: Δίκτη γὰρ ὄρος Κρήτης . Λυκαῖον : Ἀρκάδα : Λύκαιον Ἀρκαδίας ὄρος . ἀμφήριστον : ἀντὶ τοῦ ἀμφίλογον . | ||
ὁ Καλλιστοῦς καὶ Διὸς γεγονώς , ᾤκησε δὲ περὶ τὸ Λύκαιον φθείραντος αὐτὴν Διός : οὗ προσποιησάμενος ὁ Λυκάων τὸν |
λέπας , τόθι Κίλβιν ἀεργοί ἵπποι χιλεύουσι καὶ ἀντολαί εἰσι Καΰστρου . Νῦν δ ' ἄγε τοι ῥίζας ἐρέω ὀφίεσσιν | ||
' ἑκάστην ἐκδοὺς ποίημα . Μετὰ δὲ τὴν ἐκβολὴν τοῦ Καΰστρου λίμνη ἐστὶν ἐκ τοῦ πελάγους ἀναχεομένη καὶ ἐφεξῆς ἄλλη |
Ἀφροδίτης πόλις . ὑπὲρ δὲ τὸ Μενδήσιον στόμα καὶ τὸ Τανιτικὸν λίμνη μεγάλη καὶ ὁ Μενδήσιός ἐστι νομὸς καὶ ὁ | ||
. . . . . ξβ ∠ ʹδʹ λα Ϛʹ Τανιτικὸν στόμα . . . . . . . . |
. . : θῶπτε ] Θώπευε . : τρόχιν ] Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . * : τρόχιν ] | ||
Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . * : τρόχιν ] Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . δηλοῖ δὲ τὸν σπουδαῖον |
ποταμῶν ἐκβολὰς ἀρχὴ τῆς ἐπὶ θάτερα τοῦ Κέρως περιαγωγῆς , Δρέπανον ἐπίκαμπτος ἄκρα . μεθ ' ἣν λόφος ὀξύς , | ||
καὶ τῷ Συριακῷ κατὰ περιγραφὴν τοιαύτην : μετὰ δὲ τὸ Δρέπανον ἄκρον Φρούριον ἄκρον . . . . . . |
† κάλλος ἔχει Μίλητός τε Χίος τ ' ἔναλος πόλις Οἰνοπίωνος . Τυρσηνὴ δὲ κρατεῖ χρυσότυπος φιάλη , καὶ πᾶς | ||
. ἀφίκοντο δὲ καὶ Κᾶρες ἐς τὴν νῆσον ἐπὶ τῆς Οἰνοπίωνος βασιλείας καὶ Ἄβαντες ἐξ Εὐβοίας . Οἰνοπίωνος δὲ καὶ |
στάδια ξʹ , μίλια ηʹ . Ἀπὸ δὲ Αἰγιαλοῦ εἰς Κλίμακα κώμην στάδια νʹ , μίλια Ϛʹ , Ϙʹ Ϛʹ | ||
καὶ Μοκρῖται , εἶτα Σαβαῖοι , καὶ Ἀγχῖται ὑπὲρ τὴν Κλίμακα τὸ ὄρος , παρὰ δὲ τὰ Μάρειθα ὄρη Μελαγγῖται |
ὁ πολίτης Βολβιτινίτης . τὸ κτητικὸν Βολβίτινος , ἔνθεν καὶ Βολβίτινον ἅρμα . . π . μον . λέξ . | ||
ἐπὶ Ψαμμιτίχου τριάκοντα ναυσὶ Μιλήσιοι κατέσχον εἰς τὸ στόμα τὸ Βολβίτινον , εἶτ ' ἐκβάντες ἐτείχισαν τὸ λεχθὲν κτίσμα : |
τὴν δὲ Δίρκην ἐπὶ τῶν ταύρων διέσπασαν . ὕδωρ τε Διρκαῖον ] ἀφέντες . ὕδωρ τε Διρκαῖον ] τὸ τῆς | ||
, ἐχθροῖς ἀφέντες τὰν βαθύχθον ' αἶαν , ὕδωρ τε Διρκαῖον , εὐτραφέστατον πωμάτων ὅσων ἵησιν Ποσει - δὰν ὁ |
, οἷον Σικελιώτης Πηλιώτης Ἀμβρακιώτης . λέγεται καὶ Ἀμβράκιος καὶ Ἀμβρακία ἡ γυνή . Τὸ δ ' Ἀμβρακία ἀπὸ † | ||
ἀπροσδοκήτως εὖ πράσσοντες εἰς ὕβριν τρέπεσθαι . . . : Ἀμβρακία , πόλις Θεσπρωτίας , ἀπὸ Ἄμβρακος τοῦ παιδὸς Θεσπρωτοῦ |
. Γ ἁλουργίδα ] πεποικιλμένην περικεφαλαίαν . Γ κατάπαστον ] κατάχρυσον . Γ χρυσοῦ διώξεις : τῷ “ διώξεις ” | ||
τοῦ ὑποδήματος , ἐὰν ὑπὲρ τὸν πόδα ὑπερβῇς , γίνεται κατάχρυσον ὑπόδημα , εἶτα πορφυροῦν , κεντητόν . τοῦ γὰρ |
τὰς ἡγεμονίας τὰς μεγίστας ἐχουσῶν , Κύμην , Πιτάνην , Πριήνην . ταύτας μὲν οὖν οἰκίσαι παρὰ θάλατταν , ἄλλας | ||
, ἐπεὶ Σώστρατος ὁ Ἀντιόχου ὀρχηστής , λαβόντος ὑποχείριον τὴν Πριήνην τοῦ βασιλέως πατρίδα οὖσαν αὐτοῦ , καὶ παρὰ τὸ |
Ἀρτέμιδός ἐστι Σωτείρας : Θησέα δὲ ἐλέγετο ἱδρύσασθαι καὶ ὀνομάσαι Σώτειραν , ἡνίκα Ἀστερίωνα τὸν Μίνω καταγωνισάμενος ἀνέστρεψεν ἐκ τῆς | ||
τὸ δένδρον ἔτι ἐκείνην σέβουσι τὴν μυρσίνην καὶ Ἄρτεμιν ὀνομάζουσι Σώτειραν . καὶ Ἀπόλλωνος ναὸς ἐν τῇ Βοιατῶν ἀγορᾷ ἐστι |
