ταῦτα ὀρεκτικώτεροϲ ὁ πάϲχων γίνεται πολὺ καυϲούμενοϲ , πλείονοϲ δὲ μεταλαμβάνων ποτοῦ , οὐδὲν ἐκκρίνει οὔτε δι ' οὔρων οὔτε
διαφέρει τοῦτο τῆς μεταλήψεως , ἐν ᾗ ἐκεῖνός ἐστιν ὁ μεταλαμβάνων καὶ μὴ αὐτὸς ὁ φεύγων : ἀναγκαῖον εἰπεῖν καὶ
6508395 εὐνοων
τῶν οἰκείων , προσκολλώμενος καὶ ἑνούμενος τῇ ἑαυτοῦ γυναικί , εὐνοῶν μᾶλλον αὐτῇ ; διὸ καὶ μέχρι θανάτου πολλάκις ὑπεύθυνοι
δι ' ἐλευθερίαν : ἀπὸ τῆς γνώμης , οἷον εἰ εὐνοῶν , ἢ δύσνους ὤν : ἀπὸ ποσότητος κατὰ πρόσωπον
6231306 ἀχθεσθεις
ἀλάστορα ἐν τοῖς ἱεροῖς ἐγκεκρυμμένον δίοπτον εἶναι . Ὁ δὲ ἀχθεσθεὶς ἀπεστράφη πρὸς δυόμενον τὸν ἥλιον : καὶ οἱ μάντεις
ἐπ ' αὐτοῦ τὸν Νικήρατον ἐστεφάνωσεν , ὁ δὲ Ἀντίμαχος ἀχθεσθεὶς ἠφάνισε τὸ ποίημα . Πλάτων δὲ νέος ὢν τότε
6146788 εἰσερχομενων
διὰ τί οὐκ εἰσήρχετο , ἀπεκρίθη : ” ἐπειδὴ ὁρῶ εἰσερχομένων ἴχνη , ἐξερχομένων δὲ οὔ . ” οὕτως τινῶν
, οἷον διὰ τί μὴ αὔξεται ἡ θάλασσα τοσούτων ποταμῶν εἰσερχομένων εἰς αὐτήν , εἶτα κατὰ μικρὸν προερχόμενοι καὶ περὶ
6140974 λογιουμαι
. τούτων μὲν ὀβολόν , εἰ πολύ , τίθημι : λογιοῦμαι γάρ . αὗται δὲ ῥόαι . ὡς εὐγενεῖς .
. κἂν πάλιν δυνηθῶ , ποιήσω πάλιν καὶ οὐδὲν ὑμῖν λογιοῦμαι τῶν τοιούτων . οὐδὲ γὰρ οἱ γονεῖς τοῖς τέκνοις
6135065 ἀπαιτουμενος
τοὺς πολεμίους ἐξιχνεύουσαι τοὺς πλείστους αὐτῶν ἐθήρευον . Φίλιππος Ἀμφίπολιν ἀπαιτούμενος ὑπὸ Ἀθηναίων , ὁμοῦ δὲ καὶ Ἰλλυριοῖς πολεμῶν οὐκ
] οὐχὶ παραχρῆμα βασανίσας ἀπέκτεινεν . Δατάμης ὑπὸ τῶν στρατιωτῶν ἀπαιτούμενος μισθὸν μηνῶν πλειόνων , ἐς ἐκκλησίαν συναγαγὼν αὐτοὺς ἔφη
6050442 Ζητων
. Ἔσται καὶ χωλῶν δρόμος : τὸ ἄδηλον δηλοῖ . Ζητῶν Ἑρμῆν γλύψαι Κέρκοπα ἔγλυψα . Ἢ Ζεὺς ἢ Χάρων
φιλαργυρίας σημάνῃ προκεκριμένης καὶ τῶν χρηστῶν φίλων . αἰτῶν : Ζητῶν . . ἀργυρίδιον : Ἢ δανείου χάριν ἢ δωρεὰν
6023322 ὠχριασας
γὰρ αὐτῶν ἡ χροιά . Γ ὡρακιάσας : οἷον Γ ὠχριάσας Γ ἢ ἐκλυθεὶς ἢ Γ λιποψυχήσας Γ ἢ ἀθυμήσας
ὁ δὲ Ξάνθος : ” τί τοῦτο ; “ Αἴσωπος ὠχριάσας ἔφη ” οἱ δύο χοῖροι πόσους πόδας ἔχουσιν ;
6022397 προελαβεν
παραθήσομαι δὲ τἀνδρὸς ἓν ἢ δύο , ἐπειδὴ τὰ πλείω προέλαβεν ὁ Κεκίλιος . . , . : Πολέμων δ
καὶ ὁπλίτας καὶ ἱππέας καὶ τριήρεις , διὰ τοῦτο καὶ προέλαβεν ἐκ τῆς εἰσβολῆς τὴν λύσιν . καὶ νῦν ὁμοίως
5978703 ἰασιμον
δείκνυσι πολλῷ χείρω τὸν ἀκόλαστον τῷ τὸν μὲν ἀκρατῆ καὶ ἰάσιμον εἶναι , τὸν δὲ ἀκόλαστον ἀνίατον . ἔοικε γὰρ
ἢ ἀρετὴ ἐκ τοῦ ἀρέσκεσθαι . Ἀκεστόν : ἐστι τὸ ἰάσιμον παρὰ τὸ ἀκέσασθαι καὶ ἀνήκεσθαι τὸν ἀθεράπευτον . Ἄχος
5962678 ἀρχελειων
, παρίστησι δὲ καὶ τὸ πλῆθος τῶν ἀποθανόντων . τῶν ἀρχελείων ] λαῶν ἀρχόντων . . τῶν βασιλέων , ἀπὸ
δὲ παρίστησι καὶ τὸ πλῆθος τῶν ἀποθανόντων . . τῶν ἀρχελείων ] τῶν βασιλέων ἀπὸ τοῦ τῶν λαῶν ἄρχειν .
