: εὔσαρκοι μὲν , πλὴν ἔσωθεν , ἐξεχέγλουτοι , ῥοικοὶ μηροὶ , ἢν μὴ ἐπισφακελίσῃ . Εἰ κυφοὶ τὰ ἄνωθεν | ||
χρόνος καὶ ἡ πρὸς τὴν μάχην παρασκευή . μηρία καὶ μηροὶ διαφέρει . μηρία μὲν γὰρ τὰ ἐναγιζόμενα τοῖς θεοῖς |
, ἄλλα δ ' ἔτ ' ἐν γενύεσσι θοοὶ τρίβουσιν ὀδόντες , ἄλλα δέ τ ' ἀσπαίρει καὶ ἑλίσσεται ἡμιδάϊκτα | ||
στομάτεσσι προσώπατα : τοῖον ὕπερθε νεύει ἐπισκύνιον : τοῖοι σελαγεῦσιν ὀδόντες . ὠκυτέρη τελέθει δὲ θοῶν πανυπείροχα θηρῶν : αὐτῷ |
ἡ κοιλία καὶ τὰ σπλάγχνα ὑπὸ τῆς Παρθένου , οἱ γλουτοὶ ὑπὸ τοῦ Ζυγοῦ , τὰ αἰδοῖα καὶ ἡ ἕδρα | ||
ᾧ ἐγκάθηται ὁ ἐπιβάτης . ἰσχία πλατέα καὶ εὔσαρκα , γλουτοὶ εὐπαγεῖς , οὐρὰ προμήκης . Σίμων δ ' αὐτὴν |
' οὗ ἐξικνεῖται τὰ ζῷα κνήσασθαι . κνώσσειν καθεύδειν . κνῆμαι ἐπὶ μὲν τοῦ ἡμετέρου “ ὑπὸ δὲ κνῆμαι ῥώοντο | ||
ἑταιρίστριαι , γυναικώδεις , φίλανδροι , ἀκάθαρτοι , αἷς αἱ κνῆμαι περὶ τὸ σφυρὸν παχεῖαι καὶ οἱ δάκτυλοι τῶν ποδῶν |
μὲν πᾶν νῶτα καλεῖται . ἐντεῦθεν δὲ τὰ μὲν ἑκατέρωθεν ὠμοπλάται , τὸ δὲ μεταξὺ αὐτῶν μετάφρενον , ᾧ καὶ | ||
τῶν ϲπονδύλων ἡ πρόϲθεν κοίλη τῶν ἑκατέρωθεν ἐκτετηκότων μυῶν : ὠμοπλάται ἐκφανέεϲ ὅλαι , ὅκωϲ πτέρυγεϲ ὀρνίθων . τουτέοιϲι ἢν |
, οὐ μὲν ἀπαὶ νώτοιο δύο κλάδοι ἀίσσονται , οὐ πόδες , οὐ θοὰ γοῦνα , οὐ μήδεα λαχνήεντα , | ||
καὶ ἐμπλάσσεται οἷόν περ ἐν σταιτὶ , καὶ οἰδέουσιν οἱ πόδες καὶ τὰ σκέλεα . Ἡ δὲ νοῦσος γίνεται μάλιστα |
, ὄρνεα τετράποδα , μέγεθος ὅσον λύκος , σκέλη καὶ ὄνυχες οἷαπερ λέων . τὰ ἐν τῶι ἄλλωι σώματι πτερὰ | ||
τὰ ἄκρα τοῦ σώματος τοῦ παιδίου ὀζωθῇ ἔξω καὶ οἱ ὄνυχες καὶ αἱ τρίχες ἐρριζώθησαν , τότε δὲ καὶ κινεῖται |
, περιαφθὲν τῷ πάσχοντι ἐν δέρματι ἐλάφου . οἱ δὲ κρόταφοι ἡμίκρανον θεραπεύουσιν , ὁ μὲν δεξιὸς εἰς δεξιὸν κρόταφον | ||
καὶ γηραιοὶ , γεινόμενοι καὶ τεχθέντες . Πολιῶσι δὲ οἱ κρόταφοι πρότερον τῶν τοῦ ἀνθρώπου λοιπῶν μερῶν , ὅτι ταῦτα |
δασείαις θερμοβούλους , εὐψύχους ἄνδρας σημαίνει . ὤμους δὲ καὶ μετάφρενα τετριχῶσθαι παρομοίους δηλοῖ τοῖς ὄρνισιν ἐν ταῖς ψυχαῖς : | ||
τύψαντα , τὸν Πηλέα , τὸν δὲ Τελαμῶνα σιδήρῳ τὰ μετάφρενα , καὶ οὕτω τὸ μύσος φεύγοντας τῆς Αἰγίνης ἐκπεσεῖν |
προστηθίς , τὸ δὲ μετὰ τὸ στῆθος κοῖλον ποδός . δάκτυλοι δὲ ποδὸς τὰς αὐτὰς ἐπὶ τοῖς μέρεσι προσηγορίας ἔχουσιν | ||
καὶ αὐτὸ συγκείμενον ὀστῶν : εἶτα ἐφεξῆς εἰσιν οἱ πέντε δάκτυλοι τοῦ ποδὸς , ἐκ τριῶν ἅπαντες φαλάγγων , ὁμοίως |
νοῦς δι ' ὤτων ἄμεινον , καὶ ὀσφραίνονται μὲν οἱ μυκτῆρες , ἡ δὲ ψυχὴ διὰ ῥινῶν ἐναργέστερον , καὶ | ||
οἱ ὀφθαλμοὶ διδαχθέντες ὁρῶσι ; τί δ ' ; οἱ μυκτῆρες ὀσφραίνονται μαθήσει ; ἅπτονται δ ' αἱ χεῖρες ἢ |
ἐν τῇ ἀπρεπῇ κοίτῃ ἐν τῇ τρίψει ἀκονᾶται , καὶ κοιλοῖ τὴν θήλειαν : διὸ καὶ οὐ θέλει συνουσιάσαι , | ||
ἐν τῇ ἀπρεπῇ κοίτῃ ἐν τῇ τρίψει ἀκονᾶται , καὶ κοιλοῖ τὴν θήλειαν : διὸ καὶ οὐ θέλει συνουσιάσαι , |
, σκέλη σαρκώδη , περὶ τοῖς σφυροῖς καρτερία , πόδες ἀρθρώδεις , χρῶμα ὀξύτερον , βλέμμα ὑγρόν , οὐ μεγάλοι | ||
