. ὀρθώσατ ' ἐκτείναντες ἄθλιον νέκυν : πικρὸν τόδ ' οἰκούρημα δεσπόταις ἐμοῖς . ὄλωλεν ἡ δύστηνος , ὡς κλύω
ὀρθὸν σχηματίσατε : οἰκούρημα : τὸν νεκρὸν , τὸ πικρὸν οἰκούρημα τῶν ἐμῶν δεσποτῶν , ὅ ἐστι : τὸν ἀτυχῆ
5682742 στενωπους
ἐξ οὐρανοῦ ῥεῦσαι καὶ διαπλῆσαι σφῶν τὰς οἰκίας καὶ τοὺς στενωποὺς νεφέλην εἰς αὐτοὺς ῥήξαντος τοῦ Διός , ὅτι κἀκεῖνοι
εἰπεῖν Ἀθηναίοις ὅτι παύσονται τῷ λοιμῷ ἐχόμενοι , ἢν τοὺς στενωποὺς οἴνῳ πολλῷ ῥαίνωσι . τοῦτο συχνάκις γενόμενονοὐ γὰρ ἠμέλησαν
5480515 ὑφορωμενων
τοὺς ἀκάμπτους καὶ σκληρούς . Σκύτη βλέπει : ἐπὶ τῶν ὑφορωμένων πείσεσθαί τι κακὸν καὶ διὰ τοῦτο σκυθρωπῶν . Σκιᾶς
ἐδείπνουν , ἱλαραὶ δὲ ἀντὶ σκυθρωπῶν ἦσαν : καὶ ἀντὶ ὑφορωμένων ἑαυτοὺς ἡδέως ἀλλήλους ἑώρων , καὶ αἱ μὲν ὡς
5475446 θρηνους
οὐ μόνον ἀνδράσιν εἰπών , ἀλλὰ καὶ γυναιξὶ σπουδαίαις τοὺς θρήνους μὴ πρέπειν . ἴσως μὲν γὰρ εἰσέρχεταί τις ὑμῖν
, ἐρήμους χώρας , βαρβάρων ἔθνη ποικίλα , ἑορτάς , θρήνους , ἀγοράς , τὸ παμμιγὲς καὶ τὸ ἐκ τῶν
5453070 οἰκτους
τείχεσι πολεμίων ὁσάκις πρῶτος ἐπέβη . τελευτῶν δ ' εἰς οἴκτους κατέβαινε καὶ δεήσεις , ἀντὶ τῆς ἑαυτοῦ πρὸς ἅπαντας
θωΰσσεις ; ποῖ λόγος ἥκει ; διὰ γὰρ μελάθρων ἄιον οἴκτους οὓς οἰκτίζηι . διὰ δὲ στέρνων φόβος ἀίσσει Τρωιάσιν
5184431 οἰχομενους
ἐρεῖ γὰρ , ὅτι νόμῳ κελεύοντι μὴ περιορᾷν ἀτάφους τοὺς οἰχομένους ἐπειθόμην : κατὰ φύσιν δὲ , ὡς ὁ νέος
ταῖς οἰκίαις , τοὺς δ ' ἐν τῇ στρατευσίμῳ ἡλικίᾳ οἰχομένους εἰς τὸ Ἀρκαδικόν , ὅμως οὐκ ἠδίκησε τὴν πόλιν
5184019 παρεοντας
τέκνα περιστενάχοντο μολόντας ἐκ πολέμου : πολλοὺς δὲ καὶ οὐ παρεόντας ἀύτευν . Καί ῥ ' οἳ μὲν στυγερῇ βεβολημένοι
ἑνός . ἀξύνετοι ἀκούσαντες κωφοῖσιν ἐοίκασι : φάτις αὐτοῖσιν μαρτυρεῖ παρεόντας ἀπεῖναι . χρὴ γὰρ εὖ μάλα πολλῶν ἵστορας φιλοσόφους
5170614 αἰρομενα
τὰ στρυφνὰ παραιτοῦ : αὐξανόμενα γὰρ ἐπὶ πλέον ἐκ τούτων αἰρόμενα εἰς ὄγκον ἔστι θεάσασθαι τὰ σπλάγχνα οὐ μόνον ἐπ
μεταμώνια τάμνοισαι : τὰ ψευδῆ μεταμώνια εἶπεν ἀντὶ τοῦ μετέωρα αἰρόμενα . τὸ δὲ τάμνοισαι ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν νεῶν εἴληπται
5130508 σκαμνον
. ἔξει ] ἔξιθι . τὸν ἀσκάντην ] τὸν κοινῶς σκάμνον , τὸ σκαμνίον , διφρίσκον . ἐῶσί ] ἀφίουσι
ἀσκάντην ἐκβαλεῖν , ἐξελθεῖν . , ἔξω κομίσαι , τὸν σκάμνον . ἔχει γὰρ ὁ σκάμνος ἀμετρήτους κόρεις καὶ ἐδειλία
5126199 κλονους
μᾶλλον ἐνέργειαν ἐνδείκνυται . ἔστι δὲ ὅτε τοὺς τοῦ ἐλλεβόρου κλόνους λαβόντες , ἐπήγνυμεν αὐτοὺς ῥαφανίσι , καὶ ταύτας ἐῶμεν
συνεστῶτα καὶ τὰ ἀνώμαλα εἰς ὁμαλότητα καθιστᾷ ἔτι τε τοὺς κλόνους καὶ τὰς ψυχικὰς ταραχὰς καθίστησι καὶ τὸ πνεῦμα ὁμαλύνει
5083840 κατησθιε
: ἥτις αἰνίγματα ἔλεγε καὶ τὸν μὴ ἰσχύοντα λῦσαι αὐτὰ κατήσθιε . προέκειτο δὲ τότε παρὰ τῶν Θηβαίων τῷ εὑρόντι
οἷον ἡ ὀλολυγὴ καὶ ὁ μυκηθμός , καὶ τοὺς ἐλεεινὰ κατήσθιε τετριγῶτας . Μετωνυμία ἐστὶ μέρος λόγου ἐφ ' ἑτέρου
5059962 ἀγοντας
Μαντινεῦσι τοὺς Λακεδαιμονίους ἄρχειν τῶν κατεστραμμένων , καὶ ταῦτα σχολὴν ἄγοντας τοὺς Λακεδαιμονίους σχολὴν ἦγον : οἱ Λακεδαιμόνιοι ὥστε ἄσμενοι
, ὥστε θεραπεύειν τὸν Κρατερὸν κατὰ βασιλέα καὶ ἐν ἐπαίνοις ἄγοντας κατὰ τὸ εἰκός , οἷα δὴ στρατηγῶν τὸν εὐτολμότατον
5051252 ἐπιφερομενους
ἀλλ ' ὁρῶντες τούς τε σφετέρους νενικημένους καὶ τοὺς Λακεδαιμονίους ἐπιφερομένους ἐς φυγὴν ἐτράποντο . καὶ τῶν μὲν Μαντινέων καὶ
ῥαδίως κωλύουσι καὶ τοὺς ἐκ τῶν ἐχθρῶν βουλομένους προσρυῆναι καὶ ἐπιφερομένους ὡς εἰκὸς ἤδη μετὰ ἀσφαλίας ὑποδέχονται εἰς τὸ μὴ
