γράφονται : οἷον , μηνιῶ : μητιῶ : ἀτιῶ : μειδιῶ : ἀντωνιῶ : ἀκηδιῶ : ἐρυθριῶ : κοπιῶ : | ||
εἶτα ὡς τὸ κνήθω κνηθιῶ , ἀτῶ ἀτιῶ , μείδω μειδιῶ , οὕτως ἀείδω ἀοιδῶ ἀοιδιῶ : Ὅμηρος : ἡ |
, ὁ ἴδμων καὶ ἡ ἴδμων τοῦ ἴδμονος καὶ τῆς ἴδμονος , ὁ ἄφρων καὶ ἡ ἄφρων τοῦ ἄφρονος καὶ | ||
: εἴρηται παρὰ τὸ εἴδω , τὸ γινώσκω : ἴδμων ἴδμονος ἰδμονία [ καὶ ἀϊδμονία ] , καὶ συγκοπῇ καὶ |
ἐφύλαξε τὴν δίφθογγον : καὶ γὰρ ἴστωρ καὶ πολύϊδρις καὶ ἴδμων διὰ τοῦ ι . Ἰστέον δὲ ὅτι ἡ μὲν | ||
ἄπειρος , καὶ πολύιδος : [ καὶ παραγόμενον , οἷον ἴδμων ] ἴστωρ . ἰστέον δέ , ὅτι τὰ κατὰ |
ΕΥ ΜΑΛΑ ΟΙΣΘΑ . Ὅτι τὸ οἶσθα οὕτω κανονίζεται , εἴδω τὸ γινώσκω , ὁ μέλλων εἴσω , ὁ μέσος | ||
. Ἡσίοδος ἐκ τοῦ ἥσις ἡ εὐφροσύνη , καὶ τοῦ εἴδω τὸ λέγω γίνεται Ἡσίοδος , ἐκβολῇ τοῦ ι καὶ |
, καὶ φυλάττοντα τὴν ει δίφθογγον : τὸ ἐσθίω : ἀτίω : ἀΐω : τὸν τόνον ἀμείψαντα , τὴν διὰ | ||
, γίνεται παρὰ τὸ τίω , τὸ τιμῶ , καὶ ἀτίω καὶ πλεονασμῷ τοῦ ζ ἀτίζω . εἰ δὲ σημαίνει |
τὸν Γανυμήδην παρέλαβεν ὡς θεὸν καὶ τὰ περὶ γλυκύτητα τῶν φιλημάτων εἰδότα . ἔστι δὲ ὁ νοῦς οὗτος : δοκεῖς | ||
πολλάκις γίνεσθαι ἀξιῶν , ὡς αὐτοῦ παρόντος ἄξιος εἴης τῶν φιλημάτων κριτής , καὶ τὸν μυθευόμενον Λύδιον λίθον τοῦ χρυσοῦ |
κέχηνα , σκορδινῶμαι , πέρδομαι , ἀπορῶ , γράφω , παρατίλλομαι , λογίζομαι , ἀποβλέπων εἰς τὸν ἀγρόν , εἰρήνης | ||
ζωγραφῶ , ἐπὶ τῆς γῆς ξύων τῷ δακτύλῳ . “ παρατίλλομαι ” , τὰς ἐκ τῶν μυκτήρων ἢ τῶν μασχαλῶν |
δῆρις δηρίω , ὡς κόνις κονίω [ καὶ μῆτις ] μητίω : τούτου τοῦ δηρίω ὁ παθητικὸς παρακείμενος δεδήριμαι , | ||
κατ ' ἰχθύων . μητίσαντο : ἐβουλεύσαντο , παρὰ τὸ μητίω : μῆτις ἡ βουλὴ καὶ ἐξ αὐτοῦ μητίω , |
Ἀττικοῖς ὀξύνονται . Πᾶν ῥῆμα εἰς Ω μονοσύλλαβον περισπᾶται : ζῶ κλῶ κνῶ θλῶ δρῶ , ἐὰν δρῶ , ἐὰν | ||
προσόδων εἰς ταῦτα ἐκποιουσῶν , οὐ καθάπερ ὑμῶν ἔνιοι δεκαζόμενος ζῶ καὶ μοιχεύων . καὶ κατέλεξέ τινας ἐπ ' ὀνόματος |
, ἔξω φρενῶν εἰμι . , ἄφρων εἰμί , μαινόμενος ὑπάρχω , παραφρονῶ . κύων ] σκύλος . . ἔπαιξε | ||
