τοῦτο τὸ φάρμακον τοῖς νενυγμένοις νεύροις ἐπιτήδειόν ἐστιν οὐ συγχωροῦν μῦσαι τὸ στόμιον τοῦ νύγματος , ὥσπερ οὐδὲ τῶν λυσσοδήκτων | ||
τοῦτο τὸ φάρμακον τοῖς νενυγμένοις νεύροις ἐπιτήδειόν ἐστιν οὐ συγχωροῦν μῦσαι τὸ στόμιον τοῦ νύγματος , ὥσπερ οὐδὲ τῶν λυσσοδήκτων |
τῶν αὐτῶν εἰσι , καὶ ὅσοι ἀνδροφόνοι τινός , καὶ ἀπεκτόνασι τοῦτον . πολὺ γὰρ ἂν ἔργον εἴη τῷ νομοθέτῃ | ||
* * * Μισουμένῳ : „ πάτερ μὲν Θράσωνι , ἀπεκτόνασι δ ' οὔ . „ ἀπολλύειν καὶ ἀπολλύναι , |
, οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον σου , οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν οἰκίαν αὐτοῦ οὐδὲ τὸν ἀγρὸν αὐτοῦ οὐδὲ τὸν | ||
οὐ ψευδομαρτυρήσεις κατὰ τοῦ πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδῆ , οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον σου , οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν |
οὔ , παραινῶν : οὐ φονεύσεις οὐ μοιχεύσεις , οὐ κλέψεις , οὐ ψευδομαρτυρήσεις ; ἀλλ ' εἰ σοφίζονται τὰ | ||
„ λέγων , ” οὐ φονεύσεις , ” „ οὐ κλέψεις „ καὶ τὰ ἄλλα ταύτῃ . λεκτέον οὖν ἓν |
ἐν δὲ τῇ διανοίᾳ οὐκ ἐξίσταται τοῦ φαινομένου : διὸ δυσωπεῖ ἀεὶ καὶ καταναγκάζει τοὺς ἀκροατὰς ἐκ τῆς ἐναργείας τῶν | ||
ὤν , διακινηθεὶς ὡς μὲν κατήγορος αἰτιᾶται , κατηγορεῖ , δυσωπεῖ , πάλιν δ ' ὡς δικαστὴς διδάσκει , νουθετεῖ |
“ Ἔτι περὶ δικαιοσύνης : ” Οὐ μοιχεύσεις , οὐ φονεύσεις , οὐ κλέψεις , οὐ ψευδομαρτυρήσεις κατὰ τοῦ πλησίον | ||
' , ὡς μάθηις περαιτέρω . ἴθ ' , οὐ φονεύσεις παῖδ ' ἐμόν , λεῖπε χθόνα . ὦ θύγατερ |
. οὐ χρὴ δ ' ὑμᾶς καταφρονεῖν φλεβοτομίας ὡς οὐκ ἀντισπαστικοῦ βοηθήματος , ἑωρακότας ἐμὲ πολλάκις ἐπὶ τῆς ἐκ ῥινῶν | ||
δοκεῖ , ἀσυνάρτητόν ἐστιν ἐκ παιωνικοῦ Κρητικοῦ διμέτρου ἀκαταλήκτου καὶ ἀντισπαστικοῦ διμέτρου βραχυκαταλήκτου , ἢ κατὰ συνίζησιν τῆς τελευταίας πενθημιμεροῦς |
ἡ Ἀλκίππη : αὕτη γάρ ἐστιν ἐρωμένη τοῦ Κομάτα . ποθορεῦσα : Αἰολικόν : ὤφειλε γὰρ ὁρῶσα διὰ τοῦ ω | ||
ω τῆς δευτέρας συζυγίας . καί μ ' ἁ παῖς ποθορεῦσα : καί με ἡ ἐρωμένη προσβλέπουσα . τάλαν λέγει |
δ ' ἁπαλαῖς χερσί : πολλαὶ δὲ γυναῖκες κατερεικόμεναι καὶ σχίζουσαι τὰς καλύπτρας καὶ τοὺς ἰδίους χιτῶνας τέγγουσι καὶ βρέχουσι | ||
πολλαὶ δ ' ἁπαλαῖς ] πολλαὶ δὲ γυναῖκες κατερεικόμεναι καὶ σχίζουσαι τὰς καλύπτρας καὶ τοὺς ἰδίους χιτῶνας τέγγουσι καὶ βρέχουσι |
μνημονεύει δ ' αὐτῶν καὶ Σπεύσιππος ἐν δευτέρῳ Ὁμοίων . φασιανὸν δὲ οὗτοι κεκλήκασιν αὐτὸν καὶ οὐ φασιανικόν . Ἀγαθαρχίδης | ||
' ὁ Εὐεργέτης ἐν δευτέρῳ ὑπομνημάτων τέταρόν φησιν ὀνομάζεσθαι τὸν φασιανὸν ὄρνιν . τοσαῦτά σοι περὶ τῶν φασιανικῶν ὀρνίθων ἔχων |
παντὶ ζώῳ : ἀλλὰ καὶ ἔμψυχον παντὶ ζώῳ : καὶ συνάξεις αἴσθησις τινὶ ἐμψύχῳ . καὶ συνθείς : τὸ τρεφόμενον | ||
. Γ ἔχων τρίαιναν ] ἐπειδὴ ἐθαλασσοκράτουν . ἐργάσῃ : συνάξεις . τὸ δὲ “ σείων ” οἷον διασείων καὶ |
γενέσθαι μαντεύεται . ἐτήρησα δὲ πολλάκις καὶ ἄνδρας πλουσίους σημαίνουσαν διαβεβλημένους ἐπὶ κιναιδίᾳ . Πάρδαλις δὲ καὶ ἄνδρα καὶ γυναῖκα | ||
ὅτι ἡμέας οὗτοι οἱ ἄνθρωποι μέλλουσι προόπτῳ θανάτῳ δώσειν , διαβεβλημένους ὑπὸ Θεσσαλῶν , ὡς ἐγὼ εἰκάζω : νῦν ὦν |
