| οὐκ ἤθελον ἐπιτρέπειν , τότε δὴ οἱ Λακεδαιμόνιοι νομίσαντες τὸ παρανόμημα , ὅπερ καὶ σφίσι πρότερον ἡμάρτητο , αὖθις ἐς | ||
| εἰδέναι καὶ σφόδρα κατειληφέναι διαβεβαιούμενοι . προσεξεργάζονται δὲ καὶ τρίτον παρανόμημα τῶν προτέρων ἀργαλεώτερον : ὅταν γὰρ σπάνις ἀποδείξεων ᾖ |
| κριθῶν . τοὺς δὲ ῥυπαροὺς ἄρτους φαιοὺς Ἄλεξις καλεῖ . βλῆμα δὲ καλεῖται ὁ ἐντεθρυμμένος ἄρτος καὶ θερμός , πύρνον | ||
| πεσόντος δὲ τοῦ παιδὸς ἀνασχίζειν αὐτὸν κελεύειν καὶ σκέψασθαι τὸ βλῆμα : ὡς δὲ ἐν τῇ καρδίῃ εὑρεθῆναι ἐνεόντα τὸν |
| μένοντες ἕστασαν ὁππότε πύργος Ἀχαιῶν ἄλλος ἐπελθὼν Τρώων ὁρμήσειε καὶ ἄρξειαν πολέμοιο . τοὺς δὲ ἰδὼν νείκεσσεν ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγαμέμνων | ||
| , καὶ ἔτι ἂν ἧσσον δεινοὶ ἡμῖν γενέσθαι , εἰ ἄρξειαν αὐτῶν Συρακόσιοι : ὅπερ οἱ Ἐγεσταῖοι μάλιστα ἡμᾶς ἐκφοβοῦσιν |
| ὥραν καὶ διαφέρειν δοκεῖ τὴν ὄψιν , ἐρῶντα ἥκειν ἀναίσχυντον συκοφάντημα πλάσαντα , οὐκ ἀπὸ τῆς ἑαυτοῦ γνώμης , ἀλλὰ | ||
| κατέστρεψεν εἰς φιλανθρωπίαν τοὺς λόγους ὁ Φίλιππος , καὶ τὸ συκοφάντημα ὃ προειρήκει κατ ' ἐμοῦ πρὸς τοὺς συμπρέσβεις οὗτος |
| διεγείρει . ἐποτρύνει ] παρακινεῖ . ἐποτρύνει ] ἐπεγείρει . πικρόκαρπον ] οὗ πικρὸς καρπὸς ἤτοι τέλος : θάνατος γάρ | ||
| γένος . ὠμοδακής ς ' ἄγαν ἵμερος ἐξοτρύ - νει πικρόκαρπον ἀνδροκτασίαν τελεῖν αἵματος οὐ θεμιστοῦ . φίλου γὰρ ἐχθρά |
| κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ | ||
| κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ |
| κἀκείνην ἑλέσθαι τὰ συνοίσοντα : καὶ εἰ δέχονται ταῦτα , προκαλούμεθα . ἐπεὶ δὲ οὐ δέχονται , οὐδ ' ἂν | ||
| δοκεῖ , περὶ μὲν εἰσόδου Ταρκυνίων οὐδὲν ἔτι λιπαροῦμεν , προκαλούμεθα δ ' ὑμᾶς εἰς ἕτερόν τι δίκαιον , ὑπὲρ |
| βούλῃ . Ὡμολόγηκα , ἔφην : οὐκ ἔστιν γάρ μοι ἀνάδυσις , ὦ Εὐθύδημε . Ἴθι δή μοι εὐθύς , | ||
| τὰ ὀνόματα : τὰ δὲ πράγματα ἄρνησις , ἐξωμοσία , ἀνάδυσις , ἀναφυγή , ἀναχώρησις , ἀντιλογία , παραίτησις . |
| αἰσθητοῦ , εἰς τὸν διάλληλον : τὸ γὰρ αἰσθητὸν πάλιν διαφωνούμενον , καὶ μὴ δυνάμενον δι ' αὑτοῦ ἐπικρίνεσθαι διὰ | ||
| σημεῖον ἐπ ' ἴσης τῷ σημειωτῷ δοξαστόν ἐστι καὶ ἀνεπικρίτως διαφωνούμενον . ὡς οὖν τὸ ” τὶς διὰ πέτρας πλεῖ |
| κακῶν . αὖθις δ ' ὅπως μὴ λήψομαί σε , Σμικρίνη , προπετῆ λέγω σοι : νῦν δὲ τῶν ἐγκλημάτων | ||
| τὸ κακὸν καὶ τἀγαθὸν καθ ' ἡμέραν νέμειν ἑκάστωι , Σμικρίνη ; λέγεις δὲ τί ; σαφῶς διδάξω ς ' |
| , ἀλλὰ τοσοῦτον . Ταὐτὸν οὖν ἐστιν ἐπιστήμῃ τε καὶ ἀνεπιστημοσύνῃ ὑγιεινοῦ , καὶ ἐπιστήμῃ τε καὶ ἀνεπιστημοσύνῃ δικαίου ; | ||
| παντελὴς ἀναισθησία , τὸ δὲ διπλοῦν , ὅταν μὴ μόνον ἀνεπιστημοσύνῃ τις συνέχηται , ἀλλὰ καὶ οἴηται εἰδέναι ἃ μηδαμῶς |
| ἀφεῖναι . πρῶτα δ ' ἄρξομαι λέγειν ὅθεν μ ' ὑπῆλθες πρῶτον ὡς διαφθερῶν οὐκ ἀντιλέξοντ ' . εἰσορᾶις φάος | ||
| ὄχλῳ φαῦλοι ἐν σοφοῖς μουσικώτεροι λέγειν : ὅθεν μ ' ὑπῆλθες : ὅθεν με κατέβαλες πρῶτον ὡς διαφθερῶν ἀπολογίαν οὐκ |
| τοῖϲ ὑπὸ λυϲϲῶντοϲ κυνὸϲ δεδηγμένοιϲ . κωλύει γὰρ ἰδιότητί τινι περιπεϲεῖν τὸν δηχθέντα τῷ ὑδροφοβικῷ πάθει καὶ τοῖϲ ἤδη δὲ | ||
