τῶν δ κέντρων ὡς προλέλεκται , τοῦ δὲ Ἑρμοῦ ἀεὶ παραλαμβανομένου , ὑπαύγου μὲν ὄντος χρησίμου τοῖς ἐγκαλουμένοις καὶ τοῖς | ||
παραβολή . εἰκών ἐστι λόγος ἐναργῶς ἐξομοιοῦν πειρώμενος διὰ τοῦ παραλαμβανομένου , πρὸς ὃ παραλαμβάνεται , οἷον ἠΰτε βοῦς ἀγέλῃφι |
τοὺς Διδύμους ἀμόρφωτοι . ὁ προηγούμενος τοῦ πρόποδος τοῦ ἡγουμένου Διδύμου . . . Διδύμων δ Ϛʹ νο # δʹ | ||
ιε ∠ ʹ : ὁ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τοῦ ἡγουμένου Διδύμου κρύπτεται . ιεʹ . ὡρῶν ιγ ∠ ʹ : |
τοῦ τε ἐνεργείᾳ ὄντος , τοῦτ ' ἔστι τοῦ ἐξηγουμένου γραμματικοῦ , τὸ δυνάμει μὲν ὄν , ἐνεργείᾳ δὲ οὐδαμῶς | ||
τὸ μὲν οὖν ζῶον κατὰ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁ ἄνθρωπος γραμματικοῦ καὶ τὸ ζῶον κατὰ γραμματικοῦ ὁμοίως πάντα : κατὰ |
) ὅτι τῇ αὐτῇ λέξει παραλλήλως οὐκ ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ σημαινομένου κέχρηται . . . . . . παραλλήλως . | ||
οὐκ ἐρῶ , εἴπερ ἐπ ' ἄλλου καὶ ἄλλου λαμβάνοιτο σημαινομένου . τοῦτό τε οὖν παραφυλακτέον τὸ μηδέτερον τῶν ὅρων |
ἀορίστου βʹ , γίνεται δὲ καὶ αὐτὸ ἀπὸ τοῦ ἰδίου ὁριστικοῦ τοῦ ἔτυπον , ἐκβολῇ τοῦ ε καὶ τροπῇ τοῦ | ||
ὤφειλε γίνεσθαι καὶ παθητικὸς παρακείμενος εὐκτικός , πάντως ἀπὸ τοῦ ὁριστικοῦ παθητικοῦ παρακειμένου ἔμελλε γενέσθαι : καὶ ἐπεὶ ὁ παθητικὸς |
ἐνεργείας καὶ πάθους : τύπτω μὲν γὰρ ἐνέργειαν σημαίνει , τύπτομαι δὲ πάθος : καὶ ὅτι ἀεὶ καθ ' ἑτέρου | ||
τοῦ τρίτου καὶ κρᾶσιν ποιούμενον τῶν φωνηέντων , ὡς τὸ τύπτομαι τύπτῃ τύπτεται : καὶ ὅσα μὲν εἶχον τὴν ἐνεργητικὴν |
καὶ τροπῇ τοῦ ε εἰς η μένοντος καὶ τοῦ ι προσγεγραμμένου . . . . ὁ Θύρσις δὲ τοῦτο λέγει | ||
ἐκτάσει τοῦ ο εἰς ω δῴη μένοντος καὶ τοῦ ι προσγεγραμμένου , οὕτως ἅλωμι ἁλώσω ἥλων ἁλούς ἁλόντος ἁλοίην ἁλοίης |
ἀστῆς γένηται νόθον εἶναι , αὐτὸς ἀπεδείχθη ὑπὸ Καλλιάδου τοῦ κωμικοῦ ἐκ Χορηγίδος τῆς ἑταίρας παιδοποιησάμενος : ἱστορεῖ Καρύστιος . | ||
Τὸ μέντοι τῶν ἰχθύων ἀπέχεσθαι ἄχρι τῶν Μενάνδρου χρόνων τοῦ κωμικοῦ διέμεινε . . . . : Προεβλήθη δέ τι |
καὶ παραλαμβάνει αὐτὸ παρὰ τὸ ἔτης μετὰ μορίου τοῦ ὦ κλητικοῦ . Πρὸς ὅν φησι Τρύφων , ὡς τὰ τῆς | ||
ἵνα χωρίσῃ αὐτὸν ἀπὸ τῶν ἄλλων λόγων , οἷον τοῦ κλητικοῦ ἢ τοῦ εὐκτικοῦ καὶ τῶν ἄλλων ἁπλῶς , εἴτε |
ἀπορήσομεν : ἡ γὰρ τοῦ δυνάμει ποιητικοῦ καὶ τοῦ δυνάμει παθητικοῦ πρὸς ἄλληλα ἐντελέχεια κίνησίς ἐστιν . ἁρμόσει δὲ καὶ | ||
ἀλλὰ τὸν θηλαζόμενον χοῖρον : ἐνεργητικὸν γάρ ἐστιν ἀντὶ τοῦ παθητικοῦ . Βίβλινον οἶνον τὸν Θρᾳκικὸν ἀπὸ τόπου Θρᾴκης ἔχοντος |
λείμματος , τὸ δὲ διὰ πέντε ἐκ τριῶν τόνων καὶ λείμματος , τὸ δὲ διὰ πασῶν ἐκ τοῦ διὰ πέντε | ||
καὶ ἐπὶ τοῦ διὰ τεσσάρων τοῦ συνεστῶτος ἐκ τόνου καὶ λείμματος καὶ τόνου , οἷον τοῦ ἀρχομένου ἀπὸ προσλαμβανομένου καὶ |
καὶ ἀεὶ οὕτως . γεννᾶται δὲ τοῦ φυσικοῦ ἀριθμοῦ στοιχηδὸν ἐκτεθέντος καὶ ἀεὶ ἀπ ' ἀρχῆς τῶν συνεχῶν κατὰ ἕνα | ||
, συνεχεῖς δὲ τούτους ἑτερογενῶς . ὑπόδειγμα δ ' αὐτῆς ἐκτεθέντος ἀπὸ μονάδος τοῦ ἐφεξῆς ἀριθμοῦ καὶ ὡντινωνοῦν τριῶν ὅρων |
