τὴν πάλαι Λακεδαίμονα ἔνθ ' αἰχμά τε νέων θάλλει καὶ μῶσα λίγεια , καὶ δίκα εὐρυάγυια καλῶν ἐπιτάρροθος ἔργων .
Τῷ ω ἀντὶ τοῦ ου χρῆται ἐπὶ τῶν ὀνομάτων : μῶσα ἀντὶ τοῦ μοῦσα , βωκόλος ἀντὶ τοῦ βουκόλος :
6125011 στειχων
γε πάσχοντες κακῶς . μὴ ταῦτα : λείπων ἱερὰ καὶ στείχων πάτραν τί δή με δρᾶσαι νουθετούμενον χρεών ; καθαρὸς
ναυστάθμων δαίεται ; νικᾶις , ἐπειδὴ πᾶσιν ἁνδάνει τάδε . στείχων δὲ κοίμα συμμάχους : τάχ ' ἂν στρατὸς κινοῖτ
6086309 ἠριπεν
χαλκὸν ἔλασσεν . ἤριπε δ ' ὡς ὅτε τις δρῦς ἤριπεν ἢ ἀχερωῒς ἠὲ πίτυς βλωθρή , τήν τ '
? νόον εἰσέτι Μοῖρα [ ] ω θ ' ὅθεν ἤριπεν Ἕκτωρ [ Πολυξείνης ] ὑμεναίους [ ] ἐάσομεν ,
6082860 δεδαως
πατρὸς ἐμεῖο φίλου συμφράδμονα θυμὸν ἀέξων , Πομπίλε , δυσκελάδου δεδαὼς θοὰ βένθεα πόντου , σῷζέ με : καὶ τὸν
ἀντὶ τοῦ παρὰ γνώμην τῶν θεῶν μαντευόμενος . τὸ δὲ δεδαὼς τὸ μαθεῖν μᾶλλον ἢ τὸ διδάσκειν σημαίνει . διὰ
6050119 κτα
! ] φέλικτος ? ] ? ? ἰχθύβοτος [ ] κτα ? ? ! ! ! ! ! ! !
ἀστυφέλικτος ? ? [ ] ? ? ἰχθύβοτος [ ] κτα ? ? ! ! ! ! ! ! !
6004104 ἐδητυος
τῶν ἰατρῶν ἀφαιροῦσι τὰς πλησμονάς . Αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , καὶ τὴν ἐπιθυμίαν πληρώσαντες οἱ
. καὶ Ὅμηρος οὕτως παρετυμολογεῖ : αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , : οἱ μὲν κακκείοντες ἔβαν
6003864 νωιν
τῆς ἐμοῦ γενικῆς ἑνικῶς παρελαμβάνετο ἡ ἐμός , καὶ ἔτι νῶιν νωίτερος δυϊκῶς κατὰ τὸν κτήτορα , καὶ ἔτι πληθυντικῶς
πείσειας ἄν τιν ' οἵτινες τετραζύγων ὄχων ἀνάσσους ' ὥστε νῶιν δοῦναι δίφρους ; πείσαιμ ' ἄν : ἀλλὰ τίνα
5990973 ἀειδεν
οὐ Δωρικὴ διάλεκτος : τὸ γὰρ Λακωνικόν ἐστιν ἀείδην ἢ ἀείδεν : μηδέ μ ' ἀείδην ἀπέρυκε : κατὰ δὲ
δ ' αἰπόλος ἦνθ ' ὑπακούσας : χοἰ μὲν παῖδες ἀείδεν , ὁ δ ' αἰπόλος ἤθελε κρίνειν . πρᾶτος
5977871 ἐφεηκε
: ὃς δ ' ἐπαερθεὶς δειλαίῃ τρήρωνι φόνον στονόεντ ' ἐφέηκε . Τῶ νῦν μή τι βίῃ πειρώμεθα Τρώιον ἄστυ
, ἐπεὶ μένος Αἰνείαο ὄβριμον ἀμφοτέρῃσιν ἀρηρότα χείρεσι λᾶαν ἐμμεμαὼς ἐφέηκε , δάμασσε δὲ τλήμονι πότμῳ ἀνέρας οὓς κατέμαρψεν ὑπ
5913615 πειρησεται
μεμαῶτα , καὶ ἐσσύμενόν περ ἀλύξαι . πάντα δὲ γινόμενος πειρήσεται , ὅσς ' ἐπὶ γαῖαν ἑρπετὰ γίνονται καὶ ὕδωρ
τὸ πᾶν σφίσι ἤδη δοκεόντων κατεργάσθαι ἀποβὰς ἀπὸ τῶν νεῶν πειρήσεται ἀντιωθῆναι οὔτ ' ἐκ τῆς ἠπείρου τῆσδε οὐδείς :
5906457 ἀγροτεραων
ὅτι γράφει „ ἐξ Ἐνετῆς , ὅθεν ἡμιόνων γένος ” ἀγροτεράων . „ ταύτην δέ φησιν Ἑκαταῖον τὸν Μιλήσιον δέχεσθαι
Ὅμηρος μέμνηται ” ἐξ Ἑνετῶν , ὅθεν ἡμιόνων γένος „ ἀγροτεράων . ” καὶ Διονύσιος ὁ τῆς Σικελίας τύραννος ἐντεῦθεν
5903544 ἐλεγχεα
[ ὥστε βίου πεδέχειν ἐν Ὀλύμπωι [ , κρέσσον [ ἐλέγχεα δ ? [ καὶ τ [ κερα [ ἁμετέρω
νυκτὶ λιπεῖν βίον ἐν θαλάμοισιν , πότμῳ ἀνωίστῳ κάκ ' ἐλέγχεα πάντα φυγοῦσαν , πρὶν τάδε λωβήεντα καὶ οὐκ ὀνομαστὰ
