οὔθ ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς , οὔτε δείπνων † οἰκουριᾶν μεθ ' ἑταιρᾶν τέρψιας , ἀλλ ' ἀκόντεσσίν τε
, ἀπὸ κοινοῦ οὐχ εἵλετο , τὰς τέρψεις . δείπνων οἰκουριᾶν : οἰκοδεσποινῶν , οἱονεὶ τῶν ἤδη γεγαμημένων καὶ ἀρχουσῶν
6309993 ἐμποιουσαν
. ὥσπερ ἐν τῷ πολέμῳ ἐάν τινες ἀλαλαγὴν καὶ φόβον ἐμποιοῦσαν βοὴν πρὸς τοὺς αὐτῶν ἀντιπάλους ποιήσωνται , τούτοις τροπὴν
ποιεῖ τὴν παθητικὴν ποιότητα τὴν ἀπὸ πάθους γινομένην καὶ πάθος ἐμποιοῦσαν . καὶ ταῦτα μὲν περὶ τούτου . Ἐφ '
6237432 πλουσιαν
καὶ θλιβόμενος . Ἐὰν εἰς τὴν μάλην , λήψεται γυναῖκα πλουσίαν καὶ καλήν . Καὶ ἡ γυνὴ ὁμοίως . Ἐὰν
καὶ ῥᾷστα τῷ βουλομένῳ πλησιάζουσαν . ἱππεὺς δὲ τὴν γυναῖκα πλουσίαν μὲν εἶναι λέγει καὶ εὐγενῆ , φρενῶν δὲ οὐ
6084881 ἐγκρατειαν
τῆς ἀρετῆς κατάστημα κωλύει τοὺς ἐπιφερομένους ἐπὶ τὴν ἡδονοκρασίαν , ἐγκράτειαν δὲ κελεύει καὶ δικαιοσύνην προτιμᾶν . Ὁ δὲ θεὸς
δὲ σώφρονας καὶ τὰ ἐν τῷ ἀφανεῖ . ] καὶ ἐγκράτειαν δὲ οὕτω μάλιστ ' ἂν ᾤετο ἀσκεῖσθαι , εἰ
6059206 ὠδινα
τηνίκα , λοιγὸν ἄγει γὰρ ἀνάρσιον : εἰ δὲ τύχῃσιν ὠδῖνα ζωοῖσιν ἐπὶ βρεφέεσσι λύεσθαι , ἦ τ ' ἂν
κατ ' ἀρχάς . κρύπτουσα . τοῦ Ἀπόλλωνος . τὴν ὠδῖνα , τὸ σπέρμα . ὁ Αἴπυτος . † *
6057560 λαμπραν
δὲ τῆς γεννήσεως τὸν γεννηθέντα τότε εὐγενῆ μὲν ἀπέδειξεν καὶ λαμπρὰν τὴν ἀρχήν του , πρὸς δὲ τὰ τέλη δύσκολον
ἵππον ἀνὰ κράτος παρῆν ἐπὶ τὸν χάρακα καὶ πρὶν ἡμέραν λαμπρὰν γενέσθαι καλέσας Μάρκον Ὁράτιον τὸν περιλειφθέντα ἐκ τῶν τριδύμων
6021949 καλην
φιλιακὴ διάθεσις , ἀσθενὴς γενομένη ἐν τῷ λαβόντι οὐ μάλα καλὴν τὴν φίλησιν εἰργάσατο , καὶ θυμὸς δὴ οὐκ ἐν
δ ' ἄριστον Κωβιὸν πηδῶντ ' ἔτι πρὸς Πυθιονίκην τὴν καλὴν πέμψαι με δεῖ : ἁδρὸς γάρ ἐστιν . ἀλλ
5999427 γυναικειαν
τὸν μέγιϲτον , εὖ γ ' Εὐριπίδηϲ εἴρηκεν εἶναι τὴν γυναικείαν φύϲιν πάντων μέγιϲτον τῶν ἐν ἀνθρώποιϲ κακῶν : ἂν
, ἀφελέσθαι τὰ ὅπλα καὶ τοὺς ἵππους , καὶ στολὴν γυναικείαν αὐτοὺς ἀναγκάσαι φορεῖν , καὶ μήτε τοξεύειν μήτε ἱππεύειν
5999122 πικραν
ξηραίνειν ἐκ τῆς δευτέρας ἀρχομένης . Χαμαίδρυς ἐπικρατοῦσαν ἔχει τὴν πικρὰν ποιότητα : ἔστι δὲ καὶ δριμεῖά πως καὶ τέμνει
ξηραίνει δὲ κατὰ τὴν δευτέραν . Χαμαίδρυϲ ἐπικρατοῦϲαν ἔχει τὴν πικρὰν ποιότητα : ἐϲτὶ δὲ καὶ δριμεῖά πωϲ , ὅθεν
5963019 ἐρωτας
, μᾶλλον δὲ τοῦτο πάθοι ἄν : ἀλλ ' οὐκ ἔρωτας ἐκ φαρμάκων , εἴπερ τὸ ἐρᾶν ἐπινευούσης καὶ τῆς
Χιμαιρέωςλέγει Μενέλαον καὶ τοὺς μετ ' αὐτοῦ Λάκωναςοὔτε τοῦ Ἀνθέως ἔρωτας καὶ τόδε * καὶ τόδε * ἔτλης καὶ ὑπέμεινας
5957430 ἐρωτικην
τὴν τραγικὴν δυσωδίαν μυσάττεσθαι . Ὁ δέ , οἷα πᾶσαν ἐρωτικὴν μυθολογίαν ἐν τοῖς τῶν ἀσώτων συμποσίοις πεπαιδευμένος , οὐκ
ἀναμιγνύει , καὶ προσφυόμενος οὔτέ τινα εὐσχήμονα οὔτε νόμιμον οὔτε ἐρωτικὴν τῷ ὄντι ξυνυφήν . Ἐπισπᾶται δὲ αὐτὸν κάλλους φήμη
5941360 ἀκρασιαν
εὐφόρησεν εἰς ἀσέλγειαν , ἐπιδαψιλευόμενος δυσθεράπευτον κακὸν σώμασι καὶ ψυχαῖς ἀκρασίαν καὶ παρασχὼν ἄδειαν ἁπάσας ἀδελφὰς ἄγεσθαι , τάς τε
συμβουλεύοντες . οὔτε γὰρ χρημάτων πλῆθος οὐδὲν αὔταρκες πρὸς τυραννίδος ἀκρασίαν , οὔτε δυρυφόρων φρουρὰ ἱκανὴ ῥύεσθαι τὸν ἄρχοντα ,
5875446 ὠδινουσαν
ἡ ποικιλία ἁρμόζει , οἷον Ὅμηρος ὡς δ ' ὅταν ὠδίνουσαν ἔχῃ βέλος ὀξὺ γυναῖκα , δριμύ , τό τε
. . 〚 καὶ τικτούσας : Ἔγραψε γὰρ τὴν Αὔγην ὠδίνουσαν ἐν ἱερῷ . 〛 [ τοῖσιν ἀδελφοῖς : Ὡς
5852383 ζωσαν
