ταύτας μὲν δὴ ἀπαλλάξαι τῆς στρατιᾶς Ἀλέξανδρον , μή τι νεωτερισθείη κατ ' αὐτὰς ἐς ὕβριν πρὸς τῶν Μακεδόνων ἢ
αὐτοῦ προσμένειν καὶ αὐτὸς ἐν Μήδοις , εἰ δή τι νεωτερισθείη τῶν ἀμφ ' Ἀλέξανδρον : εἰ δ ' ἐλαύνοι
5849770 βουλευηται
ὅτι ὁ βουλευόμενος , ἐάν τε εὖ ἐάν τε κακῶς βουλεύηται ζητεῖ τι καὶ λογίζεται , τὴν βουλὴν ἀπὸ τῆς
τι καὶ σεμνὸν ἀναγινώσκῃ ἢ γενναῖόν τι καὶ λόγου ἄξιον βουλεύηται . Πολλοῖς καὶ πολλάκις χρῆται τοῖς ἀντιθέτοις ὁ Ἀγάθων
5644168 τρεπηται
καταψύχειν λέγουσιν , ὅταν τὸ καῦμα λήγῃ καὶ εἰς ψύχος τρέπηται . Πλάτων ἐν Φαίδρῳ : ” ἐπειδὰν ἀποψύχῃ ,
ὑδεριῶϲι ἡ ὁδὸϲ ἐπιγίγνεται , ἢν ἐϲ ἀγαθὸν ἡ νοῦϲοϲ τρέπηται : ἀγαθὸν δὲ ἡ λύϲιϲ τῆϲ αἰτίηϲ καὶ μὴ
5630204 ἀναισθητουν
ἡμᾶς : τὸ γὰρ διαλυθὲν ἀναισθητεῖ , τὸ δ ' ἀναισθητοῦν οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς . Ὅρος τοῦ μεγέθους τῶν ἡδονῶν
ἡμᾶς : τὸ γὰρ διαλυθὲν ἀναισθητεῖ : τὸ δ ' ἀναισθητοῦν οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς . . Ὅρος τοῦ μεγέθους τῶν
5606175 κεχηνας
Καὶ δῆτ ' ἐθαύμαζον πάλαι . Τί δῆτ ' ἄνω κέχηνας αἴκειαν βλέπων ; Ἀλλ ' ἢν μεθ ' ἡμῶν
μετὰ τὴν ἐν τῇ Σικελίᾳ συμφοράν . . . τί κέχηνας ὦ δύστηνε : Πρός τινα τῶν δημοσίων ὑπηρετῶν .
5539303 ὑπολειποιτο
παρὰ τῆς Καλυψοῦς ἀθανασίαν ἐπὶ τῷ τὴν Πηνελόπην καταλιπεῖν , ὑπολείποιτο δὲ ταῖς γυναιξὶν εἰς τοὺς ἄνδρας ἀποδείξασθαι τὴν καλοκαγαθίαν
μέγα τὸ σῶμα ἐὸν , εἰ μή τις οἱ ἀρχὴ ὑπολείποιτο καὶ ἄλλη : χρόνῳ δὲ ἢν μὲν ἕτερον ἐπιγένηται
5530648 ἐγνωριζε
τῶν χρημάτων : ἐνταῦθα ᾔει καὶ ἡ Ἀνθία : οὐκ ἐγνώριζε δὲ Ἱππόθοον , οὐδὲ Ἱππόθοος τὴν Ἀνθίαν . Ὁπότε
οὐδαμοῦ Θήρωνα εὑρεῖν ἠδύνατο . ἐμπόρους ἐξήταζε καὶ πορθμεῖς , ἐγνώριζε δὲ οὐδείς . ἐν πολλῇ τοίνυν ἀπορίᾳ γενόμενος κωπῆρες
5527455 παθῃ
ἑτέρας ἐπεισελθούσης ἐξ ἔριδος , οἷα φιλεῖ , κατὰ ζηλοτυπίαν πάθῃ τι τῶν ἀνηκέστων , ἅμα καὶ τοῦ δεσπότου καινοτέροις
δὲ ὀφειλομένας ἐν Χερρονήσῳ . ἐπέσκηψε δέ , ἐάν τι πάθῃ , τάλαντον μὲν ἐπιδοῦναι τῇ γυναικὶ καὶ τὰ ἐν
5522745 μελλησας
αὐτοῖς πολὺ τὸ παρὰ τῶν ὁμοεθνῶν ἐπικουρικόν , οὐδὲν ἔτι μελλήσας ἔργου εἴχετο : ἡμέραν δ ' , ἀφ '
, καθ ' οὓς ἐποίησεν ὑμᾶς μὴ βοηθῆσαι Φωκεῦσι , μελλήσας ἕως ἂν εἴσω Πυλῶν γένηται Φίλιππος . δοκεῖ δὲ
5476982 καινοτερον
ἐπιδέχεται καὶ εἰς α λήγει : τοῦτο δὲ μόνον ἔχει καινότερον , ὅτι διὰ τοῦ Κ ἐκφέρεται , καίτοι τῶν
' ἀλλήλων . καὶ ἑκάστη τῶν τεχνῶν ὡς μέλλουσά τι καινότερον καὶ ξενοπρεπὲς παρὰ τὰς ἄλλας διδάσκειν τέχνας τοῖς οἰκείοις
5464036 κρησφυγετον
. οὔκουν ᾑρούμην αὐτομολοῦντι τῷ δαίμονι συμμεταβάλλεσθαι . καλὸν γὰρ κρησφύγετον θάνατον ἐν ἀκινδύνῳ παντὸς αἰσχροῦ γενέσθαι . καὶ νῦν
ξύλινον τεῖχος ἀνάλωτον ἔσεσθαι : αὐτὸ δὴ τοῦτο εἶναι τὸ κρησφύγετον κατὰ τὸ μαντήιον καὶ οὐ τὰς νέας . Οἱ
5458265 παθῃς
δὲ μή , ἵν ' ἀλεξιφάρμακα ἔχων ἴῃς καὶ μηδὲν πάθῃς δεινόν . Εὖ μοι δοκεῖς λέγειν , ὦ Σώκρατες
ἀπόλλυσι . σὺ δὲ μήτε ἐργάσῃ περαιτέρω μηδὲν μήτε αὐτὸς πάθῃς . ἐνθυμοῦ δὲ ὅτι πᾶσι πράγμασιν ὥσπερ ὅρους ἡ
5411768 καταπραξασθαι
πολιτικὴν διέποντος ἀρχήν , ἀνὰ τὴν ἱπποδρομίαν ἁλισθέντα , ὥστε καταπράξασθαι αὐτοῖς τὴν τοῦ σιτηρεσίου χορηγίαν , ἥνπερ παρ '
, ἐν οἷς ἐστιν ἐλπὶς ἔτι μᾶλλον τελέσαι τι καὶ καταπράξασθαι ἡδύ : καὶ γὰρ οἱ παῖδες τὸ παρὸν ὄντες
5407584 βοαμα
] ὑποτίθησι κατὰ λέξιν . τὸ δὲ ” τηλέπορόν τι βόαμα “ Κυδίδου τοῦ Ἑρμιονέως κιθαρῳδοῦ ἀπό τινος τῶν ᾀσμάτων
τηλέπορόν ] μεγαλόφωνον , μακρόν . , μακρόθεν ἀκουόμενον . βόαμα ] βοήν , φωνή . ἐντειναμένους ] γρ .