5962285 διηγηματικη
πρώτῳ μᾶλλον ἐπινίκῳ ἤπερ ἐγκώμιον πεποίηται τῷ Πινδάρῳ καὶ παρέκβασις διηγηματικὴ τῶν κατὰ Ἰάσονα , ἐδέησεν αὐτῷ καὶ δεύτερον γράψαι
πρώτῳ μᾶλλον ἐπινίκῳ ἤπερ ἐγκώμιον πεποίηται τῷ Πινδάρῳ καὶ παρέκβασις διηγηματικὴ τῶν κατὰ Ἰάσονα , ἐδέησεν αὐτῷ καὶ δεύτερον γράψαι
5953723 φρυαττομενον
Δημάδης δὲ ὁ ῥήτωρ ἐξ αὐλητρίδος ἐπαιδοποιήσατο Δημέαν , ὃν φρυαττόμενον ἐπὶ τοῦ βήματος ἐπεστόμισεν Ὑπερίδης εἰπών : οὐ σιωπήσῃ
χρυσῶν κυλίκων ἄφθονον πλῆθος κατασκευάζεσθαι , εἰ μὴ διὰ τὸν φρυαττόμενον μεγάλα τῦφον καὶ τὴν ἐπ ' αἰώρας φορουμένην κενὴν
5937719 φλυαρων
ἀπαίδευτον , ὡς ἂν συνηρανισμένον ἐκ συγκλύδων ὄχλου καὶ βιαίων φλυάρων . ὁ δὲ τούτῳ προσεταιριζόμενος ἀθλιώτερος μακρῷ . Ὁπότε
σαφές : ἀληθές μακρῷ χρόνῳ : πολλῷ χρόνῳ στωμυλμάτων : φλυάρων πιθανολογιῶν παρῆκα : ἀφῆκα κομψός : πέρπερος εἰσηγησάμην :
5924576 Τερηδων
ὑπὸ τῶν αὐτέων , καὶ διαφεύγει ὑπὸ τῶν αὐτέων . Τερηδών : ὅταν τερηδὼν γένηται ἐν τῷ ὀστέῳ , ὀδύνη
δὲ κέρατα ἀπὸ τῶν κερασφορούντων ζώων κεκλημένα . τϞεʹ . Τερηδών ἐστιν ὀστοῦ κατάτρησις ἀπὸ φθορᾶς . τὸ δὲ ὄνομα
5924409 ἐπεμψ
πρὸς βίαν , Εὐρυσθέως ἀρχαῖς ὑπείκων , ὅς μ ' ἔπεμψ ' Ἅιδου κύνα ἄγειν κελεύων ζῶντα πρὸς Μυκηνίδας πύλας
ἔμελλον οὐ πέμψειν φίλοι κήρυκας , ἐλθεῖν κἀπικουρῆσαι χθονί ; ἔπεμψ ' : ὀφείλων δ ' ἦλθε συμπονεῖν ἐμοί .
5915736 γραυϲ
οἴει δὲ τί ; ὁ μῦθόϲ ἐϲμεν Πάμφιλ ' ἤδη γραῦϲ γέρων ΑΠΟΛΛΟΔΩΡΟΥ [ ] οὐκ εὖ λογίζηι [ ]
παῖδα ? [ ! ! ! ! ! ] ου γραῦϲ ἔχει κακ ? [ μὴ τα ! [ ἰδού
5909551 διακενης
δι ' ἧς τύραννος ἐκολάκευσε δῆμον , καὶ τὸ πόλεμον διακενῆς ἀνατείνασθαι καὶ τῆς παρασκευῆς ἡ δαπάνη καὶ τὸ κατενεχθῆναι
τὰς εἰρημένας αὐτοῖς ἀποφηνάμενος , κἂν τὰ κράτιστα ὑποθῶμαι , διακενῆς ἐρραψῳδηκὼς ἔσομαι . εὐαρίθμητοι γάρ τινές εἰσιν οἱ μετ
5890872 στειχω
οι διφθόγγου γραφόμενα : γέγονε δὲ τὸ τοῖχος ἀπὸ τοῦ στείχω στοῖχος , καὶ ἀποβολῇ τοῦ σ τοῖχος . Τὰ
. ] Ὦ πρέσβυ , δόμων τῶνδε πάροιθεν στεῖχε . στείχω . τί δὲ καινουργεῖς , Ἀγάμεμνον ἄναξ ; σπεῦδε
5888988 καταρατε
τλητὸν ἔμοιγε . Σιώπα . Σοί γ ' , ὦ κατάρατε , σιωπῶ ' γώ , καὶ ταῦτα κάλυμμα φορούσῃ
ἀπένεγκον παρ ' ἐμοῦ τοὺς λόγους . Ἀπόδος , ὦ κατάρατε , τὰ πορθμεῖα . Βόα , εἰ τοῦτό σοι
5888280 ἀπερχομαι
] ὅλους ἐποίει δηλονότι ἀγορητάς . ἄνειμι ] ἀνέρχομαι , ἀπέρχομαι , ἀπελεύσομαι , μετελεύσομαι , ἀνελεύσομαι . ἐντεῦθεν ]
γὰρ ἄν με ἔπεμπον πάλιν πρὸς ὑμᾶς . νῦν δὲ ἀπέρχομαι πρὸς μὲν Λακεδαιμονίους ὑφ ' ὑμῶν διαβεβλημένος , Σεύθῃ
5872345 λαλειϲ
[ ὁρῶ ; τί βούλει , τηθία ; τί μοι λαλεῖϲ ; πατὴρ ἐμόϲ ; ποῦ ; παιδίον , Κράτεια
τί ] φήιϲ ; πέπονθαϲ ἀγάθ ' ; ὑπὲρ ταύτηϲ λαλεῖϲ [ ; ! ] ν ? ἔλεγ ' ἐμοὶ
5845863 ἐθελησεις
ἄλλ ' ἂν ἀπολαύσαιμι τοῦ μαθήματος ; καὶ ταῦτ ' ἐθελήσεις ἀπομόσαι μοι τοὺς θεοὺς ἵν ' ἂν κελεύσω '
ἐπιτύχοιμι . . ταῦτ ' ] διά , κατά . ἐθελήσεις ] νεύσειας . ἀπομόσαι ] ἐπομόσαι . ἀπομόσαι ]
5844439 ἀπει
ἐφεξῆς οἰομένους δεῖν λέγειν , ὡς ἂν μή τῳ δοκοίημεν ἀπει - ροκάλως ἔχειν , ταῦτά ἐστιν . ἰσχυρίζεται δ
ἔρωτι συμβαλλομένας νυκτερινὰς θεάς . τὴν δὲ Θεστυλίδα ὁ Θεόκριτος ἀπει - ροκάλως ἐκ τῶν Σώφρονος μετήνεγκε Μίμων : .