| ὀξὺ καὶ ϲυμβαίνει τοὺϲ τὸν κίνδυνον ἐκφεύγονταϲ πρῶτον μὲν χρονίῳ περιπεϲεῖν νόϲῳ , παραλύϲεωϲ τινῶν μορίων ἢ καὶ τοῦ παντὸϲ |
| μὴ μόνον τὰ πλησίον , ἀλλὰ καὶ τὰ πορρωτέρω πάντα ἐμπυρισθῆναι . τοιοῦτόν τι καὶ ἐφ ' ἡμῶν γίνεται , | ||
| . πεπρωμένον : ὅτι πεπρωμένον ἦν δοριάλωτον γενηθεῖσαν τὴν Ἴλιον ἐμπυρισθῆναι : ὅπως κατὰ τὸ τοῦ Αἰακοῦ ἔργον ἁλῴη τὸ |
| : τάλαρος : . . . ἢ ἀπὸ τοῦ τηρὸς ταρός , καὶ πλεονασμῷ τῆς αλ συλλαβῆς τάλαρος , ὁ | ||
| σημαίνει τὸ ὑπερφρονῶ ἀττικῶς . ἔπειτ ' ] ἆρα . ταρός ἐστιν ὁ μικρὸς καλαθίσκος , ταλαρὸς δὲ ὁ μέγας |
| λέχεα , κακόφρον κόρα . τοιγάρ σοί ποτ ' οὐρανίδαι πέμψουσιν θανάτου δίκαν . ἔτ ' ἔτι φόνιον ὑπὸ δέραν | ||
| σημείου ἐκβάσεως , καὶ παρεκάλουν αὐτὸν καὶ συμβουλίαν δοῦναι πότερον πέμψουσιν ἢ ἀρνήσονται . ὁ δὲ Αἴσωπος λέγει αὐτοῖς ” |
| αὐτοὺς ἔχῃς διὰ τὴν δωροδοκίαν . Θ . . . εἰρωνικὸν τοῦτο . Θ . . . φίλως : Προσφιλῶς | ||
| . Οὐκοῦν τὸν μὲν ἁπλοῦν μιμητήν τινα , τὸν δὲ εἰρωνικὸν μιμητὴν θήσομεν ; Εἰκὸς γοῦν . Τούτου δ ' |
| Δία οὐκ ἔγωγε . Τί οὖν ἄρτι ἤρου ὅτι μοι νοοῖ τὸ ῥῆμα ; Τί ἄλλο γε , ἦν δ | ||
| . ὡς δὲ ἤρετο Ἀλέξανδρος δι ' ἑρμηνέων ὅ τι νοοῖ αὐτοῖς τὸ ἔργον , τοὺς δὲ ὑποκρίνασθαι ὧδε : |
| τὸ εἶναι δύο τὰς ἑταίρας . Κύδος : λοιδορία , κακολογία . Καὶ Κυδάζειν τὸ λοιδορεῖν καὶ κακολογεῖν . Ἡ | ||
| . . . κακηγορῆϲαι ὡς Ὑπ . . , . κακολογία ὡς Ὑπ . . , . κακοπράγμων ὡς Ὑπ |
| . Πάλιν δὲ διὰ Μεγαρέας πολεμήσαντες καὶ τὴν χώραν τμηθῆναι προέμενοι , πολλῶν ἀγαθῶν στερηθέντες αὖθις τὴν εἰρήνην ἐποιησάμεθα , | ||
| πόλεμον διὰ Μεγαρέας πεισθέντες καταστῆναι , καὶ τὴν χώραν τμηθῆναι προέμενοι καὶ πολλῶν ἀγαθῶν στερηθέντες , εἰρήνης ἐδεήθημεν , καὶ |
| χάριν αὐτοὺς ἀποδοῦναι , ὧν δ ' ὑφ ' ὑμῶν ἠδίκηνται δίκην λαβεῖν , ὁποτέρως βούλονται , ἢ διἱέντας αὐτοὺς | ||
| οὗτοι ἔχουσί τινα λύπην , οἱ μὲν θυμωθέντες , ὅτι ἠδίκηνται , οἱ δὲ φροντίσαντες , ὅτι αὐτοῖς οὐκ ἀπέβη |
| ἐκείνων ἀποδοχὰς καὶ καταγινώσκειν τῶν τιμώντων πολλὴν ἠλιθιότητα ὡς ὑγιοῦς διαμαρτανόντων δόξης . εἰ δ ' ἔστιν , ὃν μιᾷ | ||
| κενοῦ αὐτὸν χανεῖν φασιν . ἐπὶ τῶν συνελπιζόντων χρηματιεῖσθαι , διαμαρτανόντων δὲ λέγουσιν . Ἀριστοφάνης Θεσμοφοριαζούσαις βʹ . Λύκου δεκάς |
| Λακωνισμὸς ἡ πρὸς τοὺς Λάκωνας . , . . † ἄτυφον : ἐν Φαίδρῳ τὸ ἀβλαβές , ἐπὶ τὸ τῦφον | ||
| , ἔτι δὲ ὀλιγοδεΐαν , ἀφέλειαν , εὐκολίαν , τὸ ἄτυφον , τὸ νόμιμον , τὸ εὐσταθές , καὶ ὅσα |
| ' ὑμῖν καταδεῖσαι . ἀξιῶ δὲ καὶ ὑμᾶς ὑπομεῖναι , ἐνθυμηθέντας ὅτι οὐδὲ τὰ νῦν δοκοῦντ ' ἔδοξεν ἂν ὑμῖν | ||
| ἀρεταὶ καὶ αἱ τῆς πόλεως συμφοραί . ὧν ἄξιον ὑμᾶς ἐνθυμηθέντας προθύμως ἡμῖν βοηθῆσαι , ἡγησαμένους τούτους ἂν ἐν δημοκρατίᾳ |
| μὲν ἄλλα πάντα ὁμοίως ἔχουσιν αἵ τε ἀπροσδιόριστοι καὶ αἱ προσδιωρισμέναι : κατὰ τοῦτο δὲ μόνον διαλλάττουσιν ὅτι ἐπὶ μὲν | ||
| ἐν τῇ θεωρίᾳ ὅτι δια - φοράν τινα ἔχουσιν αἱ προσδιωρισμέναι προτάσεις πρὸς τὰς ἀπροσδιορίστους . ἐπὶ γὰρ τῶν ἀπροσδιορίστων |
