φιλόσοφος τὴν ἀλήθειαν , ᾗ καὶ τὰ ὅμοια καὶ τὰ παρηλλαγμένα κρίνομεν : οὕτως ὀφείλει ὁ ῥήτωρ κανόνα ἔχειν τὸ
ἕτερον δὲ ἄνθρωπον διαχωρίζει τῶν ἄλλων ἀνθρώπων ἕτερα , ἤγουν παρηλλαγμένα πράγματα , ἅτινα γίνονται ἐν τῇ τύχῃ : καὶ
5490984 διαφεροντα
φασὶ γενέσθαι Βόκχοριν τὸν βασιλέα , σοφόν τινα καὶ πανουργίᾳ διαφέροντα . τοῦτον οὖν διατάξαι τὰ περὶ τοὺς βασιλεῖς ἅπαντα
τὴν τοῦ βίου καὶ ἐπίγειον πραγματείαν , ἅμα δοκιμάζοντες τὰ διαφέροντα , ἤτοι φῶς ἢ σκότος , ἢ λευκὸν ἢ
5336602 περιλαμβανομενα
νεωστὶ γεγονυίας , τεθραμμένης δὲ ἐν γάλακτι : τὰ δὴ περιλαμβανόμενα ἐν αὐτῇ τρίγωνα ἔξωθεν ἐπεισελθόντα , ἐξ ὧν ἂν
κόσμου περιγραφῇ , πόλεως τρόπον τῇ τῶν ἀπλανῶν ἐξωτάτω σφαίρᾳ περιλαμβανόμενα , καὶ ὡς ὁ γεννήσας πατὴρ νόμῳ φύσεως ἐπιμελεῖται
5255088 παμπολλα
τίνες οἱ πέραν κατοικοῦντες ἄνθρωποι . τούτου γέ τοι ἕνεκα πάμπολλα μὲν σιτία ἐνεβαλόμην , ἱκανὸν δὲ καὶ ὕδωρ ἐνεθέμην
παῖδας ποιεῖσθαι ἀνὴρ ἢ καὶ γυνή . καὶ ἄλλα δὲ πάμπολλα ἄν τις λέγοι ἐν οἷς τοῖς νοῦν τε καὶ
5063350 ζωα
κατὰ τὴν νῦν γέννησιν ἀποσημαίνει , ἅπαντα γὰρ φαίνεται τὰ ζῶα καὶ τὰ φυτὰ καὶ διαμένοντα καὶ γεννώμενα ἐν τοῖς
τούτων καὶ τὸ παντὶ ἐνδέχεται : οὐ πάντα δὲ τὰ ζῶα βαδίζει : οὐδὲ γὰρ τὰ ἑρπετά : ὥστε διὰ
5063060 ζῳα
αἰτίοις . αὐτίκα ὁ ἥλιος εἷς ὢν πάντα δημιουργεῖ τὰ ζῷα καὶ οὐδὲν αὐτοῦ τὴν πᾶσαν δύναμιν καταδέχεται : μήποτε
παράδοξον ὡς πρὸς τοὺς ἑτεροφύλους ἀντικρινόμενον : τὰ γάρ τοι ζῷα τὰ δακετὰ καὶ τὰ ἐγχρίμπτοντα πάμπολλα ὄντα μηδὲν αὐτοὺς
5056342 ἀργα
λαμβάνεται : καὶ γὰρ οἱ ποιηταὶ τὰ λευκὰ πάντα καὶ ἀργὰ οὕτω καλοῦσι . παρὰ τὸ ποιεῖν . τοῦτο παρὰ
, εἶτα ἐν τοῖς τῶν δώδεκα ὁρίοισι μερῶν τῶν ὅσα ἀργὰ καὶ ἀνώνυμα θάπτειν ἀκλεεῖς αὐτούς , μήτε στήλαις μήτε
4993022 χρυσα
, καὶ ὅτι ἐκαλεῖτό ποτε καὶ Χρυσῆ νῆσος διὰ τὰ χρυσᾶ μέταλλα , ὧν καὶ Ἡρόδοτος μέμνηται . . .
καὶ τὰ ἐν Δελφοῖς δὲ ἀναθήματα τὰ ἀργυρᾶ καὶ τὰ χρυσᾶ ὑπὸ πρώτου Γύγου τοῦ Λυδῶν βασιλέως ἀνετέθη : καὶ
4938205 πτηνα
αἵματος γεννητικά , γυμναστικοῖς μᾶλλον σώμασιν ἐφαρμόζονται : τὰ δὶς πτηνὰ δὲ ἐναέρια κουφότερα μὲν πολλῷ καὶ οὐχ οὕτω πολύτροφα
γὰρ τὰ θηρία ὑπὸ τῶν φιλοσοφούντων μεταβάλλομαι , χερσαῖα ἔνυδρα πτηνὰ πολύμορφα ἄγρια τιθασσὰ ἄφωνα εὔφωνα ἄλογα λογικά : νήχομαι
4928843 ὁλοκληρα
τοῖς τῶν ἄλλων συναναμίξῃ , τὰ μὲν τοῦ ἀετοῦ μένει ὁλόκληρα καὶ ἀνεπιβούλευτα , τὰ δὲ ἕτερα κατασήπεται , τὴν
φίλους εὖ ποιοῦντα καὶ ὅσαι ὧραι , τοὺς δὲ ἐχθροὺς ὁλόκληρα γένη καὶ ἔθνη μετασκευάσαντα εἰς εὔνοιαν ἐκ δυσμενείας .
4875183 ἐκγονα
' ἔνι φροντίδος ἔγχος ᾧ τις ἀλέξεται : οὔτε γὰρ ἔκγονα κλυτᾶς χθονὸς αὔξεται οὔτε τόκοισιν ἰηίων καμάτων ἀνέχουσι γυναῖκες
δὲ τῆς τούτων ὁμιλίας τε καὶ τρίψεως πρὸς ἄλληλα γίγνεται ἔκγονα πλήθει μὲν ἄπειρα , δίδυμα δέ , τὸ μὲν
4863132 δεδεμενα
καὶ συνδήσας ἔχε μέγα φυλακτήριον . ἔστωσαν δὲ ταῦτα πάντα δεδεμένα εἰς τὸ δέρμα τοῦ ἱέρακος : τὸν δὲ δεσμὸν
ὄρθου κεφαλὴν πῆχυν ἐρείσας τὰ κερουλκά , τὰ ὑπὸ κεράτων δεδεμένα τοὺς αἰφνιδίους φόβους ἀνῆψαν τῷ Πανὶ σφοδροὺς ὄντας καὶ
4824636 τρυφερωτερα
ἰσχνόν , ἔχοντα παραφυάδας φύλλων μεστάς , ὁμοίας βατραχείῳ , τρυφερώτερα μέντοι τὰ τοῦ χελιδονίου καὶ ὑπόγλαυκα τὴν χρόαν :
ἀναφέρων , φύλλα μακρότερα πολλῷ τοῦ ἄλλου πηγάνου ἔχων , τρυφερώτερα , βαρύοσμα : ἄνθος λευκόν , ἐπ ' ἄκρου
4787339 ἀνθη
, ὁ δὲ οἶκος αὐτῶν χῆρός ἐστι , καὶ τὰ ἄνθη τὰ ἐν τῷ λειμῶνι περὶ αὐτὰ γηρᾷ . ἐγὼ
δόξαν κεκτῆσθαι , καὶ κομίζειν αὐτὸν τῇ Αἰγίνῃ φαιδρὰ τὰ ἄνθη τῶν στεφάνων μετὰ τῶν Χαρίτων φθέγξαι . προθύροις δέ
4785230 ἐνεπλησθην
περιάγων τὸ βλέμμα . εἶτα κατανοήσας τὸν νέον πολλαχόθεν ὀργῆς ἐνεπλήσθην δυνάστου θεασάμενος παῖδα καὶ προσφερῆ τὴν ὄψιν ἐκείνῳ καὶ
βαδιεῖ . οὐπώποτ ' ἠράσθης , Γέτα ; οὐ γὰρ ἐνεπλήσθην . ] ρετωι ? ] ποει ] ω ?
