. Σελήνης οὔσης ἐν αʹ καὶ γʹ δεκανῷ τοῦ Ταύρου παραιτητέος ὁ γάμος , ἐν δὲ τῷ βʹ σύμφο - | ||
ὥσπερ μεταβάντες ἀπὸ νεκρότητος . Οὐδὲ σκιούρου λόγον ποιήσομαι , παραιτητέος γάρ μοι καὶ οὗτος διὰ φαυλότητα , ὅτι μὴ |
ᾖδον . Ἀετοῦ γῆρας , κορύδου νεότης : παρόσον καὶ γηράσκων ἀετὸς ἀμείνων ἐστὶ παντὸς νεάζοντος ὄρνιθος . Λέγεται δὲ | ||
. ἀποβάλλει δὲ κύων τοὺς καλουμένους κυνόδοντας γενόμενος τετραμηνιαῖος : γηράσκων δὲ ὑπομελανοῖ τοὺς ὀδόντας καὶ ἀμβλεῖς ποιεῖ : ὅθεν |
σὺ δὲ πάντας δημιουργοὺς ὁμοίως καλῶν οὐκ ἂν σφαλείης . Ἄγαμαι . ἀποδέχομαι , θαυμάζω ἄγαν . Ἀγανακτεῖν , στένειν | ||
καὶ ἐπὶ τοῦ ἀγοράζειν , . , . . . Ἄγαμαι : ἄγαμαι αὐτοῦ . καὶ τοῦτο μᾶλλον οὕτω συντάσσουσι |
λίαν μελαγχολῶντες ἀποκλείουσι τοὺς θεραπεύοντας , οὕτω σοφίαν τυραννὶς οὐ προσίεται . Πλάτωνα γοῦν ἐπίπρασκε Διονύσιος καὶ Νέρων Μουσώνιον ἐξεκήρυττε | ||
ἐν δὲ τῇ Συρακουσίᾳ ποιήσει καθωμίληται . ἀλλ ' οὐ προσίεται ὁ Ἀττικισμός , περὶ οὗ ἀγωνιζόμεθα , τὴν ἀλλοδαπὴν |
: τότ ' ὄρη λαλεῦσι φωναῖς , φιλέρημος δὲ νάπαισιν λάλος ἀνταμείβετ ' ἀχώ : πιθαναὶ δ ' ἐργατίδες σιμοπρόσωποι | ||
συμ - φέρει εἰ καὶ ἡ γαμηθεῖσα λοίδορός τις καὶ λάλος καὶ μοιχάς , φυλάσσεσθαι δὲ δεῖ οἰκοδομεῖν . τὰ |
συμφορὰς οἰκτίρομεν , κόρη Κρέοντος , ἥτις εἰς Ἅιδου δόμους οἴχηι γάμων ἕκατι τῶν Ἰάσονος . ] φίλαι , δέδοκται | ||
. σὺ δ ' ἐν ἥβαι νέαι νέου προθανοῦσα φωτὸς οἴχηι . τοιαύτας εἴη μοι κῦρσαι συνδυάδος φιλίας ἀλόχου : |
λέγῃ : ὦ μῆτερ , ἱκετεύω σε , μὴ ' πίσειέ μοι τὰς αἱματωποὺς καὶ δρακοντώδεις κόρας : αὗται γάρ | ||
Ἱππίσκῳ : ὦ μῆτερ , ἱκετεύω σε , μὴ ' πίσειέ μοι τὸν Μισγόλαν : οὐ γὰρ κιθαρῳδός εἰμ ' |
ἤγουν προβατώδης καὶ εὐήθης : τὰ γὰρ πρόβατα ἐπὶ εὐηθείᾳ διαβάλλεται . καὶ τρέμων τὰ πράγματα : εὐλαβούμενος καταστῆναι εἰς | ||
συνοῦσι παρ ' ἑκατέρου . καὶ ἡ μὲν τοῦ κόλακος διαβάλλεται , ἐπαινεῖται δὲ ἡ τοῦ φίλου . ἔτι δὲ |
θανοῦσι δ ' αὐτοῖς συνθανοῦσα κείσομαι . αἰαῖ αἰαῖ , τρομερὰν φρίκαι τρομερὰν φρέν ' ἔχω : διὰ σάρκα δ | ||
μονομαχεῖον : οὐ κατασχετέον : ἐν πολλοῖς οὐ φέρεται : τρομερὰν φρίκα : ἀντὶ τοῦ φρίκην τρόμου παραιτίαν . καὶ |
συγχρῆται δ ' εἰς τὴν ἀπόδειξιν τοῖς προδεδειγμένοις αὐτῷ : δέδειχε γὰρ πρὸ ὀλίγου δι ' ὧν εἶπεν “ ἐν | ||
τοῦτο μεμπτέος , ὅτι μήτε ἐξ ἀναγκαίων μήτε ἀναγκαῖον ὃ δέδειχε . τὸ μὲν οὖν παχυλῶς πρὸς τὸ λεπτομερὲς τῶν |
. ἆτος : ὁ ἀπλήρωτος καὶ ἀκόρεστος , ὁ γὰρ ἀκόρεστος πάντοτε αἰτεῖ . καὶ γίνεται παρὰ τὸ τῶ , | ||
δίκας βίαιος . μήποτ ' ἐμοὶ φρόνημα ψυχά τ ' ἀκόρεστος εἴη . δέσποιν ' , ὁρᾶις μὲν ἀλλ ' |
οὐκ ἀπὸ ταὐτομάτου σοφὸς γεγονέναι , ἀλλὰ πολλοῖς καὶ σοφοῖς συγγεγονέναι , καὶ Πυθοκλείδῃ καὶ Ἀναξαγόρᾳ : καὶ νῦν ὅτι | ||
Ἀναξιμάνδρῳ . Καὶ Ἀρχέλαος ὁ Ἀθηναῖος , ᾧ καὶ Σωκράτη συγγεγονέναι φασίν , Ἀναξαγόρου γενομένῳ μαθητῇ ἐν μὲν τῇ γενέσει |
Κριτίας , ὥστε καὶ ὅτε τῶν τριάκοντα ὢν νομοθέτης μετὰ Χαρικλέους ἐγένετο , ἀπεμνημόνευσεν αὐτῷ καὶ ἐν τοῖς νόμοις ἔγραψε | ||
