ἀμαθίαν κατέγνωκας , ἵνα τολμήσας οὕτως ἀνήκεστα πείσῃς εἰς εὐεργεσίαν μεταβληθῆναι τἀδίκημα : εἶθ ' ἕνα μὲν ἀδικήσας ἄνθρωπος οὐδαμοῦ
φλεγμονῶν , καὶ μάλισθ ' ὅσαις μὴ ῥᾴδιον ἐς πύον μεταβληθῆναι , καὶ ἄλλως πως διαφορηθῆναι , πρόχειρον τὸ μεταπεσεῖν
6414043 Μακαριαν
ὀνομάζει , τὴν δὲ ἁψῖδα ἴτυν . βάλλ ' ἐς Μακαρίαν : οἷον εἰς Ἅιδου . Μακαρία γὰρ ἡ Ἡρακλέους
σιωπηλῶν : παρόσον αἱ Βάκχαι σιγῶσι . Βάλλ ' ἐς Μακαρίαν : οἷον εἰς ᾅδου . Μακαρία γὰρ ἡ Ἡρακλέους
6222230 Ἀραχνη
Ἀρνεῖσθαι : διὰ τὸ αἴρεσθαι τὰς χεῖρας ἐπὶ παραιτήσει . Ἀράχνη : παρὰ τὸ ἀναρριχᾶσθαι εἴρηται . ἢ παρὰ τὴν
ἐγένοντο ἀδελφοὶ , Φάλαγξ μὲν ἄρσην , θήλεια δ ' Ἀράχνη τοὔνομα : καὶ ὁ μὲν Φάλαγξ ἔμαθε παρὰ τῆς
5740322 κοιτην
δυσκολοκοίτου ] δυσκολῶς κοιμᾶσθαι ποιούσης , τῆς ποιούσης δυσκολαίνειν τὴν κοίτην , δυσχερεστάτης δυσκόλου κοίτης , δυσχερῶς ἐχούσης κοιτάζεσθαι .
ῥῆξιν καὶ ταριχοφαγία καὶ τῆϲ διὰ κολοκυνθίδοϲ ἱερᾶϲ καταπότια πρὸϲ κοίτην λαμβανόμενα . ἀρξαμένου δὲ ἐκκρίνεϲθαι τοῦ πύου αὖθιϲ διδόναι
5731304 ὑδρειαν
εὔρους ἐντεῦθεν ἅτε ἐπὶ κάταντες ἡ ἐπίχυσις γιγνομένη παρέχοι τὴν ὑδρείαν ὁμαλήν . μετὰ δὲ ταῦτα σχίσαντες περὶ τὴν κεφαλὴν
Ἡρακλέους ἑταίρων συμπλεύσαντα ἐπὶ τῆς Ἀργοῦς αὐτῷ ἐξιόντα δὲ ἐπὶ ὑδρείαν ὑπὸ νυμφῶν ἁρπαγῆναι : Κίον δὲ καὶ τοῦτον Ἡρακλέους
5625735 σπινθηριζειν
: ἀχρεῖος γὰρ ὅλως ὁ ἄνθραξ διὰ τὸ πηδᾶν καὶ σπινθηρίζειν πλὴν τοῖς χαλκεῦσι . τούτοις δὲ χρησιμώτερος τῶν ἄλλων
τὴν εἰς τὰ νέφη τοῦ ἡλίου ἔμπτωσιν ὡς βέλος πολλάκις σπινθηρίζειν . Ξενοφάνης τὰ τοιαῦτα νεφῶν πεπυρωμένων σύστημα ἢ κίνημα
5541575 καταγνυσθαι
. ἀλφίτου ἀκτήν περιφραστικῶς αὐτὸ τὸ ἄλφιτον , ἀπὸ τοῦ κατάγνυσθαι τὴν κριθήν . σημαίνει δὲ τὸ βέλτιστον καὶ μᾶλλον
ἀλλ ' ἐξ αὐτοῦ δηλοῖ τοὺς πίθους ὑπὸ τῶν πολεμίων κατάγνυσθαι . Γ προσήκοι Γ : συγγενὴς εἴη . Γ
5527938 μετεβληθη
ἀπὸ τούτου δὲ καὶ τῇ μεγίστῃ τῶν ἐν Βιθυνίᾳ πόλεων μετεβλήθη τὸ ὄνομα , Ἀστακῷ τὰ πρὸ τούτου καλουμένῃ :
ἐπειδὴ ὑπὸ Διὸς ἐρασθεῖσα Ἰὼ εἰς βοῦν ὑπ ' αὐτοῦ μετεβλήθη ἵνα λάθῃ τὴν Ἥραν , γνοῦσα αὕτη φύλακα ταύτῃ
5498229 ἐνεπεσον
ἔχοντες εἰς ἀπόγνωσιν ὅτι πλείστην καὶ ἀπορίαν δεινὴν καὶ φόβον ἐνέπεσον μὴ ἔχοντες , ὅ τι καὶ δράσειαν . ἐνόμισαν
οἴκους πρὸς ἄλλον εὐνάτορ ' . οὐχὶ σοὶ μόναι δύσφρονες ἐνέπεσον , οὐ φίλοισι , λῦπαι : νόσον Ἑλλὰς ἔτλα
5494069 μητραν
, ὅτι τὴν μὲν μήτραν ἀνέῳξεν αὐτῆς ὁ θεός δὲ μήτραν ἀνδρὸς ἴδιον , ἡ δὲ συλλαβοῦσα ἔτεκεν οὐ θεῷἱκανὸς
πατρῷον , γεννᾷ γὰρ ἄρρεν . Τὸ δὲ διανοῖγον πᾶσαν μήτραν ἵνα μή , γενομένης πρωτοτόκου θυγατρός , εἴθ '
5492007 κορακας
Δαιδάλειος ἦν ; ἤ τις ἔκλεψεν αὐτόν ; Ὅτι τοὺς κόρακας τἀξ Αἰγύπτου χρυσία κλέπτοντας ἔπαυσεν . Ἐς τὸν καλιόν
Λαβὲ τὸ βιβλίον . Οὐκ εἶ θύραζ ' ; Ἐς κόρακας . Οἴμοι δείλαιος . Οὔκουν ἑτέρωσε χρησμολογήσεις ἐκτρέχων ;
5474785 κυστιν
αὐτό , κἀπειδὰν ὑπέλθῃ μόλις ἐκ τῆς κοιλίας εἰς τὴν κύστιν , οὐκ ἀναδίδοται ῥᾳδίως : διόπερ οὔτε οὖρα κινεῖν
κεκραμένου κυάθων β . ἡ κατὰ τοὺς νεφροὺς φλεγμονὴ καὶ κύστιν ἐξαίρετον ἔχει τὴν θεραπείαν : τὸ γὰρ ὀρῶδες περίττωμα
5426327 μετεβαλεν
καὶ ἡ μὲν ἐθεᾶτο , μισήσασα δὲ τὸ ἦθος Ἀφροδίτη μετέβαλεν αὐτὴν καὶ ἐποίησεν ἐξ ἀνθρώπου λίθον καὶ τοὺς πόδας
πληροῦσα Σπαρτιάτου γαστέρα : ἐπεὶ δὲ ἧκεν ἐς Ἰωνίαν , μετέβαλεν αὐτίκα ἐς ἁβρότητα καὶ τρυφήν . ὡς οὖν κατὰ
5420847 Ὑσσωπου
δὸς φαγεῖν . [ Πρὸς τοὺς διηνεκῶς πυρέσσοντας . ] Ὑσσώπου δεσμίδιον μετὰ ὕδατος εἰς τρίτον ἐκζέσας δὸς πιεῖν νήστει
