, ἐξεφοίτησαν δὲ καὶ ἐς ἄλλας χώρας τῆς Ἑλλάδος , παράφοροι οὖσαι ὑπὸ τῆς νόσου . ἀκούω δὲ ὅτι καὶ | ||
: καὶ οἱ κατὰ γαστροκνημίην πόνοι ἐν τούτοισι , γνώμης παράφοροι . Ὅσοι ἐν ξυνεχεῖ ἄφωνοι κείμενοι , μύοντες σκαρδαμύσσουσιν |
ὁμοίωϲ γίγνονται οἱ ὀφθαλμοὶ ἀλλὰ καὶ ξηροί . οἱ δὲ ϲφυγμοὶ μικρότεροι πᾶϲι τοῖϲ ἐπ ' ἀγρυπνίᾳ καὶ λύπῃ καὶ | ||
τράχη - λοϲ οἰδέει πνεύματοϲ πρήϲει : ὑποχόνδρια ἀνεϲπαϲμένα : ϲφυγμοὶ ϲμικροί , πυκινοί , πιεζεύμενοι : ἰϲχνὰ ϲκέλεα : |
καυστικοὶ , ἀκρίτως δὲ περιψύχοντες , διὰ ταχέων περικαέες , νωθροὶ , κωματώδεες , σπασμώδεες , ὀλέθριοι . Οἱ κωματώδεες | ||
κατὰ , κατὰ τὰς ὁδοὺς , κατὰ τὰς πορείας . νωθροὶ δὲ κέλευθα : βραδέως εἰλοῦνται ἐν τῇ πορείᾳ , |
, καὶ ἀγρυπνίη , καὶ δύϲπνοια ἐπὶ μᾶλλον : ϲφυγμοὶ ϲμικροί , νωθροί , ἀδρανέεϲ : τὴν γνώμην παράληροι : | ||
ἔμμεναι θέρμην , ὁ δὲ ἄνθρωποϲ καίεϲθαι δοκέει : ϲφυγμοὶ ϲμικροί , πυκνότατοι , ὁκοῖόν τι πεπιεϲμένοι καὶ δεδιωγμένοι : |
. ἀρτίως οὖν , ὡς ὁρᾷς , κύριέ μου , ὑπνοῖ : ἐγὼ δὲ ἐγύμνωσα αὐτὴν ὅπως οἱ τοῦ κώλου | ||
τοῦ παρὰ τῷ Διῒ κεραυνοῦ . Εὕδει ] Καθεύδει , ὑπνοῖ . Ἀνὰ σκάπτῳ Διὸς ] Τῇ ῥάβδῳ τοῦ Διός |
ἀνάτριψις , ἴησις , πόνος , ἀργίη , ὕπνος , ἀγρυπνίη , πνεύμασιν ἄνωθεν , κάτωθεν , κοινοῖσιν , ἰδίοισι | ||
ὕδωρ ψυχρὸν καὶ πουλὺ , μετὰ ταῦτα ἐκείνης τῆς νυκτὸς ἀγρυπνίη , δυσφορίη , ἄκρεα ψυχρά . τῇ δὲ ὑστέρῃ |
, οὐ μάλα πυκινή : χροιῇ χλοήβαφοι : ἢν δὲ κατακορέωϲ ἔωϲιν ἰκτερώδεεϲ , τοῦ λευκοχρόου εἴδεοϲ . ὕπνοι καθαροὶ | ||
ἀτὰρ οὐδὲ ἰδέην κάρτα τῳ ἴκελοϲ : χροιὴν μὲν μέλανεϲ κατακορέωϲ ἅπαντεϲ καὶ δι ' ὅλου τοῦ ϲκήνεοϲ . ἵπποϲ |
ἔνδοθι γυίων ῥωμαλέαι στέλλονται : ὁ δ ' ἠέρα παῦρον ἀτύζει οἷα κατηβολέων , ψυχὴ δ ' Ἀιδωνέα λεύσσει . | ||
καὶ ἀλύζει , οἷον : ἠέρα παῦρον ἀλύζει ἠέρα παῦρον ἀτύζει ] βραχέως ἀναπνοὴν συγχεῖ ἀλέξει ] ἀέξει κατηβολέων : |
ῥοδίνηϲ κηρωτῆϲ ὑγροτάτηϲ μίξαϲ χρῖε : αὔξει τὰϲ τρίχαϲ καὶ πυκνοῖ τὸ δέρμα καὶ οὐ ϲυγχωρεῖ ῥέειν : καὶ τὸ | ||
, θέρους δὲ τεσσαράκοντα ἕξ . Συστέλλει δὲ αὐτὸ καὶ πυκνοῖ μᾶλλον τὸ ψῦχος , διὸ καὶ ἐν τοῖς γνώμοσι |
' ἄλλου λέγοντοϲ ἤκουϲα . οἱ μὲν οὖν προειρημένοι τρεῖϲ ϲπαϲμοὶ θεραπεύονται πολλάκιϲ , ἀνίατοϲ δὲ ὁ διὰ ξηρότητα τῶν | ||
ἀρχῆϲ ἢ οὐ μετὰ πολὺ τῆϲ ἀρχῆϲ τοῦ νοϲήματοϲ γίγνωνται ϲπαϲμοὶ καὶ διαμείνωϲιν , ὑπὸ πληρώϲεωϲ ἔχουϲι τὴν γένεϲιν . |
, ϲτιλπνοί , γανόωντεϲ : οἰδαλέοι καὶ ὠχροί , ἢ πελιδνοὶ τὰ πρόϲωπα : γνάθων τὰ λεπτὰ ποιεῖ ὀδοῦϲι προϲιζάνειν | ||
δὲ πρὸς τῷ βάρει καὶ οἱ ὄνυχες καὶ οἱ δάκτυλοι πελιδνοὶ γίγνονται , προσδόκιμος ὁ θάνατος παραυτίκα : μελαινόμενοι δὲ |
, ἐκλέψαντα τοῦ κόκκου δύο πόσιας : μετακλύζειν δὲ τοῖσιν αὐτέοισιν : ἢν δὲ μὴ παρῇ κόκκος , τῇ ῥίζῃ | ||
τὰ ἡμέτερα πράγματα ; Ὧδε ἔχει : σπουδαῖον γὰρ ἐν αὐτέοισιν οὐδέν , κενεὰ δὲ πάντα καὶ ἀτόμων φορὴ καὶ |
γινομένων ὑπό τε κυνηγῶν καὶ ζῴων ἡμέρων τε καὶ ἀγρίων ἦχοι ἐκμιμητικοὶ γίνονται τούτων . ὅθεν πολλάκις τινὲς τὰ μὲν | ||
ἤτοι διά τινα δυσκρασίαν , ἢ διὰ χυμῶν ἐπιρροήν , ἦχοι δὲ ἢ διά τινας αὐτοῦ που συστάντας χυμούς , |
