ἀδιαφόρους καὶ ἱλαροὺς περὶ τὰς πράξεις καὶ μεθ ' ἡδονῆς κοπιῶντας . ἐπὶ δὲ τῶν μειζόνων πρακτικοὺς καὶ ἐπιδόξους καὶ
κἂν μὴ κοπιᾷ τις , δεῖ θεραπεύειν αὑτὸν καθάπερ τοὺς κοπιῶντας : ἧττον γὰρ ἂν οὕτως ἀποβαίνοι τι δυσχερές .
7693005 μωρων
τὴν οἰκίαν ] τὸν οἰκίσκον τοῦ διδασκάλου . ἀδολεσχῶν ] μωρῶν . , φλυάρων . Ξανθία ] δοῦλος ὢν ὁ
κατὰ πάντα τρόπον τῆς κακίας ὑποσπορά . ὁρμῶνται δὲ ἀπὸ μωρῶν ὀπτασιῶν καὶ μαρτυριῶν ἐν ᾧ εὐαγγελίῳ ἐπαγγέλονται . φάσκουσι
7674438 ἀναζωπυρειν
ἀϊστωθῆναι καὶ ἀποσβῆναι καὶ συναποσβέσαι τὰς ψυχὰς τὰς ἐγκειμένας , ἀναζωπυρεῖν παραγγέλλει , καὶ τάττει μὲν ἄρχοντα ἐπὶ τῷ ἔργῳ
νεφῶν μὲν πεπυρωμένων : σβεννυμένους δὲ καθ ' ἑκάστην ἡμέραν ἀναζωπυρεῖν νύκτωρ καθάπερ τοὺς ἄνθρακας . τὰς γὰρ ἀνατολὰς καὶ
7596941 σβεσεις
τῆς γῆς ἄλλου καὶ ἄλλου γινομένου , δεήσει καὶ τὰς σβέσεις καὶ τὰς ἐξάψεις τῶν ἄστρων ἀπλέτους γίνεσθαι . Ὧν
. τὰς γὰρ ἀνατολὰς καὶ τὰς δύσεις ἐξάψεις εἶναι καὶ σβέσεις . Ἡρακλείδης καὶ οἱ Πυθαγόρειοι ἕκαστον τῶν ἀστέρων κόσμον
7580683 τραυλους
εἰ δὲ Ἑρμῆς , κωφοὺς ἢ ἀλάλους ἢ βραγχοὺς ἢ τραυλοὺς ἢ ψελλοὺς ποιεῖ . οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ μετὰ
χαρίτων εἰσίν . ὁ Κρόνος τὸν Ἑρμῆν διαμετρῶν δυσγλώττους ἢ τραυλοὺς σημαίνει , καὶ μάλιστα τοῦ Ἑρμοῦ ἐν ἀφώνῳ ζῳδίῳ
7570568 καπανας
Ἑπτὰ δὲ καπάνας ἔτρεφον εἰς Ὀλυμπίαν . τί λέγεις ; καπάνας ; ναί : καπάνας Θετταλοὶ πάντες καλοῦσι τὰς ἀπήνας
ἑπτὰ δὲ καπάνας ἔτρεφον εἰς Ὀλύμπια . τί λέγεις ; καπάνας ; πῶς ; καπάνας Θετταλοὶ πάντες καλοῦσι τὰς ἀπήνας
7546373 ἑωθινας
Τῷ Ἰαννουαρίῳ μηνὶ χρὴ τὰς ἀναδενδράδας κλαδεύειν , φυλαττομένους τὰς ἑωθινὰς καὶ δείλης ὀψίας ὥρας . Τῷ αὐτῷ μηνὶ χρὴ
, οὐδὲν ἐμποδὼν μὴ καθαρθῆναι μετρίως . τὰς δ ' ἑωθινὰς καθάρσεις μετ ' ὀξυμέλιτος ποιῆσαι , τῶν ἁλῶν προσμίσγων
7523673 Δωδωνιδας
Πληιάδες εἴρηνται . Φερεκύδης δὲ . . . τὰς Ὑάδας Δωδωνίδας νύμφας φησὶν εἶναι καὶ Διονύσου τροφούς . . .
„ . καὶ Σοφοκλῆς Ὀδυσσεῖ ἀκανθοπλῆγι ” τὰς θεσπιῳδοὺς ἱερίας Δωδωνίδας ” . Ἀπολ - λόδωρος δὲ ἐν αʹ περὶ
7493288 ὑπεροριους
. . : τοὺς Ἀθηναίους , διὰ τὸ ἀεὶ πρὸς ὑπερορίους πολεμίους πολέμους εἶναι καὶ τοὺς πολλοὺς αὐτῶν ἀποδημεῖν ,
ἀνθρωπείου βίου πηγήν , ἄμεινον καταστήσασθαι , τὰς μὲν κακίας ὑπερορίους φυγαδεύσαντα αὐτοῦ , τὰς δὲ ἀρετὰς εἰσοικίσαντα . παλλακὰς
7484644 σχιζουσαι
δ ' ἁπαλαῖς χερσί : πολλαὶ δὲ γυναῖκες κατερεικόμεναι καὶ σχίζουσαι τὰς καλύπτρας καὶ τοὺς ἰδίους χιτῶνας τέγγουσι καὶ βρέχουσι
πολλαὶ δ ' ἁπαλαῖς ] πολλαὶ δὲ γυναῖκες κατερεικόμεναι καὶ σχίζουσαι τὰς καλύπτρας καὶ τοὺς ἰδίους χιτῶνας τέγγουσι καὶ βρέχουσι
7467511 ἐποπας
: ὥστε τὰς ἀηδόνας οὐδέν τι δεῖ οἰκτίρειν οὐδὲ τοὺς ἔποπας , ὅτι ὄρνιθες ἐγένοντο ἐξ ἀνθρώπων , ὡς ὑπὸ
διὰ τιμῆς . οἱ αὐτοὶ δὲ Αἰγύπτιοι καὶ χηναλώπεκας καὶ ἔποπας τιμῶσιν , ἐπεὶ οἳ μὲν φιλότεκνοι αὐτῶν , οἳ
7464576 ἀπονυχιζειν
πηλὸν ὀργάζειν . κουρεύς , κουρίς , κείρειν ἀποκείρειν , ἀπονυχίζειν . κεροπλάστης . κομμωτής κομμώτρια , κομμωτική , κομμοῦν
καὶ ἐξονυχίζειν ἐπὶ τοῦ ἀκριβολογεῖσθαι τίθεται : τὸ δ ' ἀπονυχίζειν τὸ τὰς ὑπεραυξήσεις τῶν ὀνύχων ἀφαιρεῖν . Φλέϊνα τὰ
7448078 κουρευς
κεφαλὴν καὶ εὑρὼν αὐτὴν ψιλὴν ἔφη : Μέγα κάθαρμα ὁ κουρεύς : πλανηθεὶς γὰρ ἀντὶ ἐμοῦ τὸν φαλακρὸν διύπνισεν .
