| τράπεζαν καθάπερ καὶ τοῖς ἄλλοις λαγωοῦ , ἀλλ ' ὕστερον μεταδιδόντος τοῦ Ἱέρωνος , ἀπεσχεδίασεν : οὐδὲ γὰρ οὐδ ' | ||
| δυνατὸς ὢν οὐ λήψῃ δεόμενος παρὰ θεοῦ . τροφῆς δεομένῳ μεταδιδόντος ἐξ ὅλης ψυχῆς δόμα μέν τι βραχύ , προθυμία |
| καὶ γάμοις ἀρεσάμενος τὸν παρόντα Θρᾳκῶν ὅμιλον , ἐφίησι τῷ Κλείτῳ τὴν κόρην ἄγεσθαι . . . . , : | ||
| καθάπερ πρότερον ἔσχε , Καρίαν δὲ Κασάνδρῳ , Λυδίαν δὲ Κλείτῳ , Φρυγίαν δὲ τὴν ἐφ ' Ἑλλησπόντῳ Ἀρριδαίῳ . |
| ἐπίβαλλε κηρόν , ῥητίνην , καὶ πάλιν ἑψήσας ἀμόλυντον , ἀνάλυε καὶ χρῶ ὡς ἀντεμβροχῇ : ἐγὼ δὲ καὶ ἐλαίου | ||
| αὐτὰ μὲν ῥῖψον , τὰ δὲ τηκτὰ μίξαϲ τῷ ἐλαίῳ ἀνάλυε . Ἀλθαίαϲ , φοινίκων ἢ νικολάων ἀνὰ λι . |
| ὅτι Ἑλληνικὸν ὄνομα ὁ πίναξ : Ὅμηρος : κρειῶν πίνακας παρέθηκεν . ὅτι καὶ τήγανον εἴρηται καὶ οὐ μόνον τάγηνον | ||
| μετὰ μικρὸν εἶπεν ” παράθες μοι λεκάνην . “ Αἴσωπος παρέθηκεν χωρὶς ὕδατος καὶ ἵστατο . Ξάνθος : ” τοῦτο |
| δὲ ἡ Ἀριστοτέλους θυγάτηρ τρισὶν ἀνδράσιν ἐγαμήθη , πρῶτον μὲν Νικάνορι τῷ Σταγειρίτῃ , οἰκείῳ ὄντι Ἀριστοτέλους , δευτέρῳ δὲ | ||
| ἡ βουλή . καὶ σὺ πάντων ἐναντίον τῶν Ἑλλήνων διειλεγμένος Νικάνορι καὶ κεχρηματικὼς περὶ ὧν ἐβουλήθης , ἐλεεινὸν νῦν σεαυτὸν |
| τὸν τοῦ Ἰλίου ἥρω τίς ξυγγνώμη ; οὐ γὰρ δὴ Ἀσσυρίοις ποτὲ καὶ Τρωσὶ πόλεμος ἐγένετο , οὐδὲ τὰς ἀγέλας | ||
| πλησίον δὲ ἱερόν ἐστιν Ἀφροδίτης Οὐρανίας . πρώτοις δὲ ἀνθρώπων Ἀσσυρίοις κατέστη σέβεσθαι τὴν Οὐρανίαν , μετὰ δὲ Ἀσσυρίους Κυπρίων |
| τοῦ κισσοῦ λευκοῦ ἔγχει εἰς μυκτῆρας . ἄλλο . μελάνθιον χυλίσας μετὰ ὑδρομέλιτος καὶ ἶριν , οὕτως χρῶ , ἔλαιον | ||
| τὸν τόπον καὶ σικυάζειν : εἶτα μελέας φύλλα κόψας καὶ χυλίσας , δίδου πιεῖν τὸν χυλόν : τῷ δὲ ἀποθλίμματι |
| πυρίνου καὶ τοῦ τῶν ζειῶν ἀλεύρου . ἐϲτὶ δὲ τροφιμώτερον ἀλφίτου , δυϲπεπτότερον δέ . καλεῖται δὲ τὸ ἐξ αὐτοῦ | ||
| Ῥηματικὸν αὑτοῦ . . . . . ἀλφίτου ἀκτήν : ἀλφίτου ἀκτήν : τὸ ἀλφίτου ἀκτὴν κατὰ ἀφαίρεσιν εἰρῆσθαι : |
| ἔχον δ ' ἐπὶ ληιάδεσσι τρηχὺν ἔρον , ἃς αὐτοὶ ἀγίνεον ἀντιπέρηθεν Θρηικίην δῃοῦντες : ἐπεὶ χόλος αἰνὸς ὄπαζε Κύπριδος | ||
| δὲ ὦν πλεῖστον σῖτον ἐς Λευκὴν Ἀκτὴν καλεομένην τῆς Θρηίκης ἀγίνεον , οἱ δὲ ἐς Τυρόδιζαν τὴν Περινθίων , οἱ |
| ἔκρινε μὲν εἰκοσταίοισι , κατέσβη δὲ πᾶσι , καὶ οὐκ ἐξεπύησεν , ἀλλ ' ἐπὶ κύστιν ἐτράπετο : Κρατιστώνακτι , | ||
| ἡμέρας καὶ στραγγουριώδης : ἐπὶ γούνατος ἀριστεροῦ ἀπόστημα ἐγένετο , ἐξεπύησεν , ἐτελεύτησεν . Κτησιφῶν ὑδρωπικὸς ἐκ καύσου πολλοῦ , |
| δ , ὀποβαλσάμου # β : οἴνῳ Φαλερίνῳ τὰ ξηρὰ φυραθέντα πάλιν ξηραίνεται , καὶ τότε λειωθέντα ξηρὰ ἀναλαμβάνεται τοῖς | ||
| αἰθιοπικοῦ , χαλβάνης , ἀριστολοχίας , ταῦτα πάντα λεανθέντα καὶ φυραθέντα χυλῷ εὐζώμου , ἀναπλάσσονται τροχίσκοι δραχμιαῖοι : διδόναι δὲ |
| οὐδαμῶς . . ἀνὴρ ] ἀντὶ τοῦ ἄνθρωπος , ἀλλὰ γηραιός . τὸν νόμον ] τὸ ἐλεεῖν τοὺς παῖδας , | ||
| γυμνικὸν ὑπό τε καύματος καὶ δίψους καὶ ἀσθενείας , ἤδη γηραιός . καὶ αὐτοῦ ἐπιγέγραπται τῶι μνήματι [ . . |
| τὸν κάμνοντα ξηραινόντων φαρμάκων ἢ σιτίων , οἷον ὑδρογάρου ἢ κονδίτου ἤ τινος τοιούτου φαρμάκου , συμβουλεύω καὶ τότε ἅπαξ | ||