μακρὰ Λυκαίου : ἐπὶ τῷ Λυκαίῳ φασὶ χωρίον καλούμενον [ Καλλιστοῦς ] . . . εἰς ὅ φασι τὰ εἰσερχόμενα | ||
: σταδίους δὲ ὡς τριάκοντα καταβάντι ἐκ Κρουνῶν τάφος ἐστὶ Καλλιστοῦς , χῶμα γῆς ὑψηλόν , δένδρα ἔχον πολλὰ μὲν |
τῇ Ἀγχιάλῳ τῇ πρὸς Ταρσὸν ἐπιγέγραπται , ἥτις νῦν καλεῖται Ζεφύριον . Σήπινον γερόντιον : ἐπὶ τῶν ἀσθενῶν . Σιλφίου | ||
. . . . . . ἐκαλεῖτο δὲ Ἰσθμὸς καὶ Ζεφύριον , ὡς Φίλων , καὶ Ζεφυρία . . . |
κατεσκεύασεν δ ' ὁ Φιλοπάτωρ καὶ ποτάμιον πλοῖον , τὴν θαλαμηγὸν καλουμένην , τὸ μῆκος ἔχουσαν ἡμισταδίου , τὸ δὲ | ||
ὁ Φιλοπάτωρ καὶ ποτάμιον πλοῖον δίπρῳρον καὶ δίπρυμνον , τὴν θαλαμηγὸν καλουμένην , μῆκος ἔχουσαν ἡμισταδίου , τὸ δὲ εὖρος |
που ἐλεινὸν ὁρᾷς , φρένας εἴ τινας ἔχεις , τὸν Ἡράκλειον ἄθλιον ὧδέ σοι οὐκέτι χρησόμενον τὸ μεθύστερον , ἄλλου | ||
εἰς ἣν τελευτᾶν φασι τὸ Ἀπέννινον ὄρος . ἐντεῦθεν δὲ Ἡράκλειον , ὃ δὴ τελευταῖον ἀκρωτήριον [ ὂν ] νεύει |
κγʹ τοῦ Ξανθικοῦ μηνὸς ἦλθε θυσιάσαι εἰς τὸ ὄρος τὸ Κάσιον Διὶ Κασίῳ : καὶ πληρώσας τὴν θυσίαν καὶ κόψας | ||
Ἄμμωνος καὶ τῆς Αἰγύπτου ῥηθεῖσιν , ὅτι δοκοίη καὶ τὸ Κάσιον ὄρος περικλύζεσθαι θαλάττῃ καὶ πάντα τὸν τόπον , ὅπου |
ἦν ἱερὸν τῆς Ἀρτέμιδος , εἰς ὂ ἦν ἱέρεια ἡ Ἰφιγένεια ἡ θυγάτηρ τοῦ Ἀγαμέμνονος . ἐν τούτῳ τῷ ἱερῷ | ||
δεῦρό μου ποδός , τέκνον : πρὸς μητέρ ' , Ἰφιγένεια , μακαρίαν δέ με ξέναισι ταῖσδε πλησία σταθεῖσα δός |
αἱ τῶν μεγάλων ἀνέμων καταιγίδες καὶ συστροφαί . ἡ δὲ Αὐλὶς πόλις Βοιωτίας καταντικρὺ τῆς Εὐβοίας κειμένη . Ὀπούντιά τ | ||
ἀνθ ' ἑνὸς δοῦναί σε χρή : ἃ δ ' Αὐλὶς ἔλαβε σφάγι ' ἐμῆς ὁμοσπόρου , ἐῶ ς ' |
Ἁλιαρτίας καὶ Μεδεὼν καὶ Ὠκαλέα . Εἶτά φησι ” Κώπας Εὔτρησίν τε πολυτρήρωνά τε „ Θίσβην . ” περὶ μὲν | ||
Εὔτρησις , κώμη [ Βοιωτίας ] . Ὅμηρος „ Κώπας Εὔτρησίν τε ” . κεῖται δὲ παρὰ τὴν ὁδὸν τὴν |
ἂν πετομένη ποτὲ ἀπόμοιρα ἐξ αὐτῶν ἐς Ἀρκαδίαν ἀφικέσθαι ἐπὶ Στύμφαλον . ὑπὸ μὲν δὴ τῶν Ἀράβων ἄλλο τί που | ||
Αἵμονα , Κύναιθον Λέοντα Ἁρπάλυκον Ἡραιέα Τιτάναν , Μαντινέα Κλείτορα Στύμφαλον Ὀρχομενόν . . . οὗτοι πάντας ἀνθρώπους ὑπερέβαλλον ὑπερηφανίᾳ |
ἡ Κύμη περὶ τὴν Μιτυλήνην ἐστίν : καλεῖται δὲ νῦν Φρικωνίς . Ἡ δὲ ἑτέρα Κύμη , ὅθεν ἦν Αἰόλος | ||
, ὡς Ἑλλάνικος ἐν ἱερειῶν Ἥρας βʹ . καλεῖται καὶ Φρικωνίς ἡ Λάρισα καὶ Φρικωνῖτις . ἔδει οὖν Φρικιεύς καὶ |
νυκτὶ νεώτερον Ἰφικλῆα . κροκωτόν : ἤτοι ἀπὸ τῆς χρόας κροκοειδὲς , ἢ ἀπὸ τῆς κρόκης ὑφαντόν . διηγήσομαι οὖν | ||
, αἱ δὲ μικραὶ λαγωούς : καὶ αἱ μὲν μεγάλαι κροκοειδὲς ἔχουσι τὸ δέρμα , αἱ δὲ μικραὶ πυρρόν . |
ὃς εἰς Κυταίαν τὴν Λιβυστίνην μολών ” . [ οἱ Λιβυστῖνοι γὰρ ἔθνος παρακείμενον Κόλχοις . ] λέγεται καὶ Κυταιίς | ||
Ἀστεροδείης τῆς Ὠκεανοῦ καὶ Τηθύος θυγατρός . . . : Λιβυστῖνοι , ἔθνος παρακείμενον Κόλχοις , ὡς Διόφαντος ἐν Πολιτικοῖς |
τὸν Πλατανιστᾶν πεποίηται , ταύτης ὄπισθεν ἡρῷα , τὸ μὲν Ἀλκίμου , τὸ δὲ Ἐναρσφόρου καὶ ἀφεστηκὸς οὐ πολὺ Δορκέως | ||