γοῦν Φιλύλλιος ἐν Πόλεσιν ἀνθρακοπώλης , κοσκινοποιός , κηπεύς , κουρεύς . φῷδες δὲ αἱ ἀπὸ τῆς φλογὸς φλύκταιναι ,
7427751 κλαυσῃ
: ἔθος γὰρ ἦν τοὺς βασιλεῖς οὕτως θάπτεσθαι : γράφεται κλαύσῃ : ἢ τὰς ταφάς : τὸν Ἅιδην περιφραστικῶς :
, ταράττεσθαι , μαινόμενον γενέσθαι , ὥστε μωρὸν εἶναι . κλαύσῃ ] θρηνήσῃ , θρηνήσεις , μέλλεις κλαῦσαι . ἐπιβάλλῃς
7426016 κωνωπας
ἔτι δὲ καὶ πρὸς ψύλλας , καὶ κόρεις , καὶ κώνωπας , καὶ πρὸς ἕτερα τοιαῦτα λυμαινόμενα θηρία θεραπείαν .
. τὰς ἐμπίδας ] τὰ κανάρια . , διὰ τοὺς κώνωπας . κατὰ τὸ στόμ ' ] ἀπὸ τοῦ στόματος
7424396 κεκρυφαλους
ἀπόρθητοί ποτε ; νῦν δ ' ὁμηρεύους ' ἔχοντες πορφυροῦς κεκρυφάλους . . Λευκηπατίας : Κλέαρχος ἐν τῷ περὶ βίων
παιδίων οὐ μάλα νηπίων πατὴρ παραγκωνίσασθαι τοὺς ἀντεραστὰς βουλόμενος , κεκρυφάλους Μιλησίους καὶ Σικελικὸν ἱμάτιον καὶ ἐπ ' αὐτῷ χρυσίον
7416665 νομιμους
καὶ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἀποκλείων ταῖς ἡδοναῖς συναλίζει ὑμῖν τὰς νομίμους ἁπανταχόθεν . ὥστε καὶ ὅσα παρ ' ἑτέροις ἀγαπητὰ
πρὸς τὴν βουλὴν ὁμολογίαι . τὸ δ ' ἐκβαίνειν τοὺς νομίμους ὅρους καὶ τὴν βίαν κρείττονα ποιεῖν τῆς δίκης οὐκέτι
7416045 μαμμας
, ὡς τῷ αὐτῷ ἡ Λήδα . [ ταύτας δὲ μάμμας τινές φασι καὶ μαίας . ] θεῖος δέ ,
Αὐτολύκῳ ἀτὰρ ἤγαγες καινὸν φίτυ τῶν βοῶν . τηθάς . μάμμας . ἀδελφοὺς δέ κτλ . σημείωσαι ὅτι καὶ ἀδελφογαμεῖν
7409997 κρινειτε
ἐόντα . ἤδη τοίνυν τὸ ἐνθένδε αὐτοὶ τῶν ἐπέων ἀκούοντες κρινεῖτε . ἱεροποιΐην γὰρ ἢ τὴν κρατίστην ἐξευρὼν ἐποίησεν ἢ
δ ' οὐδ ' ὁτιοῦν τὰ πράγματ ' ἔσται , κρινεῖτε δ ' ὃν ἂν βούλησθ ' ὀργισθέντες . ἐγὼ
7401662 πρεσβευομενοι
ἡδονὴν θηρώμενοι ὡς ἐχθροῖς ὑμῖν προσενεχθῶμεν . Οὐδὲν θαυμαστὸν εἰ πρεσβευόμενοι ὑπὲρ εὐνοίας ἐν ταῖς ὑπουργίαις καταδεέστεροι τῆς χρείας ἐλεγχόμεθα
, κομίσασθαι ἂν αὐτοὶ Πύλον , ἦλθον ἐς τοὺς Βοιωτοὺς πρεσβευόμενοι καὶ ἐδέοντο σφίσι Πάνακτόν τε καὶ τοὺς Ἀθηναίων δεσμώτας
7388846 κατηγορουμενους
ἄν τις διὰ τούτων ἐπιχειρήσειε συντομώτερον , ὅτι οὔτε τοὺς κατηγορουμένους ὅρους οὔτε τοὺς ὑποκειμένους ἐπ ' ἄπειρον ἐνδέχεται προϊέναι
πάλιν τὸ μὴ καλῶς εἰλῆφθαι τοὺς ὅρους τοὺς ἄκρους τοὺς κατηγορουμένους τοῦ ἀνθρώπου : οὐ γὰρ τὴν ὑγείαν χρὴ λαμβάνειν
7364479 κρυ
κεντρωτὰ ὠμοβόινα δίκην τυμπάνων πλατεῖα διὰ τὰς χιόνας καὶ τοὺς κρυ - στάλλους . καταβαίνουσι δ ' ἐπὶ δορᾶς κείμενοι
ἀποχωρήσεις , ὅπῃ ἐδύναντο , δι ' ὀρῶν ἢ δρυμῶν κρυ - φαίας ἐποιοῦντο , καὶ διέτριψαν μὲν ἄχρι τινὸς
7360149 ἀκελευστος
ἄταισιν ] ἤγουν πολέμοις . δαῖτ ' ] εὐωχίαν . ἀκέλευστος ] μὴ ὑπ ' ἐκείνων εἰς τοῦτο προτραπείς .
ἐμπέδως δεῖμα προστατήριον καρδίας τερασκόπου πωτᾶται , μαντιπολεῖ δ ' ἀκέλευστος ἄμισθος ἀοιδά , οὐδ ' ἀποπτύσαι δίκαν δυσκρίτων ὀνειράτων
7356166 κατερεικομεναι
πένθει δνοφερῷ κατέκρυψας : πολλαὶ δ ' ἁπαλαῖς χερσὶ καλύπτρας κατερεικόμεναι διαμυδαλέους δάκρυσι κόλπους τέγγους ' , ἄλγους μετέχουσαι .
