τέχνῃ , τὸν τῆς τύχης καιρὸν δ ' ἀπολέσῃς , παραπόλωλεν ἡ τέχνη . ἄνθρωπε , μέγας εἶ . τουτονὶ
δίκην ἐξούλης ὑπομένει φεύγειν . οὐκοῦν ὁ μὲν ἠτίμωται καὶ παραπόλωλεν , ὁ δ ' οὐδ ' ὁτιοῦν πέπονθεν ,
6765774 ἀπολεσῃς
ἀψύχως ἐπὶ θάνατον ἔσπευσας , ἵνα κρεμάμενος τὸ ἡδὺ ζῆν ἀπολέσῃς ; μετανόησον , δέσποτα . “ Ξάνθος : ”
χρήσῃ τῇ τέχνῃ , τὸν τῆς τέχνης καιρὸν δ ' ἀπολέσῃς , παραπόλωλεν ἡ τέχνη . ἄνθρωπε , μέγας εἶ
5510666 ζυγομαχει
, μηκέτ ' αἰτιῶ θεόν , ἤδη δὲ τῇ σαυτοῦ ζυγομάχει μαλακίᾳ . οὐδείς μ ' ἀρέσκει περιπατῶν ἔξω θεὸς
, μηκέτ ' αἰτιῶ θεόν , ἤδη δὲ τῇ σαυτοῦ ζυγομάχει μαλακίᾳ . οὐθείς μ ' ἀρέσκει περιπατῶν ἔξω θεὸς
5410507 γλιχομεθα
κακῶς , τακτῆς τροφῆς δὲ τῆς καθ ' ἡμέραν πάλιν γλιχόμεθα μὲν τὴν μᾶζαν ἵνα λευκὴ παρῇ , ζωμὸν δὲ
κακῶς . τακτῆς τροφῆς δὲ τῆς καθ ' ἡμέραν πάλιν γλιχόμεθα : τὴν μὲν μᾶζαν ἵνα λευκὴ παρῇ , ζωμὸν
5169910 ἑαυτηϲ
τὰ ἔργα . ἡ φύϲιϲ ϲῴζουϲα τὴν ἀρχέγονον καὶ πρώτην ἑαυτῆϲ εὐκραϲίαν ὀρέγεται μὲν εὐκαίρωϲ τῶν προϲφερομένων , διοικεῖ δὲ
, ὧν ἂν πράττῃ , προθυμίαν , αὐτῆϲ τῆϲ φύϲεωϲ ἑαυτῆϲ τὸ μέτρον ἐξευριϲκούϲηϲ ἐν ταῖϲ ἀρίϲταιϲ καταϲκευαῖϲ : καὶ
5049376 προγιγνωσκοντες
προβουλεύεσθαι , φροντίζειν . περκνόν : μέλαν . προβουλεύοντες : προγιγνώσκοντες καὶ προφυλαττόμενοι . † πηχέδεον : τὸν ταῦρον .
τῇ τῶν δεινῶν προσδοκίᾳ καὶ τῇ τοῦ θυμοῦ ἐγέρσει , προγιγνώσκοντες ὅτι διὰ πυρὸς ἡ τοιαύτη πᾶσα ἔμελλεν οἴδησις γίγνεσθαι
4858552 περινοιᾳ
τὸ τὴν χρείαν ἀσφαλῆ παρεχόμενον , καὶ προσέτι τῇ ἄλλῃ περινοίᾳ κεκοσμημένον , ἀφόδων μὲν ἀναγκαίων δυσὶν ἀναχωρήσεσιν , ἐξόδοις
, τῇ συμμετρίᾳ τῶν ῥημάτων , ταῖς ἁρμονίαις , τῇ περινοίᾳ , τοῖς σχήμασι , ταῖς χάρισι τῶν κεφαλαίων ,
4753336 κυλιειν
καὶ ἐντιθεμένη . δεῖ δὲ τὸ ἐλλύχνιον βάψαντα ψυχρῷ ὕδατι κυλίειν ἐν τῇ χαλκίτιδι . ϲτέλλει καὶ λυϲιμαχίου πόαϲ ὁ
φοβεῖσθαι τὸν σίδηρον οὐκέτι δυναμένους τρωθῆναι , τινὰς δὲ πέτρον κυλίειν , τῶν σωμάτων πάλαι κατακεκαυμένων , ἄλλους δὲ δικάζειν
4711396 ζησει
οὐχ ὅπως τῇ θηριώδει καὶ ἀλόγῳ ἡδονῇ ἐπιτρέψας ἐνταῦθα τετραμμένος ζήσει , ἀλλ ' οὐδὲ πρὸς ὑγίειαν βλέπων , οὐδὲ
οὐκ ἀπολύεσαι τῆς συνοχῆς ζ γίνῃ μοναχός η ὁ ἀσθενῶν ζήσει θ σώζῃ τῆς συκοφαντίας ι κληρονομεῖς τὴν γυναῖκα α
4666355 διαθεσει
διόπερ εἰ ὅτι ὁ μεμηνὼς ἢ ὁ κοιμώμενος ἐν ποιᾷ διαθέσει θεωρεῖται , οὐκ ἔστι βέβαιος τῶν φαινομένων αὐτῷ κριτής
δεῖται τῆς ἐπιβλέψεως : οὔσης γὰρ τῆς ἐν ἕξει καὶ διαθέσει διαφορᾶς κατὰ τὸ μόνιμον καὶ δυσκίνητον , πότερον τοῦτο
4540415 Ἀρετῃ
, καὶ χαίρειν τῇ Ἡδονῇ φράσας , ἐπιτρέπει ἑαυτὸν τῇ Ἀρετῇ ἄγειν . Φέρε καὶ ἡμεῖς πλάττωμεν μῦθον , διττὰς
: καὶ καλούσης ἑκατέρας ἐπὶ τὰ ἤθη αὑτῆς προσκλῖναι τῇ Ἀρετῇ τὸν Ἡρακλέα καὶ τοὺς ἐκείνης ἱδρῶτας προκρῖναι τῶν προσκαίρων
4520050 ὑπαρξαντος
τοῖς λόγοις ἀρχόμενοι : τοιγαροῦν Ἀριστάρχου ζηλωτοῦ τῆς ἐμῆς πολιτείας ὑπάρξαντος , καὶ τῇ συντυχίᾳ τὴν ἐπιθυμίαν ἐκτείναντος , ἐπετήρουν
ἡδονὴν ἤδη εἴπομεν . Ἀλλ ' εἰ ὑπάρξει μέν , ὑπάρξαντος δὲ δυνατὸν μὴ ἀσπαστὸν εἶναι ; Ἀλλ ' εἰ
4495059 μαρανθῃ
λαμπρὰ φαίνηται εὐδιεινόν . Ἅλως δὲ ἐὰν ὁμαλῶς παγῇ καὶ μαρανθῇ εὐδίαν σημαίνει . Αἱ κοιλάδες νεφέλαι χειμῶνος εὐδιειναί .
