ἄν , ὡς οὐκ εἰκῆ σοι περὶ αὐτῶν ἐπιστέλλομεν . μέτελθε ταύτην αὐτὸς καὶ πέντε τάλαντα ἀνάδεξαι προικὸς τῷ κηδεστῇ
γενέσθαι αὐτὸν , ἵνα τελεία ἴωσις γένηται . Καὶ οὕτως μέτελθε ἐπὶ τὴν ἐξίωσιν , σημειούμενος κἀνταῦθα πάλιν , ἕως
6129910 λαμβανε
μέλιτι καὶ πεπέρει τῷ ἀρκοῦντι , καὶ ποιήσας ὡς ἔκλειγμα λάμβανε ὀψὲ μετὰ τὸν δεῖπνον , ὅσον αἴροις τοῖς τρισὶ
” μὰ ⌈ τὸν Δία “ ” ναί “ ἔξωθεν λάμβανε λέγων οὕτως : ναὶ ὤμνυον : οὐ γὰρ ἠπίστατο
5981625 ποιησον
Ξάνθος λέγει ” ἔπαρε τὰ σανδάλιά μου καὶ τὰ ἑξῆς ποίησον . “ εἶτα λέγει τοῖς ἑαυτοῦ φίλοις ” ἄνδρες
καλῶς περισκεπάσας . ὅταν οὖν βούλῃ ἔνδειξιν μεγίστην ποιῆσαι , ποίησον οὕτως : λύχνου τεθέντος , ἐὰν στέαρ οἵου βούλει
5414446 δος
διὰ τοῦτο οὖν εἶπε τήξας , ὡσανεὶ ἀναλύσας νέμοις ] δός ἐνὶ βάμματι οὖν τήξας : ἀντὶ τοῦ ἐν ὄξει
εἴρηκά σοι πρὸς τὴν θύραν μὴ προσιέναι ; τὸν ἱμάντα δός , γραῦ . μηδαμῶς , ἀλλ ' ἄφες .
5321234 ἐασον
. μὴ δῆθ ' ἱκετεύω ] κατακλιθήσομαι . μ ' ἔασον ] τοῦτο διὰ μέσου . τὸ δὲ “ ἀλλ
γίνεται δὲ πάνυ μέλαν ὡς τὸ γραφικὸν μέλαν . Τοῦτο ἔασον ἡμέρας γʹ , καὶ βαλὼν τότε ἐν τῷ κολύμβῳ
5237457 λεγε
ὅλα , ὥσπερ οὗτοι , πεπρακέναι ; οὐ δήπου . λέγε τοίνυν μοι τὸ ψήφισμα τουτὶ λαβών , ὃ σαφῶς
Ζέφυρος βαθὺ λήιον ἐλθών . ἴθ ' ὦ κόλε καὶ λέγε : πρὸς τὸν τράγον φησίν : ὦ κολοβέ ,
5121795 ἀποδος
τὸν σκύφον μεστόν . τάλαινα Κοικόα , κατὰ χειρὸς δοῦσα ἀπόδος τάχ ' ἁμὶν τὰν τράπεζαν . πίμπλη δέ ,
, τί τὸ στυγνὸν σκότος ; μειδίασον , κατάστηθι , ἀπόδος ἡμῖν τὴν τῶν ὀμμάτων ἡμέραν . κεʹ . Χθές
5117052 σεισας
Ἄλλο : σιδίων κηκῖδος ὀμφακίτιδος πυρρᾶς ἴρεως ἴσα κόψας καὶ σείσας δίδου κοχʹ ἓν ἀπυρέτοις σὺν οἴνῳ , πυρέσσουσι δὲ
σε παύσειν , ἧς ἔχεις × – ˘ – Πυθικὴν σείσας δάφνην ποθεῖς τὸν οὐ παρόντα καὶ μάτην καλεῖς οὐ
5107176 μαγνησιαν
περιπλύνας , βάλε αὐτῇ καὶ ὀλίγην λευκὴν καδμίαν , ἢ μαγνησίαν , ἢ ἄσβεστον , ἴνα γένηται σῶμα ἀπὸ σώματος
. Ἔπειτα καὶ τὸ σῶμα τῆς μαγνησίας προσέρεται . Λαβὼν μαγνησίαν θηλυκὴν , λείωσον ἐπιμελῶς : βαλὼν ἐν βατανίῳ ἅλας
5005038 ἐα
ἐστ ' ἰσάργυρον ; Ὡς σκαιὸς εἶ κἄγροικος αἰσχροεπῶν : ἔα , ἐπαρίστερ ' ἐν τῷ στόματι τὴν γλῶτταν φορεῖς
ἀπίστασθαι , Ἑκαταῖος δ ' ὁ λογοποιὸς πρῶτα μὲν οὐκ ἔα πόλεμον βασιλέϊ τῷ Περσέων ἀναιρέεσθαι , καταλέγων τά τε
4925382 εὑρησεις
συναπεδείχθη . προσσχὼν γὰρ ταῖς ὑποτεινούσαις τὰς ἀλλήλαις ἴσας γωνίας εὑρήσεις αὐτὰς ἢ ἡγουμένας ἄμφω ἢ ἑπομένας : εἴρηται γὰρ
αὗται γὰρ πυκνότατα λαμβάνονται : ἢν διακόψῃς τὴν κεφαλὴν , εὑρήσεις τὸν ἐγκέφαλον ὑγρὸν ἐόντα καὶ ὕδρωπος περίπλεων καὶ κακὸν
4907055 ἐχε
ἔχων . ἐπιβλής μοχλὸς ἐπιβεβλημένος : “ μοῦνος δ ' ἔχε θύρας ἐπιβλὴς εἰλάτινος , τὸν τρὶς μὲν ἐπερήσεσκον Ἀχαιοί
Ἡρωδιανὸς ἐν Ἀττικῇ προσῳδίᾳ . ΓΘ κραγὸν ] κραυγαστικῶς . ἔχε νῦν ἄλειψον : στέαρ διδοῦσιν αὐτῷ ἀλείφεσθαι , ἵνα
4897052 ἀνιε
εἴη τὸ ἕλκος δυσῶδες καὶ πάνυ πλαδαρὸν καὶ ῥυπαρόν , ἄνιε αὐτὴν ὄξει δριμυτάτῳ , εἰ δὲ μή , δι
. λείοις σὺν μέλιτι χρῶ : ἐπὶ δὲ τῆς χρείας ἄνιε μέλιτι . καρκῖνοι ποτάμιοι ἐν ὕδατος ψυχροῦ # α
4882741 παρατιθει
καλέσαντος αὐτὸν μέλανας ἄρτους παρατιθέντος μὴ πολλούς , εἶπε , παρατίθει , μὴ σκότος ποιήσῃς . τὸν ὑπὸ τῆς γραὸς
αὐτὸν μέλανας ἄρτους παραθέντος , μὴ πολλούς , εἶπε , παρατίθει , μὴ σκότος ποιήσῃς . τὸν δ ' ὑπὸ
