ἔπειτα καὶ γενομένου , ὡς νῦν ἔχει , οὐκ ἂν πείθοιντο οἱ περὶ ταῦτα ζητητικοὶ μεγαλοφρονούμενοι . εἰ δὲ πόλις
ὑμᾶς αὐτοὺς καὶ συναλλάξαι μοι παρακαλῶ . καὶ εἰ μὴ πείθοιντο μηδὲ νῦν , ἐκείνοις μὲν αὐτίκα δείξω τὰ μέχρι
7298717 ἀγασσατο
ῥεῖα φέροι κλυτὰ τεύχεα Πανθοίδαο Ἀτρείδης , εἰ μή οἱ ἀγάσσατο Φοῖβος Ἀπόλλων . ἡ διπλῆ ὅτι τοὺς χρόνους ἐνήλλαχε
' ἂν ῥᾳδίως ἔφερεν . . . . . τὸ ἀγάσσατο νῦν ἀντὶ τοῦ ἐφθόνησεν , οὐκ ἀντὶ τοῦ ἐθαύμασεν
7267234 μενουμεν
ἕως γε μένομεν αὐτοῦ σκεπτέον μοι δοκεῖ εἶναι ὅπως ἀσφαλέστατα μενοῦμεν , εἴ τε ἤδη δοκεῖ ἀπιέναι , ὅπως ἀσφαλέστατα
δέ , ὦ Κῦρε , καὶ ὧν ἐγὼ κρατῶ καὶ μενοῦμεν παρὰ σοὶ καὶ ὁρῶντες σὲ ἀνεξόμεθα καὶ καρτερήσομεν ὑπὸ
7190556 διδασκετε
φαυλότατοι πάντων ἀνθρώπων , εἴποιμ ' ἂν αὐτοῖς , ἃ διδάσκετε , οὐ προεμάθετε ; ἢ προκαλεῖσθαι μὲν εἰς ἔλεον
' , ἔφη , ὑμεῖς , ὦ Ἡριππίδα , καὶ διδάσκετε αὐτὸν βουληθῆναι ἅπερ ἡμεῖς . οἱ μὲν δὴ ἀναστάντες
7127196 μαχησονται
μακρὰ πέπηγεν . αὐτὰρ Ἀλέξανδρος καὶ ἀρηΐφιλος Μενέλαος μακρῇς ἐγχείῃσι μαχήσονται περὶ σεῖο : τῷ δέ κε νικήσαντι φίλη κεκλήσῃ
. Οὕτως ἐπιβάντες ταῖς κλίμαξιν ὡς ἀπὸ τείχους κατὰ κράτος μαχήσονται . Ὅταν δὲ ἀπώσηται τοὺς πολεμίους ἡ συμβολὴ αὕτη
7071981 γελασαντες
αὐτὸς μετὰ τῶν ἡγεμόνων ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ φανερῶς ἔπιεν . γελάσαντες οἱ στρατιῶται καὶ τὴν αἰτίαν τῆς ἀπάτης νοήσαντες ἀδεῶς
μαθηταὶ εἰς σύντονον καὶ δυσαπάλλακτον ἔρωτα ἦλθον , διὸ κτηνοτροφίαν γελάσαντες ἐξεπόνησαν ποιμενικὴν ἐπιστήμην . τεκμήριον δέ : ὁ τὴν
7060049 ὑποκριναιτο
μερμήριξε δ ' ἀρηΐφιλος Μενέλαος , ὅππως οἱ κατὰ μοῖραν ὑποκρίναιτο νοήσας . τὸν δ ' Ἑλένη τανύπεπλος ὑποφθαμένη φάτο
, μιμνέτω ἔκτοθεν ἵππου ἀρήιον ἐνθέμενος κῆρ , ὅς τις ὑποκρίναιτο βίην ὑπέροπλον Ἀχαιῶν ῥέξαι ὑπὲρ νόστοιο λιλαιομένων ὑπαλύξαι ,
7053995 σωθειημεν
τοὐντεῦθεν , ἔφασαν οἱ Αἰγύπτιοι , τί καλὸν ἂν ποιοῦντες σωθείημεν ; καὶ ὁ Κῦρος αὖ πρὸς τοῦτο εἶπεν :
οὐδ ' ἐκμελῆ οὐδ ' ἄπο τῆς τέχνης , εἰ σωθείημεν , προσερεῖν ἐν τῷ μέσῳ τὴν πόλιν . κατὰ
7030194 Τεταχθωσαν
τοὺς δὲ ἀπὸ τοῦ δου τρεῖς ποιεῖν Μο κζ . Τετάχθωσαν οἱ τέσσαρες ʂ α . καὶ ἐὰν ἄρα ἀπὸ
ἀριθμοῦ λόγον ἔχει ὃν ⃞ος ἀριθμὸς πρὸς ⃞ον ἀριθμόν . Τετάχθωσαν οἱ ζητούμενοι ⃞οι , ὃς μὲν ΔΥ α ,
7022916 ἀκροται
ὀχημάτων ὄντες , ἀλλὰ γυμνοὶ καθεστηκότες . γρ . καὶ ἀκρόται : ἐξ οὗ ἔσται ἀπὸ τοῦ ἄκρου . εἰ
, ἀλλὰ γυμνοὶ καθεστηκότες . ἀγρόται ] γρ . καὶ ἀκρόται : ἐξ οὗ ἔσται ἀπὸ τοῦ ἄκρου : εἰ
6991893 δειπνωμεν
Μεταγένους ἀναφωνήσαντος : ἀλλ ' , ὦ ' γαθέ , δειπνῶμεν , κἄπειτά με πᾶν ἐπερωτᾶν ὅ τι ἂν βούλῃ
, ὦ στρατιῶται . φησί που Μεταγένης : ὦγαθέ , δειπνῶμεν κἄπειτά με πάντ ' ἐπερωτᾶν ὅ , τι ἂν
6988141 ἀποκριναιτο
γράμματα ; ἐπεὶ δὲ διεσιώπησεν ὁ Εὐθύδημος σκοπῶν ὅ τι ἀποκρίναιτο , πάλιν ὁ Σωκράτης , Ἆρα μὴ ἰατρός ;
' ἔδρας , ἦν σοι καιρὸς πεπαῦσθαι ; τί ἂν ἀποκρίναιτο ἢ ὅτι τότε μὲν τὸν πιστεύσοντα οὐκ εἶχε ,
6968959 οἰκημενοι
Ὑστάσπεος Σαρδίων ὕπαρχος ἐπειρώτα τίνες ἐόντες ἄνθρωποι καὶ κῇ γῆς οἰκημένοι δεοίατο Περσέων σύμμαχοι γενέσθαι : πυθόμενος δὲ πρὸς τῶν
, τίνες τε οἱ Παίονες ἄνθρωποί εἰσι καὶ κοῦ γῆς οἰκημένοι , καὶ τί κεῖνοι ἐθέλοντες ἔλθοιεν ἐς Σάρδις .
