δὲ ὁ κλῆρος ἐν τούτῳ ἐμπέσῃ παρόντων τῶν κακοποιῶν καὶ οἰκοδεσποτούντων τὸν κλῆρον , ὁ γεννώμενος ἐνδεὴς μὴ δυνάμενος ἑαυτὸν
ἐὰν δὲ ὁ κλῆρος ἐπὶ τοῦ ζῳδίου ὑπάρξῃ τῶν κακοποιῶν οἰκοδεσποτούντων τὸν κλῆρον ἢ τὸν ὡροσκόπον , νεκροφύλακες γίνονται ἔξω
6223882 βρεφεος
: αὖτις δὲ ἄνω ῥέπει ἐς γάλα καὶ ἐς τροφὴν βρέφεος . Ζωοῦται τὰ μὴ ζῶα , ζωοῦται τὰ ζῶα
ὑπέσχεν ὗς καὶ τῷ σφετέρῳ γρυσμῷ περιοιχνεῦσα τὸν κνυζηθμὸν τοῦ βρέφεος ἀνεπάιστον τοῖς παροῦσιν ἐτίθει . διὸ πάντες τὸ ζῷον
6058122 χρονοκρατορα
ἕτερος ἀστήρ ἐστι χρονοκράτωρ , καὶ αὐτὸν δεῖ τηρεῖν τὸν χρονοκράτορα ἐν τίνος ζῳδίῳ ἐστίν . εἰ μὲν γάρ ἐστιν
ἤτοι κατὰ ζῴδιον ἐνιαυτὸν ἕνα . ἰδὲ δὲ καὶ τὸν χρονοκράτορα καὶ τὸν ἐπιμερίζοντα καὶ συνεπιμερίζοντα ποίου κλήρου δεσπόζουσι κατά
6001874 καθυπερτερῃ
τοὺς χρόνους ἢ τὸν ἐπιμερισμὸν ἔχουσιν ἀγαθοποιὸς ἐναντίος πίπτῃ ἢ καθυπερτερῇ ἢ συμπαρῶσιν ἐν τοῖς ὑπογείοις καὶ ἀποδημητικὸς ἐνιαυτὸς ἐμπέσῃ
κακοποιῶν κατοπτευθεῖσα μητρὸς προτελευτὴν ἐσήμανεν . Ἄλλως . Ἐπὰν Ἥλιος καθυπερτερῇ Σελήνην , μήτηρ προτελευτᾷ : ἐὰν δὲ Σελήνη Ἥλιον
5999400 ἀποστροφος
ἐπιπαρῇ ἰδιοτοπῶν ἢ τριγωνίζηται πρὸς τὸν τόπον , ἐὰν δὲ ἀπόστροφος εὑρεθῇ ἢ ἐναντιωθῇ οὐ ποιήσει . ἐπὶ δὲ τῶν
ἡ πρόσνευσις τῆς Σελήνης εὑρεθῇ , κρεῖσσον : ἐὰν δὲ ἀπόστροφος ᾖ ἡ Σελήνη ἢ ἡ πρόσνευσις τῇ ἡμέρᾳ ,
5970415 πλουσιωτατος
τί ἂν ἡ σοφία ὠφελοίη ; ἢ πῶς ἂν οὗτος πλουσιώτατος εἴη , ὅν γε οὐδὲν κωλύει πτωχεύειν , μηδενός
. διόπερ Λεύκιος Ἰούνιος , ὀρφανὸς ὢν καὶ πάντων Ῥωμαίων πλουσιώτατος , δι ' ἀμφότερα τὴν τοῦ Ταρκυνίου πλεονεξίαν ὑπώπτευεν
5904862 ἐπιτριβουσι
αὐτοί τ ' ἐπὰν ληφθῶσιν ὑπὸ τῶν ἁλιέων , τεθνεῶτες ἐπιτρίβουσι τοὺς ὠνουμένους . τῆς οὐσίας γάρ εἰσιν ἡμῶν ὤνιοι
αὐτοί τ ' ἐπὰν ληφθῶσιν ὑπὸ τῶν ἁλιέων , τεθνεῶτες ἐπιτρίβουσι τοὺς ὠνουμένους . τῆς οὐσίας γάρ εἰσιν ἡμῶν ὠνίοι
5888533 νυκτεριναις
ἦ ] ὄντως , νὴ Δία . Γ ἐννυχίαισι ] νυκτερίναις , ἤγουν κατὰ τὸν καιρὸν τῆς νυκτός . Γ
ἦ ] ὄντως , νὴ Δία . Γ ἐννυχίαισι ] νυκτερίναις , ἤγουν κατὰ τὸν καιρὸν τῆς νυκτός . Γ
5881397 Ποιος
, ὠνήσασθε τὸν συνετώτατον , τὸν ἅπαντα ὅλως ἐπιστάμενον . Ποῖος δέ τις ἐστί ; Μέτριος , ἐπιεικής , ἁρμόδιος
ἐφόρεσαν , τὸν δὲ ἱματισμὸν τῶν παρθένων οὐκ ἐνεδύσαντο . Ποῖος , φημί , ἱματισμὸς αὐτῶν ἐστι , κύριε ;
5876940 μεσουρανων
, εἰ μάλιστα καὶ τὴν Σελήνην ὁρῶσιν . ὁ Ζεὺς μεσουρανῶν ἐμφανείας καὶ δόξης αἴτιος καὶ εὐτεκνίας , καὶ μάλιστα
τοῦ ὡροσκόπου τύχῃ ὡροσκοπῶν , πρωτοτόκους λέγε τοὺς γεννηθέντας , μεσουρανῶν δὲ τέταρτον ἢ πρῶτον , ἐπὶ δὲ ἐπικυήσει τυγχάνει
5847389 τετραγωνιζοντες
ἀλλὰ καὶ τὸν κλέπτην . Ἥλιος καὶ Σελήνη τὸν ὡροσκόπον τετραγωνίζοντες δυσεύρετον τὸ ἀπολωλὸς ποιοῦσιν : ἢ γὰρ μάχη τις
ἐπὶ ἐλευθέρου : πολὺ γὰρ τὸ δυστυχὲς παρέξεται : καὶ τετραγωνίζοντες δὲ καὶ συνόντες ἐπιμόχθους ποιοῦσι καὶ ἐπιταράχους . βέλτιον
5808496 θἠμερᾳ
κακόν μοι μέγα τι προπεφυραμένον . Ποῖόν τι ; Τῇδε θἠμέρᾳ κριθήσεται εἴτ ' ἔστ ' ἔτι ζῶν εἴτ '
ὑπ ' ἐμᾶς πτέρυγος ἐν φοναῖς ὄλλυται . Τῇδε μέντοι θἠμέρᾳ μάλιστ ' ἐπαναγορεύεται : Ἢν ἀποκτείνῃ τις ὑμῶν Διαγόραν
5806375 ῥιψοκινδυνος
Τὸν ἐλάττω μὴ ἀποσκυβαλίσῃς . Ἀλλοτρίων μὴ ἐπιθύμει . Μὴ ῥιψοκίνδυνος ἔσο . Ἀγάπα τὰ τοῦ πλησίου σου καὶ τήρει
ἔρωτα , ὅτι ξυμφερόντως ἀποκέκλεισται , μάλιστα δ ' ἢν ῥιψοκίνδυνος ᾖ , καὶ φέρηται κατὰ κρημνῶν ἢ βυθῶν πελάγους
5798840 φειδομενων
, ἣν δίδωσιν ὁ τῆς ἀρετῆς σκοπός , μήτε σωμάτων φειδομένων ἡμῶν μήτε χρημάτων , ἀλλ ' ἑκόντων αὐτοῖς ὑποταττο