4749820 τετραποδα
μὲν θάλασσα ἔχει τοὺς ἰχθῦς , ἡ δὲ γῆ τὰ τετράποδα καὶ τὰ ἑρπετὰ , ὁ δὲ ἀὴρ τὰ πτηνά
, γεωργεῖν , σπείρειν , φυτεύειν , ὠνεῖσθαι δούλους , τετράποδα , οἰκοδομάς τε καὶ φρέατα ἐργάζεσθαι , ἀγαθόν τε
4719340 ποικιλα
ὅτι δὲ τὰ αἰσθητῶς κενούμενα [ διάφορά ] τέ καὶ ποικίλα , ⌈ ὡς ἀπεδείξαμεν ⌋ [ ] ? ?
μόλις . ὠρέξατο : ἐπελάβετο , ἥψατο . Παναίολα : ποικίλα . μερμηρίζει : διανοεῖται , μερίζεται καὶ φροντίζει ,
4682714 λειοτερα
σκληρότερα καὶ ἀκανθωδέστερα τῶν ἡμέρων , αὕτη δὲ μαλακωτέρα καὶ λειοτέρα . Ἡ δ ' ἄκορνα προσεμφερὴς ὡς ἁπλῶς εἰπεῖν
αὐτῆς : αἴτιον δὲ ὅτι ἀπευκοτέρα καὶ ἧττον ἔνδᾳδος καὶ λειοτέρα καὶ εὐκτεανωτέρα . γίνεται δὲ ἐν τοῖς μέγεθος ἔχουσι
4652173 ἱματια
ἑαυτοῦ τὸ συμπέρασμα ἔχει : οἷον τυμβωρύχος ἐστὶν ὁ ἀνῃρημένος ἱμάτια καὶ κόσμον τοῦ νεκροῦ : ἐγὼ δὲ οὐκ ἀφειλόμην
γὰρ Ἡρακλέα νοήσεις ἑτέρας πόθῳ κατασχεθέντα ἐπίχρισον τοῦτο αὐτοῦ τὰ ἱμάτια καὶ πρός σε πάλιν ἀντιστρέψει τὸν πόθον . τοῦτο
4635258 ἐπισταμενα
' ἡττηθέντας παρακαλεῖν . χρῆσαι οὖν τῇ γλώττῃ πρὸς ὦτα ἐπιστάμενα κρίνειν , καὶ εἴ τις ὄκνος κατέχει , τοῦτον
τοιοῦτον καὶ τὰ παιδάρια τὰ παρ ' ἡμῖν τὰ πλάττειν ἐπιστάμενα , πηλὸν ἢ κηρὸν ὅταν λάβῃ , ῥᾳδίως ἐκ
4633601 φορουμενα
αὐτῆς ὀλίγον περιαφθέν , ἢ ὑποδήματα ἐξ αὐτοῦ γινόμενα καὶ φορούμενα , θεραπεύει ποδαγρούς , γοναγρούς , χειραγρούς , ἀρθριτικούς
ἕνα κόσμον , ἄλλοτε δ ' αὖ δίχ ' ἕκαστα φορούμενα Νείκεος ἔχθει , εἰσόκεν ἓν συμφύντα τὸ πᾶν ὑπένερθε
4598281 βαθεα
ὑδατώδεα , λεπτά , ἄνοϲμα : ἢν δὲ ἐπὶ μᾶλλον βαθέα , ἰχωροειδέα , ὑπέρυθρα , οἰνώδεα ἢ ὅκωϲ κρεῶν
Ἐλινύειν . ἡσυχάζειν Ἐννώσας . διανοηθείς . Ἀναξυρίδας . τὰ βαθέα καὶ βασιλικὰ τῶν ὑποδημάτων , ἢ τὰ νῦν βρακία
4595784 Σοφα
ἐστὶ πρόβατα καὶ ὄνοι , ἀκόλαστα δὲ κυνοκέφαλοι τράγοι . Σοφὰ δὲ αἰγός ἐστι καὶ ἐκεῖνα . ἔστι γὰρ πόα
νέμονται τὸν ποιμένα ἀναμένουσαι ἵνα τὴν ταχίστην συνελάσῃ αὐτάς . Σοφὰ δὲ αἰγῶν ἐστι καὶ ἐκεῖνα . πτύελον ἀνθρώπου θανατηφόρον
4588634 ἀωρα
ὕδωρ . ἀπὸ τοῦ ἀρύεσθαι , ὅ ἐστιν ἀπαντλεῖν . ἄωρα πράττειν : τὸ παρ ' ὥραν καὶ παρὰ καιρόν
φύλλων , βεβαρημένην ἐς ὕπνον . ὁ δ ' Ἔρως ἄωρα θέλγων * * * * * προδότιν γάμων γενέσθαι
4588424 παντοδαπα
ἔτι τὰ τῶν λεγομένων περιδίνων τῶν περὶ τὴν Ἰταλίαν γιγνομένων παντοδαπὰ κλωπῶν ἔργα τε καὶ παθήματα . πρὸς ἅ τις
παντοδαποὺς ἐκφέρουσαν καρπούς : διὸ καὶ τῆς ὡρίμου ξηραινομένης ὀπώρας παντοδαπὰ πλάσματα χρήσιμα πρὸς ἀπόλαυσιν οἱ τὸν Τίγριν πλέοντες ἔμποροι
