ἂν τοῦτο τὸ σῆμα ἐπώνυμον τῇ αὐτοῦ ἀναιρέσει . καὶ νύκτα ταύτην ἣν λέγεις : ὁ νοῦς : ταύτην δὲ
τὸν Δᾶμιν ἀπέβλεπε , συνεὶς δὲ ἐγὼ τὸ κινδύνευμα τὴν νύκτα ἐκέλευσα περιχυθεῖσαν διαλῦσαι τὴν συνουσίαν . ἀπῆλθον οὖν εἰς
7973574 ἐπιουσαν
πρὸς ταῖς ἑβδομήκοντα ὀλυμπιάδι οὐ κατὰ τὰ αὐτὰ ἐς τὴν ἐπιοῦσαν ὀλυμπιάδα ἔμελλε χωρήσειν : Θεαγένης γὰρ ὁ Θάσιος ὀλυμπιάδι
ἀξίωσιν ἀνδρὶ ἀρίστῳ , καὶ τὴν βουλὴν ἅμα οἱ θεωροῦντες ἐπιοῦσαν : οἱ δὲ τὰ ξύλα τῶν Γρακχείων αὐτῶν περισπάσαντες
6783417 νυκτος
] . διαπορήσει δέ τις ὅπως * * οἳ τετράμοιρον νυκτὸς φυλακήν . πρὸς ὃ ῥητέον ὅτι οὐκ ἐν τῷ
ἀστέρος . οἷον ἔτος δʹ Ἀδριανοῦ Μεχὶρ κατὰ Ἀλεξανδρεῖς ιγʹ νυκτὸς ὥρα αʹ : τὰ ἀπὸ Αὐγούστου ἔτη πλήρη ρμηʹ
6654453 ὀρθρου
γένεσιν . οὕτω γὰρ καὶ ἡμέραν φαμὲν γίνεσθαι ἐκ τοῦ ὄρθρου τοῦ ἔχοντος ἀμυδρὸν τὸ φῶς : ἀμέλει τοι μετὰ
κηρωτῇ , ἐμπλάσας τε ἐπίθες ἑσπέρας καὶ ἔα διανυκτερεῦσαι , ὄρθρου δ ' ἀφελὼν τὸ φάρμακον ῥῆξον τὴν φλύκταιναν καὶ
6545028 νυξ
, σκοτεινῆς . νυκτὸς ὄμμ ' ] † ἤγουν ἡ νύξ . ἀφείλετο ] τὸν πόλεμον , τὴν μάχην .
τούτων ἡ διατύπωσις , τὸ δὲ ὀρώρει δ ' οὐρανόθεν νύξ ἐπιφώνημα λοιπόν ἐστιν : ᾗ μὲν γὰρ ἐκ τῶν
6496596 δειλην
ὅτι οἱ ἀρχαῖοι τρισὶ τροφαῖς ἐχρῶντο . : ἔνιοι τὴν δείλην διατρίψας , οὐ φαγών . . . . .
νύκτας . ἐκ τούτων δὴ πάντων ἔλαβε τὸ , ἐς δείλην ἀσκαρίδες . ἡ γὰρ δείλη ἀναλογεῖ τῷ φθινοπώρῳ ,
6481334 ἑωθεν
μετὰ τὸ ϲυμμέτρωϲ δειπνῆϲαι : ὁ δὲ ϲφοδρότερον κενοῦϲθαι δεόμενοϲ ἕωθεν ἐπιθύμου πινέτω δραχμὴν ἐν ὀξυμέλιτι ἦροϲ ὥρᾳ . Ἐπὶ
εἴς τι κοῖλον χωρίον παρὰ τὴν πόλιν , αὐτὸς δὲ ἕωθεν διπλοΐδα Φρυγίαν τραχεῖαν καὶ ῥυπῶσαν περιβαλόμενος , πίλιον [
6431356 ἡμερην
Πυθέω τοῦ Ἰσχενόου ἐπιβατεύοντος , ἀνδρὸς ἀρίστου γενομένου ταύτην τὴν ἡμέρην : ὃς ἐπειδὴ ἡ νηῦς ἡλίσκετο ἐς τοῦτο ἀντεῖχε
Ἀφροδίτην ὥσπερ αἰτίην τούτων λύχνοις ἐτίμα , καὶ καθ ' ἡμέρην πᾶσαν ἔθυεν ηὔχεθ ' ἱκέτευεν ἠρώτα , ἕως ποτ
6426867 νυκτι
ἀγκὰς ἑλὼν νεὸς ἀμφιελίσσης ἐννῆμαρ φερόμην : δεκάτῃ δέ με νυκτὶ μελαίνῃ νῆσον ἐς Ὠγυγίην πέλασαν θεοί , ἔνθα Καλυψὼ
ἀοῖ ἤλυθες . ἤλυθες , ὦ φίλε κοῦρε , σὺν νυκτὶ τρίτῃ καὶ ἀοῖ τρίτῃ , ἤγουν μετὰ τρεῖς ἡμέρας
6250470 πρωϊ
: οἵτινες ἐγίνοντο , ὅτε ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη πρωῒ ὑπὲρ γῆς φαίνονται . Ἢ ὅτι ἐκόμιζον αὐτὸν ,
, ὤτων ἦχος καὶ ῥινῶν ἔμφραξις καὶ ὀφθαλμοὶ δακρύουσι τῷ πρωῒ , τινὲς δὲ καὶ ἀμβλυωποῦσιν : ὅτε ταῦτα γίγνονται
6156279 νυχθ
δῆτ ' ὦ θεοί . κέρασον ἄκρατον : εὐφρανεῖ τὴν νύχθ ' ὅλην ἐκλεγομένας ὅ τι ἂν μάλιστ ' ὀσμὴν
οὐδ ' ὡς ὅταν μάλισθ ' ὑπό του ληκώμεθα τὴν νύχθ ' , ἕωθεν σκόροδα διαμασώμεθα , ἵν ' ὀσφρόμενος
6060621 ὀρθρον
ἀλλ ' οὐδεμία πάρεστιν ἃς ἥκειν ἐχρῆν . καίτοι πρὸς ὄρθρον γ ' ἐστίν , ἡ δ ' ἐκκλησία αὐτίκα
εἴδωλα τῶν Περσῶν ἐπὶ τοῖς μακροῖς ξύλοις ὁρῶντες ὑπὸ τὸν ὄρθρον πρὸς τὰς ἀκροπόλεις πόρρωθεν οἱ Λυδοὶ εἰς φυγὴν ἐτράποντο
6039901 ἑβδομην
ἱεροπρεπὲς αὐτῆς πεφοίτηκε . Τοσούτου δ ' ἀξιοῖ σεβασμοῦ τὴν ἑβδόμην , ὥστε καὶ ἄλλα ὁπόσα ταύτης μετέχει τετίμηται παρ
καὶ τὴν πέμπτην ἕκτην καὶ τὴν ἕκτην πέμπτην καὶ τὴν ἑβδόμην τετάρτην καὶ τὴν ὀγδόην τρίτην καὶ τὴν ἐνάτην καὶ
5976243 ὡρην
μεταλλάσσοντα τὴν ἰδέην μηδὲ γίνεσθαι παντοῖον , ἀλλ ' ἢ ὥρην τινὰ τοῦ ἐνιαυτοῦ ἢ τῆς ἡλικίης τῆς τοῦ ἀνθρώπου
ἐσθῆτα δὲ ἐνείσθω κούφην καὶ μαλθακήν : καὶ γαλακτοποτεέτω τὴν ὥρην καὶ ὀῤῥοποτεέτω πέντε καὶ τεσσαράκοντα ἡμέρας . Ταῦτα ἢν
5869164 ὡραν
α ὕδατι διαλύσας ποίει κηρωτῆς πάχος καὶ ἐπιχρίσας καὶ διαστήσας ὥραν μίαν ἀπόνιπτε χλιαρῷ . Ἄλλο : νίτρου , κόμμεως
μοίρας ὄντος τοῦ Ταύρου . ἀλλ ' εἰς ἐκείνην τὴν ὥραν ἡ μὲν τοῦ ἡλίου μέση πάροδος κατὰ τὰς ἀποδεδειγμένας
5821299 ἐνατην
ἀγαγόντων εἰς Στάγειρα : ἐγεννήθη δὲ κατὰ τὴν ἐνενηκοστὴν καὶ ἐνάτην Ὀλυμπιάδα Διοτρεφοῦς Ἀθήνησιν ἄρχοντος τρισὶν ἔτεσι Δημοσθένους πρεσβύτερος .
