| ὅθεν κατεῖδον τὴν βεβακχιωμένην βροτοῖσι κλεινὴν Νῦσαν , ἣν ὁ βούκερως Ἴακχος αὑτῷ μαῖαν ἡδίστην νέμει , ὅπου τίς ὄρνις | ||
| λλ γράφουσι λέγοντες κατὰ πλεονασμὸν εἶναι τὸ ἓν λ . βούκερως ἀρὴς : Ἄρης οὐκ ἔστι ποταμὸς περὶ Τέρειναν , |
| ἀνήγαγεν αὐτήν . λευκίππου τε θυγατρός : ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἀμφέπει καὶ τῆς λευκοὺς ἵππους ἐχούσης θυγατρὸς αὐτῆς : λέγει | ||
| ὑπὸ Πλούτωνος ἐζήτει αὐτήν . * τῆς Περσεφόνης . * ἀμφέπει ἀπὸ κοινοῦ : ἐν γὰρ τῇ Σικελίᾳ τὰ τῆς |
| αὐξητικόν , Κρυσηὶς διὰ τὸ κρυερόν , Ἀσίη διὰ τὴν ἄσιν καὶ τὸν ῥύπον , ὃν φέρει , ἢ παρὰ | ||
| οὔτινα , φημί , χερειοτέρῃσιν ἐδωδαῖς τέρπεσθαι : πᾶσαν γὰρ ἄσιν ἁλός , ἥν κε κίχῃσι , φέρβεται : ἱμείρει |
| “ ὁ ἐχῖνος . ” ναὶ τὰν Κόραν : τὴν Περσεφόνην Κόρην ὠνόμασεν : ὀνομάζουσι γὰρ αὐτὴν καὶ οὕτω . | ||
| * Λέπτυννιν οἱ μὲν τὸν ᾅδην , οἱ δὲ τὴν Περσεφόνην οἷον τὴν λεπτύνουσαν τὰ σώματα τῶν ἀποθνησκόντων * . |
| περικαλλέα ὄσσαν ἱεῖσαι , ὑμνεῦσαι Δία τ ' αἰγίοχον καὶ πότνιαν Ἥρην Ἀργείην , χρυσέοισι πεδίλοις ἐμβεβαυῖαν , κούρην τ | ||
| Ὁ δ ' ὡς κλύεν ἔκνομον αὐδήν χεῖρας ἐπαντείνας ἐπεκέκλετο πότνιαν Ἥρην : τήνδε γὰρ ἐκ μακάρων περιώσια κυδαίνεσκεν . |
| ἡμέραις . Προχέοντι ] Προχέουσι . Ῥόον ] Ῥεῦμα . Αἴθων ' ] Μέλανα ἢ καυστικόν . Ὄρφναισι ] Ἐν | ||
| ἀργαλέος γὰρ ἐὼν καὶ φίλος εὖτ ' ἂν ἀπῆις . Αἴθων μὲν γένος εἰμί , πόλιν δ ' εὐτείχεα Θήβην |
| Μενάλκαν ᾄδοντα Πανὸς κρίναντος , γαμηθῆναι δὲ αὐτῷ καὶ Νύμφην Θάλειαν . Ἀλέξανδρος δέ φησιν ὁ Αἰτωλὸς ὑπὸ Δάφνιδος μαθεῖν | ||
| , ἐξ Εὐρυνόμης δὲ τῆς Ὠκεανοῦ χάριτας , Ἀγλαΐην Εὐφροσύνην Θάλειαν , ἐκ δὲ Στυγὸς Περσεφόνην , ἐκ δὲ Μνημοσύνης |
| τὸ ἐθνικὸν Ἁρπασεύς , ὡς Μύλασα Μυλασεύς , Πηγασεύς . Ἅρπινα , πόλις Ἤλιδος , ἀπὸ Ἁρπίνης τῆς Ἀσωποῦ , | ||
| διὰ δισσοῦ , διὰ τοῦ ι γράφονται : οἷον , Ἅρπινα : Βέλβινα , ὄνομα τόπου : Καμάρινα : Αἴγινα |
| διάπυρος . δολία τῇ διανοίᾳ . ἢ αἴθων , παρόσον λαμπουρὶς καλεῖται . οὐδ ' ἐρίβρομοι λέοντες : καὶ τούτοις | ||
| λαμπουρίδι ἴσον εἶναι , ἐπειδὴ κύνες εἰσὶν ἀλώπηξιν ὅμοιοι : λαμπουρὶς γὰρ ἡ ἀλώπηξ . ὦ Λάμπουρε κύον : ὄνομα |
| καὶ κατετίλησεν αὐτῆς . ἢ ἐπειδὴ ἠρυθρίασε ποίημα γράψας εἰς Ἑκάτην . . Θ . . 〚 ἢ κατατιλᾷ : | ||
| ποταμοῖο : τῇ γάρ σφ ' ἐξαποβάντας ἀρέσσασθαι θυέεσσιν ἠνώγει Ἑκάτην , καὶ δὴ τὰ μὲν ὅσσα θυηλήν κούρη πορσανέουσα |
| ' πολακτίσῃς λέχος τὸ Ζηνός , ἀλλ ' ἔξελθε πρὸς Λέρνης βαθὺν λειμῶνα , ποίμνας βουστάσεις τε πρὸς πατρός , | ||
| ναῦται πρῶτα Καρνῖται κύνες , οἳ τὴν βοῶπιν ταυροπάρθενον κόρην Λέρνης ἀνηρείψαντο , φορτηγοὶ λύκοι , πλᾶτιν πορεῦσαι κῆρα Μεμφίτῃ |
| ὕλη . ἀλλ ' οὔ οἱ τότε γε χραῖσμ ' Ἄρτεμις ἰοχέαιρα . ἡ διπλῆ , ὅτι σαφῶς τὸ βάλλειν | ||
| λοιμὸς γὰρ ἐγένετο , αἴτιοι δὲ τῶν λοιμῶν Ἀπόλλων καὶ Ἄρτεμις . λοιμοῦ οὖν γενομένου συναπήλαυσαν οἱ μηδὲν αἴτιοι . |
| εἶδος ὀρχήσεως , ἥτις ἐτελεῖτο ἐπὶ τιμῇ τῆς Ἀθηνᾶς . Τριτογένειαν δὲ λέγουσιν αὐτήν , ἐπεὶ κατὰ τὸν μῦθον ἐκ | ||
| Ἀθηναίοις . Τρίτωνος ] σημείωσαι ὅτι διὰ τοῦτο οἴεται αὐτὴν Τριτογένειαν . θρασὺς ταγοῦχος ] ὡς θρασὺς ἡγεμών : ἁρμόττουσα |
