, φόβων καὶ ταραχῶν μεστόν . ἂν γάρ τις ἐκεῖ μεταθῇ τὸ εὐλαβές , ὅπου προαίρεσις καὶ ἔργα προαιρέσεως ,
, ὥστε καὶ μεγάλας οὔσας ἤδη καὶ ἰσοδένδρους ἄν τις μεταθῇ διαμένειν : φυτεύεται δὲ τὰ πολλὰ αὐτῶν καὶ καταπηγνύμενα
6532952 ἀτθ
νυν , κατείπω τοῖς θεαταῖς τὸν λόγον , ὀλίγ ' ἄτθ ' ὑπειπὼν πρῶτον αὐτοῖσιν ταδί , μηδὲν παρ '
. πυθοῦ χελιδὼν πηνίκ ' ἄττα φαίνεται . ὁπηνίκ ' ἄτθ ' ὑμεῖς κοπιᾶτ ' ὀρχούμενοι . . . λούσησθε
6451803 διαπορησειεν
φησί , τὸ ὅμοιον . καίτοι κἂν αὐτὸ τοῦτό τις διαπορήσειεν , εἰ δυνατόν ἐστι τηλικαῦτα μεγέθη γενέσθαι τῶν ἑτερογενῶν
τὴν δὲ παρὰ φύσιν . ταῦτα μὲν οὖν ἄν τις διαπορήσειεν . Εἰ δέ ἐστι τὸ βίᾳ παρὰ φύσιν ,
6448734 ὑπισχομαι
οὔκω ἥνδανεν . ἔστι δὲ οὐκ ἀτρεκηίη πρηγμάτων οὐδ ' ὑπίσχομαι τἀληθὲς εἰδέναι : ἅσσα δ ' ἂν ἐπιλέγῃ θεολογέων
, βρωτῆρας αἰχμὰς σπερμάτων ἀνημέρους . ἐγὼ γὰρ ὑμῖν πανδίκως ὑπίσχομαι ἕδρας τε καὶ κευθμῶνας ἐνδίκου χθονὸς λιπαροθρόνοισιν ἡμένας ἐπ
6407369 σαφεστατ
Πέριλλος ἐν Μεγάροις ; οὐκ ἀπερριμμένοι ; ἐξ ὧν καὶ σαφέστατ ' ἄν τις ἴδοι ὅτι ὁ μάλιστα φυλάττων τὴν
: οἶκος δ ' αὐτός , εἰ φθογγὴν λάβοι , σαφέστατ ' ἂν λέξειεν : ὡς ἑκὼν ἐγὼ μαθοῦσιν αὐδῶ
6343433 ἑκταια
, τεταρταία ὥρας γʹ εʹ , πεμπταία ὥρας δʹ , ἑκταία ὥρας δʹ ∠ ʹ δʹ κʹ , ἑβδομαία ὥρας
ψυχρεύεσθαί τις δύναται λέγων ὅτι τρίτη ἡ τρισκαιδεκαταία , ὡς ἑκταία ἑκατηβόλος σελάνα , ἑκκαιδεκαταία : ἡ γὰρ μέση οὐκ
6302291 ἐολπας
γάρ τοι Ἑλένη πέλει αἰτίη , ὡς σύ γ ' ἔολπας , ἀλλὰ Πάρις ξενίοιο Διὸς καὶ σεῖο τραπέζης λησάμενος
καὶ μέγ ' ἀΰτει : ἦ δή που μάλ ' ἔολπας ἐνὶ φρεσὶ φαίδιμ ' Ἀχιλλεῦ ἤματι τῷδε πόλιν πέρσειν
6297498 μοσχευειν
ἀμπέλου : ταύτην γὰρ οὐχ οἷόν τε ἐπ ' αὐτῆς μοσχεύειν . Ἐὰν δὲ μὴ ὑπόρριζα τὰ φυτὰ μηδὲ ὑπόπρεμνα
ναυπηγικὸν ὄνομα , καὶ δὶς διὰ τεσσάρων μουσικόν , καὶ μοσχεύειν γεωργικόν , καὶ ὅσα τοιαῦτα . Τὰ ἁμαρτήματα κατὰ
6284470 ποιοιμεν
κόσμος ἐνταῦθα ἐκπρεπής . διόπερ δεῖ μάλιστα , καλὸν ὅτε ποιοῖμεν λόγον , μέτρου πλησίον εἶναι τὸν ῥυθμόν , μὴ
μαθηματικὴν ἐπιστήμην εὕρατο ἀγαθά : διόπερ οὐκ ἂν ἄπο τρόπου ποιοῖμεν πολλὰ καὶ τῶν παρ ' Αἰγυπτίοις συμπαραλαμβάνοντες . ἐπεὶ
6277689 τοιουτ
, ἐσθίει μέχρι ἂν διδῷ τις ἢ λάθῃ διαρραγείς . τοιοῦτ ' ἔχει ταμιεῖον ὥσπερ οἰκίας . μὰ τὴν Ἀφροδίτην
μόνον ποιεῖτε τοῖς ὀπτοῖσι μήτ ' ἀνειμένον , τὸ γὰρ τοιοῦτ ' οὐκ ὀπτὸν ἀλλ ' ἑφθὸν ποιεῖ : μήτ
6270537 διαμπερεως
δοκέει οἷον λίθος ἐγκέεσθαι , καὶ κεντέεται ὑπὸ τῆς ὀδύνης διαμπερέως , ὡς εἰ βελόνη τις κεντοίη . Τοῦτον ὁκόταν
Φιλυλλίου Πόλεσιν : λέγει γέ τοι δωρίζων ἐς τὰς πινακίδας διαμπερέως , ὅτι κἂν λέγοι τὰ γράμματα ἑρμηνεύς . ὁ
6262863 μοχθεις
[ ] ν ἀρύστηρ ' ἐς κέραμον μέγαν [ ] μόχθεις τοῦτ ' ἔμεθεν σύνεις [ ] μητωξαυος ἀλλως [
[ ] ν ἀρύστηρ ' ἐς κέραμον μέγαν [ ] μόχθεις τοῦτ ' ἔμεθεν σύνεις [ ] μητωξαυος ἀλλως [
6244727 σημανων
ἔρχεται σπουδῆι ποδός , Ἑκάβη , νέον τι πρὸς σὲ σημανῶν ἔπος . γύναι , δοκῶ μέν ς ' εἰδέναι
Δανάῃ τούσδ ' εὐπροσηγόρους ἄγων ἐκ Διός , ἀφίξομαι τάχιστα σημανῶν . ὑπηρέτην γὰρ ὄντα τἀπεσταλμένα πράσσειν προθύμως , ὅστις
6243603 γληνεα
Αἰγοκερῆϊ μεσσόθεν ἠερόεις : τὰ δέ οἱ περὶ τέσσαρα κεῖται γλήνεα , παρβολάδην δύο πὰρ δύο πεπτηῶτα . Καὶ τὰ