Ἀρετὰν ποταμὸς Κροτωνιάδος χώρας , παρὰ τὴν Ἀρέταν τὴν γυναῖκα Ἀλκίμου , ἧς περιρρεῖ τὸ μνῆμα , ὡς μαρτυρεῖ Φιλοστέφανος |
, τοὺς δὲ καρχήσια . Ὁποῖον δ ' ἐστὶ τὸ καρχήσιον , ἐν τοῖς ἑξῆς λεχθήσεται . : Ἐν τούτοις | ||
οἷον εἰς μέσον τράχηλος , τὸ δὲ πρὸς τῷ τέλει καρχήσιον . ἔχει δὲ τοῦτο κεραίας ἄνωθεν νευούσας ἐφ ' |
: τὸ ἀναλαμβάνειν τὸ πρᾶγμα διὰ χρόνου . . . ἀναζυγῶσαι : τὸ τὰς θύρας ἀναπετάσαι : Ἀριστοφάνης : τὴν | ||
σὺν τούτοις ἄλλα , ἐν τοῖς περὶ φωνῆς προείρηται . ἀναζυγῶσαι δὲ τὸ φθέγμα ἔλεγον , καὶ καταπεπνῖχθαι τὸ φθέγμα |
' οὐδενός . Τί λέγων ἀποτρώγειν ἀξιώσει νῦν ἐμοῦ τὸ μισθάριον ; μένω γὰρ ἐξ ἐχθιζινοῦ . Οὗ δὴ λέγεται | ||
' ἐπεὶ τέλος ἔδοξ ' ἔχειν πέμψασα τὴν θεραπαινίδα τὸ μισθάριον ἔχουσαν ἐκέλευ ' ἀποφέρειν θοἰμάτιον . ὁ κναφεὺς δ |
: ἔνθα Τραϊανὸς ἀνέθηκε κρατῆρας ἀργυροῦς καὶ κέρας βοὸς παμμέγεθες κεχρυσωμένον , ἀκροθίνια τῆς κατὰ Γετῶν νίκης , καὶ ἐπιγράμματα | ||
, νόστου , ἀπὸ τοῦ πράου καὶ εὐμενοῦς : τὸ κεχρυσωμένον διὰ τῆς λαβῆς λαβών : † εἶτα λαβὼν ἀπὸ |
. Γύλων ἦν ἐκ Κεραμέων . Οὗτος προδοὺς τοῖς πολεμίοις Νύμφαιον τὸ ἐν τῷ Πόντῳ , τότε τῆς πόλεως ἐχούσης | ||
Φαναγορέων ἀφίστατο τοῦ Μιθριδάτου , Χερρόνησός τε καὶ Θευδοσία καὶ Νύμφαιον , καὶ ὅσα ἄλλα περὶ τὸν Πόντον ἐστὶν εὔκαιρα |
[ νέαν ] Τροιζηνίαν ? ? ? ? [ ] Τροιζηνίαν [ νέαν νεανίϲκοϲ ] [ κόρην ἐπρίατο [ ἐραϲθεὶϲ | ||
[ Ἰωνίαν ] . κόρην ] νεανίϲκοϲ [ νέαν ] Τροιζηνίαν [ ] , Τροιζηνίαν [ νέαν νεανίϲκοϲ ] [ |
, λαμπρὰ δ ' ἐπέτελλε σελήνη . . . . Καλλιστὼ δ ' ἱέρεια ἔην κλειναῖς ἐν Ἀθήναις . . | ||
. Εὔμηλος δὲ καί τινες ἕτεροι λέγουσι Λυκάονι καὶ θυγατέρα Καλλιστὼ γενέσθαι : Ἡσίοδος μὲν γὰρ αὐτὴν μίαν εἶναι τῶν |
δὲ χιλίους , ἅρματα δὲ δισχίλια . καταλαβόμενοι δέ τινα γεώλοφον οὐ μακρὰν τῶν πολεμίων ἐξέταττον τὴν δύναμιν εἰς μάχην | ||
φυγὴν ποιούμενος καὶ ἤδη καταλαμβανόμενος , ἰδὼν ἐν τῇ παρόδῳ γεώλοφον προσέταξε τοῖς κομίζουσιν ἐπὶ τοῦτον θεῖναι τὸ φορεῖον . |
μετέπειτα μέντοι λόγον σφίσι δόντες μετέβαλον ἐς τοὺς Ὑλλέας καὶ Παμφύλους καὶ Δυμανάτας : τετάρτους δὲ αὐτοῖσι προσέθεντο ἐπὶ τοῦ | ||
Σολύμους καὶ Κίλικας τοὺς ἐκ Θήβης πεδίου καὶ Λέλεγας : Παμφύλους δὲ καὶ Βιθυνοὺς καὶ Μαριανδυνοὺς καὶ Πισίδας καὶ Χάλυβας |
| * εντα ? ? ? ? * | * πανα * | * ! εκα * | * Θούριοι | ||
| * εντα ? ? ? ? * | * πανα * | * ! εκα * | * Θούριοι |
Νίκη πέταται ] Νεωτερικὸν τὸ τὴν Νίκην καὶ τὸν Ἔρωτα ἐπτερῶσθαι . Ἄρχεννον γάρ φασι , τὸν Βουβάλου καὶ Ἀθήνιδος | ||
ἡ ἠρεμαία κίνησις τῶν κυμάτων . μυθικὸν δέ τι ἀνέπλασεν ἐπτερῶσθαι φήσας τοὺς Βορεάδας , καὶ ἴσως ἀλληγορικώτερον ὁ μῦθος |
τίνες ἦσαν οἱ ἀπ ' Αἰγύπτου καί φησιν : ὁ Σουσισκάνης καὶ ὁ Πηγασταγὼν ὁ Αἰγυπτιογενής . τινὲς δὲ διαιροῦσι | ||
καὶ ὁ Πηγασταγὼν ὁ Αἰγυπτιογενής . τινὲς δὲ διαιροῦσι τὸ Σουσισκάνης καὶ Πηγάς καὶ Ταγών . τὰ γὰρ ὀνόματα ὁ |
λγʹ γʹʹ μβʹ γοʹʹ Ποπλώνιον πόλις λγʹ ∠ ʹʹ μβʹ Ποπλώνιον ἄκρον λγʹ ∠ ʹʹ μβʹ Τραϊανὸς λιμήν λδʹ μβʹ | ||
μβʹ ∠ ʹʹδʹʹ Ἄρνου ποταμοῦ ἐκβολαί λγʹ γʹʹ μβʹ γοʹʹ Ποπλώνιον πόλις λγʹ ∠ ʹʹ μβʹ Ποπλώνιον ἄκρον λγʹ ∠ |