5896415 πευθομεθ
ἐν Ἰφίκλοιο Μελάμπους . Οὐδὲ μὲν οὐδὲ βίην κρατερόφρονος Ἡρακλῆος πευθόμεθ ' Αἰσονίδαο λιλαιομένου ἀθερίξαι : ἀλλ ' ἐπεὶ ἄιε
. ἄλλους μὲν γὰρ πάντας , ὅσοι Τρωσὶν πολέμιζον , πευθόμεθ ' , ἧχι ἕκαστος ἀπώλετο λυγρῷ ὀλέθρῳ : κείνου
5876690 κἠγων
' αὐταῖς ὑπακούσω . δῆλον ὅτ ' ἐν τᾷ γᾷ κἠγών τις φαίνομαι ἦμεν . Οὕτω τοι Πολύφαμος ἐποίμαινεν τὸν
, ἁδὺ δὲ χἀ σῦριγξ χὠ βουκόλος , ἁδὺ δὲ κἠγών . ἔστι δέ μοι παρ ' ὕδωρ ψυχρὸν στιβάς
5865580 χρυσιδων
, οἴνων ὄντων ἡμῖν Θασίων καὶ Μενδαίων καὶ Λεσβίων , χρυσίδων πάνυ μεγάλων ἑκάστῳ προσενεχθεισῶν . καὶ μετὰ τὸν πότον
, οἴνων ὄντων ἡμῖν Θασίων καὶ Μενδαίων καὶ Λεσβίων , χρυσίδων πάνυ μεγάλων ἑκάστῳ προσενεχθεισῶν . καὶ μετὰ τὸν πότον
5862726 οισιν
δεχωρι ? [ ! ! ] ! [ ! ] οισιν ? [ [ ] ! [ [ ] ινα
ἔδωκε ] , καὶ Ἱππόλυτός μ [ ] [ ] οισιν ὑποδρήσσω [ ] παρακοιτ [ ] [ – ˘˘
5859650 ἐτητυμον
' : ἢ τὸ Λοξίου οὐκέτι βροτοῖσι διὰ ς ' ἐτήτυμον στόμα . ἀλλ ' εὐμενὴς ἔκβηθι βαρβάρου χθονὸς ἐς
' αὐτοῦ κήδε ' ἐνίσπες καί μοι τοῦτ ' ἀγόρευσον ἐτήτυμον , ὄφρ ' ἐῢ εἰδῶ : τίς πόθεν εἰς
5854701 ἱκανω
. οὐ μὲν γάρ τοι ἐγὼ κακὸν ὀσσομένη τόδ ' ἱκάνω : ἡ διπλῆ ὅτι ἀπὸ τῶν ὄσσων προορωμένη ,
κτεῖνας ἀμυνόμενον περὶ πάτρης Ἕκτορα : τοῦ νῦν εἵνεχ ' ἱκάνω νῆας Ἀχαιῶν λυσόμενος παρὰ σεῖο , φέρω δ '
5850613 ἁνδανει
ἐσσυμένοισιν : οἶδα γὰρ ὡς λαοῖσι κεκμηκόσιν οὔτ ' ἀγορητὴς ἁνδάνει οὔτ ' ἄρ ' ἀοιδὸς ὃν ἀθάνατοι φιλέουσι Πιερίδες
πιστὰ τιθεῖν ἐθέλων . ἐν γάρ τοι πόλει ὧδε κακοψόγωι ἁνδάνει οὐδέν : † ωσδετοσωσαιεὶ † πολλοὶ ἀνολβότεροι . Νῦν
5848084 λιγεια
ἐτυμώτερον δὲ οἱ Δωριεῖς λέγουσι „ Μῶς ' ἄγε Μῶσα λίγεια „ . . , : μῶμος : παρὰ τὸ
! | λίγεια τοῖον γὰρ ὑπώρορε ⌊ ⌋ | Μοῦσα λίγεια ? ? ? | καὶ Ἀλκμὰν | Μῶς '
5819739 ἐρατων
Τελλίᾳ ἱμερόεντα βίον πόρε , Μαιάδος υἱέ , ἀντ ' ἐρατῶν δώρων τῶνδε χάριν θέμενος . δὸς δέ μιν εὐθυδίκων
καὶ κρατέει πόντοιο καὶ ἡμετέρων ὀδυνάων . Ὣς εἰπὼν μελέων ἐρατῶν ἀπεδύσατο πέπλα ἀμφοτέραις παλάμῃσιν , ἑῷ δ ' ἔσφιγξε
5816889 γραϊδιων
, διπλοῦν τὸ τῆς ἀμαθίας : γυναικῶν γὰρ εὑρέματα ταῦτα γραϊδίων καὶ παίγνια : ἐπὶ πολὺ γὰρ τὰ τοιαῦτα αἱ
κράζουσιν . . . ὑποπεινώντων : Μετρίως πεινώντων . . γραϊδίων : Ὅτι πεινῶσαι αἱ γραῖαι βοῶσιν ὡς τὰ παιδία
5816607 ἡγεμονευεν
ὅπου , ὡς τὸ ἔνθα κατεπλέομεν , καί τις θεὸς ἡγεμόνευεν . τὸ ἐν τούτῳ ἢ ἐκείνῳ τόπῳ , ὡς
τε καὶ ἀργινόεντα Κάμειρον . τῶν μὲν Τληπόλεμος δουρὶ κλυτὸς ἡγεμόνευεν , ὃν τέκεν Ἀστυόχεια βίῃ Ἡρακληείῃ , τὴν ἄγετ
5815998 ξειν
. Ἀχαιίδα γαῖαν τὴν Πελοπόννησον . ἀχάριστα ἀχαρίστως : “ ξεῖν ' , ἐπεὶ οὐκ ἀχάριστα παρ ' ἡμῖν ταῦτ
πρόγονον τίομεν γένος οἱ περὶ λίμναν ἄγε νῦν , ὦ ξεῖν ' , ἐπὶ ποιοφύτων ? ἵστω ? σηκῶν ?