| καὶ τὸν Πύρρον ἀπεκρούσαντο . Ἀντίοχος ὁ προσαγορευθεὶς Θεὸς ἔγημε Λαοδίκην ὁμοπάτριον ἀδελφὴν , ἐξ ἧς αὐτῷ παῖς ἐγένετο Σέλευκος | ||
| λύπῃ καὶ αὐτὴ τελευτᾷ . * ἄλλοι δέ φασι τὴν Λαοδίκην διωκομένην ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων πεσεῖν ὑπό τινα φάραγγα καὶ |
| τὴν Σφίγγα διηγεῖται τὰ πολλάκις εἰρημένα : πτεροφόρε : Γᾶς λόχευμα : γέννημα : ἐκ γῆς γὰρ ἀνεδόθη : Γᾶς | ||
| κοῦρος ἐστὶ καρπός , κρατερὸς βίου προφήτης , φύσεως ἐὼν λόχευμα , Ἀφροδίσιον χόρευμα . Τί με , παῖδες , |
| καὶ Αἰβουράτης , ὡς Αἴγειρα Αἰγειράτης , Κίβυρα Κιβυράτης . Αἰγά , τῆς Αἰολίδος ἄκρα , ὡς Στράβων ” . | ||
| ἡ πάλαι Δῶρος , νῦν δὲ Δῶρα καλεῖται . . Αἰγά : τῆς Αἰολίδος ἄκρα . . . ἔστι καὶ |
| φησὶ , μετὰ γαμικῶν ᾀσμάτων καὶ σὺν λαμπάσι ταῖς ἀπὸ Πηλίου ὄρους τεμνομέναις εἰς τὸν οἶκον ἐπορευόμην τὴν χεῖρα τῆς | ||
| Πελασγικῶν πεδίων πρὸς τὴν Μαγνησίαν , ἃ παρατείνει μέχρι τοῦ Πηλίου σταδίους ἑκατὸν ἑξήκοντα . ἐπίνειον δὲ τῶν Φερῶν Παγασαὶ |
| ὡς παρὰ τῷ Ἡροδότῳ σεμνὸν ἅμα ἡδονῇ ἕποιτο , οἷον Ἴακχος καὶ τὰ τοιαῦτα , ἑτέρου λόγου . Ἀλλ ' | ||
| διεγένετο , ἀλλὰ καὶ συνιούσης τῆς ναυμαχίας ἐξεφοίτα μὲν ὁ Ἴακχος συνναυμαχήσων , νέφος δὲ ὁρμηθὲν ἀπ ' Ἐλευσῖνος καὶ |
| εἰς τὴν Τρωάδα τὴν Τεύκρου τοῦ Κρητὸς τὴν θυγατέρα γαμεῖ Ἀρίσβην . Ἑλλάνικος δὲ Βάτειαν αὐτήν φησι . . . | ||
| καὶ Κεραυνίων ὀρῶν καὶ Ἰβηρίας κείμενον οἳ καλοῦνται Ναρβωνήσιοι . Ἀρίσβην ἢ κατά τινας Βάτειαν θυγατέρα Τεύκρου γήμας Δάρδανος γεννᾷ |
| Σπειὼ διὰ τὸ τοὺς πλέοντας πολλάκις καὶ σπηλαίοις ἐντυγχάνειν , Θόη διὰ τὴν θεῦσιν τὴν ἐπὶ τοῦ ὕδατος , Ἀγαυὴ | ||
| Πληξαύρη τε Γαλαξαύρη τ ' ἐρατή τε Διώνη Μηλόβοσίς τε Θόη τε καὶ εὐειδὴς Πολυδώρη Κερκηίς τε φυὴν ἐρατὴ Πλουτώ |
| Λαοδαμαντείου λιμένος εἰς Παραιτόνιον λιμένα πλοῦς ἥμισυ ἡμέρας . Ἔχεται Ἆπις πόλις . Μέχρις οὖν ἐνταῦθα Αἰγύπτιοι ἄρχουσιν . ΜΑΡΜΑΡΙΔΑΙ | ||
| καὶ τρέφεται θήλεια βοῦς ἱερά , καθάπερ ἐν Μέμφει ὁ Ἆπις , ἐν Ἡλίου δὲ πόλει ὁ Μνεῦις : οὗτοι |
| τὴν πόλιν . ἀνὴρ δέ τις , ὃς ἐκηρύκευε τῶι Πάλλαντι , ἀπαγγέλλει τῶι Θησεῖ τὸ γενόμενον : ὁ δὲ | ||
| θυγατέρα Ὠκεανοῦ τὴν Στύγα ἐποίησε , συνοικεῖν δὲ αὐτὴν οὐ Πάλλαντι , ἀλλὰ ἐκ Πείραντος Ἔχιδναν τεκεῖν , ὅστις δὴ |
| δὲ μετ ' ἀθανάτοισι θεοῖσι τέρπεται ἐν θαλίαις καὶ ἔχει καλλίσφυρον Ἥβην . τὸν δ ' οὖν Ἡρακλέα λέγουσι καταλεγόμενον | ||
| ] ἀραρυῖαν [ ] ἣ δ ' ἔτεκεν Δανάην ] καλλίσφυρον ? [ ] [ ἐν μεγάροισιν ] ? [ |
| ἀκοντίων καὶ τῶν πλατυλόγχων , ὡς ὁρᾷς , ἀκοντίων τὴν πόρδαλιν καλοῦσι τὴν κασαλβάδα . τὴν κακκάβην γὰρ κᾶε τοῦ | ||
| Καὶ τῶν πλατυλόγχων , ὡς ὁρᾷς , ἀκοντίων . Τὴν πόρδαλιν καλοῦσι τὴν κασαλβάδα . Τὴν κακκάβην γὰρ κᾶε τοῦ |
| ' ὕδατι σημαίνοιεν : εἰ δ ' ὀλίγος τανύοιτο περὶ δνόφος ἀκτίνεσσιν , οἷόν που μαλακαὶ νεφέλαι φορέουσι μάλιστα , | ||
| ? ⌊ χέομεν ] ρονω [ . . . ] δνόφος πο ? [ ] γεινουσιναια ? ? [ ] |
| Ἀγήνωρ ἐπεστράτευσε τῆι χώραι πολλὴν ἵππον ἐπαγόμενος : ὅθεν ἐκλήθη ἱππόβοτον μὲν τὸ Ἄργος ἀπὸ τῆς Ἀγήνορος ἵππου , ἀπὸ | ||