, παστάδα λυμαινομένων , παρθένους βιαζομένων , παίδων ὥρας οὐ φειδομένων . οὐκ ἀπώκνησα τοίνυν γυνὴ δόξαι τοῖς ἐναντίοις ,
5776593 Κυνηγιῳ
πρεσβύτερος . ἔστι γάρ μοι καὶ θυγάτηρ , ἐπειδήπερ ἐστὶ Κυνηγίῳ , ὃς τὸν ἀδελφὸν τὸν αὑτοῦ μιμησάμενος οὐ χείρων
βασιλέως εὔνοια βέβαιος μένοι : Εὐσέβιος δὲ ἥκει μὲν καὶ Κυνηγίῳ χάριν φέρων , ἥκει δὲ καὶ τῆς σῆς θέας
5774925 εὐγαμους
αʹ δεκανοῦ εὐεργετικούς , ἀχαριστουμένους δὲ πολλάκις , ξενιτεύοντας καὶ εὐγάμους , φαρμακείαις ἐνοχλουμένους . ἐπὶ δὲ τοῦ βʹ εὐφραντικούς
θηλυκὰ ἐπὶ ὑποταγῆς . ὁ Ἄρης Ἀφροδίτην τριγωνίζων ἐμπόρους , εὐγάμους , φιλοκόσμους καὶ μεγαλόφρονας ποιεῖ , οἱ τοιοῦτοι δὲ
5774407 ἀθλησαντα
νίκῃ διδόναι χρήματα . Εὐπώλου δὲ ὕστερόν φασιν Ἀθηναῖον Κάλλιππον ἀθλήσαντα πένταθλον ἐξωνήσασθαι τοὺς ἀνταγωνιουμένους χρήμασι , δευτέραν δὲ ἐπὶ
ῥυσάμην καὶ ἀνήγαγον αὖτις Ἄργος ἐς ἱππόβοτον , καὶ πολλὰ ἀθλήσαντα , . , . * . . † Ἀθριβής
5766961 ἀχορταστου
ταραχῆς . . θερμῆς ] καυστικῆς . . ἀπλήστου ] ἀχορτάστου . . ἀκορέστου , ἀκρατήτου : τὸ γὰρ πῦρ
κρίνεται . Μισῶ πένητα πλουσίῳ δωρούμενον : ἔλεγχός ἐστι τῆς ἀχορτάστου τύχης . Καιρῷ τὸν εὐτυχοῦντα κολακεύων φίλος , καιροῦ
5765519 ὀλιγοχρονιος
ἔχει καὶ κόρον , καὶ παρίσταται ταχὺ καὶ παύεται . ὀλιγοχρόνιος γὰρ ὁ καιρός ἐστι πρὸς ἑταίραν ἀνδρὶ μὴ σφόδρα
ἄλλου λόγου φησίν : εἴρηται δὲ ὅτι ὁ μὲν τριταῖος ὀλιγοχρόνιος μὲν , ἀκίνδυνος δὲ , ὁ δὲ ἀμφημερινὸς καὶ
5747996 τελειη
καί : ἑβδόμη ἐν πρώτοισιν [ ] καὶ ἑβδόμη ἐστὶ τελείη . καί : ἑπτὰ δὲ πάντα τέτυκτο ἐν οὐρανῷ
ἡ κάθαρσις γίνεται ἡμέρῃσι τριήκοντα : οὕτως ἡ χρονιωτάτη καὶ τελείη , ἀκίνδυνος δ ' ἂν εἴη καὶ ἐν εἴκοσιν
5733015 ἀρηγω
: κυνηγὸς , κυνηγῶ : φορτηγὸς , φορτηγῶ : τὸ ἀρήγω οὐχ οὕτως ἔχον , τὴν γραφὴν ἐφύλαξεν , τὸν
ἀρηγών : βοηθός : ἔστιν ὄνομα μετοχικόν : ἀπὸ τοῦ ἀρήγω ῥήματος ὄνομα θηλυκὸν ἡ ἀρηγών καὶ κλίνεται ἀρηγῶνος :
5724888 τιμηθησεται
ι ἔγγιστα . καὶ δηλοῖ ὡς ἐν τῷ τοιούτῳ ἐπιμερισμῷ τιμηθήσεται παρὰ βασιλέων καὶ ὠφεληθήσεται καὶ ἀπὸ δόξης εἰς δόξαν
. ὁ δὲ τὸν γʹ ἔσται μέγας καὶ ἰσοθέοις τιμαῖς τιμηθήσεται καὶ κοσμοκράτωρ ἔσται καὶ πάντα αὐτῷ ὑπακούσεται , ἔσται
5723572 λογιστων
γραμματέα δὲ ἕκαστοι εἶχον . λέγει οὖν νῦν τὸν τῶν λογιστῶν . Ἄλλως . ἄρχοντες ἦσαν δέκα ᾑρημένοι καλούμενοι λογισταί
Δημοσθένους ἐφείσω πολιτευσαμένου τὰ χείριστα ; τίς εἶδέ σε τῶν λογιστῶν τὴν πονηρίαν μεμφόμενον ; εἶτα παρών ] σημείωσαι ,
5723398 ἁδιστον
ἰσωνία κόγχος , ἃν τέλλιν καλέομες : ἐστὶ δ ' ἅδιστον κρέας . τὴν τελλίναν δὲ λεγομένην ἴσως δηλοῖ ,
δαιμόνων . Καὶ γίνεταί γα τᾶνδε τᾶν χοίρων τὸ κρῆς ἅδιστον ἂν τὸν ὀδελὸν ἀμπεπαρμένον . Ἤδη δ ' ἄνευ
5717602 κακοδαιμονεστερος
τὸ πάθος , οἷον κακόμορος κάμμορος , δασύσκιος δάσκιος , κακοδαιμονέστερος καδδαιμονέστερος , ὡς παρ ' Ἐπιχάρμῳ , καταβαλών καββαλών
, μή τί σοι κακὸν ἐργάσηται . τίς οὖν ἡμῶν κακοδαιμονέστερος , οἳ φοβούμεθα καὶ τὰ εὐτυχήματα ; ἀλλ '
5700066 Ἀκοντιος
ἦν ἡμῖν ἡ σπουδὴ τὸν ἄνδρα ἀρέσαι λόγοιςτούτου τοίνυν ἀδελφὸς Ἀκόντιος ὢν κηδεστὴς Εὐτροπίου γίνεται , τοῦ Κέλσου ἀδελφοῦ ,
οἷς ἐπίστανται μεγάλους ὄψεταί τις καὶ τοῖς ἄλλοις μεγάλους . Ἀκόντιος ἀδελφὸς Ἀντωνίνου τοῦ Ἀρμενίουτὸν δὲ Ἀντωνῖνον αὐτὸς μὲν ἔτι
5696543 φθορεα
λέοντα ] τὸν Ἀλέξανδρον λέγει . σίνιν ] βλαπτικόν , φθορέα . ἀγάλακτον ] μήπω κεκορεσμένον γάλακτος : βρέφος γὰρ
