πρόσωπα μὲν ὥσπερ Ὅμηρος γυρὸς ἐν ὤμοισι , μελανόχροος , οὐλοκάρηνος : πράγματα δὲ ὡς ναυμαχίας καὶ πεζομαχίας , ὥσπερ | ||
ὅτι ἐστὶν ὁ θεὸς γυρὸς ἐν ὤμοιιν , μελάγχροος , οὐλοκάρηνος ; Καταγέλαστος ἡ ἀπόκρισις , κἂν εἰ μειζόνως χαρακτηρίζοις |
ἀπόδοσις ἐξ ἱστορίας λαμβανόμενος , οἷον γυρὸς ἐν ὤμοισιν , μελανόχροος , οὐλοκάρηνος . καὶ τὸ ἐπὶ Θερσίτου φολκὸς ἔην | ||
Αἰθιόπων Λιβύην ἠμείψατο γαῖαν , θαῦμα μέγ ' εἰσιδέειν , μελανόχροος ἠΰκομος λῖς , εὐρὺς ὕπερθε κάρηνα , πόδας δασύς |
ΙΤΥΝ . Ἴτυς ἡ περιφέρεια τοῦ ἅρματος , ἤγουν ὁ γύρος , ἀπὸ τοῦ ἴω τὸ πορεύομαι , ἡ κύκλῳ | ||
διελκύσει σέ τις δηλ . . ὁ δακτύλιος : Ὁ γύρος . τηλία : Κοσκινόγυρος . . . . κοσκίνου |
δὲ καὶ παρ ' Ἀλεξανδρεῦσιν οἱ Μενδήσιοι . Σώπατρος : Μενδήσιος ὡραῖος ἀκρόπαστος εὐξανθέσιν ὀπτὸς κέφαλος ἀκτῖσι πυρός . ὅτι | ||
Ἀργεῖον γενόμενος Ἴναχον , ὡς ἐν τοῖς Χρόνοις ἀνέγραψεν ὁ Μενδήσιος Πτολεμαῖος . . . . , . : Ἀπίων |
] ὅτι . Γ ] χρησμός : “ αἰετὸς ἐν νεφέλῃσι γενήσεται ἤματα πάντα ” . ἄκουε δὴ νῦν : | ||
Ζεὺς δ ' ἔλαχ ' οὐρανὸν εὐρὺν ἐν αἰθέρι καὶ νεφέλῃσι : γαῖα δ ' ἔτι ξυνὴ πάντων καὶ μακρὸς |
ποταμὸν Ὠπίαι , ἐν δὲ τεῖχος βασιλήιον . μέχρι τούτου Ὠπίαι , ἀπὸ δὲ τούτων ἐρημίη μέχρις Ἰνδῶν „ . | ||
„ ἐν δὲ αὐτοῖσι οἰκέουσι ἄνθρωποι παρὰ τὸν Ἰνδὸν ποταμὸν Ὠπίαι , ἐν δὲ τεῖχος βασιλήιον . μέχρι τούτου Ὠπίαι |
# , ἡ δὲ χειμερινὴ ση γʹ . ιθʹ . ἐννεακαιδέκατός ἐστιν παράλληλος , καθ ' ὃν ἂν γένοιτο ἡ | ||
κλιμακτῆρες κάκιστοι ἐν ἔτεσι τοῦ βίου ἕβδομος , ὁ δωδέκατος ἐννεακαιδέκατός τε ὁ πρῶτός τε καὶ εἰκοστὸς , τούτων δὲ |
κεφαλαὶ Διδύμων φορέονται , ἐν δὲ τὰ γούνατα κεῖται ἀρηρότος Ἡνιόχοιο , λαιὴ δὲ κνήμη καὶ ἀριστερὸς ὦμος ἐπ ' | ||
καὶ πάλιν : δὲ κεράατος ἄκρον καὶ πόδα δεξιτερὸν παρακειμένου Ἡνιόχοιο εἷς ἀστὴρ ἐπέχει . Ἐπὶ δὲ τοῦ Κηφέως ὁ |
λαπάρην , ἐν ᾗ τὸ πῦον ἔνεστι : καὶ ὁ κίθαρος συγκεκαμμένος ἐστὶ , καὶ λυσιγυῖα γίνεται , καὶ ἱδρὼς | ||
αἴθωνι λογισμῷ . ἄρθρων μηλείων ἐπὶ γῆν δωρήματα βάλλειν . κίθαρος . Ἀριστοτέλης ἐν τῷ περὶ ζῴων ἢ περὶ ἰχθύων |
ἣν γὰρ κέλευθον ἀνὴρ δι ' ἵππων ἀμοιβῆς αὐθημερὸν οὐκ ἔσθενε δρᾶσαι , τοῖς ἰδίοις αὐτὸν ποσὶν ἰσχυρίζοντο ἀναλγήτως διατρέχειν | ||
Ἡρακλέης , ὁπότ ' ἤλυθεν Ἀρκαδίηνδε , πλωάδας ὄρνιθας Στυμφαλίδος ἔσθενε λίμνης ὤσασθαι τόξοισι : ἀλλ ' ὅγε χαλκείην πλαταγὴν |
θυννίδος εὐφροσύναις ὀσμαῖσι χαίρει . καὶ ἐν Παρασίτῳ : τάριχος ἀντακαῖον ἐν μέσῳ πῖον , ὁλόλευκον , θερμόν . Νικόστρατός | ||
ὀνίσκος καὶ χελλαρίας . Ἀντιφάνης δέ πού φησι : τάριχος ἀντακαῖον ἐν μέσῳ πῖον , ὁλόλευκον , θερμόν . καὶ |
. [ ἔνθ ' ἦ τοι τοὺς μὲν θανάτου τέλος ἀμφεκάλυψε ] τοῖς δὲ δίχ ' ἀνθρώπων βίοτον καὶ ἤθε | ||
φησιν οὐ γάρ πώ ποτέ μ ' ὧδε ἔρως φρένας ἀμφεκάλυψε καὶ τὰ ἑξῆς . καὶ ἐπὶ τῆς Ἑλένης οὐ |
, καί οἱ δόσις ἔσσεται ἐσθλή : ὅσσοι γὰρ νήεσσιν ἐπικρατέουσιν ἄριστοι τῶν πάντων οἱ ἕκαστος ὄϊν δώσουσι μέλαιναν θῆλυν | ||
. κῆρες : αἱ μοῖραι τοῦ θανάτου , θανατηφόροι μοῖραι ἐπικρατέουσιν : νικῶσι , καταδυναστεύουσι , κατακυριεύουσιν . ἄφυκτοι : |