| εὐφορβίου ἶϲα : ἡ δόϲιϲ Γρʹ γ μετὰ μελικράτου ἢ κονδίτου : ποιεῖ καὶ κωλικοῖϲ καὶ ὑδερικοῖϲ . Ἄλλο ὑδραγωγόν |
| παῖδας καταλείπει . φύρετο δ ' ἄλφιτα ἔπλεον εἰς Σκῦρον Δολοπηίδα . . . . . Κρίτωνος ἤτοι Δαμίππου Πυθαγορείου | ||
| καὶ Εὐρυδάμας Κτιμένου πάις , ἄγχι δὲ λίμνης Ξυνιάδος Κτιμένην Δολοπηίδα ναιετάασκεν : καὶ μὴν Ἄκτωρ υἷα Μενοίτιον ἐξ Ὀπόεντος |
| : ὃς τύχᾳ μὲν δαίμονος , ἀνορέας δ ' οὐκ ἀμπλακών ἐν τέτˈρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον ἔχθιστον καὶ ἀτιμοτέραν | ||
| : καὶ πρός γ ' ἐξελῶ : πρὸς τὸ αὖθις ἀμπλακών , ἀντὶ τοῦ : οὐδαμῶς , ἀλλὰ πρὸς τούτοις |
| Θετταλῶν γε ἱππεῖς , γνωσθῆναι τῷ Ἀγησιπόλιδι βουλόμενοι , καὶ Ἀμύντας δὲ καὶ Δέρδας ἔτι προθυμότερον ἢ πρόσθεν . Ἀγησίπολις | ||
| κατὰ χρησμόν : ἔκτισαν δὲ ταύτην ἡνίκα τὴν Μακεδόνων ἀρχὴν Ἀμύντας παρέλαβεν . ἄποικοι γενόμενοι Μιλησίων , ὑπὸ Σκυθῶν κύκλῳ |
| ταρίχευσαι οὔρῳ ἀφθόρου , καὶ βάπτε ὕδωρ ψυχροῦ . Χαλκὸς καεὶς ἑπτάκις , καὶ ἀνακαμφθεὶς χρυσὸς κρείττων ἐστί . Χρυσὸς | ||
| καταχριόμενον , λωτοῦ τοῦ δένδρου τὰ φύλλα , ἀπόπατος καμήλου καεὶς καὶ σὺν ἐλαίῳ χρισθείς . ξανθὰς ποιεῖ τὰς τρίχας |
| : ἄνιε δὲ τὸ φάρμακον ὕδατι θερμῷ ἑνὶ καὶ ἡμίσει κυάθῳ . πιόντα δέ , εἰ μηδὲν κωλύοι , χρὴ | ||
| συνταράξας * μιξάμενος : ἐνώσας κυάθῳ : τουτέστι τρίτον τῷ κυάθῳ ἀντλούμενον , οἷον τρεῖς κυάθους . * ἀφύξιμον : |
| : νῦν τῇ παραστάδι . ἀλλ ' ὁ μὲν ἐς χαλκεῶνα : τῶν Αἰόλου νήσων ἐστὶν ἡ Ἱέρα καλουμένη , | ||
| . χάρμη ἡ μάχη . χαλεπήνῃ ἐς χαλεπότητα ἀγάγῃ . χαλκεῶνα τὸ χαλκεῖον . χανδόν πολύ , παρὰ τὸ κεχηνότα |
| φοίνικαϲ καὶ τὰ ὅμοια καὶ καταπλάττειν ἄρτῳ θερμῷ , εἶτα λινοϲπέρμῳ . ὅταν δὲ χρονίϲῃ . ὡϲ ἐπὶ φθιϲικῶν , | ||
| κάμνονταϲ ἐν τῷ ϲτόματι . βέλτιον δὲ ἐνεργεῖ μυξίον τῷ λινοϲπέρμῳ ϲυγκαθηψημένον : καὶ τὸν δάκτυλον δὲ ἐν τούτῳ τῷ |
| Δανάη , ἀφ ' ἧς Περσεύς . τὴν δὲ Εὐρώπην Τυρίαν εἶπεν , ἐπειδὴ ἡ Εὐρώπη ὑπὸ Διὸς ἁρπασθεῖσα ἐκεῖθεν | ||
| ἀληθὲς ἔχει ὧδε . ἀνὴρ Κνώσιος ὀνόματι Ταῦρος ἐπολέμει τὴν Τυρίαν χώραν . τελευτῶν οὖν ἐκ Τύρου ἥρπασεν ἄλλας τε |
| Θήβαις τοῦ φόνου καθαίρεται . καθαρθεὶς * δὲ * σὺν Κρέοντι καὶ Κεφάλῳ καὶ Πανοπεῖ κατὰ Λυκόφρονα καὶ σὺν ἑτέροις | ||
| ἀγαθοῦ τάττεται . δύναται καὶ ἡμῖν συνήθως παρόσον ὄνειδος τῷ Κρέοντι , εἰ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὑπὸ γυναικὸς ἀπολεῖται : |
| ἱερόν ἐστιν ἐνταῦθα καὶ ὕδωρ ἐν φρέατι κεκραμένον πίσσῃ , Κυζικηνῷ μύρῳ μάλιστα ἰδεῖν ἐμφερές : παράσχοιτο δ ' ἂν | ||
| μέντοι ἄθλου ἐκστῆναι τῷ μετ ' αὐτὸν κριθέντι Καλαμόδρυϊ τῷ Κυζικηνῷ ἀθλητῇ . : Μιθριδάτου δ ' ἀναγράφει κόλακα Σωσίπατρον |
| δοθήσεσθαι δραχμὰς ἑκατόν . οἱ δὲ ἐγέλασαν τῆς σμικρολογίας καὶ χαλεπήναντος αὐτοῦ μᾶλλον ἐθορύβουν καὶ διεδίδρασκον . ὁ δὲ ἐξανέστη | ||
| παρὰ θεοῖς διατρίβοντα ἐρασθῆναί φησι τῆς Ἥρας , διόπερ Διὸς χαλεπήναντος αἰτήσασθαι διὰ παντὸς καθεύδειν . τινὲς δὲ διὰ τὴν |
| καιροῦ , ἐὰν περιστερᾶς κόπρον καὶ πέπερι καὶ ἔλαιον μίξας ἐπιβάλῃς . Φλωρεντῖνος ἐν τοῖς γεωργικοῖς αὐτοῦ πρώϊμον καὶ θηριακὸν | ||
| στέγην . ἕως ἂν αὐτοῖς ἐμβάλῃς : ἀντὶ τοῦ ” ἐπιβάλῃς αὐτοῖς τὴν οἰκίαν “ . μαθητὴς Σωκράτους . εἷς |