ὕπνοι ϲμικροί , νωθροί , κωματώδεεϲ : φανταϲίαι ἀξύνετοι : παράληροι τὴν γνώμην , ἐκϲτατικοὶ οὐ μάλα . ἀγνωϲίη τῶν | ||
δὲ ἁπάντων , ἢν τὸ δίαιμον ἐκλείπῃ . γίγνονται δὲ παράληροι : ἔϲτι δὲ ὅτε καὶ κωματώδεεϲ , καὶ ἐν |
πολλὴ , ἢν πάνυ πουλὺ , θανάσιμον τὸ τοιοῦτον . Ὁκόσοι ὑπὲρ τὰ τεσσαράκοντα ἔτεα φρενιτικοὶ γίνονται , οὐ πάνυ | ||
τῶν οὔρων κάκιστα , τοῖσι δὲ παιδίοισι τὰ ὑδατώδεα . Ὁκόσοι δ ' ἂν οὖρα λεπτὰ καὶ ὠμὰ οὐρέωσι πουλὺν |
οὐδὲ τῷ καύϲονι καθ ' ἕκαϲτον παροξυϲμόν . ἐπὶ γὰρ καύϲου ῥίγεοϲ ἐπιγενομένου λύει τὸ νόϲημα . διενήνοχε δὲ ὁ | ||
μαραϲμώδεεϲ , εὖτε ὁκόϲοι τήνδε τὴν κατάϲταϲιν εἶδον , ἰδέην καύϲου ἐκάλεον . καὶ γὰρ καὶ τοῦ γένουϲ τοῦ καύϲου |
αὐτὸς Ἱπποκράτης ἐν ἀφορισμοῖς δηλοῖ λέγων , ὁκόσοισι νέοισιν αἱ κοιλίαι ξηραί εἰσι , τουτέοισιν ἀπογηράσκουσι ξηραίνονται , τῇ μεταβολῇ | ||
ἀθρόως πληροῦντος τὰς κυριωτάτας κοιλίας τοῦ ἐγκεφάλου . κυριώταται δὲ κοιλίαι εἰσὶν ἡ ὄπισθέν τε καὶ ἡ μέση . σμεʹ |
ὄψιας , ἢ καὶ ἐναιωρεύμενοι , ἢ ἐξίσχοντες , ἢ ἔγκοιλοι ἰσχυρῶς γιγνόμενοι , ἢ αἱ ὄψιες αὐχμῶσαι καὶ ἀλαμπέες | ||
ἔγκοιλοι ἰσχυρῶς γιγνόμενοι [ . . ] : καὶ “ ἔγκοιλοι ” μὲν γίγνονται οἱ ὀφθαλμοὶ δι ' ἔνδειαν καὶ |
παρῆκται δὲ ἴσως παρὰ τὸ Ὁμηρικὸν ἦ τι κασιγνήτοις ἐπιμέμφεαι οἷσί περ ἀνὴρ μαρναμένοισι πέποιθεν [ ] , καὶ εἰ | ||
ὠοτοκοῦσιν . φατίζεται : λέγονται , καλεῖται , ὀνομάζεται . οἷσί τ ' : καὶ τούτοις , οἷστισί τε τῶν |
αὐχένα ἐφύη , ἢ ἰσχνο - φωνότεροι ἐγένοντο , ἢ βῆχες ξηραὶ χρόνιοι προσέχουσιν , ἢ ἐς τὴν γαστέρα μείζοσι | ||
περὶ τὴν κεφαλὴν καὶ τὸν θώρακα πάθη , ῥευματισμοὶ καὶ βῆχες κατ ' ἀρχήν : καὶ κάρος περὶ τὴν κεφαλὴν |
ὦν καὶ ἡ ϲυγκοπὴ καρδίηϲ ἐϲτὶ καὶ ζωῆϲ νοῦϲοϲ . ὁκόϲοι δὲ ϲτομάχου ἡγέονται τὸ πάθοϲ ἔμμεναι , οὕνεκα ϲιτίοιϲί | ||
ὑγρῶν μετοχετεύϲιοϲ : ἀφωνίη : ϲφυγμοὶ ϲμικρότατοι καὶ πυκνότατοι , ὁκόϲοι ἐπὶ ξυγκοπῇ : ἐντάϲιεϲ ἐμέτου ξυνεχέεϲ , κενεαί : |
δὲ τὸ τῶν εἰσφορῶν πλῆθος βαρύνεσθε , μεμνῆσθαι χρὴ πόσοι πόνοι σὺν τοῖς διδομένοις ὑφ ' ἡμῶν ἀνα - λίσκονται | ||
ὀδμῆς καὶ τῶν ἄλλων καὶ πείνης , ὀργάνων ἄσκησις : πόνοι , λουτρὰ , σῖτα , ποτὰ , ὕπνος . |
, ῥιγώδεεϲ , ἀδρανέεϲ , ὄκνῳ εἴκοντεϲ , ἄθυμοι : βρωμώδεεϲ δὲ τὴν ὀϲμήν , πικροὶ δὲ τὴν γεῦϲιν : | ||
καὶ ἡ τροφὴ καὶ τὸ αἷμα : ἐξερεύξιεϲ πολλαί , βρωμώδεεϲ : κἢν μὲν πολὺ ξυλλεγῇ , ἀπορίη , ϲκοτόδινοϲ |
ἱδρῶτες δὲ αἰεὶ , οὐ δι ' ὅλου : ψύξις ἀκρέων πολλὴ , καὶ μόλις ἀναθερμαινόμενα : κοιλίαι ταραχώδεες , | ||
νεύρων πόνοϲ ἔῃ καὶ ψῦξιϲ ὅλου , πολλὸν δὲ μᾶλλον ἀκρέων , τῷ καϲτορίῳ ξὺν ἀνηθίνῳ λιπαίνειν ἠδὲ τέγγειν τὴν |
ἐν τῇ ἀπρεπῇ κοίτῃ ἐν τῇ τρίψει ἀκονᾶται , καὶ κοιλοῖ τὴν θήλειαν : διὸ καὶ οὐ θέλει συνουσιάσαι , | ||
ἐν τῇ ἀπρεπῇ κοίτῃ ἐν τῇ τρίψει ἀκονᾶται , καὶ κοιλοῖ τὴν θήλειαν : διὸ καὶ οὐ θέλει συνουσιάσαι , |
εἰ ψυχροπότηϲ ὁ κάμνων εἴη . Τοῖϲ καύϲοιϲ παρακολουθεῖ ϲυμπτώματα γλῶϲϲα μὲν ξηρὰ καὶ παχεῖα καὶ μέλαινα , δῆξιϲ δὲ | ||
ἐδεϲτῶν ἐντυγχάνουϲα , τὴν αἴϲθηϲιν ϲοφίζεται τήνδε . ἡ γὰρ γλῶϲϲα ἀναπιοῦϲα τῆϲ χολῆϲ τῆϲδε , οὐκ ἐκείνων , αἰϲθάνεται |