πάνυ τῶν ἑαυτοῦ μεμνημένον , τὸν δὲ Κλεινίαν ὑποδακρύοντα μνήμῃ Χαρικλέους , βουλόμενος αὐτοὺς τῆς λύπης ἀπαγαγεῖν , ἐμβάλλω λόγον |
πρώραν „ , ἔφη : „ ἀλλ ' ἔμοιγε οὐκέτι λυπηρὸς ὁ θάνατός ἐστι , εἴγε ὁρᾶν μέλλω τὸν ἐχθρόν | ||
ἄν ; Οὐδ ' ἄρα ὁ μέσος βίος ἡδὺς ἢ λυπηρὸς λεγόμενος ὀρθῶς ἄν ποτε οὔτ ' εἰ δοξάζοι τις |
ἔξω ποιέει κατὰ μέσον τῆς γονῆς , ᾗ τὸ πνεῦμα ἔξεισιν : ὅταν δὲ ὁδὸς γένηται τῷ πνεύματι ἔξω θερμῷ | ||
περὶ τοὺς γεγεννηκότας τοιοῦτοι γίνονται . . ὁ πρεσβύτης σχετλιάζων ἔξεισιν ὡς ὑπὸ τοῦ παιδὸς τετυμμένος . δῆλον δέ , |
γραφήν : οἷον , ζωηφόρος : ζωητόκος : ἀείζωος : φιλόζωος . Τὸ δίκη διὰ τοῦ ι : ἐκ γὰρ | ||
ἐπιθήσεις . „ ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι πᾶς ἄνθρωπος φιλόζωος ὤν , κἂν μυρίους κινδύνους ὑποστῇ , τὸ τοῦ |
. ἀδικούμενος ἀεί τε πλεονεκτοῦντα τὸν ἀδελφόν τι μου ὁρῶν ἀνέχομαι . νοῦν ἔχεις . ἀλλ ' , ὦγαθέ , | ||
, οὐδὲ γεωργοῦ ἀνέχομαι ἐμπιμπράντος τὰ λήϊα , οὐδὲ κυβερνήτου ἀνέχομαι ἀποδειλιῶντος πρὸς τὴν θάλατταν : πλεῖν σε δεῖ , |
οὑτωσί : καὶ ὃς , ἀρκεῖ , ἔφη . κἀγὼ ἐσίγησα . καὶ ὃς ἔφη , καὶ μὴν θεραπεύειν γε | ||
ἤδη εἶπον : ἃ δ ' οὖν ἤκουσα , οὐκ ἐσίγησα . Ἀριστοτέλης λέγει πέρδικα θῆλυν , ὅταν κατὰ ἄνεμον |
ἥσυχα , βραδέα . Κρατῖνος Νόμοις : ἦ πρεσβῦται πάνυ γηραλέοι σκήπτροισιν ἄκασκα προβῶντες . ἄκατος : φιάλη διὰ τὸ | ||
καὶ δρόσον βάλλων ἕωθεν χλιαρὸς ταγηνίας . ἦ πρεσβῦται πάνυ γηραλέοι σκήπτροισιν ἄκασκα προβῶντες . νῦν γὰρ δή σοι πάρα |
ἡγεῖτο εἶναι , ὡς μὴ αἰσχύνοιτο καὶ αὐτὸς λαμβάνων : γόης , ὦ Διόγενες , ἅνθρωπος καὶ τεχνίτης . πλὴν | ||
. ὀνόματα δὲ ἀπὸ τῶν εἰρημένων ἀπατεών , φέναξ , γόης , ἐπίβουλος : τὰ δ ' ἀπὸ τῶν ἄλλων |
εἶναι δοκῶν , καὶ ὁ ἐπὶ τῶν δεσμῶν Αἰγύπτιος , δεισιδαίμων ἄνθρωπος , ᾤετο χαριεῖσθαι καὶ τιμωρήσειν τῷ θεῷ βαρὺς | ||
. Ὥστε ἔμοιγε καὶ σφόδρα συμβέβηκε θαυμάζειν , πῶς ὁ δεισιδαίμων βίος ὁ ναοῖς καὶ τεμένεσι καὶ ταῖς δι ' |
ἀρσενικῶς αὐτοὺς ὀνομάσαι . τέσσαρες γάρ εἰσι , Χρόνος Αἶθοψ Ἀστραπὴ Βροντή . ἔθος δὲ τοῖς ποιηταῖς θηλυκῶς λέγειν τοὺς | ||
Ἄστροις σημαίνεσθαι : ἐπὶ τῶν ἐκ μακροῦ τι ὑπονοούντων . Ἀστραπὴ ἐκ πυελίου : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων καὶ εὐτελῶν : |
ὁ δ ' ὡς ἐπ ' αὐτοῖς δὴ Κυκλωπίοισιν ὢν σκάπτει μοχλεύει θύρετρα κἀκβαλὼν σταθμὰ δάμαρτα καὶ παῖδ ' ἑνὶ | ||
ἐν τῇ ὑπωρείᾳ πιναρὸς ὅλος καὶ αὐχμῶν καὶ ὑποδίφθερος ; σκάπτει δὲ οἶμαι ἐπικεκυφώς : λάλος ἅνθρωπος καὶ θρασύς . |
ὅταν γὰρ πρὸς ταῦτα ἔχῃ μὲν μηδὲν ὅτι λέγῃ , γελᾷ δέ , αὑτοῦ καταγελάσεται καὶ ὑπὸ τῶν παρόντων αὐτὸς | ||
, οὐδὲν οἶδεν , ὡς ἔοικεν , ἐφ ' ᾧ γελᾷ οὐδ ' ὅτι πράττει : κάλλιστα γὰρ δὴ τοῦτο |
μειλιχίοισι προσηύδα ποιμένα λαῶν : ἦ ῥά νύ μοι ξεῖνος πατρώϊός ἐσσι παλαιός : Οἰνεὺς γάρ ποτε δῖος ἀμύμονα Βελλεροφόντην | ||
' ἐῢ εἰδῶ , ἠὲ νέον μεθέπεις , ἦ καὶ πατρώϊός ἐσσι ξεῖνος , ἐπεὶ πολλοὶ ἴσαν ἀνέρες ἡμέτερον δῶ |