| : πολλοὶ δὲ κασίγνητοί τε ἔται τε Ἄργος ἀν ' ἱππόβοτον , μέγα δὲ κρατέουσιν Ἀχαιῶν : τῶν ὑπαλευάμενος θάνατον |
| ναιετάουσιν , ὁμούριον αἶαν ἔχοντες , Ἡνίοχοι Ζύγιοί τε , Πελασγίδος ἔκγονοι αἴης . πὰρ δὲ μυχὸν Πόντοιο , μετὰ | ||
| ἀντικρὺ δὲ τοῦ μνήματος τῶν γυναικῶν Δήμητρός ἐστιν ἱερὸν ἐπίκλησιν Πελασγίδος ἀπὸ τοῦ ἱδρυσαμένου Πελασγοῦ τοῦ Τριόπα , καὶ οὐ |
| : τῶ καὶ ἐγώ , καίπερ ἀχˈνύμενος θυμόν , αἰτέομαι χρυσέαν καλέσαι Μοῖσαν . ἐκ μεγάλων δὲ πενθέων λυθέντες μήτ | ||
| ὑπαὶ πιτύων ὔμμι , θεαί , ξόανα . Κεῖσαι δὴ χρυσέαν ὑπὸ παστάδα τὰν Ἀφροδίτας , βότρυ , Διωνύσου πληθόμενος |
| διαδεξάμενον τὴν βασιλείαν τοῦ Κρόνου γῆμαι Ἥραν καὶ Δήμητρα καὶ Θέμιν , ἐξ ὧν παῖδας ποιήσασθαι Κούρητας μὲν ἀπὸ τῆς | ||
| * μουσικὰν ὀρθὰν ἐπιδεικνυμένου * * * πρῶτον μὲν εὔβουλον Θέμιν οὐρανίαν χρυσέαισιν ἵπποις Ὠκεανοῦ παρὰ παγᾶν Μοῖραι ποτὶ κλίμακα |
| , καὶ σμίλακα τὴν πολύφυλλον , κότινον , σχῖνον , μελίαν , πεύκην , ἀρίαν , δρῦν , κιττόν , | ||
| , σοφίᾳ δὲ πλεῖστα τοὺς Ἕλληνας ὠφελῶν ὑπὲρ τὴν Ἀχιλλέως μελίαν καὶ τὴν Αἴαντος ἀσπίδα καὶ τὸ δόρυ τοῦ Διομήδους |
| : χὢ μὲν ἔλυσε πέδιλον Ἀδώνιδος , οἳ δὲ λέβητι χρυσείῳ φορέοισιν ὕδωρ , ὃ δὲ μηρία λούει , ὃς | ||
| εἰπὼν παλάμῃσι δέπας πολυχανδὲς ἀείρας Μέμνονα προφρονέως στιβαρῷ δείδεκτο κυπέλλῳ χρυσείῳ , τό ῥα δῶκε περίφρων Ἀμφιγυήεις Ἥφαιστος κλυτὸν ἔργον |
| , ἕσπετο δ ' αἰενάου πλούτου νέφος . Ὀλβίων ὁμώνυμε Δαρδανιδᾶν , παῖ θρασύμηδες Ἀμύντα * * * . . | ||
| Ἀλέξανδρον τὸν φιλέλληνα ἐπικληθέντα ποιήσας εἰς αὐτόν , ὀλβίων ἐπώνυμε Δαρδανιδᾶν . διὰ τοῦτο γὰρ καὶ Θήβας ὕστερον πορθῶν μόνην |
| ἐπονομάζουσι δὲ αὐτὴν καὶ Λιμναίαν , οὖσαν οὐκ Ἄρτεμιν , Βριτόμαρτιν δὲ τὴν Κρητῶν : τὰ δὲ ἐς αὐτὴν ὁ | ||
| : Κρητικήν , ἀπὸ τόπου . ἐλλοφόνον : νεβροκτόνον . Βριτόμαρτιν : Βριτόμαρτις ὄνομα κύριον τῆς νύμφης , ἀφ ' |
| καλλιπάρῃον , τὴν δὲ καλλίσφυρον ὀνομάζων : ἐγὼ δὲ τὴν νύμφην ὁρᾶτε , ὅπως κεκήληται τῷ ὀνόματι καὶ σύντονον βλέπει | ||
| τὴν ἀφαίρεσιν εἶπον γενέσθαι , διὰ τὸ δερματώδη εἶναι τὴν νύμφην καὶ παρεκτείνεσθαι μέχρι πλείστου . ὥστε μὴ ἐκ τῆς |
| ἀρμένων . πολύνυμφον λέγει δὲ τὴν Ἑλένην . καὶ τὴν ἄνυμφον πόρτιν καὶ τὴν πολύανδρον δάμαλιν ἁρπάσας σὺ ὁ λύκος | ||
| ἀνάκλητος Ἀνακτόριος Ἀναξιδώρα ἀνδραποδοκλόπος ἀναστρέφων ἀναψύχουσα ἀνόσητος ἀνούστερος , ἀνουστέρα ἄνυμφον ἀολλεῖς ἀπαιόλημα ἁπαλά ἀπάνθρωπος ἀπολωπίσαι ἀπόμορφα ἀποφανῶσαι Ἀργειφόντης ἀρραγῶς |
| εἰσπράξεται ὁ διδάσκαλος τῆς ἀφωνίας , διαβριμώμενός τε καὶ τὴν αἰγίδα πυκνὰ ἐπισείων , μεταστρέφων τοὺς στατῆρας ἔνθεν καὶ ἔνθεν | ||
| , ἔγχος ἔχους ' ἐν χειρὶ † χρυσέην τε τρυφάλειαν αἰγίδα τ ' ἀμφ ' ὤμοις : ἐπὶ δ ' |
| αἰσχύνῃ καὶ ἐλέῳ πιέζομαι . τῆς τοῖς Πέρσαις νεμηθείσης . ἐγγαίαν : ἐγχωρίαν . τουτέστι τὴν ἐγχώριον : ἢ οὕτως | ||
| καὶ θρηνεῖ τὴν ἥβην καὶ τὴν ἡλικίαν τῶν Περσῶν τὴν ἐγγαίαν καὶ τὴν ἐγχώριον . ἢ οὕτως : ἡ γῆ |
| , . : πεζοφόροις ζώμασιν : Αἰσχύλος Τοξότισιν : ὥσπερ πέζαν ἐχόντων τῶν χιτώνων , τινὲς δὲ ποδήρεσι . ζῶμα | ||