στόματος ἐπιξηρασίη καὶ ἀηδίη καὶ ἀποσιτίη τοῦτον τὸν τρόπον : πυρετοὶ δὲ οὐκ ὀξέες οἱ τοιοίδε , ὑποστροφώδεες δέ . | ||
: τοῖσι πλείστοισι τουτέων ὑπὸ πληϊάδα καὶ μέχρι χειμῶνος οἱ πυρετοὶ παρείποντο . Σπασμοὶ δὲ πουλλοῖσι , μᾶλλον δὲ παιδίοισιν |
τὰ πρῶτα αἱ κόμαι , ἔτι δὲ δάκτυλοί τε καὶ ὄνυχεϲ , ἑξῆϲ δὲ περιτετήκειϲαν πάντα . ἐπεὶ δὲ ἔτι | ||
ὀϲτέων μούνων ἡ ἰδέη : ϲμύχονται γὰρ αἱ ϲάρκεϲ : ὄνυχεϲ γρυποὶ δακτύλων , αἱ κοιλίαι ῥυϲαὶ καὶ πλατέεϲ : |
, αἱ δὲ σμικρὸν ἄνωθεν τοῦ ὀμφαλοῦ ἐν δεξιᾷ , ὀδυνώδεες αὗται καὶ ἀσώδεες , καὶ κοπριήμετοι , οἷον καὶ | ||
μέλανα , ἀπόσιτοι , παράφοροι , καθ ' ἥβην μικρὰ ὀδυνώδεες , ὄμμα θρασὺ , κεκλεισμένον , τούτους μὴ φαρμακεύειν |
ὠῷ ἐόντος : καὶ τοῦτ ' ἤδη πᾶσιν ἐμφανὲς ἐγένετο ὁκόσοι προσέσχον τὸν νόον : ὁκόταν ἐπιλείπῃ ἡ τροφὴ τῷ | ||
φασιν ἔχειν , καὶ διὰ τῶν οὐάτων ἤχους διαΐσσειν : ὁκόσοι δὲ σώζονται τῶν ληθαργικῶν , ἔμπυοι ὡς ἐπιτοπολὺ γίνονται |
καὶ ἕλξει ἐγκρατεῖ ἐς τὸ ὕδωρ ἄγουσι , καὶ δεῖπνον ἴσχουσι . δορὰ δὲ ἕκαστον περιαμπέχει τὸ πάχος καὶ δύο | ||
πολὺ μείζω κοινωνίαν τῆς τῶν παίδων πρὸς ἀλλήλους οἱ τοιοῦτοι ἴσχουσι καὶ φιλίαν βεβαιοτέραν , ἅτε καλλιόνων καὶ ἀθανατωτέρων παίδων |
οὐ νεφριτικὰ , ἀλλὰ τουτέοισιν ἀντ ' ἄλλων ἄλλα : ἔμετοι χολώδεες , φλεγματώδεες , καὶ σιτίων ἀπέπτων ἀναγωγαί : | ||
ἀπὸ τοῦδε ψυχρότερος αὐτῷ τοῦ κρυστάλλου περιχεῖται ἱδρώς , καὶ ἔμετοι χολώδεις ἀκριβῶς γίγνονται , χρῶμα δὲ ἀμείβει ἐκ χρώματος |
ξηραινομένοισι : τὴν γὰρ φύσιν διαλλασσομένοις ἑκάστοισι καὶ διαφθειρομένοις αἱ ὀδύναι γίνονται : ὑγιαίνονταί τε αἱ ὀδύναι τοῖσιν ὑπεναντίοισιν : | ||
οἶνον πινόντων ὑδαρέα τε καὶ ὅτι ψυχρότατον . Ὁκόσοισι δὲ ὀδύναι γίνονται τῶν σπλάγχνων ἢ ἐκ γυμνασίης ἢ ἐξ ἄλλης |
, πρωῒ μὲν ἐκοιμήθη σμικρὰ , ταχὺ δὲ ψύξις , ἀφωνίη , λεπτὸν πνεῦμα καὶ μινυθῶδες : ὀψὲ δὲ πάλιν | ||
βαρύϲ , βαρύτατοϲ : μεϲηγὺ δὲ τῆϲ ὀδύνηϲ ἀτονίη καὶ ἀφωνίη . διάφραγμα καὶ ὑπεζωκὼϲ ἕλκονται : ἀπὸ τῶνδε γὰρ |
τοῦ σώματος διαΐσσουσιν , ἐκ δὲ τῶν τοιουτέων πυρετοὶ γίνονται ὀξέες . Ταύτην τὴν οὕτως ἔχουσαν , ἢν μὲν ἄπυρος | ||
ἄγει ἐς ὁδὸν σκολιὴν σκόλοπάς τε ἔχουσαν , οἵτινες δὴ ὀξέες , μεγάλοι , καὶ πυκνοὶ καταπεπήγασι , καὶ χαράδρας |
δὲ καὶ τάδε , μνημήια ὅτι Ἰνδοὶ τοῖς τελευτήσασιν οὐ ποιέουσιν , ἀλλὰ τὰς ἀρετὰς γὰρ τῶν ἀνδρῶν ἱκανὰς ἐς | ||
, ὥσπερ καὶ ἄλλαι πολλαὶ μυῶν παραλλαγαὶ καὶ νεύρων τοῦτο ποιέουσιν . Δῆλον μὲν οὖν ἐκ τῶνδε μάλιστά ἐστιν , |
κεφαλαλγίαι ἢ πάρεισιν ἢ παρέσονται . οἷσιν ἑβδομαῖα κρίνεται , τουτέοισιν ἐπὶ νεφέλῃ ἴσχει τὸ οὖρον τῇ τετάρτῃ ἐρυθρὸν ὂν | ||
πουλὺν χρόνον , ἢν τἄλλα ὡς περιεσομένοισι σημεῖα ᾖ , τουτέοισιν ἀπόστασιν δεῖ προσδέχεσθαι ἐς τὰ κάτω τῶν φρενῶν χωρία |
πολλὰς καὶ αἱμοῤῥοΐδας ἐν τῇ ἕδρῃ . Πλευρίτιδες δὲ καὶ περιπλευμονίαι καὶ καῦσοι καὶ ὁκόσα ὀξέα νουσήματα νομίζονται , οὐκ | ||
δὲ ὑπὲρ τὴν ἡλικίην ταύτην , ἄσθματα , πλευρίτιδες , περιπλευμονίαι , λήθαργοι , φρενίτιδες , καῦσοι , διάῤῥοιαι χρόνιαι |
, σφυγμοῖσι νωθροῖσι , καὶ μετάρσια τὰ ὑποφθάλμια , καὶ ἱδρῶτες ἐπιγίνονται , καὶ κοιλίας χολώδεας καὶ ἀκρατέας ἢ καταξήρους | ||
