ἀφαυαίνεσθαι ; παράγει δὲ καὶ Νικόμαχος μάγειρον λέγοντα πρὸς τὸν μισθωσάμενον : ὑποδεικνύεις μὲν ἦθος ἀστεῖον πάνυ καὶ πρᾷον ,
Διόνυσον τεχνίτας . λέγει δ ' οὖν οὗτος πρὸς τὸν μισθωσάμενον : ὑποδεικνύεις μὲν ἦθος ἀστεῖον πάνυ καὶ πρᾷον ,
6289155 καθισταντων
ἄλλους Ἀκαρνᾶνας ξυμβεβοηθηκέναι , ἄπωθεν δὲ σφενδονώντων καὶ ἐς ἀπορίαν καθιστάντων : οὐ γὰρ ἦν ἄνευ ὅπλων κινηθῆναι . δοκοῦσι
ἢ μοχθηρὰς ἐλπίδας ἔχειν ποιήσετε πάντας τοιαῦθ ' ὑμῶν ἔθη καθιστάντων . Οὐ καταπληκτέον ἐστὶν ἄνδρες Ἀθηναῖοι , οὐδὲ προετέον
6228363 ἐλευθεριωτερον
ἀλλ ' ἢ ὑπερβάλλων ἢ ἐλλείπων . οὐδὲν δὲ κωλύει ἐλευθεριώτερον εἶναι , φησί , τὸν τὰ ἐλάττω διδόντα ,
ὅσῳ σεμνότερόν ἐστιν καὶ τῷ βίῳ χρησιμώτερον , τοσούτῳ καὶ ἐλευθεριώτερον εἶναι προσήκει τοῖς χρωμένοις , καί τινα προνομίαν ἔχειν
6000760 πεντηρους
παραδοὺς Γναίῳ τῷ ἀδελφῷ τὴν ἐν Ἰβηρίᾳ στρατιὰν διέπλευσεν ἐπὶ πεντήρους ἐς Τυρρηνίαν . καὶ ὅσα ἔπραξεν ἐν τῇ Ἰταλίᾳ
καὶ τριήραρχον οὐ μόνον τὸν τριήρους ἄρχοντα , ἀλλὰ καὶ πεντήρους καὶ ἑξήρους . καὶ τὸν ἀνδριάντα καὶ γυναικὸς λέγομεν
5949778 προκαλεσαμενου
καὶ οὐκέτι αὐτοῦ κτῆμα ἐγένετο τὸ θάρσος , ἀλλὰ τοῦ προκαλεσαμένου . . Πάμπολλος ἡ εἰς τὸ τοιοῦτο παράθεσις ,
δοὺς τὸ ἀργύριον , κἀγὼ τούτων πίστιν ἠθέλησα ἐπιθεῖναι . προκαλεσαμένου δὲ τούτου πρὸς τῷ διαιτητῇ καὶ κελεύοντος ἐνεγκεῖν τὰ
5907180 Διομεδων
καὶ μὴ παρούσῃ ἐπικειμένους : ὅ τε Λέων καὶ ὁ Διομέδων αὐτοῖς ναῦς τινάς , ὁπότε ποι πλέοιεν , κατέλειπον
: καὶ καθορῶσιν ἑκκαίδεκα ναῦς , ἃς ὕστερον ἔτι Θρασυκλέους Διομέδων ἔχων ἀπ ' Ἀθηνῶν προσέπλει . καὶ ὡς εἶδον
5901641 μισθωσαμενος
Ἀρκάς : ὁ δὲ Σιλανὸς ὁ Ἀμπρακιώτης ἤδη ἀπεδεδράκει πλοῖον μισθωσάμενος ἐξ Ἡρακλείας . θυομένοις δὲ ἐπὶ τῇ ἀφόδῳ οὐκ
μάγισσαν . , γόησσαν . πριάμενος ] ἀγοράσας . ἢ μισθωσάμενος , ἐὰν ἀγοράσῃς . αἱ ἐκ Θετταλίας γυναῖκες λίαν
5876004 Παναιτιον
τῶν ὀρχιπέδων , οὐδὲ ἐγὼ τῶν τριχῶν . ἔοικε δὲ Παναίτιον κωμῳδεῖν , . πίθηκον δὲ αὐτὸν εἶπε διὰ τὸ
Ἄρχιππον , Διογένη , Πολύστρατον , Ἀριστομένη , Οἰωνίαν , Παναίτιον . Πρώτη μέν , ὦ ἄνδρες , μήνυσις ἐγένετο
5782366 Ἐτεονικον
τὸν κατάπλουν τῶν νεῶν , ἐπὶ μὲν τῆς πολιορκίας κατέλιπεν Ἐτεόνικον μετὰ τῆς πεζῆς δυνάμεως , αὐτὸς δὲ πληρώσας ναῦς
ἐς τὸ ἱερὸν ἀνετίθεσαν τῆς Ἀρτέμιδος Λύσανδρόν τε αὐτὸν καὶ Ἐτεόνικον καὶ Φάρακα καὶ ἄλλους Σπαρτιατῶν ἥκιστα ἔς γε τὸ
5765223 ἐξαπιναιον
καταῤῥήγνυται . Καρδίης ἄλγημα , πρεσβυτέρῳ πυκνὰ ἐπιφοιτέον , θάνατον ἐξαπίναιον σημαίνει . Οἷσιν ὑποχόνδρια μετεωρίζεται , κοιλίης ἐπιστάσης ,
ταὐτόν ἐστιν ἄφνω , ἐξαίφνης , ἐξαπίνης , αἰφνίδιον , ἐξαπίναιον , αἰφνιδίως ἐξαπιναίως . χρηστέον δ ' ἐπὶ τούτου
5751175 ἐνατηι
καὶ τεσσαρακοστῆς . . . : ἐν δὲ τῆι τριακοστῆι ἐνάτηι φησίν : Ἀπολλοκράτης ὁ Διονυσίου τοῦ τυράννου υἱὸς ἀκόλαστος
ἀμφοτέρων τέσσαρα καὶ δέκ ' ἔτη . τῆι δ ' ἐνάτηι ἔτι μὲν δύναται , μαλακώτερα δ ' αὐτοῦ πρὸς
5716861 Ἀψινθιου
καὶ πνεύματα , καὶ κουφίζει τὴν μήτραν . Ἄλλο . Ἀψινθίου κόμης , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος ἀνὰ δραχ . α .