ἥν , δόξασαν ἀποτεθνηκέναι , ἔθαψε πολυτελῶς . τυμβωρύχοι δὲ ζῶσαν εὑρόντες εἰς Ἰωνίαν ἐπώλησαν . τοῦτο γὰρ ἡμῖν ἐμήνυσε
τε δὲ οὐδὲ ἐβουλήθης εἰκόνα μοι τοῦτον μόνον τοῦ ἀνδρὸς ζῶσαν περιληφθέντα ἀφανίσαι : σὺ μέντοι , καὶ ὅτι μὲν
5820147 καθαραν
, ὅταν [ ὁ ] καιρὸς [ ἐνδιδῶι ] [ καθαρὰν ] [ ἐπιλόγισιν ] ? [ , κοὔτως ]
, εἶτα κρινομένῳ τὴν τιμωρίαν ἐκφεύγειν οὐ προσῆκε , διότι καθαρὰν αἵματος ἔχει τὴν δεξιάν : εἶτα προσάγαγε τῇ ὑποθέσει
5811518 ἡδειαν
. μελιτόεσσαν εὐδίαν : ἀντὶ τοῦ , [ ἔχει ] ἡδεῖαν ἀνάπαυσιν . ἄλλως : ἀμφίβολον πότερον ὁ νικῶν τὰ
: ἐὰν δέ τις σὺν εὐτυχίᾳ εἴη τι πράττων , ἡδεῖαν πρόφασιν τοῖς τῶν Μουσῶν ῥεύμασιν ἔδωκε . ταὶ μεγάλαι
5770804 εἰρηνικην
ὡς ἀπὸ ἑνὸς ἀπλήκτου , πρεσβείαν τε μίαν καὶ δευτέραν εἰρηνικὴν δηλώσαντες , καὶ ἐλπίδας συμβάσεως δεδωκότες τοῖς ἐναντίοις ,
καὶ τυραννουμένης καὶ στασιωτικῆς πόλεως εἰς εὐνομουμένην καὶ βασιλευομένην καὶ εἰρηνικὴν πόλιν . Ἐγγύτατα γάρ μοι δοκεῖ ἔχειν τὸ γιγνόμενον
5770343 ἀκολασιαν
περὶ τὰς ἡδονάς . Συγκρίνει τήν τε δειλίαν καὶ τὴν ἀκολασίαν , καὶ δείκνυσι φευκτοτέραν τὴν ἀκολασίαν , καὶ πρῶτον
δ ' ἐν τῆι Πρὸς Ἀλέξανδρον ἐπιστολῆι τὴν Ἁρπάλου διαβάλλων ἀκολασίαν φησίν : ἐπίσκεψαι δὲ καὶ διάκουσον σαφῶς παρὰ τῶν
5724527 εὐπρεπη
αὐτοὺς τοῖς πατρικίοις τῶν δημάρχων καὶ πρόφασιν ποιουμένων τῆς κωλύσεως εὐπρεπῆ τὴν Ἑρνίκων τε καὶ Λατίνων ἰσομοιρίαν , ἣν αὐτὸς
' ὁ Ῥόδιος ἐν τοῖς ἱστορικοῖς ὑπομνήμασίν φησιν ὅτι Σοφοκλῆς εὐπρεπῆ παῖδα ἔξω τείχους ἀπήγαγε χρησόμενος αὐτῷ . ὁ μὲν
5696095 φοβεραν
ὁμιλίας εὐκρατὲς καὶ πρόχειρον , ταχὺ μάλα τὴν ἄμαχον καὶ φοβερὰν καὶ τοῖς νοῦν ἔχουσι κολακείαν ὑποδύντες καὶ προβαλόμενοι καθάπερ
ἐν τῇ ἀγέλῃ . κυάναιγις ἐν ὄρφνᾳ : μέλαιναν καὶ φοβερὰν αἰγίδα ἔχουσα . αἰγὶς δὲ τὸ ὅπλον . κνώσσοντι
5657734 ὡραιαν
] οὗτος Ἀθηναίων στρατηγός . ὡρικὴν ὑληφόρον : ἀντὶ τοῦ ὡραίαν καὶ ἀκμαίαν . ὥρα γὰρ ἡ ἀκμή . καὶ
μὲν αἰσχρὰν γήμῃς , ἕξεις ποινήν : ἐὰν δ ' ὡραίαν , ἕξεις κοινήν . . Τὸ γῆρας ἔλεγεν ὅρμον
5615007 ἐγκυον
Ἀπόλλωνος καὶ Δίας τῆς Λυκάονος υἱός . ταύτῃ συνελθὼν Ἀπόλλων ἔγκυον ἐποίησεν ἥτις τεκοῦσα τὸ βρέφος ἔτρεφε δρυὸς στελέχει ,
. ἔνθεν καὶ τὴν Σεμέλην Θυώνην καλοῦσιν , ἐπειδὴ Αἰσχύλος ἔγκυον αὐτὴν παρεισήγαγεν οὖσαν καὶ ἐνθεαζομένην , ὁμοίως δὲ καὶ
5586729 βρωσιν
, πεπλανημένοι . εἰ : εἴ πως . ἐδητύν : βρῶσιν . Κοπτομένη : διεγειρομένη , πληττομένη , βρασσομένη ,
τῆς γῆς πᾶν ξύλον ὡραῖον εἰς ὅρασιν καὶ καλὸν εἰς βρῶσιν , καὶ τὸ ξύλον τῆς ζωῆς ἐν μέσῳ τῷ
5579756 ἐνοχλουσαν
εἰσενέγκας κάππαριν . γυμνὴν Ἀθηνᾶν τότ ' ἐποίησε Λαχάρης οὐδὲν ἐνοχλοῦσαν : σὲ δ ' ἐνοχλοῦντα νῦν ἐγώ . Ὅσον
καὶ τὴν Γελλὼ τὴν πνίγουσαν τὰ βρέφη καὶ τὰς λεχοὺς ἐνοχλοῦσαν , καὶ πᾶν δαιμόνιον φεύξεται . Ἡ δὲ γαστὴρ
5570125 δεινας
κἀπιροιζοῦσαν καὶ ἐπιβοῶσαν καὶ ἀπειλοῦσαν τῇ πατρίδι ἤτοι τῇ Τροίᾳ δεινὰς ἀπειλὰς καὶ πυρπόλησιν . ὡς μή σε Κάδμος :
ἡμῶν χρόνοις ἡ μὲν ἀρχαία καὶ φιλόσοφος ῥητορικὴ προπηλακιζομένη καὶ δεινὰς ὕβρεις ὑπομένουσα κατελύετο , ἀρξαμένη μὲν ἀπὸ τῆς Ἀλεξάνδρου
5545165 νεφριτιν
ἀμφότερα θέλομεν ἐνστῆναι . ἔνθα πολλάκις ψυχροῦ ὕδατος πόσις ἔπαυσε νεφρῖτιν , σβέσασα μὲν δυσκρασίαν ἐνοχλοῦσαν , ῥώσασα δὲ δύναμιν
αἵματος . ἢν δὲ ἡ διάθεσίς ἐστιν ἣν ἰδίως καλοῦμεν νεφρῖτιν , τὴν κατ ' ἰγνὺν χρὴ τέμνειν καὶ τὰς
5543848 μεστην
: οὐ γὰρ ἐπίτηκτόν τινα . καὶ ἐν Ἱππίσκῳ : μεστὴν ἀκράτου θηρίκλειον ἔσπασε κοίλην ὑπερθύουσαν . . . Τίμαιος