τῶν ἱδρώτων , τοῖς ἱδρῶσι , τοὺς ἱδρῶτας , ὦ ἱδρῶτες . Ἑνικά . Ὁ ἥρως τοῦ ἥρωος , ὁ |
ἡ ἔμφυτος θερμότης τῷ περιέχοντι . Ἀποτυχίαι δὲ τῆς πέψεως ἐπιγίνονται κατά τε τὰ χρώματα καὶ τὰς συστάσεις . Ὅτε | ||
ἢ τῇ ἐνάτῃ ἢ τῇ ἑνδεκάτῃ ἢ τῇ τεσσαρεσκαιδεκάτῃ ἴκτεροι ἐπιγίνονται , ἀγαθὸν , ἢν μὴ τὸ δεξιὸν ὑποχόνδριον σκληρὸν |
, καὶ εἰρεσίης μνώοντο . Ἀπροφάτως δ ' ἀπὸ γῆς λεπτοὶ λύοντο κάλωες πείσματα δ ' ἡπλώθη : κραιπνὸν δ | ||
δὲ λεπτοὶ οὐρέονται μᾶλλον : καὶ οἱ λευκοὶ καὶ οἱ λεπτοὶ γλυκέες οὐρέονται μᾶλλον ἢ διαχωρέουσι , καὶ ψύχουσι μὲν |
ἐπίκαιρον κακὸν φλεγμαϲίη καὶ πρῆϲιϲ τοῦ πνεύμονοϲ , ἐφ ' οἷϲι πνὶξ ὀλιγοχρονίη . χρὴ ὦν ἀντίξοα ἠδὲ ὠκέα ἔμμεναι | ||
καιροῖϲ μεταβάλλουϲιν εἰϲ τὰ ῥοφήματα ἐκ τῆϲ κενεαγγείηϲ , ἐν οἷϲι πολλάκιϲ ἀρήγει ἐκ τῶν ῥοφημάτων πληϲιάζειν τῇ κενώϲει , |
καὶ κατέβαινον , ὡς ἐπὶ τὸν ἕτερον ἀναβαίνειν , ἐνταῦθα ἐπιγίγνονται οἱ βάρβαροι καὶ ἀπὸ τοῦ ὑψηλοῦ εἰς τὸ πρανὲς | ||
πέψειϲ καὶ ἀνιϲταμένοιϲ ἐξ ὕπνου . ἐπιτεινομένου δὲ τοῦ πάθουϲ ἐπιγίγνονται ἴλιγγοι καὶ ϲκοτώματα , ὡϲ δοκεῖν πάντα ὁρᾶν περιϲτρεφόμενα |
κόποι δ ' αὐτόματοι καὶ ὕπνοι βαθεῖς ἢ φαντασιώδεις ἢ ἀγρυπνίαι ἱδρῶτές τε μετὰ τοὺς ὕπνους καὶ δίψα παρὰ τὸ | ||
προκαταρκτικῆϲ αἰτίαϲ κινηϲάϲηϲ αὐτήν . λύπαι δὲ καὶ φροντίδεϲ καὶ ἀγρυπνίαι καὶ τὰ λοιπὰ πάθη τῆϲ ψυχῆϲ οὐχ ὅπωϲ μόνον |
' οὖς ἀποστήματος , οὐ πάνυ σώζονται . Οἱ ληθαργικοὶ τρομώδεες ἀπὸ χειρῶν , ὑπνώδεες , δύσχρωτες , οἰδηματώδεες , | ||
- ναι , ἐξίστανται : σκληρυσμὸς τουτέοισιν ὀλέθριον . Αἱ τρομώδεες γλῶσσαι , σημεῖον οὐχ ἱδρυμένης γνώμης . Ἐπὶ τοῖσι |
ἐπὶ τούτων ἐξίστανται οἱ ὀφθαλμοὶ καὶ ἀπαιώρηνται καὶ προπετεῖς αὐτοὺς ἴσχουσιν ἢ κοίλους , ἐπὶ τούτων ἀστήρικτοί εἰσιν οἱ ὀφθαλμοί | ||
ἀκούσῃ . ἔρωτα γὰρ τῶν καλῶν σωμάτων καὶ αἱ ψυχαὶ ἴσχουσιν , ὅθεν ἄκουσαι αὐτῶν ἀπαλλάττονται . ὑπεξιόντος δὲ αὐτῷ |
, παρέλεγεν , ᾐσχρομύθει : πολλοὶ πόνοι , μεγάλοι , ξυνεχέες . Δευτέρῃ , διὰ τῶν αὐτῶν : οὐδὲν ἐκοιμᾶτο | ||
, αὖθις δ ' ὅθεν φρένες ἐξεπεφύκεισαν , ἀπὸ τούτου ξυνεχέες ἐόντες κατὰ μέσον κάτωθεν ἀρτηρίης τὸ ἐπίλοιπον παρὰ σπονδύλους |
περὶ κρίσιν , λαῦροι μὲν , ὀλιγήμεροι δέ : οὐκ ἀπόσιτοι δὲ πάνυ , οὐδὲ πυρετώδεες , οὐδέ τι κενεαγγητέον | ||
ὑποστροφώδεες οἱ πυρετοὶ , καὶ ἔς τι πλανώδεες , καὶ ἀπόσιτοι , καὶ χολώδεες : καὶ δυσεντερίαι , ἀπόσιτοι , |
ἵν ' αὐτίκα μᾶλλον ἴδηαι : τοίη οἱ κεφαλή , τοῖοι δέ οἱ ἀμφοτέρωθεν ὦμοι καὶ πόδες ἀκρότατοι καὶ ζώματα | ||
. κεῖται γὰρ καὶ δέδεικται , ὅτι διὰ τῶν ἐθῶν τοῖοι ἢ τοῖοι γινόμεθα , τὰ μὲν ἀγαθὰ πράττοντες ἀγαθοί |
: ὀφθαλμίαι : ἄνθρακες : κοιλίαι ταραχώδεες : ἀπόσιτοι : διψώδεες , οἱ μὲν , οἱ δ ' οὔ : | ||
, ἀσώδεες , φρικώδεες : πυρετὸς οὐκ ὀξύς : οὐ διψώδεες λίην : οὐ παράληροι : ἀπὸ ῥινῶν ἔσταζε σμικρά |
οἱ ψυχροὶ ἱδρῶτες . κακὸν οὖν ἐν ὀξεῖ νοσήματι οἱ ψυχροὶ ἱδρῶτες : δηλοῖ γὰρ καταβεβλημένον τὸ ἔμφυτον θερμόν , | ||
οὐδὲ ἀβλαβῶϲ ἀπέχονται τῶν ἀφροδιϲίων . εἰ δὲ ὑγροὶ καὶ ψυχροὶ οἱ ὄρχειϲ τὴν κρᾶϲιν γένοιντο , ψιλὰ τὰ πέριξ |