| ὑγρόν , καθάπερ ἐν τοῖς ἄλλοις ἅπασι , παλαιούμενον καὶ χρονιζόμενον διὰ τὸ πλῆθος καταμελανθῇ : πάντων γὰρ τῶν τοιούτων | ||
| δὲ ὥσπερ ἀκέραιον δέχεσθαι τὸ μανὸν καὶ ἐκφαίνειν τῇ αἰσθήσει χρονιζόμενον . Εἴη δ ' ἂν καὶ ἐναντίως λαβεῖν ὡς |
| . ᾧ : τῷ τραύματι . ἀνάρσιον : ὀλέθριον , θανατηρὸν , ἀναιρετικόν . Ἐννέμεται : ἐστὶ , τρέφεται , | ||
| ὅλον . ὀδόντων : ἀπό . Πευκεδανόν : πικρὸν , θανατηρὸν , ἀπὸ μεταφορᾶς τῆς οὔσης φύσει πικρᾶς . ζαμενῆ |
| ὁ καχεκτῶν τῷ σώματι , νοσεῖ δὲ ὁ κλινήρης . ἀρρωδεῖν καὶ ὀρρωδεῖν διαφέρει . τὸ μὲν γὰρ διὰ τοῦ | ||
| διὰ τοῦτο εἴρηται τὸ φοβεῖσθαι ὀρρωδεῖν . λέγεται δὲ καὶ ἀρρωδεῖν . τοὺς θεοὺς ] οὐκ ἔχων δεῖξαι δύναμιν ὑπάρχουσαν |
| ὁ κίνδυνος , νικῶσι δὲ οὐ μέγα τὸ ἔργον οὐδὲ ἐπικερδές . ” εἶναι δ ' ἄλογον κινδυνεύειν ἐπὶ ὀλίγοις | ||
| λέγοντες . ὅμοιοι . τὸ λάθρα κατά τινος φέρεσθαι . ἐπικερδές . ὑπάρχει τῷ ποιοῦντι . Τί μάλα τοῦτο ] |
| δὲ Ἀκεγχήρης δώδεκα καὶ μῆνας πέντε . Τοῦ δ ' Ἀκεγχήρης ἕτερος δώδεκα καὶ μῆνας τρεῖς . Τοῦ δὲ Ἄρμαϊς | ||
| μετὰ δὲ ταύτην Ῥαθῶτις ἔτη θʹ . μετὰ δὲ τοῦτον Ἀκεγχήρης ἔτη ιβʹ , μῆνας εʹ . μετὰ δὲ τοῦτον |
| εἰς ἀνυπέρβλητον τύχην ὑψούμενα , τινὰ δὲ εἰς ταπεινὴν καὶ εὐκαθαίρετον τύχην χωροῦντα . Ὅθεν μή τις ἡμᾶς δόξῃ πολυλογεῖν | ||
| εὐτελές . πάντα διεξελήλυθεν ] ὥστε νῦν αὐτὸν εἶναι λοιπὸν εὐκαθαίρετον . εἰ γὰρ οὐκέτι προσθήκην αὐτῷ λαμβάνει τὰ πράγματα |
| , ἔμοιγε δοκεῖ . Πλήν γ ' ἴσως , ὦ Πολέμαρχε , πρὸς τὸ χρῆσθαι ἀργυρίῳ , ὅταν δέῃ ἀργυρίου | ||
| ἀνήρτοῦτο μέντοι ὅτι ποτὲ λέγει , σὺ μέν , ὦ Πολέμαρχε , ἴσως γιγνώσκεις , ἐγὼ δὲ ἀγνοῶ : δῆλον |
| βωμοῦ κατεβίβασε : τὸ γὰρ αἰσχρὸν βέβηλον , τὸ δὲ βέβηλον πάντως ἀνίερον . τοῦτο δὲ τὸ ἡγεμονικὸν διακεχώρικεν : | ||
| τοῦ ω μεγάλου . ὁσίων . ὅσιόν ἐστι χωρίον τὸ βέβηλον καὶ μὴ ἱερόν , εἰς ὃ ἔξεστιν εἰσιέναι . |
| ἡμεῖς ἄφαντοι δυσόμεσθ ' Ἡρακλέους . ὀτοτοτοῖ , στέναξον : ἀποκείρεται σὸν ἄνθος πόλεος , ὁ Διὸς ἔκγονος , μέλεος | ||
| Ἑρμῆς κομᾷ καὶ τῷ κροτάφῳ καὶ τοῖς σφυροῖς . τότε ἀποκείρεται καὶ πόλις , ὅτε ἁλίσκεται , καὶ γυνὴ τότε |
| ἀπέστη ἀπ ' Ἀθηναίων πρὸς Βρασίδαν . φασὶ δὲ οἱ Σκιωναῖοι Πελληνῆς μὲν εἶναι ἐκ Πελοποννήσου , πλέοντας δ ' | ||
| Λακεδαιμόνιοι καὶ οὐκ Ἀθηναῖοι οἵ τε πάσχοντες Ἀθηναῖοι καὶ οὐ Σκιωναῖοι , ὧν οὐδὲ τοὔνομα πολλοῖς γνώριμον . ἔπειτα καὶ |
| δὲ πίστιν ἀστεῖον ὑπάρχειν , εἶναι γὰρ ὑπόληψιν ἰσχυράν , βεβαιοῦσαν τὸ ὑπολαμβανόμενον . Ὁμοίως δὲ καὶ τὴν ἐπιστήμην ἀμετάπτωτον | ||
| τις καταβλάψῃ τινά , ἑκὼν ἀδίκως . πανταχοῦ τὴν πρόφασιν βεβαιοῦσαν τὸ πρᾶγμ ' εὑρήσομεν . ἀλλ ' οὐ σοί |
| . φαρμακοπώλαις ] γυναιξί ; τοῖσι φ . ) . φαρμακοπῶλαι . . . τά γε λυσιτελοῦντα . . . | ||
| , χυτροπῶλαι . τὴν δ ' Αἴγιναν χυτρόπωλιν ἐκάλουν . φαρμακοπῶλαι , καὶ τὸ ῥῆμα φαρμακοπωλεῖν , καὶ φαρμακοτρίβαι παρὰ |
| διὰ τῆς ἀποβάθρας κατιών ἐστιν , ὑδρίαν ἔχων χαλκῆν . καταλύουσι δὲ καὶ τοῦ Μενελάου τὴν σκηνὴν οὐ πόρρω τῆς | ||