. οὐ γάρ σε τραχεῖάν τινα οὐδὲ ὄρθιον καὶ ἱδρῶτος μεστὴν ἡμεῖς ἄξομεν , ὡς ἐκ μέσης αὐτῆς ἀναστρέψαι καμόντα
5528157 πυκνην
ἔχουσι τὴν οὐσίαν σπέρμασιν . τῶν γοῦν πυρῶν ὅσοι μὲν πυκνὴν καὶ πεπιλημένην ἔχουσιν ὅλην ἑαυτῶν τὴν οὐσίαν , ὡς
καὶ τοξεύματα τοῖς θηρίοις , ἐπῆγε μετὰ ῥώμης καὶ βίας πυκνὴν καὶ συντεταγμένην τὴν δύναμιν . Οἱ δὲ Ῥωμαῖοι τὰς
5513703 δουσα
. Ἡ δὲ μετάνοια γίγνετ ' ἀνθρώποις κρίσις . Ἡ δοῦσα πάντα καὶ κομίζεται φύσις . Ἡδύ γε πατὴρ φρόνησιν
ὅτι „ βλέπω „ . κἀκείνη πειράζουσα αὐτὸν χόνδρον λιβανωτοῦ δοῦσα αὐτῷ ἐπηρώτα , τί ποτε εἴη . τοῦ δὲ
5511081 πραϋναι
σώματι , ἀλλὰ καὶ τῶν ἀρχαίων πολλάκις ἐγκαταλιπόντας καὶ τὸ πραῧναι χάριν ἀρκοῦσαν τιθεμένους , καὶ ταῖς παντελέσι θεραπείαις τήν
, τοὺς ὄντας βεβαιώσασθαι : πολεμίους κακῶσαι , ἡμερῶσαι , πραῧναι , καταπλῆξαι , φοβῆσαι , ταράξαι , διαταράξαι ,
5496559 νοσον
καὶ ἀμβλυωπίαν ἰάσει . Τὸ δὲ πετεινὸν ὀπτὸν ἐσθιόμενον ἱερὰν νόσον ἰᾶται . οἱ δὲ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ περιαπτόμενοι τριταῖον παύουσιν
ἀντιτάττειν χρὴ καὶ τίνα τρόπον , ὥσπερ ἀγαθὸν ἰατρὸν προκατανοήσαντα νόσον σώματος ἀντεπάγειν τὰ ἀλεξήματα καὶ τὴν δύναμιν ἐκτάττειν ,
5466605 παντοδαπην
δὲ τοῦ Νείλου τὴν ῥύσιν ποιουμένου καὶ γῆν πολλὴν καὶ παντοδαπὴν καταφέροντος , ἔτι δὲ κατὰ τοὺς κοίλους τόπους λιμνάζοντος
δ ' ὤχραν ἀθρόαν πώς φασιν εἶναι : μίλτον δὲ παντοδαπὴν ὥστε εἰς τὰ ἀνδρείκελα χρῆσθαι τοὺς γραφεῖς : καὶ
5466422 ἀρρενας
ὡροσκοπήσαντι δὲ ἢ μεσουρανήσαντι Σελήνη μὲν συμπροσγενομένη ποιεῖ τοὺς μὲν ἄρρενας μητράσιν ἢ μητρὸς ἀδελφαῖς ἢ μητρυιαῖς συνέρχεσθαι , τὰς
ἓν μὲν οὖν ὁμολογεῖται , τὸ κρατεῖν τῶν κληρονόμων τοὺς ἄρρενας καὶ τοὺς ἐκ τῶν ἀρρένων : ἁπλῶς γὰρ τοῖς
5459862 λαθραιαν
τὰ οἰκεῖα πλημμελούντων . Τὴν ὑπὸ σκότους : ἤγουν τὴν λαθραίαν . Τῆς δευτέρας ἢ ὑστέρας ἐφόδου : ἐπὶ τῶν
. οἷς : ἤγουν καθ ' ὧν . λαθόντες : λαθραίαν ποιήσαντες . ἐσκευασμένοι : ἤγουν ὡπλισμένοι . Μεσσηνίων τε
5455670 εὐφροσυνην
ἀνηρτημένον τῇ καλοκἀγαθίᾳ Δωρίωνα , ᾧ τὴν ἀπὸ τῶν ἄλλων εὐφροσύνην ἀμβλύνει τὰ περὶ τοῦτον οὐ μεταβεβλημένα . καὶ μὴν
ὄνος ἄγων μυστήρια : ἐπὶ τῶν ἑτέροις κακοπαθούντων καὶ παρεχόντων εὐφροσύνην διὰ τὸ τῷ καιρῷ τῶν μεγάλων μυστηρίων ἐξ ἄστεος
5454330 περιστεραν
τάχος ἡ Ἀργώ ; φάντων δὲ πελειάδος , ἐκέλευσεν ἀφεῖναι περιστερὰν κατὰ τὴν συμβολὴν τῶν πετρῶν , κἂν μὲν μεσολαβηθῇ
τοῖς Ἀχαικοῖς καὶ τὸν Δία ἱστορεῖ μεταβαλεῖν τὴν μορφὴν εἰς περιστερὰν ἐρασθέντα παρθένου Φθίας ὄνομα ἐν Αἰγίῳ . Ἀττικοὶ δὲ
5452146 Βουκεφαλα
ἐπώνυμον ὠνόμασε , τὴν δὲ Βουκεφάλαν ἐς τοῦ ἵππου τοῦ Βουκεφάλα τὴν μνήμην , ὃς ἀπέθανεν αὐτοῦ , οὐ βληθεὶς
ἔω ὥραις τέσσαρσι καὶ ∠ ʹ ἔγγιστα : ἡ δὲ Βουκεφάλα τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει ὡρῶν ιδ δʹ ἔγγιστα ,
5444667 παρθενον
ὃς νυνὶ γάμους ἐπόει διδοὺς οὐκ οἶδ ' ὅτωι τὴν παρθένον , οὐκ ἐπανενεγκών , οὐκ ἐρωτήσας ἐμέ , ἐμοὶ
διὰ σέ , ὃς τοὐμοῦ γείτονος Ἐχεκράτους τὴν θυγατέρα συναρπάσας παρθένον οὖσαν διέφθειρεν καὶ ὀλίγου δίκην ἔφυγε βιαίων , εἰ
5444315 αὐστηραν
διαπνεῖσθαι , τάχα δ ' ἐπεὶ τὴν ἐμμέλειαν ἀγριοφανῆ καὶ αὐστηρὰν ἀλλ ' οὐ πρὸς ἐπίδειξιν ἔχει . τῷ δὲ
' ἐστὶ τὰ θεωρήματα , οἷς χρησάμενος ὁ ἀνὴρ οὕτως αὐστηρὰν πεποίηκε τὴν ἁρμονίαν , δι ' ὀλίγων σημανῶ .