μεγάλας , εἶτα ἐχούσας τὰς κεφαλὰς ἐλαφράς , σιμάς , ἀρθρώδεις , ἰνώδη τὰ κάτωθεν τῶν μετώπων , ὄμματα μετέωρα |
εὐχερέστατα τρέπονται . ἐχόντων γὰρ αὐτῶν τοὺς πόδας ἁπαλοὺς καὶ σαρκώδεις , ἐκ τῶν ὑποκάτω μερῶν δάκνοντα τὰς πτέρνας ἀναγκάζει | ||
σταφυλαί . πασῶν δ ' ἀσφαλεστάτη χρῆσίς ἐστιν , ὅταν σαρκώδεις τε ὦσιν αἱ σταφυλαὶ φύσει , πεπειροτάτων τε αὐτῶν |
πολλαὶ μὲν κόρσαι ἀναύχενες ἐβλάστησαν , γυμνοὶ δ ' ἐπλάζοντο βραχίονες εὔνιδες ὤμων , ὄμματά τ ' οἷα ἐπλανᾶτο πενητεύοντα | ||
ἠρμένοι καὶ κατὰ τοῦ στήθους ἐφεστῶτες , ὦμοι δὲ καὶ βραχίονες καὶ πήχεις , ἔτι δὲ χεῖρες καὶ * * |
προαπολείπει , καὶ ἡ νειαίρη γαστὴρ οἰδέει , καὶ οἱ μαζοὶ στεῤῥοὶ , οὐ μαλθακοὶ , καὶ τὸ γάλα πονηρὸν | ||
προειρημένα : τοῖσι δὲ ἀνδράσι τὰ ἐναντία . Ποιέουσι καὶ μαζοὶ φύματα , φλεγμονὰς , τὸ γάλα ἀποσή - ποντες |
ἀράχνης ἐν ὑφάσματι τῷδ ' ἀσεβεῖ θανάτῳ βίον ἐκπνέων , ὤμοι μοι , κοίταν τάνδ ' ἀνελεύθερον δολίῳ μόρῳ δαμεὶς | ||
ματέρος ἀμφὶ σᾶς νεκρὸς ὑπὸ χθονὶ σὺν νεκρῶι τε . ὤμοι μοι , τί πάθω ; τάλας δῆτ ' ἐγὼ |
τῶν ὀργάνων νευραί , χορδαί , λίνα , μίτοι , τόνοι , πήχεις , ἀγκῶνες , κέρατα , κόλλοπες , | ||
ἐμβάλλουσιν ἐς τὴν στερεὴν καρδίην . Οὗτοί μοι δοκέουσιν οἱ τόνοι τοῦ σπλάγχνου καὶ τῶν ἀγγείων , ἀρχαὶ τῇσιν ἀορτῇσιν |
γὰρ αὗται πρὸς ἀρνοτροφίαν . τοὺς δὲ κριοὺς εἶναι χρὴ εὐπαγεῖς , καλοὺς τῇ θέᾳ , χαροποὺς τοῖς ὄμμασι , | ||
- γωρηθῇ . δεῖ δὲ ἐκλέγειν ἀπὸ τῶν τοκάδων τὰς εὐπαγεῖς , μεγάλας τε καὶ μεμυωμένας , καὶ τὸν μὲν |
Ὁρᾷ δ ' οὖν φοβερόν , καὶ πῦρ ἐκλάμπουσιν οἱ ὀφθαλμοί : ἄλλως τε καὶ ἡ κεφαλὴ φρικῶδές τί ἐστιν | ||
μὴ φοβοῦ : ἅμα γὰρ φάγῃς , ἀνοιχθήσονταί σου οἱ ὀφθαλμοί , καὶ ἔσεσθε ὡς θεοὶ ἐν τῷ γινώσκειν τί |
ῥοδίνηϲ κηρωτῆϲ ὑγροτάτηϲ μίξαϲ χρῖε : αὔξει τὰϲ τρίχαϲ καὶ πυκνοῖ τὸ δέρμα καὶ οὐ ϲυγχωρεῖ ῥέειν : καὶ τὸ | ||
, θέρους δὲ τεσσαράκοντα ἕξ . Συστέλλει δὲ αὐτὸ καὶ πυκνοῖ μᾶλλον τὸ ψῦχος , διὸ καὶ ἐν τοῖς γνώμοσι |
, καὶ εἰρεσίης μνώοντο . Ἀπροφάτως δ ' ἀπὸ γῆς λεπτοὶ λύοντο κάλωες πείσματα δ ' ἡπλώθη : κραιπνὸν δ | ||
δὲ λεπτοὶ οὐρέονται μᾶλλον : καὶ οἱ λευκοὶ καὶ οἱ λεπτοὶ γλυκέες οὐρέονται μᾶλλον ἢ διαχωρέουσι , καὶ ψύχουσι μὲν |
, ὦ τέκνον , περιβέβληται χιτῶσιν . ὅταν οὗτοι οἱ χιτῶνες πυκνοὶ ὦσι καὶ παχεῖς , οὐκ ὀξυωπεῖ ὁ ὀφθαλμός | ||
] ὕων [ σπαρναί τε χλαῖναι [ ] ες τε χιτῶνες [ [ βουκόλοι ] ἀγροιῶται ? [ [ ] |
γενομένους παλιναιρέτους . Τί λέγεις σύ ; μάντεις εἰσι γὰρ θαλάσσιοι ; Γαλεοί γε πάντων μάντεων σοφώτατοι . Λεπάσιν , | ||
ἁλὶ ἁρπάζοντες , καὶ οἱ τῆς θαλάσσης ἀετοί : ἀετοὶ θαλάσσιοι : οἱ τῆς θαλάσσης ἀετοὶ , οὐχ ὅτι ἡ |
, ταῖϲ ἐπ ' ἰγνύαϲ ἢ παρὰ τὰ ϲφυρά . νεφροὶ δὲ ἐπαμφοτερίζουϲι . καὶ γὰρ καὶ ἐπὶ τῇ κατ | ||
ἐνδεικνύμενοι τὴν τοῦ σπέρματος οὗ γεννῶσι φύσιν , ὥσπερ οἱ νεφροὶ τὴν τοῦ οὔρου : καὶ μέντοι καὶ πεφθῆναι πολὺ |
δ ' ἐναντία ἐναντίως . Διαστροφαὶ , ᾗ κυρτοί : ἄσαρκοι , ἄνευροι , ᾗ τὸ ἐκπεσόν . Τὸ ἐμπεσὸν | ||
τρόπῳ τοιούτῳ : οἱ πόδες πολὺ ἀφεστήκασι τῆς καρδίας καὶ ἄσαρκοι σχεδόν εἰσιν : ὀστώδεις γάρ εἰσι καὶ δῆλον καὶ |
