τῇ Μηδείᾳ θελούσῃ καὶ ἐνεργούσῃ : ὅπερ ἔνιοι μὴ νοοῦντες μεταγράφουσι σὺν αὐτῷ , τῷ δέρει . γίνεται δὲ παρέλκον
ἡμάρτανε φωτός : ἡ διπλῆ , ὅτι θέλοντες ζήτημα ποιεῖν μεταγράφουσι τὸ ἡμιστίχιον οὕτως καὶ βάλεν οὐδ ' ἀφάμαρτεν ,
6711010 σημειουνται
φίλον ; . . , : ἐνταῦθα δέ τινες ἐκτοπισμὸν σημειοῦνται τῆς κατὰ τὴν Καλυψὼ νήσου . . . .
εἰς τὴν καρδίαν , οὐκ ἄπειρος τοιούτου : πεσόντος δὲ σημειοῦνται μαντεῖά τινα ἐκ τοῦ πτώματος καὶ εἰς τὸ κοινὸν
6221551 γλωσσογραφοι
τὴν ψυχὴν τέμνουσιν . κέρ ' ἀγλαέ . οἱ μὲν γλωσσογράφοι ταῖς θριξὶν ἀγαλλόμενε : κέρα γὰρ τὴν τρίχα λέγεσθαι
ὅτι κατὰ συγκοπὴν τὸν πρόμαχον εἴρηκεν , οὐχ ὡς οἱ γλωσσογράφοι τὸν βασιλέα . . . . γυναῖκ ' εὐειδέ
6177395 χωομενοι
μὲν χωόμενοι , οἱ δὲ μέγα κυδιόωντες : ὅτι σαφῶς χωόμενοι συγχεόμενοι . . . . θεῶν δέ ἑ μῆνις
οὔατα χαλκῷ . νῶϊ δὲ ἄψορροι κίομεν κεκοτηότι θυμῷ μισθοῦ χωόμενοι , τὸν ὑποστὰς οὐκ ἐτέλεσσε . τοῦ δὴ νῦν
6081788 βουπελαται
βῆσσαι , δείματι δ ' ἄγραυλοί τε βόες μέγα πεφρίκασιν βουπελάται τε βοῶν . τοῖς δ ' οὔ νύ τι
οἱ δέ τε πορδαλιαγχές : οἱ δὲ νομεῖς καὶ οἱ βουπελάται πορδαλιαγχὲς αὐτὸ ἔθηκαν . ἐπεὶ τοῖς θερίοις τοῖς πελώροις
6020130 νεωτεροι
ἀπίαν τὴν πολὺ ἀφεστῶ - σαν , οὐχ ὡς οἱ νεώτεροι τὴν Πελοπόννησον . φησὶ γοῦν ἐξ ἀπίης γαίης δεκάτῳ
καθ ' αὑτὸν πολυτρόπου διαγράμματος πεποίηται μέγεθος , οἱ δὲ νεώτεροι τὸ πεντεκαιδεκάχορδον τρόπον μέγιστον ἐπὶ τὸ τρὶς διὰ πασῶν
5995993 γραφουσι
καλόν : ἀμφὶ δὲ πάντῃ πᾶν δέμας εὐστίκτοισι περὶ χροιῇσι γράφουσι , καὶ ποτὶ λέκτρον ἄγουσιν ἐπ ' ἀγλαΐῃ κομόωντα
τῇ ἐπιχωρίῳ , τὸ δὲ εἶδος τοῦ θεοῦ πάνυ ἀλλόκοτον γράφουσι . γέρων ἐστὶν αὐτοῖς ἐς τὸ ἔσχατον , ἀναφαλαντίας
5978686 ἐπεχυντο
' ἄρ ' ἐπλήσθη πεδίον πᾶν : τοὶ δ ' ἐπέχυντο ἀκρίσι πυροβόροισιν ἀλίγκιον , αἵ τε φέρονται ὡς νέφος
ἐν τείχεσσι μένον τρομέοντες ὁμοκλὴν δυσμενέων . Λαοὶ δὲ θοῶς ἐπέχυντο πόληι : ὡς δ ' ὁπότε ψῆρες τανυσίπτεροι ἠὲ
5922245 νεικεσσε
. ” ὣς ἔφατ ' , Ἀντίνοος δ ' ἔπεσιν νείκεσσε συβώτην : “ ὦ ἀρίγνωτε συβῶτα , τίη δὲ
ἐν Ἰλιάδι στίχους [ Ω . ] ἀθετοῦσι τοὺς ὃς νείκεσσε θεάς . δύναται δὲ καὶ καθ ' ὑπόκρισιν ἐρωτηματικῶς
5893795 γραφουσιν
γράφεται γόους : λείπει τὸ δεῖ φέρειν . τινὲς δὲ γράφουσιν οἰκτρὰ μὲν , ἀλλ ' ὅμως φέρε : τὸ
αὐτοῦ ἀπατῶσαι καὶ ἐφελκόμεναι : λείπει ἡ πρός : τινὲς γράφουσιν δυσφόρων , ἵν ' ᾖ : ὑπερβολαῖς λόγων δυσ
5879161 δωκα
περὶ ἀποικίας : ὁ δ ' ἔχρησε „ Σατύριόν τοι δῶκα Τάραντά ” τε πίονα δῆμον οἰκῆσαι , καὶ πῆμα
. ὁ αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τοῦ αὐτὸς ἑκών οἱ δῶκα : πάλιν γὰρ μόνον τὸ ῥῆμα οὐ λείπει ,
5858846 Ὀρφικοι
Τυνδάρεων , ὥς φησι Πανύασσις , Ὑμέναιον , ὡς οἱ Ὀρφικοὶ λέγουσι , Γλαῦκον τὸν Μίνωος , ὡς Μελησαγόρας λέγει
τὴν δὲ τάξιν , ἣν δεδώκαμεν τῶι σφαιρώματι , οἱ Ὀρφικοὶ λέγουσι παραπλησίαν εἶναι τῆι ἐν τοῖς ὠιοῖς : ὃν
5852592 ἀνεγνωσαν
δόξαντα αὐτοῖς ἧκον αὖθις ἐπὶ τὴν ἐκκλησίαν καὶ τὸ προβούλευμα ἀνέγνωσαν . ἦν δὲ τοιόνδε : Ταρκυνίοις μὲν τοῖς μηνύσασι
δὲ ἐκ τῶν δυεῖν ποδῶν . τινὲς δὲ τετρακνήμον ' ἀνέγνωσαν , ἵν ' ᾖ , ἐν τῷ τετρακνήμονι κύκλῳ