4563745 ἀφωνα
, βρέφη δ ' ἐν αὐτῇ περιφέρει τὰ γράμματα : ἄφωνα δ ' ὄντα τοῖς πόρρω λαλεῖ οἷς βούλεθ '
ἀπραξίας μὲν οὐχί , φόβους δὲ ἐπάγει : τὰ δὲ ἄφωνα οὔτε φόβους οὔτε πράξεις . ἰδίᾳ δὲ τὸ ρ
4511835 λευκα
γὰρ πᾶσι φαίνεται τὰ αὐτὰ ἡδέα τε καὶ λυπηρὰ καθάπερ λευκά τε καὶ μέλανα . Χρύσιππος τὸ μὲν γενικὸν ἡδὺ
τις ῥοφῶν . χηνείων δ ' ᾠῶν Ἔριφος : ᾠὰ λευκά γε καὶ μεγάλα : χήνει ' ἐστίν , ὥς
4502116 πλειονα
' ἂν αὐτοῦ . δανειστῇ δὲ καὶ τραπεζίτῃ καὶ ἐρανάρχῃ πλείονα τὴν τῶν χρημάτων συλλογὴν μαντεύεται . καὶ γὰρ τὰ
τῶν ἀνθρώπων ἡγεμονεύσαντας καὶ διοικητὰς τῶν κοινῶν πραγμάτων γενομένους , πλείονα δύναμιν αὑτοῖς περιθέντας καὶ τιμὴν πρὸς τὸ ὑπακούειν τὰ
4496271 συχνα
ἰὸς καλός . Τότε ἀνάψας ἄνθρακας θαμινὰ θαμινὰ , ἤγουν συχνὰ συχνὰ , φρύξον ὅλον τὸ ὠόν : εἶτα ἐξελὼν
ἐκ δὲ τῶν ἐν αὐτῇ Θάσῳ ἐλάσσω μὲν τούτων , συχνὰ δὲ οὕτω ὥστε τὸ ἐπίπαν Θασίοισι ἐοῦσι καρπῶν ἀτελέσι
4494442 ἐκμαγεια
καὶ σὺν αὐτοῖς πίνοντες ἔλαθον ἀπομαξάμενοι τὰς βαλανάγρας καὶ τὰ ἐκμαγεῖα τῷ Διοίτᾳ διέπεμψαν . ὁ δὲ παραπλησίας καὶ ἴσας
: ἥτις διαίρεσις γένεσίς ἐστιν ἀριθμῶν . ὡς γὰρ τὰ ἐκμαγεῖα καὶ οἱ τύποι πάντα τὰ ἐναρμοσθέντα αὐτοῖς ὅμοια ποιοῦσιν
4491042 στιφρα
καὶ ῥόπαλον ἐν ταῖν χεροῖν ἔχων ἡρωίνη τέ τις αὕτη στιφρὰ καὶ πρὸς λόγου τῷ μύθῳ τῆς Ἀρκάδων τροφῆς φηγῷ
: ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἐπίρρικνα , τὰ δὲ πρόσθεν ὀρθὰ στιφρὰ στρογγύλα , μὴ προύχοντα κατὰ τοὺς ἀγκῶνας . καὶ
4489735 φοινικους
ἀπὸ χρωμάτων ἐσθῆτες καλούμεναι ἁλουργίς , πορφυρίς , φοινικὶς καὶ φοινικοῦς χιτών , βατραχίς , αὗταί μὲν ἀνδρῶν , γυναικῶν
, τῇ δὲ χρόᾳ τοὺς μὲν μηλίνους , τοὺς δὲ φοινικοῦς , ἐνίους δὲ πορφυρίζοντας : ὥσθ ' ὑπ '
4479268 ἐλεφαντινα
: ἐφ ' οὗ διάζωσμα ἐφήρμοστο , περιφανῆ ζῴδια ἔχον ἐλεφάντινα , μείζονα πηχυαίων , τῇ μὲν τέχνῃ μέτρια ,
τῇ μαχαιρίδι χρηστέον : ἐν δὲ τοῖς Δημιοπράτοις εὑρήκαμεν μαχαίρια ἐλεφάντινα καὶ μαχαίρια κεράτινα . καὶ χέρνιβα δὲ καὶ λέβητας
4457898 εἰσαγομενα
, ὑπόπυρρον ἢ ὑπόξανθον , καὶ ἀναλογίαν ἀποσῶζον πρὸς τὰ εἰσαγόμενα . καθόσον δ ' ἂν ἐκσταίη τοῦ ὅρου ,
πραγμάτων ἀρχή καὶ τὰ ἑξῆς . ὅλως δὲ τὰ ἀσυνδέτως εἰσαγόμενα , εἰ μακρὰ εἴη τὰ κῶλα , ποιεῖ λαμπρὸν
4456534 φυτα
τὰ φυτά , προσιόντος δὲ τοῦ χειμῶνος , στεγάζουσι τὰ φυτά . εἰ δὲ βούλει κίτρια ἐρυθρὰ ποιῆσαι , ἐγκέντρισον
ζʹ . ὁποῖα εἶναι δεῖ τὰ μέλλοντα φυτεύεσθαι τῶν ἐλαιῶν φυτά . ηʹ . ἐλαίας πολυφόρους ποιῆσαι . θʹ .
