| ὥρας ὧδε σύμμετροι : παῖς ἔαρ , νεηνίσκος θέρος , νεηνίης φθινόπωρον , γέρων χειμών . “ ἔστι δ ' | ||
| βίον οὕτως : παῖς εἴκοσι ἔτεα , νεηνίσκος εἴκοσι , νεηνίης εἴκοσι , γέρων εἴκοσι . αἱ δὲ ἡλικίαι πρὸς |
| ἡλικίαι πρὸς τὰς ὥρας ὧδε σύμμετροι : παῖς ἔαρ , νεηνίσκος θέρος , νεηνίης φθινόπωρον , γέρων χειμών . “ | ||
| ἃς ἡλικίας καλέομεν : παιδίον : παῖς : μειράκιον : νεηνίσκος : ἀνὴρ : πρεσβύτης : γέρων Καὶ παιδίον μέν |
| ἰσχνὸς ὁ κλέπτης , ὑπόξηρος , σύμμετρος , οὐλόθριξ , εὐγένειος , ποικιλογνώμων , ὑπόχλωρος . ἐὰν δὲ Ἥλιος ἢ | ||
| ἰσχνότερος καὶ ἐντονώτερος τὸ βλέμμα καὶ λυπηρός , ὕπωχρος , εὐγένειος , πυρσόθριξ , ὠτοκαταξίας . ὁ δ ' ἡγεμὼν |
| κάλλος , γεννᾷ δικαιοσύνην , ἀρετὴν γεννᾷ . Ταῦτα γὰρ κύει ψυχὴ πληρωθεῖσα θεοῦ , καὶ τοῦτο αὐτῇ ἀρχὴ καὶ | ||
| καὶ δακρύοντας , εἶτα μέντοι κατακόπτουσιν αὐτοὺς καὶ σιτοῦνται . κύει δὲ ἄρα τὸ ζῷον τοῦτο ἐν ἑξήκοντα ἡμέραις , |
| ] . [ ἀργοῦντι θυμῶι ] ῥαιδίως φέρεις τάδε , ἥσσων δὲ δούλου Φρυξὶν ] ἐμφανὴς ἔσηι . [ ] | ||
| μετανάστας : ἠματίῃ γενέθλῃ δ ' ὀλοώτατος ἔπλετο πάντων , ἥσσων δ ' ἑσπέριος γεγαὼς ἀδρανέστερα ῥέζει . Ἀφρογενὴς δὲ |
| τὸ τὴν ἔλην τοῦ ἡλίου . δεέλη ἐστὶ , καὶ δείλη . Δίκτυον . παρὰ τὸ βαλεῖν , ὃ ἐστὶ | ||
| μέρος τῆς ἡμέρας , ὡς Ὅμηρος : ἢ ἠὼς ἢ δείλη ἢ μέσον ἦμαρ . ὁ δὲ Ἡσίοδος οὐ τοῦ |
| οἷον εἴ τις ὢν ἐτῶν τριάκοντα δόξειε λέγειν αὐτῷ τινὰ ζήσεις ἔτη πεντήκοντα , οὗτος ζήσει λοιπὰ εἴκοσι , ἵνα | ||
| , ἀλλὰ φυγαδείᾳ . τούτων γὰρ ἀσκήσας καταφρονεῖν μακαρίως μὲν ζήσεις , ἀνεκτῶς δὲ ἀποθανῇ : ἐκεῖνα δὲ ζηλῶν ζήσεις |
| Εὐρώπῃ ποτὲ Κύπρις ἐπὶ γλυκὺν ἧκεν ὄνειρον , νυκτὸς ὅτε τρίτατον λάχος ἵσταται ἐγγύθι δ ' ἠώς , ὕπνος ὅτε | ||
| ἤματα κρυπταδίῃ τε λανθάνῃ , ἦ τ ' ἄν μιν τρίτατον μετὰ μῆνα δέχοιο . εἰ δέ γε Καρκίνον οἶκον |
| πτερνίδα Σκυθαίνας στόλον ὑπόμακρον φιλαδελφία καὶ φιλεταιρία φιλεριστήν φιλοθεωρόν χαλκίζειν ψυχικός οὐκ ἔστιν οὔτε τεῖχος οὔτε χρήματα , οὐδ ' | ||
| ἐξῃρημένος καὶ δημιουργὸς καὶ ἀίδιος , τῶν δὲ συνθέτων ὁ ψυχικός . Ὡς μὲν οὖν ἄν τις ἰδίως πρὸς ἕκαστον |
| τοῖς ἀνθρώποις γράφειν : λέγεται ἐπὶ τῶν βραδέως τιμωρουμένων . Ζῇ χύτρα , ζῇ φιλία : ἐπὶ τῶν δείπνῳ συνιόντων | ||
| γ ' , ἦ δ ' ὅς , ἐναργῶς . Ζῇ δὴ οἶμαι μετὰ ταῦτα ὁ τοιοῦτος οὐδὲν μᾶλλον εἰς |
| ἀρετὴν καὶ μέγεθος λόγου . ὁ γὰρ μακάριος θεὸς Ἀγαθὸς Δαίμων ψυχὴν μὲν ἐν σώματι ἔφη εἶναι , νοῦν δὲ | ||
| φησίν , ὁ Ὄσιρις , Εἶτα , ὦ μέγιστε Ἀγαθὸς Δαίμων , πῶς ὅλη ἡ γῆ ἐφάνη ; καὶ εἶπεν |
| πολλὰ γὰρ τὰ περιέχοντά σε κακά : διὰ τί ταῦτα στενάζεις , διὰ τὴν τύφλωσιν ἢ διὰ τὸν τῆς μητρὸς | ||
| μοῖρα , πέφρικ ' εἰσιδοῦσα πρᾶξιν Ἰοῦς . πρῴ γε στενάζεις καὶ φόβου πλέα τις εἶ : ἐπίσχες ἔστ ' |
| καὶ ἐπιπτυχθεῖσα κάτω πρὸς τὴν γένυν τῷ στόματι τὴν τροφὴν διακονεῖ : ἂν δέ τι τῶν ἁβροτέρων ἴδῃ , τούτῳ | ||
| οι διφθόγγου τοιαῦτα : ποι τὸ ἐπίῤῥημα : ποιπνύει , διακονεῖ : ποινή : ποιῶ : ποιμήν : ποίφυγμα σχῆμα |