οὐδὲ ἓν φροντίζουσιν : ὅταν δὲ τὸ μὲν ἀποσβεσθῇ καὶ μαρανθῇ , μάτην δὲ αἱ φῦσαι καταπνέωσιν , ἐνταῦθα ἤδη
4447611 ἐξαψει
τὴν καρδίαν ἐκπυρώσει τὸ ἐν αὐτῇ ἐνεὸν ἔμφυτον θερμὸν καὶ ἐξάψει πυρετόν . Διὰ δὲ κίνησιν διχῶς : ἢ γὰρ
, ἐκπυρώσει τὸ ἐν αὐτῇ ἐνεὸν ἔμφυτον θερμὸν , καὶ ἐξάψει πυρετόν ; Τί ἐστι κίνησις ; ἐξάλλαξις τοῦ προϋπάρχοντος
4439999 πραξει
τὸν μὲν Βιγίλαν ῥᾳδίως ἐπὶ τῇ κατ ' αὐτοῦ ἁλῶναι πράξει ἀποροῦντα αἰτίας , ἐφ ' ᾗπερ τὸ χρυσίον κομίζοι
βουλεῦσαι θάνατον : καὶ τοὺς μὲν ἄλλους υἱοὺς ἔχειν τῇ πράξει συνεργούς , Πρίαμον δὲ μόνον ἐναντιοπραγοῦντα : τοῦτον γὰρ
4427255 ἐκδιδασκει
φεῦ . τόδε ] τὸ ὤμοι . . ἀλλ ' ἐκδιδάσκει πάνθ ' ] ὁ μακρὸς καὶ πολὺς χρόνος διδάσκει
τὸ ἄρρεν ἢ θῆλυ , μετὰ ταῦτα περὶ τῶν ἀκολούθων ἐκδιδάσκει . σαφῶς γὰρ εἰδὼς ὅτι δίχα πόνου καὶ ἐπιμελείας
4413195 διορᾳ
προστάσεως ἣν πρὸς τοὺς ἔξω σχηματίζονται , ἀλλ ' ἱκανῶς διορᾷ ; εἰ οὖν οἰοίμην δεῖν ἐκείνου πάντας ἡμᾶς ἀκούειν
τῶν ὀνειράτων , ὃ θειότατον τῶν ἀνθρωπίνων δοκεῖ , ῥᾷον διορᾷ μὴ ξυντεθολωμένη ὑπὸ τοῦ οἴνου , ἀλλ ' ἀκήρατος
4403173 περισσῃ
τῇ ἐς τὰ κυνηγέσια , πρὸς δὲ καὶ τῇ θεραπείᾳ περισσῇ χρώμενος , ἐς φιλίαν ἰσχυρὰν ἐπάγεται τὴν Δάφνην .
οἰκείᾳ μὲν γινόμενος οὐδέποτε περαίνεται , ὅταν δ ' ἐν περισσῇ γένηται , αὐτός τε πέρατος τυγχάνει καὶ τὴν πλευρὰν
4400955 καταβληθῃ
ἰσχυρότατος ὢν ὅμως , ἐὰν μὴ εὐθὺς ἀπὸ τῆς ἅλω καταβληθῇ , κακοφυὴς γίνεται , καθάπερ ἐλέχθη , καὶ τὸ
, μὴ διψήσει , ἵνα μὴ ἐκ τῶν δύο αἰτίων καταβληθῇ τὸ σῶμα . ἀλλὰ μηδὲ κοποῦσθαι : ὅκου γὰρ
4389767 βουλευομενου
: ἡ δὲ εὐβουλία τέλος ἔχει τὸ συμφέρον ἢ τοῦ βουλευομένου ἢ ᾧ τὴν βουλὴν δίδωσιν , ὃ καὶ διὰ
γλιχομένη , ὁ δὲ ὀλιγαρχικὸς τοιοῦτος , οἷος τοῦ δήμου βουλευομένου , τίνας τῷ ἄρχοντι προσαιρήσονται τῆς πομπῆς τοὺς συνεπιμελησομένους
4327994 συλλεγουσα
ἐν αὐτῷ βοτάνη Προμήθειος καλου - μένη , ἣν Μήδεια συλλέγουσα καὶ λειοτριβοῦσα πρὸς ἀντιπαθείας τοῦ πατρὸς ἐχρήσατο , καθὼς
δ ' ἐν αὐτῷ βοτάνη Προμήθειος καλουμένη , ἣν Μήδεια συλλέγουσα καὶ λειοτριβοῦσα πρὸς ἀντιπαθείας τοῦ πατρὸς ἐχρήσατο , καθὼς
4292979 παραχωρων
ἐσχάτων , ὡς ἔστιν ἀκούειν , τῷ δαίμονι , ἀλλὰ παραχωρῶν τοῦ σώματος , τοῦ φρονήματος οὐ παρεχώρησας : ἀλλ
φίλων ἢ πολεμίων , σπεύδων δ ' ἐπὶ τὰ πρόσω παραχωρῶν ἤρξατο ἤδη ὁρᾶν περὶ γηλόφους πολεμίους συνεστηκότας : βραχὺ
4288593 προτιθει
πῶς γέγονεν ἡ προγενομένη σύνοδος , καὶ ἀπ ' αὐτῆς προτίθει τὰς ἡμέρας καὶ γνώσῃ , ποίᾳ ἡμέρᾳ καὶ ὥρᾳ
ἐπιθεὶς πάλιν ἕτερον , ὅ τι ἂν ὑπάρχῃ σοι , προτίθει . τοῦτον δὲ δεῖ τὸν τρόπον ἄλλο ἄλλῳ συνάπτειν
4274083 μεταλαγχανει
τοῦτο Λυκοῦργος τοῖς ἐμμείνασι τῇ τῶν παίδων ἀγωγῇ πολιτείας Λακωνικῆς μεταλαγχάνει . καὶ Ἐπαμεινώνδας δὲ πατρὸς ἦν ἀφανοῦς . Κλέων
ψυχῆς γινομένη , ὅτι ἡ μὲν ἄμεινον διαβιοῦσα ἀμείνονος μοίρας μεταλαγχάνει , ἡ δὲ κάκιον χείρονος . μαʹ Ἥτις ἂν
4274059 τονουται
λοιπὴν πυκνοῦν σάρκα καὶ τὸν ὅλον ὄγκον θερμὸν παρέχειν . τονοῦται δὲ καὶ τὸ πνεῦμα , καὶ πᾶν , εἴ