5393691 αἰτοιην
βουλοίμην μεγάλην θήραν ποιῆσαι : καὶ ἱππέας , ἔφη , αἰτοίην ἄν σε ἐκ τοῦ φανεροῦ . Κάλλιστα λέγεις ,
δὲ ἐν ἐπιστολαῖς . οὔκουν ἡγησάμην ἐνοχλήσειν , εἰ χάριν αἰτοίην ὑπὲρ ἧς πρὸς μὲν αὐτὸν οὐκ εἶχέ μοι μνησθῆναι
5381883 γενηαι
λαῶν βάλλ ' οὕτως , αἴ κέν τι φόως Δαναοῖσι γένηαι πατρί τε σῷ Τελαμῶνι , ὅ ς ' ἔτρεφε
: “ βάλλ ' οὕτως , αἴ κέν τι φόως γένηαι . ” ὥσπερ γὰρ οἱ τοῦ Φρυγίου αὐλοῦ ἀκούοντες
5376866 τετειχισμενον
τῶν πασῶν , μέρος μέν τι ἔχουσα ἐπ ' ὄρει τετειχισμένον , τὸ δὲ πλέον ἐν πεδίῳ πρὸς τῷ λιμένι
Ἔφορος τὸ πρῶτον κτίσμα εἶναι Κρητικόν , ὑπὲρ τῆς θαλάττης τετειχισμένον , ὅπου νῦν ἡ πάλαι Μίλητός ἐστιν , Σαρπηδόνος
5354339 εἰσηλθομεν
οἴκοι τε κἀν τοῖς δημοσίοις . καὶ δὴ καὶ πόλεις εἰσήλθομεν ἡγουμένου τοῦ θεοῦ μετὰ τῆς ἀγαθῆς φήμης καὶ τύχης
ἡμᾶς οἱ ὑπηρέται οἱ τοῦ Φιλίππου . Ὡς δ ' εἰσήλθομεν καὶ ἐκαθεζόμεθα , ἐξ ἀρχῆς πρὸς ἕκαστον τῶν εἰρημένων
5350608 κλαιεις
γούνασιν ὧδε πίτνω τέκνοις τάφον ἐξανύσασθαι . μῆτερ , τί κλαίεις λέπτ ' ἐπ ' ὀμμάτων φάρη βαλοῦσα τῶν σῶν
εἰπόντος δέ τινος : ” τί παθὼν αὑτὸς καταδικάζεις καὶ κλαίεις ” ; εἶπεν : „ ὅτι ἀναγκαῖόν ἐστι τῇ
5344018 κλαεις
καλεῖ τὴν ἱέρειαν : ἡ δὲ πρεσβῦτις ὑπακούσασα “ τί κλάεις ” εἶπεν , “ ὦ παιδίον , ἐν ἀγαθοῖς
μηδὲν ἀδικεῖν καὶ καλοὺς ἡμᾶς ποιεῖ . Γλυκέρα , τί κλάεις ; ὀμνύω σοι τὸν Δία τὸν Ὀλύμπιον καὶ τὴν
5323357 τηλεπορον
φασιν αὐτὸ Κυδίδου Ἑρμιονέως τηλέπορόν τι βόαμα λύρας . ἢ τηλέπορόν τι βόαμα : καὶ τοῦτο μέλους ἀρχή . φασὶ
ἁγνάν , παῖδα Διὸς μεγάλου δαμάσιππον . τὸ δὲ ” τηλέπορόν τι βόαμα “ μὴ εὑρίσκεσθαι , ὅτου ποτ '
5306094 Κουρτικης
ἐμπειρίαν κεκτημένος τοῦ ἀποβησομένου , παρρησιασάμενος αὐτός τε καὶ ὁ Κουρτίκης φησίν : Οὐδ ' αὐτοὶ ἀγνοοῦμεν ὅτι σε τῶν
: ἐν δὲ τῷ εἰσέρχεσθαι εἰς τὴν μεγαλόπολιν τοιαῦτα ὁ Κουρτίκης πρὸς τὸν Παλαιολόγον ἔλεγεν : Ὀψόμεθα πάντως ὅσα κακὰ
5271509 σιγᾳς
, ἐγὼ δὲ πρὸς ἑκάτερον οὐκ ὀκνῶ καὶ ἀθυμεῖν ὅτε σιγᾷς καὶ γεγραφέναι μὲν πολλάκις , εἶναι δὲ ἐν ταῖς
οὐδαμῶς . τί δέ : ὅταν σιγᾷς , οὐ πάντα σιγᾷς ; ναί . οὐκοῦν καὶ τὰ λέγοντα σιγᾷς :
5255305 σιγαις
, ὡς ἰατροῖς πρᾶγμα μηνυθῆι τόδε . εἶἑν , τί σιγᾶις ; οὐκ ἐχρῆν σιγᾶν , τέκνον , ἀλλ '
χρῆν θεσπιωιδεῖν , ὃς δέδοικεν οὐδένα . Κρέον , τί σιγᾶις γῆρυν ἄφθογγον σχάσας ; κἀμοὶ γὰρ οὐδὲν ἧσσον ἔκπληξις
5250324 ἀπερχῃ
φράσις : ἀναγινώσκεις , οὐκ ἀναγινώσκεις : ἀπέρχῃ , οὐκ ἀπέρχῃ . ἀλλ ' ὡμολογημένως λείπεται ἡ φράσις τοῦ ἤ
ὥσθ ' ἁμαρτάνουσιν οἱ λέγοντες ποῦ ἀπέρχῃ ; δέον πῆ ἀπέρχῃ ; . πλεῖν τοῦ ἀποπλεῖν καὶ παραπλεῖν καὶ περιπλεῖν
5248354 Διοσκουριαδα
, τῆς τε Λακινίας Ἥρας τὸ ἱερὸν παρέπλευσαν καὶ τὴν Διοσκουριάδα καλουμένην ἄκραν ὑπερέθεντο . μετὰ δὲ ταῦτα τὸ καλούμενόν
. Περὶ δὲ τὸ ἐνδότατον τοῦ Εὐξείνου πόντου μετὰ τὴν Διοσκουριάδα γῆν Κόλχοι , οἱ τῶν Αἰγυπτίων ἀπόγονοι , μέτοικοι
5242279 Τοτ
τρυφῆς πέπλησμαι : καιρός ἐστί μοι θνῄσκειν . ” [ Τότ ' ἂν λίχνος γένοιο μῦς ἐν ἀνθρώποις , ἐὰν
κόρᾳ τ ' ὀβριμοδερκεῖ ἄζυγα παρθένῳ Ἀθάνᾳ ὑψικέραν βοῦν . Τότ ' ἄμαχος δαίμων Δαϊανείρᾳ πολύδακρυν ὕφανεν [ ] μῆτιν
5235206 προσεποιηθη
ᾐσθάνετο μὲν οὖν ἡμῶν ταύτῃ πῃ διακειμένων , οὐ μέντοι προσεποιήθη τὸν νοῦν προσέχειν . , ; , . .