5804618 κεκριμενων
ἐναντίων καταφανὲς οὕτω γίνεται τὸ νόμιμον , ἐκ δὲ τῶν κεκριμένων ὧδε : καὶ οὐ μόνον ἐγὼ τὸν νόμον τοῦτον
τόδε μέλλων λέγειν : ἢ ὅτι ὁμοίους τινὶ τῶν πρώην κεκριμένων λέξει λόγους : ἢ ὅτι τεχνικώτατος οὗτός ἐστιν ἐν
5802479 κακωτερος
ὑπερφίαλοι κατὰ δῆμον : καί νύ τις ὧδ ' εἴπῃσι κακώτερος ἀντιβολήσας : τίς δ ' ὅδε Ναυσικάᾳ ἕπεται καλός
αἰσχυνόμενοι φάτιν ἀνδρῶν ἠδὲ γυναικῶν , μή ποτέ τις εἴπῃσι κακώτερος ἄλλος Ἀχαιῶν : ἦ πολὺ χείρονες ἄνδρες ἀμύμονος ἀνδρὸς
5795695 πεπον
[ φερώνυμον ] ἕξειν ἐπίκλην . [ [ Χαῖρε ] πέπον , προφέριστε , τεὸν κλέος οὔποτ ' ὀλεῖται ,
ἀντίος ἦλθε θέων , καὶ ὁμοκλήσας ἔπος ηὔδα : ὦ πέπον ὦ Μενέλαε , τί ἢ δὲ σὺ κήδεαι οὕτως
5790154 εμ
? ? ? . * [ ] ! ! ! εμ ? ! ! ! [ ] ! ! ωνυατο
᾽᾿ [ . . . . . . [ ] εμ ! [ [ ] ξαπολλο ? [ [ ]
5780239 ἀμαχανον
πιθεῖν σοφοὺς ? [ ] δυνατόν , βροτοῖσιν δ ' ἀμάχανον [ εὑρέμεν ] : ἀλλὰ παρθένοι γάρ , ἴσθ
μᾶτερ ὀμμάτων ; ἄστρον ὑπέρτατον , ἐν ἁμέρᾳ κλεπτόμενον ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχὺν πτανὸν ἀνδράσι καὶ σοφίας ὁδόν , ἐπίσκοτον ἀτραπὸν
5764172 δολοισι
φρενὸς ὅπλον ἔφυσε βουλὴν κερδαλέην , πολυμήχανον , οἵ τε δόλοισι πολλάκι καὶ κρατερὸν καὶ ὑπέρτερον ὤλεσαν ἰχθύν . Οἷον
“ Οὐκ ἄφαρ ὀφθαλμῶν μοι ἀπόπροθι λωβητῆρες νεῖσθ ' αὐτοῖσι δόλοισι παλίσσυτοι ἔκτοθι γαίης , πρίν τινα λευγαλέον τε δέρος
5759745 ἐειπε
ἔστη , καί ῥ ' ὀλοὸν γελάσας τοῖον ποτὶ μῦθον ἔειπε : Κεῖσό νυν ἐν κονίῃσι , κυνῶν βόσις ἠδ
, ἐκ δ ' ἦλθε κλισίης καί σφεας πρὸς μῦθον ἔειπε : τίφθ ' οὕτω κατὰ νῆας ἀνὰ στρατὸν οἶοι
5758743 πορ
περιβάλλετον ἵπποι : ἀθάνατοί τε γάρ εἰσι , Ποσειδάων δὲ πόρ ' αὐτοὺς πατρὶ ἐμῷ Πηλῆϊ , ὃ δ '
! [ [ ] άϊον [ ] όου ? ? πόρ ! ! [ [ ἐξικμάζειν ] ? [ [
5757132 φρονεοντα
: πρὸς τοὺς ἀποκρύπτοντας ἑαυτοὺς ὅπου οὐκ ἐχρῆν . Ἀργαλέον φρονέοντα παρ ' ἄφροσι πόλλ ' ἀγορεύειν : δήλη .
Ἐχθίστη δὲ ὀδύνη ἐστὶ τῶν ἐν ἀνθρώποισι αὕτη , πολλὰ φρονέοντα μηδενὸς κρατέειν . Ταῦτα μὲν τοῦ Ὀρχομενίου Θερσάνδρου ἤκουον
5756946 βηταρμονες
οὓς καὶ βητάρμονας λέγει ὁ ποιητής δεῦτ ' ἄγε Φαιήκων βητάρμονες ὅσσοι ἄριστοι . τῶν δὲ Κορυβάντων ὀρχηστικῶν καὶ ἐνθουσιαστικῶν
τε θερμὰ καὶ εὐναί . ἀλλ ' ἄγε , Φαιήκων βητάρμονες ὅσσοι ἄριστοι , παίσατε , ὥς χ ' ὁ
5756598 ἐχῃσιν
κλαίῃ , πυκινῶς ἀκαχήμενος ἦτορ , νύκτας δ ' ὕπνος ἔχῃσιν , ὁ γάρ τ ' ἐπέλησεν ἁπάντων , ἐσθλῶν
, [ ἠδ ' ἵνα μιν κλέος ἐσθλὸν ἐν ἀνθρώποισιν ἔχῃσιν : ] “ ὦ Νέστορ Νηληϊάδη , μέγα κῦδος
5744333 ὀλοης
: ὅτε βρόμος καὶ κτύπος γέγονε ἐν πύλαιςτοῦτο δὲ ἔξωθεννιφάδος ὀλοῆς νιφομένης , τότε δὴ ἦλθον πρὸς τὰ ἀρχαῖα καὶ
ἔσαν : τῶ σφεων πολέες κακὸν οἶτον ἐπέσπον μήνιος ἐξ ὀλοῆς γλαυκώπιδος ὀβριμοπάτρης , ἥ τ ' ἔριν Ἀτρεΐδῃσι μετ
5743481 μαχα
τῶν Ἀργείων πάθη . καὶ ἁ τῶν Κενταύρων καὶ Λαπιθᾶν μάχα τοῖς μὲν Λαπίθαις ἀγαθόν , τοῖς δὲ Κενταύροις κακόν
ὑπὸ τοῦ ἀλείπτου ἀνερρώσθη παραθήξαντος αὐτόν . τράπε δὲ Κυκνέα μάχα : ἐτράπη δὲ καὶ ὑπεχώρησεν ἐν τῇ πρὸς τὸν
5735690 ἐπεων
παραδοῦναι οὐδ ' ἀνεπισήμαντον ἀφεῖναι . . θεσπεσία δ ' ἐπέων καύχας ἀοιδὰ πρόσφορος : τοῖς νενικηκόσι , φησί ,
ἀνθρώπων γλώσσαις φέρονται διὰ τὸ Ὁμήρου τυχεῖν ἐπαινέτου . Ἐξ ἐπέων κελαδεννῶν ] * Τὸ ἐπέων κελαδεννῶν ἢ πρὸς τὸ
5732310 ἀμετροεπης
δὲ καθ ' ἕδρας : Θερσίτης δ ' ἔτι μοῦνος ἀμετροεπὴς ἐκολῴα , ὃς ἔπεα φρεσὶν ᾗσιν ἄκοσμά τε πολλά
γίνεται ῥῆμα κολῳῶ : ” Θερσίτης δ ' ἔτι μοῦνος ἀμετροεπὴς ἐκολῴα ” . . , : κόχλος : παρὰ
5718578 ἀναϊξαντες
ἡμεῖς , ὅτι οὐκ ἀργὸν τὸν ξένον ἀνέξομαι ἔχειν . ἀναΐξαντες ἀνορμήσαντες . τίθησι δὲ τὴν λέξιν καὶ ἐπὶ τοῦ