5843086 ταραττε
οὕτω βάλλε εἰς ὑέλινον ἀγγεῖον καὶ , ὅτε χρήσῃ , τάραττε τὸ ἀγγεῖον καὶ οὕτως ὑπόχριε τῇ μήλῃ καὶ ,
χρῆται ἐπὶ τῆς πολιτείας καὶ τῇ τοῦ ἀλλαντοπώλου τέχνῃ . τάραττε , φησί , καὶ συμφύρα τὰ πράγματα . ΓΘ
5834655 παραγινομενος
οὐχ ὡς θεωρῶν ἑαυτὸν οὔτε ὡς ἐκ ζητήσεως ἢ θεωρίας παραγινόμενος , ἀλλ ' ὡς ἔχων καὶ διδούς , ἅπερ
δὲ ἐγκωμιάζεσθαι . Ὁ αὐτὸς ἀγωνιᾶν ἔφησεν εἰς τὰ θέατρα παραγινόμενος οὐχὶ εἰ νικηθήσεται , ἀλλ ' ἵνα μὴ δόξῃ
5830016 ἀξοντα
ἐφίλησε : καὶ πάλιν Ἐρέβεος Ἐρέβευς , Θ ἐξ Ἐρέβευς ἄξοντα κύνα στυγεροῦ Ἀΐδαο , ἀντὶ τοῦ ἐκ τοῦ Ἐρέβους
λαβὼν χεῖρα , Ν Ἰδομενεῦς μένος , Θ ἐξ Ἐρέβευς ἄξοντα . Ἐγνωσμένης οὖν τῆς κατὰ τὰς διαλέκτους διαφόρου κλίσεως
5823143 Εὐξενιππον
- σιν ποιῆσαι . σὺ δ ' ἃ μὲν εἰπεῖν Εὐξένιππον φὴς οὐ τὰ ἄριστα τῶι δήμωι , οὐκ εἶχες
, ἐνθάδε δὲ μισεῖς Ὀλυμ - πιάδα ἐπὶ τῶι ἀπολέσαι Εὐξένιππον , καὶ φὴς κόλακα αὐτὸν εἶναι ἐκείνης καὶ Μακεδόνων
5802911 μεγαλοφωνιας
δύο δὲ μεγάλων μεγάλα καὶ τὰ ἔκγονα γίνεται . Περὶ μεγαλοφωνίας θέλει διαλεχθῆναι . αὕτη δὲ οὐκ ἂν γένοιτο ,
τούτου τοῦ μέρους ὁ Νικήτης σφόδρα ἐθαυμάζετοὁ δὲ οὕτω τι μεγαλοφωνίας ἐπὶ μεῖζον ἤλασεν , ὡς καὶ Γιγαντίαν ξυνθεῖναι παραδοῦναί
5799890 Δικαιοπολις
ἔλεγε σωρόν . Γ μόλις γ ' ἐνέδησα : ὁ Δικαιόπολις λέγει τὸν συκοφάντην . διπλῆ καὶ ἔκθεσις εἰς ἰάμβους
ἐπεὶ οὐκέτι τοῖσιν ἐῴκει ” . Γ οὗτος ] ὁ Δικαιόπολις . Γ Ἡράκλεις : διπλῆ : εἶτα ἕπεται δυὰς
5799660 προνωπης
τοῦτο δὲ ὑπὸ πολλῆς ὀργῆς συμβαίνει γίνεσθαι : ἄλλως : προνωπής ἀναιδής , παρὰ τὸ ἔμπροσθεν εἶναι τῶν ὠπῶν καὶ
ὀργῆς : εὐκατάφορος ἕτοιμος πρόχειρος . ἢ εὐχερής : ἄγαν προνωπής : προπετὴς καὶ εἰς τοὔμπροσθεν φερόμενος . τοῦτο δὲ
5787243 ἀναλωσας
Ἀλεξίου ἄρχοντος , εὐθὺς ἐγυμνασιάρχουν εἰς Προμήθεια , καὶ ἐνίκων ἀναλώσας δώδεκα μνᾶς . καὶ ὕστερον κατέστην χορηγὸς παιδικῷ χορῷ
ἐπιθυμητικῶς . ἐν εἰρωνείᾳ . . μνᾶς : Λίτρας . ἀναλώσας : Ἐξοδιάσας . λογίσασθαι : Λογαριάσαι ἡμῖν . Θ
5786893 Ἐχθες
εἰς τὸν οὐρανόν , ἕως ξυνετρίβη τῆς κεφαλῆς καταρρυείς . Ἐχθὲς δὲ μετὰ ταῦτ ' ἐκφθαρεὶς οὐκ οἶδ ' ὅποι
οὕτω γὰρ ἔσῃ μιμούμενος τοὺς ἀγήρως θεούς . νθʹ . Ἐχθὲς συγκλείσας τὰ βλέφαρα ὅσον ἡσυχῆ σκαρδαμύξαι πολὺν ἡγούμην τὸν
5784661 ἀγγειλας
τὰ ἐν Βοσπόρῳ γενόμενα ἧκεν εἰς τοὺς Μάχλυας καὶ πρῶτος ἀγγείλας αὐτοῖς τὸν φόνον τοῦ βασιλέως , “ Ἡ πόλις
: ἢ ἀντὶ τοῦ , ὦ τιμιώτατον εἰπὼν λόγον . ἀγγείλας : Εἰπὼν , μηνύσας . ἐπῶν : Διὰ τῶν
5769886 δυσφορων
. πήχεων Ἀττικοί , πηχῶν Ἕλληνες . ποτνιώμενος Ἀττικοί , δυσφορῶν Ἕλληνες . πλυνεῖς κατὰ τὴν πρώτην Ἀτθίδα , κναφεῖς
μὲν βασιλεὺς προσέταξεν ἀφεῖναι καὶ τὴν θέαν διαλύσας ἀπηλλάγη , δυσφορῶν ἐπὶ τῇ τοῦ Μακεδόνος ἥττῃ . ὁ δὲ Διώξιππος
5768191 ἀνακλιθεις
μορφήν . Γ κατεσκευασμένον εἰς ὄνου μορφήν . κλίνας ] ἀνακλιθείς . Γ οὗτος : ὁ ὄνος κεχηνώς . οὗτος
μορφήν . Γ κατεσκευασμένον εἰς ὄνου μορφήν . κλίνας ] ἀνακλιθείς . Γ οὗτος : ὁ ὄνος κεχηνώς . οὗτος
5762328 σκορδινωμαι
χεῖρας . Ἀριστοφάνης Ἀχαρνεῦσι : „ στέλω , κέχηνα , σκορδινῶμαι , πέρδομαι . „ ὅπερ καὶ περὶ τοὺς ἄλλως
οἱ νεοσσοὶ κεχήνασι δεόμενοι τῆς τροφῆς . τὸ δὲ “ σκορδινῶμαι ” ἀντὶ τοῦ κλῶμαι καὶ σπασμῷ συνέχομαι . οἱ
5756177 ἀπαντατω
αἰδῶ σκέπων , τῇ δεξιᾷ δὲ αὐτὸς ἑαυτὸν ἄγχων . ἀπαντάτω δ ' ἐξιόντι ἡ Μετάνοια δακρύουσα εἰς οὐδὲν ὄφελος
θέλῃ μαρτυρεῖν , προκαλεῖσθαι τὸν δεόμενον , ὁ δὲ κληθεὶς ἀπαντάτω πρὸς τὴν δίκην , καὶ ἐὰν μὲν εἰδῇ καὶ
5754262 Διφιλου
, οὐδὲ ἀνή - λισκον οὐδέν . Ἀνθεμίων δὲ ὁ Διφίλου καλλωπίζεται δι ' ἐπιγράμματος ὅτι ἀπὸ τοῦ θητικοῦ τέλους
ἔστιν ἐν ἀκροπόλει ἵππος ἀνδρὶ παρεστηκώς : καὶ τὸ ἐπίγραμμα Διφίλου Ἀνθεμίων τόνδ ' ἵππον ἀνέθηκεν θεοῖς , θητικοῦ ἀντὶ
5753440 εἰσοισεις
, ἀπ ' ἄλλης γε ἀνάγκης οὐδὲν ὅ τι οὐκ εἰσοίσεις . λέγω δὲ ἀνάγκην οὐ τὴν ἐπιείκειαν αὐτοῦ καὶ
Θηρίκλειον δεῦρο καὶ τὰ Ῥοδιακὰ κόμισον λαβὼν τοὺς παῖδας . εἰσοίσεις μόνος ψυκτῆρα , κύαθον , κυμβία , ῥυτὰ τέτταρα
5747757 διαπερων
σθένος διερχόμενος καὶ ἐνταῦθα κατερχόμενος . οἶσθα ] οἶδας . διαπερῶν ] τὴν μοῖραν . διαπερῶν ] διαβὰς αὐτήν .