5013353 ψυκτηρας
' Ὀλυμπίχου δὲ θηρικλείους ἔλαβεν ἕξ , εἶτα τοὺς δύο ψυκτῆρας . τί τοῦτο ; ποδαπὸς οὗτος ; χελιδόνειος ὁ
θαυμάσας ἠπείλησε τῷ καταθύσαντι ταῶν ἀπειλὰς βαρυτάτας . Ἐς τοὺς ψυκτῆρας ὅταν οἱ μύες ἐμπέσωσιν , ἀνανεῦσαι καὶ ἀνελθεῖν οὐ
5011052 Φουρνιον
τοῦ Φουρνίου ὑπονοοῦντες ἐπὶ σφίσι γενέσθαι , αὐτόν τε τὸν Φούρνιον ἐλοιδόρουν ἐπανελθόντα καὶ τὸν Λεύκιον ἠξίουν ἢ σπονδὰς αὖθις
πᾶν ἐπιτετραμμένον , διελύθησαν . καὶ τοῖς μὲν ἀμφὶ τὸν Φούρνιον δόξα ἦν , ὅτι ὁ Πομπήιος ἐξ ἀπορίας τῶν
4989888 δαμαζοντα
ἐν ὄμμασιν ἐπάγει τοξόδαμνον Ἄρην , ἤγουν τὸν ἐν τόξοις δαμάζοντα πόλεμον , τοῖς Ἕλλησι πολλὴν δύναμιν στρατιωτῶν ἔχων καὶ
μυρία : ἀναρίθμητα πολλά * πυρπολέοντα : καταφλέγοντα , δαμάζοντα δαμάζοντα ἐμπυρίζοντα * χέονται : γίνονται ἐπέρχονται * πρηδόνες :
4989788 νεωτερισμους
ἐνδεῶς ἔχοντας διὰ τοὺς ἐκ τῶν πενήτων περὶ τὰ χρέα νεωτερισμοὺς ἐν ἀκμῇ μάλιστα δοκοῦντας εἶναι . ὁ δὲ Σερουίλιος
μετὰ τὴν Ἰουλιανοῦ βασιλείαν ἀμώμητος ἔμεινε , καὶ πολλούς τε νεωτερισμοὺς ἐνεγκὼν κορυβαντιώντων ἐπὶ σοφίᾳ μειρακίων , καὶ ἐπὶ πᾶσι
4977532 λιτρωδη
στύφοντα καλοῦμεν , τὸν δὲ στρυφνόν , καὶ τὸν μὲν λιτρώδη , τὸν δὲ πικρόν , τὸν δ ' ἁλυκόν
τε καὶ καθαρτικὰ τῶν πόρων ὀνομάζεται : ἔστι δὲ ταῦτα λιτρώδη καὶ πικρά . κατὰ μὲν δὴ τοῦ δέρματος ἔξωθεν
4970482 διαλυουσι
ἀλλήλους , ἀλλ ' οὖν ταύτας αἱ πρεσβύτεραι γυναῖκες προπηδῶσαι διαλύουσι , κατὰ τὸ μέσον ἐλθοῦσαι , καὶ τοῖς πραΰνουσι
ἤν τι προϋπάρχῃ , μᾶλλον πονέουσιν : αἱ δὲ νότιοι διαλύουσι τὰ σώματα καὶ ὑγραίνουσι , καὶ βαρυηκοΐας καὶ καρηβαρίας
4945567 γεγηρακοτας
γάρ ? ? [ ἐστι ] ? πολλοὺς [ δὴ γεγηρακότας ] ? [ παρ ' ἡμεῖν ] αὐτοῖς καὶ
. Ἀντιπελαργεῖν : ἀντιδιδόναι χάριτας . λέγεται γὰρ τοὺς πελαργοὺς γεγηρακότας τοὺς γονεῖς τρέφειν . Ἄπληστος πίθος : ἐπὶ τῶν
4915089 κωμους
, ἑορτάς , πανηγύρεις , μουσικοὺς ἀγῶνας , ἱπποδρομίας , κώμους , παννυχίδας μετ ' αὐλῶν καὶ κιθάρας , τέρψεις
ἐκ παντὸς παυσάμενος καμάτου . Λέσβιος Ἀλκαῖος δὲ πόσους ἀνεδέξατο κώμους Σαπφοῦς φορμίζων ἱμερόεντα πόθον , γιγνώσκεις : ὁ δ
4909596 ἀγυρτας
αὐτῶν περὶ τὸν βίον τρυφὴ καὶ τοὺς ταῖς λόγχαις καθωπλισμένους ἀγύρτας ἀποφαίνειν . : Κλέαρχος δ ' ἐν τοῖς περὶ
' ἄλλοις τισὶ θρυλλεῖται . Ἀλλ ' οὐδὲ ὅσα ὡς ἀγύρτας καὶ ἀλαζόνας διασύρουσί τινες τοὺς τῶν θεῶν θεραπευτάς ,
4907744 καταδικους
παρανομοῦντας παρ ' ἐλπίδας ὑπὸ τῶν ἠδικημένων ἀπάγεσθαι πρὸς τοὺς καταδίκους . καὶ τὰς συνήθεις τοῖς στρατηγοῖς καὶ συνεκδήμοις δαπάνας
χρημάτων ἀπελύθη τῆς φυλακῆς , καὶ τοὺς κατακλείσαντας ἄρχοντας εὐθύνας καταδίκους ἔλαβεν . [ . . . . ] [
4899683 δικασοντας
, νῦν πρόσεχε τοῖς ἐπιβεβλημένοις , τὰς ὑπὲρ τούτων εὐθύνας δικάσοντας , ἄλλο νόημα ὅρκον ὑπὲρ τῆς πόλεως ὀμωμοκότας ,
ἐπὶ τὴν ἀνδρωνῖτιν μεταβήσεται , τοὺς ἄρξοντας αὐτίκα μάλα καὶ δικάσοντας καὶ στρατηγήσοντας ἐπιθυμῶν καταισχύνειν , ὡς ἐνθάδε που τὸ
4895532 ἐξηρτυον
πρὸς τὴν τῶν σιτηγῶν βοήθειαν , ἀνέστρεφον καὶ τὸν στόλον ἐξήρτυον εἰς ναυμαχίαν : ὡς δ ' ἐπ ' εὐθείας
πρὸς τὴν πόλιν ποιοῦντες καὶ κλίμακας ἐπήγνυσαν καὶ μηχανὰς παντοίας ἐξήρτυον . προσεχώρησαν δὲ αὐτοῖς καὶ τῶν ἄλλων πολισμάτων δύο
4894182 βλεπωμεν
, οἷον ὅταν εἰς ἐρημίαν ἢ πέλαγος μέγα καὶ ἀχανὲς βλέπωμεν . Ἀριστοφάνης Πολυίδῳ . ἕρκη πλεκτά τινα ἐκ τριχῶν
τόπους θεώμεθα . τηλεφανεῖς σκοπιὰς ἀφορώμεθα ] εἰς ὑψηλοὺς τόπους βλέπωμεν . ἀρδομέναν ] ἀρδευομένην . ὑγραινομένην . ποτιζομένην .