εὐφυεῖς ἄνδρας δηλοῦσιν , οἱ δὲ στενοὶ καὶ προμήκεις καὶ κυρτοὶ ἀναισθήτους καὶ θηριώδεις , οἱ δὲ σκολιοὶ [ καὶ | ||
κατόπιν κάμπτεται . ἢν δὲ ἐϲ τὸ ἔμπροϲθεν ἕλκωνται , κυρτοὶ μὲν τὰ νῶτα : ἐπ ' ἶϲον τοῖϲι μεταφρένοιϲι |
ὁ ἥλιος , ἀνέχοιντο δὲ οἱ ὀφθαλμοὶ πρὸς αὐτὸν διηνεκῶς δεδορκότες , τίς οὕτως ἀνόητος καὶ ἐπιμανὴς καὶ κακοδαίμων τοῦ | ||
οὗτοι κάκιστοι : ] μεγάλοι δὲ ὀφθαλμοὶ καὶ στίλβοντες κινούμενοι δεδορκότες , οἷον θυμούμενοι δεδόρκασιν ἄνθρωποι , καὶ τὰ βλέφαρα |
τεταρταῖοι ὡς τὰ πολλὰ γίνονται βραχεῖς , οἱ δὲ φθινοπωρινοὶ μακροὶ , καὶ μάλιστα οἱ πρὸς τὸν χειμῶνα συνάπτοντες . | ||
κεφαλαὶ σμικραὶ ἢ μεγάλαι , τράχηλοι λεπτοὶ ἢ παχέες , μακροὶ ἢ βραχέες , κοιλίαι μακραὶ ἢ στρογγύλαι , θώρηκος |
τὴν ὄψιν . αἰβοῖ ] ἐπίρρημα εἰρωνικόν . πόνηροί ] σκολιοί , δόλιοι . . ἀλαζόνας ] τερατολόγους , ψεύστας | ||
καταδύσεις στενάς . Πουλύποδες : λέγω , τὰ ὀκταπόδια . σκολιοί : κακοὶ , δύσκολοι , καὶ οἱ διεστραμμένοι . |
γάλα , κόμη σκληρά , κοιλία πλατεῖα κοίλη , ὦμοι καρτεροί , ὠμοπλάται εὐρεῖς διεστηκότες , στέρνα ῥωμαλέα καὶ μετάφρενα | ||
καὶ πολλοί , καὶ πᾶν τὸ ἐμπεσὸν διατεμεῖν εὖ μάλα καρτεροί . οὐκοῦν ἁλοὺς ἀγκίστρῳ μόνος ἰχθύων ἐς τὸ ἔμπαλιν |
δὲ βορραῖοι ὑγιεινότατοι , οἱ δὲ ζέφυροι πνέοντες ἀπὸ δυσμῶν ὑγροί τε καὶ προσηνεῖς , ὑγιεινοὶ μὲν ἧσσον ἤπερ ὁ | ||
φέρῃ . συχνοὺς γὰρ ἄν τις ἴδοι , οἳ οὕτως ὑγροί εἰσιν , ὥστε , ὁπόταν ἐθέλωσιν , ἐξίσταται ἀνωδύνως |
, ἀσθενὲς τὸ ἔμβρυον σημαίνει : ἢν δὲ στερεοὶ οἱ μαστοὶ ἔωσιν , ὑγιεινότερον τὸ ἔμβρυον σημαίνει . Ὁκόσαι διαφθείρειν | ||
ἄνω μέρη γυμνάζεται μᾶλλον , καὶ ἀπαιωρούμενοι μέχρι πλείονος οἱ μαστοὶ τῷ μηδὲ αὐτοὺς μένειν ἀργοὺς νοστιμώτερόν τε καὶ πλεῖον |
ἓν οἷον ἔξω φαίνεται , πρὸς δὲ αὐτὴν οἱ ὀπίσθιοι τένοντες τείνουσιν . Κνήμης δὲ δύο , ἄνωθεν καὶ κάτωθεν | ||
ἀμφιλαφοῦς γὰρ οὔσης αὐτῆς καὶ οἷον χρυσῆς τὸ μὲν οἱ τένοντες ἐφέλκονται , τὸ δ ' ὑπὸ τῶν ὤτων κρίνεται |
τῶν νοσημάτων τὰ μέν ἐστιν ὀξέα καὶ συνεχῆ ὡς οἱ καῦσοι καὶ φρενίτιδες καὶ πλευρίτιδες : καὶ γὰρ ὀξέα ταῦτα | ||
ἀκράτων , ἰωδῶν τε καὶ συγκεκαυμένων δίψαι τε συνεχεῖς καὶ καῦσοι , γλῶσσαί τε κεκαυμέναι καὶ ἐπῃρμένα ἐνίοτε ὑποχόνδρια . |
ἢ δύο ἢ τρεῖς , ὡς εἴρηται , καὶ μήτε πλατεῖς : ῥυτιδοῦνται γὰρ καὶ οὐ πιέζουσιν κατὰ λόγον τὸ | ||
. μακρὰ μὲν οὖν ἡ λέξις οὕτως ἐστὶν αὐτῷ , πλατεῖς δὲ καὶ ἀσυγκρότητος πῶς ; κἀκεῖνοι μὲν ἐλευθεροῦντες τὰς |
μία φλύκταινα γεννᾶται κνησαμένων , ἀλλὰ πολλαὶ μικραὶ καθάπερ τινὲς κέγχροι καταπυκνοῦσαι τὸ μέρος , ὧν ἐκρηγνυμένων ὁμοίως . . | ||
εἰσὶν αἱ κέγχροι . . . . μείζονες δὲ αἱ κέγχροι οὖσαι ἢ ἐλάττονες ἡμερώτερα ἤθη δηλοῦσιν . ὠχροὶ ὀφθαλμοὶ |
κολλύριον ἀντὶ κόμμεως ἀμμωνιακῷ ἀναληφθέν . ἀφαιροῦνται δ ' οἱ ἧλοι πλείονι χρόνῳ , κἂν τὸ ὑπερέχον τοῦ ἥλου συνεχῶς | ||
' ἄρ ' ὤμοισιν βάλετο ξίφος : ἐν δέ οἱ ἧλοι χρύσειοι πάμφαινον , ἀτὰρ περὶ κουλεὸν ἦεν ἀργύρεον χρυσέοισιν |