τὸν ἐπιόντα . καὶ αὐτὴν ὁ πατὴρ ὑπολαβὼν εἶναι τὸν φθορέα πατάξας μαχαίρᾳ καταβάλλει . τῆς δὲ περιωδύνου γενομένης καὶ
5680891 ἀζημιος
συνεκτῖσαι τάλαντα ὅσα δὴ σημεῖον τῆς πίστεως , ἀλλ ' ἀζήμιος ἡ σωφροσύνη πρόκειται τούτων τε ὧν εἶπον ἐνθυμουμένοις καὶ
δὲ οὐδὲ ἁπάντων κατεγνωκέναι κακίαν . ἔσται δέ σοι πίστις ἀζήμιος , εἰ τοῖς μὲν προσέχοις , τοὺς δὲ φυλάττοιο
5680429 πεμπωμεν
“ Δῶρα μέν , ὡς αὐτῇ περ ἐφανδάνει Ὑψιπυλείῃ , πέμπωμεν ξείνοισιν , ἐπεὶ καὶ ἄρειον ὀπάσσαι : ὔμμι γε
μαθήματος ὃ ἡμεῖς ἀξιοῦμεν μανθάνειν παρ ' αὐτῶν ὃν ἂν πέμπωμεν . οὐ πολλή σοι δοκεῖ ἀλογία εἶναι ; Ναὶ
5676255 μοσχεια
Ἀπόλλωνός ἐστι , καὶ ὁ τοῦδε τοῦ θεοῦ ἱερεὺς κρέα μόσχεια διασπείρει τῶν τῷ θεῷ τεθυμένων , ὀρφῴ τε οἱ
τὴν αὐτὴν τράπεζαν κρέα ἄρνεια , ἐρίφεια , χοίρεια , μόσχεια , ὀρνίθεια , σὺν πολλοῖς ἄρτοις τοῖς μὲν πυρίνοις
5670799 θρασυτατα
θαρρεῖν . τὰ δ ' ἐπιρρήματα τολμηρῶς τολμηρότατα , θρασέως θρασύτατα , φιλοκινδύνως , ῥιψοκινδύνως , παρακεκινδυνευμένως , παρακινδυνευτικῶς ,
τῶν τε δημάρχων Μᾶρκον Καίλιον πριάμενος ἐς τὴν πόλιν κατῄει θρασύτατα . καὶ αὐτὸν ὁ Καίλιος εὐθὺς ἐσιόντα εἷλκεν ἐς
5668339 προτιμωντα
ἄγειν . τὸν δὲ οὐχ ὑπακοῦσαι λόγος ἔχει τοῦ Ὀλύμπου προτιμῶντα τὴν σὺν ταῖς ἀδελφαῖς καὶ τοῖς γειναμένοις διατριβήν .
, ἐπαινῶ τὸν Εὐριπίδην τὴν ἀγαθὴν βουλὴν τῶν πολλῶν χειρῶν προτιμῶντα : μακαρίζω δὲ τοὺς αὐτοκράτορας , οἷς τοιοῦτο τροπαῖον
5661257 ζημιουσι
ἐράνους ἐπὶ καθαιρέσει παιδείας , τὸ κυριώτατον τῶν ἐν αὐτοῖς ζημιοῦσι , διάνοιαν , ἀποκόπτοντες αὐτῆς τὰ σωτήρια , φρόνησιν
Ἀττικοὶ χρυσοφορεῖν εἴργουσι καὶ δημοτελέσιν ἱεροῖς παραβάλλειν , Ῥωμαῖοι δὲ ζημιοῦσι θανάτῳ . οὐκοῦν ὅσῳ μείζονι τὴν μοιχείαν κολάζουσι δίκῃ
5660437 οἰκοδεσποτησας
ἐν τῷ ξηρῷ καὶ ψυχρῷ . ὁ δὲ τοῦ Διὸς οἰκοδεσποτήσας τοὺς προκειμένους τόπους ἀνατολικὸς τῇ μὲν μορφῇ ποιεῖ λευκοὺς
προκειμένου λεκτέον . Κρόνος τὴν ὥραν λαχὼν ἢ τὸν κλῆρον οἰκοδεσποτήσας μὴ ἐναντιουμένου τοῦ Ἄρεως : ὁ τοιοῦτος εὐδαιμονήσει περὶ
5659427 βασιλευσει
Φίλιππος τοῖς αὐτοῖς ἐπιτηδεύμασιν ἐμμεῖναι , καὶ τῆς Εὐρώπης πάσης βασιλεύσει . . : καὶ γὰρ Θεόπομπος ὁ Χῖος ἐν
ἔσται : ἐὰν δὲ πλούσιος , ἄρξει πολλῶν ἢ καὶ βασιλεύσει . ἀετὸν νεκρὸν ἰδεῖν δούλῳ μόνῳ συμφέρει καὶ τῷ
5653293 βλαπτικους
φυγὰς καὶ κατακρίσεις , μοιχοὺς καὶ κλέπτας καὶ κακοὺς καὶ βλαπτικοὺς ἀνθρώπους . Κρόνος δὲ πάλιν ὁ ψυχρὸς καὶ ξηρότατος
γενέσεως πράγματα , ἔτι δὲ τοὺς ἐπικρατήτορας καὶ περιποιητικοὺς ἢ βλαπτικοὺς τόπους . οὐκ ἐπὶ μόνης δὲ τῆς καταρχῆς τῶν
5641553 γαμοστολος
θεοῦ καὶ βασιλέως καὶ μαντικῆς καὶ χρηματιστικῆς , ἀδελφῶν δὲ γαμοστόλος καὶ γονέων περὶ σίνους καὶ πάθους καὶ κακωτικῆς αἰτίας
, ἐπὶ θυγατρὶ ψο - γισθήσεται . ἐὰν δὲ ὁ γαμοστόλος γένηται πρὸς Κρόνον καὶ αὐτὸς κυριεύσῃ τοῦ δαίμονος ἢ
5627629 ὀλιγοχρονιους
δὲ μὴ ὁρᾷ ὁ Ζεὺς ὄντας ἐπὶ τοῖς κέντροις , ὀλιγοχρονίους , βιαιοθανάτους , ἥ τε μήτηρ πολύνοσος . Ὁ
διατελοῦντας ἢ μετανάστας ἢ ξενιτεύοντας ποιήσει , ὁτὲ δὲ καὶ ὀλιγοχρονίους καὶ βιαιοθανάτους ἀποδείκνυσιν , ὅταν τὸν Ἥλιον ἢ τὴν
5625305 ὑπογειοι
καὶ Ἄρης καὶ Ἀφροδίτη νυκτὸς ὑπέργειοι χαίρουσι , ἡμέρας δὲ ὑπόγειοι : Ἑρμῆς παρὰ τὰς αἱρέσεις τοῦ οἰκοδεσπότου ἐν οἷς
ἱερόν ἐστι τῆς Ῥέας Λοβρίνης θαλάμαι τε : τόποι ἱεροὶ ὑπόγειοι ἀνακείμενοι τῇ Ῥέᾳ , ὅπου ἐκτεμνόμενοι τὰ μήδεα κατετίθεντο
5623653 γενεθλια
τὴν ἡμέραν τῆς γενέσεως . Πλάτων : „ βασιλέως ἦν γενέθλια . „ οἱ δὲ Ἀθηναῖοι γενέσια . Γεννάδας .
