αἱ τετυψόμεναι , τὰ τετυψόμενα [ λόγος δ ' ἐστὶν πεζὴ ] λέξεων σύνθεσις ? [ ] [ διάνοιαν αὐτοτελῆ
καίτοι καὶ τὴν καυσίαν τῆς κεφαλῆς ἀφελών . ἡ μέντοι πεζὴ στρατιὰ σώα πρὸς Ἀντίπατρον ἐκ τοῦ πολέμου παρεγένετο ,
6799145 ἀπολωλε
γινόμενος διορίζει τὸν μὲν ἔνθεν , τὸν δὲ ἔνθεν : ἀπόλωλε : παρὰ τὰ Ἡσιόδου [ . ] λευκοῖσιν φαρέεσσι
τοι αὔτως οὔατ ' ἀκουέμεν ἐστί , νόος δ ' ἀπόλωλε καὶ αἰδώς . οὐκ ἀΐεις ἅ τέ φησι θεὰ
6747811 Ἀναπαλιν
τὸν σύνδεσμον , διὰ δὲ τὴν ἐπακολουθήσασαν ἀντιδιαστολήν . . Ἀνάπαλιν οὖν ὁ ἕνεκα σύνδεσμος , φερόμενος πάντοτε ἐπὶ γενικήν
. ἐλάττων ἄρα ἡ ὑπὸ ΒΑΓ τῆς ὑπὸ ΒΑΕ . Ἀνάπαλιν ἄρα . , ] ἐπειδὴ εἶπεν : ἀνάπαλιν ἄρα
6482842 Φωκικη
ἀνιοῦσιν . [ ὃ λέγεται Σέργιον . ] Δαφνοῦς , Φωκικὴ πόλις , ἀρσενικῶς λεγομένη . ὁ πολίτης Δαφνούντιος ἢ
δὲ Λεβαδείας καὶ ἡ Τραχίν , ὁμώνυμος τῇ Οἰταίᾳ , Φωκικὴ πολίχνη : οἱ δ ' ἐνοικοῦντες Τραχίνιοι λέγονται .
6421810 Ἀρκαδικος
Μινύειον : ἡ διπλῆ , ὅτι καὶ ἕτερος Ὀρχομενός ἐστιν Ἀρκαδικός . ἀλλ ' ὁ μὲν Βοιωτιακὸς Μινύειος καλεῖται ,
χρησμὸν κἀντεῦθεν ἱδρύσαντο Λευκὸν Ἑρμῆν . * Νωνακριάτης δὲ ὁ Ἀρκαδικός : Νωνακρία γὰρ πόλις Ἀρκαδίας ὅπου τιμᾶται ὁ Ἑρμῆς
6403153 ἐπαγωγος
τῶν πυρῶν κυρήβια καλεῖται . οἶνος γλυκύς , ἡδύς , ἐπαγωγός , πότιμος , ἀνθοσμίας : ὁ δ ' ἄλλος
ἀπὸ τῆς κράμβης θεραπείας . ἔστιν ἡ κράμβη γυναιξὶν ἐμμήνων ἐπαγωγός , καὶ μάλιστα , εἴ γε τὸ ζέμα αὐτῆς
6382201 ἀλκιμωτερα
ῥινοκέρωτες καὶ ἐλέφαντες , λύκοι καὶ ὄϊες περιστερῶν καὶ ἀηδόνων ἀλκιμώτερα μορμύλων τε καὶ τῶν τριγλίδων καὶ τῶν ἄλλων ,
; καὶ γὰρ καὶ τὰ μέζω τῶν ζώων καὶ τὰ ἀλκιμώτερα , ὁκοῖον οἱ ταῦροι , αἱμορραγίῃ θνῄϲκουϲι ὤκιϲτα .
6364691 ἀπαντησεσι
ψυχῆς διαφυλάττοντες τοσοῦτον ἀπεῖχον τοῦ φιλοζωεῖν ὥστ ' ἐν ταῖς ἀπαντήσεσι συμπλέκεσθαι καὶ τὰς παρὰ τῶν πολεμίων ἐπισπᾶσθαι πληγάς :
δ ' αὖ κατὰ πεποίθησιν ἐνδιαθέτου λόγου τὸ καὶ ταῖς ἀπαντήσεσι ταῖς πρὸς τὰς ἀντιθέσεις ἢ καὶ ἄλλως χωρὶς καταστάσεως
6300648 σκηψις
, καὶ πολλάκις κατακεῖσθαι δέον , οὐδὲ τοῦτο συγκεχώρηται : σκῆψις γὰρ ἡ νόσος καὶ φυγὴ τῶν καθηκόντων ἔδοξεν .
προσηγορικοῖς καὶ τὴν τῶν προσηγορικῶν κλίσιν ἀνεδέξαντο : τὸ γὰρ σκῆψις σημαίνει τὴν πρόφασιν , τὸ δὲ ἐπίσκηψις τὴν παραγγελίαν
6296503 παννυχιδες
γυναῖκες ἱέρειαι τῇ θεᾷ θεοί , κορύβαντες , αὐλοί , παννυχίδες , ἀναστροφή : ἱππόδρομος οὗτός ἐστί σοι μαγειρικῆς .
. Ὡς οὖν ἐφέστηκεν ὁ τῶν γάμων καιρός , καὶ παννυχίδες ἤγοντο καὶ ἱερεῖα πολλὰ ἐθύετο τῇ θεῷ . Καὶ
6289131 δεικνυουσα
ἐν εὐρύτητι τὰ μέρη τοῦ ὅρου ἐξετάζουσα καὶ ἕκαστον τούτων δεικνύουσα καλῶς εἰλημμένον ἐν τῇ περιγραφῇ , οἷον ὡς ἐπὶ
καὶ τὴν Διονυσιακὴν ἐλευθερίαν καταχεῖν αὐτῶν , ἄρτι μὲν ἀεροβατοῦντας δεικνύουσα καὶ νεφέλαις ξυνόντας , ἄρτι δὲ ψυλλῶν πηδήματα διαμετροῦντας
6288494 Γαδρωσων
συκαῖ τοῦ ἦρος καὶ δριμύτερον . Ἔνθεν δὲ διὰ τῆς Γαδρωσῶν χώρας ᾔει ὁδὸν χαλεπὴν καὶ ἄπορον τῶν ἐπιτηδείων ,
καὶ τοὺς ἱπποτοξότας προῄει ὡς ἐπὶ τὰ ὅρια τῶν τε Γαδρωσῶν καὶ Ὠρειτῶν , ἵναπερ στενή τε ἡ πάροδος αὐτῷ
6258437 Διττη
, συμφώνου δὲ οὐκέτι . . ΟΥΚ ΑΡΑ ΜΟΥΝΟΝ . Διττή ἐστιν ἡ ἔρις . Ἡ μὲν γὰρ ἅμιλλα καὶ
, συμφώνου δὲ οὐκέτι . . ΟΥΚ ΑΡΑ ΜΟΥΝΟΝ . Διττή ἐστιν ἡ ἔρις . Ἡ μὲν γὰρ ἅμιλλα καὶ
6242367 καταστροφη
περιφορᾷ συνεχεῖ τε καὶ ἀδιαλείπτῳ τοῦ ἡλίου τίς ἂν εἴη καταστροφή ; τό τε τάχος τῆς παραλλαγῆς πανταχοῦ ἴσον .