| γάλακτι τρεφέϲθω . ἐϲτερεωμένου δὲ ἤδη τοῦ ϲώματοϲ τροφὴν δίδου ψίχαϲ τρυφερὰϲ ἐξ ὑδρομέλιτοϲ ἢ οἰνομέλιτοϲ ἢ γλυκέοϲ οἴνου ἢ | ||
| αἵματοϲ . τροφὴν δὲ δοτέον πτιϲϲάνηϲ χυλὸν ἢ ἄλικοϲ ἢ ψίχαϲ πλειϲτάκιϲ πλυθείϲαϲ μετὰ ῥοδομέλιτοϲ : πραϋνθέντοϲ δὲ τοῦ πυρετοῦ |
| εὐεργεσιῶν γινόμενον αὐτῷ θαῦμα , ἐπῆλθε κόρος καὶ φθόνος . Κάπυς γὰρ καὶ Ἱπποκράτης , καίτοι πολλὰ ὑπὸ Θήρωνος εὐεργετηθέντες | ||
| λοιπούς . Ἀσσάρακος δὲ * πάλιν * γεννᾷ Κάπυν , Κάπυς δὲ γεννᾷ Ἀγχίσην , Ἀγχίσης Αἰνείαν . οὕτως οὖν |
| δὲ Διόνυσον παράγοντα καθ ' ἕνα τῶν αἰχμαλώτων καὶ διδόντα σπονδὴν οἴνου πάντας ἐξορκῶσαι συστρατεύειν ἀδόλως καὶ μέχρι τελευτῆς βεβαίως | ||
| δὲ κόρην Λευκίππην οὖσαν ἐγνώρισα . εἶτα κατὰ τῆς κεφαλῆς σπονδὴν περιχέαντες περιάγουσι τὸν βωμὸν κύκλῳ , καὶ ἐπηύλει τις |
| γὰρ [ ] αὐτοκασιγνητ [ ] διογενὴς [ ] ἐς πυμάτην ? πιπτ ? ? [ ! ! ! ! | ||
| νεαροῦ μεγάλου ταυλωπία ἐν θέρει ὠνοῦ κράνιον , ὅταν Φαέθων πυμάτην ἁψῖδα διφρεύῃ : καὶ παράθες θερμὸν ταχέως καὶ τρῖμμα |
| ' Ἀλφειοῦ τε ῥοαῖς [ ] θαμὰ δὴ τίμασεν ἁ χρυσάρματος σεμνὰ μεγάθυμος Ἀθάνα , μυρίων τ ' ἤδη μίτραισιν | ||
| γὰρ αὐτῷ , πατˈρὶ μὲν βωμῶν ἁγισθέντων , διχόμηνις ὅλον χρυσάρματος ἑσπέρας ὀφθαλμὸν ἀντέφˈλεξε Μήνα , καὶ μεγάλων ἀέθλων ἁγˈνὰν |
| . καὶ ἐξήμβλω μὲν ἡ ἔννοια τῆς θεοσυλίας τῷ ἀνοσίῳ ἀποσφαγέντος αὐτοῦ , ἐπαύσαντο δὲ τοῦ δέους οἱ Δελφοί . | ||
| μέχρι μέθης , οὐ γὰρ εἴα τοῦ διὰ μέθην ἀρτίως ἀποσφαγέντος ὁ φόβος , ἀλλὰ τὴν μὲν δύναμιν συνεῖχον , |
| , λεπίδος ἀνὰ ⋖ β , σχιστῆς ⋖ α . λουσαμένῳ ἐπιτίθει ξηρὸν δαψιλὲς τὸ φάρμακον , λουσαμένῳ δὲ τῇ | ||
| πολὺ δύο ἀπελθεῖν ἐπὶ τὸ λουτρὸν ἐπίτρεψον τῷ πάσχοντι καὶ λουσαμένῳ ἀπελθόντι εἰς τὸν οἶκον οὕτω πίνειν τὴν ἀντίδοτον , |
| οἱ ἐνὶ φρεσὶ μέμβλετ ' Ἀχαιῶν τειρομένων ὑπὸ Τρωσὶ καὶ Εὐρυπύλῳ μεγαθύμῳ . Οἳ δ ' Ἀχιλήιον υἷα παρεζόμενοι ἑκάτερθε | ||
| τὰς ἀγκύρας πλεῖν , ὁ τοῦ Ποσειδῶνος υἱὸς Τρίτων εἰκασθεὶς Εὐρυπύλῳ , καὶ αὐτῷ Ποσειδῶνος υἱῷ , εἰς λόγους ἦλθεν |
| βάθους διήκει , τῆς ψώρας ἐπιπολαιοτέρας οὔσης . ἐὰν τοίνυν πεπλυμένην τὴν τίτανον , εἶτ ' ἐξηρασμένην ἔχῃς , ὕδωρ | ||
| νομὴ ὑπεραίρῃ τοὺϲ ὀφθαλμούϲ , θεραπευτέον οὕτωϲ : πομφόλυγα καλλίϲτην πεπλυμένην διέντα γάλακτι γυναικείῳ ἐπιχρίειν καὶ ἐπάνω μοτὰ ἐπιτιθέναι , |
| τὸν ἄκοντα λαμβάνει Κέφαλος : Ἀμφιτρύων δὲ χρῄζων τοῦ κυνὸς ἐξίκετο παρὰ τὸν Κέφαλον , εἴγε ἐθελήσειεν ἅμα αὐτῷ ἐπὶ | ||
| δόμους ἁβˈρότατος . ὁ δ ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο , νέα κεφαλά , Παρνασσοῦ πόδα ναίοντ ' : |
| Δωριεῖ . τέλος θεοξενίων . Ψαύμιδι Καμαριναίῳ ἅρματι . . Ψαύμιδι Καμαριναίῳ ἵπποις . Ψαύμιδι Καμαριναίῳ ἵπποις νικήσαντι τὴν ὀγδοηκοστὴν | ||
| καὶ τοῦ συνδέσμου παρὰ τῷ Δωριεῖ . τέλος θεοξενίων . Ψαύμιδι Καμαριναίῳ ἅρματι . . Ψαύμιδι Καμαριναίῳ ἵπποις . Ψαύμιδι |
| Φίλλις ὁ μουσικός , ὅτι ἐν τοῖς γάμοις περὶ μίαν τράπεζαν πολλὰς κλίνας τιθέντες , παρὰ μέρος ἑξῆς μυρρίνας , | ||
| ἀεικέλιον τὸν εὐτελῆ : “ δίφρον ἀεικέλιον καταθεὶς ὀλίγην τε τράπεζαν ” καὶ “ πρόσθεν γὰρ δή μοι ἀεικέλιος φαίνεται |
| οἱ δέ φασιν ἐν Σικελίᾳ πρῶτον ἐξευρεθῆναι τρόπῳ τοιῷδε . ἐξενεχθέντος τῷ Ὀρέστῃ χρησμοῦ ἐν ἑπτὰ ποταμοῖς ἐκ μιᾶς πηγῆς | ||