Θυμβραίου ναῷ Ἡλίου Ἀπόλλωνος ἐκόμισαν , καὶ τὰ τούτων ἐτέλει γενέθλια . συμποσιάσαντες δὲ καὶ κωμάσαντες πανημερίως ἐν τῷ ναῷ
5618324 εὐθυμεισθαι
χαίρειν ὑποδηλοῖ . χαίρειν , ἥδεσθαι , φαιδρύνεσθαι , εὐθυμεῖν εὐθυμεῖσθαι , εὐφραίνεσθαι , εὐσθενεῖν , θάλλειν , τέρπεσθαι ,
. . . ὁ μὲν οὖν εἰπὼν ὅτι δεῖ τὸν εὐθυμεῖσθαι μέλλοντα μὴ . . . ξυνῆι πρῶτον μὲν ἡμῖν
5618245 κραζειν
καὶ τοὺς ἐπὶ τῶν δωμάτων κόρακας ἐκ πολλῆς τῆς κατηχήσεως κράζειν τὴν κατ ' αὐτὸν τοῦ συνημμένου κρίσιν , εἴποι
Γ πῶς δ ' ἂν πεποιθοίη τις : διὰ τὸ κράζειν καὶ βοᾶν τὸν συκοφάντην λέγει ὁ χορὸς ὅτι πῶς
5618188 Κυθηριας
, ἀεὶ καμάτοισι συνήθεις . ἢν δ ' ἰσόμοιρα κέλευθα Κυθηριὰς Ἄρεϊ βαίνῃ , ἠὲ τρίγωνος ἐοῦσα κατ ' ἔμβασιν
, ἀεὶ καμάτοισι συνήθεις . ἢν δ ' ἰσόμοιρα κέλευθα Κυθηριὰς Ἄρεϊ βαίνῃ , ἠὲ τρίγωνος ἐοῦσα κατ ' ἔμβασιν
5612780 θαπτε
στέαρ αὐτοῦ τακὲν ὠταλγίας ἄκρως ἰᾶται . τὸν οὖν ἀσφάλακα θάπτε ἐν τῇ γῇ . εἴ τις δὲ τὴν καρδίαν
σὺ δ ' , ὦ τάλαινα , διπτύχους νεκροὺς στείχουσα θάπτε : δεσποτῶν δ ' ὑμᾶς χρεὼν σκηναῖς πελάζειν ,
5604699 σεσιδηρωμενον
' αὐτοὺς φερομένων βελῶν , ὠσάμενοι τὸ μὲν πρῶτον τὸν σεσιδηρωμένον χάρακα διέσπασαν , τοῖς δὲ πλοίοις πολλὰς ἐμβολὰς δόντες
ἀγωνίσασθαι . προέταξαν δὲ τῆς στάσεως ταύτης τοὺς κομίζοντας χάρακα σεσιδηρωμένον καὶ δεδεμένον ἀλύσεσιν , ὃν παρεσκευάσαντο πρὸς τὴν τῶν
5597934 ἀπονος
, θεραπευθήσει τεμνόμενος . ἀπέθανεν : ἔμελλε γὰρ ὥσπερ θεραπευθεὶς ἄπονος ἔσεσθαι . εἰκὸς δὲ ἦν αὐτῷ χωρῆσαι τοῦτο ,
μεθ ' ἁλὸς ὀλίγου . ὁ φορῶν τὸ περίαπτον τοῦτο ἄπονος ἔσται εἰς τὸ παντελές . Ἄλλο : Αἴγειον ἧπαρ
5574039 φηλουν
χρηστὸς ἡμῖν μοιχός , ἀλλ ' ἀντάλλαγος δύ ' οἰκίας φηλοῦν γερόντων , ὡς λέγεις , ἀβελτέρων . χαλεπόν γε
ἡμῖν μοιχός , ἀλλ ' ἀντάλλαγος . Δύ ' οἰκίας φηλοῦν γερόντων , ὡς λέγεις , ἀβελτέρων . Καὶ θάλαττα
5573854 εἰσβαλλων
καὶ ναυσίπορός ἐστι καὶ μέγιστος τῶν ἐν Βιθυνίᾳ ποταμῶν , εἰσβάλλων εἰς τὸν Εὔξεινον . τοὺς δὲ Βιθυνοὺς καὶ ναυτικωτάτους
τέ : ὁ Τάναϊς ποταμὸς Σκυθίας διαιρεῖ Ἀσίαν καὶ Εὐρώπην εἰσβάλλων εἰς τὴν Μαιῶτιν λίμνην ὥς φησι * καὶ *
5572731 ἀποστροφοι
τοῦ κλήρου κύριος εὑρεθῇ ἐν κακῷ τόπῳ καὶ οἱ ἀγαθοποιοὶ ἀπόστροφοι ὦσι τῆς Σελήνης , οἱ δὲ κακοποιοὶ κεκεντρωμένοι ἢ
μετὰ ἐξοδιασμῶν καὶ ὑπερθέσεως δόξας καὶ κατορθώσεις πραγμάτων ἐπάγουσι , ἀπόστροφοι δὲ μέτριοι πρὸς τὰς αἰτίας γενήσονται . Ἑρμῆς Διὶ
5568835 ἐπταρεν
ἀνδρῶν . ” ὣς φάτο , Τηλέμαχος δὲ μέγ ' ἔπταρεν , ἀμφὶ δὲ δῶμα σμερδαλέον κονάβησε : γέλασσε δὲ
, ἔφη , γέγονεν οἰώνισμα , εἰ τοσούτων περιεστηκότων εἷς ἔπταρεν ; οἱ ναῦται γελάσαντες ἀνήχθησαν . Τιμόθεος παράγγελμα ἔδωκεν
5561115 ἑλκυσματα
προσαρτηθέντες ἐν ἥλοις , οἰωνῶν κατάδειπνα , κυνῶν θ ' ἑλκύσματα δεινά . Ζῆνα δ ' ὅτ ' ἂν φαέθοντα
μελέτωσαν ἢ μελέτω . μέλπηθρα τὰ σπαράγματα τῶν κυνῶν καὶ ἑλκύσματα : μολπὴ γὰρ ἡ παιγνία , οἱ δὲ κύνες
5560766 φιλῃσιν
δ ' ὀλόλυξεν ἰδοῖσα , φᾶ δὲ καθαπτομένα βρέφεος χείρεσσι φίλῃσιν : ὄλβιε κοῦρε γένοιο , τίοις δέ με τόσσον
Ὀδυσσεὺς δύσετ ' . ἄφαρ δ ' εὐνὴν ἐπαμήσατο χερσὶ φίλῃσιν εὐρεῖαν : φύλλων γὰρ ἔην χύσις ἤλιθα πολλή ,