ἀρετὴν πρώτη τε μηνύουσα καὶ τελευταία βεβαιοῦσα ἡ νῦν τῶνδε καταστροφή . καὶ γὰρ τοῖς τἆλλα χείροσι δίκαιον τὴν ἐς
6237361 δυνατωτατη
ἐγὼ ἐννοήσας ποτὲ ὡς ἡ Σπάρτη τῶν ὀλιγανθρωποτάτων πόλεων οὖσα δυνατωτάτη τε καὶ ὀνομαστοτάτη ἐν τῇ Ἑλλάδι ἐφάνη , ἐθαύμασα
ἐν τοῖς ὅλοις Ὅμηρος ὑποσημαίνει : Ζεὺς γάρ , ἡ δυνατωτάτη φύσις , ὑπὸ τῶν ἄλλων ἐπιβουλεύεται στοιχείων , Ἥρας
6235072 Πελοποννησιακος
ὅτι οἱ Κορίνθιοι οὐ μέντοι ὅ γε πόλεμος : ὁ Πελοποννησιακός , φησί , πόλεμος οὔπω συνεκροτήθη ξυνερρώγει : συνεπεπτώκει
ἐπὶ δὲ τούτων Ἀθηναίοις καὶ Λακεδαιμονίοις ἐνέστη πόλεμος ὁ κληθεὶς Πελοποννησιακός , μακρότατος τῶν ἱστορημένων πολέμων . ἀναγκαῖον δ '
6207468 συμπεπτωκοτες
, κοιλαίνονται μὲν σφίσιν οἱ ὀφθαλμοί , καὶ οἱ κρόταφοι συμπεπτωκότες , καὶ τὸ μέτωπον καρφαλέον καὶ βραδέως αἴρουσι τὰ
τὰ κατὰ τὸ πρόσωπον . ὀφθαλμοὶ γὰρ κοῖλοι , κρόταφοι συμπεπτωκότες , ῥὶς ὀξεῖα , καρφαλέον μέτωπον , ἢν μὴ
6191756 πολεμουσα
θαλάσσης ὅσα καὶ οἷα πράγματα παρέσχεν ἡμῖν ἐξ ἀρχῆς ἀεὶ πολεμοῦσα καὶ νῦν ἔτι παρέχει τοῖς ἡμετέροις πράγμασιν ἐφεδρεύουσα καὶ
, ὥστε ἡ μὲν καὶ Λακεδαίμονα διεκώλυεν ἐπαμύνειν αὐτῇ , πολεμοῦσα αὐτῇ κατὰ κράτος , ἡ δ ' αὖ πρωτεύουσα
6190877 ἑνοτητι
τὰ μέρη , τῶν μερῶν δὲ εἰς τὸ ὅλον τρεπομένων ἑνότητι τοῦ παντός . εἰ δὲ ἐρήσεταί τις : τί
ἀντιπαραλλάσῃ πᾶς τις ἁρ - μὸς καὶ τῇ τῶν παρακειμένων ἑνότητι ἰσχὺν λαμβάνῃ . Κλίμακες δὲ ταῖς ἐπιζυγίσιν ἐπικείμεναι διαιρήσουσι
6189485 ἀτοπια
ἰδεῶν . , : . . . φαίνεται δὲ ἡ ἀτοπία τοῦ ποιητοῦ μᾶλλον ἐν τῶι τῆς Ὠρειθυίας δράματι ,
ἐκεῖ ὑποτεθέντα ὅμοια οὐδὲν πρὸς αὐτήν . Ἀλλὰ γὰρ ἡ ἀτοπία τὸ μαχόμενον ἐν τῇ ὑποθέσει δείκνυσιν ὡς αἴτιόν ἐστιν
6172805 Ἐτεωνος
. ἔστι δὲ πόλις Λακωνική . τὸ ἐθνικὸν ὁμοίως . Ἐτεωνός , πόλις Εὐβοίας . Ὅμηρος ” πολύκνημόν τ '
Κολωνός : μελλεδωνὸς ὁ φροντιστής : Ἠδωνὸς ὄνομα ἔθνους : Ἐτεωνός : Καννωνός : Ὀθρωνὸς ὄνομα ἔθνους : Κορωνός .
6170356 Ἑρκυνιος
Γαβρῆτα ἐπὶ τάδε τῶν Σοήβων , ἐπέκεινα δ ' ὁ Ἑρκύνιος δρυμός : ἔχεται δὲ κἀκεῖνος ὑπ ' αὐτῶν .