5828467 κειντο
καί οἱ ἐπειγομένη θαμινὰς ἐκέδασσε φάλαγγας αἵ οἱ ὑπὸ τρόπι κεῖντο μιᾶς σχοίνοιο ταθεῖσαι . Ἐν δ ' ἄρ '
' ἀλλοδαπῶν ἐπικούρων : τῶν οἳ μὲν θανάτῳ δεδμημένοι ὀκρυόεντι κεῖντο κατὰ πτολίεθρον ἐν αἵματι , τοὶ δ ' ἐφύπερθε
5795966 τεκτονες
πίνακας ἀχράδος . Μήτραν δὲ πάντα μὲν ἔχειν φασὶν οἱ τέκτονες φανερὰν δ ' εἶναι μάλιστα ἐν τῇ ἐλάτῃ :
, ἐς μὲν ἔσθλ ' ἀμηχανώταται , κακῶν δὲ πάντων τέκτονες σοφώταται . ἄνω ποταμῶν ἱερῶν χωροῦσι παγαί , καὶ
5741479 σπευδουσιν
μεθημερινὸν πόνον ἐκνοσηλεύονται , καὶ πάλιν νεαλεῖς καὶ ἀκμῆτες γενόμενοι σπεύδουσιν ἕκαστοι πρὸς τὰ οἰκεῖα καὶ συνήθη . τὸν δόλιχον
, καὶ πολλῆς ἐθέλοντες δεσπόζειν οὐδὲ αὐτέων δύνανται : γαμεῖν σπεύδουσιν , ἃς μετ ' ὀλίγον ἐκβάλλουσιν , ἐρῶσιν ,
5739272 ἱη
: κλαίει , θρηνεῖ . αἴλινα : ἤτοι θρηνητικά . ἱὴ παιῆον : πρόσφθεγμα καταφρονοῦντος ? ? . ἀναβάλλεται :
: κλαίει , θρηνεῖ . αἴλινα : ἤτοι θρηνητικά . ἱὴ παιῆον : πρόσφθεγμα καταφρονοῦντος ? ? . ἀναβάλλεται :
5717682 γουνῳ
ἵνα Βράγχος . Ἑκάλης Ἀκταίη τις ἔναιεν Ἐρεχθέος ἔν ποτε γουνῷ Θησεὺς φυγὼν τὴν ἐκ Μηδείης ἐπιβουλὴν διὰ πάσης ἦν
ἀνέδραμεν ἔρνεϊ ἶσος : τὸν μὲν ἐγὼ θρέψασα φυτὸν ὣς γουνῷ ἀλωῆς νηυσὶν ἐπιπροέηκα κορωνίσιν Ἴλιον εἴσω Τρωσὶ μαχησόμενον :
5704744 γεγραφασιν
ἀγνοῶ δ ' ὅτι ἐπιτηδευμάτων καὶ τεχνῶν ἤδη τινὲς ἐγκώμια γεγράφασιν , ἀλλ ' ἀφ ' οὗπερ ἡμῖν ὁ λόγος
, καθάπερ Ἐ . ἢ ἄλλοι , οἳ περὶ φύσιος γεγράφασιν , φασίν , ἐξ ἀρχῆς ὅ τί ἐστιν ἄνθρωπος
5697520 στιζουσι
ιϘʹ . : τινὲς δὲ εἰς τὸ “ παρθένοι ” στίζουσι τὸ παλίμβολον τῶν Νεφελῶν παρίσταντες : ἄμεινον δὲ εἰς
ἄλλην χώραν : κλεινῶν Ἀγηνοριδᾶν : τινὲς εἰς τὸ Ἀγηνοριδᾶν στίζουσι : τὸ δὲ ὁμογενεῖς ἀντὶ τοῦ συγγενεῖς ἡμῖν :
5686474 καρηκομοωντας
ταῖς δυστυχίαις καὶ τῷ πένθει ἐκείροντο . Ὅμηρος αὐτοὺς πανταχοῦ καρηκομόωντας καλεῖ . ἀνάπαλιν δὲ Ἐπαμεινώνδας : ἡμετέραις βουλαῖς Σπάρτα
ὠμοτάριχον ἐῶν χαίρειν , Φοινίκιον ὄψον . αὐτὰρ ἐχίνους ῥῖψα καρηκομόωντας ἀκάνθαις : οἳ δὲ κυλινδόμενοι καναχὴν ἔχον ἐν ποσὶ
5666846 ᾠδοι
. καλοῦνται δὲ καὶ ἡδυπότιδες , λαβρώνιοι , δῖνοι , ᾠδοί , ῥυτά , σκύφοι , κότυλος . καὶ κόνδυ
ἀνδρείαν καὶ τὸν μέλλοντα πόλεμον ἔσεσθαι πρὸς Ἀστυάγην προείδοντο οἱ ᾠδοί . ὅτε γάρ , φησίν , ᾐτήσατο τὴν εἰς
5651864 μηνυοντες
πέμπει φράσοντα πρὸς Νικίαν , οἱ μέχρι νῦν πάντα σοὶ μηνύοντες φίλοι προαγορεύουσιν , ἢν ἀποκινήσῃς νύκτωρ , ἐνέδραις ἐμπίπτεις
ἄγγελοι πολλοὶ μέν , ἐμοὶ δὲ ἀμείνους οἱ σὺν ἡδονῇ μηνύοντες , Σουλπίκιός τε καὶ οὓς ἔπεμψας ἀδελφούς , οἷς
5634822 ἐκεδασσε
, ὁππότε πᾶσιν ἐλεύθερον ἦμαρ ἀνῆψεν ἡμῖν Ζεὺς Κρονίδης , ἐκέδασσε δὲ νῆας Ἀχαιῶν . οὐδ ' ἔτι δούρατα μακρὰ
: ὣς υἱὸς Τελαμῶνος ἀγαυοῦ φαίδιμος Αἴας ῥεῖα μετεισάμενος Τρώων ἐκέδασσε φάλαγγας οἳ περὶ Πατρόκλῳ βέβασαν , φρόνεον δὲ μάλιστα
5633707 ἐξεδεξαντο
καὶ κερδαλέον κέρδιστον λέγει . οἱ δὲ νεώτεροι τὸν φιλοκερδῆ ἐξεδέξαντο . . , . ἡ διπλῆ πρὸς τὴν ἐπανάληψιν
τῆς ἀηδίας καὶ τῆς λέσχης † συγκειμένης , ὥς τινες ἐξεδέξαντο , ἀλλὰ ἀπὸ τοῦ ἁδεῖν , τοῦ σημαίνοντος τὸ