τῆς Αἴτνης ἤμενος ] καθήμενος Μυδροκτυπεῖ ἤτοι χαλκεύει μύδρον καὶ πεπυρακτωμένον σίδηρον : μύδρος δὲ γίνεται ἀπὸ τοῦ μὴ ἔχειν | ||
τὸ αὐτὰ διάφορα ὄντα ἓν γενέσθαι . μύδρον : τὸν πεπυρακτωμένον σίδηρον , παρὰ τὸ μύρεσθαι καὶ διαρρεῖν . πρηόσιν |
χελιδόνα ποιήσειν ἔαρ , οὕτως μηδὲ βραχὺν χρόνον εὐδαιμονίαν . Τελείαν γὰρ εἶναι δεῖν τὴν εὐδαιμονίαν ἐκ τελείου συνεστῶσαν ἀνδρός | ||
ὃν ἔτεκε , Κρόνῳ κομίζουσά ἐστι : τὴν δὲ Ἥραν Τελείαν καλοῦσι , πεποίηται δὲ ὀρθὸν μεγέθει ἄγαλμα μέγα : |
κόλπῳ , ῥοώδης κρημνός . τούτων δ ' ὑπέρκειται τὸ Ταΰγετον : ἔστι δ ' ὄρος μικρὸν ὑπὲρ τῆς θαλάττης | ||
τά τε ἐπιθαλάσσια τῆς Λακωνικῆς καὶ ὅσαι γεωργίαι περὶ τὸ Ταΰγετον ἦσαν . τετάρτῳ δὲ ἔτει μετὰ τῆς Ἀμφείας τὴν |
Ἐπίδαυρος πόλις καὶ λιμὴν , Πρασία πόλις καὶ λιμὴν , Μέθανα πόλις καὶ λιμήν . Εἰσὶ δὲ καὶ ἄλλαι πολλαὶ | ||
πανταχόθεν . μεταξὺ δὲ Τροιζῆνος καὶ Ἐπιδαύρου χωρίον ἦν ἐρυμνὸν Μέθανα καὶ χερρόνησος ὁμώνυμος τούτῳ : παρὰ Θουκυδίδῃ δὲ ἔν |
καὶ ποταμός . καὶ Σεβεννύτης νομὸς καὶ πολίτης . καὶ Σεβεννυτικὸν στόμα . Σεγίδα , πόλις Κελτιβήρων . τὸ ἐθνικὸν | ||
δὲ Πηλουσιακόν . Καὶ πάλιν σχίζεται δίχα . Τὸ δὲ Σεβεννυτικὸν , τὸ μὲν εἰς τὸ Μενδήσιον , τὸ δὲ |
οἱ πολεμικοί . ὡς ἐπιτελούντων καὶ ἐν τῇ Λιβύῃ ἑορτὴν Καρνείῳ Ἀπόλλωνι . τέθμιαι : νόμιμοι , ὡρισμέναι . Κυρῆς | ||
χρὴ ποιεῖν ; Καὶ πῶς ἂν ἱλασαίμην ὑμᾶς ; Εὔχευ Καρνείῳ τελέειν σέβας Ἀπόλλωνι . Ὦ μιαρώτατε καὶ ἀναισχυντότατε μάντι |
. . . . . νϚ γʹ λη δʹ τὸ Ποσείδιον . . . . . . . . . | ||
παρήκει τῆς ἠπείρου μηνοειδὴς καὶ ἀκτὴ μετὰ τὸν αἰγιαλὸν ἐπὶ Ποσείδιον , ἐκ θαλάσσης μὲν ἀρχομένη τῆς πρὸς ἀνατολάς , |
ὃν καὶ Πολυάρκη φησὶ λέγεσθαι ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων , καὶ Ἠετίωνα , ὃν Ἰασίωνα ὀνομάζουσι , καί φασι κεραυνωθῆναι αὐτὸν | ||
, ὅσσά τ ' ἔρεξε Τήλεφον ἀμφὶς ἄνακτα καὶ ὄβριμον Ἠετίωνα ὥς τε Κύκνον κατέπεφνεν ὑπέρβιον ἠδ ' ὅς ' |
ὁ μέλλων οὐδίσω , ἀποβολῇ οὖν οὖδις καὶ ἐν συνθέσει ἀμφοῦδις . οὕτως Ὠρίων , . , . . Ἀμφορεύς | ||
ἀμφοῦδις : παρὰ ἀποβολῇ τοῦ ω οὖδις καὶ ἐν συνθέσει ἀμφοῦδις . . . . ἀμφορεύς : τὸ ἑκατέρωθεν δίωτον |
Κυνόσαργες , Ἀκαδημία . ἐκλήθη δὲ ἀπὸ τοῦ καθιερώσαντος αὐτοῦ Ἀκαδημοῦ . Ἀκέφαλος μῦθος : ἐπὶ τῶν ἀτελῆ λεγόντων : | ||
Κυνόσαργες , Ἀκαδημία . ἐκλήθη δὲ ἀπὸ τοῦ καθιερώσαντος αὐτοῦ Ἀκαδημοῦ . Ἀκέφαλος μῦθος : ἐπὶ τῶν ἀτελῆ λεγόντων : |
λέγουσι . σακίταν : ἐν τῷ σηκῷ , λιπαρόν . σακίταν : τὸν ἐν τῷ σηκῷ ἤγουν τῇ μάνδρᾳ τιτθιζόμενον | ||
κα ταὶ Μοῖσαι τὰν οἴιδα δῶρον ἄγωνται , ἄρνα τὺ σακίταν λαψῇ γέρας : αἰ δέ κ ' ἀρέσκῃ τήναις |
λεγομένοις ἡμιθέοις ἑαυτόν , Διονύσῳ καὶ Ἡρακλεῖ καὶ Διοσκούροις , Τροφώνιον καὶ Ἀμφιάραον καὶ Ἀμφίλοχον καὶ τοὺς ὁμοίους χρηστηρίοις αὐτοῖς | ||
οὐκ Ἐργίνου : καὶ ἐγώ τε πείθομαι καὶ ὅστις παρὰ Τροφώνιον ἦλθε δὴ μαντευσόμενος . τούτους φασίν , ὡς ηὐξήθησαν |
τότ ' ἦσθα , πῶς ἂν ἀπεφήνω ; Μελιτίδην ἢ Κόροιβον οἴει με πρὸς θεῶν , ἵνα τοῖς ὑπὸ σοῦ | ||