4889534 ἐπιλοιπους
Θρᾴκην τόπον δι ' αὑτῶν ἐποιήσαντο , ἐνίκησαν δὲ τοὺς ἐπιλοίπους τῶν ἁρμοστῶν καὶ τὰς φρουρὰς ἐν Μηθύμνῃ καὶ πρὸς
τοὺς ὀκτὼ μῆνας διατελέει χειμὼν ἐών , τοὺς δ ' ἐπιλοίπους τέσσερας ψύχεα αὐτόθι ἐστί . Κεχώρισται δὲ οὗτος ὁ
4882288 θαλαμους
μοι κατέβα χροός , ἁνίκ ' ἔλειπον ἄστυ τε καὶ θαλάμους καὶ πόσιν ἐν κονίαις . ὤμοι ἐγὼ μελέα ,
, λιποῦς ' Ἀσίαν , Εὐρώπας θεραπνᾶν ἀλλάξας ' Ἅιδα θαλάμους . ποῦ τὴν ἄνασσαν δή ποτ ' οὖσαν Ἰλίου
4879780 προσδεχομενη
νέους ] ὑμᾶς ὄντας . . πανδοκοῦσα ] ὑπομείνασα καὶ προσδεχομένη ἅπασαν παιδεύσεως κακοπάθειαν . . ὑποδεχομένη . πάντα πόνον
. πάντα πόνον τῆς παιδικῆς ἡλικίας ὑποδεχομένη . πανδοκοῦσα καὶ προσδεχομένη ἅπασαν κακοπάθειαν τῆς παιδείας , ὅπως γένοισθε πρὸς χρέος
4873757 παροινουντας
δρῶντας οὐδένα ἐποιοῦντο λόγον , ὥστε ἠναγκάσθη καὶ ἀποκτεῖναι τοὺς παροινοῦντας μάλιστα ἐξ αὐτῶν . τὰς δὲ αἰχμαλώτους λαβὼν ἀπέλυσε
τῆς ἀδικίας κεφάλαιον , ἀλλ ' οὐδὲ τοὺς τὰ βραχύτατα παροινοῦντας οὗτος ὁ τρόπος ἐλευθεροῖ . οὐ ποιεῖ τὸν κλέπτην
4857849 οἰκουρον
ἤδη Ῥωμαῖον καὶ τὸν Ἴβηρα Ἕλληνα , καὶ τὸν σκηνητὴν οἰκουρόν : καὶ ἕκαστον ἐκ τοῦ πρόσθεν αἴσχους εἰς τὸ
οἰκούρημα τῶν ἐμῶν δεσποτῶν , ὅ ἐστι : τὸν ἀτυχῆ οἰκουρόν : οἰκουρὸς λέγεται ἡ γυνή : γυναῖκες : τὸ
4844229 κολαζομενον
δεύτερον ἀγαθὸν μετὰ τὸ εἶναι δίκαιον , τὸ γίγνεσθαι καὶ κολαζόμενον διδόναι δίκην : καὶ πᾶσαν κολακείαν καὶ τὴν περὶ
ὑπάρχεις φίλου σχήματι : βασανιζόμενον γάρ με κατέχεις καὶ ἡδέως κολαζόμενον ὁρᾷς . εἰ δὲ φίλος ἦς , οὐκ ἂν
4843394 ταρακτορα
ὑβρίζει τὰ πολλὰ τὸν Τυδέα , τὸν ἀνδροφόντην λέγων πόλεως ταράκτορα . ἀνδροφόντην δὲ τοῦτον ἐκάλεσεν ἐπειδὴ τοὺς Μελάνης ἀπέκτεινε
τὸν Τυδέα , τὸν ἀνδροφόντην λέγων , τὸν τῆς πόλεως ταράκτορα . ἀνδροφόντην δὲ τοῦτον ἐκάλεσεν , ἐπειδὴ τοὺς Μελαίνης
4837280 αὐτουργους
τοῦ πένητας καὶ μηδὲν ἄλλο κεκτημένους ἢ ληκύθους , ἢ αὐτουργοὺς , ἢ ἀντὶ τοῦ εἰς πληγὰς ἑτοίμους καὶ οἷον
ξένων ἔτυψε δώρῳ σπλάγχνον , ἀρνεύσας λυγρὸν πήδημα πρὸς κνώδοντος αὐτουργοὺς σφαγάς . ἐλᾷ δὲ πάτρας τῆλε Τραμβήλου κάσιν ,
4835608 βδελυττεσθαι
πῶς οἴει τοιούτους ἀνθρώπους πρὸς τοιαύτας ἔχειν δεήσεις ; οὐ βδελύττεσθαι καὶ μισεῖν καὶ δυσμενῆ τὸν αἰτήσαντα κρίνειν ; πολὺ
μὲν τῆς ἐλευθερίου αὐτοῦ φωνῆς τὴν κακογλωσσίαν , ἔμαθε δὲ βδελύττεσθαι τοὺς ὑβριστὰς , οὔτε μὴν τοῖς ἀγαθοῖς ἐξεναντίας φιλονεικεῖ
4827866 κευθμωνας
ἀλλ ' οἷον φωτός τε εὖ ἔχειν καί τινας ὑποδεικνύναι κευθμῶνας , πρὸς κολωνόν τινα ὑψηλὸν σκοπὸν ἀναβιβάζουσιν ἐπιστήμονα :
ἀνημέρους . ἐγὼ γὰρ ὑμῖν πανδίκως ὑπίσχομαι ἕδρας τε καὶ κευθμῶνας ἐνδίκου χθονὸς λιπαροθρόνοισιν ἡμένας ἐπ ' ἐσχάραις ἕξειν ,
4826507 εἰωθοτας
ἐπειδὴ περιφανὴς ἐγένετο κακουργῶν , τρέπεται πρὸς ἀλκὴν καὶ τοὺς εἰωθότας αὐτῷ συναγραυλεῖν ἀνεκάλει : Ἡρακλῆς δὲ ἀλοιῶν αὐτὸν τῷ
ἐπαγόμενος παρεβοήθει κἀκεῖ παραθαρρύνων τε καὶ ἐξ ὀνόματος ἀνακαλῶν τοὺς εἰωθότας ἐν ταῖς πρὶν ἀριστεύειν μάχαις , τά τε σημεῖα
4813148 πλανωσα
. Ἀπάτη καλεῖται , φησίν , ἡ πάντας τοὺς ἀνθρώπους πλανῶσα . Εἶτα τί πράττει αὕτη ; Τοὺς εἰσπορευομένους εἰς
κόλαξ πολλὰς αἱρέσεις ἀγαθῶν ἐπιδείκνυσιν ὧν οὐκ ἔστι λαβέσθαι : πλανῶσα δὲ τοὺς πλείστους διακρατεῖ , οἱ δὲ καίπερ ἀδικούμενοι
4806022 οἰκους