6958496 ἐπελυσαντο
κατηγοριῶν κατὰ μίμησιν τοῦ οἰκείου διδασκάλου . κακῶς δὲ οὗτοι ἐπελύσαντο : εἰ γὰρ ἅπαξ συμβάλλεται ταῖς Κατηγορίαις Ἀριστοτέλους ,
τὸ ἀπὸ τῆς θείας γνώσεως , ὅπερ κατὰ τὸν Ἰάμβλιχον ἐπελύσαντο . τὸ δὲ β ἀπὸ τῆς ἀκολουθίας τῶν λόγων
6944886 παρακατακειμενος
εἶναι ἡ Μαρώνεια . τὸν δὲ Τηλεφάνην ἐπεὶ ἀναφυσᾶν ἤρχετο παρακατακείμενος , ἄνω ἔφη ὡς οἱ ἐρυγγάνοντες . τοῦ δὲ
ἐδόκει εἶναι ἡ Μαρώνεια . Τηλεφάνει , ἐπεὶ ἀναφυσῶν ἤρχετο παρακατακείμενος , ἄνω , ἔφη , ὡς οἱ ἐρυγγάνοντες .
6926785 καταλιπωσιν
αὐτοὺς ἑλέσθαι τὴν ἑτέραν , ἣν δ ' ἂν ἐκεῖνοι καταλίπωσιν ἀγαπήσειν Ἀθηναίους . Ἡροφύτου δὲ τοῦ Σαμίου συμβουλεύσαντος αἱρεῖσθαι
ὑπὸ τὴν Κίννου δεσποτείαν . καὶ γὰρ ἂν πάντες αὐτὸν καταλίπωσιν , ὅμως ἑαυτὸν διατηρήσειν ἄξιον τῆς ἡγεμονίας καὶ μετὰ
6914520 Βακηλος
αὔλακα : ἐπὶ τῶν βαθείας φρένας καὶ κεκρυμμένας ἐχόντων . Βάκηλος εἶ : ἀντὶ τοῦ γυναικώδης καὶ ἄνανδρος : ὁ
† Ἄορνην τῆς Ἰταλίας , . , . * . Βάκηλος : εἰς μὲν τὸ λεξικὸν τὸ Ῥητορικὸν εὗρον σημαῖνον
6911855 ποιοιμεν
κόσμος ἐνταῦθα ἐκπρεπής . διόπερ δεῖ μάλιστα , καλὸν ὅτε ποιοῖμεν λόγον , μέτρου πλησίον εἶναι τὸν ῥυθμόν , μὴ
μαθηματικὴν ἐπιστήμην εὕρατο ἀγαθά : διόπερ οὐκ ἂν ἄπο τρόπου ποιοῖμεν πολλὰ καὶ τῶν παρ ' Αἰγυπτίοις συμπαραλαμβάνοντες . ἐπεὶ
6911657 ἀνετειναν
: καὶ ὅτῳ δοκεῖ ταῦτα , ἀνατεινάτω τὴν χεῖρα . ἀνέτειναν πάντες . ἀναστὰς δὲ πάλιν εἶπε Ξενοφῶν : Ὦ
, ἔφη , ταῦτα δοκεῖ , ἀράτω τὴν χεῖρα . ἀνέτειναν ἅπαντες . Ἀπιόντες τοίνυν , ἔφη , συσκευάζεσθε ,
6899946 ζητητικοι
ἐκάλεσαν . Καὶ νῦν δὲ πᾶς ἀνὴρ καὶ πᾶσα γυνὴ ζητητικοὶ τινῶν καὶ ἐφευρετικοὶ , μουσικοὶ καὶ μοῦσαι λεχθήσονται :
εἴτε ἐννόημα εἴθ ' ὅ τί ποτε χρὴ καλεῖν οἱ ζητητικοὶ τῶν κυρίων ὀνομάτων εἴσονται . μία σφραγὶς πολλάκις μυρίας
6899416 ἀπηρνουντο
ὁμόσε καὶ ᾐτιᾶτο ἡ ἑτέρα τὴν ἑτέραν . ὁπότε δὲ ἀπηρνοῦντο μὴ ἔχειν , ἐθαύμαζον τί ἂν εἴη τὸ γεγονός
Ἡμεῖς ποτε ἦμεν . Ἄμας ἀπῄτουν , οἱ δ ' ἀπηρνοῦντο σκάφας : ἐπὶ τῶν ἄλλα μὲν ἀπαιτουμένων , ἄλλα
6897610 γνοιεν
ἐν τούτοις βραδυτῆτος παρὰ τῶν ὁρώντων κατηγορουμένης εἴ ποτε καὶ γνοῖεν εἰσελθεῖν , κατὰ τὰς νύμφας βαδίζουσιν ἤ , τό
ἐφ ' ἐκάστης λόγους ἐντεῦθεν ἐξησκηκότες , ῥᾳδίως μὲν ἂν γνοῖεν , ὅσα τε συμπλέκεσθαι δύναται καὶ ὅσα μή ,
6897218 διακεοιντο
καὶ ἐν ἀσφαλεῖ ὄντες , πρὸς ῥᾳθυμίαν τρεπόμενοι ἀφυλακτοτέρως ἂν διακέοιντο . Ἄριστον δ ' , ἵνα νεοκμῆσιν τοῖς στρατιώταις
Ἀθηναῖοι ὅτι οἱ Πελοποννήσιοι ἔτι οἴονται χρῆναι ἀκολουθεῖν καὶ οὔπω διακέοιντο οἱ Λακεδαι - μόνιοι ὥσπερ τοὺς Ἀθηναίους διέθεσαν ,
6887094 εἰπαν
Ὁ δὲ Ξέρξης εἴρετο αὐτοὺς ὅκῃ πλέοιεν : οἱ δὲ εἶπαν : Ἐς τοὺς σοὺς πολεμίους , ὦ δέσποτα ,
τὴν κρίσιν ἡμῶν πρὸς τὸν ὕψιστον [ ] . Καὶ εἶπαν [ ] τῷ κυρίῳ Σὺ εἶ κύριος τῶν κυρίων
6886063 ἐστασιαζον
Βρασίδας καὶ ὁ Ἀλκίδας πρὸς ταῦτα . Οἱ γὰρ Κερκυραῖοι ἐστασίαζον , ἐπειδὴ οἱ αἰχμάλωτοι ἦλθον αὐτοῖς οἱ ἐκ τῶν
τε καὶ ὀρχήσεως τὰ ἤθη διεφθείροντο . πρός τε ἀλλήλους ἐστασίαζον οἱ ἀδελφοί , τὰ πρῶτα μὲν ὑπὸ παιδαριώδους φιλονεικίας