4446897 λιθιδια
διαφάνειαν καὶ τὰ χρώματα καλλίω : ὧν καὶ τὰ ἐνθάδε λιθίδια εἶναι ταῦτα τὰ ἀγαπώμενα μόρια , σάρδιά τε καὶ
τοῖϲ ἄλλοιϲ προϲφόρωϲ χρηϲόμεθα . Ἐμπίπτει τοῖϲ ὠϲὶν οὐ μόνον λιθίδια ἀλλὰ καὶ ὕαλοϲ καὶ κύαμοι καὶ τὰ τῶν κερατίων
4440918 παραπλησια
Ἄλλη δέ τις ἐστὶ χωστρὶς χελώνη , τὰ μὲν ἄλλα παραπλησία ταύτῃ πεποιημένη καὶ κατακλείσεις τὰς αὐτὰς ἔχουσα , πλὴν
. ἡ δὲ ῥίζα τῆς μὲν στρογγύλης περιφερής , γογγυλίδι παραπλησία , ἡ δὲ τῆς μακρᾶς δακτύλου τὸ πάχος ἔχει
4435625 μεταλαμβανει
ἕκαστον , τῶν δὲ ἰδεῶν ὁμωνύμως τὰ καθ ' ἕκαστον μεταλαμβάνει . τὰς μὲν οὖν ἰδέας διὰ ταῦτα οὐκ ἀνάγκη
δὴ τούτοις ἅπασιν ὃς μὲν ἂν δικαίως διαγάγῃ ἀμείνονος μοίρας μεταλαμβάνει , ὃς δ ' ἂν ἀδίκως , χείρονος :
4425657 δενδρα
ἀκρίδας λάλους , ἐλάμβανον τέττιγας ἠχοῦντας , ἄνθη συνέλεγον , δένδρα ἔσειον , ὀπώραν ἤσθιον : ἤδη ποτὲ καὶ γυμνοὶ
δὲ καλεῖ ἡ παλαιὰ συνήθεια καὶ πόας καὶ θάμνους καὶ δένδρα . λοιπὸν ὁ Ἱπποκράτης ἐπιφέρει θαυμαστὸν λόγον , ὅτι
4401038 μαϲτοιϲ
καθ ' ἑαυτὰ λεῖα , παύει δὲ καὶ τὰϲ ἐν μαϲτοῖϲ ἀποϲτάϲειϲ αὐτὰ καθ ' ἑαυτὰ καταπλαϲϲόμενα . πυοποιεῖ γὰρ
ἑαυτῆϲ τὰ μέλη παραλελύϲθαι , ἄχριϲ οὗ γένηται ἐν τοῖϲ μαϲτοῖϲ τὸ γάλα : ἢ ἕλμινθαϲ ἁλιέων τὰϲ εὑριϲκομέναϲ ἐν
4399073 ὁρατα
οὕτω φωτίζει , ὥστε καὶ τὰ τῶν ἄλλων χρώματα ποιεῖν ὁρατά , τὸν πόρρω δὲ οὕτως , ὥστε ἑαυτὸ μόνον
ὅπῃ τύχοι φέρεται , καὶ ὀφθαλμοὶ πρὸς πάντα ἀναπεπταμένοι τὰ ὁρατά , καὶ ἃ μὴ θέμις ὁρᾶν , ἐξώκειλαν ,
4390760 πολυτροπῳ
ἰδίῳ δεσμῷ τε καὶ ἀνάγκῃ κατειλημμένοι εἰσὶ ποικίλῃ τε καὶ πολυτρόπῳ : καί μοι δοκεῖ τις ἂν ἰδὼν τῇ ὄψει
δοξῶν , μία μὲν οὖσα ἀριθμῷ , μυριὰς δὲ τῷ πολυτρόπῳ . διὸ καὶ τῷ ἐπίμικτος πρόσκειται πολύς : ὁ
4389545 ἐμβρυα
δυναμένου πρὸ τοῦ τόκου ῥαγῆναι . ” ἑωρᾶσθαι δέ φησιν ἔμβρυα προπεπτωκότα ἄνευ τοῦ τὸν ὑμένα ῥαγῆναι , τὰ δὲ
αἴτιον εἶναι λέγειν καὶ τοῦ ἠρεμεῖν ἐν ταῖς μήτραις τὰ ἔμβρυα τὸ πρῶτον . Καὶ τὸ ὅλον δὲ φίλυπνοι οἱ
4385176 τευθιδας
ἐρωμένην ἔχον πατρῴαν οὐσίαν κατεσθίει : τούτῳ παρέθηκα σηπίας καὶ τευθίδας καὶ τῶν πετραίων ἰχθύων τῶν ποικίλων , ἐμβαμματίοις γλαφυροῖσι
γόγγρον , ταλαντιαῖον δὲ τὸν πολύποδα , διπήχεις δὲ τὰς τευθίδας καὶ τὰ παραπλήσια . πολὺς δὲ καὶ ὁ θύννος
4382062 χρωματα
τῇ κεφαλῇ , καὶ μᾶλλον , ὅσῳ λευκὰ τυγχάνουσι τὰ χρώματα . Κἂν μὲν οὖν λευκὰ τὰ οὖρα τότε εἴη
γίνεσθαι . Μεταβάλλει δ ' ὁ χαμαιλέων εἰς πάντα τὰ χρώματα , πλὴν τὴν εἰς τὸ λευκὸν καὶ τὸ ἐρυθρὸν
4381078 ἀνομοιομερη
κοινῆ μὲν ταῦτα , καὶ τὰ λοιπὰ ὀργανικά τε καὶ ἀνομοιομερῆ , καὶ προσέτι τὰ ὁμοιομερῆ ταῖς φυσικαῖς οἰκονομεῖται δυνάμεσιν
ὄνομα καὶ τὸν λόγον τοῦ ὅλου ἐπιδέχεται , εἴτ ' ἀνομοιομερῆ ὡς ἄνθρωπος εἰς χεῖρας πόδας κεφαλήν : οὐδὲν γὰρ
4377307 ὀρνεα
ἀντὶ δὲ περικεφαλαίας τὴν χύτραν , ἵνα μὴ ἐφιπτάμενα τὰ ὄρνεα τύπτῃ αὐτούς . τὰς δὲ μυρρίνας πρὸς τὸ ἀποσοβεῖν
πελίας καλεῖσθαι καὶ τοὺς γέροντας πελίους : καὶ ἴσως οὐκ ὄρνεα ἦσαν αἱ θρυλούμεναι πελειάδες , ἀλλὰ γυναῖκες γραῖαι τρεῖς
4368707 ἀχωριστα
αἰσθητά . σαρκὸς γὰρ καὶ ὀστοῦ καὶ τῶν λοιπῶν ὁμοιομερῶν ἀχώριστα τῆς ὕλης τὰ εἴδη καὶ κατ ' αὐτὴν τὴν
ὑποθέσει ἄριστα καὶ συνεωρακὼς καὶ εἰπών : εἰ γὰρ μήτε ἀχώριστα μήτε χωριστὰ τῶν αἰσθητῶν ἐστιν , ἀνάγκη ἢ μηδαμῇ
4365025 ὑποδηματα
ἵππων χρυσᾶ , χρυσῷ δὲ καὶ τοῖς ποσὶ τὰ ἑαυτῶν ὑποδήματα ἐκοσμήσαντο : τοσοῦτος καὶ γάρ ἐστιν αὐτοῖς ἄπειρος πλοῦτος
ὑποδήματα . . συναπτούς : Τὰς συναπτούσας καὶ δεσμευούσας τὰ ὑποδήματα . παρερπύσασα : Ἠρέμα εἰσελθοῦσα . ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ
4352668 προσενειμεν
οἱ πολλοὶ κατέλειπον ὑμᾶς , τότε ταῖς τοῦ δήμου προαιρέσεσιν προσένειμεν ἑαυτόν , οὐχ ὅτι δωρεὰς καὶ προσόδους ἐκ τούτων
τῇ στρατιᾷ διαρπάσαι τὴν Δύμην : Αὔγουστος δὲ ὕστερον καὶ προσένειμεν αὐτὴν Πατρεῦσιν . ἐκαλεῖτο δὲ τὰ μὲν ἀρχαιότερα Πάλεια
4339913 μαλακα
ἔχων ὀρθὰς ὥσπερ ὀξυάκανθος : φύλλα ἐπιμήκη , ὑπολίπαρα , μαλακά . ἔστι καὶ ἑτέρα παρ ' αὐτὴν λευκοτέρα .