ἰόντα . . . . . . . . . ἐνάτην περὶ γαῖαν . Αὐτὴν μέν μιν ἔτετμε μεσήρεα παντὸς
5780284 ἀσεληνον
ὡς παίγνιον . ὁ δὲ τοῖς Ἀβυδηνοῖς τὸ ἀπόρρητον ἐξαγορεύσας ἀσέληνον νύκτα παρατηρήσας κατὰ τὴν ὑδρορρόην , τοῦ Θεοδώρου τὸν
οἰκούντων Θεσσαλοῖς πολεμούντων τέχνῃ ἐκράτησεν ἄνευ μάχης . νύκτα παραφυλάξας ἀσέληνον καὶ σκοτεινὴν ἐκέλευσε τοὺς στρατιώτας διασπαρέντας ἀνὰ τὸ πεδίον
5724888 νυκτας
ἐφ ' ἑνός τε καὶ τοῦ αὐτοῦ σχήματος διέμεινε δύο νύκτας καὶ τρεῖς ἡμέρας μήτε τροφῆς μήτε ποτοῦ μετασχὼν μήτε
καὶ πηλῷ φιλοπόνως περιχρίσαντες ὀπτῶσιν ἐν καμίνῳ πέντε ἡμέρας καὶ νύκτας ἴσας ἀδιαλείπτως : ἔπειτα ἐάσαντες ψυχθῆναι τῶν μὲν ἄλλων
5707912 σκοτεινην
πυλωροῦ . Ἄλλα τε οὖν προσυνέθεντο καὶ νύκτα ἀσέληνον καὶ σκοτεινήν , ἐν ᾗ ἔδει τὸν μὲν ἀνοῖξαι , τὸν
. μελάγκροκον ] τὴν διάγουσαν τοὺς νεκρούς . μελάγκροκον ] σκοτεινήν . μελάγκροκον ] μέλαιναν . μελάγκροκον ] τὴν μέλανα
5636378 χειμεριον
δυσφεγγές , ἀνήλιον , ἄκρατον , ἄνισον ταῖς ὥραις , χειμέριον δυσχείμερον , κρυῶδες κρυμῶδες , παγετῶδες , κάτομβρον ,
ὁδὸν ψαμμώδη καὶ ἄνυδρον : εἰ γάρ τι καὶ νᾶμα χειμέριον ἦν , ἐξήραντο ὑπὸ τῆς φλογὸς τοῦ ἡλίου ,
5595706 κοιτην
δυσκολοκοίτου ] δυσκολῶς κοιμᾶσθαι ποιούσης , τῆς ποιούσης δυσκολαίνειν τὴν κοίτην , δυσχερεστάτης δυσκόλου κοίτης , δυσχερῶς ἐχούσης κοιτάζεσθαι .
ῥῆξιν καὶ ταριχοφαγία καὶ τῆϲ διὰ κολοκυνθίδοϲ ἱερᾶϲ καταπότια πρὸϲ κοίτην λαμβανόμενα . ἀρξαμένου δὲ ἐκκρίνεϲθαι τοῦ πύου αὖθιϲ διδόναι
5593159 μεσουσαν
ἐδόκει τῷ θεῷ , συνέβαινέ σφισι τοιάδε . ποιμὴν περὶ μεσοῦσαν μάλιστα τὴν ἡμέραν ἐπικλίνων αὑτὸν πρὸς τοῦ Ὀρφέως τὸν
εἰκότως ἀνέπεισεν εἰς τόνδε ὑμᾶς ἀγεῖραι τὸν σύλλογον καὶ ταῦτα μεσοῦσαν ἄγοντας ἔτι τὴν ἑορτήν . πρὸς τὸν μεμψάμενον ,
5592611 φαιδραν
αὐτὰ χειμῶνα ὁμολογεῖ . ἄρνες δὲ καὶ ἔριφοι ἀλλήλοις ἐμπηδῶντες φαιδρὰν ἡμέραν δηλοῦσιν . ὑπόχυσιν δὲ ὀφθαλμοῦ αἲξ παθοῦσα πρόσεισι
καὶ ἀπόζει αὐτοῦ ἥδιον ἢ τοῦ μετοπώρου τῶν μύρτων . φαιδρὰν δὲ ὀφρὺν περὶ τὸ ὄμμα βέβληται , τὸ γὰρ
5566201 γαληνην
εἴη καὶ ἥμερος : ἀλλ ' ὅταν ἐκεῖνο τὸ ὄμμα γαλήνην ἔχῃ , Ὧι λαοί τ ' ἐπιτετράφαται καὶ τόσσα
, καὶ ἡμέρας διὰ τὴν ἐν ταῖς νήσοις ἡσυχίαν καὶ γαλήνην ἀφικόμεναι κοιμῶνται , καὶ τοῦτο ποιοῦσι πρὸς τὸν ἥλιον
5555249 σκιαν
τινα φέρων κρέας , καὶ κατὰ τοῦ ὕδατος τὴν αὐτοῦ σκιὰν θεασάμενος , οἰηθεὶς ἕτερον εἶναι κύνα μεῖζον κρέας ἔχοντα
οἷον δὲ θέρους ὑποδραμεῖν σπήλαιον καὶ σχεδιάσαι χαμεύνιον καὶ ὑπὸ σκιὰν ἀναπαύσασθαι , ἡλίκη δ ' αὖρα [ ] γλυκυθυμία
5529616 ἀκτινα
' ἐπὶ κέντροις . εἰ δέ τε καὶ Φαίνων ὀλοὴν ἀκτῖνα βάλῃσιν , ἄχθεσιν ἢ λάεσσι δόμων τ ' ὀροφῇσιν
συνηγμένον πλῆθος τῶν ἐτῶν ἀποφαίνεσθαι , ἐάνπερ μηδεὶς ἀναιρέτης τὴν ἀκτῖνα ἐπιφέρῃ . ἐὰν γὰρ ἐν τῇ κʹ μοίρᾳ τῶν
5526906 ἐπερχομενος
αὐτίκ ' ἐπερχομένοιο Σκορπίου ἐμπίπτοιεν ἐϋρρόου ὠκεανοῖο : ὃς καὶ ἐπερχόμενος φοβέει μέγαν Ὠρίωνα . Οὐδὲ μὲν Ἀνδρομέδης καὶ Κήτεος