, κορακῖνοί τε καὶ μύλλοι καὶ ἀντακαῖοι καὶ κυπρῖνοι , μέλανες οὗτοι , καὶ χοῖροί τε καὶ κόσσυφοι ἰδεῖν λευκοί | ||
ἀπὸ συμ - φορᾶς ζῶντας . ὀφθαλμοὶ μικροὶ χαροποὶ ἢ μέλανες τὰ αὐτὰ σημαίνουσιν , παρόσον οἱ μὲν χαροποὶ ἐμπληκτότερον |
ἀκούειν δύνασθαι . Καὶ τοὺς πελεκίνους , οἷς εἰσιν οἱ τράχηλοι μήκιστοι , τροφῆς ἔχει πόθος οὐ μείων , ἀλλ | ||
. λέπαδνα ] οἱ παχεῖς ἱμάντες , οἷς ἀναδεσμοῦνται οἱ τράχηλοι τῶν ἵππων πρὸς τὸν ζυγόν . ἐτυμολογεῖται δὲ ἀπὸ |
, ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν καλάμων , οἱ ὄντες μὲν χλωροὶ ἁπαλοί εἰσι , ξηραινόμενοι δὲ σκληροὶ γίνονται . εὐφήμως οὖν | ||
κρύπτουσιν ὥστε ἐπιβολὴν ἔχοντες καὶ βρεχόμενοι ἀμφοτέρως εὐτραφεῖς γίνονται καὶ ἁπαλοί . Καὶ περὶ μὲν ἀμπέλων ἱκανῶς εἰρήσθω . Πάντων |
δὲ μείους , καὶ αἱ μέν ὑπόλευκοι , αἱ δὲ ὑπέρυθροι . ἔσθ ' ὅτε δὲ καὶ πρὶν ἢ φθάσαι | ||
πυρωπὸν δὲ πυροειδές : καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ γὰρ τοῦ θυμουμένου ὑπέρυθροι , ὅπερ γίνεται διὰ λεπτοῦ αἵματος ἀνάδοσιν : ἐν |
εἴλιγμα ποιήσας νήστει δίδου . Τοῦ δὲ καράβου οἱ ὀφθαλμοὶ περιαπτόμενοι ἰῶνται δυσπνοϊκούς . Τῆς δὲ κορώνης τοῦ πτηνοῦ ἡ | ||
. Ὁ δὲ ἱερακίτηϲ καὶ ὁ Ἰνδικὸϲ τὰϲ αἱμορροίδαϲ ἀναξηραίνουϲι περιαπτόμενοι δεξιῷ μηρῷ , ὧν καὶ ἡμεῖϲ ἐπειράθημεν . ὁ |
, ὑψικάρηνον , πιαλέον νώτοις καὶ λεπταλέον κώλοισιν : οὐτιδανὴ δειρὴ καὶ βαιοτάτη πάλιν οὐρή : τετράδυμοι ῥῖνες , πίσυρες | ||
βαιὰ δ ' ὕπερθεν οὔατα λεπταλέοισι περιστέλλοιθ ' ὑμένεσσι : δειρὴ μηκεδανή , καὶ στήθεα νέρθε κραταιά , εὐρέα : |
τοῦ κελεύω κέλευμα . Σώφρων : ” οἵ γε μὰν κόγχοι ὥσπερ ἐξ ἑνὸς κελεύματος ” . Φιλόξενος Ῥηματικῷ . | ||
ἁμῖν πᾶσαι , τὸ δὲ κρῆς ἑκάστας ἐξέχει . Αἰσχύλος κόγχοι , μύες , ὄστρεα . Ἱκέσιος δέ φησι τῶν |
ἔχουσα ὄνυχας , ὡς ἀτημέλητος . Ἧς ἐκ τῶν ῥινῶν μῦξαι ἔῤῥεον , ἐκ δὲ τῶν σιαγόνων ἐχεῖτο εἰς γῆν | ||
ἔχουσα ὄνυχας , ὡς ἀτημέλητος . Ἧς ἐκ τῶν ῥινῶν μῦξαι ἔῤῥεον , ἐκ δὲ τῶν σιαγόνων ἐχεῖτο εἰς γῆν |
, χρῶμα ὄρτυγος , κεφαλὴ προμήκης , ῥύγχος ὀξύ , τράχηλος λεπτός , ὀφθαλμοὶ μεγάλοι , γλῶσσα ὀστώδης , πρόλοβον | ||
δριμὺ καὶ κολλῶδες , φλεγμαίνει καὶ ἀνοιδίσκεται καὶ ξυντείνει ὁ τράχηλος , καὶ οὕτω προΐει ἐς οὖς : κἢν μὲν |
μέσον ἐστὶ τοῦ μεταφρένου καὶ ὀσφύος . διαδέχεται οὖν ἡ ὀσφὺς , ἥτις ἰξὺς ὠνόμασται , καθ ' ὃ ζωννύμεθα | ||
τὸ καταλῆγον ἀντίστερνον . τὸ δ ' ἀπὸ τῆς ῥάχεως ὀσφὺς τὸ μέχρι γλουτῶν . τὴν δὲ ῥάχιν ἔνιοι τῶν |
ὕδωρ καὶ γλυκὺ καὶ καθαρόν . πάρκεινται δ ' ἄρτοι ξανθοὶ γεραρή τε τράπεζα τυροῦ καὶ μέλιτος πίονος ἀχθομένη : | ||
καὶ πόλεων κατάρξουσιν , ἂν Ζεὺς προσεπιβλέπῃ : ἄσπροι , ξανθοὶ τὰ πρόσωπα , ὀφθαλμοὶ δὲ ψεκτέοι , πόνοι περὶ |
σοὶ ναίους ' ὑποφῆται ἀνιπτόποδες χαμαιεῦναι καὶ ἔδμεναι , οἷα σύες χαμαιευνάδες αἰὲν ἔδουσιν ἴσως διὰ τὸ φαντασίαν τινὰ παρέχειν | ||
οἰκτίστῳ θανάτῳ : περὶ δ ' ἄλλοι ἑταῖροι νωλεμέως κτείνοντο σύες ὣς ἀργιόδοντες , οἵ ῥά τ ' ἐν ἀφνειοῦ |