δ ' ἄχος εἷλε , διὲκ προθύρου δὲ θύραζε ἕλκον ἀναΐξαντες , ἀπ ' οὔατα νηλέϊ χαλκῷ ῥῖνάς τ '
5708733 εὐδοξου
] οῦντεϲ ὡϲ καλῶϲ ἐγνωκότεϲ ] εϲι ? ? τυφεδόνοϲ εὐδόξου δέ : υου ! [ ! ] ] παντι
μακάριος δὲ τυγχάνεις καὶ ἐπὶ τοῦ παρόντος , ὅτι τῆς εὐδόξου Πυθιάδος τὴν δόξαν τοῖς ἵπποις λαβὼν ἐδέξω καὶ τοῦτον
5704442 ἀτελειων
Λακεδαιμονίων ναύαρχος . Λυσίμαχος : Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ τῶν ἀτελειῶν . ἦν δὲ Ἀρι - στείδου υἱὸς τοῦ δικαίου
ἢ λόγον ὀλίγων δή τινων σχεῖν ; ἄνευ δὲ τούτων ἀτελειῶν μὲν ἐκποδὼν γενομένων οὐδ ' ἡτισοῦν ἔσται ταῖς πόλεσι
5699571 ἱστασο
: τοῦτο Ἀχαρνέων ἴδιον , τὸ λέγειν πρίασο πρίω καὶ ἵστασο ἵστω . ἦν γὰρ ὁ Δικαιόπολις Ἀχαρνεύς . οὗτοι
' ἄγε νῦν , Ἐρατώ , παρ ' ἐμ ' ἵστασο . Αἱ δὲ ὑπόλοιποι πτώσεις ἑτερόκλιτοί εἰσιν ὡς ἀπ
5699377 Ἰρι
Ἶριν δὲ προτέρην ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : βάσκ ' ἴθι Ἶρι ταχεῖα , Ποσειδάωνι ἄνακτι πάντα τάδ ' ἀγγεῖλαι ,
. . . Ε , . . βάσκ ' ἴθι Ἶρι ταχεῖα : ἡ διπλῆ ὅτι οὐκ ἔστι κοινὸν νῦν
5697640 ὀχεων
σχέτλιος : ἦ που πολλὰ μετεστοναχίζετ ' ὀπίσσω ἣν ἄτην ὀχέων : ἣ δ ' οὐ παλινάγρετός ἐστιν . αὐτὰρ
καὶ αὐτοὶ θῆρες ἀριζήλοιο Διὸς τρομέουσι γενέθλην . ἤριπες ἐξ ὀχέων χθαμαλῆς ἐπὶ νῶτα κονίης σὸν δέμας οἰοπόλοισιν ἐνὶ δρυμοῖσι
5697275 τιπτε
ἔπος τ ' ἔφατ ' ἔκ τ ' ὀνόμαζε : τίπτε Θέτι τανύπεπλε ἱκάνεις ἡμέτερον δῶ αἰδοίη τε φίλη τε
, καί μιν φωνήσας ' ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : Ἥρη τίπτε βέβηκας ; ἀτυζομένῃ δὲ ἔοικας : ἦ μάλα δή
5694325 οἰω
ἕταροι δ ' ἀπάνευθε καθήατο : τὼ δὲ δύ ' οἴω ἥρως Αὐτομέδων τε καὶ Ἄλκιμος ὄζος Ἄρηος ποίπνυον παρεόντε
λαγόσι καὶ ποιῶν ἐκείνους πλανᾶσθαι , καὶ γίνεται ἀπὸ τοῦ οἴω τὸ κομίζω . ἐλαύνει : ἐλαύνω ἐπὶ σιδήρου ,
5693561 ἐπεφυκον
ἄπλαστοι : μεγάλη δὲ βίη καὶ χεῖρες ἄαπτοι ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ στιβαροῖσι μέλεσσι . ] τῶν δ ' ἦν
ἄπλατοι : μεγάλη δὲ βίη καὶ χεῖρες ἄαπτοι ἐξ ὤμων ἐπέφυκον . δηλοῖ γὰρ ὅτι τῶν σωμάτων τὴν ῥώμην ἤσκουν
5691081 ἀνδρεσσιν
πέτρῃ δὲ συνώλεσε καὶ δέμας ἰῷ . Δελφῖνες δ ' ἄνδρεσσιν ὁμῶς γάμον ἐντύνονται μήδεά τ ' ἀνδρομέοισι πανείκελα καρτύνονται
οὐ συνᾴδει . λέγει γάρ : Ζεὺς δ ' ἀρετὴν ἄνδρεσσιν ὀφέλλει τε μινύθει τε . καὶ Σιμωνίδης : Οὔτις
5690459 πων
] ! στα φύει χθὼν τηλεθάοντα [ ] ! ! πων ἱερὴ δ ' ἀποκίδναται ὀδμή [ ] οιο πολυπτύχου
ματα παίδων μενοπ ? ? [ θλίαν ἐκεῖνος ἐμω [ πων καὶ θρῆνος αυ ? [ τέκνων [ τόδε μὲν
5686114 Ἡρακλες
ὁ ῥιγοπύρετος . Ἡράκλεις : ἐπίφθεγμα θαυμαστικόν . τὸ δὲ Ἥρακλες κλητικὴ πτῶσις , ὥσπερ τὸ ὦ Δάματερ τοῦ Δήμητερ
: Ἡρακλῆος δὲ ἰωνικῶς : ἡ κλητικὴ Ἡράκλεες Ἡράκλεις : Ἥρακλες δὲ κατὰ συγκοπήν : ἡ μέντοι συνῃρημένη Ἡρακλοῦς ἐν
5685298 Τρις
σαφέστερον καὶ ἐναρθρότερον παιδίου μεῖζον φθέγμα ἀφιέντες καὶ λέγοντες : Τρὶς τοῖς κακοῖς τὰ κακά . λέγει δὲ ὁ αὐτὸς
κατὰ δὲ τὸ δέρμα τῆς φλεβὸς ἧλος διήρειστο χαλκοῦς . Τρὶς δὲ ἑκάστης ἡμέρας τὴν νῆσον περιερχόμενος ὁ Τάλως ἐτήρει
5684388 τεος
ὀδὰξ ἕλον ἄσπετον οὖδας . οὐ γὰρ μείλιχος ἔσκε πατὴρ τεὸς ἐν δαῒ λυγρῇ : τὼ καί μιν λαοὶ μὲν
διὰ τὸ εἶναι αὐτὸν παγκρατιαστήν . ἤτοι μεταΐξαντα καὶ νῦν τεὸς μάτρως ἀγάλλει : μήτρως ἢ ὁ τῆς μητρὸς ἀδελφὸς
5683127 φιλτερος
τ ' ἀφνειοί τε , καί τ ' ἐργαζόμενος πολὺ φίλτερος ἀθανάτοισιν [ ἔσσεαι ἠδὲ βροτοῖς : μάλα γὰρ στυγέουσιν
ἐσθλὸς ἔχει γέρας , ἀλλὰ χερείων τιμήεις τε πέλει καὶ φίλτερος : ἦ γὰρ Ὀδυσσεὺς τίετ ' ἐν Ἀργείοισιν ,
5672446 Πηνελοπεια
ὄφρ ' ἐῢ εἰδῶ , ἢ ἤδη σάφα οἶδε περίφρων Πηνελόπεια νοστήσαντά σε δεῦρ ' , ἦ ἄγγελον ὀτρύνωμεν .