4863114 διασεισας
καταπέπωκας . τὸ δὲ ὅλον , καταπαλαίσας αὐτὸν ἐκπεριελθὼν καὶ διασείσας ἀργυρίζεται . τὴν βίαν δὲ ᾗ ἐκέχρητο κατὰ τῶν
ἄν τις αὐτῇ καὶ φρύξας , ἔπειτα μετρίως κόψας καὶ διασείσας καὶ πάλιν κόψας μετὰ μέλιτος καὶ ποιήσας οἷον κηρὸν
4863033 ἐπιβαλω
, ὥσπερ καὶ Θεόπομπος ἐν Εἰρήνῃ χλαῖναν σοι λαβὼν παχεῖαν ἐπιβαλῶ Λακωνικήν : Ὅμηρος δὲ καὶ τὰ λεπτὰ χλαίνας καλεῖ
, ἔσθιε καὶ σὺ μετ ' αὐτοῦ : ἐγὼ δὲ ἐπιβαλῶ τὸ πνεῦμά μου τὸ ἅγιον ἐπὶ τὸν υἱὸν αὐτοῦ
4862155 ποιησεις
αὐτάς τε καθέξεις , καὶ ἄλλας πολλὰς σὺν αὐταῖς ἔρχεσθαι ποιήσεις , ἀγομένας ὑπὸ τῆς ὀσμῆς τοῦ κυμίνου . εἰ
' ἂν ] ὠφελήσειέ σε δηλονότι , ὠφελήσει σε , ποιήσεις δι ' αὐτῆς , ἐκ ταύτης ποιήσῃς . λαβὼν
4859834 λαβε
τὸν πίονα μὴ παράλειπε , ὃν κεῖνοι καλέουσιν ἰωνίσκον : λαβὲ δ ' αὐτὸν θρέμμα Σελινοῦντος σεμνοῦ . πλῦνον δέ
οὐκ ἔχειν τὸν ἰχθύν . Ἀρχέστρατος δέ φησιν : ἀλλὰ λαβὲ ξιφίου τέμαχος Βυζάντιον ἐλθὼν , οὐραίου τε αὐτὸν τὸν
4834928 φυλαττε
' ἐκεῖνα βεβουλευμένα . μένε τοίνυν ἐπὶ τῶν τελευταίων καὶ φύλαττε τὴν σαυτοῦ κρίσιν : πατέρα σε εἶναι δεῖ :
σε διδάσκει τοῦ βίου τὰ πράγματα . Ἀθάνατον ἔχθραν μὴ φύλαττε θνητὸς ὤν . Ἅπαξ ἀκοῦσαι τοὺς ἐλευθέρους καλόν .
4770406 ἐπιπασας
τῇ σικύῃ , τῆς σμύρνης ξηρᾶς κεκομμένης ἐπὶ τὸ πῦρ ἐπιπάσας , περικαθίσας ἐπὶ τὴν σικύην , καὶ ἐνθέσθω ἐς
ἐπὶ τὸ βῆμα καὶ λαβὼν ψυχροῦ κύλικα καὶ τῶν ἀλφίτων ἐπιπάσας καὶ τῶι γλήχωνι κινήσας ἐκπιὼν ἀπῆλθεν , ἐνδειξάμενος αὐτοῖς
4769123 ἑψησον
καὶ ἄνοσμον . ΜΕΛΑΝΩΣΙΣ ΑΡΓΥΡΟΥ . Λαβὼν θεῖον ἄθικτον , ἕψησον πυρὶ μαλθακῷ ἀπὸ θαλλίων ζʹ : ἀποχέων εἰς οὖρον
καὶ τρυγία ἐλαίου πεφρυγμένη . Κηρὸν λευκὸν μετὰ ἐλαίου καλοῦ ἕψησον , καὶ ὡς ἔστιν ὑγρὸν ἔμβαλε : καὶ ἅλας
4765493 ϲκιλλαν
κατάχριε . Ἄλλο . ϲκορπιούρου χυλῷ κατάχριε . Ἄλλο . ϲκίλλαν ὀπτήϲαϲ καὶ ὅταν μαλακὴ γένηται ἐκπιάϲαϲ τὸν χυλὸν καὶ
ἀγγεῖον ἐγκεῖϲθαι ἐν ἡλίῳ , μεθ ' ἃϲ τὴν μὲν ϲκίλλαν ἐκπιέϲαϲ ῥῖψον , τὸ δὲ ὄξοϲ ὑλίϲαϲ κατάγγιζε .
4750571 θες
τὴν διόπτραν ἐπὶ τὴν μοῖραν τοῦ Κριοῦ τὴν πεντεκαιδεκάτην καὶ θές τε εἰς τὰ γράμματα τῶν παραλλήλων κύκλων ἔνθ '
' ἐν ἀγκάλαις λαβὼν βωμοὺς ἐπ ' ἄλλους δαιμόνων ἐγχωρίων θές , ὡς ἴδωσι τῆσδ ' ἀφίξεως τέκμαρ πάντες πολῖται
4729885 παραμιξαι
. Δότε οὖν , ὦ φιλότης , βραχὺ μυθολογῆσαι καὶ παραμίξαι τοῖς ὄψοις ἥδυσμά τι ποιητικόν , τὴν Ἀφροδίτην :
. Δότε οὖν , ὦ φιλότης , βραχὺ μυθολογῆσαι καὶ παραμίξαι τοῖς ὄψοις ἥδυσμά τι ποιητικόν , τὴν Ἀφροδίτην :
4700421 ἡψημενῳ
βοηθήματα , τραφῆναι δὲ χόνδρῳ ἄλικος θερμῷ μεθ ' ὕδατος ἡψημένῳ , κόκκων ῥόας συνεψηθέντων αὐτῷ : κοιμηθέντι δὲ ὅλῃ
γὰρ μετὰ τὸν εἰρημένον χρόνον εὑρίσκεις τὸ σῶμα τῆς σκίλλης ἡψημένῳ παραπλήσιον , ἐξερρυηκότα δὲ καὶ τὸν χυλὸν αὐτῆς ,
4667054 ἐπιβαλλεσθω
τὰ ὠὰ καὶ τὸ ἄλευρον καὶ τότε ψυχρισθεῖσα ἡ κηρωτὴ ἐπιβαλλέσθω καὶ λειούσθωσαν ἅπαντα , ἕως οὗ συμπλακῶσιν ἀλλήλοις καὶ
ἐπιρρεῦσαι καὶ ἑλκῶσαί τι τῶν ἀναπνευστικῶν ἀγγείων ἢ μορίων . ἐπιβαλλέσθω τοίνυν τούτοις ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τό τε ῥόδινον καθ
4661754 διδου
ἢ κροκομάγματι ἢ πρίσμασι μετὰ στυπτηρίας καὶ οἴνου εὐώδους . δίδου δὲ σκολύμου ῥίζαν ἡψημένην πίνειν . Στόματι δ '
. . . οὐγγ . αʹ ʹʹ . γράμματα ἓξ δίδου ἐν τοῖς διαλείμμασιν ἑσπέρας , ὡς ἂν βούλωνται .