6884688 ὁρῳεν
οὐ ταῦτα ἡγῇ ἂν τὰ ὄντα αὐτοὺς ὀνομάζειν , ἅπερ ὁρῷεν ; ἀνάγκη . τί δ ' ; εἰ καὶ
ἀριστείας σου τὸ καινὸν τιμῆς πέφυκεν ἄξιον , ἵνα πάντες ὁρῷεν , ὡς ὑπὲρ κοινῆς ἐλευθερίας καὶ σχῆμα θηλυπρεπὲς ἀνὴρ
6875729 ἀνισταμενοι
] μετεσχηκέναι τοῦ πράγματος . συνεληλυθότος δὲ | τοῦ πλήθους ἀνιστάμενοι τῶν Ἀθηναίων οἵ τε περὶ Θρασύβουλον καὶ Αἴσιμον καὶ
τῶν ἀγομένων θεασαίμεθα πάντες ἐξενήφομεν , ὀρθοὶ τὸ δὴ λεγόμενον ἀνιστάμενοι . ἔναττον οὖν οἱ παῖδες εἰς τὰς εὐτυχεῖς σπυρίδας
6865348 διαβαιεν
μὲν ἡθροίσθησαν , ἔπειτα δὲ ἀνέστρεφον διὰ τὸ ἀπορεῖν ὅπῃ διαβαῖεν . οἱ μὲν οὖν πελτασταὶ ὀλίγοι ὄντες οἱ πρῶτοι
ταῦτα Ξενοφῶν μὲν ἔπραττε περὶ πλοίων , ὅπως ὅτι τάχιστα διαβαῖεν . ἐν δὲ τούτῳ ἀφικόμενος Ἀρίσταρχος ὁ ἐκ Βυζαντίου
6863618 ἀρχωσι
εἶναι πολιτείας , τήν τε ἀριστοκρατικήν , ὁπόταν οἱ ἄριστοι ἄρχωσι . καὶ δευτέραν τὴν τιμοκρατικήν , φιλοτίμων ὄντων τῶν
τῶν ὑφ ' αὑτῷ ἀρχόντων ὅπως ἐκεῖνοι αὖ ὧν ἂν ἄρχωσι παρέξουσι τὰ δέοντα ποιοῦντας . ἆθλα δὲ προύφηνε τοῖς
6861951 βαζους
καὶ ἀλαζονικά . Ξ βάζους ' ] λέγουσι . Ξ βάζους ' ] βοῶσι . βάζους ' ] βοῶσιν ,
ὑπέρκομπα . θ ὑπέραυχα ] ἐπηρμένα καὶ ἀλαζονικά . Ξ βάζους ' ] λέγουσι . Ξ βάζους ' ] βοῶσι
6861502 οἰωνται
τοὺς ἀνθρώπους καὶ βλάπτον , ὅτι ἐὰν τιμῶσιν αὐτὰ καὶ οἴωνται διὰ τούτων μόνων εἶναι τὸ εὐδαιμονεῖν , [ καὶ
Σκιρῖται καὶ οἱ προερευνώμενοι ἱππεῖς : ἢν δέ ποτε μάχην οἴωνται ἔσεσθαι , λαβὼν τὸ ἄγημα τῆς πρώτης μόρας ὁ
6858045 αὐτοκτονως
ἂν λούσειεν αὐτοὺς ὡς νόμος ποιεῖν εἰς νεκρούς ; . αὐτοκτόνως ] ἀλληλοφόνως . . αὐτοδάϊκτοι ] αὐτοφόνευτοι . .
ἀποθανοῦσι . . μεγάλων πεδίων ] τῆς Βοιωτίας . . αὐτοκτόνως ] ὅταν μὲν οὖν αὑτοὺς κτάνωσι καὶ ἡ πατρῴα
6849577 ἐπιδοιης
εἶτ ' οὐκ οὖν ἂν ” εἰπεῖν τὸν Σέλευκον “ ἐπιδοίης , Ἐρασίστρατε . τῷ ἐμῷ παιδὶ φίλος ὢν τὸν
ἐπιχέοντα προσφέρειν . εἰ δὲ καὶ ἄρτον ἀντὶ τοῦ χόνδρου ἐπιδοίης , τὸ αὐτὸ δύναται . μετρίας δὲ τῆς συγκοπῆς
6848146 Θηραιοι
τὴν μάχην ἀγγέλλων , ὃν ἐστεφανωμένον ὡς ὑμᾶς ἔπεμψαν οἱ Θηραῖοι , πρὸς ἀηδίαν καὶ λύπην ἀκούσασι καὶ οὕτω πόρρω
' ἑαυτοῦ τὸ ὄνομα καί οἱ καὶ νῦν ἔτι οἱ Θηραῖοι κατὰ ἔτος ἐναγίζουσιν ὡς οἰκιστῇ : Προκλεῖ δὲ καὶ
6847728 Σαλυες
, ὡς Χάραξ ἐν δεκάτῃ Χρονικῶν . . . : Σάλυες , ἔθνος Λιγυστικὸν , πολεμῆσαν Ῥωμαίοις , ὡς Χάραξ
τε Ἄλπεων καὶ τοῦ Ῥοδανοῦ μέχρι μὲν τοῦ Δρουεντία ποταμοῦ Σάλυες οἰκοῦσιν ἐπὶ πεντακοσίους σταδίους : πορθμείῳ δὲ διαβᾶσιν εἰς
6842467 φυγοιεν
ἀρωγὴ δ ' οὔ τις ] οὐ γὰρ εἶχον ποῖ φύγοιεν . ἀλλήλοις ] τοῖς ἐν ταῖς ναυσὶ Πέρσαις .
γύρωθεν πᾶσαν τὴν νῆσον , ὥστε ἀμηχανεῖν τοὺς Πέρσας ποῦ φύγοιεν . . ἱστορῶν ] σκοπῶν . ὡς ] ἐπεί
6836706 πεπεισμεθα
τὸν κίνδυνον αὐτοὺς τὸν ὑπὲρ ἡμῶν ἀναδέξασθαι ἡγούμεθα , καὶ πεπείσμεθά γε μᾶλλον ὑπὲρ ἡμῶν ἢ ὑπὲρ ἄλλων διακινδυνεύσειν .
τὸν κίνδυνον αὐτοὺς τὸν ὑπὲρ ἡμῶν ἀναδέξασθαι ἡγούμεθα , καὶ πεπείσμεθά γε μᾶλλον ὑπὲρ ἡμῶν ἢ ὑπὲρ ἄλλων διακινδυνεύσειν .