| Ῥωμαίων ἡγεμονίαν κατασχεῖν οὕτως ἀζήλου καὶ πικρᾶς καταστροφῆς ἔτυχεν . ἐξενεχθέντος δ ' εἰς τὴν ἀγορὰν τοῦ νεκροῦ καὶ γενηθέντος |
| πρὸς τούτοις δορὶ ἐπικτήσηται πρὸς δυομένου ἡλίου , Πτολε - μαίου εἶναι : Λαομέδοντι δὲ τῷ Μιτυληναίῳ Συρίαν ἐπιτετράφθαι . | ||
| πετροσελίνου . . . . . . οὐγγ . γʹ μαίου . . . . . . . . οὐγγ |
| δίμετρον καταληκτικόν . τὸ ιγʹ Στησιχόρειον . . , Διαγόρᾳ νικήσαντι τὴν οθʹ Ὀλυμπιάδα . τοῦτον δὲ τὸν Διαγόραν οἱ | ||
| χρόνους διάκεινται : ἡ γὰρ πρὸ ταύτης ᾠδὴ Ἀρκεσιλάῳ γέγραπται νικήσαντι ΛΑʹ Πυθιάδα . Ἔνθ ' ὀλβίοισιν Ἐμμενίδαις ] * |
| τῶν ἐμῶν σφαγῶν ἐνέγκῃ χερσὶν ᾗ μελαγχόλους ἔβαψεν ἰοὺς θρέμμα Λερναίας ὕδρας , ἔσται φρενός σοι τοῦτο κηλητήριον τῆς Ἡρακλείας | ||
| χαλεπωτάτῳ γὰρ ὑπὸ Εὐρυσθέως ἐπιταγεὶς ἄθλῳ , περισχεθεὶς τῷ τῆς Λερναίας ὕδρας ἰῷ , τοῖς τῶν δηγμάτων ἐπονεῖτο ἕλκεσιν . |
| ἐχώρουν κατὰ τῆς παρατάξεως , ἀλλ ' ἵσταντο πόρρωθεν . Ἐκέλευσεν οὖν ἐκεῖνος ἀπιέναι τὸ ὁπλιτικὸν καὶ στρατοπεδεύειν : αὐτὸς | ||
| Τὸν δὲ Ἴφικλον διὰ τὸ δέος μηκέτι παῖδας ποιῆσαι . Ἐκέλευσεν οὖν ὁ αἰγυπιὸς τὴν μάχαιραν τὴν ἐν τῷ ἀχέρδῳ |
| γνώμην ὁ Φίλιππος , πλέον διδοὺς ὅσῳ καὶ πλέον ᾔδει μισθούμενος , ἀλλ ' ὑπὲρ αὐτοῦ τοῦ δικαίου διατελῶ κατ | ||
| σῷ γήρᾳ , ἀλλὰ καὶ αὐτουργῶν μὲν τὴν ἐπιβουλήν , μισθούμενος δὲ καὶ τὰς ἐμὰς χεῖρας . ἔστι γὰρ αὐτῷ |
| ε μέλιτοϲ # α μαϲτίχηϲ # γ . λειώϲαϲ τὴν μαϲτίχην καὶ ἐνδήϲαϲ ὀθόνῃ ἀποκρέμαϲον ἐν τῷ οἰνομέλιτι καὶ ἔα | ||
| ὅταν διαλυθῇ , τὴν χαλβάνην προμεμαλαγμένην ἐπίβαλλε : τὴν γὰρ μαϲτίχην παραιτούμεθα . Ἄλλο . λιβάνου ⋖ η ϲμύρνηϲ ⋖ |
| Ἠελίοιο , σφωιτέρῳ σὺν παιδί , βίῃ Φυλῆος ἀγαυοῦ , χθιζός γ ' εἰλήλουθεν ἀπ ' ἄστεος ἤμασι πολλοῖς κτῆσιν | ||
| : τέκνον ἀκηχεμένη , μὴ μέμφεο δεινὰ παθούσῃ : ὁ χθιζός με μολὼν ἀπατήλιος ἥρπασεν ἀνήρ . ἔννεπεν . ἡ |
| ὅσον δύνανται : ὁ μὲν γὰρ γεωργεῖ , ὁ δὲ ναυκληρεῖ , ὁ δ ' ἐμπορεύεται , οἱ δὲ καὶ | ||
| πλεύσεται ἐκ Μένδης ἢ Σκιώνης ἐν τῇ εἰκοσόρῳ ἣν Ὑβλήσιος ναυκληρεῖ . ὑποτιθέασι δὲ ταῦτα , οὐκ ὀφείλοντες ἐπὶ τούτοις |
| . εὗρες ] ἐπέτυχες , καὶ οὐ διὰ τὴν ἀρετὴν ἐδόθη . τὴν ἔνθεσιν ] τὴν τροφήν . ᾄσαιμι γὰρ | ||
| ἑαυτοῦ ἡ τῶν μερῶν καὶ τῶν ἔργων , ὑπὲρ ὧν ἐδόθη τὰ μέρη , συναίσθησις : δευτέρα δὲ ὅτι οὐδὲ |
| * * γλυκὺς αὐθιγενὴς ἡδὺς καπνίας . Μύρῳ δὲ παρὰ Πέρωνος , οὗπερ ἀπέδοτο ἐχθὲς Μελανώπῳ πολυτελοῦς Αἰγυπτίου , ᾧ | ||
| ' ἐμοὶ δέ γ ' οὔ . μύρῳ δὲ παρὰ Πέρωνος , οὗπερ ἀπέδοτο ἐχθὲς Μελανώπῳ πολυτελοῦς Αἰγυπτίου , ᾧ |
| κατεῖχον ἐν ταῖς ὠδῖσι τὴν Ἀλκμήνην . καὶ αὗται μὲν ἐκαθέζοντο κρατοῦσαι τὰς ἑαυτῶν χεῖρας , Γαλινθιὰς δὲ δείσασα μὴ | ||
| Ἡφαίστου καὶ ] τοῦ Κυλλοποδίωνος τὸν ἀνδρειότατον Ἄρη καταγωνισαμένου . ἐκαθέζοντο δὲ καὶ δειπνοῦντες οἱ τότε . πολλαχοῦ γοῦν ὁ |
| τινὶ πρὸ τῆς πόλεως ἠρέμει , Ἀρχελάου δὲ ἐπὶ κυνηγέσιον ἐξελθόντος , τῶν σκυλάκων ἀπολυθέντων ὑπὸ τῶν κυνηγῶν καὶ περιτυχόντων | ||
| δαιμονίου καὶ τοῦ φαρμάκου ποιήσαντος τήκεσθαι , ποτὲ δὲ ἀθρόως ἐξελθόντος , ἢ μένοντος ἔνδον ; Ἀλλ ' εἰ μὲν |
| τά γε σήματ ' ἐν οὐρανῷ ἐστήριξεν ἄστρα διακρίνας . ἐσκέψατο δ ' εἰς ἐνιαυτόν ἀστέρας , οἵ κε μάλιστα | ||