, εἰς πεπισσωμένους πρὸ ἐτῶν δύο ἢ καὶ πλειόνων . Ὑσσώπου Κρητικοῦ ἢ Καμπανοῦ λι . βʹ καὶ σχοίνου Συριακῆς
5405697 λυομενον
οἷον καὶ τὸ σῶμα , θνητὸν καὶ φθειρόμενον , καὶ λυόμενον , καὶ σηπόμενον , οὐδὲν ἔχω περὶ αὐτῆς σεμνὸν
ἄῤῥωστον , εὗρε σωτήριον τὸ νόσημα καὶ κρινόμενον , οὐ λυόμενον . ζητεῖ λοιπὸν πῶς κριθήσεται . καὶ οὐδαμοῦ νοτὶς
5402135 μεταβληθεισα
γενομένη κατὰ διάβρωσιν ἐποίησε ῥῆξιν , ἢ ἐκ τῆς φύσεως μεταβληθεῖσα εἰς πῦον ἐῤῥάγη καὶ ἐποίησεν ἀπόστημα . τοιαύτη ἡ
: λέγουσι γὰρ ὅτι Ποσειδῶνος ἐρασθέντος αὐτῆς αὐτὴ εἰς ἵππον μεταβληθεῖσα καὶ μεταξὺ ἀγέλης ἱππικῆς εἰσφρήσασα τοὺς ἵππους ἐτάραξε διὰ
5388371 ἐπιμηκεστεραν
σπανίως ἢ μηδ ' ὅλως μνημονευθέντας : ὧν οἳ μὲν ἐπιμηκεστέραν ἔσχον τὴν ἀρχήν , οἳ δὲ πρόσκαιρον τὴν δυναστείαν
καὶ τοῖς φύλλοις πλατυτέρα καὶ σκληροτέρα : τὴν δὲ κεφαλὴν ἐπιμηκεστέραν ἔχει : ἄνθος φοινικοῦν : ῥιζάρια λεπτὰ καὶ πλείονα
5381139 λεπτυνομενος
' ὕδωρ ἐξατμιζόμενον εἰς ἀέρα , ὁ δ ' ἀὴρ λεπτυνόμενος εἰς πῦρ : ἡ δὲ κατάντης ἀπὸ κεφαλῆς ,
, ὃς ἐπὶ μὲν τῶν ἀλόγων ζῴων διὰ στερεότητα μὴ λεπτυνόμενος αἰσθητός ἐστιν , ἐπὶ δὲ τῶν ἀνθρώπων λεπτυνόμενος ὑπὸ
5379175 σβεσιν
δὲ κατάντης ἀπὸ κεφαλῆς , συνίζοντος μὲν πυρὸς κατὰ τὴν σβέσιν εἰς ἀέρα , συνίζοντος δ ' ὁπότε συνθλίβοιτο εἰς
. ὅτι δ ' ἡ ἀρχὴ φθειρομένη κυριωτάτη πρὸς τὴν σβέσιν , κἀκεῖθεν φανερόν . τὴν γὰρ πίτταν καιομένην τὸ
5360728 Κολχους
βασιλέως καὶ τῶν Ἑλλήνων ἐπαρθέντων , τραπῆναι πρὸς φυγὴν τοὺς Κόλχους , καὶ κατὰ τὸν διωγμὸν τοὺς πλείστους αὐτῶν ἀναιρεθῆναι
διὰ τούτων πρώτην ναῦν περάσαι τὴν Ἀργὼ , ἥτις εἰς Κόλχους Ἰάσονα ἤγαγεν . Ἀπὸ δὲ Κυανέων εἰς τὸ Ἱερὸν
5339073 ἐμβαλουσης
θείου δέ με εἰσάγοντος τρέμοντος μειδιῶν τε αὐτὸς εἱπόμην θάρσος ἐμβαλούσης τῆς Τύχης καὶ βλέπων εἰς τὸν ὄχλον , ὥσπερ
τοιοῦτοι τότ ' ἐγένοντο οἱ Ἀθηναῖοι κολακείας θηρίου χαλεπωτάτου λύσσαν ἐμβαλούσης αὐτῶν τῇ πόλει : ἣν ὁ μὲν Πύθιος ἑστίαν
5330561 Ναυκρατιν
. Νεῖλος ἀπὸ Νείλεω , ὃς ἔκτισε . . . Ναύκρατιν μετὰ μάχην : ἢ ἀπὸ τοῦ νάειν λείως ,
' ἀναπλεύσαντες εἰς τὸν Σαϊτικὸν νομὸν καταναυμαχήσαντες Ἰνάρων πόλιν ἔκτισαν Ναύκρατιν οὐ πολὺ τῆς Σχεδίας ὕπερθεν . μετὰ δὲ τὸ
5328357 καταποθεν
προσφέρεσθαι σιτία καὶ πόμα τήν τε κεφαλὴν πληροῖ καὶ τὸ καταποθὲν ἐπιπολάζειν ἐνίοτε ποιεῖ . γινώσκειν δὲ χρὴ καὶ ὅτι
αὐτὴν καταδεχομένη , τῇ κεραμίδι στεγούσῃ γῇ διαταμιευομένη , τὸ καταποθὲν ἐκ τῶν ὑψηλῶν ὕδωρ εἰς τὰ κοῖλα ἀφιεῖσα κατὰ
5313380 νησιν
. . δ : σημειοῦνται τινές , ὅτι τὸ εἰς νῆσιν εὔθετον μήρυμα ἐρίου νῆμα εἶπεν . πρὸς τὴν τάξιν
τὸ ἔργον τοῦ νήματος νῆσιν εἴρηκε , τὴν τῆς Ἀτρόπου νῆσιν . ὁ δὲ κωμικὸς Πλάτων ἔφη ἀκλώστους στήμονας .
5300540 λωφησαντος
τύπους τῶν κεραυνίων τραυμάτων εἰς νουθεσίαν τῶν ὁρώντων ἐπιφερόμενα . λωφήσαντος δὲ τοῦ κακοῦ καὶ πάλιν τοῦ βασιλέως καὶ τῶν
ἀφαιρησόμενος αὐτῶν τὴν ἰσχύν . ὃς ἐπειδὴ τάχιστα ἐξεγένετο αὐτῷ λωφήσαντος τοῦ δαιμονίου χόλου τὰ πολιτικὰ πράττειν , συναγαγὼν τὸν
5292392 λυτταν
οὐκ ἠνέσχετο παραληρεῖν αὐτόν , ἀλλὰ τὴν τῶν λόγων παραπλῆγα λύτταν κατεσίγασε : καὶ τῶν Διοσκόρων ἑνὸς τὸ ξίφος διηρμένον
λύττης ἀγρυπνίᾳ τὴν ῥώμην ἐπιτριβεῖσαι : ἐκχέει γάρ πως τὴν λύτταν ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν εἰ μὴ αὐτοὺς ἔχει καταμύειν τῷ
5292390 τραπομενον
βούλομαι τουτί : προσόζειν γὰρ κακοῦ τού μοι δοκεῖ . τραπόμενον εἰς τοὔψον λαβεῖν ὀσμύλια καὶ μαινίδια καὶ σηπίδια .