εἰρημένων ἁπάντων τὰ μὲν ἧττόν ἐστι , τὰ δὲ μᾶλλον μαλακά , σκληρὸν δ ' ὁμοίως τούτοις οὐδέν : ἀλλά
4324852 ὀστρεα
. τῶν δ ' ὀστρακοδέρμων τὰ μαλακόσαρκα , οἷα τὰ ὄστρεα , ὀλιγότροφα . ἄρτοι κρίθινοι , ὅπως ἂν σκευασθῶσιν
ὁ Ἱκέσιος τῶν προειρημένων εὐεκκρίτους μᾶλλον εἶναι , τὰ δὲ ὄστρεα ἀτροφώτερα τε τούτων καὶ πλήσμια , εὐεκκριτώτερα τε τούτων
4319713 φυομενα
φαντάζεσθαι . ἐν δὲ ταύτῃ οὔσῃ τοιαύτῃ ἀνὰ λόγον τὰ φυόμενα φύεσθαι , δένδρα τε καὶ ἄνθη καὶ τοὺς καρπούς
: ἐν μὲν γὰρ τῇ περὶ ἡμᾶς μικρὰ πάντα τὰ φυόμενα , καὶ οὐδὲν ὑπερέχον ὡς εἰπεῖν τῆς θαλάττης :
4310229 χρυσος
κατὰ δὲ τὰς Κωτίνας λεγομένας χαλκός τε ἅμα γεννᾶται καὶ χρυσός . ἐν ἀριστερᾷ μὲν οὖν ἐστι τοῖς ἀναπλέουσι τὰ
ἀγγείων , ἐν οἷς ὅ τε ἄργυρος ἐνῆν καὶ ὁ χρυσός οἱ , πάγας ἤ τι καὶ ἄλλο ὃ τὸν
4308652 ἐοικοτα
μέγ ' ἀνδράσι δεῖμα φέροντα , οὕνεκ ' ἔσαν ζωοῖσιν ἐοικότα κινυμένοισι . Καὶ τὰ μὲν ἂρ πολέμοιο τεράατα πάντα
ὡς καὶ παρ ' Ὁμήρῳ : ἦ ὀλίγον οἷ παῖδα ἐοικότα γείνατο Τυδεύς . ὁ δὲ νοῦς : οὐδὲ ὀλίγων
4290845 ξηροτερα
δέοντος καὶ διὰ τοῦτο οὐ γίνεται σύλληψις , δίαιτα μὲν ξηροτέρα ἁρμόζει καὶ πυρίαι ξηραί , φάρμακά τε πρόσθετα στύφοντα
ἐκλεκτέον δὲ λευκὴν καὶ ἁπαλὴν τὴν ἐντεριώνην : ἡ γὰρ ξηροτέρα καὶ ἡ μελανίζουϲα φαύλη . κοπτέϲθω δὲ καὶ λεαινέϲθω
4287462 ἐνοδια
ἐνόδιά φησι δεῖν πλείω τόνον προστίθεσθαι , ποιῶν τὰ μὲν ἐνόδια δωδεκάλινα τὰ δὲ δίκτυα ἑκκαιδεκάλινα , ἐκείνων ὄντων ἐννεαλίνων
ἤτοι ὁ ἀετὸς ὁ βασιλεὺς τῶν οἰωνῶν , τουτέστι τὰ ἐνόδια σύμβολα ταῦτα ἔπεμψαν αὐτοὺς πρὸς τὴν Τροίαν . τὰ
4286164 μαλακωτερα
καὶ τοιαῦτά τινα , τῶν Ἀττικῶν ἐρίων ἄλλ ' ἐστὶ μαλακώτερα , ἢ τῶν ἐν Βάκτροις καὶ Μήδοις εἰσί τινες
αὐτοῦ δὲ τοῦ ἐγκεφάλου τὰ πρόσθεν ὑγρότερα τοσοῦτον ὅσον καὶ μαλακώτερα . πάντα μὴν ταῦτα δέρματος οὐχ ὑγρότερα μόνον ,
4283755 μετρουμενα
οὐ γὰρ τὰ μετροῦντα μόνα ποσά , ἀλλὰ καὶ τὰ μετρούμενα , ὡς ἂν εἴη καὶ ὁ χρόνος μέτρον κινήσεως
σύμμετρα μεγέθη ἴσον ἐστὶ τῷ τὰ μεγέθη τὰ κοινῷ μέτρῳ μετρούμενα . τὰ ἔχοντα , φησί , κοινὸν μέτρον μεγέθη
4280608 ἐντιμοτερα
πρὸς τὰ ἀτιμότερα αὐτοῖς χρωμένη , ὕλαις δὲ πρὸς τὰ ἐντιμότερα . ἔσχατον δὲ καὶ ἀκρότατον τῶν εἰδῶν ὁ ποιητικὸς
αἰσθάνεται , τὰ δὲ ἥττω οὔ , οὐδὲ τὰ μὲν ἐντιμότερα ἀπολαύει , τὰ δὲ φαυλότερα οὐκ ἀξιοῦται , ἀλλ
4279315 προεπινοειται
τούτων ἔτι πλείονα ἐπικατηγορεῖται αὐτῶν . καὶ τὰ στερεὰ σχήματα προεπινοεῖται τῶν σωμάτων , ἀσώματον ἔχοντα τὴν φύσιν : ἀλλ
τοῦ τριχῇ διαστατοῦ , ἤτοι σώματος . τοῦ δὲ σημείου προεπινοεῖται ἡ μονάς : ὥστε τὰ σώματα πάντα ἐκ τῆς
4277952 ῥυθμιζεται
κατὰ μουσικὴν ὑπὸ δυεῖν , ὄψεώς τε καὶ ἀκοῆς . ῥυθμίζεται δὲ ἐν μουσικῇ κίνησις σώματος , μελῳδία , λέξις
τῆς ψυχῆς καίπερ λογικῶς οὐχ οἷόν τε ὂν ὑπὸ λόγου ῥυθμίζεται . κατὰ μέντοι τὴν σωματικὴν ἄλογον οὐσίαν τὸ ἐλλεῖπον
4271822 ὀϲτρακοδερμα
Κήρυκεϲ καὶ πορφύραι καὶ τὰ λοιπὰ ὄϲτρεα καὶ χῆμαι καλεῖται ὀϲτρακόδερμα . κοινὸν μὲν οὖν ἁπάντων τῶν τοιούτων ἁλυκὸν ἔχειν
γαϲτέρα . Φακῆ κράμβη καὶ τῶν θαλαττίων ϲχεδὸν πάντων τὰ ὀϲτρακόδερμα καὶ κοχλίαι ϲύνθετον ἔχουϲι τὴν φύϲιν ἐξ ἐναντίων δυνάμεων
4268755 συνημμενα
σχηματιζέσθω ἡ γυνὴ ἐπὶ δίφρου ὑπτία πρὸς αὐγὴν λαμπρὰν , συνημμένα ἔχουσα τὰ σκέλη πρὸς ἐπιγάστριον , καὶ μηροὺς ἀπ
καὶ χιτῶσι περιεχόμενα πλείοσι , τὰ δὲ καὶ ἀλλήλοις πως συνημμένα καὶ κοινὴν περιοχὴν ἔχοντα καθάπερ καὶ τὰ τῶν ἀπίων
4261270 μελιττης
τὴν λʹ μάλιστα καὶ πέμπτην ἡμέραν διαπλάττεσθαι ἐν μέσῳ αὐτοῦ μελίττης μὲν μεγέθει ἐοικὸς τὸ βρέφος , διατετρανωμένον δὲ ὅμως
λεπτοτέροις παραβάλλειν , ἀλλὰ τοσοῦτον ἐκείνων μεγέθει προὔχει ὅσον αὐτὴ μελίττης ἀπολείπεται . ἐπτέρωται δὲ οὐ κατὰ τὰ αὐτὰ τοῖς
4252082 θαλασσια
πολύπους τὸν κάραβον . πόνοισι : ἀγῶσιν . Ἰχθυόεσσα : θαλασσία , ἰχθυηρά . μετά σφισιν : ἐν αὐτοῖς τοῖς
τέλει γεγράφθαι : „ ἐκ δὲ παίδων χαύνοις φρένας ἁ θαλασσία λέπας „ . ὁ δ ' Ἀριστοφάνης γράφει ἀντὶ
4228920 λιπαρα
προσφερέσθωσαν τῶν τε φασιανῶν καὶ τῶν κατοικιδίων ὀρνίθων τὰ μὴ λιπαρὰ καὶ ἀτταγῆνας καὶ πέρδικας καὶ κοσσύφους καὶ κίχλας .