ἀργοί . ” ἀραιαί : “ ὑπὸ δὲ κνῆμαι ῥώοντο ἀραιαί . ” ἐπὶ δὲ τοῦ λεπτοῦ καὶ στενοῦ “ | ||
ἐντιθέναι , καὶ λεπτύνειν μέσως : αἱ γὰρ λίην λεπτυνόμεναι ἀραιαί εἰσι καὶ ἐκτιτρώσκουσιν . Εἰ δὲ οὐ δέχεται ἡ |
τί γὰρ ἂν δυνήσονται δεινὸν ἐργάσασθαι τοὺς ὁμόσε χωροῦντας αἱ βαθεῖαι κόμαι καὶ τὸ ἐν τοῖς ὄμμασιν αὐτῶν πικρὸν καὶ | ||
ἐκ ῥευμάτων χρονίας καὶ δυσσαρκώτους κοιλότητας ὅσαι συριγγώδεις εἰσὶ καὶ βαθεῖαι . ἔρια κεκαυμένα τὰς πλαδαρὰς σάρκας ἐπὶ τῶν ἑλκῶν |
' ὅτε τῷ ῥοφουμένῳ ὕδατι οἰνάνθη ἢ ἐμβρεχέσθωσαν τῷ ὕδατι ἕλικες ἀμπέλου ἢ ῥόας χυλοῦ βραχὺ ἐμβλητέον τῷ ποτῷ : | ||
] λόγῳ . . χθὼν ] ἡ γῆ . . ἕλικες ] συστροφαί . . στεροπῆς ] ἀστραπῆς . ζάπυροι |
πάλιν ὀρθοτονοῦνται , καθὸ συνδεθεῖσαι πρός τι πτωτικὸν τὸν λόγον ἀνέχουσι . . Φησὶ δέ που καὶ ὁ Ἅβρων οὐ | ||
ἀντολίην ὁρόωσαι : μέσσαι δ ' ἔνθα καὶ ἔνθα δύω ἀνέχουσι κολῶναι , ἡ μὲν ὑπαινοτίη , τήν τε κλείουσι |
πρόσωπον , μάλιστα δὲ τὰ ἐσκιασμένα , καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ χλωροὶ καὶ ἡ γλῶσσα κάτωθεν , καὶ αἱ φλέβες αἱ | ||
οἱ ὀφθαλμοί : καὶ τοῖσιν ὀφθαλμοῖσι γίνεται ἀμβλυώσσειν , καὶ χλωροὶ γίνονται καὶ τὸ ἄλλο σῶμα , καὶ οὐκ ἀποπτύει |
χάλκεοι ἦσαν , ἐν δέ οἱ ὀμφαλοὶ ἦσαν ἐείκοσι κασσιτέροιο λευκοί , ἐν δὲ μέσοισιν ἔην μέλανος κυάνοιο . τῇ | ||
ἐκείνων διάθεσιν μεθιστάμενοι . πεφύκασι δ ' αὐτῶν οἱ μὲν λευκοί , οἱ δὲ μέλανες , τὸν ἐπικρατοῦντα χυμὸν τοῖς |
προσώποις , εἷς μὲν ὁ μέγιστος ἄλλοι δὲ περὶ αὐτὸν μικροὶ πλείους . εἰσὶ δὲ τῶν ὄζων οἱ μὲν τυφλοί | ||
δὲ τοῦ ὕπνου ἐπινενευκότες . πῶς γίνονται οἱ σφυγμοὶ καὶ μικροὶ καὶ ἀμυδρότεροι ; δῆλον ὅτι τῆς ἐμφύτου θερμότητος εἰσδυνούσης |
μᾶλλον ἐγειρέσθην κοτέοντε μάχεσθαι , ἀμφότεροι , χλοῦναί τε σύες χαροποί τε λέοντες . Ἐν δ ' ἦν ὑσμίνη Λαπιθάων | ||
θέσκελα ἔργα τέτυκτο , ἄρκτοι τ ' ἀγρότεροί τε σύες χαροποί τε λέοντες , ὑσμῖναί τε μάχαι τε φόνοι τ |
ὀρφέες ἠδὲ γαρίσκοι , κάραβος ὀκριόεις καὶ εὐόνυχες κήρυκες καὶ λεπάδες χῆμαί τε καὶ ὀξυέθειρες ἐχῖνοι πουλύποδές τε πολυπλόκαμοι κόχλοι | ||
. Τὰ δὲ κογχύλια , οἷον πίνναι , πορφύραι , λεπάδες , κήρυκες , ὄστρεα , αὐτὴ μὲν ἡ σὰρξ |
ὀδόντες δὲ τρίστοιχοι ἐμπε - πήγασιν οἱ ἄνω αὐτῷ , τρίστοιχοι δὲ οἱ κάτω , τὴν ἀκμὴν ὀξύτατοι , τῶν | ||
. τῶν μὲν κριθῶν αἱ μέν εἰσι δίστοιχοι αἱ δὲ τρίστοιχοι αἱ δὲ τετράστοιχοι καὶ πεντάστοιχοι : πλεῖστον δ ' |
αἵ τε πορφύραι , χῆμαι , λεπάδες , κτένες , πίνναι , καὶ πάντα ἁπλῶς τὰ ὀστρακόδερμα , ἐγχέλυες , | ||
τοῦ δὲ χειμῶνος εἰς τὰς ἐμβυθίους θαλάμους δύνειν εἰώθασιν αἱ πίνναι : θέρους δὲ τὰς μὲν νύκτας κεχήνασιν διανηχόμεναι , |
καὶ λαμπροῦ φωτός . Διατί λέγονται ῥῖνες καὶ μυκτῆρες ; ῥῖνες μὲν διὰ τὸ ῥεῖν τὰ ἐξ ἐγκεφάλου ὑγρά : | ||
γὰρ φθόγγοις τᾶς φωνᾶς τόπος ἀφώρισται φάρυγξ καὶ στόμα καὶ ῥῖνες . ὥσπερ δὲ τῶν φθόγγων , δι ' ὧν |
Ἑκάλῃ , . . ὁππότε λύχνου Δαιομένου πυρόεντες ἄδην ἐγένοντο μύκητες : σημαίνει δὲ καὶ τοὺς ἀμανίτας τοὺς περὶ τὰ | ||
οὖν δρῦς τοσαῦτα φέρει παρὰ τὸν καρπόν . οἱ γὰρ μύκητες ἀπὸ τῶν ῥιζῶν καὶ παρὰ τὰς ῥίζας φυόμενοι κοινοὶ |