5547966 τυχηις
εἰς ἄλλους τρόπους μισεῖς τε λίαν καὶ φιλεῖς ὃν ἂν τύχηις ; οὐκ οἶσθ ' ὑβρισθεῖσάν με καὶ ναοὺς ἐμούς
σαυτοῦ . τοῦτο γὰρ ἀθάνατόν ἐστι , κἄν ποτε πταίσας τύχηις , ἐκεῖθεν ἔσται ταὐτὸ τοῦτό σοι πάλιν . πολλῶι
5546384 λατρον
τοῦ ν γύννις , τὸ δὲ λάτρις λάτριδος παρὰ τὸ λάτρον ἐστί , τὸ δὲ εὖνις εὔνιδος παρὰ τὸ εὐνή
: Καλλίμαχος , οἷον : δέκα δ ' ἄστριας αἴνυτο λάτρον . εἴρηται δὲ ὑποκοριστικῶς : ὡς γὰρ ὁ Παρθένιος
5534554 παλαμναιος
παλαιὰς καὶ ἀρχαίας , περὶ ἧς ἔφασαν ἔκπαλαι μύθους . παλαμναῖος : φονεὺς ἢ μιαρός . παλαμναῖοι γὰρ λέγονται οἱ
ξενικόν . παιδίσκην : νεανίδα Ἀττικοί , θεράπαιναν Ἴωνες . παλαμναῖος : φονεὺς ἢ μιαρός . παλαμναῖοι γὰρ λέγονται οἱ
5519237 εἰργεσθω
ὁντιναοῦν τῶν ἐμφυλίων αὐτόχειρ κτείνῃ , πρῶτον μὲν τῶν νομίμων εἰργέσθω , μήτε ἱερὰ μήτε ἀγορὰν μήτε λιμένας μήτε ἄλλον
λουέσθω ὡς ἐλάχιστα ψυχρῷ , καὶ γλυκέων καὶ λιπαρῶν παντοίων εἰργέσθω : τὰς δὲ διὰ μεσηγὺ τῶν καθαρσίων ἀδίαντον πινέτω
5514894 ψευστας
κακοστόμους , ἀλλοπροσάλλους , κακογνώμονας , ἐξαπατητάς , κυκητάς , ψεύστας , διαβόλους , ἐπιόρκους , βαθυπονήρους , ἐπιβουλευτικούς ,
τις ἐρωτάσαι τὼς λέγοντας , ὡς ὁ αὐτὸς λόγος εἴη ψεύστας καὶ ἀλαθής , ὃν αὐτοὶ λέγοντι , πότερός ἐστιν
5507811 τυπει
: δάκει . ἀπείριτα : χωρὶς πέρατος . Κεραΐζει : τυπεῖ , οὐτᾷ . Διέσχισε : κέκοψεν . Ἀτέρμων :
ταύτην λαχόντα βασκαίνει , μάλιστα δὲ τὸν προσοικοῦντα ζηλο - τυπεῖ . ἴσως οὖν , ἴσως καρπώσεσθε δι ' ἐμοῦ
5503992 πονηροτατος
Κλειγένην ἐν τοιούτῳ ἤθει λέγει : ὥσπερ εἰ ἔλεγε , πονηρότατός ἐστι πάσης γῆς , ὁπόσης οἱ βαλανεῖς κρατοῦσι ,
ἐκεῖνον ἢ τὴν γυναῖκα ἐξαμαρτῆσαί τι . ἐὰν δὲ πάλιν πονηρότατός τις ᾖ ἀνὴρ ἢ γυνή , καὶ ἀναβῇ ἐπὶ
5500135 μονογαμους
μονοειδεῖ ζῳδίῳ τύχῃ ἢ μεθ ' ἑνὸς ἑῴου τῶν ἀστέρων μονογάμους , ἐὰν δὲ ἐν δισώμῳ ἢ πολυμόρφῳ ἢ πάλιν
μονοειδεῖ ζῳδίῳ ἢ καὶ ἑνὶ τῶν ἀστέρων συνάπτουσα τύχῃ , μονογάμους ἀποτελεῖ , ἐὰν δὲ ἐν δισώμῳ ἢ καὶ πολυμόρφῳ
5496532 Δηλωτικος
ἐν τῷ βίῳ , Ἀνώτερος γάρ ἐστιν Ἑρμῆς Ἡλίου , Δηλωτικὸς δὲ τυγχάνει πονηρίας , Κλοπῆς τε δηλοῖ ψευδεπιπλάστους λόγους
γὰρ ἀφ ' Ὡροσκόπου Ἥλιος εἰσέκλινε τόνδε τὸν τόπον : Δηλωτικὸς δὲ τῆς κακῆς ἐκδημίας , Ἐχθρῶν τε δεινῶν καὶ
5494991 ἐπινωμᾳ
] μερίζει , ἀποκληροῖ . ἐπινωμᾷ ] μερίζει . Ξ ἐπινωμᾷ ] διαμερίζει . ἐπινωμᾷ ] ἐπιμερίζει . θ ἐπινωμᾷ
δ ' ἔρις ἅδ ' ὀτρύνει . ξένος δὲ κλήρους ἐπινωμᾷ Χάλυβος Σκυθῶν ἄποικος , κτεάνων χρηματοδαίτας πικρός , ὠμόφρων
5483965 Ὁδι
. Οἴμοι τάλας , ὡς ὠχρίας ' αὐτὴν ἰδών . Ὁδὶ δὲ δείσας ὑπερεπυρρίασέ σου . Οἴμοι , πόθεν μοι
Νοεῖ μὲν ἕτερ ' ἕτερα δὲ τῇ γλώττῃ λέγει . Ὁδὶ μὲν Ἀναγυράσιος ὀρφώς ἐστί σοι . τούτῳ φίλος Μυνίσκος
5478256 ὑπαυγος
. ἐπὰν δὲ τύχῃ ἀγαθὸς πρὸς τῇ μεσουρανήσει , μὴ ὕπαυγος καθέστηκεν Ἡλίῳ σελασφόρῳ , τοῦτ ' ἔστι μόνας δώδεκα
ἀποκεκλικὼς καὶ ἐν τόπῳ κακῷ καὶ ἐν ἀλλοτρίῳ ζῳδίῳ καὶ ὕπαυγος ᾖ ἢ ἀναποδίζων , καὶ μάλιστα ἐὰν ᾖ ἐν
5478008 ἐπικοινος
, τρίγωνον ἡμέρας μὲν Κρόνου , νυκτὸς δὲ Ἑρμοῦ , ἐπίκοινος Ζεύς . ἔχει δὲ δεκανοὺς γʹ . καὶ τῷ
θηλυκοὶ δὲ Σελήνη , Ἀφροδίτη , ὁ δὲ τοῦ Ἑρμοῦ ἐπίκοινος . ἔτι μὴν καὶ παρὰ τοὺς τοῦ Ἡλίου σχηματισμοὺς