δ ' ἐς θάλαμον κατεβήσετο κηώεντα κέδρινον ὑψόροφον , ὃς γλήνεα πολλὰ κεχάνδει : ἐς δ ' ἄλοχον Ἑκάβην ἐκαλέσσατο
6234541 αὐξηθωσι
ἐστι πάνυ . ὅταν οὖν γεννήσῃ τοὺς νεοσσοὺς καὶ ὀλίγον αὐξηθῶσι , τύπτουσιν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτῶν . ἐκεῖνοι οὖν
γνώμῃ πάντες ὡς ἡμᾶς μεταστήσονται . Λακεδαιμόνιοι δ ' ἂν αὐξηθῶσι δι ' ἡμῶν καὶ μὴ δικαίως μηδ ' ἁπλῶς
6232968 αἱμασιας
νεβροτόκοι καὶ ζόρκες : ἀνιχνεύουσι δὲ πάντη τρόχμαλά θ ' αἱμασιάς τε καὶ ἰλυοὺς ἐρέθοντες , σμερδαλέῃ μυκτῆρος ἐπισπέρχοντες ἀυτμῇ
λέγων : διακρίνων , καταριθμούμενος , ὡς καὶ Ὅμηρος : αἱμασιάς τε λέγων καὶ δένδρεα μακρὰ φυτεύων . | καὶ
6229866 βλαψιφρονος
] τοῦ τὰς φρένας βεβλαμμένου . βλαψίφρονος ] φρενοβλαβοῦς . βλαψίφρονος ] τοῦ φρενοβλαβοῦς ἢ ὅτι τοὺς παῖδας κατηράσατο ἢ
ἱεράς , ὁσίας , λιγυφώνους , ἐκτὸς ἐοῦσα κακῆς λήθης βλαψίφρονος αἰεί , πάντα νόον συνέχουσα βροτῶν ψυχαῖσι σύνοικον ,
6228090 Κτησιαι
Ἡσιόδωι καὶ Ὁμήρωι πιστεύσειεν ἡρωολογοῦσιν καὶ τοῖς τραγικοῖς ποιηταῖς ἢ Κτησίαι τε καὶ Ἡροδότωι καὶ Ἑλλανίκωι καὶ ἄλλοις τοιούτοις .
Ἡσιόδωι καὶ Ὁμήρωι πιστεύσειεν ἡρωολογοῦσι καὶ τοῖς τραγικοῖς ποιηταῖς ἢ Κτησίαι τε καὶ Ἡροδότωι καὶ Ἑλλανίκωι καὶ ἄλλοις τοιούτοις .
6214225 ἐδρας
καὶ μίαν , ἢ ἀπὸ τοῦ τρεῖς ἴα , τετρὰς ἐδράς τις οὖσα , πεντὰς ἀπὸ τοῦ πᾶν καὶ τοῦ
καὶ μίαν , ἢ ἀπὸ τοῦ τρεῖς ἴα , τετρὰς ἐδράς τις οὖσα , πεντὰς ἀπὸ τοῦ πᾶν καὶ τοῦ
6213795 περιωπη
χειρῶν ὡς τῇ δεξιᾷ βάλλων . περιβῆναι πεπτωκότος ὑπερασπίσαι . περιωπή τόπος ὑψηλός , ἀφ ' οὗ ἔστι περισκέψασθαι .
τὸ ἀπάτῃ εὐπρεπεῖ οὕτω πολλὴν περιωπήν : σημείωσαι περιωπήν ʃ περιωπή , ἡ φροντίς . ʃ ἀντὶ τοῦ περίσκεψιν ἢ
6198770 ἐξεληλεγκτο
βαδιστὰ τὰ ταύτῃ , ὑπ ' Ἀλεξάνδρου ἂν τῆς πολυπραγμοσύνης ἐξελήλεγκτο πλωτά τε καὶ βαδιστὰ ἐόντα . καὶ Ἄννων δὲ
ἐλέγχῳ παρῆν , πῶς οὐκ ἔπληξεν ; εἰ δὲ οὐδεὶς ἐξελήλεγκτο , τί παρῆν ; ἢ ἵνα ἐλέγξειεν ; καὶ
6194373 ἐπαινῃ
ἐπαίνων ὀνομαστοί . ὅταν δὲ ὡς βασιλέα θαυμάζῃ τινὰ καὶ ἐπαινῇ καὶ τάττῃ τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐν τῇ ποιήσει ,
τοὺς τόπους ἐκείνους καὶ κατανέμεται . ὅταν οὖν ὁ Ἱπποκράτης ἐπαινῇ τὴν ἐπὶ τὰ ἐντὸς ῥῆξιν , ἀρίστην αὐτὴν ὑποτιθέμενος
6194064 χοὐτος
τ ' ἐκ νεὼς στείλωσι ναῦται καὶ θεοῖς εὐξώμεθα . χοὖτος τάχ ' ἂν φρόνησιν ἐν τούτῳ λάβοι λῴω τιν
χορδαῖς δώδεχ ' ἁρμονίας ἔχων . ἀλλ ' οὖν ἔμοιγε χοὖτος ἦν ἀποχρῶν ἀνήρ : εἰ γάρ τι κἀξήμαρτεν ,
6189065 διασυρομεν
, τὸ δ ' ὄψον ἂν μὴ θερμὸν ᾖ , διασύρομεν . καὶ τὸν μὲν ὀξὺν οἶνον ἐκπυτίζομεν , ἐπὶ
κα - λῶν , ἀλλ ' ὡς αἰσχρῶς ἔχοντα οὕτω διασύρομεν ; ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι οὐδὲν καινὸν λέγω ,
6173372 ποιοιμεθα
; τίνας δ ' ἂν τῶν ζώντων δικαιότερον περὶ πολλοῦ ποιοίμεθα ἢ τοὺς τούτοις προσήκοντας , οἳ τῆς μὲν τούτων
μόνης τῆς διὰ τῶν ὑπομνημάτων παραθέσεως εὐμεταχείριστον ὡς ἔνι μάλιστα ποιοίμεθα τὴν καταγραφήν . Τό τε γὰρ ἀεὶ μεταφέρειν ἀπὸ
6161106 ὀπωριζειν
τὴν γενναίαν νῦν λεγομένην σταφυλὴν ἢ τὰ γενναῖα σῦκα ἐπονομαζόμενα ὀπωρίζειν βούληται , ἐὰν μὲν ἐκ τῶν οἰκείων λαμβάνῃ ,
ὠστρακίσθησαν καὶ Ξάνθιππος καὶ Ἀριστείδης . Ἐφιάλτης τοὺς ἰδίους ἀγροὺς ὀπωρίζειν παρεῖχε τοῖς βουλομένοις , ἐξ ὧν πολλοὺς ἐδείπνιζε .
