| , Ἀριστείδης δὲ τίθησι . καὶ ὁ μὲν τρόπος θεάτρῳ παρέοικεν , οἱ δὲ διαλεγόμενοι ἀκροαταῖς , σκοπὸς δὲ τὸ | ||
| ἀγρίαν τινὲς αὐτὴν γλήχωνα ὀνομάζουσι , διότι καὶ τῇ ὀσμῇ παρέοικεν . ἡ δὲ τρίτη ἔοικεν ἡδυόσμῳ ἀγρίῳ , ἐπιμηκεστέρα |
| ὡς παρὰ τῷ Ἡροδότῳ σεμνὸν ἅμα ἡδονῇ ἕποιτο , οἷον Ἴακχος καὶ τὰ τοιαῦτα , ἑτέρου λόγου . Ἀλλ ' | ||
| διεγένετο , ἀλλὰ καὶ συνιούσης τῆς ναυμαχίας ἐξεφοίτα μὲν ὁ Ἴακχος συνναυμαχήσων , νέφος δὲ ὁρμηθὲν ἀπ ' Ἐλευσῖνος καὶ |
| ἀπὸ τοῦ ἀσκαλῶς ἤτοι συντόμως βαίνειν διὰ τὸ ἀνεμπόδιστον . γαλῆ ἡ κοινῶς νυμφίτζα , μυγαλῆ δὲ ἡ κάτα : | ||
| καὶ μέγεθος προήκοντες εἶτα μέντοι καὶ κυνὶ ἐοίκασιν : ἡ γαλῆ δέ , φαίην ἂν αὐτὴν εἶναι τὸν καλούμενον ἥπατον |
| ὕλη . ἀλλ ' οὔ οἱ τότε γε χραῖσμ ' Ἄρτεμις ἰοχέαιρα . ἡ διπλῆ , ὅτι σαφῶς τὸ βάλλειν | ||
| λοιμὸς γὰρ ἐγένετο , αἴτιοι δὲ τῶν λοιμῶν Ἀπόλλων καὶ Ἄρτεμις . λοιμοῦ οὖν γενομένου συναπήλαυσαν οἱ μηδὲν αἴτιοι . |
| ὅθεν κατεῖδον τὴν βεβακχιωμένην βροτοῖσι κλεινὴν Νῦσαν , ἣν ὁ βούκερως Ἴακχος αὑτῷ μαῖαν ἡδίστην νέμει , ὅπου τίς ὄρνις | ||
| λλ γράφουσι λέγοντες κατὰ πλεονασμὸν εἶναι τὸ ἓν λ . βούκερως ἀρὴς : Ἄρης οὐκ ἔστι ποταμὸς περὶ Τέρειναν , |
| τῷ Προμηθεῖ ὠργίσθη . ἐξ ἐκείνου γὰρ τῷ Διὶ θύουσι κνῖσαν . Ἐζήτηται δὲ εἰ ὁ Προμηθεὺς ἐπεβουλεύσατο τῷ Διί | ||
| Τρῶας ἔπαυλιν ποιουμένους ἔρδειν ἀθανάτοισι τεληέσσας ἑκατόμβας : τὴν δὲ κνῖσαν ἐκ τοῦ πεδίου τοὺς ἀνέμους φέρειν οὐρανὸν εἴσω ἡδεῖαν |
| : καὶ τὴν χλαμύδα αὐτοῦ λαβόντες οἱ Ἀλεξανδρεῖς περὶ τρόπαιον ἐκρέμασαν . τελευταῖον δ ' ἀνὰ τὸν Νεῖλον αὐτῷ γίνεται | ||
| δίκῃ ἀπέκτεινε . τοῦτον μὲν δὴ οἷς ἐτάχθη ὑπὸ Ἀλεξάνδρου ἐκρέμασαν , σατράπην δὲ Πέρσαις ἔταξε Πευκέσταν τὸν σωματοφύλακα , |
| ἐπὶ τὴν παρθένον : καὶ ἀμφότεροι τυγχάνουσι , καὶ ἡ κυνηγέτις μετὰ τὴν θήραν ἦν τεθηραμένη . καὶ εἶχεν ἡ | ||
| πάλιν ἄθηρα καὶ ἄτροφα . ἡ δὲ θεὸς ἀγροτέρα καὶ κυνηγέτις καὶ φιλόθηρος , καὶ ὀρεία ἀπὸ τῶν ὀρῶν , |
| ] † διὰ τὸ ἐν ὑψηλῷ τινι τόπῳ κεῖσθαι τὴν Λέρνην , ἄκρην εἶπεν ἄκρατος ] † μὴ κεκραμένος ἀλλὰ | ||
| Δημήτηρ καὶ Κόρη καὶ Σάραπις καὶ Ποσειδῶν καὶ ὁ τὴν Λέρνην κατέχων Ἴακχος καὶ πολλοὶ πρὸς τούτοις ἕτεροι δαίμονες , |
| ἔχεις τὸν σηκόν , ἵλεως γενοῦ . ἔτι δὲ καὶ ἐλαίαν , οὐ μονοστελέχη , ἀλλὰ πολύκλαδον ὥστε καὶ καλάμην | ||
| : ἐπὶ τῶν πάνυ πενομένων . Λάκωνες γὰρ τὴν ἀγρίαν ἐλαίαν ἄγριππον καλοῦσιν . Ἄκρῳ ἅψασθαι δακτύλῳ : ἐπὶ τῶν |
| κομᾷ τις ἀντὶ τοῦ κό - μην ἔχει . καὶ κομᾷ τις τῷ πλούτῳ , καὶ κομᾷ τις διὰ τὸν | ||
| . ἐὰν δὲ θέρος , ὅτι νῦν μὲν τὰ λήϊα κομᾷ τοῖς ἀστάχυσι καὶ ἡμερίδες τοῖς βότρυσι καὶ ἀκρόδρυα τοῖς |
| ἐρεπτόμενοι ἐλεόθρεπτόν τε σέλινον ἕστασαν : ἅρματα δ ' εὖ πεπυκασμένα κεῖτο ἀνάκτων ἐν κλισίῃς : οἳ δ ' ἀρχὸν | ||
| κύαμον δέ τις ἐν πυρὶ φρυξεῖ . χἀ στιβὰς ἐσσεῖται πεπυκασμένα ἔστ ' ἐπὶ πᾶχυν κνύζᾳ τ ' ἀσφοδέλῳ τε |
| ὦ δέσποιν ' , ἀγαλοῦμεν ἡμεῖς ἀεί . καὶ Ἕρμιππος Ἀρτοπώλισι φέρε νῦν ἀγήλω τοὺς θεοὺς ἰοῦσ ἐγώ . δηλοῖ | ||
| παντὸς , ὦ ποτνία , ἀγαλοῦμεν ἡμεῖς ἀεί . Ἕρμιππος Ἀρτοπώλισι φέρε νῦν ἀγήλω τοὺς θεοὺς ἰοῦς ' ἐγὼ καὶ |
