τῆς μητρὸς κλῆρον λήψομαι , καὶ ταῦτα μηδὲ ἐχόντων τούτων ἀνενεγκεῖν παρ ' ὅτου ποτ ' εἰλήφασι . Καίτοι δίκαιον
τῶν κεκρατηκότων ἂν ἐπάθομεν . . . Ὁ γὰρ πρὶν ἀνενεγκεῖν αὖθις τοὺς ἐναντίους ἀφ ' ὧν ἐσφάλησαν ἐπεξιὼν καὶ
6749315 ἐμβληθηναι
ἑκάστην χώνην πρόδηλος γινόμενος λαμπρότερος ἢ πρὶν ἕτερον τὸν φάρμακον ἐμβληθῆναι . Ὅταν οὖν χωνευθῇ καλῶς , ἀπόχεε εἰς ἀγγεῖον
καὶ Κουάδοις συνεπλέκετο . ἠξίου δὲ ὁ χρησμὸς δύο λέοντας ἐμβληθῆναι ζῶντας εἰς τὸν Ἴστρον μετὰ πολλῶν ἀρωμάτων καὶ θυσιῶν
6564177 ἀπενεγκειν
ὅπερ νῦν λέγεται ἐγγραφὴ καὶ ἐγγράψασθαι . ἀποθέσθαι γραφήν , ἀπενεγκεῖν , ἀπενέγκασθαι ἐπενεγκεῖν , ἐπαγαγεῖν , ἐπαγγεῖλαι : ἀποθέμενος
. τοὺς μέντοι λαβόντας καὶ δεξαμένους τὰ δῶρα λέγεται Ἀστυάγει ἀπενεγκεῖν , Ἀστυάγην δὲ δεξάμενον Κύρῳ ἀποπέμψαι , τὸν δὲ
6540229 ὑποστρεψαι
' ἐλθόντες λεξείδιά σου ἐξηγουμένου ἀκούσωσιν ; οὐ δεῖ αὐτοὺς ὑποστρέψαι ἀνεκτικούς , συνεργητικούς , ἀπαθεῖς , ἀταράχους , ἔχοντάς
ὑποθεῖναι τὸν ὦμον τὸν ἑωυτοῦ ὑπὸ τὴν μασχάλην ὀξὺν κἄπειτα ὑποστρέψαι , ὡς περιίζηται ἕδρῃ , οὕτως στοχασάμενον . ὅπως
6440058 ἐμβαλειν
' εἰ πέλεκυν ἐν χεροῖν ἔχων μέλλοι τις εἰς τράχηλον ἐμβαλεῖν ἐμόν , σιγήσομαι δίκαιά γ ' ἀντειπεῖν ἔχων .
τὸν Κλεομβρότου τὸν νικήσαντα Πλαταιᾶσιν ἐβούλοντο μὲν εἰς τὴν εἱρκτὴν ἐμβαλεῖν , καταφυγόντα δὲ εἰς τὸ τῆς Ἀθηνᾶς ἱερὸν αὐτοῦ
6418313 προσαξειν
πως τῇ φωνῇ καὶ διαλιπὼν ἐξεπίτηδες ὡς μάλιστα ἔμελλεν ἐκεῖνον προσάξειν τῷ μέλλοντι λεχθήσεσθαι : ἔτι δ ' αὐτοῦ μέλλοντος
ἐστίν , τοῖς πρυτάνεσιν , οἱ δὲ [ πρυτάνεις ] προσάξειν ἔφασαν αὐτὸν πρὸς τὴν βουλήν , ἐπαγγεῖλαί τ '
6205075 περιτυχειν
γε καλὰ εἴδη ἀφομοιοῦντες , ἐπειδὴ οὐ ῥᾴδιον ἑνὶ ἀνθρώπῳ περιτυχεῖν ἄμεμπτα πάντα ἔχοντι , ἐκ πολλῶν συνάγοντες τὰ ἐξ
τοὺς πρώτους ἴσως ἀρξαμένους χρῆσθαι πυρὶ ἐκ κεραυνοβολίου καιομένῳ αὐτῷ περιτυχεῖν , μηδέπω ἐπινοίᾳ τῶν πυρίων ἐπιπεσεῖν δυναμένους . γυναῖκα
6180993 Μακαριαν
ὀνομάζει , τὴν δὲ ἁψῖδα ἴτυν . βάλλ ' ἐς Μακαρίαν : οἷον εἰς Ἅιδου . Μακαρία γὰρ ἡ Ἡρακλέους
σιωπηλῶν : παρόσον αἱ Βάκχαι σιγῶσι . Βάλλ ' ἐς Μακαρίαν : οἷον εἰς ᾅδου . Μακαρία γὰρ ἡ Ἡρακλέους
6131056 σορον
ἅμα δὲ εἶπε καὶ δίς που καὶ τρὶς ἐπάταξε τὴν σορόν , καὶ κάτωθεν ἀκούω φωνῆς πάνυ λεπτῆς . τρόμος
, Ξενίου μέμνησαι Διός . ” ὁ δὲ κρούσας τὴν σορόν , “ Ἐπεὶ τοίνυν ἀπιστεῖ Κλειτοφῶν , ” ἔφη
6121104 βαλανειον
: τρόπος γάρ τις ἀποθεραπείας ἐστὶ τῆς τροφῆς καὶ τὸ βαλανεῖον , ἀναρμόστως μὲν ἐν συνεχεῖ σεισμῷ , τοῖς δὲ
πυροταμεῖον καὶ πρυτανεῖον : διφθογγογραφεῖται δὲ ἢ τῷ λόγῳ τοῦ βαλανεῖον ἢ ὅτι εὕρηται κατὰ διάστασιν πρυτανήϊον . Ἀκάμας ]
6115858 βαραθρον
ἐκ πάσης με χώρας ἐκβαλεῖν ; Οὔκουν ὑπόλοιπόν σοι τὸ βάραθρον γίγνεται ; Ἀλλ ' ἥτις εἶ λέγειν ς '
ἀμπεχόνην , τρύφημα , παρυφές , ξυστίδα , χιτῶνα , βάραθρον , ἔγκυκλον , κομμώτριον , ἕτερα θ ' ὅς
6047847 μεταβαλειν
ἐργασάμενοι ᾧ προσήγοντο ἄν : ᾧτινι τῷ πράγματι , τῷ μεταβαλεῖν δηλονότι τὴν πολιτείαν , προσήγοντο ἂν οἱ διάφοροι αὐτοῖς