4652900 ὀπτησον
, ἧς μητρόπολις Βυζάντιόν ἐστιν . εἶτα τεμὼν αὐτὴν ὀρθῶς ὄπτησον ἅπασαν ἁλσὶ μόνον λεπτοῖσι πάσας καὶ ἐλαίῳ ἀλείψας .
Πρὸς ὀδόντας μεμελασμένους . ] Ἅλας ὀρυκτὸν μέλιτι φυράσας , ὄπτησον ἐπὶ κληματίδων , καὶ τρίψας μίξον σμύρνης βραχὺ καὶ
4652309 ἐμβαλλεϲθω
ϲκαμμωνίαϲ # α οἴνου ξε ε , ταῦτα λειότατα γενόμενα ἐμβαλλέϲθω ὀθονίῳ καὶ ἀκριβῶϲ περιϲφιγχθὲν τὸ ῥάκοϲ ἀποκρεμάϲθω εἰϲ τὸν
μᾶλλον καθαίρει : καθαίρει δὲ καὶ φλέγμα καὶ χολήν . ἐμβαλλέϲθω δὲ αὐτῆϲ ὅϲον ⋖ ε εἰϲ δύο κοτύλαϲ ὕδατοϲ
4646624 γραφε
. ἐπέκεινα πάντων τῶν συναγωνιζομένων . * * ὑπὲρ ἅπαντας γράφε καὶ μὴ ὑπὲρ ἁπάντων : οὕτω γὰρ ἔχει πρὸς
Ἐλέου βωμός . ἀλλὰ καὶ σύ , πάτερ , μοι γράφε , πότε παρὰ Λακεδαιμονίοις Ὑακίνθια καὶ παρὰ Κορινθίοις Ἴσθμια
4644497 ὑποκαθηραι
ἄξει καλῶς : καὶ μετὰ τὸν κλυσμὸν ὀνείῳ γάλακτι ἑφθῷ ὑποκαθῆραι ὀκτὼ κοτύλῃσι , μέλι δὲ παραχέων διδόναι πίνειν :
ὑποκαθῆραι : τῇ δὲ ὑστεραίῃ τῷ ἀπὸ ἐρεβίνθων λευκῶν χυλῷ ὑποκαθῆραι δύο χοεῦσιν , ἅλας δὲ παρεμβαλὼν διδόναι πίνειν :
4639333 πληρωϲον
κολοκυνθίδα ἀγρίαν τρυπήϲαϲ κάθαρον τὸ ἔϲω εὖ μάλα , εἶτα πλήρωϲον αὐτὴν ἐλαίου δαφνίνου καὶ πρόϲβαλε ὑοϲκυάμου λευκοῦ ϲπέρματοϲ μὴ
μέλανα καὶ ϲανδαράκην ἴϲα λεάναϲ μετ ' ἐλαίου ἀναλαβὼν ἐρίῳ πλήρωϲον τὸν μυκτῆρα . Ἄλλο . χαλκοῦ ἄνθοϲ καὶ ἰὸν
4637685 ἐγχριειν
ἀπεζεϲμένῳ καὶ καταμύειν ϲυνέχοντα τὰ ὑγρὰ ἢ ἐλαίῳ παλαιοτάτῳ ὁμοίωϲ ἐγχρίειν : ἢ ϲτυπτηρίαϲ ϲχιϲτῆϲ κεκαυμένηϲ ἐπ ' ὀϲτράκου ⋖
ἔμετον ποιήσῃς : ἢν δὲ οἷον λίθοι ὑποτρέχωσιν , φάρμακον ἐγχρίειν ὅ τι πλεῖστον ἄγειν δάκρυον μέλλει , καὶ τὸ
4620872 μιξαντεϲ
δηλητήριον ὄν : τινὲϲ δὲ καύϲαντεϲ αὐτὸν ὡϲ τεφρωθῆναι καὶ μίξαντεϲ ἑτέροιϲ εἴδεϲιν ἐπὶ κωλικῶν τε καὶ τῶν εἰλεωδῶν ἐδίδοϲαν
τὴν ἀηδίαν τῆϲ προϲφορᾶϲ αὐτῶν , ὄξοϲ ὕδατι πολλῷ ψυχρῷ μίξαντεϲ ϲυνεχωρήϲαμεν ἐν τούτῳ βάπτειν . ἔϲτω δὲ τὸ ὄξοϲ
4619251 λαμβανετω
τρανότερα εἶναι τῆς νῦν προκειμένης πραγματείας , παρ ' ἐκείνου λαμβανέτω . τρανότερα δ ' ἐστὶ καὶ τὰ περὶ τῶν
οὐγ . ʹʹ βδελλίου . . . οὐγ . ʹʹ λαμβανέτω τούτων πρὸς τὴν δύναμιν ὁ κάμνων γρ . γʹ
4600183 διδωμι
. εἰ μὲν γὰρ οὖν κρείττων ἐστὶ τῇ τύχῃ , δίδωμι τὰς μυρίας . εἰ δὲ τὴν αὐτήν μοι ἔχει
τι τήνδε τὴν λεπαστὴν ἐκπιών , τῷ Διονύσῳ πάντα τἀμαυτοῦ δίδωμι χρήματα . λοιβάσιον ᾧ τὸ ἔλαιον ἐπισπένδουσι τοῖς ἱεροῖς
4593311 ἀποσειρωσας
καʹ : εἶτα λαβόμενος ὕδατα καὶ τίτανον , ποίησον χυλὸν ἀποσειρώσας ἔχε . Ἔπειτα λαβόμενος τὴν σανδαράχην , ζέσον ἔλαιον
: πρὸς τὴν λείωσιν ἐπίβαλλε τὸ ὑγρὸν καὶ τοῦτο - ἀποσειρώσας , καὶ ὁρᾷς ἐν τῇ λειώσει διαφορὰν χρωμάτων ὡς
4584834 ῥιψον
ψυλλίῳ καὶ τῷ κνιδοϲπέρματι νυχθήμερον καὶ τότε ἑψήϲαϲ αὐτὰ μὲν ῥῖψον , τὰ δὲ τηκτὰ μίξαϲ τῷ ἐλαίῳ ἀνάλυε .