δ ' ἄρα οὔ , οὐδὲ πολεμική , ἡ δὲ ἀπόλεμος καὶ οὐ φιλογυμναστική ; Οἶμαι ἔγωγε . Τί δέ | ||
κρεισσόνων [ θεῶν ] ἔρως ἄφυκτον ὄμμα προσδράκοι με . ἀπόλεμος ὅδε γ ' ὁ πόλεμος , ἄπορα πόριμος : |
αὐτὸς τῷ τῶν ἀκμαζόντων , πλὴν ἐπ ' ὀλίγον διαλλάττων βραδύτερος καὶ ἀραιότερος γεγονώς . τοῖς δὲ πρεσβύταις ἤδη τῷ | ||
ἕτερόν τι προστίθησιν : εἰ γὰρ καὶ ἔλαττον ἀεὶ τῷ βραδύτερος ὑποκεῖσθαι , ἀλλ ' οὖν προστίθησί γέ τι . |
μετὰ τῶν συνήθων , ὅπως μήτ ' ἀνελεύθερος γένηται μήτε περίεργος . τῶν δ ' ἐν Αἰγίνῃ μοι γενομένων μοριῶν | ||
ἐναντίος ἐστὶν ὁ ῥητορικὸς λόγος πειθοῖ . πρῶτον μὲν γὰρ περίεργος καθέστηκεν , προσκόπτουσι δὲ οἱ πολλοὶ τῇ τοῦ λόγου |
στιγματίης , πολυγήραος , ἶσος ἀλήτῃ ἦλθε κνισοκόλαξ , εὖτε Μέλης ἐγάμει , ἄκλητος , ζωμοῦ κεχρημένος : ἐν δὲ | ||
καὶ τὸ ἀρχαῖον ἐγένοντο . . . Ὁ γὰρ δὴ Μέλης οὗτοςοὐ γὰρ δὴ θέμις σιωπῇ παρελθεῖν γλῶσσαν τοσαύτην γεννήσανταἀνίσχει |
ἐλθών : βάξιν νῦν εἴρηκε τὴν ὁμιλίαν : χωρισμοί : συγχώρησον : Ἀκραίας θεοῦ : τῆς ἐν τῇ ἀκροπόλει τιμωμένης | ||
ἄγγελοι μετ ' αὐτοῦ εὐχόμενοι ὑπὲρ αὐτοῦ καὶ λέγοντες : συγχώρησον αὐτῷ , ὁ πατὴρ τῶν ὅλων , ὅτι εἰκών |
βάτραχον ἐξεδίκησεν . ὁμοίως κἀγώ , ἄνδρες , ἀποθανὼν ὑμῖν μόρος ἔσομαι : καὶ γὰρ Λύδιοι , Βαβυλώνιοι , καὶ | ||
: καί μοι Γεργίθων τε φόνος μέλει ἀπτολεμίστων πισσήρων τε μόρος καὶ δένδρεον αἰεὶ ἀθαλλές . Κλέαρχος δὲ ἐν τετάρτῳ |
αὐτόν μιν πληγῇσιν ἀεικελίῃσι δαμάσας . φησὶν οὖν ὅτι οὐ ξέναι καὶ ἀήθεις τοῦ σώματος αὐτοῦ μάστιγες καὶ πληγαὶ ἔσονται | ||
ταύταις συμβεβηκότα ταῖς ἰδέαις : καὶ γὰρ αἱ γλωττηματικαὶ καὶ ξέναι καὶ πεποιημέναι λέξεις ἐν ταύταις μάλιστα ἐπιπολάζουσι , καὶ |
πεπρωμένη , ὅποι ποθ ' ὑμῖν εἰμὶ διατεταγμένος , ὡς ἕψομαί γ ' ἄοκνος : ἢν δέ γε μὴ θέλω | ||
σοί , βασιλεῦ , ἐς μέσον φέρω , αὐτὸς μέντοι ἕψομαί τοι καὶ οὐκ ἂν λειφθείην . Κάρτα τε ἥσθη |
: ᾗ μὲν γὰρ ἐκ τῶν νεφῶν σκότος γίνεται , προσέχεται τῇ ἀληθείᾳ καὶ ἴδιον τοῦ πράγματος ἐγένετο , ᾗ | ||
ἔσοδοί εἰσι τοῖσι παιδίοισι μοῦνον τοῦ σώματος : τῇ μήτρῃ προσέχεται διὰ τουτέων , καὶ κοινωνεῖ τῶν ἐσιόντων : τὰ |
καὶ εὐμενὴς ὁ πρευμενὴς , ἐκ τοῦ ἠλεὸν καὶ μάταιον ἠλέματον , ἐκ τοῦ γῆ καὶ πέδον γήπεδον , τὸ | ||
εἰσκατέδυνεν . οἱ δέ μιν ἠΰτε γλαῦκα πέρι σπίζαι τερατοῦντο ἠλέματον δεικνύντες , ὁθούνεκεν ὀχλοάρεσκος . οὐ μέγα πρῆγμα , |
περιίδῃς ἀθέατον αὐτῶν ἀναστρέψοντα . Τοῦτο μέν , ἔφη ὁ Τόξαρις , ἥκιστα ἐρωτικὸν εἴρηκας , ἐπὶ τὰς θύρας αὐτὰς | ||
τῶν αὐτοχθόνων ; οὕτω μετεπεποίητο ὑπὸ τοῦ χρόνου . Ἀλλὰ Τόξαρις Σκυθιστὶ προσειπὼν αὐτόν , Οὐ σύ , ἔφη , |
καιρίαν ἐστέναζεν : ἄμπελος δ ' ἦν κατηφής , καὶ σκυθρωπὸς οἶνος , καὶ βότρυς ὥσπερ δακρύων , καὶ Βάκχος | ||
ὅθεν καὶ ἐκ θαλάσσης λαμβάνει τὰς πλείους τῶν ὁμοιώσεων . σκυθρωπὸς δὲ καὶ σύννους καὶ αὐστηρὸς ἐφαίνετο καὶ μισογέλως , |
διαχωρίζειΤάναϊς δὲ λέγεται διὰ τὸ τεταμένως ῥεῖν , ὅστις δὴ συστρεφόμενος ἐπὶ τὴν τῶν Σαυροματῶν γῆν σύρεται καὶ ἐπὶ τὴν | ||