διαπερῶν ] τὴν μοῖραν . διαπερῶν ] διαβὰς αὐτήν . διαπερῶν ] διερχόμενος . σὺ δ ' οὐδὲν ὕστερος :
5746454 συγγον
ὑπὸ ζυγοῦ ? [ ] ! ουμεν ? ἀρτίως καὶ συγγον [ [ ] ! [ ! ] αὖ ?
ὑπὸ ζυγοῦ ? [ ] ! ουμεν ? ἀρτίως καὶ συγγον [ [ ] ! [ ! ] αὖ ?
5744657 μιμνων
Προπεσών : πεσών . μίμνων : περιμίμνων , περιμένων , μίμνων τὸν ἀγρεύοντα μόρον , καλεῖ κατ ' Ἀττικούς .
ἔνδοθεν ὦκα μέλας καταλείβεται ἰχώρ , ὅς τε γυναικοφόνος νεάτῃ μίμνων ἐνὶ γαστρὶ κέκληται . τότε δ ' αὖτις ὑπὸ
5744275 ἀποφαγων
: Θρᾷξ εὐγενὴς εἶ πρὸς ἅλας ὠνημένος . Ἁλῶν μέδιμνον ἀποφαγών : ἐπὶ τῶν ἀχαρίστων . Ἄλλοι κάμον , ἄλλοι
μὲν ἑαυτοὺς τρέφειν , ἄλλους δὲ ἐπαγγελλομένων . Ἁλῶν μέδιμνον ἀποφαγών : ἐπὶ τῶν ἀχαρίστων . Ἅμαξα τὸν βοῦν ἕλκει
5741554 ΠΟΣ
φωνήεντι βαρύνεται : ἶπος ῥύπος ῥῶπος κῆπος . Τὰ εἰς ΠΟΣ δισύλλαβα παραλήγοντα διχρόνῳ καταλήγοντι εἰς Μ ἢ Π βαρύνεται
Τὸ δὲ ἕβδομον ἀπὸ τῶν εἰς ΜΟΣ μέχρι τῶν εἰς ΠΟΣ . Τὸ δὲ ὄγδοον ἀπὸ τῶν εἰς ΡΟΣ μέχρι
5733775 Δορκας
προϊόντα οὖν καὶ ἡλιοφανῆ γενόμενα χειμῶνας καὶ ὄμβρους προμηνύει . Δορκὰς ζῷόν ἐστι τετράπουν πᾶσιν ἀνθρώποις γνωστόν . τοῦτο ἐνεργεῖ
προϊόντα οὖν καὶ ἡλιοφανῆ γενόμενα χειμῶνας καὶ ὄμβρους προμηνύει . Δορκὰς ζῷόν ἐστι τετράπουν πᾶσιν ἀνθρώποις γνωστόν . τοῦτο ἐνεργεῖ
5724820 Ὠγαθε
μέντοι οὐδὲν λέγω . Τί δή , ὦ Σώκρατες ; Ὠγαθέ , ἐννενόηκά τι σμῆνος σοφίας . Ποῖον δὴ τοῦτο
τίνος σοι φῶμεν μάλιστ ' εἰρῆσθαι τοῦτον τὸν λόγον ; Ὠγαθέ , καὶ αὐτὸς ἐμαυτοῦ νυνδὴ κατεγέλασα . ἀποβλέψας γὰρ
5724595 ὑβριζομενος
ἔλεγεν , οὐδενὸς ἀκούοντος ἑτέρου , φυγεῖν μὲν ἐς Πομπήιον ὑβριζόμενος ὑπὸ τοῦ τότε ναυάρχου Καλουισίου , τὴν δὲ ναυαρχίαν
τις ὑπὸ τῶν νόμων ὁλοσχερεῖ ἀτιμίᾳ , ἀτιμάζεται δὲ ὁ ὑβριζόμενος ἔν τινι πράγματι . ἄττα ψιλούμενον καὶ δασυνόμενον διαφέρει
5719655 θηρευων
τις οὖν ἄν σοι δοκεῖ θηρευτὴς εἶναι , εἰ ἀνασοβοῖ θηρεύων καὶ δυσαλωτοτέραν τὴν ἄγραν ποιοῖ ; Δῆλον ὅτι φαῦλος
αἰνὸν ἄμυνεν . Ἰξευτὰς ἔτι κῶρος ἐν ἄλσεϊ δενδράεντι ὄρνεα θηρεύων τὸν ἀπότροπον εἶδεν Ἔρωτα ἑσδόμενον πύξοιο ποτὶ κλάδον :
5719313 κατακλινομενος
καὶ παντοδαπὰ ἀθύρματα Διονυσιακὰ ἐξαρτήσας μετὰ τῶν φίλων ἐξ ἑωθινοῦ κατακλινόμενος ἐμεθύσκετο , συνηθροισμένων ἐπὶ τὴν θεὰν τῶν Πανελλήνων .