[ ἀηθέσσω ] ἀήθεσσον , ἀηθέσσω δέ ἐστι τὸ ἀήθης ὑπάρχω : καὶ χωρὶς τοῦ ἐν τῇ συνηθείᾳ [ ] |
τέ μοι αἰεὶ ἐν πάντεσσι πόνοισι παρίστασαι , οὐδέ σε λήθω κινύμενος : νῦν αὖτε μάλιστά με φῖλαι Ἀθήνη , | ||
καὶ Ὀδυσσεὺς καὶ Σωκράτης , οἱ λέγοντες ὅτι οὐδέ σε λήθω Κινύμενος . Πολὺ πρότερον οὖν ἀναγκαῖόν ἐστι περὶ ἑκάστου |
Πληθ . Ἐὰν τιθώμεθατιθῆσθετιθῶνται . Ἑνικά . Ἐὰν τεθῶμαιτεθῇτεθῆται : τέθεμαι τὸ ὁριστι - κόν , καὶ τροπῇ τῆς παραληγούσης | ||
καὶ ἀποβολῇ τοῦ κατ ' ἀρχὴν συμφώνου : ἦν οὖν τέθεμαι ἐτέθην : ἐπειδὴ γὰρ ἔδει πάντως εἰς θην λήγειν |
στενῶ , προσαγορεύω , ὁπλίζω , σφίγγω , λευκαίνω , βοηθῶ , βαστάζω , καταφιλῶ , πολεμῶ , μακαρίζω , | ||
, . . α . * . Ἀρκῶ : τὸ βοηθῶ : οὐδ ' ἤρκεσε θώρηξ χάλκεος , ὃν φορέεσκε |
βούλεται νομίσαι μανίαν εἴτε καὶ φιλοτιμίαν : διὰ γὰρ τῆς εἰρωνείας μᾶλλον , ἢ εἰ ἐξ εὐθείας ἐλέγετο , ηὔξηται | ||
. Γ ψυχήν γ ' ἄριστος Γ : τοῦτο μετὰ εἰρωνείας , ὡς δηλοῖ καὶ τὸ ἑξῆς . Γ ὅτι |
: γεννῶ . Ὠλένες : αἱ χεῖρες . Αἰδοῦμαι : ἐντρέπομαι . Αἰζηός : νέος . Αἱμύλος : ἀπατηλός . | ||
, κλαίω , ὁμολογῶ σοφιστεύω , ὑπισχνοῦμαι , νομίζω , ἐντρέπομαι , ἐνατενίζω , εὐλαβοῦμαι . : περιπλέκομαι , ἐπιλαμβάνομαι |
οἷον πάϊς παῖς , Πηλέϊ Πηλεῖ , εὐγενέα εὐγενῆ , εὐσεβέος εὐσεβοῦς : οὕτως οὖν καὶ Δημοσθενέοιν καὶ Δημοσθενοῖν περισπωμένως | ||
δίφθογγον κίρνανται , οἷον Δημοσθένεος Δημοσθένους , εὐγενέος εὐγενοῦς , εὐσεβέος εὐσεβοῦς . Καὶ λέγει ὁ Ἡρωδιανὸς ταύτην τὴν ἀπολογίαν |
σοῖς τεκμαίρομαι . τίς γὰρ ἂν ἀντὶ ῥαφανῖδος ὀξυθύμι ' εἰσορῶν ἔλθοι πρὸς ἡμᾶς ; ἅτερος πρὸς τὸν ἕτερον ὑπαλείφεται | ||
ἔχεις εὐδαίμονα , χαῖρ ' : ὕστατον γάρ ς ' εἰσορῶν προσφθέγγομαι . ἴτ ' , ὦ νέοι μοι τῆσδε |
: τῷ δὲ ἑκάστου τῶν ὑποκειμένων τῶν λοιπῶν πτωτικῶν , μετοχῆς ἄρθρου ἀντωνυμίας . Ὑποκείμενα δέ ἐστι τὰ ὄντα καὶ | ||
προτάττεσθαι καὶ τῶν ἄλλων πλαγίων τὸ ἄρθρον τὸ ὁ , μετοχῆς ἐπιφερομένης καὶ τῆς οὗτος ἀντωνυμίας μετὰ ῥήματος τοῦ ἔστιν |