: ἀλλ ' , ἅ μοι ξυνώμοσας , πέμψον πρὸς οἴκους , καὐτὸς ἐν Σκύρῳ μένων ἔα κακῶς αὐτοὺς ἀπόλλυσθαι
καὶ ἐγὼ παραγίνομαι ἐνταῦθα πρὸς ὑμᾶς καταλείψασα τοὺς χρυσῷ κεκοσμημένους οἴκους καὶ τὸν βασιλικὸν κοιτῶνα : καὶ ἐμὲ κατὰ τὴν
4801801 συμπεφευγοτας
ἔνθα Βρεττίων ἔγνω καὶ Ἰβήρων ἱππέας πολλοὺς ἀπὸ τῆς ἥττης συμπεφευγότας . δείσας οὖν περὶ μὲν τῶν Ἰβήρων ὡς βαρβάρων
χώρας ἀθροίζοντες καθώπλιζον : ἐβούλοντο γὰρ τοὺς εἰς τὸ Καπετώλιον συμπεφευγότας ἐκ τῆς πολιορκίας ἐξελέσθαι . ἀπορούντων δ ' αὐτῶν
4791329 συμπεμπει
ἔξω θηρᾶν , ἐκπέμπει αὐτὸν σὺν τῷ θείῳ καὶ φύλακας συμπέμπει ἐφ ' ἵππων πρεσβυτέρους , ὅπως ἀπὸ τῶν δυσχωριῶν
φίλοι εἰσίν , ὡς τάχιστα ὑπαντᾶν τὰς δεξιὰς ἀνατείναντας : συμπέμπει δέ τινα καὶ τῶν σὺν ἑαυτῷ καὶ λέγειν ἐκέλευσε
4787927 διατορους
τιτρωσκούσας : ἤτοι τοὺς δεσμοὺς τοὺς σιδηροῦς . . : διατόρους ] Διατιτρωσκούσας : ἢ διατετορνευμένας . : Καὶ διαπεπερασμένας
τῷ βάθει τοὺς κρίκους ἐνέβαλες , νῦν τύπτε ἰσχυρῶς τὰς διατόρους πέδας , τὰς διαπειρούσας καὶ τιτρωσκούσας : ἤτοι τοὺς
4770806 ὀξυκεφαλον
ὅτι ἡ θήλεια πλατὺ ἔχει τὸ βρέγμα , τὸν ἄρσενα ὀξυκέφαλον εἶπεν : ἐν τούτῳ δὲ τὸν αὐτὸν ἄρρενα καὶ
, Ταῦρον δὲ καλοῦσιν αὐτὸ , διότι ταυροφανές ἐστι καὶ ὀξυκέφαλον , ὥστε λοφοῦσθαι εἰς ὕψος πολυσχιδὲς , ὃ ἔστι
4745737 ἐδουλωσαντο
γεγενημένα . προσαγαγόμενοι : ἤγουν ἰδιωσάμενοι . προσηγάγοντο : ἤγουν ἐδουλώσαντο . ἀνέλαβον . τῶν αἰχμαλώτων : ἃς αἰχμαλώτους ἀπῆγον
ἀρετῶν τῶν γενικῶν περιληπτική , ἢ τὰ πάθη τὸν λογισμὸν ἐδουλώσαντο ἀνδραποδισάμενα , καὶ λέγεται ἀκολασία . εἰ δὲ μάχονται
4744971 μακαριζοντες
ἀγαθὸν τιθέμενοι καὶ τὸ ὑπερβάλλον τῆς κατ ' αὐτὸν ἀπολαύσεως μακαρίζοντες καὶ πρὸς ἑαυτοὺς ἠναντίωνται ἀρετὰς εἶναι ὁμολογοῦντες καὶ τὰ
ταῖς εὐπραγίαις τολμηταί , ἐν δὲ ταῖς δυσπραγίαις ἀνάκλητοι : μακαρίζοντες μὲν τοὺς τεθνηκότας , γλιχόμενοι δὲ τοῦ ζῆν ,
4744776 βαδιζοντας
ἐργαζομένων ἐπὶ τοὺς Ἕλληνας καὶ ἀποσυλούντων τοὺς ἐπὶ τὸ χρηστήριον βαδίζοντας , οἱ Ἀμφικτύονες ἑλόντες τὴν Κρῖσαν μετὰ τῶν ἄλλων
Δικαίαρχος , οὐκέτι δὲ τοὺς εἰς ἀγρὸν ἢ πρὸς φίλον βαδίζοντας . ὅμοιον δ ' ἐστὶ τῷ φιλοσοφεῖν τὸ πολιτεύεσθαι
4742888 κατακοπτουσιν
ταῦτα ποιοῦντα ἀπειλεῖ καὶ ἐφορμᾶι τοὺς Κενταύρους , κἀκεῖνοι αὐτὸν κατακόπτουσιν ὄρθιον κατὰ γῆς καὶ ἄνωθεν πέτρην ἐπιτιθεῖσιν σῆμα ,
ποιοῦντα ἀπειλεῖ , καὶ ἐφορμᾶι τοὺς Κενταύρους , κἀκεῖνοι αὐτὸν κατακόπτουσιν ὄρθιον κατὰ γῆς καὶ ἄνωθεν πέτρην ἐπιτιθεῖσιν σῆμα :
4741204 ἀνδρωνας
κελεύθου τυγχάνειν † τὰ πρόσφορα . ἄγ ' αὐτὸν εἰς ἀνδρῶνας εὐξένους δόμων , ὀπισθόπους τε τούσδε καὶ ξυνεμπόρους :
ἄγαλμα . προσεννέπειν ] προσλαλῆσαι . σημείωσαι . κατ ' ἀνδρῶνας ] ἤτοι τοὺς οἴκους . εὐτραπέζους ] ἤγουν ἐν
4733766 Φαλαριν
δ ' ἐν τοῖς περὶ βίων εἰς τοῦτό φησιν ὠμότητος Φάλαριν τὸν τύραννον ἐλάσαι ὡς γαλαθηνὰ θοινᾶσθαι βρέφη . :
τὴν κατέχουσαν φήμην ἐσχηματισμένα καὶ τὸν ταῦτα διέποντα καὶ κοσμοῦντα Φάλαριν οὐδενὸς τῶν σφόδρα ἐπὶ τούτοις θαυμαζομένων δεύτερον . Ἔδειξας
4727674 φιλοψυχον
ἐμάς ; εἰσορῶ : δειλὸν δ ' ὁ πλοῦτος καὶ φιλόψυχον κακόν . κἆιτα σὺν πολλοῖσιν ἦλθες πρὸς τὸν οὐδὲν
: ἦπου τὸν φιλόσοφον ἔδει λιποτάκτην γενέσθαι καὶ λιπόνεων καὶ φιλόψυχον , ῥίψαντα τὴν ἀρετὴν ὡς ἐν πολέμῳ ἀσπίδα .