[ ] : σῴζοις δ ' Ἀτθίδα Κεκροπίαν πόλιν αἰὲν ἐπερχόμενος [ ] , ἰὲ Παιάν . Ἤπιος ἔσσο ,
5521919 ἐκοιμηθη
: πάντα παρωξύνθη : λῆρος : νύκτα δυσφόρως : οὐκ ἐκοιμήθη . Ἕκτῃ , διὰ τῶν αὐτῶν . Ἑβδόμῃ ,
, ὁ πυρετὸς παρωξύνθη : φρικώδης : ἀσώδης : οὐδὲν ἐκοιμήθη : ἤμεσε χολώδεα , ξανθά : οὖρα ὅμοια :
5519008 ἡμερας
ἐνδιεσκευνῶς * εἰς Αἴγυπτον . Παράπλους δὲ τῆς Ἰστριανῶν χώρας ἡμέρας καὶ νυκτός . ΛΙΒΥΡΝΟΙ . Μετὰ δὲ Ἴστρους Λιβυρνοί
τοῦ συμβαίνοντος διχομηνίαν ἐκάλεσαν : καὶ καθόλου δὲ πάσας τὰς ἡμέρας ἀπὸ τῶν τῆς σελήνης φωτισμῶν προσωνόμασαν : ὅθεν καὶ
5517098 εἰκοστην
: ἐξέρυθρος . Γυναικὶ καρηβαρικῇ ἰσχυρῶς , ταύτῃ ἐκρίθη περὶ εἰκοστήν : καυσώδης ὑποχόνδρια : ἑβδόμῃ οὐ κάρτα ᾑμοῤῥάγησεν :
πέμπτη ἐς τὴν ἑπτακαιδεκάτην , ἡ δὲ ἕκτη ἐς τὴν εἰκοστήν : αὗται μὲν οὖν ἐπὶ τῶν ὀξυτάτων διὰ τεσσάρων
5512428 ἑσπερας
“ ” Νὴ τοὺς θεούς , “ ἔφη , ” ἑσπέρας γε . “ Καὶ ἅμα ἐπιψηλαφήσας τοῦ σκίμποδος ἐκαθέζετο
αὐτὸς συναθροίσας στρατιώτας καὶ τὸν Χρυσόσκουλον ἐπιδημοῦντα τηνικαῦτα τοῖς τῆς ἑσπέρας μέρεσι προσλαβόμενος πάλαι γὰρ ἔφθη προσχωρήσας Ῥωμαίοις , ὁπηνίκα
5494953 χειμερινην
τούτων , εἰ μὲν τοσοῦτον ἦν τὸ διαφέρον παρὰ τὴν χειμερινὴν τοῦ ἡλίου πορείαν , ὥστε ποιεῖν θέρος περὶ τὴν
αὐτῷ καταστήσαντες τὴν ἑαυτῶν καὶ ποιήσαντες ζητεῖν τόπους ἑτέρους εἰς χειμερινὴν καθέδραν ; εἶθ ' οὓς ἀπολωλέναι πάλαι προσῆκεν ,
5482234 φλογα
. τελευταῖον διά τινος μηχανῆς πῦρ μετά τινος ἐνθουσιασμοῦ καὶ φλόγα διὰ τοῦ στόματος ἠφίει , καὶ οὕτω τὰ μέλλοντα
δοκεῖν ἐρυθρὸν εἶναι : καὶ τὴν ἀπὸ τῶν χλωρῶν ξύλων φλόγα πεφοινιγμένην διὰ τὸ πολὺν αὐτῇ καταμεμῖχθαι καπνόν . κατὰ
5443870 κοιτον
ἐστὶ νόσος ἢ θάνατος ἐπεγίνωσκον , ἀλλ ' ὡς ἐπὶ κοῖτον ἐπὶ τὴν γῆν πίπτοντες ἀπέψυχον οὐκ εἰδότες ὃ πάσχουσι
, ἀλλ ' οὐκ εὔχαρι ὄν . χειμῶνος οὖν τὸν κοῖτον ἐν τοῖς προσηλίοις τίθεται : δῆλα γὰρ δὴ ὅτι
5436782 πρωι
θυσίαν τῷ θεῷ καὶ τῆς ἑσπέρας ἐπιλαβούσης μένει αὐτόθι , πρωὶ δὲ ἀποπλεῖ : ἀπὸ δὲ Ἁμαξιτοῦ τὸ τρίτον μόλις
φήμη συνέβαινε ἐλθοῦσα : τὸ μὲν γὰρ ἐν Πλαταιῇσι τρῶμα πρωὶ ἔτι τῆς ἡμέρης ἐγίνετο , τὸ δὲ ἐν Μυκάλῃ
5429470 ἡμερης
ὁδὸν ἀπέχοντας ἀπὸ τοῦ Ἴστρου , οὗτοι μὲν τούτους εὑρόντες ἡμέρης ὁδῷ προέχοντες ἐστρατοπεδεύοντο τὰ ἐκ τῆς γῆς φυόμενα λεαίνοντες
ἵζηται , ὕδατι θερμῷ διανίζειν : λούεσθαι δὲ διὰ τρίτης ἡμέρης . Ἑτέρη θεραπείη : ἐκβαλὼν τὴν ἕδρην ὡς μάλιστα
5427134 χιονα
μηχανώμεθα , τὸ καλὸν δὲ χρῶμα δευσοποιῷ χρώζομεν . καὶ χιόνα μὲν πίνειν παρασκευάζομεν , τὸ δ ' ὄψον ἂν
μέλλον προεγνωκέναι . ἴσασι γοῦν καὶ χειμῶνα μέλλοντα , καὶ χιόνα ἐσομένην προμηθέστατα ἐφυλάξαντο . καὶ τοῦ καταληφθῆναι δέει ἀποδιδράσκουσιν
5394738 πυρα
τῶν ἱππέων τινάς , τούτοις μὲν παρήγγειλεν ἕωϲ ἑωθινῆς φυλακῆς πυρὰ καίειν ἐν τῇ παρεμβολῇ , αὐτὸς δὲ μετὰ τῆς
πού φησι καὶ Ἐ . πολλὰ δ ' ἔνερθε οὔδεος πυρὰ καίεται . . . . . διέκρινε μὲν γὰρ