| Χαρίτων ἤρανος Ἀντιόπην : ἥ τε πολὺν μύστῃσιν Ἐλευσῖνος παρὰ πέζαν εὐασμὸν κρυφίων ἐξεφόρει λογίων , Ράριον ὀργειῶνι νόμῳ διαποιπνύουσα |
| γῆς , ἣν ἐκ τεθρίππων ἁρμάτων πρώτην χθόνα Ἥλιος ἀνίσχων χρυσέᾳ βάλλει φλογί . καλοῦσι δ ' αὐτὴν γείτονες μελάμβροτοι | ||
| ἦ γὰρ σοφὸς [ ] ἢ Χαρίτων τιμὰν λελογχὼς ἐλπίδι χρυσέᾳ τέθαλεν ἤ τινα θευπροπίαν ἰδώς : ἕτερος δ ' |
| σῶκος : ἐπίθετον Ἑρμοῦ : καὶ ὁ μὲν Ἀπίων ἀποδίδωσι σῶκος σάοικος σωσίοικος , ἔνιοι δὲ σόωκος ὁ ὠκέως σοούμενος | ||
| τὸ ἰσχύειν , ἐξ οὗ καὶ σῶκος ὁ ἰσχυρός : σῶκος ἐριούνιος . . . . , . ἄντυξ : |
| ὄρουσαν . τοὺς δὲ ἰδὼν ἐλέησε Κρόνου πάϊς ἀγκυλομήτεω , Ἥρην δὲ προσέειπε κασιγνήτην ἄλοχόν τε : ὤ μοι ἐγών | ||
| Νηρῆα κασιγνήτας τε λιποῦσα , ἐξ ἁλὸς Οὔλυμπόνδε θεὰν μετεκίαθεν Ἥρην . ἡ δέ μιν ἆσσον ἑοῖο παρεῖσέ τε φαῖνέ |
| τὰς ῥάχεις . καὶ ἡ μὲν ἱστορία οὕτως . * ἔτυμον : ἀληθές ἀληθῶς * ἰοῦς ' : πορευομένη ἐρχομένη | ||
| ὀνομάτων δέ , οἷον ἀτηρός ἀταρτηρός , ἐδή ἐδωδή , ἔτυμον ἐτήτυμον . Ἔκτασις δέ ἐστιν , ὅταν τὰ συστελλόμενα |
| ἣ δακρυόεσσα φύγεν , λίπε δ ' αὐτόθι τόξα . Λητὼ δὲ προσέειπε διάκτορος Ἀργειφόντης : Λητοῖ ἐγὼ δέ τοι | ||
| παρέξει τὴν χρείαν αὐτῷ ἀναφανεῖσα καὶ μηκέτι πλέουσα ; Τὴν Λητὼ ἐπ ' αὐτῆς δεῖ ἀποκυῆσαι : ἤδη δὲ πονήρως |
| ἄνθρωποι καὶ κρίσεις γίνονται „ καὶ τὰ ἑξῆς . Ἀφροδίσιον ἄθυρμα Κράτης Λαμίᾳ : ” καὶ μάλιστ ' ἀφροδισίοις : | ||
| ἔξω ῥιπτόμενα : καὶ γίνεται παρὰ τὸ σκαλεύω καὶ τὸ ἄθυρμα τὸ παίγνιον . ” ἄττα “ καὶ ” τινά |
| διάστασιν ὄντων , διὰ τοῦ ι γράφεται : οἷον , δέμνιον : παίγνιον : ἴχνιον : φέρνιον ἡ σπυρίς : | ||
| . ἐλεδεμνὰς ] ἀπὸ τοῦ ἑλῶ τὸ κρατῶ καὶ τοῦ δέμνιον . ἐλεδεμνὰς βοὴ ἡ ἐλαύνουσα καὶ ἐγείρουσα ἀπὸ τῶν |
| Βολίνα . παρθένου δὲ ἐρασθῆναι Βολίνης Ἀπόλλωνα , τὴν δὲ φεύγουσαν ἐς τὴν ταύτῃ φασὶν ἀφεῖναι θάλασσαν αὑτήν , καὶ | ||
| θεοὺς ὑπερέβαλε ; Τί δὲ ἡ μήτηρ τὴν κόρην ἐδέχετο φεύγουσαν ; τῶν φαύλων ὁ γάμος ; καὶ πῶς αὐτὴ |
| . Ἴασος δὲ τὸ Ἄργος καὶ Ἰάσιοι οἱ κατοικοῦντες . Ἰάων καὶ Ἰήων . καὶ ῥῆμα ἰαονίζω , ἀφ ' | ||
| πόλεως γέννας πενθητῆρος . κλάγξω κλάγξω δὲ γόον ἀρίδακρυν . Ἰάων γὰρ ἀπηύρα , Ἰάων ναύφαρκτος Ἄρης ἑτεραλκὴς νυχίαν πλάκα |
| τυγχάνει οὖσα ; ” Φερεφάττα Πλάτων μόνος : Φερσεφόνη καὶ Περσεφόνη οἱ λοικοί . Περσέφασσα δὲ ποιητικώτερον . Φηγοί . | ||
| Δαείραι . . . . . : Δάειρα : ἡ Περσεφόνη παρὰ Ἀθηναίοις , παρὰ τὴν δᾶιδα , ἐπειδὴ μετὰ |
| , γᾶ δ ' ἔχει τυράννους , ἀνηβᾶι δ ' Ἐρεχθεύς : ὅ τε γηγενέτας δόμος οὐκέτι νύκτα δέρκεται , | ||
| Δεινομάχη Ἀλκιβιάδης◄ εἰς Δαίδαλον κτλ . ►Ζεύς Ἥρα Ἥφαιστος Γῆ Ἐρεχθεύς Προκρίς Μητίων γυνή τις Εὐπάλαμος Ἀλκίππη Δαίδαλος διὰ μέσου |
| καὶ πλεονασμῷ τοῦ ν ἀχύνω , ὥσπερ δύω δύνω καὶ θύω θύνω , καὶ ἐν ὑπερθέσει τοῦ ν ἀχνύω : | ||
| ἀλλήλων δὲ διέχουσιν πολύ . βοῦν προσκυνεῖς , ἐγὼ δὲ θύω τοῖς θεοῖς : τὴν ἔγχελυν μέγιστον ἡγεῖ δαίμονα , |
| ' ἐδάην , τά κε λέξω . Πρῶτα μὲν οὖν σπένδοντας ἀναιμάκτων ἐπὶ βωμῶν οὐ γὰρ ἄγειν θέμις ἐστὶ θυηλὴν | ||
| ' ἐδάην , τά κε λέξω . Πρῶτα μὲν οὖν σπένδοντας ἀναιμάκτων ἐπὶ βωμῶν οὐ γὰρ ἄγειν θέμις ἐστὶ θυηλὴν |