5476424 ὑδατωδεστερα
: τὰ μὲν γὰρ μελαγχολικώτερα φύσει , τὰ δ ' ὑδατωδέστερα , τὰ δὲ πικρόχολα ταῖς οὐσίαις ἐστίν . καὶ
καὶ ὄγκος ἐν γαστρὶ ἔνεστι καὶ φῦσα , καὶ οὐρεῖ ὑδατωδέστερα , οἷς χρὴ τεκμαιρομένην μηδὲν διδόναι , ἔστ '
5474710 ἀνατολικος
Ἴωνες ψιλωταί εἰσιν , οἷον ἀφηλιώτης ἀπηλιώτης , ἄνεμος ὁ ἀνατολικός , ἀνθ ' Ἅιδου ἀντᾴδου . . . .
ὄρος Ἄτλας , ὅπερ ἐστὶ δυτικόν . ὁ δὲ Πόντος ἀνατολικός : ἄλλως : εἰς τὰ ἔσχατα . ἵνα καὶ
5473688 ἐμπυος
βήττειν , λύττειν , ἐφ ' ὧν τὸ ἀνακογχυλιάσαι . ἔμπυος , ὑπόπυος . ὕφαιμος ἄναιμος , ἄνικμος , ὑπέρπλεως
ἀσχολεῖσθαι ἀττικουργές βαθύς βοίδης βουκόρυζαν βρυχᾶται δεδείπνηκας διήρτησεν δύσριγος Ἐλευθέριος ἔμπυος ἐξανέψιοι , ἐξανέψιαι ἐπισημαίνειν ἔσχεν ἠγρηγόρειν καὶ ἐγρηγόρειν ἡμίγραφον
5471155 τοιχωρυχους
οἶκος ἐστὶ τοῦ Κρόνου , δηλοῖ πάλιν Λωποδυτοῦντας εἴτε καὶ τοιχωρύχους : Εἰ δ ' οἶκος Ἑρμοῦ , ψευδεπιπλάστους λόγους
δεῖ καὶ ὅτε δεῖ : οὐ γὰρ προσδιοριστέον , τοὺς τοιχωρύχους πῶς δεῖ κλέπτειν καὶ πότε καὶ τίνα καὶ παρὰ
5467062 κυριευσιν
. ἄλλα ὠφέλιμον . Ὤμου τὸ μέσον ἁλλόμενον πολλῶν ἀγαθῶν κυρίευσιν καὶ δούλῳ δηλοῖ καὶ ἐλευθέρῳ . Ὠμοπλάτης εὐώνυμος ἁλλόμενος
τὸν μέσον κυρίευσιν τινῶν πραγμάτων σημαίνει . Δάκτυλος ὁ μέγας κυρίευσιν χρημάτων δηλοῖ . Περὶ τὴν εὐώνυμον χεῖρα : Δάκτυλος
5461445 ἀποφυγη
' ἔσται σωτηρίας τε καὶ εὐδαιμονίας μεστὰ καὶ πάντων κακῶν ἀποφυγή : εἰ δὲ μή , μήτ ' ἐμὲ μήτ
καὶ διάνοια . καὶ ἀπάτητον πρᾶγμα . ἀναχώρησις : ἡ ἀποφυγή . Δημοσθένης ἐν τῷ παραπρεσβείας . αὐτομήνυτος : ὁ
5459826 Νομος
στεναγˈμὸν βαρύν : ἦν διακρῖναι ἰδόντα πολλὸς ἐν καιρῷ χρόνος Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων ἄγει δικαιῶν
συνήθεια τρέψασα τὸ α εἰς ε , λέγει νερόν . Νόμος . παρὰ τὸ νέμω ῥῆμα . ὁ νέμων πᾶσι
5459520 ἀπεριττος
ἐστι καὶ συνεστραμμένος καὶ ἀπορητικός , κατὰ δὲ τὴν φράσιν ἀπέριττος διὰ τὴν τῆς ἀληθείας εὕρεσίν τε καὶ σαφήνειαν ,
μὲν γὰρ ἡ φύσις ἀκριβὴς καὶ φιλότεχνος καὶ ἀνελλιπὴς καὶ ἀπέριττος . “ οὐδέν , ὡς ἔφησεν Ἐρασίστρατος , ἔχουσα
5454386 ἐξυπνος
Εἶπον τοῖς υἱοῖς τοῦ οὐρανοῦ τοῦ ἐλέγξαι αὐτούς . Καὶ ἔξυπνος γενόμενος ἦλθον πρὸς αὐτούς , καὶ πάντες συνηγμένοι ἐκάθηντο
καὶ εὑρήσεις ἐκεῖσε χρυσίου τάλαντα ἑκατόν . ” ὁ δὲ ἔξυπνος γενόμενος μετὰ πολλῆς χαρᾶς κατῆλθεν εἰς τὸν ὑποδειχθέντα αὐτῷ
5446269 ἐνδημον
συνδικῆσαι τῷ δήμῳ , μηδὲ ἀρχὴν ἀρχέτω μηδεμίαν , μήτε ἔνδημον μήτε ὑπερόριον , μήτε κληρωτὴν μήτε χειροτονητήν , μηδ
πόλιν δαΐζων , ἄχορον ἀκίθαριν δακρυογόνον Ἄρη βοάν τ ' ἔνδημον ἐξοπλίζων . νούσων δ ' ἑσμὸς ἀπ ' ἀστῶν
5441763 προγενομενη
τὴν Σελήνην ἐπὶ τὴν μοῖραν ἴδε , πῶς γέγονεν ἡ προγενομένη σύνοδος , καὶ ἀπ ' αὐτῆς προτίθει τὰς ἡμέρας
. ἐπὶ δὲ τῶν ἡμερινῶν γεννωμένων ἐὰν ᾖ ἔγγιστα ἡ προγενομένη πανσεληνιακὴ συζυγία οὐκ ἀλόγως δοκεῖ ἐπὶ τὴν σύνοδον ἀνατρέχειν
5439395 χρησιμωτερος
τίς σοι τῶν γνωρίμων , ἔφη , πολὺ τῶν οἰκετῶν χρησιμώτερος ὢν κινδυνεύει δι ' ἔνδειαν ἀπολέσθαι , οὐκ οἴει
ἐπιγίνηται πλῆθος ὕδατος : δι ' ὃ καὶ ταῖς ἐπομβρίαις χρησιμώτερος ὅ γε συνεχὴς καὶ πλείων κοπρισμὸς , ἐν δὲ