5392457 καυματος
ὑγιαίνεται : ἡ γὰρ σὰρξ ἡ τοῦ ἕλκεος ὑπὸ τοῦ καύματος τοῦ ἐν τῷ σώματι ἕψεται , καὶ ὑπερυγραίνεται ,
δὲ τοὺς θεατὰς ἀσίτους , ὃ καὶ τὴν ἀπὸ τοῦ καύματος διεκώλυε βλάβην , ἦσαν δὲ οὗτοι μαστιγοφόροι τε καὶ
5376762 εὐδιαν
Φίλτατοι δ ' εἰσὶν οἱ ἐρῳδιοὶ τοῖς ἀνθρώποις καὶ προσημαίνουσιν εὐδίαν τε καὶ χειμῶνα , μάλιστα πρὸς ἐκεῖνο τὸ μέρος
. . . . . ἐνάλιος θεωρία , χραίνοντες οὐραίοισιν εὐδίαν ἁλός . ἀπομνημονεύσω δέ σοι ἃ περὶ ἑκάστου ἔλεξαν
5331247 ἡμεραν
τὰ μὲν οὐ προορωμένων , τὰ δὲ τῇ καθ ' ἡμέραν ῥᾳστώνῃ καὶ σχολῇ δελεαζομένων , καὶ τοιουτονί τι πάθος
, τοῦ ἄστρου περιφλέγοντος , τοῦ ἀέρος ὑπὸ μεσοῦσαν τὴν ἡμέραν περιζέοντος . οὐρανός , κόσμος . κύκλος , ζῶναι
5308964 νυχθημερον
, τὸ λεγόμενον Κριοῦ μέτωπον , ἀπέχον ἐκ Καράμβεως πλοῦν νυχθήμερον . Ἀπὸ δὲ Καράμβεως εἰς πόλιν Καλλίστρατιν τὴν καὶ
ἀγγεῖον ἕτερον ὄξος , γλοιοῦ πάχος , καὶ δὸς ὀπτηθῆναι νυχθήμερον λελειοτριβημένον δὲ ξανθόν . Ἐκ τούτου δὲ ἐπίβαλε ἄργυρον
5264435 σκοτος
: τὸ δὲ ὄνομα τῷ χωρίῳ Σκοτίταν [ τὸ δὲ σκότος ] οὐ τὸ συνεχὲς τῶν δένδρων ἐποίησεν , ἀλλὰ
ἀπλανὲς κύκλευμα , ἡλίου φῶς , ἡμέρα , ἄστρα , σκότος , νύξ , γῆ , ἀήρ , ὕδωρ .
5252391 νουμηνιαν
αὖ τὰ μέρη τῆς σελήνης , τριακάδα καὶ πεντεκαιδεκάτην καὶ νουμηνίαν : διὸ καὶ λευκοστόλους αὐτὰς καλεῖν τὸν Ὀρφέα φωτὸς
ϲμήχει δὲ καὶ ὀδόνταϲ . πολλοὶ δὲ προφυλακῆϲ χάριν κατὰ νουμηνίαν Ἑλληνικοῦ κυάμου μέγεθοϲ λαμβάνουϲιν αὐτὴν εὔπεπτοι ϲὺν μέλιτοϲ κοχλιαρίῳ
5249457 καυμα
τόπων ὡρμημένοις ἠπίστατο κρύος μὲν καὶ χιόνα φέρειν δυναμένους , καῦμα δὲ καὶ ἥλιον οὐδαμῶς . ἦν μὲν δὴ μὴν
μέσοι εἰσίν , ὦτα δὲ ἔχουσι μικρά , καὶ πρὸς καῦμα ἀπαγορεύουσι δυσπνοίᾳ . Σαυρομάται δὲ ἵπποι μείζους τῶν Ἰβήρων
5229093 ταφρον
ὕπερθεν εὐρύ , τὸ ποιήσαντο νεῶν ὕπερ , ἀμφὶ δὲ τάφρον ἤλασαν : οὐδὲ θεοῖσι δόσαν κλειτὰς ἑκατόμβας : ὄφρά
, , : ἀφρήτωρ ἀθέμιστοςὃς πολέμου ἔραται . λεξάσθων παρὰ τάφρον : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ λεξάσθωσαν . .
5218918 πεμπτην
ἀπόχρεμψις , καὶ τὸ κέρχον : καὶ περὶ τετάρτην ἢ πέμπτην ἡμέρην ὑγιής . Τῇ Σίμου ἐν τόκῳ σεισθείσῃ ,
αὐτὸ , τὴν τρίτην τῶν Ὠρίων , τετράδαν καὶ τὴν πέμπτην τε , σὺν αὐταῖς καὶ τὴν ἕκτην προοίμια χειμερινῆς
5215507 διανυσας
κατεστρατοπέδευσεν . ἑξῆς δ ' ἐν ἡμέραις τέτταρσι τὴν Σιττακινὴν διανύσας ἧκεν εἰς τὰ καλούμενα Σάμβανα . ἐνταῦθα δὲ μείνας
τὴν ἀγοράν , ὑπὲρ τὰς τρισχιλίας . οὗτος μὲν οὖν διανύσας τὸ Λιβυ - κὸν πέλαγος καὶ χειμασθεὶς ἀπέβαλε τῶν
5207996 ἑσπεραν
ἀπὸ τῆς ἕω μέχρι δυσμῶν κοιμώμενον μόλις αἱ ἐπιθυμίαι πρὸς ἑσπέραν ἐπήγειρον : ὅθεν Ἠοῖ συγκοιμᾶσθαι λεχθεὶς διὰ τὸ ταῖς
δυναστεύσαντος Ἰταλοῦ τοὔνομα λαβοῦσα , μεγάλη δ ' ὕστερον πρὸς ἑσπέραν Ἑλλὰς προσαγορευθεῖσα ταῖς ἀποικίαις . Ἑλληνικὰς γοῦν παραθαλαττίους ἔχει
5205163 τεσσαρεσκαιδεκατην