6828190 ἀποψηφιεισθε
: καὶ οὐ τοῦτο δέδοικα , ὡς ἐὰν ἀκροᾶσθε αὐτῶν ἀποψηφιεῖσθε : ἀλλ ' οὐκ ἂν ἡγοῦμαι αὐτοὺς δίκην ἀξίαν
γνώμην περὶ τῶν ἀδικούντων ἕξετε . ὥστ ' εἰ μὲν ἀποψηφιεῖσθε τούτων , οὐδὲν δεινὸν δόξει αὐτοῖς εἶναι ὑμᾶς ἐξαπατήσαντας
6821256 ἀπολεσειαν
τάχιστ ' ἄν τε πόλιν οἱ τοιοῦτοι ἑτέρους τε πείσαντες ἀπολέσειαν καὶ εἴ που ἐπὶ σφῶν αὐτῶν αὐτόνομοι οἰκήσειαν :
δημαγωγίᾳ προσῆλθε . ΓΘ τὸ δὲ ἑξῆς , κακὸν κακῶς ἀπολέσειαν οἱ θεοὶ τὸν Παφλαγόνα τὸν νεώνητον . ΓΘ νεώνητον
6817384 φιλοσοφησειν
δὲ Ἀπολλώνιος ἀναμνησθεὶς ὧν τοῦ Φραώτου ἤκουσε καὶ ὅπως ὁ φιλοσοφήσειν μέλλων ἑαυτὸν βασανίσας ἐπιχειρεῖ , τούτῳ ξυνεχώρησε τῷ λόγῳ
, εἰ μέλλοιμεν εὖ τε αἱρήσεσθαι ἁπάντων πειραθέντες καὶ ἑλόμενοι φιλοσοφήσειν καὶ φιλοσοφήσαντες εὐδαιμονήσειν . πρὶν δὲ οὕτω ποιῆσαι ,
6811876 σωφρονειτε
| , ἡμῶν ἄλλως πως ‖ ἀπολομένων ? [ . σωφρονεῖτε οὖν ] | καὶ ταῖς ἐμαῖς [ βουλαῖς ]
φείδεται , ἀλλὰ τὴν ἐπιμέλειαν αὐτῶν διαβάλλει ; ὥστε εἰ σωφρονεῖτε , καὶ ἀσεβείας ἂν δίκην λάβοιτε παρ ' αὐτῆς
6809341 Τοιονδε
, Κλεισθένης ὁ Σιβυρτίου . Ὦ θερμόβουλον πρωκτὸν ἐξυρημένε . Τοιόνδε δ ' , ὦ πίθηκε , τὸν πώγων '
τι σχῆμα ἐν τούτοις αὐτοῖς πλασάμενοι . Ποῖόν τι ; Τοιόνδε : οἷον εἰ πάντες περὶ αὐτῶν διανοηθεῖμεν ὅτι δεινότατα
6808677 ὁθενδηποτε
καὶ ἐν τῷ ἑξῆς ἢ ἀκτῖνα ἐπιφερόντων τετράγωνον ἢ διάμετρον ὁθενδήποτε ἐν ταῖς ἑξῆς μέντοι ὁμοίως τοῦ ἀφέτου μοίραις :
ἔστιν ἐργαλεῖον τῇ σφύρᾳ προσόμοιον . Ἄλλοθέν γέ ποθεν : ὁθενδήποτε , ἢ ὁπωσδήποτε . Ἀκκίζεσθαι : τὸ θρύπτεσθαι ,
6804983 οὐριειν
οἱ δυστυχοῦντες δυστυχίαν φαντάζεσθαι , οἱ δὲ εὐτυχοῦντες εὐτυχίαν . οὐριεῖν : οὐριοδρομεῖν . παρὰ τὸ Ὁμηρικὸν τοῖος γὰρ νόος
οἱ δυστυχοῦντες δυστυχίαν φαντάζεσθαι , οἱ δὲ εὐτυχοῦντες εὐτυχίαν . οὐριεῖν : οὐριοδρομεῖν , παρὰ τὸ Ὁμηρικὸν , Τοῖος γὰρ
6804106 ἐθελοιεν
κελεύοιεν ἐκείνους φοιτᾶν παρ ' αὐτούς , εἴ του μετασχεῖν ἐθέλοιεν τῶν πραττομένων ἢ λεγομένων ὑπ ' αὐτῶν : τοιούτων
κατὰ τὴν ὁδὸν τοὺς Ἀσπενδίους ὅτι οὐδὲν τῶν ξυγκειμένων πρᾶξαι ἐθέλοιεν , οὔτε τοὺς ἵππους παραδοῦναι τοῖς πεμφθεῖσιν οὔτε ἀπαριθμῆσαι
6803756 ἀτιζω
ἀτίζων ἔρχεται : τίω καὶ ἀτίω καὶ πλεονασμῷ τοῦ ζ ἀτίζω . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀτιμάζω κατὰ συγκοπήν , .
. ἔστιν γὰρ ἀταλός ἀναδιπλασιασμόν ' . . . . ἀτίζω : εἰ μὲν σημαίνει τὸ ὑπερορῶ , γίνεται παρὰ
6802805 παλαιοντες
. ὅτι τὸ παλαιὸν ἠλείφοντο μύρα , ὥσπερ λίπα οἱ παλαίοντες . τὸ παλαιὸν ἠλείφοντο μύροις εὐώδεσιν . ἐπεὶ δὲ
ἐπάλαισε , παραιτησαμένων αὐτὸν τῶν ἄλλων . ἐπεὶ δὲ οἱ παλαίοντες χρονοτριβοῦσι καὶ διὰ τὸν πλείονα χρόνον ἐν τῷ ἡλίῳ
6802433 ἐννοσιγαι
καί ῥα Ποσειδάωνα μέγαν θεὸν ἀντίον ηὔδα : ὢ πόποι ἐννοσίγαι ' εὐρυσθενές , οὐδέ νυ σοί περ ὀλλυμένων Δαναῶν
ἀλόχοισι Τὸν δ ' αὖτε προσέειπεν ἄναξ ἑκάεργος Ἀπόλλων : ἐννοσίγαι ' οὐκ ἄν με σαόφρονα μυθήσαιο ἔμμεναι , εἰ
6797354 πρησσουσι
καὶ οἱ πόδες οἷα ἂν ὁ ἐγκέφαλος γινώσκῃ , τοιαῦτα πρήσσουσι : γίνεται γὰρ παντὶ τῷ σώματι τῆς φρονήσιος ,
καὶ σέβειν : οὗτοι γὰρ ἴσα θεοῖσι πάντα πέλουσι καὶ πρήσσουσι τοῖς ἐγγόνοισι . πρὸς δὲ τὸν ἄνδρα τὸν ἑαυτῆς
6795334 χαριζοισθε
τε ἀναίτιοι . Ὑμεῖς δ ' ἄν μοι τάδε ποιεῦντες χαρίζοισθε : ἐπεὰν ὑμῖν σημήνω τὸν χρόνον ἐς τὸν ἥκειν