, τετάνοισι , σπασμοῖσι , τὰ τοιαῦτα : συντάσιες , τρόμοι , παραπληγίαι , τὰ τοιαῦτα : χαλάσιες , νάρκαι | ||
τι ψυχρῶν ἀνισχυρότερον . Ἐν δὲ τῇσι φρίκῃσι καὶ οἱ τρόμοι τοῦ σώματος κατὰ τόνδε γίνονται τὸν τρόπον : τὸ |
ἐϲ λύπην καὶ ἀθυμίην μοῦνον . ἀτὰρ καὶ μαίνονται μὲν ἐϲ τὰ πλεῖϲτα τοῦ βίου ἀφρονέοντεϲ καὶ δεινὰ καὶ αἰϲχρὰ | ||
. ἀτὰρ εἴτε πίνουϲι ψυχρὸν χανδὸν πουλὺ πλεῖϲτον , καὶ ἐϲ μὲν βραχὺ ἀνεκουφίϲθηϲαν , εἶτ ' αὐτοῖϲ ἐξάπτεται τὸ |
κοπιώδει , πυρετώδει , ῥῖγος , ὀλέθριον : καὶ οἱ κωματώδεες ἐν τουτέοισι , κακόν . Ὀφθαλμιῶντι ἀνδρὶ , πυρετοῦ | ||
ἰσατώδει διαχώρημα , διὰ παντὸς κακόν . Ἐν τουτέοισι πολλοὶ κωματώδεες ἦσαν καὶ παράφοροι , οἱ δὲ ἐξ ὕπνων τοιοῦτοι |
ἀράχνης ἐν ὑφάσματι τῷδ ' ἀσεβεῖ θανάτῳ βίον ἐκπνέων , ὤμοι μοι , κοίταν τάνδ ' ἀνελεύθερον δολίῳ μόρῳ δαμεὶς | ||
ματέρος ἀμφὶ σᾶς νεκρὸς ὑπὸ χθονὶ σὺν νεκρῶι τε . ὤμοι μοι , τί πάθω ; τάλας δῆτ ' ἐγὼ |
τέχναι αἵ τε ἄλλαι καὶ οἱ τὸν χαλκὸν ἐλαύνοντες , ἄγρυπνοί τε αὐτοὶ καὶ ἀγρυπνίας οἷς προσήκουσιν αἴτιοι διψῶντες μὲν | ||
ἀποστάζει , καὶ ἡ γλῶσσα τραχύνεται καὶ μελαίνεται , καὶ ἄγρυπνοί εἰσι καὶ ἀσηροὶ καὶ παράληροι , τό τε πνεῦμα |
ἁπαλαὶ δὲ καὶ ἄναρθροι δειλοτέρου καὶ ἀνανδροτέρου : αἱ δὲ λεπταὶ πάνυ δειλοῦ καὶ κακοήθους , αἱ δὲ πρὸς τούτῳ | ||
Ἄνθις ἀδελφαί : αὗται Ἀφύαι ἐκαλοῦντο , ὅτι λευκαὶ καὶ λεπταὶ οὖσαι τοὺς ὀφθαλμοὺς μεγάλους εἶχον . Ἀντιφάνης δὲ ἐν |
θρασείας καὶ πυκνότερον ἀναπηδῶσι , πικραινόμενοι πρὸς τοὺς οἰκείους , διψαλέοι τε . χρὴ οὖν τῆς κοιλίας ποιεῖσθαι ἐπιμέλειαν πρὸς | ||
τὸ πᾶν ϲκῆνοϲ : πόνοϲ πουλύϲ . ἀναπνοὴ κακή : διψαλέοι . ἢν δὲ καὶ θνῄϲκειν μέλλωϲι , ἱδρὼϲ ψυχρόϲ |
γὰρ ὑπάρχει ὡς ἐξοχή τις * τηλόεν : πορροτέρω * πελιδναί : μέλαιναι μέλαιναι , μολυβδόχρους φλύκταιναι : ἤτοι αἱ | ||
* ἐπρήσθη : ἐκαύθη φλεγμαίνεται * ἀπορραίουσιν : ἀποπίπτουσιν * πελιδναί : μέλαιναι * ζοφεραί : σκοτειναί οὐδέ τις οὐδ |
τῆς νειαίρης γαστρὸς γίνονται πόνοι καὶ ἐν κενεῶσι , καὶ ῥίγεα καὶ πυρετοί : κἢν ἀπαλλάσσηται τὸ ὕστερον , ὑγιαίνει | ||
ᾗσι μέλλει ἐπέρχεσθαι : ποιέει δὲ , μὴ ἐξερχόμενα , ῥίγεα καὶ πυρετούς . Μαλθακὰ ὑφ ' ὧν καθαίρεται ὕδωρ |
ἀναγκάζει οὐδὲ ἐκφυϲᾶν ἢ πίνειν ψυχρόν . γίνονται δὲ καὶ φλεγματώδειϲ ἔμετοι , καὶ ὅϲα διὰ γαϲτρὸϲ ἐκκενοῦται , ψυχρότερα | ||
τοῦ ὠτὸϲ μετὰ βάρουϲ τῆϲ κεφαλῆϲ γένοιτο , παχεῖϲ καὶ φλεγματώδειϲ αἴτιοι τῆϲ ὀδύνηϲ χυμοί . διάγνωϲιϲ δέ ϲοι γιγνέϲθω |
γνώμη παράφοροϲ , πάντων ἀγνωϲίη : διψώδεεϲ : ψαῦϲαι ψυχροῦ ἐπιθυμίη , τοίχου , ἐϲθῆτοϲ , ἐδάφεοϲ , ὑγροῦ : | ||
περὶ παντὸς τοῦ προτεθέντος ἀντιλέγοντας ἐθέλειν κρατέειν ἄπλετος καὶ ἄλογος ἐπιθυμίη : ὁκότε πολλοὶ οὐκ αἰδέονται καὶ κατὰ τῶν σπουδαιεστάτων |
ξυνήθεα . Θεραπεία χολέρηϲ . Ἐν χολέρῃ ἡ τῶν φερομένων ἐπίϲχεϲιϲ κακόν : ἄπεπτα γάρ . χρὴ ὦν ἡμᾶϲ , | ||
βοᾶν καὶ τοὺϲ παρόνταϲ κικλήϲκειν ἀρωγούϲ : τῇϲι γὰρ ἀναπνοῆϲ ἐπίϲχεϲιϲ θᾶττον πολλῇϲι , τῇϲι δὲ φωνῆϲ . εἰκὸϲ ὦν |
καί τευ πατάξαντοϲ μεγάλωϲ τὸν αὐχένα μετεξέτεροι ϲπῶνται . καὶ ψῦξιϲ δὲ κάρτα ἰϲχυρὴ γίγνεται αἰτίη . διὰ τόδε χεῖμα | ||