6153394 ἀποθεστος
. ἀπόθεστος : ποθέσω πεπόθεκα πεπόθεμαι πεπόθεσαι πεπόθεσται ποθεστός καὶ ἀπόθεστος . . . . ἀπορρώξ : ῥήσσω , τὸ
ἀγροτέρας ἠδὲ πρόκας ἠδὲ λαγωούς : δὴ τότε κεῖτ ' ἀπόθεστος ἀποιχομένοιο ἄνακτος ἐν πολλῇ κόπρῳ , ἥ οἱ προπάροιθε
6151940 παθοις
ἐσθλῆς ἔργα χρηστὰ γίγνεται . ἐχθροῖς ἀπιστῶν οὔποτ ' ἂν πάθοις βλάβην . ζῆλος γυναικὸς πάντα πυρπολεῖ δόμον . θεῷ
ἢ [ ἐὰν ] ἀπάγξῃ . οὐδ ' εἴ τι πάθοις : τὸ λεγόμενον ἐν τῇ συνηθείᾳ : οὐδ '
6128896 ἀμποτε
τῶν γάμων ἀρᾶται . εἴθ ' ] ἄν ποτε , ἄμποτε . ὤφελ ' ] ἔπρεπε , ἔμελλε , ὤφελον
] νόμισμα , τρεῖς ὀβολούς . ἀπόλοιο κτλ . ] ἄμποτε ἵν ' ἀπολεσθείης ἕνεκεν τῆς ἀναισχυντίας , εἴθε φθαρείης
6121972 ἀμεργων
ὅτε πρώτιστον ἴδωνται : πολλάκι θερμία καλά , τοτὲ χρυσανθὲς ἀμέργων λείριά τε στήλῃσιν ἐπιφθίνοντα καμόντων καὶ γεραὸν πώγωνα καὶ
ὅτε πρώτιστον ἴδωνται : πολλάκι θελμια καλά , τοτὲ χρυσανθὲς ἀμέργων λείριά τε στήλαισιν ἐπιφθίνοντα καμόντων καὶ γεραὸν πώγωνα καὶ
6119801 Κλεομαχου
. ὃς οὐκ ἔδωκ ' αἰτοῦντι Σοφοκλέει χορόν , τῷ Κλεομάχου δ ' , ὃν οὐκ ἂν ἠξίουν ἐγὼ ἐμοὶ
πᾶσαν καναχῶν ὁλόφωνος ἀλέκτωρ . Ἴτω δὲ καὶ τραγῳδίας ὁ Κλεομάχου διδάσκαλος , παρατιλτριῶν ἔχων χορὸν Λυδιστὶ τιλλουσῶν μέλη πονηρά
6103654 συγγνοιη
τοῦ προκειμένου τὸν ἀποδιδόμενον ὅρον γίγνεσθαι . καίτοι διαλεγομένῳ μὲν συγγνοίη ἄν τις ἐνίοτε , μεταφοραῖς χρησαμένῳ καὶ τροπαῖς ,
διαπεσεῖν τοῦ δέοντος γένηται , ἀνθρωπίνον μὲν τὸ πάθος , συγγνοίη δ ' ἄν τις εὖ κρίνειν εἰδώς , ἀντιπαραθεὶς
6073119 καμῃσι
τε κλῆρόν τε πολυμνήστην τε γυναῖκα , ὅς οἱ πολλὰ κάμῃσι , θεὸς δ ' ἐπὶ ἔργον ἀέξῃ , ὡς
λέων ἀπὸ μεσσαύλοιο , ὅς τ ' ἐπεὶ ἄρ κε κάμῃσι κύνας τ ' ἄνδρας τ ' ἐρεθίζων , οἵ
6051293 ἑρφ
βάθιον τήνω πυγίσματος , ὑβέ , ταφείης . ἀλλὰ γὰρ ἕρφ ' , ὧδ ' ἕρπε , καὶ ὕστατα βουκολιαξῇ
ἀντιφωνεῖς , ἡ δ ' ὁδὸς βραδύνεται : ἀλλ ' ἕρφ ' . Ὑφηγοῦ . Σοὶ βαδιστέον πάρος . Ἦ
6049455 φασκ
. δῶκε δὲ μήτηρ χρύσεον ἀμφιφορῆα : Διωνύσοιο δὲ δῶρον φάσκ ' ἔμεναι , ἔργον δὲ περικλυτοῦ Ἡφαίστοιο . ἐν
καὶ Ἀχιλέως καὶ Ἀντιλόχου κεῖνται ὀστᾶ . Διονύσοιο δὲ δῶρον φάσκ ' ἔμεν , ἔργον δὲ περικλυτοῦ Ἡφαίστοιο . ἡ
6048508 θασσει
σμύρνης δ ' ἀνύδρου καπνὸς εἰς ὀρόφους Φοίβου πέτεται . θάσσει δὲ γυνὴ τρίποδα ζάθεον Δελφίς , ἀείδους ' Ἕλλησι
νῦν διορχησάμενος ὀλίγον ὕστερον . τίς ἐπ ' αὐλείοισι θύραις θάσσει ; τουτὶ καὶ δὴ χωρεῖ τὸ κακόν . κλῇθρα
6040942 παρηορος
ἔκειτο παρήορος ἔνθα καὶ ἔνθα : σημειοῦνταί τινες διὰ τὸ παρήορος , ὅτι παρηρτημένος καὶ κεχυμένος . . . .