, ἐξ ἐμοῦ μάνθανε καὶ τὰ ὀνόματα . Ἑλίκη , Κυνόσουρά τε καὶ Ἀρέθουσα καὶ Ἴδη , Κρώμνη , Βριθὼ | ||
, ἐξ ἐμοῦ μάνθανε καὶ τὰ ὀνόματα . Ἑλίκη , Κυνόσουρά τε καὶ Ἀρέθουσα καὶ Ἴδη , Κρώμνη , Βριθὼ |
ὀξύτατον τὸν λάβρακα Ἀριστοτέλης εἶναί φησι καὶ μέντοι καὶ τὴν χρόμιν καὶ τὴν σάλπην καὶ τὸν κεστρέα . πυνθάνομαι δὲ | ||
τοῦ λίθου φάρμακον τοῦτο καὶ μάλα γε ἀντίπαλον . καὶ χρόμιν δὲ τὸ αὐτὸ ποιεῖν καὶ φάγρον καὶ σκίαιναν πέπυσμαι |
αἴ χ ' ὁ Διόνυσος φιλῆι . ὤεα χανὸς κἀλεκτορίδων πετεηνῶν . πραύτερος ἐγών γα μολόχας . ὑγιώτερόν θήν ἐστι | ||
θηρητῆρος , ὅς θ ' ἅμα κάρτιστός τε καὶ ὤκιστος πετεηνῶν : τῷ ἐϊκὼς ἤϊξεν , ἐπὶ στήθεσσι δὲ χαλκὸς |
συντεθέντος τινὸς ποιήματος : ἦ γάρ σοι δισσοῖσιν ὑπ ' οὔρεσι διττὸς ἐραστὴς ἔφθιτο καὶ νεάτην μοῖραν ἔθηκε φύσιν . | ||
ἑοῖο κακὴν τίνεσκεν ἀμοιβήν ἀμπλακίης . ὁ γὰρ οἶος ἐν οὔρεσι δένδρεα τάμνων δή ποθ ' ἁμαδρυάδος νύμφης ἀθέριξε λιτάων |
εἵνεκα φῶς ἔλαχε καὶ τιμὴν ἡ νὺξ αὕτη , ἔστι ἱρὸς περὶ αὐτοῦ λόγος λεγόμενος . Ἐς δὲ Ἡλίου τε | ||
ἐστι ἐν εἰρινέοισι εἵμασι θαφθῆναι . Ἔστι δὲ περὶ αὐτῶν ἱρὸς λόγος λεγόμενος . Καὶ τάδε ἄλλα Αἰγυπτίοισί ἐστι ἐξευρημένα |
βάλεν Ἄμφιον Σελάγου υἱόν , ὅς ῥ ' ἐνὶ Παισῷ ναῖε πολυκτήμων πολυλήϊος : ἀλλά ἑ μοῖρα ἦγ ' ἐπικουρήσοντα | ||
βαρέα στενάχοντα , ἀγροῦ ἐπ ' ἐσχατιήν , ὅθι δώματα ναῖε Θυέστης τὸ πρίν , ἀτὰρ τότ ' ἔναιε Θυεστιάδης |
κακῶν ; ἅπασι γὰρ πρώτοισι χρήσασθαι πάρα κἀν ὑστάτοισι κἀν μέσοισι πανταχοῦ . τί δ ' ἔστιν ; ὥς μοι | ||
συνέμπορον οὐδ ' ἐπίκουρον κεῖνοι , τρηχὺ δὲ κῶλον ἐνηρείσαντο μέσοισι πεπταμένοις : τὰ μὲν ὧδε πιέζεται , οἱ δὲ |
λέγεται καὶ ἑνικῶς Ἄστυρον . ἔστι καὶ κώμη πλησίον τοῦ Ἀδραμυττίου , ὡς Στράβων . ἔστι καὶ πόλις Φοινίκης κατ | ||
τὸ πᾶν ὕψος δυεῖν πλέθρων „ καὶ πεντεκαίδεκα πηχῶν : Ἀδραμυττίου δὲ διέχει πρὸς ” ἄρκτον ἑκατὸν καὶ ὀγδοήκοντα σταδίους |
: τῶν ἰχθύων , στενοχωροῦνται . ἠϊόνων : αἰγιαλῶν . ἐπιωγαί : καταδύσεις , καὶ διανοίξεις . Εἱλουμένων : συστρεφομένων | ||
καὶ εὐΰδροις ποταμοῖσιν ἀρδόμενος , μαλακαὶ δὲ πολυψάμαθοί τ ' ἐπιωγαί : ἐν δέ οἱ εὐφυέες τε νομαὶ καὶ ἀκύμονες |
φιλοσοφεῖν τότε βελτιοῦντας τὴν ψυχὴν καὶ τὸν ἡγεμόνα νοῦν . ἀναπέπταται γοῦν ταῖς ἑβδόμαις μυρία κατὰ πᾶσαν πόλιν διδασκαλεῖα φρονήσεως | ||
εἶναι κοινὴν συμβέβηκε : πρὸς γὰρ τῷ κατὰ θιάσους συνοικεῖν ἀναπέπταται καὶ τοῖς ἑτέρωθεν ἀφικνουμένοις τῶν ὁμοζήλων . εἶτ ' |
ἐνὶ χάρμῃ , κάλλεΐ θ ' ὡς Δαναοὺς μέγ ' ὑπείρεχεν , ὥς τέ οἱ ἀλκὴ ἔπλετ ' ἀπειρεσίη , | ||
βρύχιαι νεάτῳ ὑπὸ κεύθεϊ πόντου ἠρήρεινθ ' , ὅθι πολλὸν ὑπείρεχεν ἄγριον οἶδμα . αἱ δ ' , ὥστ ' |
ἀμειδέα θύσθλα φέρουσι Μουνυχίῃ , βροτέῳ δ ' ἐπιδεύεται αἵματι κρητήρ : ἂν δ ' ἄρ ' Ὑπερβορέους , Νομάδας | ||
, ὁ μέλλων κεράσω , συγκοπῇ κράσω , κρατήρ καὶ κρητήρ : ἐκ δὲ τοῦ κεράσω γίνεται κρατός ἄκρατος καὶ |
ὠνόμασεν Ἀντίδοτος ἐν Μεμψιμοίρῳ . ΣΙΤΕΥΤΩΝ δὲ ὀρνίθων μὲν μνημονεύει Μάτρων ἐν ταῖς Παρῳδίαις οὕτως : ὣς ἔφαθ ' : | ||