εἰς τόπον καὶ Ἀμφιτρόπησιν ἐν τόπῳ . δοκεῖ δὲ τὸ Ἀμφιτροπαιεύς ἐξ ἄλλου εἶναι τοῦ Ἀμφιτροπαῖος : τὰ γὰρ εἰς | ||
εἰς τόπον καὶ Ἀμφιτροπῆσι ἐν τόπῳ . δοκεῖ δὲ τὸ Ἀμφιτροπαιεύς ἐξ ἄλλου εἶναι , τοῦ Ἀμφιτροπαῖος . τὰ γὰρ |
, τετυπέναι : πρόδηλα τὰ τοῦ κανόνος καὶ εὐσύνοπτα . Ἀορίστου πρώτου . Τύψαι . Ὁ μὲν κανὼν σαφής : | ||
ὅτι ἐκ τοῦ ἀορίστου καὶ οὐκ ἐκ τοῦ μέλλοντος . Ἀορίστου δευτέρου . Ἐὰν τύπω : βαρυτόνως τὸ ἐνεργητικόν . |
. ὁ δʹ ὅμοιος τῷ αʹ . ὁ ἑξῆς τοῦ ὑποκριτοῦ ὅμοιος . ὁ πρῶτος τῆς βʹ στροφῆς ὅμοιος . | ||
ἐστὶ λόγος : τὸ σκηνικὸν δὲ τυγχάνειν εἶναι νόει , ὑποκριτοῦ πρόσωπον ἂν ᾠδὴν λέγῃ . τραγῳδίας μέρη μὲν Εὐκλείδῃ |
ἄλλοις ὅμοιοι πολίταις ἦσαν , ἴσως ἂν οὐ περὶ τῶν Νικοστράτου χρημάτων ἠμφεσβήτει , ἀλλ ' ὑπὲρ τοῦ σώματος ἠγωνίζετο | ||
Χαριάδης πεποίηκεν : αὐτός τε γὰρ ἔλαχε τῶν τοῦ Σμίκρου Νικοστράτου , τούτοις τε τῶν τοῦ Θρασυμάχου λαχοῦσι παρακατέβαλεν ὡς |
“ τὰ τρωγάλια ” . Γ καὶ μὴ ἀφαίρει Γ γενναιοτάτου Γ : μηδὲν ἀφαίρει τῶν παρακειμένων , Γ ἀλλὰ | ||
. Γ γενναιοτάτου τῶν ποιητῶν ] λείπει ἡ ἔξ . γενναιοτάτου τῶν ποιητῶν ] ἐκ τοῦ Γ γενναιοτάτου τῶν ποιητῶν |
ὕστερον γενέσθαι κόλακα δεινὸν Πτολεμαίου τοῦ ἑβδόμου βασιλέως τοῦ καὶ Εὐεργέτου ἐπικληθέντος καὶ τὰ μέγιστα δυνηθέντα παρ ' αὐτῷ , | ||
τὸ ὀστέον : ἐτελεύτησεν . Καὶ τῷ Φανίου καὶ τῷ Εὐεργέτου , πελιαινομένων τῶν ὀστέων , καὶ πυρεταινόντων , ἀφίσταται |
πεποίηκε παῖδα Ἐφέσιον παγκρατιαστήν , Ἀμύνταν Ἑλλανίκου . Χίλωνι δὲ Ἀχαιῷ Πατρεῖ δύο μὲν Ὀλυμπικαὶ νῖκαι πάλης ἀνδρῶν , μία | ||
ὃν τέκεν Ἀστυόχεια . ἔοικε δὲ ὁ Πίνδαρος ἐντετυχηκέναι τῷ Ἀχαιῷ ἱστοριογράφῳ : ἐκεῖνος γὰρ οὕτως γενεαλογεῖ : Ὑπερόχης Εὐρύπυλος |
καὶ διὰ πλείστων συλλογισμῶν : ἀλλὰ καὶ διὰ τοῦ καθόλου ἀποφατικοῦ , ὃ καὶ αὐτὸ ἐν δύο τε σχήμασι καὶ | ||
ἀλλὰ παρὰ τὴν συμπλοκὴν τοῦ καθόλου καὶ μερικοῦ καταφατικοῦ καὶ ἀποφατικοῦ . ἄνευ γὰρ τῆς τοίας συνθέσεως οὐδὲν ἐδείκνυτο : |
ἐείκοσι καὶ πόδες εἶεν . * ) ὅτι ὁμοία ἡ προφορὰ τῆς ὑπερβολῆς τῷ „ οὐδ ' εἴ μοι δέκα | ||
, οἱ μένοντες ἐκεῖ ταχὺ μετέρχονται . Ἐπιμονὴ δέ ἐστι προφορὰ πλειόνων λέξεων ἐπίσης τὸ αὐτὸ σημαινουσῶν , ἢ καὶ |
κατὰ Μειδίου , καὶ ἐν τῷ κατὰ τῶν Πατροκλέους παίδων Δεινάρχου . Πλινθεῖον : ὁ τόπος ἐν ᾧ πλίνθος πλάττεται | ||
ὁ δὲ Καλλίμαχος , οὐδ ' ἱκανὸς ὢν κρίνειν , Δεινάρχου νομίζει . . . . ὑπὲρ ὄνου σκιᾶς . |
ὀξυτόνως ἀνεγνώσθησαν παρὰ τῷ ποιητῇ καὶ ἅπασι τραγικοῖς τε καὶ κωμικοῖς , αἵ τε γραφαὶ οὐκ ἔχουσι τὸ ι προσκείμενον | ||
ποτήριον . ἀγαθῶν ἀγαθίδες : τάττεται ἡ παροιμία παρὰ τοῖς κωμικοῖς ἐπὶ πολλῶν ἀγαθῶν . ἀγάλλεσθαι : χαίρειν , μεγαλοφρονεῖν |
τῇ πραότητι : τὸ κολακεύειν . Κλαίω : παρὰ τὸ κλῶ , οὗ παράγωγον κλαίω . κλᾶται γὰρ ἡ τῶν | ||
. οὕτω Φιλόξενος . . . , : ὁμοκλή : κλῶ ἐστι ῥῆμα δηλοῦν τὸ φωνῶ , ὅπερ γέγονεν ἀπὸ |
τέλος . ἄμεινον ἐκδέξασθαι , ὡς ἐκ παραθέσεως προθετικῆς καὶ ἀρθρικῆς συντάξεως παρυφίστατο χρονικὴ σύνταξις , τῶν λέξεων κατὰ τὴν | ||
τοῖς ἄρθροις τοῦ ποιητοῦ ; ἔχων γοῦν ἐκεῖσε ἀφορμὴν τῆς ἀρθρικῆς γραφῆς , ἀπαιτοῦντος τοῦ λόγου τὸ ἄρθρον , πρὸς |