: νῦν αὖτε νόον νίκησε νεοίη . ἡ διπλῆ ὅτι παρήορος ὁ παρηρτημένος τὰς φρένας , οὐκ ἀραρὼς οὐδὲ κατὰ
6039410 τετληοτες
εἰμί . ὡς καὶ Ὅμηρος „ αἰεὶ γὰρ ῥίγιστα θεοὶ τετληότες εἰμέν „ . Οἱ Χαλκιδεῖς τὰ ὁριστικὰ τῶν ῥημάτων
νεμεσίζῃ ὁρῶν τάδε καρτερὰ ἔργα ; αἰεί τοι ῥίγιστα θεοὶ τετληότες εἰμὲν ἀλλήλων ἰότητι , χάριν ἄνδρεσσι φέροντες . σοὶ
6031615 Εὐβοιις
ἀμόρφωτον αὐτόμοιρος αὐτόφορτοι ἐπαίνους ἀφωσιωμέναι ἠγόμην ἔστι γάρ τις ἐναλία Εὐβοιὶς αἶα : τῇδε βακχεῖος βότρυς ἐπ ' ἦμαρ ἕρπει
τῆς ἐν Παρνασῷ λέγων οὕτως : ἔστι γάρ τις ἐναλία Εὐβοιὶς αἶα : τῇδε βάκχειος βότρυς ἐπ ' ἦμαρ ἕρπει
6028277 ὁπα
. Ἐγὼν δὲ καί κα ποττὸ Ταΰγετον ἄνω ἔλσοιμ ' ὅπα μέλλοιμί γ ' εἰράναν ἰδῆν . Λέγοιμ ' ἄν
ἐπεὶ γὰρ περὶ χάριτός ἐστιν ὁ λόγος , φησίν : ὅπα τε κοινὸν λόγον τίσομεν ἐς χάριν : ἀπονέμει γὰρ
6023657 πλειστ
τις ἴδοι ὅτι ὁ μάλιστα φυλάττων τὴν αὑτοῦ πατρίδα καὶ πλεῖστ ' ἀντιλέγων τούτοις , οὗτος ὑμῖν , Αἰσχίνη ,
καὐτὸς ὡς ἐπαιδεύθην ξένος , ὥσπερ σύ , χὤς τις πλεῖστ ' ἀνὴρ ἐπὶ ξένης ἤθλησα κινδυνεύματ ' ἐν τὠμῷ
6023445 κυναλωπηξ
διδόναι ς ' ὁ Λοξίας . Πῶς δὴ τριήρης ἐστὶ κυναλώπηξ ; Ὅπως ; ὅτι ἡ τριήρης τ ' ἐστὶ
κακεμφάτως δὲ καὶ ἐπὶ τοῦ αἰδοίου δύναται ἀκούεσθαι . ποῦ κυναλώπηξ : καὶ ἀλλαχοῦ [ . ] Φιλόστρατος ἡ κυναλώπηξ
6013478 εὐαιωνι
Παιάν , ἴθι σωτήρ , εὔφρων τάνδε πόλιν φύλασς ' εὐαίωνι σὺν ὄλβῳ . [ ] λὲς δὲ χειρὶ πάλλων
Παιάν , ἴθι σωτήρ , εὔφρων τάνδε πόλιν φύλασς ' εὐαίωνι σὺν ὄλβῳ . Ἀλλὰ δέχεσθε Βακχιάσταν [ - ]
6009298 σιδηριοισι
στῇ , καῦσαι : καίειν δὲ χρὴ τὰ μὲν σαρκώδεα σιδηρίοισι , τὰ δὲ ὀστώδεα καὶ νευρώδεα μύκησι . Πλὴν
ὦτα , ἔστ ' ἂν παύσωνται σφύζουσαι : τοῖσι δὲ σιδηρίοισι σφηνίσκους ποιησάμενος , διακαίειν πλαγίας τὰς φλέβας . Ταῦτα
6003943 διαγνοιη
ὑπεσχόμην γὰρ καὶ τοῦτο δείξειν ἔτι , πῶς ἄν τις διαγνοίη τὸν χαρακτῆρα τῆς Δημοσθένους συνθέσεως καὶ ποίοις χρώμενος σημείοις
Λυσίου , καὶ κατὰ μὲν ταῦτα οὐκ ἄν τις αὐτὴν διαγνοίη . διαφέρειν δὲ ἐκείνης δόξειεν ἂν ἐν τοῖσδε :
6000505 καταχες
ἅδιον , ὦ ποιμήν , τὸ τεὸν μέλος ἢ τὸ καταχές τῆν ' ἀπὸ τᾶς πέτρας καταλείβεται ὑψόθεν ὕδωρ .
ἂν ἀμέλξῃς . γράφεται καὶ ἔστ ' ἂν ἀμελξῆς . καταχές : τὸ ἐν τῷ καταφέρεσθαι ἠχοῦν ἢ ὅπερ ὑπάρχει
5997673 ὐμμ
καὶ Κολοφῶνα καὶ Σμύρνην . πάντως , Κύρνε , καὶ ὔμμ ' ἀπολεῖ . Δόξα μὲν ἀνθρώποισι κακὸν μέγα ,
τοῦθ ' ὅσον σθένει μαθεῖν , βουλῇ πιφαύσκω δ ' ὔμμ ' ἐπισπέσθαι πατρός . ὅρκος γὰρ οὔτι Ζηνὸς ἰσχύει
5995949 ἀτηρος
τοῦ ἐτὸς ἔτυμος καὶ κατ ' ἀναδιπλασιασμὸν ἐτήτυμος , ὥσπερ ἄτηρος , ἀτάρτηρος , ἔλυμος δὲ βοτάνη ἡ ἐν ἕλει
τοῦ ἐτὸς ἔτυμος καὶ κατ ' ἀναδιπλασιασμὸν ἐτήτυμος , ὥσπερ ἄτηρος , ἀτάρτηρος , ἔλυμος δὲ βοτάνη ἡ ἐν ἕλει
5995310 σχεθω
. τῷ πελάζω καὶ ἐμπελάζω παράκειται τὸ ἐμπελαδόν , τῷ σχέθω σχεδόν , τῷ κρίνω κριδόν καὶ διακριδόν , φαίνω
ἀσκηθής , † οὐ παρβεβλημένος † . εἴρηται παρὰ τὸ σχέθω κατὰ σύνθεσιν καὶ ἔκτασιν καὶ τροπὴν ἀσκηθής , ὁ
5990938 Μεθοδος
οἱ ἄνδρες ἠθικώτεροι , ταῖς δὲ μεθόδοις καὶ μᾶλλον . Μέθοδος δ ' ἐπιεικείας πρῶτον μὲν ἡ σφόδρα ἐοικυῖα ταῖς