ὀλέθρῳ . ” τὴν δ ' ἠμείβετ ' ἔπειτα περίφρων Πηνελόπεια : “ μαῖα φίλη , χαλεπόν σε θεῶν αἰειγενετάων
5667497 τιη
ἐπεὶ ὠφελήσει ὑμᾶς , εὐνοῶν ὑμῖν κελεύω κατέχειν . ἀλλὰ τίη με : ταῦτά φησιν , ἐπεὶ ἔλαθεν ἑαυτὸν τὰ
ὡς ἔστιν ᾗ ἂν τὸν ἄνδρα ἀμειβοίμην . Οἶδα . τίη μοι ἐπισταμένῳ πάντ ' ἀγορεύεις ; μὴ γὰρ οἴου
5662456 ἐταμοντο
ὑπείκαθον , ἀλλὰ πάροιθεν συνθεσίην , μέγα νεῖκος ἀλευάμενοι , ἐτάμοντο : κῶας μὲν χρύσειον , ἐπεί σφισιν αὐτὸς ὑπέστη
καὶ αὔλια δηιάασκον : ἤδη δ ' ἄσπετα μῆλα περιτροπάδην ἐτάμοντο ἥρωες : καὶ δή τις ἔπος μετὰ τοῖσιν ἔειπεν
5661697 Τιπτε
τὰ μαντεύματα ἐμμέτρως . Τὰ δ ' ἔπη τάδε : Τίπτε ποθεῖτε μαθεῖν νούσου τέλος ἠδὲ καὶ ἀρχήν ; Ἀμφοτέρους
. ἦκα δὲ μυρομένη , λιγέως ἀνενείκατο μῦθον : “ Τίπτε με δειλαίην τόδ ' ἔχει ἄχος ; εἴθ '
5656047 δυσταλαινα
, ἴδριες οὐδέν : ἁ δέ οἱ φίλα δάμαρ τάλαιναν δυστάλαινα καρδίαν πάγκλαυτος αἰὲν ὤλλυτο : νῦν δ ' Ἄρης
τε καὶ μαθεῖν , τέθνηκε θεῖον Ἰοκάστης κάρα . Ὦ δυστάλαινα , πρὸς τίνος ποτ ' αἰτίας ; Αὐτὴ πρὸς
5648628 ἐνισπῃ
ὅσσοι ἄριστοι , παίσατε , ὥς χ ' ὁ ξεῖνος ἐνίσπῃ οἷσι φίλοισιν , οἴκαδε νοστήσας , ὅσσον περιγινόμεθ '
πρόμον ὅστις ὄρωρεν , ὄφρα τί οἱ δήμοιο ἔπος θυμηδὲς ἐνίσπῃ : καὶ δ ' αὐτοὺς γαίης τε καὶ ἄστεος
5646496 ἐμειο
γὰρ τὰ κωμικὰ ὑποδήματα , ἐμβάται δὲ τὰ τραγικά . ἐμεῖο καὶ ἐμοῖο διαφέρει . ἐμεῖο μὲν γάρ ἐστιν ἀσύναρθρον
ἄστυ κατήνυκε πῦρ ἀίδηλον . Νῦν δ ' ἄγ ' ἐμεῖο πίθεσθε ἐνὶ φρεσίν : οὐ γὰρ ὀίω ἄλλον ἀμείνονα
5645624 ὀττι
πὰν φόρτιον [ ] δ ! ! [ δ ' ὄττι μάλιστασάλ [ καὶ κύματι πλάγεισαν [ ὄμβρωι μάχεσθαι !