ἐξέπιεν : οὖρον παχὺ ὡς ὑποζυγίου . Περὶ δὲ τὴν τεσσαρεσκαιδεκάτην ἀνῆκεν . Ἡ δὲ Κόνωνος θεράπαινα , ἐκ κεφαλῆς
δ ' οἶγε πίθον : τὴν μέσην τετράδα ταύτην λέγων τεσσαρεσκαιδεκάτην ἐπαινεῖ καὶ ὡς πίθοιγον καὶ ὡς πᾶσιν ἀρίστην :
5193253 ἀνισχει
τε , ἀλλά γε καὶ τῇ ἕκτῃ Ἀρκτοῦρος προσφερόμενος ἡμερινὸς ἀνίσχει καὶ τῇ ἑβδόμῃ δύεται Ἵππος ἀπὸ πρωίας , ὀγδόῃ
ὁ Καρκίνος „ ἀνατέλλῃ , τῶν μὲν πρὸς ἄρκτους οὐθὲν ἀνίσχει , ” τῶν δὲ πρὸς νότον ὁ Λαγωός ,
5189289 νυκτωρ
καὶ λιμώττων , καὶ μὴ ἀνεὶς τὸν κάματον , μήτε νύκτωρ , μήτε μεθ ' ἡμέραν . Ἀντίθες καὶ Ἐπικούρῳ
περὶ τὴν πόλιν ἐπυρπόλει αὐτούς . ἐπεξιὼν δὲ ὁ Ἄδμητος νύκτωρ , ἐντυχὼν λοχαγοῖς συνελήφθη ζῶν . ἠπείλει δὲ Ἄκαστος
5187517 ἡλιος
τε καὶ ἠελίοιοκατ ' ἰθύ . οὐκ ἐκλείπει δὲ ὁ ἥλιος , ἀλλ ' ἡμῖν δοκεῖ : κατὰ κάθετον γὰρ
τὸ Κ σημεῖον Ὑδροχόου κ λε , ἐν ᾧ ὁ ἥλιος κατὰ τὸ τέλος τῆς μέσης πενταμήνου παραγίγνεται : καὶ
5184176 ἱδρωσε
, πρωῒ ἄκρεα ψυχρά : περιεστέλλετο : πυρετὸς ὀξύς : ἵδρωσε δι ' ὅλου : ἐκουφίσθη : κατενόει μᾶλλον :
ὀξύς : δίψα πουλλή : βληστρισμός : περὶ δείλην , ἵδρωσε δι ' ὅλου ψυχρῷ : ψύξις : ἄκρεα ψυχρά
5175800 ἰσημεριαν
εἰς τὴν ἀπὸ τῆς θερινῆς τροπῆς ἐπὶ τὴν ἑξῆς μετοπωρινὴν ἰσημερίαν τὰς λοιπὰς εἰς τὸν ἐνιαύσιον χρόνον ἡμέρας ἔγγιστα Ϙβʹ
τῶν δρωμένων καιρός : περὶ γὰρ τὸ ἔαρ καὶ τὴν ἰσημερίαν δρᾶται τὰ δρώμενα , ὅτε τοῦ μὲν γίνεσθαι παύεται
5166222 ἀποσκεδασει
ταύτην , φησίν , ὑπὸ τὸν ὄρθρον ἀνατέλλων ὁ ἥλιος ἀποσκεδάσει σοι . ἑῴαν δέ , τὴν ὑπὸ τὴν ἕω
οὖν , φησὶν , ὑπὸ τὸν ὄρθρον ἀνατέλλων ὁ ἥλιος ἀποσκεδάσει σοι καὶ διασκορπίσει . ἑῴαν δὲ τὴν ὑπὸ τὴν
5144779 νυκτ
] , γύναι , εἰ δύνατον [ ] ἡμῖν [ νύκτ ' ἐναυλίσαι [ ] μίαν . ἔχομεν δ '
, δι ' οὗ θοὸν ἅρμα τιταίνων ἴσην Ἠέλιος τεύχει νύκτ ' ἄμβροτον ἠοῖ : τῷ δ ' ἔπι χειμερίοιο
5142467 εὐφρονη
κως ἰδόντες οἱ Ἕλληνες προσπλέοντας ἐς φυγὴν ὁρμήσειαν φεύγοντάς τε εὐφρόνη καταλαμβάνῃ : καὶ ἔμελλον δῆθεν φεύξεσθαι , ἔδει δὲ
βρύειν καὶ αὔξεσθαι , ἢ ἔνδον ἔχειν τὴν βοράν : εὐφρόνη ἡ νύξ : καθ ' ἣν εὖ φρονοῦμεν :
5137548 χειμωνος
βαθέων φρεάτων γίνεσθαι : κατὰ μὲν γὰρ τὴν ἀκμὴν τοῦ χειμῶνος ἥκιστα τὸ ὕδωρ ἐν αὐτοῖς ὑπάρχειν ψυχρόν , κατὰ
ἔπλει τῷ τῆς τραπέζης ἱστίῳ θέρους πρὸς τὰ ψυχρότερα , χειμῶνος δὲ πρὸς τὰ θερμότερα πλέων : ὥστε πανταχόθεν αὐτοῦ
5132123 καυματι
λέγουσι ῥίψαντα νήξασθαι , ἐπιθυμήσαντα τοῦ ὕδατος , ἱδρῶντα καὶ καύματι ἐχόμενον . ὁ δὲ Κύδνος ῥέει διὰ μέσης τῆς
γὰρ παρὰ τοῖς ἄλλοις ἐπομβρίας τῷ παρ ' ἑαυτοῖς γινομένῳ καύματι μιγείσης εἰκὸς εὐκρατότατον γενέσθαι τὸν ἀέρα πρὸς τὴν ἐξ
5130623 ναυν
ἐκ δὲ ξύλων τὴν ναῦν , οὐ τὰ ξύλα γίνεσθαι ναῦν . καίτοι φαίης ἂν οἰκειότερον εἶναι τὸ μὲν ἐκ
μέσῳ πελάγει φορούμενος ὑπὲρ πηδαλίων ὑψίζυγος τοῖς οἴαξι διϊθύνει τὴν ναῦν ἐφεζόμενος , ὄμματα δ ' αὐτοῦ καὶ νοῦς εὐθὺ
5130258 ἀλεαν
ὁ ἐργάτης ἀμύνηται τὰς ἐκ τοῦ ὑε - τοῦ προσβολὰς ἀλέαν ἔχων καὶ τὴν ἀπ ' ἐκείνου ψῦξιν διαφεύγων .