Ἑρκυνίου δρυμ . ] Πλησίον γὰρ τοῦ Πυρρηναίου ὄρους ὁ Ἑρκύνιος . Ἄλλως . Ἀντὶ τοῦ τὸ Ἑρκύνιον ὄρος παροικοῦντες
6166824 φρουρειται
' , ἵν ' ἐκμάθῃς οἵων ὑπ ' ἀνδρῶν ἥδε φρουρεῖται πόλις . Ὁ ξεῖνος , ὦναξ , χρηστός :
ἐρυμνοῦ , ἐννέ ' ἐπ ' ὀργυιῶν ἕρκος περιμήκετον ἄντην φρουρεῖται πύργοισι καὶ εὐξέστοισι μύδροισιν , ἑπτὰ περὶ στεφάνοισι κυκλούμενον
6159153 ξυνωμοτης
' οὗτος ἁνὴρ τοῦτ ' ἐτόλμησεν λέγειν , εἰ μὴ ξυνωμότης τις ἦν . ἀλλ ' ἐκ τούτων ὥρα τινά
Γ λύκους ⌈ καλεῖ [ λέγει Γ ] . Γ ξυνωμότης : προδότης . ⌈ τοῦτο δὲ Γ ὡς ἐπὶ
6154834 χαριεντισμος
δὲ περὶ τοῦ γλαφυροῦ χαρακτῆρος λέξομεν . Ὁ γλαφυρὸς λόγος χαριεντισμός ἐστι καὶ λόγος ἱλαρός . τῶν δὲ χαρίτων αἱ
τραπόμενος τροπὰς τοῦ Εὐρίπου . . ἔστι δὲ τὸ κῶλον χαριεντισμός . ἐπαινοῦσι δὲ τοῦτο τὸ κῶλον οἱ κριτικοὶ λέγοντες
6151222 Δαμασιας
ἐν μέσῃ τῇ αὐλῇ , Σκοπάδειον ἔργονταύτῃ προσπεσόντες ὅ τε Δαμασίας καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ , πρεσβῦτις ἤδη καὶ τὴν
. ὀλυμπιάδι ἑκατοστῆι | πεντεκαιδεκάτηι [ ἐνίκα ] | στάδιον Δαμασίας [ Ἀμφιπολίτης ] | , ἦρχον δ ' Ἀθήνησι
6143878 ἡσυχιαις
ὅλης τῆς πόλεως καὶ τὴν δημοκρατίαν εἰδότες ἐν μὲν ταῖς ἡσυχίαις καὶ ταῖς ἀσφαλείαις αὐξομένην καὶ διαμένουσαν , ἐν δὲ
αἰσθητικαῖς κινήσεσι : διόπερ ἔν τε ταῖς ἠρεμίαις καὶ ταῖς ἡσυχίαις μᾶλλον εὑρίσκομεν τὰ ζητούμενα καὶ κατὰ τὰς ἀναγνώσεις αὐτάς
6137132 σαθρων
Λύκος καὶ ὄϊν ποιμαίνει . Κεραμέως πλοῦτος : ἐπὶ τῶν σαθρῶν καὶ ἀβεβαίων καὶ εὐθραύστων . Κεραμεὺς ἄνθρωπος : ἐπὶ
παλαιότητος εἰς νέαν κατάστασιν εἰδοποιῶ , καὶ ἐπισκευαστὴς ὁ τῶν σαθρῶν οἰκοδόμος . ʃ ἐκ σαθρότητος νέας ποιήσαντες . εἰρηναῖον
6132819 βραχυλογια
ὅτι οὗτος ὁ τρόπος ἦν τῶν παλαιῶν τῆς φιλοσοφίας , βραχυλογία τις Λακωνική : καὶ δὴ καὶ τοῦ Πιττακοῦ ἰδίᾳ
ταῖς βραχυτέραις τῶν ἐπιστολῶν ξυγχωρῶ , ἵνα τούτῳ γοῦν ἡ βραχυλογία ὡραίζοιτο ἐς ἄλλην ἠχὼ πᾶσα στενὴ οὖσα , τῶν
6128905 Παρεχει
καὶ τροφαὶ παρὰ βασιλέως ἔκκεινται : μόνῳ γὰρ ἐργάζονται . Παρέχει δὲ τὰ μὲν ὅπλα τοῖς στρατιώταις ὁ στρατοφύλαξ ,
, φιλοφρονημάτων δὲ καὶ μικρῶν πάνυ ἔγωγε ἡττᾶσθαι ὁμολογῶ . Παρέχει δὲ ἡμῖν καὶ ἄλλα καλλίω , συῶν τε ἀγρίων
6122804 πωρος
ὅτι δὲ πῶρος πένθος ἐστὶ , καὶ Ἀντίμαχός φησι , πῶρός τοι ἀλόχοισι καὶ οἷς τεκέεσσιν ἕκαστος . 〛 ἐπερωτῶν
ὅτι δὲ πῶρος πένθος ἐστὶ , καὶ Ἀντίμαχός φησι , πῶρός τοι ἀλόχοισι καὶ οἷς τεκέεσσιν ἕκαστος . 〛 ἐπερωτῶν
6119688 ῥυθμικη
κἀκ τῆς τῶν παλαιῶν χορῶν ὀρχήσεως , ἧς διδάσκαλος ἡ ῥυθμική , κἀκ τῶν περὶ ὑποκρίσεως τοῖς πολλοῖς συγγεγραμμένων .
κἀκ τῆς τῶν παλαιῶν χορῶν ὀρχήσεως , ἧς διδάσκαλος ἡ ῥυθμική , κἀκ τῶν περὶ ὑποκρίσεως τοῖς πολλοῖς συγγεγραμμένων .
6114710 εὐρυκρειων
σύναρθρον ἀντωνυμίαν τρίτου προσώπου , “ γνῷ δὲ καὶ Ἀτρείδης εὐρυκρείων Ἀγαμέμνων ἣν ἄτην . ” ψιλούμενον δὲ καὶ περισπώμενον
τοῖς λυπήσασι προσενήνεκται ἢ ὁ Πελοπίδης τε καὶ Ἀτρείδης καὶ εὐρυκρείων Ἀγαμέμνων ὁ παρ ' Ὁμήρῳ . ἐκεῖνος ἐπιτιμᾷ τὸν
6108075 ἀποκρινοιτο
τις ἐρωτώμενος διὰ τί ὅμοιον χρῶμα χρώματι καὶ σχῆμα σχήματι ἀποκρίνοιτο , ἢ οὐχ ἕξει λόγον ὃν ὡς μέσον καὶ
δὲ καὶ ἀρετὴν τοῖς χρωμένοις , πόρρω ἂν οὗτος σοφιστοῦ ἀποκρίνοιτο . Ἀλλ ' ἐγὼ ὄναρ ὑμῖν ἀλλότριον ἀπαγγέλλω .
6097168 αὐξησεσι
ἀποκρουστικῇ χρησόμεθα δυνάμει καθ ' αὑτήν : ἐν δὲ ταῖς αὐξήσεσι ταύτην μὲν ἐλαττοῦν , προστιθέναι δέ τι τοῖς διαφορητικοῖς
μὲν τῶν ἐναντίων ταπεινοῦντες , τὰ δ ' ἡμέτερα ταῖς αὐξήσεσι μεγάλα καθιστῶντες . Ἐὰν δὲ πόλεμον μέλλοντα γίνεσθαι διακωλύειν
6086287 ΨΟ
διπλάσιον ; καὶ δεικτέον οὕτως : ἐπεὶ γὰρ ἐπιζευγνυμένων τῶν ΨΟ , ΨΣ αἱ ὑπὸ ΚΨΒ , ΚΨΣ , ΣΨΟ
τὸ ἀπὸ τῆς ΑΨ . λοιπὸν ἄρα τὸ ἀπὸ τῆς ΨΟ ἴσον ἐστὶ τῷ ἀπὸ τῆς ΨΣ . ἴσον δὲ
6083529 προθεσμιαις
καὶ τὰ ἐπιτίμια τοῖς ἑλοῦσι μὴ ἀποδιδόντες ἐν ταῖς τακταῖς προθεσμίαις ὑπερήμεροι ἐκαλοῦντο , καὶ τὸ πρᾶγμα ὑπερημερία , ὡς
βίᾳ ἐμποδισμοὺς τῶν χρειῶν καὶ κατοχὰς καὶ παρολκὰς ἐν ταῖς προθεσμίαις καὶ ἐπίτασιν ἐν ταῖς νόσοις προαγορεύει , τοῖς δὲ
6080999 Ἀγυλλα
Κορωνειάτης Καρυάτης Καυλωνειάτης . τὸ δὲ ἀγυιαῖος ὡς ἀρουραῖος . Ἄγυλλα , πόλις Τυρρηνίας . Λυκόφρων ” Ἄγυλλαν Αὐσονῖτιν εἰσεκώμασεν
πλεῖστον , καὶ Πυθοῖ τὸν Ἀγυλλαίων καλούμενον ἀνέθηκε θησαυρόν . Ἄγυλλα γὰρ ὠνομάζετο τὸ πρότερον ἡ νῦν Καιρέα , καὶ
6073289 προσδοκιαις
ἄλλοις πᾶσι γενόμενος καὶ μηδέποθ ' ἑαυτὸν ἐν ταῖς ἐσχάταις προσδοκίαις ἀπελπίσας , τότε δειλωθεὶς ἀκονιτὶ παρεχώρησε τοῖς πολεμίοις τῆς
εἴπερ ὀλίγων ἔσονται δούλων δεσπόται . οὕτως ἦσαν κοῦφοι ταῖς προσδοκίαις καὶ διένεμον ἤδη τοὺς αἰχμαλώτους ἀλλήλοις καὶ πλείστην ἡμῖν
6072422 πολυδωρος
ἐγκοιμᾶσθαι . . . . , . . Ι . πολύδωρος Πηνελόπεια . † ) ἡ πολλοῖς δώροις γαμηθεῖσα .