Ποινῆς . ἐς μὲν δὴ τὸ Ἄργος ἀναστρέφειν οὐκ εἴα Κόροιβον ἡ Πυθία , τρίποδα δὲ ἀράμενον φέρειν ἐκέλευεν ἐκ |
' ἐπάκουσον , ὃν εἶπέ σοι ἐξαλέασθαι χρησμὸν Λητοΐδης , Κυλλήνην , μή σε δολώσῃ . Ποίαν Κυλλήνην ; Τὴν | ||
ὑπὸ τὸ ἱμάτιον αἰτοῦσιν . Κυλλήνην ] πόλις Ἀρκαδίας . Κυλλήνην , μή σε δολώσῃ ] διαβάλλει αὐτὸν εἰς δωροδοκίαν |
ἐπολιόρκησαν , συνήλασαν , συνέκλεισαν , κατέκλεισαν , προσεκάθισαν . ἐκάθισε τὸ στράτευμα , προσήδρευσεν , ἀπέκλεισεν . παρέτειναν τὸν | ||
ἀφορμὰς εἰς τὴν ὑπὲρ τῶν ἀριστείων κρίσιν , ὁ βασιλεὺς ἐκάθισε μετὰ τῶν ταξιάρχων κατὰ τὸν νόμον . προλαβὼν οὖν |
βασιλική ] : τρίτον [ Μενδήσιον καὶ πόλις : δʹ Φατνιτικόν ] : πέμπτον Σεβεννυτικὸν [ καὶ πόλις Σεβέννυτος : | ||
στόμα ἔστι τὸ Βολβιτικόν , εἶτα τὸ Σεβεννυτικὸν καὶ τὸ Φατνιτικόν , τρίτον ὑπάρχον τῷ μεγέθει παρὰ τὰ πρῶτα δύο |
Κερναίους συμφορᾶς διαδοθείσης εἰς τοὺς ὁμοεθνεῖς , λέγεται τοὺς μὲν Ἀτλαντίους καταπλαγέντας δι ' ὁμολογίας παραδοῦναι τὰς πόλεις καὶ πᾶν | ||
τοὺς παρὰ τὸν ὠκεανὸν τόπους , καὶ τούς τε λαοὺς Ἀτλαντίους ὀνομάσαι καὶ τὸ μέγιστον τῶν κατὰ τὴν χώραν ὀρῶν |
πυρῆς ἐπέβησαν ὁμοίης , καί κεν ἕνα χρύσειον ἐς ὀστέα κρωσσὸν ἁπάντων λέξαντες κατέθαψαν ὅθι πρῶτον γενόμεσθα . νῦν δ | ||
, κόρη ἀγγεῖον ἔχουσα ὑδροφόρον , ὑδρίαν ἢ πρόχουν ἢ κρωσσὸν ἢ κάλπιν . τὴν δὲ ἐφισταμένην εἰκόνα , εἴτε |
εἶχον ὅ τι ποιέωσι ἄλλο , ὀπίσω ἀπαλλάσσοντο ἐς τὴν Θήρην . Οἱ δὲ Θηραῖοι καταγομένους ἔβαλλον καὶ οὐκ ἔων | ||
μέν νυν Κνίδιοι ἀπενειχθέντας πρὸς τὴν σφετέρην ἐρρύσαντο καὶ ἐς Θήρην ἀπέστειλαν . Ἑτέρους δέ τινας τῶν Κυρηναίων ἐς πύργον |
προσκαλεσαμένοις τοὺς δημότας , καὶ ἐὰν τὸ δεύτερον ἐξελεγχθῶσι , πεπρᾶσθαι αὐτοὺς καὶ τὰ χρήματα εἶναι δημόσια . κατὰ τοῦτον | ||
τοὺς υἱεῖς αὐτόν , καθάπερ καὶ Ἀναξαγόραν . δοκεῖ δὲ πεπρᾶσθαι ὑπὸ * καὶ λελύσθαι ὑπὸ τῶν Πυθαγορικῶν Παρμενίσκου καὶ |
τε καλούμενα Μοσχικὰ , διατείνοντα παρὰ τὸ ὑπερκείμενον μέρος τοῦ Καππαδοκικοῦ Πόντου , καὶ ὁ Παρυάρδης , οὗ τὰ πέρατα | ||
ἁλμυρὸν ὕδωρ πρὸς ἀντιπάθειαν αὐτῆς . ἅλμην δὲ κελεύει πιεῖν Καππαδοκικοῦ ἁλός ναιομένην δέ , ἤτοι πατουμένην , ὁδευομένην ἢ |
Ὄλυμπον . . Ἀξίου ] τοῦ Βαρδάρη ποταμοῦ . . Βόλβης θ ' ἕλειον ] Βόλβη ὄνομα λίμνης Θρᾳκικῆς , | ||
δὲ τοῦ Ὀλυνθιακοῦ μνημεῖόν ἐστιν Ὀλύνθου , τοῦ Ἡρακλέους καὶ Βόλβης υἱοῦ . Κατὰ δὲ τὸν Ἀνθεστηριῶνα καὶ Ἐλαφηβολιῶνα λέγουσιν |
ἐνοικοῦσι Σίλις λέγεται . εἴρηται δὲ καὶ Τάναϊς διὰ τὸ τεταμένως ῥεῖν . Ἀρτεμίδωρος δέ φησι τὰ δύο στόμια τοῦ | ||
καὶ Ἀσίαν ὁ Τάναϊς μέσον διαχωρίζειΤάναϊς δὲ λέγεται διὰ τὸ τεταμένως ῥεῖν , ὅστις δὴ συστρεφόμενος ἐπὶ τὴν τῶν Σαυροματῶν |
τῆς λεγομένης Ἀσωπίδος χρόνῳ λαβοῦσα τοὔνομ ' Εὐβοίας πάλιν . Πρώτους δ ' ἐν αὐτῇ φασὶν οἰκῆσαι προτοῦ μιγάδας συνοίκους | ||
ἀοίκητον συνορίζουσά ἐστι γῆν καὶ πᾶσι τοῖς Ἕλλησιν ἀγνοουμένην . Πρώτους δὲ παρὰ τὸν Ἴστρον εἶναι Καρπίδας εἴρηκεν Ἔφορος : |
βαρβάρων πόλεμον καταλῦσαι . ταῦτα δὲ ἱκέται καθεζόμενοι ἐς τὸ Ἥραιον ἐδέοντο . οἱ δὲ Κερκυραῖοι τὴν ἱκετείαν οὐκ ἐδέξαντο | ||