ἀλδήσκω . ἀλεωρὴ , ἡ φυλακή : παρὰ τὸ τὴν ἀλέαν : ὃ σημαίνει τὴν θερμασίαν καὶ τὸ ὠρεῖν ὁ
5121291 σκοτους
Ἄνοστον , ἐοικέναι δὲ χάσματι , κατειλῆφθαι δὲ οὔτε ὑπὸ σκότους οὔτε ὑπὸ φωτός , ἀέρα δὲ ἐπικεῖσθαι ἐρυθήματι μεμιγμένον
διαθέσεως , καὶ περὶ ἀστέρων : περὶ Λητοῦς , ἤτοι σκότους , περὶ Ἰαπε - τοῦ ἤτοι οὐρανοῦ κινήσεως ,
5111038 ὑπνον
οὐ τόσσον ὀδύρομαι ἀχνύμενός περ , ὡς ἑνὸς ὅστε μοι ὕπνον ἀπεχθαίρει καὶ ἐδωδήν . ἵνα δὲ μὴ φαίνηται μηδενὸς
ἐξ ὕπνου εἰς ἀγρυπνίαν , ἀλλ ' ἐξ ἀγρυπνίας εἰς ὕπνον . οὕτω καὶ ἐνταῦθα τὴν ἥττονα δέχου μεταβολὴν ,
5109537 ἐκεινην
, ἣν πάνδημον ὀνομάζουσι , κυρία τῶν αἰσχρῶν ἡδονῶν . ἐκείνην ἔτρωσε σώφρων τις ἐξ Αἰτωλίας ἀνήρ . ἦ που
ἀπ ' οὐδεμιᾶς ὡρισμένης αἰτίας ὁρμώμενος ; βέλτιον γοῦν εἰς ἐκείνην ἐλθεῖν τὴν ὑπόθεσιν , ἥτις ἀπὸ τοῦ ἔχεσθαι τὰ
5108798 ποστην
μόνον ταύτην πεποίηκεν ὁ βασιλεύς , Φιλιππίδης δὲ ἐν Φιλευριπίδῃ πόστην ὑφ ' ὁδοῦ ὡς εἶναι παιδάριον ῥύμην ; τρίτην
μεστὸν νεκρῶν τῶν ὑπὸ σοὶ ταττομένων , ἡμέραν οὐκ οἶδα πόστην ἄνω . τί δ ' ἔσται σοι τοῦ πλοῦ
5100804 δυεται
Σελήνη φαεσφοροῦσα τεύξεται , ἀλλ ' ὁτὲ μὲν ἑσπέρας φανεῖσα δύεται , ὁτὲ δὲ ἐπίμονος μέχρι τινὸς μέρους , ἔσθ
τῷ σχήματι κεχρημένης ἄλλοτε παρ ' ἄλλοις ἕκαστα αὐτῶν καὶ δύεται καὶ ἀνατέλλει καὶ τούτου ἕνεκα δεήσει ἅμα καὶ σβέννυσθαι
5088958 αὐγην
τῷ στιβαδίῳ δεῖσαι , δόξαντα τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ Μαρίου πυρὸς αὐγὴν καὶ φλόγα ἀφιέναι : ὡς δὲ καὶ ὁ Μάριος
χρὴ τοίνυν κατακλίναντας τὸν κάμνοντα καὶ σχηματίσαντας , ὅπως πρὸς αὐγὴν ᾖ τὸ χειριζόμενον μέρος , διδόναι διαίρεσιν εὐθεῖαν ἐν
5084372 τρισκαιδεκατην
ἕως ἂν ὁ τῆς δωδεκάδος ἀριθμὸς ἀπαρτισθῇ , καὶ τὴν τρισκαιδεκάτην ἡμέραν πάλιν διδοὺς τῷ ζῳδίῳ , ἔνθα ὁ μὴν
σωρὸς δὲ ὁ θησαυρός . * μηνὸς δ ' ἱσταμένου τρισκαιδεκάτην ἀλέασθαι : καλῶς ἐπέστησεν ὁ Πλούταρχος ὅτι τὸ σπεῖραι
5082572 ἀσωδης
: πυρετὸς ὀξύς : οὖρα ὅμοια : ὑποχονδρίου πόνος : ἀσώδης : νύκτα δυσφόρως : οὐκ ἐκοιμήθη : ἵδρωσε δι
ἐγένετο ἄγρυπνός τε καὶ ἄσιτος , καὶ διψώδης ἦν καὶ ἀσώδης . Ὤκει | δὲ πλησίον τοῦ Πυλάδου , ἐπὶ
5077032 δυσφορως
, ἀλλ ' ὑπὸ καταπτύστων ὀναρίων ; ὡσαύτως οὖν κἀγὼ δυσφόρως ἔχω , ὅτι οὐχ ὑπὸ ἀξιολόγων ἀνδρῶν ἀλλ '
ἰώδεα πλείω : ἀπὸ δὲ κοιλίης κόπρανα διῆλθεν : νύκτα δυσφόρως . Δευτέρῃ , κώφωσις : πυρετὸς ὀξύς : ὑποχόνδριον
5074868 ἡλιῳ
τυγχάνειν . πρὸς δὲ τὸ εὐλέαντον αὐτὸν γίνεσθαι δεῖ ἐν ἡλίῳ ψύχειν ἐπ ' ὀστράκου καινοῦ θερμοῦ καὶ ταχέως στρέφειν
ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος δραχ . ιστ . Τὰ ξηρὰ λείου ἐν ἡλίῳ θερινῷ ἐπὶ ἱκανὰς ἡμέρας , καὶ τὰ τηκτὰ τήξας
5068297 προσιουσης
ἀπήγετο ] ἀντὶ τοῦ ἥρπασται . . πρόσοδον ποιουμένης ] προσιούσης τῷ δήμῳ . . . . οἰκήσεων ] οἰκήσεις
καὶ τὸν Αἰθιόπων λίθον ἔμφωνον Μέμνονος ἐπιστεύομεν γενέσθαι , ὃς προσιούσης μὲν τῆς Ἡμέρας ἐπὶ ταῖς παρουσίαις ἐφαιδρύνετο , ἀπιούσης
5060511 ἱσταμενοιο
ἰσαίεται ἀμφοτέρῃσιν , φθίνοντος θέρεος , τοτὲ δ ' εἴαρος ἱσταμένοιο . Σῆμα δέ οἱ Κριὸς Ταύροιό τε γούνατα κεῖται
δὲ Βορῆν σαλαγεῦντος ἐπὶ δροσεροῖο Νότοιο : Εὔρου δ ' ἱσταμένοιο θέειν Ζεφυρίτισιν αὔραις : κινυμένου Ζεφύρου δὲ θοῶς εἰς
5059250 ἠως
ἀναπλώεσκεν : ἔπλεεν . ἀΰσας : βοήσας . Κεῖνο : ἤως ὠκύαλον . τό : ὅπερ . φήμιξεν : δωρικόν
ἀπέπεσε ] χαυνωθεὶς καὶ ἐξ ἀσελγείας [ θνήσκει ] , ἤως ἀπὸ τοῦ τῆς θηλυμανίας [ ἔρωτος ] : οὕτως
5057793 χερσον
ἐχόμενα , τὰ δὲ καὶ ὑπὸ χειμώνων σκληρῶν ἐς τὴν χέρσον ἐξωθέεσθαι , καὶ οὕτω δὴ καὐτὰ σηπόμενα ἀπόλλυσθαί τε
. ὅταν οὖν τὰ ἀεροπόρα αἰθεροβατεῖν ὀφείλοντα καταβαίνῃ , πρὸς χέρσον ἀφικνούμενα τῷ κατὰ φύσιν ἀδυνατεῖ χρῆσθαι βίῳ . τοὐναντίον
5050153 κνεφας
μέθυ ἡδύ . ἦμος δ ' ἠέλιος κατέδυ καὶ ἐπὶ κνέφας ἦλθεν , οἱ μὲν κοιμήσαντο κατὰ μέγαρα σκιόεντα .