τρόπον , ξηραίνεται καὶ ὑποτίθεται καὶ ποιεῖ πάνυ καλῶς . Ἀψινθίου κόμης κεκομμένης καὶ σεσησμένης , νίτρου , ἀνὰ δραχμὰς
5704604 ξιφιδιοις
, καὶ ὁ δῆμος ἐπὶ τὴν χειροτονίαν ᾔει σὺν κεκρυμμένοις ξιφιδίοις . Ἡ βουλὴ δέ ἐς τὴν οἰκίαν τοῦ Βύβλου
δὲ τῶν ἀστικῶν ἀγανακτήσεως οὔσης καὶ παραπεμπόντων Μέτελλον αἰεὶ σὺν ξιφιδίοις , ὁ Μέτελλος αὐτοὺς ἀσπασάμενος καὶ ἐπαινέσας τῆς προαιρέσεως
5677281 κενσαι
' ἐπ ' ἀριστερὰ τοῖιν , ἀτὰρ τὸν δεξιὸν ἵππον κένσαι ὁμοκλήσαντ ' εἶξαί τέ οἱ ἡνία χερσί . καὶ
' ἐπ ' ἀριστερὰ τοῖιν : ἀτὰρ τὸν δεξιὸν ἵππον κένσαι ὁμοκλήσας , εἶξαί τέ οἱ ἡνία χερσίν . ἐν
5664292 διηλλαξαν
τοσοῦτον δ ' αὐτοῖς περιῆν ὥστε καὶ τοὺς Θρᾳκῶν βασιλέας διήλλαξαν . γενομένου δὲ τοῦ περὶ τὴν Καδμείαν ἀπροσδοκήτου κακοῦ
γραφὴν διήλλαξεν : σεσημείωται τὸ Κροῖσος καὶ τόνῳ καὶ γραφῇ διήλλαξαν : γράφεται γὰρ διὰ τῆς οι διφθόγγου , καὶ
5650592 συμπαροντων
, Ὑδροχόῳ , Ἰχθύσιν , Καρκίνῳ , Ἀφροδίτης καὶ Ἑρμοῦ συμπαρόντων ἢ μεσουρανούντων ἢ ἐπιθεωρούντων , ἀπόντων τῶν κακοποιῶν ,
, Ὑδροχόῳ , Ἰχθύσι , Καρκίνῳ , Ἀφροδίτης καὶ Ἑρμοῦ συμπαρόντων ἢ μεσουρανούντων ἢ ἐπιθεωρούντων , ἀπόντων τῶν κακοποιῶν ,
5648574 πεφηνοτος
' ⌉ ἐπὶ μύρμηκας ἡμερῶν τριῶν , ὡς χρυσοτεύκτου ψήγματος πεφηνότος . . . . Χύτροι : . . .
σιτί ' ἐπὶ μύρμηκας ἡμερῶν τριῶν , ὡς χρυσοτεύκτου ψήγματος πεφηνότος . Χύτροι : Λυσίας ἐν τῷ κατ ' Αἰσχίνου
5648053 ἁρμοστην
, καὶ τὸν πατέρα καὶ ποιητὴν εἰδότας , τὸν οὐρανοῦ ἁρμοστήν , τὸν ἡλίου καὶ σελήνης ἀγωγέα , τὸν κορυφαῖον
προηγεμόνα , προστάτην , δεσπότην , βασιλέα , ἐπιμελητήν , ἁρμοστήν , ὕπαρχον , σατράπην , στρατηγόν , αὐτοκράτορα ,
5639878 ἐκεκραγεσαν
μενοι παγγέλοια κεχηνότα παμμέγεθες : αὐτοὶ δὲ ἔνδοθεν μεγάλα τε ἐκεκράγεσαν καὶ διέβαινον οὐκ οἶδ ' ὅπως ἀσφαλῶς ἐν τοῖς
τῇ παρεμβολῇ . ” ἕως μὲν γὰρ οὐκ ἐκινοῦντο καὶ ἐκεκράγεσαν ἐν ἡμῖν αἱ ἄλογοι ὁρμαί , σταθερώτερον ὁ νοῦς
5634769 τροφοις
καὶ ταράττονται . τίτθαις . ταῖς τοὺς τίτθους παρεχούσαις , τροφοῖς δὲ ταῖς τὸν ἄλλον ἀναδεχομέναις πόνον , αἳ καὶ
, ἀγρυπνίας δὲ καὶ τὸν ἄλλον πόνον τίτθαις τε καὶ τροφοῖς παραδώσουσιν ; Πολλὴν ῥᾳστώνην , ἔφη , λέγεις τῆς
5632066 Δερδας
, γνωσθῆναι τῷ Ἀγησιπόλιδι βουλόμενοι , καὶ Ἀμύντας δὲ καὶ Δέρδας ἔτι προθυμότερον ἢ πρόσθεν . Ἀγησίπολις μὲν δὴ ταῦτα
τὴν Ἀπολλωνίαν ἅμα μεσημβρίᾳ καὶ διεσπαρμένοι ἐλεηλάτουν : ὁ δὲ Δέρδας ἐτύγχανε ταύτῃ τῇ ἡμέρᾳ ἀφιγμένος μετὰ τῶν ἱππέων τῶν
5607620 ὁμοδουλων
καὶ μεγάλων οὐσιῶν , ἔστι δ ' ὅτε καὶ τῶν ὁμοδούλων ἄρχοντες καθίστανται , πολλοὶ δὲ καὶ γυναῖκας καὶ παῖδας
θεράπων ἐς τὸ τοῦ δεσπότου φορεῖον ἐνέβη καὶ ὑπὸ τῶν ὁμοδούλων συνεργούντων ἐξεφέρετο , ἕως ὅδε μὲν ὡς Μενήνιος ἑκὼν
5607198 τολμηρως
τε ἰσχύι καὶ πλήθει προύχων : αἵ τε γυναῖκες αὐτοῖς τολμηρῶς ξυνεπελάβοντο βάλλουσαι ἀπὸ τῶν οἰκιῶν τῷ κε - ράμῳ
ἀπὸ τῶν τροπῶν ὀνόματα ἑλκόμενα λοιπὸν εἰς τὸ πρᾶγμα , τολμηρῶς ἡμῶν βιαζομένων τὰ ἐκ τοῦ ἀλλοτρίου πράγματος εἰς τὸ
5604838 ἁμιλλωμενοις
τῶν κύκνων ἐπᾴδοντες οἶμαι τὸν ὄρθιον ὡς πρὸς τρόπου τοῖς ἁμιλλωμένοις . σημεῖον τῆς ᾠδῆς ὁρᾷς τὸ πτηνὸν μειράκιον :
θεάτροις , περιβόλοις , λιμέσι , κάλλεσιν αὐτοφυέσι καὶ χειροποιήτοις ἁμιλλωμένοις . ἀργὸν δὲ οὐδέν ἐστι θεάματος οὐδὲ χρείας .