Μοίραις δικάσαι περὶ τούτου : καὶ αὐτὰς εἰς Τειρεσίαν αὐτὴν μεταβαλεῖν καὶ ἀφελέσθαι τὴν μαντικήν . ἣν αὖθις μαθεῖν ὑπὸ
6040917 ἀϊδνον
ἀφανιστικόν . οὕτως Αἰσχύλος : . . Α . : ἀϊδνόν : μέλαν , ἢ ἀφανιστικόν . Συναγ . λέξ
ὁ δὲ Χοιροβοσκὸς εἰς τὴν Ὀρθογραφίαν αὑτοῦ λέγει ἀπὸ τοῦ ἀϊδνόν , τὸ σημαῖνον τὸ ἀφανιστικόν , ὅπερ διὰ τοῦ
6023081 Στροφαδας
δὲ φρικτή . εἴξαντες : πεισθέντες . Στροφάδας δέ : Στροφάδας φησὶ κεκλῆσθαι διὰ τὸ τοὺς Βορεάδας αὐτόθεν ὑποστρέψαι στραφέντας
ἐπιόρκους . ῥιγίστη δὲ φρικτή . εἴξαντες : πεισθέντες . Στροφάδας δέ : Στροφάδας φησὶ κεκλῆσθαι διὰ τὸ τοὺς Βορεάδας
6008021 ἐπανελθειν
ὅσον ἐποίει τὸ πᾶν νομίζεσθαι σόν . Ὥρα λοιπὸν ὑμῖν ἐπανελθεῖν εἰς ἄστυ καὶ τὸν πολυθρύλλητον περισκοπῆσαι νεών . ἀλλ
πόθον , δι ' ὃν ὥρμησε πολλάκις ῥίψας τὴν δίκην ἐπανελθεῖν , ὑφ ' ἡμῶν δὲ κατεκωλύθη τὸν τεθνεῶτα ἐλεούντων
5992173 δησαι
οἱ βασιλεῖς αὐτοῖς οὐ μάλα ἦσαν ἐλεύθεροι τοῖς ἐφόροις δεδομένου δῆσαί τε βασιλέα καὶ κτεῖναι , οὕτω σύμπαντες οἱ Σπαρτιᾶται
οὐκ ἔσται σοι εἰρήνη . κρίμα μέγα ἐξῆλθεν κατὰ σοῦ δῆσαί σε , καὶ ἀνοχὴ καὶ ἐρώτησίς σοι οὐκ ἔσται
5989219 ὀστρακινον
γὰρ καλοῦμεν τοὺς κακὰ ὑπομείναντας πολλά : πήλινον δὲ ἢ ὀστράκινον δοκεῖν γεγονέναι πᾶσι θάνατον σημαίνει χωρὶς τῶν διὰ γῆς
χόνδρον τοῦ λιβάνου ἅπτων εἰς λύχνον ἐντίθει εἰς κοῖλον λοπάδιον ὀστράκινον καινόν , εἶτα περικάθαψον χάλκωμα εἰς κοῖλον τετρημένον κατὰ
5965646 περιδησας
δ ' ἢν παρὰ τὸ γόνυ βούληται , ἄλλους ἱμάντας περιδήσας , ἢ περὶ τὸν μηρὸν , πλήμνην ἄλλην ὑπὲρ
βίκον ὑαλοῦν , ἔχοντα μέλι καὶ τὴν ἀρχὴν τοῦ λίνου περιδήσας τῷ στόματι τοῦ βίκου πωμάσας ἀποτίθεσο . Χόνδρος γίνεται
5947994 καταξειν
τῷ πλήθει παραπλησίαν , καὶ μετὰ τὴν τοῦ πολέμου κατάλυσιν κατάξειν τοὺς βουλομένους εἰς τὰς πατρίδας . τῶν δὲ Σικανῶν
κώμας τοὺς ἀνθρώπους διῴκισε . Μαντινέας δὲ ἐκ τῶν κωμῶν κατάξειν ἐς τὴν πατρίδα ἔμελλον Θηβαῖοι μετὰ τὸ ἔργον τὸ
5945514 παραγενομενον
ἄλλον ἀλέκτωρ κοκκύσδων : ὡς ἅμα τῷ τοὺς ἀλεκτρυόνας ᾄδειν παραγενόμενον καὶ φρουροῦντα τὸν Φιλῖνον . ὁ νοῦς τοιοῦτος :
Δᾶτιν ] γενόμενον ἀφαιρεθῆναι τὴν βασιλείαν ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων καὶ παραγενόμενον εἰς τὴν Ἀσίαν κτίσαι τὴν Μηδίαν . ἂν μὲν
5943577 Δαιδαλον
σφᾶς , οἱ δὲ καὶ γυναῖκα ἐκ Γόρτυνος ἐθέλουσι λαβεῖν Δαίδαλον καὶ τὸν Δίποινον καὶ Σκύλλιν ἐκ τῆς γυναικός οἱ
Ἰκάριον ὀνομασθῆναι καὶ τὴν νῆσον Ἰκαρίαν κληθῆναι . τὸν δὲ Δαίδαλον ἐκ τῆς νήσου ταύτης ἐκπλεύσαντα κατενεχθῆναι τῆς Σικελίας πρὸς
5937088 Ἡφαιστειον
ἀρσενικὰ : Ἡράκλειον Αἰάκειον Διοσκό - ρειον . τὸ δὲ Ἡφαιστεῖον προπερισπᾶται καὶ τὸ Κορυβαντεῖον . Τὰ εἰς ΟΝ καθαρὸν
εἱστήκεσαν , ὅς ἐστι πλησίον τῆς ἀγορᾶς , ἔνθα τὸ Ἡφαιστεῖον καὶ τὸ Εὐρυσάκειόν ἐστιν : ἐκαλεῖτο δὲ ὁ Κολωνὸς
5932521 συνελασας
? [ ἴφια ] ? ? ? μῆλα ? ? συνελάσας δώσειν : ἐκέκαστο γὰρ ἔγχεϊ ? μακρῶι ? ?