| ὁρμὴν λάβρον ἀποπνείοντες ἔσαν καθύπερθε δράκοντες . Ἔβραχε δ ' αἰγὶς ἅπασα περὶ στήθεσσιν ἀνάσσης , οἷον ὅτε στεροπῇσιν ἐπιβρέμει | ||
| τῆς ἀνίας ἀνεθολοῦθ ' ἡ καρδία . οἴμοι κακοδαίμων , αἰγὶς αἰγὶς ἔρχεται . ὕστερον ἀρᾶται κἀπιθεάζει τῷ πατρί . |
| τε εἶναι καὶ λεπτοφυλλοτέρα καὶ τὸ μέγεθος ἐλάττων καὶ ἧττον ὀρθοφυής : ἔτι δὲ τὸν κῶνον ἐλάττω φέρειν καὶ πεφρικότα | ||
| : ἄκανθα δ ' ἐστὶ δενδρώδης , θαμνοειδής , οὐκ ὀρθοφυής , ἄνθος ἔχουσα λευκόν , καρπὸν δ ' ὥσπερ |
| ' ἀπὸ τοῦ σώματος οἷον φλοιὸν ἢ τὰ βάλλοντα ταῖς θριξίν , οἷον αἱ ὕστριχες . . . . Μασσαγέται | ||
| , ἐπὶ μὲν ὑστερικῶν πνιγμῶν καστορίῳ ὄξει πεφυρμένῳ , κεκαυμένοις θριξίν , ἐρίοις κεκαυμένοις , σπόγγῳ ὁμοίως , ἐλλυχνίῳ ἄρτι |
| . . . Καὶ ἡ μὲν ηὔλει , ἡ δὲ κιθάραν εἶχεν , ἡ δὲ ἐνέπνει τῇ σύριγγι . . | ||
| εἰς κιθαριστοῦ : οὕτως Ἀττικοί . ἐσπούδαζον γὰρ περὶ τὴν κιθάραν οἱ Ἀθηναῖοι τότε μανθάνειν μὴ φροντίζοντες τοῦ καλύπτεσθαι . |
| τὰς ἡλικιώτιδας παραλαβοῦσα , ὁ Ζεὺς δὲ ταύρῳ εἰκάσας ἑαυτὸν συνέπαιζεν αὐταῖς κάλλιστος φαινόμενος : λευκός τε γὰρ ἦν ἀκριβῶς | ||
| φιμάριον εἰς τὸ πρόσωπον βαλοῦσα , ἵνα μὴ ἐπιγνωσθῇ , συνέπαιζεν αὐτῷ . ὁ δὲ ἐν τῷ παίζειν συνεισῆλθεν αὐτῇ |
| τινὲς μὲν ὄφεσιν , αἳ δὲ μίλακι καὶ ἀμπέλῳ καὶ κισσῷ : κατεῖχον δὲ ταῖς χερσὶν αἳ μὲν ἐγχειρίδια , | ||
| ἥτε θεῷ πληγεῖσα παρήορον ὄμμα τιταίνει γυμνὸν ἐπισσείουσα κάρη κυανάμπυκι κισσῷ , ὡς ἥγε πτερόεντος ἀναΐξασα νόοιο Κασσάνδρη θεόφοιτος ἐμαίνετο |
| φύλλα ἔχει κισσῷ ὅμοια , μᾶλλον δὲ πρὸς τὰ τῆς σμίλακος : καὶ ὁ καυλὸς δέ : μείζονα δὲ πάντα | ||
| : λιτὸς δὲ οὗτος ὁ στέφανος καὶ ἀπέριττος . ⌈ σμίλακος / [ μίλακος ] ] βοτάνη οὕτω καλουμένη πρέπουσα |
| σίδηρος , ἠέρ ' ἀναθρῴσκουσι , ἢ Αἴτνην ψολόεσσαν , ἐναύλιον Ἀστερόποιο . Ἵκετο μὴν Τίρυνθα παλιγκότῳ Εὐρυσθῆι ζωὸς ὑπὲξ | ||
| δάφνης , ὁ Φοῖβος οὐ προσῳδά : τήν τ ' ἐναύλιον ὠθῶν τις ἐξέκλαξε σύγκοιτον φίλην . Ἐξυβρίσας πειθαρχεῖν οὐκέτι |
| : τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων , ἄρτια μηδόμενος , φοινικόπεζαν ἀμφέπει Δάματρα λευκίππου τε θυγατˈρὸς ἑορτάν καὶ Ζηνὸς Αἰτναίου | ||
| τὴν ἀνθηρὸν [ καὶ ἐρυθρὸν ] ἔχουσαν πόδα . ἢ φοινικόπεζαν , τὴν ἐρυθρόπουν , ἀπὸ μέρους καλήν : πέζα |
| , οἷον κέρασος , ζίζυφον , λεπτοκάρυον , χαμαιδάφνη , μυρσίνη , μέσπιλον . . δεῖ δὲ καὶ τὰς παρασπάδας | ||
| ἐὰν εἰς μυρσίνην ἐγκεντρισθῇ ἡ ῥοιά , ἢ εἰς ῥοιὰν μυρσίνη , πολὺ μείζονα οἴσει τὸν καρπόν . καλῶς οὖν |
| . | Παγκάλοις δὲ καὶ ποικίλοις ὑφάσμασιν αὐτὴν περιέβαλεν , ὑακίνθῳ καὶ πορφύρᾳ καὶ κοκκίνῳ καὶ βύσσῳ καταχρώμενος εἰς τὴν | ||
| ἅρμα Χαρίτων καὶ χορὸν Ἐρώτων συμπαίστορα . καὶ τῆς μὲν ὑακίνθῳ τὰς κόμας σφίγξασα , πλὴν ὅσαι μετώποις μερίζονται , |
| : ἕκαστον γάρ , οὗ ἐστι , περιειληφὸς τὸν θεὸν ἀγάλλεται οὐ λογισμῷ ἀλλὰ φυσικαῖς ἀνάγκαις . Ἔστω δὲ καὶ | ||
| : ἄγαλμα λέγει ὁ ποιητὴς πᾶν ἐφ ' ᾧ τις ἀγάλλεται , καὶ οὐ τὸ ξόανον γ : ἡμεῖς μὲν |
| τε καὶ ποικίλα : οὐ γὰρ ἐλάττους τρέφει τῆς γῆς ὄρνεις ἡ θάλασσα . οὐ μὴν μία φύσις τούτοις τε | ||