βαρύοδμον : καὶ γὰρ τὸ πόλιόν ἐστιν εἶδος βοτάνης : τονοῦται δὲ καὶ πόλιον καὶ πολιόν . ἄμεινον δὲ τὸ
4262102 φλεβοτομων
ὀλίγῳ δὲ λόγῳ , διὰ τὸ τὰς αἰτίας ἀποδοῦναι : φλεβοτομῶν γὰρ καὶ τέμνων καὶ διακαίων πλείστῃ πράξει κέχρηται ,
ὠφελίμως , καί ποτε καὶ ταύτης ἔλαττον . Ἀντισπάσεως ἕνεκα φλεβοτομῶν , τὰς μὲν κατ ' εὐθεῖαν τῶν αἱμορραγούντων τέμνων
4254397 προσφυντα
τέλος δὲ αὐταῖς τῶν πόνων ἔσται τὸ νικῆσαι μὲν τὰ προσφύντα , εἰς δὲ τὴν οἰκείαν ἕξιν ἐλθεῖν . Οἱ
ὁμίλει , ” καὶ τῷ ὀρχηστῇ ἀναγκαία : καὶ δεῖ προσφύντα τοῖς πράγμασιν συνοικειοῦν ἑαυτὸν ἑκάστῳ τῶν δρωμένων . Τὸ
4249570 διανοιᾳ
καρδιῶν ὑμῶν , ἀγαπῶντες ἀλλήλους ἐν ἔργῳ καὶ λόγῳ καὶ διανοίᾳ ψυχῆς . Ἐγὼ γὰρ κατὰ πρόσωπον τοῦ πατρὸς ἡμῶν
Κλέαρχον πρόβλημα ἐπιπαιστικόν , προστακτικὸν τοῦ διὰ ζητήσεως εὑρεῖν τῇ διανοίᾳ τὸ προβληθὲν τιμῆς ἢ ἐπιζημίου χάριν εἰρημένον . ἑπτὰ
4247146 ὑποβαλλῃ
προηγουμένως τις εἰσάγῃ τὸν λόγον , ἀλλὰ προειρηκώς τινα οὕτως ὑποβάλλῃ τὸ πρᾶγμα περὶ οὗ θέλει εἰπεῖνὡς ὁ ῥήτωρ ἐν
τεχνικῶϲ , τουτέϲτι τὸν δεόμενον καὶ ὑπομενοῦντα , καὶ ὅταν ὑποβάλλῃ [ τὸ μὲν γένοϲ ] τὸ μέγεθοϲ τῆϲ διαθέϲεωϲ
4240168 σκυθρωποις
, λυπεῖν οὐ θέλων [ ἐν ] τοῖς πρώτοις καὶ σκυθρωποῖς τὸν λαόν . ὁ δὲ δῆμος ἐνεκελεύετο ” ἐρωτῶμεν
δεηθείη καὶ ἐπαγγείλειεν οὐδὲν ὀκνῶν , τοῖς δὲ πεπλασμένοις καὶ σκυθρωποῖς ὀκνήσειέ τις ἂν προσελθεῖν πρῶτον . οὐδὲν οὖν ἄλλ
4231715 σχοιη
ἔχειν πρὸς ἀλλήλους , ὡς ἂν πατὴρ σπουδαῖος πρὸς τέκνα σχοίη . καλὸν δὲ καὶ τὸ πάντα Πυθαγόραι ἀνατιθέναι τε
τὸν αὐτὸν θᾶκον καθίζοιτο , ἆρ ' οὐ σκότους ἀνάπλεως σχοίη τοὺς ὀφθαλμούς , ἐξαίφνης ἥκων ἐκ τοῦ ἡλίου ;
4225190 ἀναβλαστησαι
ῥίζας ἁπάντων καθεὶς ὁ θεὸς αἴτιός ἐστι τοῦ τὸ μέγιστον ἀναβλαστῆσαι φυτόν , τόνδε τὸν κόσμον , ὃν καὶ νῦν
καρπῶν πληθὺν ἕκαστον . τὸν δὲ Σὴθ σπέρμα ἕτερον εἰπὼν ἀναβλαστῆσαι , ὁποτέρου ἕτερον οὐ δεδήλωκε . ἆρά γε τοῦ
4224616 ἐφαψαιτο
σκολιαῖς ταῖς ἀγυιαῖς οὐκ ἂν προσπίπτοι ὁμαλῶς , ἀλλὰ σποράδην ἐφάψαιτο ἂν τῶν τῆς πόλεως , καὶ οὕτως ἥκιστα ἂν
φησι , πρότερον βρέφος φθέγξαιτο , πρὶν ἂν τῆς γῆς ἐφάψαιτο , ὥστε Μαῖαν εἰς γῆν καλῶς ἐξελάμβανον οἱ πολλοί
4218510 δυσχερειᾳ
καὶ θείου κατὰ τὸ ἴσον συμμιγέντων αὐτῷ , θυμιώμενον τῇ δυσχερείᾳ διώκειν τῆς ὀδμῆς τὰ θηρία δύναται . Δύναται δὲ
, τοὺς δ ' ἀνομοίους μὴ στέργειν , πλεῖστον τῇ δυσχερείᾳ μέρος ἀπονέμοντες . Πῶς ; Οἱ μέν που κόσμιοι
4172690 ζωῃ
καὶ οὐκ ἀπηντήθη τῷ σώματι τῆς σαρκὸς ὑμῶν ἐν τῇ ζωῇ ὑμῶν κατὰ τὴν ὁσιότητα ὑμῶν , ἐπεὶ αἱ ἡμέραι
τριγκούς τε ἠβαιῇ καρῖδι καὶ εἴ ποτε βεμβράδι , κείνῃ ζωῇ ἔπ ' ἀγρώσσοις : τάδε δὴ σκέψαιο δέλετρα ὕκην
4170885 ὀφιωδης
πόαν , ἧς ὁ καυλὸς ἥ τε ῥίζα πάντως ἐστὶν ὀφιώδης τῷ ποικίλῳ ταῖς κεφαλαῖς : ὁπόσας γὰρ ἄν τις
ἔφαμεν , ἡ προνομαία χαμόθεν ἐπὶ τὸ ὕψος διακομίζει , ὀφιώδης τις οὖσα καὶ ὑγροτέρα τὴν φύσιν . Ὅτι ἡ
4169365 πεφυτευται
οὐδὲ γνῶσις ἀσφαλὴς ἄνευ ζωῆς ἀληθοῦς : Διὸ πλησίον ἑκάτερον πεφύτευται . Ἣν δύναμιν ἐνιδὼν ὁ ἀπόστολος τήν τε ἄνευ
) ἀλωὴ νῦν ἡ ἀμπελόφυτος γῆ . ἐῤῥίζωται δέ , πεφύτευται . . ἡ δενδροφόρος γῆ . . Φ .