| ποιούμενος τῆς βασιλείας , ἐπιβουλὴν κατὰ τῶν Αἰγύπτου υἱῶν ταύτην ἐσκέψατο : συνέθετο γὰρ τῷ Αἰγύπτῳ συνάψαι πρὸς γάμον τὰς |
| ἀγωνιούμενοι . Ἐπὶ δὲ τοῖς Ἕλλησιν ὀλίγου πάντες , ὅσοι περιιόντι τὴν ἐν κύκλῳ θάλασσαν ἐπὶ τὴν ἕω , Θρᾷκές | ||
| ἐπελθὸν φάσμα ἔλεγε τοιάδε , ἐγὼ τὴν αὐτὴν νόσον νοσήσας περιιόντι τῷ δεκάτῳ ἔτει , βουλομένου τοῦ Ἀσκληπιοῦ πορευθεὶς ἐπὶ |
| τὸν ἐπ ' ἐκείνῳ τοῦ πατρὸς δόλον , ἃ τῷ στύρακι τοῦ δορὸς εἰς τὴν κόνιν ἐνέγραψε τῷ μὲν δηλῶν | ||
| ἡψημένοις ἢ κυδωνίοις μήλοις ὁμοίως σὺν ἀλφίτοις ἢ ὀπίῳ καὶ στύρακι καὶ ἀμυγδάλοις πικροῖς μετὰ κυπρίνου καὶ ὄξους , ἠριγέροντι |
| γὰρ ἔγνως καλά : κακῶν δ ' αὖ σοι μοῖραν ἔνειμε θεός . Γαῖαν μὲν φανέουσι θεοί ποτε : νῦν | ||
| ἦν , ὅτε Περδίκκας μετὰ τὴν Ἀλεξάνδρου τελευτὴν τὰς ἀρχὰς ἔνειμε . καὶ τὰ ἄλλα διέξεισι ἐν πολλοῖς , ὡς |
| δὲ μετὰ τῆς δυνάμεως ἀναζεύξας τήν τ ' Ἰόππην καὶ Γάζαν ἀπειθούσας κατὰ κράτος εἷλε καὶ τοὺς μὲν καταληφθέντας Πτολεμαίου | ||
| ὦσι ταῖς ἄλλαις πόλεσιν ἐπωφελεῖν . αὐτὸς δὲ ἐπὶ τὴν Γάζαν ἐπεὶ ἀφίκετο , ὡς εἶχεν ἐξ ἐφόδου σημαίνει προσβάλλειν |
| . τοῦτον οὖν τὸν Λύκον ἱκέτευσε στρατῷ μείζονι ἐπὶ τὴν Αἰγιάλειαν ἐλάσαντα τιμωρήσασθαι μὲν Ἐπωπέα , κακοῦν δὲ εἰ λάβοι | ||
| σέβεσθαι . Ἀπόλλων καὶ Ἄρτεμις ἀποκτείναντες Πύθωνα παρεγένοντο ἐς τὴν Αἰγιάλειαν καθαρσίων ἕνεκα . γενομένου δέ σφισι δείματος , ἔνθα |
| ἐκ δ ' ἄρα οἱ χειρῶν πέσεν ἄγγεα , τοῖς ἐπονεῖτο κιρνὰς αἴθοπα οἶνον . ὃ δ ' ἀντίος ἔδραμ | ||
| τῆς ποιήσεως ἀλλοτρίαν τὸν ᾔδεε γὰρ κατὰ θυμὸν ἀδελφεὸν ὡς ἐπονεῖτο . μικρολογίαν ἐμβάλλειν τοῖς ἤθεσιν . οἶμαι γάρ , |
| πρὸς τοὺς κατὰ θάλατταν οἰκοῦντας , προστάττων ἅπαντας ὑπακούειν τῷ Μέμνονι . διόπερ οὗτος παραλαβὼν τὴν τῶν ὅλων ἡγεμονίαν παρεσκευάζετο | ||
| διὰ τὸ εὔφωνον , καὶ τὴν πνοὰν ἄρκιον . Αἰσχύλος Μέμνονι : καὶ μὴν πελάζει καὶ καταψύχει πνοή ἄρκιος ὣς |
| καὶ χάριτας αὐτῷ φανερῶς ὡμολόγει . Ταύτην τὴν πρᾶξιν τοῦ Κομνηνοῦ ἀφορμὴν ὁ καῖσαρ εὑρὼν τὸν γάμον ἐξαιτεῖ τῆς θυγατριδῆς | ||
| ὁ βασιλεὺς ἀσμένως ἅπαντας ὑπεδέχετο , φθάσαντος ἤδη καὶ τοῦ Κομνηνοῦ Ἀλεξίου καὶ τὰς χρυσοσημάντους γραφὰς αὐτοῖς ἐγχειρίσαντος . Τοὺς |
| . Ἀβδηρίτης φυσικὸς φιλόσοφος ἤκμαζεν . ἐν Αἰγύπτωι μυηθεὶς ὑπὸ Ὀστάνου τοῦ Μήδου σταλέντος ἐν Αἰγύπτωι παρὰ τῶν τηνικαῦτα βασιλέων | ||
| λέγω δή , τὰς ἀφορμὰς λαβὼν συνεγράψατο παρὰ τοῦ μεγάλου Ὀστάνου . ἐκεῖνος γὰρ ἦν πρῶτος ὁ γράψας ὅτι ἡ |
| ἰσθμῷ τῆς Χερρονήσου τρεῖς πόλεις κεῖνται : πρὸς μὲν τῷ Μέλανι κόλπῳ Καρδία , πρὸς δὲ τῇ Προποντίδι Πακτύη , | ||
| ὀπίσω τοὺς Ἀρκάδας ὧν ἦρχεν ἀπάξειν ἔμελλεν ἐνταῦθα Ἀθηνᾶν λέγουσι Μέλανι τῷ Ὦπος εἰκασμένην ἀποτρέπειν τῆς ὁδοῦ Τεῦθιν τῆς οἴκαδε |
| ταῦ ? [ λέγεις . περιρρανάμενος ἤδη παραγαγών [ , σπείσας τε καὶ λιβανωτὸν ἐπιθείς [ τὴν κόρην μέτειμι . | ||
| ταύρους τε σφάξας τῷ Ποσειδῶνι ἀφῆκεν ἐς τὴν θάλασσαν καὶ σπείσας ἐπὶ τῇ θυσίᾳ τήν τε φιάλην χρυσῆν οὖσαν καὶ |
| ἄφοβον ποιεῖ πρὸς τὸ πῦρ τὸν φοροῦντα καὶ ἄτρομον εἰς πυρκαϊὰν καὶ ἄκαυστον . Τὸ οὖν ζῷον τοῦτο ἢ ἐν | ||
| στενώτατον τῆς δυσχωρίας πῦρ ἐνῆκεν . οἱ μὲν πολέμιοι τὴν πυρκαϊὰν ὑπερβαίνειν οὐκ ἠδύναντο : ἐφ ' ὅσον δὲ συνέβαινε |