ἥ τε γαστὴρ αἴρεται καὶ φυσᾶται , καὶ οἱ πόδες οἰδέουσι καὶ τὰ κοῖλα τοῦ προσώπου , ἡ χροιὴ δὲ | ||
κοιλίῃ βάρος ἴσχει καὶ πόνος ἰσχυρός : καὶ οἱ πόδες οἰδέουσι . Καὶ ἢν χυθῇ ὑετὸς ἐπὶ τῆς γῆς , |
τί δ ' οὐ τὸν Ἠλεῖον Λέπρεον οἰκίζετε ; ” ἱμάντες δέ , λώρους λέγει , φραγέλλια : τὸ γὰρ | ||
αὐτῶν . λέπαδνα δὲ κυρίως οἱ περὶ τὰ στήθη πλατεῖς ἱμάντες , οἷς ἀναδεσμοῦνται οἱ τράχηλοι τῶν ἵππων πρὸς τὸν |
πόλις : διὸ καὶ οἱ εἰσπηδήσαντες εἰς τὸ τεῖχος τρεῖς δράκοντες οἱ μὲν δύο καταπεσόντες ὀλώλασι δηλοῦντες ὡς τὸ ὑπὸ | ||
οἱ προσβαλοῦντες κατὰ τὰ ἡμέτερα τείχη ἀπολοῦνται καθάπερ οἱ δύο δράκοντες : ὁ δὲ κατὰ τὸ Αἰακοῦ τείχισμα ἐλθὼν δράκων |
μεϲηγὺ τῶν ὄχθων ἔρρηκται , ὅκωϲ τὸν ῥινὸν ἐλέφαϲ . εὐρεῖαι δὲ φλέβεϲ , οὐ πλημύρῃ τοῦ αἵματοϲ , ἀλλὰ | ||
κόρυμβοι : ὄμμα τορόν , πυρσωπόν , ἐπισκυνίοισι δαφοινόν : εὐρεῖαι ῥῖνες , στόμα δ ' ἄρκιον , οὔατα βαιά |
ὅσον τε τριπήχεες χερσαῖοι , τῇσι σαύρῃσι ἐμφερέστατοι , καὶ στρουθοὶ κατάγαιοι καὶ ὄφιες μικροί , κέρας ἓν ἕκαστος ἔχοντες | ||
μυῶν δὲ πλῆθος ἀρουραίων , ὡς περὶ Ἰταλίαν , καὶ στρουθοὶ τὰ σπέρματα κατεσθίοντες , ὡς περὶ Μηδίαν , καὶ |
: ἔφερον . Ἄγριον : ἤγουν ἀγριώτερον . Λύγγας : λύγγες , λέαιναι , παρδάλιαι καὶ τρίγλεις πρὸ τῆς γονῆς | ||
. Τὰ ἰκτερώδεα , οὐ πάνυ τι ἐπαισθανόμενα , οἷσι λύγγες , κοιλίαι καταῤῥήγνυνται : ἴσως δὲ καὶ ἐπίστασις : |
δὲ λέοντές τε ὅλοι καὶ δορκάδες καὶ σύες καὶ τίγρεων ὀσφύες , τὰ γὰρ λοιπὰ τοῦ θηρίου παραιτοῦνται ἐσθίειν , | ||
δολιχήρεες ἱστοί : εὐρέες ὠμοπλάται , πλευρῶν ἐπικάρσια ταρσά : ὀσφύες εὔσαρκοι , μὴ πίονες : αὐτὰρ ὄπισθε στρυφνή τ |
οὕτω δὲ ἀναβάντες τοὺς κέλητας ἤλαυνον ἐφ ' οὗ οἱ ταῦροι ἦσαν , καὶ ἐπεισβαλόντες τῇ ἀγέλῃ , ἠκόντιζον : | ||
ὑπ ' ἀμφοτέρων κόνις ὤρνυτο . Τοὶ δ ' ἑκάτερθε ταῦροι ὅπως συνόρουσαν ἀταρβέες , οἵ τ ' ἐν ὄρεσσι |
γῆν ἁλμυρίδα καὶ ἐχόντων ἁλίνας τὰς οἰκίας . ἐπεὶ δὲ λεπίδες τῶν ἁλῶν ἀφιστάμεναι κατὰ τὴν ἐπίκαυσιν τὴν ἐκ τῶν | ||
ἡ ῥίζα , καγκάνου ῥίζα , κρόμμυον , σίκυος , λεπίδες πᾶσαι , σῶρι , στυπτηρία ἱκανῶς , ἥ τε |
τύχῃ ἐξιὸν τὸ λυποῦν ἐκεῖνο φλέγμα , ἤτοι δὲ πρὸς ἰσχία ἢ τὴν κύστιν αὐτὴν χωρήσῃ , τοὺς ἰσχιαδικοὺς καὶ | ||
γὰρ λέγονται οἱ τοιοῦτοι ἀστράγαλοι . καὶ οἱ λίσποι τὰ ἰσχία . καὶ λίσποι οἱ ἐκτετριμμένοι ἀστράγαλοι ἐπιθετικῶς . Λίσφοι |
οὖν καὶ τειχομαχίαι τινὲς αὐτόθι καρτεραὶ καὶ πρὸ τῶν ἐρυμάτων ὀξεῖαι μάχαι : οὐ μὴν ἑάλω γε τὸ τεῖχος ἀπὸ | ||
πλευρῖτις , περιπλευμονίη , καῦσος , φρενῖτις , αὗται καλέονται ὀξεῖαι , καὶ γίνονται μὲν μάλιστα καὶ ἰσχυρόταται τοῦ χειμῶνος |
ναῦς ὡς Ὅμηρος . ἔστι δέ τινα πλοῖα Λύκια λεγόμενα κριοὶ καὶ τράγοι , ὡς εἰκάζειν ὅτι τοιοῦτόν τι πλοῖον | ||
μάχη καράβων πρὸς ἀλλήλους , τὰ κέρατα ἐγείροντες εἶτα ὡς κριοὶ ἐμπίπτοντες προσαράττουσι τὰ μέτωπα . ἀγῶνα δὲ μυραίνης καὶ |
μακρὰ κατὰ γῆς , στρυφνά , καὶ πρὸς αὐτὰ ἄκανθαι σκληραί . φύεται παρὰ ποταμοῖς καὶ οἰκοπέδοις . ὁ δέ | ||