| πρὸς τῷ τέλει τῆς διαστολῆς ἄτονος γένηται . Ὁ δὲ τρομώδης καλούμενος σφυγμὸς ποικιλώτατος καὶ κινδυνωδέστατός ἐστιν ἐκ τῶν ἀνωμάλων | ||
| τῶν αὐλῶν , πρὸς τὴν διαδρομὴν δὲ καὶ τὴν ἔμπτωσιν τρομώδης αὐτῶν ὁρᾶται κίνησις ἐπὶ τοῖς τρυπήμασιν , οὐκ ἴσης |
| αὐτοῦ ἅρμα . Ναυσιφορήτοις ] Τοῖς ἐν ναυσὶ φερομένοις . Πρώτα ] Κατ ' ἀρχὰς τοῦ πλοῦ . Χάρις ] | ||
| αὐτοῦ ἅρμα . Ναυσιφορήτοις ] Τοῖς ἐν ναυσὶ φερομένοις . Πρώτα ] Κατ ' ἀρχὰς τοῦ πλοῦ . Χάρις ] |
| πᾶσαν δὲ χρὴ γαῖαν βοᾶσθαι μακαρίαις ὑμνωιδίαις , ὑμέναιος Ἑλένης κἀμὸς ὡς ζηλωτὸς ἦι . σὺ δ ' , ὦ | ||
| ἔλαβεν Ἀγαμέμνων ἄναξ ; ἦλθες εἰς Ἄργος μεθ ' ἡμῶν κἀμὸς ἦσθ ' ἀεί ποτε . ὧδ ' ἔχει : |
| κάρτ ' ] λίαν . παρεσκόπης ] ἔξω βλέπεις ἢ ἔβλεπες . ξυνῆκα ] ἐνόησα . Ἕλλην ' ] Ἑλληνικήν | ||
| ὡς ] ὄντος . ἕως ] μέχρις . ἔλευσσες ] ἔβλεπες . αὐγὰς ] † ἤγουν τὸν ἥλιον περιφανῶς . |
| μελιχρὸν οἶνον τρικύαθον κελέβην ἔχουσα . Διονύσιος δ ' ὁ Λεπτὸς ἐξηγούμενος Θεοδωρίδα τὸ εἰς τὸν Ἔρωτα μέλος τὴν κελέβην | ||
| . Ὑμήν : δέρματος πτέρυξ , ἡ λεγομένη τζίπα . Λεπτὸς ὑμὴν , ὃν διατείνει εἰς τύπον ἀρμένου , τοὺς |
| ἐγώ , ἐπειδὴ καὶ πρεσβύτης εἰμί , παρακινδυνεύειν ἕτοιμος καὶ παραδίδωμι ἐμαυτὸν Διονυσοδώρῳ τούτῳ ὥσπερ τῇ Μηδείᾳ τῇ Κόλχῳ . | ||
| ἐστὶν οὗ ' μνήσθην ἐγώ . Τὴν μὲν γὰρ Ἥραν παραδίδωμι τῷ Διί , τὴν δὲ Βασιλείαν τὴν κόρην γυναῖκ |
| πλησίον παχεῖα καὶ πιμελής , σοὶ δὲ νεοττὸς ἡμίτομος ἢ φάττα τις ὑπόσκληρος , ὕβρις ἄντικρυς καὶ ἀτιμία . πολλάκις | ||
| πλεῖστον χρόνον ἐν ὀχείᾳ γίνεται ἡ ἔχιδνα , μέγιστον ἡ φάττα , ἐλάχιστον δὲ ἡ τρυγών . καὶ ὅτι ὁ |
| δύνοντα πλοῦς ἐσθ ' ἡμέρας : εἶτ ' ἐχομένη ' στὶ νῆσος ἡ καλουμένη Ἐρύθεια , μεγέθει μὲν βραχεῖα παντελῶς | ||
| δὲ τίς σε δέξεται φορούμενον ; Ἐν Πειραιεῖ δήπου ' στὶ Κανθάρου λιμήν . Ἐκεῖνο τήρει , μὴ σφαλεὶς καταρρυῇς |
| ὑγιέα ποιέειν . Ἡ φύσις αὐτομάτη ταῦτα ἐπίσταται : καθήμενος πονέει ἀναστῆναι , κινεύμενος πονέει ἀναπαύσασθαι , καὶ ἄλλα τοιαῦτα | ||
| ὁκόσῳ δ ' ἂν ὁ χρόνος τῇ νούσῳ ἀπομηκύνηται , πονέει ἅπαντα μᾶλλον , καὶ τὰ σκέλεα οἰδέει ὡς ἀπὸ |
| πλευρὸν καὶ ἐς τὴν κληῗδα ἐνίοτε , καὶ τὸ σίελον πτύει ὑπό - χολον καὶ ὕφαιμον , ὅταν τύχῃ ῥηγματίας | ||
| : ἐπὴν ἄορτρον σπασθῇ τοῦ πλεύμονος , τὸ πτύσμα λεπτὸν πτύει , ἐνίοτε δὲ αἱματῶδες , ἀφρονέει τε καὶ πυρετὸς |
| ὡσαύτως καὶ Ἀττικοί . ὁ δὲ μετὰ ταῦτα μειράκιον ἢ μεῖραξ , εἶτα νεανίσκος καὶ νεανίας , εἶτα ἀνὴρ μέσος | ||
| δρόμον μετέχειν . ἡ δὲ μετὰ ταῦτα μειράκιον , εἶτα μεῖραξ , εἶτα νεανίσκος , εἶτα νεανίας , εἶτα ἀνὴρ |
| μέρους φλεγμαίνοντος τὸ κατ ' εὐθὺ συμπάσχει σκέλος καὶ βουβὼν ἐπανίσταται , τοῦ ἀριστεροῦ δὲ τὸ ἐναντίον : τοῦ δὲ | ||
| ἀνθέει , καὶ δῆλος ἡ νοῦσος , καὶ τὰ κοῖλα ἐπανίσταται , καὶ οἱ πόδες οἰδέουσιν . Ἡ δὲ νοῦσος |
| ὅτι ἀπαρεμφάτῳ χρῆται ἀντὶ προστακτικοῖ , εἶναι ] ἀντὶ τοῦ ἔσο . . . . . α . ἔσσο α | ||
| Τερπάνδρου ἀμφ ' ἐμοὶ ἄνακτα ἑκατηβόλον . λείπει δὲ τὸ ἔσο ἢ τὸ χόρευε ἤ τι τοιοῦτον . ἀμφί μοι |