καὶ λεπτυνόμενον . Τὰ γλυκέα καὶ τὰ πίονα καὶ τὰ λιπαρὰ πληρωτικά ἐστι , διότι ἐξ ὀλίγου ὄγκου πολύχοά ἐστι
4227558 μονα
, καὶ εἰ τινά , πότερον τῶν ἀιδίων τὰ σωματοειδῆ μόνα , οἷον τὰ οὐράνια , ἢ καὶ τῶν ἀσωμάτων
ὁ ὁρισμὸς οὗτος τὰ γινόμενα καὶ ἀπογινόμενα συμβεβηκότα δηλοῖ , μόνα τὰ χωριστὰ σημαίνει οἷον τὸ λευκόν : δύναται γὰρ
4221826 ποικιλματα
ἀνιέρωται τῷ Ἀπόλλωνι , ὁπόσα τῶν ταῖς χερσὶν ἁρμοζόντων τεκτόνων ποικίλματα ἄγων τὸν Κρισαῖον λόφον . . . . .
ὠλένας πρὸς οὐρανὸν ῥίπτονθ ' , ἵν ' οἰκεῖς ἀστέρων ποικίλματα . σύ θ ' , ἣ ' πὶ τὠμῶι
4216854 σκληρα
καὶ πρὸς τὰ δύσπεπτα καὶ δυσμετάβλητα τῶν ὄγκων , καὶ σκληρὰ καὶ πελιδνὰ διαπυΐσκει διὰ ταχέων , τὰς δὲ χοιράδας
ἑκάστοτε ἐν τοῖς συρίχοις πωλοῦντας ; οἳ κάτωθε μέν τὰ σκληρὰ καὶ μοχθηρὰ τῶν σύκων ἀεί τιθέασιν , ἐπιπολῆς δὲ
4214480 ἁλμυρα
ἐκεῖνος ὁπανίκα καὶ τὺ φιλάσεις . ἁνίκα τὰν κραδίαν ὀπτεύμενος ἁλμυρὰ κλαύσεις . ἀλλὰ τύ , παῖ , καὶ τοῦτο
ῥύπτουϲι χρηϲτέον : τοιαῦτα δέ εἰϲι μάλιϲτα τὰ γλυκέα καὶ ἁλμυρὰ καὶ ἄλλωϲ ϲμηκτικὰ θερμαίνοντα . οἶνον [ τε ]
4214194 θηρια
τὸ πυριατήριον . ἐγχώριος ἀνήρ , ἐγχώριον πρᾶγμα ἀριστητικός ἥσθημα θηρία καπνοδόκην καυχήσεται καὶ γένηται τοῖσδε σάμερον κοπίς . τὰ
ἐγώ . Τοὺς μεγίστους , ἔφη , καὶ τὰ μέγιστα θηρία , ἃ πρότερον αὐτὸν κατήσθιε καὶ ἐκόλαζε καὶ ἐποίει
4208976 ἀλογα
καὶ θεοὺς καὶ γῆν καὶ θάλασσαν καὶ ἀνθρώπους καὶ τὰ ἄλογα πάντα καὶ ἄψυχα , τῷ δὲ θεῷ οὐ δυνατὸν
Ἀρίστωνος , ἀποκηρύττουσι , ποῖα δὲ ἆθλα ἀποκρίνουσιν ; Τὰ ἄλογα καὶ τῶν συνήθων σφίσι γενομένων ἀπέχεσθαι φιλεῖ καὶ φείδεσθαι
4201648 ᾠα
μύλλου κρείσσων . τὰ μέντοι τῶν ἰχθύων καὶ τῶν ταρίχων ᾠὰ πάντα δύσπεπτα , δύσφθαρτα , μᾶλλον δὲ τὰ τῶν
καὶ πανοῦργον , ἔτι δὲ ἀφροδισιαστικόν . διὸ καὶ τὰ ᾠὰ τῆς θηλείας συντρίβει , ἵνα ἀπολαύῃ τῶν ἀφροδισίων .