τοῦτο τὸ τετράσσαρον ; Τραιανοῦ ; φέρε . Νέρωνος ; ῥῖψον ἔξω , ἀδόκιμόν ἐστιν , σαπρόν . οὕτως καὶ
4577488 καταπαττειν
ὑγρὸν ὡς περιρρεῖν , καὶ διὰ τοῦτο ἄμεινον ἔδοξέ μοι καταπάττειν χνοώδη σμύρναν ἢ ἀλόην ἢ λιβανωτόν , ἤ τινα
μία σκόνυζα καὶ θύμω δύο . μηδὲν κοτυλίζειν , ἀλλὰ καταπάττειν χύδην . τουτὶ τί ἐστιν ; ὡς ἀνεκὰς τὸ
4529766 προσφερε
δάκνειν . πρόσαιρε τὸ κανοῦν , εἰ δὲ βούλει , πρόσφερε . κἀκ πιθῶνος ἤρυσαν ἄκρατον . κἄπειθ ' ἵνα
ψυχρότεροι τοῦ ἄλλου σώματος : θερμοῖσι δὲ ἐοῦσι θέρμασμα μηδὲν πρόσφερε , ἀλλὰ παρατήρει ὅκως μὴ ψυχθήσονται : πόματι δὲ
4528097 ἐμπλαστρωδες
, εἶτ ' ἐπιβαλὼν μέλι καὶ τερεβινθίνην ὁμοῦ συλλειώσας ποίει ἐμπλαστρῶδες , εἶτα προανάτριβε τὸν τόπον προαποβάπτων τὸν δάκτυλον ὄξει
νίτρον , ἕκαστον ἰδίᾳ λειότατον προποιήσας , ἕψε ἅμα ἕως ἐμπλαστρῶδες γένηται , πρόπολιν δὲ καὶ χαλβάνην ἐπὶ τέλει :
4525309 ἐπιδος
τούτῳ τὸ αἷμα τῆς πληγῆς ἐκμάξας τῷ δακόντι κυνὶ φαγεῖν ἐπίδος . „ κἀκεῖνος γελάσας ἔφη : ” ἀλλ '
πριαμένη , ” φησίν “ ὦ γύναι , φάρμακον , ἐπίδος , καὶ ἐλευθέρωσον . ” ἡ δὲ καὶ ἐπρίατο
4523325 ἐργαζου
ἐοικὼς ἐν τῷ ταχέως ὃν δόξειεν εἰς ὕψος αἴρειν . ἐργάζου δὴ τὸ ὕψος σύνδικον μὲν τὸν Αὐξέντιον μὴ ποιῶν
οὐκ ἔχωδιαρρήξας αὐτοῦ τὸν χιτῶνα καὶ ἐπιδοὺς εἶπε : Λαβὼν ἐργάζου καὶ σιώπα . Δυσκόλου ταυλίζοντος † κατεπήδησε τις .
4516783 μονοσιτεειν
ἐνδεέστερον : καὶ ἔμετον ποιησάμενος προσαγέτω , καθάπερ γέγραπται : μονοσιτέειν δὲ τοῦτον τὸν χρόνον ξυμφέρει μέχρις ἂν καταστῇ .
, οὕτω γὰρ ἂν ἀπὸ ἐλαχίστων ἐμπιπλαῖντο : ἀλλὰ καὶ μονοσιτέειν καὶ ἀλουτέειν καὶ σκληροκοιτέειν καὶ γυμνὸν περιπατέειν ὅσον οἷόν
4514856 ἀπελεγξαι
εἶναι . τούτου δὲ τί ἂν εἴη χαλεπώτερον ἢ μᾶλλον ἀπελέγξαι τὴν ἐν τῇ ψυχῇ δυσγένειαν δυνάμενον δι ' ἐπιστήμης
ἀφανίζειν , ἡγούμενοι ἐμοὶ μὲν ταύτην τὴν αἰτίαν ἀπορωτάτην εἶναι ἀπελέγξαι , αὐτοῖς δὲ ἐξεῖναι μᾶλλον ὅ τι ἂν βούλωνται
4511469 πληρωσον
κολοκυνθίδα ἀγρίαν τρυπήσας κάθαρον τὰ ἔσω εὖ μάλα . εἶτα πλήρωσον αὐτὴν ἐλαίου δαφνίνου καὶ πρόβαλλε ὑοσκυάμου λευκοῦ σπέρματος μὴ
βάθους καὶ πλάτους τοῦ αὐτοῦ , ἢ καὶ πλέον , πλήρωσον χώματος μετὰ κόπρου μεμιγμένου ἀπὸ αἰγῶν , ἀπολιπὼν ἡμιπηχυαῖον
4485627 σεσησμενον
καὶ παραχρῆμα κενοῖ . ἄλλο . κόκκον Κνίδιον κεκομμένον καὶ σεσησμένον ἀναλάμβανε μέλιτι , ποιῶν πάχος γλοιοῦ καὶ δίδου κοχλιάριον
. διαττᾶν Ἀττικοὶ λέγουσι τὸ σήθειν , καὶ διηττημένον τὸ σεσησμένον . διδυμάονε : οἱ κεχωρισμένοι τοῖς σώμασι , δίδυμοι
4485107 ἐδωρησω
, χαίροντες κατ ' ἔτος , σῆι τε πανηγυρίηι εἶτα ἐδωρήσω περιτελλομένου ἐνιαυτοῦ αὐτοῖς μηνὶ Παχὼν πᾶσιν ἐς εὐφροσύνην .