μονοσύλλαβα διὰ τὰ ὑπὲρ μίαν συλλαβήν , οἷον διὰ τὸ χαρίεις χαρίεντος : πρόσκειται ὀνόματα διὰ τὰς μονοσυλλάβους μετοχάς , | ||
Ἄρτος δ ' ἀναλαβὼν ἐξένισεν ἡμᾶς καλῶς . ξένος γε χαρίεις ἦν ἐκεῖ μέγας καὶ λαμπρός . Λακεδαιμόνιοί θ ' |
καὶ χρηματιστικῶν , αὐτός τε ἄχθομαι ὑμᾶς τε τοὺς ἑταίρους ἐλεῶ , ὅτι οἴεσθε τὶ ποιεῖν οὐδὲν ποιοῦντες . καὶ | ||
„ εἶπεν „ οἱ κοινωνοῦντες ἐμοὶ ταυτησὶ τῆς στέγης , ἐλεῶ ὑμᾶς , ὡς ὑφ ' αὑτῶν ἀπόλλυσθε , οὔπω |
ἀπὸ Στίλπωνος εἰπεῖν „ ὦ Κράτης , λαβὴ φιλοσόφων ἐστὶν ἐπιδέξιος ἡ διὰ τῶν ὤτων : πείσας οὖν ἕλκε τούτων | ||
. τοιοῦτος μὲν οὖν ὁ μέσος , εἴτε εὐτράπελος εἴτε ἐπιδέξιος λέγεται . ὁ δὲ βωμολόχος σφόδρα ἐρῶν τοῦ γελοίου |
μετὰ τοῦ ζημιῶσαί τινα τῶν ἐχθρῶν καὶ τιμωρήσασθαι : ἐγὼ κασίγνητ ' : τοῦτο αὐτὸ , φησὶ , τὸ τινὰ | ||
διὰ στόμα πτηνοῖσι μύθοις ἀδαπάνως τέρψαι φρένα . ἐγώ , κασίγνητ ' , αὐτὸ τοῦτ ' ἔχειν δοκῶ , σωτηρίαν |
ῥῆμα μονοσύλλαβον , ἀπὸ τοῦ καλῶ συγκοπέν : οὗ μέλλων κλήσω . ὄνομα κλῆρος : ὁ καλῶν ἐφ ' ἑαυτὸν | ||
' ἕδραν , θηρονόμε Πάν , χθόν ' Ἀρκάδων , κλήσω γραφῇ τῇδ ' ἐν σοφῇ πάγκλειτ ' ἔπη συνθείς |
ὑπάρχοι , οἷον : Παφλαγών Λαιστρυγών ἀρηγών , πλὴν τοῦ καταπύγων : τὰ γὰρ ἀπὸ συνθέτων εἰς ΟΣ παραχθέντα κατὰ | ||
ἀσελγής δάνος . . . . ὁ . . . καταπύγων ] δράματα ἦσαν τοῦ Ἀριστοφάνους , τὸ ἐμὸν δηλονότι |
τοιούτου γυνή , κηδεσταὶ δὲ ὑμεῖς . ἢν δὲ καὶ τέκω προϊόντος τοῦ χρόνου , μήτηρ μὲν ἐγὼ δηλαδή , | ||
δισύλλαβα βαρύτονα διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γράφονται : πλέκω : τέκω : κρέκω : δέκω . Τὰ διὰ τοῦ ηκω |
κακοθάνατον : ἔτεκες ἀνόνητα : ἐπειδὴ οὐκ ἀπέλαυσεν αὐτοῦ : μηνίω : ὀργίζομαι σχετλιάζω : ἰὼ ἰὼ συζύγιαι Χάριτες : | ||
εἰ μὴ ὄνομα ἔχοι : ψίω λίω δηρίω μητίω κονίω μηνίω , ὃ διαφορεῖται [ ] κατὰ τὸν χρόνον . |
. οἴμοι : τί δράσω παραφρονοῦντος τοῦ πατρός ; πότερον παρανοίας αὐτὸν εἰσαγαγὼν ἕλω , ἢ τοῖς σοροπηγοῖς τὴν μανίαν | ||