4201204 βοτρυωδη
παραπλήσια , πλατύτερα δὲ καὶ χλωρότερα : ἄνθη λευκά , βοτρυώδη , εὐώδη : σπέρμα μέλαν , ὅμοιον τῷ τῆς
, ὄψια δέ , καθάπερ μῖλαξ καὶ ἄλλ ' ἄττα βοτρυώδη . τὰ δὲ πρὸς τῷ ὀψίῳ καὶ κατὰ μέρος
4198585 παρομοια
τὸν τὸ ἦθος ἄγριον καὶ συνώνυμος . τούτοις δὲ κἀκεῖνα παρόμοια , ὅσα ἀπὸ τῶν ἀρετῶν παρηγμένα ἔν τισιν ὡς
ἀμύγδαλα διὰ τὸ μὴ μεγάλα : καὶ τῇ ὄψει δὲ παρόμοια , πλὴν τὸ κέλυφος οὐ τραχύ , τῇ δ
4194641 περιφερομενα
σπεύδοντα , ἀναπείθουσι κωμῳδῆσαι τὸν Σωκράτη , ταῦτα δήπου τὰ περιφερόμενα , ὡς ἦν ἀδολέσχης , λέγων τε αὖ καὶ
ὡς Πλάτων πλανητά , φορητά , φερόμενα , περιφόρητα , περιφερόμενα , φαινόμενα , περιιόντα , θέοντα περιθέοντα , στρεφόμενα
4193239 πεφυκοτα
ἀναλῶσαι . αἰσχρὸν οὖν ἡγοῦντο τὸν μὲν ἀπ ' ἀθανάτων πεφυκότα πάντα ποιεῖν ἕνεκα τοῦ τὴν πατρίδ ' ἐλευθερῶσαι ,
καὶ ῥίζα , σὺν αὐτῷ προελθοῦσα τὸν ἀπ ' ἐκείνου πεφυκότα τρόπον , ὥσπερ καὶ ἡ μία ῥίζα τῶν πάντων
4191311 φυλλα
τοῦ φλοιοῦ ἁρμόϲει τὸ ἀφέψημα ἢ ϲίδια καταπλαϲθέντα ἢ μυρϲίνηϲ φύλλα ϲὺν κηρωτῇ μυρϲίνῃ ἐπιτιθέμενα : κρατύνεϲθαι γὰρ δεῖται τὰ
οἰδήματα τῶν ποδῶν ἐξαίρετα ἀνθήλην ἐν ὄξει βεβρεγμένην ἐπιδεῖν καὶ φύλλα κράμβηϲ πλατέωϲ ἐπιτιθέναι καὶ τὴν Κιμωλίαν μετ ' ὄξουϲ
4187387 ἀργυρα
ᾗ ταῦτα γέγραπται : βατιάκαι ἀργυραῖ κατάχρυσοι τρεῖς . κόνδυα ἀργυρᾶ ροϚʹ : τούτων ἐπίχρυσα λγʹ . τισιγίτης ἀργυροῦς εἷς
. εἰ δὲ Ἑρμῆς νοταρίους ἢ βιβλία καὶ γράμματα ἢ ἀργυρᾶ [ καὶ ] νομίσματα ἢ ποικίλματα καὶ ζωγραφίας .
4180905 προσπεφυκεναι
καὶ ταῦρος ἡμῖν πρόσθεν ἡγεῖσθαι δοκεῖς καὶ σῶι κέρατα κρατὶ προσπεφυκέναι . ἀλλ ' ἦ ποτ ' ἦσθα θήρ ;
αἰωροῦται σαρκὸς ἡμισπάρακτα καὶ οὐδὲ θνήσκοντα μεθίησι τὸ μὴ οὐ προσπεφυκέναι τῷ δέρματι . Ὁ μέντοι πάσχων ἀπορούμενος πάντοθεν φυσικόν
4174776 προσκειμενα
τεταγμέναις ἡμέραις εἰς πολλὰ διαιρούμενον κυβοειδῆ σχήματα , βοτρυηδὸν ἀλλήλοις προσκείμενα . ἄριστον δ ' αὐτοῦ ἡγητέον τὸ κυάνεον καὶ
καὶ βραχιόνων ἁπαλαῖς ταῖς χερσὶ ψηλαφήσαντας τὰ μέρη καὶ τὰ προσκείμενα τῶν συγκριμάτων ἀφελόντας , θέρους μὲν τοῖς περιβολαίοις σκέπειν
4168417 ὑπηνῃ
γεγηρακότων ἵππων . Λάγνου σημεῖα : λευκόχρως , δασὺς τῇ ὑπήνῃ , εὐθείας καὶ παχείας τὰς τρίχας ἔχων , λιπαρὸν
καὶ ἵππων ὀκτὼ * * νέος ἔτι ἐν ἁπαλῇ τῇ ὑπήνῃ , ὁπότε καὶ οἱ ποιηταὶ τὰ δένδρα τὰ νέα
4162061 ζωϋφια
ἀμπέλων πρὸϲ τὸ μὴ προϲάπτεϲθαι τούτων τὰ βλάπτοντα τὰϲ ἀμπέλουϲ ζωΰφια : ἐκ δὲ τοῦ φθείρειν τὰϲ ϲκνῖπαϲ δηλοῖ ὅϲον
μὲν ἐκ πυρὸς γίνεται ὡς τὰ ἐν ταῖς καμίνοις φαινόμενα ζωΰφια , τὰ δ ' ἐξ ὕδατος φθειρομένου ὡς κώνωπες
4160605 χερσαια
ἀλλοιοῦσα τὰ πράγματα : ἐπὶ δὲ τῶν ὁδευόντων ὁμοίως τὰ χερσαῖα καὶ τὰ τετράποδα τῶν ζῳδίων ἐπισκοπεῖν χρή . ἐπίμονα
θεὸς ποιήσας τὰ τετράποδα καὶ τὰ θηρία καὶ ἑρπετὰ τὰ χερσαῖα τὴν πρὸς αὐτὰ εὐλογίαν παρασιωπᾷ , τηρῶν τῷ ἀνθρώπῳ
4157364 πτερα
ὑπ ' αὐτῶν λευκαίνεται τὸ ὕδωρ πληττόμενον πτίλα δὲ τὰ πτερὰ παρὰ τὸ ἐν τῷ πέτεσθαι ? τίλλειν καὶ κόπτειν
φωνήν . ὁ δὲ Ἡλιόδωρος τὸ πρότερον . τανύπτερος τεταμένα πτερὰ ἔχων . τανυσσάμενος ἐκταθείς . δηλοῖ δὲ καὶ τὸ
4155819 μυρια
ἀστέρων στροφαὶ καὶ περίοδοι ; σοφοὶ δ ' ἄνδρες καὶ μυρία ἄλλα παρατηρήσαντες ἀνέγραψαν , ἐκ τῶν οὐρανίων σημειωσάμενοι νηνεμίας
ποτε συνταραχθείη . Καὶ νῦν ὕει μὲν ὁ Θεός : μυρία δὲ καὶ δένδρα καὶ φυτὰ καὶ βοτάναι , ἓν
4153386 ἀνωνυμα
ἐστιν ἐν σοὶ καταλῦσαι : τῇ πόλει δ ' ὑπῆρξεν ἀνώνυμα καὶ φαῦλα τὰ τῶν προγόνων . ἀλλ ' οὐδὲ
, ὦ θεοί , τοῦτον ἐν ἀνδραπόδοις χρὴ τάττειν ; ἀνώνυμα γὰρ πάντα . τίς οὖν ὁ κάπηλος τοῦ ἀνδραπόδου
4140498 στρυφνα
τὰ δὲ μέλανα , τὰ δὲ λευκὰ , τὰ δὲ στρυφνὰ , ἐπὶ ἕλκη , οὕτω καὶ δίαιται . Τὰ
πικρὰ τὰ δὲ δριμέα τὰ δ ' αὐστηρὰ τὰ δὲ στρυφνὰ τὰ δὲ ἄλλας ἔχοντα δυσχερείας . Οὐκ ἀλόγως δ
4122366 ἑρποντα
, τὰ δὲ ὄνυξι καὶ ὁπλαῖς ἐκαρτέρωσε , τὰ δὲ ἕρποντα εὐχύτοις σώμασι καὶ εὐυποχωρήτοις ἐμαλάκυνε , καὶ ὅπως μὴ
τετράποδα περὶ τὰ ὅμοια , τὰ δὲ ἑρπυστικὰ περὶ τὰ ἕρποντα καὶ ὁλκὰ τῶν ζῴων : τὰ μὲν θηριώδη περὶ
4122100 ἀναυξη
. τὸ δ ' ὑπερπονεῖν τοὺς παῖδας οὐδαμῶς ἀγαθόν : ἀναυξῆ γὰρ ὑπὸ τῆς παρὰ καιρὸν σκληρότητος ἀποτελεῖται τὰ σώματα
πεπεμμένον πλείω λύει . Τὰ πουλὺν χρόνον ἐν παρισθμίοις ἕλκεα ἀναυξῆ μένοντα ἀκίνδυνα πρὸ τῶν πέντε ἢ ἓξ ἡμερέων .