Σαμίης πρὸς Καλάμοισι , οἱ μὲν αὐτοῦ ὁρμισάμενοι κατὰ τὸ Ἥραιον τὸ ταύτῃ παρεσκευάζοντο ἐς ναυμαχίην , οἱ δὲ Πέρσαι |
: ὃ διαφθείροντες οἱ ἰδιῶται βρίσχον καλοῦσιν . ἔστι δὲ πλόκανόν τι , ἐν ᾧ σῦκα καὶ τὴν ἄλλην ὀπώραν | ||
: ὃ διαφθείροντες οἱ ἰδιῶται βρίσχον καλοῦσιν . ἔστι δὲ πλόκανόν τι , ἐν ᾧ σῦκα καὶ τὴν ἄλλην ὀπώραν |
, Ζ γωνίαι ὀρθαί εἰσιν . ὀρθογώνιον ἄρα ἐστὶ τὸ ΖΗΘΚ . ἐδείχθη δὲ καὶ ἰσόπλευρον : τετράγωνον ἄρα ἐστίν | ||
Δ περίγειον ἐν τῷ ὑποκειμένῳ ἐπιπέδῳ ἴσοι κύκλοι ὅ τε ΖΗΘΚ καὶ ὁ ΛΜΝΞ ὡς οἱ διὰ τῶν πόλων τῶν |
τὸ ἕρπειν αὐτοῦ τὰς ῥίζας ἐπιπολύ . διὰ τοῦτο καὶ νομαῖον εἴρηκεν , διότι ἐπιπολὺ νέμεται . δύο δὲ αὐτοῦ | ||
: ἕρπυλλος γὰρ καλεῖται παρὰ τὸ ἕρπειν . ἔνθεν καὶ νομαῖον παρὰ τὸ νέμειν : φιλόζῳος δὲ ὁ ἕρπυλλος . |
τῆς Ἀσίας διαμερίζει ἢ ἀφορίζει , τὴν μὲν Λιβύην πρὸς Λίβα ἄνεμον , τὴν δὲ Ἀσίαν πρὸς ἀνατολὰς ἔχων . | ||
δὲ τῆς ὑπογείου μοίρας ἕως τῆς δυνούσης ἐστὶ τὸ πρὸς Λίβα . ἀπὸ δὲ τῆς δυνούσης μοίρας ἕως τῆς μεσουρανούσης |
τοὺς Παννονίους καὶ Ταυρίσκους . συμβάλλει δ ' εἰς τὸν Σάον κατὰ τὴν πόλιν καὶ ὁ Κόλαπις : ἀμφότεροι δ | ||
Σάον Σάμον κατὰ συστολὴν τοῦ μ . . . . Σάον ὄρος Σαμοθρᾴκης οὗ μέμνηται Νίκανδρος ἐν τοῖς Θηριακοῖς οὕτω |
ὕστερον ὑπὸ Ἱέρωνος τοῦ βασιλέως τό τε κατὰ τὴν ἀγορὰν Ὀλυμπιεῖον καὶ ὁ πλησίον τοῦ θεάτρου βωμός , τὸ μὲν | ||
οἵ τε Ἀθηναῖοι ἅμα ἕῳ ἐξέβαινον ἐς τὸ κατὰ τὸ Ὀλυμπιεῖον ὡς τὸ στρατόπεδον καταληψόμενοι , καὶ οἱ ἱππῆς οἱ |
Οἷον τὸ ΠΟΙΚΙΛΟΔΕΙΡΟΝ , τὴν ποικιλόφωνον λέγει , ἢ τὴν ἐστιγμένην καὶ ποικίλην ἔχουσαν τὴν δειρὴν , ἤγουν τὸν τράχηλον | ||
Θρᾷσσαν καὶ Δαρδανίδα τὴν αὐλητρίδα . ἢ τὴν αὐλητρίδα φησὶν ἐστιγμένην διὰ τὸ κεκαλλωπισμένην εἶναι καὶ διὰ τὸ κατέχειν δᾷδας |
θ ' Ἱκετάονά τ ' ὄζον Ἄρηος : Ἀσσάρακος δὲ Κάπυν , ὃ δ ' ἄρ ' Ἀγχίσην τέκε παῖδα | ||
εἴκοσιν : ἔπειτα Κάπυς δυεῖν δέοντα τριάκοντα : μετὰ δὲ Κάπυν Κάλπετος ἄχρι τρισκαίδεκα ἐτῶν κατέσχε τὴν ἀρχήν : ἑξῆς |
βίῳ εὐκορεῖ ἀντὶ τοῦ κόρους κορώνας παρατρέποντες ἔνιοί φασιν ἐκκόρει κόρει κορώνας . αἰσχύνων : ἐξευτελίζων . ἔδει εἰπεῖν ὅπερ | ||
' ἄριστον φίλων . Τουτὶ λαβὼν τὸ κόρημα τὴν αὐλὴν κόρει . Ἔνδοθι μέν ἐστι Πρωταγόρας ὁ Τήϊος , ὃς |
, ὕστερον δὲ ὁ μὲν Πολυδεύκης τὸν Λυγκέα ἀνεῖλεν , Ἴδαν δὲ ὁ Ζεὺς ἐκεραύνωσε πρότερον τοῦ Ἴδα ἐκ τοῦ | ||
λίθον λαβὼν ὁ Ἴδας ἐνέκρωσε τὸν Πολυδεύκην , τὸν δὲ Ἴδαν ὁ Ζεὺς ἐκεραύνωσεν . ἄλλως . τὸ ἑξῆς οὕτως |
οὐρήσῃ ] ἢ πορεύσηται [ , ἄγονος γίγνεται . ] Κυδώνιον : Κρητικόν . μονιὸν δάκος : [ ὗς ἄγριος | ||
κόρσιον , ἐστὶ δὲ στρογγύλη , τὸ μέγεθος ἡλίκον μῆλον Κυδώνιον : φλοιὸς δὲ περίκειται περὶ αὐτὴν μέλας ἐμφερὴς τῷ |
Μίλητος τίκτει Μούσαισι ποθεινὸν Τιμόθεον κιθάρας δεξιὸν ἡνίοχον . * κρύπτω τῷδε τάφῳ Σοφοκλῆ πρωτεῖα λαβόντα τῇ τραγικῇ τέχνῃ , | ||
εὐκόλως παρὰ τὸ ῥίπτειν ἑαυτὸν διὰ τάχους : ὡς γὰρ κρύπτω κρύφα , οὕτω καὶ ῥίπτω ῥίφα , καὶ πλεονασμῷ |