ἐγένετο : ἀλλὰ κἂν ἐπὶ τοῖς ζῶσιν ἀνδράσιν εὔξομαι . κατερεικόμεναι ] κατασχίζουσαι , ἐνεργητικῶς . ἁβρογόοι ] ἁβρογόοι αἱ
7350959 Πανακτον
καὶ Ἀκάνθιοι . ἀποδόντων δὲ Ἀθηναίοις Λακεδαιμόνιοι καὶ οἱ ξύμμαχοι Πάνακτον . ἀποδόντων δὲ καὶ Ἀθηναῖοι Λακε - δαιμονίοις Κορυφάσιον
τοῦ χειμῶνος τελευτῶντος ἤδη καὶ πρὸς ἔαρ : καὶ τὸ Πάνακτον εὐθὺς καθῃρεῖτο . καὶ ἑνδέκατον ἔτος τῷ πολέμῳ ἐτελεύτα
7350029 χαλκιδας
. Πρόξενος δ ' ἐν δευτέρῳ Λακωνικῆς πολιτείας ἐπικαλεῖσθαί φησιν χαλκίδας παρὰ Λακεδαιμονίοις τὰς θεραπαίνας . Ἴων δ ' ὁ
γαλῆν , σμαρίδα , ἢν ἔνιοι καλοῦσι κυνὸς εὐναί , χαλκίδας , ἃς καλοῦσι καὶ σαρδίνους , ἐριτίμους , ἱέρακα
7345721 καταλειπετ
. εἰ γὰρ ἀφέλοι τις τοῦ βίου τὰς ἡδονάς , καταλείπετ ' οὐδὲν ἕτερον ἢ τεθνηκέναι . ψυχὴν ἔχειν δεῖ
. εἰ γὰρ ἀφέλοι τις τοῦ βίου τὰς ἡδονάς , καταλείπετ ' οὐδὲν ἕτερον ἢ τεθνηκέναι . Ὡς ἔστι τὸ
7339405 ἀπαλλαττομεθα
, πολὺ ἀμείνους τῶν σῶν δορυφόρων . Τί οὖν οὐκ ἀπαλλαττόμεθα , ὦ Ἑρμῆ , τὴν ταχίστην ; οὐ γὰρ
μύθων , ἀλλ ' ὅσῳ καρτερώτερον ἀπηντήσαμεν , τοσούτῳ δυσχερεστέρως ἀπαλλαττόμεθα . πῶς γὰρ διωσόμεθα , εἴ τις εἰς πυρετοὺς
7335922 σαινοντες
θῆρες δ ' εἰλυούς τε κατὰ ξυλόχους τε λιπόντες οὐρῇσιν σαίνοντες ἐπήλυθον . ἡ δὲ καὶ ἄλλο θῆκε τέρας ,
καὶ οἰκείους καὶ τὰ πεπορισμένα κτήματα . ὅθεν ἐρρωμένοι καὶ σαίνοντες τοὺς δεσπότας ἀγαθὴν οἰκουρίαν καὶ περὶ τὴν γυναῖκα καὶ
7334541 φρενωλεις
ὁσίαν καὶ νομίμην γυναῖκα . ἡ δὲ ἄνοια συνέμιξε νυμφίους φρενώλεις καὶ τὰς φρένας ἀπολέσαντας , τόν τε Οἰδίποδα καὶ
γονήν . αἱματόεσσαν ] συγγενικήν . . παράνοια συνάγαγε νυμφίους φρενώλεις ] γρ . σύναγε . . μώρανσις ἥνωσε τὸν
7331101 ΘΗΧ
ΘΗΧ πρὸς τὸ ὑπὸ ΖΕΧ . ἴσον δὲ τὸ ὑπὸ ΘΗΧ τῷ ὑπὸ ΧΕΖ : ἴσον ἄρα καὶ τὸ ὑπὸ
Σ , ΗΧ πρὸς τὸ ἀπὸ ΕΧ , τὸ ὑπὸ ΘΗΧ πρὸς τὸ ὑπὸ ΖΕΧ . ἴσον δὲ τὸ ὑπὸ
7326104 ἡμαρτηκοτας
μὴν χρήματα τῇδε ἀδικώτεροι : οὐ γὰρ μόνον τοὺς πολλὰ ἡμαρτηκότας , ἀλλ ' ἤδη τοὺς οὐδὲν ἠδικηκότας συλλαμβάνοντες ἀναγκάζουσι
, καὶ τοὺς ἡμαρτηκότας ἦσαν οἱ θηρεύοντες . οὐκοῦν τοὺς ἡμαρτηκότας , ἀλλ ' οὐ τὰς ἁμαρτούσας . οὔτε γὰρ
7325215 Ὁτιη
προδίδοτον τὴν Ἑλλάδα . Ἵνα δὴ τί τοῦτο δρᾶτον ; Ὁτιὴ νὴ Δία ἡμεῖς μὲν ὑμῖν θύομεν , τούτοισι δὲ
εἵνεχ ' ἡμᾶς ταῦτ ' ἔδρασαν ; εἰπέ μοι . Ὁτιὴ πολεμεῖν ᾑρεῖσθ ' ἐκείνων πολλάκις σπονδὰς ποιούντων : κεἰ
7314162 ἐκδοτεον
ὡς ἀσυλίαν εὑρησόμενοι , κωλυτέον : κἂν ὀφθῶσι παρεισδύντες , ἐκδοτέον ἐπ ' ἀναιρέσει τοιαῦτα ἐπιλέγοντας , ἀσυλίαν ἀνιέροις τὸ
καὶ πότερ ' ἄκων ἢ ἑκών , πάνδεινον γράφειν ὡς ἐκδοτέον τοῖς ἐγκαλοῦσιν . Ἔτι τοίνυν ἔσθ ' ἕκτη τιμωρία
7314109 παρεδιδουν
πᾶσιν ἡγοῦμαι ὅτι , εἰ Νικομάχου ἐξαιτοῦντος τοὺς ἀνθρώπους μὴ παρεδίδουν , ἐδόκουν ἂν ἐμαυτῷ συνειδέναι : ἐπειδὴ τοίνυν ἐμοῦ
τοίνυν ὑμῖν ἐδυνάμην τὰς μαρτυρίας παρασχέσθαι τῶν παραγενομένων , ὡς παρεδίδουν τὴν ναῦν Πολυκλεῖ πολλάκις , οὗτος δὲ οὐκ ἤθελεν
7303219 ἀνελοιτο
. λέγεται δὲ καὶ ἐς αὐτὸν Ἡρακλέα ὡς πάλης τε ἀνέλοιτο καὶ παγκρατίου νίκας . μετὰ δὲ Ὄξυλονδιέθηκε γὰρ τὸν
μιᾶς ἐς τὰς ὀκτώ : λέγεται δὲ καὶ ὡς Πύθια ἀνέλοιτο ἀκονιτί . ἀνηγορεύοντο δὲ οὗτός τε καὶ ὁ Πεισίροδος
7300276 πιεζομαι
ἐβου - λόμην : πλὴν ὅσῳ πικρότερον ὑπὸ τῆς ἀθυμίας πιέζομαι , τοσούτῳ μᾶλλον εἰκότως οὐ φέρω τὴν σιωπήν ,
. ἔχων ] ἐνθυμούμενος , διαλογιζόμενος . στραγγεύομαι ] ἀργῶν πιέζομαι , συνθλίβομαι ) . ⌈ στράγξ ἐστιν . .