σφοδρότερον ἡ μὲν πρόρριζος ἀνθεστῶσα κατέπεσεν : ὁ δὲ ἀκέραιος κατακλινόμενος ἔμεινε . ὁ καιροῖς ὑπείκων οὐκ ἐκπεσεῖται τοῦ σώζεσθαι
5717601 βουνος
μιξοβάρβαρον προσεῖτο φωνήν . ὁ δ ' οὖν κεχρημένος τῷ βουνὸς ὀνόματι Φιλήμων ἐστίν , εἷς τῶν τῆς νέας κωμῳδίας
τοῦ τείχους κατεπαμύνεσθαι : ἔδωκε γὰρ ὀλίγην τινὰ σχολὴν ὁ βουνὸς ἐκεῖσε πρὸς τὸ φυλάττεσθαι πᾶσαν ἐπιβουλήν , τῷ διὰ
5714489 ἀνατειναμενος
ἐτόξευσε τὸ πρῶτον : ὡς δὲ ἔμαθεν ἄτρωτον ὄντα , ἀνατεινάμενος τὸ ῥόπαλον ἐδίωκε . συμφυγόντος δὲ εἰς τὸ ἀμφίστομον
ἑαυτὸν λέγει ὅτι ὥρμησα ὀξέως . θαρσέων : θαρρῶν φώνησον ἀνατεινάμενος , ὦ θυμὲ , ὅτι θείᾳ μοίρᾳ ἐγένετο πρὸς
5712517 κερδαινων
ποιῆσαι . ἀλλὰ νὴ Δία , ἴσως ἂν εἴποι , κερδαίνων τι ἰδίᾳ ὁ πατὴρ ἀπὸ τοῦ ἀργυρίου ἐκείνῳ μᾶλλον
. ἢ τί καὶ βουλόμενος ὁ Ἀλέξανδρος τοῦτο ἂν ἐτερατεύσατο κερδαίνων μηδὲ ἕν ; ἄλλως τε οὐδ ' ἂν ἔπρεπεν
5712145 ἐκομισαμην
Ἀσκληπιαδῶν γεγονότι , ἔπεμψα , καὶ παρ ' αὐτοῦ δὲ ἐκομισάμην ἀπόκρισιν , ἣν γράψας ἔδωκε καὶ ἐκέλευσεν ἐς σὸν
. Ἐπειδὴ πάλαι τῆς βοηθείας ἤρξω , καθ ' ἣν ἐκομισάμην τὴν ἐμαυτοῦ , βραχὺς ἀρκέσει μοι λόγος : πείθοντι
5711067 στροβει
τήμερον . φρόντιζε δὴ καὶ διάθρει πάντα τρόπον τε σαυτὸν στρόβει πυκνώσας . ταχὺς δ ' , ὅταν εἰς ἄπορον
ὧδ ' οὐδ ' ἐλαφρόν . Ἀλλ ' ἔπιθι καὶ στρόβει , μηδὲν ὀλίγον πόει : νῦν γὰρ ἔχεται μέσος
5710919 ἀσυνδετως
τοῦ στρατοῦ πλῆθος , ἐάσας ῥεῖ ὁρμᾷ χέεται κινεῖται : ἀσυνδέτως ταῦτα . πείθει δέ με ταῦτα σκοπεῖν ὁ ἐν
ἀσυνδέτως εἰώθαμεν . ἐνίοτε δὲ καὶ ὀνόματα πλείονα συνείροντες ἀλλήλοις ἀσυνδέτως , οὐ συμπλεκόμενα πρὸς ἑνός τινος σημασίαν , καθάπερ
5710418 ῥεγκεται
τι δεξιόν . Ὡς μεγάλ ' ὁ Παφλαγὼν πέρδεται καὶ ῥέγκεται , ὥστ ' ἔλαθον αὐτὸν τὸν ἱερὸν χρησμὸν λαβών
ῥέγκεται . οὐ γάρ ἐστι δόκιμον οὕτω λέγειν . ΓΘ ῥέγκεται ] ῥέγκει : ὁμοιοκατάληκτον δὲ μόνον τοῦτο εἴρηκεν :
5705913 τρεχε
κυβερνήτην κακόν . τύχην ἔχεις , ἄνθρωπε , μὴ μάτην τρέχε . εἰ δ ' οὐκ ἔχεις , κάθευδε ,
, ἄνδρες φίλοι : ἄρτους ἐπιλελήσμεθ ' ἀρκοῦντας πρίασθαι . τρέχε δή , παῖ . καὶ τοῦτο ἔλεγεν αὐτὸς γελῶν
5685425 ἐθορυβει
ἅμα καὶ φόβου . ὁ μὲν γὰρ τοῦ κινδύνου φόβος ἐθορύβει τὰς τῆς ψυχῆς ἐλπίδας , ἡ δὲ ἐλπὶς τοῦ
μετὰ τῶν εὐζώνων ἐς τὰ πλάγια τῆς ἱππομαχίας καὶ ἐμβαλὼν ἐθορύβει , μέχρι τὸν Λαίλιον οὐχ ἡσσημένον πω δεῖσαι περὶ
5683280 Χωρει
ὦνδρες , αὐτοὶ δὴ μόνοι λαβώμεθ ' οἱ γεωργοί . Χωρεῖ γέ τοι τὸ πρᾶγμα πολλῷ μᾶλλον , ὦνδρες ,
λύραν , ἔργον Εὐδόξου , τιταίνει ψίθυρον εὐήθη νόμον . Χωρεῖ ' πὶ γραμμὴν λορδὸς ὡς εἰς ἐμβολήν . Ὃς
5681462 λυχνοπωλης
καθιεμένην εἰς τὸ μύρον Ἀριστοφάνης εἴρηκεν ἐν Δαιταλεῦσιν . λυχνοποιός λυχνοπώλης , λύχνος λυχνοῦχος , λύχνιον ἐλλύχνιον , λυχνοκαυτεῖν ,
τὰ ξύλινα ἀγγεῖα . Θ ἐπώλει τοὺς λύχνους : ὅτι λυχνοπώλης ἦν . Θ καθελκύσας ] εἰς τὴν θάλασσαν .
5674351 εὐσωματει
ἐκτρέπω τὸ μεταποιῶ καὶ μεταβάλλω ἐκ τούτου εἰς τοῦτο . εὐσωματεῖ ] ἰσχυρός ἐστιν , γενναῖον σῶμα , πιαίνει τὸ
λέγειν . ἐπιτρέπεις ] ἀντὶ τοῦ “ συγχωρεῖς ” . εὐσωματεῖ γὰρ καὶ σφριγᾷ : ἐκ τοῦ ἐναντίου συγκατατίθεται :
5674304 Ἀντιασας
ἐπιτιθήσας . αἰόλος : διὰ τὴν πανουργίαν , πανοῦργος . Ἀντιάσας : ἐξ ἐναντίας ἐλθὼν , συναντήσας τὴν νῆα .