| τοῦ πολέμου . , , , : ἀφρήτωρ ἀθέμιστοςὃς πολέμου ἔραται . λεξάσθων παρὰ τάφρον : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ | ||
| ' αὔτως σοφίην ὁ σοφώτατος οὐκ ἀποφεύγει , ἀλλ ' ἔραται , θυμὸν δ ' οὐ δύναται τελέσαι . Ὦ |
| κρίμνα λεπτὰ βιβρώσκων . ἐμοὶ δ ' ὑπάρχει πολλὰ καὶ περισσεύει : τὸ κέρας κατοικῶ πρὸς σὲ τῆς Ἀμαλθείης . | ||
| , ὁ δὲ φόβος , ὑποστολή : ὅθεν ὅπου μὲν περισσεύει , πυροῖ : ἔνθα δὲ ὑστερεῖ , ψύχει . |
| γένει προσήκοντες . ἕποιτο δ ' ἂν τούτοις ἄγαμος , νεόγαμος , πολύγαμος , ἀγύνης , μισογύνης , μονότροπος . | ||
| ἐξ εὐνῆς βουλομένης αὐτὸν ἔχειν . γέγονας δὲ καὶ αὐτὸς νεόγαμος καὶ οἶσθα ὡς τοῖς τοιούτοις ἓν φίλον , ὁ |
| : ἐπὶ κράναν δέ τιν ' ἄμφω ἑσδόμενοι θέρεος μέσῳ ἄματι τοιάδ ' ἄειδον . πρᾶτος δ ' ἄρξατο Δάφνις | ||
| . τὰν γὰρ οὐ φίλαν ἀλλὰ φιλτάταν γυναῖκα κατθανοῦσαν ἐν ἄματι τῶιδ ' ἐπόψηι . ἰδοὺ ἰδού : ἥδ ' |
| τῷ ἀργυρότοξος . Φέρτερος . ἀπὸ τῶν ἀχθοφόρων . καὶ ἀφαυρότερος , ὁ τοῦ φέρτερος : οἷον τε ἥττονα φορήτερός | ||
| κέν τις τοῦτο θεῶν δείσειε νόημα , ὃς σέο πολλὸν ἀφαυρότερος χεῖράς τε μένος τε : σὸν δ ' ἤτοι |
| ι : οἷον , ἄθριξ : εὔθριξ : πολύθριξ : οὐλόθριξ . Τὸ ὁδὸς παρὰ τὸ ἕζω ῥῆμα ἕδος , | ||
| Ἑρμοῦ ἔσται ἰσχνὸς ὁ κλέπτης , ὑπόξηρος , σύμμετρος , οὐλόθριξ , εὐγένειος , ποικιλογνώμων , ὑπόχλωρος . ἐὰν δὲ |
| πρᾳότερος ἔσται καὶ ἄμεινον βιώσεται καί σοι τὸν λοιπὸν ἤδη συνέσται χρόνον οἴκοι μένων . ταῦτα δὲ διελέγετο ὁ Κένταυρος | ||
| ὅτε ὁρᾷ , τοιοῦτον ὄψεται , μᾶλλον δὲ αὑτῷ τοιούτῳ συνέσται καὶ τοιοῦτον αἰσθήσεται ἁπλοῦν γενόμενον . Τάχα δὲ οὐδὲ |
| τονμαργονονειξαιθελω ? ? ? ! ? ? ? ! ! στος ? ? ! [ ϝπα ! ! [ [ | ||
| ἐν τούτῳ φιλοσοφία καὶ ἀρετὴ διηνεκής , καὶ ἄπται - στος βίος καὶ ὑγιής , καὶ δίαιτα εἰλικρινής , καὶ |
| κάτω ὑποχώρησις μᾶλλον διαχωρέει : ἢν δὲ κενὸς ᾖ , ἐμέεται βιαίως , καὶ ὑποχωρέει βιαιότερον : ἐς ἑσπέρην δὲ | ||
| τῇ κοιλίῃ ἐνίοτε μὲν διαταράσσεται κάτω , τὰ δὲ πολλὰ ἐμέεται ἐν τῇσι πρώτῃσιν ἡμέρῃσιν , ἢ τέσσαρσιν , ἢ |
| ἐξοχῇ κλίνας . ὁ δ ' Ἥλιος τὸ πρῶτον ἡδὺς ἐκκύψας ἀνῆκεν αὐτὸν τοῦ δυσηνέμου ψύχους , ἔπειτα δ ' | ||
| πρόξενον θλίβων . μικρὸν δ ' ἐπισχὼν εἶτ ' ἔσωθεν ἐκκύψας ψαύειν ἔμελλεν ἰσχάδος Καμειραίης : ἕτερος δ ' ἐπῆλθεν |
| τὰς τῶν σφαιρῶν τούτων ψυχάς . Οἳ δὲ ἔτι τούτων καθαρώ - τερον τοὺς νοῦς τοὺς ἐπιβεβηκότας ταύταις ταῖς ψυχαῖς | ||
| τὰς τῶν σφαιρῶν τούτων ψυχάς . Οἳ δὲ ἔτι τούτων καθαρώ - τερον τοὺς νοῦς τοὺς ἐπιβεβηκότας ταύταις ταῖς ψυχαῖς |
| ' αὐτὸν παραμυθεῖται καὶ λέγει , Μηδείς σε τῶν σοφιστῶν ἐξαπατάτω , μηδ ' ἀθυμήσῃς ἐπὶ σαυτῷ . εἰ γὰρ | ||
| χρώμασιν οἷσιν εἴρηται : κακὰς εἶναι καὶ μέμφεσθαι . μὴ ἐξαπατάτω δέ σε αὐτὴ ἡ κύστις νόσημα ἔχουσα τῶν οὔρων |
| λέπαδνα τοὺς μασχαλιστῆράς φασι . . . . . . χἢ μὲν τῇδ ' ἐπυργοῦτο στολῇ : καὶ ἡ μέν | ||
| χλοεροῖσιν ἰαινόμενοι μελέεσσιν ἀλλήλοις ψιθύριζον . ἀνίστατο φώριος εὐνή . χἢ μὲν ἀνεγρομένη πάλιν ἔστιχε μᾶλα νομεύειν ὄμμασιν αἰδομένοις , |