| τῶν πιστοτάτων ἄγγαρον παρὰ τὸν Βαβυλώνιον . Ὁ δὲ Νάναρος ἀφικομένῳ τῷ ἀγγάρῳ , καὶ ἀπαιτοῦντι Παρσώνδην , ἔξαρνος γενόμενος | ||
| δὲ Κηφισιάδα , τὴν δὲ ἑτέραν ἐπώνυμον αὑτῷ κατεστήσατο . ἀφικομένῳ δὲ πρὸς αὐτὸν Ἄλμῳ τῷ Σισύφου δίδωσιν οἰκῆσαι τῆς |
| αὖθις . ΕΤΕΡΑ ΕΡΜΗΝΕΙΑ . Λαβὼν σανδαράχη , καλακάνθην , ἀρσενίκην , τεάφην καὶ κιννάβαριν , ταῦτα ἕνωσον ὁμοῦ , | ||
| ἢ καὶ πλείονας , ξηράνας , ἔχε . Εἶτα λαβὼν ἀρσενίκην , λείε καὶ βρέχε ὄξει πάλιν ἡμέρας ζʹ : |
| . ἐξεῖναι δὲ βουλομένῳ φιλοσοφεῖν καὶ Ἀριστοτέλει τῷ Μητροδώρου καὶ Πυθιάδος υἱῷ καὶ μετέχειν τούτων : καὶ αὐτοῦ πᾶσαν ἐπιμέλειαν | ||
| αὐτῆς . Εἶθ ' ἑξῆς φησι : Μετὰ δὲ τὴν Πυθιάδος τῆς Ἑρμείου τελευτὴν Ἀριστοτέλης ἔγημεν Ἑρπυλλίδα Σταγειρῖτιν , ἐξ |
| ἅμα τεσσεράκοντα μέλαιναι χύτραι ἕποντο , αὐτὰρ ἐπ ' Εὔβοιαν λοπάδες τόσαι ἐστιχόωντο . Ἶρις δ ' ἄγγελος ἦλθε ποδήνεμος | ||
| οὐδ ' ἡδύσμασιν ἄρνεια καταπεπασμέν ' οὐδὲ θρυμματὶς τεταραγμένη καὶ λοπάδες ἀνθρώπων φθοραί . καὶ μὴν ῥαφάνους γ ' ἕψουσι |
| πάθοιμεν ἡμεῖς πρότερον , καταλείπειν ἐκείνοις ἀνθ ' ἡμῶν αὐτοὺς γηροβοσκούς : καλὸν δὲ πάππος ὑπὸ σφετέρων ἐκγόνων χειραγωγούμενός τε | ||
| παῖδας , ἀντὶ τοῦ : σπεῦσαι ὀφείλεις ταχέως σπεῖραι παῖδας γηροβοσκούς : ἐγὼ γὰρ οὐκέτ ' εἰμὶ ὁ σός . |
| , καὶ τὸ ἤρεσέ με , καὶ τὸ προσέπεζον τῷ Κτησίππῳ , τό , τε ἤδει ἀντὶ τοῦ ᾔδειν , | ||
| ὡς ἑταίραν οὖσαν καὶ ἄλλων πολλῶν παρόντων καὶ συμπινόντων παρὰ Κτησίππῳ . Μετὰ ταῦτα τοίνυν ἐν τῇ Κορίνθῳ αὐτῆς ἐπιφανῶς |
| , καὶ τὸ ἐντεῦθεν ὁ θάνατος τὸν κάμνοντα ἄγει . Παραχρῆμα τοίνυν τῷ βληθέντι τῇ ἀπὸ τοῦ ψιμυθίου ἐπιβουλῇ ἐνταῦθα | ||
| πάντα , καὶ ὅτι ἀντῇρεν ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ Ἄρμαϊς . Παραχρῆμα οὖν ὑπέστρεψεν εἰς Πηλούσιον , καὶ ἐκράτησε τῆς ἰδίας |
| , αἴροντες ἀπὸ τοῦ πυρός , καὶ ὅταν διαλυθῇ , ἐπιπάσσομεν τὴν ἶριν καὶ ἐπιχέομεν ἐν τῇ θυείᾳ τῇ σμύρνῃ | ||
| ἐπιβάλλομεν τὴν χαλβάνην μεμαλαγμένην , καὶ αἴροντες ἀπὸ τοῦ πυρὸς ἐπιπάσσομεν τὸ εὐφόρβιον , καὶ ἑνώσαντες χρώμεθα . Αὕτη σκευάζεται |
| εὐκλέα κελεύθου γλῶσσαν οὐ˘ [ – – – ] πέμπειν Ἱέρωνι : τόθεν γὰρ [ ] πυθμένες θάλλουσιν ἐσθλῶν [ | ||
| , δηλονότι αὐτοὺς προηγάγετο ] : ἐπεὶ οἱ προδιδόντες αὐτὸν Ἱέρωνι φίλοι ἦσαν . δύναται δὲ τοῦτο καὶ εἰς τοὺς |
| διδόναι ὡς πλείστην , καὶ τοῖσι λουτροῖσι λούειν , μηδὲ ῥιγούτω , καὶ μαλθακῶς κοιμάσθω . Οὕτω ταύτην τὴν νοῦσον | ||
| ᾖ ἀνίστασθαι , ὀλίγα περιπατεέτω ἑκάστης ἡμέρης : καὶ μὴ ῥιγούτω , καὶ λουέσθω μὴ πολλῷ . Καὶ ὁκόταν σοι |
| παραδιδόναι . ἐτῶν γὰρ διαγενομένων πεντεκαίδεκα μετὰ τὸν ἀφανισμὸν τῆς Ἄλβας πρεσβείας ἀποστείλας ὁ τῶν Ῥωμαίων βασιλεὺς εἰς τὰς ἀποίκους | ||
| κλίνεται δὲ Ἄλβας , ὡς Χάραξ . ἔστι καὶ ποταμὸς Ἄλβας , ὁ νῦν λεγόμενος Τίβερις , Τιβερίνου τοῦ βασιλέως |
| , ἢ παῖς ἢ υἱωνός : ὁ δ ' ἵκετο Κολχίδα γαῖαν . . . : Κάρνεια ἑορτὴ τελουμένη τῶι | ||
| σύμπασαν Ἰβηρίαν καὶ συνάπτοντες πρός τε τὴν Ἀρμενίαν καὶ τὴν Κολχίδα : ἐν μέσῳ δ ' ἐστὶ πεδίον ποταμοῖς διάρρυτον |
| [ ! ! ] νιδου ? ? δ ' ἰότητι νεέσθω [ ὑμείων δ ' οὐ δεύεθ ? ' ὑποσχεσίην | ||