φίλον θάλος , ὃν τέκον αὐτή , οὐδ ' ἄλοχος πολύδωρος : ἄνευθε δέ σε μέγα νῶϊν Ἀργείων παρὰ νηυσὶ
6062817 Σκιρος
. ὠνομάσθη δὲ οὕτως ἀπὸ τῆς Σκιράδος Ἀθηνᾶς . καὶ Σκίρος ἑορτὴ Ἀθήνῃσιν . χρὴ σχεῖν . γρ . δεῖ
, τῆς δὲ Δῶρος ὁμοίως Δωρίτης , [ ὡς ] Σκίρος Σκιρίτης , χῶρος χωρίτης , μέσος μεσίτης , Κοπτός
6062422 ἑπτηρεις
, δωδεκήρεις δύο , ἑνδεκήρεις τεσσαρεσκαίδεκα , ἐννήρεις τριάκοντα , ἑπτήρεις τριάκοντα ἑπτὰ , ἑξήρεις πέντε , πεντήρεις ἑπτακαίδεκα :
πλεῖσται δὲ πεντήρεις . καὶ τὸ μὲν εὐώνυμον κέρας ἐπεῖχον ἑπτήρεις ἑπτὰ Φοινίκων , τετρήρεις δὲ τριάκοντα τῶν Ἀθηναίων ,
6056155 στοιχος
εὐώνυμον , τὸ δὲ μέσον ὀμφαλός , τὸ δὲ βάθος στοῖχος καλεῖται . καὶ τὸ μὲν ἐφεξῆς εἶναι κατὰ μῆκος
τὰ τῶν τυρῶν ἀγγεῖα καὶ τὰ τῶν λαχάνων καὶ ὁ στοῖχος τῶν κωπῶν , ἐπεὶ πτεροῖς ἐοίκασιν . τάρρωμα :
6055664 Σκαρφεια
δὲ τῇ Θεσσαλίᾳ ἡ Λοκρίς . ὅμοροι γάρ εἰσιν . Σκάρφεια πόλις Λοκρίδος , τῶν Θερμοπυλῶν ἐγγύς . κέκληται ἀπὸ
Βοαγρίου ποτ . ἐκβολαί ναʹ ∠ ʹʹ ληʹ γʹʹ ιβʹʹ Σκάρφεια ναʹ δʹʹ ληʹ γʹʹ ιβʹʹ Ὄρη δὲ εἰσὶν ἐν
6051167 Ὑρια
, ὡς Ἀλέξανδρός φησι . πρότερον δὲ Ὀλβία ἐκαλεῖτο καὶ Ὑρία . οἱ πολῖται ἀπὸ τῆς Ὑρίας Ὑριεῖς , καὶ
νῆσος παρὰ τῇ Κερκύρᾳ . τὸ ἐθνικὸν Πτυχιεύς , ὡς Ὑρία Ὑριεύς . Πύγελα , πόλις Ἰωνίας . ὁ πολίτης
6050327 Συηβων
ἐντὸς καὶ μεσογείων ἐθνῶν μέγιστα μέν ἐστι τό τε τῶν Συήβων τῶν Ἀγγειλῶν , οἵ εἰσιν ἀνατολικώτεροι τῶν Λαγγοβάρδων ἀνατείνοντες
, ὁμοίως δὲ καὶ τῶν μὲν Ταπούρων ὀρῶν καὶ τῶν Συήβων Σκυθῶν ἀνατολικώτεροι κατανέμονται Ταπούρεοι : τῶν δὲ Ἀναρέων ὀρῶν
6038496 ἀτεκμαρτοι
καρτερικοῖς , καρτεροπόνοις , τοῖς ὑπομονητικοῖς , τοῖς τληπαθέσι , ἀτέκμαρτοι : ἀπλήρωτοι , ἀσήμαντοι , ἀφανεῖς , ἄδηλοι .
ἀτερπέα δ ' αὖλιν ἔκυρσαν . τλησιπόνοις δ ' ἁλιεῦσιν ἀτέκμαρτοι μὲν ἄεθλοι , ἐλπὶς δ ' οὐ σταθερὴ σαίνει
6038107 σιωπη
τὴν δὲ χώραν αὐτὴν οἰκῶν . σιωπὴ σιγῆς διαφέρει . σιωπὴ μὲν γάρ ἐστι κατάσχεσις λόγου , σιγὴ δὲ στέξις
μέλλον κακόν . ἐπεὶ γὰρ ἦν ἤδη νὺξ βαθεῖα καὶ σιωπὴ πολλὴ καὶ ὕπνος ὁ γλυκύς , ψοφεῖ μὲν ἔξωθεν
6031206 Ψυλλοι
ποταμὸν Βίλλαιον στάδια πʹ ” . τὸ ἐθνικὸν Ψυλλάτης . Ψύλλοι καὶ Ψυλλικὸς κόλπος , ἐν τῷ Λιβυκῷ κόλπῳ .