πλείστων ἁψάμενος λόγων κρεῖσσον οὐδὲν Ἀνάγκας ηὗρον οὐδέ τι φάρμακον Θρήισσαις ἐν σανίσιν , τὰς Ὀρφεία κατέγραψεν γῆρυς , οὐδ | ||
τὸ δὲ τῶν αἰχμαλώτων κηδεμονικὸν μέν , ὡς Αἰσχύλος ἐν Θρήισσαις , οὐ μὴν εὐπρόσωπον . : . . . |
τε θρίνακες διαστίλβουσι πρὸς τὸν ἥλιον . Ἦ καλῶς αὐτῶν ἀπαλλάξειεν ἂν μετόρχιον . Ὥστ ' ἔγωγ ' ἤδη ' | ||
ἂν οὓς ἥκιστα βούλοιτο καὶ αὐτὸς αἰσχρῶς ἂν καὶ κακῶς ἀπαλλάξειεν . ὡσαύτως δὲ καὶ τὸ πλούσιον καὶ τὸ ἀνδρεῖον |
τοὺς ἰχθῦς λέγει ὧδε : οὐ πώποτ ' ἰχθῦς οἶδα τιμιωτέρους ἰδών . Πόσειδον , εἰ δεκάτην ἐλάμβανες αὐτῶν ἀπὸ | ||
ἐστι ἐξωλέστερον . Δίφιλος : οὐ πώποτ ' ἰχθῦς οἶδα τιμιωτέρους . Πόσειδον , εἰ δεκάτην αὐτῶν ἐλάμβανες ἀπὸ τῆς |
εἰς τοὺς γείτονας . Γύμναζε παῖδας : ἄνδρας οὐ γὰρ γυμνάσεις . Γονεῖς δὲ τίμα καὶ φίλους εὐεργέτει . Γυνὴ | ||
. τί ληρεῖς ; οὐκ οἴκαδ ' ἐλθὼν τὴν σεαυτοῦ γυμνάσεις δάμαρτα ; Φοροῦσιν ἁρπάζουσιν ἐκ τῆς οἰκίας τὸ χρυσίον |
? ? καὶ μαίνεσθαι ? [ - ] , καὶ βακχεύουσιν αὐτοὺς [ εἰκάζει ] [ , κελεύσας - ] | ||
[ - ] καὶ [ μαίνεσθαι - ] , καὶ βακχεύουσιν αὐτοὺς [ εἰκάζει ] [ . ] . π |
πάθει λύπη . ὅταν δὲ τὸ κακὸν μήπω μὲν εἰσῳκισμένον θλίβῃ , μέλλῃ δ ' ἀφικνεῖσθαι καὶ παρευτρεπίζηται , πτοίαν | ||
μήποτε δὲ δεῖ γράφειν βλιμάζηι , ἵν ' ᾖ οἷον θλίβῃ καὶ βιάζηται . Κληροῦχοι : Δημοσθένης ἐν ηʹ Φιλιππικῶν |
ἀφελότητι , ἀλλὰ προθυμίαν τινὰ καὶ ἐπιμονὴν βουλευόμενοι παρεισφέρειν τῷ μαθήματι . πᾶς γὰρ καταθυμίου προαιρέσεως ἀκολάστως τυχὼν ἀχάριστον τὴν | ||
καὶ πρότερόν τινος ἀκούσας ἀνδρὸς οὐκ ἀμελῶς οὐδὲ ῥᾳθύμως τῷ μαθήματι προσενεχθέντος , ὅτι οὐκ ἄνθρωποι μόνοι δοξομανοῦσιν , ἀλλὰ |
Ναβονασσάρου κατ ' Αἰγυπτίους Θὼθ αʹ τῆς μεσημβρίας τὴν τοῦ περιοδικοῦ πλάτους ἐποχὴν ἀπὸ τοῦ βορείου πέρατος μοίρας τνδ ιε | ||
Ἑρμοῦ προσθέντες αὐταῖς , ἕξομεν τὰς ταῖς λ μοίραις τοῦ περιοδικοῦ μήκους παρατιθεμένας ἐν τοῖς τῶν πρώτων στηριγμῶν σελιδίοις τῆς |
οἷον πόθεν δ ' ἐωλκὼς εὐπετὲς ἔβλης : η μετοχὴ βλείς : κίνημα γὰρ καὶ οὐ συγκοπή . οὕτως Ἡρωδιανὸς | ||
. βλάβη : ἀπὸ τοῦ σκάφη . . . . βλείς : οἱ μὲν τοῦ η καὶ θ βλείς . |
πρῶτον μὲν οὖν , “ ἔφη , ” παυστέον ἐστὶν προειδότας αὐτοὺς τὸν θάνατον : νῦν γὰρ προΐσασι . τοῦτο | ||
τὰς δὲ ἐν τοῖς τῆς κοιλίας ῥευματισμοῖς ἐπιφαινομένας ἕλμινθας , προειδότας ὅτι ἐπὶ χαλεποῖς συνίστανται ῥευματισμοῖς , ἰατέον παχύνοντας τὰ |
λύπη : ὑπερέβη γὰρ τὴν λύπην ἡ μέθη . . Βαιόν : ὃ λέγεται καὶ ἠβαιόν : ἔστι δὲ τριγενὲς | ||
ταῦτα . ἀγειρόμενοι : ἀνορθούμενοι , συναθροιζόμενοι , ἀγείροντες . Βαιόν : ὀλίγον , μικρὸν , μικρὸν νοῦν . θαρσήσαντες |
καὶ γυμνὸς μετὰ γυμνῶν οὐδὲν αἰσχύνης παρέλιπεν ἐπὶ τοῦ στρώματος κυλινδούμενος . οἱ γοῦν ὑβρισθέντες μετ ' οὐ πολὺ γυναῖκα | ||
σημεῖόν ἐστι : καὶ ὅλως βοῶν μέγα ἀνεμώδης . Κύων κυλινδούμενος χαμαὶ μέγεθος ἀνέμου σημαίνει . Ἀράχνια πολλὰ φερόμενα πνεῦμα |
τὸ μηχάνημα , καὶ ἐπιμένειν τὸ πῦρ ἐμπαγέντος αὐτοῦ . Ἔπειτ ' ἄν τινες ὦσι τῆς πόλεως ξύλινοι μόσυνες ἢ | ||