ἐπίπεδοι ἄρα ἔχουσι λόγον τὸν συγκείμενον ἐκ τῶν πλευρῶν . Μέθοδος , πῶς δεῖ εὑρίσκειν , ὅτι ἐκ διπλασίου καὶ
5986951 ποιηι
μοι ] ἤγουν οὐ φοβοῦμαι . αἴθηι ] ἤγουν θυσίας ποιῆι . ἀσπὶς ] βοήθεια . τῆσδε ] τῆς Κασάνδρας
διαφέροντα πάσχειν ὑπ ' ἀλλήλων , ἀλλὰ κἂν ἕτερα ὄντα ποιῆι τι εἰς ἄλληλα , οὐχ ἧι ἕτερα ἀλλ '
5986478 Θρηικιης
. ἢ ἐπειδὴ Θρᾷκες Κύζικον ᾤκησαν . καὶ πᾶσα περαίη Θρηικίης : καὶ πᾶσα ἡ ἐν - αντία χώρα τῆς
Μεγαρέων τοιοῦτος ὄλβιοι οἳ κείνην πόλιν ἀνέρες οἰκήσουσιν , ἀκτῆς Θρηικίης στενυγρὸν παρ ' ἄκρον στόμα πόντου , ἔνθ '
5985554 λυπαν
Χάριτες , ἴτε , τὰν περὶ παρθένωι Δηὼ θυμωσαμέναν † λύπαν ἐξαλλάξατ ' † ἀλαλᾶι Μοῦσαί θ ' ὕμνοισι χορῶν
ἐν τῷ ὑπεξελέσθαι τὰ πάθεα τᾶς ψυχᾶς , ἁδονὰν καὶ λύπαν , ἁ ἀρετὰ πέπτωκεν , ἀλλ ' ἐν τῷ
5984771 ἀπορησειεν
ἐπιμυθίῳ παραινέσεως εὔδηλον ὡς καὶ προοίμιον ὁ τοιοῦτος ποιῆσαι οὐκ ἀπορήσειεν . οὐ μόνον δὲ ὁ μῦθος προοιμίοις ἡμᾶς ἐγγυμνάζει
ἄν τις καὶ τὸ ποιὸν διέλοι κατ ' εἴδη , ἀπορήσειεν ἄν τις , ποίαις χρώμενος διαφοραῖς καὶ ἐκ ποίου
5984124 Μεμνημεθα
τὸ σῶμα καὶ χωρὶς τῆς ψυχῆς τοῖς παθήμασι διείληπται . Μεμνήμεθα καὶ προερρήθη ταῦτα . Οὐκοῦν τὸ μὲν ἐπιθυμοῦν ἦν
γε ᾠόμεθα ἐξελέγξαι ἡμᾶς αὐτούς : ἢ οὐ μέμνησθε ; Μεμνήμεθα . Τί οὖν ἂν ἔτι χρησαίμεθα τῷ λόγῳ ;
5978898 ἡδυοινους
' αὐτῶν αἱ σταφυλίδες καὶ αἱ σταφίδες . ἀμπέλους μέντοι ἡδυοίνους καὶ πολυοίνους καὶ εὐοίνους . καὶ περιπετάννυται τὰ οἴναρα
, πολύδενδρα , λάσια : γηλόφους εὐαμπέλους , εὐφύτους , ἡδυοίνους , καταρρύτους : ἀρούρας εὐπύρους , λήια κομῶντα ,
5975811 εἰπατ
' ἔρωμαι , τίνες ἐφεστᾶσιν δόμοις . ξέναι γυναῖκες , εἴπατ ' , ἐκ ποίας πάτρας Ἑλληνικοῖσι δώμασιν πελάζετε ;
Τυνδαρείας παιδὸς ἀνόσιον φόνον . καὶ νῦν ὅπου ' στὶν εἴπατ ' , ὦ νεάνιδες , Ἀγαμέμνονος παῖς , ὃς
5975289 εἰθισμενως
οὗ καὶ θετοὶ υἱοί , οὕς τις ἐποιήσατο . ἔθοντες εἰθισμένως ἐπιφοιτῶντες . τὸ αὐτὸ καὶ “ ἔθων Οἰνῆος ἀλωήν
, εἰθίσθαι , καὶ τὰ ἐπιρρήματα ἐμπείρως , ἐπιστημόνως , εἰθισμένως , ἐντετριμμένως , ἐντρεχῶς , τάχα καὶ εἰδότως :
5971559 στειχωμεν
. μὴ ' πίπλησσέ μοι ] ὀνειδιστικῶς πρόφερε . . στείχωμεν ] ἀποχωρῶμεν . ὡς ] ἐπεί . κώλοισιν ]
] Τὰ ἐκ φύσεως προσόντα μὴ ὀνείδιζέ μοι . : στείχωμεν : Βαδίζωμεν , ὑποχωρῶμεν : συμβουλευτικόν . ἐπεὶ ποσὶ
5969016 Πολυφαμος
Μούσαις τὸν ἔρωτα ἀκεῖται . καὶ Καλλίμαχος : ὡς ἀγαθὸς Πολύφαμος ἀνεύρατο τὰν ἀοιδάν , αἱ Μοῦσαι τὸν ἔρωτα κατίσχανον
διᾶγ ' ὁ Κύκλωψ ὁ παρ ' ἁμῖν , ὡρχαῖος Πολύφαμος , ὅκ ' ἤρατο τᾶς Γαλατείας , ἄρτι γενειάσδων
5966223 ἐφαμαν
κε τυρὸν ἅπας τις ἦμεν ἔφασχ ' ἁπαλόν , κἠγὼν ἐφάμαν . ὅτε δ ' ἤδη βρωτύος ἠδὲ ποτᾶτος ἐς
βάτραχος δὲ ποτ ' ἀκρίδας ὥς τις ἐρίσδω . ὣς ἐφάμαν ἐπίταδες : ὁ δ ' αἰπόλος ἁδὺ γελάσσας ,
5965207 Εἰἑν
Τὸ χρῶμα τοῦτό μ ' οὐκ ἀρέσκει τῆς κόρης . Εἶἑν . Γυνή τις ὑποβαλέσθαι βούλεται ἀποροῦσα παίδων , οὐδὲ
Κολλυτεύς , ἐπεψήφισεν τῇ ἐκκλησίᾳ Τίμων ὁ αὐτός . “ Εἶἑν , ταῦτα ἡμῖν δεδόχθω καὶ ἀνδρικῶς ἐμμένωμεν αὐτοῖς .