. περὶ δὲ Ψύλλων Ἡρόδοτος τετάρτῃ ” Νασαμῶσι προσόμουροί εἰσι Ψύλλοι ” . λέγονται δὲ ἀπὸ Ψύλλου . οὗτοι λέγονται
6030542 ἐκενωσε
τὸν υἱόν , ἐμοὶ δὲ τὸν πατέρα , ἐμοὶ δὲ ἐκένωσε τὴν παστάδα . δεῖ δέ σε , ὦ πάτερ
μὲν ἐρήμων ἥξεις ἀγρῶν , οὓς τὸ πιέζεσθαι ταῖς εἰσπράξεσιν ἐκένωσε προστεθέντος ἑτέρου κακοῦ μείζονος , τῶν τὰ ἄντρα σφῶν
6029988 σηπιδιον
ὅστις ἐπεγερεῖ τὸν ἔμβολον . ἰχθῦς ἐώνηταί τις ; ἦ σηπίδιον ἢ τῶν πλατειῶν καρίδων ; ἦ πουλύπους ἢ νῆστις
ἄλλον ὅστις ἐπεγερεῖ τὸν ἔμβολον . Ἰχθὺς ἐώνηταί τις ἢ σηπίδιον ἢ τῶν πλατειῶν καρίδων ἢ πουλύπους , ἢ νῆστις
6024783 πεπραται
λόγοις αὐτοῦ τούτοις . Καὶ ἐκαιόμην τοῖς σπλάγχνοις ἀναγγεῖλαι ὅτι πέπραται : ἀλλ ' ἐφοβούμην τοὺς ἀδελφούς μου . Καὶ
ἐξανίσταμαι τὸν ἀμφιτάπητα συστορέσας , καὶ Ἀλκιβιάδου δὲ ἀμφιτάπης τις πέπραται . Ὁμήρου δὲ τὴν αἰγίδα ἀμφιδάσειαν εἰπόντος , ἔστι
6021185 Ἐχεται
πέτραν . ἀνίησιν : ἐνδίδωσιν , ἀφίησι , δίδωσιν . Ἔχεται : ἅπτεται , καὶ κρατεῖ , περιέχεται , ἀντιλαμβάνεται
δὲ καὶ νυκτῶν δύο ἔσθ ' ὁ παράπλους αὐτῆς . Ἔχεται δ ' Αἰτωλία , ἐν ᾗ πόλις Πλευρὼν ὑπόκειται
6019570 ἀφελοιτο
. Πῶς ἂν οὖν τις τὸ ὂν παρ ' αὐτοῦ ἀφέλοιτο ἢ ὁτιοῦν ἄλλο , ὅσα ὄντος ἐνεργείᾳ καὶ ὅσα
ἀμφιλαμβάνει τε καὶ ἴϲχει κραταιῶϲ , καὶ οὐκ ἄν τιϲ ἀφέλοιτο αὐτέου βίῃ , εἰ μὴ κρέϲϲων ἄλλοϲ ἐλέφαϲ .
6019058 συγχει
ἔσω ἐστὶν ὁ παῖς . Σοφοκλῆς τὴν διαφορὰν [ ] συγχεῖ : φησὶ γοῦν ἐν Τραχινίαις γυναῖκες , αἵ τ
δὲ δόξα νικητήριος τοῖς εὐπλοοῦσιν ἀντιπνεύσας ' ἡ τύχη ἅπαντα συγχεῖ , κᾆτα ναυαγεῖν ποιεῖ σὺ δ ' , ὦ
6014742 πανοπλιαις
φανερὸς τυραννίδος ὀρεγόμενος , τότε δὲ τοὺς ἀπόρους ἀναλαμβάνων καὶ πανοπλίαις κατασκευαζόμενος καὶ τοὺς πονηροτάτους ἔχων μεθ ' ἑαυτοῦ κατὰ
τοῦ πανοπλίαις . δορυσσόοις : ταῖς διὰ τῶν δοράτων σῳζούσαις πανοπλίαις . δορυσσόοις ] ἐν ὁπλίσμασιν ἱππικοῖς . δορυσσόοις ]
6014071 δυσπορος
ἀναζευγνύοντι δ ' αὐτῷ καὶ ἀναχωροῦντι ποταμὸς ἦν ἐν μέσῳ δύσπορός τε καὶ ἰλυώδης , καὶ παρ ' αὐτὸν ἐνήδρευον
ἀναζευγνύοντι δ ' αὐτῷ καὶ ἀναχωροῦντι ποταμὸς ἦν ἐν μέσῳ δύσπορός τε καὶ ἰλυώδης , καὶ παρ ' αὐτὸν ἐνήδρευον
6011032 ἀναβασεσι
τῶν νηῶν . σέλμασι ] ταῖς καθέδραις . σέλμασι ] ἀναβάσεσι . σέλμασι ] στάσεσι , καθέδραις . θ σέλματα
κατεσπαρμένας ἔχει παμπόλλας , τὰς μὲν καλυπτομένας ὅλας ἐν ταῖς ἀναβάσεσι , τὰς δ ' ἐκ μέρους , ἐποχετεύεται δὲ
6004822 ἐπερειδομενος
ὄντος δυνησόμεθα περιγενέσθαι , ὥστε ἡκέτω ὁ τῷ κάλλει μόνον ἐπερειδόμενος . εἰ δὲ τοὺς Ἀργείους πάντας ἐπαγόμενος ἔλθῃ ἀμυνόμενος
δ ' ὑπαρχούσης , ὁ Ὀθρυάδης ἐπιζήσας καὶ ἡμικλάστοις δόρασιν ἐπερειδόμενος , τὰς τῶν νεκρῶν ἁρπάζων ἀσπίδας περιείλετο : καὶ
5999481 ψαμμοις
ἄνεμοι χαλεποὶ μὲν πνέοντες , χαλεπώτεροι δὲ ἐμπνέοντες ἅμα ταῖς ψάμμοις . καὶ οὐχ ὅπως αὐτὸς εἴκει οὐδὲ ἐνδίδωσι τοσούτῳ
τὴν εἰκόνα , ὅσον μὲν αὐτόματον ἐν τοῦ Ἠριδανοῦ ταῖς ψάμμοις εὑρίσκεται , σπανίζεται τὰ μάλιστα καὶ ἀνθρώπῳ τίμιον πολλῶν
5994282 ἀξιωματικη
ἡ μὲν κτητικὴ ταῖς τοῦ σώματος οἰκειώσεσιν , ἡ δὲ ἀξιωματικὴ ταῖς τῆς ψυχῆς . Τὰ μὲν οὖν τῆς κτήσεως
διὰ μὲν τῶν γενναίων καὶ ἀξιωματικῶν καὶ μέγεθος ἐχόντων ῥυθμῶν ἀξιωματικὴ γίνεται σύνθεσις καὶ γενναία καὶ μεγαλοπρεπής , διὰ δὲ
5986860 κατεστραμμενων
εἶναι τοῖς πολλοῖς ἀπηχθημένους , καί τινων καὶ ἤδη ἀποστάντων κατεστραμμένων , ὑμῶν τε ἡμῖν οὐκέτι ὁμοίως φίλων , ἀλλ
Κᾶρες , Ἴωνες , Δωριέες , Αἰολέες , Πάμφυλοι : κατεστραμμένων δὴ τούτων [ καὶ προσεπικτω - μένου Κροίσου Λυδοῖσι
5984538 Προσπαλτιοις
. οὐδὲ πρεσβύτης ὁ λέγων : ὡς Εὔπολις ἐν τοῖς Προσπαλτίοις . τἄπη τῇ βακτηρίᾳ : ὡς εἰς τοῦτο τὸ
ἄλλως φορτικῶς γελοιαζόντων : ⌈ μαρτυρεῖ δὲ καὶ Εὔπολις ⌈ Προσπαλτίοις [ λέγων ] τὸ σκῶμμ ' ἀσελγὲς καὶ μεγαρικὸν
5984101 αἰθυιαις
φέγγος οὐκ ἀποθνῄσκει . ” Νωθὴς χελώνη λιμνάσιν ποτ ' αἰθυίαις λάροις τε καὶ κήυξιν εἶπεν ἀγρώσταις : “ κἀμὲ
ὄρνις ἀπὸ τοῦ τοιοῦδε γέγραπται λόγου . οἱ ἄνθρωποι ταῖς αἰθυίαις ἐπιτίθενται μὰ Δί ' οὐ τῶν κρεῶν ἕνεκα :
5978070 Σικελικη
δὲ ἐξ ἐνεργῶν , ἀνειμένοι δὲ ἐκ κατεσκληκότων ἐγένοντο , Σικελική τε ὀψοφαγία ἴσχυσεν , ἐξενευρίσθη τὰ στάδια , καὶ
γὰρ οὕτως ὡς ἀδικεῖσθαι σιωπωμένη . τά τε γὰρ ὤνια Σικελική τίς ἐστιν ὀψοποιία καὶ τοὺς θεωμένους ἐπισπᾶται ῥᾳδίως .