ἀληθῆ δὲ λέγειν ᾐσχύνοντο . εἰς τοιαύτην ἐγὼ περιστήσας καὶ συνελάσας αὐτοὺς ἀπορίαν διεξῆλθον , ἡλίκον μὲν ἅπασιν ἡσυχία καλόν
5921408 δεξαμενην
δῶρα κομίσαι τῇ νύμφῃ φαρμάκοις κεχριμένα , τὴν δὲ Γλαύκην δεξαμένην καὶ τῷ σώματι περιθεμένην αὐτήν τε συμφορᾷ περιπεσεῖν καὶ
. . . . στόμιον μαλεραῖς . . . ταν δεξαμένην ὅ τι κα διδῷ τις . ἃ Ζανὸς καλέοντι
5918271 ἀπορρυψαι
ἱκανῶς ἐστιν , ἵνα χρὴ λεπτῦναί τε καὶ διακαθῆραι καὶ ἀπορρύψαι καὶ ἐκφράξαι : πικρὰ γὰρ ἰσχυρῶς ὑπάρχει . Γίγαρτα
διαφθοράν , πάντωϲ γίνωϲκε τὰ βοηθήματα κεφάλαιον ἔχοντα τῆϲ ἰάϲεωϲ ἀπορρύψαι τῆϲ γαϲτρὸϲ τὸ φλέγμα . ἐγὼ γοῦν οἶδά ποτε
5917936 ἀναβιβασας
ἀποσπάσαι τοὺς πολεμίους καὶ διελθεῖν ἀσφαλῶς , τόπον ὕποπτον συνιδὼν ἀναβιβάσας τῶν σαλπιγκτῶν ἐπὶ τοὺς ἵππους καὶ συμπέμψας αὐτοῖς ὀλίγους
τεῖχός τε περιεβάλετο τῷ ἱερῷ καὶ μισθοφόρους ἤθροιζε πολλούς , ἀναβιβάσας τοὺς μισθοὺς καὶ ποιήσας ἡμιολίους , καὶ τῶν Φωκέων
5913523 ἀντλιαν
, οὗτος λέγει . ἐς κόρακάς γε : ἀπόφερε τὴν ἀντλίαν καὶ σεαυτόν . ὑμῶν δέ γ ' εἴ τις
πεσὼν ὡς εἰναλίη κήξ . ” ὁτὲ δὲ κυρίως τὴν ἀντλίαν : “ εἰς ἄντλον κατέχυντο . ” ἀνδρακάς κατ
5913425 ἐκκριθηναι
πρὸϲ δὲ τὸ δύναϲθαι ῥᾳδίωϲ ἀνοίγειν τὸν ὀφθαλμὸν διὰ τὸ ἐκκριθῆναι τὸ δάκρυον καὶ ἐπιδέϲμῳ κούφῳ χρηϲτέον : τῇ δὲ
, οὐ μὴν ὀλέθριον . ἄλλως τε δὲ ἐνδέχεται παχέα ἐκκριθῆναι οὖρα ἐν τῇ ἀκμῇ τῆς νόσου καὶ μὴ εἶναι
5908337 καταπλευσαι
οὐ φανεροὶ ἦσαν , δείσαντες τὸ ἐπὶ διαβολῇ ἐς δίκην καταπλεῦσαι . οἱ δ ' ἐκ τῆς Σαλαμινίας τέως μὲν
καὶ τῶν περιεστηκότων , φάσκων κωλύσειν Ἅρπαλον εἰς τὸν Πειραιᾶ καταπλεῦσαι ⌈ ⌉ , στρατηγὸς ὑφ ' ὑμῶν ἐπὶ τὴν
5893356 κορακας
Δαιδάλειος ἦν ; ἤ τις ἔκλεψεν αὐτόν ; Ὅτι τοὺς κόρακας τἀξ Αἰγύπτου χρυσία κλέπτοντας ἔπαυσεν . Ἐς τὸν καλιόν
Λαβὲ τὸ βιβλίον . Οὐκ εἶ θύραζ ' ; Ἐς κόρακας . Οἴμοι δείλαιος . Οὔκουν ἑτέρωσε χρησμολογήσεις ἐκτρέχων ;
5862914 τεθυκεναι
ὁλοκαυτεῖν . ὁ δ ' οὐκ ἔφη ἐξ ὅτου ἀπεδήμησε τεθυκέναι τούτῳ τῷ θεῷ . συνεβούλευσεν οὖν αὐτῷ θύεσθαι καθὰ
τὴν ἑαυτοῦ προαίρεσιν ἀπελογήσατο : πρὸς μὲν γὰρ τὸ μὴ τεθυκέναι πώποτε τῇ Ἀθηνᾷ , Μὴ θαυμάσητε , ἔφη ,
5847949 Ἀγγελον
. . : θῶπτε ] Θώπευε . : τρόχιν ] Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . * : τρόχιν ]
Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . * : τρόχιν ] Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . δηλοῖ δὲ τὸν σπουδαῖον
5838639 ἐξημμενην
Ἡ δὲ ᾔθετο , καὶ οὐκέθ ' οἷόντ ' ἦν ἐξημμένην ἐν κύκλῳ προσιέναι τινά . Φασὶ δὴ Κροῖσον ,
, ἐς ὃ εἵλκυσέ τε καὶ ἐπέβαλεν ἐπὶ τοῦ Ἐτεοκλέους ἐξημμένην τὴν πυράν . διαβάντων δὲ ποταμὸν καλούμενον ἀπὸ γυναικὸς
5836686 Ἱππην
ἄλλ ' ἡ Κορώνης , ἕτερ ' ἐκείνη μέμφεται . Ἵππην λέγουσι τὴν ἑταίραν Θεόδοτον ἔχειν ἐραστὴν τὸν ἐπὶ τοῦ
τισι ποιεῖν τὸν λόγον . Εὐριπίδης δέ φησιν ἐν Μελανίππῃ Ἵππην εἶναι τὴν τοῦ Χείρωνος θυγατέρα , ὑπ ' Αἰόλου
5825757 ἀναβαντα
, ξύλων οὐδαμοῦ καταμεμιγμένων οὐδ ' ἄλλης ὕλης οὐδεμιᾶς : ἀναβάντα τε ἐπὶ τὸ στέγος οὐ μεγάλῳ ὕψει ἅτε μονοστέγῳ
τῆς ταλαιπωρίας καὶ λῆξον τοῦ τύφου , ὅς σε Ὀλυμπίαζε ἀναβάντα ἀνεπίγνωστον τοῖς γονεῦσιν ἀπάγει . καὶ φράσον ἐπὶ τίνι
5823622 Λυκαιον
: Δίκτη γὰρ ὄρος Κρήτης . Λυκαῖον : Ἀρκάδα : Λύκαιον Ἀρκαδίας ὄρος . ἀμφήριστον : ἀντὶ τοῦ ἀμφίλογον .