| χαλκῷ πίνακι τῶν Κορινθίων κατασκευασμάτων ἄρτος ἑκάστῳ ἰσόπλατυς ἐδόθη , ὄρνεις τε καὶ νῆσσαι , προσέτι δὲ καὶ φάτται καὶ |
| ; ἐπικάρσια δῆτα προσπεσοῦμαι . ἔχων μὲν ἐν τῇ χειρὶ μῶλυ κενὰ τῆς γνάθου . . . πολλὰ χωρία . | ||
| κύμινον , σπέρμα καππάρεως , τῆλις , σταφὶς ἐκγιγαρτισμένη , μῶλυ , κεδρίδες , ἀμύγδαλον , σήσαμον πεπλυμένον , δαφνίδων |
| δὲ Κρατῖνος Σεριφίοις φησὶ δοῦλον καὶ πτωχόν , ἐν δὲ Ὥραις ἡταιρηκότα , εἰ ἄρα τὸν αὐτόν : Τηλεκλείδης δὲ | ||
| διδάσκειν οὐδ ' ἂν εἰς Ἀδώνια . ἐν δὲ ταῖς Ὥραις : ἴτω δὲ καὶ τραγῳδίας ὁ Κλεομάχου διδάσκαλος μετ |
| . . . . . . . . . . ὄρνιθας ἀποστέλλει . βουληφόρως τὴν ἡμετέραν , ὦ Δημέα , | ||
| εἴτε δῶρον λαβὼν ἐς τὴν ἀγέλην τὴν σεαυτοῦ καὶ τοὺς ὄρνιθας τοὺς ἠθάδας ἐθέλοις ἀριθμεῖν , οὐκ ἀπολύσεις οὐδὲ ἀφήσεις |
| εἰσπράξεται ὁ διδάσκαλος τῆς ἀφωνίας , διαβριμώμενός τε καὶ τὴν αἰγίδα πυκνὰ ἐπισείων , μεταστρέφων τοὺς στατῆρας ἔνθεν καὶ ἔνθεν | ||
| , ἔγχος ἔχους ' ἐν χειρὶ † χρυσέην τε τρυφάλειαν αἰγίδα τ ' ἀμφ ' ὤμοις : ἐπὶ δ ' |
| σῶκος : ἐπίθετον Ἑρμοῦ : καὶ ὁ μὲν Ἀπίων ἀποδίδωσι σῶκος σάοικος σωσίοικος , ἔνιοι δὲ σόωκος ὁ ὠκέως σοούμενος | ||
| τὸ ἰσχύειν , ἐξ οὗ καὶ σῶκος ὁ ἰσχυρός : σῶκος ἐριούνιος . . . . , . ἄντυξ : |
| ἕωθεν : Ἐκ πρωΐας . οἰνοῦτταν : Μουστόπιτταν . . οἰνοῦττα μέν ἐστιν ἡ κοινῶς λεγομένη μουστόπιττα . μελιττοῦτα δὲ | ||
| καὶ θριδακίσκα ὡς Ἄλκμαν : θριδασκίσκα τε καὶ κριβανωτὸς καὶ οἰνοῦττα καὶ μελιτοῦττα καὶ κρίνον . καλεῖται δὲ κρίνον καὶ |
| ἔτι : ἑλκομένου τοίνυν τοῦ ἐντέρου , ἕλκεται καὶ ἡ ἐγχέλυς . Φασὶ τὰς ἀφύας ἀγεληδὸν πλέειν καὶ μὴ χωρίζεσθαι | ||
| φύλλον τῆς συκῆς : τραχὺ γὰρ ἐστίν : αἱ δὲ ἐγχέλυς ὀλισθηραί : πρὸς τὸ λαμβάνειν οὖν αὐτὰς κατάλληλον . |
| μὲν δὴ Λακεδαιμόνιοι ἀπορίᾳ εἴχοντο καὶ ἡ Σπάρτη πρὸς ἑαυτὴν ἤριζεν , εἴτε χρὴ παραιτουμένους τὴν ὀργὴν τοῦ βασιλέως εἴτε | ||
| : ἡ δὲ τῶν ἀνθέων ἀναπνοὴ πρὸς τὴν τῶν θυμιαμάτων ἤριζεν ὀδμήν . τὸ δὲ πνεῦμα ἀναπεμπόμενον εἰς τὸν ἀέρα |
| , καὶ εἰς ἀμυγδαλῆν . τὰ δαμασκηνὰ ἐγκεντρίζεται εἰς πᾶσαν ἀχράδα , καὶ εἰς κυδώνια , καὶ εἰς μῆλα . | ||
| βάκχης : Ἑρμῶναξ ἐν ταῖς Κρητικαῖς λέξεσι τὴν ἀγρίαν ἄπιον ἀχράδα φησὶν εἶναι . ἡ δὲ ἄπιος εἰς πολλὰ διαιρεῖται |
| ὁμοῦ καὶ πέπηγεν αὐτοῦ τὰ πολλά , ὅσα εἶδε τὴν Μέδουσαν : ὁ δὲ λύσας τὰ δεσμὰ τῆς παρθένου , | ||
| , , . . . . . : Φερεκύδης φησὶ Μέδουσαν εἶναι τὴν Πολύβου γυναῖκα , θυγατέρα δὲ Ὀρσιλόχου τοῦ |
| ἐρωμένης , ἀφ ' ἧς Πήγασος ὁ ἵππος καὶ ὁ Χρυσάωρ ἀνέθορε , τὰς σταγόνας τῶν αἱμάτων ἡ Ἀθηνᾶ καὶ | ||
| μαρτυρεῖ : τῆς ὅτε δὴ Περσεὺς κεφαλὴν ἀπεδειροτόμησεν , ἐξέθορε Χρυσάωρ τε μέγας καὶ Πήγασος ἵππος . ὀφιώδεος : δράκοντας |
| βασιλεὺς τοῦ μισθοῦ πέρι ἀκούσας , ἦν γὰρ κατὰ τὴν καπνοδόκην ἐς τὸν οἶκον ἐσέχων ὁ ἥλιος , εἶπε , | ||
| αὐτοὺς ὠνόμαζον . κατῆλιψ ἡ μεσόδμη . κάπνην δὲ καὶ καπνοδόκην Εὔπολις τὸ μὲν εἴρηκεν ἐν Βάπταις , τὸ δὲ |
| βοστρυχιζομένους καὶ κεκρυφάλοις τὰς πλοκαμίδας ἀναδοῦντας ἐνδύεσθαί τε ποικίλους καὶ ποδήρεις χιτωνίσκους , καὶ χλανιδίοις ἀμπέχεσθαι λεπτοῖς καὶ μαλακοῖς , | ||