| ἑξῆς . εἶτα τίς φησιν : ἀλλὰ καὶ τοίηπερ ἐοῦσα νεέσθω . τὰ δὲ μειράκια τὰ ὡς τὸν Μενέλαον παραγενόμενα |
| ὧδε μάλ ' ἐκπάγλως , ἐπεὶ ἦ μάλα μοι φίλος ἤην . τῶι δ ' ὑποκυσαμένη τέκε Γοργόνας , αἰνὰ | ||
| ' , οὐδέ πω αἶσα φίλην ἐς πατρίδ ' ἱκέσθαι ἤην , ἀλλά μιν αὖτις ἀναρπάξασα θύελλα πόντον ἐπ ' |
| τὸ ἐπὶ τῷ Μυρτίλου θανάτῳ μήνιμα ἐκ τοῦ θεοῦ . Αἰτωλῷ δὲ μετὰ Ἐπειὸν βασιλεύσαντι συνέπεσεν ἐκ Πελοποννήσου φυγεῖν , | ||
| γυμνασίαρχος ἔτι καὶ ἐς ἐμὲ καθ ' ἕκαστον ἔτος τῷ Αἰτωλῷ . μετὰ δὲ Ὄξυλον Λαΐας ἔσχεν ὁ Ὀξύλου τὴν |
| : Φρίξος Μινυήιος ] Μινυήιος ὁ Ἰώλκιος : τὴν γὰρ Ἰωλκὸν Μινύαι ὤικουν , ὥς φησι Σιμωνίδης ἐν Συμμίκτοις . | ||
| καὶ Ἀθάμας . ὁ δὲ Σκήψιος Δημήτριός φησι τοὺς τὴν Ἰωλκὸν οἰκοῦντας Μινύας προσαγορεύεσθαι . Παγασαί : ἀκρωτήριον Μαγνησίας : |
| . οὐ μόνον γὰρ τὰ σύνεγγυς καὶ περὶ αὐτὴν ἔσχε κατήκοα , ἀλλὰ καὶ Συρία πᾶσα καὶ Αἴγυπτος αὐτὴν ἐδεδίει | ||
| πόλεις καὶ φρούρια , ὅσα ἐχειρώσατο , τοῦ βασιλέως εἶναι κατήκοα , τὴν δέ γε λοιπὴν πᾶσαν εἶναι τῶν δεσποτῶν |
| καὶ περιζωσάμενός τις τῶν χορευτῶν στραφεὶς ἦρε τὰς χεῖρας ἀπὸ πυγμῆς πρὸς τὸν ἐπιφερόμενον αὐλητήν , τότ ' ἤδη κρότος | ||
| Ἡρακλέους τροπὴν εἰς παραμύθιον Ἀγησιδάμου ὀκλάσαντος μὲν ἐν τῇ τῆς πυγμῆς μάχῃ καὶ τὸν ἀντίπαλον ἂν παρὰ μικρὸν νικῆσαι ποιήσαντος |
| λειοῦται ὡϲ κολλύριον καὶ ἀναπλάττεται εἰϲ τροχίϲκουϲ καὶ ἐπὶ τῆϲ χρείαϲ ϲὺν ὕδατι ἢ γάλακτι ἐπιχρίεται ἢ ϲὺν οἴνῳ , | ||
| τηκτὰ καταχέαϲ τῶν ξηρῶν πλάττε ϲφαιρία . ἐπὶ δὲ τῆϲ χρείαϲ ἐλαίου # Ϛ τῆκε μετὰ β # κηροῦ καὶ |
| μελαινίδ ' ἔκτριψον [ ] κἠκτημόρους ? ? ? τρεῖς ἐγχέασα ? [ τοῦ ] ? ? [ ἀκρήτου ] | ||
| , φέρ ' ὀξύβαφα καὶ κανθάρους καὶ τὸν ποδανιπτῆρ ' ἐγχέασα θὔδατος . δυοῖν ὀβολοῖν ἔγχουσα καὶ ψιμύθιον ἐγὼ δὲ |
| : κλόνος γὰρ ἡ ταραχή . Ὅμηρος : ὣς ὑπὸ Τυδείδῃ πυκιναὶ κλονέοντο φάλαγγες . ἀπηλεγέως : ἀντὶ τοῦ συντόμως | ||
| Ὀδυσσεὺς δύσεθ ' ἅ οἱ Ἰθάκηθεν ἕποντο : δῶκε δὲ Τυδείδῃ Διομήδεϊ κάλλιμα τεύχη κεῖνα τὰ δὴ Σώκοιο βίην εἴρυσσε |
| , δεῖπνον δὲ τὸ μεσημβρινόν , ὃ ἡμεῖς ἄριστον , δόρπον δὲ τὸ ἑσπερινόν . μήποτε δὲ καὶ συνωνυμεῖ τὸ | ||
| , ὅς θ ' ἱκέτῃσιν ἅμ ' αἰδοίοισιν ὀπηδεῖ : δόρπον δὲ ξείνῳ ταμίη δότω ἔνδον ἐόντων . ” αὐτὰρ |
| ' ἀγέρωχοι . Σὴν δὲ μελικρήτοιο μετὰ γλυκεροῖο μιγέντα ὄρνυε πινέμεναι νύμφην , ἵνα νήπιον υἷα μαστοῖσιν μεθύοντα παρ ' | ||
| κνήστι χαλκείῃ , ἐπὶ δ ' ἄλφιτα λευκὰ πάλυνε , πινέμεναι δ ' ἐκέλευσεν , ἐπεί ῥ ' ὥπλισσε κυκειῶ |
| ἀγαγόντων εἰς Στάγειρα : ἐγεννήθη δὲ κατὰ τὴν ἐνενηκοστὴν καὶ ἐνάτην Ὀλυμπιάδα Διοτρεφοῦς Ἀθήνησιν ἄρχοντος τρισὶν ἔτεσι Δημοσθένους πρεσβύτερος . | ||
| ἰόντα . . . . . . . . . ἐνάτην περὶ γαῖαν . Αὐτὴν μέν μιν ἔτετμε μεσήρεα παντὸς |
| ἐπὶ μεγέθους τάσσεται : καὶ Ὅμηρος ⌊ ἀδιαφόρως ⌋ δίφρον ἀεικέλιον παραθεὶς ὀλίγην τε τράπεζαν , τὴν μικράν . ὄλμος | ||
| , τί μέγα κακὸν εἰργάσαο ; τί δὲ σεωυτὸν οὕτως ἀεικέλιον ἔργον μοῦνος ἀνδρῶν ἔπρηξας ; τὰ οὐ πάμπαν ἐπαινέω |
| : φαύλως δ ' ηὕδομεν πεπτωκότες . κἀγὼ μελούσηι καρδίαι λήξας ὕπνου πώλοισι χόρτον , προσδοκῶν ἑωθινὴν ζεύξειν ἐς ἀλκήν | ||