7287608 ρους
ἐν πενίᾳ καὶ νόσοις καὶ δουλείᾳ καταφθειρομένους , παμπονή - ρους δὲ καὶ μιαροὺς ἀνθρώπους προτιμωμένους καὶ ὑπερπλουτοῦντας καὶ ἐπιτάττοντας
! [ νακτιδω ? [ Κλεανακτιδἡ [ παῖς κ [ ρους με ! [ καιωνε [ προς μα [ εὐγενεια
7267924 ὑποπαρθενους
πρεσβῦτα , πότερα φιλεῖς τὰς δρυπετεῖς ἑταίρας ἢ σὺ τὰς ὑποπαρθένους , ἁλμάδας ὡς ἐλάας , στιφράς ; ἀποπλευστέ '
Ὦ πρεσβῦτα πότερα φιλεῖς τὰς δρυπετεῖς ἑταίρας ἢ σὺ τὰς ὑποπαρθένους , ἁλμάδας ὡς ἐλάας , στιφράς ; Λόρδου κιγκλοβάταν
7261779 ἐσκυλευον
χρόνου : ἤγουν διὰ πλείστου . ʃ δὴ μακρά . ἐσκύλευον : ἀπεγύμνουν . οἱ στρατηγοί : τῶν Ἀθηναίων .
μὲν Ἕλληνες μετὰ τὴν μάχην τούς τε αὑτῶν ἔθαπτον καὶ ἐσκύλευον τοὺς βαρβάρους , οἱ Γαλάται δὲ οὔτε ὑπὲρ ἀναιρέσεως
7249285 ἀρυστιχους
δ ' ἐν Σφηξίν : ἐγὼ γὰρ εἶχον τούσδε τοὺς ἀρυστίχους . Φρύνιχος Ποαστρίαις : κύλικ ' ἀρύστιχον . ἔνθεν
” ἀρυστίχους “ δέ , οὓς ἐνίοτε κοτυλίσκους . Γ ἀρυστίχους τὰς οἰνοχόας ⌈ εἴρηκεν Γ [ φασίν ] ,
7243408 Βδελλιου
τὰ χρόνια καὶ δυσαλθῆ σκληρώματα , σκευάζεται δὲ οὕτως . Βδελλίου , στέατος μοσχείου , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος , ἴρεως Ἰλλυρικῆς
ὀποῦ μήκωνος ἴσα . θυμία ἐπὶ τῶν κυπαρισσίνων ξύλων . Βδελλίου # ζ , ἑλενίου # ζ , σχίνου ἄνθους
7239585 ψεγεις
σοι τοὺς πέλας , καὶ σὺ χρῶ αὐτοῖς . ἃ ψέγεις , μηδὲ ποίει . μηδείς σε πειθέτω ποιεῖν τι
ὥστ ' , εἰ παρῆσθα , τὸν θεὸν τὸν νῦν ψέγεις εὐχαῖσιν ἂν μετῆλθες εἰσιδὼν τάδε . ξυνήλθομεν δὲ βουκόλοι
7238253 μαλακωτερας
στρωμνάς , εἰ καὶ οὐ πολυτελεῖς , ἀλλ ' οὖν μαλακωτέρας ἀνθρώποις εὐγενέσι καὶ ἀστείοις καὶ φιλοσοφίας ἀσκηταῖς εὐτρεπίσθαι ;
ἑτέρα ἵππουρις , κόμας ἐκ διαστημάτων βραχυτέρας καὶ λευκοτέρας καὶ μαλακωτέρας ἔχουσα . Ἰξός ἐστι καλὸς ὁ νέος , πρασίζων
7236422 οἰχομενας
αἰσθόμενοι τάς τε Ἀττικὰς ναῦς προσπλεούσας τάς τε τῶν πολεμίων οἰχομένας , λαβόντες τοὺς Μεσσηνίους εἰς τὴν πόλιν ἤγαγον πρότερον
ἀναστήσαις , ὥσπερ ἐν μύθοις , πόλεις δ ' ἂν οἰχομένας πάλιν εἰς σχῆμα καταστήσαις πόλεων . ὃ δὴ νῦν
7234282 ἡλκωμενας
Ἄλλο . Μυελῷ βοείῳ ὀλίγον πηγάνου μίξας χρῶ . Πρὸς ἡλκωμένας . Στυπτηρίας σχιστῆς ⋖ ι , λιθαργύρου ⋖ δ
ἔχειν λύπην ἢ πένθος σημαίνει : ἰσχνὰς μὲν λύπην , ἡλκωμένας δὲ πένθος : καὶ γὰρ ἐν τοῖς πένθεσι λωβῶνται
7232630 προηγαγοντο
πολὺ ἀπετάμοντο τῆς Μαριανδυνῶν χώρας καὶ μέχρι τοῦ Ὑπίου ποταμοῦ προηγάγοντο τοὺς ὅρους . ᾤκισται δὲ παρὰ τῷ ποταμῷ ἐν
. εἰς τοῦτο τρυφῆς , ἵνα μὴ ἀθλιότητος εἴπω , προηγάγοντο τεχνώμεναι τὰς ἀφρονεστάτας . τοιγαροῦν ἐκ τῶν λίαν μαλακῶν
7231954 Στεφανους
πάνυ , οἶνός τε Θάσιος καὶ μύρον καὶ στέμματα . Στεφάνους ἐνεγκεῖν δεῦρο τῶν χρηστῶν δύο , καὶ δᾷδα χρηστὴν
ὦ Οὐλπιανέ . Φησὶ γὰρ οὕτως ὁ μελιχρὸς ποιητής : Στεφάνους ὁ δ ' ἀνὴρ τρεῖς ἕκαστος εἶχεν , τοὺς
7226336 μαριες
μάριες . ῥαφανίδων ἑψανῶν , γογγυλίδων ἐσκευασμένων ἐν ἅλμῃ πέντε μάριες : καππάρεως ἐσκευασμένης ἐν ἅλμῃ , ἐξ ἧς τὰς
ἐν ἅλμῃ , ἐξ ἧς τὰς ἀβυρτάκας ποιοῦσι , πέντε μάριες : ἁλῶν δέκα ἀρτάβαι . Αἰθιοπικοῦ κυμίνου ἓξ καπέζιεςἡ
7224496 Ἀσσιου
καὶ χορταρίοις . ἔοικε δὲ τῇ χρόᾳ τῷ ἄνθει τοῦ Ἀσσίου λίθου , τῷ δ ' ὅλῳ τύπῳ ἀλκυονίῳ τῷ
μορίων , καὶ ἀνώδυνοι ταχέως ἐγένοντο . Πευκεδάνου ῥίζης , Ἀσσίου λίθου ἄνθους , προπόλεως λιπαρᾶς ἀνὰ # β ,
7220923 δυστυχουντες
τῶν Ἀχαιῶν καὶ τὰ καθόλου συμβαίνοντα αὐτῷ . οἱ γὰρ δυστυχοῦντες ἄνθρωποι πολλάκις εἰώθασι μεμνῆσθαι τῶν συμφορῶν καὶ τοῖς εἰδόσιν
ζῷα δειλότερα . ” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι οἱ δυστυχοῦντες ἐξ ἑτέρων χείρονα πασχόντων παραμυθοῦνται . λάρος ἰχθὺν καταπιὼν
7209490 θυννιδας
φησὶ Σώφρων . οὓς ἔνιοι θύννους καλοῦσιν , Ἀθηναῖοι δὲ θυννίδας . θυννίς . τοῦ ἄρρενος ταύτῃ φησὶ διαφέρειν Ἀριστοτέλης
θυννοθήρας ἐστίν . οὓς ἔνιοι θύννους καλοῦσιν , Ἀθηναῖοι δὲ θυννίδας . ΘΥΝΝΙΣ . τοῦ ἄρρενος ταύτην φησὶ διαφέρειν ὁ
7209024 ἀνδροκμητας
εἶτα παράγραφος . στροφὴ ἑτέρα κώλων ιβʹ . ἡμέτερα + ἀνδροκμήτας : στροφὴ ἑτέρα κώλων χοριαμβικῶν ιβʹ . ἐπὶ τῶι
αὕτη τῆς ἄνω ἐστὶ στροφῆς , ἧς ἡ ἀρχὴ ” ἀνδροκμήτας “ : κώλων γάρ ἐστι καὶ αὕτη ιβʹ .