4166055 τελευτησωμεν
τοῦ θανάτου τῶν ἀνθρώπων , οὐδὲ διακεκριμένον ὑπάρχει ὁπόταν ἡμεῖς τελευτήσωμεν ἡμέραν τὴν παῖδα τοῦ ἡλίου ἥσυχον σὺν ἀγαθῷ ἀβλαβεῖ
λέγω τόδε βουλόμενος ἐνδείξασθαι , ὅτι οὐκ , ἐπειδὰν ἡμεῖς τελευτήσωμεν , καὶ οἱ λόγοι οἱ περὶ ἡμῶν αὐτῶν σεσιγήσονται
4144613 προσενεγκῃ
ἐν τῇ ἀγορᾷ προσαιτῆσαι ἄρτον παρὰ τῶν ἀρτοπρατῶν ἕως ἂν προσενέγκῃ μοι καὶ φάγομαι . Καὶ ὁ Σατανᾶς τοῦτο γνοὺς
: νόσου γὰρ καὶ λειπογαλαξίας αἴτιός ἐστιν . Εἴ τις προσενέγκῃ αἵρεσιν περὶ οἱουδήποτε πράγματος ἐκεῖνον μὲν ἀπὸ τοῦ ὡροσκόπου
4141971 ἀπεχηται
αὐτονόμους τοὺς Ἕλληνας ἐᾷ τοὺς ἐν Ἀσίᾳ καὶ τῆς Εὐρώπης ἀπέχηται , Ῥωμαίοις αὐτὸν ἔσεσθαι φίλον , ἂν θέλῃ .
ἄλλην Ἄγρωνος ἀρχὴν ἔχειν καὶ φίλον εἶναι Ῥωμαίοις , ἢν ἀπέχηται τῶν προλελεγμένων , καὶ τὴν Λίσσον μὴ παραπλέωσιν Ἰλλυρικοὶ
4136282 πρωτοπαθουντων
ψυχρότητα τίκτει , ἔστι δ ' ὅτε ἐξ ἑτέρων μορίων πρωτοπαθούντων εἰς αὐτὴν συρρεῖ τὰ περιττώματα , οἷον ἥπατος ἢ
τὴν ὀδύνην ἐργάζεται : οὐδὲ γὰρ τῶν προαιρετικῶν νεύρων ἐϲτὶ πρωτοπαθούντων ἡ φλεγμονή , ἐπεὶ ἂν ἔδει κἀν τοῖϲ μεταξὺ
4135641 ἐπανατεινομενον
: τοῦ δὲ κατὰ τρόπον τιθέασι παράδειγμα τὸν πλούσιον τὸν ἐπανατεινόμενον λέγοντες , εἰ οὗτος ὁ τρόπος πληγαί : τοῦ
βιοτά μοι „ , πρὸς δὲ τὸν πληγὰς ἢ θάνατον ἐπανατεινόμενον : ” οὐ μορμολύττεταί με ταῦτα , οὐδ '
4135321 βρεχομενη
κωλύεται μὴ ἐν καιρῷ κινούμενα καὶ ἡ γῆ δυσδιάτηκτος ἡ βρεχομένη : ὃ δὲ ἐν : ἀρχῇ μέγα καὶ διατενὲς
τροφὴν θερμαίνεσθαι τὸ σῶμα ὑγραινόμενον : ὥσπερ γὰρ ἡ ἄσβεστος βρεχομένη ἐλέγχει τὴν ἐν αὐτῇ θερμασίαν πάλιν ψυχρὰ φαινομένη ,
4132044 βεβιωμενον
' ἂν μήποτ ' ἐθελῆσαι πάλιν ἀναβιῶναι , λογισάμενον τὸν βεβιωμένον ἑαυτῷ βίον , ὅστις μὴ τυγχάνει παιδικῆς δόξης μεστὸς
ἑαυτῷ ὁ ἀκάθαρτος οὑτοσὶ τολμήσει βλέπειν εἰς ὑμᾶς καὶ τὸν βεβιωμένον αὑτῷ βίον αὐτίκα δὴ μάλα ἐρεῖ μακρᾷ τῇ φωνῇ
4130950 ἐπιτυχωσιν
σχεδόν : πλησίον . ἀντήσουσι : εὐτύχωσι , συναντήσουσιν , ἐπιτύχωσιν . συντύχωσιν : αἱ καρκινάδεσιν οἱ λοιποί . Δειλαί
ἁρπάζειν τὰς παρούσας ἐπὶ τὴν θέαν παρθένους , αἷς ἂν ἐπιτύχωσιν ἕκαστοι , καὶ φυλάττειν ἁγνὰς ἐκείνην τὴν νύκτα ,
4119960 διατηρησει
δέοιτο καὶ τούτων , οὐδὲ πρὸς ταῦτα τὴν ἀρχῆς ἀξίαν διατηρήσει : ἔστω τοίνυν σῶμα πεποιωμένον . Τοῦτο γάρ ἐστι
καθ ' ἥν ἐστιν , οἷον εἰ πῦρ εἴη , διατηρήσει τὴν θερμότητα ἐν τοῖς ἐναντίοις , ὅπερ ἀδύνατον ,
4100726 ὠφελουμενον
τί δὲ τὸ ἀσκοῦν τὴν ἀρετὴν καὶ τὸ ἐκ ταύτης ὠφελούμενον . μόνη γὰρ ἡ τούτων διάκρισις προθυμίαν εἰς ἀρετῆς
τοῖς ψύχουσι φαρμάκοις τε καὶ πόμασι καὶ ἐδέσμασιν εὐθὺς ὁρῶν ὠφελούμενον τὸν ἄνθρωπον , εἴ περ θερμὴ εἴη ἡ διάθεσις
4092526 ξυμπεσοι
εἴ γέ τι καὶ πρὸς βραχὺ μὴ καθόσον οἴονται χρῆναι ξυμπέσοι , παραιρεῖται τὸ χαῖρον εὐθὺς καὶ τὰς ἐλπίδας ἀμβλύνει
ἀστάθμητον τὸ τῆς ξυμφορᾶς ᾧτινί ποτ ' ἂν καὶ ἀναξίῳ ξυμπέσοι . ἡμεῖς τε , ὡς πρέπον ἡμῖν καὶ ὡς
4091068 περιποιησει
. Σελήνη Διὶ ἀγαθὸν καὶ πρακτικὸν τὸν χρόνον δηλοῖ ἐν περιποιήσει καὶ συστάσει μειζόνων , δόξας τε καὶ ἀρχὰς ἀπό
δὲ καθαιρεθεὶς τῷ βίῳ ἀλήτης γέγονεν : ἠναντιώθη γὰρ τῇ περιποιήσει Ἄρης καὶ Ἑρμῆς , καὶ οἱ κύριοι τοῦ κλήρου
4078226 ἐλεουσα
ταῖς θεαῖς , εἰς φρέαρ ἐξελιττόμεναι πίπτουσι . Γῆ δὲ ἐλεοῦσα τὸ πάθος φυτὰ εὐθαλῆ ὅμοια ταῖς κόραις ἀνῆκε ,