: παραινεῖ εἰς ἄχρηστα μὴ ἀναλίσκειν . Μῆλα Ἑσπερίδων μοι ἐδωρήσω : ἐπὶ τῶν πολυτελῆ χαριζόντων : Λέγουσιν ὅτι γυναῖκές
4481175 μιμησαι
ποιεῖ , μονονουχὶ βοῶν τίς τὰς εὐθύνας λαμβάνειν προῄρηται ; μίμησαί μου πρὸς θεῶν , Αἰσχίνη , τὴν πρόκλησιν :
δὲ ἐν ταῖς τῶν μὴ γραφόντων αἰτίαις . ἢ τοίνυν μίμησαί μου τὸ γράφειν ἢ σύγγνωθι σιωπῶν . Τί δεῖ
4478313 ὀπτησας
ἄρνας : τὸ τελευταῖον δ ' ὁ μάγειρος ὅλον τέρας ὀπτήσας μεγάλῳ βασιλεῖ θερμὴν παρέθηκε κάμηλον . Ἀριστοφάνης δὲ Ἀχαρνεῦσιν
εὗσέ τε μίστυλλέν τε καὶ ἀμφ ' ὀβελοῖσιν ἔπειρεν . ὀπτήσας δ ' ἄρα πάντα φέρων παρέθηκ ' Ὀδυσῆϊ θέρμ
4465946 ἐνεγκον
ἄπελθε ἐν εἰρήνῃ μεθ ' ὑγείας , καὶ τὴν φάσιν ἔνεγκόν μοι . Μὴ ὁμοιωθῇς τῷ κόρακι , ὃν ἐξαπέστειλε
ἄπελθε ἐν εἰρήνῃ μεθ ' ὑγείας , καὶ τὴν φάσιν ἔνεγκόν μοι . Μὴ ὁμοιωθῇς τῷ κόρακι , ὃν ἐξαπέστειλε
4462874 ἐκπιων
ἅπαξ μόνον . Ἢν ἐγὼ πάθω τι τήνδε τὴν λεπαστὴν ἐκπιών , τῷ Διονύσῳ πάντα τἀμαυτοῦ δίδωμι χρήματα . Μείζων
ἅπαξ μόνον , ἢν ἐγὼ πάθω τι τήνδε τὴν λεπαστὴν ἐκπιών , τῷ Διονύσῳ πάντα τἀμαυτοῦ δίδωμι χρήματα . εἰ
4457410 ἐδωκα
δὲ ἄλλη ποίησις ἔργον ἐποιήσατο τὴν εἰκόνα τὴν σήν ; ἔδωκα δ ' ἂν ἔγωγε καὶ ἀνάστασιν τῷ ἀγάλματι ἐν
φασιν αἴτιον εἶναι , ἐγὼ οὐκ αἴτιος : οὐ γὰρ ἔδωκα . Αἰτιάσασθαι μὲν οὖν καὶ καταψεύσασθαι ἔξεστι τῷ βουλομένῳ
4454805 μοδιον
: διὸ λίθῳ φησὶν αὐτὴν κλασθῆναι . Γ κυψέλην ] μόδιον . ξυνῆλθεν οὑργάτης Γ λεώς Γ : διὰ γὰρ
τὸ ἀληθὲς εἶχεν , εἶπε : μυρίους ὀλύνθους ἔχει καὶ μόδιον ἕνα καὶ ὄλυνθον ἕνα . Μόψος δὲ συὸς ἐπὶ
4447208 ποιησῃς
τί εἶπεν καὶ ἐπιφέρει . Ἐὰν ᾖς νοήμων , καὶ ποιήσῃς ὡς γέγραπται , ἔσῃ μακάριος . Καὶ τί ἀλλαχοῦ
. Εἴρηκε γὰρ ὑποκατιὼν οὕτως : Ἐὰν ᾖς νοήμων καὶ ποιήσῃς ὡς γέγραπται , ἔσῃ μακάριος : νικήσεις γὰρ μεθόδῳ
4441449 ἑψηθηναι
ἡ ῥίζα ἑψημένη ὑδρομέλιτι . κἂν τούτῳ ἐπιβαλλομένου μετὰ τὸ ἑψηθῆναι λινοσπέρμου μέρη βʹ , θερμίνου ἀλεύρου μέρος ἓν καὶ
# α . τὴν σκίλλαν ἐμβαλὼν ζύμῃ καὶ ὀπτήσας ὥστε ἑψηθῆναι , τὴν σκίλλαν ἐξελὼν καὶ ἐξινιάσας στάθμισον καὶ βαλὼν
4437167 ϲχινινῳ
προϲεμβάλλουϲαν μυρϲίνηϲ ἢ ϲχίνου ἢ ῥόδων , εἶτα ῥοδίνῳ ἢ ϲχινίνῳ χρωμένην καὶ κηρωτῇ ϲὺν ψιμυθίῳ , καὶ ῥύπτειν δέ
χρηϲτέον δὲ καὶ τοῖϲ ἔξωθεν ϲυγχριϲτοῖϲ , οἷον μυρϲίνῳ ἢ ϲχινίνῳ μετὰ μυρϲίνηϲ ἢ μάννηϲ ἢ κιμωλίαϲ φρυκτῆϲ ἢ ϲτυπτηρίαϲ
4434642 ἀπηφριϲμενου
εἰϲ ἀγγεῖον ὑέλινον δέχεϲθαι τὸ ὑγρὸν μίξαντάϲ τε καλοῦ μέλιτοϲ ἀπηφριϲμένου μέροϲ ἓν πρὸϲ τρία μέρη τοῦ χυλοῦ τιθέναι ἐν
: Λιβυϲτικοῦ ϲελίνου ϲπέρματοϲ ζιγγιβέρεωϲ θύμου ἀνὰ # α μέλιτοϲ ἀπηφριϲμένου τὸ ἀρκοῦν : δίδου κοχλιαρίου τὸ ἥμιϲυ ἕωθεν καὶ
4422380 μιϲγειν
. ἔλαιον δὲ τὸ ἀπὸ τῆϲ ὄμφακοϲ ἢ ῥόδινον : μίϲγειν δὲ χρὴ ϲίραιον Ἑλληνικὸν ἢ Κρῆτα καὶ ἐνεψεῖν μελίλωτον
τρίβειν κατ ' ἰδίαν παραχέοντα τοῦ ἀποβρέγματοϲ καὶ ποιήϲαντα μάζαϲ μίϲγειν , εἰ μὲν ϲφοδρῶϲ βουλοίμεθα ϲιναπίζειν , β μέρη
4391994 ἐφεκτικων
ἀγρίων . . . . . ξεστ . βʹ οὔων ἐφεκτικῶν . . . . . . ξεστ . βʹ
ὀλίγον ἁλῶν ἢ γάρου μίξαϲ ἐμ - βάλλοιϲ τι τῶν ἐφεκτικῶν γαϲτρὸϲ ἄχρι τοῦ μὴ λυπῆϲαι τὴν γεῦϲιν , ἥδιϲτόν
4382127 μιξας
. ] Κεδρίας κοχλιάρια δύο , ἐλαίου ὠμοτριβοῦς κύαθον ἴσα μίξας δὸς ῥοφῆσαι . τοῦτο πάντα πόνον παντελῶς ἀποθεραπεύει .
καὶ ὠῶν ἀνέφθων λεκύθους βʹ . καὶ βραχὺ ῥόδινον καὶ μίξας ἐπιμελῶς καὶ χλιάνας κατάπλασσε ἀμείβων συνεχῶς . ἄλλο .
4380436 φαγετω
δὲ πινέτω : τῇ δὲ ὑστεραίῃ ἔλασσον ἢ ὡς μεμαθήκει φαγέτω , καὶ πινέτω οἶνον μέλανα , ἡδὺν , αὐστηρὸν
ἡ δύναμις εἰς τοὺς αἰῶνας . Ἀμήν . Μηδεὶς δὲ φαγέτω μηδὲ πιέτω ἀπὸ τῆς εὐχαριστίας ὑμῶν , ἀλλ '
4373663 κολοκυνθιδος
χυλοῦ . . . . . δρ . δʹ ἐντεριώνης κολοκυνθίδος . . δρ . αʹ ἀλόη . . .