καὶ στρατηγῶν ὥσπερ ὅμηρα λαβεῖν τοῦ μὴ καταλείψειν αὐτόν , προσεποιήθη χρημάτων σπανίζειν καὶ παρεκάλεσεν ἕκαστον κατὰ δύναμιν δανεῖσαι τοῖς
5232319 ἀφιξαι
, καὶ οὕτω δὴ σὺ ἀναλαβὼν τὸν λόγον δεῦρ ' ἀφῖξαι . Ὀρθότατα , εἶπον , ἐμνημόνευσας . Πάλιν τοίνυν
τῆς εὐεπείας οὕνεκ ' . Ἀλλὰ φράζ ' ὅτου χρῄζων ἀφῖξαι χὤ τι σημῆναι θέλων . Ἀγαθὰ δόμοις τε καὶ
5220117 παθω
στρατόπεδα γινόμενα , νῦν ἀναδεικνύω ναύαρχον , ἂν ἐγώ τι πάθω , τὸν διαδεξόμενον Κλέαρχον , ἄνδρα πεῖραν δεδωκότα τῶν
ἐνεστῶτος γίνεται , ὃς τὸ παθεῖν δηλοῖ , ὅθεν τὸ πάθω , ἐξ οὗ τὸ παθήσω ὡς τυχήσω , οὗ
5209126 ἐμανης
ἀφ ' οὗ δηλοῖ τὸν πόλεμον μαινομένη . μέμηνας ] ἐμάνης . μέμηνας ] ὀργίζῃ . μέμηνας ] μαίνῃ .
καλὸν ἐκεῖνο μειράκιον ; Αὐτοῦ ἐμοῦ τὸ ἔργον . Οὐκοῦν ἐμάνης , ὦ Ἄπολλον ; Οὔκ , ἀλλὰ δυστύχημά τι
5207437 τυπτεις
, ποιέω ποιῶ , βοάω βοῶ , χρυσόω χρυσῶ . τύπτεις : πᾶν πρῶτον πρόσωπον εἰς ω λῆγον ἀμοιβῇ τοῦ
τινος λέγεται καὶ πρός τινα , καὶ περί τινος , τύπτεις πρός τινα καὶ ἀπό τινος καὶ περί τινος ,
5201664 ἐπραττες
' οὖν εὔνοιαν τοσαύτην ὅσην ἄν , εἰ σὺ τοὐμὸν ἔπραττες , ἔνειμας αὐτῷ φανέντι . λόγων μὲν οὖν ἔχεται
πάτερ , ἀλλ ' ἀναισθήτοις εὐεργέτεις καὶ κατὰ τοῦτο κακῶς ἔπραττες καὶ ἠδίκεις ὅτι μήτε ὑπὲρ φίλων μήτε αὐτὸς ἀδικηθεὶς
5172237 βασταζεται
, τὴν ἤπειρον ἀπολιμπάνει τελείως , ἀλλ ' εἰς ὅσον βαστάζεται ὕδωρ , εἰς ἐκεῖνο καὶ ἐξέρχεται κῆτός τι καὶ
βαρύτερον : * οὕτως [ ] γὰρ ὑπὸ τῆς ψυχῆς βαστάζεται τὸ ὅλον ⌈ σῶμα [ ] ⌋ . γίνεται
5165686 πτωσσεις
ὄμματ ' ἔχων , κραδίην δ ' ἐλάφοιο , τί πτώσσεις ; τί δ ' ὀπιπτεύεις κατὰ ἅρμ ' ἐν
ὄμματ ' ἔχων , κραδίην δ ' ἐλάφοιο , τί πτώσσεις ; τί δ ' ὀπιπτεύεις κατὰ τέρμ ' ἐν
5160386 ἀχθεισαν
καὶ Ἀχίλλειος δρόμος , ἐπειδὴ μνηστευομένου τοῦ Ἀχιλλέως τὴν Ἰφιγένειαν ἀχθεῖσάν τε διὰ τὴν αὐτοῦ πρόφασιν εἰς Αὐλίδα , γενομένης
καὶ Ἀχίλλειος δρόμος , ἐπειδὴ μνηστευομένου τοῦ Ἀχιλλέως τὴν Ἰφιγένειαν ἀχθεῖσάν τε διὰ τὴν αὐτοῦ πρόφασιν εἰς Αὐλίδα , γενομένης
5158116 ὀργιζῃ
ἐστιν ὁ ἑκάστου νοῦς καὶ λόγος . Τῷ γράσωνι μήτι ὀργίζῃ , μήτι τῷ ὀζοστόμῳ ὀργίζῃ ; τί σοι ποιήσει
νύξας ὁ λόγος ἀπὸ τοῦ ὕπνου ἐκθορεῖν ἐποίησεν : εἶτα ὀργίζῃ αὐτῷ ἔτι μόλις τοὺς ὀφθαλμοὺς ἀνοίγων καὶ τὸν ὕπνον
5154654 τραπηναι
τῶν Βακτριανῶν ἀγνοοῦντα , ταῖς δὲ προγεγενημέναις εὐημερίαις μετεωρισθέντα , τραπῆναι πρὸς ἄνεσιν , καὶ τοῖς στρατιώταις διαδοῦναι πρὸς εὐωχίαν
ἔνθα δὴ πεσόντος τοῦ βασιλέως καὶ τῶν Ἑλλήνων ἐπαρθέντων , τραπῆναι πρὸς φυγὴν τοὺς Κόλχους καὶ κατὰ τὸν διωγμὸν τοὺς
5144171 ἐπεπονθει
μὲνἐπὶ δυσμαῖς γὰρ ἦν ὁ ἥλιοςἀπήλασαν τὰς ἀγέλας οἴκαδε καὶ ἐπεπόνθει Χλόη περιττὸν οὐδέν , ὅτι μὴ Δάφνιν ἐπεθύμει λουόμενον
ἀνιηροῖο χόλοιο , ἔκπαγλον τὸ πάροιθε χολούμενος , ὅσς ' ἐπεπόνθει . Οἳ δέ μιν αἶψ ' ἐπὶ νῆα καὶ
5141650 φηις
ἐμὲ καὶ πάνδεινα ποιεῖ πράγμαθ ' ἡ Χρυσίς . τί φήις ; τὴν γυναῖκά μου πέπεικε μηθὲν ὁμολογεῖν ὅλως μηδὲ
[ ἔμ ' ἐπρ [ ἔδεις [ ] [ τί φήις , Ὀνήσιμ [ ' ] , ἐξεπειράθη [ αὕτη
5132676 παθοι
, τό τε πρὸς τελειότητα ἄγον , ὅπερ ἂν καὶ πάθοι καὶ νοῦς καὶ αἴσθησις , καὶ τὸ πρὸς φθοράν
διὸ , καὶ εἰ μὴ μεγάλως βιάσαιτο , οὐκ ἂν πάθοι . παθοῦσα δὲ λίαν πάσχει , καὶ πολλῶν συμπτωμάτων
5124398 κλαυσαι
φήσω . πρὸ τούτου δ ' ἔνδον αὐτὸ βούλομαι λαβοῦσα κλαῦσαι καὶ φιλῆσαι καὶ πόθεν ἔλαβεν ἐρωτᾶν τὴν ἔχουσαν .