5592351 ἀριστειοις
τὸν στρατὸν ἔπαινον τοῦ Μαρκίου διεξῆλθε πολὺν καὶ στεφάνοις αὐτὸν ἀριστείοις ἀνέδησεν ἀμφοτέρων χαριστήρια τῶν ἀγώνων ἀποδιδούς . ἐδωρήσατο δ
τοὺς βασιλεῖς βίᾳ κατιόντας ἠγωνιζόμεθα . ἐκ ταύτης τῆς μάχης ἀριστείοις ἀνεδούμην ὑπὸ τοῦ στρατηγοῦ στεφάνοις πολίτην ὑπερασπίσας καὶ πολέμιον
5590715 Παρμενιωνα
χίλια . ὁ δὲ Σισίνης ἁλοὺς πρὸς Παρμενίωνος λέγει πρὸς Παρμενίωνα ὧν ἕνεκα ἀπεστάλη : καὶ τοῦτον ἐν φυλακῇ πέμπει
καὶ Κλέανδρον τὸν Πολεμοκράτους ἐπὶ ξυλλογῇ στρατιωτῶν εἰς Πελοπόννησον . Παρμενίωνα δὲ πέμπει ἐπὶ Σάρδεων , δοὺς αὐτῷ τῶν τε
5587373 πατουμενοι
. ὡς Ἀπολλοφάνης , ὄφεις εἰσίν . οὗτοι δὲ καὶ πατούμενοι ἠρεμοῦσι . * ἀκοντίαι : γένη ὄφεων * ἀπήμαντοι
ῥίψαντες , ἔφυγον : ὠθούμενοι δὲ ὑπ ' ἀλλήλων καὶ πατούμενοι , πλείους ὑπὸ τοῦ οἰκείου πλήθους ἐφθάρησαν ἢ πρὸς
5585134 ξεναγον
' αἵ τε πρῶται τοῦ ἄρρενος πρὸς τὸ θῆλυ σύνοδοι ξεναγὸν ἔχουσιν ἡδονήν , αἵ τε σποραὶ καὶ γενέσεις διὰ
. οἱ δὲ στρατηγοὶ τῶν Ἀθηναίων ἐν ἀπορρήτῳ βουλευσάμενοι τὸν ξεναγὸν Ἱεροκλέα , Κᾶρα τῷ γένει , ἔπεισαν νυκτὸς ἀνοῖξαι
5578117 στρατιωτιδες
ταῖς πάσαις . . . : τριήρεις ταχεῖαι , τριήρεις στρατιώτιδες , πεντηκόντεροι , ἱππαγωγοί , πλοῖα , ὁλκάδες ταχεῖαι
: αὕτη κεῖται πλησίον Σάμου ὧν : τῶν Σαμίων . στρατιώτιδες : στρατιώτας ἄγουσαι τοὺς μέλλοντας πεζομαχεῖν : ἃς καὶ
5576190 ἐδαπανησε
τετρακόσια τά - λαντα ἀργυρίου Ἀντίπατρος τῶν ἀστῶν ἀνὴρ δόκιμος ἐδαπάνησε : καὶ γὰρ ἐκπώματα ἀργυρᾶ καὶ χρυσᾶ καὶ κρατῆρας
τήν τε ἡτοιμασμένην χορηγίαν οὖσαν πάνυ πολλὴν εἰς τάφην ἅπασαν ἐδαπάνησε , καὶ παρὰ τοῦ Πτολεμαίου πεντήκοντα ἀργυρίου τάλαντα προσεδανείσατο
5562214 μυροπωλης
Λυδῶν καρύκας μήτε μαστίγων ψόφους . καὶ ὁ Λυδοφοίτης δὲ μυροπώλης τὴν τρυφὴν ταύτην δηλοῖ . καὶ τὴν βάκκαριν δὲ
, ” τρυφηλοὺς αὐτοὺς παριστάνει . καὶ ὁ Λυδοφοίτης δὲ μυροπώλης ταύτην τὴν τρυφὴν δηλοῖ . καὶ τὴν βάκκαριν δὲ
5559518 σφραγιδων
δεῖ ποιεῖν τὰ ἀγάλματα ἢ τὰς εἰκόνας ἢ ἐκτυπώματα ἐπὶ σφραγίδων καὶ τελεῖν ἕκαστον καὶ ἀνανεοῦν προσφόρως ἐν τοῖς προλελεγμένοις
τῶι ἱερῶι πεδηθεὶς ὑπὸ Κύρου λύεται τρίτον ἀοράτως , καίτοι σφραγίδων τῶι ἱερῶι ἐπικειμένων καὶ τούτων τὴν φυλάκην Οἰβάρα ἐμπεπιστευμένου
5556304 Σεμπρωνιον
τῶν πατρικίων μετιόντας αὐτὴν ἄνδρας ἐπιφανεῖς χιλιάρχους ἀποδεικνύουσιν , Αὖλον Σεμπρώνιον Ἀτρατῖνον καὶ Λεύκιον Ἀτίλιον Λοῦσκον καὶ Τίτον Κλύλιον Σικελόν
σιωπώντων ἁπάντων ἔτι μᾶλλον ὑπώ - πτευε : καὶ τὸν Σεμπρώνιον εἴτε ἐπιγινώσκων Ῥωμαῖον ὄντα καὶ ἐστρατευμένον ἑαυτῷ , εἴτε
5549575 προχειρισαμενοι
τὰς Ἀθήνας πλοῦν ἐποιήσαντο . μετὰ δὲ ταῦτα Ἀθηναῖοι στρατηγὸν προχειρισάμενοι Κλεόπομπον ἐξαπέστειλαν μετὰ νεῶν τριάκοντα , προστάξαντες τήν τε
Λεύκιον καὶ Ποστούμιον . ἐπὶ δὲ τούτων Λακεδαιμόνιοι μὲν στρατηγὸν προχειρισάμενοι Ἀγησίπολιν τὸν βασιλέα , καὶ δύναμιν ἱκανὴν παραδόντες ,
5547800 ὑπατικων
τῶν ἀμφιβόλων διαλεξομένους , οὐ τῶν ἐπιτυχόντων , ἀλλὰ τῶν ὑπατικῶν ἀνδρῶν τοὺς μεγίστους : οὓς εἰ ἐκπέμπειν εὐλαβηθεῖεν ,
ἐκ τῆς ἐπιφανοῦς συμμορίας , συγκλητικῶν τε καὶ πραιτωρίων καὶ ὑπατικῶν καὶ τῶν ἐν ἐπαρχίαις πολέμους τε νενικηκότων καὶ τούτοις
5545985 πελτασταις
ὄντες Ἀθήνηθεν ἐμοὶ πολῖται ἀπήγγελλον ὅτι διαβεβλημένος εἴην ἐν τοῖς πελτασταῖς καί μοί τινες ἀπειλοῖεν , εἴ που λήψονταί με
' ἦσαν ἐν τῇ χώρᾳ , ὁ Φοιβίδας σὺν τοῖς πελτασταῖς προσκείμενος οὐδαμοῦ εἴα αὐτοὺς ἀποσκεδάννυσθαι τῆς φάλαγγος : ὥστε
5543796 ἀργυρικον
, ἀπλήρωτος ἐπιθυμία , πολυπόθητον ταλαιπώρημα , ὑψηλὸν πτῶμα , ἀργυρικὸν σύνθεμα , παρερχόμενον εὐτύχημα . Μισούμενον ἀγαθόν , ὑγείας
, ἁλοὺς ἐν δίκῃ καὶ ὑπὸ τοῦ δήμου καταψηφισθεὶς τίμημα ἀργυρικὸν εἶπεν , ὅτι θηρίον οὐδέν ἐστι δήμου μιαρώτερον ,
5533550 Μασσανασσου
ἔτι τῶν πλεόνων τῆς πατρῴας ἀρχῆς ἐπικρατῶν . πόλεις τε Μασσανάσσου τὰς μὲν ὑπήγετο , τὰς δ ' ἐβιάζετο .