, λεῖος , λευκός , οὐ τραχὺς οὔτε θρομβοειδὴς οὔτε συστρεφόμενος ἐν τῷ διηθεῖσθαι ὡς κηρός , ἔν τε τῷ |
: ἀπὸ τῶν : βλέφαρον παρὰ τὸ φάρος εἶναι τοῦ βλέπους , ἤτοι τοῦ ὀφθαλμοῦ : βλὲψ γὰρ ὁ ὀφθαλμός | ||
πατήρ ; ἔξειπ ' : ἐπεί νιν τῶνδε πλεῖστον ᾤκτισα βλέπους ' , ὅσῳπερ καὶ φρονεῖν οἶδεν μόνη . Τί |
βούλεται , Μὴ θαύμαζε , ἔφη : καὶ γὰρ αὐτὸς ὁμότεχνός εἰμί σοι , καὶ εἰ βούλει , ἕπου πρὸς | ||
βούλεται , Μὴ θαύμαζε , ἔφη : καὶ γὰρ αὐτὸς ὁμότεχνός εἰμί σοι , καὶ εἰ βούλει , ἕπου πρὸς |
| [ τοιούτωι ] [ ] , καθὸ ? ῥήτωρ ἐςτίν | , τὸ πολιτικῶι ? ? ? εἶναι | | ||
| [ τοιούτωι ] [ ] , καθὸ ? ῥήτωρ ἐςτίν | , τὸ πολιτικῶι ? ? ? εἶναι | |
εἰς ἀνδρῶν ἡλικίαν ὑπαλλάττων , γενειῶν , γενειάσκων , πώγωνος ὑποπιμπλάμενος , πωγωνίας , ὡς Κρατῖνος . προφερὴς δὲ λέγεται | ||
τε καὶ λαμπρὸς ἦν , μεμηνέναι προσποιούμενος ἐνίοτε καὶ ἀφροῦ ὑποπιμπλάμενος τὸ στόμα : ῥᾳδίως δὲ τοῦτο ὑπῆρχεν αὐτῷ , |
γίγνεται , βοηθητέον ἡνίκ ' ἔξεστιν ; ἐγὼ δ ' ἀπιστῶ οὐδ ' ἐκείνῳ , τῷ μὴ οὐ καὶ μόνον | ||
δὲ , Χαιρέα , κακῶς ἔχω . ἀλλ ' οὐκ ἀπιστῶ . διόπερ ἥκω παραλαβὼν σὲ πρὸς τὸ πρᾶγμα , |
οὗ τῆς βασιλείας καταλυθείσης εἰς τοὺς ὑπάτους τὰ τῆς ἀρχῆς μετετέθη . , . . . ἣ δὲ τὸν πατέρα | ||
τῶν ἄλλων στρατιωτῶν τοῖς πλείστοις , τὸ δὲ στρατόπεδον ἅπαν μετετέθη ταῖς διανοίαις καὶ πάντες ἀπέβλεπον πρὸς τὰς Εὐμενοῦς ἐλπίδας |
μὴ ἐπιλανθάνωμαι τῶν πρώτων , εἰ τὰ μετὰ ταῦτα πολλὰ ἐπιρρέοι . Σὺ τοῦτο , ὦ Ἀνάχαρσι , ταμιεύσῃ ἄμεινον | ||
γένεσιν ἐπὶ τὰ μόρια φερόμενον συνίστησιν : εἰ δὲ μηδέποτε ἐπιρρέοι τοῦτο , δῆλον ὡς οὐδὲ τὰ πάθη συστήσεταί ποτε |
ἐνοσφίσατο πολλὰ τοῦ δημοσίου πράγματα , καὶ ὑπ ' ἄλλων κωμῳδεῖται . τοῦτο δὲ κομψὸν καὶ οὐ πάνυ οἰκεῖον δοκεῖ | ||
ἔμελλε φωραθήσεσθαι καὶ δώσειν δίκην ὡς κεκλοφὼς τὰ δημόσια , κωμῳδεῖται ὑπὸ τῶν ποιητῶν . εἶχε δὲ οὗτος ὁ Πάμφιλος |
: ἀμείλικτον : δμηθήτω : Ἀΐδης τοι ἀμείλικτος ἠδ ' ἀδάμαστος . ἐν Ἅιδου ἀδάμαντα ἀκουστέον τὸν στερρότατον . ταῦτα | ||
εἰδέναι λέοντα ὑπὸ ἀνθρώπου χαλινοῦσθαι , ἵνα μὴ κακὸς καὶ ἀδάμαστος ᾖς . „ [ πολλάκις οὖν τέχνης λόγος τρέχει |
ἡ δὲ ἰδέα τοῦ λόγου λάλος μᾶλλον ἢ ἐναγώνιος , διεφαίνετο δὲ αὐτῆς καὶ καθαρὰ ὀνόματα καὶ καινοπρεπὴς ἦχος . | ||
τοὺς πασσάλους καταπηγνύντες τοὺς μὲν ἐς τὴν γῆν , ὅπου διεφαίνετο , τοὺς δὲ καὶ τῆς χιόνος ἐς τὰ μάλιστα |
δωδέκατος λόγος περιέχει ταῦτά ἐστιν . . . ̈ Χίοισιν ἥσθην ] καὶ τοῦτο ἀφ ' ἱστορίας ἔλαβεν . εὔχοντο | ||
καὶ δεδόσθαι τινὰ ἀφορμὴν πρὸς τὸ χρῆσθαι τοῖς λόγοις , ἥσθην καὶ τούς τε ἡρπακότας ἐπαινῶ καὶ πάλιν τὴν σὴν |
τε καὶ ἄγραπτος ἀληθῶς ἐγγραφὴ ἐστίν . Ἀετοῦ γῆρας , κορύδου νεότης : παρόσον καὶ γηράσκων ἀετὸς κρείττων ἐστὶ νεάζοντος | ||
Ἀδδηφάγον ἅρμα : ἐπὶ τῶν γαστριμάργων . Ἀετοῦ γῆρας , κορύδου νεότης : παρόσον καὶ γηράσκων ἀετὸς ἀμείνων ἐστὶ κορύδου |
τὰ δυσίατα τῶν ἑλκῶν τὰ μὲν διὰ τὴν δυσκρασίαν τῆς ἡλκωμένης σαρκός , τὰ δὲ διὰ τὸν ἐπιρρέοντα χυμὸν γίνεται | ||