5437724 κρεισσονας
ὀργῆς κρατεῖν . Ἀλαζονείας οὔτις ἐκφεύγει δίκην . Ἅπαντας αὑτῶν κρείσσονας ἀνάγκη ποιεῖ . Αἰσχρὸν δὲ μηδὲν πρᾶττε μηδὲ μάνθανε
: ἄφρων δ ' , ὅς κ ' ἐθέλῃ πρὸς κρείσσονας ἀντιφερίζειν : ἀμφότερον : νίκης τε στέρεται πρός τ
5436686 παλιγκαπηλος
. . σκοτεινῷ . τὸ γὰρ πάλιν ἐπίτασιν δηλοῖ ὡς παλιγκάπηλος καὶ παλίμπρακτος . παλιντράπελον : ἀντίστροφον . ἐναντίον ,
ἀρχή τις Ἀθήνησιν ἐπιμελουμένη τοῦ καθαίρεσθαι τὴν κόπρον . Καὶ παλιγκάπηλος καὶ μεταβολεύς . Παλιγκαπηλεύειν : τὸ πραγματεύεσθαι . Μεταβολεύς
5436264 ἀλλασσομενου
κινναβαρίζων . πλύνεται ὡς ἡ καδμεία , τετράκις τῆς ἡμέρας ἀλλασσομένου τοῦ ὕδατος . Εἰ μὲν οἷα τὰ καλούμενα ἄκοπα
πλύνεται δ ' ὥσπερ ἡ καδμεία , τετράκις τῆς ἡμέρας ἀλλασσομένου τοῦ ὕδατος , ἄχρι μηδεμία ἐφίστηται λάμπη : καὶ
5436040 ἀχρονους
τούτων τὴν ζωὴν καὶ τὸν βίον κληρώσηται , δυστυχεῖς καὶ ἀχρόνους σημαίνει : ἀσύνδετα δ ' ἐστὶ ζῴδια ὀκτὼ ἀριθμούμενα
. οἱ φωστῆρες ἐν ταῖς ἐσχάταις μοίραις τῶν ζῳδίων ὄντες ἀχρόνους ποιοῦσιν : Σελήνη ἐν ἐκλειπτικῷ συνδέσμῳ οὖσα καὶ ὑπὸ
5435004 δασμων
ἀπηνής : χαλεπὴ , ἀγρία . Συνέστιος : σύνοικος . δασμῶν : φόρων , πλεονεκτημάτων , μερισμῶν , φόβου ,
: τοὺς γὰρ παραγενομένους τῶν Μινυῶν ἐπὶ τὴν ἀπαίτησιν τῶν δασμῶν καὶ μεθ ' ὕβρεως εἰσπραττομένους ἀκρωτηριάσας ἐξέβαλεν ἐκ τῆς
5434396 διεδειξε
μεγάλαις κτησάμενος . οὗ δὴ καὶ τὰ μάλιστα τῆς φύσεως διέδειξε τὴν ἰσχύν : αὐτῷ γὰρ ἥκιστά μοι συνὼν τῶν
δὲ τὰς ἐν θαλάσσῃ καὶ τοσούτοις πελάγεσιν ὁδοὺς ἀνέτεμε καὶ διέδειξε πλωτῆρσιν εἰ μὴ αἱ τῶν ἀστέρων στροφαὶ καὶ περίοδοι
5431661 τετραγωνιζῃ
ὁ μὲν Ἄρης τριγωνίζῃ τὴν Σελήνην , ὁ δὲ Κρόνος τετραγωνίζῃ , ἢ τὰ δεσμὰ συντρίψουσιν οἱ δεσμῶται ἢ τὸν
δὲ τῇ δύσει ὁ φεύγων . ἐὰν δὲ ὁ κλῆρος τετραγωνίζῃ τόν τε ὡροσκόπον καὶ τὸ δῦνον , εἰ μὲν
5431136 συσχηματιζομενοι
τοῖς ζῳδίοις καὶ τοὺς φθοροποιούς : ἀπάτης γὰρ αἴτιοι γίνονται συσχηματιζόμενοι . ἐὰν δὲ Κριῷ καὶ Καρκίνῳ καὶ Λέοντι καὶ
τῶν καθόλου φύσεων οἰκοδεσποτήσαντες ἀστέρες καὶ ταῖς ἐπὶ μέρους τύχωσι συσχηματιζόμενοι . Χρήσιμοι δ ' ἂν εἶεν πρὸς τὰς τῶν
5425873 διοικηται
. , . . . . + . Βραβευταί : διοικηταί , κριταί , ὁρισταί . κυρίως δὲ βραβευταὶ λέγονται
ἐπειδὴ ἐκεῖ ἐκάθηντο οἱ πρυτάνεις , οἱ τῶν ὅλων πραγμάτων διοικηταί . ἄλλοι δέ φασιν ὅτι τὸ πρυτανεῖον πυρὸς ἦν
5423928 δυτικος
κακά , ἐὰν δέ τις τῶν ἀγαθοποιῶν ἴδῃ τὸν τόπον δυτικὸς ὢν καὶ μέλλῃ μετὰ ζ ἡμέρας ἀνατολικὸς εἶναι ,
αἱ Πλειάδες προσδύνουσι , πρὸς εἰκοστὴν ἑβδόμην ὁ Ἀρκτοῦρος δὲ δυτικὸς , τὴν εἰκοστὴν ὀγδόην καὶ τὴν ἐννάτην τὸ αὐτὸ
5423713 ἀνατρεπων
εἴη τοῖς ἀνθρώποις διὰ τὴν τῶν ὀνομάτων διαφορὰν ὑποσκελίζων καὶ ἀνατρέπων , ὥσπερ οἱ τὰ σκολύθρια τῶν μελλόντων καθιζήσεσθαι ὑποσπῶντες
δυσαγώνιστος , προωθῶν , προρρηγνύμενος , ἐμπίπτων , προσπίπτων , ἀνατρέπων , κόπτων τοῖς ὀδοῦσιν , ἀνοίγων , ἀναρρηγνύς ,
5420452 στραβος
στίλβω στιλπνός , ὡς τέρπω τερπνός . . , : στραβός : παρὰ τὸ στρέφω , τροπῇ τοῦ ε εἰς
στρεβλός : ὁ διάστροφος τοὺς ὀφθαλμούς , ἀλλ ' οὐχὶ στραβός . σφαιρομαχεῖν : τὸ τὰς σφαῖρας περιδονούμενον διαμάχεσθαι .