, χοιράδες , ἄκραι χειμέριοι , κατήνεμοι , ὀξεῖαι , σκληραί , περιπετεῖς , ἁλιτενεῖς , ἀπορρῶγες , ἀπρόσμικτοι , |
ἀφορμῆς δὲ λαβόμενος καὶ ἐμπορευσάμενος βίον ἐκτήσατο . τῶν δὲ κτενῶν ἁπαλώτεροι οἱ λευκοί : ἄβρομοι , εὐκοίλιοι . τῶν | ||
δυομένη καθ ' ὥραν . Ἔχει δὲ ἀστέρας ἐπὶ τῶν κτενῶν ἑκατέρων αʹ , ἐφ ' ἑκατέρου πήχεως ἀκρωτῆρι ὁμοίως |
λιπαροὶ ἢ ἄλλην τινὰ ἔχοντες παραπλησίαν δύναμιν . [ ἐὰν ξηροί τε καὶ ὀλίγην ἔχοντες ἅμα καὶ τοιαύτην ὑγρότητα πρὸς | ||
γέροντες διὰ μὲν τὰ στερεὰ μόριά εἰσι οἱ ψυχροὶ καὶ ξηροί . διὰ δὲ τὰ περιττώματα ψυχροὶ καὶ ὑγροί . |
, ἀναφέρονται μὲν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν ἀλλοιουμένων τε καὶ πεπτομένων ἀτμοί , οὐ πάνυ τι δὲ οὐδ ' οὗτοι θορυβεῖν | ||
, προσκόπτειν δὲ ἀναγκάζει τὸ πνεῦμα καὶ περὶ τὰ στέρνα ἀτμοί τινες συνιστάμενοι δι ' ὄχλου γίνονται τῇ καρδίᾳ . |
κατιδεῖν . περί γε μὴν τῶν κάτωθεν , ἀστραγάλων ἢ κνημῶν καὶ κυνηπόδων καὶ ὁπλῶν , ταὐτὰ λέγομεν ἅπερ περὶ | ||
καὶ ἀναιδεῖς σημαί - νουσιν : ὡς τὸ πολὺ δὲ κνημῶν καὶ πτερνῶν παχύτης δουλοπρεπῆ ἄνδρα καὶ ἀμαθῆ δηλοῖ . |
δὲ κοῦφοι καὶ ἀραιοὶ καὶ λευκοὶ τὰ ἔνδον , ἧττον γεννῶϲι γλίϲχρον χυμόν . ἐϲτὶ δὲ καὶ ἡ ϲεμίδαλιϲ καὶ | ||
μικραί , παραυξάνουϲιν , εἰ δ ' οὐκ εἶεν , γεννῶϲι διὰ πάχοϲ ἰϲχόμενοι καὶ ϲφηνούμενοι . καταπλαϲμάτων δὲ καὶ |
ὄψιας , ἢ καὶ ἐναιωρεύμενοι , ἢ ἐξίσχοντες , ἢ ἔγκοιλοι ἰσχυρῶς γιγνόμενοι , ἢ αἱ ὄψιες αὐχμῶσαι καὶ ἀλαμπέες | ||
ἔγκοιλοι ἰσχυρῶς γιγνόμενοι [ . . ] : καὶ “ ἔγκοιλοι ” μὲν γίγνονται οἱ ὀφθαλμοὶ δι ' ἔνδειαν καὶ |
αὐτὸς Ἱπποκράτης ἐν ἀφορισμοῖς δηλοῖ λέγων , ὁκόσοισι νέοισιν αἱ κοιλίαι ξηραί εἰσι , τουτέοισιν ἀπογηράσκουσι ξηραίνονται , τῇ μεταβολῇ | ||
ἀθρόως πληροῦντος τὰς κυριωτάτας κοιλίας τοῦ ἐγκεφάλου . κυριώταται δὲ κοιλίαι εἰσὶν ἡ ὄπισθέν τε καὶ ἡ μέση . σμεʹ |
τὴν σάρκα . γαστὴρ δύσπεπτος , ἔντερα , μήτρα , καλλῶσον , καρδία , ἧπαρ , ὦτα , οὐραί , | ||
τένοντες καὶ ἀπονευρώσεις καὶ τὰ περὶ τὰ χείλη μόρια , καλλῶσον , χοίρειον πᾶν κρέας καὶ ἡ τῶν ἀρνῶν σάρξ |
πρόσωπα καὶ σαρκώδη , οὐ μὴν λεπτά , ὀφθαλμοὶ ὑγροὶ εὐλαμπεῖς χαροποί , τὸ ἐν αὐτοῖς ἦθος γεγηθός . Ἀναισθήτου | ||
πάνυ σαρ - κώδη οὐδὲ μὴν λεπτά , ὀφθαλμοὶ ὑγροὶ εὐλαμπεῖς χαροποί , τὸ ἐν αὐτοῖς ἦθος γεγηθός . Τὸν |
τοῦ συνῆκται , ἔσφιγκται , πέπλεκται . πεδανὴ δέ οἱ οὐρή : καὶ γὰρ πεδανὴ λέγεται ἡ λεπτὴ οὐρὰ καὶ | ||
κύνεσσι πανείκελον ὠπήσαιο μείζοσι ποιμενικοῖς , λασίη δ ' ἐπιέσπεται οὐρή : ἡ δέ τε κυρτοῦται μεσάτην ῥάχιν , ἀμφὶ |
ἶδαι , ὗλαι , νάπαι , ὄρη , ἄντρα , θάμνοι , φωλεοί , ἕλη , ὀργάδες , πεδία , | ||
. καὶ φυτῶν δὲ τὰ μὲν δένδρα , τὰ δὲ θάμνοι , τὰ δὲ λάχανα , τὰ δὲ πόα . |
ἵνα τὸν διαμαρτάνοντα ἀπελέγξῃ τὸ χρῶμα . Γ ὥσπερ οἱ σκώληκες ἐν κυττάροις : ⌈ τουτέστιν Γ [ ἤγουν ] | ||
γλεῦκος ἑψοῦσιν , ὥστε ἀπαναλωθῆναι αὐτοῦ τὸ τρίτον . Διαφθαρήσονται σκώληκες οἱ ταῖς ἀμπέλοις ἐνοχλοῦντες , ἢ ἐννοσσεύοντες τοῦ μέρους |