ῥέει ὥσπερ στραγγουρικοῖσι , καὶ ἔστιν ὕφαιμον οἷα τῆς κύστιος ἡλκωμένης ὑπὸ τοῦ λίθου , καὶ ἡ κύστις φλεγμαίνει : |
. οὗτός σοι Λευκίππην ἀποδέδωκεν : εἰ γάρ σου μὴ ἠράσθην ἐγώ , εἰ γάρ σε μὴ ἐνταῦθα ἤγαγον , | ||
τὰ κάλλιστα , ἄλλων ἐρώντων καὶ ἀψύχων πολλάκις , αὐτὸς ἠράσθην γε , ἐν ᾧ ὅτι χρηστὸς ἦν , ἐλεύθερος |
κακοῦ . Ὧδε μὲν δὴ Κικέρων , ἐπί τε λόγοις ἀοίδιμος ἐς ἔτι νῦν ἀνήρ , καὶ ὅτε ἦρχε τὴν | ||
καθίσταται λόγῳ τὸ παρ ' ἐλπίδας . τοιγαροῦν Νέρωνος μὲν ἀοίδιμος ἡ πρὸς Μουσώνιον ἐπιείκεια , πρὸς Ἀλέξανδρον δὲ ὑπὲρ |
θάνατον ἐκ θαλάττης ἐλθεῖν . ” ταῦτα ὁ Δάμις ὧδε ἑρμηνεύει : φυλάττεσθαι μὲν αὐτὸν τὴν αἰχμὴν τῆς τρυγόνος , | ||
τρίτη τῆς Περαίας , ἣν Ἀλέξανδρος ἐν τῷ Περὶ Συρίας ἑρμηνεύει ἀγαθήν . Ὠρωπὸς , πόλις Μακεδονίας . . . |
τοῖς οὖσι κατὰ τοῦτο μόνον ἐπαινῶν τὸ πλουτεῖν , ὅτι συμπράττει πρὸς ἐπίδειξιν φύσει γενναίᾳ . ταῦτ ' οὐδὲ τὸν | ||
ἔργοις : ὁ δ ' ὑπὸ τοῦ φωτὸς ἑκατέρου θερμαινόμενος συμπράττει πρὸς πάντα τὰ τοιαῦτα . τὸ μὲν οὖν ἄρχεσθαι |
. , . ἀγοραῖος νοῦς : ὁ πάνυ εὐτελὴς καὶ συρφετώδης καὶ οὐκ ἀπόρρητος οὐδὲ πεφροντισμένος . οἱ γὰρ ἀγοραῖοι | ||
ἔκχυσις . συμβάλλεται : συνάγεται , μίγνυται . ἰλυόεντα : συρφετώδης , βορβορώδης : ἰλὺς λέγεται ὁ πηλώδης καὶ κάθυγρος |
ὧν αὐτὸς ἔσχε στέφανον εὐκλείας μέγαν ; Οὐκ ἔστι τοὔργον τλητόν . Ἀλλὰ δῆτ ' ἰὼν πρὸς ἔρυμα Τρώων , | ||
τὸν ὄχλον : στέγει : ἀντὶ τοῦ ἔχει : οὐ τλητόν : ὃ οὔτε σιωπᾶν δύναμαι : μέγα γάρ ἐστιν |
ἄλλου σώματος : αὔξεται μὲν γὰρ ψύχων τοὺς πόδας , ἐξαπτόμενος ἐκ τοῦ θώρηκος , ἐς τὴν κεφαλὴν ἀναπέμπων τὴν | ||
, ἔν τε τῷ ἡλίῳ τεθεὶς διαχεόμενος καὶ πρὸς λύχνον ἐξαπτόμενος , οὐ ζοφώδης τῇ φλογί . δολοῦσι δ ' |
καρτερήσω , τούτου μὲν ἅπαντες καταγνώσονται : ἐμὲ δὲ τῆς ἀνεξικακίας θαυμάσουσι : καὶ ὅτι οὐχ ἅπαξ , οὐ δεύτερον | ||
τὰ πλοῖα ὑπουργίας , ἐγὼ δὲ ἐκεῖνον σφόδρα ἐμεμψάμην τῆς ἀνεξικακίας , πειθόμενον ἐπιστολῶν μοι τῶν καθ ' ὑμῶν , |
ὑπερδισύλλαβα παραληγόμενα τῷ Α προσηγορικὰ ἢ ἐπιθετικὰ ὀξύνεται : λιθακός μαλθακός ψιττακός ἀστακός φυλακός φαρμακός . σεσημείωται τὸ θύλακος ὕσσακος | ||
ἅπαν γλυκύ , ὅταν ἡ δίψα πορίσῃ , καὶ ὕπνος μαλθακός , ὅταν ἡγήσηται κόπος , ἐσθής τε ἡ παρέχουσα |
. Συρεντῖνος δὲ ἀπὸ πέντε καὶ εἴκοσιν ἐτῶν ἄρχεται γίνεσθαι πότιμος : ὢν γὰρ ἀλιπὴς καὶ λίαν ψαφαρὸς μόλις πεπαίνεται | ||
Μεγαρικὰ πιθάκνια . Ὁ Λευκάδιος πάρεστι καὶ Μιλήσιος οἰνίσκος οὔπω πότιμος . Γύναι , ῥάφανόν με νομίσας ' εἰς ἐμὲ |
παλιμβολία : ἡ εὐμετάβλητος γνώμη . παλίμβολος : ἀδόκιμος . εὐμετάβολος . ἀνελεύθερος . Κλήμης . δύναται καὶ ἀντὶ τοῦ | ||
, μάστιξ , μεμαλαγμένος ⌈ , ἔμπειρος εἰς ἀντιλογίαν , εὐμετάβολος . εἴρων ] φιλόκακος , εἰρωνευτής . , παίζων |
. Τιθύμαλλον δὲ νεμηθεῖσαι , τοῦ τε ὀποῦ γευσάμεναι , διάῤῥοιαν νοσοῦσι . διὸ δεῖ ἀφανίζειν καὶ ἐκτίλλειν τὸν ἐγγὺς | ||
οὐ πέττεται , λοιπὸν διαφθειρόμενα ἐκταράσσει τὴν γαστέρα , καὶ διάῤῥοιαν ποιεῖ . καʹ . Μελαίνης χολῆς ἐς ὅμοιον αἱμοῤῥοΐδος |
