ ἔτεκε τὸν Μανασσῆ
6261341 ἐπιπλειν
καρπαλίμως ἐπὶ νῆα θοὴν ἐρίφους τε καὶ ἄρνας σηκῶν ἐξελάσαντας ἐπιπλεῖν ἁλμυρὸν ὕδωρ : ἀλλ ' ἐγὼ οὐ πιθόμην ,
τὸν Ἕβρον ἐμπεσοῦσαν ἐκβληθῆναι εἰς τὸν μέλανα κόλπον , καὶ ἐπιπλεῖν γε τὴν κεφαλὴν τῇ λύρᾳ , τὴν μὲν ᾄδουσαν
6257222 ἐσημηνεν
εἴη στρατεύεσθαι ἔχοντι τοὺς παραμείναντας τῶν στρατιωτῶν ἢ ἀπαλλάττεσθαι , ἐσήμηνεν ὁ θεὸς τοῖς ἱεροῖς συστρατεύεσθαι . οὕτω γίγνεται τὸ
λεγομένων ἐκθεῖναι : διὰ τοῦ ἀναμετρήσασθαι τὸ πλῆθος τῶν κακῶν ἐσήμηνεν . ἢ οὖν ὡς πολλὰ , ἢ ὡς ἄτοπα
6254155 νεοδαμωδεις
γὰρ ἦν Ἰσχόλαος μὲν ἐν Οἰῷ τῆς Σκιρίτιδος , ἔχων νεοδαμώδεις τε φρουροὺς καὶ τῶν Τεγεατῶν φυγάδων τοὺς νεωτάτους περὶ
λόχος Λακωνικὸς οὕτω λεγόμενος Βρασίδειοι : οἱ μετὰ Βρασίδου σημείωσαι νεοδαμώδεις ʃ νεοπολῖται . παρ ' αὐτούς : πλησίον .
6253206 χιλιαι
διακόσιαι προῆλθον φέρουσαι λευκὰς καὶ τραχείας ἀσπίδας , καὶ ἄλλαι χίλιαι διακόσιαι ἅμαξαι πλήρεις ἀσπίδων χαλκῶν , καὶ ἕτεραι τριακόσιαι
σκέψαι τοίνυν : σκηπτοῦ κατενεχθέντος εἰς τὴν Περικλέους οἰκίαν εὕρηνται χίλιαι πανοπλίαι , καὶ φεύγει τυραννίδος ἐπιθέσεως : οὐ δύναται
6252879 Βλεπεις
εἶναι : ὅμοια γὰρ ἦν πάντα . λέγει μοι : Βλέπεις , φησί , τὰ δένδρα ταῦτα ; Βλέπω ,
τοῦ ἰδεῖν . ἐμβλέψασά μοι ὑπεμειδίασεν καὶ λέγει μοι : Βλέπεις ἑπτὰ γυναῖκας κύκλῳ τοῦ πύργου ; Βλέπω , φημί
6252304 ἀντις
Εἰ μέντοι ἐν τῷ παρεκτείνεσθαι τοὺς ὑπερκεραστὰς βουληθῶσι καὶ οἱ ἀντὶς ὁμοίως παρεκτείνεσθαι ἑαυτούς , δεῖ εὐθέως κατ ' αὐτῶν
τρίχας χρήσιμόν ἐστιν . Εἰς μονομαχίαν μετὰ σκουταρίων καὶ βεργίων ἀντὶς ἀλλήλων , εἰς τὸ ῥῖψαι μήκοθεν βηρύτταν καὶ μαρτζοβάρβουλον
6249434 ἀναχωρησαντες
. τοὺς δὲ νεκροὺς ὑποσπόνδους ἀνελόμενοι παρὰ τῶν Αἰτωλῶν καὶ ἀναχωρήσαντες ἐς Ναύπακτον ὕστερον ἐς τὰς Ἀθήνας ταῖς ναυσὶν ἐκομίσθησαν
οἱ σύμμαχοι συνελέγοντο εἰς τοὺς Φωκέας , οἱ δὲ Θηβαῖοι ἀναχωρήσαντες εἰς τὴν ἑαυτῶν ἐφύλαττον τὰς εἰσβολάς . οἱ δ
6243343 μονοξυλον
οὕτω δὴ ἐμβιβάσας ὁ Ῥαδάμανθυς πεντήκοντα τῶν ἡρώων εἰς ναῦν μονόξυλον ἀσφοδελίνην παρήγγειλε διώκειν : οἱ δὲ ὑπὸ προθυμίας ἐλαύνοντες