4721780 ἐπιτηδευοντας
ἑφθῶν πάντων τῶν τετραπόδων , ἐς τὸν τὰς μὲν νύκτας ἐπιτηδεύοντας τιθέναι τὰ κρέα τοὺς ἐν τέλεϊ ἑκάστοτε ἐόντας τῶν
νῦν ἔξεστι τὸ τοιοῦτον τοῖς βουλομένοις . ταῦτα γὰρ ὑμᾶς ἐπιτηδεύοντας πλέον ὀνήσει καὶ τοῦ πλήθους τῶν βουλευτῶν καὶ τοῦ
4711611 ἐμβεβληκοτα
πατρῴαν καὶ θεοὺς τοὺς ἐγγενεῖς πορθεῖν , στράτευμ ' ἐπακτὸν ἐμβεβληκότα ; μητρός τε πηγὴν τίς κατασβέσει δίκη ; πατρίς
καθολικὸν διὰ πάντας θεούς . . ἐπακτὸν ] ξένον . ἐμβεβληκότα ] ἐπαγαγόντα . . μητρός τε πηγήν ] τινὲς
4695093 εὐφημουντας
νῦν περὶ αὑτὸν ἔχων κύκλῳ τὸ γένος τῶν ὑπηκόων , εὐφημοῦντας ἅπαντας , ἐπικροτοῦντας , προηγείσθωσαν ἐν τῷ πίνακι καὶ
καὶ τοὺς βλασφημοῦντας ἢ πολλῷ ἀμείνους ἐπιδεικνύντα τοὺς ἀγαπῶντας καὶ εὐφημοῦντας . ἐπεὶ καὶ Σωκράτης ἐκεῖνος πρὸ μὲν τοῦ οὐκ
4687129 ἱλασκομενοι
, τὴν δ ' ὠμότητα βάρβαροί τε καὶ φονεῖς , ἱλασκόμενοι τὰ θεῖα τοῖς ἀσεβήμασι . Ἡ Ταυρικὴ δὲ χερρόνησος
, τὴν δ ' ὠμότητα βάρβαροί τε καὶ φονεῖς , ἱλασκόμενοι τὰ θεῖα τοῖς ἀσεβήμασιν . ἡ Ταυρικὴ δὲ χερρόνησος
4683753 κλωπα
τὸν τοῦ Διὸς πόσους οἴει βλασφημεῖν , τοὺς μὲν ὡς κλῶπα , τοὺς δὲ ὡς βίαιον , τοὺς δὲ καὶ
δὲ χλωρὰ ἴτυς ἐπὶ τῇ μελαίνῃ δολερόν , ἄδικον , κλῶπα ἀργυρίου , γυναιξὶν αἰσχρῶς ὁμιλοῦντα . ἴτυες αἰόλαι τὴν
4681641 ἀγορανομους
; προσκαλοῦμαί ς ' , ὅστις εἶ , πρὸς τοὺς ἀγορανόμους βλάβης τῶν φορτίων , κλητῆρ ' ἔχουσα Χαιρεφῶντα τουτονί
τοὺς ἀγορανόμους ] τοὺς τῶν ὠνίων προστάτας . πρὸς τοὺς ἀγορανόμους : τοὺς ἐπισκοποῦντας τὰ τῆς πόλεως ὤνια καὶ διοικοῦντας
4678300 ἀροτηρας
βόας τε ὑπ ' ἀρότρῳ ζεῦξαι Διόνυσον πρῶτον , καὶ ἀροτῆρας ἀντὶ νομάδων ποιῆσαι Ἰνδῶν τοὺς πολλοὺς καὶ ὁπλίσαι ὅπλοισι
καὶ ἔθνος , τούτων τὸν σῖτον ἕξομεν : ἐπ ' ἀροτῆρας δὲ καὶ οὐ νομάδας στρατευόμεθα ἄνδρας . Λέγει Ἀρτάβανος
4674432 βουλευματ
τῶν σαυτοῦ πέρι , ἃ τοῖσιν Ἀργείοισιν ἀμφὶ σοῦ νέα βουλεύματ ' ἐστί , κοὐ μόνον βουλεύματα , ἀλλ '
ἀποστέλλων χθονός ; τί θεσμοποιεῖς ἐπὶ ταλαιπώρωι νεκρῶι ; Ἐτεοκλέους βουλεύματ ' , οὐχ ἡμῶν , τάδε . ἄφρονά γε
4670917 ὁμοτιμους
ὑμῶν ὑπομνήματα καὶ τῇ πόλει φιλοτιμίαν ἔχοντα πρός τε τοὺς ὁμοτίμους καὶ τῶν ξένων τοὺς εἰσαφικνουμένους , ἔτι δὲ τοῖς
ἐμμένοιέν τε καὶ ἐπιμελοῖντο τῆς ἀρετῆς , συνέλεξε τούς τε ὁμοτίμους καὶ πάντας ὁπόσοι ἐπικαίριοι ἦσαν καὶ ἀξιοχρεώτατοι ἐδόκουν αὐτῷ
4670236 διηρθρωμενα
μέν ἐστιν ἀτελῆ καὶ ἀδιάρθρωτα καὶ σαρκοειδῆ , τὰ δὲ διηρθρωμένα μέν , ἀσθενῆ δέ : τινὰ δ ' αὐτῶν
πρὸς τὸ φανῆναι τὸ ἀναγκαῖον ἀντὶ τοῦ τὸν σαφῆ καὶ διηρθρωμένα ἔχοντα τὰ λήμματα , ὥστε ἀτελῆ λέγει τὸν προσδεόμενον
4668440 χειρουμενον
δὲ λοιπόν , ἢ κατ ' ἔργα ἢ κατὰ λόγους χειρούμενον σύμπαν , χειρωτικὸν ἂν εἴη ; Φαίνεται γοῦν ἐκ
: τὸν δ ' ὑπὸ Μενελάου κατὰ τὴν μονομαχίαν ἤδη χειρούμενον , ἐξαίφνης ἁρπαγέντα , ἐν τῷ θαλάμῳ γενέσθαι πρὸς
4662980 ἐφιεμενους
, εἰς δὲ τὴν ὑπερορίαν πάλιν ἐκπέμπουσα τοὺς ἤδη τύχης ἐφιεμένους ἀμείνονος . ἄπορον δὲ κἀνταῦθα πάλιν , ποτέρων τις
φανερόν ἐστι . ὁρῶμεν γὰρ πάντας τοὺς μεγαλοψύχους τιμῆς μάλιστα ἐφιεμένους τῆς ἀξίας ἑαυτῶν : ὁ δὲ μικρόψυχος ἐλλείπει καὶ
4652111 ἐπιτιθεμενους
, τοῦτο δέ , ἂν συμβῇ τι πταῖσμα χαίροντας καὶ ἐπιτιθεμένους . οὐ γάρ ἐστιν οὐδεὶς ἀσθενὴς οὕτως οὐδὲ ἀδύνατος
ὑπὸ δὲ τῶν Σιμῶν ὀνομαζομένων Αἰθιόπων πολεμούμενοι διακινδυνεύουσι πρὸς τοὺς ἐπιτιθεμένους , ὅπλοις ἀμυντηρίοις χρώμενοι τοῖς τῶν ὀρύγων κέρασι :
4643536 ναιοντας
Δαμάγητον ἁδόντα Δίκᾳ , Ἀσίας εὐρυχόρου τρίπολιν νᾶσον πέλας ἐμβόλῳ ναίοντας Ἀργείᾳ σὺν αἰχμᾷ . ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ
ἐμβόλῳ : ] δύναται καὶ ἑτέρως ἑρμηνεύεσθαι τὸ πέλας ἐμβόλῳ ναίοντας . ἡ γὰρ Ῥόδος ἀντικρὺ μὲν κεῖται τῆς Λυκίας
4642690 κοινωνουντας
μάντεις ἅλα καὶ κύαμον τιθέασιν . ὅθεν καὶ τοὺς ἀποῤῥήτων κοινωνοῦντας τοὺς περὶ ἅλα καὶ κύαμον ἔλεγον . Ἅλις δρυός
τῷ Διὶ καὶ εἰς Νεμέαν καὶ εἰς Ἰσθμὸν χρὴ πέμπειν κοινωνοῦντας θυσιῶν τε καὶ ἀγώνων τούτοις τοῖς θεοῖς , πέμπειν
4640823 σπιλοι
καὶ θρήνοισι τοῖς ὁμευνίδων . Ὀφέλτα καὶ μύχουρε χοιράδων Ζάραξ σπίλοι τε κὰτ Τρύχαντα καὶ τραχὺς Νέδων καὶ πάντα Διρφωσσοῖο
ὥστε πολλάκις καὶ σηπόμενα ἀπορρεῖν . Πρῶτον μὲν γὰρ οἱ σπίλοι λευκοὶ φαίνονται κατὰ τὸ σῶμα , εἶτα ἐρυθροί ,
4638716 θιασους
οὐχὶ πάντων εἶναι κοινὴν συμβέβηκε : πρὸς γὰρ τῷ κατὰ θιάσους συνοικεῖν ἀναπέπταται καὶ τοῖς ἑτέρωθεν ἀφικνουμένοις τῶν ὁμοζήλων .