τε ἀναίτιοι . ὑμεῖς δ ' ἄν μοι τάδε ποιοῦντες χαρίζοισθε : ἐπειδὰν ὑμῖν σημήνω τὸν χρόνον , εἰς ὃν
6792220 φιλονεικουντες
. „ ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι οἱ τοῖς κρείττοσι φιλονεικοῦντες τῆς ἑαυτῶν σωτηρίας καταφρονοῦσι . μάντις ἐπὶ τῆς ἀγορᾶς
δέκα μὲν γὰρ ἑξῆς ἔτη ὤδινεν ἅπασα ἡ ἤπειρος , φιλονεικοῦντες ἅπαντες ἄνθρωποι δίκην τῆς Μαραθῶνι μάχης λαβεῖν , ἡτοιμάζετο
6790968 ἐχαρησαν
' αὐτοὺς εὐτρεπεῖς ὄντας οἱ Τυρρηνοὶ πρὸς τὸν ἀγῶνα σφόδρα ἐχάρησαν , ὡς ἑνὶ τῷ τότε κινδύνῳ κατὰ νοῦν χωρήσαντι
πιστόν . οἱ δὲ περὶ τὸν Παραίβιον , φησίν , ἐχάρησαν ἰδόντες τοὺς ἥρωας . αὐτός : ὁ Φινεὺς δηλονότι
6790904 οἰμωξεσθ
ἀλλ ' οὐχ οἷόν τε . νὴ Δί ' , οἰμώξεσθ ' ἄρα . φέρε τίς γὰρ οὗτος οὑπὶ τῆς
. Οὐ ξυλλήψεσθ ' ; Οἷ ' ὀγκύλλεσθ ' : οἰμώξεσθ ' , οἱ Βοιωτοί . Εἶά νυν . Εἶα
6790538 Καραμβυκαι
ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ , ὡς Ἑκαταῖος ὁ Ἀβδηρίτης . . Καραμβύκαι : ἔθνος Ὑπερβορέων ἀπὸ ποταμοῦ Καραμβύκα , ὡς Ἑκαταῖος
ἑνὸς λ Λιβυκὴ πόλις , καὶ ἐθνικὸν αὐτοῦ Καραλιτανός . Καραμβύκαι , ἔθνος Ὑπερβορέων , ἀπὸ ποταμοῦ Καραμβύκα , ὡς
6783522 τολμησειαν
τινὶ κατοφθείσας ; Σαυρομάτιδας δὲ οὐδ ' ἂν τὸ παράπαν τολμήσειαν μιμήσασθαι τοῦτον τὸν τρόπον διαβιοῦσαι , παρὰ γυναῖκας δὲ
οὐκ ἂν ἔλθοιεν ἐξαπατήσοντες , ἢ τίνας ὅρκους οὐκ ἂν τολμήσειαν παραβαίνειν οὗτοι οἱ ἀνοσιώτατοι , οἵτινες καὶ ὑμᾶς εἰδότες
6778385 θρανιτης
ἀντὶ δὲ θράνους : Θράνος , ὑποπόδιον , ἔνθεν καὶ θρανίτης . 〚 ἐτυμολογεῖται δὲ παρὰ τὸ θορεῖν ἄνω ,
. Τοισδὶ δύο δραχμὰς τοῖς ἀπεψωλημένοις ; Ὑποστένοι μέντἂν ὁ θρανίτης λεώς , ὁ σωσίπολις . Οἴμοι τάλας ἀπόλλυμαι ,
6772074 ναυστολεις
βαρβάροις Κρόνῳ θυηπολεῖν βρότειον ἀρχῆθεν γένος . ἵπποισιν ἢ κύμβαισι ναυστολεῖς χθόνα ; μηδὲν φοβεῖσθε προσφάτους ἐπιστολάς ἡ δυστυχὴς ἀθῷος
ἡ κύμβη Σοφοκλῆς ἐν Ἀνδρομέδᾳ φησίν : ἵπποισιν ἢ κύμβαισι ναυστολεῖς χθόνα ; κύββα ποτήριον Ἀπολλόδωρος Παφίους . ΚΥΠΕΛΛΟΝ .
6768039 πεφθειη
τὴν σάρκα καὶ διὰ τοῦτο δύσπεπτον : εἴ γε μὴν πεφθείη , τροφιμωτάτην . ὑπάρχει δ ' αὐτοῖς , ὥσπερ
βραχὺν ἐν ἑαυτοῖϲ ἔχοντα τὸν ἁλυκὸν χυμόν . εἰ μέντοι πεφθείη , τροφὴν οὐκ ὀλίγην δίδωϲι τῷ ϲώματι . πλεῖϲτον
6765831 διαρραγησομαι
αὐτὸ περὶ τοῦ πρότερος εἰπεῖν πρῶτα διαμαχοῦμαι . Οἴμοι , διαρραγήσομαι . Καὶ μὴν ἐγὼ οὐ παρήσω . Πάρες πάρες
ἢ πρῶτον εἰπεῖν . πάρες : τοῦ Κλέωνος εἰπόντος “ διαρραγήσομαι ” καὶ τοῦ ἀλλαντοπώλου εἰπόντος “ οὐ παρήσω ”
6762852 ἐξολωλεναι
μηδέποτε ἐναντίον ἐμοῦ οὕτως ἀγροίκως λέγειν ὅτι ἐγὼ τούτους βούλομαι ἐξολωλέναι , οὓς περὶ πλείστου ποιοῦμαι . Ἐγὼ οὖν ,
' ὅσιον εἶναι λέγειν , ὡς ἐγὼ τόνδε βουλοίμην ἂν ἐξολωλέναι . Τί δέ , ἔφη , ὦ Κτήσιππε ,
6754108 ἀπαστιαν
ἀγόντων ] ἐχόντων , φερόντων , τηρούντων , τελούντων . ἀπαστίαν ] ἀφαγίαν . . ἀπαστία ἀπὸ τοῦ α στερητικοῦ
κολάζετε τοὺς κακούργους δέον καθαροὺς εἶναι γνώμην καὶ χεῖρας . ἀπαστίαν ] ⌈ ἀσιτίαν , / νηστείαν . Μέμνων καὶ
6752199 ὀλοιατο
. Ξ ὀλοίατο ] φθαρῶσι . οἱ Αἰολεῖς τὸ ὄλοιντο ὀλοίατο ποιοῦσι καὶ τὸ τύπτοιντο τυπτοίατο . ὀλοίατο ] διαφθαροῖεν
Ξ ὀλοίατο ] διαφθαρῶσι . ὀλοίατο ] φθαρεῖεν . Ξ ὀλοίατο ] φθαρῶσι . οἱ Αἰολεῖς τὸ ὄλοιντο ὀλοίατο ποιοῦσι