χορεύειν οὐ θέλοντας . Ἀττικὸν δὲ δεῖπνον οὐκ ἀχαρίστως διαγράφει Μάτρων ὁ παρῳδὸς λέγων : δεῖπνα μοι ἔννεπε , Μοῦσα |
Θαργηλιῶνος . . . νὺξ δ ' ἀρ ' ἔην μέσση , λαμπρὴ δ ' ἐπέτελλε σελήνη . . . | ||
[ ] ? [ ] οι , τῶν δέ τε μέσση ? [ ] [ λεχωιὰς ] Ὠγυγίη χθών [ |
διὰ τὸ μέλος εὐφραῖνον . καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς οὗ περιβρέμεται Θρηϊκία χελιδών . Θ . . . 〚 ἃ | ||
τε σκολιή τε καὶ ἄσχετος , ἧχι θάλασσα συρομένη μακρῇσι περιβρέμεται σπιλάδεσσιν , Ἀονίῳ τμηθεῖσα πολυγλώχινι σιδήρῳ . πρὸς δὲ |
αὐτὰρ ὁ κυκλοτερὴς ὁλοότροχος αἰόλα γυῖα δινεύων , πυκινῇσι κυλινδόμενος στροφάλιγξιν , ἐμπίπτει σπείρῃσι καὶ οὐτάζει βελέεσσι χαίτης ὀξυτόμοισιν : | ||
: πυκναῖς , πυκνοῖς κυλινδόμενος : κινούμενος , κυλιόμενος . στροφάλιγξιν : κινήσεσι , συστροφαῖς . Σπείρῃσι : τοῦ ὄφεως |
ἔναιεν ἐν ἅλμῃ μορμυρούσῃ , κίχλας θ ' ἑξείης ἡβήτορας ὑψιπετήεις καὶ πέτρας κάτα βοσκομένας , ὑάδας θ ' ὑδατεινούς | ||
ἔναιεν ἐν ἅλμῃ μορμυρούσῃ , κίχλας δ ' ἑξείης ἡβήτορας ὑψιπετήεις καὶ πέτρας κάτα βοσκομένας θυάδας θ ' ὑδατινούς . |
. Μενδήσιός θ ' ὡραῖος ἀκρόπαστος εὖ , ξανθαῖσιν ὀπτὸς κέφαλος ἀκτῖσιν πυρός . Ἴθακος Ὀδυσσεύς , τοὐπὶ τῆι φακῆι | ||
τὸν δὲ ποτάμιον οὐ δοκιμάζει : εἴδη δὲ τοῦ θαλαττίου κέφαλος καὶ νῆστις . τὸν δὲ κατὰ τῆς κεφαλῆς τοῦ |
ἐξεγλυμμένῳ διαμπερὲς ἄλλος τοιοῦτος ἐλάττων ἐγκέοιτο ἁρμόττων , καθάπερ οἱ κάδοι οἱ εἰς ἀλλήλους ἁρμόττοντες , καὶ οὕτω δὴ τρίτον | ||
λαβὰς ποεῖν Γ : ὠτάρια τοῖς κράνεσιν , ἵνα γένωνται κάδοι . δείκνυσι δὲ τὰ ὦτα αὐτοῦ , καὶ ἔστι |
' ἀκριβέστερον περὶ φυγῆς , ἡνίκα τὸν ἐπὶ τοῖς ἀνδροφόνοις ἐτίθει νόμον , ἐν ᾧ πάντ ' ἐπεξῆλθε τὰ εἴδη | ||
: τὸ δὴ περὶ θαῦμα τέτυκτο . Ἐν δ ' ἐτίθει τέμενος βασιλήϊον : ἔνθα δ ' ἔριθοι ἤμων ὀξείας |
εἰμί . ὡς καὶ Ὅμηρος „ αἰεὶ γὰρ ῥίγιστα θεοὶ τετληότες εἰμέν „ . Οἱ Χαλκιδεῖς τὰ ὁριστικὰ τῶν ῥημάτων | ||
νεμεσίζῃ ὁρῶν τάδε καρτερὰ ἔργα ; αἰεί τοι ῥίγιστα θεοὶ τετληότες εἰμὲν ἀλλήλων ἰότητι , χάριν ἄνδρεσσι φέροντες . σοὶ |
ἐν τῷ Λιβυκῷ κόλπῳ . Ἑκαταῖος περιηγήσει Λιβύης „ ὁ Ψυλλικὸς κόλπος μέγας καὶ βαθύς , τριῶν ἡμερέων πλόος „ | ||
ἐν τῶι Λιβυκῶι κόλπωι . Ἑκαταῖος Περιηγήσει Λιβύης : ὁ Ψυλλικὸς κόλπος μέγας καὶ βαθύς , τριῶν ἡμερῶν πλοῦς . |
, ὡς ὅτε κῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης αἰγιαλῷ μεγάλῳ βρέμεται , σμαραγεῖ δέ τε πόντος . Ἄλλοι μέν ῥ ' ἕζοντο | ||
δὲ κλάγξας πέτετο πνοιῇς ἀνέμοιο . Αἰγιαλῷ μεγάλῳ βρέμεται , σμαραγεῖ δέ τε πόντος . Σκέπτετ ' ὀιστῶν τε ῥοῖζον |
Τῶν δ ' ὑπὲρ ἐκτέταται πολυΐππων φῦλον Ἀλανῶν . Ἔνθα Μελάγχλαινοί τε καὶ ἀνέρες Ἱππημολγοί , Νευροί θ ' Ἱππόποδές | ||
τινὸς τόπου : καὶ ἐντεῦθεν ἐκλήθη Ἀχίλλειος δρόμος . Ἔνθα Μελάγχλαινοί τε ] Ὀνόματα ταῦτα ἐθνῶν : καὶ ἴσως ἐκ |
τὸν Ἀγαμέμνονα , ὅν φησιν Ὅμηρος [ Β ] πολλῇσιν νήσοισι καὶ Ἄργει παντὶ ἀνάσσειν . ἁλιήρει δὲ τῇ ἐν | ||
καὶ ἐν τοῦ σκήπτρου ἅμα τῇ παραδόσει εἴρηκεν αὐτὸν πολλῇσι νήσοισι καὶ Ἄργεϊ παντὶ ἀνάσσειν : οὐκ ἂν οὖν νήσων |