5420105 ἐναλλαγδην
ἀστέρες , εὐέρκται δὲ θοῇ συνέωσι Σελήνῃ , ἢ καὶ ἐναλλάγδην , σκαιὴν ποιοῦσι θάλασσαν . Σελήνη ἀμαρτύρητος οὖσα ὑπὸ
αὐτῷ Στίλβοντι φαείνητ ' ἠδέ θ ' ὅροισιν ἀλλήλων βεβαῶτες ἐναλλάγδην φορέοιντο , θείῃσιν σοφίῃσι κεκασμένοι ἐξεγένοντο ἀνέρες : ἢ
5419481 σιλιγνιτης
καὶ τῇ ὀπτήσει . καὶ ὁ μὲν πρῶτος αὐτῶν ὀνομάζεται σιλιγνίτης : ὁ δὲ ἐφεξῆς αὐτῷ σεμιδαλίτης . τρίτος δὲ
αἱ οὐρήσεις γένοιντο ἄν . οἱ δὲ ἕτεροι ὅ τε σιλιγνίτης καὶ ὁ σεμιδαλίτης , τοὐναντίον ἐφεκτικοὶ , δυσέκκριτοι καὶ
5417625 πεισθω
] ] πεισθήσομαι , βούλει ἵνα πεισθῶ , ὑπακούω , πεισθῶ , ἀκούσαιμι . . ἔκστρεψον ] μετάλλαξον . ἔκστρεψον
εἶπον ὑπόπτερον τοῦτον ἢ αὐτὸν ἀργεῖν ἢ ἑτέρους ἐθίζειν ἐγὼ πεισθῶ ; οὐκ ἄρ ' ἐπίστασθαι δόξω τῶν πραγμάτων οὐδὲν
5416101 μυστων
. λέγει δὲ ἐκεῖνο τὸ τέρας , ὅτε κατελθόντων τῶν μυστῶν ἐπὶ τὴν θάλασσαν ἐπὶ τὸ καθαρθῆναι , ἥρπασαν ἕνα
. μάχηι κρατήσας ἢ θεᾶς δωρήμασιν ; μάχηι : τὰ μυστῶν δ ' ὄργι ' εὐτύχης ' ἰδών . ἦ
5413772 ἡμερινη
ἢ ἀπολεσθήσεταί τις ἐξ αὐτῶν , καὶ μάλιστα εἰ ὑπάρχει ἡμερινὴ ἡ ἐναλλαγὴ καὶ ὑπάρχουσιν ἀμφότεροι ὑπὲρ γῆν . εἰ
ἐξόδους ὑποστήσεται προφάσει ἀποδημιῶν καὶ τέκνων , καὶ μάλιστα ἐὰν ἡμερινὴ τυγχάνῃ ἡ ἐναλλαγὴ καὶ ὑπάρχει ἐν τῷ μεσουρανήματι :
5413494 πανουργοτατον
φυγῇ ὢν παρὰ Προυσίᾳ τῷ Βιθυνῷ , καθάπερ ἄξιον ἦν πανουργότατον καὶ ὠμότατον ὄντα : ὡς γὰρ δὴ ἐκράτησεν τῶν
' Εὐρύβατος δύω βαρυδαίμονε ἄνδρε . Νίκανδρος : Αἰγίνεον Εὐρύβατον πανουργότατον : οὗ μνημονεύει Ἀριστοτέλης ἐν πρώτῃ περὶ δικαιοσύνης .
5412344 Τυρρηνικος
Καλλαίσχρου περὶ τῶν τιμῶν : πολλάκις , ὦ Ἀθηναῖοι . Τυρρηνικός : ἅπαντα συμβήσεσθαι ἔτι . Κατὰ Διονυσίου τοῦ ἐπὶ
καὶ πωλούμενον . . . . , . , . Τυρρηνικός : ἅπαντα συμβήσεσθαι ἔτι . . . . κέρκουρος
5406720 ἀκληρος
διὰ τῆς αὐτῆς πρόεισι γραφῆς : οἷον , ναύκληρος : ἄκληρος : ἐπίκληρος . Τὸ ἧλος διὰ τοῦ η :
ἢ τὸν τῆς γῆς ἢ τὸν τῆς οὐσίας : ὅθεν ἄκληρος ὁ πτωχός , καὶ ἐπίκληρος ὁ κληρονόμος . ἤδη
5401592 Κυφος
φησὶν Ὅμηρος . . Κύφος πόλις Θετταλίας . καὶ ποταμὸς Κύφος . . τόν τ ' ἐκ Παλαύθρων : *
] τοῦ ἀπογόνου Κύφου . οὕτως φησὶν Ὅμηρος . . Κύφος πόλις Θετταλίας . καὶ ποταμὸς Κύφος . . τόν
5401146 ὠχριων
γὰρ ὁ ἐρυθριῶν διὰ τὸ αἰσχυνθῆναι ἐρυθρίας λέγεται οὔτε ὁ ὠχριῶν διὰ τὸ φοβηθῆναι ὠχρίας , ἀλλὰ μᾶλλον τὸ πεπονθέναι
πᾶς γὰρ καταβαίνων εἰς τὸ μαντεῖον ἐκεῖνο ἀγέλαστος ἀνῄει καὶ ὠχριῶν διηνεκῶς . ἔλεγχος δὲ ἦν οὗτος αὐτῶν τούτων ὅτι
5400469 πυργινα
ἀνασπῶντες , ὡς Ξέρξης τολμήσας ἐποίησε . λέγεται δὲ καὶ πύργινα νόμιμα τὰ πυργοῦντα καὶ συνιστῶντα τὰς πόλεις . ἄλλως
ἤγουν οἱ νόμοι οἱ ὑψηλοὶ πάντα διῴκουν τὰ ἡμέτερα . πύργινα ] † τὰ ὑψηλὰ . πάντ ' ] ἤγουν
5397926 ἱλαρα
καὶ ιγʹ μετὰ καὶ τοῦ αἰσίως , ἡ δὲ ιδʹ ἱλαρὰ σημαίνει , ἡ ιεʹ ἔμπρακτος μέν , ἐπιβλαβὴς δέ
τὰ πρόβατα ταῦτα ὡσεὶ τρυφῶντα ἦν καὶ λίαν σπαταλῶντα καὶ ἱλαρὰ ἦν σκιρτῶντα ὧδε καὶ ἐκεῖ , καὶ αὐτὸς ὁ

Back