μὲν ὦν καὶ τοῖϲι αἷμα ἐπέχουϲι . ἀρήγει δὲ ἡ ψῦξιϲ τῆϲ κύϲτιοϲ , ῥοδίνου καὶ οἴνου τέγξιϲ καὶ εἰρίων |
διέτασσε . Καί οἱ ταῦτα διέποντι ἐπῆλθε πταρεῖν τε καὶ βῆξαι μεζόνως ἢ ὡς ἐώθεε : οἷα δέ οἱ πρεσβυτέρῳ | ||
; δότω τις εἰς τὴν χεῖρα πρὶν † χολη † βῆξαι . μή μ ' ἰκετεύω , Λαμπρίσκε , πρός |
πάθος . αἴσθησις δὲ θέρμης περὶ τὸ σπλάγχνον , καὶ ἐρυγαὶ τὸ πλέον ἔνθερμοί τε καὶ κνισσώδει ἀναφέρονται , καὶ | ||
ἀπὸ λιπαρῶν ἢ γλυκέων ἢ ἐλαιωδῶν ἀνατραπεὶς τὸν στόμαχον καὶ ἐρυγαὶ κνισσώδεις ἐπιγίνονται , οὐ δεῖ τὸν ἄρτον αὐτοῖς εἰς |
γένηται , ἀπύρεκτοι σχέδον γίνονται , ἀλλὰ καὶ ἀνώδυνοι καὶ ἄδιψοι καὶ εὐόρεκτοι . ἀλλὰ καὶ τὸ ἀναπτυόμενον δεῖ λευκὸν | ||
ἐναντία φαίνεται μᾶλλον συμβαίνοντα τοῖς ἐπὶ ψύξει : οὐδὲ γὰρ ἄδιψοι γίνονται οὔτ ' ἐμοῦσι τὸν ὀξώδη χυμόν : ἡ |
δεύτερον φθινοπώρου , ἧϲϲον ἦροϲ , ἥκιϲτα χειμῶνοϲ . καὶ διάρροιαι μὲν παιδίοιϲι καὶ μειρακίοιϲι , δυϲεντερίη δὲ ἀκμάζουϲι καὶ | ||
. Λέγει καὶ δεύτερον σημεῖον , καί φησιν ὅτι καὶ διάρροιαι πολυχρόνιοι γίνονται αὐτοῖς . καὶ ἡ διάρροια γίνεται αὐτοῖς |
τοῦτο ταχεῖαι αἱ κρίϲιεϲ , ὅτι ταχέεϲ οἱ πυρετοὶ καὶ ξυνεχέεϲ καὶ ἰϲχυροί . ” ἐκ δὲ τῶν ἐναντίων τὸ | ||
δι ' ἕδρηϲ κόπρανα ὑγρά , δυϲώδεα . ἀπεψίαι γὰρ ξυνεχέεϲ αἱ τῆϲδε προφάϲιεϲ . ἢν δὲ τάδε ἀποκλυϲθῇ , |
λευκήν , γλυκεῖαν ἔχουσι σάρκα . τράχηλοι μὲν γὰρ αὐτῶν σκληροί , δύσπεπτοι , δυσδιαίρετοι , δύσφθαρτοι : τὸ δὲ | ||
τῷ φυσήματι ἀκούω . Ἀτρέως ὄμματα : οἷον ἄτρεπτοι καὶ σκληροί . εἴρηται δὲ ἀπὸ τῆς Ἀτρέως παρανομίας : ὃς |
τις ἄρα ἐλπίς : οὐ γὰρ ἀπὸ τῶν χαλώντων οἱ σπασμοὶ , ἀλλ ' ἀπὸ τῶν ἐντεινόντων . Αἱ δὲ | ||
χολώδεα , κατακορέα . Ὀγδόῃ ἐπεῤῥίγωσεν : πυρετὸς ὀξύς : σπασμοὶ πολλοὶ μετὰ πόνου : πολλὰ παρέλεγεν : ἐξανίστατο βάλανον |
πολιορκίας καὶ τῆς τῶν ἐπιτηδείων πρὸς τροφὴν στερήσεως ἰσχνοὶ καὶ ὠχροὶ ἦσαν καὶ δυσειδεῖς . Ἔοικα τῷ τοὺς ἅλας καὶ | ||
ἀσθενεῖς γίνονται , καὶ ξηροὶ , καὶ λεπτοὶ , καὶ ὠχροὶ , καὶ κοιλοφθαλμιῶντές εἰσιν οἱ οὕτω διακείμενοι . Εἰ |
ἀστέρες ? ? ? ? ἀμφίς ? [ ] καὶ θαμέες τυπόωσιν ? ? , ἀτὰρ [ κατὰ ] | | ||
: “ οἱ δέ τε θάμνοι πρόρριζοι πίπτουσι . ” θαμέες πυκνοί , καὶ θηλυκῶς θαμειαὶ πυκναί . καὶ ἐπιρρηματικῶς |
πάθοϲ περὶ τὴν κεφαλὴν ἐπὶ πλεῖον ϲυνίϲταϲθαι , προϲημαίνειν εἴωθεν ϲκοτόδινοϲ καὶ ἀλγηδὼν κεφαλῆϲ καὶ βάροϲ ἐν ταῖϲ ὀφρύϲιν , | ||
ἔργων πρήξιοϲ , ἔκλυϲιϲ , ἀτονίη , γουνάτων ἀκραϲίη , ϲκοτόδινοϲ , καὶ τὰ γυῖα λύονται : κεφαλῆϲ πόνοϲ , |
κροτάφων βάρος καὶ σκοτώδεα περὶ τὰς ὄψιας , καὶ ὑποχονδρίου ξύντασις οὐ μετ ' ὀδύνης γίγνεται , τουτέοισιν αἱμοῤῥαγέει διὰ | ||
χρέεσθαι τῷ ὤμῳ : κωλύει γὰρ ἡ ὀδύνη καὶ ἡ ξύντασις τῆς φλεγμονῆς . Τοὺς οὖν τοιούτους ἰῆσθαι χρὴ κηρωτῇ |
Ὁρᾷ δ ' οὖν φοβερόν , καὶ πῦρ ἐκλάμπουσιν οἱ ὀφθαλμοί : ἄλλως τε καὶ ἡ κεφαλὴ φρικῶδές τί ἐστιν | ||
μὴ φοβοῦ : ἅμα γὰρ φάγῃς , ἀνοιχθήσονταί σου οἱ ὀφθαλμοί , καὶ ἔσεσθε ὡς θεοὶ ἐν τῷ γινώσκειν τί |
; τὸ μὲν πρῶτον ὀξέως ἀποπηδῶσιν , τελευτῶντες δὲ καταγέλαστοι γίγνονται , τὰ ὦτα ἐπὶ τῶν ὤμων ἔχοντες καὶ ἀστεφάνωτοι | ||