7208302 συκοπεδιλε
Ἥβης ἐκείνης νοῦ τ ' ἐκείνου καὶ φρενῶν . Δωροῖ συκοπέδιλε . Τέκτονες εὐπαλάμων ὕμνων . Ἐπίσχες αὐτοῦ , μὴ
ᾆσαι δ ' οὐκ ἦν ἐν συμποσίῳ πλήν : Δωροῖ συκοπέδιλε , καὶ τέκτονες εὐπαλάμων ὕμνων : οὕτως ἤνθησεν ἐκεῖνος
7204907 μετεποιησεν
γένους . ἐλευθέρους ἐποίησε πάντας τῇ φύσει , δοῦλον δὲ μετεποίησεν ἡ πλεονεξία ] . ἡ δ ' αὖ τύχη
γένους . ἐλευθέρους ἐποίησε πάντας τῇ φύσει , δοῦλον δὲ μετεποίησεν ἡ πλεονεξία . † ἡ ἐξ ἀρχόντων , νόμος
7201325 πολλαισι
κομπάσματα : πόλις δ ' ἐν εὐδίᾳ τε καὶ κλυδωνίου πολλαῖσι πληγαῖς ἄντλον οὐκ ἐδέξατο . στέγει δὲ πύργος ,
ὅπως ἀστὴρ ἀπέσβη , πνεῦμ ' ἀφεὶς ἐς αἰθέρα . πολλαῖσι μορφαῖς οἱ θεοὶ σοφισμάτων σφάλλουσιν ἡμᾶς κρείσσονες πεφυκότες .
7199885 Ξενους
ὁρμίζεσθαι καθ ' ἃς πύλας ἐν τοῖς ἐχομένοις ῥηθήσεται . Ξένους τοὺς ἀφικνουμένους τὰ ὅπλα ἐμφανῆ καὶ πρόχειρα φέρειν ,
λαλεῖν . Νέος ἂν πονήσῃς , γῆρας ἕξεις εὐθαλές . Ξένους πένητας μὴ παραδράμῃς ἰδών . Ξένοισι πιστοῖς πιστὸς ὢν
7193467 ηὐφρανας
λαβών ; ὁ ἐπαγγειλάμενος ἀπε - κρίνατο οἷς με σὺ ηὔφρανας λόγοις , τοῖς αὐτοῖς κἀγώ σε : ὁποιαοῦν δέδωκας
: ὅσον τόδε διαφέρει , τοσοῦτον καὶ σὺ φανεὶς ἐμὲ ηὔφρανας , ὥστε καλλίων εἶ παρὼν ἢ ἀπών . τόσσον
7187936 σῳοι
ὡς τάχιστα βοηθεῖν τοῖς ἀνδράσιν , ὅπως εἰ ἔτι εἰσὶ σῷοι , σὺν ἐκείνοις μαχώμεθα καὶ μὴ μόνοι λειφθέντες μόνοι
τινες τῶν Κρητῶν . οὕτως ἀφίκοντο ἐπὶ τὸ στρατόπεδον πάντες σῷοι ὄντες . Ἐπεὶ δὲ οὔτε Χειρίσοφος ἧκεν οὔτε πλοῖα
7186988 καθυπερτερησεις
δὲ ὁ τοῦ Κρόνου , κατὰ δὲ τὰς διαμετρήσεις ἢ καθυπερτερήσεις ἀνάπαλιν Ἥλιον μὲν ὁ τοῦ Κρόνου , Σελήνην δὲ
οἱ μεσέμβολοι ἀνῦσαι τὸ ἴδιον ἀποτέλεσμα . γίνονται δὲ αἱ καθυπερτερήσεις ἐν τῷ αὐτῷ ζῳδίῳ καὶ διαμέτρῳ , καὶ καθόλου
7183438 σαπερδας
ἦλθ ' αὐτοῖσιν ὀρφὼς τοῦ θεοῦ . Τοὺς μαιώτας καὶ σαπέρδας καὶ γλάνιδας . Ἐκήρυξεν βόαξ , σάλπης δ '
λάβρακας ἐντερεύων , ὡς λέγουσιν ἡμῖν . τοὺς μαιώτας καὶ σαπέρδας καὶ γλάνιδας ἀποδοῦναι δ ' ὅσα ἔχομεν ἀλλήλων ,
7183377 ἐπιτηδευσαι
: τὰς δὲ ἄλλας φύσεις τὰ αὐτά φαμεν νῦν δεῖν ἐπιτηδεῦσαι . ταῦτα ἡμῶν κατηγορεῖται ; Κομιδῇ γε . Ἦ
ῥητορικοῦ , ὥσπερ καὶ ⌈ τὸ ἐπιφώνημα . ἀσκῆσαι ] ἐπιτηδεῦσαι . , διδαχθῆναι , παιδευθῆναι . δεῦρ ' ]
7182185 δυσουριωντας
καὶ ἐπάνω ἔρια . Κεφ . κεʹ . [ Πρὸς δυσουριῶντας καὶ λιθιῶντας ] Σκορπίοι ὠπτημένοι τρωγόμενοι : πρὸς δὲ
. ταύτης ἡ ῥίζα σὺν οἴνῳ πινομένη οὖρα κινεῖ καὶ δυσουριῶντας ἰᾶται , καὶ λίθους θρύπτει καὶ στροφοὺς παύει καὶ
7181941 ὑσταται
Θετταλαὶ , Τὰς Εὔμηλος ἔλαυνε ποδώκεας , ὄρνιθας ὥς , ὕσταται πάντων ἐγένοντο ἐν τῷ τότε , καὶ ὁ Εὔμηλος
Ἴμβρου καὶ Λήμνου διέφυγον , τέσσαρες δὲ τῶν νεῶν αἱ ὕσταται πλέουσαι καταλαμβάνονται παρὰ τὸν Ἐλαιοῦντα . καὶ μίαν μὲν
7180356 χας
! ! [ [ ] ! ωναν [ [ ] χας ? ἠὺν ! [ [ ] βωτιανειρ ? [
! [ . . . . . . [ ] χας ? ? [ [ ποντοπόρου ] ? ? [
7178011 τιμιωτερους
τοὺς ἰχθῦς λέγει ὧδε : οὐ πώποτ ' ἰχθῦς οἶδα τιμιωτέρους ἰδών . Πόσειδον , εἰ δεκάτην ἐλάμβανες αὐτῶν ἀπὸ