τὰς γυναῖκας ἀργυρίδιον . Ἀλαβαστροθήκας τρεῖς ἔχουσαν ἐκ μιᾶς . Ἔπειτ ' ἐπὶ τοὔψον ἧκε τὴν σπυρίδα λαβὼν καὶ θυλακίσκον |
φύσει τόπου , ἀλλὰ μαθηματικόν , οὗ τόπος ἡ τοῦ θεωροῦντος διάνοια . τὸ γὰρ ἐξ ἀφαιρέσεως εἶναι τὰ μαθηματικὰ | ||
ἢ τῆσδε . τὸ δὲ ᾗ πέφυκε σημαίνοι ἂν ἤτοι θεωροῦντος τίς καθόλου φύσις οὐσίας ἢ τίς φύσις ἑκάστης οὐσίας |
τῆς στροφῆς κῶλον . αἵματος ] φόνου . θ οὐ θεμιτοῦ ] οὐ δικαίως γινομένου . οὐ θεμιτοῦ ] οὐ | ||
. τελεῖν ] πληρῶσαι . + οἱ γράφοντες αἵματος οὐ θεμιτοῦ ἀμαθῶς μὲν γράφουσιν , οὐκ ἔξω δὲ λόγου . |
δὲ θεοῦ , τουτέστι τῆς φύσεως , ἕκαστον πρᾶγμα οὐ σκαιότερόν ἐστιν , ἀντὶ τοῦ οὐκ ἀπρεπές , σεσιγημένον , | ||
δέ , φησι , πρᾶγμα τὸ θεοῦ χωρὶς πραττόμενον οὐ σκαιότερόν ἐστι σιωπώμενον , οἷον σοφώτερόν ἐστι : τὸ γὰρ |
ἀδιαφόρους καὶ ἱλαροὺς περὶ τὰς πράξεις καὶ μεθ ' ἡδονῆς κοπιῶντας . ἐπὶ δὲ τῶν μειζόνων πρακτικοὺς καὶ ἐπιδόξους καὶ | ||
κἂν μὴ κοπιᾷ τις , δεῖ θεραπεύειν αὑτὸν καθάπερ τοὺς κοπιῶντας : ἧττον γὰρ ἂν οὕτως ἀποβαίνοι τι δυσχερές . |
καὶ χυλῷ δ ' ἀρνογλώσσου ἢ στρύχνου διεὶς ὀνήσεις οὐ μικρῶς . λίνου σπέρμα φώξας καὶ ἐν οἴνῳ καὶ ἐλαίῳ | ||
. πολλοὶ γὰρ αὐτῶν μάλιστα περὶ τὴν διάγνωσιν ἠπατήθησαν οὐ μικρῶς , ὥστε καὶ τοὺς παραφρονοῦντας ἡγεῖσθαι φρενιτικούς : πολὺ |
. γυμνασθῆναι μὲν γάρ ἐστι τὸ ὑφ ' ἑτέρου , γυμνάσασθαι ⌊ ⌋ δὲ τὸ ὑφ ' ἑαυτοῦ . γυμνασία | ||
φασὶ δ ' Ἱπποκράτην μάλιστα ἐκ τῶν ἐνταῦθα ἀνακειμένων θεραπειῶν γυμνάσασθαι τὰ περὶ τὰς διαίτας : οὗτός τε δή ἐστι |
ἀρξόμεθα παιδεύοντες ἢ γυμναστικῇ ; Πῶς δ ' οὔ ; Μουσικῆς δ ' , εἶπον , τιθεῖς λόγους , ἢ | ||
δρύες , ὦ Μέναλκα . Ἀριστόξενος δὲ ἐν τετάρτῳ περὶ Μουσικῆς ᾖδον , φησίν , αἱ ἀρχαῖαι γυναῖκες Καλύκην τινὰ |
ὅμοιόν γε πέπονθε καθάπερ εἰ ποιμὴν τοὺς συμφυλάττοντας αὐτῷ κύνας ἀγνοοίη καὶ μήτε τροφὴν αὐτοῖς ὀρέγοι μήτε συναγρυπνήσειέ ποτε φυλάττουσιν | ||
[ τὸ ] στόμα τῆς ἀγυιᾶς , ὅπως εἴ τις ἀγνοοίη , σημαίνοιεν τὸ δέον ποιεῖν . ὡς δ ' |
τιμωμένην νικηφόρον Ἀφροδίτην ἔπεμψεν εἰς Ῥώμην . Τούτου γυνὴ Φαβία μοιχευθεῖσα ὑπό τινος εὐπρεποῦς νεανίου , τοὔνομα Πετρωνίου Οὐαλεντίνου , | ||
ἀσέβειά ἐστι . τοῦτο δέ φησιν , ἐπεὶ ἡ Κλυταιμνήστρα μοιχευθεῖσα ἐφόνευσε τὸν Ἀγαμέμνονα : γράφεται ποικίλα : κακῶς διανοουμένων |
οὐδέ τι παιδὸς ἐνὶ μεγάροις ' ἀλέγουσιν , οὐδ ' ὄπιδα τρομέουσι θεῶν : μεμάασι γὰρ ἤδη κτήματα δάσσασθαι δὴν | ||
. ὀπιδνοτάτη : τιμία καὶ ἐπιστροφῆς ἀξία , παρὰ τὴν ὄπιδα καὶ ἐπιστροφήν , διὰ τὸ τιμωρεῖσθαι τοὺς ἐπιόρκους . |
φυσικῶς οὐ φαντάζεσθε ; ἀξιόλογον οὐ φαντάζεσθε ; ἀβλαβὲς οὐ φαντάζεσθε ; ἐν ποίᾳ οὖν ὕλῃ δεῖ ζητεῖν τὸ εὔρουν | ||
ἀπαραπόδιστον . ἄγε , μέγα δ ' αὐτὸ φυσικῶς οὐ φαντάζεσθε ; ἀξιόλογον οὐ φαντάζεσθε ; ἀβλαβὲς οὐ φαντάζεσθε ; |
ἐν Χρωψὶ τῆς Θράικης , ἐξ ἧς τοὺς λουσαμένους παραχρῆμα μεταλλάσσειν . . : . . . . : ἐν | ||
τι ἕκαστος αὐτέων βούλεται ὀνομάσας , καὶ τοῦτο ἓν ἐὸν μεταλλάσσειν τὴν ἰδέην καὶ τὴν δύναμιν , ἀναγκαζόμενον ὑπό τε |
ποτνία , ἀγαλοῦμεν ἡμεῖς ἀεί . Ἕρμιππος Ἀρτοπώλισι φέρε νῦν ἀγήλω τοὺς θεοὺς ἰοῦς ' ἐγὼ καὶ θυμιάσω τοῦ τέκνου | ||