5633376 ταρχυσαντο
ἀνάειραν ὀπίσσω † πυθόμενοι Μινύαι , γαίῃ δ ' ἐνὶ ταρχύσαντο μυρόμενοι : τὰ δὲ μῆλα μετὰ σφέας οἵγ '
οἰκητήριον θρυλιγμάτων δέρτροισι προσσεσηρότας : Μόψον Τιταιρώνειον ἔνθα ναυβάται θανόντα ταρχύσαντο τυμβείαν θ ' ὕπερ κρηπῖδ ' ἀνεστήλωσαν Ἀργῴου δορὸς
5629144 Κυκλωπες
τέρματι δαίδαλα πολλὰ διακριδὸν εὖ ἐπέπαστο . Ἐν μὲν ἔσαν Κύκλωπες ἐπ ' ἀφθίτῳ ἡμμένοι ἔργῳ , Ζηνὶ κεραυνὸν ἄνακτι
Κίκονες οἱ ἄγριοι , ἢ Κιμμέριοι οἱ ἀνήλιοι , ἢ Κύκλωπες οἱ ξενοκτόνοι , ἢ γυνὴ φαρμακίς , ἢ τὰ
5617129 τινυσθον
καὶ ποταμοὶ καὶ γαῖα , καὶ οἳ ὑπένερθε καμόντας ἀνθρώπους τίνυσθον , ὅ τίς κ ' ἐπίορκον ὀμόσσῃ . Πρῶτον
τῷ πάντας ἐφορῶντι . . καὶ οἳ ὑπένερθε καμόντας ἀνθρώπους τίνυσθον : ἡ διπλῆ περιεστιγμένη πρὸς Ζηνόδοτον , ὅτι ἐκ
5614807 ἠκουσαν
ἀριστερᾷ ἔχοντες τὸ σταύρωμα . οἵ γε μὴν Ἀργεῖοι ἐπεὶ ἤκουσαν ὄπισθεν ὄντας τοὺς Λακεδαιμονίους , στραφέντες δρόμῳ πάλιν ἐκ
Δί ' οὐκ ἔγωγε . ἐπεὶ δὲ ἅπαντες ἡσθέντες ὅτι ἤκουσαν αὐτοῦ φωνήσαντος προσέβλεψαν , ἤρετό τις αὐτόν : Ἀλλ
5602842 ἐνοησαν
αὐτὸν λοξὸν καὶ τὸν ζωδιακὸν ἐλαύνοντα δι ' ἐνιαυτοῦ , ἐνόησαν ὅτι οὐκ ἐπὶ ἔργου παραλλήλου ποιεῖται τὴν κίνησιν ,
, οἱ δ ' ἀντίοι ἠγερέθοντο : ἐς δ ' ἐνόησαν Ἄκαστον ὁμῶς Ἄργον τε πόληος νόσφι καταβλώσκοντας , ἐθάμβησαν
5583859 θελουσαι
ὦ μελέα δέσποινα , μένει ψυχῆι σε παθεῖν ; ἆρα θέλουσαι δρᾶσαί τι κακὸν τοὺς πέλας αὐταὶ πεισόμεθ ' ὥσπερ
πάρα , Ἥρα Κύπρις τε διογενής τε παρθένος , μορφῆς θέλουσαι διαπεράνασθαι κρίσιν . τοὐμὸν δὲ κάλλος , εἰ καλὸν
5582806 Τιρυνθιον
κρίβανος ἄρτων . Οὐκ οἶσθά μ ' ὄντα πρὸς θεῶν Τιρύνθιον Ἀργεῖον , οἳ μεθύοντες ἀεὶ τὰς μάχας πάσας μάχονται
αἴγειος στυφελοὶ πάγοι σχόμενος περὶ δουρί τελεσφόρος οἶκος Τέττιγος ἕδρανον Τιρύνθιον Ἄργος τρητὸν ἔλαιον τρηχὺ νόημα Τριτῆες γενεήν φιλητῶν γένος
5569178 ἀποβαλουσαι
τὸν τρόπον κατελύθησαν , αἱ δὲ πόλεις τὰς ἀπαλλοτρίους πολιτείας ἀποβαλοῦσαι σχεδὸν ἅπασαι τὰς ἰδίας χώρας κατεκληρούχησαν τοῖς πολίταις πᾶσιν
λάμπειν καὶ καταυγάζειν . . διασκορπίσασαι τὴν χειμερινὴν ἀπειλήν , ἀποβαλοῦσαι . ἀποσεισάμεναι ] ἀποτιναξάμεναι . ὄμβριον ] τὸ ὄμβρον
5551835 πλαγα
ἂν ἔλθοι . ὦ πόνος ἐγγενὴς καὶ παράμουσος ἄτας αἱματόεσσα πλαγά . ἰὼ δύστον ' ἄφερτα κήδη : ἰὼ δυσκατάπαυστον
μεμίξεται ] προσαρμοσθήσεται , γενήσεται . στονόεσσα ] στενακτική . πλαγά ] η η . κτύπος περὶ τὰ στήθη καὶ
5549305 θρηνουσιν
βέλτιον : αὕτη γὰρ ἐκληρώθη τὸν θρῆνον [ τοῖς γὰρ θρηνοῦσιν ἐγγίνεται ] . ἡ τὸν Ἴακχον γεννήσασα ἡ καλλίπαις
καὶ εἰκότως : εἴ γε τούτους μὲν καὶ ἐπαινοῦσι καὶ θρηνοῦσιν ἄλλοι , ἐκεῖνοι δὲ εἴτε τοῦτο ἐθέλοις εἴτε ἐκεῖνο
5548951 κλινουσιν
τέτυκται : οὐ γάρ τοι κρατερῇσιν ὑπὲρ κεφαλῆφι πέπηγε , κλίνουσιν δὲ κέρατα καὶ ἀγκλίνους ' ἑκάτερθε . Μώνυχες Ἀόνιοι
ἡ κλίσις : οἱ γὰρ Ἀθηναῖοι κατὰ ἀποβολὴν τοῦ ς κλίνουσιν , οἷον ὁ κάλως τοῦ κάλω . ἔστιν οὖν
5530882 καμινοι
δὲ Τυφωέως , οἱ δὲ Ἐγκελάδου . θερμάστραι : αἱ κάμινοι . Κοιηΐς : Κοίου γὰρ καὶ Φοίβης ἡ Λητώ
. . . . . . νβ γʹ λα Λευκαὶ κάμινοι . . . . . . . . .