τῆς κεφαλῆς καὶ τῶν πλεκτανῶν αὐλὸν δυσῶδες πνεῦμα ἀφιέντα . τραπόμενον εἰς τοὖψον λαβεῖν ὀσμύλια καὶ μαινίδια καὶ σηπίδια φησὶν
5288081 μετοικησιν
γίνονται καὶ ἀγῶνες τελοῦνται . λυτήριον δὲ τῆς συμφορᾶς τὴν μετοίκησίν φησι καὶ τὴν αὐτόθι τοῦ βίου διατριβήν . μήλων
γίνονται καὶ ἀγῶνες τελοῦνται . λυτήριον δὲ τῆς συμφορᾶς τὴν μετοίκησίν φησι καὶ τὴν αὐτόθι τοῦ βίου διατριβήν . μήλων
5284416 κατενεχθηναι
τὸν οἶκον ἐλθεῖν , τὴν δὲ πατάραν τῇ Λυκίων χερρονήσῳ κατενεχθῆναι : περιτυχόντα δέ τινα τῶν ἐκ τῆς Σαλακίας φυγόντων
: δεῖ γὰρ τὴν ἀναχθεῖσαν ἀτμίδα ψυχθῆναι καὶ ὕδωρ γενομένην κατενεχθῆναι , κατενεχθείσης δὲ συμβαίνει τὸν μὲν αὐξηθῆναι σῖτον ,
5258587 μεθην
. οἱ μὲν δὴ Διοσκούρων ἐπιφάνειαν οἰηθέντες γεγονέναι προῄεσαν ἐς μέθην καὶ ἡδονὴν πλείονα : οἱ δὲ ἀπὸ τῶν ἵππων
χρίμασι δευόμενοι . οὕτω δ ' ἐξελύθησαν διὰ τὴν ἄκαιρον μέθην ὥστε τινὲς αὐτῶν οὔτε ἀνατέλλοντα τὸν ἥλιον οὔτε δυόμενον
5237674 ἐγκαθιστεον
ἐκλυθῆναι τὴν ἀπὸ τῆς φλεβοτομίας ταραχὴν ἀποθεραπευτέον τὸ σῶμα καὶ ἐγκαθιστέον εἰς ὑδρέλαιον θερμὸν ἢ τήλεως ἢ λινοσπέρμου ἢ μολόχης
' ἀσφάλτου : εἰ δὲ ἐπιτείνοιτο , καὶ μετὰ τροφὴν ἐγκαθιστέον αὐτοὺς εἰς ὑδρέλαιον . ἐνίοτε δὲ καὶ ἀφεψείσθω τῷ
5226824 ταριχειαν
κωβιός , ἠλακατῆνες . εἰσὶ δὲ κητώδεις , ἐπιτήδειοι εἰς ταριχείαν . Μένανδρος Κόλακί φησι : κωβιός , ἠλακατῆνες ,
δὲ Σινώπην προϊοῦσα ὡραιοτέρα πρός τε τὴν θήραν καὶ τὴν ταριχείαν ἐστίν : ἐπειδὰν δὲ ἤδη συνάψῃ ταῖς Κυανέαις καὶ
5224931 καταχθηναι
περὶ τὸν Ἀργολικὸν κόλπον ὑπὸ λῃστρίδων νεῶν τά τε χρήματα καταχθῆναι εἰς Ἄργος καὶ αὐτὸν τοξευθέντα ἀποθανεῖν , ἔρχεται ἐπὶ
ἔτος ἄγοντα τρίτον ἐπὶ τοῖς εἴκοσιν , ἐς τὴν βασιλείαν καταχθῆναι παρακαλοῦντα ὡς αὑτῷ μᾶλλον προσήκουσαν , οὐ κατῆγον ,
5223628 φοινισσειν
ἧττον : χρῆσθαι δὲ μετὰ ταῦτα καὶ ἐπιθέμασιν ἢ δρώπαξι φοινίσσειν τὴν ἐπιφάνειαν δυναμένοις , ἀνατρίβειν τε τοὺς τόπους συνεχῶς
κατασκευῆς , ἐπὶ τὰ μετασυγκριτικὰ ἀλείμματα καὶ μαλάγματα παραγίνεσθαι δεῖ φοινίσσειν τὴν ἐπιφάνειαν δυνάμενα . Ἔστι δὲ καὶ ἄλλη νόσος
5215457 ῥοην
. δαφοινῷ : φονικῷ . Βιαζομένῳ : συρομένῳ Ἄχνην : ῥοὴν αἵματος , ἀφρόν . Παφλάζων : ταρασσόμενος , καὶ
κοινὸν ἰῆϲθαι : ϲτύψεϲι τῶν ἀμφὶ τὴν κύϲτιν καὶ τὴν ῥοὴν [ τῶν ] χωρίων καὶ ἐμψύξεϲι [ ἢ ]
5186174 ἐμβιβαζεσθωσαν
τῶν πυρετῶν τρομώδεις εἶεν , ἀλειφέσθωσάν τε καὶ εἰς ὑδρέλαιον ἐμβιβαζέσθωσαν μυρακόποις τε κεχρήσθωσαν καὶ δρωπακιζέσθωσαν τόν τε νῶτον καὶ
ὑδρέλαιον καθιέμενοι , εἰ ἀσθενεῖς εἶεν , διὰ τῆς ἐνδρομίδος ἐμβιβαζέσθωσαν . ἀναμικτέον δὲ τὸ ἔλαιον ἀκριβῶς τῷ ὕδατι :
5174621 ἀναδοσιν
κατὰ τοῖν δυεῖν ἄρκτοιν : ὅς ἐστιν ἀφανὴς κατὰ τὴν ἀνάδοσιν τῶν δύο Ἄρκτων : ἡ μὲν γὰρ εἰς τὰ
θερμῆς ἀπλήστου πυρπνόου ζάλης . ζάλην δὲ πυρίπνοον λέγει τὴν ἀνάδοσιν καὶ τὴν ἀνακάχλασιν τοῦ Αἰτναίου πυρός . θερμὴν δὲ
5136092 ἀντιφρασιν
τὰ σκληρὰ κάρφη , ἤτοι τοὺς ἁπαλοὺς κόκκους κατ ' ἀντίφρασιν , τῇ ἰσχνῇ καλύπτρᾳ καλύπτουσιν , ἤτοι περιβολῇ ἰσχνῇ