| χίμαρον . Οὗτος Φειδόλα ἵππος ἀπ ' εὐρυχόροιο Κορίνθου ἄγκειται Κρονίδᾳ μνᾶμα ποδῶν ἀρετᾶς . Πρηξιδίκη μὲν ἔρεξεν , ἐβούλευσεν | ||
| τετυχηκὼς Χαρίτων λέγηται ἐκ διανοίας συνετῆς . τό μοι θέμεν Κρονίδᾳ τε Διὶ καὶ Νεμέᾳ : ἐμοὶ εἴη ποιῆσαι : |
| ] † διὰ τὸ ἐν ὑψηλῷ τινι τόπῳ κεῖσθαι τὴν Λέρνην , ἄκρην εἶπεν ἄκρατος ] † μὴ κεκραμένος ἀλλὰ | ||
| Δημήτηρ καὶ Κόρη καὶ Σάραπις καὶ Ποσειδῶν καὶ ὁ τὴν Λέρνην κατέχων Ἴακχος καὶ πολλοὶ πρὸς τούτοις ἕτεροι δαίμονες , |
| ἀρέσσασθαι θυέεσσιν ἠνώγει Ἑκάτην , καὶ δὴ τὰ μὲν ὅσσα θυηλήν κούρη πορσανέουσα τιτύσκετο ἅζομαι αὐδῆσαι : τό γε μὴν | ||
| ἴθι , καὶ τήνδ ' ἧμιν , Ἑκηβόλε , δέξο θυηλήν , ἥν τοι τῆσδ ' ἐπίβαθρα χάριν προτιθείμεθα νηός |
| καὶ λαμπρός [ : ἐπιθέτοις ἄλλοις εἰς αὐτὸν χρῶνται , χρυσοκόμαν καὶ ἀκειρεκόμαν προσαγο - ρεύοντες , ἐπειδὴ χρυσωπός ἐστι | ||
| . ἐν Δήλῳ ποτ ' ἔτικτε παῖδα Λατώ , Φοῖβον χρυσοκόμαν , ἄνακτ ' Ἀπόλλωνα , ἐλαφηβόλον τ ' ἀγροτέραν |
| ἀστράγαλοι ἡ ἔσοπτρος Δῶρον ἀλεξικάκοιο Διὸς θνητοῖσιν ὀπάσσαι κεκλόμενος Μαίης ἐριούνιος ἦλθε κομίζων υἱός , ὅπως ἂν ἔχοιμεν ὀϊζύος ἀτρεκὲς | ||
| ἰσχύειν , ἐξ οὗ καὶ σῶκος ὁ ἰσχυρός : σῶκος ἐριούνιος . . . . , . ἄντυξ : ἡ |
| χρυσοβαφεῖς δ ' ἐστυφέλιξ ' ἐκ θεμέθλων ἄνακτας , οὐκ ἐνάριθμος γεγαὼς ἐν προμάχοις Ἀχαιῶν , ἀλλ ' ἀπὸ κρανᾶν | ||
| χρυσοβαφεῖς τ ' ἐστυφέλιξ ' ἐκ θεμέθλων ἄνακτας , οὐκ ἐνάριθμος γεγαὼς ἐν προμάχοις Ἀχαιῶν , ἀλλ ' ἀπὸ κρανᾶν |
| : διὸ οὗτος ὑποσχόμενος ἐξελάσαι τοὺς Ἕλληνας ἀνάεδνον αἰτεῖ τὴν Κασσάνδραν . . οὐδ ' ἤρκεσε θώρηξ χάλκεος : ἡ | ||
| σοῖσι πλευροῖς παῖς ἐμὴ κοιμίζεται ἡ φοιβάς , ἣν καλοῦσι Κασσάνδραν Φρύγες . ποῦ τὰς φίλας δῆτ ' εὐφρόνας λέξεις |
| . δηλοῖ τὸ θερμὸν , καὶ καυστικόν . παρὰ τὴν πεύκην τὴν ἐπιτηδείαν πρὸς καῦσιν . Πρόβασις . ἡ τῶν | ||
| . διαφορὰν δ ' ἔχει καὶ ταύτην μεγάλην πρὸς τὴν πεύκην : πεύκην μὲν γὰρ ἐπικαυθεισῶν τῶν ῥιζῶν οὐκ ἀναβλαστάνειν |
| Τιμάδος ἅδε κόνις , τὰν δὴ πρὸ γάμοιο θανοῦσαν δέξατο Φερσεφόνας κυάνεος θάλαμος , ἇς καὶ ἀποφθιμένας πᾶσαι νεοθᾶγι σιδάρῳ | ||
| ' Ὀλυμπιόνικος ἁ Μινύεια σεῦ ἕκατι . μελαντειχέα νῦν δόμον Φερσεφόνας ἔλθ ' , Ἀχοῖ , πατρὶ κˈλυτὰν φέροις ' |
| τε τὸν εὐδαιμονίας βροτοῖς ὀλβοδόταν πατέρ ' , ὃν ἔκλυον εὔιππον χώραν ὕδασιν καλλίστοισι λιπαίνειν . ἰώ , κλύετ ' | ||
| ἐστί σοι βαρύς ] . αἰαῖ ἰὼ Θρήικης λογχοφόρον ἔνοπλον εὔιππον Ἄρει κάτοχον γένος . ἰὼ Ἀχαιοί , ἰὼ Ἀτρεῖδαι |
| . . . . αἰαίη : ἡ Μήδεια : Αἰαίη δολόεσσα : καὶ Αἰαίη Μήδεια Πελασγίδων αἶαν ἵκηται , ἀπὸ | ||
| ἔστι γάρ ποτε ὁ δόλος καὶ ἐπὶ τῆς φρονήσεως . δολόεσσα : πανοῦργος . μενέηνα : ἀντὶ τοῦ ὠργίσθην . |
| προβάτων εἶναι τὸ ὕδωρ , Θόη διὰ τὸ ταχύ , Πολυδώρη διὰ τὸ πολλὰ δωρήματα ἔχειν τοὺς ναύτας ἐξ αὐτῆς | ||
| υἱὸς Σπερχειοῖο διιπετέος ποταμοῖο : ὃν τέκε Πηλῆος θυγάτηρ καλὴ Πολυδώρη Σπερχειῷ ἀκάμαντι γυνὴ θεῷ εὐνηθεῖσα , αὐτὰρ ἐπίκλησιν Βώρῳ |
| σε , πάντα δὴ φωνεῖν χρεών . Ὅθ ' εἷρπε κλεινὴν Εὐρύτου πέρσας πόλιν , νίκης ἄγων τροπαῖα κἀκροθίνια , | ||