ἀλλὰ προφανῶς ἐν τούτοις ἐψευσμένος , μεταβὰς ἐπὶ τοὺς ἐν Ἰταλίαι Λοκροὺς πρῶτον μέν φησι τήν τε πολιτείαν καὶ τὰ | ||
Ἄργος , ἐπειδή τις αὐτῶι δάμαλις ἀποσκιρτήσας τῆς ἀγέλης ἐν Ἰταλίαι ἐόντι ἤδη φεύγων διῆρε τὴν ἀκτὴν καὶ τὸν μεταξὺ |
' ἔην , γαλέη , σπάρος : οὓς ὁ μάγειρος σίζοντας παρέθηκε φέρων , κνίσωσε δὲ δῶμα . τῶν ἔλεγεν | ||
δ ' ἦν μεγάλη † σπάρος : οὓς ὁ μάγειρος σίζοντας παρέθηκε φέρων , κνίσωσε δὲ δῶμα . τῶν ἔλεγεν |
: βόλου ὄνομα ὁ Μίδας , οὗ καὶ Εὔβουλος ἐν Κυβευταῖς μέμνηται . Μόχθος οἱ τηλοῦ φίλοι : παροιμία : | ||
Σοφοκλῆς σκιράφια : καὶ τὸν σκιραφευτὴν Ἄμφις εἴρηκεν ἐν τοῖς Κυβευταῖς . τηλία , κημοί , φιμοί , κηθίς κηθίδιον |
ἄρ ' Ὀϊλιάδῃ μεγαλήτορι Λοκροὶ ἕποντο : οὐ γάρ σφι σταδίῃ ὑσμίνῃ μίμνε φίλον κῆρ : οὐ γὰρ ἔχον κόρυθας | ||
, ὃς ἄριστος Ἀχαιῶν τοξοσύνῃ , ἀγαθὸς δὲ καὶ ἐν σταδίῃ ὑσμίνῃ : οἵ μιν ἅδην ἐλόωσι καὶ ἐσσύμενον πολέμοιο |
τὸν αἰνοτάλαντα κατέστεψαν αἰνοδρυφὴς δὲ τάλαινα τεοῦ κάτα τυμβοχόησα ἢ ὕκην ἢ ἵππον ἢ ὃν κίχλην καλέουσιν πιπὼ ] παιπαλέη | ||
Ὕκκαρον ὀνομάσαι τὸ χωρίον . Ζηνόδοτος δέ φησι Κυρηναίους τὸν ὕκην ἐρυθρῖνον καλεῖν . Ἕρμιππος δὲ ὕκην ἀκούει τὴν ἰουλίδα |
ἐγίνετο κατὰ τὴν Σαμίην , πυθόμενοι Σάμιοι ἀπελοίατο αὐτὸν νηυσὶ μακρῇσι ἐπιπλώσαντες : αὐτοὶ δὲ Σάμιοι λέγουσι ὡς , ἐπείτε | ||
, ἔπειτα κατόπιν τοῦ πύργου βουνὸς ἦν τις ὑψηλὸς , μακρῇσι καὶ δασείῃσιν αἰγείροισιν ἐπίσκιος : ἔνθεν τε ἐθεωρεῖτο τὰ |
. Σαμιακὴ λαύρα : ἐπὶ τῶν εἰς τρυφὴν ἐκκεχυμένων . Σαρδιανὸς κάπηλος : ἐπὶ τῶν εἰς τὰ χείρω μεταβαλλόντων . | ||
ἢ τὴν Κύρου καταλύσει ; καίτοι οὐκ ὀλίγων ταλάντων ὁ Σαρδιανὸς ἐκεῖνος ὄλεθρος τὸ ἀμφιδέξιον τοῦτο ἔπος ἐπρίατο . Αὐτά |
καὶ ἕτερα πολλὰ τῶν ἐν τοῖς παλαιοτάτοις χρόνοις πραχθέντων . Γέγονε μὲν οὖν πλείω γένη γυναικῶν κατὰ τὴν Λιβύην μάχιμα | ||
σῳζόμενον τῷ ἄλλῳ πολέμιόν ἐστιν ὑφ ' οὗ σῴζεται . Γέγονε δὲ οὐ λογισμῷ τοῦ δεῖν γενέσθαι , ἀλλὰ φύσεως |
ἐμοὶ περὶ δούρατι χεῖρες ἄαπτοι μαιμῶσιν , καί μοι μένος ὤρορε , νέρθε δὲ ποσσὶν ἔσσυμαι ἀμφοτέροισι : μενοινώω δὲ | ||
οὐδ ' ἐπὶ γαίῃ εἴα ἵστασθαι , χαλεπὸς δέ τις ὤρορε δαίμων : τῇ τρεισκαιδεκάτῃ δ ' ἄνεμος πέσε , |
δέμας φοῖνιξ ἦν , ἐν δὲ μετώπῳ λευκὸν σῆμ ' ἐτέτυκτο : ” καὶ τὸ φοινικὸν ἄνθος , “ ὡς | ||
γείνατ ' ἀρήιον ἐν Δαναοῖσι Τυδέα : τοῦ δ ' ἐτέτυκτο πάις σθεναρὸς Διομήδης . Τοὔνεκα Θερσίταο περὶ κταμένοιο χαλέφθη |
αἰθερίοιο φυὴν ἔχεν οἰωνοῖο , ἶσα δ ' ἐυξέστοις ὠκύπτερα πάλλεν ἐρετμοῖς . δηρὸν δ ' οὐ μετέπειτα πολύστονον ἄιον | ||
ἔνι πηχύνουσα : Λαμπετίη δ ' ἐπὶ βουσὶν ὀρειχάλκοιο φαεινοῦ πάλλεν ὀπηδεύουσα καλαύροπα . τὰς δὲ καὶ αὐτοί βοσκομένας ποταμοῖο |
' αὖτ ' ἴθυνεν ὅθι ζωστῆρος ὀχῆες χρύσειοι σύνεχον καὶ διπλόος ἤντετο θώρηξ . ἐν δ ' ἔπεσε ζωστῆρι ἀρηρότι | ||
Ἀχιλλεὺς νῶτα παραΐσσοντος , ὅθι ζωστῆρος ὀχῆες χρύσειοι σύνεχον καὶ διπλόος ἤντετο θώρηξ : ἀντικρὺ δὲ διέσχε παρ ' ὀμφαλὸν |