| Θηρικλῆς ποτε ἔτευξε κοίλης λαγόνος εὐρύνας βάθος ; ἦ που κατειδὼς τὴν γυναικείαν φύσιν ὡς οὐχὶ μικροῖς ἥδεται ποτηρίοις . | ||
| ἀρίστου βίου κατέστρεφεν . . Ὁ τὰ πέρατα τοῦ βίου κατειδὼς οἶδεν , ὡς εὐπόριστόν ἐστι τὸ τὸ ἀλγοῦν κατ |
| ἑκηβολίαις ἀπολεῖ τοὺς δυσμενεῖς . ἀναπαύσεται κατακλινεὶς ὡς λέων ἢ σκύμνος λέοντος , μάλα καταφρονητικῶς δεδιὼς οὐδένα , φόβον τοῖς | ||
| θυμῷ , ἀλλ ' αὐτοῦ μίμναζε παρέστιος ἐξέτι τυτθοῦ , σκύμνος ἀεξηθείς , ὀλίγον βρέφος , ἤθεσι παιδὸς σύντροφος : |
| κεχήνασι , καὶ τὸ πνεῦμα ἐσρέον πληροῖ αὐτάς , καὶ κύουσι τριῶν ἐτῶν . λέγουσι δὲ νεοττιὰν μὴ ὑποπλέκειν γῦπα | ||
| δὲ πᾶσαν ὥραν ὀρθός , τῆς θηλείας ὑποτιθείσης ἑαυτήν . κύουσι δὲ καὶ τίκτουσι καθὼς καὶ οἱ κύνες . ζῇ |
| ἡ κνίδη , σεσημείωται διὰ τοῦ η γραφόμενα . οὕτως Θεόγνωστος . . . . ἀκαλανθὶς : κύων : ἴσως | ||
| περισκήνιον , θίν θινός θίνιον καὶ ἀκροθίνιον . οὕτως ὁ Θεόγνωστος ἐν τῇ Ὀρθογραφίᾳ . * + . . . |
| [ ποίμνια , κἐς λάϊα ] καρπῶν θόρε , κἐς τελεσφόρος [ ἀγρός . Ἰώ , μέγιστε Κοῦρε , χαῖρέ | ||
| πάντα ἡμέτερον † δέον εἰπεῖν οὔπω πέπρωκεν ἡ μοῖρα ἡ τελεσφόρος κραθῆναι καὶ τελεσθῆναι ταῦτα οὕτως , ὁ δὲ πρὸς |
| ταχύβουλον ἀστασίην , μίσει δ ' ἐρατῆς καὶ ἀκηράτου εὐνῆς κουρίδιόν τε λέχος προλιπεῖν πόσιός τε λαθέσθαι τεύξει ὁμοφροσύνην : | ||
| ταχύβουλον ἀστασίην , μίσει δ ' ἐρατῆς καὶ ἀκηράτου εὐνῆς κουρίδιόν τε λέχος προλιπεῖν πόσιός τε λαθέσθαι τεύξει ὁμοφροσύνην : |
| . ψυχρὸν ὕδωρ τουτεὶ καταλείβεται : ὧδε πεφύκει ποία , χἀ στιβὰς ἅδε , καὶ ἀκρίδες ὧδε λαλεῦντι . ἀλλ | ||
| οὐ θησῶ ποκα ἀμνόν , ἐπεὶ χαλεπὸς ὁ πατήρ μευ χἀ μάτηρ , τὰ δὲ μῆλα ποθέσπερα πάντ ' ἀριθμεῦντι |
| Ἀγησίπολις ὁ τῶν Λακεδαιμονίων βασιλεὺς ἐτελεύτησε νόσῳ , βασιλεύσας ἔτη δεκατέσσαρα : τὴν δὲ ἀρχὴν διαδεξάμενος Κλεόμβροτος ὁ ἀδελφὸς ἐβασίλευσεν | ||
| , ἡ δὲ θήλεια δώδεκα : αἱ δὲ ἄλλαι ζῶσι δεκατέσσαρα . τὸ δὲ μυθολογούμενον περὶ τοῦ τοῦ Ὀδυσσέως κυνός |
| ὅτι λυχνοποιὸς ἦν Κῦρος Ἀστυάγους , καὶ ὁπότε γ ' ἐνεθυμήθη καὶ ἔδοξεν αὐτῷ , ἐλεύθερος ἅμα καὶ βασιλεὺς ἐγένετο | ||
| ἄνθε ' ἀφροδίσια . ἤδη δ ' ὃ λέγω κἀκεῖνος ἐνεθυμήθη , ὡς ἡδὺ χρῆμα ἐν ἱστορίας γραφῇ μεταβολὴ καὶ |
| ἕπεται , καὶ αὐτοῦ τὴν πρώτην γένεσιν αὐτῶν ἐξ ὕδατος συνιστάντος Ὠκεανός , ὅσπερ γένεσις πάντεσσι τέτυκται [ Ξ ] | ||
| γοῦν τῷ θεάτρῳ οὐ καθεδήσεται λίθος ἐπὶ λίθῳ . ” συνιστάντος τινὸς αὐτῷ υἱὸν ᾔτησε πεντακοσίας δραχμάς : τοῦ δ |
| τὰ γράμματα ; καὶ νῦν τί ποιεῖ ἢ τί μέλλει Φιρμῖνος ; ἔτ ' ἐστὶν ἐν τοῖς τῶν γάμων πόθοις | ||
| κρείττονα . εὖ γάρ μοι δοκεῖ καὶ ὁ Τυρσηνὸς ἰδὼν Φιρμῖνος τὴν πεζὴν στρατιὰν κατὰ τρόπον κοσμουμένην “ τεῖχος ὄντως |
| , ἀνατμηθεῖσα δὲ κυνὶ τὰ ἐντόσθια πάντα κέκτηται ὅμοια . ὀχεύει δὲ ἐπιβαίνουσα καθάπερ καὶ ὁ κύων : τίκτει δὲ | ||
| ἐκτὸς τῶν θαλαμῶν ῥίπτων : ὅθεν διαγινώσκουσιν οἱ θηρεύοντες . ὀχεύει δὲ συμπλεκόμενος καὶ πολὺν χρόνον πλησιάζει διὰ τὸ ἄναιμος |