καθέδρα . παρὰ τὸ θῶ ῥῆμα , ὃ σημαίνει κατὰ ἀντίφρασιν τὸ ἑδραιῶ , ὁ μέλλων θώσω ἐξ οὗ γίνεται
5136042 συγκλεισθεις
Νωβελίωνός ποτε χαράκωμα . καὶ μεθ ' ἡμέραν ἐς αὐτὸ συγκλεισθείς , οὔτε κατεσκευασμένον οὔτε ὠχυρωμένον , περιεχόντων αὐτὸν τῶν
Νωβελίωνός ποτε χαράκωμα . καὶ μεθ ' ἡμέραν ἐς αὐτὸ συγκλεισθείς , οὔτε κατεσκευασμένον οὔτε ὠχυρωμένον , περιεχόντων αὐτὸν τῶν
5129091 ὑποστραφεις
τὸ Ἀμφιλοχικὸν Ἄργος ἔκτισεν ὁ δὲ Ποδαλείριος ὁμοίως εἰς Ἄργος ὑποστραφεὶς ἐμαντεύετο ἐν Δελφοῖς , ποῦ κατοικήσει : χρήσαντος δὲ
ἀρχῆς τῆς μαντικῆς μονομαχήσας κατά τινας δὲ εἰς τὴν Ἑλλάδα ὑποστραφεὶς τὸ Ἀμφιλοχικὸν Ἄργος ἔκτισεν ὁ δὲ Ποδαλείριος ὁμοίως εἰς
5125994 ἀναφερομενον
ἑκατέρωθεν χωλός : ἢ μᾶλλον , τὸ ἕτερον μέλος : ἀναφερόμενον γὰρ τὸ ἐν χρήσει πῦρ ὥσπερ ὑποχωλεύει , καὶ
ὀπτωμένου ἐγχρίουϲιν . οἱ δὲ ἕψοντεϲ τὸ ἧπαρ ὑπὲρ τὸν ἀναφερόμενον ἀτμὸν τὴν ἕξιν προϲάγοντεϲ πυριῶϲι τοὺϲ ὀφθαλμούϲ : βοηθεῖ
5124102 κατηχθησαν
μάχην τὴν ἐν Λεύκτροις ἐκπεσόντες ὑπὸ Θηβαίων ἐξ Ὀρχομενοῦ , κατήχθησαν ἐς Βοιωτίαν ὑπὸ Φιλίππου τοῦ Ἀμύντου , καὶ οὗτοι
μέντοι τοῖς Φωκεῦσιν αἱ πόλεις ἀνῳκίσθησαν καὶ ἐς τὰς πατρίδας κατήχθησαν ἐκ τῶν κωμῶν , πλὴν εἰ μὴ ἀνοικισθῆναί τινας
5122425 σπηλαιον
πεδίου τὸ ὄρος ἐστὶν ἡ Ὀστρακίνα , ἐν δὲ αὐτῷ σπήλαιον , ἔνθα ᾤκησεν Ἀλκιμέδων , ἀνὴρ τῶν καλουμένων ἡρώων
τειχέων , ὡς τοῦ σηκοῦ πλησίον τοῦ τείχους ὄντος : σπήλαιον : μέλανα σκοτεινόν : ὁ Τειρεσίας : ἐκέλευσεν :
5105421 ναυπηγιαν
Κουρήτων καὶ Κορυβάντων γένεσιν καὶ Θεογονίαν ἔπη πεντακισχίλια , Ἀργοῦς ναυπηγίαν τε καὶ Ἰάσονος εἰς Κόλχους ἀπόπλουν ἔπη ἑξακισχίλια πεντακόσια
τὴν ὀρεινὴν τὴν πλησίον ὑπῆρχε . χωρὶς γὰρ τῆς πρὸς ναυπηγίαν ὕλης εἶχεν ἡ χώρα πολλοὺς καὶ παρηλλαγμένους τοῖς μεγέθεσιν
5103295 τρεπεται
ἀκούουσιν . καὶ πᾶν μὲν ἐν ταῖς τοιαύταις συντυχίαις οὐ τρέπεται τὸ εἶδος , ἀλλὰ ἔστιν ἃ καὶ ἀκίνητα μένει
μέσον αὐτῶν ἐπέσχε τε τῆς ὁρμῆς . καὶ μαχόμενος ἰσχυρῶς τρέπεται τούτους λαμπρῶς καὶ καταδιώκει μέχρι τοῦ τείχους φονεύων καὶ
5102922 χελιδονα
ἐπιλαβόντος καὶ σφοδροῦ τοῦ κρύους γενομένου περιιὼν ἐπειδὴ εἶδε τὴν χελιδόνα νεκρὰν ἐρριμμένην , ἔφη πρὸς αὐτήν : „ ὦ
ἄσωτος καταφαγὼν τὰ πατρῷα ἱματίου μόνου αὐτῷ περιλειφθέντος ὡς ἐθεάσατο χελιδόνα παρὰ καιρὸν ὀφθεῖσαν , οἰόμενος ἤδη θέρος εἶναι ὡς
5099284 συμβαλλομενη
τῷ συμπατηθέντι τοῖς μεγέθεσιν ἴσους . ἡ μὲν οὖν κόπρος συμβαλλομένη θάλπει καὶ στερεοῖ τὸ φυτόν : τὸ δὲ γίγαρτον
Διοτίμα ἐπὶ ταύταις , ἡ μὲν τὸ μεγαλόνουν ἡ Θεανὼ συμβαλλομένη εἰς τὴν γραφήν , ἡ Σαπφὼ δὲ τὸ γλαφυρὸν
5098706 ἐμβασις
σαμψύχου λεγόμενον ἄκοπον . μεγαλωφελὴς δὲ καὶ ἡ εἰς ἔλαιον ἔμβασις . χρονίσαντος δὲ τοῦ πάθους κατὰ μὲν τὰς ἐπιθέσεις
. Μὴ παυομένου δὲ τοῦ πάθους ἐπὶ πλείους ἡμέρας , ἔμβασις εἰς ἔλαιον παραληπτέα , εἰ δὲ μή , εἰς
5095315 ἐμβληθηναι
ἑκάστην χώνην πρόδηλος γινόμενος λαμπρότερος ἢ πρὶν ἕτερον τὸν φάρμακον ἐμβληθῆναι . Ὅταν οὖν χωνευθῇ καλῶς , ἀπόχεε εἰς ἀγγεῖον
καὶ Κουάδοις συνεπλέκετο . ἠξίου δὲ ὁ χρησμὸς δύο λέοντας ἐμβληθῆναι ζῶντας εἰς τὸν Ἴστρον μετὰ πολλῶν ἀρωμάτων καὶ θυσιῶν