| ἐν Ἠδωνοῖς . ” ὅστις χιτῶνας βασσάρας τε Λυδίας ἔχει ποδήρεις ” . φερόμενοι λόγοι βίαιοι . καὶ δῆλον ὅτι |
| ἐνὸν ἀπραγμόνως εὐπορῆσαι μήλων ὅτῳ ἐπιθυμία ἢ σελίνῳ ἐστεφανῶσθαι ἢ πίτυϊ μήτε πηλῷ καταχριόμενον τὸ πρόσωπον μήτε λακτιζόμενον εἰς τὴν | ||
| ἱματίοις καὶ χρυσίοις . Ἐστεφάνωτο δὲ τὰ μὲν ἡνιοχοῦντα παιδάρια πίτυϊ , τὰ δὲ παιδισκάρια κισσῷ . Ἐπῆσαν δὲ καὶ |
| ὄφρα σε Λιμὸς ἐχθαίρῃ , φιλέῃ δέ ς ' ἐυστέφανος Δημήτηρ αἰδοίη , βιότου δὲ τεὴν πιμπλῇσι καλιήν : Λιμὸς | ||
| ἴουλος ἡ ἐκ τῶν δραγμάτων συναγομένη δέσμη καὶ Οὐλὼ ἡ Δημήτηρ . λέγεται δὲ ἴουλος καὶ ζῷόν τι , θηρίδιον |
| Σωσίπολις Ἠλείοις ἐπιχώριος δαίμων ἔχει τιμάς . τὴν μὲν δὴ Εἰλείθυιαν ἐπονομάζοντες Ὀλυμπίαν , ἱερασομένην αἱροῦνται τῇ θεῷ κατὰ ἔτος | ||
| καὶ Ἡσίοδος : ἣ δ ' Ἥβην καὶ Ἄρηα καὶ Εἰλείθυιαν ἔτικτεν . ὁ δὲ Ὅμηρος ἑκατέρως . ὅτι δὲ |
| μὲν Ῥωμαίοις ἡ ἕως , ἀτρεμίζει δὲ ἡ ἑσπέρα , σπένδει δὲ ἅπαντα φῦλα , ὅσα τε ἤδη ὑπ ' | ||
| ὁ βασιλεὺς ἐς τὴν Ἀσίαν διαβαίνει καὶ καταλαβὼν τὴν Προυσίου σπένδει τε τῷ πατρὶ καὶ ἁγιστείας ἐπὶ τῷ τοῦδε τάφῳ |
| . Ἰκάριός τις οἶνον διονυσιακὸν κοθρίζων περὶ μίαν τῶν Κυκλάδων ἐπεξενώθη τοῖς ἐκεῖσε οἰκήτορσιν , οἵτινες χοναῖς βουλαῖς πιόντες τὸν | ||
| θελγόμενοι δὲ ὑπὸ τούτων ἀπώλοντο . Ἡρακλῆς γὰρ ἐν Φολόῃ ἐπεξενώθη Φόλῳ τῷ Κενταύρῳ καὶ ὁ Φόλος οἶνον αὐτῷ κάλλιστον |
| καὶ γῆν ἐπιβαλόντες ἀφανίζουσιν . Ἐκ τοῦ Τιμοθέου . Τὸ μυοκτόνον τουτὶ θηρίον , ὃ λέγεται αἴλουρος , τοῖς ὅλοις | ||
| : ταύτην μέντοι τὴν βοτάνην , τὸ ἀκόνιτον , καὶ μυοκτόνον καλοῦσι διὰ τὸ τοὺς περιλείχοντας αὐτὴν μύας φονεύειν κλείουσι |
| ὀδὰξ πρίοντες , ἀμυνέμεν οὐκ ἐθέλοντες . ὡς δ ' ἰχθῦς ἀνὰ νύκτα δολόφρονες ἀσπαλιῆες πρὸς βόλον ἰθύνουσι θοαῖς ἀκάτοισι | ||
| προαπεσταλμένων . τά τε γὰρ ἄλλα ἐν χερσὶ καὶ τοὺς ἰχθῦς οὐδὲν δεῖ περιτρέχοντα ζητεῖν , ἀλλὰ τοῖς πρατῆρσι κηρύττουσιν |
| ἁβρότητος γέμων , ἱμέρῳ ῥεόμενος , οἷον αὐτὸν Εὐριπίδης ἐν Βάκχαις εἰδοποιήσας ἐξέφηνε , κισσὸς δ ' αὐτὸν ἔστεφε περιθέων | ||
| γῆρυς . ὅτι δὲ καὶ Διόνυσος μάντις , καὶ ἐν Βάκχαις φησὶ [ ] μάντις δ ' ὁ δαίμων ὅδε |
| τῆς ὀνομασίας . λέγεται δὲ σίαλος , καὶ ὁ εὐτραφεὶς σῦς , παρὰ τὸ ἀφρὸν προΐεσθαι , ὃν λέγομεν σίαλον | ||
| ἄλλους δ ' ἐλαύνοντας βοῦς , αἶγας , οἶς , σῦς , καὶ εἴ τι βρωτόν , πάντα ἱκανὰ προσῆγον |
| δ ' ὁρᾶν μὴ μόνον οὐ λέγομεν . ἡμετέρη σὺ Μέδουσα : λιθούμεθα πάντες οὐ Γοργοῦς , γόγγρου δ ' | ||
| τοῦ Διὸς καταπολεμηθῆναι , καθ ' ὃν καιρὸν ἐβασίλευεν αὐτῶν Μέδουσα : τὸ δὲ τελευταῖον ὑφ ' Ἡρακλέους ἄρδην ἀναιρεθῆναι |
| τῇ ἀσπίδι . σάγμα καλεῖται ἡ θήκη τῶν ὅπλων . σάγη γὰρ τὸ ὅπλον , καὶ πανσαγία ἡ πανοπλία . | ||
| πτέρυγας πτύον πύγαργος ῥᾶ Ῥαικοί Γραικοί ῥαχία Ῥειτά ῥήτωρ ῥικνός σάγη σαλάμβην σίκλος Σκόμβροι στιβάδα ποιούμενος στομώδη στραβαλοκόμαν Τεγεάς τέως |
| δ ' αἰχμάσσουσι νεώτεροι , οἵ περ ἐμεῖο ὁπλότεροι γεγάασι πεποίθασίν τε βίηφιν . Ὣς ἔφατ ' , Ἀτρεΐδης δὲ | ||