5528820 διεσπασαντο
τὸν Ἀκταίωνος ἄθλιον μόρον , ὃν ὠμόσιτοι σκύλακες ἃς ἐθρέψατο διεσπάσαντο , κρείσσον ' ἐν κυναγίαις Ἀρτέμιδος εἶναι κομπάσαντ '
τῶν ἀναιρουμένων , ἀλλ ' οἰωνοὶ καὶ κύνες ἄνδρας τοιούσδε διεσπάσαντο . πολὺς δὲ καὶ ἄλλος ἦν τῶν στασιωτῶν φόνος
5522370 γενοντο
Ἀλεξάνδρῳ ἐτεκτήνατο νῆας καὶ ἑαυτῷ , αἳ πᾶσι κακὸν Τρώεσσι γένοντο , ὡς φυσικῆς τινος ἀκολουθίας νόμον θεμένης τοῦ πάντως
καὶ χέλυες μάλα πολλάκις ἀντιόωσαι θήρην λωβήσαντο καὶ ἀνδράσι πῆμα γένοντο . τάων δ ' ἔπλετο μόχθος ἑλεῖν ῥήϊστος ἁπάντων
5515469 κεχολωται
“ Ὦ φίλοι , Αἰήταο ἀπηνέος ἄμμι φίλον κῆρ ἀντικρὺ κεχόλωται : ἕκαστα γὰρ οὔ νύ τι τέκμωρ οὔτ '
δὲ αὐτῶν ἡ οὖν Δήμητρα τί ἔπαθεν ; ἔφη : κεχόλωται ὑμῖν , οἵτινες τὰ τῆς πόλεως πράγματα ἐάσαντες Αἰσώπειον
5514839 αἰτιωνται
ὁ ῥήτωρ . περὶ δὲ τοῦ τρίτου μόνον διαλαμβάνει : αἰτιῶνται μὲν οὖν ταὐτόν τινες διὰ τοῦτο . ὁ δὲ
ἐλθὼν πρὸς τὸν Σωκράτην χαίρων διηγεῖτο ταῦτά τε καὶ ὅτι αἰτιῶνται αὐτὸν μόνον τῶν ἐν τῇ οἰκίᾳ ἀργὸν ἐσθίειν .
5504936 Μυθολογουσι
κατ ' ἀλήθειαν ἐν ταῖς ἱεραῖς ἀναγραφαῖς οὕτω παρειληφότων . Μυθολογοῦσι δ ' αὐτῶν τινες τὸ μὲν πρῶτον ἄρξαι τῆς
ξενικὴν ἀποικίαν προσδέχεσθαι πώποτε μήτε εἰς ἄλλο ἔθνος ἀπεσταλκέναι . Μυθολογοῦσι δὲ τοὺς ἀρχαιοτάτους ἀνθρώπους τροφαῖς μὲν κεχρῆσθαι τοῖς αὐτομάτως
5501795 φονευσαντες
τὸν τοῦ πατρὸς φόνον διατρήσαντες τὴν κοιλίαν τῆς μητρὸς καὶ φονεύσαντες αὐτὴν γεννῶνται ὡς Νίκανδρος ἐν τοῖς Θηριακοῖς [ .
ἐν Ἠλέκτρᾳ κεῖσθαι τὴν λέξιν ἔθος σημαίνουσαν . οἱ γὰρ φονεύσαντες ἐξ ἐπιβουλῆς τινας ὑπὲρ τοῦ μῆνιν ἐκκλίνειν ἀκρωτηριάσαντες μόρια
5499408 περιαγνυται
περιωπή τόπος ὑψηλός , ἀφ ' οὗ ἔστι περισκέψασθαι . περιάγνυται περικατακλᾶται καὶ οἷον περιέρχεται . περίδρομος πάντῃ περιέρχεσθαι δυνάμενος
τ ' ἐπὶ τοῖς Πελοπήιοι εἴκαθον αὔτως ὅσσους Βιλλαίοιο μέλαν περιάγνυται ὕδωρ . ἀλλ ' ἐμὲ τῶν Βέβρυκες ὑπερβασίη τ
5491914 ἀριστηες
τοι ἔτι δὴν παρθένος ἔσσεαι : ἤδη γάρ σε μνῶνται ἀριστῆες κατὰ δῆμον πάντων Φαιήκων , ὅθι τοι γένος ἐστὶ
ἔχοντες φάσγανα κωπήεντα καὶ αἰγανέας δολιχαύλους . δὴ τότ ' ἀριστῆες κοῦροι χείρεσσι θαλάσσης ἄσμενοι ἐσσυμένως τε ἀπείρυσαν ὠκύαλον ναῦν
5483539 περικαλλεος
τε τὸν ὅρκον , καὶ τότ ' ἐγὼ Κίρκης ἐπέβην περικαλλέος εὐνῆς . ἀμφίπολοι δ ' ἄρα τεῖος ἐνὶ μεγάροισι
ἕλκων . Ἠΐθεοι : νέοι , ἀΐσσοντες ἐπὶ θέαν . περικαλλέος : εὐμόρφου . Φρασσάμενοι : ἰδόντες . ἀποσταδόν :
5477583 ὑπονοουσι
θύουσιν ἐκεῖ τὰ Πανιώνια . μέμνηται δ ' , ὡς ὑπονοοῦσί τινες , ταύτης τῆς θυσίας Ὅμηρος ὅταν φῇ „
ἀντίδικος οἴεται λέξειν καὶ ὃν οἱ δικασταὶ καθ ' ἡμῶν ὑπονοοῦσί τι ἔχειν ἰσχυρόν , τοῦτον ἐμφάσει τινὶ προεκλύοντες ὡς
5475883 καρκιναδες
ἀγαθὸν εἶναι , εἴ τις φάγοι ἀλγῶν . Αἱ δὲ καρκινάδες τίκτονται μὲν γυμναί , τὸ δὲ ὄστρακον ἑαυταῖς αἱροῦνται
: στηριγμένα . μέμυκεν : ἐβόησεν . Καρκινάδας : αἱ καρκινάδες ἀντιφάρμακόν εἰσι τοῖς ἐλάφοις , λικαούρι . Ὠτειλαί :
5467096 κλεινοι
τὴν ἀνθρωπίνην . τοῦτο γὰρ βούλονται αἱ Πολιτεῖαι καὶ οἱ κλεινοὶ Νόμοι καὶ οἱ Φαῖδροι καὶ οἱ Γοργίαι , καὶ
' ὅπως ἴδωσιν : οἱ δ ' εὐδαίμονες ἐν πᾶσι κλεινοὶ καὶ περίβλεπτοι βροτοῖς . λέγουσι δ ' : Ὑμέναιός
5461975 ἀϊον
σημαίνει δὲ τὸ ἀϊστῶσαι τὸ ἀφανίσαι . . . . ἄϊον : ἐπεὶ φίλον ἄϊον ἦτορ . ἐκ τοῦ †
τὸ ἀφανίσαι , . , . Ἄϊον : ἐπεὶ φίλον ἄϊον [ ἦτορ : ἐπεί : ἀφ ' οὗ ]
5460369 ζηλωσαντες
οἱ μικρὸν πρὸ Κλεομένους βασιλεύσαντες Ἄρευς καὶ Ἀκρότατος αὐλικὴν ἐξουσίαν ζηλώσαντες : οὓς τοσοῦτον [ αὖθις ] ὑπερῆράν τινες τῶν
ποιεῖν ἀποσταῖεν , καὶ πάντες τὰς ἐπὶ ταῖς εὐεργεσίαις δωρειὰς ζηλώσαντες ἃ χρὴ πράττειν προέλοιντο , τί κωλύει μεγίστην εἶναι
5458661 κιναιδοι
ᾧ διηγόμην καὶ ἀνασκιρτήσας ἵεμαι δρόμῳ εἴσω ἔνθα ἐδείπνουν οἱ κίναιδοι σὺν τῷ δεσπότῃ τῶν ἀγρῶν . ἐνταῦθα εἰσδραμὼν ἀνατρέπω
, τοῦ Διὸς μὴ ὁρῶντος , οἱ μὲν μάχλοι καὶ κίναιδοι , αἱ δὲ πόρναι . ἐπὶ δὲ θηλυκῆς γενέσεως
5454634 τεθηποτες
ἀμηχανίῃ βεβολημένοι οὔτ ' ἐπ ' ἐρετμῷ χεῖρα βαλεῖν ἐδύναντο τεθηπότες , οὔτ ' ἄρα λαίφη ἔσθενον ἀμφὶ κέρα λελιημένοι
πάθοιεν ὅμοια . οἱ μὲν δὴ καὶ οἰχομένου τοῦ λοχαγοῦ τεθηπότες ἄναυδοι μέχρι βαθυτάτης νυκτός , τῷ λοιπῷ τοῦ δημάρχου
5453707 αὐδησαντος
ἔνθεν ὀπός , οἷον ” οὐδέ πω Ἀτρεΐδεω ὀπὸς ἔκλυον αὐδήσαντος ” : ὀξυδερκὲς γὰρ τὸ ζῷον καὶ εὐόμματον .