Πτολεμαῖος δ ' ὁ βασιλεὺς ἐν ὀγδόῳ Ὑπομνημάτων , περὶ Μασσανάσσου τὸν λόγον ποιούμενος , τοῦ Λιβύων βασιλέως , φησὶ
5532898 πρεσβευομενον
διανοεῖσθαι , τὸ πρεσβύτερον ὡς οὐ σμικρῷ τοῦ νεωτέρου ἐστὶ πρεσβευόμενον ἔν τε θεοῖσι καὶ ἐν ἀνθρώποις τοῖς μέλλουσι σῴζεσθαι
τῶν προκειμένων πέρι μὴ μόνον Βιγίλαν ἀλλὰ καὶ Μαξιμῖνον ἐκπέμπειν πρεσβευόμενον παρὰ τὸν Ἀττήλαν , καὶ Βιγίλαν μὲν τῷ φαινομένῳ
5527970 Φοιβιδας
ὑμῶν . ἀναμνῆσαι δ ' ὑμᾶς πρῶτον βούλομαι , ὅτε Φοιβίδας ἠγγέλθη τὴν Καδμείαν κατειληφὼςὁ δὲ Φοιβίδας ἐστί μοι Λακεδαιμόνιοιπῶς
Θηβαίων γίγνεσθαι δεῖν οἴεται . Ἐγὼ δ ' ὅτι μὲν Φοιβίδας ὁ ταῦτα πράξας ἦν καὶ οὐδὲν ἐπράχθη τούτων ἀπὸ
5523062 ἐπιπλευσαι
πάντας τοὺς ἐμπίπτοντας αὐτοῖς συνελάμβανον , ἵνα μὴ ἐπαγγείλωσιν αὐτοὺς ἐπιπλεῦσαι . αὐτούς : τοὺς ἑαλωκότας . καὶ οἱ μὲν
: ταῖς δὲ Λημνίαις ἐμίγησαν , πρὶν εἰς τὸν πόντον ἐπιπλεῦσαι . ἀλλ ' ἵνα ἐπὶ τὴν τοῦ γένους ἀρχὴν
5514911 διακοσιαις
δ ' αὐτό , τιμήσας ἕκαστον ἄνδρα δραχμαῖς πεντήκοντα καὶ διακοσίαις , ἀπέπεμπεν ἐς Ῥώμην καὶ συνέπεμπεν ἄλλο παρ '
τὸν μυλῶνα καὶ ἀλοῦντες δύο δραχμὰς ἀμφότεροι λαμβάνουσι , θαυμάσαντες διακοσίαις δραχμαῖς ἐτίμησαν αὐτούς . καὶ Δημόκριτον δὲ Ἀβδηρίται δημοσίᾳ
5511431 ἀπαρασκευος
εἰς μῆκος πολιορκίας ἱκανὸν κεκτημένη καὶ πρὸς ἀγῶνα καὶ πόλεμον ἀπαράσκευος οὖσα τῆς ἐφόδου τῶν ἐναντίων εὐθὺς τὴν πρεσβείαν ἐκδεξαμένης
: ὁ μὲν γὰρ ἀφ ' ἑαυτοῦ τὴν χορηγίαν ἔχων ἀπαράσκευος , ὁ δὲ δι ' ἑτέρου ἀπαρασκεύαστος , οἷον
5507632 εἰσελθοντων
ἀστεφάνωτος ἐκ τῆς Ὀλυμπίας ἀπῄει , ἀλλ ' ὅτι τῶν εἰσελθόντων πρὸς αὐτὸν ἄριστ ' ἐμάχετο , ἐστεφανοῦτο καὶ νικῶν
κελεύσαντος Τείσιδος καὶ τῶν οἰκείων ἔφασκε . συμβουλευόντων δὲ τῶν εἰσελθόντων ὡς τάχιστα λῦσαι καὶ τὰ γεγενημένα δεινὰ νομιζόντων εἶναι
5505499 πελατων
παρῆν ἄγων ὡπλισμένους ἐπὶ τὰ βασίλεια , τῶν τε ἄλλων πελατῶν καὶ ἑταίρων , καὶ θεραπείας πιστῆς χεῖρα οὐκ ὀλίγην
εἰσὶν ἐλεύθεροι καὶ πάντες οἴδασί μοι χάριν φίλων τε καὶ πελατῶν ἐν τοῖς ἀναγκαιοτάτοις ἐξετάζονται . καὶ οὐ λέγω ταῦτα
5498469 κατεδηδοκεν
ἀτάρ , ὦ Μεγάκλεες , οἶσθά που Παάπιδος Ὑπέρβολος τἀκπώματα κατεδήδοκεν . Ἀτὰρ ὁ Μεγάκλεες ὑσθάτου Παάπιδος Ὑπέρβολος τἀκπώματα κατεδήδοκεν
ὅσον ἀκροκώλι ' ἕψειν ῥύγχη , πόδας . Τοῦ κεστρέως κατεδήδοκεν τὸ κρανίον ἀναρπάσας Μάτων , ἐγὼ δ ' ἀπόλλυμαι
5497482 καταιρουσι
δὲ πολλοί , ὅτι ὑπὸ φιλανθρωπίας πολλὰς χεῖρας προτείνει τοῖς καταίρουσι . λιμένας δὲ ἐπαινέσεις ἢ ὡς ἀκλύστους , ἢ
προσπλέουσιν ὂν , ὥστ ' εἶναι μόνον τοῖς εἰς Ῥόδον καταίρουσι καὶ προσορῶσι μείζοσιν εὐθὺς τὴν γνώμην γίγνεσθαι . τὸ
5496690 καθεσταμενον
: αἰσχρὸν γὰρ ὑπάρχειν ἀπεφαίνετο τὸν ὑπὸ τῆς Ἑλλάδος ἡγεμόνα καθεσταμένον τοῦ πολέμου καὶ πατρικὰς ἀνικήτους δυνάμεις παρειληφότα καθῆσθαι γάμους
ἔδωκε πρεσβεύειν αὐτοὺς πρὸς Κάσανδρον : ὑπ ' ἐκείνου γὰρ καθεσταμένον φρούραρχον μηδαμῶς ἔχειν ἐξουσίαν ἰδιοπραγεῖν . κατὰ δὲ τοῦτον
5494211 Πολιορκητης
τοῖς Φιλιππικοῖς . φιλογέλως δ ' ἦν καὶ Δημήτριος ὁ Πολιορκητής , ὥς φησι Φύλαρχος , ὃς Δημητρίου καὶ τὴν
ἐχθροί . . : φιλόγελως δὲ ἦν καὶ Δημήτριος ὁ Πολιορκητής , ὥς φησι Φύλαρχος ἐν τῆι Ϛ τῶν Ἱστοριῶν
5493969 ἐκτασσειν
ἐν γυμνῷ καὶ ἀναπεπταμένῳ τόπῳ κατὰ τὸ δυνατὸν τὴν παράταξιν ἐκτάσσειν , ἔνθα μηδὲ ὕλαι , μηδὲ τέλματα , μηδὲ
μάχαις ἀπεριέργως ἐν μιᾷ παρατάξει τὸν πάντα στρατὸν εἰς ὄψιν ἐκτάσσειν καὶ μηδὲν εἰς δευτέραν τύχην πρὸς διαφόρους ἐγχειρήσεις φυλάττειν
5491310 ἀτακτουντα
θυμοῦ κινήσεσιν . αἱ δὲ ἀνασκιρτῶσαι ἄνετον αἶγες καὶ τὰ ἀτακτοῦντα βουκόλια καὶ ἡ ἐν μέσοις ἐρριμμένη κορύνη σὺν καλαύροπι
διαλέγε - σθαι , τὰ μὲν ὁμιλούμενα τῶν χωρίων καὶ ἀτακτοῦντα παρῃτεῖτο φήσας οὐκ ἀνθρώπων ἑαυτῷ δεῖν , ἀλλ '
5489020 Ἀπορια
ἀποτρέπων , διὰ τοῦ παρόντος βιβλίου πρὸς ἐργασίαν προτρέπεται . Ἀπορία . Διὰ τί τῶν Ἡμερῶν τὰ Ἔργα προτέθεικε ;
κακίας καὶ ἀκολασίας ἐς τὴν κοινὴν τῶν πραγμάτων διαφθοράν . Ἀπορία γὰρ πρὸς ἐσφορὰς ἀκίνδυνον . [ . . .