κακῆς . Ἅλμενος : πηδήσας . ἀνέσχε : ἀνῆλθεν . Ἀντιάσας : συναντήσας . Κέκλεται : σημαίνει . αὖ :
5672100 συμπλεοντας
φίλοι τεττάρων ἕκαστος ὀβολῶν διεπλεύσαμεν , καὶ οὐδὲν ἐδυσχέραινες ἡμᾶς συμπλέοντας , νῦν δὲ ἀγανακτεῖς , εἰ συνεμβησόμεθά σοι ,
ὑπέρθοιντο τὴν φυσικὴν τῶν γονέων εἰς τέκνα φιλοστοργίαν . ἐνταῦθα συμπλέοντας τοῖς περὶ τὸν Ἡρακλέα τοὺς ἐπικαλουμένους μὲν Βορεάδας ,
5667246 παραδωσων
δύο λόγοι ἁρμόζουσι . Πάρεστιν ὁ Πορφύριος τῆς δευτέρας διαιρέσεως παραδώσων τὴν διδασκαλίαν , φημὶ δὲ τῆς λεγούσης τὰ ὄντα
εἰ δύναιτο . ᾤχετο οὖν ὁ Μασσανάσσης μετά τινων Ῥωμαίων παραδώσων αὐτοῖς τὴν Σοφωνίβαν . κρύφα δὲ αὐτῇ φέρων φάρμακον
5665699 Κρειττον
ἔδει , καὶ μὴ δύναμιν οὖσαν τοσαύτην ἄγονον εἶναι . Κρεῖττον δὲ οὐχ οἷόν τε ἦν εἶναι οὐδ ' ἐνταῦθα
ἥτις καὶ Καλαμίνθη , πόλις Λιβύης . Ἑκαταῖος Περιηγήσει . Κρεῖττον οὖν ὡς Ἡρόδοτος [ Ἡρόδωρος ? ] διὰ τοῦ
5660357 ἱππαλεκτρυων
αὐτὸς βέβαπται βάμμα Κυζικηνικόν : κᾆτα φεύγει πρῶτος ὥσπερ ξουθὸς ἱππαλεκτρυὼν τοὺς λόφους σείων : ἐγὼ δ ' ἕστηκα λινοπτώμενος
[ ] δεκέμβολος † ἀπὸ δ ' αὖτε † ξουθὸς ἱππαλεκτρυὼν στάζει † κηρόθεν τῶν † φαρμάκων πολὺς πόνος σέβας
5657054 αἱρουμαι
ὀρφανήν . εἰ δὲ μὴ δύναμαι ζῆν ὡς εὐγενής , αἱροῦμαι θάνατον ἐλεύθερον . ” τούτων ἀκούων δὲ ἔκλαιε προφάσει
τουτέστιν ἐκ δειλίας κινεῖ με ὁ φόβος φθέγξασθαι ἃ μὴ αἱροῦμαι . ὤπασας ] παρέσχες τοῖς ἀνδράσιν . ὤπασας ]
5654226 ἱππασιᾳ
κελεύων μὴ κατά τι τείνεσθαι , μὴ γυμνάζεσθαι , χρώμενον ἱππασίᾳ καὶ ὀχήματι μηδὲ ἐπὶ πολὺ ἵστασθαι . δεῖ δὲ
αὐτὸς σὺν ὀλίγοις ἱππεῦσιν εἰς τὴν Ῥώμην ἐλαύνει συντόνῳ χρησάμενος ἱππασίᾳ : εἰσελθὼν δ ' εἰς τὴν πόλιν ἔτι πολλῆς
5654151 παραμυθουμαι
ἐγὼ δ ' ] λείπει οὐκ ἔχω . σαίνομαι ] παραμυθοῦμαι . εἶχε φωνὴν ] ὁ πλόκαμος δηλονότι . δίφροντις
χρήσωνται , ἀλλ ' ὅπως ὑμεῖς θαυμάζοιτε . Ταῦτα ὑμᾶς παραμυθοῦμαι εἰδὼς τὸν βίον ἑκάτερον , καὶ ἄξιον ἑορτάζειν ἐνθυμουμένους
5651409 ὠκνησα
δὲ καὶ εὐτελέστερόν τι συνεχώρει ἡ φύσις , οὐκ ἂν ὤκνησα διὰ τὸ σαφέστερον . σὺ δὲ παράπεμπε τῷ νῷ
Μοῖραν ὅπλα ἀράμενον περὶ τοῦ θανάτου διαγωνίσασθαι , οὐκ ἂν ὤκνησα , ἐφ ' ᾧ τε θεῖον ἄνδρα περὶ κάλλους
5648287 μισητος
οὐρῶ . Ῥᾶρος : ὄνομα κύριον . Στύξ : ὁ μισητός . Κίς : ὁ ἐν τῷ σίτῳ σκώληξ .
[ ῥῆμα πρὸς [ αὐτόν - ] : “ ὁ μισητός , ” ἔφη , “ ἐγώ . τί [
5645262 πηδησαι
: Αἰσχύλος δὲ Ἀχιλλέα σὺν τῆι πανοπλίαι φησὶν ὄπιθεν ὁρμήσαντα πηδῆσαι τὴν τάφρον μὴ δείξαντα τὰ νῶτα τοῖς ἐχθροῖς .