λόγοι , πολιτικὸς μὲν ἥκιστά ἐστι , σεμνὸς δὲ καὶ ὑπέρογκος τοῖς τε ἄλλοις καὶ τῷ δι ' ἀποφάνσεων περαίνειν | ||
Σωτίων ἐν Διαδοχαῖς . οὗτος ἐσθῆτί τε μαλακῇ ἐχρῆτο καὶ ὑπέρογκος ἦν τὸ σῶμα , ὥστ ' αὐτὸν ὑπὸ τῶν |
δὲ κἀκεῖνο ἐπίστησον ἐνταῦθα , ὅτι ὁ Σωκράτης οὐκ ἔστιν ἐφεκτικός . κολακείαν . πᾶσα κολακεία ἐκ τριῶν τινῶν ὀφείλει | ||
καὶ ζητῶν καὶ νοῶν ἐν τῇ σκεπτικῇ διαθέσει μένει ὁ ἐφεκτικός : ὅτι γὰρ τοῖς κατὰ φαντασίαν παθητικὴν ὑποπίπτουσιν αὐτῷ |
πολύ . | [ ἡμῖν δὲ μέθη ] ἐθρυλήθη καὶ τύπωμα ? ? Δαρείου | [ καὶ ἑταίρων ] ? | ||
ἐντροπῆς , σεμνότητος . ἄγαλμ ' ] ὁμοίωμα . , τύπωμα , τίμια , ἔνδοξα ἀναπλήσσειν ) . ἀναπλάσειν ] |
τί σοι κακόν ἐστιν ἐνταῦθα ; οἷα λέγεις ; πέτεσθαι πέφυκα ὅπου θέλω , ὕπαιθρον διάγειν , ᾄδειν ὅταν θέλω | ||
ἐξετείνοντο ἐπὶ συγκεκροτημένοις καὶ ὄγκον ἔχουσι μέλεσιν , ἀπὸ τοῦ πέφυκα παρακειμένου , ἐνεστὼς πεφύκω , ὡς ἀπὸ τοῦ δέδοικα |
τε ταῖς καταντλήσεσι καὶ ταῖς δεξαμεναῖς , ὅταν ὁ κάμνων λούηται . Εἰ δ ' ἡ κεφαλὴ τοῦ μηροῦ τῆς | ||
οὐδαμῶς τοῦ [ μὴ ] σμᾶσθαι κάμνων οὐδείς , ὅταν λούηται , πλὴν εἰ ῥυπῶν ἢ κνησμώδης εἴη : χρῄζουσι |
. ἐπὶ μὲν οὖν τοῦ ἐνταυθοῖ ἐνταυθοῖ νῦν ἧσο κύνας ἀπερύκων , ἐπὶ δὲ τοῦ ἐνταῦθα Σοφοκλῆς ἐν Ἠλέκτρᾳ ἐνταῦθα | ||
ἐνταυθοῖ Ὅμηρος ἐνταυθοῖ νῦν ἧσο σύας τε κύνας τ ' ἀπερύκων , ἐπὶ δὲ τοῦ ἐνταῦθα Σοφοκλῆς ἐν Ἠλέκτρᾳ ἐνταῦθα |
ἀλλὰ σύ πέρ μοι ἄναξ τόδε καρτερὸν ἕλκος ἄκεσσαι , κοίμησον δ ' ὀδύνας , δὸς δὲ κράτος , ὄφρ | ||
φημ ' ἐπόψεσθαι μόρον . εὔφημον , ὦ τάλαινα , κοίμησον στόμα . ἀλλ ' οὔτι παιὼν τῷδ ' ἐπιστατεῖ |
τὸ διάφραγμα ἢ περί τι τῶν ἄλλων μορίων , οὐ σμικρὸς ὁ κίνδυνος . εἰ γὰρ καὶ παραυτίκα δόξει παρηγορεῖν | ||
παρὼν γένοιο ἂν ἀγαθόν τι τούτῳ μέγα , ἐμοῦ γὰρ σμικρὸς λόγος , εἰ ξυμβουλεύοιμι αὐτῷ μὴ κυβιστᾶν ἐς ὀρθὰ |
Χρυσηίδι : τοῖς γὰρ ἐρῶσι τὸ μὲν τῆς ἐπιθυμίας τυχεῖν ἀπομαραίνει τὸ πάθος , τὸ δὲ σφάλλεσθαι παντελῶς ἐξάπτει τὸ | ||
δὲ τοιαύτας διαφορὰς ἐπὶ πολὺ προβαίνειν οὐ συγχωρῶ καὶ βραχὺς ἀπομαραίνει μοι χρόνος . καὶ δῆτα θῶμεν δύσκολον εἶναί με |
ὄρνιθος , ὅτι τὸ πνεῦμα διερχόμενον προσκρούει ἐν αὐτῷ καὶ ψοφέει : ἢ ἐκ τοῦ κόλαξ , κόλος . ἕδρα | ||
μέμυκε κάρτα , ἁθρόον δὲ διΐϲταται καὶ τὸν ξυνήθεα πτυϲμὸν ψοφέει . ϲπᾶται καὶ γλῶϲϲα : καὶ γὰρ ἥδε μῦϲ |
' ἀνέσεως ἁπλῶς οὐκ ἄρρωστος , οὐ πεπηρωμένος , οὐ γεγηρακώς , οὐ γυναικὸς ἀσθένεια , πάντες δὲ πληγαῖς ἀναγκάζονται | ||
καὶ φονῶντες , ἀκούσατε : γεωργός τις ἐπ ' ἀγροῦ γεγηρακώς , ἐπεὶ μηδέποτε εἰσῆλθεν εἰς ἄστυ , παρεκάλει τοὺς |
Ἰνδικὴν λέγοντος , Ὀνησικρίτου δὲ τρίτον μέρος τῆς οἰκουμένης , Νεάρχου δὲ μηνῶν ὁδὸν τεττάρων τὴν διὰ τοῦ πεδίου , | ||
καὶ κατὰ τὰς ἐν ταῖς βασάνοις ἀνάγκας διερωτώμενος ὑπὸ τοῦ Νεάρχου τίνες ἦσαν οἱ συνειδότες , Ὤφελον γάρ , ἔφησεν |
Ἡρακλείδης δ ' ὁ Λέμβος ἱστορεῖ ὅτι κατὰ τὴν Σπάρτην θαυμάζεται μᾶλλον . . . ἀνὴρ ὁ κάλλιστος καὶ γυνὴ | ||