5961131 δυσφιλες
τοιάδε τόλμα : θῆλυς ἄρσενος φονεύς : ἔστιντί νιν καλοῦσα δυσφιλὲς δάκος τύχοιμ ' ἄν ; ἀμφίσβαιναν , ἢ Σκύλλαν
Κλυταιμνήστρας . λαθραίου ] κεκρυμμένης . νιν ] αὐτήν . δυσφιλὲς ] ἤγουν μισητόν . δάκος ] θηρίον . σημείωσαι
5960656 πωλειται
πύρνον ψωμόν . πυρπολέοντας οἷον πῦρ ποιοῦντας , πυρπολουμένους . πωλεῖται συνεχῶς ἐπὶ τὸν αὐτὸν τόπον πορεύεται . ῥαδινόν λεπτόν
κοῦραι , τίς δ ' ὔμμιν ἀνὴρ ἥδιστος ἀοιδῶν ἐνθάδε πωλεῖται , καὶ τέῳ τέρπεσθε μάλιστα ; ὑμεῖς δ '
5960444 ἐπιφεροι
εἰ ἃ μάλιστα δεδιότας αὐτοὺς αἰσθάνοιτο , ταῦτα σαφῶς πυνθανόμενος ἐπιφέροι : εἰκὸς γὰρ αὐτοὺς ἀκριβέστατα ἑκάστους τὰ σφέτερα αὐτῶν
ἢ πάλιν εἴ τις λαβὼν πᾶν τὸ αἱρετὸν ἀγαθὸν εἶναι ἐπιφέροι τὸ ἡ ἡδονὴ ἄρα ἀγαθόν παραλιπὼν ὡς γνώριμον τὸ
5956390 νικον
„ ὕδατα δινήεντος ἀμευσάμενος Ἀθύραο „ . τὸ ἐθ - νικὸν διὰ τῆς αι διφθόγγου Ἀθυραῖος , ὡς Ῥήβας Ῥηβαῖος
, ὅτι τὸ παλαιὸν βασιλεῖς πολυθρέμμονες , καὶ ποιμε - νικὸν ἔζων βίον : μῆλον δὲ λέγεται τὸ πρόβατον Αἰολικῶς
5956155 σκοποιτο
θεωρηθείη , εἴ τις αὐτὸν πρὸς αὑτὸν τὸν ἄνθρωπον παραβάλλων σκοποῖτο ὁποτέρα τῶν ἕξεων βελτίων , πότερον ὅταν τύχῃ νοσῶν
ἄνδρας , πάντα δι ' ὧν τὸν αἰῶνα διεξελήλυθε , σκοποῖτο δ ' αὐτὴν , ὥσπερ τὰς νῦν φρονούσας ἐφ
5955910 σωματοποιει
τῶν θεῶν μέγαν καὶ θαυμαστὸν Δα - ρεῖος ἐποίησε . σωματοποιεῖ δὲ ἐνταῦθα τὸν πλοῦτον : ὃ δὲ λέγει τοιοῦτόν
εὐπραξίας μητέρα ὠνόμασε , ἐμφαίνων ὡς καλὸν τὸ πειθαρχεῖν . σωματοποιεῖ δὲ τὰ πράγματα . πειθαρχία γάρ ἐστι : πάνυ
5955670 κἠγων
' αὐταῖς ὑπακούσω . δῆλον ὅτ ' ἐν τᾷ γᾷ κἠγών τις φαίνομαι ἦμεν . Οὕτω τοι Πολύφαμος ἐποίμαινεν τὸν
, ἁδὺ δὲ χἀ σῦριγξ χὠ βουκόλος , ἁδὺ δὲ κἠγών . ἔστι δέ μοι παρ ' ὕδωρ ψυχρὸν στιβάς
5955489 βροτειος
τριγενῆ μὴ ἐθνικὰ προπαροξύνεται , εἰ ἀπὸ βραχείας ἄρχοιτο : βρότειος τέλειος φλόγειος λύκειος βόειος . τὸ δὲ Ἐπειός κύριον
ἀφεγγής ] ἀθέατος θεόσσυτος ] ἐκ θεοῦ ὁρμηθεῖσα ἤγουν θεία βρότειος ] ἀνθρωπίνη κεκραμένη ] μεμιγμένη ἤγουν ἡρωϊκή ἵκετο ]
5953498 Μαραθος
ἐπίνειον τῆς Ἀράδου λιμένιον ἔχον : εἶτ ' Ἔνυδρα καὶ Μάραθος πόλις Φοινίκων ἀρχαία κατεσπασμένη . τὴν δὲ χώραν Ἀράδιοι
ἐκεῖ . Ῥιανὸς Ἠλιακῶν τρίτῳ . ὡς γὰρ ἀπὸ τοῦ Μάραθος Μαραθήσιος , οὕτω καὶ τοῦτο . Λίλαια , πόλις
5953141 ἐπιβληματα
τάπητες οἱ ἐκ θατέρου . ὑπαγκώνια στρώματα , περιστρώματα ὑποστρώματα ἐπιβλήματα , ἐφεστρίδες ἀμφιεστρίδες χλαῖναι , ἐπιβόλαια δάπιδες τάπιδες ψιλοδάπιδες
ἐσθῆτες μὲν τραγικαὶ ποικίλονοὕτω γὰρ ἐκαλεῖτο ὁ χιτώντὰ δ ' ἐπιβλήματα ξυστίς , βατραχίς , χλανίς , χλαμὺς διάχρυσος ,
5948212 εὐτυχησεν
ἅμα . . πληροῖ αὐτά . αὕτη πρὸς ταύτας οὐκ εὐτύχησεν . τρίτη δόξα ἐστὶν ἡ λέγουσα ἅμα μὲν ἄρξασθαι