5971765 πεπυκνωμενη
ἡλικίας . ὥρας ] πρέποντος καιροῦ . θ ταρφύς : πεπυκνωμένη . ταρφὺς ] δασεῖα . ταρφὺς ] πυκνή .
ῥινὶ καὶ ἐν τοῖς οὔλοις , ἐπειδὴ τούτων ἡ οὐσία πεπυκνωμένη ἐστί : πυκνὴ δὲ οὖσα οὐκ ἐᾷ διαφορηθῆναι τὴν
5969534 κατεφθαρται
αἶα καὶ πολὺς πλούτου λιμήν , ὡς ἐν μιᾷ πληγῇ κατέφθαρται πολὺς ὄλβος , τὸ Περσῶν δ ' ἄνθος οἴχεται
πόλει ; οὐδαμῶς : ἀλλ ' ἀμφ ' Ἀθήνας πᾶς κατέφθαρται στρατός . τίς δ ' ἐμῶν ἐκεῖσε παίδων ἐστρατηλάτει
5968355 Σελληεις
οὗ καὶ Σελλοὶ οἱ περίοικοι . καὶ ὅτι ἕτερός ἐστι Σελλήεις ποταμός . . . . περιττὸς ὁ στίχος :
εἰς Ἐφύρην ἐθέλει πίειραν ἄρουραν ‚ . ποταμὸς Ἤλιδος ὁ Σελλήεις ὃς ῥεῖ ἀπὸ Λασίωνος ὄρους . . . .
5966758 ἀττικιστι
. ἐγὼ ξενιτευόμενος ἐστρατευόμην . πάνυ συχνὴ σφύραινα . κέστραν ἀττικιστὶ δεῖ λέγειν . λύπη γὰρ ἀνθρώποισι καὶ τὸ ζῆν
. Ἀντιφάνης ἐν Εὐθυδίκῳ : πάνυ συχνὴ σφύραινα . κέστραν ἀττικιστὶ δεῖ λέγειν . Νικοφῶν δ ' ἐν Πανδώρᾳ :
5965841 ἀμφιβαλλει
δόμους , ἀφροσύνᾳ πρόσω βιοτὰν τεκμαιρόμενοι . ὁ δ ' ἀμφιβάλλει ταχύπους κέλευθον ἕρπων σκοτίαν , ἄφνω δ ' ἄφαντος
ἐν τοῖς πρεσβύτατος εἶναι . . . . [ ] ἀμφιβάλλει , τίνος υἱὸν εἴπηι τὸν Ἔρωτα : Ἡσίοδος [
5962908 Πτολεμαϊς
. . . . . . μη γοʹ λα γʹ Πτολεμαΐς . . . . . . . . .
δίκη : ἐπὶ τῶν ἀναβαλλομένων : πρεσβύτης δὲ ἦν ἡ Πτολεμαΐς , ἄχρις οὗ ἀποθάνοι δίκας λέγουσα , καὶ ἀεὶ
5961645 ἀναντιρρητον
ἀναμφίλεκτον , ἀναντίλεκτον , βέβαιον , ἀνενδοίαστον , ἀναμφισβήτητον , ἀναντίρρητον , πάγιον . καὶ τὰ ἐπιρρήματα ἀναμφιλόγως , ἀναμφιβόλως
, ὁμολογουμένως οὐκ ἔστι τὰ τοιαῦτα εἴδη . ἕκτον καὶ ἀναντίρρητον εἰ λέγεται ταῦτα εἴδη , πάντως καὶ διαφοραὶ λέγεται
5957833 ἀντεστραμμενη
. ἀνάλυσις τὸ σχῆμα κατὰ φιλοσόφους : ἀνάλυσις δέ ἐστιν ἀντεστραμμένη ἀπόδειξις τουτέστιν ἀνάπαλιν λύσις . τῷ καὶ ἐπεὶ δαίτηθεν
πρὸ αὐτοῦ . Ἡ αὐτὴ πρότασίς ἐστι τοῦ πρὸ αὐτοῦ ἀντεστραμμένη , διπλῆ μέντοι . ὥσπερ γὰρ τὸ ἀπὸ τῆς
5956789 ἀγρα
τε μάλιστα ὀρνίχων ἐφίληθεν , ὅσοις τέ περ ἐξ ἁλὸς ἄγρα . Ἀγεάνακτι πλόον διζημένῳ ἐς Μιτυλήναν ὤρια πάντα γένοιτο
τινὰ παιδοτριβούντων , ἐν οἷς ἤσκηται . Δέδοται καὶ κακοῖς ἄγρα : ἐπὶ τῶν παρ ' ἀξίαν εὖ πραττόντων .