5437314 μανιαν
μετὰ ταύτης καταφλεχθεὶς ἐτελεύτησεν . τῶν δὲ παρόντων οἱ μὲν μανίαν αὐτοῦ κατέγνωσαν , οἱ δὲ κενοδοξίαν ἐπὶ καρτερίᾳ ,
ὃς στρατιώτης ὢν Ἀθηναῖος προσεποιεῖτο πρὸς τοῖς ἄλλοις κακοῖς καὶ μανίαν , εἰδὼς ὅτι μισεῖται παρὰ τῶν πολιτῶν . διὸ
5433393 Γελλω
ἐπὶ τῶν φιλοτέκνων μὲν , τρυφῇ δὲ διαφθειρόντων αὐτά . Γελλὼ γάρ τις ἦν παρθένος , καὶ ἐπειδὴ ἀώρως ἐτελεύτησε
φιλώτερος , ἐξ οὗ τὸ θηλυκὸν φιλωτέρα , οἷον ” Γελλὼ παιδοφιλωτέρα ” , καὶ συγκοπῇ φίλτερος . πᾶν δὲ
5430903 φερουσαν
ἐχώρησαν , ἔπειθ ' ὑποστρέψαντες ᾖσαν τὴν πρὸς τὸ ὄρος φέρουσαν ὁδὸν ἐς Ἐρύθρας καὶ Ὑσιάς , καὶ λαβόμενοι τῶν
εἰσορῶ γὰρ τήνδε πρόσπολόν τινα πηγαῖον ἄχθος ἐν κεκαρμένωι κάραι φέρουσαν , ἑζώμεσθα κἀκπυθώμεθα δούλης γυναικός , ἤν τι δεξώμεσθ
5428600 κυουσαν
κύειν φησὶν εἶναι σημεῖα τό τ ' εὐχρουστέραν ὑπάρχειν τὴν κύουσαν καὶ εὐκινητοτέραν καὶ τὸ τὸν δεξιὸν μαζὸν μείζονα ἔχειν
Συρακούσας οὐχ ὑπέμεινεν ἧς ἤρα . ἐπεὶ δὲ ᾔσθετο Καλλιρόη κύουσαν ἑαυτὴν ἐξ ἐμοῦ , σῶσαι τὸν πολίτην ὑμῖν θέλουσα
5427475 ἀναφερουσα
ἀρχῆς ἀρξαμένη εἰς τοιοῦτόν τε ἅμα τὸν οἰκιστὴν καὶ μάρτυρα ἀναφέρουσα ; γνοίη δ ' ἄν τις καὶ πρὸς τὴν
: καὶ ἡ πλοκή , περιποιοῦσα μὲν τὴν διάνοιαν , ἀναφέρουσα δὲ εἰς τὸ αὐτὸ ὄνομα , οἷον ἡμεῖς τοι
5422864 ἀγουσαν
τῷ τόπῳ . μετὰ δὲ τὴν διώρυγα τὴν ἐπὶ Σχεδίαν ἄγουσαν ὁ ἑξῆς ἐπὶ τὸν Κάνωβον πλοῦς ἐστι παράλληλος τῇ
ἀντέλλοι σελήνη : πρὸς τὸ εἰρημένον ὑπ ' αὐτοῦ ὁρῶν ἄγουσαν τὴν σελήνην εἰκάδας . τίη τί δή : παράλληλα
5420108 ἁρπαζουσαν
πόλεως τὴν θανατηφόρον μοῖραν τὴν ἀναρπαξάνδραν , τὴν τοὺς ἄνδρας ἁρπάζουσαν καὶ ἐσθίσυσαν . λέγει δὲ τὴν Σφίγγα . .
τὴν θανατηφόρον μοῖραν , τὴν ἀναρπαξάνδραν , τὴν τοὺς ἄνδρας ἁρπάζουσαν καὶ ἐσθίουσαν . λέγει δὲ τὴν Σφίγγα τὴν ὠμόσιτον
5391899 εὐκταιαν
γε κρᾶσιν ἥρωσιν νέμω : εἶτα : τρίτον Διὸς σωτῆρος εὐκταίαν λίβα . Διὸς δὲ σωτῆρος ἔλεγον τὸν τρίτον διὰ
. θ ἣν ἐπηύξατο Οἰδίπους τελέσαι τὰς ἀράς . πατρὸς εὐκταίαν ] ἣν ἐπηύξατο τοῖς παισίν . πατρὸς ] τοῦ
5390655 ἐκβαλουσα
δὲ ναίειν οἶκον ἀντ ' αὐτῆς θέλω τόνδ ' , ἐκβαλοῦσα λέκτρα τἀκείνης βίαι : ἁγὼ τὸ πρῶτον οὐχ ἑκοῦς
ἐκράτησεν Ἰταλίας καὶ ἐπὶ τὴν ἁπάντων ἐθάρρησεν ἀρχὴν προελθεῖν , ἐκβαλοῦσα μὲν ἐκ τῆς θαλάττης Καρχηδονίους , οἳ πλείστην ἔσχον
5383842 ἐρωσαν
Χαιρέᾳ σπεύδοντες ἔλεγον ” πρῶτος ἦν ἀνήρ , παρθένον ἔγημεν ἐρῶσαν ἐρῶν : πατὴρ ἐξέδωκεν αὐτῷ , πατρὶς ἔθαψε :
ἅμα , ἀδικοῦσαν , ἀποκλείουσαν , αἰτοῦσαν πυκνά , μηδενὸς ἐρῶσαν , προσποιουμένην δ ' ἀεί . Φθείρουσιν ἤθη χρήσθ
5383047 νεμουσα
καὶ Νέμεσις λέγεται ἀπὸ τῆς νεμήσεως , ὡς διαιροῦσα καὶ νέμουσα τὸ ἐπιβάλλον ἑκάστῳ . χαριέντων . νῦν τῶν ἐν
ὃς ἐφορᾷ πάντα καὶ κρατύνει : ᾧ τὸν ὑπεραλγῆ χόλον νέμουσα , μήθ ' οἷς ἐχθαίρεις ὑπεράχθεο μήτ ' ἐπιλάθου
5380407 ὁμιλιαν
τῶν πρώτων νυμφίων ἀνδρός τε καὶ γυναικὸς τότε πρῶτον εἰς ὁμιλίαν κοινὴν ἐπὶ σπορᾷ τοῦ ὁμοίου συνελθόντων . ἀλλ '
: ταύτῃ μιγεὶς Ζεὺς ἐγέννησε Βριτόμαρτιν . αὕτη φυγοῦσα τὴν ὁμιλίαν τῶν ἀνθρώπων ἠγάπησεν ἀεὶ παρθένος εἶναι . καὶ παρεγένετο
5375664 γλυκειαν
[ σὺν ] στεφάνοισιν . Καλεῖ δὲ Μοῦς ' αὐθιγενὴς γλυκεῖαν αὐλῶν καναχάν , γεραίρους ' ἐπινικίοις Πανθείδα φίλον υἱόν
κακοῖς ἐξεταζόμενοι καὶ ἐλπίζοντες τὰ ἀγαθά : ἡδονὴν ἀπόλαυσιν : γλυκεῖαν μὲν , ἀλλὰ βλαβεράν : † ποτὲ μὲν ἐπ
5364852 χρωμενην
ἄλλην νεοσσοὺς ἠξίωσεν ἐντεκεῖν οὐχ ὁρᾷς ὑπερηφάνως μοι τὴν θυγατέρα χρωμένην ; * * * τὸν μηδὲν ὠφέλημα , τὸν
, Γνάθαιν ' , ἔφη , ὑπερηφάνως μοι τὴν θυγατέρα χρωμένην ; ἡ γραῦς δ ' ἀγανακτήσασα τάλαν , ἔφη
5358665 εὐαισθησιαν
, φιλίαν ἑκατέρων , αὐτάρκειαν ἐκτένειαν λιτότητα βραχύτητα τῶν ἀναγκαίων εὐαισθησίαν εὐκινησίαν εὔπνοιαν εὔχροιαν ὑγείαν εὐψυχίαν ἀθανασίαν . παρὰ σοῦ
τὰ προειρημένα ποιεῖν . ἐνίοτε δὲ διὰ τὴν τῶν τόπων εὐαισθησίαν παραιτούμενος τὸ ὄξος , τὴν μέλαιναν τὴν ἐν τῇ
5357436 αἰκιαν
διέτριβε τῷ σχήματι , τῷ βλέμματι , τῇ πληγῇ πᾶσαν αἰκίαν ὑποβαλλόμενος : εἶτα προηγουμένως κατασκευάσεις καὶ τὸ ῥητόν .