ὁ μὲν Πλάτων φησίν . πραεῖα γὰρ ἡ θεὸς τὰς ἐλεοῦσα . κατὰ δέ τινας , Ληθώ : τὸ γὰρ
4071746 τυχῃ
ἐπὶ δὲ θηλυκῆς γενέσεως , ἐὰν Σελήνη ἐν Ἑρμοῦ τόποις τύχῃ , ἡ δὲ Ἀφροδίτη ἐν ἀρρενικῷ ζῳδίῳ ὑπὸ Κρόνου
δὲ ἤδη τῶν περὶ τὰς ληνοὺς πεπαυμένων αὐτὸς ἥκειν δεῦρο τύχῃ ἀγαθῇ . Ἐγὼ δὲ ᾤμην ὑπ ' ἄλλης ἀσχολίας
4068515 τερφθηναι
ἀπαλλαγέντες δ ' οὐδενὸς τῶν εἰρημένων διαμέμνηνται , καὶ ἧκον τερφθῆναι δι ' ἀκοῆς μᾶλλον ἢ ὠφεληθῆναι : ὥστε οὐδὲν
ὅν μ ' ἐχρῆν ἐν ἀγκάλαις μητρὸς τρυφῆσαι καί τι τερφθῆναι βίου ἀπεστερήθην φιλτάτης μητρὸς τροφῆς . τλήμων δὲ χἠ
4067442 χαιρον
δὲ ἵλεῳ γίνονται , ῥητέον ὡς οὐ χαίρει Θεόςτὸ γὰρ χαῖρον καὶ λυπεῖται , οὐδὲ ὀργίζεταιπάθος γὰρ καὶ τὸ ὀργίζεσθαι
, τὸ δὲ σῶμα ἀποθνῇσκον πάλιν ἀνεζωπύρησε καὶ ἐξανέστη , χαῖρον ἐπὶ τῇ τῆς ἐρωμένης συμπλοκῇ . καὶ τοῦτό ἐστι
4055504 ἐλαυνῃ
ἐνήδρευσεν , ἐκράτησεν : γράφεται ἐλάῃσιν , ἵν ' ᾖ ἐλαύνῃ , κατατρέχῃ . Καί : δή . ὁ :
καταφέρηται ὁ Ὠρίων εἰς τὸν ὠκεανὸν καὶ ὁ νότος πνέων ἐλαύνῃ τὰ κύματα , ἐὰν ἐμὲ τὸν Λυκίδαν τοῦ ἐρᾶν
4054907 συνυπαρξει
τὸ σημεῖον καὶ τὸ σημειωτὸν ὑφ ' ἕνα καιρὸν παρόντα συνυπάρξει ἀλλήλοις , καὶ οὐδέτερον οὐδετέρου γενήσεται μηνυτικόν , ἀλλ
ἀναπνεῖν , οὐ μὴν ἀκολουθία ἐστὶν αὐτῷ . οὐ τῇ συνυπάρξει τοίνυν κριτέον τὴν ἀκολουθίαν , ἀλλ ' οὗ ἀνασκευαζομένου
4054223 δυσωπησαι
γὰρ ὡς ἐπίπαν σεμνότητος τῷ συμβούλῳ , ἵνα καὶ δυνηθῇ δυσωπῆσαι : καὶ Ἰσοκράτης ἐν ταῖς παραινέσεσιν ὁμοίως ἑαυτὸν ἐπαινῶν
ἡμῖν καὶ τὸ ἐν τοῖς πλείστοις σπουδάσμασι τῶν ἀνθρώπων , δυσωπῆσαι δὲ τῇ περὶ τούτων ἐνεργείᾳ , ὅλως δὲ γνωστέον
4044473 πειθοιμι
τοῦ ἀχθοφορεῖν , τύχοιμεν δὲ ἀμφότεροι ἀγνοοῦντες ἵππον , καὶ πείθοιμί σε δοξάζειν ἐπὶ τοῦ ὄνου τὰ τοῦ ἵππου ,
τοῦ ἀχθοφορεῖν , τύχοιμεν δὲ ἀμφότεροι ἀγνοοῦντες ἵππον , καὶ πείθοιμί σε δοξάζειν ἐπὶ τοῦ ὄνου τὰ τοῦ ἵππου ,
4035111 εὐκαρπῳ
ἡδείας ἔχοντι καὶ τέρψεις ἐφημέρους , τὴν δὲ Δημοσθένους διάλεκτον εὐκάρπῳ καὶ παμφόρῳ γῇ καὶ οὔτε τῶν ἀναγκαίων εἰς βίον
καὶ ὁ χῶρος οὗτος ἔρημός ἐστι , καὶ ἄγονος ἐν εὐκάρπῳ ὅλῃ κείσεται τῇ ἀρούρᾳ . ταύτῃ τοι καὶ ἐφ
4029024 προκλησει
τικήν , ὁπηνίκα , καὶ εἰ οὕτως εἶχεν , ἐχρῆν προκλήσει τε τῶν πολιτῶν καὶ ἀνάγκῃ σφᾶς αὐτοὺς ἐκδοῦναι τῇ
τοῦ μὴ μεταβαλεῖν ὅρκους ἀπῄτουν , πάντως ἂν εἴξατε τῇ προκλήσει : ἀχθόμενοι μὲν σφίσι τοῦ μὴ πιστεύεσθαι , ἀπειπεῖν
4027578 ἐκπεσουσα
ἐξ αὐχμῶν φοιτῶντα κατὰ τὸν ἐκείνου φοιτᾷ νοῦν , ἐπειδὰν ἐκπεσοῦσα ἡ δίκη τῶν ἀνθρώπων ἀτίμως πράττῃ , ποιμαίνεταί τε
. πρὸ γὰρ εἴαρος λιποῦσα τὰς κάτω Θήβας ἐφάνη χελιδὼν ἐκπεσοῦσα τῆς ὥρης : ταύτης ἀκούσας μικρὰ τιττυβιζούσης “ τί
4019093 μυθευομενῃ
λεγομένας μίξεις οὐ παραπλησίας τῇ τοῦ οὐρανοῦ πρὸς τὴν γῆν μυθευομένῃ μίξει νοήσομεν ; ἀλλ ' ἐπανέλθωμεν ὅθεν εἰς ταῦτα
τὴν ἑπτάδα ἐπωνόμαζον : Ἀθηνᾶν μέν , ὅτι παραπλησίως τῇ μυθευομένῃ παρθένος τις καὶ ἄζυξ ὑπάρχει , οὔτε ἐκ μητρὸς
4013134 εὐρινος
τὸ πρόσωπον ὡραῖος , ἐρυθρός , οἱ ὀφθαλμοὶ μεγάλοι , εὔρινος , αἱ κνῆμαι λεπταί , πόνος ἔσται περὶ τὸν
ἐπήδησε καὶ αὐτὴ κατ ' αὐτόν : ἰχνευτικὴ γὰρ καὶ εὔρινος ἐκείνη γε ἡ κύων ἦν . Μασσαγέται μέν ,
3988644 φωσφορα
: κινεῖσθαι γὰρ ταῖς ἐξ αὑτοῦ κινήσεσιν ἄρχεται καὶ τὰ φωσφόρα ὄμματα τείνει διὰ παντὸς τὴν ἡλίου καὶ σελήνης μιμούμενα
καὶ ὠφθαλμίασε τὸ ἐπεθύμησεν Ὑπερείδης . ὁ δὲ Πλάτων εἴρηκε φωσφόρα ὄμματα : λέγοιντο δ ' ἂν ὀφθαλμοὶ λάμποντες ,