| τὸ Διονύσῳ καθιερωμένον ὄρος ” ὅθεν κατεῖδον τὴν βεβακχιωμένην βροτοῖσι κλεινὴν „ Νῦσαν , ἣν ὁ βούκερως Ἴακχος * αὐτῷ |
| σώτειρα καὶ Δημήτηρ Δημήτειρα , καὶ βότης , ὅπερ καὶ βούτης λέγεται κατὰ πλεονασμὸν τοῦ υ τὸ αὐτὸ δηλοῦν , | ||
| [ ] κλέψε τεὴν σύριγγα κατ ' οὔρεα Δάφνις ὁ βούτης [ ] ἢ † Λυδος ἤτοι † Θύρσις , |
| ἡ χεὶρ δὲ τοῦ Ἡφαίστου ὑπουργήσασα αὐτῷ πρὸς τὴν ἐμὴν δέσιν προσήλασεν ἐμοὶ μοῖραν θανατηφόρον καὶ κῆρα . . βούλευμα | ||
| τὴν ὀλίγην , ἐν δὲ τῷ τῶν διαθέσεων τὴν οἷον δέσιν τε καὶ λύσιν τῶν σωμάτων καὶ τὴν ἰσχνότητα καὶ |
| εἰ μὲν τὸ λέχος ἔγκειται τροπή ἐστιν , λεχοποίην καὶ λεχεποίην : εἰ δὲ τὸ ἔχειν , πλεονασμὸς τοῦ Λ | ||
| τῷ εἰς Ἀπόλλωνα ὕμνῳ ” εἰς Μυκαλησσὸν ἰὼν καὶ Τευμησσὸν λεχεποίην ” . ἄστυ , ὡς Δημοσθένης ἐν τρίτῳ Βιθυνιακῶν |
| τὰ φυτά , ἐὰν τὴν ῥίζαν περιορύξας καὶ τρυπήσας κρανέας ἐπίουρον ἐμβάλῃς , καὶ γῆν ἐπισωρεύσῃς . Τινὲς δὲ γυμνώσαντες | ||
| : τί γὰρ κεκώλυκε παρὰ τὸ ὁρῶ εἶναι ἐπίορον καὶ ἐπίουρον τὸν ἐπιορῶντα , ἐψιλῶσθαι δὲ διὰ τὴν ἐπένθεσιν τοῦ |
| ἐπινικίοις Πανθείδα φίλον υἱόν . Ἀριστοκάρπου [ ] Σικελίας κρέουσαν Δάματρα [ ] ἰοστέφανόν τε Κούραν ὕμνει , γλυκύδωρε Κλεοῖ | ||
| τῷ εἰς τὴν ἐν Ἑρμιόνι Δήμητρα Ὕμνῳ λέγων οὕτως : Δάματρα μέλπω Κόραν τε Κλυμένοι ' ἄλοχον , μελιβόαν ὕμνον |
| , καὶ ἕως τοῦ παρατατικοῦ κλίνεται . . . . ἀλεύω : σημαίνει τὸ ἀποφεύγω , τὸ ἀπὸ ψύχους εἰς | ||
| ἀλέξω ἀλεξίκακος . . . . ἀλεός : ὁ ἥρως ἀλεύω , καὶ ὥσπερ ἀπὸ τοῦ λοχεύω Λοχεός οὕτω καὶ |
| θεάων . ὣς δ ' αὔτως Κίρκη κατερήτυεν ἐν μεγάροισιν Αἰαίη δολόεσσα , λιλαιομένη πόσιν εἶναι . ἀλλ ' ἐμὸν | ||
| βουλῇσιν ἀέντος Ἥρης , ὄφρ ' ὤκιστα κακὸν Πελίαο δόμοισιν Αἰαίη Μήδεια Πελασγίδα γαῖαν ἵκηται , ἠοῖ ἐνὶ τριτάτῃ πρυμνήσια |
| Ὄλπις , ὁ τοὺς λεπιδωτοὺς ἰχθύᾳς ἀγρεύων ἢ ὁ τοὺς ἔλλοπας ἀγρεύων . ἔστι δὲ πεποιημένον ἢ κύριον . Ὄλπις | ||
| ἢ ὅτι ἐλλειπομένην ἔλλοπες γὰρ οἱ ἰχθύες ἐλλοπιεύειν ἐστὶ τὸ ἔλλοπας , ἤγουν ἰχθῦς , ἀγρεύειν : ἔλλοπες γὰρ οἱ |
| μηρῶν , μαλερὸν τὸ πῦρ ἐχόντων , ἀφελῆ ποίησον αἰδῶ Παφίην θέλουσαν ἤδη . φθονερὴν ἔχεις δὲ τέχνην , ὅτι | ||
| , Παφίης μελῶν , Ἀθήνη , ἐρατοὺς χοροὺς μετέρχου . Παφίην μόνην Ἀθήνης κρατέειν ῥόδον διδάσκει . Δότε μοι ῥόδον |
| οὗ ἐξήνεγκεν αὐτὸν τοῦ ἱεροῦ διὰ τὴν θυσίαν λέβητος ἡ Κλωθώ , ἐλεφαντίνῳ ὀστῷ λαμπρὸν ἔχοντα τὸν ὦμον . ὄντως | ||
| μειρακίου ἐρᾷ καὶ ἀναφέρει αὐτὸ ἐς τὸν λέβητα καὶ τὴν Κλωθώ , ὅτε Πέλοψ ἀστράψαι ἐδόκει τῷ ὤμῳ . καὶ |
| παραγωγὴν , ὄβριμος ὁ πάνυ ἰσχυρός : ἢ ἀπὸ τοῦ Βριμῶ ἡ Περσεφόνη , καὶ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ ο ὄβριμον | ||
| παραγωγὴν , ὄβριμος ὁ πάνυ ἰσχυρός : ἢ ἀπὸ τοῦ Βριμῶ ἡ Περσεφόνη , καὶ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ ο ὄβριμον |
| ὄφρα σε Λιμὸς ἐχθαίρῃ , φιλέῃ δέ ς ' ἐυστέφανος Δημήτηρ αἰδοίη , βιότου δὲ τεὴν πιμπλῇσι καλιήν : Λιμὸς | ||
| ἴουλος ἡ ἐκ τῶν δραγμάτων συναγομένη δέσμη καὶ Οὐλὼ ἡ Δημήτηρ . λέγεται δὲ ἴουλος καὶ ζῷόν τι , θηρίδιον |