οὐκ ἔχων δὲ διέξοδον καὶ φοβούμενος τὴν ἐκ τῆς αἰχμαλωσίας αἰκίαν ἑαυτὸν κατεκρήμνισε καὶ τοῦτον τὸν τρόπον δοὺς τῷ δαιμονίῳ
5348608 ὁρωσα
τῆς ἐν τῷδε . οὕτως γὰρ μᾶλλον ἡ ἡμετέρα ψυχὴ ὁρῶσα ἄλλους οἷον ἐλεγχομένους ἢ ἐπαινουμένους ἀναγκάζεται συγκατατίθεσθαι τοῖς ἐλέγχοις
ἀκούσασα προήχθη μηδὲν προαδικηθεῖσα τὸν πρὸς Ἰνδοὺς ἐξενεγκεῖν πόλεμον . ὁρῶσα δ ' αὑτὴν μεγάλων καθ ' ὑπερβολὴν προσδεομένην δυνάμεων
5345433 δεισιδαιμονα
ῥιπτοῦσιν ἐκ τῶν χειρῶν ἢ καταστρέφουσιν ἐπικινδύνως . διόπερ οὐδὲ δεισιδαίμονα δεῖ καὶ θεοφόρητον εἶναι τὴν γαλοῦχον , ἵνα μὴ
Μήδειαν εἰς τὰ βασίλεια , καὶ τόν τε Πελίαν εἰς δεισιδαίμονα διάθεσιν ἐμβαλεῖν καὶ τὰς θυγατέρας αὐτοῦ διὰ τῆς τερατείας
5339675 κοιτην
δυσκολοκοίτου ] δυσκολῶς κοιμᾶσθαι ποιούσης , τῆς ποιούσης δυσκολαίνειν τὴν κοίτην , δυσχερεστάτης δυσκόλου κοίτης , δυσχερῶς ἐχούσης κοιτάζεσθαι .
ῥῆξιν καὶ ταριχοφαγία καὶ τῆϲ διὰ κολοκυνθίδοϲ ἱερᾶϲ καταπότια πρὸϲ κοίτην λαμβανόμενα . ἀρξαμένου δὲ ἐκκρίνεϲθαι τοῦ πύου αὖθιϲ διδόναι
5338634 σπορους
παρὰ τὴν ἔκφυσιν , φυροὺς καὶ πυρούς : οἱ δὲ σποροὺς , σπυροὺς καὶ πυροὺς , ὅτι πανταχοῦ καὶ παρὰ
παρὰ τὴν ἔκφυσιν , φυροὺς καὶ πυρούς : οἱ δὲ σποροὺς , σπυροὺς καὶ πυροὺς , ὅτι πανταχοῦ καὶ παρὰ
5338471 ἀγαθην
ἀποδέδειγμαι πράξεις καὶ πόσην δύναμιν ἐπάγομαι καὶ ὡς τὰ πολέμια ἀγαθήν . οἰόμενος δή σε τούτων ἕκαστον ἐπιλογιζόμενον μὴ περιμένειν
, ἢ ἁλμυράν , ἢ ἀσφαλτώδη , ἢ ἄλλως οὐκ ἀγαθήν , φεῦγε τὴν ταύτης φυτείαν . εἰ δὲ εὐώδη
5338187 κινδυνευουσαν
τὴν μητέρα , τὴν τρέφουσαν , τὴν δι ' ἐμὲ κινδυνεύουσαν , ἐπὶ τὸ ξίφος ἑώρων . πέρας δ '
, ἀλκῇ δὲ καὶ ἀνδρείᾳ διαφέρων , ὁρῶν τὴν Μεθώνην κινδυνεύουσαν ἐκ βίας ἁλῶναι , παραλαβών τινας τῶν Σπαρτιατῶν διὰ
5336156 ἑτοιμην
οὔτε κωλύοντος αὐτὸν οὔτε ἀπαντῶντος . ὁ γάρ τοι Μιθριδάτης ἑτοίμην ἔχων δύναμιν ὅμως ὑπεχώρει , πολλὰ καὶ δίκαια διδοὺς
ἐμπειρίᾳ τε πολεμικῇ καὶ τῆς πρὸς τοὺς βαρβάρους μάχης συνηθείᾳ ἑτοίμην πρὸς μάχας . ὡς δὲ ἀπηγγέλη τῷ Γορδιανῷ ὁ
5331720 βλεπουσαν
τὰ μὲν διὰ τοῦ σώματος αἰσθάνεσθαι , οἷον ἀκούουσαν , βλέπουσαν : τὰ δ ' αὐτὴν καθ ' αὑτὴν ἐνθυμεῖσθαι
ἀκαθάρτων σωμάτων καί σε ζῶσαν ἀνέτεμον , οἴμοι , καὶ βλέπουσαν ὅλην τὴν ἀνατομήν , ἀλλ ' ὅτι σου τῆς
5330896 εὐχαριστως
δέ φασι τοὺς Αἰγυπτίους ὑπὲρ τοὺς ἄλλους ἀνθρώ - πους εὐχαρίστως διακεῖσθαι πρὸς πᾶν τὸ εὐεργετοῦν , νομίζοντας μεγίστην ἐπικουρίαν
ἐλπίδα καὶ ἀποκαραδοκίαν τῆς μελλούσης μακαριότητος κατὰ νοῦν ἀναλαβεῖν καὶ εὐχαρίστως τὴν συμφορὰν ὑπενεγκεῖν . οὕτω γὰρ καὶ τῷ τῶν
5326357 θηλειαν
ἐπινικίων ὑμνεῖ λέγων Εὐρυσθέος ἔντυ ' ἀνάγκα πατρόθεν χρυσόκερων ἔλαφον θήλειαν ἄξονθ ' . καὶ Ἀνακρέων ἐπὶ θηλείας φησίν οἷά
ὁ Τειρεσίας ὄφεις συνουσιάζοντας ἐν τῷ Κιθαιρῶνι εὑρὼν ἀνεῖλε τὴν θήλειαν καὶ γέγονεν γυνή , εἶτα τὸν ἄρρενα καὶ γέγονε
5319597 τερψιν
καὶ τῇ πόλει δὲ τὸν ἱππόδρομον ᾠκοδόμησε θεάτρων τε ἐνεστήσατο τέρψιν , Ῥωμάνην καλέσας τὴν θέαν , ἥτις ἐξ ἐκείνου