| δ ' αἰχμάσσουσι νεώτεροι , οἵ περ ἐμεῖο ὁπλότεροι γεγάασι πεποίθασίν τε βίηφιν : ἡ διπλῆ , ὅτι παραλλήλως νεώτεροι |
| . τῖφος : ὁ κάθυγρος τόπος , ἔνθα διέτριβεν ὁ κάπρος . περὶ δὲ τοῦ κάπρου καὶ Ἡρόδωρός φησιν , | ||
| αὐτοῦ καὶ Εὐξίππης , ἢ ὅτι Λητὼ ἐκεῖ βουλομένην τεκεῖν κάπρος ἐπιφανεὶς ἐπτόησε . τὸ ἐθνικὸν Ἀκραιφιαῖος καὶ Ἀκραίφιος καὶ |
| οὗτος λέγεται υἱὸς γεγονέναι τοῦ Διός . ὁ γὰρ Ζεὺς ὁμοιωθεὶς τῷ Ἀμφιτρύωνι συνεγένετο τῇ Ἀλκμήνῃ . καὶ ἐγεννήθη ὁ | ||
| : Ἀντιόπη Νυκτέως ἦν θυγάτηρ , ἣν ὁ Ζεὺς Σατύρῳ ὁμοιωθεὶς φθείρει , καὶ φεύγουσα τοῦ Νυκτέως τὰς ἀπειλὰς καταφεύγει |
| , εἰ διανοηθείημεν ἡμεῖς ὥσπερ ζωγράφοι καὶ πλάσται σκύλακας ἢ χιμαίρας , ἀξιοῦν εὐθὺς εἶναι ταῦτα καὶ διὰ τοῦτο φαντάζεσθαι | ||
| ἐν ὀνείρῳ φαίνονται , πολλὰς μὲν ὄις , πολλὰς δὲ χιμαίρας , ὧν μοι πρὸς κεφαλᾷ καὶ πρὸς ποσὶ κώεα |
| ὑπὲρ τοῦ μὴ ἀδικηθῆναι ὑπὸ τῶν συναντώντων ὄφεων . Τρυγόνος λαλίστερος : ἐπειδὴ καὶ αἱ τρυγόνες οὐ μόνον τῷ στόματι | ||
| . Τυφλότερος ἀσπάλακος : ἐπὶ τῶν παντελῶς πεπηρωμένων . Τρυγόνος λαλίστερος : ἐπειδὴ αἱ τρυγόνες οὐ μόνον τῷ στόματι , |
| ἀντὶ τοῦ . . . . . . . . σατυρικὴ ἥ ἐστι σίκινις . Κατάλογ . : Ἐλευσίνιοι . | ||
| , τὸ δὲ περίβλημα γλαύκινον ἢ μήλινον . ἡ δὲ σατυρικὴ ἐσθὴς νεβρίς , αἰγῆ , ἣν καὶ ἰξαλῆν ἐκάλουν |
| ἀκοντίων καὶ τῶν πλατυλόγχων , ὡς ὁρᾷς , ἀκοντίων τὴν πόρδαλιν καλοῦσι τὴν κασαλβάδα . τὴν κακκάβην γὰρ κᾶε τοῦ | ||
| Καὶ τῶν πλατυλόγχων , ὡς ὁρᾷς , ἀκοντίων . Τὴν πόρδαλιν καλοῦσι τὴν κασαλβάδα . Τὴν κακκάβην γὰρ κᾶε τοῦ |
| αὖ μεθ ' ὑγίειαν περισπούδαστον ἀνθρώποις χρημάτων κτῆσιν καὶ ταύτην Σάραπις δίδωσιν ἄνευ πολέμων καὶ μάχης καὶ κινδύνων : οὕτω | ||
| καὶ Τελχῖνος ἐπιβουλευθεὶς ἄπαις ἀπέθανε , καὶ νομισθεὶς θεὸς ἐκλήθη Σάραπις : Νιόβης δὲ καὶ Διός παῖς Ἄργος ἐγένετο , |
| τοῖς φύλλοις καὶ ταῖς ῥάβδοις προσεμφερὴς ἄγνῳ , δενδρώδης , βαρύοδμος ἰσχυρῶς : ἄνθη κράμβῃ ἐοικότα : καρπὸς ἐν κερατίοις | ||
| τῷ μικρῷ , περιπληθὴς σπερματίων , ὑπόπικρος , κακοστόμαχος , βαρύοδμος , στύφουσα μετὰ ποσῆς θερμασίας . Σέσελι Μασσαλεωτικὸν φύλλα |
| ἀνδράσιν ὁ δαίμων οὐ τὴν ἴσην δύναμιν ἐπὶ τῷ ὄλβῳ ἐθήκατο , τουτέστιν οὐκ ἐπὶ πᾶσιν ἀνθρώποις ὁ θεὸς τὴν | ||
| τόν οἱ χωσαμένη γυίοις ἐπιήραρε Δηώ , μαρτυρίην ὅτι μοῦνος ἐθήκατο Φερσεφονείῃ . Δαῖμον , ὃς Ἀμφιλύσοιο ῥόον . . |
| ἂν ἠδυνήθη Ἡρακλῆς τῷ ῥοπάλῳ ἀντιμάχεσθαι πρὸς τὴν τοῦ Ποσειδῶνος τρίαιναν καὶ νικῆσαι ; ἡνίκα ὁ Ποσειδῶν στὰς περὶ τὴν | ||
| . ἐπεβοᾶτο . τὸν Ποσειδῶνα δηλονότι . μεγαλόκτυπον . * τρίαιναν ἀπὸ τοῦ τρία καὶ τοῦ αἰνόν , τὸ χαλεπόν |
| ἀχυρμιαί οἱ τόποι εἰς οὓς τὰ ἄχυρα βάλλεται λικμώμενα . ἀχερωΐς δένδρου τι γένος : “ καὶ ἐθρίγκωσεν ἀχέρδῳ . | ||
| ἀχεροντίς καὶ κατὰ συγκοπὴν καὶ ἐκτάσει τοῦ ο εἰς ω ἀχερωΐς . Ἀριστοτέλης δὲ τὴν αἴγειρον λέγει , ὅτι πάντα |
| ὁ Ἀπόλλων , ἀλλ ' ὁ Χάρων . . . ναύστολον ] τὴν διάγουσαν τοὺς νεκρούς . θεωρίδα ] οἱ | ||
| , ὅστις ἐστὶ ποταμὸς τοῦ Ἅιδου , κατὰ τὴν πολύστονον ναύστολον θεωρίδα τὴν τοὺς νεκροὺς διάγουσαν πρὸς τὸν Ἅιδην , |