ἀνακειμένου ἐν Δελφοῖς Κρητῶν ἀναθέντων . μονόδροπον : μονόβολον . μονόξυλον . παρὰ τὸ μόνον αὐτὸ εἰλῆφθαι : δρέπεσθαι γὰρ
6235494 ὀρυσσοντες
δὲ καὶ ἕτερος λόγος , ὡς τοῦ τείχους τὰ θεμέλια ὀρύσσοντες ἐπιτύχοιεν κορώνῃ χαλκῇ . θεῶν δέ ἐστιν ἐνταῦθα Ἀρτέμιδός
τῇ πέτρᾳ . τινὲς δέ φασιν , ὅτι οἱ στενωποὺς ὀρύσσοντες τὸ μὲν γόνυ ἐρείδουσι τῇ γῇ , τῷ δὲ
6233997 μεδιμνων
τοὺς πλουσίους μὴ μόνους ἀπολαύειν τῶν ἀγαθῶν , ἀλλὰ ἀπὸ μεδίμνων τοσούτων χρυσίου χοίνικά γε ἡμῶν πάντων κατασκεδάσαι , ἀπὸ
. Λεύκωνα δέ φασιν ἐκ τῆς Θεοδοσίας Ἀθηναίοις πέμψαι μυριάδας μεδίμνων διακοσίας καὶ δέκα . οἱ δ ' αὐτοὶ οὗτοι
6221015 μελιπηκτων
ἐκπεπονηκόσιν ἕκαστον ὧν ἐπετήδευσαν : τὰ μὲν γὰρ ἀμήτων καὶ μελιπήκτων καὶ ἄλλων ἀμυθήτων πεμμάτων ποικιλώτατα γένη οὐ μόνον ταῖς
ἀδιαίρετα ἐσκευασμένα , ἅμαξαν πληρῶσαι δυνάμενα : καὶ μετὰ ταῦτα μελιπήκτων καὶ στεφάνων ἐκ σμύρνης καὶ λιβανωτοῦ σὺν ἀνδρομήκεσι λημνίσκων
6217990 Ἰωνικοι
τρίμετρον ἀκατάληκτον , ἢ προσοδιακὸν δίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ χοριάμβου καὶ Ἰωνικοῖ . Τὸ εʹ ἀναπαιστικὸν μονόμετρον . Τὸ Ϛʹ δακτυλικὸν
τρίμετρον ἀκατάληκτον , ἢ προσοδιακὸν δίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ χοριάμβου καὶ Ἰωνικοῖ . Τὸ εʹ ἀναπαιστικὸν μονόμετρον . Τὸ Ϛʹ δακτυλικὸν
6217284 περιεγινοντο
, τῶν τε πινόντων πολλοὶ μὲν ἀπεπνίγοντο , ὀλίγοι δὲ περιεγίνοντο : νῦν δὲ δοκεῖ ἀσφαλέστατον εἶναι . Ἡ πόσις
Ἕλληνες ταῖς ἀρεταῖς ὑπερεῖχον , οἱ δὲ βάρβαροι τοῖς πλήθεσι περιεγίνοντο . ἔνθα δὴ τῶν στρατοπέδων ἐπὶ πολὺν χρόνον φιλοτίμως
6216812 Χρυσαντας
οὖν , ἔφη , ἢν εἰδῶ ὅτι οὐκ ἀδικοῦμαι . Χρυσάντας τοίνυν , ἔφη , οὑτοσὶ πρῶτον μὲν οὐ κλῆσιν
ἅμα πάντοθεν ἡμῖν προσίασι μαχούμενοι . Οὐκοῦν , ἔφη ὁ Χρυσάντας , εὖ σοι δοκοῦσι βουλεύεσθαι ; Πρός γε ἃ
6212376 Ἐτελευτα
“ συνεχές τε ἔλεγε πολυτελὲς ἀνάλωμα εἶναι τὸν χρόνον . Ἐτελεύτα δὴ γηραιός , βιοὺς ἔτη πέντε καὶ ὀγδοήκοντα ,