| Καιρὸς γάρ ἐστι τῶν νόμων κρεῖττον πολύ . Καιροὶ δὲ καταλύουσι τὰς τυραννίδας . Κρίνειν δίκαιον μὴ τὸ συμφέρον θέλε |
| ἀνθρωπίνων , κατὰ δὲ τὸ προορατικὸν τῆς κυβερνητικῆς τέχνης τὸ εὔστοχον τῆς μαντικῆς . Εἰ δέ σου ἀντετίθει τύχη τῷ | ||
| τὸ πᾶν διελέσθαι ὡς δεῖ . Οὔτε τὸ θεῖον πάντων εὔστοχον , οὔτε τὸ ἀνθρώπινον πάντων ἄστοχον . Καὶ περὶ |
| τετρακισμυρίων . Ἐπαμινώνδας βουλόμενος ἐμβαλεῖν ἐς Λακεδαίμονα , ἐπειδὴ τὸ Ὄνειον κατεῖχε φυλακὴ Λακωνικὴ , ἐνδειξάμενος ὡς μέλλων νυκτὸς παριέναι | ||
| . μαθεῖν δὲ βουλόμενος εἰ παρεληλυθότες εἶεν οἱ Θηβαῖοι τὸ Ὄνειον ἔπεμψε σκοποὺς τούς τε Ἀθηναίων ἱππέας καὶ τοὺς Κορινθίων |
| γε ὑπεναντία ἑνὶ πράγματι πῶς ἂν εἴη ; Οὐδαμῶς . Ἀφροσύνη ἄρα καὶ μανία κινδυνεύει ταὐτὸν εἶναι . Φαίνεται . | ||
| κρᾶτα συνηλοίησαν , ὁ δ ' ὄλλυται ἄφρονι πότμῳ . Ἀφροσύνη καὶ σκόμβρον ἕλεν καὶ πίονα θύννον καὶ ῥαφίδας καὶ |
| Νικάνωρ φησί . : Δῆλος . . . ἐκαλεῖτο δὲ Κύνθος ἀπὸ Κύνθου τοῦ Ὠκεανοῦ . . . καὶ Ἀστερία | ||
| καθ ' Ἡρακλέα . οἱ οἰκοῦντες Κύνητες καὶ Κυνήσιοι . Κύνθος , [ ὄρος Δήλου , ] παρ ' Ἀντιμάχῳ |
| ἔχοντα . ἐπ ' ἐλάχιστον ἀναπίπτουσιν : ἢ ἀναπαύονται ἢ ἀθυμοῦσιν : τὸ δὲ ἐπ ' ἐλάχιστον ἀντὶ τοῦ οὐδὲ | ||
| ἄθυμος , εὔθυμος , εὐθυμία , ἀθυμία , ἀθυμῶν , ἀθυμοῦσιν ὡς Ἀντιφῶν , ἀθύμως ὡς Ἰσοκράτης , ἀθυμοτέρως ὡς |
| ἀποκρύψας συνέταξεν , ὅταν ἴδωσι πέλτην χαλκῆν ἀρθεῖσαν , ἐκδραμόντας ἀναιρῆσαι πάντας τοὺς ἠθροισμένους . ἀνεδείχθη μὲν ἡ πέλτη , | ||
| γυναι - κείας φύσεως . ἔδει γὰρ πρῶτον λογισμῷ τινι ἀναιρῆσαι τὸ εἶναι αὐτὰς , εἶθ ' οὕτως ἄρξασθαι τῶν |
| ὅτι στεφανοῦσι Δημοσθένην δηλονότι ὡς εὖ πεπονθότες . πόθεν οὖν ἠτυχήσαμεν ; ἀνάγκη ἀπὸ τῆς τύχης . ἀλλ ' οὐχί | ||
| ταῦτ ' ἐξετάσομεν ; πότερον πρὸς τὰς ναυμαχίας ἃς τοσαύτας ἠτυχήσαμεν , ἢ πρὸς τὰς ἐν τῇ γῇ μάχας , |
| προθέμενον ? ? ζητεῖν ? [ ] ἐν μὲν τῶι Θεαιτήτωι [ ] περὶ ἃ οὐκ ἔστιν δεικνύναι - , | ||
| , εὐθέως [ - ] καὶ ἀδύνατον . τῶι γοῦν Θεαιτήτωι μαρτυρεῖ [ - ] ὡς ἔχοντι ταῦτα . Ἀλλ |
| μὲν παρὰ νηυσὶ κορωνίσι θωρήσσοντο ἀμφὶ σὲ Πηλέος υἱὲ μάχης ἀκόρητον Ἀχαιοί , Τρῶες δ ' αὖθ ' ἑτέρωθεν ἐπὶ | ||
| τι κῖκυς οἵηπερ πάρος ἔσκεν ἐπὶ γναμπτοῖσι μέλεσσιν . ” ἀκόρητον ἀπλήρωτον : “ ἀμφὶ σὲ Πηλέως υἱὲ μάχης ἀκόρητον |
| ἀναγκάζω . . κλητεύσοντα ] ἐγκαλέσοντα . , ἐγκληθησόμενον , ἐγκαλούμενον , κλῆσιν : καλέσοντα πρὸς τὸ δικαστήριον . κλητεύω | ||
| περὶ τῆς οὐσίας ἔστιν ἡ ζήτησις , εἰ ἔστι τὸ ἐγκαλούμενον καὶ εἰ γέγονεν οὕτως , ὡς ὁ κατήγορός φησι |
| θ οὐχ ὁμιλητὸν ] ἀπρόσψαυστον . ὁμιλητὸν ] φορητὸν καὶ ὑπομονητόν . ὁμιλητὸν ] ὁμιλίαν παραδεχόμενον . δείσασα ] φοβηθεῖσα | ||
| . εὐεστοῖ ] εὐτυχίᾳ . . ὁμιλητὸν ] φορητὸν , ὑπομονητόν . . κρατοῦσα ] εὐτυχής . . νικῶσα . |
| ταράττω . Πγ πρὸς ἔπος ἠριδόμεσθ ' : ἀντεβάλλομεν , ἐφιλονεικοῦμεν , ἀντετείναμεν . ἔφλα ] ἔτυπτε . κἀσπόδει : | ||
| πρόσκαιρον . ἐκρινόμεθ ' ] διεχωριζόμεθα , ἀμφεβάλλομεν . , ἐφιλονεικοῦμεν , ἀμφισβητοῦμεν , ἐκπριζόμεθα . τῷ χρόνῳ ] διὰ |