Μεγαρικοί , μαινίδες Καρύστιαι , φάγροι δ ' Ἐρετρικοί , Σκύριοι δὲ κάραβοι . ἰχθύσιν ἀμφίβληστρον ἀνὴρ πολλοῖς περιβάλλειν οἰηθείς | ||
παλαιὸν ᾤκουν Πελασγοί τε καὶ Κᾶρες ” . οἱ νησιῶται Σκύριοι καὶ Σκυρία αἴξ . Σκυτόπολις , πόλις Λιβύης , |
καὶ ποικίλαις . μετὰ τούτου δὲ Ἑσπερίδες ἐφύλαττον , Αἴγλη Ἐρύθεια Ἑσπερία Ἀρέθουσα . πορευόμενος οὖν ἐπὶ ποταμὸν Ἐχέδωρον ἧκε | ||
νεώς . τότε δὴ χρυσέωι ἐν δέπαϊ Ἠέλιον πόμπευεν ἀγακλυμένη Ἐρύθεια . † γενεᾷ Καβάρνους θῆκεν ἀβακλέας ὀργειῶνας . εἶπε |
εὐστόμαχος , ὁ δὲ χυλὸς αὐτῆς παχύνει καὶ σμήχει . ὀρφὸς ἢ ὀρφώς , φησί , εὔχυλος , πολύχυλος , | ||
τῶν βοῶν ἢ ῥύγχη , καὶ τῶν ἰχθύων ἰσικὸς , ὀρφὸς ἢ ἄλλος τις τῶν σκληροσάρκων , καὶ τῶν πεπόνων |
ὑγρὸν ἐν τῷ σώματι τοῦ νοσέοντος τετάρακται μᾶλλον ἐν τῇσι περισσῇσι τῶν ἡμερέων , οἷα τοῦ σώματος ἐς τὴν κοιλίην | ||
ἀνέθη ὁ ἄνθρωπος . Μεθίει δὲ τὸ πῦρ ἐν τῇσι περισσῇσι διὰ τόδε , ὅτι ἐν μὲν τῇσιν ἀρτίοισι τῶν |
λιμναῖος καὶ ποτάμιος . οὗτος δὲ καλεῖται καὶ ὀξύρυγχος . σάλπη κρείττων ἡ φθινοπωρινή , ὑγρόν τι καὶ λευκὸν καὶ | ||
τοῦ ὀπτοῦ : οὗτος γὰρ καὶ εὐστόμαχος καὶ εὐκοίλιος . σάλπη σκληρά , ἄστομος : κρείσσων δ ' ἡ ἐν |
Θεσσαλίας , . , . * . . Ἀπέκτονε : τόσσους γάρ μοι παῖδας ἀπέκτονε τηλεθόοντας , . , . | ||
οὕνεκεν ὢν Πισίδας καὶ Παίονας ἠδ ' Ἀγριᾶνας καὶ Γαλάτας τόσσους ἀντιάσας στόρεσα . τὸ κτητικὸν Ἀγριανικός , ὡς Χάραξ |
εἶτα , ἐπειδήπερ ὁ τούτῳ διὰ τεσσάρων ἐπὶ τὸ βαρύτερον ὑπερπίπτει τοῦ διὰ πασῶν , τὸν ἰσοδυναμοῦντα αὐτῷ , τουτέστι | ||
μικρὸν γὰρ τόπον ἐπέχει τοῦ ἰδίου τόπου : ἃ δὲ ὑπερπίπτει καὶ μέρη τινὰ τῶν προηγουμένων καὶ τῶν ἑπομένων ζῳδίων |
Ἔστι καὶ ἰχθὺς ῥόμβος λεγόμενος : ἔστι καί τις τροχὸς ῥόμβος λεγόμενος , ὃν στρέφοντες καὶ ἱμαντίῳ τύπτοντες ἐκτύπουν . | ||
δεόμενος οὗτος οἰκείου φωτὸς ἀπορίᾳ αὐγῆς ἀλλοτρίας . Ἔστω δὲ ῥόμβος οὗτος , μᾶλλον δὲ σφαῖρα τοιαύτη , ἣ δὴ |
, πόλεις εὖ ναιετοώσας . . . . Β : Ῥύτιον : προπαροξυτόνως ὡς στάδιον : οὐκ εὖ δὲ Τυραννίων | ||
πολίτης Ῥύψ . τὸ κτητικὸν ἀπὸ τοῦ Ῥύπες Ῥυπικόν . Ῥύτιον , πόλις Κρήτης . ὁ πολίτης Ῥυτιεύς . τοῦ |
πάντες ὅσοι πάρος ἦσαν ἄριστοι , Εὔβοιός τε καὶ Ἑρμογένης δῖοί τε Φίλιπποι , οἳ μὲν δὴ τεθνᾶσι καὶ εἰν | ||
' Ἐτεόκρητες μεγαλήτορες , ἐν δὲ Κύδωνες Δωριέες τε τριχάϊκες δῖοί τε Πελασγοί , : Τούτων φησὶ Στάφυλος τὸ μὲν |
ἐν Ἔργοις καὶ Ἡμέραις : ἤματι χειμερίῳ , ὅτ ' ἀνόστεος ὃν πόδα τένδει ἐν τ ' ἀπύρῳ οἴκῳ καὶ | ||
καὶ παρ ' Ἡσιόδῳ τινὲς ὀρθῶς δοκοῦσι γράφειν ὅτ ' ἀνόστεος ὃν πόδα τένθει διὰ τοῦ θ . ὀτοτύζειν ] |
τὴν ἰδίαν ἔρχεται ὕλην . τοῦτο δὲ ποιεῖ καὶ ὁ ἀστακὸς ἐν θαλάσσῃ . ὅτι ὁ βούβαλος οὐ καθεύδει . | ||
, ὃς κάλλιστος ἐν ἄλλοις ἵσταται ἰχθύς , κάραβος , ἀστακὸς αὖτε λιλαίετο θωρήσσεσθαι ἐν μακάρων δείπνοις . τοῖς δαιτυμόνες |
ὄψον : λέγει γάρ που “ ὄψα τε οἷα ἔδουσι διοτρεφέες βασιλῆες . ” πάγοι αἱ ἐξοχαὶ τῶν πετρῶν καὶ | ||
ταμίη σῖτον καὶ οἶνον ἔθηκεν ὄψα τε , οἷα ἔδουσι διοτρεφέες βασιλῆες . ἂν δ ' ἄρα Τηλέμαχος περικαλλέα βήσετο |