αὐτίκα γᾶ πᾶσα χορεύσει , Βρόμιος εὖτ ' ἂν ἄγηι θιάσους εἰς ὄρος εἰς ὄρος , ἔνθα μένει θηλυγενὴς ὄχλος
4637411 πλησιοχωρους
ἔς τε τὴν μεσόγειαν καί τινας τῶν ἐν αὐτῇ πόλεων πλησιοχώρους αὐτῷ . εἰσὶ δὲ καὶ πρὸ τῆς πόλεως λίμναι
αʹ Περσικῶν . Ἀράξης , Ἀρμενίων βασιλεὺς , πρὸς τοὺς πλησιοχώρους Πέρσας πόλεμον ἔχων , καὶ τῆς παρατάξεως παρελκομένης ,
4632062 κηδεμονα
. * . . Ἀκήδεστοι : ἀφρόντιστοι , ἀνελεήμονες , κηδεμόνα μὴ ἔχοντες , . , , . , .
τε ἐς τὴν Πηνελόπην ὕβρεως καὶ τῆς ἐς τὴν Ὀδυσσέως κηδεμόνα θεὸν ἀσεβείας ᾄδει τὰ διὰ τὴν τοῦ Λοκροῦ παρανομίαν
4631618 βοραι
† ἃν ἔχει θυσίαν † Κύκλωψ Αἰτναῖος ξενικῶν κρεῶν κεχαρμένος βορᾶι . † νηλὴς ὦ τλᾶμον ὅστις δωμάτων † ἐφεστίους
φασι τὰ κρέα τοὺς ξένους φορεῖν . τί φήις ; βορᾶι χαίρουσιν ἀνθρωποκτόνωι ; οὐδεὶς μολὼν δεῦρ ' ὅστις οὐ
4618692 ἐξαμαρτανοντας
οἶδε τοῦ μὲν πολλὰ τοιαῦτα γενέσθαι τὸ μὴ κολάζεσθαι τοὺς ἐξαμαρτάνοντας αἴτιον ὄν , τοῦ δὲ μηδένα ὑβρίζειν τὸ λοιπὸν
τρόπους δούλους παρασχεῖν χρημάτων ζευχθεὶς ὕπο . τοὺς δ ' ἐξαμαρτάνοντας οὐχὶ τὴν πόλιν ἤχθαιρ ' : ἐπεί τοι κοὐδὲν
4600958 σπευδουσα
ὡς πολλοὶ καὶ πλούσιοι , τοὺς λόγους οὓς ἡ Νάπη σπεύδουσα πρὸς τὸν γάμον ἔλεγεν , ὡς οὐκ ἀπείπατο Δρύας
εὐλαβηθεῖσα ἐκείνη ἔφυγε πρὸς τὸν Ἄτλαντα , διατηρῆσαι τὴν παρθενίαν σπεύδουσα . ὡς δὲ καὶ αἱ πλεῖσται Νηρηίδες ἐκρύπτοντο κεκρυμμένης
4596476 Λιτυερσης
τιτθῶν ᾠδαὶ καταβλυκαλήσεις καλοῦνται , ἡ δὲ τῶν θεριστῶν ᾠδὴ Λιτυέρσης καλεῖται , καὶ τῶν μισθωτῶν δέ τις ἦν ᾠδὴ
μέλη περὶ τὰς ἐώρας . ἡ δὲ τῶν θεριστῶν ᾠδὴ Λιτυέρσης καλεῖται . καὶ τῶν μισθωτῶν δέ τις ἦν ᾠδὴ
4594552 ἀνελοντας
κακὸν διὰ κακοῦ ἀμύνασθαι : ὁ Ἀμίλκας τοὺς τὸν ἀδελφὸν ἀνελόντας συλλαβών , εἴς τε τὸν ἑκάστου πατήσας τράχηλον εἶτα
τοῦτ ' οὐκ ἐνεδέχετο , τιμωρίαν ἄλλην προσδιατάττεται κελεύων τοὺς ἀνελόντας ἀνασκολοπίζεσθαι . καὶ τοῦτο προστάξας ἀνατρέχει πάλιν ἐπὶ τὴν
4588236 ἀφικνουμενους
ἀκοῦσαί τι τῶν καθ ' αὑτούς . Ὁ δὲ τοὺς ἀφικνουμένους πάνυ φιλοφρόνως ὑποδεχόμενος ξενίοις τε καὶ ταῖς ἄλλαις δωρεαῖς
πρῶτον ὑπὲρ ἡμῶν πονήσεις . Ἄλλων ἄλλα ἐρωτώντων τοὺς ἐκεῖθεν ἀφικνουμένους : τί τὰ τῶν Ἀρκάδων ; τί τὰ τῶν
4587509 κατεχουσας
. οἱ μὲν γὰρ ἐπιεικέστατοι αὐτῶν καὶ φιλοδημότατοι πρὸς τὰς κατεχούσας τὸ κοινὸν ἀνάγκας ἀποβλέποντες τήν τε παρὰ τοῦ τυράννου
μόνη δὲ τὸ σύμβολον τῆς Ἑλλάδος διετήρησε καὶ συνεσκίασε τὰς κατεχούσας τότε συμφοράς : ἐπεὶ δ ' ἔκλινε τὰ πράγματα
4585738 ἀντιτεχνους
Λικύμνιος ὁ τῆς τραγωιδίας ὑποκριτής . ὡς γὰρ ἐνίκα τοὺς ἀντιτέχνους Κριτίαν τὸν Κλεωναῖον καὶ Ἵππασον τὸν Ἀμβρακιώτην τοὺς Αἰσχύλου
ἑαυτὸν ὁ σοφιστὴς εὐημερίας πραττόμενος χρυσίον , τελευτῶν φεύγων τοὺς ἀντιτέχνους τοὺς τὸν μισθὸν οὐ διδόντας εἰς Σελεύκειαν κομίζεται καὶ
4580929 περιαγοντα
ἡμᾶς , τὸν κατ ' ἀρχὰς περισώσαντα εἰσέτι μέσον ἡμᾶς περιάγοντα καὶ πάντα ἐξ ἐκείνου μανθάνοντας . Τόπῳ δέ τινι
τῆς ἄγαν ὁρμῆς ἐπέχει μέρος τι καὶ πρὸς τὴν κύστιν περιάγοντα . γένοιτο δ ' ἂν καὶ ὀρθοπνοϊκῷ καὶ δυσπνόῳ