ἔστι καταβαίνοντα ὀροῦσαι , ὅ ἐστι πηδῆσαι , ἢ ἀνιόντα πηδῆσαι , διὰ τὸ μὴ ἔχειν βαθμούς . ὄρχος η
5643082 ἐφοβηθην
δὲ αὐτῷ ὅτι ὁραῖόν ἐστιν τοῖς ὀφθαλμοῖς κατανοῆσαι , καὶ ἐφοβήθην λαβεῖν ἀπὸ τοῦ καρποῦ . καὶ λέγει μοι :
. ἀλώπεκος δὲ καταγελώσης εἶπεν : ” οὐ τὸν μῦν ἐφοβήθην , ἀλλὰ † τὴν πεῖραν . ” ὁ λόγος
5641490 ἀναιδειην
πρὸς ἀπληστίην , πρὸς ἐπιθυμίην , πρὸς ἀφαίρεσιν , πρὸς ἀναιδείην . Αὕτη γὰρ ἡ γνῶσις τῶν προσιόντων καὶ χρῆσις
καὶ ἀγήνορες , οὐδέ κεν ἄν τι ἀντόμενοι τρέσσειαν , ἀναιδείην ἀχάλινον αἰεὶ κυμαίνουσαν ἐπὶ φρεσὶ λύσσαν ἔχοντες : πολλάκι
5641444 αὐξησας
δὲ καιρὸς ἥκει τις οὗτος ὁ τῶν Ὀλυνθίων ] πάλιν αὐξήσας τὸν Φίλιππον εὐθὺς εἰς παραμυθίαν ἐμνημόνευσε τοῦ παρόντος καιροῦ
, γφϘηʹ . Θηβαίων κεʹ ἐβασίλευσε Θίνιλλος , ὅ ἐστιν αὐξήσας τὸ πάτριον κράτος , ἔτη ηʹ : τοῦ δὲ
5638874 λεηλατουντων
ἀμπελῶνας σκάπτειν ἀναγκάζοντα τῷ σκαφείῳ πατάξας ἀπέκτεινεν : Ἰτώνων δὲ λεηλατούντων πολλὴν τῆς ὑπὸ Ὀμφάλῃ χώρας , τήν τε λείαν
. Χάρης δὲ ἀσφαλῆ τὴν ἀποχώρησιν ἐποιήσατο . Χαρίδημος Ἰλιέων λεηλατούντων αὐτοῦ τὴν πόλιν οἰκέτην Ἰλιέα προελθόντα ἐπὶ λείαν συλλαβὼν
5636116 βιαζηι
ἀπολείπει μ ' ἡ γυνή . τί συνταράττεις ? καὶ βιάζηι Παμφίλην ; τί ] ? ς ? ' αὖ
. ἕτοιμος πάντα πειθαρχεῖν . ἄγε . τί κακοπαθεῖν σαυτὸν βιάζηι ; βούλομαι ὡς πλεῖστον ἡμᾶς ἐργάσασθαι τήμερον τοῦτόν τε
5632430 μεταβας
ἐστὶ [ ἐκεῖ ] Μίλητος : καὶ ἀπὸ τῆς Σάμου μεταβὰς εἰς τὴν Καρίαν , ἔκτισε πόλιν , Μίλητον ἀφ
. ἔοικε δὴ Ἀριστοτέλης ἀπὸ τῆς αἰδοῦς ἐπὶ τὴν αἰσχύνην μεταβὰς τὸ τοιοῦτον πάθος μὴ ἐπαινετὸν μηδ ' ἐπιεικὲς δεικνύναι
5627475 δειπνησεις
συμβαλὼν χαίρω : σὺ μᾶλλον ἢ γὺψ ἢ κόραξ με δειπνήσεις . χάριν δέ μοι δὸς ἀβλαβῆ τὲ καὶ κούφην
ἄρχειν ; Οὔποτε ποιήσεις τὸν καρκίνον ὀρθὰ βαδίζειν . Οὔποτε δειπνήσεις ἔτι τοῦ λοιποῦ ' ν πρυτανείῳ , οὐδ '
5625317 ὠιχομην
χεῖρον . ἀπὸ δὴ θαυμαστῆς ἐλπίδος , ὦ ἑταῖρε , ὠιχόμην φερόμενος , ἐπειδὴ προϊὼν καὶ ἀναγιγνώσκων ὁρῶ ἄνδρα τῶι
παράδοξον τι ποτ ' ἐρεῖϲ ? ? [ ; } ὠιχόμην εἰϲ λιμένα : ἀπαντήϲαϲ με γὰρ ϲύμπλουϲ ἀνέϲτρεψέν τιϲ
5624533 πανδοχειον
λῃσταί , δραπέται δὲ πάντως . ἧκεν οὖν εἰς τὸ πανδοχεῖον ὁ στρατηγὸς καὶ διερευνώμενος εὗρε χρυσίον καὶ κόσμον πολυτελῆ
τῶν Πυθαγορικῶν τινα μακρὰν καὶ ἐρήμην ὁδὸν βαδίζοντα εἴς τι πανδοχεῖον , ὑπὸ κόπου δὲ καὶ ἄλλης παντοδαπῆς αἰτίας εἰς
5623472 διαβαλλομενον
ὅπερ ἐξ ἅπαντος ὁ διαβάλλων ἐπιχειρεῖ ποιεῖν ἄκριτον ὑπάγων τὸν διαβαλλόμενον τῇ τοῦ ἀκούοντος ὀργῇ καὶ τὴν ἀπολογίαν τῷ λαθραίῳ
, τὸ καιρὸν ἑκάστων ἐπίστασθαι . ” εἰς δὲ τὸ διαβαλλόμενον αὐτοῦ φίλοχλον καὶ Τίμων τά τ ' ἄλλα φησίν
5622789 κατεστην
διὰ τὰς τῆς πόλεως συμφορὰς εἰς πενίαν πολλὴν καὶ ἀπορίαν κατέστην , ἔπειτα δὲ καὶ βίον ἠργασάμην ἐκ τοῦ δικαίου
' ἕνεκα αὐτός τε οὐκ ἄκων εἰς τόδε τὸ τέλος κατέστην καὶ ὑμᾶς παρεκάλεσα δηλῶσαι ὑμῖν βούλομαι . ἐγὼ γὰρ
5622030 ἁνυσας
, τί ποιεῖς ; οὐ μὴ καταβήσει . ἀνάβαιν ' ἁνύσας κατὰ τὴν ἑτέραν καὶ ταῖσιν φυλλάσι παῖε , ἤν
τοίνυν ἕτερον . Ἴθι πέραινε σύ , Αἰσχύλ ' , ἁνύσας : σὺ δ ' εἰς τὸ κακὸν ἀπόβλεπε .