κύνες : ἔραμαι : ἀντὶ τοῦ ἐρῶ , παθητικὸν ἀντὶ ἐνεργητικοῦ . οἰκείως δὲ τῇ μεσότητι ἐχρήσατο : Θεσσαλὸν ὅρπακ | ||
] τὸν ὠνησάμενον . τὸν ἀγοράσαντα : τὸ παθητικὸν ἀντὶ ἐνεργητικοῦ καὶ . . . μὲν ] σχῆμα ἀποθετικόν ταῦτα |
] ιας ? [ ] [ ! ! ! ] ετης ? ? [ ] δο [ ] [ ] | ||
βαρύνεται , κατὰ πλάνην ἀκολουθοῦντα τῷ χαρακτῆρι τῶν διὰ τοῦ ετης ἁπλῶν , οἷον φυλέτης γενέτης , ἅτινα βαρύνεται , |
ποιμένα λαῶν συνεξέδραμε κατὰ κλίσιν . Τὸ Ἀχέρων Ἀχέροντος ὡς μετοχικόν : ἐν τῷ τέλει τὸ ῥέων ἔχον τῷ λόγῳ | ||
ὦ τυπτόμενε ἐστίν , καὶ ὁ ἐρώμενος τοῦ ἐρωμένου ὄνομα μετοχικόν , καὶ τούτου ἡ κλητικὴ ὦ ἐρώμενε ἐστίν . |
γὰρ ἦν , ὦ ἄνδρες , Συπαλήττιος . Οὗτος ἔλαβε Ξεναινέτου Ἀχαρνέως θυγατέρα , ἐξ ἧς γίγνεται Κυρωνίδης καὶ Δημοχάρης | ||
καὶ οὗτοι , ὄντες ἐξ ἐκείνου , μὴ μόνον τὸν Ξεναινέτου οἶκον πλέον ἢ τεττάρων ταλάντων ἕξουσιν , ἀλλὰ καὶ |
συντονώτερον . ἴδιον δέ ἐστι τοῦ μὲν ἐναρμονίου καὶ τοῦ χρωματικοῦ τὸ καλούμενον πυκνόν , ὅταν οἱ πρὸς τῷ βαρυτάτῳ | ||
ὑποθεμένου , κατὰ δὲ τὸν Ἀριστόξενον ὑπερβάλλειν μὲν ἐπὶ τοῦ χρωματικοῦ , τῶν τε τοῦ μαλακοῦ καὶ τοῦ ἡμιολίου διέσεων |
] τις ? ? ? οὔτε δῆμος ⋮ οὔτ ' ἔτης ἀνήρ , τοιάνδε ? μοῖραν ⋮ παρὰ [ ] | ||
πόλις ] ? τις ? ? οὔτε δῆμος οὔτ ' ἔτης ? ἀνὴρ τοιάνδε ? μοῖραν παρὰ [ ] ? |
' εἰς τὸ ἀμυνέμεναι καὶ τιμωρῆσαι δοτικῇ , ὅ τι κατάχρησίς ἐστιν . Ἄλλως : τὸ ἀμύνω ποτὲ μὲν λαμβάνεται | ||
' εἰς τὸ ἀμυνέμεναι καὶ τιμωρῆσαι δοτικῇ , ὅ τι κατάχρησίς ἐστιν . Ἄλλως : τὸ ἀμύνω ποτὲ μὲν λαμβάνεται |
ἑστώσης , ἀλλὰ τοὐναντίον ἅπαν κυριώτερον μὲν ἡγεῖσθαι δεῖ τοῦ μερικοῦ τὸ καθόλου καὶ πρῶτον καὶ μάλιστα : συναναιρεῖ γὰρ | ||
κατασκευαστικοὶ τῶν ἀνασκευαστικῶν . καὶ ἐπεὶ ἄμεινον τὸ καθόλου τοῦ μερικοῦ , ἐν τοῖς κατὰ διάστασιν πρότερος ὁ ἐπὶ τῶν |
καὶ ἐπὶ τῶν λοιπῶν τὸ αὐτό . Παντὶ κτητικῷ τὸ ὑπακουόμενον κτῆμα ὁμοιόσχημόν ἐστιν , Ἑκτόρειοι δοῦλοι , Ἀριστάρχειοι δοῦλοι | ||
κτητικαῖς τὰ ὑπακουόμενα ὁμοιόσχημα , ταῖς δὲ γενικαῖς ἀδιαφορεῖ τὸ ὑπακουόμενον . τοῦ μὲν οὖν προτέρου ἐμὸς οἶκος , Ἀριστάρχειος |
τὸν ἐσθίοντα πολλά . , . . , . ἀγκράτος ἐλαύνω : εἶπε Ξενοφῶν κατὰ συγκοπὴν ἀντὶ τοῦ ἀνὰ κράτος | ||
καὶ γίνεται ἀπὸ τοῦ οἴω τὸ κομίζω . ἐλαύνει : ἐλαύνω ἐπὶ σιδήρου , ἐπὶ τόξου , ἐπὶ συνουσίας , |
ἦν οὐκ Ἐρατὼ τῷ Τριφύλῳ μήτηρ , ἀλλὰ Λαοδάμεια ἡ Ἀμύκλα τοῦ ἐν Λακεδαίμονι βασιλεύσαντος : ἀνάκειται δὲ καὶ Ἔρασος | ||
Ἀπόλλωνος . ἀποθανόντος δὲ Ἀμύκλα ἐς Ἄργαλον τὸν πρεσβύτατον τῶν Ἀμύκλα παίδων καὶ ὕστερον ἐς Κυνόρταν Ἀργάλου τελευτήσαντος ἀφίκετο ἡ |
καθὸ δύο πρόσωπα νοεῖται , τοῦ τε κτήτορος καὶ τοῦ ὑπακουομένου κτήματος : μονοπροσώπους δὲ ἢ ἁπλᾶς τὰς πρωτοτύπους : | ||
προσώπου , λέγω τοῦ κατὰ τὸν κτήτορα , τοῦ δὲ ὑπακουομένου κατὰ τὸ κτῆμα , λέγω τοῦ δοῦλος ἢ οἶκος |
' ἀγχονῶν τε καὶ πετρῶν ῥίπτειν ἄπο , οὐκ ἐν σοφοῖσιν ἔστιν , εὐχέσθω δ ' ὅμως ἄπειρος εἶναι τῆς | ||
' ὁμιλεῖν γίγνεται δούλων τέκνα . ἡ γὰρ σιωπὴ τοῖς σοφοῖσιν ἀπόκρισις . εἰ δ ' ἦσαν ἀνθρώποισιν ὠνητοὶ λόγοι |