δε [ καὶ ] σὺ τοῦτ ' , ἀλλ ' ὄττι τάχιστα [ παρθένοις ] ? [ ] ἄππεμπε [
5641590 ἀναπαιστων
ἀναπαιστικὸν λογαοιδικὸν καλούμενον καὶ Ἀρχεβούλειον . σύγκειται δὲ ἐκ βʹ ἀναπαίστων καὶ βʹ βακ - χείων , τοῦ βʹ καταληκτικοῦ
εἰ δὲ βούλει , ἰαμβικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον ἐξ ἰάμβων καὶ ἀναπαίστων . Ἐπὶ τῷ τέλει τῆς στροφῆς καὶ ἀντιστροφῆς παράγραφος
5640055 ὑμνειουσαι
πρόσωπα ἐν ἀντωνυμίαις : δεῦτε δὴ ἐννέπετε σφέτερον πατέρ ' ὑμνείουσαι , ἀντὶ τοῦ ὑμέτερον . χρόνοι ἐν ῥήμασιν :
' Ἡσιόδῳ , Δεῦτε Δί ' ἐννέπετε σφέτερον πατέρ ' ὑμνείουσαι . ἀντὶ τοῦ , ὑμέτερον . Περὶ δὲ τὰς
5622081 ἀφνειοιο
καὶ παίδων ἀλαλητὸς ἐμίσγετο γήραος ἠχῇ . οἷαι δ ' ἀφνειοῖο μετήλυδες Ὠκεανοῖο , χείματος ἀμφίπολοι , γεράνων στίχες ἠεροφώνων
δαμῆναι . Καὶ τότ ' ἄρ ' ἐς κλισίην Ἀγαμέμνονος ἀφνειοῖο πάντες ὁμῶς οἱ ἄριστοι ἄγον Ποιάντιον υἷα , καί
5620789 ἰδρις
. ὡς δ ' ὅτε τις χρυσὸν περιχεύεται ἀργύρῳ ἀνὴρ ἴδρις , ὃν Ἥφαιστος δέδαεν καὶ Παλλὰς Ἀθήνη τέχνην παντοίην
τέμνει ὀρθόν , ἅτε στάθμῃς ἰθυμμένον : οὐκ ἂν ἐκεῖνο ἴδρις μωμήσαιτο σοφῆς ὑποεργὸς Ἀθήνης : ὅν ῥά τε κικλήσκουσιν
5615880 ἐρον
προκείμενα χεῖρας ἴαλλον . αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , τοῖσι δὲ μύθων ἦρχε περίφρων Πηνελόπεια :
ἐδεύετο δαιτὸς ἐΐσης . αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , οἳ μὲν κακκείοντες ἕβαν κλισίην δὲ ἕκαστος
5614609 νεοχμον
ἥδε μοι θέλει . φεῦ φεῦ , τόδ ' αὖ νεοχμὸν ἐκδοχαῖς ἐπεισφρεῖ θεὸς κακόν : † ἐμοὶ [ μὲν
' , ὦ παῖ . Τί δ ' ἔστιν οὕτω νεοχμὸν ἐξαίφνης , ὅτου τοσήνδ ' ἰυγὴν καὶ στόνον σαυτοῦ
5611436 Διομηδες
Λυκίους πέμπτην φυλακὴν βάντας ἐγείρειν ἡμᾶς κλήρου κατὰ μοῖραν . Διόμηδες , οὐκ ἤκουσαςἢ κενὸς ψόφος στάζει δι ' ὤτων
, οἷον Δημοσθένης Δημοσθένους ὦ Δημόσθενες , Διομήδης Διομήδους ὦ Διόμηδες , Ἀριστοφάνης Ἀριστοφάνους ὦ Ἀριστόφανες , ὁ Πολυδεύκης τοῦ
5598407 ἐρεει
τῶν τοῖς Ἕλλησιν αἰσχύνην φερόντων καί κέ τις ὧδ ' ἐρέει Τρώων ὑπερηνορεόντων τύμβῳ ἐπιθρώσκων Μενελάου κυδαλίμοιο , καὶ τὰ
σὺν κεινῇσιν νηυσὶ λιπὼν ἀγαθὸν Μενέλαον . ὥς ποτέ τις ἐρέει : τότε μοι χάνοι εὐρεῖα χθών . Τὸν δ
5597627 μαριλη
ΙΛΗ ὑπερδισύλλαβα βαρύνεται : παστίλη . . . . . μαρίλη μυστίλη . τὸ μέντοι ὠτειλή καὶ ἀπειλή καὶ ὀφειλή
ἄνθρακες οὕτως ὑπό τινων καλοῦνται . μᾶλλον δὲ ἡ θερμοσποδιὰ μαρίλη λέγεται , ὡς καὶ Ἀριστοφάνης ἐν Ἀχαρνεῦσί φησιν :
5592460 Ἀλεξανδρα
διὰ τὴν ὑπερβάλλουσαν ἀγάπην , δι ' ἣν ἔσχεν ἡ Ἀλεξάνδρα πρὸς τὴν Τροίαν . τὸ δὲ πάτρας τῆς ἐμῆς
λέξωμεν δὲ καὶ περὶ τῆς ἐπιγραφῆς : διὰ τί Λυκόφρονος Ἀλεξάνδρα ἐπεγράφη τὸ παρὸν ποίημα ; πρὸς ἀντιδιαστολὴν τῶν λοιπῶν
5591233 ἑντο
δαιτὸς ἐΐσης . αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , οἳ μὲν κακκείοντες ἕβαν κλισίην δὲ ἕκαστος ,
χεῖρας ἴαλλον . αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , δὴ τότε Δημόδοκον προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : “
5590790 φερτερον
τέξεταί γε ] ναὶ πρὸς ἐκείνης τῆς δάμαρτος ἥτις γεννήσει φέρτερον ] κρείττονα πατρός ] τοῦ . αὐτοῦ ἀποστροφὴ ]
πάντων καὶ καλὸν ἐντάφιον . Ζεῦ πάτερ , Ὀθρυάδα τίνα φέρτερον ἔδρακες ἄλλον ὃς μόνος ἐκ Θυρέας οὐκ ἐθέλησε μολεῖν
5583277 κερδεα
αἴτιοί εἰσιν , ἀλλὰ φίλη μήτηρ , ἥ τοι περὶ κέρδεα οἶδεν . ἤδη γὰρ τρίτον ἐστὶν ἔτος , τάχα
, θεῶν μακάρων , ἀλλ ' ἀνδρῶν τε βίη καὶ κέρδεα δειλὰ καὶ ὕβρις πολλῶν ἐξ ἀγαθῶν ἐς κακότητ '
5582382 καμ