3978083 παρεσκευασμενη
αὑτὴν ἐν μέσῳ κατέστησεν ἐφορῶσά τε τὰς ἑκατέρων γνώμας καὶ παρεσκευασμένη τοῖς ἀδικουμένοις ἐν ταῖς ταραχαῖς ἀμύνειν . εὗρε δὴ
, Ἑρμόδωρε τέκνον , κατὰ σύλληψιν ἰδία τίς ἐστιν ὕλη παρεσκευασμένη μετὰ τὴν τῶν κοινῶν στοιχείων ποίησιν τοῖς βουλομένοις ἀναλαμβάνειν
3977787 ὀτι
τὸν παραλογισμὸν πεποίηκεν , ὥσπερ ἂν εἰ καὶ λεγόντων ἡμῶν ὄτι ὁ δεῖνα τεθνεὼς [ τεθνηὼς ] ἄνθρωπός ἐστιν ,
ἴσου τοῦ χυλοῦ πιών , ἀμέθυστος ἔσται ὡς μὴ γινώσκων ὄτι πίνει . ἐὰν δὲ καὶ τὸν λίθον τὸν ἐν
3975671 γλυκερας
. ἐνταῦθα δὲ αἱμύλας ἐκάλεσε τὰς φρονίμους . . τὰς γλυκερὰς καὶ φρονίμους . . ποταπὰς ἀπατηλάς . μηχανάς ]
. ἐνταῦθα δὲ αἱμύλας ἐκάλεσε τὰς φρονίμους . . τὰς γλυκερὰς καὶ φρονίμους . . ποταπὰς ἀπατηλάς . μηχανάς ]
3968867 ἐξενεγκων
ἐμὴν ψυχὴν ἐγώ . Τί οὖν οὐ λέγεις , ἐπίξηνον ἐξενεγκὼν θύραζ ' , ὅ τι ποτ ' , ὦ
, ὁ δὲ ηὔξησε τὸ πάθος , καὶ τὸν ἀνδραποδισμὸν ἐξενεγκὼν καὶ τὸ ἑξῆς φρικωδέστερον προσθήκῃ τῆς πατρίδος , ἧς
3963509 εἰδεχθης
ἀδιαπτώτως ἐπιλύειν . ἦν δὲ οὗτος μέλας τὴν χροιάν , εἰδεχθὴς τὰς ὄψεις , γραμματιστὴς τὴν ἐπιστήμην , ἐκ Πανὸς
παρεκάθητο δὲ αὐτῷ γυνὴ ἐπὶ ζεύγους ὁδοιποροῦντι τά τε ἄλλα εἰδεχθὴς καὶ ξηρὰ τὸ ἥμισυ τὸ δεξιὸν καὶ τὸν ὀφθαλμὸν
3959894 ὀξυχολιας
ἀγγέλου . Ἄκουε νῦν , φησί , τὴν ἐνέργειαν τῆς ὀξυχολίας , πῶς πονηρά ἐστι , καὶ πῶς τοὺς δούλους
Ἤθελον , φημί , κύριε , γνῶναι τὴν ἐνέργειαν τῆς ὀξυχολίας , ἵνα φυλάξωμαι ἀπ ' αὐτῆς . Καὶ μήν
3947008 διετελεσας
ἀπεκρίνατο : „ οἶδα , ὡς πολλάκις ἐμοῦ ἕνεκεν ἀργὸς διετέλεσας : καὶ δοκεῖς κατενεγκεῖν με τῆς πέτρας καὶ σεαυτῷ
εἰ ταῦτα πειθοίμην . ἀλλὰ τί οὐκ ἐκεῖνον τὸν λόγον διετέλεσας , ὡς τὰ δοκοῦντα οὐκ ἔστιν χρήματα , χρυσίον
3944717 ἡδυνας
ἤ τι τῶν θαλαττίων ζῴων ὧν εἶπον , εἶθ ' ἡδύνας τὸ ἀφέψημα δι ' ἐλαίου καὶ γάρου καὶ πεπέρεως
καὶ τοὺς φίλους καὶ τὰς πόλεις ἀνατρέπει λόγῳ κακούργῳ μικρὸν ἡδύνας χρόνον . διὸ καὶ Θέτταλοι καλῶς ποιήσαντες κατέσκαψαν τὴν
3941719 ἐπιδεικνυῃ
τ ' ἐνίων αὐτόπτας ἐστὶ καταστῆσαι , ἀλλ ' ἐὰν ἐπιδεικνύῃ τίς τι τούτων , ἱκανὸν νομίζετ ' ἔλεγχον ἔχειν
εἴπῃ μητρὸς ὄνομα , γνήσιοί εἰσιν , ἀλλ ' ἐὰν ἐπιδεικνύῃ ὡς ἀληθῆ λέγει , τοὺς συγγενεῖς παρεχόμενος τοὺς εἰδότας
3938343 ἐκπληρουν
διέξεισιν , ὅσα ἐπήρτηται ταῖς τοὺς ἀδίκους ἐώσαις τὰς ἑαυτῶν ἐκπληροῦν ἀδικίας πόλεσι : λιμὸς καὶ λοιμὸς καὶ ἀπώλεια στρατεύματος
ὑπό τινων δεξιῶς ὑπηρετεῖν δυναμένων . μετὰ δὲ τὴν καταστολὴν ἐκπληροῦν τὸ γυναικεῖον αἰδοῖον ἐνθέσει σπογγιᾶς ὀξυκράτῳ βεβρεγμένης ἢ ἐρίου
3935580 βεβαιωσαμενος
ληροῦντες τύχωσι , καὶ ὁτιοῦν φλυαροῦντες εἴπωσι , τοῦτο φροντίδι βεβαιωσάμενος περιφέρει καὶ μελέτῃ μακρᾷ τῷ πρὸς ἐκείνοις εἶναι τὴν
, τῷ δὲ μέσῳ τὰ ἄκρα οἷον γόμφῳ συλλαβὼν καὶ βεβαιωσάμενος τῇ ὑγιείᾳ τὰ τῆς ψυχῆς ἀγαθὰ καὶ τὴν τῶν
3917730 συνεζευξε
ὅθεν ἐπήνεγκε καὶ προδῷ . δῶρα καὶ μισθοὺς εἰληφότα ] συνέζευξε τοῖς δώροις τὸν μισθόν , ἐπονείδιστον ὄνομα , πρὸς
τὸ ἀσθενέστατον ἤδη χωρούσης τῆς τῶν προσώπων δυνάμεως καὶ πρᾶγμα συνέζευξε προσώπῳ προσηγορικῷ : οὐκ ἀδίκημα ὁμολογουμένως ὑπάρχον οὐδὲ πρὸς
3906422 ἀποβλητοι
ἀντικείσονται : εἰ δὲ εὐπαράδεκτοι αὗται , οὐδὲ αἱ Ζηνοδότου ἀπόβλητοι . . Ἢ δέον πρὸς τὴν γραφὴν οὕτως ἀντιθεῖναι