. καὶ Ἕρμιππος Ἀρτοπώλισι [ . ] : φέρε νῦν ἀγήλω τοὺς θεοὺς ἰοῦς ' ἐγώ . δηλοῖ καὶ τὸ |
. Ἐκ δὴ τῶν οὕτω διωμολογημένων ἓν μὲν δὴ τοῦτο συλλογιστέον ὅτι τὸ μὲν ἓν οὐ πρόεισιν : εἰ γὰρ | ||
ἡ εὔνοια φιλία ἐστί . πάλιν ἐν τῷ αὐτῷ σχήματι συλλογιστέον : οἱ εὖνοι ἐπιπολαίως στέργουσιν , οἱ φίλοι οὐκ |
ἐκ τοῦ ἀπρεποῦς , ἐκ τοῦ ἀσυμφόρου . ἐκ τοῦ ἀσαφοῦς οἷον ἀσαφὴς ἦν ὁ περὶ Νάρκισσον χρόνος . ἐκ | ||
Οἰδίποδος τὸ αἴνιγμα διεσπάραξεν ἑαυτὴν ἡ Σφίγξ : ἐξότε : ἀσαφοῦς : ξυνετὸν μέλος ἔγνω : ἀπὸ κοινοῦ τὸ Σφιγγός |
ἐντὸς τείχους ἐν ταῖς οἰκίαις . ἐπεὶ δὲ δῆλοι ἦσαν προσελαύνοντες οἱ πολέμιοι , ἐδέοντο οἱ Μαντινεῖς τῶν Ἀθηναίων ἱππέων | ||
εἶχον οὔτε ἀκοντιστὴν οὔτε ἱππέα : οἱ δὲ προσθέοντες καὶ προσελαύνοντες ἠκόντιζον : ὁπότε δὲ αὐτοῖς ἐπίοιεν , ῥᾳδίως ἀπέφευγον |
θήκας ] τάφους . ῥόθος ] ἦχος . ὑπηντίαζε ] συνήντα , ἐξ ἐναντίας ἐφέρετο . μέλλειν ] βραδύνειν . | ||
πῶς γὰρ φίλῳ σοι μὴ μένοντι πιστεύσω ; ” Λύκῳ συνήντα πιμελὴς κύων λίην . ὁ δ ' αὐτὸν ἐξήταζε |
ἀνορεξίας , κάκισται δὲ καὶ αἱ πρασοειδεῖς καὶ μέλαιναι καὶ κατακορεῖς καὶ ποικίλαι καὶ δυσώδεις , καὶ ὑμενώδη ἀποπλύματα μεγάλα | ||
δέχονται , οὐδ ' οἱ ἔκλευκοι , οὐδ ' οἱ κατακορεῖς παντάπασιν , οὐδ ' οἱ φοβεροὶ καὶ ἄθυμοι : |
αὐτάρκειαν ἀσπάζῃ , φιλόσοφε , τί οὐ τοὺς Πυθαγορικοὺς ἐκείνους ζηλοῖς , περὶ ὧν φησιν Ἀντιφάνης μὲν ἐν Μνήμασι τάδε | ||
διδάσκει κἂν ἄμουσος ἦι σοφὸν Καρχηδόνιον . . . . ζηλοῖς , λαβών τε τὴν [ ! ! ! ! |
καὶ ἠνδραποδίσατο , εἷλε δὲ τὰς περιοικίδας αὐτῆς πάσας , Συρίους τε οὐδὲν ἐόντας αἰτίους ἀναστάτους ἐποίησε . Κῦρος δὲ | ||
δὲ τούτους καὶ ῥέων ἄνω πρὸς βορέην ἄνεμον ἔνθεν μὲν Συρίους Καππαδόκας ἀπέργει , ἐξ εὐωνύμου δὲ Παφλαγόνας . Οὕτως |
τοῦτο γένοιτ ' ἄν , ὡς μὴ ἐπικρατῇ σου τὸ Ψεῦδος μηδὲ ὑπὸ τῇ Ἀγνοίᾳ λανθάνωσιν οἱ φαῦλοι τῶν ἀνδρῶν | ||
αὐτῶν καλοῦνται Λύπη , Πονηρία , Ἀσέλγεια , Ὀξυχολία , Ψεῦδος , Ἀφροσύνη , Καταλαλιά , Μῖσος . ταῦτα τὰ |
† τοξύλον : ἠ σκληρον γινεται . η μαλακόν † Μήτι θεοὺς ἐπίορκος ἐπόμνυθι : οὐ γὰρ ἀνεκτόν ἀθανάτους κρύψαι | ||
οἷόν τε συμπίπτοντα . διὸ καὶ πρόχειρα αὐτὰ ἑκτέον . Μήτι δυσχεραίνεις ὅτι τοσῶνδέ τινων λιτρῶν εἶ καὶ οὐ τριακοσίων |
τέλος καὶ ἡ τῶν πραγμάτων ἔκβασις δείκνυσι τὴν προαίρεσιν . ΓΝΩΜΗ ΝΟΜΟΘΕΤΟΥ . Ἤρκει μὲν οὖν , οἶμαι , καὶ | ||
στρατηγὸν ἐξήμαρτεν , ἀλλὰ καὶ εἰς πᾶσαν τὴν πόλιν . ΓΝΩΜΗ ΝΟΜΟΘΕΤΟΥ . Ἀκολούθως τοιγαροῦν καὶ ὁ νομοθέτης οὐκ εἶπεν |
πάνυ καλῷ ; Ἐμφαίνει οὕτως . Αὕτη τοίνυν ἐστὶν ἡ Εὐδαιμονία , ἔφη . Ὅταν οὖν ὧδέ τις παραγένηται , | ||
, τὴν δ ' εὐδαιμονίαν συνωνυμεῖν τῷ τέλει λέγουσιν . Εὐδαιμονία δ ' ἐστὶ τὸ ἄριστον ἐν τῷ βίῳ , |
χερσὶ τούτων τι ἐφύτευσας ; καὶ τὸν Κῦρον ἀποκρίνασθαι : Θαυμάζεις τοῦτο , [ ἔφη , ] ὦ Λύσανδρε ; | ||
πονηρᾶς , καὶ ἐξουσίας ἀδεοῦς , καὶ ἀνεπιτιμήτου τόλμης . Θαυμάζεις εἰ Σωκράτει συνῆν δαιμόνιον , φίλον , μαντικόν , |
μαθημάτων , Πρὸς Πλάτωνα , Πρὸς Ἀριστοτέλην . Ἐτελεύτα δὲ παραλύσει , γενόμενος ἱκανὸς ἀνήρ . Λεοντεύς τε Λαμψακηνὸς ὁμοίως | ||