μὲν ταῖς ἰδίαις ἄλλην οὐ δίδωσι τοῖς παισὶν ἢ τὴν παρανοίας γραφήν . τὰς μέντοι γε δημοσίας δέχεσθαι τοὺς ἄρχοντας |
ἀντίπαλον θανάτου . πάντα δ ' ὅσα σπλάγχνοισιν ἐνίσταται ἄλγεα παύω , βῆχά τε καὶ πνιγμόν , λύγγα τε καὶ | ||
βλέπειν . Λῆρος . λήθω λήσω , λῆρος : ὡς παύω παύσω , παῦρος . ἢ ἀπὸ τοῦ ῥέειν καὶ |
ἐξεύροντο σοφίσματα σύμφορα τέχνᾳ , πάντ ' ἔμαθ ' Ἑρμείαο διδασκόμενος παρὰ παιδί Ἁρπαλύκῳ Πανοπῆι , τὸν οὐδ ' ἂν | ||
ἐγώ φημι . ἐποίουν γοῦν καὶ τοῦτο κωλυόμενος , οὐ διδασκόμενος : ὥσπερ καὶ ἄλλα ἔστιν ἃ εἰργόμενος καὶ ὑπὸ |
: ὦδε : ἀβάλε : τὸ οὐαί : παπαί : βαβαὶ , οὐχ οὕτως ἔχοντα , διὰ τῆς αι διφθόγγου | ||
ἔχω . Δημοσθένους γε καὶ ταῦτα , ὦ Ἀρχία . βαβαὶ τῆς ἀηττήτου ψυχῆς καὶ μακαρίας , ὡς ἀνδρεῖον μὲν |
ἀλλοπαθές , ἐμὲ αὐτὸν ἔπαισα ἐμαυτὸν ἔπαισα , ἐμοὶ αὐτῷ ἐλάλησα ἐμαυτῷ ἐλάλησα . ἔνθεν τὰ κατὰ διάστασιν παρὰ τοῖς | ||
ἔσῃ , κύριε , τῇ δούλῃ σου , διότι ἐγὼ ἐλάλησα πονηρὰ ἐν ἀγνοίᾳ ἐνώπιόν σου . Καὶ τούτων γινομένων |
. . ὁ πρεσβύτης σχετλιάζων ἔξεισιν ὡς ὑπὸ τοῦ παιδὸς τετυμμένος . δῆλον δέ , ὅτι πάντα ταῦτα τῆς . | ||
καὶ τοῦ εἴην εὐκτικοῦ ῥήματος οὕτω καὶ ἐνταῦθα διὰ τῆς τετυμμένος μετοχῆς καὶ τοῦ ἐὰν ὦ ῥήματος ὑποτακτικοῦ . Τὸ |
μελλόντων , ῥηματικὰ ἐκπίπτει ὀνόματα διὰ τοῦ δ : οἷον φράζω φραδὴ , κομίζω κομιδή : οὕτως ἀπὸ τοῦ ὀπάσω | ||
. . Ἀφραδέως : ἀνοήτως , ἀπείρως : ἀπὸ τοῦ φράζω φραδής ἀφραδής ἀφραδέως , . , . . . |
καὶ κατὰ σύνθεσιν ἀπαφῶ , ἔνθεν τὸ ἀπαφίσκω , τὸ ἀπατῶ καὶ παραλογίζομαι . ἢ ἡ ἀπό τὸ ἄποθεν δηλοῖ | ||
δεῖνα ἀντὶ τοῦ σοφίαν διδάσκω . σοφίζομαι δὲ ἀντὶ τοῦ ἀπατῶ . Τὸ τὰ προσήκοντα πρὸς ἀνθρώπους ποιεῖν λέγεται δίκαιον |
φοιταλέου . φεῦ μόχθων οἵων , ὦ τάλας , ὀρεχθεὶς ἔρρεις , τρίποδος ἄπο φάτιν ἃν ὁ Φοῖβος ἔλακεν ἔλακε | ||
ᾖ : φεῦ ἰὼ ζεῦ οἵων μόχθων ὁ τάλας ὀρεχθεὶς ἔρρεις : ἐκτείνεται γὰρ τὴν διάνοιαν ὁ ἐπιθυμῶν . . |
, λέγω δὲ τῷ Καυκάσῳ χθονὶ ] ἤγουν τῷ ὄρει πελῶ ] πλησιάζω πόνους ] μόχθους χρῄζω ] χρείαν ἔχω | ||
σκληρᾷ καὶ πετρώδει , λέγω δὲ τῷ Καυκάσῳ . . πελῶ ] πλησιάζω . . χρῄζω διαπαντὸς ἀκοῦσαι ] θέλω |