4578482 ἀποκαθιστα
ταῖς ἀνδραγαθίαις ὑπερβάλοιντο τὰς ἀτιμίας , εἰς τὴν προϋπάρξασαν παρρησίαν ἀποκαθίστα , ἅμα μὲν τοῦ νομοθέτου δεινοτέραν τιμωρίαν ποιοῦντος τὴν
ταῖς ἀνδραγαθίαις ὑπερβάλοιντο τὰς ἀτιμίας , εἰς τὴν προυπάρξασαν παρρησίαν ἀποκαθίστα , ἅμα μὲν τοῦ θανάτου δεινοτέραν τιμωρίαν ποιοῦντος τὴν
4575750 ἐλλειποντ
Καδμείων πόλει . ὑμᾶς δὲ χρὴ νῦν , καὶ τὸν ἐλλείποντ ' ἔτι ἥβης ἀκμαίας καὶ τὸν ἔξηβον χρόνῳ ,
. Ξ χρὴ ] πρέπει . μερισμός . Ξ τὸν ἐλλείποντ ' ] καὶ τὸν νέον καὶ τὸν αὔξοντα τὴν
4575118 Κλεομενη
περὶ μέθης περὶ τούτων οὕτως γράφει : „ ἐπεὶ καὶ Κλεομένη τὸν Σπαρτιάτην φασὶν οἱ Λάκωνες μανῆναι διὰ τὸ Σκύθαις
ἧττον ἔνδοξόν ἐστι τῶν κοινῇ διαπεπραγμένων γυναιξὶν ἔργων ὁ πρὸς Κλεομένη περὶ Ἄργους ἀγὼν , ὃν ἠγωνίσαντο , Τελεσίλλης τῆς
4569331 ὑμεναιον
κατὰ ἀνάμνησιν ἀναστενάζει , τὸν ἐπὶ κακῷ τοῖς Τρῳσὶν [ ὑμέναιον ] ἐπιτελεσθέντα . ὅτι δὲ οὕτως ἔχει , ἐπιφέρει
εὐθὺς αὐτὸ τοῦτο ἐπισημαίνοιο , ὅτι οἱ μὲν ἄλλοι τὸν ὑμέναιον ᾄδουσιν , ἡμεῖς δὲ ἀντὶ τοῦ ὑμεναίου τὸν λόγον
4563277 δημοτικους
γὰρ ὑποπτεύειν ταραχὰς καὶ ἐπαναστάσεις ἐκ τῶν πλουσίων εἰς τοὺς δημοτικοὺς διὰ τὸν ἀναδασμὸν τῆς γῆς καὶ τὰς τῶν δανείων
προβούλων κατὰ νοῦν , ἀλλ ' ἐν ἑκάστῃ πόλει τοὺς δημοτικοὺς ἀναδύεσθαι τὸν πόλεμον , καὶ πλείους εἶναι τοὺς ἀξιοῦντας
4562258 προσδεχομενον
αὖ γένος ὂν τὸ τῆς χώρας ἀεί , φθορὰν οὐ προσδεχόμενον , ἕδραν δὲ παρέχον ὅσα ἔχει γένεσιν πᾶσιν ,
παρορμεῖν , οὐκ ὄντα μάχεσθαι τοῖς Ἕλλησι πρόθυμον , ἀλλὰ προσδεχόμενον ὀγδοήκοντα ναῦς Φοινίσσας ἀπὸ Κύπρου προσπλεούσας . ταύτας φθῆναι
4559377 κατεκλεισαν
ἐποιοῦντο πολέμου . καὶ ἐπικρατήσαντες τοὺς μὲν Τρῶας ἐντὸς τειχῶν κατέκλεισαν , αὐτοὶ δὲ εἰς δύο μερισθέντες τοὺς μὲν εἴασαν
ὑποσπόνδους . ἐρεῖς δὲ ἐπολιόρκησαν , συνήλασαν , συνέκλεισαν , κατέκλεισαν , προσεκάθισαν . ἐκάθισε τὸ στράτευμα , προσήδρευσεν ,
4552451 ἀπολαυστικον
πόνου παντός . διό φησι καὶ τὸν βίον ἀγαπῶσι τὸν ἀπολαυστικόν : τὴν ἡδονὴν γὰρ τὸ ἀγαθὸν ἡγούμενοι τὸ ἀνθρώπινον
. . . . , : λαρόν : ἡδύ , ἀπολαυστικόν . παρὰ τὸ λῶ πεποίηται , ὃ σημαίνει τὸ
4552381 Ἰσμηνιαν
, εἴ τις δοκεῖ ἄξια θανάτου ποιεῖν , λαμβάνω τουτονὶ Ἰσμηνίαν , ὡς πολεμοποιοῦντα . καὶ ὑμεῖς δὲ οἱ λοχαγοί
αὐτὴν τὴν πόλιν καὶ Διοσκόρους ἀσπάσασθαι . ἀκούω δὲ καὶ Ἰσμηνίαν τὸν αὐλητὴν Θήβαθεν ὑπ ' Ἀλεξάνδρου καλούμενον , ἵν
4545906 συμφορησαντες
παρόντων οἱ προπετέστεροι τὰ βάθρα καὶ τοὺς θρόνους τῶν βουλευτῶν συμφορήσαντες ἧψαν αὐτῷ πυράν , ὑφ ' ἧς τό τε
ὧδέ ἐστιν περὶ τούτων γιγνόμενον : εἴς τινα μίαν οἴκησιν συμφορήσαντες , τὸ λεγόμενον , πάντα χρήματα , παρέδομεν ταῖς
4544921 ἐξαιρουσα
ὄγκον , ἀλλὰ διὰ μέγεθος ἀρετῆς , ἣ τὸ φρόνημα ἐξαίρουσα πέραν οὐρανοῦ ταπεινὸν οὐδὲν ἐᾷ λογίζεσθαι . διακείμενος δ
καὶ ἐν ταῖς σιαγόσιν ὠμὰ τὰ σώματα σιτουμέναις μετεωρίζουσα καὶ ἐξαίρουσα καὶ ἁρπάζουσα ἐκ τῶν Διρκαίων τόπων , ἤτοι ἀπὸ
4544158 λυσατε