5094797 τραπηναι
τῶν Βακτριανῶν ἀγνοοῦντα , ταῖς δὲ προγεγενημέναις εὐημερίαις μετεωρισθέντα , τραπῆναι πρὸς ἄνεσιν , καὶ τοῖς στρατιώταις διαδοῦναι πρὸς εὐωχίαν
ἔνθα δὴ πεσόντος τοῦ βασιλέως καὶ τῶν Ἑλλήνων ἐπαρθέντων , τραπῆναι πρὸς φυγὴν τοὺς Κόλχους καὶ κατὰ τὸν διωγμὸν τοὺς
5094222 βδελλαις
περαιοῦνται καὶ οὕτως ἐπὶ πάσας τὰς ἕλικας τῆς νήστεως ἐοικυίας βδέλλαις , ἀνεστομωμέναι εἰς τὴν νῆστιν , πᾶσαν δέχονται τὴν
' ἐφηβαίου καὶ ὑποχονδρίου : μενούσης δὲ τῆς κατασκευῆς καὶ βδέλλαις προϋποβληθέντος αὐταῖς ὀθονίου πρὸς τὸ μὴ ψύχειν . δραστικώτερον
5089791 Οἰνοπιωνα
ὑπὸ τῆς ἡλιακῆς ἀκτῖνος , καὶ διὰ ταχέων ἐπὶ τὸν Οἰνοπίωνα ἔσπευδεν . ἀλλὰ τῷ μὲν Ποσειδῶν ἡφαιστότευκτον ὑπὸ γῆν
καθάπερ ἐπὶ τῆς γῆς : ἐλθόντα δὲ εἰς Χίον πρὸς Οἰνοπίωνα , Μερόπην τὴν γυναῖκα βιάσασθαι οἰνωθέντα : Οἰνοπίωνα δὲ
5088382 ἐπισχεσιν
πολλὴν καὶ τἄλλα πάντα διενήνοχεν . Τούτῳ τῷ σπέρματι εἰς ἐπίσχεσιν γαστρὸς χρῶνται , δυσπεπτότερον δ ' ἐστὶ χόνδρου καὶ
δι ' ἄμετρον αἱμορροΐδος κένωσιν καὶ ῥοῦν γυναικεῖον καὶ καταμηνίων ἐπίσχεσιν . διαφοραὶ δ ' εἰσὶ τῶν ὑδρώπων τρεῖς :
5072189 ἀποκαθιστανται
ἐμέτοις ἢ ὑπεξαγωγαῖς σκυβάλων , βραχείαις ἅμα καὶ καθαραῖς τροφαῖς ἀποκαθίστανται : αἱ δυσκρασίαι δὲ ταῖς ὁμοίαις μὲν εἰκότως παροξύνονται
αὐτὴν ποταμοὶ , ἐξ ὧν ἔφαμεν πόρων πάλιν εἰς αὐτοὺς ἀποκαθίστανται . . πρὸς τάδ ' , ὦ πολιοῦχοι θεοὶ
5068725 ὀργισθεισαι
βινουμένω . δὶς παῖδες οἱ γέροντες ἐς τὴν Πάρνηθ ' ὀργισθεῖσαι φροῦδαι κατὰ τὸν Λυκαβηττόν . μηδὲ στέψω κοτυλίσκον .
κακὸν τὸν οὐχὶ τοιοῦτον δοκεῖν . ἐς τὴν Πάρνηθ ' ὀργισθεῖσαι φροῦδαι κατὰ τὸν Λυκαβηττόν μηδὲ στέψω κοτυλίσκον ὦ μῶρε
5064202 ἀπεβλεπεν
τὴν τοῦ ? [ ] ὕδατος [ ἐπίρροιαν ] : ἀπέβλεπεν [ δὲ ] εἰς τὸν Σεσόγγωσιν [ - ]
Κατασκοπίας : αὐτόθεν γάρ , ὁπότε γυμνάζοιτο ὁ Ἱππόλυτος , ἀπέβλεπεν ἐς αὐτὸν ἐρῶσα ἡ Φαίδρα . ἐνταῦθα ἔτι πεφύκει
5061185 συστροφας
ψολόεις , ὁ ἐν τῇ ψαύσει ὀλλύων . ἑλικίας ὁ συστροφὰς καὶ ἕλικας ποιῶν , διὰ μέσην παχύτητα καὶ ὑγρότητα
ἦσαν καὶ πολλῇ τῇ καταβοῇ τῶν βουλευτῶν ἐχρῶντο κατά τε συστροφὰς καὶ ἑταιρίας , ὀλίγοι μὲν συνιόντες τὸ πρῶτον ,
5057863 ἀποτεξιν
! ! ! ! ! ! ! ! ! τὴν ἀπότεξιν : καὶ γὰρ αὐτὴ μέρος ἐστὶ τοῦ χρόνου !
τῶν σὺν αὐτῷ χιτώνων καὶ ὑγρῶν . μετὰ δὲ τὴν ἀπότεξιν συστέλλεται μέν , ἄλλως δὲ μεῖζον ἔχει τὸ μέγεθος
5057577 ἐκκριθηναι
πρὸϲ δὲ τὸ δύναϲθαι ῥᾳδίωϲ ἀνοίγειν τὸν ὀφθαλμὸν διὰ τὸ ἐκκριθῆναι τὸ δάκρυον καὶ ἐπιδέϲμῳ κούφῳ χρηϲτέον : τῇ δὲ
, οὐ μὴν ὀλέθριον . ἄλλως τε δὲ ἐνδέχεται παχέα ἐκκριθῆναι οὖρα ἐν τῇ ἀκμῇ τῆς νόσου καὶ μὴ εἶναι
5054192 ἀνενεγκειν
τῆς μητρὸς κλῆρον λήψομαι , καὶ ταῦτα μηδὲ ἐχόντων τούτων ἀνενεγκεῖν παρ ' ὅτου ποτ ' εἰλήφασι . Καίτοι δίκαιον
τῶν κεκρατηκότων ἂν ἐπάθομεν . . . Ὁ γὰρ πρὶν ἀνενεγκεῖν αὖθις τοὺς ἐναντίους ἀφ ' ὧν ἐσφάλησαν ἐπεξιὼν καὶ
5052671 Σκυθιαν
ἀεικελίη ] . κεῖσε δ ' ὁμαρτήσουσιν ἔται : ἐπὶ Σκυθίαν συνελεύσονται . καὶ τὸ ὁμοῦ τυχεῖν ὁμαρτεῖν φασιν .