, τί μάτην τείνουσι βοήν ; τὸ παρὸν γὰρ ἔχει τέρψιν ἀφ ' αὑτοῦ δαιτὸς πλήρωμα βροτοῖσιν . ἀχὰν ἄιον
5319396 ἐσθητα
πληγὰς εἰληφὼς προσδράμοι τοῖς βασιλείοις τὴν ἀτιμίαν βοῶν καὶ τὴν ἐσθῆτα δεικνύς , ἆρα πρᾴως οἴσεις καὶ μέμψῃ τὸν ἐφ
τούς τε πελέκεις ὑπηρέταις τισὶν ἀναδοὺς καὶ αὐτὸς τὴν βασιλικὴν ἐσθῆτα λαβὼν καὶ τἆλλα παράσημα τῆς ἀρχῆς ἐπαγόμενος : ἐλθὼν
5318201 νεαν
οἵου ' τράφης . Τέως δὲ κούφοις πνεύμασιν βόσκου , νέαν ψυχὴν ἀτάλλων , μητρὶ τῇδε χαρμονήν . Οὔτοι ς
καὶ θρύπτειν τὴν συνεστῶσαν καὶ ὁμαλύνειν ἀνακαινιζόντων αὖθις αὐτὴν καὶ νέαν ποιούντων . διὸ καὶ ἐπάγει νειὸν δὲ σπείρειν ἔτι
5314248 ἐντασιν
εὐώνυμος ἐπὶ ἀνδρῶν . τὸ δὲ ἄκρον αὐτοῦ περιαφθὲν μεγίστην ἔντασιν ποιεῖ . ὁμοίως καὶ λεῖον ἐπιπασθὲν ἐν ποτῷ λάθρα
: διὰ τὸ βίας αὐτῷ δεῖν καὶ δυνάμεως εἰς τὴν ἔντασιν . Βοιωτία , ἀπὸ τοῦ Βοιωτοῦ τοῦ Ποσειδῶνος καὶ
5306412 παρθενιαν
, αἷς κολάζονται πρὸς τῶν ἱεροφαντῶν αἱ μὴ φυλάττουσαι τὴν παρθενίαν , ἐκεῖνος ἐξευρεῖν πρῶτος εἴτε κατὰ λογισμὸν εἴτε ὡς
λαβεῖν , ὅ τι βούλοιτο : τὴν δὲ πρῶτον μὲν παρθενίαν αἰτῆσαι , μετὰ δὲ τὴν παρθενίαν ἀπαρχὰς τῶν θυομένων
5306194 ἀηδιαν
ἀρίστων , παρ ' ὅσον ποιεῖ τὴν εὔνοιαν ἢ τὴν ἀηδίαν ἑκάτερον αὐτῶν τό τε ἐν ὑποκρίσει καὶ ἄνευ ταύτης
κακοπάθειαν δηλοῖ : δούλῳ νόσον , παρθένῳ ὕβριν , χήρᾳ ἀηδίαν . Ὠτίον δεξιὸν ἁλλόμενον ἢ ἠχοῦν χαρὰν ἐπί τινι
5292264 αἰσχραν
οὐκ οἴεται , ἤτοι οὐ δοξάζει , καλὸν εἶναι τὴν αἰσχρὰν ἡδονήν , φανερόν ἐστι τοῦτο . ὥστε δῆλον ὅτι
κίνδυνον δι ' ἑαυτὸν ὑπομένειν , κακὴν μὲν ἧτταν , αἰσχρὰν δὲ νίκην τοῖς πεισθεῖσι προσάψειν αὐτὸν ἀπέφαινεν : ἦν
5289892 πρεπουσαν
, πάντως ἔτι καὶ σύνθετον ἐνέργειαν , ζῴῳ τῷ ὅλῳ πρέπουσαν , ὅλην τινὰ καὶ αὐτὴν οὖσαν , ἐν ᾗ
ἀνέχονται ἄνθρωποι καὶ ξὺν ἀνάγκῃ τὸ κόσμιον . Ἀλλὰ δὴ πρέπουσαν κεφαλὴν ἐπιτιθέντες τῷ λόγῳ τέλειον αὐτὸ βασιλεῖ δῶρον προσάγωμεν
5286465 συνουσιαν
καταβαλλόμενον σπέρμα τοῦ ἀνδρὸς , ἀλλ ' ἀπορρεῖ μετὰ τὴν συνουσίαν αἷς μὲν εὐθὺς , αἷς δὲ μετὰ ἡμέρας τινάς
πάλιν γίνεται πρῶτα μετὰ τὸ ἔνδον θέαμα καὶ τὴν ἐκεῖ συνουσίαν πρὸς οὐκ ἄγαλμα οὐδὲ εἰκόνα , ἀλλὰ αὐτό :
5286139 ἐνθεισα
πρὸς ἄλληλα τἀναντία διαφόρως ἔχοντα , σύμμετρα δὲ καὶ σύμφωνα ἐνθεῖσα ἀριθμὸν ἀπεργάζεται . Μανθάνω : φαίνῃ γάρ μοι λέγειν
τὴν ψυχήν : ἡ δὲ Χλόη λαβοῦσα τὴν σύριγγα καὶ ἐνθεῖσα τοῖς χείλεσιν ἐσύριζε μέγιστον ὡς ἠδύνατο : καὶ αἱ
5284265 ὑστατην
οὔτε γὰρ ἀπεμάρανε νόσου μῆκος τὸ σῶμα καὶ φερομένου τὴν ὑστάτην πορείαν ἴδιόν τε τὸ πάθος ἕκαστος ἐλογίσατο καὶ δακρύων
πίθηκον ἐνδυομένην . κατὰ τύχην δὲ τὴν Ὀδυσσέως λαχοῦσαν πασῶν ὑστάτην αἱρησομένην ἰέναι , μνήμῃ δὲ τῶν προτέρων πόνων φιλοτιμίας
5280151 τυγχανουσαν
τὸν φόρτον οἶμαι χαρίζονται : ἔδει γὰρ ἔργον Ἀθηνᾶς δήπου τυγχάνουσαν μόνην ὁλκάδων ἡρώων κώπαις ἐρέττεσθαι . καὶ σοὶ δὲ
, πόθεν σχήσομεν τὴν σωτηρίαν . οἶδα γάρ σε συνετὴν τυγχάνουσαν ἀπ ' ἀρχῆς : ἄλλως : λέγε , φησὶν
5259161 ἀσπασασθαι