πηγὰς φιλοσοφίας ἀφείς . ταύτης ὁ ταῦτα γράφων τῆς φορᾶς εὐτύχησεν . ἄλλοι μὲν γὰρ ἀλλαχοῦ τῶν εἰρημένων ὁμιλητῶν διεκρίθησαν
5946695 ὁρῃς
δεῦρό σε ἤγαγε ; μᾶλλον δὲ πρὸ πάντων κάθησο : ὁρῇς δὲ ὡς ἔστιν οὗτος οὐκ ἀηδὴς φύλλων θῶκος ἔτι
ποίμνα τῶ Θουρίω ἐστὶ Σιβύρτα , Εὐμάρα δὲ τὰς αἶγας ὁρῇς , φίλε , τῷ Συβαρίτα . ἰστέον , ὅτι
5946228 σωος
καὶ ἐπὶ τοῦτο ἐκπλέοντά φασιν ἐπιτωθάσαι τοῖς Χαλδαίοις , ὅτι σῶος ἐς Βαβυλῶνα ἐσέλθοι τε καὶ ἐκπλέοι . ἔμελλε δ
ὧν ἐπεπόνθειν ὑπ ' αὐτοῦ . Καὶ τὸ κεφάλαιον , σῶος μὲν οὗτος εὐθὺς ἦν καὶ ἐσωφρόνει πάλιν καὶ πάντα
5946154 κοιην
οὐ τιμωρησόμεθα . Τί δείσαντες ; κοίην πλήθεος συστροφήν ; κοίην δὲ χρημάτων δύναμιν ; Τῶν ἐπιστάμεθα μὲν τὴν μάχην
' αὐτάς ! ! ! ! ! ! ] ! κοίην [ ] οὖν τάλαινα [ ] σὺ ψυχήν ἔχουσα
5945476 ἐργαζοιτο
μὲν ἄνω , ποτὲ δὲ κάτω , τὸ τῆς χολέρας ἐργάζοιτο πάθος , ἔσται σοι δῆλον ἔκ τε τοῦ δήξεως
ἐμφορεῖσθαι . πυθομένου δὲ τοῦ βασιλέως ὅ τι ἀπὸ τούτων ἐργάζοιτο , εἶπε : Περσῶν ἀναριθμήτους συγκόψειν . καὶ τῇ
5945405 ῥωπος
βοᾶν καὶ κράζειν Ἕλληνες . γέλγη καὶ γελγοπώλης Ἀττικοί , ῥῶπος καὶ ῥωποπώλης Ἕλληνες . γηρᾶναι καὶ καταγηρᾶναι Ἀττικοί ,
δὲ ἐντιθέμενα ταῖς ναυσὶ φόρτος , φορτία , ἀγώγιμα , ῥῶπος , γόμος , παρενθῆκαι . ἀφ ' ὧν ῥήματα
5939014 μυριαμφορον
, φράσω ξύλλαβε : βοήθει ἀνῶμεν : ἐνδῶμεν , ἐάσωμεν μυριάμφορον : πολύτιμον ἰπνόν : ἀρτοκόπιον , μαγειρεῖον ἄσμεναι :
! ! ! [ χαίρων ] ? χορείῃς εἰς [ μυριάμφορον ] ? ? χρόνον ? ? ? ? ?
5930704 Λεγοις
ἑκάτερος αὐτῶν ἀπειλήφῃ τὰ ὑπὸ τοῦ λόγου ὀφειλόμενα ἀκοῦσαι . Λέγοις ἄν , ἔφη , ὡς οὐ πολλὰ ἄλλ '
, ὦ Σώκρατες , ἄρτι δοκῶ κατανενοηκέναι τοὺς ἄνδρας . Λέγοις ἄν : ἔοικας γὰρ ἄτοπόν τι καθορᾶν . Ναί
5929972 φυσω
παρὼν ἄεισα νομεῦσι : μηκέτ ' ἐπὶ γλώσσας ἄκρας ὀλοφυγγόνα φύσω . τέττιξ μὲν τέττιγι φίλος , μύρμακι δὲ μύρμαξ
ζεύγω ζεύξω ζεύγλη , τρώγω τρώξω τρώγλη , οὕτω φύω φύσω φύτλη . . , : χείμεθλα : * *
5927957 κἀιτα
: δειλὸν δ ' ὁ πλοῦτος καὶ φιλόψυχον κακόν . κἆιτα σὺν πολλοῖσιν ἦλθες πρὸς τὸν οὐδὲν ἐς μάχην ;
τότε μὲν ποιησάμενοι τὴν εἰρήνην ἔχοντος ἐμοῦ τὴν πόλιν , κἆιτα συμμαχίαν ἐπὶ ταῖς αὐταῖς ὁμολογίαις . καίτοι πῶς ἂν
5927445 μαχεσαιτο
, ἐπεί κεν ἀνὴρ ἀναθείη , ἀλλ ' οὐκ ἂν μαχέσαιτο . ἀμφὶ δὲ πόρκης χρύσεος ἀστράπτει καὶ ἐπ '
, ἐπεί κεν ἀνὴρ ἀναθείη , ἀλλ ' οὐκ ἂν μαχέσαιτο ” . τοῦτο δὲ ἵνα δείξῃ ὡς Δημοσθένους ,
5922254 ἀκροατηρια
καὶ οἱ παῖδες θεωροῦσι . καλὰ παρ ' ὑμῖν τὰ ἀκροατήρια κηρύττοντα πάνθ ' ἅπερ ἐν νυκτὶ μοχθηρῶς πραγματεύεται καὶ
ἐπιστήμης : ἐπεὶ καθ ' ἑκάστην σχεδὸν ἡμέραν τά τε ἀκροατήρια καὶ τὰ θέατρα πληροῦται , διεξέρχονται δὲ ἀπνευστὶ συνείροντες
5921260 οκ
ην [ ] ὅλην ? [ ] [ ± ] οκ ! ! ! ἑκάστοτε [ ] [ ! !