μέγα λαῖτμα θαλάσσης . τοῦ δὲ Ποσειδάων μεγάλ ' ἔκλυεν αὐδήσαντος : αὐτίκ ' ἔπειτα τρίαιναν ἑλὼν χερσὶ στιβαρῇσιν ἤλασε
5446795 ἐμψυχοι
δὲ ἐν γενέσει , καὶ αἱ μὲν ἄψυχοι αἱ δὲ ἔμψυχοι , καὶ τούτων ἑκατέρων πλείους διαφοραί . διὰ δὲ
εἶπέ τις , πυκνὴ ἁρμονία , πιλήματα ἀδιάλυτα αἰθέρος ; ἔμψυχοι δὲ καὶ νοεροὶ ἢ νοῦ καὶ ψυχῆς ἀμέτοχοι ;
5422731 εὐνουχοι
: τεκμήριον δ ' ὅτι γυναῖκες μὲν ἥκιστα ἐλεφαντιῶσιν , εὐνοῦχοι δὲ σπανιώτατα καὶ θεραπεύονται ῥᾳδίως . Ὅσα τῷ ἀνθρώπῳ
' ἐμὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῆς : ὅτι εἶπον αὐτῇ οἱ εὐνοῦχοι περὶ ἐμοῦ . Καὶ λέγει τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς περὶ
5422179 φυγον
δ ' ἔχον ὠκέας ἵππους : ἐκ γάρ σφεας χειρῶν φύγον ἡνία σιγαλόεντα , τὼ δὲ κυκηθήτην : ὃ δ
Χείρων ἀγέτω πολέας Κενταύρους , οἵ θ ' Ἡρακλείους χεῖρας φύγον , οἵ τ ' ἀπόλοντο : τύπτοιεν τάδε ἔργα
5420296 φρατερες
ὀνόματος . φρατρία ἐστὶ τὸ τρίτον μέρος τῆς φυλῆς , φρατέρες δὲ οἱ τῆς αὐτῆς φρατρίας μετέ - χοντες ,
ὀνόματος . φρατρία ἐστὶ τὸ τρίτον μέρος τῆς φυλῆς , φρατέρες δὲ οἱ τῆς αὐτῆς φρατρίας μετέ - χοντες ,
5412627 Διοσκουροι
τῶν Διοσκούρων μεῖον ἔχειν τὸν Ἀχιλλέα , ὅσον οἱ μὲν Διόσκουροι τοῖς πανταχοῦ πλοϊζομένοις ἐναργεῖς φαίνονται καὶ φανέντες σωτῆρες γίνονται
διώρυχα . Δίκρανον : τοῦτο οἱ ἀρχαῖοι δίκρουν καλοῦσιν . Διόσκουροι : ὀρθότερον Διόσκοροι . γελάσεις οὖν τοὺς σὺν τῷ
5411983 δαινυ
” ἐπὶ δὲ τοῦ περιδείπνου “ ἤτοι ὁ τὸν κτείνας δαίνυ τάφον Ἀργείοισιν ” καὶ “ ὣς οἵ γ '
δαίνυ δαῖτα γέρουσιν . εἰ καί τινες , ὅτι τὸ δαίνυ νῦν οὐκ εὐώχει οὐδ ' ἑστία σημαίνει , ἀλλ
5404686 ἱπποδαμοιο
ἔργων [ , φῆ ] θ ' Ἡρακλῆος στήσειν μένος ἱπποδάμοιο : νήπιος , οὐδ ' ἔδδεισε Διὸς ταλασίφρονα παῖδα
ὡς δὲ ἴδον Στρατοκλῆ , κρατερὸν μήστωρα φόβοιο , τρίγλης ἱπποδάμοιο κάρη μετὰ χερσὶν ἔχοντα , . . . ἂψ
5403229 μολοντες
, Ποσειδάωνι ἄνακτι : τοῦ γὰρ καὶ δαίτης ἠντήσατε δεῦρο μολόντες . αὐτὰρ ἐπὴν σπείσῃς τε καὶ εὔξεαι , ἣ
ἐν ἀγκυρουχίαις θαρσοῦσι ναῶν ποιμένες παραυτίκα , ἄλλως τε καὶ μολόντες ἀλίμενον χθόνα ἐς νύκτ ' ἀποστείχοντος ἡλίου . φιλεῖ
5390245 ἐπῃνεσαν
δυνάμει καὶ παρὰ ταῦτ ' οὐδὲν ἔχοντες εἰπεῖν , οὕτως ἐπῄνεσαν τὸν λόγον , ὥστε τὸ πρωτεῖον τῶν λόγων τῷ
, ἐὰν ἕνα πολίτην ἀπολέσῃ καὶ τιμὴν ἀνδραπόδων τριακοσίων . ἐπῄνεσαν οἱ Σελινούντιοι τὴν γνώμην καὶ αὐτῷ συνεχώρησαν , οὓς
5387775 τοιχωρυχοι
καὶ πίστιν , οἱ δὲ τῶν ἀλλοτρίων ἔφεδροι βαλαντιοτόμοι καὶ τοιχωρύχοι παρεισφθαρέντες ὑφέλωνται , συλληφθέντες ἐκτινέτωσαν ἐπιτίμια διπλᾶ [ τὰ
ὃν σὺ κατορύξας ἔχεις . Ὡς θύουσι δ ' οἱ τοιχωρύχοι , κοίτας φέροντες , σταμνί ' , οὐχὶ τῶν
5386393 προφερεστερον
γινομένην . ἀφραδίῃ : παρήχησις : μωρίᾳ , ἀβουλίᾳ . προφερέστερον : τῶν ἰχθύων . προφερέστατον : προέχοντα , διαφέροντα
' Ἀχαιοί : τῶν δ ' ἄλλων ἐμέ φημι πολὺ προφερέστερον εἶναι , ὅσσοι νῦν βροτοί εἰσιν ἐπὶ χθονὶ σῖτον
5383165 ἐπιδευεις
Ἀχιλῆα : χαῖρ ' Ἀχιλεῦ : δαιτὸς μὲν ἐΐσης οὐκ ἐπιδευεῖς ἠμὲν ἐνὶ κλισίῃ Ἀγαμέμνονος Ἀτρεΐδαο ἠδὲ καὶ ἐνθάδε νῦν