: Θεσσύριος ποταμοῦ ἐκβολαί . . ο Ϛʹ μζ Καρτερὸν Τεῖχος . . . . . . . . . | ||
ἐρχομένου δὲ πρὸς τὴν Ἀττικὴν Ἀθηναίοις ἐδόθη χρησμὸς οὗτος : Τεῖχος Τριτογενεῖ ξύλινον διδοῖ εὐρύοπα Ζεὺς μοῦνον ἀπόρθητον τελέθειν , |
ταύτην λαλοῦσαν : νύκτα γὰρ προσλαμβάνει . Δωνεττῖνοι , ἔθνος Μολοσσικόν . Ῥιανὸς δʹ Θεσσαλικῶν ” αὐτὰρ Δωνεττῖνοι ἰδ ' | ||
τῆι ζ . . . . . Ὑπαιλόχιοι : ἔθνος Μολοσσικόν : Ῥιανὸς ἐν δ Θεσσαλικῶν . . . . |
δεξιώτερον μετωνομάσθη Ἶρις . . . , . , . Ἔθνος δὲ γυναικεῖον αἱ Ἀμαζόνες πρὸς τῷ Θερμώδοντι , διὸ | ||
τε θρήνου καὶ τῶν οἰμωγῶν καταλήξαντες , πανηγύρεις ἐπιτελοῖεν . Ἔθνος δέ ἐστιν Αἰθιόπων ἐπέκεινα , κομιδῇ τὸ γύναιον τοῦτο |
τοὺς ὅρμους κατὰ καιροὺς ἐπιτηδείους . Πρῶτος μὲν ὁ λεγόμενος Αὐαλίτης , καθ ' ὃν καὶ στενώτατός ἐστιν ἀπὸ τῆς | ||
διάπλους . Κατὰ τοῦτον τὸν τόπον μικρὸν ἐμπόριόν ἐστιν ὁ Αὐαλίτης , σχεδίαις καὶ σκάφαις εἰς τὸ αὐτὸ προσερχομένων . |
ἀπ ' Αἰγύπτου ὁλκάδας προσβαλλούσας ξυλλαμβάνειν : ἔστι δὲ τὸ Τριόπιον ἄκρα τῆς Κνιδίας προύχουσα , Ἀπόλλωνος ἱερόν . πυθόμενοι | ||
Κνιδίαν , ἐν ᾗ κτίσαι τὸ καλούμενον ἀπ ' αὐτοῦ Τριόπιον . ἐντεῦθεν δ ' ὁρμώμενον τήν τε Χερρόνησον κατακτήσασθαι |
τὸ μέτρον , οὐχὶ διὰ τὸ πληθυντικόν : ” ἤνις ἠκέστας ” : καὶ γὰρ πόλῑς λέγουσι καὶ πόλῐν καὶ | ||
εἶναι . ἦδος : τὸ ὄφελος καὶ τὸ ὄξος . ἠκέστας βόας : φορβάδας , ἀδαμάστους , νομάδας . ἡ |
δέ φησι τὸ ποτήριον κεκομίσθαι . γράφεται δὲ Αἰτωλικόν . αἰπολικόν : διὰ τῶν αἰπόλων δηλοῖ καὶ τοὺς ποιμένας καὶ | ||
καταφερῆ καὶ συνουσιαστικόν , ὅθεν παρὰ Καλλιμάχῳ τὸ πᾶν τρύπανον αἰπολικόν . . . . , : κωμικὴ λέξις ὁ |
ταῦτα ἤτοι εἰς τὴν τῶν τειχῶν κατασκευήν . ψευδωμότῃ τῷ Λαομέδοντι διὰ τὸ ὀμόσαι δοῦναι Ἡρακλεῖ τοὺς ἀθανάτους ἵππους ἤτοι | ||
οἵτινες οὐδεὶς ἔχει εἰπεῖν ἀτρεκέως : ἐλθόντας δὲ εἰπεῖν ὅτι Λαομέδοντι χρὴ ἀνδρὶ βασιλεῖ εἶναι ἀκρόπολιν ἐν τῆι πόλει , |
ιʹ , Ϙʹ Ϛʹ . Ἀπὸ δὲ τοῦ Μητρῴου εἰς Ποσείδειον , τὸ νῦν λεγόμενον τὰ Ποτίστεα , στάδια μʹ | ||
] καὶ νῆσον ἔχει . Πρὸς δὲ τὴν Σητὸν λιμένα Ποσείδειον , Σάλον , Μυοῦς , Κελένδερις πόλις , καὶ |
δ ' Αἰκανοὺς ἄγειν τὴν στρατιὰν τὸν ἕτερον τῶν ὑπάτων Σερούιον Φούριον : καὶ ἐγίνετο ταχεῖα ἀμφοῖν ἡ ἔξοδος . | ||
ἀμφοτέρους ἐπιχειρήματα ἐπὶ ταῖς δυσμαῖς ὄντας ἤδη τοῦ βίου ; Σερούιον μὲν Τύλλιον τὸν ἐπιεικέστατον τῶν βασιλέων καὶ πλεῖστα ὑμᾶς |
καὶ πολυπράγμων . πυτιναῖα μόνον ἔχων : Ὄρνεον μικρὸν ἡ πυτίνη . . ὄρνεον μικρόν . πυτίνη δὲ πλέγμα ἐστίν | ||
δειπνοφόρος . ἵνα δ ' ὁ οἶνος , λάγυνος , πυτίνη , ἀσκός , κρατήρ , προχοίδιον , κάδος καδίσκος |
ὡς οἱ ἐννέα ἄρχοντες ταῖς φυλαῖς ἀνέθεσαν Ἑρμῆν παρὰ τὸν πυλῶνα τὸν Ἀττικόν . Ἑρμίας : ὄνομα κύριον , ὁ | ||
οἱ ἐννέα ἄρχοντες † ταῖς φυλαῖς ἀνέθεσαν Ἑρμῆν παρὰ τὸν πυλῶνα τὸν ἀστικόν . . . . συμμορία : Δημοσθένης |
γὰρ ποταμὸς Ἰλλυρίδος καὶ Νάρων , ὃς διαχωρίζει Ἰλλυριοὺς καὶ Λιβύρνους . ἐνταῦθα καὶ ὁ Κάδμος καὶ ἡ Ἁρμονία ᾤκησαν | ||
γὰρ ποταμὸς Ἰλλυρίδος καὶ Νάρων , ὃς διαχωρίζει Ἰλλυριοὺς καὶ Λιβύρνους . ἐνταῦθα καὶ ὁ Κάδμος καὶ ἡ Ἁρμονία ᾤκησαν |