5488195 Θωρακα
δ ' αὐτοῖς Τιμασίων Δαρδανεὺς Εὐρύμαχόν τε τὸν Δαρδανέα καὶ Θώρακα τὸν Βοιώτιον ταὐτὰ ἐροῦντας . Σινωπεῖς δὲ καὶ Ἡρακλεῶται
, μετῴκισεν αὐτὴν πρὸς τὸ πλησίον ὄρος , ὃ καλοῦσι Θώρακα : αὐτὸς δ ' ἐμβαλὼν εἰς τὴν τῶν πολεμίων
5483175 παρερρει
γείτονος , ἔνθα πλάτανοι μὲν ἐπεφύκεσαν πολλαὶ καὶ πυκναί , παρέρρει δὲ ὕδωρ ψυχρόν τε καὶ διαυγές , οἷον ἀπὸ
ἑαυτῶν τι πραττόντων μάτην ἢ λεγόντων ἢ κακοπαθούντων λεγομένη . παρέρρει . τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον : παρέρρει . χρή
5476856 ψυχθεντων
ἔτι πλείονα δὴ ὄγκον ἐργάζεται . Τῶν στεγνωθέντων δὲ ἢ ψυχθέντων τοὺς μὲν ἐπ ' ὀλίγον τοῦτο παθόντας ἥκιστά τε
ἐκ τῶν νεύρων , καθ ' ὃ τῷ ἀέρι συνέτυχε ψυχθέντων τῶν λοιπῶν στοιχείων . ἱδρῶτα καὶ δάκρυον γίνεσθαι τηκομένου
5476581 ἰσοτελειαν
οὗτος δέ φησιν ὡς ἐνιαχοῦ καὶ πόλεσιν ὅλαις ἐψηφίζοντο τὴν ἰσοτέλειαν Ἀθηναῖοι , ὥσπερ Ὀλυνθίοις τε καὶ Θηβαίοις . ἔστι
σπονδάς , ὁμολογίας , φιλίας , συμ - μαχίαν , ἰσοτέλειαν , ἰσοπολιτείαν : τὸ γὰρ ὁμαιχμίαν μοχθηρόν , ὁρκίσαι
5474213 διεπεμπον
Ἀθηναῖοι φυλακάς , ὡς ἐξ ὀλίγου καὶ ἐν χειμῶνι , διέπεμπον ἐς τὰς πόλεις , ὁ δὲ ἐς τὴν Λακεδαίμονα
ἦν , ἐν δὲ τῇ Σικελίᾳ παραλαβόντες αὐτὰ οἱ ὕπατοι διέπεμπον ἐς Ῥώμην καὶ τοῖς Καρχηδονίοις ἔφασαν ἐς τὸ τέλος
5474075 Ὑπερηφανον
πέμπτον Ταρκύνιονοὐ Ταρπίνιον , ἕκτον Τούλλιον , εἶτα Ταρκύνιον τὸν Ὑπερήφανον , εἶτα Βροῦτον καὶ ἑτέρους . ἐκεῖνοι δέ φασι
ἀνθρώποις κακόν . Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πάντα δουλοῦται ταχύ . Ὑπερήφανον πρᾶγμ ' ἐστὶν ὡραία γυνή . Ὑπὲρ γυναικὸς καὶ
5473750 παροξυνας
προςθήσω δὲ τοῦτο καὶ πλούσιον , καὶ δεδοικὼς μὴ πλέον παροξύνας ἐπὶ τῇ κρίσει παρασκευάσω φανερῶς αἰτεῖσθαι πολίτου σφαγήν :
πολεμίους : καὶ ταῦτα ἔφησεν αὐτοῖς λέγειν οὐχ ἵνα ἐκείνους παροξύνας καὶ παρακαλέσας αὐτὸς ἐκτὸς ᾖ τῶν κινδύνων , ἀλλ
5473039 πελταστων
, τῶν δ ' ἀναβαινόντων , ἐπελαύνουσι : καὶ τῶν πελταστῶν συχνοὺς κατέβαλον καὶ τῶν ἱππέων Κλέαν καὶ Ἐπικυδίδαν Σπαρτιάτας
διὰ τῶν κατὰ τὴν ἀγορὰν πυλῶν τοὺς λοιποὺς ἤδη τῶν πελταστῶν ἐσεδέχοντο . καὶ ὁ Βρασίδας ἰδὼν τὸ ξύνθημα ἔθει
5472039 πεπονηκοτα
τῶν ὅλων προειστήκει . ὁ δ ' οὖν Ἀλέξανδρος τὰ πεπονηκότα τῶν σκαφῶν ἐνέπρησε , τὸν δὲ λοιπὸν στόλον παραδοὺς
ἀναφέροντες ἐκ τῶν ἐνόντων παρεσκευάζοντο τάφρους τε καθαίροντες καὶ τὰ πεπονηκότα τοῦ τείχους ἀνορθοῦντες τάς τε ἐπάλξεις ὁπλίζοντες πύργων τε
5469888 Καρθαλων
Καρθάλωνος , ἐκ γῆς καὶ θαλάσσης ἐπολιόρκουν . ὁ δὲ Καρθάλων ὀλίγων Καρχηδονίων παρόντων Βρυττίους ἐς τὴν φρουρὰν προσέλαβεν .