| δ ' ἀνέθηκεν Ἀθηνᾷ πατρίδ ' ἐς εὐρύχορον Κύπρου ἀπὸ ζαθέας . Ἀγαπήνορος δὲ οὐκ ἀνασωθέντος οἴκαδε ἐξ Ἰλίου , | ||
| τὸν ὕστερον χρόνον . Ἰὲ Παιᾶνα θεὸν ἀείσατε λαοί , ζαθέας ἐνναέται [ ] τᾶσδ ' Ἐπιδαύρου . Ὧδε γὰρ |
| δὲ ὀφρύων τὸ ἐπιπρεπὲς καὶ παρειῶν τὸ ἐνερευθὲς οἵαν τὴν Κασάνδραν ἐν τῇ λέσχῃ ἐποίησεν τοῖς Δελφοῖς , καὶ ἐσθῆτα | ||
| λαβόμενος ἐπελάθου τῆς περὶ τὸν Βόσπορον τρυφῆς , ἐπεὶ καὶ Κασάνδραν εἴ τις ἤγαγεν εἰς Δελφοὺς καὶ παρήγαγεν εἰς τὸ |
| ὡς ἔχων τὴν παραλήγουσαν βραχεῖαν παρὰ τῷ Ὁμήρῳ , οἷον Ἄρητος ὡς λέβητος . Καὶ πάλιν ὡς τὰ σπονδιακὰ , | ||
| : πόλις Χαλκιδέων . Θεόπομπος κδ . . Ἄρης : Ἄρητος . . . . χωρίον Εὐβοίας : Θεόπομπος κδ |
| φαίνεται εἶναι , εἰς ὅ κέ τοι φήνωσι θεοὶ κυδρὴν παράκοιτιν . ἄλλο δέ τοί τι ἔπος ἐρέω , σὺ | ||
| νῦν , Μενέλαε , χολούμενος : οὐ γὰρ ἔοικε κουριδίην παράκοιτιν ἐναιρέμεν ἧς πέρι πολλὰ ἄλγε ' ἀνέτλημεν Πριάμῳ κακὰ |
| ἀεί . ἅβραν γὰρ ἀντωνούμενος ἐρωμένην , ταύτηι μὲν οὐ παρέδωκ ' ἔχειν , ἔτρεφε δὲ χωρὶς ὡς ἐλευθέραι πρέπει | ||
| ὑψιφρόνων τιν ' ἔκαμψε βˈροτῶν , ἑτέροισι δὲ κῦδος ἀγήραον παρέδωκ ' : ἐμὲ δὲ χˈρεών φεύγειν δάκος ἀδινὸν κακαγοριᾶν |
| συντελεσθείη : “ ἥ τις ἀκουόντεσσι νεωτάτη ἀμφιπέληται . ” ἀμαλδῦναι ἀφανίσαι : “ τεῖχος ἀμαλδῦναι ποταμῶν μένος εἰσαγαγόντες . | ||
| παρὰ τὸ μάχη ἀμαιμάχετος καὶ ἀμαιμάκετος . . . . ἀμαλδῦναι : κυρίως μὲν τὸ διὰ πυρὸς ἀφανίσαι : ἀπὸ |
| . . Σοφία δὲ Κλέπτει παράγοισα μύθους . Ἀέθλων τε κορυφὰν ] Ἤγουν τὸν ἀκρότατον τῶν ἀγώνων , τὸν ἐν | ||
| , ὅτι ἀξιοπρεπέστερος τῶν τοῦ πλούτου χρημάτων ὁ χρυσός . κορυφὰν οὖν τὸ κεφάλαιον καὶ ἄκρον ἀκουστέον . ἐξ Ὁμήρου |
| τράπεζαν . παρὰ δὲ τοῖς τραγικοῖς καὶ κωμικοῖς παροξυτόνως εὕρηται χερνίβα : Εὐριπίδης : εἰς χερνίβ ' ὡς βάψειεν Ἀλκμήνης | ||
| ἐκθέσει στίχοι ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι ιζʹ . οὕτω “ τὴν χερνίβα ” . μᾶλλον προπαροξυντέον κατὰ τὴν ἀναλογίαν . οἱ |
| πάρος : ἐς γὰρ ὀλβίαν ξείνοισί με πότνια Νίκα νᾶσον Αἰγίνας ἀπάρχει ἐλθόντα κοσμῆσαι θεόδματον πόλιν τάν τ ' ἐν | ||
| ξένοι συνοικήσοντες αὐτῷ . ἐποίκων : πάντων τῶν προειρημένων . Αἰγίνας τε Μενοίτιον : Αἴγινα μετὰ τὸ τεκεῖν τὸν Αἰακὸν |
| ἀλλὰ νῦν μοι Γαιάοχος εὐδίαν ὄπασσεν ἐκ χειμῶνος . ἀείσομαι χαίταν στεφάνοισιν ἁρμόζων . ὁ δ ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω | ||
| κάλαθον εἰς τιμὴν τῆς Δήμητρος . μηδ ' ἃ κατεχεύατο χαίταν : μηδ ' ἥτις ἄγαμός ἐστιν . μηδὲ ὅταν |
| τὼ ἅμα πνοιῇσι πετέσθην , τοὺς ἔτεκε Ζεφύρῳ ἀνέμῳ Ἅρπυια Ποδάργη βοσκομένη λειμῶνι παρὰ ῥόον Ὠκεανοῖο . ἐν δὲ παρηορίῃσιν | ||
| ταῖς παραφράσεσιν ἔδειξεν ὅτι κύριον ὄνομα Ἅρπυια , τὸ δὲ Ποδάργη ἐπίθετον , πλανηθείς : τοὐναντίον γὰρ φαίνεται . ἐν |
| αὐτῷ , τὴν ἐξ αὐτοῦ προφέροντες καὶ προσείοντες ὡς εἰπεῖν Γοργόνα , καὶ τοῦτον κατεσίγασαν , τὴν ἄλλως πρόλαλον ὄντα | ||
| χάσματι , ὁ Περσεὺς δὲ τῇ λαιᾷ μὲν προδείκνυσι τὴν Γοργόνα , τῇ δεξιᾷ δὲ καθικνεῖται τῷ ξίφει : καὶ |
| μετόπισθε Διὸς μέγα κοιρανέουσι θηρσὶν ὀρειαύλοις καὶ ῥιγεδανὸν θοὸν ἅρμα Ῥείης εὐώδινος ὑπὸ ζεύγλῃσιν ἄγουσιν . Αἰόλα φῦλα δὲ τοῖσι | ||