τὸν ὄγδοον ἀνέλοι , νοῦν τὸν ἡγεμόνα τούτων Κάιν , παραλύσει καὶ τὰ ἑπτά : ῥώμῃ μὲν γὰρ τῆς διανοίας |
βασιλεύς : Αἰλιανοῦ δὲ ταῦτα ἀκηκοέναι δόκει . „ „ ξυνίημι ” ἦ δ ' ὃς ” τοῦ ἀπορρήτου , | ||
, ἥκετ ' ἐμῶν καμάτων παραμύθιον : οἶδά τε καὶ ξυνίημι τάδ ' , οὔ τί με φυγγάνει : οὐδ |
δ ' ὑπὲρ ἁπάσης Ἑλλάδος δώσει δίκην , ὦν πατέρας ἔκτειν ' , ὧν δ ' ἀπώλεσεν τέκνα , νύμφας | ||
ἐρήμους καὶ παρόντα μηδένα ἐρρυσάμην ἀδελφόν , ὃν δ ' ἔκτειν ' ἐγώ , ἔκρυψα δ ' ἄμμῳ τοῦτον , |
οἱ Καμικοὶ τὸ Κωκάλου βασίλειον , παρ ' ᾧ Μίνως δολοφονηθῆναι λέγεται . τὴν οὖν ἐρημίαν κατανοήσαντες Ῥωμαῖοι κατακτησάμενοι τά | ||
φασὶν αὐτοὺς φονεῦσαι : Σωκράτης δὲ ὑπὸ Αὐγέου φησὶν αὐτοὺς δολοφονηθῆναι . καὶ περὶ τοῦ ἀριθμοῦ δὲ διαλλάττουσι : Διονύσιος |
ὀπτὴρ οὐδεὶς ἐφάνη οὔτε αἷμα οὔτε ἄλλο σημεῖον οὐδέν . Κᾆτ ' ἐγὼ συγχωρῶ τῷ τούτων λόγῳ , παρεχόμενος μὲν | ||
. Ἐρινὸν οὖν τιν ' αὐτῆς πλησίον νενόηκας ὄντα ; Κᾆτ ' εἰς ἀγορὰν ἐλθόντες ἁδρούς ὀψωνοῦσιν μεγάλους τε φάγρους |
πολυτελεστέρας καὶ τῶν μουσουργῶν τὰς καλλιστευούσας καὶ τοὺς ἀπὸ σκηνῆς ἁπαξαπλῶς εἰπεῖν ἅπαντας , οὐ τὴν πατρῴαν οὐσίαν τὰ δὲ | ||
καὶ γὰρ ἄσμενοι ἀπαλλαξόμεθα ἐνοχλοῦντος αὐτοῦ καὶ βοῶντος καὶ ἅπαντας ἁπαξαπλῶς ὑβρίζοντος καὶ ἀγορεύοντος κακῶς . Ἄλλον κάλει τὸν Κυρηναῖον |
. καὶ ἐν τῷ βίῳ τρύχειν ἑαυτὸν λέγεται , οἷον καταπονεῖν . τρύφος κλάσμα : “ τὸ δὲ τρύφος ἔμπεσε | ||
' . οὐ μαλακιστέον δ ' ὅμως , ἐπείπερ ἦργμαι καταπονεῖν τὸ πρᾶγμ ' ἅπαξ . τουτὶ τὸ πρόβατόν ἐστιν |
: ἐπὶ τῶν ἐξαπατᾶν βουλομένων τοὺς ὁμοίους . Ἀλώπηξ οὐ δωροδοκεῖται : ἐπὶ τῶν οὐ ῥᾳδίως ἁλισκομένων . Ἄλλως ᾄδεις | ||
οὐκ ἔστιν αὐτῷ : ἐπὶ τοῦ ἀηδοῦς . Ἀλώπηξ οὐ δωροδοκεῖται : ἐπὶ τῶν οὐ ῥᾳδίως ἁλισκομένων . Ἀεὶ φέρει |
κατὰ τὴν αὐτῆς γνώμην λέγουσα . Ἕβδομον τὸ ἄδοξον : ἐκμισθώσας τις τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα : τοῦτο τὸ εἶδος παρὰ | ||
ἵνα ἡ πρὸς ἄλληλα διαφορὰ τὸ ἀσύστατον ἐργάσηται : οἷον ἐκμισθώσας τις τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα καὶ τὸν μισθὸν οὐκ ἀπο |
Βοιωτοί τινες ἀφείλοντό μου τὸ ζεῦγος τῶν βοῶν . Γ Βοιωτίους ] πολέμιοι γὰρ αὐτῶν ἦσαν . ὅτι πολέμιοι ἦσαν | ||
Βοιωτίοισιν ἐν σκύφοισιν οἶνος ἡδύς . διήνεγκαν δὲ μετὰ τοὺς Βοιωτίους οἱ Ῥοδιακοὶ λεγόμενοι Δαμοκράτους δημιουργήσαντος . τρίτοι δ ' |
πένθει δνοφερῷ κατέκρυψας : πολλαὶ δ ' ἁπαλαῖς χερσὶ καλύπτρας κατερεικόμεναι διαμυδαλέους δάκρυσι κόλπους τέγγους ' , ἄλγους μετέχουσαι . | ||
ἐγένετο : ἀλλὰ κἂν ἐπὶ τοῖς ζῶσιν ἀνδράσιν εὔξομαι . κατερεικόμεναι ] κατασχίζουσαι , ἐνεργητικῶς . ἁβρογόοι ] ἁβρογόοι αἱ |
. . , . Ἄκολος : ὁ ψωμός : αἰτίζων ἀκόλους οὐκ ἄορας οὐδὲ λέβητας . [ εἴρηται ? ] | ||
: ὡς κομῶ κομίζω , αἰτῶ αἰτίζω , ” αἰτίζων ἀκόλους ” , οὕτω καὶ τροπῶ τροπίζω καὶ προσελθούσης τῆς |
. Ἀπὸ Ἑρμαίας ἄκρας πρὸς ἥλιον ἀνίσχοντα 〚 μικρὸν ἀπὸ Ἑρμαίας 〛 εἰσὶ νῆσοι τρεῖς μικραὶ κατὰ τοῦτο , ὑπὸ | ||
καὶ Ἑρμαίας ἄκρας ἐν τῷ μεταξύ . Ἀπὸ δὲ τῆς Ἑρμαίας ἄκρας ἕρματα τέταται μεγάλα , ἀπὸ δὴ τῆς Λιβύης |