| Κλεοπάτρᾳ τῶν γενεθλίων , τῇ πρὸ τούτων νυκτὶ θεῖναι τὴν κίστην πρὸ τῶν βασιλείων παρεσκευάσατο . οὗ συντελεσθέντος καὶ τῆς | ||
| ἀναγράψαιμι τῶν λεγομένων τὰ κεφάλαια . Γ ” ἐνεγκάτω τὴν κίστην τις “ , φησίν , ” ἵνα ἀναγράψωμαι καὶ |
| συκῆν . οὐκ ἔστι δὲ οὕτως , ἀλλ ' ἡ ἐρινεὸς εἶδός ἐστι συκῆς ἀπὸ Ἐρινεοῦ πόλεως Δωρικῆς † . | ||
| καὶ τὰ ὑπὸ ταὐτὸ γένος , οἷον κότινος ἐλάας καὶ ἐρινεὸς συκῆς καὶ ἀχρὰς ἀπίου . πάντα γὰρ ταῦτα ὀζωδέστερα |
| τὴν γὰρ ἀοιδὴν μᾶλλον ἐπικλείουσιν ἄνθρωποι , ἥτις ἀκουόντεσσι νεωτάτη ἀμφιπέληται τὰ ἐπιγιγνόμενα : τοῦτο πρὸς τὸ ἀρχαιότροπα . οὐκ | ||
| γὰρ ἀοιδὴν μᾶλλον ἐπικλείους ' ἄνθρωποι , ἥτις ἀκουόντεσσι νεωτάτη ἀμφιπέληται . ἄλλως : ἄνθεα ὕμνων τὰς ὑποθέσεις . ταῦτα |
| ἃ εἶπεν ὁ ἕτερος ἄλλως ἄρ ' οὕποψ . [ ταῶς δὲ Ἀττικῶς περισπᾶται . ] οὗτος αὐτὸς : [ | ||
| ξυγγραφέας ἡδίστους ἐμμέτρων καὶ ἀμέτρων λόγων , τοῦτο δὲ [ ταῶς ποικίλους , τοῦτο δὲ ὡς ] πολλοὺς σοφιστάς , |
| ἀεί . ἅβραν γὰρ ἀντωνούμενος ἐρωμένην , ταύτηι μὲν οὐ παρέδωκ ' ἔχειν , ἔτρεφε δὲ χωρὶς ὡς ἐλευθέραι πρέπει | ||
| ὑψιφρόνων τιν ' ἔκαμψε βˈροτῶν , ἑτέροισι δὲ κῦδος ἀγήραον παρέδωκ ' : ἐμὲ δὲ χˈρεών φεύγειν δάκος ἀδινὸν κακαγοριᾶν |
| Ὄλπις , ὁ τοὺς λεπιδωτοὺς ἰχθύᾳς ἀγρεύων ἢ ὁ τοὺς ἔλλοπας ἀγρεύων . ἔστι δὲ πεποιημένον ἢ κύριον . Ὄλπις | ||
| ἢ ὅτι ἐλλειπομένην ἔλλοπες γὰρ οἱ ἰχθύες ἐλλοπιεύειν ἐστὶ τὸ ἔλλοπας , ἤγουν ἰχθῦς , ἀγρεύειν : ἔλλοπες γὰρ οἱ |
| αἱ πανηγύρεις ἀμπελόεις ] τῆς ἀμπέλου ἕλικας ] τὰ κλήματα νύμφαις ] ὕδασι ἴσως καὶ βατόεντα : ὁμοίως καὶ τοὺς | ||
| μὲν καὶ νάπας Πανί , λειμῶνας δὲ καὶ τεθηλότα χωρία νύμφαις , ἀκτὰς δὲ καὶ νήσους πελαγίοις δαίμοσι , τῶν |
| ἀφιέντες εἰς τὴν θάλασσαν . ἐπωβελία : τὸ ἐπιδέκατον . Ἐργάνη : ἡ Ἀθηνᾶ ὡς ἔργοις ἐπιστατοῦσα : αὕτη γὰρ | ||
| εἴωθε σημαίνειν . Ἀθηνᾶ χειροτέχναις ἀγαθὴ διὰ τὴν προσηγορίαν : Ἐργάνη γὰρ καλεῖται . καὶ τοῖς γῆμαι βουλομένοις : σεμνὴν |
| τυγχάνει . εἰκὼς ἀνεμώκεσι δίναις : Ταῖς τοῦ ἀνέμου ὠκείαις συστροφαῖς ἐοικὼς , οἷον ταχύς . ἡ δὲ ὅλη σύστασις | ||
| τὸ συνεχὲς τῆς ἐπαναφορᾶς . εἰλίγγοισι : ταῖς εἱλήσεσι καὶ συστροφαῖς τοῦ σφοδροῦ καπνοῦ . ἐπήορος : μετέωρος . ἐξανιοῦσα |
| ὡς ἔοικε τὸ γιγνόμενον οἱ † μιγάδες , οἰκέτας ἐκεῖθεν ὠνίους ἐξάγοντες . . : , , , . . | ||
| ἀγορά ; τίς δὲ συνδειπνεῖ βροτῶν φρυκτοὺς καταλαβὼν ἢ κορακίνους ὠνίους ἢ μαινίδ ' ; ὡραῖον δὲ μειρακύλλιον ποίαις ἐπῳδαῖς |
| : πᾶς δὲ κατ ' οἴκους μάττει , πέττει , τίλλει , κόπτει , εὕει , χαίρει , παίζει , | ||
| τρέχ ' , ὥς τις εἶπεν , ὃς καθήμενος πώγωνα τίλλει κουριῶν ὑπ ' ὠλέναις . Οὐκοῦν παλαίων ὡς θέλω |
| εὔοψος ἀγορά ; τίς δὲ συνδειπνεῖ βροτῶν φρυκτοὺς καταλαβὼν ἢ κορακίνους ὠνίους ἢ μαινίδ ' ; ὡραῖον δὲ μειρακύλλιον ποίαις | ||
| δὲ ἡ σύνθεσις τοῦ δελέατος . θʹ . ἄλλο πρὸς κορακίνους μόνους ὑπερμεγέθεις διὰ τὴν ὑπερβολὴν τοῦ δελέατος . ιʹ |
| συναίρεσις ὡς τὸ “ ᾡπόλος ” ἀντὶ τοῦ “ ὁ αἰπόλος ” , ἔκθλιψις δὲ καὶ κρᾶσις καὶ συναίρεσις ὡς | ||
| Δάφνις ὑφ ' ἡδονῆς , ἀλλ ' ἅτε ἄγροικος καὶ αἰπόλος καὶ ἐρῶν καὶ νέος , πρὸ τῶν ποδῶν καταπεσὼν |