ὁ Καλλιστοῦς καὶ Διὸς γεγονώς , ᾤκησε δὲ περὶ τὸ Λύκαιον φθείραντος αὐτὴν Διός : οὗ προσποιησάμενος ὁ Λυκάων τὸν
5809159 σπασαμενον
τὸν δὲ ταχέως ἀναστάντα ἐπικλεῖσαί τε τὴν θύραν καὶ ξιφίδιον σπασάμενον ἀναδόντα αὐτῷ τοὺς αὐλοὺς κελεύειν αὐλεῖν : εἶτα ἐπεὶ
τὸν δὲ περιλελειμμένον , παροξυνθέντα καὶ νομίσαντα πτωχὸν εἶναι , σπασάμενον τὸ ξίφος ἀποκτεῖναι τὸν Κόδρον . τούτων δὲ γενομένων
5802995 ὑελον
ἐχώνων , ἐπίμιξον ἐκ τῶν τεχνιτῶν βαλλόντων , πρῶτον κάθαιρε ὕελον : εἶτα ἐξίου ὡς ὕστερον ὑποθήσομαι : εἶτα ἐπίβαλλε
κάλλιστον . Πάντα μαλάσσει , πάντα λευκαίνει : ἀλλὰ καὶ ὕελον μαλάσσει , ὥστε καὶ λευκαίνεσθαι αὐτὸν ποιεῖ . ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
5791163 ἀμπεχομενον
τραγῳδιῶν ὑποκριτὴν , στατὸν καὶ ξυστίδα καὶ τὸν ἄλλον ἐναγώνιον ἀμπεχόμενον κόσμον , ἱστίῳ δ ' ἁλουργῷ τὴν ναυαρχίδα προσφέρεσθαι
αὐτῶν : τὸν γοῦν πατέρα εἶδον ἀκριβῶς αὐτὰ ἐκεῖνα ἔτι ἀμπεχόμενον ἐν οἷς αὐτὸν κατεθάψαμεν . ” “ Τί δὲ
5790669 ἀπεβαπτον
αὐτοῦ τὴν χερνίβα παύσεις . ἐστὶ δὲ ὕδωρ εἰς ὃ ἀπέβαπτον δαλόν , ἐκ τοῦ βωμοῦ λαμβάνοντες ἐφ ' οὗ
. ὅτι τοὺς εἰς τὸ ἀπανθρακίζειν ἐπιτηδείους ἰχθῦς εἰς ἅλμην ἀπέβαπτον , ἣν καὶ Θασίαν ἐκάλουν ἅλμην . Ἀριστοφάνης Σφηξίν
5790134 ἀπαντησαι
γὰρ καὶ τοῦτο καὶ οἷόν τε ἦν οὐ τὸ κομίσασθαι ἀπαντῆσαι μόνον τὸ προελθεῖν , ἀλλὰ καὶ τὸ πληγῆναι καὶ
, καὶ τῶν ἀπαντώντων μηδένα πολυπραγμονεῖν μηδὲ κατ ' ὄψιν ἀπαντῆσαι τῇ ἀγομένῃ , ἀφορμῇ ταύτῃ συνέβη χρήσασθαι πρὸς τὴν
5789711 προειρημενην
δίκαιον : τουτέστι τοῦ ἀνίσου ἐν ᾧ μὴ κατὰ τὴν προειρημένην ἀναλογίαν ἡ νομὴ γίνεται . ὅτι δὲ τὸ τοιοῦτον
τὴν ἡμίσειαν , τουτέστιν αὐτὴν τὴν ΕΛ , περιέχουσαν τὴν προειρημένην ὑπεροχὴν ἀφελόντες ἀπὸ τῶν ἐπ ' ὀρθῆς τῆς σφαίρας
5786782 μετοικησιν
γίνονται καὶ ἀγῶνες τελοῦνται . λυτήριον δὲ τῆς συμφορᾶς τὴν μετοίκησίν φησι καὶ τὴν αὐτόθι τοῦ βίου διατριβήν . μήλων
γίνονται καὶ ἀγῶνες τελοῦνται . λυτήριον δὲ τῆς συμφορᾶς τὴν μετοίκησίν φησι καὶ τὴν αὐτόθι τοῦ βίου διατριβήν . μήλων
5777945 βρεξαντας
νάρδῳ μαστίχην λείαν καὶ δεύσαντας ὡς γλοιῶδες γενέσθαι , εἶτα βρέξαντας ἐν αὐτῷ τὴν πορφύραν ἐπιτιθέναι . θερμὰ δὲ προσάγειν
. δεῖ δὲ τοὺς μὲν ἄρτους ξηροὺς καὶ τοὺς προσφάτους βρέξαντας τρίβειν διέντα ὕδατι καὶ ἠθεῖν δι ' ὀθονίου .
5768679 Μελιταιον
ἡ διὰ λόγων βοήθεια οὐδὲν λυσιτελεῖ . ἔχων τις κύνα Μελιταῖον καὶ ὄνον διετέλει τῷ κυνὶ προσπαίζων : καὶ δὴ
δὲ ἡμῶν διαλεγομένων κατάρατόν τι κυνίδιον ὑπὸ τῇ κλίνῃ ὂν Μελιταῖον ὑλάκτησεν , ἡ δὲ ἠφανίσθη πρὸς τὴν ὑλακήν .
5759395 φονευσαι
ὑπὸ τούτων ἐνήδρευσαν τὸν Τήμενον παρά τινα ποταμόν , καὶ φονεῦσαι μὲν οὐκ ἠδυνήθησαν , κατατραυματίσαντες δὲ εἰς φυγὴν ὥρμησαν
γὰρ ἀπὸ τοῦ προσώπου , ὅτι παῖδα ὄντα οὐκ ἐχρῆν φονεῦσαι : ἐχρῆν οὖν διὰ ταῦτα οὕτως ὁρίσασθαι καὶ εἰπεῖν
5754411 προσταγμα
προστάγματος θέλει δεῖξαι τὴν ἀνάλυσιν . λαμβάνει οὖν τὸ αὐτὸ πρόσταγμα καὶ τὴν αὐτὴν μέθοδον , ἀφαιρῶν μέντοι καὶ οὐ
ἀνορθοῦσθαι καὶ ὡς πρότερον ἦσαν ἐγκαταστῆναι . Καὶ τὸ μὲν πρόσταγμα οὕτως εἶχεν , αὐτὸς δὲ μεταστήσας καὶ αὖθις τὴν
5742652 πορευθεντα
τοίνυν λουτρὸν ἐν Σμύρνῃ προσετάχθη χειμῶνος ἱσταμένου , ἔδει δὲ πορευθέντα πρὸς τὰς πηγὰς τὰς θερμὰς τῷ μὲν θερμῷ ὕδατι
Ἰάσονα ὑπὸ τοῦ Αἰήτου ἐπὶ τὸ κῶας : τὸν δὲ πορευθέντα φονεῦσαί τε τὸν δράκοντα καὶ τὸ κῶας ἀπενεγκεῖν πρὸς
5741404 εἱρκτην
τοῦτο ἡ Ἀριάδνη , προεισπέμπει ξίφος τῷ Θησεῖ εἰς τὴν εἱρκτὴν , δι ' οὗ ἀναιρεῖ τὸν Μινώταυρον . Οὐκ
Παυσανίαν τὸν Κλεομβρότου τὸν νικήσαντα Πλαταιᾶσιν ἐβούλοντο μὲν εἰς τὴν εἱρκτὴν ἐμβαλεῖν , καταφυγόντα δὲ εἰς τὸ τῆς Ἀθηνᾶς ἱερὸν