ἀκολούθωι ] [ ] τε κἀληθεῖ ? [ - ] φιλοσοφίαι χρωμένους ? [ ] περὶ ἑκάστων λαλεῖν ἀνυπέρβλητον [ | ||
Ἐμπεδοκλέα ῥητορικῆς . γέγονε δ ' ἀνὴρ γενναιότατος καὶ ἐν φιλοσοφίαι καὶ ἐν πολιτείαι : φέρεται γοῦν αὐτοῦ βιβλία πολλῆς |
ἀρχὴν πολλῶν κακῶν : ἐξ οὗ πολεμήσαντες ἠναγκάσθημεν τὰ τείχη κατασκάπτειν καὶ τὰς ναῦς παραδιδόναι καὶ τοὺς φεύγοντας καταδέχεσθαι . | ||
σπουδάζω γίγνεσθαι τὸ ἔργον , τυραννεῖν μέ φασί τινες καὶ κατασκάπτειν τὴν πόλιν καὶ τὰ ἱερὰ πάντα . δῆλον γὰρ |
Κλεοπάτρας τῆς Βορέου καὶ ἐπιγήμας Εὐρυτίαν δίδωσιν αὐτοὺς τῇ μητρυιᾷ διαβληθέντας πρὸς ἀναίρεσιν . Ζεὺς δὲ χαλεπήνας λέγει αὐτῷ πότερον | ||
φίλων παρὰ τὸν καιρὸν ἐκεῖνον ἀπολαῦσαι τῆς Ἡφαιστίωνος θειότητος , διαβληθέντας ὡς οὐ τιμῶσι τὸν κοινὸν ἁπάντων θεόν , καὶ |
. ὁ δ ' αὐτοῖς ἀνεῖλεν παρὰ Κροῖσον τὸν Λυδὸν πορευθέντας ὠνεῖσθαι παρ ' ἐκείνου . καὶ οἱ πορευθέντες παρὰ | ||
καὶ μετὰ τὴν ἐκ τῆς ὑφάλου πέτρας ἀναπεμπομένην φλόγα ἐκεῖθεν πορευθέντας ἡμερῶν ὀλίγων ὁδὸν ἐς τὰ οἰκεῖα ἀφικέσθαι καὶ γνῶναι |
κατηγορούμενος . ὡς δὲ καὶ κλέπτον βλέπει : ἀντὶ τοῦ κλεπτικόν . Γ “ κλέπτον ” βαρέως Ἀττικοί , καθὸ | ||
κυνῶν . κλέπτον τὸ χρῆμα : ⌈ ἀντὶ τοῦ Γ κλεπτικόν . Γ ἔπαιξε δέὲ ⌈ : ὡς ἐν κωμῳδίᾳ |
αἰδούμενοι : ἔτι δὲ λαλοῦντα τὸν πρεσβύτην οἱ θρασύτεροι ἐπιπεσόντες φονεύουσι . δράσαντες τε οὕτως ὠμὸν ἔργον , δέει τῶν | ||
οὓς πέφνουσι φονέας . οὕς : ἰδίους . πέφνουσι : φονεύουσι . φονῆας : ἰωνικῶς . Μάρψωσιν : καὶ κρατήσωσι |
ἐπιθέσεως ἐμπεσεῖν αὐτοῖς ἀμφισβήτησιν : τοὺς μὲν γὰρ συμβουλεύειν παραχρῆμα βιασαμένους εἰς τὴν πόλιν ἀπροσδοκήτως ἐπιθέσθαι τῷ βασιλεῖ , τινὰς | ||
ὑπατεύσαντες χρόνοις , ταῦθ ' ἱκανά . περὶ δὲ τοῦ βιασαμένους τινὰς ἢ λαθόντας σφετερίσασθαι τὰ δημόσια βραχὺς ἀπαρκεῖ μοι |
, ἔχουσι δέ τι καὶ στυπτικὸν ἐκ ψυχρᾶς γεώδους . Κάπνιος δριμεῖα καὶ πικρὰ καὶ στύφει . Καππάρεως ῥίζης ὁ | ||
ὡς , εἰ πλείων βρωθείη , ξηραίνει τὴν γονήν . Κάπνιος δριμείας ἅμα καὶ πικρᾶς μετέχει ποιότητος : οὐκ ἀπήλλακται |
ἑκατέρωθέν τινος λαβέσθαι , καὶ τὸ εἰς δύο ἢ πλέονα διαχωρίσαι ἢ διελεῖν . Ἡρόδοτος τὰ δύο . τὸ μὲν | ||
διακρῖναι , διελεῖν , διατεμεῖν διχοτο - μεῖν , χωρίσαι διαχωρίσαι ἀποχωρίσαι , ἀποστῆσαι διαστῆσαι ἀπομερίσαι * διαμερίσαι , διαλαβεῖν |
ἐόντα . ἤδη τοίνυν τὸ ἐνθένδε αὐτοὶ τῶν ἐπέων ἀκούοντες κρινεῖτε . ἱεροποιΐην γὰρ ἢ τὴν κρατίστην ἐξευρὼν ἐποίησεν ἢ | ||
δ ' οὐδ ' ὁτιοῦν τὰ πράγματ ' ἔσται , κρινεῖτε δ ' ὃν ἂν βούλησθ ' ὀργισθέντες . ἐγὼ |
τὴν ῥητορικήν , ὥστε λέγειν αὐτῷ δηλονότι . κόλαζε ] παίδευε αὐτόν , τύπτε . , σχετλίαζε , δέρε . | ||
ἰάμβους τριμέτρους ἀκαταλήκτους ηʹ . κόλαζε : ἀντὶ τοῦ ” παίδευε “ ; οἱ γὰρ παιδευόμενοι κολάζονται . εὖ μοι |
οἰκτισάμενος , αὐτὸς οἴκτου οὐκ ἠξιώθην : ἀλλ ' ἀπηνῶς ἐρρύθμισμαι . ἡ δὲ μεταφορὰ τοῦ ῥυθμίζειν ἀπὸ τῶν χορδῶν | ||
αὐτάς . . οἴκτῳ ] ἐλέῳ . . ὧδ ' ἐρρύθμισμαι ] ἐκτέταμαι , κρέμαμαι . . ἡ δὲ μεταφορὰ |
ἐγχαράξεωϲ . Περὶ βδελλῶν ἐκ τῶν Ἀντύλλου . Τὰϲ βδέλλαϲ λαβόνταϲ χρὴ φυλάττειν ἡμέραν μίαν , αἷμα ὀλίγον εἰϲ διατροφὴν | ||