Καὶ μὴν τίνα τε ἀσθενῆ τῶν ἐν αὑτοῖς καὶ τίνα ῥωμαλέα καὶ δυσπαθῆ συναισθάνεται τὰ ζῶια . Ταύτηι καὶ ταῦρος | ||
τιμωρίας ἀπέλιπον . Ἔπεμψά σοι τῶν Δεκελειᾶσι προβάτων ἀποκείρας τὰ ῥωμαλέα τοὺς πόκους : ὅσα γὰρ ψώρας ὑπόπλεα , ταῦτα |
τοῖοί τοι Μενέλαε μιάνθην αἵματι μηροὶ εὐφυέες κνῆμαί τε ἰδὲ σφυρὰ κάλ ' ὑπένερθε . Ῥίγησεν δ ' ἄρ ' | ||
ἐν χειρὶ , καὶ ἐν κνήμῃ , τοῖσι παρὰ τὰ σφυρὰ , καὶ ἐν πήχεϊ , τοῖσι παρὰ τοὺς καρποὺς |
μέσσοισι παρίστατο ἰσόθεος φώς , αὐτίκα δ ' ἐκ ζωστῆρος ἀρηρότος ἕλκεν ὀϊστόν : τοῦ δ ' ἐξελκομένοιο πάλιν ἄγεν | ||
ἀμφότεραι κεφαλαὶ Διδύμων φορέονται , ἐν δὲ τὰ γούνατα κεῖται ἀρηρότος Ἡνιόχοιο , λαιὴ δὲ κνήμη καὶ ἀριστερὸς ὦμος ἐπ |
καὶ οἷς ἡ φλὲψ ἐν τῷ βραχίονι , καὶ οἱ ῥικνοὶ τὰς κνήμας . Λάλου σημεῖα : οἱ τὰ ἄνω | ||
πίονες εὔσαρκοί τε καὶ εὐεξίᾳ μάλιστα θάλλοντες οὕτως αἰφνίδιον ἐκτακέντες ῥικνοὶ γεγόνασιν ἶνες αὐτὸ μόνον καὶ λεπτὴ δορά , καὶ |
καὶ Ἑλλήσποντον ἵκοντο . ἐπίτονος τετάνυστο βοὸς ἶφι κταμένοιο . λαγαροὶ δὲ οἱ ἐν μέσῳ , οἷον : αἶψα δ | ||
διὰ τὸ βαρυτέραν τὴν κεφαλὴν ἔχειν , σφηνέας δὲ ὅτι λαγαροὶ καὶ τετράγωνοι . τὰ δὲ τῶν δακτυλέων τὸ πλάτος |
ἀφῃρημένη , ἐγκέφαλος , νωτιαῖος , ἧπαρ , καρδία , πυρίεφθος , ὠὰ ὀπτά , ἑφθά , ταγηνιστά , θέρμοι | ||
ἀφῃρημένη , ἐγκέφαλος , νωτιαῖος , ἧπαρ , καρδία , πυρίεφθος , ὠὰ ἑφθά , καὶ μᾶλλον ὀπτά , καὶ |
τε τὸν πόρον ἐγχυματιστέον ἔλαιον ᾧ ἐναφήψηται γῆς ἔντερα ἢ ὄνοι οἱ ὑπὸ τὰς ὑδρίας ἢ ἀράχναι . ἐγχυματιστέον δ | ||
τῇ κυήσει νοσῆς βρέφος : κιλλαγκτὴρ ὁ ὀνελάτης : κίλλοι ὄνοι τὸ ἑρμὸς ἐκ τοῦ εἵρω γεγονὸς τοῦ τάσσω ἐν |
ἁπαλαὶ δὲ καὶ ἄναρθροι δειλοτέρου καὶ ἀνανδροτέρου : αἱ δὲ λεπταὶ πάνυ δειλοῦ καὶ κακοήθους , αἱ δὲ πρὸς τούτῳ | ||
Ἄνθις ἀδελφαί : αὗται Ἀφύαι ἐκαλοῦντο , ὅτι λευκαὶ καὶ λεπταὶ οὖσαι τοὺς ὀφθαλμοὺς μεγάλους εἶχον . Ἀντιφάνης δὲ ἐν |
αὐχένα ἐφύη , ἢ ἰσχνο - φωνότεροι ἐγένοντο , ἢ βῆχες ξηραὶ χρόνιοι προσέχουσιν , ἢ ἐς τὴν γαστέρα μείζοσι | ||
περὶ τὴν κεφαλὴν καὶ τὸν θώρακα πάθη , ῥευματισμοὶ καὶ βῆχες κατ ' ἀρχήν : καὶ κάρος περὶ τὴν κεφαλὴν |
λευκήν , γλυκεῖαν ἔχουσι σάρκα . τράχηλοι μὲν γὰρ αὐτῶν σκληροί , δύσπεπτοι , δυσδιαίρετοι , δύσφθαρτοι : τὸ δὲ | ||
τῷ φυσήματι ἀκούω . Ἀτρέως ὄμματα : οἷον ἄτρεπτοι καὶ σκληροί . εἴρηται δὲ ἀπὸ τῆς Ἀτρέως παρανομίας : ὃς |
ὀνόματος ἔτυχε , καὶ ἡ βατὶς δὲ εὔστομος . ἡ νάρκη δύσπεπτος οὖσα , τὰ κατὰ τὴν κεφαλὴν ἁπαλὰ καὶ | ||
, σηπίαι , τευθίδες καὶ τὰ τοιαῦτα . τῶν σελαχίων νάρκη μὲν καὶ τρυγὼν μετρίως , βάτοι δὲ καὶ λειόβατοι |
τῶν σφυρῶν αὐτοῖς , καὶ παχύ . αὐτοὶ δέ εἰσι σιμοί τε καὶ αἰσχροὶ καὶ οὐδὲν ἐοικότες τοῖς ἄλλοις Ἰνδοῖς | ||
καὶ δειλοὶ καὶ παῖκται καὶ αἰσχρολόγοι . τοῦ δὲ Ταύρου σιμοί , ταυρόφθαλμοι , ὑπομέλανες , πλατυμέτωποι , πλατύρρινοι , |
Ἐφέστιοι : συνήθεις εἰσίν . Ἕλκονται : ὅρα , τὸ ἕλκονται ἐπὶ τῶν ἀπόδων ἰχθύων . τεκέων : ὀδύνης , | ||
, δι ' ὧν οὗτοι μεταλαμ - βάνονταί τε καὶ ἕλκονται πρὸς τῶν καθαρτικῶν φαρμάκων , ἀναστομοῦν , εἰ ἡ |