| κατὰ μέρος διαπίπτει , οὐκ ὀρθῶς χρώμενος ταῖς λέξεσιν , ὀδυσσαμένοιο τεοῖο . τοῦτο γάρ ἐστι τοῦ σοῦ , θέλει | ||
| κτητικαὶ οὐδέποτε ἐπὶ πρᾶγμα φέρονται , σαφὲς ὅτι ὡς τὸ ὀδυσσαμένοιο τεοῖο ἐπὶ πρᾶγμα φερόμενον ὠλιγώρηται : δέον γὰρ γενικὴν |
| . ἡ δὲ ἑτέρα , ὅτι τοὺς . . . προσελεῖν . . . ὅτι ἔλεγον οἱ Ἀρκάδες , ὥς | ||
| ἀτιμάζομεν . . προσελεῖν τὸ ὑβρίζειν Ἀττικοὶ φασίν . . προσελεῖν τὸ ὑβρίζειν . . καὶ πυρρίαις : Ἀντὶ τοῦ |
| τὸ . ὥστε . λίαν . στενάζω . ἐνθυμούμενος . λυπηραὶ . μισούμεναι . μισηταὶ . στυγνότητος αἴτιαι : ἀπὸ | ||
| Μαινίδι : σμαρίδι . ἀνιγραί : λεπταὶ , ἀνιαραὶ , λυπηραὶ καὶ γλίσχραι . Μετά : οἷς . ἐπειγόμεναι : |
| γὰρ οὐ τοῦ δανείου χάριν , ἀλλὰ τοῦ τόκου ἐνεχυράσασθαι ἀπειλοῦσιν . Θ τοῦτο ἐγερθείς φησιν : οὐ γὰρ ὀνειροπολεῖ | ||
| προσφερόμενον ἀετὸν αἱ γέρανοι θεάσωνται , γενόμεναι κυκλόσε καὶ κολπωσάμεναι ἀπειλοῦσιν ὡς ἀντιταξόμεναι : ὃ δὲ κρούεται τὸ πτερόν . |
| θύρα : σημαίνει δὲ τὰ χείλη περιφραστικῶς . τὸ δὲ ψύθος ἀπὸ τοῦ ψεῦδος ἀποβολῇ τοῦ ε καὶ τροπῇ τοῦ | ||
| καὶ τὸ ψεῦδος δέ , φησίν , ἄραντες τὸ ε ψύθος φασίν . . . , : ἰστέον δὲ ὅτι |
| Ἕκτορος σῶμα ἐν Φρυξίν . . . : πρὸς χρυσὸν ἀντιστῆσαι : τοῦτο δὲ ὑπερβολικῶς εἶπεν . ὁ μέντοι Αἰσχύλος | ||
| ἡδέα , καὶ πρὶν περὶ αὐτῶν σκέψασθαι καὶ τὸν λόγον ἀντιστῆσαι . ὁ δὲ ἐγκρατὴς οὐ τοιοῦτος : ἐν γὰρ |
| ' ὧν οἰκεῖται ἡ πόλις καὶ καθ ' οὓς ὀμωμόκατε δικάσειν , τί κελεύουσι καὶ τί παραβεβήκασιν : ὅταν δὲ | ||
| νόμιμα καὶ εὔορκα γίγνεται . Κατὰ γὰρ τοὺς νόμους ὠμόσατε δικάσειν : ἐγὼ δὲ καθ ' οὓς μὲν ἀπήχθην , |
| ἐγκρατέςτερον | . πτωχεῦσαί με [ θέλεις ; οὐκ ] ἀναίνομαι : | πτωχεύσω δὲ Ἴρου [ μετριώτερον ] . | ||
| ὁμολογήσουσι καὶ τῷ Διῒ χάριν τῷ τάδε διαπραξαμένῳ . οὐκ ἀναίνομαι ] χαίρω ἐν τῷ μὴ ἀντιλογεῖν . ἡβᾷ τοῖς |
| εἶναί φημι : Πρὸς βραχὺ δὲ πίπτουσα αὖθις ἀνίσταται . Σὸν φίλον εἰ θέλεις δοκιμάσαι , ἢ μέθυσον ἢ ὕβρισον | ||
| βωμόν : ὁ δ ' ὡς ματέρι παῖς ἕπεται . Σὸν τόδε , Δάματερ , σὸν τὸ σθένος : ἵλαος |
| , παρὰ τὸ θαρρεῖν . βαρβαρίζει δὲ ὡς δοῦλος . κομψευριπικῶς : ἀντὶ τοῦ εὐριπιδικῶς καὶ δεινῶς , οἷον πανούργως | ||
| εἴποι περιεσταλμένως καὶ λεληθότως , οἱονεὶ μὴ φανερῶς . Γ κομψευριπικῶς : πανούργως ὡς ὁ Εὐριπίδης . κομψευριπικῶς ] πανούργως |
| . Ἐλαίου παλαιοῦ λι βʹ , ἰρίνου γο Ϛʹ , στυρακίνου γο Ϛʹ , δαφνίνου γο Ϛʹ , τερεβινθίνης , | ||
| μυελοῦ ἐλαφείου γο δʹ , στύρακος γο αʹ , ἐλαίου στυρακίνου γο δʹ , ἐλαίου ἰρίνου γο Ϛʹ , πεπέρεως |
| δὲ τοῖϲι καρδιώϲϲουϲι καὶ αἴϲθηϲιϲ ὀξυτέρη , ὡϲ ἰδεῖν καὶ ἀκοῦϲαι μᾶλλον ἢ πρόϲθεν , καὶ γνώμη εὐϲταθεϲτέρη καὶ ψυχὴ | ||
| καὶ οἷον θλωμένων ἄχρι καὶ τῶν ὀϲτῶν . οὕτωϲ οὖν ἀκοῦϲαι λεγόντων ἔϲτι τῶν παϲχόντων ὡϲ ὀϲτοκόπῳ τε ϲυνέχονται καὶ |
| γεωργίας γλυκύ . Λυπεῖ με δοῦλος μεῖζον οἰκέτου φρονῶν . Ἔργον γυναικὸς ἐκ λόγου πίστιν λαβεῖν . Τοῦτ ' ἐστὶ | ||
| φίλους βλαπτόντων . Ἐῤῥίφθω κύβος : ἐπὶ τῶν διακινδυνευόντων . Ἔργον ὄνον ἀποτρέψαι κνώμενον : ἐπὶ τῶν ἀπάγειν τινὰς βουλομένων |