ἐστι ἐξωλέστερον . Δίφιλος : οὐ πώποτ ' ἰχθῦς οἶδα τιμιωτέρους . Πόσειδον , εἰ δεκάτην αὐτῶν ἐλάμβανες ἀπὸ τῆς
7169745 συγγελαν
δὲ τὰς γεραιτέρων φίλει , ἀκόλαστα δ ' ἤθη λαμπρὰ συγγελᾶν μόνον μίσει : βραχεῖα τέρψις ἡδονῆς κακῆς . ἐξουσίᾳ
Διονυσίου κόλακα , ἰδόντα Διονύσιον γελῶντα μετά τινων γνωρίμων , συγγελᾶν . Ἐπεὶ δ ' ὁ Διονύσιος ἠρώτησεν αὐτὸν ,
7167767 ἀναπινει
τὰ τηκτὰ κατὰ τῶν ξηρῶν . σφόδρα ἐστὶ καλόν , ἀναπίνει τὰς περὶ τὰ ἄρθρα συνισταμένας συλλογὰς καὶ ἀπαλλάττει τῶν
τὸ αὔταρκες . τοῦτο ὑπεκτήκει . Διαλύει πᾶσαν σκληρίαν , ἀναπίνει τὰς ἐν βάθει ἀποστάσεις . Κηροῦ , πιτυΐνης ,
7167502 Ἐνδον
ἐστὶν ὡς Εὐριπίδην . Παῖ παῖ . Τίς οὗτος ; Ἔνδον ἔστ ' Εὐριπίδης ; Οὐκ ἔνδον ἔνδον ἐστίν ,
δῆτ ' ἂν εἶεν οἱ ξένοι ; δίδασκέ με . Ἔνδον : φίλης γὰρ προξένου κατήνυσαν . Ἦ καὶ θανόντ
7164079 προηγησις
νζ κ καὶ ἡμερῶν νθ ἔγγιστα , ἡ δὲ ὅλη προήγησις μοιρῶν θ νδ μ καὶ ἡμερῶν ριη . Πάλιν
ἐγγὺς παρέξει τὸ διάφορον τοῖς μαθήμασιν . ἔτι δὲ ἡ προήγησις τῶν ἐν τῇ συστάσει τοῦ παντός , πρώτη οὖσα
7161427 κρωβυλους
κεἴ τι πνίγει βρῶμά τι . Στῖμιν , κάτοπτρα , κρωβύλους , κεκρυφάλους . Εὔθυνος δ ' ἔχων σανδάλια καὶ
κεἴ τι πνίγει βρῶμά τι . στίμμιν , κάτοπτρα , κρωβύλους , κεκρυφάλους . Εὔθυνος δ ' ἔχων σανδάλια καὶ
7160447 βαλανευσω
: ἐπὶ τῶν τὰ μικρὰ ἐπαιρόντων τῷ λόγῳ . Ἐμαυτῷ βαλανεύσω : ἀντὶ τοῦ , ἐμαυτῷ διακονήσω . Εἰς ἀσθενοῦντας
. Ἀλλ ' εἰ ταῦτα δοκεῖ , κἀγὼ ' μαυτῷ βαλανεύσω . Σπονδὴ σπονδή . Ἔγχει δὴ κἀμοὶ καὶ σπλάγχνων
7157034 ἐπῳδους
τοὺς ἄρρενας τοῖς ἐχεοδήκτοις ἄκος εἶναι συνεχῶς ἐφαπτομένους ὥσπερ τοὺς ἐπῳδούς , πρῶτον μὲν τὸ πελίωμα εἰς ἑαυτοὺς μεταφέροντας ,
καὶ τῆς Ἀθηναίων πολιτείας ἔπη πεντακισχίλια , καὶ ἰάμβους καὶ ἐπῳδούς . Ἐπὶ δὲ τῆς εἰκόνος αὐτοῦ ἐπιγέγραπται τάδε :
7154674 ἀνικητοι
ἄμαχοι , δύσμαχοι , ἀπρόσμαχοι , δυσαντίβλεπτοι , ἀνυπόστατοι , ἀνίκητοι , δυσπολέμητοι , θαρσαλέοι , δυσανταγώνιστοι . καὶ τὰ
ὡς μὴ δυναμένων κἀκείνων τῶν θεῶν ἀντιμαχεσθῆναι καὶ πολεμήσασθαι . ἀνίκητοι γὰρ εἶεν οἱ θεοὶ καὶ ἀπροσπέλαστοι καὶ οὐδέποτε τρέπονται
7154303 περιθυμους
ὀργίλους ἢ τὰς περὶ τὸν θυμὸν οὔσας ἀγαπητάς . τὰς περιθύμους ] τὰς ἐκ πλείστου θυμοῦ γενομένας . θ τὰς
περιθύμους ] τὰς ἐκ πλείστου θυμοῦ γενομένας . θ τὰς περιθύμους ] ὀργίλας , τὰς ἐκ ψυχῆς ῥηθείσας . Ξ
7154093 ἀτρυμονες
ἀκόρεστοι . ἀτρύμονες ] πολυπαθεῖς . ἀτρύμονες ] ἀδάμαστοι . ἀτρύμονες ] συμβουλευόμενοι τὰ λῷστα . Ξ μέλεοι : ἄθλιοι
. Ξ κακῶν ἀτρύμονες ] ἐν κακοῖς ἀκμῆτες . κακῶν ἀτρύμονες : οἱ ἀκαταπόνητοι ὑπὸ τῶν κακῶν , ἵν '
7153960 Σωσια
ἐν ταῖς τέχναις . ἐλλέβορον ἤδη πώποτ ' ἔπιες , Σωσία ; ἅπαξ . πάλιν νῦν πῖθι : μαίνει γὰρ
ταῖς τέχναις . } ἑλλέβορον ἤδη πώποτ ' ἔπιες , Σωσία ; } ἅπαξ . πάλιν νῦν πῖθι : μαίνει
7151099 προκαλουμαι
, ” ἔφη , “ λόγων δεῖ . δύο γὰρ προκαλοῦμαι προκλήσεις , Μελίτην τε ταύτην καὶ τὴν δοκοῦσαν εἶναι
τι . οὐδὲ ὅπλα ἐστί μοι τεταγμένα , ἐν οἷς προκαλοῦμαι τοὺς πολεμίους μάχεσθαι , ἀλλ ' ὅντινα ἐθέλει τις
7151075 μεταστησαμενοι