μὲν γὰρ φάλητας εἰσήγαγεν ἐν τῇ Λυσιστράτῃ , τὸν δὲ κόρδακα ἐν τοῖς Σφηξί , τοὺς δὲ φαλακροὺς ἐν Εἰρήνῃ | ||
τῇ θεῷ ταύτῃ καὶ ὠρχήσαντο ἐπιχώριον τοῖς περὶ τὸν Σίπυλον κόρδακα ὄρχησιν . τοῦ ἱεροῦ δὲ οὐ πόρρω οἴκημά τε |
: ἐπὶ κράναν δέ τιν ' ἄμφω ἑσδόμενοι θέρεος μέσῳ ἄματι τοιάδ ' ἄειδον . πρᾶτος δ ' ἄρξατο Δάφνις | ||
. τὰν γὰρ οὐ φίλαν ἀλλὰ φιλτάταν γυναῖκα κατθανοῦσαν ἐν ἄματι τῶιδ ' ἐπόψηι . ἰδοὺ ἰδού : ἥδ ' |
ἐλάϊνον , εὖ ἐναρηρός : δῶκε δ ' ἔπειτα σκέπαρνον ἐΰξοον : ἦρχε δ ' ὁδοῖο νήσου ἐπ ' ἐσχατιήν | ||
ἁπάντων . ἥ σφωϊν πρῶτον μὲν ἐπιπροΐηλε τράπεζαν καλὴν κυανόπεζαν ἐΰξοον , αὐτὰρ ἐπ ' αὐτῆς χάλκειον κάνεον , ἐπὶ |
δινεύει σκολιὸν δέμας , αἶψα δὲ νῶτα καράβου ὀξυβελῆ περιβάλλεται ἀμφιχυθεῖσα , ἐν δ ' ἐπάγη σκώλοισι καὶ ὀξείῃσιν ἀκωκαῖς | ||
, ἢ τὰ ὀξέως βάλλοντα . περιβάλλεται : περιπλέκεται . ἀμφιχυθεῖσα : περιπλακεῖσα . Σκώλοισι : τοῖς ἀπεξυσμένοις ξύλοις , |
' , ὦταῖρ ' , ὅτε τοῖσι νόμοις διεχρώμεθα τοῖς προτέροισιν : νῦν δ ' ἔσται γὰρ βίος ἐκ κοινοῦ | ||
' Αἰνεάδῃσιν ἐπέτραπε γαῖαν ἀνάψας . ἀλλ ' ἔτι καὶ προτέροισιν ἐν Αὐσονίων βασιλεῦσι θῦνεν Ἄρης , Κελτούς τε καὶ |
γὰρ πρόσθεν μιν ὄπωπα . ἦ τοι μέν οἱ δεῦρο συβώτης ἡγεμόνευεν , αὐτὸν δ ' οὐ σάφα οἶδα , | ||
πρόσοδος . ἰαλτὸς ] ὑπὸ Κλυταιμήστρας πεμφθεῖσα . ἐπεὶ προΐαλλε συβώτης . συνκύπτωι ] ἀντὶ κοπετῶι . συνκύπτωι ] ὅπως |
ὅτι δὲ εἶδος κεστρέων οἱ νήστις δῆλον . Ἀντιφάνης : κεστρεῖς ἔχων ἄλλους στρατιώτας τυγχάνεις νήστις . Ἄλεξις : ἐγὼ | ||
δεύτεροι δὲ οἱ ἐκ Σινώπης . καλοῦνται δ ' οἱ κεστρεῖς ὑπό τινων πλῶτες ὥς φησι Πολέμων ἐν τῷ περὶ |
ἔστι τις Ἑλλοπίη πολυλήϊος ἠδ ' εὐλείμων ἀφνειὴ μήλοισι καὶ εἰλιπόδεσσι βόεσσιν : ἐν δ ' ἄνδρες ναίουσι πολύρρηνες πολυβοῦται | ||
. ἠΰτε ταῦρον ἔπεφνε λέων ἀγέληφι μετελθὼν αἴθωνα μεγάθυμον ἐν εἰλιπόδεσσι βόεσσι , ὤλετό τε στενάχων ὑπὸ γαμφηλῇσι λέοντος , |
ἐπίτασιν ὄντος , ὡς ζάπλουτος ζάθεος . ὅγε : ὁ Κύζικος δηλονότι . ὑπὲρ μόρον : συνυπακούεται τὸ σχὼν ἢ | ||
Κυζικηνῶν νυνί . Ἔστι δὲ νῆσος ἐν τῇ Προποντίδι ἡ Κύζικος συναπτομένη γεφύραις δυσὶ πρὸς τὴν ἤπειρον , ἀρετῇ μὲν |
κραιπνοὶ τελέθουσαι αὐτοῖσιν φορέουσιν ἴσον τάχος οἰωνοῖσιν . οὐδὲ μὲν ὀρνίθεσσιν ὁμοίϊος ἀμβαδὸν εὐνή , Βάκτριον οἷα δὲ φῦλον ἔχουσιν | ||
, ἄχθεα θαυματὰ χερσὶ καὶ ὤμοισιν φορέοντας ἱπταμένους γυίοις ἐναλίγκιον ὀρνίθεσσιν , πιλναμένους τε νέφεσσιν ἐπ ' ἠνεμόεντι πετεύρῳ . |
τῶν τεναγωδῶν τῶν ἐν τοῖς αἰγιαλοῖς τῶν μεγάλων . ὁ σπάρος δριμύς , ἁπαλόσαρκος , ἄβρομος , εὐστόμαχος , οὐρητικός | ||
κόλλουρος , σκορπίοι ἠδὲ λύκοι καὶ σήπιαι ἠδὲ τραγίσκοι καὶ σπάρος ὀξυόδους καὶ κωβίος ἠυκάρηνος , τυφλῖνοι νάρκη τε καὶ |
Θηβαῖος : καὶ τούτου φέρονται διάλογοι τρεῖς : Πίναξ , Ἑβδόμη , Φρύνιχος . [ Μενέδημος ] Οὗτος τῶν ἀπὸ | ||
Σίσυφος , Ἀξίοχος , Φαίακες , Δημόδοκος , Χελιδών , Ἑβδόμη , Ἐπιμενίδης : ὧν ἡ Ἀλκυὼν Λέοντός τινος εἶναι |
' ἄκρητον γάλα πίνων , κεῖτ ' ἔντοσθ ' ἄντροιο τανυσσάμενος διὰ μήλων . τὸν μὲν ἐγὼ βούλευσα κατὰ μεγαλήτορα | ||