| καὶ φρονήσει δεινοτάτῃ καὶ ἐμπειρίᾳ πολυτροπωτάτῃ , φιλοσοφίᾳ ἐπιθέμενος , δημοσιεῦσαι ταύτην τοῖς Ἕλλησιν ἐν ἁρμονίᾳ τῇ ποτὲ εὐδοκίμῳ : | ||
| , θανάτῳ ζημιῶσαι καὶ τοῖς ἕνδεκα παραδοῦναι καὶ τὰ χρήματα δημοσιεῦσαι , τὸ δ ' ἐπιδέκατον τῆς θεοῦ εἶναι . |
| ] νοθεύσειν , μολύνειν , νενοθευμένην δεῖξαι τὴν μάχην . καπηλεύσειν ] ἀναβαλέσθαι . καπηλεύσειν ] ἐκκλίνειν , οὐ καλῶς | ||
| ἐλθὼν ] παραγενόμενος . ἔοικεν ] φαίνεται . Ξ οὐ καπηλεύσειν ] οὐ κιβδηλεύσειν , ἤτοι οὐ ψεύσεσθαι . Ξ |
| λαμπάς , νείφω νιφάς . . , : δεῖν : συναλιφῇ τοῦ δέον δεῖν , ὡς πλέον πλεῖν . . | ||
| , ὄνομα ῥηματικὸν τρεερός , ὡς τήκω τακερός , καὶ συναλιφῇ τῶν δύο εε εἰς η τρηρός , μετὰ τοῦ |
| οἱ χυμοὶ οὗτοι οὐ περιπλανῶνται , ἀλλ ' ἐν τῇσι κοιλίῃσίν εἰσιν : ἀλλ ' αἱ κοιλίαι αἱ μὲν περιττὸν | ||
| οἱ χυμοὶ οὗτοι οὐ περιπλανῶνται , ἀλλ ' ἐν τῇσι κοιλίῃσίν εἰσιν : ἀλλ ' αἱ κοιλίαι αἱ μὲν περιττὸν |
| : πόσους κέκληκας μέροπας ἐπὶ δεῖπνον ; λέγει : ἐγὼ κέκληκα μέροπας ἐπὶ δεῖπνον ; χολᾷς . οὐδεὶς παρέσται . | ||
| οὐδὲ εἷς ; σφόδρα ἠγανάκτησεν ὥσπερ ἠδικημένος , εἰ μὴ κέκληκα Δαιτυμόνας . οὐδ ' ἄρα θύεις ἐρυσίχθονα ; οὔκ |
| διέβη ἐς Τορώνην , οἱ δὲ τῷ Βρασίδᾳ ἀνήγγελλον τὴν ξυνθήκην , καὶ ἐδέξαντο πάντες οἱ ἐπὶ Θρᾴκης ξύμμαχοι Λακεδαιμονίων | ||
| πόλιν : τὸ Λέπρεον . σφῶν : τῶν Ἠλείων . ξυνθήκην : ξύμβασιν . καὶ ἐξελθεῖν : τοῦ πολέμου . |
| . τὸ βλασφημεῖν : ἀπὸ Αἰξωνίδος φυλῆς Ἀθηναίων , οἳ βλάσφημοι ἐκωμῳδοῦντο . πένταθλος . ἀγών : πέλτη , σίγυννος | ||
| δῆμος Κεκροπίδος , καὶ Αἰξωνεῖς οἱ ἐκεῖθεν , οἳ καὶ βλάσφημοι ἐκωμῳδοῦντο εἶναι : παρ ' ὃ καὶ αἰξωνεύεσθαί φασι |
| κατὰ στάσιν ἐπικαλεσαμένων σφᾶς , ἅμα δὲ καὶ τὸ ἐν Κυψέλοις τεῖχος ἀναιρήσοντες , ἢν δύνωνται , ὃ ἐτείχισαν Μαντινῆς | ||
| λιμένι τὸν στόλον τήν τε τοῦ βασιλέως ἀθρόαν ἔφοδον ἐν Κυψέλοις μαθόντες ἐξεπλάγησάν τε τῷ γινομένῳ καὶ τὴν αἰτίαν μηδαμοῦ |
| ' ὁ νοῦς , ὡς ποιητικὴ δηλονότι τῶν ἀποδείξεων καὶ ἀποτελεστική : ἐκεῖ μέν , ἵνα μόνον τὸ ἀληθὲς θεωρήσωμεν | ||
| σπάργανα , πᾶσα γὰρ αἰφνίδιος εἰς τὸ ἐναντίον μεταβολὴ ξενοπαθείας ἀποτελεστική . πρῶτον μὲν οὖν μίαν ἐλευθερῶσαι χεῖρα καὶ μετά |
| οἳ καὶ βλάσφημοι ἐκωμῳδοῦντο εἶναι : παρ ' ὃ καὶ αἰξωνεύεσθαί φασι τὸ βλασφημεῖν : ὃ καὶ ἡ Πλατωνικὴ ῥῆσις | ||
| οἳ καὶ βλάσφημοι ἐκωμῳδοῦντο εἶναι : παρ ' ὃ καὶ αἰξωνεύεσθαί φασι τὸ βλασφημεῖν : ὃ καὶ ἡ Πλατωνικὴ ῥῆσις |
| . καίτοι , καθάπερ ἐν ταῖς ἱστορίαις εἴρηται , καὶ φανερώτατον ἐπὶ τῶν συκῶν . ἔτι δὲ κατ ' ἄλλον | ||
| τῷ δικαίῳ τιμωρίαν ἀνθρώποις : ἔργον δὲ κάλλιστον καὶ δόξῃ φανερώτατον ὁ Καμβύσου παρέσχετο ἀκινάκης . ἔστι δὲ τοῦ Πειραιῶς |
| εἰ μέντοι , ἔφη ὁ Ξενοφῶν , τοιοῦτόν ἐστι τὸ ῥιψοκίνδυνον ἔργον , κἂν ἐγὼ δοκῶ μοι τὸν κίνδυνον τοῦτον | ||
| καὶ σώζεσθαι ] , χαλεπὸν ἡ θάλαττα καὶ ἡ ναυτιλία ῥιψοκίνδυνον . ὀρθῶς ἐγὼ τοῦτο κρίνω πείρᾳ καὶ διδασκαλίᾳ μαθών |
| καὶ ἀνόητον : καὶ Αἰολικῶς ἀσύφελον , ὡς ὄνομα , ὄνυμα . Ἀβροτάξομεν , κυρίως ἐπὶ τῶν τοξοτῶν τὸ ἀποτυχεῖν | ||