| ' αἰσχρὸν ἀνθρώποισι τἀλλήλων κακά ; οἴμοι : πόσωι σφιν συνθανεῖν ἂν ἤθελον . ἄκραντ ' ὀδύρηι ταῖσδέ τ ' | ||
| βίου , ἢ δειλός ἐστιν ἢ δυσάλγητος φρένας θανόντι κείνῳ συνθανεῖν ἔρως μ ' ἔχει . ἥξειςἐπείγου μηδένεἰς τὸ μόρσιμον |
| ἀποκρίνασθαι ” μύριοί εἰσιν ἀριθμόν , ἀτὰρ μέτρον „ γε μέδιμνος : εἷς δὲ περισσεύει , τὸν ἐπενθέμεν οὔ κε | ||
| ἀπομάκτρα , σκυτάλη , περιστροφίς , μαγίς , χοῖνιξ , μέδιμνος ἡμιμέδιμνος , ἑκτεύς , καὶ παρ ' Ἀλκαίῳ τῷ |
| ἡδονήν . εὖ γ ' , ὦ κράτιστε ἄνθρωπε καὶ σοφώτατε : τοῦ γὰρ μασᾶσθαι κρεῖττον οὐδὲν ἔστιν ἀγαθόν : | ||
| ταύτῃ ἀνέχειν ἅπασι τὴν ἀρχήν . ἄθρει γάρ , ὦ σοφώτατε , ὡς ἐγὼ εἰσελήλυθα τήμερον οὐ κολακεύσων οὐδὲ θωπεύσων |
| γυναικῶν : ἀντὶ τοῦ τῶν φιλάνδρων , οἷον : εἴπερ φίλανδρός ἐστι , πάντα σοι πεισθήσεται ἡ Γλαύκη : ἃ | ||
| γυναικῶν : ἀντὶ τοῦ τῶν φιλάνδρων , οἷον : εἴπερ φίλανδρός ἐστι , πάντα σοι πεισθήσεται ἡ Γλαύκη : ἃ |
| ] τοῖς ἀντιπάλοις . στασιάζει ] πρὸς φιλονικίαν διαφέρεται . πορίσαι ] ἐξευρεῖν , παρασχεῖν . Γ εἴπερ ποτὲ καὶ | ||
| αὐτοῖς δύνανται . οὔτε οὖν εἰ ἄπεστιν ὅπλα ἐνδεῖ τοῖς πορίσαι αὐτὰ δυναμένοις , οὔτε χρήσιμα τυγχάνει τοῖς κἂν ἔχωσι |
| φίλος , ὦ πόσι μοι , σὺ μὲν φθίμενος ἀλαίνεις ἄθαπτος ἄνυδρος , ἐμὲ δὲ πόντιον σκάφος ἀίσσον πτεροῖσι πορεύσει | ||
| με σπαρτοπόλιος ὠμόγραυς Ταναγρικὴ γυνή φίλη πειθοῖ ἄγγαρος ἀγυιεῖς ἀδιάφθορον ἄθαπτος αἰτιώτατος ἀκουστής ἀκρατεύεσθαι ἀλάβαστον ἀναπετῶ ἀνάριστον ἀνατρέχω ἀπέλιπε , |
| πυροί , κριθαί , ἄμπελοι , ἐλάαι , συκαῖ . Καλός γ ' ὦ ἄνδρες καὶ ὅσιος ὁ ὅρκος . | ||
| , ὁ ἐμὸς υἱὸς οὑτοσί , καὶ ὁ Δημῶναξ , Καλός , ἔφη , καὶ σοῦ ἄξιος καὶ τῇ μητρὶ |
| ὕστερον ἐπ ' Ἀλεξάνδρου τῷ τάφῳ λέγουσιν ὅτι ἠγωνίσαντο . Χρόνος τε ἦν συχνὸς τῷ πένθει καὶ αὐτός τε αὑτὸν | ||
| ἄρα Μοῖραι σχεδόν ὅ τ ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος . τὸ δὲ σαφανὲς ἰὼν πόρσω κατέφρασεν , ὁπᾷ |
| φριξαύχεν ' οὐ μόνον γυνή , παῖς δ ' ἂν νεογνὸς χειρὶ προσκνήθων νέᾳ κλίνοι παλαιστοῦ παντὸς εὐμαρέστερον . φίλων | ||
| φριξαύχεν ' οὐ μόνον γυνή , παῖς δ ' ἂν νεογνὸς χειρὶ προσκνήθων νέᾳ κλίνοι παλαιστοῦ παντὸς εὐμαρέστερον φίλων γε |
| τίς ἀθλιώτερος ; τίς ἄταις ἀγρίαις , τίς ἐν πόνοις ξύνοικος ἀλλαγᾷ βίου ; Ἰὼ κλεινὸν Οἰδίπου κάρα , ᾧ | ||
| σειραφόρον κριθῶντα πῶλον : ἀλλ ' ὁ δυσφιλὴς σκότῳ λιμὸς ξύνοικος μαλθακόν σφ ' ἐπόψεται . τί δὴ τὸν ἄνδρα |
| τὰς Πλειάδας εἴληπται . τὰ μὲν γὰρ ἄλλα ζῴδια πρώτην φαίνει τὴν κεφαλὴν κατὰ ἀνατολὰς , ὁ δὲ ταῦρος τὸ | ||
| , μὴ προσγραψάμενος τὴν αὐτὴν φυλακὴν ἥνπερ περὶ τῶν εἰσφορῶν φαίνει , οὐκ εὔδηλον δι ' ὃ τοῦτ ' ἐποίησας |
| εἰ δὲ Ζεύς τοι τόν γε βιωσέμεν ἀρνήσηται , ἀλλὰ νόει σὺ τεῇσιν ἐνὶ φρεσίν , οὕνεκεν αὐτῷ ῥῆξε λίνον | ||
| ἐκπεριελθεῖν σε πάλιν κακοδαιμονίζοντας . σὺ δὲ τὸν τρίβωνα λεοντῆν νόει , τὸ δὲ βάκτρον ῥόπαλον , τὴν δὲ πήραν |
| εἰς ἐμὲ καὶ τίνων γινομένων ἡσθήσομαι καὶ τίνων οὐ πραττομένων ἀνιάσομαι . κίνησον δὴ σαυτὸν καὶ δεῖξον ἡμῖν πάλιν τὸν | ||