ξένην χώραν ἀπελθεῖν . [ κλαυτὸν ] δὲ καὶ ἄξιον κλαῦσαι ταῖς ἀρτιτρόποις , ἤτοι ταῖς τρεπομέναις κόραις ἀπὸ τῆς
5105403 ἀποκρινῃ
αἴτιον ; Οἶμαι ἔγωγε . Περὶ ὧν ἄρα ἄκων τἀναντία ἀποκρίνῃ , δῆλον ὅτι περὶ τούτων οὐκ οἶσθα . Εἰκός
, ὅτι οὐκ ἐπινεύεις μόνον καὶ ἀνανεύεις , ἀλλὰ καὶ ἀποκρίνῃ πάνυ καλῶς . Σοὶ γάρ , ἔφη , χαρίζομαι
5103089 ἁνυσας
, τί ποιεῖς ; οὐ μὴ καταβήσει . ἀνάβαιν ' ἁνύσας κατὰ τὴν ἑτέραν καὶ ταῖσιν φυλλάσι παῖε , ἤν
τοίνυν ἕτερον . Ἴθι πέραινε σύ , Αἰσχύλ ' , ἁνύσας : σὺ δ ' εἰς τὸ κακὸν ἀπόβλεπε .
5098932 εἰρηναιος
κεχήνῃ . Εἰ δέ ποτ ' εἰς ἀγρὸν οὗτος ἀπελθὼν εἰρηναῖος διατρίψῃ , καὶ χῖδρα φαγὼν ἀναθαρρήσῃ καὶ στεμφύλῳ εἰς
καὶ ἀποβλέπῃ . Γ οὗτος ] ὁ Δῆμος . Γ εἰρηναῖος ] μετὰ εἰρήνης . Γ χίδρα : τινὲς ἄγρια
5079067 κεδνον
' ἐρημωθέντος ἄρσενος θρόνου . σὺ δ ' εἴ τι κεδνὸν εἴτε μὴ πεπυσμένη εὐαγγέλοισιν ἐλπίσιν θυηπολεῖς , κλύοιμ '
, μὴ κακὸν φῦναι λέγειν , ἀλλ ' ὥστε ναὸς κεδνὸν οἰακοστρόφον ἄκροισι λαίφους κρασπέδοις ὑπεκδραμεῖν τὴν σὴν στόμαργον ,
5060239 γιγνεθ
' αὐτοῦ Τρῶες ἄφαρ κλονέοντο πεφυζότες , οὐδέ τις ἀλκὴ γίγνεθ ' : ὃ δ ' οἰμώξας ἀπὸ πύργου βαῖνε
ἐγένετ ' ἢ ' μάρτημα τί ; Περὶ τοὐπτάνιον οὐ γίγνεθ ' ἡ σκευωρία : τραπεζοποιός ἐστ ' ἐπὶ τοῦ
5047031 ἀπεχωρησεν
Μελάνθου βασιλεύοντος . ὁ μὲν δὴ ἄλλος στρατὸς τῶν Πελοποννησίων ἀπεχώρησεν ἐκ τῆς Ἀττικῆς , ἐπειδὴ ἐπύθοντο τοῦ Κόδρου τὴν
Ῥωμαίων ἐλπίσι ψυχαγωγούμενος ἀπέστη μετὰ τῶν ἱππέων καὶ πρὸς Καικίλιον ἀπεχώρησεν . ὁ δὲ Ψευδοφίλιππος ἐπὶ τοῖς πραχθεῖσιν ἀγανακτήσας τήν
5046093 σῳζου
, ἀπέδωκα κἀγὼ σοὶ πρόθυμ ' ἐς παῖδε σώ . σῴζου δὲ δὴ σύ , σφὼ δὲ τήνδε μητέρα ,
γὰρ ἔσχον νῦν ἐλεύθερον στόμα . Ξύμφημι κἀγώ : τοιγαροῦν σῴζου τόδε . Τί δρῶσα ; Οὗ μή ' στι
5036683 παθοιμι
' αἰτιωμένην [ ] ? : ὡς ] ἂν εὖ πάθοιμι , μῆτερ , εἴ ] μ ' ἀμείλιχον φέρουσα
ἐλεεινὸν ὑπέστη ἐκ ποταμοῖο σαῶσαι : ἔπειτα δὲ καί τι πάθοιμι . ἄλλος δ ' οὔ τις μοι τόσον αἴτιος
5033002 ἐξιῃ
ἕλκειν διὰ τῶν αὐλίσκων καὶ διὰ τῶν ῥινῶν , ὡς ἐξίῃ φλέγμα , καὶ τὴν φάρυγγα καὶ τὴν γλῶσσαν ἀνατρίβειν
ἂν μένῃ , οὐδεμία ἐντεῦθεν ἀπέρχεται : ἐὰν δέ ποι ἐξίῃ , οὐδεμία αὐτοῦ ἀπολείπεται : οὕτω δεινός τις ἔρως
5021442 διεφθαρην
' : ἴτω : δεῖ δή σε δεῖξαι τῶι τρόπωι διεφθάρην . πότερα τὸ τῆσδε σῶμ ' ἐκαλλιστεύετο πασῶν γυναικῶν
: Κόρινθον ἦλθον . ἡδέως ἐνταῦθά πως λάχανον τρώγων Ὤκιμον διεφθάρην : κἀνταῦθα κατελήρησα τὴν ἐξωμίδα . ὀνόματα δ '
5021024 περιειργαζετο