καὶ πάντα ὁμοῦ πράττοντες ὡς μὴ διαμαρτάνοιμεν τῆς φιλίας μηδὲ ἀπόβλητοι δόξωμεν εἶναι . κἀπειδὰν προκριθείς τις ἤδη φίλος ᾖ
3903769 δυσκαθεκτον
δεδορκότες : ὁρῶντες , ἰδόντες . δόμον : οἶκον . δυσκάθεκτον : δυσκράτητον . δυσκάθαρτον : ἀκάθαρτον . ἐπταικότα :
⌈ καὶ κίνησιν ἐνδείκνυταί ⌈ τις γενναίαν καὶ οἱονεὶ ⌈ δυσκάθεκτον , [ ἀκάθεκτον . ] ⌈ ὃ λέγεται καὶ
3896475 πικρᾳ
ταῖς προειρημέναις δύο ποιότησι , τῇ τε δριμείᾳ καὶ τῇ πικρᾷ , δραστήριον γίνεται τὸ φάρμακον . ὁ δὲ καρπὸς
τῆς γαστρός , οὓς κενοῦν χρὴ τῇ διὰ τῆς ἀλόης πικρᾷ . εἰ δὲ θερμότης ἅμα φυσώδει πνεύματι τὴν κεφαλαλγίαν
3891627 κομιειται
, ἀθάνατον [ ] ζωὴν πρὸς τούτ ! [ ! κομιεῖται - ] . ” ἐγὼ [ τοίνυν - ]
ἂν ὑμῶν ὕστερος ἔλθῃ τοῦ σημείου , τὸ τριώβολον οὐ κομιεῖται . ” αὐτὸς δὲ φέρει τὸ συνηγορικὸν δραχμήν ,
3888376 προσβολῃ
δικαιοσύνη δραμοῦσα τὸν δυσὶ κινδύνοις ἀναιρούμενον , ἀφύκτου τε νόσου προσβολῇ καὶ τιμαῖς πολεμίων , περιεσώσατο . μόνῳ γὰρ σοὶ
βασιλικῶν ἐκβοηθοῦσιν ἐπὶ τοὺς Μασσαγέτας . καὶ τῇ μὲν πρώτῃ προσβολῇ οὐδὲν ὑποτοπήσασι τοῖς Σκύθαις ἐπιπεσόντες τήν τε λείαν ξύμπασαν
3888277 ἐφιστησι
θεῖον ἢ ὑπερφρονεῖ ἢ ἀτιμάζει ἢ πρόνοιαν αὐτοῖς ἔφορον οὐκ ἐφίστησι . ὑπὲρ δὴ τούτων τί φατε οἱ τὴν πρόνοιαν
καὶ τὸ εἶδος ὁμοίως : ποιητικόν τε αἴτιον τὸν θεῖον ἐφίστησι νοῦν καὶ τελικὸν τὴν τούτου ἀγαθότητα , δι '
3885651 ἐκκρουων
κατηγορίᾳ κολακείας αἰτίαν προσλαβὼν κᾆτα εὑρίσκωμαι ἥλῳ , φασίν , ἐκκρούων τὸν ἧλον , καὶ μείζονί γε τὸν σμικρότερον ,
τῶν Ῥωμαίων εἰσεκόμιζε ταμιεῖον , τὸν ἐπὶ τῷ πλούτῳ φθόνον ἐκκρούων , εἰ καὶ μηδὲν αὐτοὺς πραοτέρους ἀπειργάζετο , ἀπὸ
3881809 ἐντευξει
ταῦτα τὰ μέρη μεταλαμβανομένης . σημειωτέον τοίνυν τὴν ἡλικίαν τῇ ἐντεύξει , γνωριζομένην τῇ ἀνακρίσει τοῦ πλήθους τῶν ἐτῶν ,
οὖν τὸ ἔργον τελοῦσιν : ὁ μὲν πένης ἐργάζεται τῇ ἐντεύξει , ἐν ᾗ πλουτεῖ , ἣν ἔλαβεν παρὰ τοῦ
3873707 θαυμαζουσα
μόνος ὅλην | ἐργάσασθαι τὴν Ὁμήρου μεγάλην ποίησιν . Πολλὰ θαυμάζουσα τῆς Ὀδυσσέως γνώμης ἡ ποίησις , καὶ νῦν μὲν
Ῥωμαίων ναυσὶν αὐτίκα ταῖς πανταχοῦ χρῆσθαι εἰς τὰ ἐπείγοντα , θαυμάζουσα ἕκαστα ἡ βουλὴ μετὰ προθυμίας ἐξεδέχετο καὶ τὸν Ἀντώνιον
3870813 ἀστατοις
ὁ κόσμος οὔποτε γενέσεως ἔλαβεν ἀρχήν , ἢ ὡς γενόμενος ἀστάτοις αἰτίαις ὡς ἂν τύχῃ φέρεται , ποτὲ μὲν πλημμελῶς
ἣ καλεῖται σάλος , δηλοῦντος τοῦ νομοθέτου ὅτι ὁ ἄφρων ἀστάτοις καὶ ἀνιδρύτοις ὁρμαῖς κεχρημένος σάλον καὶ κλόνον , οἷα
3870037 πληττουσα
τὸ μὲν ἀπὸ τοῦ ἔργου , τὸ δ ' ὅτι πλήττουσα τὸν ἀέρα τὸν λόγον ἐργάζεται , πλέγμα δ '
, ὅτι ἐν τῷ στόματι ἀρθροῦται , ὅτι ἡ γλῶσσα πλήττουσα τῇ τῆς φωνῆς τάσει τὸ ἔναρθρον ἐνσφραγίζεται καὶ λόγον
3869679 στασιαζῃ
πρᾶξις , ἐπαινετὸς καὶ τέλειος ὁ βίος , ὅταν δὲ στασιάζῃ ταῦτα ἐν ἀλλήλοις , ἀτελής τε καὶ ψεκτός .
ψυχῆς καὶ οὐχὶ τὸ ἄλογον . ὅταν οὖν ταῦτα μὴ στασιάζῃ μηδὲ διαφέρηται ἀλλ ' ἕπηται τοῖς τοῦ νοῦ κινήμασι
3869435 ἐσκοπειτο
. Πλεύσας γὰρ οἴκοθεν ἐκ τῆς Καρίας εὐθὺ τῆς Ἑλλάδος ἐσκοπεῖτο πρὸς ἑαυτὸν ὅπως ἂν τάχιστα καὶ ἀπραγμονέστατα ἐπίσημος καὶ
ἐκέλευσε τὰ ὅπλα , αὐτὸς δὲ διαβὰς σὺν τοῖς λοχαγοῖς ἐσκοπεῖτο πότερον εἴη κρεῖττον ἀπαγαγεῖν καὶ τοὺς διαβεβηκότας ἢ καὶ
3860432 οἰηθεισα
ἐλπίσασα ] λείπει τὸ ποιεῖν , θεράπευμα τμητικὸν τῶν κακῶν οἰηθεῖσα ποιεῖν . νιν ] αὐτό : τὸ ὄνειρον .