| καταψηφίζεται θάνατον ἀρξάμενος ἀπὸ τοῦ πρεσβυτάτου τῶν βασιλέως παίδων καὶ λήξας εἰς τὸν τῆς ἀφανεστάτης ἀλετρίδος . περὶ γὰρ μέσας |
| τρίβον ἠπερόπευε : τάσσε γὰρ ἐκ Κόλχων χρύσειον κῶας ἐνεῖκαι Θεσσαλίην εὔπωλον . Ὁ δ ' ὡς κλύεν ἔκνομον αὐδήν | ||
| ὅπως ὅτι πλείστοις ἐπαρῆξαι . Ὡς δὲ δὴ τὰ κατὰ Θεσσαλίην ἠνύσατο , ἐπορεύετο τοῖς ἐχομένοις ἔθνεσι βοηθέων : ἐπὶ |
| σκευαζέσθω : ἐλαίου γλυκέος λίτρ . α . ἄγνου σπέρματος τεθλασμένου γοστ . πηγάνου σπέρματος τεθλασμένου γογ . κασίας κεκομμένης | ||
| εἰρημένη : τετρωμένου δὲ τοῦ μυός , ἔτι δὲ καὶ τεθλασμένου , ἐπιδιαιρεῖν χρή , οὐ πάντως δὲ χιέζειν τὸν |
| ὦ οὗτος , καὶ ἐμπλησθεὶς καὶ οἰκίας καλὰς οἰκοδομήσας καὶ κατοικήσας καὶ τῶν προβάτων σου καὶ βοῶν αὐξηθέντων καὶ ἀργυρίου | ||
| νεὼς ἕως τοῦ Κρισσαίου κόλπου καὶ τῆς Φωκίδος καὶ ἐκεῖ κατοικήσας ὁ Καστάλιος . . . οὗ ὁ υἱὸς Δελφὸς |
| ὡς ἐδέξατο καὶ Κύρος Εὐανθίου τὸ κλέος . τούτου σοι μεταδίδωμι τοῦ κέρδους καὶ παραινῶ φιλεῖν μὲν καὶ πρὶν ἰδεῖν | ||
| δ ' ἐφικτῶν , ὡς εἶπον , ἑτοίμως καὶ προθύμως μεταδίδωμι : ταῦτα δ ' ἐστὶν ἐπὶ τὴν τοῦ κόσμου |
| : Διόνυσος δ ' αὐτῷ ἐχρῆτο καὶ μασχαλιστῆρι ἀνθινῷ καὶ θύρσῳ . οἱ δ ' ἐν δυστυχίαις ὄντες ἢ λευκὰ | ||
| πλησίον θαλάσσης ἐστί : ῥυῆναι δὲ Διονύσῳ τὸ ὕδωρ λέγουσι θύρσῳ πλήξαντι ἐς τὴν γῆν , καὶ ἐπὶ τούτῳ Διονυσιάδα |
| τοὺϲ κόκκουϲ ἐνθλῶϲιν ἐπ ' ὀλίγον καὶ ϲτήϲαντεϲ οὐγγίαϲ δ ἐμβάλλουϲιν εἰϲ ἐλαίου γλυκέοϲ ξέϲτην ἰταλικὸν καὶ ἡλιοῦϲιν ἡμέραϲ μ | ||
| . τινὲϲ δὲ καὶ ἀψινθίαϲ καὶ ϲτύρακοϲ ἀνὰ # α ἐμβάλλουϲιν . Ἐλαίου # ν , ἑλενίου λι . ε |
| Μοῦσαι κοσμήσαντο καὶ ἐξέστεψαν ἀοιδῆς δώρῳ θεσπεσίῳ καί μοι πόρον ὑμετέροισι κίρνασθαι γλυκὺ νᾶμα καὶ οὔασι καὶ πραπίδεσσι . Σχέτλι | ||
| τοι πόρε πότνια μήτηρ , ὡς ὁμοῦ ἐτράφεμέν περ ἐν ὑμετέροισι δόμοισιν , εὖτέ με τυτθὸν ἐόντα Μενοίτιος ἐξ Ὀπόεντος |
| δίδοται τοῖς ψυχροτέροις καὶ ὑγροτέροις σώμασιν : καὶ ἔξωθεν ἐπιτηδείως ἐπιχρίεται ἀναλυομένη ὡς προείρηται μετ ' ἐλαίου παλαιοῦ ἢ σικυωνίου | ||
| δὲ τῶν ἄνευ πυρετῶν κηκὶς καὶ κροκόμαγμα μετ ' οἴνου ἐπιχρίεται , ἢ δαφνίδων ἑξάγια β καὶ πηγάνου φύλλων # |
| , Μυρμιδών Μυρμιδόνος , ὡς τὸ Φ ἀνὴρ πολλοῖσιν ἀνάσσων Μυρμιδόνεσσι . Δεῖ προσθεῖναι χωρὶς τοῦ Καλυδών Καλυδῶνος καὶ Ἀμυδών | ||
| διὸ καὶ τὰ τοιαῦτα ἀσυνέλευστα κατὰ τὴν παράδοσιν ἦέ τι Μυρμιδόνεσσι πιφαύσκεαι , ἦ ἐμοὶ αὐτῷ : σοὶ δ ' |
| βίοτον βροτοῖς πέρσας δείματα θηρῶν . ἐς καιρὸν οἴκων , Ἀμφιτρύων , ἔξω περᾶις : χρόνος γὰρ ἤδη δαρὸς ἐξ | ||
| ἐμπλήσασα γάλακτος , χαλκείαν κατέθηκεν ἐς ἀσπίδα , τὰν Πτερελάου Ἀμφιτρύων καλὸν ὅπλον ἀπεσκύλευσε πεσόντος . ἁπτομένα δὲ γυνὰ κεφαλᾶς |
| δεύετο δὲ χρὼς ἀτρεκέως ἀτάλαντος ἐυκτεάνῳ ἐλέφαντι . Καὶ τότε λευγαλέοις ἐπὶ πένθεσι κύντερον ἄλγος τλήμονος ἐς κραδίην Ἑκάβης πέσεν | ||
| καθ ' Ὅμηρον . . . λευγαλέοις ἐπέεσσιν : ὅτι λευγαλέοις οὐ διύγροις ὡς οἱ νεώτεροι , ἀλλ ' ὀλεθρίοις |
| ἤθεσιν , ἐπιμιγνύμενος . καὶ δὴ βαδίζων ὡς ἀφ ' Ἡραίας εἰς Πῖσαν παρὰ τὸν Ἀλφειὸν μέχρι μέν τινος ἐπετύγχανον | ||
| παρεῖναι ἐλέγοντο εἰς τὴν Μαντίνειαν , οὕτως ἀπαλλάττονται ἐκ τῆς Ἡραίας καὶ συμμιγνύουσι τοῖς Θηβαίοις . ὡς δὲ ὁμοῦ ἐγένοντο |