ἢ Διονυσίῳ , ἢ ἐμοῦ ἀκούει Τρύφων ἢ σοῦ ἢ Θέωνος , καὶ σαφὲς ὅτι τὸ παρεμπῖπτον ἀλλότριον τῆς πτώσεως | ||
συμβαίνειν . ἐπὶ δὲ τῶν ἰδίως ποιῶν οἶον Δίωνος καὶ Θέωνος καὶ αὐξήσεις καὶ μειώσεις γίνεσθαι . διὸ καὶ παραμένειν |
παραληψόμεθα . ἀσκίτου δ ' ὄντος τοῦ ὑδέρου , τῶν ὑδραγωγῶν τι δώσομεν φαρμάκων , ὥσπερ γε κἀπὶ τῶν ἰκτερικῶν | ||
, ἢ μύουρον . τὴν μέντοι συνεχῆ χρῆσιν τῶν τε ὑδραγωγῶν καὶ τῶν διουρητικῶν ὡς ἀναιρετικωτάτην παραιτητέον . Πότημα ὑδραγωγόν |
γενική , οὐ συνούσης τῆς ὑπό προθέσεως , ὡς τὸ κυριεύω σοῦ , καὶ δοτική , ὡς τὸ παλαίω σοί | ||
τοῦ ἄνασσε σύνταξις τὴν γενικὴν ἀπῄτησεν . οὕτως ἔχει τὸ κυριεύω , δεσπόζω , κρατῶ , ἄλλα πλεῖστα τῆς ἴσης |
ἑαυτοῦ ἐν τῇ πρὸς Εὐρύλοχον ἐπιστολῇ . καὶ ? [ Ἡροδότωι ] [ ] Ἐπίκουρος : πρότερον , [ φησί | ||
καὶ ἡδονὰς ποιῆσαι καὶ γλυκύτητας , οἷαί εἰσιν αἱ παρὰ Ἡροδότωι , καὶ νὴ Δία γε ἄλλο τι λόγων εἶδος |
μοι ] * Πρῶτον περὶ τοῦ Ἀλκμᾶνος λέγων , ὅτι στέφω αὐτὸν καὶ ῥαίνω ἐν ὕμνῳ , εἶτα διὰ μέσου | ||
, χρωματίζω , κιχρῶ , εὐτρεπίζω ὠνοῦμαι , δεσμεύω , στέφω , κραδαίνω , φιλοποιῶ διαλλάσσω , πατῶ , συγκροτῶ |
. τοῦ μὲν γὰρ προτέρου ὕπαρξιν διασαφεῖ , τοῦ δὲ ἐπιφερομένου ἀναίρεσιν , βούλομαι πλουτεῖν ἢ πένεσθαι , βούλομαι φιλολογεῖν | ||
ψιλὸν λήγουσι καὶ ἐν ταῖς δοτικαῖς τῶν πληθυντικῶν καὶ συμφώνου ἐπιφερομένου ἐνίοτε προστιθέασι τὸ ν διὰ τὴν τοῦ μέτρου ἀνάγκην |
ἔχων κικίννους . Εἰ μὴ δικῶν τε γύργαθος ψηφισμάτων τε θωμός . Εἰς τὰς τριήρεις δεῖν ἀναλοῦν ταῦτα καὶ τὰ | ||
ἐν Δαιταλεῦσιν εἰπόντος ἢ μὴ δικῶν τε γύργαθος ψηφισμάτων τε θωμός . καὶ οἰκίσκον δὲ ὀρνίθειον καὶ οἰκίσκον περδικικὸν Ἀριστοφάνης |
, καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἀμενηνὸς , ὡς τὸ πέτω πετεηνὸς καὶ πετεεινὸς , ἐξ οὗ καὶ ῥῆμα : | ||
. Ἄλλως ΚΑΙ ΕΠΙΤΝΟΝ ἉΛΩΗΝ . Τὸ πίτνω ἀπὸ τοῦ πέτω , πλεονασμῷ τοῦ νʹ : ἔστι δὲ καὶ πίτνω |
τῆς γενικῆς τῆς μετοχῆς τοῦ βʹ ἀορίστου , ἥτίς ἐστι τύπτοντος . Ὡσαύτως δὲ καὶ τὸ τύψοιμι χρόνου μέν ἐστι | ||
ὅταν ὁ τύπτων τυπτόμενον τύπτῃ καὶ ὁ τυπτόμενος ὑπὸ τοῦ τύπτοντος τύπτηται , κρίσις δέ , ὅτι ἐπιστήμη ἐπιστήμονος ἐπιστήμη |
ἀξιόλογον ταῖς αἰσθήσεσιν ἐμποιεῖν παραλλαγήν , ἐνδεῖν δὲ ἐπὶ τοῦ διατονικοῦ , πλειόνων φαινομένων σαφῶς τῶν μελῳδουμένων , ὡς ἐκ | ||
μικρὸν γὰρ παρέτρεψεν , ἓν μόνον ἡμιτόνιον , ἀπὸ τοῦ διατονικοῦ . ἔνθεν καὶ χρῶμα ἔχειν λέγομεν τοὺς εὐτρέπτους ἀνθρώπους |
χαλῶ , γυμνάζω , νύσσω , κνήθω , ξύω , σμῶ , βρέχω , τύπτω , παίω , λούω , | ||
σεσημείωται τὸ σμώνη ἡ τοῦ ἀνέμου πλήγη , ἀπὸ τοῦ σμῶ ῥήματος γενόμενον , καὶ διὰ τοῦ ω μεγάλου γραφόμενον |
μετεωρότερα καὶ συμβαίνει ἐπὶ πλεῖον λεπτοποιουμένης τῆς ὕλης ἐκ τῆς συντόνου ἀγρυπνίας ἐπὶ πλέον καὶ τὴν ἀνάδοσιν γίνεσθαι . συμβαίνει | ||
καὶ σπασμώδους ἐφίεται καὶ ἐπ ' ἐνίων οὐκ ἠρεμίας ἀλλὰ συντόνου καὶ σφοδρᾶς κινήσεώς ἐστι χρεία . Τὸ δὲ „ |
νοῦν εἴρηκεν , τὰ δ ' ἑξῆς ἐπὶ τοῦ κόσμου τάσσεται , ἐν ὧι καὶ αἱ ἐναντιότητες φωτός τε καὶ | ||
τὰ χωρία τοὺς Μυσούς , ἐπιτυχεῖν τῇ μητρὶ αὐτοῦ . τάσσεται δὲ ἡ παροιμία ἐπὶ τῶν δυσχερῆ ἐπιτασσομένων . Ἔστω |