καὶ τὸ Ὁμηρικὸν ἔχει : κεῖτ ' ἔντοσθ ' ἄντροιο τανυσσάμενος διὰ μήλων . ἀντὶ τοῦ διὰ πάντων τῶν μήλων |
Ἔστι δὲ Μαλιεῦσιν ἡ πρώτη πόλεις Λάμια , ἐσχάτη δὲ Ἐχῖνος : εἰσὶ δὲ καὶ ἄλλαι πόλεις Μαλιεῦσι , μέχρι | ||
. Τὰ δ ' ἀντίγραφα ἐμβάλλεσθαι εἰς τὸν ἐχῖνον . Ἐχῖνος : ἀγγεῖόν τι χαλκοῦν , ἐν ᾧ ἀπετίθεσαν τὰς |
. αὐτὰρ ἐπεὶ κατέδυ λαμπρὸν φάος ἠελίοιο , οἱ μὲν κακκείοντες ἔβαν οἶκον δὲ ἕκαστος : ὅτι οἱ θεοὶ καὶ | ||
οἴκαδε καὶ κοιμῶνται . . Ψ , α δὴ τότε κακκείοντες ἔβαν οἶκον δὲ ἕκαστος , : δὴ τότε κοιμήσαντο |
πτύχας ἦλθε δαΐζων χαλκὸς ἀτειρής , ἐν τῇ δ ' ἑβδομάτῃ ῥινῷ σχέτο : δεύτερος αὖτε Αἴας διογενὴς προΐει δολιχόσκιον | ||
ἦμαρ ἔην καὶ τῷ τετέλεστο ἅπαντα . καὶ αὖθις ; ἑβδομάτῃ δ ' ἠοῖ λίπομεν ῥόον ἐξ Ἀχέροντος . ναὶ |
ἀλλήλοισι κάρηνα . ὧδε φάτις προτέροις κλέος ἵπποισιν μέγ ' ἀείδει . ἵππων δ ' ὅσσα γένεθλ ' ἀτιτήλατο μυρίος | ||
' ὀνόματος οὐδὲν ἐπὶ χεῖρας φέρων . καὶ Πολυμνήστει ' ἀείδει μουσικήν τε μανθάνει . ἀφυπνίζεσθαι χρὴ πάντα θεατήν , |
θηρατὴς ἄκοντα ἀνασπάσας ἔχει τὴν ἄγραν . Δειλότατος ἰχθύων ὁ μελάνουρος , καὶ ἔχει τῆς δειλίας μάρτυρας τοὺς ἁλιεῖς . | ||
τῷ περὶ ζῳικῶν γράφει οὕτως : ὀρροπυγόστικτοι δὲ τῶν ἰχθύων μελάνουρος καὶ σαργὸς πολύγραμμοί τε καὶ μελανόγραμμοι . ὅμοιον δὲ |
εἶχον Γόρτυνά τε τειχιόεσσαν , Λύκτον Μίλητόν τε καὶ ἀργινόεντα Λύκαστον Φαιστόν τε Ῥύτιόν τε , πόλεις εὖ ναιετοώσας , | ||
πρὸς τοῖσδε Μυσοὶ καὶ Φρύγες . Ἀπὸ δὲ Ἀμισοῦ εἰς Λύκαστον ποταμὸν στάδια κʹ , μίλια βʹ , Ϙʹ Ϛʹ |
, ἀλλ ' ἓν τὸ ἅπαν λευκὸν ἄνθρωπον καὶ ἐν ἀδιαιρέτῳ χρόνῳ . πάλιν τὰ συνεχῆ οὐ καθὸ δύναται διαιρεθῆναι | ||
ἴνδαλμα παρεσπάσατο τοῦ ἑνός , οὕτω καὶ ἡ στιγμὴ τῷ ἀδιαιρέτῳ μιμεῖσθαι δόξειεν ἂν τὸ ἕν : ἀλλ ' ἡ |
Ἕκτωρ πεύθετ ' , ἐπεί ῥα μάχης ἐπ ' ἀριστερὰ μάρνατο πάσης ὄχθας πὰρ ποταμοῖο Σκαμάνδρου , τῇ ῥα μάλιστα | ||
δηναιὸν ἀνεψιοῖο δαμέντος . Ἄγχι δὲ Λαέρταο δαΐφρονος υἱὸς ἀμύμων μάρνατο δυσμενέεσσι , φέβοντο δέ μιν μέγα λαοί . Κτεῖνε |
κασιγνήτης πολυκηδέος ἤλιτε βουλαῖς : ὥς τ ' ἀπονόσφιν ἄλυξεν ὑπέρβια δείματα πατρός σὺν παισὶ Φρίξοιο . φόνον δ ' | ||
' ὡς ὁπότ ' αὐτὸς Ὀλύμπιος οὐρανόθεν Ζεὺς ἀσχαλόων ἐδάιζεν ὑπέρβια φῦλα Γιγάντων σμερδαλέων , καὶ γαῖαν ἀπειρεσίην ἐτίνασσε Τηθύν |
ἐπὶ δὲ τοῦ μισεῖσθαι “ νῦν δ ' ἐμὲ μὲν στυγέει : ” ἀφ ' οὗ καὶ τὴν στυγερὴν μισητήν | ||
Στυγὸς ὕδατος αἰπὰ ῥέεθρα . νῦν δ ' ἐμὲ μὲν στυγέει , Θέτιδος δ ' ἐξήνυσε βουλάς , ἥ οἱ |
ὑπὸ τῇ Καδμείᾳ οἰκοῦντας τὸν ποιητὴν τοὺς τότε Θηβαίους . Ὀγχηστὸς δ ' ἐστίν , ὅπου τὸ Ἀμφικτυονικὸν συνήγετο ἐν | ||
θ ' ἱερὸν , Ποσιδήιον ἀγλαὸν ἄλσος . οὐ γὰρ Ὀγχηστὸς δένδρεσι κομᾷ , ἀλλ ' ἱερός ἐστιν . ξυνὸν |
τρέφουσι πρὸς ἀλλήλους ἡ μύραινα , ὁ πολύπους καὶ ὁ κάραβος , καὶ πῶς ἐν ἀμοιβαίοις φόνοις μετὰ πανουργίας καὶ | ||
: χρύσοφρυς , ὃς κάλλιστος ἐν ἄλλοις ἵσταται ἰχθύς , κάραβος , ἀστακὸς αὖτε λιλαίετο θωρήσεσθαι ἐν μακάρων δείπνοις . |