| συνοίκους ἐν ταῖς πόλεσι ταῖς ὑπὸ Κόλχων κτισθείσαις καλουμέναις δὲ Πόλαις ταῖς κτισθείσαις ὑπὸ Κόλχων ποίων - ; οὓς ψηλαφητὰς | ||
| δίζησθαι τὴν Μήδειαν ὀνομασθείς . × . ποταμοῦ παρὰ ταῖς Πόλαις . . * Διζηρὸς ποταμὸς πλησίον Πολῶν πόλεως τῆς |
| ἢ αὐτὸς ἢ ἐξ αὐτοῦ τις ἔλθῃ ἐν Κορίνθῳ . νυμφαγωγὸν τρόπιν : τρόπις λέγεται τὸ ὑποκάτω τῆς νηὸς ξύλον | ||
| καὶ ἀνὴρ τῆς Εἰδυίας διώκτας τῆς θυγατρὸς αὐτοῦ ἀπέστειλε τὴν νυμφαγωγὸν τρόπιν ἤγουν τὴν Ἀργὼ ἀγρεῦσαι θέλων . Αἶα πόλις |
| τὰν Φερρέφατταν ὡς δάμαλις , ὡς παρθένος , ὡς πῶλος ἀδμής . ἣ δ ' ἄρ ' ἦν μυωνία . | ||
| Φερρέφατταν , ὡς δάμαλις , ὡς παρθένος , ὡς πῶλος ἀδμής : ἡ δ ' ἄρ ' ἦν μυωνιὰ ὅλη |
| ἀμφὶ τραπέζῃ τέρπονται κρητῆρος ἀμοιβαίοις δεπάεσσιν : ὣς ὁ μὲν ἀσπαλιεὺς κεχαρημένος ἐλπωρῇσι μειδιάᾳ , δείπνοις δὲ νέοις ἐπιτέρπεται ἰχθύς | ||
| πόντῳ ἄνδρες ἀεθλεύουσι ταλάφρονα θυμὸν ἔχοντες . ψυχὴν δ ' ἀσπαλιεὺς πολυπαίπαλος ἠδὲ νοήμων εἴη : ἐπεὶ μάλα πολλὰ καὶ |
| οἷον , πυριλαμπής : πυρίκαυστος : πυρίμορφος : νυκτίλοχος : νυκτικόραξ : θηριάλωτος : μαστιγιφόρος : αἰγίλιψ : αἰγίβοτον : | ||
| ὦτα ἔχει πτερύγια . τοῦτο ἐπαινούμενον καὶ ἀντορχούμενον ὥσπερ ὁ νυκτικόραξ ἁλίσκεται . διὸ τοὺς χαύνους καὶ κενοδόξους ὤτους καλοῦσιν |
| . Ἁ Κύπρις οὐ πάνδαμος : ἱλάσκεο τὰν θεὸν εἰπὼν Οὐρανίαν , ἁγνᾶς ἄνθεμα Χρυσογόνας οἴκῳ ἐν Ἀμφικλέους , ᾧ | ||
| πρώτην μὲν Καλλιόπην , εἶτα Κλειὼ Μελπομένην Εὐτέρπην Ἐρατὼ Τερψιχόρην Οὐρανίαν Θάλειαν Πολυμνίαν . Καλλιόπης μὲν οὖν καὶ Οἰάγρου , |
| καὶ τὴν γῆν , ἀντὶ τοῦ , ἔνθα ὁ Ἀσωπὸς λιπαίνει τὴν Βοιωτίαν . . φίλον πίασμα ] προσφιλὲς τοῖς | ||
| ἀναπνοῆς . Φωκέων ] τῶν . ὅπου . ποταμὸς . λιπαίνει . ἀρδεύει . πιαίνει ἀρδεύει . πιαίνει . ἡσύχῳ |
| τοῦ Παλλαδίου τῆς Ἀθηνᾶς ἐχομένην ἀπέσπασε καὶ αὐτόθι συνεγένετο , ὀργισθεῖσα δὲ ἡ Ἀθηνᾶ τοῦτον ἐν θαλάσσῃ σὺν πολλοῖς ἑτέροις | ||
| καὶ Ἥραν , μεθ ' ἃς Πλούτωνα καὶ Ποσειδῶνα . ὀργισθεῖσα δὲ ἐπὶ τούτοις Ῥέα παραγίνεται μὲν εἰς Κρήτην , |
| τὸ οὐκ ἐνδέχεται μηδενὶ τὸ Α τῷ Γ , ὃ μεταληπτέον εἰς τὸ ἐξ ἀνάγκης τινί . ἀλλὰ καὶ τὸ | ||
| γαῖα ἀντὶ τοῦ αἷμα ἔρρεεν ἐν τῇ γῇ . ἢ μεταληπτέον τὸ νᾶεν εἰς τὸ κατάρρυτον , ἵν ' ᾖ |
| τῶν αἰγείων ἱμάντων ἰέναι . λέγει δὲ οὕτω “ καὶ αἰγανέας δολιχαύλους ” “ καὶ αἰγανέῃσιν ἱέντες τόξοισίν τε . | ||
| , καὶ οἶνον ἀπομισγομένους , καὶ δίσκοις ταρπομένους , καὶ αἰγανέας ἱέντας ; Τίς οὐκ ἂν αὐτοὺς τῆς ἡδονῆς ταύ |
| δὲ τὰς ἄλλας ἀρετάς , ἴσα θεοῖς παρὰ τοῖς Κροτωνιάταις ἐτιμᾶτο . Ὅτι Πυθαγόρας φιλοσοφίαν , ἀλλ ' οὐ σοφίαν | ||
| ταῦτα πάντα ὡς ἀληθῆ λέγοι ὁ Ἀθηναῖος Τιμαγόρας , καὶ ἐτιμᾶτο δεύτερος μετὰ τὸν Πελοπίδαν . ἐκ δὲ τούτου ἐρωτώμενος |
| πληρωσάμενος . οὐκ ἐμπλησθεὶς ἀλλὰ προσδεὴς ὤν . χαραδριοῦ . χαραδριὸς ὄρνις τις ὃς ἅμα τῷ ἐσθίειν ἐκκρίνει . εἰς | ||
| κράζειν . [ ἐνταῦθα δὲ ἀντὶ τοῦ ἐκρύπτετο . ] χαραδριὸς δέ ἐστιν εἶδος ὀρνέου μεταβαλλομένου εἰς τὰ προκείμενα . |
| . . γίνεται ἡ αἰτιατικὴ ζών , καὶ κατὰ σύνθεσιν ἀείζων , ὡς Αἰσχύλος Γλαύκωι Ποντίωι : ὁ τὴν ἀείζων | ||