5951249 Σεριφος
, χάλασμα . Φησὶν Ἀπολλόδωρος . . , : Γραῦς Σέριφος : Ἀπολλόδωρος φησὶν , ὅτι ἐστί τις παροιμιώδης λεγομένη
κροκωτῷ οὖσα ἐπέδραμε μυί . Μέμνηται ταύτης Στράττις . Γραῦς Σέριφος : Ἀπολλόδωρος φησίν , ὅτι ἔστι τις παροιμιώδης λεγομένη
5949570 Δεδοται
ἄκρως εἴς τι πεπαιδευμένων καὶ προσποιουμένων παρά τινων μανθάνειν . Δέδοται καὶ κακοῖς ἄγρα : ἐπὶ τῶν παρ ' ἀξίαν
πείθει καὶ αἰδοίους βασιλῆας . Δεινοὶ πλέκειν μηχανὰς Αἰγύπτιοι . Δέδοται καὶ κακοῖς ἄγρα . Δεύτερος πλοῦς . Δελφῖνα λεκάνη
5943893 ὀνειροπολει
φαντάζεσθαι , ὀνειρώττειν δὲ τὸ καθ ' ὕπνους συνουσιάζειν . ὀνειροπολεῖ ] ἐν τοῖς ὀνείροις φαντάζεται . ἴσθι , ὅτι
καὶ οὕτως ἱππάζεσθαι Θ ὃ νῦν κελητιᾶν καλοῦμεν . Θ ὀνειροπολεῖ θ ' ἵππους : κἀν τοῖς ὀνείροις ἵππους περινοεῖ
5942918 βραδιων
οἷον ταχὺς ταχίων τάχιστος , κακὸς κακίων κάκιστος , βραδὺς βραδίων βράδιστος , ἐλαχὺς ἐλαχίων ἐλάχιστος , τερπνὸς τερπνίων τέρπνιστος
τῆς κινήσεως , ὅταν ποτὲ μὲν ᾖ ταχυτέρα ποτὲ δὲ βραδίων : κἂν γὰρ τὰ ἄλλα πάντα συνδράμῃ , οἷον
5942004 ὀπτανιον
δόκιμον , τὸ δὲ μαγειρεῖον οὐκέτι . ἀντὶ δὲ τούτου ὀπτάνιον λέγουσιν , τῆς μὲν δευτέρας συλλαβῆς ὀξυτονουμένης , τῆς
' , ἀλλὰ τὰ κρέα . παῖδες , παράγετε . ὀπτάνιον ἔστιν ; ἔστι . καὶ κάπνην ἔχει ; δηλονότι
5934511 κατεσκαπτετο
ἀνηρευνῶντο καὶ τὰ τῶν τεμενῶν ἱερὰ ἕδη ἀνωρύττετό τε καὶ κατεσκάπτετο ἐπὶ ζητήσει χρυσοῦ : ἄλλα τε πολλὰ τοιαῦτα ἐτολμᾶτο
τε εἴχετο καὶ κῶμαι διηρπάζοντο καὶ πόλεις ἡλίσκοντο καὶ φρούρια κατεσκάπτετο καὶ στρατεύματα ἡττᾶτο καὶ γένη πολλὰ καὶ μεγάλα ἐχειροῦτο
5930264 ἀλλοφυλος
ἀρωγὴν ὁρμᾶν εἴωθεν . Ὅτι ὅταν εἰς ἀπορίαν ἔλθῃ στρατιώτης ἀλλόφυλος , ἐπὶ πρώτην τὴν τῶν φίλων ἁρπαγὴν ὁρμᾶν εἴωθεν
Ἑλλήνων πρόσχημα καθαρῶς ἀνῄρηται καὶ τοῖς βαρβάροις ἐστὶν ἐπὶ πλεῖστον ἀλλόφυλος : ὅσον γὰρ τῇ φύσει τοῦ τόπου κεχώρισται ,
5929235 ἀνατεταται
δὲ τῶν ἄλλων μερῶν ἧττον ὄρθιόν ἐστι τὸ ὄρος , ἀνατέταται μέντοι ἐνθένδε ἱκανῶς καὶ περίοπτόν ἐστιν . ἡ μὲν
τόνου τοῦ ἐπὶ τῷ πνεύματι ὀρθόπνοια τοὔνομα . ὄρθιοϲ γὰρ ἀνατέταται ἐϲ ἀναπνοήν , κἢν ὕπτιοϲ κατακλινθῇ ὥνθρωποϲ , κίνδυνοϲ
5926434 εὐοσμια
. πνεῖ εὐῶδες , καὶ εὔπνουν , καὶ εὔπνοια , εὐοσμία , εὔοσμον , δυσῶδες , ἀῶδες , δύσοσμον ,
ἐπὶ τὸ πᾶν ἔν τε τῶν οἰνωδῶν τισι καρπῶν ἡ εὐοσμία , τοιοῦτο γὰρ καὶ τὸ μῆλον καὶ τὸ ἄπιον
5926209 τραγῳδιαισιν
ποτε Εὐριπίδης γυναῖκα σώσει ' . οὐχ ὁρᾷς ἐν ταῖς τραγῳδίαισιν αὐτὰς ὡς στυγεῖ ; τοὺς δὲ παρασίτους ἠγάπα .
ποτε Εὐριπίδης γυναῖκα σώσει ' . οὐχ ὁρᾷς ἐν ταῖς τραγῳδίαισιν αὐτὰς ὡς στυγεῖ ; τοὺς δὲ παρασίτους ἠγάπα .
5925567 Τρωικη
Φασταῖος καὶ Φασταιεύς διὰ τὸν τύπον . Φαντία , πόλις Τρωική , κτίσμα Κυμαίων . καὶ Φαντεῖς , ὡς Νεανδρεῖς
διὰ τὸ ἔχθος . . . : Ἀσκανία , πόλις Τρωική . Νικόλαος τετάρτῃ Ἱστορίᾳ : Σκαμάνδριος Ἕκτορος καὶ Ἀνδρομάχης
5924120 συναυλια
ἡ φίλησις ἢ ἡ συνομιλία καὶ ἡ συνδιαγωγὴ καὶ ἡ συναυλία , γίνεται δὲ ἡ εὔνοια χρονιζομένη φιλία , τουτέστι
γέροντας . ἐπὶ δὲ χοροῦ καὶ συμφωνία καὶ συνῳδία καὶ συναυλία . καὶ ἡ μὲν εἴσοδος τοῦ χοροῦ πάροδος καλεῖται
5922339 σφηνοπωγων
τὸ ψυχοπομπὸς νενομίσθαι . Ἑρμῆς ὁ τετρά - γωνος καὶ σφηνοπώγων φιλολόγοις μόνοις συμφέρει , ὁ δὲ τετράγωνος καὶ ἀγένειος
ἀνατέταται τὰς ὀφρῦς , τὸ βλέμμα δριμύς . ὁ δὲ σφηνοπώγων ἀναφαλαντίας , ὀφρῦς ἀνατεταμένος , ὀξυγένειος , ὑποδύστροπος .