βούλεσθαι ὀνομαστῷ εἶναι , ὡς θανάτου τιμᾶσθαι τὸ σφαλῆναι . Ἐτελεύτα μὲν οὖν ἀμφὶ τὰ ἓξ καὶ ἑβδομήκοντα ξυντακὴς γενόμενος
6211080 Οὐιεντανων
ἐλαχίστην γενέσθαι ταύτην καὶ μετριωτάτην . . Ἦν δὲ ἡ Οὐιεντανῶν πόλις οὐθὲν ὑποδεεστέρα τῆς Ῥώμης ἐνοικεῖσθαι γῆν τε πολλὴν
βουλή . . . , . Τυρρηνῶν καὶ Φειδηναίων καὶ Οὐιεντανῶν πολεμούντων Ῥωμαίοις καὶ Λάρου Τολουμνίου τοῦ βασιλέως Τυρρηνῶν πανδεινὰ
6204265 ἐπολιορκεον
τὰς νέας ἐς τὴν Νάξον , πρὸς πεφραγμένους προσεφέροντο καὶ ἐπολιόρκεον μῆνας τέσσερας . Ὡς δὲ τά τε ἔχοντες ἦλθον
τὴν ἀκρόπολιν . Ἀθηναίων δὲ οἱ λοιποὶ τὰ αὐτὰ φρονήσαντες ἐπολιόρκεον αὐτοὺς ἡμέρας δύο : τῇ δὲ τρίτῃ ὑπόσπονδοι ἐξέρχονται
6203741 Κιλικιων
δὲ ἐς τὴν Καππαδοκίην καὶ ταύτῃ πορευομένῳ μέχρι οὔρων τῶν Κιλικίων σταθμοὶ δυῶν δέοντές εἰσι τριήκοντα , παρασάγγαι δὲ τέσσερες
τοῦ δ ' Εὐφράτου μικρὸν ἐλάττους ἢ διπλασίους , τῶν Κιλικίων δὲ πυλῶν ὁδὸν ἡμερῶν ἓξ καὶ τοῦ Κύρου στρατοπέδου
6201757 χιλιαδα
Πυθαγορείων , καὶ τριωδουμέναν τὴν ἑκατοντάδα , καὶ τετρωδουμέναν τὴν χιλιάδα . ἡ μὲν γὰρ δʹ εʹ Ϛʹ ποιεῖ ἀριθμὸν
καὶ τόσας καὶ ὑπάτους καὶ ἄρχοντας ἐπὶ ταύταις , τὴν χιλιάδα τῶν ἐτῶν ὑποβαλὼν , ὥσπερ ἀγωνιῶν , εἰ μὴ
6200084 ἐπισκευαζει
αὐτῷ καὶ σιτήσει καὶ ὅπλοις καὶ μηχαναῖς καὶ πᾶσιν ἄλλοις ἐπισκευάζει καλῶς : τάς τε ἄλλας πόλεις ἃς εἰλήφει ,
δὲ καὶ τάδε διαδικάζειν , εἴ τις τὴν ναῦν μὴ ἐπισκευάζει ἢ κατοικοδομεῖ τι δημόσιον : πρὸς δὲ τούτοις χορηγοῖς
6198869 διταλαντον
δ ' ἄρ ' ἐν μέσσοισι δύο χρυσοῖο τάλαντα . διτάλαντον δ ' ἂν εἴποις κατὰ Δημοσθένην καὶ τριτάλαντον καὶ
τὰ δὲ ἐκπώματα οὐ κοῦφα ὡς τὰ Ἐχεκράτους , ἀλλὰ διτάλαντον ἕκαστον τὴν ὁλκήν . Εἶτα πῶς ὁ οἰνοχόος ὀρέξει
6194826 κοπτουσιν
γὰρ τὸ τὴν δυσχέρειαν παρέχον δυσκατέργαστον ὄν , μετὰ ταῦτα κόπτουσιν ἐν τῷ ὅλμῳ καὶ διαττήσαντες λεπτὰ ἐπιπάττοντες ἐφ '
τρόπον , οἷον ἐπὶ τῶν γαμούντων ὅτι σήσαμον ἢ κριθὰς κόπτουσιν οἰωνιζόμενοι , ἐπεὶ πολύγονά ἐστι . κατ ' ἐναντίον
6194323 Δαταμης