δῖον . αὐτὰρ ὅτ ' εἰς ἵππον κατεβαίνομεν , ὃν κάμ ' Ἐπειός , Ἀργείων οἱ ἄριστοι , ἐμοὶ δ
, οἷον αὐτὰρ ὅτ ' εἰς ἵππον κατεβαίνομεν , ὃν κάμ ' Ἐπειός . ἐν γὰρ τῷ κατεβαίνομεν τὸ μέγεθος
5581458 αἰνης
Τιτῆνές θ ' ὑποταρτάριοι Κρόνον ἀμφὶς ἐόντες ἀσβέστου κελάδοιο καὶ αἰνῆς δηιοτῆτος . Ζεὺς δ ' ἐπεὶ οὖν κόρθυνεν ἑὸν
γόνυ κάμψειν , αἴ κε φύγῃσι δηΐου ἐκ πολέμοιο καὶ αἰνῆς δηϊοτῆτος . Ὣς εἰπὼν παρέπεισεν ἀδελφειοῦ φρένας ἥρως αἴσιμα
5580526 Κλωθους
εὐδαιμονίας ἐν ἀκαρεῖ τοῦ χρόνου : καὶ ταῦτα γὰρ τῆς Κλωθοῦς ἐπήκουσα . Ἄγαμαι Κλωθοῦς γεννικῆς : καῖε αὐτούς ,
τὴν πυρὰν ὑπὸ τοῦ Κύρου ἀναχθῆναι : ἤκουσα γὰρ τῆς Κλωθοῦς πρῴην ἀναγινωσκούσης τὰ ἑκάστῳ ἐπικεκλωσμένα , ἐν οἷς καὶ
5579736 ἁμετεραν
ἐκρίθην ἄπο τὸν πικρὸν αὐτᾷ , ἀλλὰ κάτω βλέψας τὰν ἁμετέραν ὁδὸν εἷρπον . ἁδεῖ ' ἁ φωνὰ τᾶς πόρτιος
μικρῶι δέσποινα χόλον καταπαύσει . πῶς ἂν ἐς ὄψιν τὰν ἁμετέραν ἔλθοι μύθων τ ' αὐδαθέντων δέξαιτ ' ὀμφάν ,
5579590 αἱμονα
ἄρ ' Ἰδομενῆος ἐσύλευον θεράποντες : υἱὸν δὲ Στροφίοιο Σκαμάνδριον αἵμονα θήρης Ἀτρεΐδης Μενέλαος ἕλ ' ἔγχεϊ ὀξυόεντι ἐσθλὸν θηρητῆρα
εἰδώς , ὅπερ ἀποβολῇ τοῦ δ παρ ' Ὁμήρῳ „ αἵμονα θήρης „ . δαίω οὖν καὶ δαίνεα καὶ δήνεα
5574292 ἑταρῳ
ἐς ἀργύρεον . Ἀγλαΐας τόδε σοι Βυζάντιος ἐσθλὸν ἰάλλω ἰητὴρ ἑτάρῳ δῶρον ἀοιδοπόλῳ , ὀφθαλμῶν μὲν ἄκος , Δημήτριε ,
ὕλην θεσπεσίην παρενήνεον , ἦρα φέροντες ὑστατίην καὶ πένθος ὁμῶς ἑτάρῳ καὶ ἄνακτι , κλαίοντες μάλα πολλὰ περισταδόν . Ἣ
5573529 προσεφωνεεν
ἠρήσαντο παραὶ λεχέεσσι κλιθῆναι . ἡ δ ' αὖ Τηλέμαχον προσεφώνεεν , ὃν φίλον υἱόν : “ Τηλέμαχ ' ,
' ἱερὴ ἲς Τηλεμάχοιο , αἶψα δ ' ἑὸν πατέρα προσεφώνεεν ἐγγὺς ἐόντα : “ ἴσχεο , μηδέ τι τοῦτον
5571499 εἰμες
δὲ τῶν νεωτέρων καὶ ἀκμαζόντων , Ἄμμες δέ γ ' εἰμές : αἱ δὲ λῇς , αὐγάσδεο : ὁ δὲ
' ὥσπερ ὕες . θάρσει , γύναι : ἐν καλῷ εἰμές . κἠς ὥρας κἤπειτα , φίλ ' ἀνδρῶν ,
5570646 ἀνενεικατο
μεγαλόφρονος οὐ πολύδοξον , ὅς ῥ ' ἀπὸ φαντασίης ἀπάτης ἀνενείκατο νώσεις . ἀμφοτερογλώσσου τε μέγα σθένος οὐκ ἀλαπαδνὸν Ζήνωνος
μεγαλόφρονος οὐ πολύδοξον , ὅς ῥ ' ἀπὸ φαντασίας ἀπάτης ἀνενείκατο νώσεις . εἰς τοῦτον καὶ Πλάτων τὸν διάλογον γέγραφε
5565557 ἀκλεα
. . . . . . μηδὲ θεῆς προλίπῃ Λητωΐδος ἀκλέα ἔργα . . . . ὡς Ἀγαθοκλεῖος λάσιαι φρένες
Σὲ δὲ σταλάων ἅμα δάκρυ λίσσετ ' ἀλεξῆσαι μηδ ' ἀκλέα τεῦξαι ἀμοιβὴν σῶι ἱκέτει , θανάτου δὲ κακὰς ἀπὸ
5561827 ἑσπετο
οὔρεσιν ἀντιθέοιο καγχαλόων κούροιο μετ ' ἴχνια σύν τε κύνεσσιν ἕσπετο σύν θ ' ἑτάροις ἔθελέν τέ οἱ οἶος ἕπεσθαι
: ἐξ οὗ τῶν Ἰαμιδῶν τὸ γένος ὄλβος ἅμ ' ἕσπετο : ἀντὶ τοῦ τῷ τῶν Ἰαμιδῶν γένει ὄλβος ἠκολούθησεν
5560964 Ἰδαι
πιθέσθαι . Τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη Τελαμώνιος Αἴας : Ἰδαῖ ' Ἕκτορα ταῦτα κελεύετε μυθήσασθαι : αὐτὸς γὰρ χάρμῃ
' ἤρξατο : οὕτω παρὰ τοῖς πολεμοῦσιν . Ὅμηρος : Ἰδαῖ ' , Ἕκτορι ταῦτα κέλευ : Αἴαντα γὰρ προὐκαλέσατο
5556336 παρακοπα
τὸ παντότολμον φρονεῖν μετέγνω . βροτοὺς θρασύνει γὰρ αἰσχρόμητις τάλαινα παρακοπὰ πρωτοπήμων . ἔτλα δ ' οὖν θυτὴρ γενέσθαι θυγατρός
τῆς ἀνάγκης δηλονότι . αἰσχρόμητις ] αἰσχρὰ ποιεῖν ἀναγκάζουσα . παρακοπὰ ] τοῦ νοῦ παρακοπή : πρωτοπήμων δὲ ἡ μείζων
5555584 κελαινεφες
ἐπὶ δὲ σάκους παρέλκει τὸ δετον , ὡς ἐπὶ τοῦ κελαινεφὲς τὸ νέφος . . τὸ ἀπὸ μέλανος σιδήρου δεδεμένον
Ζεύς : εἰ δ ' ἄγε νῦν φίλε Φοῖβε , κελαινεφὲς αἷμα κάθηρον ἐλθὼν ἐκ βελέων Σαρπηδόνα , καί μιν
5552798 ἐσσετ
θεῆς σύνοδόνδε κιούσης βαιὸν ἂν ἐκ πολλοῦ δοίης τό τοι ἔσσετ ' ἄμεινον . Περὶ δὲ ἀγορασμοῦ σκέπτου οὕτως .