μετ ' ἠὼ πιόμενον : τοὶ δ ' αἶψα κατὰ κνέφας ὁρμηθέντες ἀγρευτῆρες ἄγουσιν ἐείκοσιν ἀμφιφορῆας οἴνου νηδυμίοιο , τὸν
5049640 ἠω
ὁ Ὅμηρος . „ εἴτ ' ἐπιδέξι ' ἴωσι πρὸς ἠώ τ ' ἠέλιόν τε , εἴτ ' ἐπ '
γλυκὺν ὕπνον , ῥέποντα καὶ ἐπερχόμενον ἐπὶ τοῖς βλεφάροις πρὸς ἠώ , τουτέστι πρὸς ὄρθρον : ἤγουν τὸν ἑωθινὸν γλυκὺν
5040273 μελαιναν
χυμῷ : εἰ δέ ποτε τῆϲ ξανθῆϲ χολῆϲ ὑπεροπτηθείϲηϲ εἰϲ μέλαιναν ἡ μεταβολὴ γένηται , τὴν καλουμένην οἴϲει μανίαν ,
πρῶτον ἐν τοῖϲ οὔροιϲ νεφέλην μέλαιναν ἢ ἐναιώρημα ἢ ὑπόϲταϲιν μέλαιναν , εἶναι δὲ καὶ ϲύμπαντα ϲημεῖα καὶ ϲυμπτώματα ὀλέθρια
5033227 τριακοστην
παιδὶ , Κυρηναίῳ τὸ γένος τῆς Λιβύης , νικήσαντι τὴν τριακοστὴν πρώτην Πυθιάδα . ἔνιοι καὶ τὴν ὀγδοηκοστὴν Ὀλυμπιάδα :
, Κιτιεὺς δὲ τὸ γένος , καὶ ἤκμαζε κατὰ τὴν τριακοστὴν καὶ ἑκατοστὴν Ὀλυμπιάδα , ἤδη γέροντος ὄντος Ζήνωνος .
5029436 ὁδον
τὰς πόλεις αἱρῶν καὶ πάντα ἐμπιπράς , ὅσα κατὰ τὴν ὁδὸν ᾕρει . πολιορκουμένης δὲ πόλεως Σετουΐας ἐπῄει τις αὐτοῖς
δηλοῖ τὸν δραπετεύσαντα ὑπό τινων κακούργων γυμνὸν γενέσθαι καθ ' ὁδὸν τῶν τούτου ἐνδυμάτων . Ἄλλο δὲ πάλιν θαυμαστὸν περὶ
5027801 ἀμβολαδην
τὸ θερμὸν ἐς μέσας νύκτας πελάζει , τηνικαῦτα δὲ ζέει ἀμβολάδην : παρέρχονταί τε μέσαι νύκτες καὶ ψύχεται μέχρι ἐς
ὑποβρύχιον δὲ μέμυκε μαινομένου φύσημα , περιστένεται δέ οἱ ὕδωρ ἀμβολάδην : φαίης κεν ὑπ ' οἴδμασι πᾶσαν ἀϋτμὴν κευθομένην
5022208 ὀρφναιην
μογερὸν κυανοῦ πῶμα λάβοι θανάτου , ἴσην ἐντύναιο κατ ' ὀρφναίην τε καὶ ἠῶ δαμναμένοις ἱλαρὴν παρθέμενος κύλικα . καί
ἡ μὲν ἔβη ποτὶ πύργον , ὁ δ ' , ὀρφναίην ἀνὰ νύκτα μή τι παραπλάζοιτο , λαβὼν σημήια πύργου
5015573 ἑσπερην
καὶ ἡλίου ἀνατολὰς ἐς θάλασσαν , διὰ θαλάσσης δὲ πρὸς ἑσπέρην πλέοντες τριηκοστῷ μηνὶ ἀπικνέονται ἐς τοῦτον τὸν χῶρον ὅθεν
ὑπὸ τοῦ Μήδου , ἀντίον δὲ τοῦ μεγάρου τοῦ πρὸς ἑσπέρην τετραμμένου . Καὶ τῶν λύτρων τὴν δεκάτην ἀνέθηκαν ποιησάμενοι
5011552 ἑκτην
, τρίτην Κυρηναϊκήν , τετάρτην Ἐπικούρειον , πέμπτην Ἀννικέρειον , ἕκτην Θεοδώρειον , ἑβδόμην Ζηνώνειον τὴν καὶ Στωϊκήν , ὀγδόην
δένδροις Ξενοφῶν , δένδρεσι Θουκυδίδης . δείλης πρωΐας τὸ μετὰ ἕκτην ὥραν , δείλης ὀψίας πρὸς ἑσπέραν . κατ '
5008591 ἐπαυλιν
ἀπορηθεὶς οὖν καὶ ἐπὶ πλέον ὁμιλεῖν καταιδεσθεὶς ἀπῆλθεν εἰς τὴν ἔπαυλιν , φλεγόμενος ἤδη τῷ ἔρωτι . μετ ' οὐ
Ἐξελάθετο καὶ Χλόης πρὸς ὀλίγον : καὶ ἐλθὼν εἰς τὴν ἔπαυλιν ἐσθῆτά τε ἔλαβε πολυτελῆ καὶ παρὰ τὸν πατέρα τὸν
5007172 θοην
συγχρονοῦσαν τοῖς ἡλίου τάχεσιν . Εἰκότως οὖν αὐτὴν Ὅμηρος εἴρηκε θοήν . Δύναταί γε μὴν πιθανώτερόν τις ἐπιχειρῶν θοὴν ὀνομάζειν
λεοντοκόμων αἰζηῶν , δεξιτερὴν ὑπὸ χεῖρα φέρειν αἴθωνα λέοντα νάρκα θοήν , τῇ πάντα λυγοῦν ἄπο γούνατα θηρῶν . Πεντάκι
5006664 ἐαρινην
Ϙα . . . , ἀπὸ τροπῶν χειμερινῶν εἰς ἰσημερίαν ἐαρινὴν Εὐδόξωι καὶ Δωι ἡμέραι Ϙα , Εὐκτήμονι Ϙβ .