. . . . οδα ? ! ! [ σιν οκ [ δῶκε [ ἐνθεν ? [ οἶνον ! [
5920980 βαδιουμαι
καὶ ζηλωτὸν ἀποφανεῖ τὸν ἐπαινούμενον . οὐ μὴν ταύτην ἐγὼ βαδιοῦμαι , μὴ καὶ σοὶ δόξω ὑπ ' ἀπορίας αὐτὸ
τὸν μισθόν , τὴν πυάγραν Εὖ γε ὑπέμνησας : ὥστε βαδιοῦμαι ἀποληψόμενος αὐτήν , εἴ που ὡς φῂς εὑρεθείη ἐν
5920909 Κολαξι
καὶ τὸ μὲν σκεῦος κόρημα ὑπὸ Εὐπόλιδος εἴρηται ἐν τοῖς Κόλαξι τουτὶ λαβὼν τὸ κόρημα τὴν αὐλὴν κόρει : τὸ
μακάρι ' Αὐτόμενες ὥς σε μακαρίζομεν , καὶ Εὔπολις ἐν Κόλαξι φημὶ δὲ βροτοῖσι πολὺ πλεῖστα παρέχειν ἐγὼ καὶ πολὺ
5917540 ὀψιγονων
οἴσους ' ἐπὶ τὸν Ἴστρον , Ὄφρα τις ἐρρίγῃσι καὶ ὀψιγόνων ἀνθρώπων ξεινοδόχον κακὰ ῥέξαι , ὅ κεν φιλότητα παράσχῃ
τε μέγαν τε ἄλκιμος ἔσς ' ἵνα τίς σε καὶ ὀψιγόνων εὖ εἴπῃ . † ) καὶ παρὰ Ἀριστοφάνει προηθετοῦντο
5907021 ἡρμηνευκεν
τὸν λίθον : καὶ ὅτι ἐκ τοῦ ἐναντίου τὸ ἐναντίον ἡρμήνευκεν . . . . νυκτὶ θοῇ ἀτάλαντος ὑπώπια :
ἔμπης . καὶ μόνου δὲ τούτου τῶν ἡρώων τὸ ποτήριον ἡρμήνευκεν , ὡς τὴν Ἀχιλλέως ἀσπίδα . ἐστρατεύετο γὰρ μετ
5904819 εὐειλος
, ἐγχείρησις ἐμπεδορκεῖν ἐπιπταίσματα ἐπιφορήματα ἐπροξένει ἑστιοῦχον ἐσχαρίδα ἑτερεγκεφαλᾶν ἐτνήρυσις εὔειλος εὐζωρότερον εὐθετῆσαι εὐκόπως ἡμιφωσώνιον ἢ πόθεν θεοποιούς , θεοπλάστας
τροφῆς ἀνακτέον συμπαραλαμβάνοντα καὶ τὰ τοῦ ἀέρος . Ἡ γὰρ εὔειλος καὶ ἁπλῶς ἡ εὐδιεινὴ τὰ ἀσθενέστερα ἐκφέρει μᾶλλον ἡ
5903740 ἐπηινες
. [ ὡς μήποτ ' ἄνδρα τόνδε νυμφίον καλῶν . ἐπήινες ' ἀλόχωι πιστὸς οὕνεκ ' εἶ φίλος . ]
τιμὰς πατρώιους καὶ δόμους ἔχειν ἄφες . στρατὸς δ ' ἐπήινες ' ἔς τ ' ἀπαλλαγὰς πόνων καλῶς λελέχθαι μῦθον
5903715 λαβους
ἑτέρους δεῖ , τοὺς δὲ διώκειν . Σὺν ἐλαίῳ ὠτογλυφίδα λαβοῦς ' ἀνασκάλλεται . Τὸ γὰρ ἕψημά σου γευόμενος ἔλαθον
. . . . . . . . ἅμα δὲ λαβοῦς ' ἠφάνικε πηλίκον τινὰ οἴεσθε μέγεθος ἀρεσιαν ; μέγαν
5901920 ἀγυιατις
ὃς πάντ ' ἐφορᾷς : καὶ : δὸς φίλος . ἀγυιᾶτις οὖν ἀντὶ τοῦ σύνοικε . ἄλλως : Θρασυδαίῳ Θηβαίῳ
στάδιον ἄνδρας . . τὸ δὲ ἀγυιᾶτις ἀντὶ τοῦ ὦ ἀγυιᾶτις ὡς καὶ παρ ' Ὁμήρῳ : Ἠέλιος ὃς πάντ
5898442 προϊοι
. Τοῦτο οὖν τὸ σοφὸν οἱ δοῦλοι κατανοήσαντες , ἐπειδὴ προΐοι Λακύδης εἰς περίπατον ἢ ὅποι ἄλλοσε , καὶ αὐτοὶ
εἴη καὶ τρίτος ἄνθρωπος : καὶ τοῦτο εἰς ἄπειρον ἂν προΐοι . εἰ δὲ μὴ εἶεν τὰ πρὸς τὰς ἰδέας
5897402 αντες
× – ˘ × × – ˘ × × ] αντες ὠλ [ × – ˘ × × – ˘
] ? τ ' ἐραννήν [ ] ! [ ] αντες Ὀλύμπου [ ] ! νοσς ? [ ! !
5895935 βαλλουσα
τέκος , εὖτε κάμῃσι γυῖα κατ ' οὔρεα μακρὰ θοοὺς βάλλουσα λέοντας : αὐτὴ γάρ μιν ἔτευξε καὶ ἐν φθιμένοισιν
. Βάλλειν δὲ οὐκ εἴων αὐτάς : πόρρωθεν γὰρ κατάδηλος βάλλουσα γυνή : ποιοῦντες δὲ ταῦτα τοὺς αὐτομόλους ἐφύλασσον μὴ
5895774 ξηραινω
καθαυανεῖ ξηρανεῖ ἢ ἀντὶ τοῦ λαμπρυνεῖ . αὔω γὰρ τὸ ξηραίνω ψιλοῦται , αὕω δὲ τὸ λάμπω δασύνεται , ὅθεν
, κυλίω . ἐξυπνίζομαι , ἐξυπνίζω , , ξηραίνομαι , ξηραίνω , ἐθίζομαι , ἐθίζω , ἡμεροῦμαι , ἡμερῶ ,
5893517 Φιλαδελφοις
τὰ ποτήρι ' , οὐ τὸν οἶνον πιόμενοι . Σωσικράτης Φιλαδέλφοις : λεπτὴ δὲ κυρτοῖς ἐγγελῶσα κύμασιν αὔρα , κόρη
ὀνόματι : καίτοι καὶ τὴν μυιοσόβην ἔν τε ταῖς Μενάνδρου Φιλαδέλφοις ἔστιν εὑρεῖν καὶ ἐν Ἀναξίππου Κιθαρῳδῷ , μυιοσόβην λαβὼν
5892723 καταφαγῃ
οὖν φησι : τῶν Φαρσαλίων ἥκει τις ἵνα τὰς τραπέζας καταφάγῃ ; οὐδεὶς πάρεστι . εὖ γε δρῶντες . ἆρά
. Τῶν Φαρσαλίων ἥκει τις , ἵνα καὶ τὰς τραπέζας καταφάγῃ ; οὐδεὶς πάρεστιν . εὖ γε δρῶντες : ἆρά
5892265 διακεισαι
, . . Γενναιότατος “ ὤμοι τάλαινα , ὡς κακῶς διάκεισαι , γενναιότατος περὶ ἐμὲ γενόμενος καὶ θανάτου με ῥυσάμενος
πρᾶξιν ἡντινοῦν , τὸ καλὸν ἀγνοῶν ; καὶ ὁπότε οὕτω διάκεισαι , οἴει σοι κρεῖττον εἶναι ζῆν μᾶλλον ἢ τεθνάναι
5891912 Ἰοπη
Φοινίκης Ἐλαία μεταξὺ Τύρου καὶ Σιδῶνος , ὡς Φίλων . Ἰόπη , πόλις Φοινίκης , πλησίον Ἰαμνίας , ὡς Φίλων
ἀπὸ Ἰοῦς , βοῦν ἔχουσα πλησίον ἐν τῇ εἰκόνι . Ἰόπη , πόλις Φοινίκης πλησίον Ἰαμνίας ὡς Φίλων , ὡς

Back