σύλησέν τ ' ὄλβον , βιότου τ ' ἀνέφην ' ἐπιδευεῖς . ἐν δ ' ἄρ ' ὑποχθονίῳ κέντρῳ σύνεσίν
5381908 ἀπολοντο
ἀρχοὶ δ ' αὖ δύο μοῦνοι Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων ἐν νόστῳ ἀπόλοντο : μάχῃ δέ τε καὶ σὺ παρῆσθα . εἷς
Τρώων μὲν ὑπεξέφυγον στονόεσσαν ἀϋτήν , ἐν νόστῳ δ ' ἀπόλοντο κακῆς ἰότητι γυναικός . αὐτὰρ ἐπεὶ ψυχὰς μὲν ἀπεσκέδας
5367998 ἐκδεχονται
. Οἱ τὴν γνώμην ἀμφίβολοι τὴν παρὰ τῶν εὐνοούντων κρίσιν ἐκδέχονται . κἀγὼ τὰ πολλὰ ταῖς αὔραις διαλαλήσαςοὐδὲ γὰρ οὐδὲν
οἱ λοιποὶ δύο μύες οἱ ἀπ ' αὐτῆς τῆς ὠμοπλάτης ἐκδέχονται περιάγοντες ἔξω τε καὶ εἰς τοὐπίσω τὸ κῶλον ,
5359071 εὐχοντο
ἄλλοθεν ἄλλος . ὣς ἔφαθ ' : οἱ δ ' εὔχοντο Διὶ Κρονίωνι ἄνακτι . ταῦτα μὲν ὑμῖν ἀπὸ πολλῶν
εὐτυχῆσαι , αἱ δὲ γυναῖκες υἱὸν , ἀπὸ κοινοῦ τὸ εὔχοντο ἔμμεν . ηὔχοντο δὲ ἐν τοῖς Ὀλυμπίοις ὁρῶσαί σε
5356935 μεσσαυλον
Ἀλεξάνδρου ἕνεκ ' ἄτης , ὃς νείκεσσε θεὰς ὅτε οἱ μέσσαυλον ἵκοντο , τὴν δ ' ᾔνης ' ἥ οἱ
ἀπὸ μεσσαύλοιο : ἡ διπλῆ ὅτι τὴν κατὰ ἀγρὸν ἔπαυλιν μέσσαυλον : οἱ δὲ Ἀττικοὶ τὴν μέσην θύραν τῆς αὐλῆς
5355759 ἐκτεινουσι
' ἅπαν ἐπλήσθη πεδίον . . . οἱ δὲ Ἀττικοὶ ἐκτείνουσι τὴν ὑστέραν καὶ τὸ παράπαν ὁμοίως καὶ ἅπαντα τὰ
καὶ θησέα καὶ αἰγέα καὶ ἀχιλλέα καὶ τῶν ὁμοίων πάντων ἐκτείνουσι τὸ α τὸ τελευταῖον ἐπὶ τῆς αἰτιατικῆς πτώσεως .
5355111 Ἀφαρ
φέρω , . , , . , . * . Ἄφαρ : εὐθέως , ταχέως : παρὰ τὸ ἅπτω ῥῆμα
, ὄφρ ' ἐπιτὰξ ἄλλῳ παρακείμενος ἄλλος εἴδεα σημαίνοιεν . Ἄφαρ δ ' ὀνομαστὰ γένοντο ἄστρα , καὶ οὐκέτι νῦν
5354850 δμηθεντες
ἐν τοῖς Παιᾶσιν αὐτοκτόνοις καὶ ταῖς ὑπ ' ἀλλήλων σφαγαῖς δμηθέντες καὶ τεθνηκότες αἰχμάσουσι καὶ πολεμήσουσι τὴν λοισθίαν βοήν .
κεῖνα μάχεσθαι . Καί ῥ ' οἳ μὲν πεύκῃσι πέρι δμηθέντες ἔκειντο , τὰς ἔχον ἐν χείρεσσι μάχης ἄκος :
5347430 ἐφαθ
δὲ νεέσθων Ἄργος ἐς ἱππόβοτον καὶ Ἀχαιΐδα καλλιγύναικα . Ὣς ἔφαθ ' , Ἕκτωρ δ ' αὖτ ' ἐχάρη μέγα
ἡμετέρου ἐξ οἴκου , ἐπεὶ κακὰ μηχανόωνται . ” ὣς ἔφαθ ' , οἱ δ ' ἄρα πάντες ἐπ '
5344756 ἐπεχραον
' ἐφ ' ἱππήεσσιν ὄρουσαν ἱππῆες , πεζοῖσι δ ' ἐπέχραον ἔθνεα πεζῶν , ἅρμασι δ ' ἅρμαθ ' ἵκοντο
ὀδόντας ὧς Ζήτης Κάλαΐς τε μάλα σχεδὸν ἀίσσοντες τάων ἀκροτάτῃσιν ἐπέχραον ἤλιθα χερσίν . καί νύ κε δή σφ '
5342767 ὠρυοντο
νομήων Πανὶ καὶ Ἑρμάωνι φίλην ἀνεβάλλετο μολπήν : οὐ κύνες ὠρύοντο καὶ οὐ μυκήσατο ταῦρος , μούνη δ ' ἠνεμόεσσα
: οἱ κύνες συνιόντες ἐς τὸ αὐτὸ ἀνὰ πᾶσαν νύκτα ὠρύοντο , τέλος δὲ καὶ ἀπεχώρησαν ἀθρόοι πρὸς τὸ τῶν
5333753 ὁμαδησαν
' ἀκωκή ῥαιστὴρ ἄκμονος ὥστε παλιντυπές , οἱ δ ' ὁμάδησαν γηθόσυνοι ἥρωες ἐπ ' ἐλπωρῇσιν ἀέθλου . καὶ δ
ὁ δ ' ἐπαύετο θεῖος ἀοιδός : μνηστῆρες δ ' ὁμάδησαν ἀνὰ μέγαρ ' . αὐτὰρ Ἀθήνη ἄγχι παρισταμένη Λαερτιάδην
5333536 Δαρδανιδαο
ἂψ ἐπόρουσε δαϊζέμεναι μενεαίνων . Ἔνθ ' υἷι Πριάμοιο συνήντετο Δαρδανίδαο ἐκ ποταμοῦ φεύγοντι Λυκάονι , τόν ῥά ποτ '
Δαναοῖσι κελεύων . οἳ δὲ παρ ' Ἴλου σῆμα παλαιοῦ Δαρδανίδαο μέσσον κὰπ πεδίον παρ ' ἐρινεὸν ἐσσεύοντο ἱέμενοι πόλιος
5330725 ἑψομενοι
γάλακτι . βοηθοῦϲι δὲ ὁμοίωϲ διδόμενοι καὶ τοῖϲ φθιϲικοῖϲ καὶ ἑψόμενοι ἐν λευκῷ ζωμῷ καὶ ἐϲθιόμενοι ἐπιρροφουμένου τοῦ ζωμοῦ .