τῷ τάχει , ὥσπερ ἄλλος πρὸ ἄλλου τὴν ἐρωμένην θέλων ἀσπάσασθαι . εἰ δὲ ἔδει καὶ ποταμῶν ἔργα συνάπτειν τῷ
, ἀλλ ' οὐδέ , τὸ κοινότατον , ὡς πολίτης ἀσπάσασθαι . κινδυνεύσω τάχα καὶ ὡς μοιχὸς τῆς ἐμῆς γυναικὸς
5245800 ποικιλην
. Ἴσως δέ τινας τῶν ὀκνηροτέρων καὶ ἀσφαλεστέρων συμβαίνει λογίζεσθαι ποικίλην τινὰ καὶ πολυειδῆ τὴν τάξιν ταύτην εἶναι καὶ ἐντεῦθεν
. Τῇ καὶ τῇ κυανῇσι ] Τῷ εἰπεῖν κατάστικτον καὶ ποικίλην ἔδειξε πολλὰ χρώματα τῆς γῆς . Διάφορος γὰρ ἡ
5245397 ἀπωλειαν
ἐν αὐτοῖς θεοὺς ἀνεκάλουν , ὡς παροῦσι κἀκείνοις προφέροντες τὴν ἀπώλειαν . ἦν τε παμμιγὴς καὶ ἐλεεινὸς οἶκτος οἰμωζόντων ὁμοῦ
„ φησὶ ” μετὰ τοῦ χρυσίου ἐκείνου καὶ οὗτος εἰς ἀπώλειαν : ἀλυσιτελὲς γάρ , ὡς ἔοικε , καὶ εὑρεθὲν
5245061 ἐμπεσουσα
συντάττειν τὸν ἐν αὐταῖς πόλεμον : ὡς κορυφαία ἁρμονία , ἐμπεσοῦσα εἰς πολυφωνίαν χοροῦ , συντάττει τὸν ἐν αὐτῇ θόρυβον
ἐν Σαλαμῖνι δὲ χλωροῦ σίτου καὶ ληίου κομῶντος ἐὰν σῦς ἐμπεσοῦσα ἀποκείρῃ , νόμος ἐστὶ Σαλαμινίων τοὺς ὀδόντας ἐκτρίβειν αὐτῆς
5233813 ἐκλαιε
ἐπίτηδες τὴν ἀξίνην εἰς τὰς δίνας ἀφῆκε , καθεζόμενός τε ἔκλαιε . Ἑρμοῦ δὲ ἐπιφανέντος καὶ πυνθανομένου , τί τὸ
λυπεῖν τὸν ἀδελφὸν δακρύοις : ἄλλως : σεαυτὴν ἀποκάλυπτε : ἔκλαιε γὰρ κρᾶτα θεῖς ' εἴσω πέπλων [ ] :
5230752 ἰσχυραν
κεραυνοὺς ἐνδέχεται γίνεσθαι καὶ κατὰ πλείονας πνευμάτων συλλογὰς καὶ κατείλησιν ἰσχυράν τε ἐκπύρωσιν : καὶ κατάρρηξιν μέρους καὶ ἔκπτωσιν ἰσχυροτέραν
ὅταν ἔχῃ τι μετὰ τῆς ὑγρότητος ὀλισθηρόν : οὐ μὴν ἰσχυράν γε τὴν κάτω ῥοπὴν ἴσχει διὰ τὸ μηδεμίαν ὑπάρχειν
5225028 στειραν
τῷ χρόνῳ πόρναις γυναιξὶ συνουσιάσει καὶ εὐτελέσιν ἢ γυναῖκα προσλήψεται στείραν ἢ ἀφ ' ἑτέρας εἰς ἑτέραν μεταβήσεται καὶ οὔτε
: πολλοὺς γὰρ τότε τῆς Αἰγύπτου βασιλεύειν : ταύτην δὲ στείραν ὑπάρχουσαν ὑποβαλέσθαι τινὸς τῶν Ἰουδαίων παιδίον , τοῦτο δὲ
5224424 σκληραν
τοῦ τῶν πλουσίων ἔλεγεν , ἐν ᾧ σφαιρίζουσιν ἐκεῖνοι τὴν σκληρὰν καὶ ἄκαρπον αὐτὸς ἐργάζεσθαι σκάπτων . πολλάκις δὲ καὶ
θρόνον μου μὴ δυνηθεὶς ἐξελθεῖν : καὶ ἐπάταξέν με πληγὴν σκληρὰν ἀπὸ ποδῶν ἕως κεφαλῆς : καὶ ἐν μεγάλῃ ταραχῇ
5224389 δεινην
ὀγκηστικοῦ παρὰ τὸ βρωμᾶσθαι . * ἀργαλέην : κακήν ὀδυνηράν δεινήν , χαλεπήν * θήρ : ἡ διψάς * τυπῇσιν
ἶσος Ἐνυαλίῳ κορυθάϊκι πτολεμιστῇ σείων Πηλιάδα μελίην κατὰ δεξιὸν ὦμον δεινήν : ἀμφὶ δὲ χαλκὸς ἐλάμπετο εἴκελος αὐγῇ ἢ πυρὸς
5224162 τεκουσαν
. Ὁ δὲ ἐξ ἑωυτοῦ τε ἔφη γεγονέναι καὶ τὴν τεκοῦσαν αὐτὸν εἶναι ἔτι παρ ' ἑωυτῷ . Ἀστυάγης δέ
, ἐμὲ δὲ αὐτόν , καὶ μηδ ' ἂν τὴν τεκοῦσαν αὐτὸν ὑπερβαλέσθαι τὸ φίλτρον τὸ παρ ' ἐμοῦ .
5223727 γυμνην
φίλην : τῶν γὰρ δὴ σαρκῶν τὴν χέλυν αὐτῆς ἀποφαίνει γυμνήν , καὶ προσχρησάμενος ἀγκῶσι , καὶ τούτους αὐτῆς ἐπιθεὶς
μὲν οὖν Ἀκταίων κυνηγέτης ἦν , καὶ εἶδε τὴν Ἄρτεμιν γυμνήν . ἦν δὲ ἀθέμιτον τοῦτο , τὸ τοὺς θεοὺς
5219262 κενην
ἄνευ τοῦ τὰ πεπραγμένα δεικνύναι λοιδορίαν εἶναί τις ἂν φήσειε κενὴν δικαίως : τὸ δὲ πάνθ ' ὅσα πώποτ '
, οὐχ ὅπλων οὐδὲ ἵππων δεομένῳ οὐδὲ ἀνδρῶν , ὧν κενὴν εἶναι λέγετε τὴν πόλιν , ἀλλ ' ἀργυρίου .