. φαίνεται δὴ ὁ ἥλιος κατὰ τὸ α γενόμενος ἰσημερίαν ἐαρινὴν ποιεῖσθαι , κατὰ δὲ τὸ β τροπὴν θερινήν ,
5001286 βραχυτατην
βορείων ἐπὶ τὰ νότια ἰὼν τοῦ χειμερινοῦ τροπικοῦ ἐφάψηται , βραχυτάτην ἡμῖν τὴν ἡμέραν ποιεῖ . Ὁ γὰρ κύκλος οὗτος
ὧν ἐγὼ μνήμην ὡς ἂν οἷός τε ὦ πολλῶν ὄντων βραχυτάτην ποιήσομαι . πρῶτον μὲν εἰς Θρᾴκην ἀφικόμενοι κατὰ τὴν
4998276 βαθειαν
ὀστοῦν . συμβάλλει δὲ ἐπικεκαμμένῃ μετρίως τῇ κεφαλῇ αὐτοῦ εἰς βαθεῖαν κοτύλην τοῦ ἰσχίου καὶ νεύρῳ ἀπήρτηται ἐκφυομένῳ ἐκ μέσης
: Ἀριστομένης δὲ ἔχων τοὺς λογάδας τὴν μὲν ἔξοδον περὶ βαθεῖαν ἐποιήσατο ἑσπέραν , ἔφθη δὲ ὑπὸ τάχους τὴν ἐς
4998050 ὀγδοην
νομίζονται . φασὶ καὶ παίδων πένταθλον παρελθεῖν ἐκεῖ κατὰ τὴν ὀγδόην καὶ τριακοστήν , ὅτε νικῆσαι μὲν Εὐτελίδαν Λακεδαιμόνιον ,
καὶ ὁ τὰς Γεωγραφίας συνταξάμενος Ἀρτεμίδωρος ὁ Ἐφέσιος κατὰ τὴν ὀγδόην βίβλον καί τινες ἕτεροι τῶν ἐν Αἰγύπτωι κατοικούντων ,
4997529 ἠμεσε
χάλαζα : ὁλοπαγὲς ὕδωρ ὑπὲρ γῆς χολόεντας : τὴν χολὴν ἤμεσε . περιπέφρακεν , ὅ ἐστι χολώδη ἀπεμεῖ . *
πάντα : κωματώδης : πρὸς δείλην , σμικρὰ ἐπεῤῥίγωσεν : ἤμεσε σμικρὰ , χολώδεα . Δεκάτῃ , ῥῖγος : πυρετὸς
4988496 ἀφνω
, τὰ τέκνα , βαρβαροτρόφε , βλέπε οἵων μετέσχον ἀξιωμάτων ἄφνω . Ἐπεὶ δὲ μοῖραν εἶχε νὺξ τὴν ἑβδόμην τῆς
σὺν θορύβῳ τε ἄνοπλοι συνέτρεχον καί , ὡς ἔθος , ἄφνω φανέντα σφίσιν ἠσπάζοντο αὐτοκράτορα . κελεύσαντος δ ' ὅ
4984015 ἀσιτος
πνοήν . λέγεις μάγειρον ζῶντα ; πλησίον δέ γε ταύτης ἄσιτος ἡμέραν καὶ νύχθ ' ὅλην κεστρεύς , λεπισθείς ,
ἔχει τῆς καθάρσιος : ἢν δὲ μὴ , κακῶς : ἄσιτος δὲ ταῦτα ποιείτω . Καὶ ἢν μὴ τεκνοῦσα ἦ
4976552 ἑωθινον
τῆς Ἀδραμυττηνῆς καὶ Ἱπποκορώνιον ἐν Κρήτῃ , Σαμώνιόν τε τὸ ἑωθινὸν ἀκρωτήριον τῆς νήσου καὶ πεδίον ἐν τῇ Νεανδρίδι καὶ
τῇ ] Μεγαρίδι ὡς ἂν ταινία τις , τὸ μὲν ἑωθινὸν [ πλευρὸν ἔχουσα ] τὴν ἀπὸ Σουνίου μέχρι Ὠρωποῦ
4972140 διερην
' οἷος ἔησθα , τὸ ἐργάζεσθαι ἄμεινον . αὔην καὶ διερήν : καὶ τὴν ξηρὰν καὶ τὴν ὑγρὰν τῷ καιρῷ
, τὴν μήτε ξηρὰν οὖσαν μήτε ὑγράν . αὔην καὶ διερήν : ἀπότιστον : ὑδατώδη . * εἴαρι πολεῖν :
4968135 δειλης
Ἀθηναῖοι ἀνταναγαγόμενοι ἐναυμάχησαν περὶ Ἄβυδον κατὰ τὴν ᾐόνα , μέχρι δείλης ἐξ ἑωθινοῦ . καὶ τὰ μὲν νικώντων , τὰ
νέφη . Ὁ δὲ ζέφυρος λειότατος τῶν ἀνέμων καὶ πνεῖ δείλης καὶ ἐπὶ τὴν γῆν καὶ ψυχρὸς , τῶν ἐνιαυσίων
4961207 ἐπιτολην
πρώτης βροντῆς καθ ' ἕκαστον ἔτος μετὰ τὴν τοῦ κυνὸς ἐπιτολήν . ιαʹ . [ ιʹ . ] περὶ τῆς
: οἱ δὲ θύννοι καὶ οἱ ξιφίαι οἰστρῶσι περὶ κυνὸς ἐπιτολήν . ἔχουσι γὰρ ἀμφότεροι τηνικαῦτα περὶ τὰ πτερύγια οἱονεὶ
4955789 πορειαν
πυθόμενος τὴν συνδρομὴν τῶν βαρβαρικῶν δυνάμεων προῆγε καὶ σύντομον τὴν πορείαν ποιησάμενος ἀντεστρατοπέδευσε τοῖς πολεμίοις , ὥστε ἀνὰ μέσον ῥεῖν
δὲ τὰς ἀλύσεις , αἳ ἐξήρτηνται τούτοις καὶ ἐμποδίζουσι τὴν πορείαν . τὸ δὲ ἰοὺ ἰού ὡς τῶν πεπεδημένων οὕτω
4946844 ἑωθινην
διὰ τὸν ἀπὸ τῶν θηρίων φόβον , ὑπὸ δὲ τὴν ἑωθινὴν πρὸς τὰς συρρύσεις τῶν ὑδάτων μεθ ' ὅπλων φοιτῶντες
. ἐκ δὲ μέσων νυκτῶν αὐτὸς ἐπέπλει καὶ περὶ τὴν ἑωθινὴν φυλακὴν ἐπέπιπτεν ἔτι κοιμωμένῳ . ὃ δὲ ἐν αἰφνιδίῳ
4945097 πυραν
αὐτῷ : τὸν δὲ ἀναγαγόντα τὸν παῖδα ἐπὶ τὸ ὄρος πυρὰν νῆσαι καὶ ἐπιθεῖναι τὸν Ἰσαάκ . Σφάζειν δὲ μέλλοντα
ἐς Τροίαν ἢ ἐκ δασμοῦ λαβών , νήσαντες ἐς τὴν πυρὰν ἀθρόα παραχρῆμά τε καὶ ὅτε ὁ Νεοπτόλεμος ἐς Τροίαν

Back