, ἄλλα μυρία . πᾶς ὁ καθ ' ἑαυτὸν τεχνολογῶν θαυμάζεται , διακρινόμενος δὲ πρὸς ἑτέρους ἐλέγχεται ὑποβολιμαίαν σύνεσιν ἠμφιεσμένος |
γοῦν ἐν μὲν Δράμασιν ἢ Κενταύρῳ ἔφη ἐν κωμήτισι καπηλοῖς ἐπίχαρτον , ἐν δὲ Λυσιστράτῃ πλὴν ἥ γ ' ἐμὴ | ||
χάλυβος λιθοκόλλητον στόμιον παρέχους ' , ἀνάπαυε βοήν , ὡς ἐπίχαρτον τελέους ' ἀεκούσιον ἔργον . Αἴρετ ' , ὀπαδοί |
λεπτός : λεπτὸς ἐγένου , ὦ Αἰσχίνη , καὶ ὁ μύσταξ οὗτος πολὺς ὢν ἐκ τῶν φροντίδων οὐκ ἔτυχεν ἐπιμελείας | ||
μεταλήψει τῆς τροφῆς . αἱ δὲ τρίχες τοῦ ἄνω χείλους μύσταξ καλοῦνται ἐκ τοῦ μεστοῦσθαι τριχῶν . Πώγων δέ , |
νοήματά ἐστιν ὥσπερ ἀποκείμενα : ὅταν δὲ ἐνεργῇ , τότε σύνδρομος γίνεται τῷ νοουμένῳ καὶ εἰκότως ἑαυτὸν νοεῖ τηνικαῦτα : | ||
σπινθῆρι περίρρυτα πάντα φυλάσσει . ἔνθεν πρωτογόνοιο νόου κρατέουσα θεμέθλων σύνδρομος ὑψιμέδοντος , ὅλου κόσμοιο τιθήνη , μουσοτόκος Σοφίη , |
ἐὰν οὖν καθ ' ὑπόθεσιν στῇ ὁ ἥλιος ἤγουν ἀεὶ φαίνῃ , οὐκέτι κατ ' αὐτοὺς ἔσται ἥλιος . ἀλλ | ||
ἐμπτύεσθαι χωρίον ἐπιτήδειον ; ταῦτ ' ἔφη πρὸς τὴν ἀπαιδευσίαν φαίνῃ λέγων ἡμῶν , ἀλλ ' οὐκ ἐξέσται σοι τοῦτο |
[ ! ! ! ! ! ] ; ὠή , ἄνοιγ ' ἄνωθεν . γραμματτάλαν [ ! ! ! ! | ||
ὅτι ἀρσενικῶς εἴρηκε τὸν τίγριν Ἄλεξις ἐν Πυραύνῳ οὕτως : ἄνοιγ ' , ἄνοιγε τὴν θύραν : ἐλάνθανον πάλαι περιπατῶν |
τὸν Ἔρωτα . κἂν λύσηι δέ τις αὐτόν , οὐκ ἔξεισι , μενεῖ δέ : δουλεύειν δεδίδακται . Ἡδυμελὴς Ἀνακρέων | ||
τηνικαῦτα καθῆραι τὸ σῶμα καὶ πιᾶναι : οὐ γὰρ πρότερον ἔξεισι τὰ ἔμβρυα σαπέντα , ἢν μὴ ἰσχυραὶ αἱ μῆτραι |
συλλαβὼν δεσμίους εἰς Ῥώμην ἀπήγαγεν : ἐφ ' οἷς οὕτως ὠργίσθη καὶ ἠγανάκτησεν ἥ τε βουλὴ καὶ ὁ δῆμος , | ||
ἐν στόματι ῥομφαίας . Καὶ ἤκουσεν ὁ πατήρ , καὶ ὠργίσθη , καὶ ἐλυπήθη , ὅτι κατεδέξαντο τὴν περιτομὴν καὶ |
ἀγωνίζεσθαι ὅλως ἐβούλοντο , εἰ μὴ τὸ φάρμακον ἡ θεὸς ἀπόθοιτο πρότερον : οὕτω γὰρ ἐκεῖναι τὸν κεστὸν ἐπωνόμαζον . | ||
ὡς ἀφέξονται τοῦ πολέμου , εἴ γε ἢ αὐτὸς Γωβάζης ἀπόθοιτο τὴν ἀρχὴν ἢ γοῦν τὸν παῖδα τῆς βασιλείας ἀφέλοιτο |
: κομεῖν μὲν γὰρ τὸ ἐπιμελεῖσθαί ἐστιν , ἣ δὲ ἀτημέλητος ἐν συμφοραῖς αὔξεται , θρίξ . [ ἐγὼ δέ | ||
ἔτυχεν ἐπιμελείας , ἔτι τε ἡ κόμη σου αὐχμηρὰ καὶ ἀτημέλητος . ὁ πρίν , φησί , λεπτὸς μύσταξ διὰ |
οὔτε οἰκέτης οἶνον ἔπινεν οὔτε γυνὴ ἐλευθέρα οὔτε τῶν ἐλευθέρων ἔφηβος μέχρι τριάκοντα ἐτῶν . ἄτοπος δὲ Ἀνακρέων ὁ πᾶσαν | ||
εἴρηκεν : παῖδες , γέροντες , μειράκια , παλλάκια . ἔφηβος , ἄρτι ἐξ ἐφήβων : τοῦτον δὲ καὶ ἀφειμένον |
ὅτι εἰ τότε ἐψεύσω , πόθεν δῆλον , εἰ νῦν ἀληθεύεις ; εἰκὸς γὰρ καὶ νῦν ψεύδεσθαί σε . οὐ | ||
ἠδυνάμην ἣν λέγεις σεαυτοῦ ἐσχάτην ἡμέραν αἰῶνα ποιῆσαι , ἐὰν ἀληθεύεις ὅτι Αἴσωπος ζῇ . ἐκεῖνον γὰρ τηρήσας ἐφύλαξας εἰς |
! ] μὲν προπετέστερος ὑπάρχων ? ? καὶ [ ] ἰταμός ? [ ] ? , οὐχ ἁρμόζει [ ] | ||
ἢ ἀΐτης κυρίως ὁ μέσος , ὁ μήτε θρασὺς μήτε ἰταμός : [ ἀΐτης οὖν ὁ μὴ ] ἰταμὸς ἀλλὰ |
γὰρ τοῖσι Λυδοῖσι , σχεδὸν δὲ καὶ παρὰ τοῖσι ἄλλοισι βαρβάροισι , καὶ ἄνδρα ὀφθῆναι γυμνὸν ἐς αἰσχύνην μεγάλην φέρει | ||