6749502 ἐψευδετο
ἂν ἀληθὴς ἡ λέγουσα αὐτὸ μὴ κακὸν εἶναι ἀπόφασις , ἐψεύδετο δὲ ἡ λέγουσα αὐτὸ κακὸν εἶναι κατάφασις διὰ τὸ
οἳ δὲ σώφρονα καὶ κόσμιον ἄρχοντα ἀνεκάλουν , καὶ οὐδεὶς ἐψεύδετο . ὀλίγων δὲ διελθουσῶν ἡμερῶν , ἐν ὅσαις περὶ
6746854 Πυκνον
ἀλλήλοισι : κατ ' ἀλλήλων . νόημα : μηχάνημα . Πυκνόν : συνετόν . ἔην : ἐστίν . μῆτις :
: γεμίζει , γεμίζεται , πληροῦται , τῶν ἰχθύων . Πυκνόν : συχνὸν , πολὺ , πυκνῶς . πυκνῶς :
6743804 ἐβοηθησαμεν
παρεκάλουν εἰς συμμαχίαν ἀλώπεκας . αἱ δὲ ἔφασαν : ” ἐβοηθήσαμεν ἂν ὑμῖν , εἰ μὴ ᾔδειμεν , τίνες ἦτε
μόνοι πάντων οὐκ ἠξιώσαμεν , τυραννουμένοις δὲ μόνοι τῶν πάντων ἐβοηθήσαμεν ; εἰς Μαραθῶνα δ ' οὕτως ἠπείχθημεν ὥστ '
6743551 ψηφιεισθε
συγγενείας ἐστίν . Ἵνα δ ' ἀκριβῶς μάθητε περὶ ὧν ψηφιεῖσθε , τοὺς πολλοὺς λόγους ἐάσας οὗτος εἰπάτω ὅ τι
τὴν τοιαύτην καὶ περιφανῶς ἐγνωσμένην ὑπὸ πάντων γῆς περίοδον εἰργασμένην ψηφιεῖσθε ἀστὴν εἶναι ; καὶ τί καλὸν φήσετε πρὸς τοὺς
6743503 σιγησεται
δὲ Ἑρμῆς μετά τινος ἀγαθοποιοῦ ὡροσκοπῇ χρήματα λαβὼν ὁ ἐνάγων σιγήσεται , ἐὰν δὲ τὸν ὡροσκόπον ὁ Κρόνος βλάπτῃ ζημιωθήσεται
δὲ Ἑρμῆς μετά τινος ἀγαθοποιοῦ ὡροσκοπῇ χρήματα λαβὼν ὁ ἐνάγων σιγήσεται , ἐὰν δὲ τὸν ὡροσκόπον ὁ Κρόνος βλάπτῃ ζημιωθήσεται
6743116 ἀπωμοσε
ὁ οἰκέτης παῖδα γεγονέναι , ὁ δὲ συμβαλλόμενος τοὺς μῆνας ἀπώμοσε , φὰς οὐκ ἑωυτοῦ μιν εἶναι . Τούτου δὴ
Ἑρμογένης ἀνήρετο εἰ πολὺ εἴη αὐτῷ ἀργύριον . ὁ δὲ ἀπώμοσε μηδὲ ὀβολόν . Ἀλλὰ γῆν πολλὴν κέκτησαι ; Ἴσως
6740459 ἀπαιτειτε
φὺς ἀπέκτεινεν αὐτόν . ὥστε οὐχ ὁρῶ ἀνθ ' ὅτου ἀπαιτεῖτε τὸν μισθὸν ἐπὶ τῇ μαντικῇ . ἐῶ γὰρ λέγειν
καὶ περὶ τοῦ κόσμου τῆς πολιτείας σκοπεῖτε , καὶ λόγον ἀπαιτεῖτε τοὺς δέκα περὶ πάντων , ὧν ἐπὶ τῆς ἀρχῆς
6739560 ἐγινετ
ἐσθίοντα εἰπεῖν : ἐγὼ τοῦτο εἰ ἐποίουν , πόση κραυγὴ ἐγίνετ ' ἄν ; καῖρος : σειρά τις ἐν ἱστῷ
γίνεται ἐκ τοῦ μὴ ὄντος . πᾶν γὰρ ἐκ παντὸς ἐγίνετ ' ἂν σπερμάτων γε οὐθὲν προσδεόμενον . καὶ εἰ
6739040 φιλοκαλοι
ταῦτα . ἐκεῖνα δὲ φύσει ἡδέα , οἷς οἱ ἀληθῶς φιλόκαλοι χαίρουσι . τοιαῦται δ ' αἱ κατ ' ἀρετὴν
ἢ εὑρεμάτων ὠφελουμένους : ὅθεν καὶ σωμάτων ἀγορασμοὺς ποιοῦνται καὶ φιλόκαλοι καθίστανται . τινὲς δὲ καὶ προβιβάζονται , καὶ μάλιστα
6733639 Μελητε
εἰσάγεις . Ἔτι δὲ ἡμῖν εἰπέ , ὦ πρὸς Διὸς Μέλητε , πότερόν ἐστιν οἰκεῖν ἄμεινον ἐν πολίταις χρηστοῖς ἢ
οὐδ ' ὁπωστιοῦν . Ἄπιστός γ ' εἶ , ὦ Μέλητε , καὶ ταῦτα μέντοι , ὡς ἐμοὶ δοκεῖς ,
6729105 Ἀνυτε
περὶ τοῦ ξένου τουτουῒ Μένωνος . οὗτος γάρ , ὦ Ἄνυτε , πάλαι λέγει πρός με ὅτι ἐπιθυμεῖ ταύτης τῆς
μή , καὶ οἵτινες . σὺ οὖν ἡμῖν , ὦ Ἄνυτε , συζήτησον , ἐμοί τε καὶ τῷ σαυτοῦ ξένῳ
6726771 εὐδαιμονοιμεν
εἶναιὅτι δ ' ἐπιστημόνως ἂν πράττοντες εὖ ἂν πράττοιμεν καὶ εὐδαιμονοῖμεν , τοῦτο δὲ οὔπω δυνάμεθα μαθεῖν , ὦ φίλε
ἂν καὶ εὖ πράττειν . Συνέφη . Ἆρ ' οὖν εὐδαιμονοῖμεν ἂν διὰ τὰ παρόντα ἀγαθά , εἰ μηδὲν ἡμᾶς
6722663 καταχριομενοι
πληγέντι τόπῳ . Βοηθοῦνται δὲ οἱ ἀμφότεροι πηλῷ ἢ βολβίτῳ καταχριόμενοι μετ ' ὀξυκράτου , ἢ μαλάχης φύλλοις σὺν ὀξυκράτῳ
. πυρρὰϲ ποιοῦϲι τρίχαϲ θέρμοι ὠμοὶ ϲὺν ὕδατι καὶ νίτρῳ καταχριόμενοι , λωτοῦ τοῦ δένδρου πριϲμάτων ἀφέψημα , κύπρου φύλλα
6721969 κομψευριπικως