μὲν κάθαρσις τῶν καταποτίων διὰ σκαμμωνίας καὶ ἀλόης , καὶ κολοκυνθίδος , ἑκάστου δ ' αὐτῶν ἴσον , λειωθέντα δὲ
4366842 Ἑκαμηδη
πινόμενα λέγει ὁ ποιητής : τοῖσι δὲ τεῦχε κυκεῶ ἐυπλόκαμος Ἑκαμήδη . . . ἣ σφῶιν πρῶτον μὲν ἐπιπροίηλε τράπεζαν
ὁ ποιητὴς ἐν τῷ : τοῖσι δὲ τεῦχε κυκεῶ ἐυπλόκαμος Ἑκαμήδη καὶ τὰ ἑξῆς . τὸ δέ : ἄλλος μὲν
4355110 σιλφιῳ
λείψανα συντιθείς , οἴνῳ διαίνων , ἔντερ ' ἁλὶ καὶ σιλφίῳ σφενδονῶν , ἀλλᾶντα τέμνω , παραφέρω χορδῆς τόμον ,
κύκλῳ , παράσχισον χρηστῶς , διαπτύξας θ ' ὅλον τῷ σιλφίῳ μάστιξον εὖ τε καὶ καλῶς , τυρῷ τε σάξον
4345253 ἐμβαλλε
προαναζέσας , ἢ ὑοσκυάμου χυλὸν ἢ καρπὸν μετὰ οἰνογάλακτος φυράσας ἔμβαλλε εἰς δέρμα ἐλάφου καὶ περίαπτε τὸν δεξιὸν μηρὸν καὶ
Ὅτε δὲ μᾶλλον παρηγορῆσαι βούλει , τοῦ μὲν ῥοδίνου γοζ ἔμβαλλε , μυελοῦ δὲ καὶ στέατος χηνείου ἀνὰ δραχ .
4343859 θυμβραν
ἐλαίου ἄλειφε . [ Πρὸς στόμαχον . ] Πήγανον καὶ θύμβραν μετὰ ὠοῦ καὶ κύμινον καὶ ἡδυόσμου τὰς ῥίζας δὸς
φλόμον , ἀνθέρικον , φηγόν , κισθόν , θύμα , θύμβραν . αὐτοῦ τὴν χερνίβα παύσεις . σφυράδων πολλῶν ἀναμέστη
4341117 ἐδωκας
βωμὸν μεταμέλειν τέ σοι ἔφησθα καὶ πείσας ἐμὲ πιστὰ πάλιν ἔδωκάς μοι καὶ ἔλαβες παρ ' ἐμοῦ ; καὶ ταῦθ
ἀπέφηνας τῶν χρεῶν , ἐπειδὴ δὲ δευτέρῳ μηνὶ τὴν ἀπόφασιν ἔδωκάς μοι , τοῦ νόμου κελεύοντος τριῶν ἡμερῶν , νῦν
4336996 ὀδελου
οἷον ὀροδάμνους παρὰ τὸ ὀρούειν . * ἀμμίγδην : ὁμοῦ ὀδελοῦ : ἀντὶ τοῦ ὀβελοῦ Δωρικῶς ἢ Αἰολικῶς : καὶ
μολίβῳ εἰδήνατο χροιή . τῷ δ ' ὁτὲ μὲν σμύρνης ὀδελοῦ πόρε διπλόον ἄχθος , ἄλλοτε δ ' ὁρμίνοιο νέην
4321491 χωνευσας
καὶ ὑδραργύρου μέρη βʹ , καθάρισον τὸν κασσίτερον : οὕτως χωνεύσας αὐτὸν χύσον εἰς ὕδωρ θαλάσσιον τρὶς , ἀθρόως μεταβαλὼν
ζύμην , καὶ ὄπτα . Τοῦτο ποίει ἑπτάκις . Ταύτην χωνεύσας εὕροις ἄργυρον κάλλιστον . Πάντα μαλάσσει , πάντα λευκαίνει
4310621 ῥιγουτω
διδόναι ὡς πλείστην , καὶ τοῖσι λουτροῖσι λούειν , μηδὲ ῥιγούτω , καὶ μαλθακῶς κοιμάσθω . Οὕτω ταύτην τὴν νοῦσον
ᾖ ἀνίστασθαι , ὀλίγα περιπατεέτω ἑκάστης ἡμέρης : καὶ μὴ ῥιγούτω , καὶ λουέσθω μὴ πολλῷ . Καὶ ὁκόταν σοι
4310377 τρυβλιον
μετὰ δὲ τὴν κάθαρσιν τοῦ χυμοῦ ἐς ἑσπέρην , φακῆς τρυβλίον ῥοφεέτω ψυχρῆς ἀνάλτου , σίλφιον δὲ ἐπιξύσθω πουλὺ ,
ἀνθηρὸν ἦν , γλαφυρὸν σφόδρα : φακῆς κατ ' ἄνδρα τρυβλίον μεστὸν μέγα . πρώτιστον οὐκ ἀνθηρόν . ἐπὶ ταύτῃ
4306196 ἐπιτιθεμενης
δυνηθήσεταί τις συλλαμ - βάνειν . ὁ γοῦν Ἀσκληπιάδης φησὶν ἐπιτιθεμένης τῆς διὰ πηάνου κηρωτῆς ἑλκωμένῳ τὰ σκέλη ἀντίληψιν τῷ
ἀροῖ καὶ πονεῖ , ἀλλὰ μετὰ τῆς ἐξ ἡμῶν ἀνάγκης ἐπιτιθεμένης αὐτοῖς . ἐριπλεύρῳ φυᾷ : τῇ μεγαλοπλεύρῳ φύσει τῶν
4303256 χαρτου
πρὸς νομὰς φαρμάκοις κεχρῆσθαι , ὡς τῷ διὰ τοῦ κεκαυμένου χάρτου ξηρῷ καὶ τῷ οἰσυπηρῷ τροχίσκῳ καὶ τοῖς ὁμοίοις ,
τερεβινθίνης # α μίξας συλλέαινε καὶ χρῶ ὡς τὸ διὰ χάρτου , διά τε πυουλκοῦ ἔνιε καὶ διὰ μότου παρατιθείς
4292121 νεαραϲ
κωδίαϲ μήκωνοϲ ϲὺν τῷ ϲπέρματι ι ϲυμμέτρουϲ τῷ μεγέθει : νεαρὰϲ μὲν μήτε πάνυ μαλακὰϲ μήτε ϲκληρὰϲ ταύταϲ βρέχειν δεῖ
δέ : δεῖ δ ' αὐτὰϲ δριμείαϲ τε ϲφόδρα καὶ νεαρὰϲ ὑπαρχούϲαϲ εἰϲ λεπτὰ κατατέμνειν , καὶ πρὸ δυεῖν ἢ
4289957 θυϊαν
πιτυΐνην καὶ , ἐπὰν μηκέτι μολύνῃ , βαστάσας κατακένωσον εἰς θυΐαν καὶ τῇ σπάθῃ μαλάξας ἀνελόμενος ἀπόθου εἰς δέρμα καὶ
φέρ ' : οἶς ' ὀβελίσκους δώδεκα : κρεάγραν : θυΐαν : τυρόκνηστιν παιδικήν : στελεόν : σκαφίδας τρεῖς :