φεύγων , Χλόην δὲ τηρῶν , Οὐδὲ ὁ Γνάθων ἔτι περιειργάζετο , καταμαθὼν ὡς οὐ μόνον καλός , ἀλλὰ καὶ
καὶ τοῦ ναυμαχεῖν ἐπίστασθαι . Πῶς οὖν ὁ ταῦτα συμβουλεύων περιειργάζετο , ἢ πῶς οὐχ ἡρμόττετο πρὸς τὴν φύσιν τῆς
5016504 ἀπεισιν
ἐχρῆν ἀντικόπτειν τι τῇ μηλώσει : νυνὶ δὲ μέχρι βάθους ἄπεισιν ἡ μήλη . τρίτον δ ' εἰ κατὰ τὰς
καιροῦ ὁ ἐμὸς παῖς ὁ Ξέρξης διακομίσας στρατὸν πορεύεται καὶ ἄπεισιν εἰς τὴν γῆν τῶν Ἰαόνων θέλων ἐκπορθῆσαι αὐτήν ,
5012116 ὡρμα
ἐπιστάμενοι . Ἔτι δὴ ἐπὶ τὸ τρίτον καταβαλῶν ὥσπερ πάλαισμα ὥρμα ὁ Εὐθύδημος τὸν νεανίσκον : καὶ ἐγὼ γνοὺς βαπτιζόμενον
: καὶ γὰρ ὁ πούς , εἰ φρένας εἶχεν , ὥρμα ἂν ἐπὶ τὸ πηλοῦσθαι . Ἐπεί τοι τίνος ἕνεκα
5009962 συνεπερανατο
αὕτη οὐκ ὀρέγηται ἐκείνου , ὃ ἡ διάνοια διωκτὸν εἶναι συνεπεράνατο , ἀλλὰ πρὸς τοὐναντίον ὁρμᾷ . πολλάκις γὰρ ἐπὶ
καὶ ἔδωκε μὴ ὡς τοῦτο τὸ σχῆμα ἐφ ' οὗ συνεπεράνατο ὅτι δύο ὀρθαί , πότερον πρὸς τὴν διάνοιαν οὗτος
5008837 ἀνεζευξε
οὐκ ἐμνησικάκησε τοῖς πολίταις , ἀλλὰ τοὺς μισθοφόρους πείσας παραχρῆμα ἀνέζευξε καὶ διανύσας ὀξέως τὴν εἰς Συρακούσσας ὁδὸν ἧκε πρὸς
πορθεῖν αὐτὴν ἐνεστήσατο : αὐτὸς δὲ τοῦ θέρους ἤδη λήγοντος ἀνέζευξε μετὰ τῆς δυνάμεως εἰς Συρακούσας . Ἐν δὲ ταῖς
5000183 δαισαμενοι
, δόρπον τε χαμεύνας τ ' ἀμφεπένοντο , τῇς ἔνι δαισάμενοι νύκτ ' ἄεσαν ὡς τὸ πάροιθεν . Ἦμος δ
, τά με θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι κελεύει . νῦν μὲν δαισάμενοι κατακείετε οἴκαδ ' ἰόντες , ἠῶθεν δὲ γέροντας ἐπὶ
4997398 Λακυδου
παρὰ Κυνίσκον τουτονί . τὸν τύραννον ἤδη προσκάλει . Μεγαπένθης Λακύδου ἡκέτω . ποῖ στρέφῃ ; πρόσιθι . σὲ τὸν
ἢ ῥηματίσκια ταῦτ ' εἶναι καὶ φόβους . Περὶ δὲ Λακύδου βούλομαί τι διηγήσασθαι ἡδύ . Ἦν μὲν δὴ Λακύδης
4990771 προσδοκᾳς
σε συμβάλλειν , καὶ συμβέβληκας . ποῖον οὖν ἔτι διδάσκαλον προσδοκᾷς , ἵνα εἰς ἐκεῖνον ὑπερθῇ τὴν ἐπανόρθωσιν ποιῆσαι τὴν
σκοπεῖν , εἰ βάσκανος , εἰ φθόνου κρείττων : ἢ προσδοκᾷς τινα ἱκανῶς ἂν στέρξαι φίλον , ὃς τοῦτο τὸ
4989417 θελετε
, μηνύσατε ἐπαοιδήν : εἰ μὴ ἔχω , τί με θέλετε ποιεῖν ; οὐ δύναμαι τὸν θάνατον ἀποφυγεῖν : τὸ
τῆς θαλάσσης ἀπέχομεν . χωρίον δὲ ὑμῖν δίδομεν , ὃ θέλετε , ἐπιλέξασθαι καὶ μετελθοῦσιν αὐτονόμοις εἶναι . τοῦτο δ
4981155 ἱρωστι
μεγαλιστί , νεανίζω νεανιστί : καὶ δῆλον ὅτι καὶ τὸ ἱρωστί παρά τι τῶν εἰς ζω ληγόντων ῥημάτων . .
δέ φησιν ἕτερος : ὗν ὡς ἄφευσα χὠς ἐμίστυλα κρέα ἱρωστί : καὶ γὰρ οὐ κακῶς ἐπίσταμαι . . .