δὲ δημοκρατιζόντων Ἀμίλχαρ , ᾧ Σαυνίτης ἐπώνυμον ἦν , καὶ Καρθάλων : οἳ φυλάξαντες Ῥωμαίους τε Κελτίβηρσι πολεμοῦντας καὶ Μασσανάσσην
5469651 ἀφεμενους
δὲ τὸ πάντας φιλοχωρεῖν ἐπ ' αὐτῇ καὶ βούλεσθαι σχολάζειν ἀφεμένους τῶν ἄλλων ἁπάντων , οὐ μικρὸν τεκμήριον ὅτι μεθ
τὰ ἀνδρικώτερα τῶν κρουμάτων καὶ τοῖς μαθηταῖς ἐπικελεύων τοῦ μαλθακοῦ ἀφεμένους φιλεργεῖν τὸ ἀρρενωπὸν ἐν τοῖς μέλεσιν . ἐπειδὴ οὖν
5468536 προετεταχατο
τῇ ἐρυθρᾷ θαλάσσῃ καὶ Σιττακηνοὶ εἰς βάθος ἐπιτεταγμένοι ἦσαν . προετετάχατο δὲ ἐπὶ μὲν τοῦ εὐωνύμου κατὰ τὸ δεξιὸν τοῦ
. τοῦ δὲ δεξιοῦ οἵ τε Ἀρμενίων καὶ Καππαδοκῶν ἱππεῖς προετετάχατο καὶ ἅρματα δρεπανηφόρα πεντήκοντα . οἱ δὲ Ἕλληνες οἱ
5467716 Μηνοδωρον
' ἄλλων τὸν Πομπήιον ἐς τὰς διαλύσεις ἐπειγόντων καὶ τὸν Μηνόδωρον διαβαλλόντων ἐς φιλαρχίαν ὡς οὐκ εὐνοίᾳ τοῦ δεσπότου μᾶλλον
, ἔσσεται εἰς αὖθις πολλὸν ἀοιδοτέρη . ἀλλὰ καὶ εἰς Μηνόδωρον τὸν Εὐδάμου ἑνὸς τῶν συσχολαστῶν ἐρώμενον : τηλοῦ μὲν
5465657 ἀπειθουντα
ὁ δῆμος ἔδωκέ μοι τὴν Κελτικὴν νόμῳ , καὶ Δέκμον ἀπειθοῦντα τῷ νόμῳ μετελεύσομαι καὶ τοῦ φόνου δίκας ἀπαιτήσω μόνον
ἑκάστοτε παραγωγαὶ γιγνόμεναι μὴ λανθάνωσιν αὐτούς , ἀλλὰ κολάζωσι τὸν ἀπειθοῦντα ἅμα νόμῳ καὶ τῷ θεῷ . ὅσον γὰρ δὴ
5464258 εἰσεβαλλον
ἐμβάλλειν ἐπειράθησαν οὐ γινώσκοντες αὑτοῖς , ὅτι ἐξέβαλλον μᾶλλον ἢ εἰσέβαλλον . ὁ μέντοι πρῶτος ἐπινοήσας δῆλον ὅτι πρὸς τὰ
ἦν δεινόν , εἰ πρὸς ἄλλους μετὰ τῶν ἡμετέρων μετοίκων εἰσέβαλλον , μὴ ὄντων ἡμῶν ἀντιπάλων . βούλεται δὲ διὰ
5458056 δεσμωτηρια
ἀέρος τὴν φαυλότητα καὶ τὰς μεταβολὰς ἕτερα αὖ μηχανᾶσθαι μικρὰ δεσμωτήρια , τάς τε οἰκίας καὶ πόλεις , ξύλα καὶ
εὐνὰς κατελάμβανον στρατιῶται , οἱ δὲ ἐκ τῶν σκιμπόδων εἰς δεσμωτήρια συνηρπάζοντο , τοῖς δὲ οἱ σκίμποδες ἐγίνοντο ἀντὶ ξύλων
5457541 στρωματ
γυναῖκές μοι . πολύς τις ἔρχεται ὄχλος ὡς ἔοικε . στρώματ ' ἀδιήγηθ ' ὅσα φέρεις . τί δ '
Παθυμίας ὁ Αἰγύπτιος . ὡς ἐγὼ σκιρτῶ πάλαι ὅπου ῥοδόπνοα στρώματ ' ἔστι , [ καὶ ] λούμενος μύροις ψακαστοῖς
5456270 ἐξαλισας
. . : Στρεψιάδης ὁ προλογίζων . ἄπαγε τὸν ἵππον ἐξαλίσας : καὶ τοῦτο ὀνειροπολούμενος ὁ νεανίσκος λέγει . ἀλλ
ἀλίσω ἤλισα καὶ ἀλίσαι , οἷον : ἄπαγε τὸν ἵππον ἐξαλίσας οἴκαδε , . , . . Ἀλίωσε : μάταιον
5455619 ἀπηγορευε
Θηβαίων τε τῶν ἄλλων μήτε ἀποκτεῖναι μηδένα μήτε αἱρεῖν φεύγοντα ἀπηγόρευε : Πυθέαν δὲ ἢν ἕλωσιν , ἀνάγειν ἐκέλευσεν ὡς
ἔφη καὶ Φιλίππῳ . Ἁλόννησον ἐδίδου : ὁ δ ' ἀπηγόρευε μὴ λαμβάνειν , εἰ δίδωσιν , ἀλλὰ μὴ ἀποδίδωσι
5453210 σπεισαμενος
πολλὰς τῶν ἑλληνικῶν πόλεων καὶ πρὸς Ἄτταλόν τινα Ἀσίας βασιλέα σπεισάμενος , ἐπὶ τὴν Σικελίαν ὡρμήθη . Ἅννωνα δὲ τὸν
δορυφόρους . Ἐν δὲ τοῖς πράγμασι τῆς Ἀριάδνης γενομένης , σπεισάμενος πρὸς αὐτὴν , τούς τε ἠϊθέους ἀνέλαβε , καὶ
5449133 Συλλαν
καὶ τὴν Ἀχαΐαν κατειληφότος . Τοῦτο πρὸς ὀργὴν ἐκίνησε τὸν Σύλλαν , καὶ μετὰ τοῦ στρατεύματος εἰς τὴν Ῥώμην ἐπανῆκε
Γαλατίας . Οἱ δὲ ὕπατοι δεδιότες καὶ στρατιᾶς ἄλλης δεόμενοι Σύλλαν μὲν οὐκ εἶχον καλεῖν ἐς τὴν Ἀσίαν ἤδη πεπερακότα
5446736 Σχολαστικου
: Κἂν χωρίς σε κεφαλῆς ἐλθόντα ἴδω , εὐφρανθήσομαι . Σχολαστικοῦ υἱὸς ὑπὸ τοῦ πατρὸς εἰς πόλεμον ἐκπεμπόμενος ὑπέσχετο ἑνὸς
ἔλεγεν : Αἰδοῦμαι μικρὸν παιδίον εἰς τοσοῦτον ὄχλον ἐκφέρων . Σχολαστικοῦ παιδίον ἀπέθανεν . ἰδὼν οὖν πλῆθος λαοῦ συνελθὸν ἔλεγεν
5443777 Σατιβαρζανην
. καὶ γίγνεται μάχη τοῖς ἀμφὶ Ἐριγύϊον καὶ Κάρανον πρὸς Σατιβαρζάνην καρτερά , οὐδὲ πρόσθεν οἱ βάρβαροι ἐνέκλιναν πρὶν Σατιβαρζάνην
ἐπ ' αὐτῇ Κρατερὸν ἡγεμόνα , σπουδῇ ἦγεν ὡς ἐπὶ Σατιβαρζάνην τε καὶ τοὺς Ἀρείους καὶ διελθὼν ἐν δυσὶν ἡμέραις
5443333 Τιγρανους