4120647 εὐωδη
πλατύ , ἐν δὲ τούτῳ καρπὸν πλατύτερον καὶ σαρκωδέστερον , εὐώδη . δυνάμεις δὲ τὰς αὐτὰς ἔχει . φύεται δ
εὔοσμα δὲ οὐδὲ μεγάλα τοῖς μεγέθεσιν . τὰ δὲ πεντάφυλλα εὐώδη μᾶλλον ὧν τραχὺ τὸ κάτω . εὐοσμότατα δὲ τὰ
4108908 ὀστα
τῷ Θησεῖ , τὸν μὲν Λυκομήδην ἀνεῖλον , τὰ δὲ ὀστᾶ μεταστειλάμενοι καὶ τὸ Θησεῖον οἰκοδομήσαντες ἰσοθέους οὕτω τιμὰς διανέμουσι
καταπορνευθείσας γὰρ ἐστραγγάλησαν , εἶτα καύσαντες τὰ σώματα κατήλεσαν τὰ ὀστᾶ καὶ κατεπόντωσαν . τῆς δὲ τῶν Λοκρῶν νομογραφίας μνησθεὶς
4106896 καρκινος
πραγματεία τοιαύτη : εὑρεῖν οἴκησιν ἐν ᾗ λόγου χάριν ὁ καρκίνος τῷ λέοντι ἐν ἴσοις χρόνοις ἀνατέλλει [ πρὸς τὸ
ἡ μὲν οὖν πίννη ὄστρεόν ἐστιν , ὁ δὲ πιννοτήρης καρκίνος μικρός . καὶ ἡ πίννη διαστήσασα τὸ ὄστρακον ἡσυχάζει
4102138 ἐφεδρανα
προβολαί , τὰ δ ' ὑπερέχοντα ἀπὸ τούτων γλουτοὶ καὶ ἐφέδρανα , ἀφ ' ὧν ἕδρα καθέδρα ἐνέδρα , ἐνεδρεύειν
σκέλη , πλευρά , διαπήγματα , σφηνοειδῆ , μηνοειδῆ , ἐφέδρανα , πριαπίσκοι , ἄλλα τινὰ πλεῖστα : κινούμενα δ
4095852 κητη
ἡ δ ' ἑξῆς θάλαττα βαθεῖα παντελῶς ἐστι , καὶ κήτη φέρει παντοδαπὰ παράδοξα τοῖς μεγέθεσιν , οὐ μέντοι λυποῦντα
ἐτησίων ἀναχωρεῖν . εἶναι δὲ αὐτὴν καὶ γλυκεῖαν , καὶ κήτη παραπλήσια τοῖς ἐν τῶι Νείλωι κροκοδείλοις καὶ ἱπποποτάμοις ἔχειν
4090941 μεσαιτατος
ἔστι δὲ καὶ ἄλλος ὁ διὰ μέσων τῶν ζωιδίων λεγόμενος μεσαίτατος ὑπάρχων τοῦ ζωιδιακοῦ , ἡλιακός τε καὶ ἐκλειπτικὸς ἐπικαλούμενος
τροπικοῦ ἐπὶ τὰ νότια καὶ τὸν χειμερινὸν τροπικὸν ὑποστρέφων καὶ μεσαίτατος ὁμοίως ἀμφοῖν γενόμενος , τὸν αὐτὸν ἰσημερινὸν γράψῃ κύκλον
4089776 χρωμενα
τὴν φύσιν ἐστὶ τιθασά , τροφαῖς ἡμέροις αἷς ἀναδίδωσι γῆ χρώμενα καὶ μηδὲν εἰς ἐπιβουλὴν πραγματευόμενα . | δέκα δ
δ ' ὑπὸ γαστέρα πλησμονῆς ἔκγονα πάθη διαναστάντα , λύττῃ χρώμενα ἀκαθέκτῳ , προσπεσόντα καὶ ἐμπλακέντα τοῖς ἐπιτυχοῦσι , τὸν
4084317 δρακοντια
τοῦ κιρσοῦ κατ ' ἀναστροφὴν ἐξέλκομεν . τά τε λεγόμενα δρακόντια ὅμοιά ἐστι τοῖς κιρσοῖς : μεγάλην δὲ ἀλγηδόνα ἐπιφέρει
τὴν δυσπορίαν τοῦ μεγάλου δράκοντος , ἄλλα τὰ γινόμενά ἐστι δρακόντια μικρὰ ὡσεὶ παλαιστῶν δύο εἰς ὕψος ἰχθυώδη πιπρασκόμενα .
4077506 καθαρα
μὲν εὐκρινείας αὗται . Λέξις δὲ εὐκρινής , ἥπερ καὶ καθαρά . Σχήματα μὴν εὐκρινείας τὸ κατ ' ἄθροισιν ὡρισμένον
χρή . Χαλβάνη ἐστὶ καλλίστη ἡ λιβανοειδής , χονδρώδης καὶ καθαρά , ἄξυλος , ἔχουσα δέ τι καὶ τοῦ σπέρματος
4073542 στερεα
καὶ τὰ φύλλα ὅμοια ἔχει μυρσίνῃ , μείζω δὲ καὶ στερεά , ἐπ ' ἄκρου δ ' ὀξέα καὶ ἀκανθώδη
ΓΦ στερεόν : ἰσοϋψῆ γάρ ἐστι τὰ ΑΒ , ΓΦ στερεά : ὡς δὲ ἡ ΓΜ πρὸς τὴν ΓΤ ,

Back