| δ ' ἐστὶ τοῦ θυμοῦ τροφή . ἐν βροτοῖς αὐδώμενος ἀείζων πένθος ἀντίον δορὸς ὀρνύμενος Ἀχιλλέως μισῶ παρ ' ἐχθρῶν |
| τὸ ζῶον . Λάγνος . παρώνυμον γυνὴ , καὶ συγκοπῇ λάγνος . ἀφ ' οὗ λαγνία , ὡς κακὸς κακία | ||
| τοῖς ἀστράσιν προσβλέπει , ἐν βασιλείᾳ . πέφυκεν , ἀλλὰ λάγνος , εὐδαίμων καὶ συρπετὸς , κατωφερὴς , παθητικὸς πρὸς |
| Λαμπάδα θεὶς καὶ τόξα βοηλάτιν εἵλετο ῥάβδον οὖλος Ἔρως , πήρην δ ' εἶχε κατωμαδίην , καὶ ζεύξας ταλαεργὸν ὑπὸ | ||
| Ἀχαιούς , ὡς μὴ ψυχρὸς ἐὼν θερμηγορέειν ἐπιχειρῇ χρυσῷ σαξάμενος πήρην μάλα πολλὰ δανείζων , ἐν καλαῖς Πάτραισιν ἔχων τρὶς |
| ἐπιλέγειν τοῖς ἀληθεστάτοις μὲν , οὐ πιστευομένοις δέ . Ἀλεκτρυὼν ἐπιπηδᾷ : ἐπὶ τῶν ἀγενῶς ἀναμαχομένων τὴν ἧτταν ⋮ Οἱ | ||
| . εἰ δὲ καὶ δι ' ὀλίγου χρόνου ἴδοι , ἐπιπηδᾷ ἀτρέμα , ὥσπερ ἀσπαζομένη , καὶ τῷ ἀσπασμῷ ἐπιφθέγγεται |
| νάρκισσος καὶ ῥόδον . μία μὲν τῷ ῥόδῳ καὶ τῷ ναρκίσσῳ ἡ κάλυξ ὅσον εἰς περιγραφήν , καὶ ἦν φιάλη | ||
| , καὶ ἔστιν ὅμοιον τὸ μὲν ἴῳ , τὸ δὲ ναρκίσσῳ : τὰ δὲ δάκρυα τῶν ὀφθαλμῶν ἔνδον εἱλούμενα γελᾷ |
| ἣν ἔχομεν ὁδὸν λόγων εἴπωμεν ὅσα τε νοῦς ἔχει . Χρῆν μὲν τύπτειν τοὺς ῥαβδούχους , εἴ τις κωμῳδοποητὴς αὑτὸν | ||
| ἡδονὴν θάνῃς : φυλάξαι δεῖ με τοῦτό σοι πικρόν . Χρῆν δ ' εὐθὺς εἶναι τήνδε τοῖς πᾶσιν δίκην , |
| προτιθεμένους . ταῦτα δὲ τῇ τέχνῃ καὶ οὐ τῇ φρονήσει ἐφήρμοσε . δέδεικται δὲ ἤδη ἑτέρας εἶναι ἀλλήλων τέχνην καὶ | ||
| σώματα ὁ θεὸς δημιουργήσας ὁρατὰ ἐκ πυρώδους τῆς πλείστης οὐσίας ἐφήρμοσε ταῖς σφαίραις ὑπαρχούσαις ἐκ τοῦ θατέρου κύκλου καὶ πλανωμένου |
| ἔλαφοι ὥσπερ πτηναὶ ἥλλοντο πρὸς τὸν οὐρανόν , οἱ δὲ κάπροι ὥσπερ τοὺς ἄνδρας φασὶ τοὺς ἀνδρείους ὁμόσε ἐφέροντο : | ||
| ἀλλ ' εἰσὶν ἐκεῖνο ὃ θεραπεύουσιν , ἄλογοί τινες λύκοι κάπροι καὶ ὄνοι καὶ τοιαῦτά τινα ζῷα . βούλεται οὖν |
| ἀμαυροῖς , ὥστε λήσεις τῷ χρόνῳ . κατεσκέδασέ μου τὴν ἁμίδα κεχηνότος . ἀνήσεις κροκύδα μαστιγουμένη . ἐγὼ δ ' | ||
| ' ἔχων , καὶ ὁ Ἀριστοφάνης : κατεσκέδασέ μου τὴν ἁμίδα κεχηνότος . λέγουσι δὲ καὶ ἅμαξαν δασέως καὶ καθημαξευμένα |
| αὐτῷ , τὴν ἐξ αὐτοῦ προφέροντες καὶ προσείοντες ὡς εἰπεῖν Γοργόνα , καὶ τοῦτον κατεσίγασαν , τὴν ἄλλως πρόλαλον ὄντα | ||
| χάσματι , ὁ Περσεὺς δὲ τῇ λαιᾷ μὲν προδείκνυσι τὴν Γοργόνα , τῇ δεξιᾷ δὲ καθικνεῖται τῷ ξίφει : καὶ |
| νομέως δή τινος ἀγέλην τάττοντος , ἐλάφους δὲ ἄρα βουκολεῖσθαι λευκάς , ἀμέλγουσι δὲ Ἰνδοὶ ταύτας εὐτραφὲς ἡγούμενοι τὸ ἀπ | ||
| ὄγκον οὐκ ἔχων περίκρανον δ ' ἔχει καὶ τρίχας ἐκτενισμένας λευκάς , πρόσωπον ὕπωχρόν τε καὶ ὑπόλευκον , καὶ μυκτῆρα |
| ὁ εἰς - ώ , οἷον Ὑψώ ἡ Ὑψιπύλη , Εἰδώ ἡ Εἰδοθέα καὶ Ἀφρώ ἡ Ἀφροδίτη . . . | ||
| ἡ ἀπατηλή : ἢ ὡς παρὰ τὸ εἶδος καὶ ὕψος Εἰδώ καὶ Ὑψώ , οὕτω καὶ παρὰ τὸ κέρδος κερδώ |
| Διόνυσος ἔκτεινε , Κλυτίον δὲ δᾳσὶν Ἑκάτη , μᾶλλον δὲ Ἥφαιστος βαλὼν μύδροις . Ἀθηνᾶ δὲ Ἐγκελάδῳ φεύγοντι Σικελίαν ἐπέρριψε | ||
| χρύσειοι δ ' ἑκάτερθε καὶ ἀργύρεοι κύνες ἦσαν , οὓς Ἥφαιστος ἔτευξεν ἰδυίῃσι πραπίδεσσι δῶμα φυλασσέμεναι μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο , ἀθανάτους |