μάλιστα καὶ εἴκοσι καὶ τέσσαρες . ἔνθα δὴ καὶ ὁ Τιγράνους ἦν παῖς Τιγράνης καὶ πέντε Μιθριδάτου , Ἀρταφέρνης τε
ἣ τοῖς Σελευκίδαις ὑπήκουε . καὶ βασιλεὺς Ἀρμενίας Τιγράνης ὁ Τιγράνους , ἔθνη πολλὰ τῶν περιοίκων , ἰδίοις δυνάσταις χρώμενα
5442310 ἀνειργειν
γὰρ κρατῆι τὸ περιέχον συνθλῖβον καὶ μηκέτι θύραθεν εἰσιὸν δυνήται ἀνείργειν , μὴ δυναμένου ἀναπνεῖν , τότε συμβαίνειν τὸν θάνατον
τοῖς στρατιώταις φασὶν ἐμπεσεῖν ὥστ ' ἔργον εἶναι τοῖς ἡγεμόσιν ἀνείργειν τοὺς στρατιώτας ὠθουμένους εἰς τὸ πρόσθεν . ἐπεὶ μέντοι
5440953 Φαλαικος
τοὺς Ἀμφικτύονας , ὥστε ἀπολογίας τυχεῖν . Ὁ μὲν γὰρ Φάλαικος ὑπόσπονδος ἀφεῖτο , οἱ δὲ ἀναίτιοι ἀποθνῄσκειν ἔμελλον ,
περιεχώρησεν ἡ ἐν Φωκεῦσι δυναστεία : καὶ ἐπεὶ ἔσχεν ὁ Φάλαικος αἰτίαν ἰδίᾳ περιποιεῖσθαι τῶν ἱερῶν χρημάτων , ἐπαύθη τῆς
5437419 Παριους
ἦλθε τὴν νῆσον τὰ βαρβάρων φρονήσασαν . καταστήσας ἐν πολιορκίᾳ Παρίους , εἶτα τὴν εἴσοδον βιάσασθαι βουληθεὶς πηροῦται τὸ σκέλος
Ἀπικόμενος δὲ ἐς τὴν ἔπλεε ὁ Μιλτιάδης τῇ στρατιῇ ἐπολιόρκεε Παρίους κατειλημένους ἐντὸς τείχεος , καὶ ἐσπέμπων κήρυκα αἴτεε ἑκατὸν
5435595 κελευσθεντα
χάρτην λαβεῖν καὶ λέγειν ἃ λέγει , ὅτι πάντα τὰ κελευσθέντα πεποίηκεν ὁ οἰκέτης , αὐτὸς δὲ τὸν χάρτην λαβὼν
ἀνόσιον καὶ οὐ πάνυ ἀνδρεῖον ἡγήσατο μήτε μαχομένους καὶ τὰ κελευσθέντα ὑπὸ τοῦ ἑαυτῶν δεσπότου ἀγγείλαντας . τούτων δὴ οὕτως
5426579 προὐκαλεσατο
τοίνυν ταῦτα , φυγὼν δ ' ἃ τὸ πρῶτον αὐτὸς προὐκαλέσατο , ἔγωγ ' , ὅ τι ποτ ' ἐρεῖ
λαχὼν δὲ παρὰ μὲν τοῦ διαιτητοῦ ἀνείλετο τὸ γραμματεῖον , προὐκαλέσατο δ ' αὐτὸν ἐπιτρέψαι Λυσιθείδῃ , αὑτοῦ μὲν καὶ
5422711 γαστριζεσθαι
τῶν πολλῶν τούτων λόγων τὴν ὁρμὴν ἔχω ἐπὶ τὸ ἤδη γαστρίζεσθαι . εἰπόντος οὖν τινος ἔτι παρασκευάζεσθαι τοὺς μαγείρους διὰ
. τίς ἔτι ἀνέξεται τῶν κακοδαιμόνων τουτωνί , τοσούτου τὸ γαστρίζεσθαι πωλούντων ; ὠνούμεθα γὰρ κινδύνου τὸ ζῆν , καὶ
5421719 παραληψομενον
Ἀρταξέρξης μὲν ὁ τῆς Ἀσίας βασιλεὺς καταπεπολεμηκὼς Κῦρον ἀπεστάλκει Τισσαφέρνην παραληψόμενον πάσας τὰς ἐπὶ θαλάττῃ σατραπείας . διόπερ οἱ Κύρῳ
σταδίους ὅσον εἴκοσιν : Ἀμύνταν δὲ τὸν Ἀνδρομένους τὴν ἄκραν παραληψόμενον ἐκπέμπει ἐς Σάρδεις : καὶ Μιθρήνην μὲν ἐν τιμῇ
5419727 ἀλλοτριωτατα
τόπων παραδοξολογίαι , λανθάνουσιν ἐμπίπτοντες εἰς δύο τὰ πάσης ἱστορίας ἀλλοτριώτατα : καὶ γὰρ ψευδολογεῖν καὶ μαχόμενα γράφειν αὑτοῖς ἀναγκάζονται
τῶν εὐπορωτάτων τοὺς πλείστους δυσχεραίνοντας τοῖς πραττομένοις καὶ πρὸς αὐτὸν ἀλλοτριώτατα διακειμένους συνήγαγεν ἐκκλησίαν , ἐν ᾗ περί τε τῆς
5418654 ὁρμινου
κρόκου ⋖ αʹ , στύρακος , χαλβάνης , δαύκου , ὁρμίνου σπέρματος ἀνὰ ⋖ βʹ , κέγχρυος , μαράθρου σπέρματος
δρύινοϲ . ἀντὶ οἰνάνθηϲ χυλοῦ χυλὸϲ ἀμπελίνου δένδρου . ἀντὶ ὁρμίνου λινόϲπερμον . ἀντὶ ὀρύζηϲ κρίθινον ἄλευρον . ἀντὶ οἴνου
5409866 ὁμηρευοντα
ἡνίκα Ἐπαμεινώνδας καὶ Γοργίδας καὶ Πελοπίδας ὑμῶν ἡγοῦντο καὶ Φίλιππον ὁμηρεύοντα ἐγιγνώσκετε , ἢ τούτου παρελθόντος εἰς τὴν ἀρχὴν καὶ
Φίλιππόν τε τῆς συμμαχίας ἀμειβόμενοι τὸν υἱὸν αὐτῷ Δημήτριον , ὁμηρεύοντα ἔτι παρὰ σφίσιν , ἔπεμψαν . καὶ τάδε μὲν
5402599 Λευκανοις
ἀδελφός , βασιλεὺς Μολοττῶν καὶ Ἠπειρωτῶν . οὗτος ἐν Πανδοσίᾳ Λευκανοῖς μαχόμενος ἐτελεύτησεν . ἀκούσας δὲ ὁ δῆμος ὁ τῶν
Ἕλληνας τοὺς ἐν Ἰταλίᾳ κατοικοῦντας ἐλευθέρους καὶ αὐτονόμους ἐῷεν , Λευκανοῖς δὲ καὶ Σαυνίταις καὶ Δαυνίοις καὶ Βρεττίοις ἀποδοῖεν ,
5399575 εὐπορουν
ἄλλων χείρονι , ἔκ τε τῆς πόλεως στρατόν , ὅσον εὐπόρουν , κατέλεγον καὶ τὸν ἐκ τῆς Ἰταλίας προσλαβόντες ἐπὶ
ᾀσμάτων γεγόνασι ποιηταί , οἳ πρὸς μὲν τὸν ἴδιον χαρακτῆρα εὐπόρουν , τῶν δὲ Τερπάνδρου καὶ Φρύνιδος νόμων οὐδὲ μικρὸν