5738843 τραπηναι
τῶν Βακτριανῶν ἀγνοοῦντα , ταῖς δὲ προγεγενημέναις εὐημερίαις μετεωρισθέντα , τραπῆναι πρὸς ἄνεσιν , καὶ τοῖς στρατιώταις διαδοῦναι πρὸς εὐωχίαν
ἔνθα δὴ πεσόντος τοῦ βασιλέως καὶ τῶν Ἑλλήνων ἐπαρθέντων , τραπῆναι πρὸς φυγὴν τοὺς Κόλχους καὶ κατὰ τὸν διωγμὸν τοὺς
5732252 ἐμβασιν
θερμοῦ : ὑπαλείφειν μέντοι δεῖ ἱκανῶς καὶ ἀνατρίβειν μετὰ τὴν ἔμβασιν αὐτούς : καθόλου δὲ , ὡς πρὸς σπασμὸν ,
. εἶδες δ ' ἂν ἢ πλεύρ ' ἢ δίχηλον ἔμβασιν ῥιπτόμεν ' ἄνω τε καὶ κάτω : κρεμαστὰ δὲ
5730994 Ἐλθων
δὲ Μεσσήνη τότε ὑμῖν ἐπέκειτο χὠ θεὸς σείων ἅμα . Ἐλθὼν δὲ σὺν ὁπλίταισι τετρακισχιλίοις Κίμων ὅλην ἔσωσε τὴν Λακεδαίμονα
ὄναρ εἶδεν , ἐὰν ἀποθάνῃ , ῥώμην προσποιήσειν Ῥωμαίοις . Ἐλθὼν δ ' εἰς μέσους καὶ πολλοὺς φονεύσας , ἀνῃρέθη
5729906 ἀπροβουλευτον
ἤ τινα τόπον οὐ καθαρόν , ὁμοίως δὲ μηδ ' ἀπροβούλευτον μηδ ' ἀνυπεύθυνον μηδὲν ποιεῖν , ἀλλὰ πρωὶ μὲν
πρὶν ἐπιχειρεῖν ἔργῳ τηλικῷδε , καὶ μηδὲν ἀνεξέταστον ἀφεῖσθαι μηδὲ ἀπροβούλευτον . ἀποφαινέσθω δὴ περὶ τούτων ἕκαστος ὑμῶν ἃ φρονεῖ
5729417 φηνην
αὐτοῦ διαστρέφεσθαι καὶ μηθὲν ἁρπάζειν : τὸν δὲ πλανηθέντα τὴν φήνην ὑποβάλλεσθαι . Καὶ τὸ ὅλως ἐπιεικῶς τοὺς γαμψώνυχας ,
ὁ μὲν περδικοθήρας καὶ ὠκύπτερος Ἀπόλλωνός ἐστι θεράπων φασί , φήνην δὲ καὶ ἅρπην Ἀθηνᾷ προσνέμουσιν , Ἑρμοῦ δὲ τὸν
5723196 εἰσερχεσθαι
ἐπεξῄεσαν αὐταῖς . διὰ τοῦτο οὖν ἔσπευδον λάθρα καὶ νύκτωρ εἰσέρχεσθαι εἰσιοῦσαι δὲ ἐκαθέζοντο ἱκέτιδες ἐπὶ τοῦ ἱεροῦ τῆς Ἀθηνᾶς
οὗ πλησίον τῆς συμβολῆς γένηται ἡ παράταξις . Τότε δὲ εἰσέρχεσθαι ἐν τῇ παρατάξει ἀσφαλῶς ἐν ᾧ τὸ βάνδον αὐτοῦ
5718613 κακαβον
πρόσβαλε τὸ μέλι , κἀπειδὰν ἑψηθῇ καὶ μέλλῃς αἴρειν τὴν κάκαβον , τότε πάλιν ἐπίβαλε τὰ ξηρὰ καὶ ἕψε ,
: ταχὺ γὰρ πήγνυται . εἶτα πάλιν ἀνάλαβε εἰς τὴν κάκαβον καὶ πάλιν διήθησον καὶ οὕτω ποίει θερμαίνων , ἕως
5704690 Θησειον
παρὰ ταύτην : Τοὺς θῆτας , τοὺς μισθωτοὺς εἰς τὸ Θησεῖον : ἐπεὶ πάλιν ἀπὸ τοῦ θῆτα ἄρχεται . τὸ
πεποίηκας ἀντ ' Ἀθηνῶν . Ἐμοὶ κράτιστόν ἐστιν εἰς τὸ Θησεῖον δραμεῖν , ἐκεῖ δ ' ἕως ἂν πρᾶσιν εὕρωμεν
5701852 εὐθετον
. καὶ ὁ τριπτὴρ δὲ κατασκεύασμά τί ἐστιν πρὸς πιεσμὸν εὔθετον . ἄλλως : κυρτὶς κατασκεύασμά τι , ἐν ᾧ
Οὔτε σῖτον ἄριστον ἐκ τοῦ καλλίστου πεδίου κρίνομεν ἀλλὰ τὸν εὔθετον πρὸς τὴν τροφήν , οὔτε ἄνδρα σπουδαῖον ἢ φίλον
5699011 προκαλεσασθαι
τὸ ἐνθρέψασθαι οἰκείως ἔχει πρὸς τὴν φυτείαν . τὸ γὰρ προκαλέσασθαι τὸν ῥιζικὸν λόγον καὶ εἰς ἐπίδοσιν ἄγειν καὶ βλάστην
ἐπινοοῦσι καὶ λέγουσιν , ἃ μάλιστα ἴσασιν ἐς ὀργὴν δυνάμενα προκαλέσασθαι τὸν ἀκροώμενον , καὶ ἔνθα τρωτός ἐστιν ἕκαστος ἐπιστάμενοι
5692794 ἐμπεσειν
οὐαί σοι , τέκνον , ὅτι εἰς ἰδιώτου χεῖρας μέλλεις ἐμπεσεῖν . ” Τὰ μὴ ὄντα σὰ μὴ χάριζε .
ὑστεραίᾳ κλύσον ὑδρελαίῳ θερμῷ . Εἰ δὲ συμβῇ τὸ ὕδωρ ἐμπεσεῖν εἰς τὴν ἀκοὴν , ποίει τῷ ἑνὶ ποδὶ τῷ
5673141 προτρεπον
, κοινὸν καὶ ἴδιον . κοινὸν μὲν τὸ εἰς ἀρετὴν προτρέπον καὶ κακίας ἀποτρέπον : ἴδιον δὲ τὸ προσήκοντας καὶ
τοίνυν κατανοῶν περὶ τούτων ἐν πᾶσιν ὁρᾶν μοι δοκῶ τὸ προτρέπον πείθεσθαι μάλιστα ὂν τὸ τὸν πειθόμενον ἐπαινεῖν τε καὶ
5670273 Βελλεροφοντην
τῶν κάτω καταφρονῶν ἄνθρωπος δηλαδή , καὶ οἷον ὑπερπηδῶν . Βελλεροφόντην δέ φησι τὸν φονεύοντα τὰ κακά : ὑπερενίκησε γὰρ
καὶ Εὐριπίδης περὶ τῆς Σθενεβοίας φησίν , ἐπειδὴ νομίζει τὸν Βελλεροφόντην τεθνάναι : πεσὸν δέ νιν λέληθεν οὐδὲν ἐκ χερός
5669301 λογιον
Πλάτωνι . ἤματί κεν κτλ . σημείωσαι κατὰ τὸ ἐνύπνιον λόγιον . εἰ γὰρ ὤφελον . ἀντὶ τοῦ εἴθε .