τοῦ μετρίου καὶ ὄρειος , καὶ τὸ τελευταῖον ἐς τὴν Σκυθίαν ἀπελθοῦσα πάντες ἴσασιν οἷα ἐσθίει ξενοκτονοῦσα καὶ μιμουμένη τοὺς
5047076 ἐκρυσιν
νῆσος , καὶ ὑπεδέξαντο θεοὺς ἀμφότεραι : καὶ ἡ μὲν ἔκρυσιν διὰ πελάγους , ἡ δὲ ἐκ τοῦ Νείλου διὰ
πληρωθείσης ὑπὸ τῶν ποταμῶν τῆς θαλάττης , κατὰ δὲ τὴν ἔκρυσιν ἀνακαλυφθῆναι τὰ τεναγώδη πρότερον . φέρει δ ' αἰτίαν
5039089 ἀναλυομενοι
οἱ ποτὲ μὲν εἰς χρόνους , ποτὲ δὲ εἰς ῥυθμοὺς ἀναλυόμενοι , ὡς οἱ ἑξάσημοι . τῶν δὲ συνθέτων οἱ
αʹ εʹ ιβʹ κβʹ λεʹ καὶ ἐφεξῆς , καὶ αὐτοὶ ἀναλυόμενοι εἰς μονάδας καὶ πενταγωνικῶς σχηματιζόμενοι κατὰ τὰς τρεῖς πλευρὰς
5037275 βαραθρον
ἐκ πάσης με χώρας ἐκβαλεῖν ; Οὔκουν ὑπόλοιπόν σοι τὸ βάραθρον γίγνεται ; Ἀλλ ' ἥτις εἶ λέγειν ς '
ἀμπεχόνην , τρύφημα , παρυφές , ξυστίδα , χιτῶνα , βάραθρον , ἔγκυκλον , κομμώτριον , ἕτερα θ ' ὅς
5032054 Ἀλβανιαν
τῆς Κασπίας θαλάττης , καὶ τήν τε Ἰβηρίαν καὶ τὴν Ἀλβανίαν ἐπελθεῖν καὶ πολλὰ τῆς Ἀρμενίας καὶ τῆς Μηδίας ,
, ὃς παρ ' ὅλην τήν τε Ἰβηρίαν καὶ τὴν Ἀλβανίαν ῥεῖ , διορίζων τὴν Ἀρμενίαν ἀπ ' αὐτῶν ,
5029396 ὑποφερεσθαι
. . . ἔοικε δὲ καὶ Ζήνων εἰς τοῦτό πως ὑποφέρεσθαι ὁ Κιτιεύς , ὁριζόμενος τὴν φρόνησιν ἐν μὲν ἀπονεμητέοις
ἀπορούμενον διεξόδων ἀνοῖξαι πόρους ὑπὸ γῆς καὶ δι ' ἐκείνων ὑποφέρεσθαι μέχρι Κοιλοσύρων : ἀναθλίβεσθαι δὲ εἰς τοὺς περὶ Ῥινοκόρουρα
5022243 μεθεξιν
, οἷον ἐκ τοῦ ὄντως καλοῦ τὸ ἐνταῦθα καλὸν κατὰ μέθεξιν : οὕτω δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων .
καὶ ἐν τῷ ἁπλῷ καὶ τῷ συνθέτῳ καὶ τῷ κατὰ μέθεξιν καὶ τῷ ἀμεθέκτῳ ; ἢ καὶ ὁ λόγος ὁ
5015856 ἐμπεπτωκεν
ἔσονται . τῶν Α , Β ἄρα εἷς μέσος ἀνάλογον ἐμπέπτωκεν ὁ Δ . οἱ Α , Β ἄρα ὅμοιοι
παράλληλός ἐστιν ἡ ΖΕ τῇ ΑΔ , καὶ εἰς αὐτὰς ἐμπέπτωκεν ἡ ΒΕΔ , ἴση ἄρα ἐστὶν ἡ ὑπὸ τῶν
5012791 διαπηδησιν
ἢ κατὰ ῥῆξιν ἄλλως διακοπήν . ἔστι δὲ ἡ κατὰ διαπήδησιν καὶ ἡ κατὰ διάβρωσιν ἐν ἡμῖν ἀγγείων δυσβοήθητος .
τῶν μικρῶν ἐν αὐτῇ φλεβίων διαιρεθέντων , αἷμα προχεῖται κατὰ διαπήδησιν , ὅπερ ἀθροιζόμενον ὑπὸ τῷ δέρματι ποιεῖ τὸ καλούμενον
5009038 Ἀκαμαντα
ἀμφότεραι ἀνάπλους . Ἀπὸ τοῦ Ἀνεμουρίου τῆς Κιλικίας ἐπὶ τὸν Ἀκάμαντα τῆς Κύπρου στάδιοι ψʹ . Ἀπὸ Ἀκάμαντος ἔχων δεξιὰν
οἱ δὲ Θῆλον , Δημοφῶντι δὲ ἐκ Φυλλίδος Ἀμφίπολιν καὶ Ἀκάμαντα υἱόν φασι γενέσθαι . . . . Θησέως παίδων
5006744 περισφαλσιν
ἐπιτηδείους ἐγκρίνειν μοχλείας , τὴν κατ ' ἴπωσιν καὶ κατὰ περίσφαλσιν , τὴν μὲν κατ ' ἴπωσιν ἔτι μενούσης τῆς
παραλαμβάνεται , τό τε κατ ' ἴπωσιν καὶ τὸ κατὰ περίσφαλσιν : πρωτοστατεῖ δ ' ἡ ἴπωσις ἐπιμενούσης τῆς τάσεως
4999483 ἀναφερομενης
τελματοῦνται διὰ τὴν ἐκ τῶν ἡλίων ἀναθυμίασιν : βορβορώδους οὖν ἀναφερομένης τοσαύτης ἰκμάδος , νοσώδης ὁ ἀὴρ ἕλκεται καὶ λοιμικῶν
μὲν γὰρ ἀνατέλλειν τῆς αʹ καὶ κʹ μοίρας τῶν Χηλῶν ἀναφερομένης , τὸ δὲ λοιπὸν τῷ Σκορπίῳ μέσῳ μάλιστα συναναφέρεται
4998149 εὐδιοδον
φύσεως ἐλέχθη : τὸ γὰρ ξηρὸν καὶ πυκνὸν οὔτ ' εὐδίοδον ὁμοίως οὔθ ' ὕλης ἔχει πλῆθος . ὅσα δὲ
ἑαυτὴν πρὸς καρπογονίαν ἰσχὺς καὶ δύναμις . μανὸν γὰρ καὶ εὐδίοδον καὶ ὑγρὸν εἶναι δεῖ τὸ καρποτοκῆσον , ἡ δὲ
4997390 διαπυησιν
ὑπενεγκεῖν ἀθρόαν κένωσιν , καὶ καιρίου τε καὶ εὐαισθήτου μορίου διαπύησιν . ταύταις ἀποσιτίαι μὲν καὶ πυρετοὶ πλάνητες καὶ ἀβληχροὶ
ὕδατος καὶ ἐλαίου συμμέτρως ἕψοντας : θᾶττον γὰρ ἄγει πρὸς διαπύησιν τοῦτο τοῦ δι ' ἄρτου καταπλάσματος : ἐκεῖνο μὲν
4992261 ἐνεπεσεν
δέ μου τῆς γραφῆς ἅπτεσθαι φερόμενος ὁ τῆς σφαγῆς λόγος ἐνέπεσεν εἰς τὴν πόλιν , καὶ πάντα διεσκέδαστο καὶ ἓν
, καὶ πρῶτόν γε ὁπηνίκα περὶ τῶν τοιούτων ὁ λόγος ἐνέπεσεν , εἶτα ἐπῄνεσέ τις τῶν παρόντων τὴν τοιαύτην μισθοφοράν
4990804 παγηναι
εἰς τὰ κοῖλα τῶν χωρίων . Ποσειδώνιος δὲ λίμνην οὖσαν παγῆναι μετὰ κλυδασμοῦ , καὶ διὰ τοῦτο εἰς πλείονας μερισθῆναι
καὶ ἀρθείϲηϲ πτερῷ τῆϲ ἐπινηχομένηϲ ῥυπαρίαϲ : μετὰ δὲ τὸ παγῆναι ἀποτίθεται ἐν ὀϲτρακίνῳ καινῷ ἀγγείῳ , ἀποξυομένηϲ ἐπιμελῶϲ τῆϲ
4990766 ὀχουμενον
Κάδμον ἔποικον γενόμενον . ἢ ἀπὸ τοῦ ἐπὶ ζεύγους βοῶν ὀχούμενον κατὰ τὸν πυθόχρηστον εἰς τὴν Ἰλλυρίδα παραγενέσθαι , .