| ἐκφέρων τὰ λυποῦντα ῥᾴων ἐγιγνόμην , τοῦτον ἐγγὺς οὐκ ἔχων ἀνιάσομαι , γιγνέσθω δὲ ἀγαθόν τι Κέλσῳ καὶ τἀμὰ ὅπῃ |
| οὐ παρὰ μέγεθος διαφέροντα . ἄρχεται δὲ ὁ μὲν ἄρρην ὀχεύειν γενόμενος ἐνιαυσιαῖος , ἡ δὲ θήλεια βαίνεται ὀκταμηνιαία . | ||
| . . ἀνθέμιον ] χρυσίον ἐκλεκτόν . . τό τε ὀχεύειν καὶ τὰ τοιαῦτα . . ἐρυμνὰ ] ἠσφαλισμένα . |
| οὐδὲν διαφέρει πότερον ἂν ἐπιτηδεύσωσιν , εἴτε μονοσιτέειν , εἴτε ἀριστῇν , τουτέῳ τῷ ἔθεϊ χρέεσθαι . Εἰσὶ δέ τινες | ||
| , μάλιστα ἐπισημαίνει . Καὶ γὰρ ὁκόσοι ἂν μὴ μεμαθηκότες ἀριστῇν , ἀριστήσωσιν , ὄγκος πουλὺς αὐτοῖσι τῆς γαστρὸς καὶ |
| καὶ εἰ μάλα πολλὰ κάμωσιν : οὐ γὰρ ἀβληχρὰ θεοῖσι τετεύχαται ἄφθιτα ἔργα . Οὐδέ τί που βρώμης ἐπιδευόμεθ ' | ||
| δύναμίς γε παρείη : οὐ γὰρ ἔτ ' ἀνσχετὰ ἔργα τετεύχαται , οὐδ ' ἔτι καλῶς οἶκος ἐμὸς διόλωλε : |
| Ἐντὼ καὶ Ἰαινώ , Ἀθηνᾶς φρασάσης : καὶ αὐτῶν μὲν ὑφαιρεῖται τὸν ὀφθαλμὸν καὶ τὸν ὀδόντα ὀρεγουσῶν ἀλλήλας . Αἱ | ||
| ἂν τῷ μεγέθει τῆς χορδῆς προσθῇς , τοσοῦτον τοῦ τόνου ὑφαιρεῖται . τὸ μὲν γὰρ ἥμισυ [ προσλαμβανομένη μέση πρὸς |
| ἀποκτεῖναι , ὁ δὲ Χαρίδημος ἀπαγόμενος ἐπὶ τὸν θάνατον ἀνεβόησεν μεταμελήσειν ταῦτα ταχὺ τῷ βασιλεῖ καὶ τῆς ἀδίκου τιμωρίας αὐτοῦ | ||
| ἀδικεῖν οἶμαι ἄλλως τε καὶ Κληματίου κελεύοντος καὶ ὑπισχνουμένου μὴ μεταμελήσειν μοι τῶν γραμμάτων . σέ τε γὰρ εὖ μάλα |
| , εἰ νοσήσας ἀξιοῦντος φίλου πρὸς αὐτὸν ἐλθεῖν ὥστε νοσοκομηθῆναι ὑπακούσει , Ποῦ δὲ φίλον μοι δώσεις Κυνικοῦ ; ἔφη | ||
| τοῦ ἱματίου λαβόμενοι σε ἐπιστρέψωμεν , ὦ Ἀδείμαντε , οὐχ ὑπακούσει ἡμῖν βοῶσιν , ἀλλὰ καὶ φροντίζοντι ἔοικας ἐπὶ συννοίας |
| φῂς , Ἑρμόγενες : εἰ δὲ καθόλου ὡς ἀσθενὲς αὐτὸ δέχῃ οὐκ ἔστιν ἀσθενές : ἀλλὰ καὶ πάνυ ἰσχύει : | ||
| εἰ αὐτὸς νῦν ποιεῖς τὸ τῇ φύσει σου οἰκεῖον καὶ δέχῃ τὸ νῦν τῇ τῶν ὅλων φύσει εὔκαιρον , ἄνθρωπος |
| τις ἦν αὐτοῦ περὶ τὸ πρόσωπον , καὶ ἄκαιρος στωμυλία λαλοῦντος κατηγόρει καὶ αὕτη τὸν τρόπον αὐτοῦ . πάντα δὲ | ||
| γὰρ ἀπόχρη τὸ θεωρεῖν ἐρώμενον οὐδ ' ἀπαντικρὺ καθημένου καὶ λαλοῦντος ἀκούειν , ἀλλ ' ὥσπερ ἡδονῆς κλίμακα συμπηξάμενος ἔρως |
| . Λέγω δ ' , ἐπειδὴ καὶ τυφλόν μ ' ὠνείδισας : σὺ καὶ δέδορκας κοὐ βλέπεις ἵν ' εἶ | ||
| πτωχὸς ὢν ἡμᾶς λέγειν , καὶ συκοφάντης εἴ τις ἦν ὠνείδισας ; Νὴ τὸν Ποσειδῶ , καὶ λέγει γ ' |
| ἔκτεινε : ⌈ νεανικῶς . [ παλαιστρικῶς , Γ ] διαχέων σεαυτὸν ὑγρῶς . Γ * φαίνεται ⌈ δέ , | ||
| τι πρὸς φιλοσοφίαν ὁ οἶνος ἑλκυστικὸν παραθερμαίνων τὴν ψυχὴν καὶ διαχέων . διόπερ οὐδὲ πρότερον ἠρώτων οἵτινες εἶεν ἀλλ ' |
| ἐννεάφωνον , λευκὸν κηρὸν ἔχοισαν ἴσον κάτω ἶσον ἄνωθεν . πρώαν νιν συνέπαξ ' : ἔτι καὶ τὸν δάκτυλον ἀλγῶ | ||
| ἀτυχίαν σύμφυτον εἶναι καὶ οὐκ ἐπείσακτον . . , τοιοῦτος πρώαν τις ἀφίκετο Πυθαγορικτάς , ὠχρὸς κἀνυπόδητος . . . |
| λαμπρὸς ἀστὴρ καὶ μέγας ὅστις τοῦ Ἵππου πέφυκεν μεγέθους πρώτου πέλων , πρὸς Ἄρην δὲ καὶ τὸν Ἑρμῆν τὴν κρᾶσιν | ||
| ὥσπερ στέφος . νεκρὸς γὰρ ἦσθα τὸ πρὶν εἰς φθορὰν πέλων τάφῳ κατῴκησάς τε νεκρὸς , ἄψυχος , ἄμορφος , |