ἐπράθη καί τινι Καρδιηνῷ δουλεύσας κορσωτὴς ἐγένετο . Καρδιηνοῖς δὲ λόγιον ἦν ὡς Βισάλται ἀπίξονται ἐπ ' αὐτούς , καὶ
5664312 ξηραινοντας
καὶ ὄλισθον ἐμποιεῖ : φεύγειν δὲ τοὺς δριμεῖς κλυστῆρας ὡς ξηραίνοντας τὸ ἔντερον . ὑπάγει δὲ καὶ τὰ λάχανα πρὸ
περιέχοντι ὑμένι τὸ ὑγρόν , μελιτῶδες ὄν , καὶ οὕτω ξηραίνοντας ἀποτίθεσθαι . Ὄσιρις : φρυγάνιον μέλαν , λεπτόν :
5664220 πορευθηναι
μυθικῶς κολοιὸν μέγαν νομίσαντα τοῖς κόραξιν ἴσον εἶναι πρὸς αὐτοὺς πορευθῆναι : ἡττηθέντα δὲ πάλιν εἰς τοὺς κολοιοὺς ὑποστρέψαι :
δὴ ζητητέον , πότερα τῷ διάστημά τι εἶναι ἐκεῖ δεῖ πορευθῆναι τὴν ὄψιν ἢ τῷ σῶμά τι εἶναι ἐν τῷ
5662898 ἐμβιβαζεσθωσαν
τῶν πυρετῶν τρομώδεις εἶεν , ἀλειφέσθωσάν τε καὶ εἰς ὑδρέλαιον ἐμβιβαζέσθωσαν μυρακόποις τε κεχρήσθωσαν καὶ δρωπακιζέσθωσαν τόν τε νῶτον καὶ
ὑδρέλαιον καθιέμενοι , εἰ ἀσθενεῖς εἶεν , διὰ τῆς ἐνδρομίδος ἐμβιβαζέσθωσαν . ἀναμικτέον δὲ τὸ ἔλαιον ἀκριβῶς τῷ ὕδατι :
5660682 βεβηλον
βωμοῦ κατεβίβασε : τὸ γὰρ αἰσχρὸν βέβηλον , τὸ δὲ βέβηλον πάντως ἀνίερον . τοῦτο δὲ τὸ ἡγεμονικὸν διακεχώρικεν :
τοῦ ω μεγάλου . ὁσίων . ὅσιόν ἐστι χωρίον τὸ βέβηλον καὶ μὴ ἱερόν , εἰς ὃ ἔξεστιν εἰσιέναι .
5653836 καταβαντα
τὸν ἄνευ τοῦ μέτρου λόγον ἐμφαίνει τὸν ἀπὸ ὕψους τινὸς καταβάντα καὶ ὀχήματος εἰς τοὔδαφος . Ἀλλ ' οὐδὲ τὰ
τῆς γῆς ἁψάμενον τοῖς αὑτοῦ ποσὶν καὶ ἀπὸ τῶν ὤμων καταβάντα τῶν φερόντων οὐδὲν ἴσως ἄτοπον : ἀλλ ' ὁ
5653562 λῃδιον
Ἡ Γλυκέριον λαβοῦσα παρ ' ἐραστοῦ τινος Κορίνθιον παράπηχυ καινὸν λῄδιον ἔδωκεν εἰς κναφεῖον , εἶτ ' ἐπεὶ τέλος ἔδοξ
ἡ Γλυκέριον λαβοῦσα παρ ' ἐραστοῦ τινος Κορίνθιον παράπηχυ καινὸν λῄδιον ἔδωκεν εἰς γναφεῖον : εἶτ ' ἐπεὶ τέλος ἔδοξ
5652144 περδικα
Ἰσθμίοις . λαγώς τις εἰσελήλυθ ' : εὐθὺς ἥρπακας . πέρδικα δ ' ἢ κίχλην γε νὴ Δί ' οὐκ
τίνος μελῳδοῦ πρὸς τὸν ἦχον ὑπνώσεις ; ” ἀφῆκε τὸν πέρδικα , καὶ γενειήτην ἀλεκτορίσκον συλλαβεῖν ἐβουλήθη . ὁ δ
5643717 ἐφεδρον
Δίωι παιδὶ συναντλεῖ ; καὶ μὰν τόνδ ' ἄθρησον πτεροῦντος ἔφεδρον ἵππου : τὰν πῦρ πνέουσαν ἐναίρει τρισώματον ἀλκάν .
τῶν ὀνομαζομένων Γοργόνων , οὐσῶν πλησιοχώρων , καὶ τὸ σύνολον ἔφεδρον ἐχόντων τοῦτο τὸ ἔθνος , φασὶν ἀξιωθεῖσαν τὴν Μύριναν
5641367 ξυλινην
ἔτρυχεν . Ὁράτιος δὲ Κάτλος , στρατηγὸς χειροτονηθεὶς , τὴν ξυλίνην κατελάβετο γέφυραν , καὶ τὸ πλῆθος τῶν βαρβάρων διαβῆναι
ὁ ἐν τῷ χοΐ : ἐσθίομεν γὰρ χοίνικα οὐ τὴν ξυλίνην καὶ χόα πίνομεν οὐ τὸν χαλκοῦν . οὕτως δὲ
5635561 περιαγαγων
ὦ Φίληβε , οὐκ οἶδ ' ὅντινα τρόπον κύκλῳ πως περιαγαγὼν ἡμᾶς ἐμβέβληκε Σωκράτης . καὶ σκόπει δὴ πότερος ἡμῶν
' ἐκεῖνός γε συλλαβὼν τὸ παιδίον καὶ τὼ χεῖρε ὀπίσω περιαγαγὼν αὐτοῦ , πρὸς τοὺς δικαστὰς ἤγαγε καὶ ὅσα αὐτῷ
5634692 ἐνθεις
, σκότος γὰρ γίγνεται , καὶ τὸν λυχνοῦχον ἔκφερ ' ἐνθεὶς τὸν λύχνον Κἀναψηφίσασθ ' ἀποδοῦναι πάλιν τὰ χρυσία .