διοσημίας τὰς κατὰ τὸν πόλεμον τὸν πελοποννησιακὸν Γ γενομένας . βαρβάροισι : εὐφυῶς πάλιν εἰς ὁμόνοιαν αὐτοὺς προτρεπόμενος Γ δείκνυσιν |
τοῦ Ξάνθου εἶπεν “ ὕπαγε κἀκείνην λάβε , ᾗτινι τοσαῦτα πέπομφας μέρη . ” ὁ Ξάνθος λέγει “ οὐκ ἔλεγον | ||
ἐναντίοις ἧτταν ἐπάγουσαι . Ἐπέστειλάς μοι , ὅτι πολλάκις πολλοὺς πέπομφας πρὸς ἡμᾶς τοὺς διαλεξομένους ὑπὲρ τοῦ γραφῆναί σοι τὰς |
. ὃ δὲ ἀγανακτήσας ὁ Ἡρακλῆς τῷ πλήκτρῳ τοῦ Λίνου καθίκετο καὶ ἀπέκτεινεν αὐτόν . Σάτυρος ὁ αὐλητὴς Ἀρίστωνος τοῦ | ||
χειμάζομαι , Σαρπηδόν ' , αἰχμὴ μὴ ' ξ Ἄρεως καθίκετο . κλέος ? γὰρ ἥκειν Ἑλλάδος λωτίσματα πάσης ? |
, . λείαν περιεϲύραντο ὡς Ὑπ . . , . πίθος ἢ πιθάκνη : Ὑπ . δὲ καὶ πιθάκνιον εἴρηκεν | ||
, καὶ οὕτως ἡ εἰρήνη παραπώλετο . Γ καὶ Γ πίθος πληγεὶς Γ : τοῦτο λόγον οὐκ ἔχει , ἀλλ |
ταῦτα ταύτῃ Μοῖρά πω τελεσφόρος κρᾶναι πέπρωται , μυρίαις δὲ πημοναῖς δύαις τε καμφθεὶς ὧδε δεσμὰ φυγγάνω : τέχνη δ | ||
Ζεῦ ποτε ] ἄρα ἐνέζευξας ] ἐνέβαλες ἁμαρτοῦσαν ] πταίσασαν πημοναῖς ] βλάβαις ἤγουν τοῖς δεσμοῖς ἔ ἔ ] τοῦτο |
ἀλεύροις ἐν τῷ ἐσθίεσθαι τοὺς καλάμους . εὐρῶτι παλύνεται : εὐρὼς κυρίως ἡ πρασινώδης ὁμίχλη . ἐπάξα : τὸ βʹ | ||
[ – ] : μέλας δ ' ἐπερείεδετο ? [ εὐρὼς ] ὀφθαλμοῖς : Ἄιδόσδε [ δ ' ἀπήλυθε ] |
ἐθαύμασεν . Ἐκπάγλου : καταπληκτικῆς . ἄσβεστος : διόλου , ἀκατάπαυστος . ὀρίνει : διεγείρει . Πάλλει : κινεῖ . | ||
κἀκείνη τῆς ] ? μητρὸς ἐν τοσούτωιἠκολούθησεν [ ] ? ἀκατάπαυστος [ ] καὶ περιερρηγμένος [ καὶ οὐδαμῶς ] ϊεροπρεπής |
ἐκεῖνος δὲ οὐκ αἰσχύνεται . λέγοντι δέ σοι περὶ τῆς ἀχρηματίας ἴσως μὲν οὐδεὶς ἀντερεῖ : εἰ δ ' οὖν | ||
τιμαὶ βεβαιούσθωσαν : ὥστε μηδεὶς μοχθηρὸς ἄπορος ὑπείλλων καὶ ὑποστέλλων ἀχρηματίας οἴκτῳ τὸ δίκην δοῦναι παρακρουέσθω , δεδρακὼς οὐκ ἐλέου |
καθεζόμενοι δὲ ἐν τῇ νηὶ ἠθύμουν . ἐν τοσούτῳ δὲ θύννος διωκόμενος καὶ πολλῷ τῷ ῥοίζῳ φερόμενος ἔλαθεν εἰς τὸ | ||
τὰς τευθίδας καὶ τὰ παραπλήσια . πολὺς δὲ καὶ ὁ θύννος συνελαύνεται δεῦρο ἀπὸ τῆς ἄλλης τῆς ἔξωθεν παραλίας πίων |
ἀπολύουσιν ἀπαγορεύοντες . Αἰανὸς δὲ κόρος λέγεται οὐχ ὅτι αὐτὸς σκοτεινός ἐστιν , ἀλλ ' ὅτι τοὺς ἄλλους σκοτίζει . | ||
ἀπολλύουσιν ἀπαγορεύοντες . αἰανὸς δὲ κόρος λέγεται οὐχ ὅτι αὐτὸς σκοτεινός ἐστιν , ἀλλ ' ὅτι τοὺς ἄλλους σκοτίζει . |
ἀμφὶ σεμνὸν εὐτρεπὴς ὅδε . καὶ μὴν ἑκοῦσά γ ' ἀσμένη τ ' ἐδέξατο πόλις πόνον τόνδ ' ὡς θέλοντά | ||
ἡ δὲ τὸ μὲν πρῶτον οὐκ ἤθελεν , ὡς ἂν ἀσμένη με ἑωρακυῖα ἥκοντα διὰ χρόνου : ἐπειδὴ δὲ ἐγὼ |
οἴκων ἄγκυρ ' ἔτ ' ἐμῶν τὴν χιονώδη Θρήικην κατέχει ξείνου πατρίου φυλακαῖσιν . ἔσται τι νέον : ἥξει τι | ||
“ κέκλυτέ μευ , μνηστῆρες ἀγακλειτῆς βασιλείης , τοῦδε περὶ ξείνου : ἦ γὰρ πρόσθεν μιν ὄπωπα . ἦ τοι |
τὸ μὲν διώκων τὸ δὲ φεύγων , καὶ διὰ τοῦτο ταραττόμενος , οὐδέποτε εὐδαιμονήσει . ἤτοι γὰρ πᾶν ὃ διώκει | ||
ταύρῳ λασίῳ τὸ μέγεθος . οὗτος οὖν ὅταν διώκηται , ταραττόμενος ἀφίησι πυρῶδες καὶ δριμὺ ἀποπάτημα , ὡς ἀκούω , |