5921761 συνετη
τὸ ἀναδιπλούμενον : ἀλλ ' οὐδ ' ἡ ἐλάττων πρότασις συνετή ἐστιν : ἔσται γὰρ ἡ δικαιοσύνη ἀγαθόν , ὅτι
θαλαττίων ὄντων , ἀλλὰ τῶν ἐκείνοις ὑπηκόων παραλίων . ἡ συνετή . μελαγχίτων : πενθήρης ἢ ἀμφιμέλαινα . ἔστι δὲ
5918913 πεζικη
. διτταὶ δ ' εἰσὶ τούτων δυνάμεις , ἡ μὲν πεζική , ἡ δὲ ναυτική : καὶ πεζικὴ μὲν ἡ
Τοῦ γοῦν ἱππικοῦ οὕτω διασκεδασθέντος , καὶ ἡ φάλαγξ ἡ πεζική , δείσασα μὴ κυκλωθεῖσα διακοπείη , τὰ νῶτα δοῦσα
5917020 Αἰτιαν
' , ἐπινοίας τήνδ ' ἕλε Νικοκρέων τετράκερων ἔλαφον . Αἰτίαν δὲ ὁ αὐτὸς λέγει τοῖς ἐλάφοις τῆς τῶν κεράτων
βάσιν σήν . Εἰς ὅσον γ ' ἐγὼ σθένω . Αἰτίαν δὲ πῶς Ἀχαιῶν φεύξομαι ; Μὴ φροντίσῃς ; Τί
5913963 καθεστηκ
ἱερὰ τελεῖται , ταῦτ ' ἐν ἀνδράσιν μὲν οὐχ ὅσια καθέστηκ ' , ἐν γυναιξὶ δ ' αὔξεται ἅπαντα .
. Ταυτὶ καὶ τολμᾷς σὺ λέγειν ῥοδοδάκτυλος οὖσα ; Ποιμὴν καθέστηκ ' αἰπόλος καὶ βουκόλος . Χαῖρε χρυσόκερω βαβάκτα κήλων
5913535 φαλαγξι
ἀλλήλων ἐπορσύνετο ἀπὸ σημείου τοῦ ἐν τῇ πόλει καὶ ὡς φάλαγξι γενομένου . Ὁπλισθέντες δ ' ἕκαστοι τοῖς προσήκουσιν ὅπλοις
καὶ πολιορκήσας ἅπας ὁ δῆμος ἐξαναστὰς , καὶ προαπαντήσας ταῖς φάλαγξι , τοῖς φόνοις , τῇ δίκῃ τῶν τροπαίων ,
5910438 Τολμαις
αὐτῶν τῶν σταθμῶν τοὔνομα : τὸ δὲ ἐν ταῖς Κράτητος Τόλμαις πρῶτα μὲν ταλαντιαῖος ὅστις ἔστ ' αὐτῶν λέγε ἄδηλον
ἐν Ἀμφικτύοσιν : καὶ βαλανέων ἄλλαι , ὡς Κράτης ἐν Τόλμαις : καὶ τῶν πτισσουσῶν ἄλλη τις , ὡς Ἀριστοφάνης
5909525 ἀγκυρα
τευθίς : αὕτη δὲ καριδοῖ τὸ σῶμα καμπύλη τ ' ἄγκυρά τέ ἐστιν ἄντικρυς τοῦ σώματος φησί που Ἀναξανδρίδης :
τοῦ πράγματος . Ἱερὰ ἄγκυρα : ἡ μεγάλη βοήθεια . ἄγκυρά ἐστιν ἐν τῇ νηῒ ἱερὰ καλουμένη , καὶ ὅτε
5905082 ἠθληται
[ [ ] ! ε κινδύνους ἄρα [ ] ς ἤθληται μάτην [ ] πας ? δετ [ ! ]
, ὁ παρακείμενος ἤρεσμαι , ἀρεστής καὶ ἀρεστήρ , ὡς ἤθληται ἀθλητής καὶ ἀθλητήρ . οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν ιβʹ Καθολικῆς
5904415 συντελεια
μὲν ἐς πόδας δώδεκα , ἐκομίσθη δὲ ἐκ τῆς Φιγαλέων συντέλεια ἐς κόσμον τῇ Μεγάλῃ πόλει . τὸ δὲ χωρίον
καὶ τοῦ μηδενὸς ὡς εἰπεῖν ἀξία ἡ παρὰ τούτων αὕτη συντέλεια καὶ σπουδὴ οὐδεὶς ἀγνοεῖ . πλὴν ἔστω γ '
5903746 βουληφορος
ὀδύνη ὀδυνήφατα , κρήνη κρηνοφύλαξ : οὕτως οὖν καὶ βουλή βουληφόρος . πάντα δὲ τὰ παρὰ τὸ φέρω παροξύνονται ,
. πάντα δὲ τὰ παρὰ τὸ φέρω παροξύνονται , οἷον βουληφόρος Ἑωσφόρος , εἰ μὴ ἄρα τύπος κωλύει διὰ τὸ
5902875 συνηκολουθει
οἱ παῖδες τὴν ὗν ἄγοντες μετὰ γέλωτος καὶ παιδιᾶς . συνηκολούθει δὲ ἡ μήτηρ τοῦ νεανίσκου καὶ ἀδελφοὶ δύο παιδάρια
δὲ γηγενής ] βουκόλος δὲ ἀπηνὴς καὶ ἀνήμερος ὡμάρτει καὶ συνηκολούθει μοι ἐν πυκνοῖς ὀφθαλμοῖς , δεδορκὼς καὶ ἐπιτηρῶν καὶ
5901930 ἀστασιαστος
τούτων διαδοχή τε καὶ βασιλεία ἐς δεῦρο εἰρηνικὴ πάντῃ καὶ ἀστασίαστος τῶν τε βασιλέων εἰρηνευόντων τε καὶ ὁμονοούντων τῶν τε
' ὅς , σφόδρα . Οὐκ ἄρ ' ἂν εἴη ἀστασίαστος ὁ τοιοῦτος ἐν ἑαυτῷ , οὐδὲ εἷς ἀλλὰ διπλοῦς
5901627 γεναμενης
, τὰ χείρονα μηνύει , ἐν δὲ ταῖς ἐπαναφοραῖς συνόδου γεναμένης Ἡλίου καὶ Σελήνης τε τῶν μεγάλων φωστήρων , οὗτος
. γάγγραινα δέ ἐστιν ὁδὸς ἐπὶ νέκρωσιν , ὅταν σήψεως γεναμένης μελαίνωνται τὰ μόρια . , , . = ,
5900751 Σαφης
ὁ ἀλεκτρυών : τῶν εἰς ων ὀξυτόνων καὶ ἑξῆς . Σαφὴς ὁ κανών : ἰστέον δὲ ὅτι κυρίως περιεκτικά ἐστιν
πολλῆς ἀκριβείας καὶ σχολῆς τὰ καθ ' ἑαυτὸν διηγούμενον . Σαφὴς δὲ ἡ διήγησις γίνεται διχόθεν , ἐξ αὐτῶν τῶν

Back