| . κατὰ μόριον δὲ ταῦτα κινεῖσθαι λέγεται καὶ μεταβάλλειν : ὑγιάζεται γὰρ τὸ σῶμα , ὅτι ὁ ὀφθαλμὸς ἢ θώραξ | ||
| καὶ ἐν τῇσιν ἑπτά : ἢν δὲ ταύτας ὑπερεκφύγῃ , ὑγιάζεται . Τοῦτον ὅταν οὕτως ἔχῃ , λούειν πολλῷ καὶ |
| ταῦτα ταύτῃ Μοῖρά πω τελεσφόρος κρᾶναι πέπρωται , μυρίαις δὲ πημοναῖς δύαις τε καμφθεὶς ὧδε δεσμὰ φυγγάνω : τέχνη δ | ||
| Ζεῦ ποτε ] ἄρα ἐνέζευξας ] ἐνέβαλες ἁμαρτοῦσαν ] πταίσασαν πημοναῖς ] βλάβαις ἤγουν τοῖς δεσμοῖς ἔ ἔ ] τοῦτο |
| . κατασταθήσεται δέ , φησίν , ὁ χειμών , καὶ εὐπλοήσει ὁ Ἀγεάναξ , ἂν αὐτὸν τοῦ ἔρωτος παύσῃ χαρισάμενος | ||
| συμπεσεῖται . Σελήνη Αἰγοκέρωτι μετὰ μοίρας θ , ὁ ἀναχθεὶς εὐπλοήσει μέν , ταραχθήσεται δὲ τὴν ψυχήν . Σελήνη Ὑδροχόῳ |
| ἐκ θρόνων χωρίζεται . ἐγὼ δ ' ἐσεῖδον γῆν ἅπασαν ἔγκυκλον καὶ ἔνερθε γαίας καὶ ἐξύπερθεν οὐρανοῦ , καί μοί | ||
| τρύφημα , παρυφές , ξυστίδα , χιτῶνα , βάραθρον , ἔγκυκλον , κομμώτριον , ἕτερα θ ' ὅς ' οὐδεὶς |
| γενέσθαι . τοῦτο αἰσθόμενος ὁ πατήρ , ἄγριός τις καὶ ζηλότυπος γέρων , ἠγανάκτησε καὶ ὑπό τινος μεμοιχεῦσθαι οἰηθεὶς αὐτὴν | ||
| εἴτε κατὰ τέλος τὴν αὐτὴν φυλάττει γραφήν : οἷον , ζηλότυπος : ζηλωτής : τοῦτο οὐ σύνθετον ἀλλὰ παράγωγον : |
| Δίωνος : εἰς ἃ ἀποβλέψας ὁ βασιλεὺς εἶπεν , ὦ θαυμάσιε λυτικὲ , ἐὰν ἀφέλῃς τοῦ Σωτῆρος τὸ σω , | ||
| ὀρθῆς . ἔστι δὲ ἀδύνατον . τὸ αὐτό , ὦ θαυμάσιε : διὸ καὶ τὰ ἑξῆς προσιέμεθα μέν , οὔ |
| χαρίτων μὲν ὄζει , καλλαβίδας δὲ βαίνει , σησαμίδας δὲ χέζει , μῆλα δὲ χρέμπτεται . Ἀντιφάνης Δευκαλίωνι : σησαμίδας | ||
| Εὔπολις ἐν Κόλαξιν : καλλαβίδας δὲ βαίνει , σησαμίδας δὲ χέζει . θερμαυστρίς , ἑκατερίδες , σκοπός , χεὶρ καταπρηνής |
| καὶ ἔπειτα πρὸς ἑαυτόν : αἰσχύνεται γὰρ καὶ ἑαυτόν . ἄμητος καὶ ἀμητὸς διαφέρει . ἄμητος γὰρ ὁ καιρὸς τοῦ | ||
| : αἶψά τε φυλόπιδος πέλεται κόρος ἀνθρώποισιν . . . ἄμητος δ ' ὀλίγιστος , ἐπὴν κλίνῃσι τάλαντα Ζεύς , |
| γε πάντα , γέρων , κατὰ μοῖραν ἔειπες . ” μογοστόκος ἡ μογοῦσα καὶ πονοῦσα περὶ τοὺς τόκους . μόθος | ||
| . καὶ χροιὴ πέπλου μαντεύεται , ὅττι μενοινὴ μυρία μοχθήσασα μογοστόκος ἔμφρονι ῥιπῆι καὶ φρένα φοινίσσουσα πολυσπερέεσσι μερίμναις , ἤθεα |
| γούνασιν ὧδε πίτνω τέκνοις τάφον ἐξανύσασθαι . μῆτερ , τί κλαίεις λέπτ ' ἐπ ' ὀμμάτων φάρη βαλοῦσα τῶν σῶν | ||
| εἰπόντος δέ τινος : ” τί παθὼν αὑτὸς καταδικάζεις καὶ κλαίεις ” ; εἶπεν : „ ὅτι ἀναγκαῖόν ἐστι τῇ |
| καὶ ὁ δειλὸς ἀμετρίην τὴν ἀνδρείην ὑπείληφε , καὶ ὁ φιλάργυρος τὴν μεγαλοψυχίην , καὶ πᾶσα ἔλλειψις ὑπερβάλλειν δοκέει τὸ | ||
| Γ καὶ σαπρὸς : ἀρχαῖος καὶ παλαιός . οἷον γηράσας φιλάργυρος ἐγένετο . Γ ὅτι γέρων ὢν : † μετὰ |
| καὶ τοῦ μὴ ἅπτεσθαι πέρι πῶς ἔχει , σκόπει . Σκοπῶ . Αὐτὸ γάρ που ἐν ἑαυτῷ ὅλῳ τὸ ἓν | ||
| ἐπήκοος γίγνηταί τις θεῶν . Εὔχου δὴ καὶ σκόπει . Σκοπῶ : καί μοι δοκεῖ τις , ὦ Πρώταρχε , |
| , ἴσως δὲ διὰ τὸ πολύπαιδα γεγενῆσθαι : ἡ γὰρ χοῖρος πολλὰ τίκτει , καὶ ἐν τοῖς Ὀρφικοῖς αἱ χοῖραι | ||