| τοῦ ο εἰς υ κατ ' Αἰολέας , ὡς ὄνομα ὄνυμα . Ζάφελος . ὁ ἄγαν ηὐξημένος . παρὰ τὸ |
| διαχωρητικὸν κοιλίας , θερμὸν γευόμενον : σὺν δὲ τῇ μήκωνι ἑψώμενον κιρρό - τερον καὶ ἰλυῶδες . ὅλοι δὲ καθεψηθέντες | ||
| ἔστω δὲ τὸ πινόμενον ὕδωρ οἷον τὸ ἄριστον , καὶ ἑψώμενον ἐπ ' ἀνθράκων ἐν ἀγγείῳ κεραμέῳ : ἡμεῖς δ |
| περιμείναντες οὖν , ἐάν τι μὴ γένηται τούτων , τότε κατηγορεῖτε ἡμῶν . εἰ δὲ βουληθείητε ἀκριβῶς ἐξετάσαι τὰ διάφορα | ||
| οὐκ εἰς πέρας ἠγάγετε ; Πῶς , ἃ τῶν ἄλλων κατηγορεῖτε μὴ πεπραχότων , ὑμεῖς οὐκ ἐπράξατε καιροῦ καλοῦντος καὶ |
| ; [ Ἔφη οὔ . ] Οὐ γὰρ θέμις Δόξαν εἰσπορεύεσθαι πρὸς τὴν Ἐπιστήμην , ἀλλὰ τῇ Παιδείᾳ παραδιδόασιν αὐτούς | ||
| ἂν ἐξελασθῇ πόλεως δίκη καὶ νόμος , εἰς ταύτην στάσις εἰσπορεύεσθαι φιλεῖ καὶ πόλεμος . καὶ ὅσοι μὲν οὐκ ἦλθον |
| φόβῳ λόγου . φρονοῦσα νῦν ἄκουσον : Οἰδίπου γένος ἐκεῖθι κἦλθον ; βαρέα δ ' οὖν ὅμως φράσον . οὕτως | ||
| . ἐκεῖθι κἦλθον ] εἰς τὸ φονεῦσαι ἀλλήλους . ἐκεῖθι κἦλθον ] εἰς τὸ ἀποκτεῖναι εἷς τὸν ἕτερον . ἐκεῖθι |
| σὺν μὲν ὅ γ ' ἠπείλησε πόδας καὶ χεῖρας ὕπερθε δήσειν , καὶ περάαν νήσων ἔπι τηλεδαπάων : στεῦτο δ | ||
| τῶν πολιτῶν τί χρήσωμαι τῷ πράγματι , ἐπυθόμην ὡς καὶ δήσειν με ἀπειλοῖεν , λέγοντες ὅτι οὐδὲν ἐλάττω χρόνον Καλλικράτους |
| ἱππούροις καὶ οἱ πομπίλοι , σκιᾶς ἐρῶντες ὥσπερ ἐκεῖνοι . Ξύλον δέ τι προσφερὲς ἀτράκτῳ συνεχέσιν ὡπλισμέ - νον ἀγκίστροις | ||
| τοῦ μέτρου . Ξύριον : διὰ τὸ ξέειν ῥᾷον . Ξύλον : διὰ τὸ ξέεσθαι καὶ λεαίνεσθαι . ἢ διὰ |
| ἔτι καὶ τοῦτο διέφθαρται . καίτοι λεγόντων τῶν ἀρχαίων φανερῶς ὑποτροπιάζειν . Προκόπτειν λέγουσιν , τὸ δὲ ὄνομα προκοπὴ οὐκ | ||
| Πυρέσσοντι ἢν μὴ ἐν περισσῇσιν ἡμέρῃσιν ἀφῇ ὁ πυρετὸς , ὑποτροπιάζειν εἴωθεν . Ὁκόσοισιν ἐν τοῖσι πυρετοῖσιν ἴκτεροι ἐπιγίνονται πρὸ |
| Λοίτης : Ἀνεμοίτης : Ἀροίτης : Ἀνδροίτης : Σακοίτης : ἀλοίτης : τὸ πρεσβύτης : εὐλύτης : μεγύτης : βασανύτης | ||
| σπείρω σπορά , ἀλείφω ἀλοιφή . οὕτως οὖν καὶ ἀλείτης ἀλοίτης : τοῦτο δὲ παρὰ τὸ ἀλῶ , τὸ πλανῶ |
| δ ' ἐκ κακοῦ ἐσθλὸς ἀνήρ . ἀλλήλους δ ' ἀπατῶντες ἐπ ' ἀλλήλοισι γελῶσιν , οὔτ ' ἀγαθῶν μνήμην | ||
| σεληνιακὸν ἢ τὸ ἀφ ' ἡλίου καθαρὸν φέγγος αὐγάζειν , ἀπατῶντες ἢ βιαζόμενοι κωλύουσιν , εἰς τὸν ἀσεβῶν ἀνήλιον χῶρον |
| δύνανται , οὐδ ' εἰ βούλοιντο , κακῶς πράττοντα αὐτὸν παρεξιέναι , ὥσπερ οὐδὲ τοὺς κατὰ γένος προσήκοντας ὑπερορᾶν οἷοί | ||
| . Λαμβάνεται δὲ ἑτεροσημάντως εἰς τὴν σύνταξιν , ἤγουν ὅρμησον παρεξιέναι , ὡς καὶ παρ ' Ὁμήρῳ , Βῆ δ |
| δὲ τοῖς τόποις τούτοις νῆσος Ὀοράχθα . Ἀπὸ δὲ τοῦ Ἀνδάνιος ποταμοῦ ἐπὶ Σαγάνου ποταμοῦ ἐκβολὰς στάδιοι υʹ . Ἀπὸ | ||
| ἐπιφανέστατος στρατηγός . . . . . λέγεται δὲ καὶ Ἀνδάνιος ὡς Ῥιανός . . . . . Ἀρσινόη : |
| πῆμα αὔριον ἐν πολέμῳ : μάλα γὰρ πολέων μένος ἵππων ὄψεσθ ' ἀμφ ' ὀχέεσσι δαϊζομένων ἑκάτερθεν ἄνδρας τ ' | ||
| Νηϊάδες , κοῦραι Διός , οὔ ποτ ' ἐγώ γε ὄψεσθ ' ὔμμ ' ἐφάμην : νῦν δ ' εὐχωλῇς |