ἐγκλινομένη καὶ ἀναστρεφομένη γενικῇ δοτικῇ καὶ αἰτιατικῇ . Ἡ ἀπό ἐγκλινομένη καὶ ἀναστρεφομένη γενικῇ . Ἡ ὑπέρ ἐγκλινομένη καὶ ἀναστρεφομένη | ||
, τοῦτο γὰρ δασύνεται : καὶ τὸ ἡμῖν οὖν ἀντωνυμία ἐγκλινομένη καὶ συστελλομένη παρ ' Ἴωσι δασύνεται , παρὰ γὰρ |
, τοῦ βʹ παίωνος γʹ καὶ συλλαβῆς . καλεῖται δὲ Σαπφικὸν ἢ Ἱππωνάκτειον : εὕρημα γάρ ἐστι Σαπφοῦς , ὁ | ||
μετατιθεὶς ἐπὶ τὴν ἄρχουσαν . γεγένηται δὲ καὶ παρὰ τὸ Σαπφικὸν , συστεῖλαν τὴν παρατέλευτον , πλεονάσαν μιᾷ συλλαβῇ . |
ἐμαυτοῦ . τὸ παύομαι . μετὰ μετοχῆς , καὶ μετὰ ἀπαρεμφάτου , καὶ μετὰ γενικῆς . συκοφάντης . ὁ ἀποδεικνύων | ||
καθ ' ἕνα σχηματισμόν ἐστι διὰ τὴν σύνταξιν τὴν τοῦ ἀπαρεμφάτου , ὅπερ τρίτον ὂν ἀμέριστον ἦν κατὰ τὴν προσωποποιίαν |
ὀνόματος τὸ α καὶ συστέλλουσι , ὡς παρὰ Αἰσχύλωι ἐν Σαλαμινίαις : εἴ μοι γένοιτο φᾶρος ἴσον ἐν οὐρανῶι . | ||
Σαλαμινίαις . , : κανθύλας : τὰς ἀνοιδήσεις . Αἰσχύλος Σαλαμινίαις . , : κονθηλαί : αἱ ἀνοιδήσεις . Κατάλογ |
. , . . . . Ἀπεμόρξατο : ἀπὸ τοῦ ἀμέλγω ἀμελξάμην ἀμέλξατο , καὶ τροπῇ τοῦ ε εἰς τὸ | ||
τοῦ σημαίνοντος τὸ ἐκπιάζω , μεταθέσει τοῦ ρ εἰς λ ἀμέλγω , καὶ ἀμολγός ὁ ἐκπιάζων τὰ πρόβατα . λοιπόν |
ἕψω ; τί φής ; ἢ Σικελικῶς ὀπτὴν ποιήσω ; Σικελικῶς . ΒΩΚΕΣ . Ἀριστοτέλης ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Ζωικῷ ἢ | ||
τὴν βατίδα τεμάχη κατατεμὼν ἕψω ; τί φῄς ; ἢ Σικελικῶς ὀπτὴν ποιήσω ; Σικελικῶς . Παππία , βούλει δραμών |
λαμβάνειν παρ ' αὐτῶν , ἔτι δὲ τῶν πολιτῶν τοῖς γνωριμωτάτοις καὶ τῶν ἔξωθεν τοῖς ἐνδοξοτάτοις λοιδορουμένους ἐπὶ τοῦ βήματος | ||
λαμβάνειν παρ ' αὐτῶν , ἔτι δὲ τῶν πολιτῶν τοῖς γνωριμωτάτοις καὶ τῶν ἔξωθεν τοῖς ἐνδοξοτάτοις λοιδορουμένους ἐπὶ τοῦ βήματος |
ἀνώρμησεν : ἐκ τοῦ ὀρούω ὀρύω ὡς πλήθω πληθύω , πηδῶ πηδύω , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο βοιωτικῶς γίνεται ὀρούω | ||
Σπεκίωσος ὄνομα κύριον : πλὴν τοῦ σπαίρω τοῦ δηλοῦντος τὸ πηδῶ . Πᾶσα λέξις ἀπὸ τῆς στε συλλαβῆς ἀρχομένη διὰ |
τὰ ὀξύτονα : ὅθεν οὐ παράδοξον καὶ ἀπὸ τοῦ Στάφυλος βαρυτόνου ὠνομάσθαι καὶ τὸ θῆλυ βαρυτονεῖν σταφύλην . Τινὲς δὲ | ||
ἤτοι ἀπὸ περισπωμένου ἢ ἀπὸ ὀξυτόνου ἐγκεκλίσθαι : ἀπὸ γὰρ βαρυτόνου ἀδύνατον : πῶς , ἦλθέ πως , Ἀρίσταρχός ποτε |
ἀπαλλάσσου καὶ ἀναχώρει : ἀπὸ τοῦ στείχω , δευτέρου ἀορίστου προστακτικοῦ , . , . . . . Ἀπόερσε : | ||
πουσαν . διώκοι : διωκέτω : τὸ εὐκτικὸν ἀντὶ ἐνεργητικοῦ προστακτικοῦ . Κραδίης : ἀπὸ τῆς ψυχῆς καὶ καρδίας . |
τοῦ συστραφῆναι , ὡς καὶ Τυραννίων , ᾧ καὶ μᾶλλον συγκατατίθεμαι . πολλὴ δὲ ἡ κίνησις αὐτοῦ παρὰ τῷ ποιητῇ | ||
Ἀσκαλωνίτης , εἴτε ἐπὶ τοῦ συστραφῆναι , ᾧ καὶ μᾶλλον συγκατατίθεμαι : ἔστι δὲ ἀόριστος δεύτερος . ἀλῶ , τὸ |
. Μέση δὲ τῶν εἰρημένων δύο πόλεων , τοῦ τε Ποσειδίου καὶ Δάφνης , ὑπάρχει ἡ Ἀπάμεια πόλις . Πρὸς | ||
τοῦ ποταμοῦ εἰς Σελεύκειαν στάδιοι μʹ . ἀπὸ δὲ τοῦ Ποσειδίου τὸν ἐπίτομον εἰς Σελεύκειαν πεσόντι * ζεφύρῳ στάδιοι ριʹ |