' ἁλὸς στεινωπόν , ἐπεὶ φάος οὔ νύ τι τόσσον ἔσσετ ' ἐν εὐχωλῇσιν ὅσον τ ' ἐνὶ κάρτεϊ χειρῶν
5550127 κρατεων
' ἡγεμόνας ποιήσατο τοῖς ἐπεποίθει σημαίνειν : αὐτὸς δὲ μέγα κρατέων ἤνασσε . τῆς μὲν ἰῆς στιχὸς ἦρχε Μενέσθιος αἰολοθώρηξ
ὀλοοὶ παῖδες Τλῶος ξανθὸς Πίναρός τε καὶ Κράγος , ὃς κρατέων πάσας ληΐζετ ' ἀρούρας . ἐν Πύλωι ἠμαθόεντι Ἠοίην
5549541 βιηφιν
κακόν , ἢ ὅτε Κύκλωψ εἴλει ἐνὶ σπῆϊ γλαφυρῷ κρατερῆφι βίηφιν : ἀλλὰ καὶ ἔνθεν ἐμῇ ἀρετῇ βουλῇ τε νόῳ
μάλα πρόφρασσα μετ ' ἀθανάτοισι θεοῖσιν εὔχεσθαι ἐμὲ νικῆσαι κρατερῆφι βίηφιν . Ὣς ἄρ ' ἔφη , Λητὼ δὲ συναίνυτο
5548256 ἐννεπετε
πως : Μοῦσαι Πιερίηθεν ἀοιδῇσι κλείουσαι , δεῦτε Δί ' ἐννέπετε σφέτερον πατέρ ' ὑμνείουσαι , ὅντε διὰ βροτοὶ ἄνδρες
. ] Μοῦσαι Πιερίηθεν ἀοιδῇσι κλείουσαι , δεῦτε Δί ' ἐννέπετε , σφέτερον πατέρ ' ὑμνείουσαι . ὅν τε διὰ
5543602 ὁπλοτερων
Ἐπιγόνους ἔπη ͵ζ ὧν ἡ ἀρχή : νῦν αὖθ ' ὁπλοτέρων ἀνδρῶν ἀρχώμεθα Μοῦσαι . φασὶ γάρ τινες καὶ ταῦτα
' ἡ μὲν λίπετ ' αὖθι παρακλιδόν , οἷα γεραιή ὁπλοτέρων , ὁ δὲ πολλὸν ἀποπλαγχθεὶς ἐλιάσθη . Αὐτὰρ ἐπεί
5542070 ἐσσο
καὶ κατακροτήσας εὖ μάλα τῇ βακτηρίᾳ τοὔδαφος , “ ἄλκιμος ἔσσο , φησίν , ἵνα τίς σε καὶ ὀψιγόνων εὖ
, τέλεσον , σὺ δ ' αὔτα [ ] σύμμαχος ἔσσο . ! ρανοθεν κατιουσ [ δευρυμμεκρητασπ † ? ?
5541926 θαρσαλεον
καγχαλάασκον ἐτώσια μητιόωντι . Καὶ τότε Μυρμιδόνεσσιν Ἀχιλλέος ἄτρομος υἱὸς θαρσαλέον φάτο μῦθον ἐποτρύνων πονέεσθαι : Κέκλυτέ μευ , θεράποντες
ὁ τρίβων ἐμπνέοι . . . : ἒν δὲ τὸ θαρσαλέον τε καὶ ἐμμενές , ὅππη ὀρούσαι , φαίνετ '
5540706 ἐφαμαν
κε τυρὸν ἅπας τις ἦμεν ἔφασχ ' ἁπαλόν , κἠγὼν ἐφάμαν . ὅτε δ ' ἤδη βρωτύος ἠδὲ ποτᾶτος ἐς
βάτραχος δὲ ποτ ' ἀκρίδας ὥς τις ἐρίσδω . ὣς ἐφάμαν ἐπίταδες : ὁ δ ' αἰπόλος ἁδὺ γελάσσας ,
5540118 ἀγορευεις
' ἐστὶ φίλα . . καὶ νῦν ἐν Δαναοῖσι θεοπροπέων ἀγορεύεις , ὡς δὴ τοῦδ ' ἕνεκά σφιν ἑκηβόλος ἄλγεα
ἔλπεαι υἷας Ἀχαιῶν ἀπτολέμους τ ' ἔμεναι καὶ ἀνάλκιδας ὡς ἀγορεύεις ; εἰ δέ τοι αὐτῷ θυμὸς ἐπέσσυται ὥς τε
5534183 ἡμετερῃσιν
κε τάχ ' ἠμύσειε πόλις Πριάμοιο ἄνακτος χερσὶν ὑφ ' ἡμετέρῃσιν ἁλοῦσά τε περθομένη τε . Ὣς εἰπὼν τοὺς μὲν
” . καὶ Αἰνείας περὶ Ἀχιλλέως ” ὅτε βουσὶν ἐπήλυθεν ἡμετέρῃσιν „ . Ἀθήνη ‖ ἀνδρὶ δέμας ἐικυῖα νέῳ ἐπιβώτορι
5532976 κουρων
ἄλλα , ὅταν χωρισθῶσιν τῆς μητρὸς αἱ θυγατέρες , τῶν κούρων θᾶσσον ἡβῶσι καὶ φρονέουσι καὶ γηράσκουσι διὰ τὴν ἀσθενείην
πέρυσι δῶρον ἀμπέλου : ὁ δὲ μῦθος ὅδε κενεόφρων : κούρων δὲ , διὰ τοῦτο ὁ Πίνδαρος ἐπαινεῖ παλαιὸν οἶνον
5530857 ἐμεθεν
† φονία χάριτας † ἵν ' ἐπὶ δάκρυσι παρ ' ἐμέθεν ὑπὸ μέλαθρα νύχια παιᾶνα νέκυσιν ὀλομένοις λάβηι . κυανοειδὲς
ἔκ προθέσεως , ὡς τὸ Ἴδηθεν μεδέων , ὡς ἡ ἐμέθεν ἀντωνυμία , ὡς τὸ Αἴας δ ' ἐγγύθεν ἦλθε

Back