ἤκουσε τῶν ἐκ κολακείας καὶ παρέπεμπε μὲν ὡς ἂν μαθητὴς ὀχούμενον , ἀπεπήδα δὲ περὶ τὰς θύρας ὡς τοὺς ἡμετέρους
4990457 ἐξαναλωθεισης
ἀσελήνῳ λαθόντες τοὺς πολεμίους διεκόμισαν . ταχὺ δὲ καὶ ταύτης ἐξαναλωθείσης τῆς ἀγορᾶς καὶ τῆς αὐτῆς κατασχούσης τοὺς ἀνθρώπους ἀπορίας
τίνα τρόπον ἔσται παλιγγενεσία , πάντων εἰς πῦρ ἀναλυθέντων : ἐξαναλωθείσης γὰρ τῆς οὐσίας ὑπὸ πυρός , ἀνάγκη καὶ τὸ
4986577 ἐπαυλιν
ἀπορηθεὶς οὖν καὶ ἐπὶ πλέον ὁμιλεῖν καταιδεσθεὶς ἀπῆλθεν εἰς τὴν ἔπαυλιν , φλεγόμενος ἤδη τῷ ἔρωτι . μετ ' οὐ
Ἐξελάθετο καὶ Χλόης πρὸς ὀλίγον : καὶ ἐλθὼν εἰς τὴν ἔπαυλιν ἐσθῆτά τε ἔλαβε πολυτελῆ καὶ παρὰ τὸν πατέρα τὸν
4983608 Δειρην
. γοῦνα : κατ ' ἀποκοπὴν τῆς τα συλλαβῆς . Δειρήν : τράχηλον . στέρνον : στῆθος . ἡμίβρωτα :
. γοῦνα : κατ ' ἀποκοπὴν τῆς τα συλλαβῆς . Δειρήν : τράχηλον . στέρνον : στῆθος . ἡμίβρωτα :
4983247 ἐπιβασεως
Ὀδυσσεὺς ἀρὴν ἀπὸ οἴκου ἀμῦναι . ” ἐπίβαθρον μισθὸν τῆς ἐπιβάσεως τῆς εἰς τὴν ναῦν , ἤγουν τὸ ναῦλον .
τακτοῖς ἕκαστος ἐπανελεύσεται χρόνοις εἰς τὰ οἰκεῖα κατὰ τὴν τῆς ἐπιβάσεως εἰς τὴν ναῦν σύγκρισιν . ἡ μὲν γὰρ ἀναγωγὴ
4980230 ἀφανιζεσθαι
] τῶν ἐσθλῶν κάτοχ ' ] κεκρατημένα . ἀμαυροῦσθαι ] ἀφανίζεσθαι . σκότῳ ] ἐν . θυμόμαντις ] ἤγουν οὐ
' ἐμπεσόντας ἂν αὐτόθι κρυφθῆναι , ὥσπερ τὸν Εὐφράτην προϊόντα ἀφανίζεσθαι λόγος . νῦν δ ' ὥσπερ τῶν πυραμίδων τὰς
4974721 Βαλλ
. Παῦσαι . Παῦσαι . Βάλλ ' ἐς κόρακας . Βάλλ ' ἐς κόρακας . Τί κακόν ; Τί κακόν
φιλτάτη γῆ ἁπλοϊκοὺς καὶ φιλαλλήλους τοὺς ἑαυτῆς τροφίμους ἀνεθρέψατο . Βάλλ ' ἐς μακαρίαν , οἷον κακόν ἐστιν , ὦ
4972641 ναυστολον
ὁ Ἀπόλλων , ἀλλ ' ὁ Χάρων . . . ναύστολον ] τὴν διάγουσαν τοὺς νεκρούς . θεωρίδα ] οἱ
, ὅστις ἐστὶ ποταμὸς τοῦ Ἅιδου , κατὰ τὴν πολύστονον ναύστολον θεωρίδα τὴν τοὺς νεκροὺς διάγουσαν πρὸς τὸν Ἅιδην ,
4970466 Ἱππην
ἄλλ ' ἡ Κορώνης , ἕτερ ' ἐκείνη μέμφεται . Ἵππην λέγουσι τὴν ἑταίραν Θεόδοτον ἔχειν ἐραστὴν τὸν ἐπὶ τοῦ
τισι ποιεῖν τὸν λόγον . Εὐριπίδης δέ φησιν ἐν Μελανίππῃ Ἵππην εἶναι τὴν τοῦ Χείρωνος θυγατέρα , ὑπ ' Αἰόλου
4967500 ἐπιπνοιαν
ἐκ φαύλων σπουδαίας ἀπεργάζεσθαι , πάντα δὴ ταῦτα ἔξωθεν τὴν ἐπίπνοιαν γίγνεσθαι διασημαίνει : χρὴ δὲ οὐ τοῦτο μόνον προλαμβάνειν
οὐδ ' εἶναι τέχνην , τὴν ποιητικὴν , ἀλλ ' ἐπίπνοιαν ἐκ Μουσῶν , ὃς δ ' ἂν ἄνευ μανίας
4966565 ἀναληψιν
ἀγαθοῖς καὶ τῆς οἰήσεως ἐκκόπτει τὰς ἀφορμὰς καὶ πρὸς ἐπιστήμης ἀνάληψιν παρακαλεῖ καὶ τὸν ἥδιστον ἡμῖν προξενεῖ βίον , εἴπερ
. . οὐγγ . βʹ ὕδωρ ὄμβριον καὶ πρὸς τὴν ἀνάληψιν ὠῶν λβʹ τὰ λευκά . Καδμίας κεκαυμένης καὶ πεπλυμένης
4961153 Ἰδην
ὑπομείναντες . λέγει δὲ ὁ Ἀντήνωρ καὶ ἔτι κατὰ τὴν Ἴδην τὴν Κρῆσσαν ἐκείνου τοῦ γένους τῶν μελιττῶν εἶναι ἰνδάλματα
σφεας φωνήσας ' ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : Ζεὺς σφὼ εἰς Ἴδην κέλετ ' ἐλθέμεν ὅττι τάχιστα : αὐτὰρ ἐπὴν ἔλθητε
4960121 πορευομενην
ὑπὸ Διὸς ἐκεραυνώθη . Ἄρδυς Ἱπποκόωντος υἱὸς Ἥραν εἰς Ἄργος πορευομένην βιαζόμενος ὑπὸ Διὸς ἐκεραυνώθη . Φόρβας Θεσπρωτὸς Δημητρὸς ἐρασθεὶς
τέκε λαμπράν τε Σελήνην . φοιταλέην : ἐμμανῆ , μανιωδῶς πορευομένην : φοῖτος γὰρ ἡ μανία λέγεται . καὶ Εὐφορίων