5620570 πεπεισαι
οὗ μάλιστα παρίσταται τὸ εἶναι πρόνοιαν . εἰ δὲ μηδέπω πέπεισαι , τὸν ἔθ ' ὑποικουροῦντα ἐνδοιασμὸν εἰπὲ θαρρῶν :
καὶ πείσειεν ἄν : νῦν δ ' οὖν , εἴτε πέπεισαι εἴτε ὁπωσδὴ ἔχεις , σύμφῃς γοῦν ἡμῖν πάντα τὰ
5620482 μαστιγια
, τὸν δὲ θυγατριδοῦν λαβὼν ἔνδον πρόσειπε . θυγατριδοῦν , μαστιγία ; παχύδερμος ἦσθα καὶ σύ , νοῦν ἔχειν δοκῶν
ἵν ' ἐγὼ τουτῳὶ αὐτὸν περιθῶ . Κατάθου ταχέως , μαστιγία . Οὐ δῆτ ' , ἐπεί μοι χρησμός ἐστι
5619502 τἀρ
τὴν λοιδορίαν , τὸν κωλακρέτην , τὰ τριώβολα . Ἅπαντα τἄρ ' αὐτῷ ταμιεύει ; Φήμ ' ἐγώ . Ἥν
μὲν αὑτὴν χὤστις Αἴγισθον στυγεῖ . ἐμοί τε καὶ σοί τἄρ ' ἐπεύξομαι τάδε . αὐτὴ σὺ ταῦτα μανθάνους '
5617768 τετυπα
μέσου παρακειμένου καὶ ὑπερσυντελίκου γίνεται ἀπὸ τοῦ μέσου παρακειμένου τοῦ τέτυπα τροπῇ τοῦ α εἰς ως , τὸ θηλυκὸν ἡ
φάγω , εἶπον ἐὰν εἴπω , τέτυφα ἐὰν τετύφω , τέτυπα ἐὰν τετύπω . σεσημείωται τὸ ἐὰν εἰδῶ , οὗ
5617241 ἀναβιβασας
ἀποσπάσαι τοὺς πολεμίους καὶ διελθεῖν ἀσφαλῶς , τόπον ὕποπτον συνιδὼν ἀναβιβάσας τῶν σαλπιγκτῶν ἐπὶ τοὺς ἵππους καὶ συμπέμψας αὐτοῖς ὀλίγους
τεῖχός τε περιεβάλετο τῷ ἱερῷ καὶ μισθοφόρους ἤθροιζε πολλούς , ἀναβιβάσας τοὺς μισθοὺς καὶ ποιήσας ἡμιολίους , καὶ τῶν Φωκέων
5615267 δερματιων
. κοσκυλματίοις ] ἤτοι κολακεύμασιν . εἴρηται δὲ ἀπὸ τῶν δερματίων . κοσκυλμάτια γάρ εἰσι τὰ περιτεμνόμενα περιττὰ τμήματα ἀπὸ
” δερματικὸν ἂν εἴη λέγων ὁ ῥήτωρ τὸ ἐκ τῶν δερματίων τῶν πιπρασκομένων περιγινόμενον ἀργύριον . Δερμηστής : Λυσίας ἐν
5614859 λελιμμενος
παρὰ τὸ λίπτω . λελιμμένος ] ἐπιθυμῶν . θ Ξ λελιμμένος ] ἐπιθυμίαν ἔχων . κατὰ τοῦτον γὰρ τὸν καιρὸν
μαργῶν ] μαινόμενος . θ Ξ μάχης ] πολέμου . λελιμμένος ] ἐπιθυμῶν παρὰ τὸ λίπτω . λελιμμένος ] ἐπιθυμῶν
5610922 ἀγανακτεις
μοι λέγεις , ὦ Φιλοσοφία , τίνα ἠδίκησαι , ἀλλὰ ἀγανακτεῖς μόνον . Καὶ μὴν ἄκουε , ὦ Ζεῦ ,
ὑπέργηρων ἐρέσθαι βούλομαι . τί δακρύεις τηλικοῦτος ἀποθανών ; τί ἀγανακτεῖς , ὦ βέλτιστε , καὶ ταῦτα γέρων ἀφιγμένος ;
5610417 εὐθανατως
, ῥεμβόμενος ἐχθροὺς ηὗρ ' , ἐπεβουλεύθη ποθέν , οὐκ εὐθανάτως ἀπῆλθεν ἐλθὼν εἰς χρόνον . παύσασθε νοῦν λέγοντες :
δουλοπρεπέστατα δυσβράκανον δυσθαλής δωδεκέται ἐθέλεχθρον ἐλλοπίδας ἐναύεσθαι ἐπιλησμονή ἐρρῶσθαι εὐζωρότερον εὐθανάτως εὐπινής ἐφετίνδα ἡμίλουτοι θεόθυτα θηλάστριαν ἰωνόκυσος καλαμώμενον κύαθος λαυροστάται
5609227 κεχηνα
κάθημαι : κᾆτ ' ἐπειδὰν ὦ μόνος , στένω , κέχηνα , σκορδινῶμαι , πέρδομαι , ἀπορῶ , γράφω ,
μόνοι καθήμενοι , ἀποροῦντες τί δήποτε βραδύνει τὸ προσδοκώμενον . κέχηνα ] ἤγουν προσδέχομαί τινα ἐλθεῖν . σκορδινῶμαι ] ἀνακλῶμαι
5609222 Ἀφρανιον
. σπασάμενος γὰρ τὸ ξίφος , εὐγενῶς πάνυ καὶ ὡς Ἀφράνιον εἰκὸς ἦν , πάντων ὁρώντων ἀπέσφαξεν ἑαυτὸν ἐπὶ τῶι
: σπασάμενος γὰρ τὸ ξίφος , εὐγενῶς πάνυ καὶ ὡς Ἀφράνιον εἰκὸς ἦν , πάντων ὁρώντων ἀπέσφαξεν ἑαυτὸν ἐπὶ τῷ
5607837 περιεργαζομαι
ἐπὶ τοῦ πλουσίου : θάρσει , ὦ πλούσιε : οὐ περιεργάζομαι τὸν παῖδα . οὐκ ἐρωτῶ πῶς ἀπέθανον οἱ ἀδελφοί
ἐποίησε καθήμενον . περιφρονῶ : ἀντὶ τοῦ “ διανοοῦμαι καὶ περιεργάζομαι τὸν ἥλιον καὶ τὸν τούτου δρόμον ” . ἔγκειται
5604901 ἁρμοι
βάκχαις , παρὰ τὸ θύω τὸ ὁρμῶ θύσαις λεγομέναις ? ἁρμοῖ νεωστὶ ταχέως , ἀπὸ τοῦ ἅρμα ἁρμοῖ . καὶ
πάμπαν , οὐδ ' οὕτω δέχονται , οὐδ ' ἢν ἁρμοῖ μεμύκῃ μᾶλλον ἢ δεῖ . Δῆλον δὲ τουτέων ἕκαστόν
5603636 προπινω
οὗ ἕκαστος ὥρμησεν . Ἐπεὶ δὲ προῄει ὁ πότος ” προπίνω σοι , ” ὁ Ἰάρ - χας εἶπεν „
, ῥῖγος , σιωπήν , στυγνότητ ' , ἀλουσίαν . προπίνω σοι φιλοτησίαν λαβὼν ὕδατος ἀπέφθου κύαθον : ἂν δ
5603627 ἐπιθι
κτήσει κιναίδου ἢ πόρνης ἢ λῃστοῦ εἶναι . μετὰ τοῦτο ἔπιθι ἐπὶ τὰ τῶν συμβιούντων ἤθη , ὧν μόλις ἐστὶ
γέγονα ὡς κριὸς ποίμνης ἢ ταῦρος ἀγέλης . ἄνωθεν δὲ ἔπιθι ἀπὸ τοῦ : εἰ μὴ ἄτομοι , φύσις ἡ
5602977 φαινομαι
εἰμι τὴν χώραν τὴν ὑμετέραν οὔτ ' ἐν τῇ ἀγορᾷ φαίνομαί τινι ὀχληρός : οὐ γάρ εἰμι ῥήτωρ : οὐδὲ
παῖς μου εἶπεν , ἐπείσθης ἄν : ἐγὼ δὲ οὐ φαίνομαί σοι ἀξιοπιστότερος εἶναι ; Δύσκολος σκάλαν καταβαίνων σφαλεὶς κατέπεσε

Back