. πολλήν τε ἀλογίαν τῆς διανοίας παρέχετε , εἰ μὴ μεταστησάμενοι ἔτι ἡμᾶς ἄλλο τι τῶνδε σωφρονέστερον γνώσεσθε . οὐ
κακῶς τὴν πόλιν ἐπιτροπεύειν , τί δή ποτ ' οὐχὶ μεταστησάμενοι αὐτὴν ἀθρόαν , αὐτοὶ ἄρχετε καὶ βουλεύετε καὶ τοὺς
7148368 ἐξαπατησαντας
μὲν ἀποψηφιεῖσθε τούτων , οὐδὲν δεινὸν δόξει αὐτοῖς εἶναι ὑμᾶς ἐξαπατήσαντας ἐκ τῶν ὑμετέρων ὠφελεῖσθαι : ἐὰν δὲ καταψηφισάμενοι θανάτου
, ἀφήσουσί με οἱ δικασταί , ὑμεῖς δὲ εἰς τοὺς ἐξαπατήσαντας ὑμᾶς καὶ παροξύναντας καθ ' ἡμῶν τὴν ὀργὴν τρέψετε
7147985 ξενοτροφειν
δ ' οὔτε τῶν ἐκείνου πραγμάτων οὐδὲν στασιάζειν παρασκευάζομεν οὔτε ξενοτροφεῖν ἐθέλομεν οὔτε στρατεύεσθαι τολμῶμεν . οὔκουν ἐστὶν οὐδὲν δεινόν
τυραννευθέντες ὑπὸ τοῦ εἰσάγοντος τοὺς ξένους . Ἂν δὲ δέῃ ξενοτροφεῖν , ὧδε ἂν ἀσφαλέστατα γίγνοιτο . Χρὴ τοῖς ἐν
7143897 Πατανιων
. . . πλείους Στρατονίκου τοὺς μαθητάς μοι δοκεῖ ἕξειν Πατανίων . πεπωκέναι δοκεῖ τὸν κατὰ δύο καὶ τρεῖς ἀκράτου
Πατανίων προσελθέτω . Πλείους Στρατονίκου τοὺς μαθητάς μοι δοκεῖ ἕξειν Πατανίων . Πεπωκέναι δοκεῖ τὸν κατὰ δύο καὶ τρεῖς ἀκράτου
7143860 παραφρονας
ὡσανεὶ κιννάβαρι , τοὺς δ ' ἀπ ' αὐτῆς πιόντας παράφρονας γίνεσθαι . τοῦτο δ ' ἱστορεῖ καὶ Φίλων ὁ
] γίνωσκε ἤνυσε δὲ σφαλερούς : ἐποίησε δὲ τρομεροὺς καὶ παράφρονας καὶ ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ πολλάκις πρὸς θάνατον ἤγαγεν ἄφρονας
7143451 ἐξολωλεναι
μηδέποτε ἐναντίον ἐμοῦ οὕτως ἀγροίκως λέγειν ὅτι ἐγὼ τούτους βούλομαι ἐξολωλέναι , οὓς περὶ πλείστου ποιοῦμαι . Ἐγὼ οὖν ,
' ὅσιον εἶναι λέγειν , ὡς ἐγὼ τόνδε βουλοίμην ἂν ἐξολωλέναι . Τί δέ , ἔφη , ὦ Κτήσιππε ,
7143165 ζηλοις
αὐτάρκειαν ἀσπάζῃ , φιλόσοφε , τί οὐ τοὺς Πυθαγορικοὺς ἐκείνους ζηλοῖς , περὶ ὧν φησιν Ἀντιφάνης μὲν ἐν Μνήμασι τάδε
διδάσκει κἂν ἄμουσος ἦι σοφὸν Καρχηδόνιον . . . . ζηλοῖς , λαβών τε τὴν [ ! ! ! !
7142675 αἰνεσει
. εἴ ς ' ὄψεταί τις θῆλυν ὄντ ' οὐκ αἰνέσει . ζῶ σοι ταπεινός ; ἀλλὰ πρόσθεν οὐ δοκῶ
ὅτ ' οὐδὲν ἔσται μῆχος ὠφελεῖν πάτραν , τὴν φοιβόληπτον αἰνέσει χελιδόνα . Τόσς ' ἠγόρευε καὶ παλίσσυτος ποσὶν ἔβαινεν
7140136 μαινομενας
οὐδ ' ὁ Μελάμπους , ὃς μόνος τὰς Προιτίδας ἔπαυσε μαινομένας , καταστήσειεν ἄν . καὶ ἀλλαχοῦ δὲ περὶ τοῦ
πρημαινούσας τε θυέλλας ] ⌈ πεφυσσημένας [ πεφυσημένας ] καὶ μαινομένας πνοάς : πρῆσαι γὰρ τὸ ⌈ φυσσῆσαί φυσῆσαί [
7139547 πηλινους
τάχιστα ἐπελάμβανεν ἀναθεὶς τοὺς τρίποδας τῷ θεῷ τούτους δὴ τοὺς πηλίνους αὖθις ἐς Σπάρτην ἀπαγγελῶν Λακεδαιμονίοις ᾤχετο . Μεσσηνίους δέ
λάλον τι καὶ πυριρραγές . περὶ ὃ δὲ οἱ τοὺς πηλίνους πλάττοντες τὸν πηλὸν περιθέντες πλάττουσι , τοῦτο τὸ ξυλήφιον
7138904 Αἰγυπτιακου
δὲ καὶ ὁ μεταξὺ χρόνος τῆς μὲν πρώτης διαστάσεως ἐνιαυτοῦ Αἰγυπτιακοῦ ἑνὸς καὶ ἡμερῶν ρξϚ καὶ ὡρῶν ἰσημερινῶν ἁπλῶς μὲν
νθ λ . πάλιν τὰ ἡμερήσια πολυπλασιάσαντες ἐπὶ τὰς τοῦ Αἰγυπτιακοῦ ἐνιαυτοῦ ἡμέρας τξε καὶ ἀφελόντες ὅλους κύκλους ἕξομεν ἐνιαύσιον
7138623 ἐμπορικην
; λογιστικὴ καὶ μετρητικὴ ἡ κατὰ τεκτονικὴν καὶ κατ ' ἐμπορικὴν τῆς κατὰ φιλοσοφίαν γεωμετρίας τε καὶ λογισμῶν καταμελετωμένωνπότερον ὡς