, κούφου πράγματος , ἔργῳ μίση τε καὶ ἔχθραι βαρύταται γίγνονται : πράγματι γὰρ ἀχαρίστῳ , θυμῷ , χαριζόμενος ὁ |
τῇϲι δὲ ἑτέρῃϲι τάδε οὐδὲν ἐπαρήγει . καὶ τὰ μέλεα κινέονται ἀπὸ ὑϲτέρηϲ , ἀπὸ δὲ τοῦ ἑτέρου πάθεοϲ ἥκιϲτα | ||
ὅτι οὐκ ἐς ὁμοίην φορὴν ἠέλιός τε καὶ ὁ κόσμος κινέονται , ἀλλ ' ἐς ἀντίξοον ἀλλήλοις ἀντιδρομέουσιν , καὶ |
ἀμφοῖν δὲ τὸ ξύμπαν ϲῶμα κνηϲμῶδεϲ : θέρμη ἀνὰ ῥῖναϲ ϲμικρὴ μέν , δακνώδηϲ δέ . ἀμύϲϲον τὸ χολῶδεϲ . | ||
ἁθρόον δὲ εἰρήϲθω , ἐπὶ πάϲῃ αἵματοϲ ἀναγωγῇ , κἢν ϲμικρὴ ἔῃ , κἢν ἤδη μεμύκῃ τὰ ῥαγέντα , ἕπεται |
: ἔφερον . Ἄγριον : ἤγουν ἀγριώτερον . Λύγγας : λύγγες , λέαιναι , παρδάλιαι καὶ τρίγλεις πρὸ τῆς γονῆς | ||
. Τὰ ἰκτερώδεα , οὐ πάνυ τι ἐπαισθανόμενα , οἷσι λύγγες , κοιλίαι καταῤῥήγνυνται : ἴσως δὲ καὶ ἐπίστασις : |
τεταρταῖοι ὡς τὰ πολλὰ γίνονται βραχεῖς , οἱ δὲ φθινοπωρινοὶ μακροὶ , καὶ μάλιστα οἱ πρὸς τὸν χειμῶνα συνάπτοντες . | ||
κεφαλαὶ σμικραὶ ἢ μεγάλαι , τράχηλοι λεπτοὶ ἢ παχέες , μακροὶ ἢ βραχέες , κοιλίαι μακραὶ ἢ στρογγύλαι , θώρηκος |
καὶ κροτάφων βάρος καὶ σκοτώδεα περὶ τὰς ὄψιας , καὶ ὑποχονδρίου ξύντασις οὐ μετ ' ὀδύνης γίγνεται , τουτέοισιν αἱμοῤῥαγέει | ||
μὴ ἐς ἄρθρα τελευτήσῃ , ἢ αἱμοῤῥαγίη γίνηται , ἢ ὑποχονδρίου δεξιοῦ ἔντασις , ἢν μὴ διεξοδεύσῃ οὖρα : αὕτη |
καὶ ὕδατοϲ μοχθηροῦ πόϲιϲ ταλαιπωρίαι τε ἄμετροι καὶ πόνοι ϲυνήθειϲ ἐκλείποντεϲ ἔνδειαί τε καὶ πληϲμοναί , λιμοῦ καταϲτάντοϲ καὶ εὐθηνίαϲ | ||
τῶν δὲ μυούρων ϲφυγμῶν διττῶν κατὰ γένοϲ ἀποδεδειγμένων οἱ μὲν ἐκλείποντεϲ ἐϲχάτην τῆϲ δυνάμεωϲ δηλοῦϲι κατάπτωϲιν , ἐπανερχόμενοι δὲ καὶ |
καὶ τὰ κατὰ κοιλίην ξυνιστάμενα , καὶ πάλιν διαλυόμενα : πυρέτια ξυνεχέα : διαχωρήματα πουλλὰ , λεπτά . Ἐν δὲ | ||
τε πόνοι δριμύτεροι πολλάκιϲ ἔδοξαν ἐμπεϲεῖν νυγματωδῶϲ , καὶ τὰ πυρέτια ϲφοδρότερον ἐνοχλεῖ , καὶ ποτὲ μὲν οὖρον ἐπέχεται , |
δὲ θεωρήσαντος σκεπασμὸς τῶν κακῶν ἔσται καὶ στομάχου πόνος καὶ ὀφθαλμίαι καὶ ἐντέρων κακώσεις καὶ θάνατος οἰκείων καὶ ἀκαταστασία καὶ | ||
νοσώδεα ζῇν ἐόντα : τοῖσι δὲ ἄλλοισι βροτοῖσι δυσεντερίαι καὶ ὀφθαλμίαι ξηραὶ γίνονται , τοῖσι δὲ πρεσβυτέροισι κατάῤῥοοι ξυντόμως ἀπολλύντες |
τοῖϲι κροτάφοιϲι ἐπηρμέναι ἀϲαρκίῃ τῶν πέριξ , ἀτὰρ καὶ ἐπὶ τοῖϲι καρποῖϲι πουλὺ μέζονεϲ διοιδέουϲαι : μελάγχλωρον τὸ αἷμα . | ||
ἐν ἐκείνῃ ϲτῦψιν ἐμποιέειν ἐϲ πάγον τοῦ διαρρέοντοϲ αἵματοϲ καὶ τοῖϲι δεχομένοιϲι , ὅκωϲ ἀπὸ πολλοῦ τοῦ τρώματοϲ μύωϲιν αἱ |
γένος , ἀμφότεραί τε σφύραιναι δολιχαὶ ῥαφίδες θ ' ἅμα τῇσιν ἀραιαί : ἐν δὲ χάραξ κοῦφοί τε κυβιστητῆρες ἔασι | ||
οἱ μὲν ἐν τῇσι τρισὶν ἡμέρῃσιν , οἱ δὲ ἐν τῇσιν ἑπτὰ τελευτῶσι , ταύτας δὲ διαφεύγοντες , σώζονται : |
: φανταϲίαι δὲ ἐπ ' αὐτέοιϲι ὡϲ διεκθέοντοϲ ὑγροῦ : πόνοϲ τῆϲ κοιλίηϲ βαρύϲ , ὁκοῖον νύγμα , ἄλλοτε καὶ | ||
ᾗ ϲυνεδρεύει δύϲπνοιά τε καὶ βὴξ καὶ ϲυνεχὴϲ πυρετὸϲ καὶ πόνοϲ διήκων ἄχρι κλειδὸϲ καὶ ὑποχονδρίου . διακρινεῖϲ δὲ τὴν |
πάϲχουϲα . εἰ δὲ μήτε διαλείπει μήτε ϲμικρὸν ἐκρέει , αἱμορραγίῃ θνῄϲκουϲι . ϲημήϊα δὲ πρὸϲ τῇϲι χροιῇϲι τοῦ ῥόου | ||