μηδὲν προσενεγκὼν ἥδυσμ ' , ἀλλ ' ἐς ὕδωρ μόνον ἐνθεὶς καὶ θαμὰ κινῶν ὕσσωπον παράθες τρίψας , κἂν ἄλλο
5629740 κοτυλισκον
πεταχνοῦνται . ΠΛΗΜΟΧΟΗ σκεῦος κεραμεοῦν βεμβικῶδες ἑδραῖον ἡσυχῇ , ὃ κοτυλίσκον ἔνιοι προσαγορεύουσιν , ὥς φησι Πάμφιλος . χρῶνται δὲ
ὁ Θυατειρηνὸς παρατιθέμενος τὸ ἐκ Νεφελῶν Ἀριστοφάνους : μηδὲ στέψω κοτυλίσκον . Σιμμίας δὲ ἀποδίδωσι τὴν κοτύλην ἄλεισον . ΚΟΤΤΑΒΙΣ
5626143 Ἀνταλκιδᾳ
καὶ βάψας εἰς μύρον τὸ πολυτελέστατον ἀπὸ δείπνου ἔπεμψε τῷ Ἀνταλκίδᾳ : καὶ πάντες ἐθαύμασαν τὴν φιλοφροσύνην . Ἦν δ
δὲ παρατιθεμένων βασιλεῖ τούτῳ τινὰ ἀπὸ τῆς τραπέζης ἀπέστελλε . Ἀνταλκίδᾳ δὲ τῷ Λάκωνι τὸν αὑτοῦ στέφανον εἰς μύρον βάψας
5622504 ἐπιτελεσαι
καταβολὴν ἐπὶ τὸ βρέγμα , ἀπὸ τοῦ βρέγματος εἰς εὐθεῖαν ἐπιτελέσαι παρειάδα ἀπευθύνουσαν τὴν διαστραφεῖσαν γένυν , εἶτ ' ἐπὶ
ἔργον ὁ Ταρκύνιος ἀπὸ τῆς δεκάτης τῶν ἐκ Συέσσης λαφύρων ἐπιτελέσαι προαιρούμενος ἅπαντας τοὺς τεχνίτας ἐπέστησε ταῖς ἐργασίαις . ἔνθα
5614248 ἀσχολουμενου
. καὶ δὴ τοῦ μαγείρου περί τι τῶν οἰκείων ἔργων ἀσχολουμένου ἅτερος τούτων μέρος τι τῶν κρεῶν ὑφελόμενος εἰς τὸν
. . . καὶ μέντοι γε τὸν Ἀναξαγόραν αὐτὸν λέγουσιν ἀσχολουμένου Περικλέους ἀμελούμενον κεῖσθαι συγκεκαλυμμένον ἤδη γηραιὸν ἀποκαρτεροῦντα : προσπεσόντος
5613725 ἀνελθειν
τοῦτο ποιῆσαι τὴν μητέρα . τὸν δὲ Πυθαγόραν μετὰ χρόνον ἀνελθεῖν ἰσχνὸν καὶ κατεσκελετευμένον , εἰσελθόντα τ ' εἰς τὴν
γὰρ τὸν δορυφόρον ἀνελών φησιν , ὅτι τυραννοκτονία ἐστὶ τὸ ἀνελθεῖν εἰς τὴν ἀκρόπολιν , τὸ μάχεσθαι τοῖς δορυφόροις ,
5610078 ἐκχεαι
εἰς ὑδρεῖαν ἔδωκε τῷ Λάρκᾳ καὶ ἐκέλευσε φέροντα τὸ ὕδωρ ἐκχέαι εἰς τὸν κρατῆρα ὅθεν τῷ Φαλάνθῳ ᾠνοχοεῖτο . καὶ
ὁ πατὴρ δὲ ὑπὸ ἰδιωτείας ἐκέλευεν ἰᾶσθαι καὶ τὸ ὅμοιον ἐκχέαι φάρμακον : οἴεται γὰρ ἓν εἶναι μανίας εἶδος καὶ
5609246 προσενεγκαντος
νεανίσκος , Βακχίδα ἔχων ἐρωμένην τὴν Σαμίαν . λόγους οὖν προσενέγκαντος τοῦ νεανίσκου πρὸς αὐτὴν ἡ Πλαγγὼν ἀκούουσα τῆς Βακχίδος
Κολοφώνιος , Βακχίδα ἔχων ἐρωμένην τὴν Σαμίαν . Λόγους οὖν προσενέγκαντος τοῦ νεανίσκου πρὸς αὐτὴν , ἡ Πλαγγὼν , ἀκούσασα
5605956 ὑδρελαιον
παλαιοῦ # α , ὕδατος # α . ἑψήσας τὸ ὑδρέλαιον ἐπ ' ὀλίγον ἐπίβαλλε νίτρου # Ϛ , μίσυος
τούτοις καὶ τὸ τοῦ ἐνετῆρος ὑπέθηκα βοήθημα . τὸ γοῦν ὑδρέλαιον διὰ τὴν τῶν περιττωμάτων ξηρότητα παρείληπται : ὑγραῖνον γὰρ
5603252 πανδοκον
θεωρίδα , τὰν ἀστιβῆ ' πόλλωνι , τὰν ἀνάλιον , πάνδοκον εἰς ἀφανῆ τε χέρσον . ἀλλὰ γὰρ ἥκους '
ἐφάψατο συγγόνοισι τέχˈναις . τὺ δ ' , Ἑκαταβόλε , πάνδοκον ναὸν εὐκλέα διανέμων Πυθῶνος ἐν γυάλοις , τὸ μὲν
5602842 ὀμφακομελι
. καλὸν τοίνυν διὰ τοὺς λογισμοὺς τοὺς εἰρημένους καὶ τὸ ὀμφακόμελι : τὸ μὲν γὰρ μέλι πόριμον ἐν αὐτῷ καὶ
συμβῇ γενέσθαι τὴν δύναμιν , οὐδὲν ἄτοπον καὶ ὑδρόμηλον καὶ ὀμφακόμελι τούτοις ἐπιδιδόναι ἢ βραχέος οἴνου ἢ Σαβίνου ἢ Κνιδίου
5595944 φροντιστηριον
μὴ πειθομένου δὲ τοῦ υἱοῦ αὐτὸς ἀφικνεῖται πρὸς τὸ σωκρατικὸν φροντιστήριον . καὶ πολλὰ μὲν ὑπὸ γήρως δῆθεν καὶ ἀγροικίας
θεωρία καὶ τὸ ἐξετάζειν περί τινων ἀπόρων , ὅθεν καὶ φροντιστήριον ἡ σχολὴ τῶν φιλοσόφων . ἐξήμβλωκας ] ἐξέβαλες .