4276282 συνθεις
τοῦ τίς ὁ καλούμενος ἱερὸς ἰχθὺς ὁ τὴν Τελχινικὴν ἱστορίαν συνθείς , εἴτε Ἐπιμενίδης ἐστὶν ὁ Κρὴς ἢ Τηλεκλείδης εἴτ
. οὗτος δέ ἐστιν Αἰσχύλος ὁ καὶ τὰ Μεσσηνιακὰ ἔπη συνθείς , ἀνὴρ εὐπαίδευτος . ὑπολαμβάνων οὖν μέγαν εἶναι δαίμονα
4265679 φαβα
πεπέρει , δαύκου ῥίζα καταπλασσομένη . ὁ δὲ Δουλκήτιός φησι φάβα ἠριγμένον ῥασιθὲν καὶ ἐπιτεθέν . Διφρυγὲς μετ ' ὄξους
σατυρικῷ Πρωτεῖ οὕτω μνημονεύοντος τοῦ ὄρνιθος : σιτουμένην δύστηνον ἀθλίαν φάβα , μέσακτα πλευρὰ πρὸς πτύοις πεπλεγμένην . κἀν Φιλοκτήτῃ
4264358 δωσω
, ὁμηλικίη δ ' ἐμοὶ αὐτῷ : τοὔνεκα σοὶ προτέρῳ δώσω χρύσειον ἄλεισον . ” ὣς εἰπὼν ἐν χερσὶ τίθει
τὰ φθόρια τὴν Ἱπποκράτους προσκαλούμενοι μαρτυρίαν λέγοντος : “ οὐ δώσω δὲ οὐδενὶ φθόριον ” , καὶ ὅτι τῆς ἰατρικῆς
4264019 βουλει
ἑξῆς τετράδες , ἔπειτα πεντάδες , καὶ τοῦτο μέχρις οὗ βούλει : οὕτω γὰρ τῆς τούτων ἐκθέσεως θείῳ τινὶ καὶ
μισθοῦ τοῖς Ἕλλησι διηκονοῦντο ἄνθρωποι βάναυσοι καὶ δημόσιοι . Ἀλλὰ βούλει γνῶναι τὴν παρὰ φιλοσοφίας συντέλειαν ; νόμον ἔμψυχον εἶναί
4252580 ἐκπεμπεις
ἐξέσῳς ' ἐπὶ χθόνα καί μοι , πολὺν γὰρ πέλανον ἐκπέμπεις δόμων , φράσον σελήνας τάσδε πυρίνου χλόης ὀλολύζετ '
χρῆν ἐξαλείφειν ἅ γε μὴ προσίεσο : εἰ δὲ ἁπλῶς ἐκπέμπεις αὐτὸν καὶ οὐδέσιν οὐδὲ ὧν ἐπαινεῖς ἐᾷς ὁμιλεῖν τὴν
4251385 σμυρναν
ὑποκαίων , πρίσματα κυπαρίσσου ὑποβάλλων , θυμιῇν . Σκαμμωνίην , σμύρναν , λιβανωτὸν , μύρον περιχέας , ὑποθυμιῇν . Ἄσφαλτον
τις Ἴσιδος λεγομένη καὶ ἄλλη τις Νεῖλος , ἄμφω καὶ σμύρναν καὶ λίβανον παραπεφυκότα ἔχουσαι . ἔστι δὲ καὶ δεξαμενή
4249000 θελεις
ἢ τῷ σημαινομένῳ . Δικαίως ταῦτα πάσχεις : μᾶλλον δὴ θέλεις ἀγαθὸς αὔριον γενέσθαι ἢ σήμερον εἶναι . Πράσσω τι
ἐσχάτη ῥίζα τοῦ ἠρυγγίου , ἤγουν ἡ κεφαλή , καὶ θέλεις αὐτὴν εὐλήπτως ἐπιτυχεῖν , ποίει οὕτως : λαβὼν σπέρμα
4244758 ῥινισμα
, ἕως ὅτε μιγῶσιν καὶ συνγαμήσωσιν τὰ εἴδη καὶ χαλκοῦ ῥίνισμα . Καὶ μετὰ ταῦτα βάλλεις τὸ φάρμακον εἰς ἀγγεῖον
' ὄξους ἢ ὕδατος καὶ ἐλαίου ῥοδίνου βραχέος , καὶ ῥίνισμα μαρμάρου λευκοῦ ἢ λίθων λευκῶν ὁμοίως καταχριομένων . Εἰ
4243946 σηψον
εἰς τὴν ἰγδὴν ἐλαιῶδες φάρμακον , κατάθου εἰς πυξίδα καὶ σῆψον ἡμέρας μαʹ , ἢ καʹ , ἢ ιεʹ ,
ὕδωρ καὶ τὴν ὕλην βάλε εἰς φιάλην ὑέλινον , καὶ σῆψον ἐν κόπρῳ ἱππείᾳ ὡς τὸ πρότερον : καὶ ἐξελὼν
4238263 ῥακοϲ
καὶ ποιήϲαϲ βαλανοειδέϲ , ἔπειτα λαβὼν ῥάκοϲ ἰϲχνὸν περίπλαϲον τὸ ῥάκοϲ κατὰ κύκλον τῷ νάπυϊ πρὸϲ τὸ ἀποϲπάϲαι αὐτὸ ὅτε
ὁμοίωϲ μετ ' ὄξουϲ ἢ ὑοϲκύαμον μετ ' ὄξουϲ ἢ ῥάκοϲ ὄξει βρέχων ἐπιτίθει καὶ ϲυνεχῶϲ ἐπίβρεχε : κατάντλει δὲ
4232194 ἐχετω
τοσοῦτον ἔσται ἡ διάμετρος τοῦ πενταγώνου . Ἔστω ἑξάγωνον καὶ ἐχέτω τὴν διάμετρον κ : εὑρεῖν αὐτοῦ τὴν πλευράν .
τὸν τῆς Ε πρὸς Ζ , τουτέστι τὸν ἐπιταχθέντα . ἐχέτω δὲ νῦν ἡ Ε πρὸς Ζ ἐλάττονα λόγον ἤπερ
4229814 στομωσεις
ἀκόλουθον τῷ παρὰ τὰ εἰρημένα ὑπ ' αὐτοῦ εὖ μοι στομώσεις αὐτόν : ἐπὶ μὲν θάτερα οἵαν δικιδίοις . ἀμφήκει
; δίδασκε καὶ κόλαζε καὶ μέμνης ' ὅπως εὖ μοι στομώσεις αὐτόν , ἐπὶ μὲν θάτερα οἷον δικιδίοις , τὴν
4225827 ξεϲταϲ
Τὸ Ἰταλικὸν κεράμιον ἔχει χόαϲ ηʹ . Ὁ χοῦϲ ἔχει ξέϲταϲ Ϛʹ . Ὁ ξέϲτηϲ κοτύλαϲ βʹ , αἳ καὶ
, τινὲϲ δὲ # γ , ἀγχούϲηϲ # β ἐλαίου ξέϲταϲ λ ὕδατοϲ ξέϲταϲ εʹ κόπτε πάντα ἁδρομερῶϲ καὶ βρέχε
4216902 φαγε
Ἀττικοὶ καὶ τὸ ἰδέ ὀξύνουσι καὶ τὸ λαβέ καὶ τὸ φαγέ , ὁμοίως τῷ ἐλθέ , εὑρέ , εἰπέ .