, ἀϲφυξίη , ψῦξιϲ , ἀφωνίη . ἐπὶ δὲ τῇ αἱμορραγίῃ καὶ ὀξύτεροι οἱ θάνατοι , ὁκοῖόν τι ἐν ζώῳ |
μάλιϲτα ὀϲφύοϲ , ἤδη δὲ καὶ τοῦ ὑπογαϲτρίου ὀδύνη καὶ διάταϲιϲ . Περὶ τῆϲ ἐκ τῶν ἱδρώτων ϲημειώϲεωϲ . τὸν | ||
φλεγμονὴν ὑμενώδουϲ ϲώματοϲ . εἰ δὲ μετὰ βάρουϲ γένοιτο ἡ διάταϲιϲ , πλῆθοϲ ἐντὸϲ τῶν ὑμένων ἰϲχόμενον δηλοῖ : καὶ |
, μηκύνει ” : “ καὶ οὖρα καὶ διαχωρήματα καὶ ἱδρῶτεϲ καὶ εὔκριτα καὶ δύϲκριτα καὶ μακρὰ καὶ βραχέα [ | ||
ὦτα ἢ καὶ ἐν ἄλλοιϲ μορίοιϲ ἢ οὐκ ὀδύναι μὲν ἱδρῶτεϲ δὲ μερικοὶ κατά τι τῶν μορίων ϲυνεχῶϲ γίγνοιντο , |
κατὰ γόνυ κάμπτει , ὅκωϲ ἄνθρωποϲ , καὶ μαζὸν πρὸϲ τῇϲι μαϲχάλῃϲι ἴϲχει ὅκωϲ γυναῖκεϲ . ἀλλ ' οὔτοι μοι | ||
ἡ τοιαύτη ἐπικουρίη : ἐπὶ γὰρ τῇϲι ἁθρόῃϲι κενώϲεϲι ἠδὲ τῇϲι ἐϲχάτῃϲι ξυμπτώϲεϲι ἐξέθανόν κοτε ὑπ ' ἀδυναμίηϲ οἱ κάμνοντεϲ |
θανάτῳ ἴκελοι : ἰδέην δέ , κάρηνα μὲν κατέχων καὶ πρόϲωπα ἄϲημα , ἀΐδηλα τὴν μορφήν , ἐπ ' αὐχένι | ||
τὸ ϲτόμα , ὡϲ τῷδε μέζονι χρεόμενοι : ὠχροὶ τὰ πρόϲωπα πλὴν τῶν μήλων : τάδε γὰρ ἐρευθῆ . ἱδρὼϲ |
καὶ δῆγμα μὴ ἐργαζόμενον . οἱ δὲ ὀφθαλμοὶ τοῦ πληγέντος φοινικοὶ καὶ μέλανες γίνονται . * ἀνουτήτῳ : ἀτραυματίστῳ * | ||
καὶ δῆγμα μὴ ἐργαζόμενον . οἱ δὲ ὀφθαλμοὶ τοῦ πληγέντος φοινικοὶ καὶ μέλανες γίνονται . * ἀνουτήτῳ : ἀτραυματίστῳ * |
ποιῇ κατ ' ἐξογκείαν ? ? , ἐξογκοῦται . , ὀγκοῖ . ἀνάγκης ] βίας . σοβαρὸς ] ὁρμητικός , | ||
πνεῦμα ἄνω ἐν τοῖς ὕπνοις , καταβαῖνον πάλιν ὥσπερ εὔριπος ὀγκοῖ τὰς φλέβας : ἀνάγκη γὰρ τούτου μὲν κατιόντος ἑτέρου |
καὶ μάλιϲτα τὰ μῆλα , ὑποχονδρίων ϲύνταϲιϲ ἐκτὸϲ ὀδύνηϲ , δύϲπνοια διὰ τὴν κατὰ τὸν θώρακα δίοδον τοῦ αἵματοϲ , | ||
γλίϲχρων χυμῶν ἐμπλαϲθέντων τοῖϲ βρογχίοιϲ τοῦ πνεύμονοϲ . ἡ δὲ δύϲπνοια κοινόν ἐϲτι ϲύμπτωμα καὶ τούτοιϲ καὶ ἑτέροιϲ πλείοϲιν ἐπακολουθοῦϲα |
δέρματος γιγνόμενον . Τοῖς δὲ ἐπὶ βουβῶσι πυρετοῖς ἐφημέροις οἱ σφυγμοὶ μέγιστοι γίνονται . Τοὺς δὲ ἐπὶ βουβῶσι πυρετοὺς ἔξεστι | ||
νόσος ἐκ πλήθους αἵματος καὶ ἔσονται πυρετοὶ ἐπιτεταμένοι . καὶ σφυγμοὶ ἐπῃρμένοι καὶ παρακοπὴ καὶ φρενῖτις καὶ ἀγρυπνία ὑπερβάλλουσα καὶ |
ἀνὴρ εὐεργὲς ἀείρας κόλπον ἐπιπροέηκε καὶ ἄσπετον ἔσπασε θήρην , ῥηϊδίως ἁψῖσι περίσχετον ἀμφικαλύψας . Σηπίαι αὖ δυσέρωτες ἐπὶ πλέον | ||
' ἀναβάντες ἀπὸ Κρήτης εὐρείης ἐπλέομεν βορέῃ ἀνέμῳ ἀκραέϊ καλῷ ῥηϊδίως , ὡς εἴ τε κατὰ ῥόον : οὐδέ τις |
. Οἱ φρενιτικοὶ βραχυπόται , ψόφου καθαπτόμενοι , τρομώδεες ἢ σπασμώδεες . Τὰ ἐν φρενιτικοῖσι νεανικῶς τρομώδεα , θανάσιμα . | ||
δὲ προσημαίνουσιν . Ἐν τοῖσι μακροῖσι κοιλίης ἄλογοι ἐπάρσιες , σπασμώδεες . Τὰ εὐθὺ ταραχώδεα , ἄγρυπνα , ἐπιστάζοντα ἐκ |
: εὔσαρκοι μὲν , πλὴν ἔσωθεν , ἐξεχέγλουτοι , ῥοικοὶ μηροὶ , ἢν μὴ ἐπισφακελίσῃ . Εἰ κυφοὶ τὰ ἄνωθεν | ||
χρόνος καὶ ἡ πρὸς τὴν μάχην παρασκευή . μηρία καὶ μηροὶ διαφέρει . μηρία μὲν γὰρ τὰ ἐναγιζόμενα τοῖς θεοῖς |
λιπαροὶ ἢ ἄλλην τινὰ ἔχοντες παραπλησίαν δύναμιν . [ ἐὰν ξηροί τε καὶ ὀλίγην ἔχοντες ἅμα καὶ τοιαύτην ὑγρότητα πρὸς | ||
γέροντες διὰ μὲν τὰ στερεὰ μόριά εἰσι οἱ ψυχροὶ καὶ ξηροί . διὰ δὲ τὰ περιττώματα ψυχροὶ καὶ ὑγροί . |