τοὺς ὑμετέρους ἀδικεῖν φίλους ἢ τὴν δοκοῦσαν ἐς ἡμᾶς φιλίαν λύσατε ἢ ἐς Ῥώμην ἐπὶ κρίσιν ἴωμεν . “ ὁ
, “ Λύσατε , ” λέγων , “ ἱκετεύω , λύσατε : οὐ φέρουσι δεσμὸν χεῖρες ἁπαλαί . ἐάσατέ με
4543371 ἀσθενουντας
αἱροῦντες ᾑρήμεσθα . . ἅπαντα τοῖς σοφοῖσιν εὔκολα . εἰς ἀσθενοῦντας ἀσθενῶν ἐλήλυθας . κουρήτων στόμα φόνου πτερόν καὶ ζῶν
ἀπιτέον εἶναι . καὶ εἰς μὲν τὰ πλοῖα τούς τε ἀσθενοῦντας ἐνεβίβασαν καὶ τοὺς ὑπὲρ τετταράκοντα ἔτη καὶ παῖδας καὶ
4542634 μαζους
δὲ γυναιξίν : αὗται γὰρ ἐν τῷ πένθει καὶ τοὺς μαζοὺς λωβῶνται . τροφῷ δέ , εἰ τέκνον ἔχοι ,
τῶν ἰγνύων ὑπὲρ τῶν γουνάτων , καὶ σικύας ἀείρειν ἐπάρας μαζοὺς ὑπ ' αὐτέους , ἄλλοτε μὲν ἐς τὰ δεξιὰ
4540789 κατορυττουσιν
. τοὺς δὲ ἀνοσίους αὖ καὶ ἀδίκους εἰς πηλόν τινα κατορύττουσιν ἐν Ἅιδου καὶ κοσκίνωι ὕδωρ ἀναγκάζουσι φέρειν . .
τοὺς Ἀμιννίζοντας οἴνους εἰς ἄγγος ἀπὸ οἴνου Ἰταλικοῦ ἐγχέαντες , κατορύττουσιν ἐν ὑπαίθρῳ . οἱ δὲ καὶ ἀμυγδάλων πικρῶν ,
4535589 ὠπας
. οὕτω Φιλόξενος . Λύπη : παρὰ τὸ λύειν τοὺς ὦπας , ἤγουν τοὺς ὀφθαλμούς : ἢ παρὰ τὸ λύω
πλεονασμὸν τοῦ α : εἴρηται γὰρ παρὰ τὸ στεριάκειν τοὺς ὦπας τὸ ὁρᾶν διὰ τῆς ἀντιτύποσης λαμπηδόνος . Ἀζηχής ,
4534993 ἀσθενεστατων
μεταβαλλομένων ἐπὶ τοῖς βελτίοσιν . Συκίνη μάχαιρα : ἐπὶ τῶν ἀσθενεστάτων καὶ εὐτελῶν . Συκίνη βακτηρία : καί : Συκίνη
' ἀσθένειαν ψυχῆς , οὐκ ἀνδρῶν ἀγαθῶν ἀλλὰ θηρίων τῶν ἀσθενεστάτων βίον μιμούμενον . ἐκεῖνό γε μὴν πῶς οὐ καλὸν
4533021 σπουδαζοντας
νουθέτησιν . ἐκ φιλίας μηδέποτε ἐξαιρεῖν πίστιν μήτε παίζοντας μήτε σπουδάζοντας : οὐ γὰρ ἔτι ῥᾴδιον εἶναι διυγιᾶναι τὴν ὑπάρχουσαν
τὸ λοιπὸν ἰδιώτου βίον βιωσόμενος : ὅταν δὲ εἰς τοὺς σπουδάζοντας καὶ παρακαλοῦντας , ὑπονοεῖν ἐμαυτὸν ἀναγκάζομαι , μὴ ἄρα
4531492 κτησαμενους
τῶν κτημάτων ; ἀλλὰ πάντα μὲν προσήκει βεβαίως ἔχειν τοὺς κτησαμένους , καὶ ταῦτα ἐν δημοκρατίᾳ καὶ παρ ' ὑμῖν
. οὐ γὰρ δὴ ἀεί ποτε τὸ ἀργύριον ὠφελεῖ τοὺς κτησαμένους , ἀλλὰ πολλῷ πλείονας βλάβας καὶ πλείω κακὰ πεπόνθασιν
4523882 ἀφοβους
τὸν ὕπνον ἰοῦσιν , ὅπερ ἀνάπαυμα κακῶν ἐστιν ἀνθρώποις , ἀφόβους μὲν καὶ ἄλυπα μεριμνῶντας ἔρχεσθαι εἰς αὐτόν , γιγνομένους
: διὰ γὰρ τὸ ἀρτεμές , ὅπερ ἐστὶν ὑγιές , ἀφόβους αὐτοὺς διαφυλάττει . καὶ γυναιξὶ τικτούσαις ἀγαθὴ ἡ θεός
4523110 πραον
, οὐδ ' εἶδεν αὐτοῦ τὴν ἅλωα Δημήτηρ . Χρὴ πρᾶον εἶναι μηδ ' ἄμετρα θυμοῦσθαι . ἔστιν τις ὀργῆς
ἔλεξε τοιάδε ἀνελθών : „ τῆς μὲν ἐμῆς γνώμης τὸ πρᾶον καὶ πρὸς τὰ μεγάλα τῶν τετολμημένων εὐλαβὲς ἴσως ἐστὶν
4522478 ἐνθουσιασμον
ἀπὸ τῆς ἡμετέρας ψυχῆς ἀνακινούμενα , ψυχῆς ἄν τις τὸν ἐνθουσιασμὸν εἶναι εὐλόγως ὑπετίθετο . Εἰ δὲ τὸ σῶμα κατὰ
λεχθέντα συνῇδον . | Τοῦτ ' ἐστὶ τῆς κατ ' ἐνθουσιασμὸν προφητείας Μωυσέως ἀρχὴ καὶ προοίμιον . ἑξῆς δὲ θεσπίζει
4521995 τραγικους
, ἀλλὰ τῶν γειτόνων Βοιωτῶν , τῷ μήτε Ὅμηρον μήτε τραγικοὺς μήτε Θουκυδίδην ἢ Πλάτωνα κεχρῆσθαι αὐτοῖς . . .
δέ σε καὶ τῶν ἐπὶ τῆς σκηνῆς πολλάκις ἑωρακέναι τοὺς τραγικοὺς ὑποκριτὰς τούτους πρὸς τὰς χρείας τῶν δραμάτων ἄρτι μὲν

Back