ἰδέ ὀξυνόμενα Ἀττικά , Ἀθηναῖοι γὰρ αὐτὰ ὀξύνουσιν , οἷον φαγέ πιέ καὶ ὅσα τοῦ δευτέρου ἀορίστου . Τύπτου :
4208318 ἐσθιετω
τὸν λοιπὸν χρόνον ὑποβαίνων τῶν περιπάτων , τῶν σιτίων πλείω ἐσθιέτω , τὸν αὐτὸν τρόπον ὥσπερ ἀφῄρει , οὕτω δὴ
Ἐν δὲ τῇ καθάρσει , ἢν ἴῃ πολλὴ , λινόζωστιν ἐσθιέτω , καὶ πουλύποδας ἑφθοὺς ἁπαλοὺς , καὶ σιτίοισι μαλθακοῖσι
4208158 μισγε
δ , μυρσίνου # α . ξηρὰ λειώσας τὰ μεταλλικὰ μίσγε τῇ κηρωτῇ ψυγείσῃ καὶ ἀναξυσθείσῃ . Λιθαργύρου , ἡδυόσμου
αἴγειον περιξύσας τὸ αἶσχος , τῶν μὲν ἄλλων ἴσον ἑκάστου μίσγε , ὀριγάνου δὲ καὶ πηγάνου καὶ ψώρας καὶ κικίδος
4206639 ἡμιϲειαν
. τὸ γὰρ μύϲτρον ἔχει ϲταθμὸν ϲταγίων τριῶν ἤτοι οὐγγίαν ἡμίϲειαν . ἐν ἄλλοιϲ δέ φαϲιν , ὅτι ὁ κύαθοϲ
διαϲτήϲανταϲ ἡμέραϲ δ προϲάγειν τελείαν δραχμὴν καὶ μετέπειτα μίαν καὶ ἡμίϲειαν , εἶτα δύο καὶ τρεῖϲ , καὶ αὖθιϲ διαϲτήϲανταϲ
4195651 μαζαν
προειδότος αὐτοῦ τὴν φθορὰν καὶ μεμαντευμένου . μύρμηκες δὲ τὴν μάζαν τὴν τῆς διακορηθείσης ἐς μικρὰ καταθρύψαντες , ὡς ἂν
ἀκάριος . μάκτρα , παρὰ τὸ μάττειν ἐν αὐτῆ τὴν μάζαν . μέλισσα παρὰ τὸ μέλειν : οἰκονομικὸν γὰρ καὶ
4194719 κατατεμων
τἀργύριόν ἐστ ' ἰσάργυρον ; πότερον ἐγὼ τὴν βατίδα τεμάχη κατατεμὼν ἕψω τί φής ; ἢ Σικελικῶς ὀπτὴν ποιήσω ;
πτερύγια συντεμὼν ἑφθὰς ποιῶ , τὸ δ ' ἄλλο σῶμα κατατεμὼν πολλοὺς κύβους σμήσας τε λεπτοῖς ἁλσί , δειπνούντων ἅμα
4183914 μιξον
. Πρὸς ἀλφοὺς καὶ χρῶμα λευκόν . ] Ἀλκυόνιον καύσας μῖξον μέλιτι καὶ κατάχριε καὶ ἀλεύρῳ μίξας ὀροβίνῳ καὶ σιτίνῳ
τρίτον τὰς μὲν κωδύας ῥῖψον , τῷ δ ' ὕδατι μῖξον μέλιτος # α , καὶ ἑψήσας ἕως μελιτώδους συστάσεως
4178197 ὀβολουϲ
β πεπέρεωϲ ⋖ α : ὕδατι πλάϲϲε τροχίϲκουϲ ἄγονταϲ ἀνὰ ὀβολοὺϲ β καὶ δίδου μεθ ' ὕδατοϲ θερμοῦ τροχίϲκον α
ἔχει # ιβʹ , ⋖ ϘϚʹ , γράμματα ϲπηʹ , ὀβολοὺϲ φοϚʹ , θέρμουϲ ωξδʹ , κεράτια ͵αψκηʹ , χαλκοῦϲ
4175289 προσθετω
βραχὺ τὸ ο , ὡς λέγεται ὁδός . ταύτῃ τις προσθέτω γράμμα ἓν τῶν ἡμιφώνων τὸ ρ καὶ γενέσθω Ῥόδος
: γέγραπται γὰρ Ῥαχὴλ παλινῳδία , θεοφιλὴς εὐχή : ” προσθέτω μοι ὁ θεὸς υἱὸν ἕτερον ” , ἣν οὐδενὶ
4161475 πτισας
Τὴν κριθὴν πτίσας , ξήρανον ἐν ἡλίῳ , καὶ αὖθις πτίσας ξήρανον ἐν ἡλίῳ . ἀποτιθέμενος δὲ αὐτήν , παρέμπαττε
ὁμοίως ξηραίνει τὰ κατὰ τὴν γαστέρα ῥεύματα : εἰ μέντοι πτίσας αὐτὴν καὶ δὶς ἑψήσας ἀποχέοις τὸ πρότερον ὕδωρ ,
4160480 μιγνυς
τε στέαρ . τούτοις κέχρησο , τοῖς μὲν ἰσχυροῖς κηρωτὴν μιγνύς , τὰ δ ' ἀσθενῆ δαφνίνῳ ἐλαίῳ . Οὔτε
δίδου . Δίδου δέ ποτε μὲν αὐτὰ μετ ' ἀλλήλων μιγνύς , ποτὲ δὲ ἕκαστον καὶ καθ ' αὑτὸ πίνειν
4159995 σμιλακα
φησιν : ἑρπετὰ τῶν αἰεὶ τετρίφαται λοφιαί σμῖλον ] τὴν σμίλακα μάρψαις ] λάβῃς Οἰταίην δέ , τὴν οἴτου αἰτίαν
ἐκέλευεν ὁ ὄνειρος , ἔνθα ἂν τῆς Ἰθώμης εὕρῃ πεφυκυῖαν σμίλακα καὶ μυρσίνην , τὸ μέσον ὀρύξαντα αὐτῶν ἀνασῶσαι τὴν

Back