ὥϲτε καὶ τῶν ἤδη ϲυνῃϲθημένων τοῦ ὑδροφόβα περιϲωθῆναί τιναϲ , λαβόνταϲ τὸν ἐλλέβορον εὐθὺϲ ἐν τῷ πρώτῳ [ τῷ ] |
ὁμο σύνθετα . ὁμόσπονδος ὁμόσιτος , ὁμοήθης , ὁμότροπος , ὁμόδουλος , ὁμόνους , ὁμόφωνος , ὁμόγλωττος , ὁμοτράπεζος , | ||
ἰδίαν βαδίζειν , εἰς οἶκον δὲ ἐφ ' ἕτερον . ὁμόδουλος συνδούλου διαφέρει . ὁμόδουλοι γάρ εἰσιν οἱ μετέχοντες ὁμοίας |
καὶ Τάμως Ἰωνίας ὕπαρχος ὤν . ὡς δ ' οὐκ ἐσήκουον , προσβολὴν ποιησάμενος τῇ πόλει οὔσῃ ἀτειχίστῳ καὶ οὐ | ||
. Λευτυχίδης μὲν εἴπας ταῦτα , ὥς οἱ οὐδὲ οὕτω ἐσήκουον οἱ Ἀθηναῖοι , ἀπαλλάσσετο : οἱ δὲ Αἰγινῆται , |
πεπτωκώς ἐστιν . ἢ οὕτω : τίς ἐπιμελήσεται , τίς διασώσει , καθάπερ ἐκεῖνος ; ἐὰν δὲ νέος τύχῃ ὁ | ||
Κυνικῷ τὸ πρᾶγμα . Πῶς οὖν ἔτι , φησίν , διασώσει τὴν κοινωνίαν ; Τὸν θεόν σοι : μείζονα δ |
εἰπεῖν οὐδένα τολμῆσαι ὡς ἐποιήσατό με Μενεκλῆς παρανοῶν ἢ γυναικὶ πιθόμενος : ἐπειδὴ δὲ ὁ θεῖος οὐκ ὀρθῶς βουλευόμενος , | ||
ἴθι , βάδιζ ' , ἴωμεν . εἶτα τῷ πατρὶ πιθόμενος ἐξάμαρτε . κἀγώ τοι ποτὲ οἶδ ' ἑξέτει σοι |
σπηλαίῳ τινὶ τεκνοποιίας ἕνεκα , καὶ ὑφίησιν αὐτῷ κύνας θηλείας ἐμβατεύειν . Εὐρυσθεὺς δὲ πέμπει Ἡρακλέα κατὰ ζήτησιν τοῦ κυνός | ||
οἱ δίκην νικήσαντες ὥστε ἀπολαβεῖν χωρίον ἢ οἰκίαν , ἔπειτα ἐμβατεύειν κωλυόμενοι ἢ ἐμβατεύσαντες ἐξελαυνόμενοι δίκην εἰσάγουσι πρὸς τοὺς ἐξελαύνοντας |
. εἰ γὰρ ἀφέλοι τις τοῦ βίου τὰς ἡδονάς , καταλείπετ ' οὐδὲν ἕτερον ἢ τεθνηκέναι . ψυχὴν ἔχειν δεῖ | ||
. εἰ γὰρ ἀφέλοι τις τοῦ βίου τὰς ἡδονάς , καταλείπετ ' οὐδὲν ἕτερον ἢ τεθνηκέναι . Ὡς ἔστι τὸ |
νόμῳ κατακλῇσαι τοῦτο , παραπομπὴν ποιεῖν τῶν ἰχθύων . νυνδὶ Μάτων συνήρπακεν τοὺς ἁλιέας , καὶ Διογείτων νὴ Δία ἅπαντας | ||
νόμῳ κατακλεῖσαι τοῦτο , παραπομπὴν ποιεῖν τῶν ἰχθύων . νυνδὶ Μάτων συνήρπακεν τοὺς ἁλιέας , καὶ δὴ Διογείτων νὴ Δία |
ὅς ἐστι τετράγωνος ἀριθμὸς ἀπὸ πλευρᾶς λζ δεκάτων . . Κείμενον . Αὐτὸς ἄρα ὁ τετράγωνος ἔσται δυνάμεων τεσσάρων μο | ||
ἔσται δυνάμεως μιᾶς , ἤτοι τετράγωνος . . τετραγώνῳ . Κείμενον . Ἀπὸ Ϟοῦ ἑνὸς μος α . Αὐτὸς ἄρα |
ἡ πρότερον καλουμένη Διόσπολις . τὸ ἐθνικὸν τὸ αὐτό . Βῆσσα , πόλις Λοκρῶν . Ἡρωδιανὸς δι ' ἑνὸς σ | ||
βήρ γὰρ τὸ φρέαρ παρ ' αὐτοῖς . . . Βῆσσα : πόλις * * * . . . Βισαλτία |
ἢν μὴ κατὰ φύσιν κείμενα ᾖ , καὶ τὰ μὴ ἀτρεμέοντα ἐν τῷ αὐτέῳ σχήματι , καὶ αἱ πωρώσιες ἀσθενέστεραι | ||
βοηθεῖ . ἀποργέστερον : ἀπηνέστερον . ἀπαιωρέεται : ἀποκρέμαται . ἀτρεμέοντα : ἠρεμοῦντα . ἀποπαλήσει : σαλεύσει καὶ σφοδρᾷ κινήσει |
μὲν τῷ μείζονι ἡμιτριταίῳ ἐπιτείνονται μᾶλλον αἵτε φρίκαι καὶ αἱ συστολαὶ τοῖς κάμνουσιν : ἐν δὲ τοῖς ἄλλοις , ὅτε | ||
καὶ ἡνίκα μὲν ἂν ὁ ἐκ τοῦ φλεγματώδους ἐπικρατήσῃ , συστολαὶ γίνονται καὶ φρῖκαι : εἰ δ ' ὁ θερμότερος |
σε παντοίας πλέκειν εἰς ἀπόφευξιν παλάμας τὴν γὰρ ἐμὴν ὀργὴν πεπᾶναι χαλεπὸν μὴ πρὸς ἐμοῦ λέγοντι . πρὸς ταῦτα μύλην | ||
πρεσβύτερα δὲ τῶν νέων . ἔνια δὲ καὶ πρὸ τοῦ πεπᾶναι τὸν καρπὸν ἀποβάλλει τὰ φύλλα , καθάπερ αἱ ὄψιαι |
τὸ αἰσχύνεσθαι πᾶσι δοκεῖ μᾶλλον ἐγγίγνεσθαι , οἱ δ ' ἀγνοούμενοι ῥᾳδιουργεῖν πως μᾶλλον δοκοῦσιν , ὥσπερ ἐν σκότει ὄντες | ||