4980764 βαδιζεις
τὸ κρατοῦν γὰρ νῦν νομίζεται θεός . ἐφ ' ὅσον βαδίζεις , ἐφ ' ὅσον ἥξειν μοι δοκεῖς Περὶ τὸν
. πάλαι μὲν γὰρ ἠκούομεν , ὡς κέκλησαί τε καὶ βαδίζεις , ἀλλά μοι δοκεῖς κεκλῆσθαι μέν , ἑλέσθαι δὲ
4970271 ὑπαρκτον
, ἀντὶ μεσότητος τῆς ἐτῶς . τὸ παρὰ μηδενὶ οὖν ὑπαρκτόν , τουτέστι μέγα , ἄετον καὶ ἄητον . καὶ
τι ἀγαθὸν καὶ κακόν , οὕτω καὶ πρὸς τὴν φύσιν ὑπαρκτόν ἐστιν . Ὅτι μὲν οὖν οὐ κεκρατημένως ὑπέγραψαν οἱ
4966906 κρυπτε
αἰσχρὸν κάκιστον . Ὃ ἂν ὁμολογήσῃς , ποίει . Ἀτυχίαν κρύπτε , ἵνα μὴ τοὺς ἐχθροὺς εὐφράνῃς . Ἀληθείας ἔχου
κόλαζε , ἀλλὰ καὶ τοὺς μέλλοντας κώλυε . . δυστυχῶν κρύπτε , ἵνα μὴ τοὺς ἐχθροὺς εὐφράνηις . Πᾶσιν ἄρεσκε
4966213 θυλακισκον
. ἄγγη μυρηρά ὡρικὸν δὲ μειράκιον καὶ κόρη ἀποβροχθίσαι ἐψυχρολουτήσαμεν θυλακίσκον κλινάριον λυρωνίαν νεβλάρετοι τὸν ὀρτυγοκόμον ῥαγδαίους τοῦ τριγώνου μαρτύρομαι
; ἔπειτ ' ἐπὶ τοὔψον ἧκε τὴν σπυρίδα λαβὼν καὶ θυλακίσκον καὶ τὸ μέγα βαλλάντιον . καὶ τὴν κυνῆν ἔχειν
4963406 τολμηροτερον
με πεποίηκε καὶ ἀπορρίψαι τὴν πολλὴν θερμὴν αἰδῶ , καὶ τολμηρότερον ἐνταῦθα παρεῖναι : ἦλθον δὲ καὶ ὥρμησα ἀπέδιλος ὄχῳ
οὐκ ἔστ ' ἀνοίας οὐδέν , ὡς ἐμοὶ δοκεῖ , τολμηρότερον . ὦ νύξ , σὺ γὰρ δὴ πλεῖστον Ἀφροδίτης
4960514 κλαιετε
εἶδε . Λέγει δὲ αὐτοῖς Ἱερεμίας : Σιωπήσατε καὶ μὴ κλαίετε : οὐ μὴ γάρ με ἀποκτείνωσιν ἕως οὗ πάντα
πλέειν χειμῶνος ὄντος σφοδροῦ καὶ τῶν οἰκετῶν κλαιόντων : Μὴ κλαίετε , ἔφη : πάντας γὰρ ὑμᾶς ἐν διαθήκαις ἐλευθέρους
4959656 ἐβουλευετο
, προδιελθεῖν ὑμῖν βούλομαι . Μαρτυρεῖ Ἀμύντωρ Αἰσχίνῃ , ὅτε ἐβουλεύετο ὁ δῆμος περὶ τῆς συμμαχίας τῆς πρὸς Φίλιππον κατὰ
μὴ λέγωμεν , ὅτι ὁ μῦς περὶ βασιλείας τῶν ζῴων ἐβουλεύετο ἢ ὅτι ὁ λέων ἐζωγρήθη ὑπὸ τυροῦ [ καὶ
4959536 ἀναδησαντι
Πρότερον δὲ Ἑκαταίωι τῶι λογοποιῶι ἐν Θήβηισι γενεηλογήσαντι ἑωυτὸν καὶ ἀναδήσαντι τὴν πατριὴν ἐς ἑκκαιδέκατον θεὸν ἐποίησαν οἱ ἱρέες τοῦ
οὗ ἀπέδεξαν ἁπάσας αὐτάς . Ἑκαταίωι δὲ γενεηλογήσαντι ἑωυτὸν καὶ ἀναδήσαντι ἐς ἑκκαιδέκατον θεὸν ἀντεγενεηλόγησαν ἐπὶ τῆι ἀριθμήσι , οὐ
4957655 Μορυχου
: ἐπὶ τῶν καταφρονητῶν καὶ εὐκαταφρονήτων * * μωρότερος εἶ Μορύχου : παροιμία . Πολέμων λέγεσθαι ταύτην παρὰ Σικελιώταις οὕτως
τις βούλεται , δύναται καθέζεσθαι . Μορυχίᾳ . τῇ ἀπὸ Μορύχου . Μόρυχος δὲ γάστρις τις ἄνθρωπος , ὃν καὶ
4954124 ἐμειουτο
ἐγίνετο ἡ τῶν δώρων δόσις , πολυπλασιαζομένων δὲ τούτων ταῦτα ἐμειοῦτο εἰς πολλὰ καταμεριζόμενα καὶ τέλος ἡ φυλλοβολία κατελείφθη .
: νύκτα κατενόει : κατεκοιμήθη . Ὀγδόῃ ἐπύρεσσεν : σπλὴν ἐμειοῦτο : κατενόει πάντα : ἤλγησε τὸ πρῶτον κατὰ βουβῶνα
4952535 ἠρωτατο
οἶδας τὸν προσιόντα ἢ τὸν ἐγκεκαλυμμένον ; Ὁ ἐγκεκαλυμμένος λόγος ἠρωτᾶτο οὕτως : ἀπόκριναι δή μοι : τὸν πατέρα οἶσθα
, ἐὰν εἴπω ὑμῖν . Δύσκολος μέλιτος κεράμιον ἀγοράσας συνεχῶς ἠρωτᾶτο , πόσου ἠγόρασε . καταστρέφων οὖν τὸ κεράμιον ἔφη
4950697 μεγαθυμε
ἐπ ' ἀκαμάτῳ Τριτωνίδι χεῖρας ὀρέξας : Κλῦθι , θεὰ μεγάθυμε , σάου δ ' ἐμὲ καὶ τεὸν ἵππον .
' ἐποτρύνων : ὃ δέ μιν προσεφώνεε μύθῳ : Πριαμίδη μεγάθυμε , δέμας μακάρεσσιν ἐοικώς , ταῦτα μὲν ἀθανάτων ἐνὶ
4941882 κυπτεις
πανοῦργος ὃν ἔλεγ ' ἡμῖν Κλεισθένης ; Οὗτος , τί κύπτεις ; Δῆσον αὐτὸν εἰσάγων , ὦ τοξότ ' ,
νέον αὐταῖς ἀποδοῦναι . Τί μοι , ὦ βέλτιστε , κύπτεις εἰς γῆν καὶ τὴν χρόαν εἰς ἔλεγχον αἰδοῦς μεταβάλλεις
4939535 ἀχθεσθηναι
, εἰ γοργὸς εἶ , λοιδορούμενος ἀνέχεσθαι , ἀτιμασθεὶς μὴ ἀχθεσθῆναι . εἶθ ' οὕτως προσβήσῃ [ ] , ἵνα
τυραννοκτόνοι Φαλάριδος ἀκουσθῆναι . Κἀγὼ μὲν ἐσπουδασμένως ἐπέσταλκα Στησιχόρῳ μηδὲν ἀχθεσθῆναι περὶ τῆς διαβολῆς , ἣν κατ ' αὐτοῦ πεποίηνται
4938843 ἐρειπιον
νεῶν . τῶν νεῶν . συντετριμμένων νεῶν . κυρίως δὲ ἐρείπιον ἐπὶ οἴκου . ἔκρουον . ἔσχιζον . θρῆνος .