| πολυέτη τὴν ἀποδημίαν ἔχων , νάρκη μὲν ἡ ἡδίστη , χοῖρος , σῖμος , φάγρος , ὀξύρυγχος , ἀλλάβης , |
| ἦν ἐν Μήδοις τότε κατά τε ἀνδρείαν καὶ ῥώμην δοκιμώτατος Παρσώνδης , παρά τε βασιλεῖ μάλιστα ἐπαινούμενος καὶ ἐν Πέρσαις | ||
| τῷ βασιλέως στρατῷ . Καί ποτε κατὰ δαίμονα κυνηγετῶν ὁ Παρσώνδης ἐλαύνει πόρρω ἀπὸ τοῦ βασιλέως εἴς τι πεδίον οὐχ |
| εἴρηται , τὸ μὴ ἅμα ἀρχῇ πᾶν τέλος καταφαίνεσθαι . Ἀμείβεται πρὸς ταῦτα Ξέρξης : Ἀρτάβανε , τῶν ἀπεφήναο γνωμέων | ||
| , ἀλλ ' ἀκούσας : τὰς τέῳ τρόπῳ περήσομεν ; Ἀμείβεται Δαρεῖος τοῖσδε : Ὀτάνη , ἦ πολλά ἐστι τὰ |
| ὄρνιθος ἀηδοῦς ἥσει δύσμορος , ἀλλ ' ὀξυτόνους μὲν ᾠδὰς θρηνήσει , χερόπλακτοι δ ' ἐν στέρνοισι πεσοῦνται δοῦποι καὶ | ||
| ὁ κλαυθμός , ὁ υἱὸς ὁ μὴ γενόμενός μοι , θρηνήσει σῃ τὸ πρᾶγμα . . ἐγχανὼν ] κατακλαύσας ῶν |
| ἐπικρατούμενον ὑδατώδει ψυχρότητι δραστηρίῳ , ἐλαίας οἱ θαλλοὶ καὶ ὁ ἄωρος καρπός , ἔλαιον ὠμοτριβές , ἔλαιον μύρσινον , σησάμινον | ||
| βαλαύστιον , βάτου τὰ φύλλα καὶ οἱ βλαστοὶ καὶ ὁ ἄωρος καρπὸς καὶ τὸ ἄνθος , βρόμος , βρύον θαλάσσιον |
| πρόσκειται οἱονεὶ τῷ ἀδικηθῆναί τις ὑπερλυπηθεὶς κατέσφαξεν ἑαυτόν . ἀλλὰ πλευρῖτιν . καίτοι δύναταί ποτε κατὰ συμβεβηκὸς τὸ πρόσπταισμα μεῖζον | ||
| δὲ χρὴ τὴν περιπλευμονίην οὕτως : οὐ μέντοι ἐξαμαρτήσῃ καὶ πλευρῖτιν καὶ φρενῖτιν οὕτω μεταχειριζόμενος : ἄρχου τὸ πρῶτον κουφίζων |
| . Ἀμφιλύκῃ : τῇ ἠῷ . ῥέα : ἐλαφρῶς . Μακρά : ὑψηλά . Καλύψῃ : ταῦτα ὄρεα . Ἵκετο | ||
| ἁπλοῦ , ἀλλ ' ἤτοι ἓν ἢ μηδὲ ἕν . Μακρά ἐστι συλλαβὴ ἡ ἔχουσα μακρὸν φωνῆεν ἢ μηκυνόμενον ἢ |
| ζῴδιον ὡς ἔγγιστα ἑνὶ μηνί . Κατώτερος δὲ τούτου κεῖται Φωσφόρος , ὁ τῆς Ἀφροδίτης ἀστήρ : οὗτος δὲ ὡς | ||
| ὁ μὲν στίλβων τὰς πλείστας μοίρας εἴκοσιν , ὁ δὲ Φωσφόρος τὰς πλείστας πεντήκοντα . Τρεῖς δ ' οἱ ἄλλοι |
| γάρ , ὥσπερ ἡ παροιμία , πόνος μονωθεὶς οὐκέτ ' ἀλγύνει βροτούς . πέλας δὲ ταύτης δεινὸς ἵδρυται Κράγος ἔνθηρος | ||
| τὸν τυγχάνοντα . ἀλγύνει ] εὑρεθείς τινι ἀλγύνει ἐκεῖνον . ἀλγύνει ] λυπεῖ . θ ἀλγύνει ] λυπεῖ ἕτερον . |
| μασχάλην : αὐτὸς δὲ ἑωυτὸν ὑψηλότερον ἐπὶ τοῦτον τὸν ὦμον ποιεέτω , ἢ ἐπὶ τὸν ἕτερον : τοῦ δὲ κρεμαμένου | ||
| τριήκοντα ἡμέρῃσιν , εἰ θανάσιμον ἢ οὔ . Ταῦτα μὲν ποιεέτω , ὁκόταν αἱ τριήκοντα ἡμέραι παρέλθωσιν . Ἐν δὲ |
| ἄνθρωπον καὶ ἵππον καὶ πῦρ καὶ τἆλλα πάντα . καὶ ποιέοντι ταὐτά , κάθηνται καὶ ἔσθοντι καὶ πίνοντι καὶ κατάκεινται | ||
| ὄϲφρηϲιϲ δριμέων : χρίϲιεϲ : ἄκρων δεϲμόϲ . τάδε μέντοι ποιέοντι ἢν μὴ εἴκῃ ἡ νοῦϲοϲ , ἀνέλπιϲτοϲ ὁ ἄνθρωποϲ |
| γίγνεται . Ἔνεγκ ' ἀτυχίαν καὶ βλάβην εὐσχημόνως . Ἐχθροὺς ἀμύνου μὴ ' πὶ τῇ σαυτοῦ βλάβῃ . Ἔστιν Δίκης | ||
| Ἐπαίνει ἀρετήν . Πρᾶττε δίκαια . Φίλοις εὐνόει . Ἐχθροὺς ἀμύνου . Εὐγένειαν ἄσκει . Κακίας ἀπέχου . Κοινὸς γίνου |
| Σχοίνοισι : βρύοις , βρούλοις , σχῖνος δὲ δένδρον . Ὥρη : ὁ καιρός . Πρῶτον : πρώτως . ἐπιψαίρωσι | ||
| ὀψὲ δὲ Πηλεύς θαρσαλέως μετὰ πᾶσιν ἀριστήεσσιν ἔειπεν : “ Ὥρη μητιάασθαι ὅ κ ' ἔρξομεν : οὐ μὲν ἔολπα |