εἰ δὲ βούλει , ἰαμβικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον τοῦ δευτέρου ποδὸς χορείου , τοῦ δὲ τρίτου δακτύλου . τὸ ναʹ ἀντισπαστικὸν | ||
ἰωνικὸν ἀπ ' ἐλάττονος δίμετρον καταληκτικόν , ἐξ ἰωνικοῦ καὶ χορείου ἢ ἀναπαίστου διὰ τὴν ἀδιάφορον : τὸ εʹ ὅμοιον |
ὁ ἀδικῶν , ὅταν ἑκὼν βλάπτῃ παρὰ τὴν βούλησιν τοῦ βλαπτομένου . βλάπτεται - μὲν γάρ τις ἑκὼν καὶ τὰ | ||
. Ἐμοὶ δὲ δοκεῖ καὶ ἐπὶ ἑκάστου οἴκου καὶ τόπου βλαπτομένου ὑπὸ κακοποιοῦ ἀποφήνασθαι τὴν βλάβην κατὰ τὴν φύσιν τοῦ |
Ἰθάκην κάτα κοιρανέουσιν ; ἦ ἰθὺς σῆς μητρὸς ἴω καὶ σοῖο δόμοιο ; ” τὸν δ ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος | ||
συνετὸς πάντως , ὁ δὲ συνετὸς οὐ πάντως σοφός . σοῖο καὶ σεῖο παρὰ τοῖς ποιηταῖς κατὰ τοὺς ἀκριβῶς ἀναγινώσκοντας |
ὁμοίη . ὠμολίνοις κόμη βρύους ' , ἀτιμίας πλέως . Ἐρασμονίδη Βάθιππε τῶν ἀωρολείων . ὃς οὐκ ἔδωκ ' αἰτοῦντι | ||
ἰαμβοποιὸν Ἀρχίλοχον . Κρατῖνος δὲ ὅταν λέγῃ ἐν τοῖς Ἀρχιλόχοις Ἐρασμονίδη Βάθιππε τῶν ἀωρολείων , τοῦτο τὸ μέτρον ἀγνοεῖ ὅτι |
. . . περιττεύοντος μιᾷ συλλαβῇ καὶ ἰθυφαλλικοῦ μεμειωμένου τοῦ ἰθυφαλλικοῦ ἑνὶ τροχαίῳ . τὸ ζʹ τροχαϊκὸν δίμετρον ἀκατάληκτον . | ||
, ὅπερ προέταξεν ἐπισυνθέτου , τοῦ ἐκ δακτυλικῆς τετραποδίας καὶ ἰθυφαλλικοῦ , τοῦδε Ἀκρίσιος τὸν νηὸν ἐδείματο : ταῦθ ' |
τοῦ προκειμένου ὀνόματος τὸ α καὶ συστέλλουσι , ὡς παρὰ Αἰσχύλωι ἐν Σαλαμινίαις : εἴ μοι γένοιτο φᾶρος ἴσον ἐν | ||
πεπλάσθαι , ὡς καὶ αὐτὸ προεδηλώθη , τὴν Ψυχοστασίαν τῶι Αἰσχύλωι κῆρε νοήσαντι τὰς ψυχάς , ὡς καθόλου τοῦ Διὸς |
κατεσημαίνοντο . τάχα δὲ τῶν τοῦ δικαστηρίου μερῶν ἐστὶ καὶ κιγκλὶς καὶ δρύφακτος . ἔνιοι δ ' οἴονται καὶ ἀνάγκην | ||
θύρας οὕτω κλητέον , ἅς τινες δικλίδας φασίν . ἢ κιγκλὶς ἰδίως ἡ τρύπη , δι ' ἧς ἡ κλεὶς |
τῶν ἀνθ ' ἑτέρων δίκας ἀποτιννύντων . Τοῖς σαυτοῦ πτεροῖς ἥλως . Τροχοῦ περιστείχοντος ἄλλοτε ἡ ἑτέρα ἁψὶς ἄνωθεν ἐστίν | ||
τρίτης παράγωγον εἰς μι ἄλωμι , βʹ ἀόριστος ἥλων , ἥλως , ἥλω , κατὰ διαίρεσιν ἑάλω . Ἐκεχειρία . |
: παρὰ τὸ ἔζω : τοῦτο παρὰ τὸ ἔω τὸ καθέζομαι . τὸ γὰρ ἔδω , οὐ μόνον τὸ ἐσθίω | ||
αἳ τοῦ μηνὸς γίγνονται τετράκις , τοῦτο δὲ ποιήσας ἄφωνος καθέζομαι δεικνύς , ὡς οὐ τοῦ πολλὰ πράττειν ἐπιθυμῶ , |
, πωτῶ : τὸ σώχω : τρώχω : κλώσω : σκώπτω : οὐ ταύτης τύχοντα τῆς παραγωγῆς , διὰ τοῦ | ||
τοῦ αο εἰς ω μέγα , ὦχρος : σεσημείωται τὸ σκώπτω διὰ τοῦ ω μεγάλου γραφόμενον : τὸ ὤκλασα : |
ἐν τῷ προειρημένῳ λόγῳ ἐλάσσων πρὸς τὸν μείζονα ἐξεταζόμενος . πολλαπλασιεπιμόριος δέ ἐστι λόγος , ὅταν ὁ μείζων ὅρος δὶς | ||
ἐλάσσονος μέρος : οἷον ὁ τῶν κϚʹ τοῦ τῶν ηʹ πολλαπλασιεπιμόριος λέγεται , ἐπειδήπερ ὁ ηʹ τρὶς καταμετρήσας τὸν κϚʹ |
ὅτι αὐτὴ μὲν παραγραφικοῦ τάξιν οὐκ ἔχει , ἀλλ ' ἀποδεικτικοῦ , ἐκείνη δὲ παραγραφικοῦ μόνον : ἐπειδὴ δὲ τολμηρὸν | ||
τὰ κατορθούμενα . Σκοπός ἐστιν ἐνταῦθα τῷ Ἀριστοτέλει περὶ τοῦ ἀποδεικτικοῦ καὶ ἐπιστημονικοῦ διδάξαι συλλογισμοῦ , οὗ χάριν καὶ τέλους |
ἐπιστάται . πρὸ δὲ τοῦ σημείου τῶν πεζῶν οἱ ἀκοντισταὶ τετάχθων . αὐτοὺς δὲ τοὺς πεζοὺς ἐπὶ δ τεταγμένους ἰέναι | ||