μηδὲν τῶν καταγωγίων λιπεῖν , εἰ μή τί που μικρὸν ἐρείπιον : ἄνω δὲ Ἄτυος οὐ προὔβη , οὐδὲ τοῦ
4933891 στικτεον
μέσον τοῦ τε σώματός ἐστι καὶ τῆς λογικῆς ψυχῆς . στικτέον δὲ εἰς τὸ ἄγον - τα : οὐ γὰρ
ἤτοι κρύβδαν πατρὸς καὶ πρότερον μιχθεῖσα τῷ Ἀπόλλωνι , ἢ στικτέον εἰς τὸ πατρὸς , ἵν ' ᾖ τὸ κρύβδαν
4933737 ἐσχηματικεν
οὐχ ὑπακουσομένους . τοῦτο λαβὼν τὸ νόημα κατεσκεύακέν τε καὶ ἐσχημάτικεν οὕτως : Τότε δέ , ἐὰν ἄρα ἃ νῦν
. ὅτι Ζηνόδοτος γράφει μάρτυρες : ὁ δὲ Ὅμηρος οὕτως ἐσχημάτικεν . . α . . . πέμψαι ‖ Δουλίχιόνδ
4925816 ἐπισπωμενου
κακόν τι σαυτῷ προυφείλεις : ἐπί τινος κακόν τι λαβεῖν ἐπισπωμένου . κορίζεσθαι καὶ ὑποκορίζεσθαι : ἄμφω . σημαίνει δὲ
σπλὴν ἀντιπαρακείμενος ἐπισπᾶται , φυσικαῖς τισιν ὁλκαῖς ἑκάστου τὸ ἴδιον ἐπισπωμένου . Τρίτος ἐπὶ τούτους ὁ ὀρρώδης χυμὸς ἐπιλείπεται :
4924600 διαρραγω
χρησιμωτάτου πολύ . ὁ Ζεὺς ὁ σωτήρ , ἂν ἐγὼ διαρραγῶ , οὐδέν μ ' ὀνήσει . πῖθι θαρρῶν .
χρησιμωτάτου πολύ . ὁ Ζεὺς ὁ σωτήρ , ἂν ἐγὼ διαρραγῶ , οὐδέν μ ' ὀνήσει . πῖθι θαρρῶν .
4924091 δειλαιαν
: † εἰσόψει γάρ με καὶ ἴδῃς τὴν μόσχον τὴν δειλαίαν σὺ ἡ δειλαία ἀναρπαστὸν ἀπὸ τῆς σῆς χειρὸς ὥσπερ
. σκύμνον γάρ μ ' ὥστ ' οὐριθρέπταν μόσχον δειλαία δειλαίαν ἐσόψηι χειρὸς ἀναρπαστὰν σᾶς ἄπο λαιμότομόν θ ' Ἅιδαι
4920848 Κωλυει
πρός τινα τόπον ὁρῶν , τὰς τοιαύτας ὅρα μεταβολάς . Κωλύει δὲ οὐδὲν ποιητικῶς , ὡδὶ μὲν εἶναι σιδηροῦν γένος
ὄργανα ἀφεῖσαι στρατιώτας ζῶντας ἐν αἵματι καὶ φόνοις ἀφώπλισαν . Κωλύει δὲ οὐδὲν ἴσως , ὅπως ἔσχε τὸ τῆς ἐπαναστάσεως
4916413 παθοιεν
νὴ Δί ' , ἔφη : τί γὰρ ἂν μεῖζον πάθοιεν ἄνθρωποι τεκνοποιούμενοι τοῦ κακῶς τεκνοποιεῖσθαι ; Πῶς οὖν ,
ὡς ἔτι τῶν ὤμων ἀντέχειν δυναμένων . εἰ δέ τι πάθοιεν οἱ ὦμοι , τὰ ἐναντία τοῖς προειρημένοις σημαίνουσι ,
4910169 αὐεις
, „ ἔρχομαι , „ εἶπε , ” τί με αὔεις ; ” καὶ εἰσελθὼν ἑαυτὸν ἐξήγαγεν . . .
ψωλὴν ἐπέτεινεν καὶ ῥανίσας εἴσω Κρούριος ἐνκέφαλον ὣς ἐβώασε : αὔεις ? ; μᾶτερ , ἐμοὶ βοίθει : τέκνον ,
4903433 μελεοπονος
δὲ ἀνελὼν τὸν ἕτερον ἀπέθανες . . Ἐτέοκλες . . μελεόπονος ] ἤγουν μέλεα πονήσας πρὸς τὸν ἀδελφόν . μελεοπαθὴς
Πολυνείκην . ἔκτανες ] ἐφόνευσας . ἔθανες ] ἀπέθανες . μελεόπονος ] ἄθλιον πόνον ἀγαγών . μελεόπονος ] ἀθλιόπονος .
4897396 ἐρεξα
τὸν οἶκον εἰσιοῦσι : πῇ παρέβην ; τί δ ' ἔρεξα ; τί μοι δέον οὐκ ἐτελέσθη ; σφάγιά τε
διαθέσεων ἀνάκρισιν ποιούμενοι : πῆ παρέβην ; τί δ ' ἔρεξα ; τί μοι δέον οὐκ ἐτελέσθη ; οὕτω γὰρ
4892211 νικηθῃς
τὸν αὐτὸν δὴ τρόπον ἐρεῖς καὶ τὸ ” ἢν τοῦτο νικηθῇς ἐμοῦ “ παθητικῶς . συνηγοροῦσιν ] τοῖς δικαζομένοις .
τοῖσί γε μὴ ἔστι μηδέν ; Τοῦτο δέ , ἢν νικηθῇς , μάθε ὅσα ἀγαθὰ ἀποβαλέεις . Γευσάμενοι γὰρ τῶν
4886510 δραις
ἑκοῦσά γ ' , ἐν δὲ σοὶ λελείψομαι . τί δρᾶις ; βιάζηι , χειρὸς ἐξαρτωμένη ; καὶ σῶν γε
μέν νυν ἥδ ' ἔχει , σὺ δ ' οὐχὶ δρᾶις . Φοῖβος δέ , Φοῖβοςἀλλ ' ἄναξ γάρ ἐστ
4877693 ἐδεδοικειν
[ ] ? ἢ δίκην [ ] ἐπιρρέπουσαν [ ] ἐδεδοίκειν [ ] ; οὐ δῆτα [ ] ἔγωγε ?