ἂν πάνυ τολμήσειε φῆσαι , ἃ ἂν θῆται πόλις συμφέροντα οἰηθεῖσα αὑτῇ , παντὸς μᾶλλον ταῦτα καὶ συνοίσειν : ἀλλ
3860028 παραυτιχ
ἐνταυθὶ ἀλλ ' οὐκ ἐξεταστικῶς ἐκκλησιάζοντας , καὶ νομίζοντας τὴν παραυτίχ ' ἡσυχίαν οὐκ ἔσεσθαί ποτ ' αἰτίαν ταραχῆς ἀτόπου
τὸν ἥξοντ ' εἰς ἔπαινον εὐκλεῶς : ῥᾳθυμία δὲ τὴν παραυτίχ ' ἡδονήν λαβοῦσα λύπας τῷ χρόνῳ τίκτειν φιλεῖ ἅπαντ
3855723 ἀνεγειρουσα
τὴν ψυχὴν ἡ ἐν τοῖς πότοις διατριβή , ἀναζωπυροῦσα καὶ ἀνεγείρουσα μετὰ φρονήσεως τὸν ἑκάστου νοῦν , ὥς φησιν ὁ
πρὸς ἀρίδηλον θέαν : ὁράσεως γὰρ ἐπαγωγὸν κίνησις ἐξερεθίζουσα καὶ ἀνεγείρουσα μᾶλλον δ ' ἀκοιμήτους καὶ ἐγρηγορότας κατασκευάζουσα ὀφθαλμούς .
3849543 καταψυχεται
εἰρημένην αἰτίαν . ὅθεν δ ' ἐκλείπει τὸ θερμόν , καταψύχεται , καὶ διὰ ψύξιν καταπίπτει τὰ βλέφαρα : τὸ
ζωτικὸν πνεῦμα , τούτου δὲ ἐκκρινομένου τό τε ὅλον σῶμα καταψύχεται καὶ πάντα τὰ φυσικὰ ἔργα χείρω γίνεται , διὰ
3840593 καρπουμενη
ταύτης ἔπι τελοῦσα μὲν ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ καθαίρουσα καὶ καρπουμένη τὰς τῶν χρωμένων οὐσίας ἐξέθρεψε τοσούτους τουτουσί , διδάσκων
? ἀνὴρ τοιάνδε ? μοῖραν παρὰ [ ] ? θεῶν καρπουμένη [ τέκμαρ ? ? δὲ λέξω ? τῶι ?
3840009 προσοικειουν
ἐν τῷ ὑποκειμένῳ . ἔστι μὲν οὖν καὶ διὰ τοῦτο προσοικειοῦν τῇ ὕλῃ τὸν τόπον , μᾶλλον δὲ ὅτι δέχεται
τοῦτον χρὴ πρῶτον μὲν πρὸς τὰ μαθήματα , ὅσα δύναται προσοικειοῦν καὶ προσάγειν αὐτὸν τῇ γνώσει τῆς νοητῆς οὐσίας καὶ
3839767 χρησαμενῳ
πέτρας . ἄλλως : ἐπιτιμᾷ ἑαυτῷ ὁ Πίνδαρος ὡς πολλῇ χρησαμένῳ τῇ παρεκβάσει , καὶ τροπικῶς προάγεται τὸν λόγον ὡς
, τὴν μὲν ἔξωθεν παρωσαμένῳ κίνησιν τῇ δ ' οἰκείᾳ χρησαμένῳ , τῶν αὑτοῦ τι λογίσασθαι κατιδόντι φύσει οὐ παρέδωκεν
3834495 ἁγε
τῇ πόλει : τότε δὲ , οὐκ ἄξιον εἰπεῖν , ἅγε μὴ πεῖραν ἔδωκε θεῶν τινος εὔνοια „ . καὶ
σωτηρίαν τῇ πόλει : τότε δὲ οὐκ ἄξιον εἰπεῖν , ἅγε μηδὲ εἰς πεῖραν ἔδωκε θεῶν τινος εὔνοια καὶ τὸ
3834221 ὑπονοησειε
ὡς ἂν ὑπολάβοι τις . τάχα γὰρ ἄν τις αὐτὸν ὑπονοήσειε λέγειν ἀλλ ' οὐ δεῖ βασιλεῖ προσκρούειν , ἵνα
τινῶν , ὡς ἄν τις ἀρκεῖν πρὸς τὴν ἐνοῦσαν διάθεσιν ὑπονοήσειε . καὶ ἐπιτεῖναι δὲ δυνατὸν , ἐφ ' ὧν
3829679 ἱστουργιας
κουρὰν τετραπόδων καὶ θεμελίων ἀρχὰς καὶ συνθήκας καὶ δανείσματα καὶ ἱστουργίας , ἁρμόζει δὲ καὶ ταῖς φθείρειν προειρημέναις , ἐν
κουρὰν τετραπόδων καὶ θεμελίων ἀρχὰς καὶ συνθήκας καὶ δανείσματα καὶ ἱστουργίας , ἐν δὲ τῇ βʹ πεντεκαιδεκαμοιρίᾳ τοῖς κατὰ τὴν
3825750 ἡδονῃ
λογικὴν ψυχήν , ἐπιτηδεύσει πρὸς θηρίων ἀτιθάσων ἀγριότητας μετέβαλον ἐν ἡδονῇ καὶ ὠφελείᾳ τῇ πάσῃ τιθέμενοι τὸ κακῶς ποιεῖν ὅσους
μὲν καὶ ξύλῳ καὶ παντὶ ἀψύχῳ οἰκεῖον , ἀλλότριον δὲ ἡδονῇ : γαργαλισμοῦ γὰρ καὶ σπασμώδους ἐφίεται καὶ ἐπ '
3801700 Ψυχῃ
κζʹ Ἔνθα δὴ πόνος τε καὶ ἀγὼν ἔσχατος ψυχῇ πρόκειται Ψυχῇ λέγει τῇ ἡμετέρᾳ τῇ μερικῇ : ψυχὴν γὰρ εἴωθε
τούτοιν ἀρετὴ δήπου παντὶ παρέχει ζῴῳ σωτηρίαν . Πῶς ; Ψυχῇ μὲν πρὸς τοῖς ἄλλοις νοῦς ἐγγιγνόμενος , κεφαλῇ δ
3797614 θανατηφοροις
ἀξίοις λόγου παρὰ τὸ λέγω πλεονασμῷ τοῦ υ , ἢ θανατηφόροις ἀπὸ τοῦ λέγω τοῦ κοιμῶμαι τοῖς κατακοιμίζουσιν εἰς θάνατον
ἀπροόρατον ἐποίουν : οἷς πολλοὶ διὰ τὴν ἄγνοιαν ἐπιβαίνοντες δήγμασι θανατηφόροις περιέπιπτον . τέλος δὲ κατὰ τὴν ὁδοιπορίαν πλεῖον ἢ

Back