ἀλλὰ τοὺς τριηράρχους οὓς καθιστᾶσιν οὗτοι εἰσάγουσιν εἰς δικαστήριον , ἐμπορικὴν δὲ δίκην οὐδεμίαν εἰσάγουσι . τοιαῦτα μὲν τὰ τοῦ
7134731 βλακες
οἰκίσκον τῶν λαμπαδηφόρων τε πλείστων αἰτίαν τοῖς ὑστάτοις πλατειῶν . βλᾶκες φύγεργοι ἦν δ ' ἐγώ ἀναπηρίαν γραΐζειν ἐμπαίζειν ἐπικρούσασθαι
. τὰ δὲ ἐναντία ἀστράτευτοι , ἀπόλεμοι , ἄθυμοι , βλᾶκες , βλακεύοντες , ἀμβλεῖς , βραδεῖς , ἀσθενεῖς ,
7134697 βακχευουσιν
? ? καὶ μαίνεσθαι ? [ - ] , καὶ βακχεύουσιν αὐτοὺς [ εἰκάζει ] [ , κελεύσας - ]
[ - ] καὶ [ μαίνεσθαι - ] , καὶ βακχεύουσιν αὐτοὺς [ εἰκάζει ] [ . ] . π
7133186 σκηνικοις
Ἀγωνοθέται καὶ ἀθλοθέται διαφέρει . ἀγωνοθέται μὲν οἱ ἐν τοῖς σκηνικοῖς , ἀθλοθέται δὲ οἱ ἐν τοῖς γυμνικοῖς ἀγῶσιν .
ῥᾳστώνην θηλυδριῶτιν . ἔχαιρε γὰρ μίμοις καὶ θαυματοποιοῖς καὶ πᾶσι σκηνικοῖς ἀθύρμασι , καὶ τοῖς τοιούτοις διημερεύων αἰσχροῖς ἠλόγει πάμπαν
7132572 Ἀσκαλαφον
τε Νεστορίδην Θρασυμήδεα ποιμένα λαῶν , ἠδ ' ἀμφ ' Ἀσκάλαφον καὶ Ἰάλμενον υἷας Ἄρηος ἀμφί τε Μηριόνην Ἀφαρῆά τε
διαφθεροῦσι . λέγει δὲ τοὺς περὶ Πάτροκλον καὶ Πηνέλεων καὶ Ἀσκάλαφον καὶ Ἀρκεσίλαον καὶ τοὺς παραπλησίους . πολλοὺς δὲ ἀριστεῖς
7131986 διεφθορας
ἑτέρων , διέφθορε δὲ ἕτερον . Ἀριστοφάνης ἐν Ὥραις : διέφθορας τὸν ὅρκον ἡμῶν . Μένανδρος ἐν Ἀδελφοῖς : εἰ
τὸ μάταιος , οἷον : μαινόμενε , φρένας ἠλέ , διέφθορας : παρὰ τὸ ἠλός ἠλῶν ἠλῶς ἐπίρρημα σημαῖνον τὸ
7129916 μεταλλασσειν
ἐν Χρωψὶ τῆς Θράικης , ἐξ ἧς τοὺς λουσαμένους παραχρῆμα μεταλλάσσειν . . : . . . . : ἐν
τι ἕκαστος αὐτέων βούλεται ὀνομάσας , καὶ τοῦτο ἓν ἐὸν μεταλλάσσειν τὴν ἰδέην καὶ τὴν δύναμιν , ἀναγκαζόμενον ὑπό τε
7129764 εὐστομειν
ταῦτα ταῖς ἑορταῖς ἀποδώσομεν : καὶ τοὺς μὲν παῖδας κελεύομεν εὐστομεῖν , κἀν τοῖς διδασκαλείοις καὶ κατ ' οἰκίαν προδιδάσκοντες
. τὰ δὲ τῆς γλυκύτητος ὑφειμένα , προσλαμβάνοντα δ ' εὐστομεῖν διὰ τὴν ποσὴν στῦψιν εὐστομαχώτερα . εἶναι δὲ αὐτῶν
7129381 Ψευδος
τοῦτο γένοιτ ' ἄν , ὡς μὴ ἐπικρατῇ σου τὸ Ψεῦδος μηδὲ ὑπὸ τῇ Ἀγνοίᾳ λανθάνωσιν οἱ φαῦλοι τῶν ἀνδρῶν
αὐτῶν καλοῦνται Λύπη , Πονηρία , Ἀσέλγεια , Ὀξυχολία , Ψεῦδος , Ἀφροσύνη , Καταλαλιά , Μῖσος . ταῦτα τὰ
7128264 φιλογεωργος
, οἷον εἰ πορνοβοσκὸς ὤν τις πάσας ἔχοι θηλείας ἢ φιλογέωργος ὢν πάντας ἄρρενας : ἐπὶ γὰρ τούτων οἱ μὲν
Ἀριστοτέλης φησὶ τιθεὶς ἐπὶ Ἀγκαίου τὴν παροιμίαν , ὅτι γέγονε φιλογέωργος Ἀγκαῖος καὶ πολλὰς ἐφύτευσεν ἀμπέλους . εἰπόντος δὲ αὐτῷ
7127303 μεσολευκοις
κοκκινοβαφεῖ περιλεύκῳ , καθ ' ἑκάτερον δὲ μέρος εἶχε δοκοὺς μεσολεύκοις ἐμπετάσμασι πυργωτοῖς κατειλημένας , ἐν αἷς φατνώματα γραπτὰ κατὰ
περιλεύκῳ , καθ ' ἑκάτερον δὲ μέρος εἶχε δοκοὺς , μεσολεύκοις ἐμπετάσμασι πυργωτοῖς κατειλημένας , ἐν αἷς φατνώματα γραπτὰ κατὰ
7125270 δεται
δεδεμέναι ὦσιν . καὶ Ὅμηρος δετὰς λέγει : καιόμεναί τε δεταί : ἴσως οὐκ αὐτάς , ἀλλὰ τὸ πῦρ τὸ
ἡ συνδεδεμένη ἐκ παπύρων . καὶ Ὅμηρος : καιόμεναί τε δεταί . Γ τὰς δετὰς ] τὰς λαμπάδας . τωθάσω

Back