διεχείρισα [ καὶ ] εὔθυναί μοι [ ἦσαν ] ἃς ἐδεδοίκειν [ ] , ἢ ἄτιμος [ ἦν ] ,
4875727 πανουργε
ὄντας ἡμῖν αἰτίους τῶν πραγμάτων . Οὐχ ἁπάντων , ὦ πανοῦργε ; ταῦτα δὴ τολμᾷς λέγειν ἐμφανῶς ἤδη πρὸς ἡμᾶς
τὸ κινεῖσθαι ἐν δόλῳ . ὦ κίναδε : ἤτοι ὦ πανοῦργε : Σικελιῶται γὰρ τὴν ἀλώπεκα κίναδον προσαγορεύουσιν . ἐποκίξατο
4872631 μαινηι
ἐμοῖς ἔσηι . τί φήις ; φρονεῖς μὲν ὀρθὰ κοὐ μαίνηι , γύναι , ἥτις , τυράννων ἑστίαν ἠικισμένη ,
ὅμως χορευτέον , κοὐ θεομαχήσω σῶν λόγων πεισθεὶς ὕπο . μαίνηι γὰρ ὡς ἄλγιστα , κοὔτε φαρμάκοις ἄκη λάβοις ἂν
4870078 ταραχθεις
διώκων τὴν Λευκίππην εἰς τὴν κεφαλὴν πατάσσει τῷ πτερῷ . ταραχθεὶς οὖν ἐπὶ τούτῳ καὶ ἀνανεύσας εἰς οὐρανόν , “
οἱ δ ' ἐντὸς εἶεν ζητοῦντες αὐτόν . Ὁ δὲ ταραχθεὶς , τὸ μὲν πρῶτον εἴς τι ὑπερῷον ἀπεχώρησε σὺν
4869085 ἁρμοδιωτερον
ἀληθές , οὐδὲ τοῦτο ἀνοίκειον . ταῖς γὰρ ἐπιστήμαις οὐδὲν ἁρμοδιώτερον οὐδὲ σκοπιμώτερον ὡς τὸ εἰδέναι τὸ ἀληθὲς διὰ μέσης
δὲ ἄλλα μίαν . Εἰ δέ τις εἴποι , ὅτι ἁρμοδιώτερον μᾶλλον ἦν πρὸς εἰσαγομένους ἀπὸ τοῦ ὀλίγου καὶ μίαν
4863706 ἀπωλλυτο
. ἐς καιρὸν ἦλθε , τότε δ ' ἄκαιρ ' ἀπώλλυτο : τὸ δ ' ἄθλιον κεῖν ' εὐτυχὲς τάχ
ἐν ψήφου φορᾶι , οὐκ ἄν ποθ ' Ἑλλὰς δοριμανὴς ἀπώλλυτο . καίτοι δυοῖν γε πάντες ἄνθρωποι λόγοιν τὸν κρείσσον
4862384 πευσομενος
ἐπιμένειν ἀναγκαζόμεθα . καὶ ἐμοῦ φήσαντος , ὡς τούτου χάριν πευσόμενος τοῦ Ὀνηγησίου τοῖς περιβόλοις προσκαρτερῶ , καὶ ἀντερωτήσαντος ,
ὀκνηρὸν ἀνανδρίας ἅμα καὶ προδοσίας φέρει διαβολήν . διὸ παρῆλθον πευσόμενος ὑμῶν τίνα γνώμην ἔχοιτε καὶ τί πρακτέον ἡγοῖσθε ,
4862329 ἐπιτυγχανω
α . * . Ἀτυχθείς : ἔστι τεύχω , τὸ ἐπιτυγχάνω , ὁ μέλλων τεύξω , ὁ δεύτερος ἀόριστος ἔτυχον
κυρόω μὲν κυρῶ τὸ βεβαιῶ , κυρέω δὲ κυρῶ τὸ ἐπιτυγχάνω ποιητικόν : καὶ δεσμέω δεσμῶ τὸ ἐμπεδῶ , δεσμόω
4862282 προφανῃ
τρηχὺ γίνεται , καὶ τὰ ἐμμήνια κρύπτεται : ὁκόταν δὲ προφανῇ , ὥσπερ ψάμμος , καὶ ἡ γονὴ οὐ γίνεται
δὲ ἐχέτω τὸ πυρίημα . Καὶ ὁκόταν ἡ μὲν κεφαλὴ προφανῇ , τὸ δ ' ἄλλο σῶμα ἐνῇ , καὶ
4856822 ἀπικοιτο
καὶ τὸ τέμενος ἔσπειρε καὶ ἔνεμε , αὐτός τε ὅκως ἀπίκοιτο ἐς Ἐλαιοῦντα , ἐν τῷ ἀδύτῳ γυναιξὶ ἐμίσγετο .
γυναικηίου τε καὶ ἀνδρηίου . Ὡς δὲ ἐς τὴν Μιλησίην ἀπίκοιτο , οἰκήματα μὲν τὰ ἐπὶ τῶν ἀγρῶν οὔτε κατέβαλλε
4852834 ἀφιγμενος
ἀγασθῆναι λέγεται τούτους , κατὰ πύστιν τοῦ πατρὸς εἰς αὐτὸν ἀφιγμένος , ὥστ ' εἰπεῖν Πεισιστράτῳ τῷ Ζηνός που τοιήδε
ἦν ἄξιον δεδωκέναι . καί μοι δοκεῖς διὰ πολλῶν σχημάτων ἀφιγμένος ἐπὶ τὸ καὶ βασιλεῦσι τετιμημένον προϊὼν ἥξειν , τὸν
4852099 ἐπαγγελλομαι
κτώμεθα . χειροτονήσατε ἐμὲ τοῦ πρὸς Χαιρέαν πολέμου στρατηγόν : ἐπαγγέλλομαι διαλύσειν τὸν γάμον : ἐφοπλιῶ γὰρ αὐτῷ Ζηλοτυπίαν ,
πρῶτον μὲν τὰ ὑμέτερα , δεύτερον δὲ ἅτινα νῦν κηρύττειν ἐπαγγέλλομαι . γινώσκων δὲ λοιπὸν τίς ὁ θεὸς καὶ τίς

Back