5589089 ἀνακλιναι
σώματα ἀλλήλοιν περικείμενα . , . . Ἀνακλῖναι οἱ δὲ ἀνακλῖναι μὲν τὴν θύραν οὐκ ἐτόλμησαν οὐδ ' εἴσω παρελθεῖν
γὰρ τὸ κλεῖσαι ἐστὶ τὸ ἀσφαλίσαι : Ὅμηρος : ἠμὲν ἀνακλῖναι πυκινὸν νέφος ἠδ ' ἐπιθεῖναι . . . ἀναφορά
5577878 ἀμολυντον
Χαλβάνη ἕψησιν οὐδ ' ὅλως φέρει , ἀλλὰ διὰ τὸ ἀμόλυντον γενέσθαι τὴν ἔμπλαστρον αἴρειν ἀπὸ τοῦ πυρὸς δεῖ καὶ
δίκαιον δὲ ὡς τὴν γνώμην τρέποντα ἐπὶ τὸ καθαρώτατον καὶ ἀμόλυντον . φιλόπολιν : εἰσὶ γάρ τινες οἱ ἐν ταῖς
5576991 εἰσδυς
. . εἰσδὺς : Λάθρα ὑπεισελθών : τοῦτο γὰρ τὸ εἰσδὺς σημαίνει . . . εἰσελθών . . 〚 ἁπαξάπαντα
τῶν ἐχόντων οὐσίας σκώληκες . εἰς οὖν ἄκακον ἀνθρώπου τρόπον εἰσδὺς ἕκαστος ἐσθίει καθήμενος , ἕως ἂν ὥσπερ πυρὸν ἀποδείξῃ
5576668 Βαλλ
. Παῦσαι . Παῦσαι . Βάλλ ' ἐς κόρακας . Βάλλ ' ἐς κόρακας . Τί κακόν ; Τί κακόν
φιλτάτη γῆ ἁπλοϊκοὺς καὶ φιλαλλήλους τοὺς ἑαυτῆς τροφίμους ἀνεθρέψατο . Βάλλ ' ἐς μακαρίαν , οἷον κακόν ἐστιν , ὦ
5576066 τρωσαι
τιτρω - σκόμενος ἐπίτηδες τρωθῇ , ἢ ὁκόταν , ἐπίτηδες τρῶσαι βουλόμενος ἢ ἀέκων , ἐξ ὑψηλοτέρου γίγνηται ἡ βολὴ
ὥστε διανύσαι τῆς περιοχῆς ἐντὸς καὶ τοὺς κυρτοὺς τεμεῖν καὶ τρῶσαι τόπους : ἐκεῖθεν τὸ τηλικοῦτον θηρίον ἐλαυνόμενόν τε καὶ
5574080 ἐνεβληθη
τὰς ἀρχὰς ἔξω οὔσας ἀφανεῖς , ὡς ἐν τῇ νυκτὶ ἐνεβλήθη ἡ βάλανος , ἀνέσπασαν ταῖς ἀρχαῖς τοῦ λίνου τὸν
δὲ τὴν ἐρωμένην Γαλάτειαν ἐφωράθη διαφθείρων , εἰς τὰς λατομίας ἐνεβλήθη : ἐν αἷς ποιῶν τὸν Κύκλωπα συνέθηκε τὸν μῦθον
5567441 Βουσιριν
τρεῖς . Ἄλλως Ψαμμίτιχος χαλεπὸς Αἰγυπτίων τύραννος καὶ σκαιότατος , Βούσιριν ὑπερηκοντικὼς , οὗ καταψηφισάμενοι οἱ ἀρχόμενοι πρεσβεύουσι πρὸς Ἀθηναίους
βύσσινα περιβεβλημένην , καὶ διὰ τοῦτο καὶ τὴν πόλιν ὀνομασθῆναι Βούσιριν . πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα μυθολογοῦσι περὶ τοῦ Ἄπιδος
5567070 διαβητην
ὑπὸ τῆς παλάμης πλάττεσθαι . δέον οὕτως εἰπεῖν : εἶτα διαβήτην λαβὼν σχήματά τινα πεποιήκει , εἰς ἃ πάντων ἡμῶν
δι ' αὐτοῦ δυνηθῇ κλέψαι καὶ ἑλκύσαι τὸ ἱμάτιον . διαβήτην ] ⌈ τὴν κοινῶς [ ὅν φασι καρκίνον ἢ
5563539 μετεβληθη
ἀπὸ τούτου δὲ καὶ τῇ μεγίστῃ τῶν ἐν Βιθυνίᾳ πόλεων μετεβλήθη τὸ ὄνομα , Ἀστακῷ τὰ πρὸ τούτου καλουμένῃ :
ἐπειδὴ ὑπὸ Διὸς ἐρασθεῖσα Ἰὼ εἰς βοῦν ὑπ ' αὐτοῦ μετεβλήθη ἵνα λάθῃ τὴν Ἥραν , γνοῦσα αὕτη φύλακα ταύτῃ
5556647 ἐμβαπτειν
χρῶ καὶ πρὸς τὴν εἰρημένην διάθεσιν . λοιπὸν καὶ ῥαφανῖδας ἐμβάπτειν εἰς αὐτὸ προσήκει καὶ ἔμετον ποιεῖν . καὶ τὸ
δὲ καὶ κικίδα μικρὴν , καὶ βάλανον ποιέειν , καὶ ἐμβάπτειν ἔς τι τῶν ὑγρῶν , καὶ προστιθέναι , κἄπειτα
5555832 συμβολῳ
ὧν γε πολλοὶ καὶ τὰς σκηνὰς δάφναις ἀνέστεφον ἤδη , συμβόλῳ νίκης : καὶ οἱ θεράποντες αὐτοῖς δαῖτα λαμπροτάτην ἐπόρσυνον
παρόντα καιρὸν ἐλύπησε καὶ πρὸς τὸ μέλλον οἰωνίσματι καὶ φαύλῳ συμβόλῳ χρωμένους πάντας ἐτάραξεν : οὔτε γὰρ ὄμβρου προϋπάρξαντος οὔτε
5552062 ξενιζει
ἐθίζωνται , οὐκέτι οὐδὲ τοὺς ἄνδρας , οὐδὲ τοὺς ἵππους ξενίζει τόπος ἢ ἀδικεῖ : ἀλλὰ καὶ ἐν καιρῷ θέρους
„ ἔφη „ καὶ ἀληθῶς ἤκουσας , ἐκεῖνος γὰρ κἀνταῦθα ξενίζει αὐτόν . ” ” τί „ ἔφη „ ἐπιτηδεύοντα
5533983 καταστολην
καὶ διεγείρεσθαι , καὶ ποτὲ μὲν εἰς ἡσυχίαν τινὰ καὶ καταστολὴν τρέπεσθαι , ποτὲ δὲ εἰς οἶστρον καὶ ἐνθουσιασμόν ,
ἡγοῦ τὴν ἀπώλειαν αὐτῆς : εἰ δ ' αἰδῶ καὶ καταστολὴν καὶ ἡμερότητα ἀποβαλεῖς , οὐδὲν ἡγῇ τὸ πρᾶγμα ;
5532924 Ὀρθογραφιαν
ἀΐδω ἴδηλον καὶ ἀΐδηλον , ὁ δὲ Χοιροβοσκὸς εἰς τὴν Ὀρθογραφίαν αὑτοῦ λέγει ἀπὸ τοῦ ἀϊδνόν , τὸ σημαῖνον τὸ
ἴδω ἴδηλος καὶ ἀΐδηλος , ὁ δὲ Χοιροβοσκὸς εἰς τὴν Ὀρθογραφίαν αὑτοῦ λέγει εἶναι ἀπὸ τοῦ ἀϊδνόν τὸ σημαῖνον τὸ
5532827 ἐφιλοσοφειτο
τὴν ἐπὶ τοῖς τέκνοις συμφοράν . ταῦτα μὲν δὴ ὧδε ἐφιλοσοφεῖτο τῷ Μάρκῳ . Ἐπιγράφουσι δὲ ἔνιοι καὶ φυγὴν οὐ
ἀλόης ἐπαλείφουσι τοῖς τραύμασι περιεστῶτες ὥσπερ ἰατροί . πολλὰ τοιαῦτα ἐφιλοσοφεῖτο αὐτοῖς ἀφορμὰς ποιουμένοις τὰ λόγου ἄξια . Τὰ δὲ
5531618 ἐκελευ
παῖδ ' ἀλείμματα παρὰ τῆς θεοῦ λαβοῦσαν εἶτα τοὺς πόδας ἐκέλευ ' ἀλείφειν πρῶτον , εἶτα τὰ νόνατα . ὡς
λέγεται τὸ προστάσσω , ὁ παρατατικὸς ἐκελόμην ἐκέλου καὶ Αἰολικῶς ἐκέλευ : οἱ γὰρ Αἰολεῖς τὴν ου εἰς ευ τρέπουσιν

Back