τὸν δὴ χειμῶνα ὅλον οἱ στρατιῶται ἡσύχασαν οὐκ ἀπαιτοῦντες . Δατάμης ἐπιβουλεύων Σινωπεῦσι ναυτικὸν ἔχουσιν αὐτὸς ναυπηγῶν καὶ τεκτόνων ἀπορούμενος
δῆμος ἐλέγχῳ φανερῷ μαθὼν ἀρκαδίζοντα θάνατον αὐτοῦ κατεχειροτόνησεν . Ὅτι Δατάμης ὁρῶν ἀπόμοιράν τινα τῶν αὑτοῦ ἱππέων τοῖς πολεμίοις προστεθεῖσαν
6193651 λοχοισιν
γούνασιν εὐφόρτοισι καὶ ἔγκασι κουφοτέροισι . Κερδὼ δ ' οὔτε λόχοισιν ἁλώσιμος οὔτε βρόχοισιν οὔτε λίνοις : δεινὴ γὰρ ἐπιφροσύνῃσι
: τοὶ δ ' αὖτε κατὰ στίχας : οἱ δὲ λόχοισιν εἴκελοι ἢ δεκάδεσσιν : ὁ δ ' ἔρχεται οἶος
6189132 ἀφωσι
, τάχιον τῶν ἄλλων πλεύσει : οὐδὲ γάρ , ἐὰν ἀφῶσι τὸ δέμα , μᾶλλόν τι ἀπολειφθήσεται τὸ ἴσον ἔχον
αὐτῇ ψήφῳ κρίνεσθαι ᾗπερ καὶ τοὺς στρατηγούς , ἐὰν μὴ ἀφῶσι τὴν κλῆσιν , ἐπεθορύβησε πάλιν ὁ ὄχλος , καὶ
6188754 τριακοσιαι
Ἑλλήνων Ἰφικράτης ἡγεῖτο δισμυρίων . καὶ ναῦς ἠριθμήθησαν τριήρεις μὲν τριακόσιαι , τριακόντοροι δὲ διακόσιαι : τῶν δὲ τὴν ἀγορὰν
ἦν , ὡς Κτησίας ὁ Κνίδιος ἀνέγραψε , πεζῶν μὲν τριακόσιαι μυριάδες , ἱππέων δὲ εἴκοσι μυριάδες , ἁρμάτων δὲ
6187953 ψαχνα
δὲ λοιπὰ πάντα κρέη τῶν πετεινῶν καὶ τῶν ἄλλων ἐσθίειν ψαχνά τε καὶ χλία , δίεφθα , καὶ καρυκευτά ,
λοιπὰ πάντα κρέη ἐν πετεινοῖς τε καὶ πεζοῖς ἐσθίειν , ψαχνά τε καὶ χλία , δίεφθα καὶ καρυκευτά , καὶ
6184519 Ἐνατῃ
νύκτα εὐφόρως : οὖρα εὐχρούστερα : ὑπόστασιν εἶχε σμικρήν . Ἐνάτῃ ἵδρωσεν : ἐκρίθη : διέλιπεν . Πέμπτῃ ὑπέστρεψεν :
δὲ νύκτα ἄγρυπνος , καὶ ἐπόνει μᾶλλον ἐς νύκτα . Ἐνάτῃ ἡ γαστὴρ ἐξεταράχθη ὑδατώδεα διαχωρήσασα , ὡσαύτως δὴ καὶ
6182133 ζωιδιον
δυοκαίδεκα . ὁ δὲ τῆς σελήνης περιέρχεται ἀπὸ ζωιδίου ἐπὶ ζώιδιον κατὰ μῆνα ἕκαστον , ὁ δὲ ἥλιος ἐν τξεʹ
τὰς γνώμας ἐν ἀλλήλοις ἀποφαίνεσθαι , τὸν ἀρχιδικαστὴν δὲ τὸ ζώιδιον τῆς ἀληθείας προστίθεσθαι τῆι ἑτέραι τῶν ἀμφισβητήσεων . τούτωι
6177944 διηκοσια
προσήιε ἀπό τε τῆς ἠπείρου καὶ τῶν μετάλλων ἔτεος ἑκάστου διηκόσια τάλαντα , ὅτε δὲ τὸ πλεῖστον προσῆλθε , τριηκόσια
οὗτος . Σάκαι δὲ καὶ Κάσπιοι πεντή - κοντα καὶ διηκόσια ἀπαγίνεον τάλαντα : νομὸς πέμπτος καὶ δέκατος οὗτος .