πεζοὶ ἔστε ἐπὶ τὸ ἄκρον τοῦ κέρως τοῦ ἀριστεροῦ . τετάχθων δὲ ἐπὶ ὀκτώ , καὶ πυκνὴ αὐτοῖς ἔστω ἡ |
οὗτοι δὲ ἰδίως εἶχον , ὥσπερ Δημοσθένης ἐν τῷ Πρὸς Λακρίτου παραγραφὴν : ἀλλὰ ποῦ ἐχρῆν με λαβεῖν δίκην ὑπὲρ | ||
ὁμοίως . : Ἕρμιππος δὲ τὸν Ἀρχίαν . ἐν τοῖς Λακρίτου τοῦ ῥήτορος μαθηταῖς ἀναγράφει : Δημήτριος δὲ τῆς Ἀναξιμένους |
ὀφθήσεται τοῦ κώνου ] . Πάλιν δέ γε τοῦ ὄμματος μετατεθέντος ἀπὸ τοῦ ταπεινοῦ μετεώρου μὲν τοῦ ὄμματος τεθέντος μεῖζον | ||
πατρὸς ἐνέστακται μένος ἠΰ , ἢ καὶ τεοῖο , Δωρικώτερον μετατεθέντος τοῦ ς εἰς τ καὶ ἐπενθέσεως τοῦ ε γενομένης |
: εἴμ ' Ὀδυσεὺς Λαερτιάδης , ὃς πᾶσι δόλοισιν ἀνθρώποισι μέλω , καί μευ κλέος οὐρανὸν ἵκει . οἱ δ | ||
σαφὲς ὅτι ἐκ πρώτου καὶ δευτέρου γεγενημένον , λέγω τοῦ μέλω , μέλεις . καὶ εἰ δίδοται τὰ τῆς συντάξεως |
ἄθετος καὶ εὔθετος καὶ ἵημι ἑτὸς καὶ ἄφετος καὶ δίδωμι δοτὸς καὶ Ἡρόδοτος , καὶ δέδεμαι δετός , οὕτως σχῆμι | ||
' ἀδικήμασί τισι τῆς οἰκίας ἐκβληθείς , ἐκποίητος δὲ ὁ δοτὸς εἰς ποιητά . ἀπεκήρυξε καὶ ἐπικήρυξε διαφέρει . κηρύξαι |
κτητικαὶ τὸ γένος παρεμφαίνουσι μόνον τοῦ κτήματος , τοῦ δὲ κτήτορος οὐκέτι . ὡς ἐπὶ τοῦ ἐμός , ἡμέτερος : | ||
: προφανὲς γὰρ ὅτι ἓν καὶ τὸ αὐτὸ πρόσωπον τοῦ κτήτορος , διάφορα δὲ τὰ κτήματα ἐν γένει . ὁ |
κατά τινας καιροὺς ἔσται τὸ σύμπτωμα τοῦ ἐπιμερισμοῦ ἐκείνου . Ὡσαύτως δεῖ ἐπισκοπεῖν καὶ ἐν τῇ ἀρχῇ τοῦ ἐπιμερισμοῦ ἔνθα | ||
ἐν αὐτῷ συνηρισμένα καί τι καλὸν ἔχοντα οὐκ αὐτῶν . Ὡσαύτως δὲ καὶ Ἀριστοτέλης ἀκούων Πλάτωνος ὅτι ἐστί τις οὐσία |
καὶ παράγωγον ἀχόω : ὡς ἄνω ἀνέω : καὶ ὡς πλήθω πληθύω πληθύνω , οὕτως ἀχύνω καὶ ὑπερθέσει ἀχνύω . | ||
περισπᾶται , ἀπὸ ὀνόματος γέγονε : ἀλήθω κνήθω λήθω πήθω πλήθω πρήθω . τὸ δὲ βοηθῶ ἀηθῶ παρ ' ὄνομα |
ἔστιν αὕτη ἡ τοῦ κάλως κάλωος κλίσις , ἀλλ ' ἐπέκτασις : ἔστι γὰρ ὁ κάλως τοῦ κάλω ἀττικῶς , | ||
ἀλλὰ τηλικουτοισί καὶ τοιουτοισί : κατὰ πτῶσιν γὰρ γίνεται ἡ ἐπέκτασις , οἷον τοιοῦτοι καὶ τηλικοῦτοι , τοιουτοιΐ καὶ τηλικουτοιΐ |
μὴ τῇ τῆς ἐκκοπῆς βίᾳ διαστῇ ἡ ῥαφή . Ἡ ἐγκοπὴ διαίρεσίς ἐστι τοῦ κρανίου μετ ' ἀνακλασμοῦ τοῦ πεπονθότος | ||
ἢ βαθεῖα μηδαμῶϲ ἕωϲ ἔξω μετακινηθέντοϲ τοῦ πεπονθότοϲ ὀϲτοῦ . ἐγκοπὴ δέ ἐϲτι διαίρεϲιϲ τοῦ κρανίου μετὰ ἀνακλαϲμοῦ τοῦ πεπονθότοϲ |
ὑμῶν ἀγανακτήσειεν ἀναμνησθεὶς ἑαυτοῦ , εἰ ὁ μὲν καὶ ἐλάττω τουτουῒ τοῦ ἀγῶνος ἀγῶνα ἀγωνιζόμενος ἐδεήθη τε καὶ ἱκέτευσε τοὺς | ||
ἀρετῇ . εἰ δὲ βούλει , Κλεινίαν , τὸν Ἀλκιβιάδου τουτουῒ νεώτερον ἀδελφόν , ἐπιτροπεύων ὁ αὐτὸς οὗτος ἀνὴρ Περικλῆς |
διδασκῆσαι γὰρ ἀπὸ τοῦ διδασκῶ περισπωμένου , ὥσπερ ἀπὸ τοῦ τυπῶ τυπήσω , ἀπὸ δὲ τοῦ διδάσκω διδάξω : οὕτω | ||
μέσος μέλλων δεύτερος ἀπὸ τοῦ ἐνεργητικοῦ δευτέρου μέλλοντος ; τοῦ τυπῶ γίνεται , τροπῇ τοῦ ω μεγάλου εἰς τὴν ου |
, καὶ ἐξ αὐτοῦ γίνεται παράγωγον ἀλάζω , ὡς ἀνιῶ ἀνιάζω καὶ σκεδῶ σκεδάζω : ἐκ δὲ τοῦ ἀλάζω ἀλαστός | ||
νηυσὶν ἀκηχέδαται : παρὰ τὸ ἀχῶ ἀχάζω , ὡς ἀνιῶ ἀνιάζω , ἤχακα , ὁ μέσος ἤχαδα , ὁ παθητικὸς |
μοναδικὸν τῶν ἐπιρρημάτων . φέρε γὰρ οὕτω φάναι ἐπ ' ὀνοματικῆς συντάξεως , ταχὺ ἐλθὸν παιδίον ὤνησεν ἡμᾶς , ταχέος | ||