τοῦτο μεγίστη ὠφέλεια ἐπακολουθεῖ . καὶ ἐχῖνοι δὲ χερσαῖοι ζῶντες ἑψόμενοι τῷ ἐλαίῳ διαφορητικὸν αὐτὸ ἐργάζονται . παύει γὰρ τὰς
5325996 ἐπιτιμωσιν
οἱ κατ ' αὐτὸν ἐκεῖνον γενόμενοι ὡς ἁμαρτάνοντι τῷ ἀνδρὶ ἐπιτιμῶσιν , ὧν τὰ ὀνόματα οὐθὲν δέομαι λέγειν , καὶ
δ ' ὡς ἀνάξια πάσχουσιν συνάχθονται , ὑμῖν δ ' ἐπιτιμῶσιν πικρῶς , ὡς οὐκ ἂν τολμήσαιμι γράφειν ἐγώ :
5317903 Βεβρυκες
ὄντες , ὧν ὄρος Ὄλυμπος . εἰσὶ δὲ καὶ ἕτεροι Βέβρυκες ἔθνος Γαλατῶν μεταξὺ Πειρήνης καὶ Κεραυνίων ὀρῶν καὶ Ἰβηρίας
στόμα γαῖαν ἔχουσιν , οὖδας ἐς ἀντιπέρην Βυζάντιον εἰσορόωντες : Βέβρυκες δ ' ἐπὶ τοῖσι καὶ οὔρεα Μυσίδος αἴης ,
5306845 Μεσθλης
' ἐπιπλοκῆς συμφώνου ἑτέρου κύρια ὄντα ἢ προσηγορικὰ βαρύνεται : Μέσθλης μάσθλης Μάγνης Πίγρης Ὅπλης Πέτρης . εἴ τι δὲ
εἰσὶ δισύλλαβα : πρόσκειται ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον διὰ τὸ Μέσθλης Μέσθλου : τοῦτο γὰρ ἰσοσυλλάβως κλίνεται , οἷον ὡς
5304304 ἀγορευον
πρηστῆρος αἴθωνος καυστικοῦ ὀξέος . ἔνθεον θεῖον μαντικὸν τὸ θεῖον ἀγορεῦον φωνὰς * σχάσασα ἀνοίξασα βακχεῖον τὸ δίκην τῶν Διονύσου
πρηστῆρος αἴθωνος καυστικοῦ ὀξέος . ἔνθεον θεῖον μαντικὸν τὸ θεῖον ἀγορεῦον φωνὰς * σχάσασα ἀνοίξασα βακχεῖον τὸ δίκην τῶν Διονύσου
5303050 ναιουσι
τούτοις ἐκείνους περὶ ὧν εἰρήκαμεν ” Λοκρῶν „ , οἳ ναίουσι πέρην ἱερῆς Εὐβοίης , „ ὡς καὶ ἑτέρων ὄντων
ἀλδήσκουσαι καρπὸν Ἐλευσίνης Δημήτερος . ἐν δέ μιν ἄνδρες ἀντίποδες ναίουσι . ταῦτα μὲν Ἐρατοσθένης . ζητήσωμεν δέ , τῶν
5301928 θνῃσκοντας
ἑξῆς στίχοι ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι μεʹ . μὴ νῦν ἐὰν θνῄσκοντας : ὁ Ἐτεοκλῆς φησι πρὸς τὸν χορὸν ἐπὶ τῆς
, σεμναί τε θεῶν παῖδες Ἐρινύες , αἳ τοὺς ἀδίκως θνῄσκοντας ὁρᾶθ ' , αἳ τοὺς εὐνὰς ὑποκλεπτομένους , ἔλθετ
5300087 σφαξαντες
αἵδε : τρεῖς μὲν ἡμέρας προτιθεῖσι τὸν νεκρὸν καὶ παντοῖα σφάξαντες ἱρήια εὐωχέονται , προκλαύσαντες πρῶτον : ἔπειτα δὲ θάπτουσι
τοῦ ἑσπερίου καὶ Κιμμερίου Ὠκεανοῦ καὶ πυγούσιον βόθρον ὀρύξαντες καὶ σφάξαντες κριὸν καὶ ὄιν θήλειαν ἐξέχεον εἰς τὸν βόθρον τὸ
5299252 γενεαλογουσιν
τὴν κυνηγίαν τούτοις καὶ αὐτὴν συνεξελθεῖν . τινὲς δʹ Ἀρισταίους γενεαλογοῦσιν , ὡς καὶ Βακχυλίδης : τὸν μὲν Καρύστου ,
τύπτουσιν , καὶ τὸν Οὐρανοῦ πατέρα : οὕτως γὰρ αὐτὸν γενεαλογοῦσιν . εἴρηται δὲ ὁ μὲν τοῦ σιδήρου ἄκμων παρὰ
5291773 Ἀτρεϊδεω
καὶ ὄψ : ἔνθεν ὀπός , οἷον ” οὐδέ πω Ἀτρεΐδεω ὀπὸς ἔκλυον αὐδήσαντος ” : ὀξυδερκὲς γὰρ τὸ ζῷον
κῆρυξ Εὐρυβάτης Ἰθακήσιος ὅς οἱ ὀπήδει : αὐτὸς δ ' Ἀτρεΐδεω Ἀγαμέμνονος ἀντίος ἐλθὼν δέξατό οἱ σκῆπτρον πατρώϊον ἄφθιτον αἰεί
5289566 φθονεω
ἐγὼ πρόσθ ' ἵσταμαι οὐδὲ μεγαίρω . εἴ περ γὰρ φθονέω τε καὶ οὐκ εἰῶ διαπέρσαι , οὐκ ἀνύω φθονέους
πάντα νόει καὶ ἀμείβετο μύθῳ : “ οὔτε τοι ἡμιόνων φθονέω , τέκος , οὔτε τευ ἄλλου . ἔρχευ :
5287322 ἀναιρουσιν
οὐκ ἔξεστι πελαγροὺς κτείνειν : τοὺς γὰρ τῆς χώρας ὄφεις ἀναιροῦσιν . ὁ πολίτης Θεσσαλιώτης καὶ Θετταλιώτης καὶ Θετταλός καὶ