6176473 ἀντεχοντων
τοῦ Ἀκταίωνος ἐβούλοντο ἀποσπᾶν τὸν παῖδα : τῶν δὲ γονέων ἀντεχόντων συνέβη διασπασθῆναι τὸν Ἀκταίωνα . μελλόντων δὲ τῶν Ἰσθμίων
ἀπὸ βουλῆς καὶ τῶν καλουμένων ἱππέων ἡγοῦντο τῆς στρατιᾶς . ἀντεχόντων δ ' ἔτι τῶν ἑτέρων ὁ Ἀννίβας τοῖς χορτολογοῦσιν
6176148 διεσκεδασμενον
, ἢ ἐπὶ λεπτοτέρου βάθους τάσσουσιν ἢ κεχυμένον μήκοθεν ἢ διεσκεδασμένον , ὅταν οὐδὲ τὸν μάχιμον , οὐδὲ τῶν ἄλλων
τἄλλα πάντα τὰ ἑψόμενα αἰεὶ γλυκέα . Ἕως μὲν οὖν διεσκεδασμένον ᾖ καὶ μή πω ξυνεστήκῃ , φέρεται μετέωρον .
6175300 καρχαροδοντων
θούριδος ἀλκῆς ὥς τε δύ ' αἶγα λέοντε κυνῶν ὕπο καρχαροδόντων ἁρπάξαντε φέρητον ἀνὰ ῥωπήϊα πυκνὰ ὑψοῦ ὑπὲρ γαίης μετὰ
ἕως ἐνιαυτοῦ . Ἀριστοφάνους . Ἡ νυκτερίς ἐστι μὲν τῶν καρχαροδόντων καὶ πολυσχιδῶν καὶ δερματοπτέρων , ἔχει δὲ δακτύλους πέντε
6174655 προσκειμενων
παθόντες ἀνεχώρησαν . [ Ὅτι Βρασίδας ] ἐν τόπῳ στενῷ προσκειμένων κατὰ τὴν οὐραγίαν τῶν πολεμίων ἐκέλευσεν ἀπὸ λόφου κόπτοντας
τόξα ἀναλαβόντι αὐτῶν , ἐόντων τε ἀγχοῦ τῶν πολεμίων καὶ προσκειμένων , ἦν χρηστὰ οὐδέν : ὁ δ ' ἕτερος
6174327 πατεις
δ ' Ὀρέστου τήνδ ' ὁρῶ κεκλαυμένην . ποῖ δὴ πατεῖς , Κίλισσα , δωμάτων πύλας ; λύπη δ '
Τρηχῖνα πολύλλιθον ὅς τε καὶ Οἴτην καὶ βαθὺν εὐδένδρου πρῶνα πατεῖς Φολόης , τοῦτό σοι ἀγροτέρης Διονύσιος αὐτὸς ἐλαίης χλωρὸν
6172289 Σαυροματεων
Τάναϊν ποταμὸν οἱ Πέρσαι ἐπιδιαβάντες ἐδίωκον , ἐς ὃ τῶν Σαυροματέων τὴν χώρην διεξελθόντες ἀπίκοντο ἐς τὴν τῶν Βουδίνων .