Ἠλέκτρας τῆς Ἄτλαντος αὐτὸν λέγουσι γεγαμηκέναι : Κύπριδος Ἁρμονίαν : Δέρκυλος [ . ] Θηβαίου τινὸς Δράκοντος , Ἄρεως δὲ | ||
φησι κογχύλιον , χηρᾶν γυναικῶν λίχνευμα . τοὺς δὲ στραβήλους Δέρκυλος καὶ ἄλλοι ἀστραβήλους καλοῦσι . κόγχαι δὲ καὶ θηλυκῶς |
' αὐτὸν ψευδόμενον . πρῶτον μὲν γὰρ οὐκ ἐκ τῆς Ἀκτῆς κατὰ τὴν πυλίδα ἐμβαίνουσιν οἱ κατ ' ἐμπορίαν πλέοντες | ||
καγχαλῶν ἀγρεύματι . νήσῳ δ ' ἐνὶ δράκοντος ἐκχέας πόθον Ἀκτῆς , διμόρφου γηγενοῦς σκηπτουχίας , τὴν δευτέραν ἕωλον οὐκ |
συνθέσει ἀμφοῦδις . . . . ἀμφορεύς : τὸ ἑκατέρωθεν δίωτον σταμνίον . ἢ τὸ ἑκατέρωθεν αἰρόμενον † ἀμφαιρεύς καὶ | ||
. ἀμόργινον Ἀττικοί , λεπτὸν ὕφασμα Ἕλληνες . ἀμφορέα τὸν δίωτον στάμνον Ἀττικοί , στάμνον Ἕλληνες . ἀμφορεύς Ἀττικοί , |
ἄντροις ἄλυχνος , ὥστε θήρ , μόνος . στλεγγιδοποιός , στλεγγίς , ἀποστλεγγίσασθαι , ἀπεστλεγγισμένος . ἔστι δὲ καὶ ἕτερόν | ||
ἑστιῶνται . στίγων : ὁ στιγματίας . Ἀριστοφάνης Βαβυλωνίοις . στλεγγίς : ἡ ξύστρα , καὶ στλεγγιζόμενος : ἀποξυόμενος . |
Καινῶν βασιλέα στρατεύσας εἰς τὴν Θρᾴκην , ἀνεῖλε δὲ καὶ Προυσίαν ἐπισυστήσας αὐτῷ Νικομήδη τὸν υἱόν , κατέλιπε δὲ τὴν | ||
τῶνδε οἱ Ῥωμαῖοι πυθόμενοι πρέσβεις ἑτέρους ἔπεμπον , οἳ τὸν Προυσίαν ἐκέλευον Ἀττάλῳ τὰς βλάβας ἀποτῖσαι . τότε οὖν καταπλαγεὶς |
χωρίοισι οἱ βάρβαροι , τῶν δὲ καταλεχθέντων τούτων ποταμῶν ἐκ Κρηστωναίων ῥέων Χείδωρος μοῦνος οὐκ ἀντέχρησε τῇ στρατιῇ πινόμενος ἀλλ | ||
τῆς Παιονικῆς καὶ Κρηστωνικῆς ἐπὶ ποταμὸν Χείδωρον , ὃς ἐκ Κρηστωναίων ἀρξάμενος ῥέει διὰ Μυγδονίης χώρης καὶ ἐξιεῖ παρὰ τὸ |
Κυζικηνοί τε , ἀναγκάσαντες πολέμῳ Προκοννησίους γενέσθαι σφίσι συνοίκους , Μητρὸς Δινδυμήνης ἄγαλμα ἔλαβον ἐκ Προκοννήσου : τὸ δὲ ἄγαλμά | ||
οὗτοι ] Δάκτυλοί εἰσιν [ ] οἳ ˘˘˘ – ] Μητρὸς ὀρείας δεῖξαν [ ] [ καί μιν ἀπειργάζοντο ? |
τις παριὼν καὶ τὸ βρέφος ἀνειληφὼς , τῇ ἰδίᾳ γυναικὶ ἀπεκόμισεν . Ἡ δὲ τὰ σφυρὰ τοῦ παιδὸς θεραπεύσασα , | ||
τήν τε νίκην ἀπήγγειλε καὶ δισχίλια τάλαντα πρὸς τὸν πόλεμον ἀπεκόμισεν : Εὐαγόρας δὲ πρὸ μὲν τῆς ναυμαχίας παρὰ θάλατταν |
καὶ Νικομήδης καὶ ὅσοι ἄλλοι Ῥωμαίων πρέσβεις παρῆσαν , ἐς Λεόντων κεφαλήν , ὃ τῆς Φρυγίας ἐστὶν ὀχυρώτατον χωρίον , | ||
Μοίριδος λίμνην καὶ τὸν λέοντα τὸν τρεφόμενον ἐν τῇ καλουμένῃ Λεόντων πόλει , καὶ πολλὰ τοιαῦθ ' ἕτερα , διηγήσασθαι |
δείπνων σχὼν τὴν προσηγορίαν . . . . : τῶν Σεμνῶν Ἀθήνησιν καλουμένων θεῶν τὰς μὲν δύο Σκοπᾶς ἐποίησεν ἐκ | ||
. ἱδρύσατο δὲ καὶ παρ ' Ἀθηναίοις τὸ ἱερὸν τῶν Σεμνῶν , ὥς φησιν Λόβων ὁ Ἀργεῖος ἐν τῶι Περὶ |
αὐτὸ τὸ ἀκρωτήριον Αἰγὰ * κεκλῆσθαι , τὸ δὲ λοιπὸν Κάνη καὶ Κάναι . Μεταξὺ δὲ Ἐλαίας τε καὶ Πιτάνης | ||
Τὰ διὰ τοῦ ΑΝΗ δισύλλαβα μονογενῆ βαρύνεται : ἄνη πλάνη Κάνη Σάνη . Τὰ διὰ τοῦ ΑΝΗ μονογενῆ ὑπὲρ δύο |
ἢν τρωθῇ ἡ ἀρτηρίη , βὴξ ἔχει , καὶ αἷμα βήσσεται , καὶ λανθάνει ἡ φάρυγξ πιμπλαμένη τοῦ αἵματος , | ||
ὅταν πλευμᾷ , τὸ σίαλον παχὺ , ὑπόχλωρον , γλυκὺ βήσσεται , καὶ βρυγμὸς , καὶ ὀδύνη ἐς τὸ στέρνον |