οἱ λογικοὶ τῶν ἰατρῶν τιθέασιν αὐτήν , οἱ δὲ ἐμπειρικοὶ ἀναιροῦσιν , τάχα δὲ καὶ Δημόκριτος , οἱ δὲ σκεπτικοὶ
5286692 ἐπιτυγχανουσιν
εἴρηται , οἱ τὴν ἀνόητον εὐχειρίην ἐπιτηδεύοντες ἄσμενοι ῥινὸς κατεαγυίης ἐπιτυγχάνουσιν , ὡς ἐπιδήσωσιν . Μίαν μὲν οὖν ἡμέρην ,
τοῖς ἀνθρώποις τῶν αὐτοῖς μελλόντων ἀπαντήσεσθαι κατὰ τὸν βίον προλέγοντες ἐπιτυγχάνουσιν , οὐκ ὀλιγάκις δὲ καρπῶν φθορὰς ἢ τοὐναντίον πολυκαρπίας
5278501 Μινυηιον
ἀποπρολιπὼν φεῦγ ' Ἄργεος ἱπποβότοιο , ἷξεν δ ' Ὀρχομενὸν Μινυήιον : καί μιν ὅ γ ' ἥρως δέξατο καὶ
, ὅθι πρῶτον κεκμηότα γούνατ ' ἔκαμψεν , νώτοισιν φορέων Μινυήιον υἷ ' Ἀθάμαντος : ἐγγύθι δ ' αἰθαλόεντα πέλεν
5271620 ἐυμμελιην
ὄλεθρον . Σὺν δέ οἱ Εὐρυδάμαντα κατέκτανεν ἀντιόωντα , γαμβρὸν ἐυμμελίην Ἀντήνορος ὅς ῥα μάλιστα θυμὸν ἐνὶ Τρώεσσι σαοφροσύνῃσι κέκαστο
αὐτοὶ ἐν πεδίῳ κταμένοισι παρ ' ἀνδράσιν αὖλιν ἔχοντες ἄμφω ἐυμμελίην μὲν Ἀχιλλέα κυδαίνεσκον , Ἀντίλοχον δ ' ἄρα κλαῖον
5268460 ἐμιμνον
καί ῥα τόθ ' Ἡρακλῆος ἔχον πόθον , οὐ γὰρ ἔμιμνον ἔθνος ἀμαιμάκετον Κόλχων καὶ θούριον Ἄρην . Νῦν δέ
: οἳ δ ' ἄρα δαῖτ ' ἐπάσαντο καὶ ἠριγένειαν ἔμιμνον , βαιὸν ἀποβρίξαντες ἀραιοῖσιν βλεφάροισιν : αἰνῶς γὰρ φοβέοντο
5256663 ἀρωγοι
διπλῆι μάστιγι ἐπλήγημεν . μαράγνης ] μάστιγος . τῶν μὲν ἀρωγοὶ ] ἡμῶν οἱ σύμμαχοι οἱ περὶ Ἀγαμέμνονα . στυγερῶν
ἀλλὰ διπλῆς γὰρ τῆσδε μαράγνης δοῦπος ἱκνεῖται : τῶν μὲν ἀρωγοὶ κατὰ γῆς ἤδη , τῶν δὲ κρατούντων χέρες οὐχ
5251375 θνατοι
ἔποικον ἁγνᾶς Ἀσίας ἕδος νέμονται , μεγαλοστόνοισι σοῖς πήμασι συγκάμνουσι θνατοί . Κολχίδος τε γᾶς ἔνοικοι παρθένοι , μάχας ἄτρεστοι
τοῖς μεγάλων δεομένοις στεναγμάτων πήμασι ] δυστυχήμασι συγκάμνουσι ] συμπάσχουσι θνατοί ] οἱ ἄνθρωποι . στροφὴ ἑτέρα κώλων εʹ ἡμέτερα
5250851 χαριεισι
δύναται κανονισθῆναι ἐκ τῆς δοτικῆς τῶν ἑνικῶν . Τοῖς δὲ χαρίεισι φαμὲν τῷ λόγῳ τῆς εὐθείας , ὅτι πᾶσα εὐθεῖα
λέγεται τούτων ἡ δοτικὴ τῶν πληθυντικῶν , 〚 οἷον τοῖς χαρίεισι καὶ τοῖς χαρίεσιν 〛 , ὅτι πᾶσα δοτικὴ ἑνικῶν
5246119 ἡρωες
ὄφρα κενώσειεν θανάτωι βάρος . οἱ δ ' ἐνὶ Τροίηι ἥρωες κτείνοντο , Διὸς δ ' ἐτελείετο βουλή . εἵματα
ἡμῶν ὄντες , τουτέστιν αἱ θεῖαι ψυχαὶ ἤτοι δαίμονες ἢ ἥρωες ἢ θεοὶ οἱ ὑπὲρ κεφαλῆς ἡμῶν ὄντες καὶ ὑπὲρ
5245047 ἀχλυι
' ἀμβροσίη Νὺξ παιδὶ φίλῃ καὶ πάντα κατέκρυφεν Οὐρανὸς ἄστρα ἀχλύι καὶ νεφέεσσι φέρων χάριν Ἠριγενείῃ . Τρῶες δ '
χειμῶνα φυγόντες . οἱ δ ' ἔνδον πολέμῳ τε καὶ ἀχλύι κυμαίνοντες , ἀνδράσιν οἰχομένοισι καὶ οὐ φεύγουσιν ὁμοῖοι ,
5243106 τιεσκον
δέ μοι μέγ ' ὄνειαρ : ἴσον δέ ἑ παιδὶ τίεσκον τηλυγέτῳ , ὃ δ ' ἄρ ' ἶσον ἑῷ
' ἐδάμασσε θεῶν καὶ σχέτλια ἔργα : οὔ τινα γὰρ τίεσκον ἐπιχθονίων ἀνθρώπων , οὐ κακὸν οὐδὲ μὲν ἐσθλόν ,
5238292 κρουοντες
ἓν δ ' ἐπενόουν ὡς ἐν ἀδοκήτῳ , τὴν ναῦν κρούοντες ἐπὶ πρύμναν ἀντισπᾶν . τὸ δ ' αὐτὸ ποιούντων
κακὸν μελοποιόν . Ἄλλως . 〛 ὅτι φαίνονταί τινες ἀγοραῖοι κρούοντες τοῖς ὀστράκοις καὶ προσᾴδοντες τῷ κρούματι τῷ διὰ τούτων

Back