δουλοσύνης τὸ οὔνομα ὀργῆς ἐπλήσθησαν . Τὴν μὲν δὴ μετὰ Σαυροματέων μοῖραν ταχθεῖσαν , τῆς ἦρχε Σκώπασις , πέμπουσι Ἴωσι
6171026 ἀνεσπασαν
τὴν πόλιν καὶ τὰ πλεῖστα τῶν ὀρνέων αὐτοῦ κτείνουσιν : ἀνέσπασαν δὲ καὶ τὰ τρόπαια καὶ κατέδραμον ἅπαν τὸ ὑπὸ
οὓς Ῥωμαϊκοῖς ὅπλοις ἐσκεύασεν , τὰς μὲν πύλας ἐκ μηχανήματος ἀνέσπασαν ὡς δὴ Μαρκέλλου προσιόντος ἀσμενίζοντες , εἰσδεξάμενοι δ '
6167642 κοτυλῃσι
ὅσον παλαιστὴν , καὶ κνεώρου ὅσον μίαν πόσιν ἑψήσας ὕδατος κοτύλῃσι πέντε , μέλι παραχέας καὶ ἔλαιον κλύσαι . Ἢ
ἴσον ἑκάστου , τρίβειν ἐν οἴνῳ λευκῷ γλυκεῖ , δύο κοτύλῃσι , καὶ κλύζειν χλιεροῖσι κλυσμοῖσιν . Ἢν ὀδύνη ἔχῃ
6166497 τεσσερεσκαιδεκα
δὴ Σάρδις ἔσχον καὶ αὐτὸν Κροῖσον ἐζώγρησαν , ἄρξαντα ἔτεα τεσσερεσκαίδεκα καὶ τεσσερεσκαίδεκα ἡμέρας πολιορκηθέντα , κατὰ τὸ χρηστήριόν τε
Πόντου ἑξήκοντά τε καὶ τριηκοσίας , ὑπὸ δὲ τὴν ἑτέρην τεσσερεσκαίδεκα καὶ τριηκοσίας , τοῦ μὲν Πόντου ἐπικαρσίας , τοῦ
6164440 ἐπορευθησαν
' ὧν καὶ πρότερον ἐπὶ τοὺς ] Ἕλληνας οἱ βάρβαροι ἐπορεύθησαν ] , τῆς μὲν ἐπὶ τὴν ] Ἑλλάδα πορείας
ἐπὶ τῷ προτερήματι καταπεφρονηκότως διά τινων στενῶν καὶ ἀποκρήμνων ὁδῶν ἐπορεύθησαν , βουλόμενοι Λᾶον πόλιν εὐδαίμονα πολιορκῆσαι . ἐπειδὴ δὲ
6163499 ἐκκλησιαζον
ἔνδηλον εἴη , οἱ Φλειάσιοι ἐν τῷ φανερῷ τοῖς ἔξω ἐκκλησίαζον : ὁ μέντοι Ἀγησίλαος πρὸς τοῦτο ἀντεμηχανήσατο . ὁπότε
ψήφων . πυκνίτης : πνὺξ τόπος Ἀθήνησιν ἔνθα ἔστιν ὅτε ἐκκλησίαζον οἱ Ἀθηναῖοι . Γ πυκνίτης : πνὺξ τόπος ἐν
6162761 ὀρυσσομενων
καὶ πάλων ὀξέων καταπειρομένων ἐν αὐτοῖς , τούτων δὲ παραλλὰξ ὀρυσσομένων , καὶ μὴ ἐπ ' εὐθείας ὡς ἀπὸ τριῶν
λίθων , ξύλων , σιδήρου . ἤδη δὲ τῶν θεμελίων ὀρυσσομένων καθῆκε τὸν κηρύξοντα ὃς ἂν μηνύσῃ τοὺς κλέψαντας τοῦ
6162236 εὐορμῳ
. ἐνθένδε πρὸς ὄρει ὁρμίζονται ὑψηλῷὮχος ὄνομα τῷ ὄρειἐν λιμένι εὐόρμῳ , καὶ ἁλιέες αὐτοῦ ᾤκεον . καὶ ἔνθεν πλώσαντες
. ἐνθένδε ὁρμηθέντες κατάγονται ἐς Ῥώγονιν ποταμὸν χειμάρρουν ἐν λιμένι εὐόρμῳ : μῆκος τοῦ παράπλου στάδιοι διακόσιοι . ἐνθένδε τετρακοσίους
6157810 πληρωσαντα