| λόγους τοῖς λόγοις ἐκρούομεν : νῦν δὲ ἅτε ἰδιῶται πρῶτον βουλησόμεθα θεάσασθαι αὐτὰ πρὸς αὑτὰ τί ποτ ' ἐστὶν ἃ | ||
| τὸ παράδειγμα ὃ νῦν ἡμᾶς πεποίηκε τοῖς Θηβαίοις συναλγεῖν οὐ βουλησόμεθα ἐλθεῖν ἐφ ' ἡμᾶς , τῶν νῦν ἀνθελ - |
| πῶ γὰρ τὸ κτῶμαι καὶ πάσω μέλλων , ὄνομα ῥηματικὸν πάμων καὶ πολυπάμων . . . . . . πολυπάμων | ||
| γὰρ τὸ κτῶμαι , ὅθεν πάσω μέλλων , ῥηματικὸν ὄνομα πάμων καὶ πολυπάμων . . . , : πραπίδες : |
| . . . [ ] οσε῀ [ ? [ ] ενθ [ [ ] ! [ . . . , | ||
| . . . . [ ] ! [ [ ] ενθ ! [ [ ] εσακε [ [ ] ! |
| εἶναι πολιτείας , τήν τε ἀριστοκρατικήν , ὁπόταν οἱ ἄριστοι ἄρχωσι . καὶ δευτέραν τὴν τιμοκρατικήν , φιλοτίμων ὄντων τῶν | ||
| τῶν ὑφ ' αὑτῷ ἀρχόντων ὅπως ἐκεῖνοι αὖ ὧν ἂν ἄρχωσι παρέξουσι τὰ δέοντα ποιοῦντας . ἆθλα δὲ προύφηνε τοῖς |
| γοεδνά . ἀύτει δ ' ὀξύ . καὶ τάδ ' ἔρξω . πέπλον δ ' ἔρεικε κολπίαν ἀκμῇ χερῶν . | ||
| ] λαξωπ [ ⸐ ἕως ἂν εὖ κρύψῃ τ [ ἔρξω τὸ π ! [ . . . [ ] |
| , ἢν ἀτρεμίζωσι πουλὺν χρόνον : ἢν δὲ μὴ , ἑλκύδριον ἐγκαταλειφθῆναι κίνδυνος ἀναλθές . Ὅμως δὲ , περὶ οὗ | ||
| γυναῖκα χρησίμην ἀπώλεσα αὑτοῖς γὰρ ἐμπαίζουσιν οἱ μωροὶ βροτῶν βαλάντιον ἑλκύδριον σκέπαρνον ἐριώλη θυέστης μένανδρος μενεκράτης μυστήρια γαρότας ἴακχος καρπότεξ |
| πρωτοτυποῦσαι ἀνακόλουθοι καὶ κατὰ ἀριθμὸν καὶ κατὰ πτῶσιν , οὐκ ἀπεμφαῖνον εἰ καὶ κατὰ αὐξήσεις τῶν πτώσεων . Ἐμέθεν . | ||
| αὐτός . ἀλλ ' εἰ ἡ αὐτός συντίθεται , οὐκ ἀπεμφαῖνον καὶ τὴν ἰσοδυναμοῦσαν τῇ αὐτός συντίθεσθαιΔῆλον . δὲ ὡς |
| Θρᾴκης πολέμιον Ἀθηναίοις , ἣν ἐφρούρουν ἐπιεικῶς : ἣν πολιορκήσαντες ἀπετείχισαν . ἀντὶ τούτου : ⌈ ἀντὶ τοῦ πατρὸς τούτου | ||
| εἶναι τῆς ἀποστάσεως : τοὺς δ ' ἐν τῇ ἀκροπόλει ἀπετείχισαν ἑκατέρωθεν τείχει ἐς θάλασσαν καὶ φυλακὴν ἐπικαθίσταντο . ἐπειδὴ |
| καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους ῥήτορας ἀφορᾶν , οἳ τὴν ἀρχὴν ἐσιώπων ἄν , εἰ νενικήκει καὶ παρ ' αὐτοῖς τὸ | ||
| ' εἰ ἦν , φησὶν , ἀποθανοῦσα , οὐκ ἂν ἐσιώπων ἐν τοῖς οἴκοις : οὐ δὴ πρὸ τῶν οἴκων |
| ἀποπέμψαι Συρακοσίους , φιλοπλουτίαν αὐτοῦ καὶ ἀπληστίαν ἐν τῆι στρατηγίαι κατεγνωκότας . . , : Δημοσθένην δὲ καὶ Νικίαν ἀποθανεῖν | ||
| ταύτῃ κεχρῆσθαι καὶ τὰς τιμὰς ἐντεῦθεν ὁρίζειν , ὥσπερ ἐκείνων κατεγνωκότας , ὅτι μὴ τοῦτο συνεῖδον , ἢ συνιδόντες ὑπὸ |
| τις εὐθὺς μαρτυρία παρὰ τῶν πραγμάτων , ὡς ἄρα εὖ βεβουλεύμεθα . τὸ σαφὲς δὲ γράφειν μὲν σφαλερόν , Ἀλέξανδρον | ||
| τοὺς ὅπου δή ποτε γενομένους τυράννους , ἀφελέσθαι τὴν ἐξουσίαν βεβουλεύμεθα συνελθόντες οἱ πατρίκιοι , πάλαι μὲν δέον , ἐν |
| ' ἑξῆς ἡμερῶν ε καὶ διαλίμπανε δέκα . Διουρητικόν . Καρδαμώμου , ἀμώμου , σχοίνου ἄνθους ἀνὰ ⋖ Ϛ , | ||
| ὄξει ἐπίχριε : τοῦτο ῥήσσει καὶ ξηραίνει . Ἄλλο . Καρδαμώμου σπέρμα κυαμίνῳ ἀλεύρῳ σὺν ὕδατι κατάπλασ - σε δὶς |
| φησί , ] [ προεῖπεν , ἐπερωτηθεὶς ] [ ὑπὸ δρομέως ἤδη ] μέλλοντος [ Ὀλυμπίασιν ] ἀγωνιεῖσθαι , ὅτι | ||
| . , : γρίσων ὁ χοῖρος : Ἀριστοφάνης δέ φησι δρομέως ὄνομα . . . . : γρίσων ὁ χοῖρος |