| τὴν τροφώδη μεσαιτάτην ἐνάσσαο ] οἰκεῖς ἧχι ] ὅπου εἰσί Ῥείης ] τῆς Ῥέας Λοβρίνης : οὕτω καλεῖται ἡ Ῥέα |
| Καδμείους . ἔνθ ' ὅ γε δώματ ' ἔναιε σὺν αἰδοίῃ παρακοίτι νόσφιν ἄτερ φιλότητος ἐφιμέρου , οὐδέ οἱ ἦεν | ||
| δίδωθι δέ μοι κλέος ἐσθλόν , αὐτῷ καὶ παίδεσσι καὶ αἰδοίῃ παρακοίτι : σοὶ δ ' αὖ ἐγὼ ῥέξω βοῦν |
| τὸ λεύσσω τὸ βλέπω , ὁ διαφανὴς καὶ λαμπρός . Λευκοθέα : ἡ Ἰνώ . ὅτι ἐμμανὴς γενομένη διὰ τοῦ | ||
| λέγω . μετὰ δὲ τὸ ἄγαλμα τοῦ Ἑρμοῦ Ποσειδῶν καὶ Λευκοθέα καὶ ἐπὶ δελφῖνός ἐστιν ὁ Παλαίμων . λουτρὰ δὲ |
| χρόα νιψάμενος φοινικοκραδέμνοιο [ ] Λατοῦς κίκλῃσκε [ θύγατρα ] βοῶπιν χεῖρας ἀντείνων πρὸς αὐγὰς ἱππώκεος ἀελίου , τέκνα δυστάνοιο | ||
| ὑγροῖσιν ἐν ποσίν . Εἶδέν τε πατρὸς ἄλοχον φίλαν σεμνὰν βοῶπιν ἐρατοῖσιν Ἀμφιτρίταν δόμοις : ἅ νιν ἀμφέβαλεν ἀϊόνα πορφυρέαν |
| ναυπηγοὶ καὶ οἱ ναῦταί εἰσιν , ὅσοι κατὰ τοὺς ποταμοὺς πλώουσι . πέμπτον δὲ γένος ἐστὶν Ἰνδοῖσιν οἱ πολεμισταί , | ||
| κρέα ἐσιτέοντο . ὑπὸ δὲ τὴν ἕω ἀναχθέντες σταδίους τριακοσίους πλώουσι , καὶ καθορμίζονται ἐς Δαγάσειρα : ἔνθα νομάδες τινὲς |
| καὶ τὴν γῆν , ἀντὶ τοῦ , ἔνθα ὁ Ἀσωπὸς λιπαίνει τὴν Βοιωτίαν . . φίλον πίασμα ] προσφιλὲς τοῖς | ||
| ἀναπνοῆς . Φωκέων ] τῶν . ὅπου . ποταμὸς . λιπαίνει . ἀρδεύει . πιαίνει ἀρδεύει . πιαίνει . ἡσύχῳ |
| τῇ ἀσπίδι . σάγμα καλεῖται ἡ θήκη τῶν ὅπλων . σάγη γὰρ τὸ ὅπλον , καὶ πανσαγία ἡ πανοπλία . | ||
| πτέρυγας πτύον πύγαργος ῥᾶ Ῥαικοί Γραικοί ῥαχία Ῥειτά ῥήτωρ ῥικνός σάγη σαλάμβην σίκλος Σκόμβροι στιβάδα ποιούμενος στομώδη στραβαλοκόμαν Τεγεάς τέως |
| ' ἐπαύσατο χωόμενός περ : ἅζετο γὰρ μὴ Νυκτὶ θοῇ ἀποθύμια ῥέζοι . Τολμηρῶς δὲ περὶ αὐτῆς φησιν ἐρεῖν ἐπειδήπερ | ||
| ὑπὸ πότμῳ πὰρ ποσὶ σοῖσι πεσόντα . Λιτῇς δ ' ἀποθύμια ῥέξεις αἵ ῥα καὶ αὐταὶ Ζηνὸς ἐριγδούποιο θύγατρες εἰσὶ |
| χωομένη Διὶ τίκτεν : ὁ δ ' οὐρανίῳ ἀτάλαντος ἀστέρι Τυνδαρίδης , οὗπερ κάλλισται ἔασιν ἑσπερίην διὰ νύκτα φαεινομένου ἀμαρυγαί | ||
| μιν ἔτυψε παροίτατος οὐδ ' ἐδάμασσεν . ἔνθ ' ἀπὸ Τυνδαρίδης μὲν ἐύστιπτον θέτο φᾶρος λεπταλέον , τό ῥά οἵ |
| . Ἀλθαία δὲ λυπηθεῖσα ἐπὶ τῇ τῶν ἀδελφῶν ἀπωλείᾳ τὸν δαλὸν ἧψε , καὶ ὁ Μελέαγρος ἐξαίφνης ἀπέθανεν . οἱ | ||
| ἅλις ἐλᾳδίῳ διεὶς ἐσπαργάνωσα περιπάσας ὀρίγανον ἐνέκρυψά θ ' ὥσπερ δαλὸν εἰς πολλὴν τέφραν . ἀφύαν θ ' ἅμ ' |
| ' ἐμοί , τοὶ Ἰλίῳ ἐγγεγάασιν . Ὣς ἄρα φωνήσας κόρυθ ' εἵλετο φαίδιμος Ἕκτωρ ἵππουριν : ἄλοχος δὲ φίλη | ||
| τε φίλος καὶ πότνια μήτηρ : αὐτίκ ' ἀπὸ κρατὸς κόρυθ ' εἵλετο φαίδιμος Ἕκτωρ , καὶ τὴν μὲν κατέθηκεν |
| , αἷς κολάζονται πρὸς τῶν ἱεροφαντῶν αἱ μὴ φυλάττουσαι τὴν παρθενίαν , ἐκεῖνος ἐξευρεῖν πρῶτος εἴτε κατὰ λογισμὸν εἴτε ὡς | ||
| λαβεῖν , ὅ τι βούλοιτο : τὴν δὲ πρῶτον μὲν παρθενίαν αἰτῆσαι , μετὰ δὲ τὴν παρθενίαν ἀπαρχὰς τῶν θυομένων |
| : λαβοῦσα πλήρη χρυσέαν μεσόμφαλον φιάλην . Τελέστης δ ' ἄκατον ὠνόμαζέ νιν , ὡς τοῦ Τελέστου ἄκατον τὴν φιάλην | ||
| τὴν χέρσον εὔκαιρόν ἐστιν ἀναδραμεῖν καί τινος ἀποδῆσαι πέτρας τὴν ἄκατον , μέχρις ἀπειπὸν τὸ θηρίον πρὸς τὰς ὁρμάς τε |