ἀλλ ' ἑτέρωθεν ἐπινοήσαντα καὶ παρασκευασάμενον ἐφόδιον ἐξελθεῖν , καὶ πληρώσαντα τὸ προσταχθὲν ὕστερον κατηγορεῖν τοῦ ταμίου καὶ εἰσπράττεσθαι τὰ
καὶ τῶν ὅρκων γενομένων , τὸν Θεμιστοκλέα κύλικα τοῦ αἵματος πληρώσαντα ἐκπιεῖν καὶ παραχρῆμα τελευτῆσαι . καὶ τὸν μὲν Ξέρξην
6157644 Λωτου
ἀφεψήματι ἄχυρα κριθῶν ἑψήσας , ἐνδήσας ὀθονίῳ , πυρία . Λωτοῦ πρίσματα καὶ κυπαρίσσου ἀφεψῶν ἐν ἀσταφίδος ἀποβρέγματι , ἐνδήσας
ὁκόταν δὲ συνεψήσῃς , ἐμβαλὼν ἐς ῥάκος , πυρία . Λωτοῦ πρίσματα καὶ κυπαρίσσου , ὕδωρ ἐπιχέας καὶ ἔλαιον ,
6156451 προσαπτουσιν
προεῖπον , τρεῖς ὑποστησάμενοι γεγονέναι κατὰ διεστηκότας χρόνους , ἑκάστῳ προσάπτουσιν ἰδίας πράξεις : καί φασι τὸν μὲν ἀρχαιότατον Ἰνδὸν
δι ' αὐτὴν τὴν ἀλήθειαν τῷ ὕπνῳ τὴν μεταφορὰν ταύτην προσάπτουσιν , ἀνάπαυσιν μόνον τῶν ἄλλων λέγοντες . ἡ δ
6152775 προσπλευσαντες
ἐς τὴν ξυμμαχίαν προσεποιήσαντο . ἐπί τε Κεφαλληνίαν τὴν νῆσον προσπλεύσαντες προσηγάγοντο ἄνευ μάχης : κεῖται δὲ ἡ Κεφαλληνία κατὰ
[ καὶ ] καταπελτῶν καὶ τοξοτῶν καὶ σφενδονητῶν ἀνδρῶν καὶ προσπλεύσαντες τοῖς ἐργαζομένοις τὸ χῶμα πολλοὺς μὲν κατέτρωσαν , οὐκ
6151380 ἀχανη
χρυσίου λέγῃ . εἴρηται παρὰ τὸ μὴ χαίνειν χάνη καὶ ἀχάνη , τοῦ α ἐπιτατικοῦ νοουμένου ' . . .
χρυσίου λέγει „ . εἴρηται παρὰ τὸ χαίνειν χάνη καὶ ἀχάνη τοῦ α ἐπιτατικοῦ νοουμένου , ὡς τὸ ἀχανές πέλαγος
6151035 λαπτειν
τὴν λάφυξιν λάφυρα . εἰλαπίνη γοῦν ἀπὸ τοῦ λελαπάχθαι . λάπτειν δὲ τὸ τὴν τροφὴν ἐκπέττειν καὶ κενούμενον λαγαρὸν γίνεσθαι
ἀπὸ μὲν τοῦ λαγαροῦ ἡ λαγών , ἀπὸ δὲ τοῦ λάπτειν λαπάρα . λαφύττειν δ ' ἐστὶ τὸ δαψιλῶς καὶ
6150763 ὁλμοις
ἔτη τριάκοντα παρὰ τούτων λαμβάνοντες ὡρισμένον μέτρον τοῦ λατομήματος ἐν ὅλμοις λιθίνοις τύπτουσι σιδηροῖς ὑπέροις , ἄχρι ἂν ὀρόβου τὸ
ἀνεῖλον αὐτούς . καὶ τελευτησάντων τὰ μὲν ὀστᾶ κατέκοψαν ἐν ὅλμοις , τὰ δὲ λοιπὰ κρεανομησάμενοι ἐπηράσαντο [ πάντες ]
6146679 Κοτυωρα
, καὶ ὡς διὰ φιλίας πορευόμενοι δύο ἡμέρας ἀφίκοντο εἰς Κοτύωρα πόλιν Ἑλληνίδα , Σινωπέων ἄποικον , οὖσαν δ '
εἶτ ' ἄλλη ἄκρα Ἰασόνιον καὶ ὁ Γενήτης , εἶτα Κοτύωρα πολίχνη ἐξ ἧς συνῳκίσθη ἡ Φαρνακία , εἶτ '

Back