5210158 προειρημενην
δίκαιον : τουτέστι τοῦ ἀνίσου ἐν ᾧ μὴ κατὰ τὴν προειρημένην ἀναλογίαν ἡ νομὴ γίνεται . ὅτι δὲ τὸ τοιοῦτον
τὴν ἡμίσειαν , τουτέστιν αὐτὴν τὴν ΕΛ , περιέχουσαν τὴν προειρημένην ὑπεροχὴν ἀφελόντες ἀπὸ τῶν ἐπ ' ὀρθῆς τῆς σφαίρας
5195125 συνελασας
? [ ἴφια ] ? ? ? μῆλα ? ? συνελάσας δώσειν : ἐκέκαστο γὰρ ἔγχεϊ ? μακρῶι ? ?
ἀληθῆ δὲ λέγειν ᾐσχύνοντο . εἰς τοιαύτην ἐγὼ περιστήσας καὶ συνελάσας αὐτοὺς ἀπορίαν διεξῆλθον , ἡλίκον μὲν ἅπασιν ἡσυχία καλόν
5193887 ὀρχηστικην
Εὐμουσίαν δὲ καὶ εὐπείθειαν οἶδε μανθάνειν , χορείαν τε καὶ ὀρχηστικήν , καὶ βαίνειν πρὸς ῥυθμὸν καὶ συνιέναι ἤχων διαφορὰς
εἶτα ἐμπηδήσαντες κατεκυβίστησαν καὶ κατωρχήσαντο κέρτομόν τινα καὶ πιθήκοις πρέπουσαν ὀρχηστικήν , καὶ ποικίλως ἐνυβρίσαντες , ἣν ἔχουσιν ὡς ἐπὶ
5182403 ἀκατασχετον
καὶ μεστὴν παντοδαπῶν ἐπιθυμημάτων , ἀκόλαστον μὲν ἐν ἡδοναῖς , ἀκατάσχετον δὲ ἐν ὀργαῖς , ἄμετρον δὲ ἐν τιμαῖς ,
τοῦ α ἀασάμην . . . , . ἀάσχετον : ἀκατάσχετον : ἀπὸ τοῦ σχῶ σχήσω ἔσχηκα ἔσχεμαι ἔσχεσαι ἔσχεται
5179353 εὑρουσαν
γὰρ πρώτην μὲν ἀνεῖσαν ἀνθρώπους , πρώτην δὲ βίου χρῆσιν εὑροῦσαν , θρέψασαν δ ' οὐ μόνον τοὺς ἐξ αὑτῆς
διὰ τὸ ξενισθῆναι παρὰ Κελεῷ , καὶ στῆναι τῆς πλάνης εὑροῦσαν τὴν κόρην ἐκ τῶν ὑποθηκῶν τῶν ἐκείνου , καὶ
5179171 τυραννικην
προτροπὴν ἔχων τῆς δωρεᾶς , καὶ ὅτι μηδεὶς ἔτι τὴν τυραννικὴν καλέσῃ οἰκίαν : μηδεὶς εἴπῃ τὸν τοῦ τυράννου πατέρα
, ἐπανορθοῖ τὴν τοῦ δήμου νόσον : νοσείτω Συρακοσίοις Διονύσιος τυραννικὴν νόσον , ἀλλ ' ὁ δῆμος ὑγιαίνων ἐξασθενεῖ πρὸς
5168249 δουλην
συγγίγνεσθαι τοῦτον τὸν χρόνον ἅπαντα , καὶ κατὰ πόλιν μήτε δούλην μήτε δοῦλον γεύεσθαι μηδέποτε , μηδὲ ἄρχοντας τοῦτον τὸν
ὄρος Φελλεὺς οὕτω καλούμενον . Γ τὴν Στρυμοδώρου Θρᾷτταν ] δούλην , ἢ τὴν ἀπὸ Στρύμονος ποταμοῦ Θρᾴκης . Φελλέως
5167721 ἀποτροπιασμους
κτήνεσιν : εἴς τε τούτους γίνεσθαι τούς τε καθαρμοὺς καὶ ἀποτροπιασμοὺς μαντικήν τε πᾶσαν καὶ κληδόνας καὶ τὰ ὅμοια .
ἐν μικροῖς ἐλέγχονται . ] γυνὴ μάγος καὶ θείων μηνιμάτων ἀποτροπιασμοὺς ἐπαγγελλομένη πολλὰ διετέλει ποιοῦσα καὶ κέρδος ἐντεῦθεν ἔχουσα .
5163957 ἐγειρομενην
ἐξευρήσομεν τὴν ἐκ τοῦ ἐφ ' ἡμῖν παρὰ φύσιν διατεθέντος ἐγειρομένην καὶ διὰ τοῦτο ὡς οἰκεῖον κακὸν λεληθότως βλάπτειν πεφυκυῖαν
ἡ μὲν γὰρ σύνεσις τῆς ἀγνοίας τὴν ἐκ τῆς οἰήσεως ἐγειρομένην προπέτειαν ἐκκόπτει , ἡ δὲ τῆς ἐπιστήμης κτῆσις τὸ
5161691 θεραπαιναν
, ὦ ἄνδρες : κατηγοροῦσι γάρ μου ὡς ἐγὼ τὴν θεράπαιναν ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ μετελθεῖν ἐκέλευσα τὸν νεανίσκον .
οἱ δὲ πιστεύσαντες Ἑλένην εἶναι πῦρ καὶ λίθους ἐπὶ τὴν θεράπαιναν * * * καὶ ὡς ἱκανὴν δίκην ἐπὶ τῷ
5149420 φανεισαν
δὲ καὶ γραμμάτων Ἑλληνικῶν χρῆσιν εἰς Ἰταλίαν πρῶτοι διακομίσαι νεωστὶ φανεῖσαν Ἀρκάδες καὶ μουσικὴν τὴν δι ' ὀργάνων , ἃ
δὲ καὶ τάδε , ὡς φάσμα σφι γυναικὸς ἐφάνη , φανεῖσαν δὲ διακελεύσασθαι ὥστε καὶ ἅπαν ἀκοῦσαι τὸ τῶν Ἑλλήνων
5144139 καρτεριαν
, ὅτι Ἀντιοχέων οἱ μὲν τὰ κοινὰ πράττοντες μεταρρυθμίζουσιν εἰς καρτερίαν τὴν πόλιν , ὁ δῆμος δὲ ἀντιτείνει καὶ οἴεται
ὁρῶμεν δὲ πολλοὺς τῶν φιλοσόφων τὸν μὲν πόνον καὶ τὴν καρτερίαν αἱρουμένους , τῆς ἡδονῆς δὲ καταφρονοῦντας . ὁμοίως δ

Back