4952648 ἀφανιστικον
ἀΐσσω , τὸ ὁρμῶ , . , . . Ἀΐδηλον ἀφανιστικόν : : σοὶ πάντες μαχόμεσθα , ἀντὶ τοῦ διὰ
τούτων γάρ ἐστι τὸ ἐσθίειν : ἀγρίαις δὲ διὰ τὸ ἀφανιστικόν Σικελίας ] τῆς νήσου λευρὰς ] πλατείας γυίας ]
4948677 ἀπουλωσιν
εἰωθὸς , καὶ τὴν τομὴν ὅτι σπουδαιότατα εἰς συσσάρκωσιν καὶ ἀπούλωσιν ἄγειν πρὸς τὸ μὴ ῥυάδα ἐπιγενέσθαι . Μετὰ δὲ
μήνιγγα τρωθῆναι , καὶ περιγεγονότων τῶν πεπονθότων καὶ λοιπὸν εἰς ἀπούλωσιν ἐλθόντων τῶν τραυμάτων σπασμὸς ἔσθ ' ὅτε γίνεται ,
4946375 ἀναλυεσθαι
παχὺς γὰρ ὢν ὁ χυμὸς καὶ χολώδης , οὐ πέφυκεν ἀναλύεσθαι εἰς ἱδρῶτας . ὁ μέντοι ξανθοχολικὸς , ἅτε λεπτομερὴς
οὐχ ὑπὸ τοῦ πυρὸς , ἀλλ ' ἐκ τοῦ ὕδατος ἀναλύεσθαι δύνανται . οὕτω μὲν , εἰ φλέγμα πεπλασμένον εἴη
4943273 πειραθεισα
ἐδέησα κινδύνῳ περιπεσεῖν . ἀγνώμονος γὰρ , ὡς ἔοικε , πειραθεῖσα τοῦ Γοργίου καὶ μικροπρεποῦς περὶ τὰς ἀποδόσεις , τὴν
εἰς ἐκεῖνο , τῷ ἑαυτῆς ἀπεριγράφῳ τὸ ἐκείνου ἀπερίγραφον ἑλεῖν πειραθεῖσα , καὶ ταύτῃ ποιησαμένη τὸ νοητὸν ἑαυτῆς , ᾗ
4942903 θηλαζεσθαι
θηλάζουσαι : θηλάζειν γὰρ καλεῖται τὸ τὸν μαστὸν ἐπισχεῖν , θηλάζεσθαι δὲ τὸ ἕλκειν τὸ γάλα ἐκ τῶν μαστῶν .
. οἷον γυνὴ ἔδοξε περὶ μαζὸν ἔχουσα φλεγμονὴν ὑπὸ προβάτου θηλάζεσθαι . ἀρνόγλωσσον καταπλασαμένη ἰάθη [ διὰ τὸ τὸ ὄνομα
4921833 Ὀρθογραφιαν
ἀΐδω ἴδηλον καὶ ἀΐδηλον , ὁ δὲ Χοιροβοσκὸς εἰς τὴν Ὀρθογραφίαν αὑτοῦ λέγει ἀπὸ τοῦ ἀϊδνόν , τὸ σημαῖνον τὸ
ἴδω ἴδηλος καὶ ἀΐδηλος , ὁ δὲ Χοιροβοσκὸς εἰς τὴν Ὀρθογραφίαν αὑτοῦ λέγει εἶναι ἀπὸ τοῦ ἀϊδνόν τὸ σημαῖνον τὸ
4921444 λαρνακα
. πεῖραν οὖν καθεῖναι καὶ μάλα ἐλεγκτικήν φασιν αὐτόν . λάρνακα πληρώσας κεραστῶν ἐμβάλλει τὸ βρέφος , οἱονεὶ πυρὶ τὸν
' ἄρα καὶ ὁ τῶν γυναικῶν χορὸς τὴν θεοφόρον ἀράμεναι λάρνακα καὶ ὄνῳ ἐπιθέμεναι τὸν αἰγιαλὸν καταλαμβάνουσι καὶ θαλαττοπόνῳ πρεσβύτῃ
4912273 ὑπογαστριον
Ἕλληνες . ἦτρον τὸν ὑπὸ τῷ ὀμφαλῷ τόπον Ἀττικοί , ὑπογάστριον Ἕλληνες . ἡμεδαπός Ἀττικοί , ἐπιχώριος Ἕλληνες . ἥνυσα
ἢ μετὰ τῆς τροφῆς ἀνεμηθείη , ἢ ὑγρὸν ὑπὸ τὸ ὑπογάστριον ἐν ταῖς ἀνακλίσεσιν ἢ ἦχος ἢ κλυδὼν ἐπιφαίνοιτο ,
4907018 ἐμπεπτωκασιν
Β καὶ μονάδος τῆς Γ μεταξὺ κατὰ τὸ συνεχὲς ἀνάλογον ἐμπεπτώκασιν ἀριθμοί , τοσοῦτοι καὶ εἰς τοὺς Α , Β
εἰς τοὺς Α , Β μεταξὺ κατὰ τὸ συνεχὲς ἀνάλογον ἐμπεπτώκασιν ἀριθμοί , τοσοῦτοι καὶ ἑκατέρου τῶν Α , Β
4905681 ἐκφοβησιν
. ] τὸ “ νηπύτιος ” βαρβαρόν ἐστιν : εἰς ἐκφόβησιν δὲ καὶ κατάπληξιν τοῦ Φειδιππίδου τοῦτό φησιν . νήπιος
μὲν βροντὴν μηχανώμενον αὐτῷ , τὸν δὲ ἀστραπήν , εἰς ἐκφόβησιν τῶν ἑτέρων πάντων θεῶν . φησὶν οὖν ὁ Προμηθεὺς
4903662 πανδοκον
θεωρίδα , τὰν ἀστιβῆ ' πόλλωνι , τὰν ἀνάλιον , πάνδοκον εἰς ἀφανῆ τε χέρσον . ἀλλὰ γὰρ ἥκους '
ἐφάψατο συγγόνοισι τέχˈναις . τὺ δ ' , Ἑκαταβόλε , πάνδοκον ναὸν εὐκλέα διανέμων Πυθῶνος ἐν γυάλοις , τὸ μὲν
4901558 Ἀκραγαντινην
θεῶι . Ἕρμιππος [ . ] δέ φησι Πάνθειάν τινα Ἀκραγαντίνην ἀπηλπισμένην ὑπὸ τῶν ἰατρῶν θεραπεῦσαι αὐτὸν καὶ διὰ τοῦτο
τοῖς Πυθαγορικοῖς ἐντυχεῖν . : Ἕρμιππος δέ φησι Πάνθειάν τινα Ἀκραγαντίνην ἀπηλπισμένην ὑπὸ τῶν ἰατρῶν θεραπεῦσαι αὐτὸν καὶ διὰ τοῦτο

Back