μετ ' εὐθείας ἑνικῆς , ἐν τῷ Λεσβόθεν μετὰ τῆς ὀνοματικῆς ἐννοίας καὶ ἡ ἔξ πρόθεσις , ἐν τῷ Αἴαντε |
τῶν τεσσάρων ἀμεταβόλων , λ μ ν ρ , οἷον πάλλω νέμω κρίνω σπείρω : ἡ δὲ ἕκτη διὰ καθαροῦ | ||
αἰόλος καὶ ἐν συνθέσει μετὰ τῆς κόρυθος κορυθαίολος , ὡς πάλλω πάλος καὶ σακέσπαλος . . . . . κοχλιάριον |
Ἰουλίδος , φιλόσοφος φυσικὸς καὶ σοφιστής , σύγχρονος Δημοκρίτου τοῦ Ἀβδηρίτου καὶ Γοργίου , μαθητὴς Πρωταγόρου τοῦ Ἀβδηρίτου . ἐν | ||
σύγχρονος Δημοκρίτου τοῦ Ἀβδηρίτου καὶ Γοργίου , μαθητὴς Πρωταγόρου τοῦ Ἀβδηρίτου . ἐν Ἀθήναις κώνειον πιὼν ἀπέθανεν ὡς διαφθείρων τοὺς |
σαφῶς ἐνόπλιόν τέ τινα ὀνομάζοντος αὐτοῦ ξύνθετον καὶ δάκτυλον καὶ ἡρῶιόν γε , οὐκ οἶδα ὅπως διακοσμοῦντος καὶ ἴσον ἄνω | ||
σαφῶς ἐνόπλιόν τέ τινα ὀνομάζοντος αὐτοῦ ξύνθετον καὶ δάκτυλον καὶ ἡρῶιόν γε , οὐκ οἶδα ὅπως διακοσμοῦντος καὶ ἴσον ἄνω |
παράγωγον φαύω , ὁ μέλλων φαύσω καὶ πλεονασμῷ τοῦ κ φαύσκω καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν πιφαύσκω . . , : πολυκαγκέα | ||
μνήσω , μνήσκω : ἀρέσω , ἀρέσκω : φαύσω , φαύσκω , καὶ πιφαύσκω : βρώσω , βρώσκω , καὶ |
ἔρρωται : τὸ ἅρπαξ σημειῶδες , ἴσως δὲ συνεξέδραμε τῷ ἁρπαγή : τὸ δὲ κέκραγες μεταπέπλασται ἀπὸ τοῦ κέκραγοι ὡς | ||
δὲ τῶν παίδων ἄλλα τε καὶ ἡ τῶν Λευκίππου θυγατέρων ἁρπαγή : καὶ Ἥφαιστος τὴν μητέρα ἐστὶν ἀπολύων τῶν δεσμῶν |
πω λῴονι θνητῶν : Αἴαντος , ὅτ ' ἦν τόδε φωνῶ . Ἦ πολλὰ βροτοῖς ἔστιν ἰδοῦσιν γνῶναι : πρὶν | ||
. , : κλύω : παρὰ τὸ κλῶ , τὸ φωνῶ , πλεονασμῷ τοῦ υ κλύω . οὕτως Φιλόξενος . |
γὰρ εὖ πραχθέντων λόγῳ καλῶς ῥηθέντι μνήμη καὶ κόσμος τοῖς πράξασι γίνεται παρὰ τῶν ἀκουσάντων . ἐνταῦθα τοῖς μὲν ἔργοις | ||
λέγεται , ἀλλ ' ἵνα τὸ τελευταῖον κῶλον τὸ τοῖς πράξασι πάρισόν τε καὶ ἐφάμιλλον τοῖς πρὸ αὐτοῦ γένηται . |
δὲ δικανικός , ὃ δὲ πανηγυρικός . καὶ ὁ μὲν συμβουλευτικὸς δῆλον ὡς ἐν τοῖς μέγεθος ποιοῦσι μᾶλλον πλεονάζει τύποις | ||
καὶ λόγος εἷς ἐκ τῶν δικανικῶν . ὁ μὲν οὖν συμβουλευτικὸς λόγος ἔστω , ἐν ᾧ παρακαλεῖ τοὺς Ἀθηναίους διαλύσασθαι |
ἁπλοῦν ἐστι παρόσον οὔτε ἐκ τοῦ αὐτοῦ ἔστιν ἀξιώματος δὶς λαμβανομένου οὔτε ἐκ διαφερόντων συνέστηκεν , ἐξ ἄλλων δὲ τινῶν | ||
: καὶ πλύνεται δὲ χωριζομένου τοῦ ψαμμώδους ὡς ἀχρήστου , λαμβανομένου δὲ τοῦ λιπαρωτέρου καὶ λείου . Ἀλσίνη ἔχει παρόμοια |
ἀντιλέγειν . ἀκροασάμενος ] ἀκούων . τελευταῖος . . . ἰάμβων . καὶ μὴν ] ὡς ἐν συντόμῳ . μὴν | ||
ἀνίη . Αἰσχρίων δ ' ὁ Σάμιος ἔν τινι τῶν ἰάμβων Ὕδνης φησὶ τῆς Σκύλλου τοῦ Σκιωναίου κατακολυμβητοῦ θυγατρὸς τὸν |
ἀναπαύεται οὐδένα χρόνον . Ὁ δὲ τριταῖος μακρότερός ἐστι τοῦ ἀμφημερινοῦ , καὶ ἀπὸ χολῆς ἐλάσσονος γίνεται : ὁκόσῳ δὲ | ||
μὲν τοιαῦτ ' ἂν εἴη οὖρα . Τοῦ δέ γε ἀμφημερινοῦ κρατοῦντος λεπτά τε καὶ λευκὰ καὶ οἷον ὑδατώδη καὶ |
δὲ ἐπίσκοπος κατάσκοπος ἀπὸ προθέσεων . Τὰ παρὰ τὸ ” μάχομαι ” καὶ μὴ παρὰ πρόθεσιν παροξύνεται : λεοντομάχος μονομάχος | ||
δὴ καὶ ποιήσω σύμμετρα ἐκλεξάμενος . . Δηρίομαι , ἤγουν μάχομαι , φορτικὸς γίνομαι πολλοῖς ἀνθρώποις δηλονότι περὶ τοῦ πλήθους |