, παρὰ τὸ θαρρεῖν . βαρβαρίζει δὲ ὡς δοῦλος . κομψευριπικῶς : ἀντὶ τοῦ εὐριπιδικῶς καὶ δεινῶς , οἷον πανούργως
εἴποι περιεσταλμένως καὶ λεληθότως , οἱονεὶ μὴ φανερῶς . Γ κομψευριπικῶς : πανούργως ὡς ὁ Εὐριπίδης . κομψευριπικῶς ] πανούργως
6720114 κατεθου
μεθύων συνέθου τὴν θάλατταν ἐκπιεῖν : ” κἀπὶ ταῖς ὁμολογίαις κατέθου καὶ τὸν δακτύλιον . κἀκεῖνος : „ καὶ πῶς
ΑΙΨΑ ΚΕ ΠΗΔΑΛΙΟΝ . Ἤγουν ταχέως ἂν τὸ πηδάλιον μὲν κατέθου , ἀντὶ τοῦ ἔθου , ὑπὲρ καπνοῦ , τουτέστιν
6717238 περιστερον
λαρυγγικόν τιν ' ἐπὶ μισθῷ ξένον . ἀπόπεμψον ἀγγέλλοντα τὸν περιστερόν . Ἀθηναίαις αὐταῖς τε καὶ ταῖς ξυμμάχοις . πάλιν
λαρυγγικόν τιν ' ἐπὶ μισθῷ ξένον . Ἀπόπεμψον ἀγγέλλοντα τὸν περιστερόν . Εὐθὺς γὰρ ὡς ἐβαδίζομεν ἐν Ἄγρας . Ἀθηναίαις
6716580 ΟΥΤΕ
πολὺ τῶν προτέρων προμηθέστεροι , καὶ πανουργότεροι . . ΧΡΥΣΕΩι ΟΥΤΕ ΦΥΗΝ ΕΝΑΛΙΓΚΙΟΝ , ΟΥΤΕ ΝΟΗΜΑ . Τῷ χρυσῷ γένει
εἶναι . Καὶ τροπῇ τοῦ γ εἰς κ . . ΟΥΤΕ ΝΟΗΜΑ . Κατὰ τὸ ἁπλοῦν ἐκεῖνο λέγει , καὶ
6714725 Φασηλιταις
τοὺς μηδὲν ὀνήσαντας ἡμᾶς Παταρεῦσι καὶ Μυρεῦσι καὶ Κωρυκίοις καὶ Φασηλίταις ὡς βεβαιοτέροις προσφεύξεσθαι βοηθοῖς . δῆλον γὰρ πεποίηκας ,
τὴν θυσίαν ταύτην καλεῖσθαι θυνναῖον . καὶ τάριχοι δὲ παρὰ Φασηλίταις ἀποθύονται . Ἡρόπυθος γοῦν ἐν Ὥροις Κολοφωνίων περὶ τῆς
6710465 ὑποδιαιρουσιν
ἠθικὸν μέρος τῆς φιλοσοφίας διαιροῦσιν . καὶ οὕτω δ ' ὑποδιαιροῦσιν οἱ περὶ Χρύσιππονκαὶ Ἀπολλόδωρον . . ̈ . .
δὲ ἠθικὸν μέρος τῆς φιλοσοφίας διαιροῦσιν καὶ οὕτω δ ' ὑποδιαιροῦσιν οἱ περὶ Χρύσιππον καὶ Ἀρχέδημον . . ̈ .
6705896 ἀναστησῃ
περὶ τίνος σκοπῶνται , τότε σὺ ἀνιστάμενος ὡς συμβουλεύσων ὀρθῶς ἀναστήσῃ ; Ὅταν περὶ τῶν ἑαυτῶν πραγμάτων , ὦ Σώκρατες
προστρίψεται ἐκ τῆς τῶν δεσποτῶν ἀνάγκης , εἰ μὴ γνωσιμαχήσασα ἀναστήσῃ ἀπὸ τοῦ βωμοῦ καὶ ἐπὶ τὸ κολακεύειν τραπήσῃ :
6705016 Δαος
ὄντα με ἰδών , “ τί σύννους ” φησὶ “ Δᾶος ; ” “ τί γάρ ; ” ἐγώ ,
πέμπτον δέ τι πρὸς τούτοις εἶναί φασι τὸ ἐπαπορητικὸν οἷον Δᾶος πάρεστι : τί ποτ ' ἀπαγγελῶν ἄρα ; ὅπερ
6701643 ἀντιοωντες
ἀέθλιον Ἡρακλῆι : σὺν δὲ καὶ ὧλλοι δῆθεν , ὑπότροποι ἀντιόωντες πρίν περ ἀνελθέμεναι σκοπιήν , ἥπτοντο φόνοιο Γηγενέων ἥρωες
ἀμύνουσιν πόλεμον καὶ δηϊοτῆτα . πάντες δ ' Οὐλύμποιο κατήλθομεν ἀντιόωντες τῆσδε μάχης , ἵνα μή τι μετὰ Τρώεσσι πάθῃσι
6699983 Κρατυλε
μοι οὕτω . Ἔστιν ἄρα , ὡς ἔοικεν , ὦ Κρατύλε , δυνατὸν μαθεῖν ἄνευ ὀνομάτων τὰ ὄντα , εἴπερ
τὰ πολλὰ ἐκείνως ἐσήμαινεν . Τί οὖν τοῦτο , ὦ Κρατύλε ; ὥσπερ ψήφους διαριθμησόμεθα τὰ ὀνόματα , καὶ ἐν
6687638 πυθῃ
Τί με καλεῖτε ; Δεῦρ ' ἔλθ ' , ἵνα πύθῃ ὡς εὐτυχὴς εἶ καὶ μεγάλως εὐδαιμονεῖς . Ἴθι δή
οἴκοι τελῶν , Σὺ δ ' ἀλλά , ἕως ἂν πύθῃ τὰ παρὰ τῆς πόλεως , μεταχώρησον , ἔφη ,
6684019 συνεδροι
αὐτοὺς ἡ μήτηρ ἐπειρᾶτο καὶ οἱ ἐν ἀξιώσει ὄντες καὶ σύνεδροι πατρῷοι φίλοι . ὁ δὲ Ἀντωνῖνος , πάντων αὐτῷ
μὲν ἐμαυτοῦ τοσαῦτα λέγω : ὑμῖν δ ' , ὦ σύνεδροι , κινδύνων τὸν μέγιστον τρέχουσιν οὐ περὶ ἐμοῦ σκεπτέον
6678243 στρατηιην
σφι γνώμας τοιάσδε ἀπεδέξαντο . Ἅρπαγος δὲ καταστρεψάμενος Ἰωνίην ἐποιέετο στρατηίην ἐπὶ Κᾶρας καὶ Καυνίους καὶ Λυκίους , ἅμα ἀγόμενος
ἐπείτε σφι ἀπίκοντο καὶ οἱ ἄλλοι σύμμαχοι παρῆσαν , ἐποιέετο στρατηίην ὁ Ἀρισταγόρης ἐς Σάρδις . Αὐτὸς μὲν δὴ οὐκ
6678223 Ὁμοιοι