5397759 ἐπιβουλευοντος
τοῖς φίλοις κοινῇ συνδοκῇ : ταῦτα δ ' εἶναι μὴ ἐπιβουλεύοντος ἐμοί , τούτων δὲ ἐγγυητὰς γίγνεσθαι σέ τε καὶ
ἑκάστοις λαμβάνειν ἄνδρας Πελοποννησίους ὅτι πλείστους καὶ βελτίστους , ὡς ἐπιβουλεύοντος Τισσαφέρνους ταῖς πόλεσι . καὶ γὰρ ἦσαν αἱ Ἰωνικαὶ
5397186 στρατους
ὁ δῆμος , ἑτέραν ἀρχὴν στάσεως ὁρῶν καὶ φοβούμενος δύο στρατοὺς περικαθημένους , ἐδέοντο τῶν ὑπάτων ἐν ἀγορᾷ προκαθημένων συναλλαγῆναι
ἐφρόνουν , ἐνῆν ἀκινδύνως ἅπασι τὰ ὅπλα καταθέσθαι καὶ τοὺς στρατοὺς πάντας ἀποδοῦναι τῇ πόλει , κἀκείνην ἑλέσθαι τὰ συνοίσοντα
5396610 ταμιευων
αὐτὸς ἔξαρνος ἦν μὴ τεθεικέναι . καὶ τῆς μὲν Παράλου ταμιεύων τότε , ὅτε τὴν ἐπὶ Θηβαίους ἔξοδον εἰς Εὔβοιαν
δανείζεται τὰς χιλίας δραχμὰς παρὰ τοῦ Ἀντιφάνους , ὃς ἐπέπλει ταμιεύων Φιλίππῳ τῷ ναυκλήρῳ , καὶ δίδωσι τῷ Βοιωτίῳ ἄρχοντι
5392811 ἐπιταξας
αὐτοὺς ἐκ Καρίας διαχειμάσοντας ἐν Μακεδονίᾳ ἅμα ταῖς γυναιξίν , ἐπιτάξας αὐτοῖς Πτολεμαῖόν τε τὸν Σελεύκου , ἕνα τῶν σωματοφυλάκων
τῆς φάλαγγος . ἐπὶ τὸ κέρας δὲ ἑκατέρωθεν διακοσίους ἱππέας ἐπιτάξας παρήγγελλε σιγῇ ἔχειν τὸ παραγγελλόμενον ὀξέως δεχομένους . καὶ
5391636 ἐκπλυναι
οὔτ ' ἀνελεύθερον ὑπαγροικοτέραν τὸν σαπέρδην ἀποτῖλαι χρὴ κᾆτ ' ἐκπλῦναι καὶ διαπλῦναι . χορδαί , φῦσκαι , πασταί ,
' εἰπεῖν καὶ ἀνεῖναι τῆς βαφῆς . τὸ δὲ ἔργον ἐκπλῦναι , ἐκνίψαι , ἐκτρῖψαι , ἐκρύψαι , ἀπορρύψαι .
5382817 παλιμπρατος
περὶ τῆς πρεσβείας . ὁ πολλάκις ἐπ ' ἐμπολῇ μεταβεβλημένος παλίμπρατος παλίμβολος λέγεται , ὡς δῆλόν ἐστιν ἔκ τε τοῦ
Φλάκκον ἤδη τιμῶν ἀθλίων ἐωνημένοι , ἃς ὁ δοξομανὴς καὶ παλίμπρατος ἐλάμβανεν οὐ καθ ' αὑτοῦ μόνον ἀλλὰ καὶ τῆς
5375104 Θεομνηστου
Δείναρχος κατὰ Κηφισοκλέους . Ἀπίλλειν : Λυσίας ἐν τῇ κατὰ Θεομνήστου , εἰ γνήσιος , ” ἀποκλείειν “ νομίζεται .
ἅπερ ἀπείρηται λέγειν εἰς ἀλλήλους δεδήλωκε Λυσίας ἐν τῷ κατὰ Θεομνήστου , εἰ γνήσιος ὁ λόγος . Ἀπορώτατος : ἀντὶ
5369427 τυψαντα
πρόσωπον , λαβὼν χαρτίον καὶ ἐγγράψας εἰς τὸ χαρτίον τὸν τύψαντα , ἐκόλλησεν εἰς τὸ μέτωπον ἑαυτοῦ καὶ οὕτω περιεπάτει
τυψάϲα Πληθ . οἱ τύψαντεϲ , αἱ τύψαϲαι , τὰ τύψαντα Ἀορίϲτου βʹ Ἑν . ὁ τυπών , ἡ τυποῦϲα
5368842 Αὐλον
διὰ τὸ μὴ ἐῤῥιζῶσθαι μαραινομένων , Ἀδώνιδος αὐτοὺς ἐκάλουν . Αὐλὸν σάλπιγγι συγκρίνεις : ἐπὶ τῶν τὰ ἐλάττω τοῖς μείζοσι
τῆς θύρας : οἷον ἐπὶ αὐτὰς ἀφῖξαι τὰς θύρας . Αὐλὸν σάλπιγγι συγκρίνεις : ἐπὶ τῶν τὰ ἐλάττω τοῖς μείζοσι
5367809 Καυνιοι
ἀνακαλουμένων Κῦρον βασιλέα καὶ φείδεσθαι δεομένων . ἐν δὲ τούτωι Καύνιοί τινες ἄνθρωποι , κακόβιοι καὶ ἄποροι καὶ ταπεινῶν ὑπουργημάτων
ἀνακαλουμένων Κῦρον βασιλέα καὶ φείδεσθαι δεομένων . ἐν δὲ τούτωι Καύνιοί τινες ἄνθρωποι , κακόβιοι καὶ ἄποροι καὶ ταπεινῶν ὑπουργημάτων
5364539 πολεμικην
καττίτερος καὶ τἄλλα τὰ πρὸς κόσμον τε καὶ χρείαν καὶ πολεμικὴν παρασκευὴν ἀνήκοντα . χωρὶς δὲ τῶν δημητριακῶν καρπῶν φύεται
Μηνόδωρεἀνδρῶν πολεμικῶν τληπαθείας . Οὐκοῦν καὶ τόδε προστακτέον τοῖς τὴν πολεμικὴν μετιοῦσιν ἐπιστήμην ; Προστακτέον μὲν οὖν . Οὐκοῦν κἀκεῖνο
5364390 Βασσος
τροφὴ δὲ αὐτῷ νόμοις ἰατρῶν ἔτι περιγέγραπται . ταῦτα μαθέτω Βάσσος , ταῦτα ἀπολογίαν ποιοῦ καὶ φύλαττε τὸ σχῆμα τῷ
Ἀγρίππας ἐν Ἀκυτανίᾳ πολλὰ κατώρθωσε καὶ μεγάλα . Καὶ Βεντίδιος Βάσσος ἐν Συρίᾳ Πέρσας τε τρισὶν ἐνίκησε μάχαις καὶ τὸν
5362970 ἀποκτεινουσι
καὶ τὸ δέλεαρ καταπιόντα τὸν σκώληκα ἀνέλκουσι , θηραθέντα δὲ ἀποκτείνουσι , καὶ πρὸς τὴν εἵλην κρεμῶσι τριάκοντα ἡμερῶν .
δυνάμενοι . οἳ δὲ τὴν χελιδόνα αἰδοῖ τῆς μουσικῆς οὐκ ἀποκτείνουσι , καίτοι ῥᾳδίως ἂν αὐτὴν τοῦτο δράσαντες : ἀπόχρη

Back