+ * . . Ἀνεκυμβαλίαζον : ἀνεκρότουν ἢ ἀνετρέποντο : δίφροι δ ' ἀνεκυμβαλίαζον , . + . . . | ||
ἦν καὶ πεποίκιλτο χρυσοῖς ἀγάλμασιν , οἱ δὲ τῶν ἄλλων δίφροι χαλκοῖ μέν , ἄσημοι δὲ ἦσαν , ὑψηλοὶ δὲ |
καὶ Φερεκράτης Κραπατάλλοις : τακεροὺς ποιῆσαι τοὺς ἐρεβίνθους αὐτόθι . σίνηπυ δ ' ὠνόμασε Νίκανδρος ὁ Κολοφώνιος ἐν μὲν Θηριακοῖς | ||
αὐτῆς φωλεὰ πίνης . κάρδαμ ' ἀνάρρινόν τε μελάμφυλλόν τε σίνηπυ . λείη μὲν κράμβη , ὁτὲ δ ' ἀγριὰς |
ἔστι τῇ τάξει ” Σχοῖνόν τε Σκῶλόν τε ” „ Θέσπειαν Γραῖάν τε . „ τά τ ' ἐν ἠπείρῳ | ||
τὸ ὄνομα ἐς τοσοῦτον ὡς καὶ Ὅμηρον ἐν καταλόγῳ ποιῆσαι Θέσπειαν Γραῖάν τε καὶ εὐρύχορον Μυκαλησσόν . χρόνῳ δὲ ὕστερον |
φορούμεναι εἴξασι πολιαῖς , ἀνάπλεῳ ψιμυθίου . Ἀναξίλας δὲ ἐν Νεοττίδι φησίν : ὅστις ἀνθρώπων ἑταίραν ἠγάπησε πώποτε , οὐ | ||
τοὔνομα βλάπτουσι τοῖς τρόποις γὰρ ὄντως ὂν καλόν . Ἀναξίλας Νεοττίδι : ἐὰν δέ τις μέτρια καὶ λέγουσα . . |
ἧς οἰκισταὶ Σκαμάνδριος καὶ Ἀσκάνιος υἱὸς Αἰνείου . κεῖται μεταξὺ Περκώτης καὶ Ἀβύδου . Κεφάλων δέ φησιν ὅτι Δάρδανος ἀπὸ | ||
ω μεγάλου γράφεται : ὁ δὲ κανὼν ἐπὶ ἀρσενικῶν : Περκώτης : Μαλλώτης : Ἡπειρώτης : Κολώτης : ἀσκαλαβώτης : |
τὸν χρύσοφρυν : χρύσειον ἐν ὀφρύσιν ἱερὸν ἰχθύν , ἢ πέρκας ὅσα τ ' ἄλλα φέρει βυθὸς ἄσπετος ἅλμης . | ||
τ ' αἰόλας . χαλκίδας τε καὶ κύνας κέστρας τε πέρκας τ ' αἰόλας . σκορπίοι τε ποικίλοι σαῦροί τε |
, ἀλλὰ τῆι τύχηι οὐθὲν ? διαφέρειν ? [ ] φαίνεθ [ ' ] ὃμ ? ποεῖ ? [ ] | ||
συμφώνως . νοεῖς τὸν τύπον ; Ἄπολλον , μέγα τι φαίνεθ ' ἡ τέχνη . εἶτ ' οὐδὲν εἰκῆ παρατίθημι |
Τόξον ἐπερχόμενον πρότεροι πόδες ἱππότα φηρός . Τόξῳ καὶ σπείρη Ὄφιος καὶ σῶμ ' Ὀφιούχου ἀντέλλει ἐπιόντι : καρήατα δ | ||
ἡ τοῦ Ὀφιούχου κεφαλή . . . Ἀμφότεραι δ ' Ὄφιος πεπονείαται , ὅς ῥά τε μέσσον δινεύει Ὀφιοῦχον . |
κάτα γαῖα μέλαινα . τοῦ δὲ καὶ ἀμφιδρυφὴς ἄλοχος Φυλάκῃ ἐλέλειπτο καὶ δόμος ἡμιτελής : τὸν δ ' ἔκτανε Δάρδανος | ||
. Τῷ δ ' ἄρ ' ἔπι τρύφος αὖον ἐλαϊνέης ἐλέλειπτο σχίζης , ἥν τε μαρανθὲν ἀδηφάγον ἐξέλιπεν πῦρ : |
ἕστασαν ἀμφοτέρωθεν : τῶν ἤτοι ἄλλον μέν , ὅτις καὶ ὑπείροχος ἦεν , κρείων Αἰήτης σὺν ἑῇ ναίεσκε δάμαρτι , | ||
ὑπὸ τὴν Θεμισκύρειον ἄκραν , ἔνθα ᾤκησαν αἱ Ἀμαζόνες . ὑπείροχος : ὑπερέχων , ὑψηλός . Θερμώδοντος : ποταμὸς Παφλαγόνων |
αὐτοῦ τὸ μὲν ἀνατολικώτερον Ἐρυθρὰ θάλασσα , τὸ δὲ δυτικώτερον Αἰθιοπικὸς ὠκεανὸς προσαγορεύεται . Τῶν δὲ λοιπῶν δύο κλιμάτων τὸ | ||
λυγκία δʹ , ἄρκηλοι γʹ , καμηλοπάρδαλις μία , ῥινόκερως Αἰθιοπικὸς αʹ . ἑξῆς ἐπὶ τετρακύκλου Διόνυσος περὶ τὸν τῆς |
ἡ παροιμία σαφής : γέγονε δὲ ἐντεῦθεν . φασὶ τοὺς ἀττάγας ὄρνιθας μετακομισθέντας εἰς Αἴγυπτον ἐκ Λυδίας καὶ ἀφεθέντας εἰς | ||
ἀτταγᾶς τυρβάσεις βαδίζων . καὶ αἱ πλάγιοι ἀτταγᾶν . καὶ ἀττάγας πληθυντικῶς . , . ἀττικισμός : ἡ πρὸς τοὺς |
ἐπιλέγειν τοῖς ἀληθεστάτοις μὲν , οὐ πιστευομένοις δέ . Ἀλεκτρυὼν ἐπιπηδᾷ : ἐπὶ τῶν ἀγενῶς ἀναμαχομένων τὴν ἧτταν ⋮ Οἱ | ||
. εἰ δὲ καὶ δι ' ὀλίγου χρόνου ἴδοι , ἐπιπηδᾷ ἀτρέμα , ὥσπερ ἀσπαζομένη , καὶ τῷ ἀσπασμῷ ἐπιφθέγγεται |