: μίαν γυναῖκα . περὶ νύμφην : χάριν γυναικός . Ὁμοῖοι : ἴσοι , ὁμότιμοι , πλούσιοι , καὶ πλούσιοι
: μίαν γυναῖκα . περὶ νύμφην : χάριν γυναικός . Ὁμοῖοι : ἴσοι , ὁμότιμοι , πλούσιοι , καὶ πλούσιοι
6677337 ὑβρισμα
καὶ ὑβριστικῶς εἰς ἐμέ , ὡς ᾤουδιὸ τὸ τότε σοι ὕβρισμα νῦν ὕπαρ ἀντ ' ὀνείρατος γέγονενεἶπες δὲ καὶ μάλα
θεῶν ἔφυ . ἤδη τόδ ' ἐγγὺς ὥστε πῦρ ὑφάπτεται ὕβρισμα βακχῶν , ψόγος ἐς Ἕλληνας μέγας . ἀλλ '
6673348 Ξενους
ὁρμίζεσθαι καθ ' ἃς πύλας ἐν τοῖς ἐχομένοις ῥηθήσεται . Ξένους τοὺς ἀφικνουμένους τὰ ὅπλα ἐμφανῆ καὶ πρόχειρα φέρειν ,
λαλεῖν . Νέος ἂν πονήσῃς , γῆρας ἕξεις εὐθαλές . Ξένους πένητας μὴ παραδράμῃς ἰδών . Ξένοισι πιστοῖς πιστὸς ὢν
6670988 προσλαβωσι
οἱ τὰ σώματα εὐπαγεῖς , ὅταν τὴν ἐξ ἀθλητικῆς ἄσκησιν προσλάβωσι , νευροῦνται δύναμιν ἀνανταγώνιστον καὶ εὐεξίαν ὑπερβάλλουσαν κτώμενοι ,
ἑπτακοσίοις . Οἱ δέ γε περὶ Δηίμαχον τοῖς τρισμυρίοις ἐὰν προσλάβωσι τὸ ἐπὶ τὴν Ταπροβάνην καὶ τοὺς ὅρους τῆς διακεκαυμένης
6666086 ἐπαθομεν
γὰρ ] τοὺς παραινοῦντας ἀντέχεσθαι τῆς εἰρήνης οὐθὲν πώποτε κακὸν ἐπάθομεν , διὰ δὲ τοὺς ῥᾳδίως πολεμεῖν αἱρουμένους πολλαῖς ἤδη
μισοῦντας τὸ γένος τῆς πόλεως ἐκβάλλειν τιμωροῦντας αὐτοὺς ὑπὲρ ὧν ἐπάθομεν , οὐχ ἥκιστα δὲ καὶ τοῦ μέλλοντος πρόνοιαν ποιουμένους
6665442 ἐσιγηθη
πόθεν τοσαύτην ῥώμην λαβών ; ἢ πῶς ἂν τὸ πρᾶγμα ἐσιγήθη ; εἰ δ ' ἄρα ἐγὼ ἐτόλμων τοῦτο ποιεῖν
οὔτοι σιωπῶς ' εἶτα μέμψομαί ποτε τὴν νῦν σιωπὴν ὡς ἐσιγήθη κακῶς , οὐδ ' ὡς ἀχρεῖον τὰς γυναῖκας εὖ
6665203 διανοηθῃς
πᾶσα γὰρ δύναμις αὐτός ἐστι . μηδὲ ἔν τινι αὐτὸν διανοηθῇς εἶναι , μηδὲ πάλιν κατεκτός τινος : αὐτὸς γὰρ
οὐδὲν οἶδεν . ἑλοῦ δ ' εἰ θέλεις ἣν ἂν διανοηθῇς μικρὰν ἢ μείζονα τέχνην καὶ τὸν κατὰ ταύτην γενόμενον
6663294 Ματην
ἂν σύμμαχος ἐκ θεῶν ἀθανάτων ἔλθοι ξὺν ἀδίκοις ἔργοις ; Μάτην λαλεῖτε : τήνδ ' ἐγὼ οὐκ ἀφήσω . Ἀλλ
] Τεθεώρηται . τὸ δέ , ὀχλεῖς μάτην με : Μάτην με , φησί , βιάζῃ , ὥσπερ εἰς κῦμα
6661435 οἰδουντες
τῶν ὀφθαλμῶν . οἱ τὰ κύλα τὰ ὑπὸ τοὺς ὀφθαλμοὺς οἰδοῦντες καὶ ἐξογκούμενοι : κύλα δὲ τὰ ὑποκάτω τῶν ὀφθαλμῶν
ἀληθέστερον : χρύσειαι ζωῇσι νεήνισιν ἐοικυῖαι . κυλοιδιόωντες : οἱ οἰδοῦντες τὰ κύλα τὰ ὑπὸ τοὺς ὀφθαλμούς . συμβαίνει γὰρ
6661031 ἐγγραφωσιν
ὀμνύουσι πάντες οἱ πολῖται , ἐπειδὰν εἰς τὸ ληξιαρχικὸν γραμματεῖον ἐγγραφῶσιν καὶ ἔφηβοι γένωνται , μήτε τὰ ἱερὰ ὅπλα καταισχυνεῖν
τοὺς ἀρξαμένους ἡβᾶν , ἕως ἂν ἐκ τῶν ἐφήβων ἐξελθόντες ἐγγραφῶσιν εἰς ἄνδρας . . . . βούλομαι δὴ ]
6657952 εἰδειεν
τῶν ναυτῶν θηρᾶσθαι τὸν τρόπον . ὡς δ ' ἂν εἰδεῖεν , πότερον διεληλύθασιν ἢ οὔπω τὸ πέλαγος , πείρας
μάλιστα αἰσθάνοιτο , ἢ ὅπως τὰ σὰ οἱ πολέμιοι ἥκιστα εἰδεῖεν , ταῦτα δὲ πάντα τί ἂν ἐγὼ λέγοιμί σοι
6656558 ἐπεστελλον
ἐξεβόησαν ὁμοῦ πάντες : “ δεχόμεθα ” . καὶ εὐθὺς ἐπέστελλον τῷ Ἀννίβᾳ πᾶσαν ἤδη τὴν Ἰβηρίαν ἀδεῶς ἐπιτρέχειν ὡς
αἱρήσειν Καρχηδόνα : καὶ πολλοὶ ταῦτα τοῖς οἰκείοις ἐς Ῥώμην ἐπέστελλον . ἡ δὲ βουλὴ Σκιπίωνα μὲν ἐπῄνει , Φαμέαν
6654699 ἀναμιμνῃσκοντες
ἀγαθῶν αὐτοῖς αἴτιοι καταστάντες . διὰ τούτων μὲν οὖν συντόμως ἀναμιμνῄσκοντες ταῖς παλιλλογίαις χρησόμεθα καὶ περὶ τῶν μερῶν καὶ περὶ
οὐ πάντα πολλάκις λέγοντες , ἀλλὰ τὰ μὲν ἤδη προειρημένα ἀναμιμνῄσκοντες , τὰ δὲ μετὰ ταῦτα πάλιν ἀνακεφαλαιούμενοι . ἀλλ

Back