ἔστι δὲ τοῦτο καθόλου καὶ ἐπὶ πάντων ἄπταιστον : οἱ ἀγνοούμενοι ἄνθρωποι εἰκόνες εἰσὶ τῶν ἀποβησομένων ἑκάστῳ πραγμάτων , οἱ |
αἰαῖ : καὶ νῦν ὀδύνα μ ' ὀδύνα βαίνει : μέθετέ με τάλανα , καί μοι θάνατος παιὰν ἔλθοι . | ||
, ὃν δ ' ἔχω δραμεῖν οὐκ οἶδα . † μέθετέ με φροντίδες : † μηδέν μοι χὔμιν ἔστω . |
ἀθέων : ταὶ δ ' αὐτίκα οἱ τέμενος βωμόν τε τεῦχον , χραῖνόν τέ μιν αἵματι μήλων καὶ χοροὺς ἵσταν | ||
ῥά οἱ αἷμα κάθηραν ἀφ ' ἕλκεος ἄλλά τε πάντα τεῦχον ὅς ' οὐταμένων ὀλοὰς ἀκέονται ἀνίας . Αἴας δ |
μεγάλην δαμάσιππον . “ Παλλάδα περσέπτολιν : Κύδοιπός τις ποιητὴς εἰσῆξέ τινα λέγοντα ἐν τῷ ἑαυτοῦ ποιήματι τὸ παρὸν ᾆσμα | ||
κωμικὸς ποιητής , ὃς πάντα , ἃ παρακατιών φησιν , εἰσῆξέ τινας ἀσέμνως ποιοῦντας ἔν τινι αὐτοῦ δράματι καὶ σκώπτοντας |
οὐ παρέτυχες , ἐλλειπὲς δὲ τὸ παρεγενόμην μέν , οὐ παρέτυχες δέἘγὼ . δὲ οὐκ οἶμαι τὰς τοιαύτας φράσεις ἐλλιπεῖς | ||
τῆς φράσεως , ἐγὼ μὲν παρεγενόμην , σὺ δὲ οὐ παρέτυχες . Ἐπὶ τρίτου οὐ συντείνει τὰ τοῦ λόγου . |
, ὥσπερ τινὲς ἐνόμισαν ἐπὶ φλεγμονῇ τοῦ διαφράγματος γίνεσθαι τοὺς φρενιτικοὺς , ὅπερ οὐκ ἔστιν ἀληθὲς , ἀλλὰ καὶ αὐτὸς | ||
εἰσι , καὶ οἱ λήθαργοι τοὺς ἀθρόως ἐξισταμένους καὶ ἀπαραλογίστως φρενιτικοὺς ἡμεροῦσιν . πόνον δ ' ἥπατος ὀξὺν καὶ βίαιον |
“ οὐδὲ μύρμηκι ὁδός ἐστιν ” . οὐδ ' εἰ σέρφῳ : ὅτι ἐν Ὄρνισι τινὲς τὸ μέμνηται τοῦ σέρφου | ||
Ὡς καταφρονῶν αὐτοῦ φησι . καὶ δωρίζειν πολλάκις ἐπιτηδεύουσιν . σέρφῳ : Σέρφος μύρμηξ πτερωτός . . ἀντὶ τοῦ εὐτελεῖς |
τὸ γένος οὗτος ; πλούσιος : τούτους δὲ πάντες φασὶν εὐγενεστάτους , πένητα δ ' εὐπάτριδ ' οὐδὲ εἷς ὁρᾷ | ||
τέλει Περσῶν τὰς ἑαυτῶν ἄγονται καὶ τοὺς φύντας ἐκ τούτων εὐγενεστάτους νομίζουσι καὶ βασιλείας , ὡς λόγος , τῆς μεγίστης |
ΜΙΝΥΘΟΥΣΙ ΔΕ ΟΙΚΟΙ . Ἤγουν σμικρύνονται , ἐλαττοῦνται . . ΖΗΝΟΣ ΦΡΑΔΜΟΣΥΝΗιΣΙΝ ΟΛΥΜΠΙΟΥ . Διὰ τὰς βουλὰς τοῦ Διὸς τοῦ | ||
τετράκις ἐνταῦθα κεῖται ἀδολεσχούμενον : ΕΥΡΥΟΠΑ ΖΕΥΣ , ΚΡΟΝΙΩΝ , ΖΗΝΟΣ ΦΡΑΔΜΟΣΥΝΗιΣΙΝ : καὶ τὸ ΚΡΟΝΙΩΝ ΑΠΟΤΙΝΝΥΤΑΙ : συντακτέον καὶ |
ταχὺς βλάψαι , διαβαλεῖν προχειρότατος , ὑπερασπίσαι μελλητής , δεινὸς φενακίσαι , ψευδορκότατος , ἀπιστότατος , δοῦλος ὀργῆς , εἴκων | ||
, καὶ οὐδὲν ἔσθ ' ὅ τι τοῦ παρακρούσασθαι καὶ φενακίσαι λέγεται παρ ' ἡμῶν ἕνεκα , ἀναγνώσεται τὸν νόμον |
τῶι βαρβίτωι καθεύδω . ἔχεις ἅπαντ ' : ἄπελθε : λαλιστέραν μ ' ἔθηκας , ἄνθρωπε , καὶ κορώνης . | ||
βέβαιός ἐστιν ἂν νεύσω μόνον . σοῦ δ ' ἐγὼ λαλιστέραν οὐπώποτ ' εἶδον οὔτε κερκώπην , γύναι , οὐ |
: ἐκεῖνο ἄρα τέλος γενήσεται , καὶ οὐ τὸ τοὺς ἐνδεχομένους λόγους εὑρεῖν . καὶ μὴν οὐδὲ τὸ δόξαν ἐμποιεῖν | ||
, ἥ τε ῥητορικὴ οὐδὲν ἄλλο ἐστὶν ἢ τὸ τοὺς ἐνδεχομένους εὑρεῖν λόγους . ὅθεν ὁ τοῦτο λέγων τέλος δυνάμει |
ἀειρόμενον τὸ φάρμακον νειαίρης ] νείαιρα τὸ βάθος τῆς γαστρός νειαίρης ] τῆς κάτω τῆς κοιλίης ἀειρόμενον ] ἐπαιρόμενον , | ||
βαρῦνον φῶτ ' ἐπικαρδιόωντα : δύῃ δ ' ἐπιδάκνεται ἄκρον νειαίρης , ἄκλειστον ἀειρόμενον στόμα γαστρός , τεύχεος ἣν κραδίην |