. ἀνενδοιάστως : ἀπὸ τοῦ ἀνενδοιάζω , τοῦ σημαίνοντος τὸ ἀμφιβάλλω , συναυλίζομαι : καὶ οὐ μὴ συνδυάσω μετὰ τῶν | ||
. . . Ἀνενδοιάστως : ἀπὸ τοῦ ἀνενδοιάζω , τὸ ἀμφιβάλλω καὶ δοκῶ : γράφεται διὰ τῆς οι διφθόγγου πρὸς |
τοῦ Ι γράφονται , οἷον : ἀνιῶ , κοπιῶ , ἐρυθριῶ , πλὴν τῶν ἐχόντων ἀπὸ φωνῆς πρωτοτύπου τὴν ΕΙ | ||
μητιῶ : ἀτιῶ : μειδιῶ : ἀντωνιῶ : ἀκηδιῶ : ἐρυθριῶ : κοπιῶ : ἀγαλλιῶ : ἀξιῶ : μετριῶ : |
πρόσπολοι , δόμων πάρος , οὗ σῶμα μοχθῶν μυρίοις ζητήμασιν φέρω τόδ ' , εὑρὼν ἐν Κιθαιρῶνος πτυχαῖς διασπαρακτὸν κοὐδὲν | ||
, οἶμαι , βαδίζειν εἰς τὸ χωρίον τοῦ ἔργου : φέρω γὰρ ἐν ἐμαυτῷ τὰ τῆς ἐμῆς τέχνης ἀγάλματα , |
ὤφειλεν οὔτε ἐκτείνειν τὸ α : τὰ γὰρ διὰ τοῦ εια ὀξυνόμενα ἐκτείνοντα τὸ α ἐπὶ οὐσιῶν λαμβάνονται , οἷον | ||
ἀπὸ τῶν εἰς υς ληγόντων ἀρσενικῶν θηλυκὰ παρεσχηματισμένα διὰ τοῦ εια διὰ τῆς ει διφθόγγου γράφονται , οἷον ταχύς ταχεῖα |
πάντως τὸν αὐτόν : ἰδοὺ γὰρ τὸ μὲν ἱδρώς καὶ ἀπτώς καὶ ἀγνώς ὀξύνονται , τὸ δὲ ἱδρῶτος καὶ ἀπτῶτος | ||
Τὰ ἀπὸ παρακειμένου συντεθέντα διὰ τοῦ ΤΟΣ κλινόμενα ὀξύνεται : ἀπτώς ἀγνώς . Τὰ εἰς ΩΣ σύνθετα ἀπὸ τῶν εἰς |
δ ' αἰνῶς ἡδὺ ποτὸν πίνων . ἀπὸ οὖν τοῦ ἥδω ἥσω ἥσασθαι , καὶ τροπῇ τοῦ η εἰς α | ||
Ὦρον καὶ Σωκράτην πτωχὸν ἀδολέσχην ἔφη . ἢ παρὰ τὸ ἥδω , τὸ εὐφραίνομαι , οὗ ὁ βʹ ἀόριστος ἄδον |
λογίζω , Ὅμηρος ὁμηρίζω . τὸ δὲ ὀρτίζω προσελθόντος τοῦ αλ ἐποίησεν ὀρταλίζω . . . . Γ . , | ||
. ἢ ἀπὸ τοῦ τηρὸς ταρός , καὶ πλεονασμῷ τῆς αλ συλλαβῆς τάλαρος , ὁ εἰς τυρὸν ἐπιτήδειος . . |
, σά , ἅ . ἐντὸς δυϊκαὶ ἐκτὸς ἑνικαί , νωΐτερος , σφωΐτερος καὶ θηλυκῶς νωϊτέρα , σφωϊτέρα καὶ οὐθετέρως | ||
, καὶ τὴν ὑπὲρ αὐτὴν φύσει μακράν : οἷον , νωΐτερος : σφωΐτερος : ἡμέτερος : ὑμέτερος : τὸ σφέτερος |
. διότι . ἐχρῆν : Ἀντὶ τοῦ χρή . . πέπονθα : Ἔπαθα . . ἔπαθον . . δεινὰ : | ||
προτέρων φρενῶν ἀπολειφθεὶς καὶ μανείς : † ἄλλως : τί πέπονθα ἀπολειφθεὶς τῶν πρὸ τῆς μανίας φρενῶν : † ἄλλως |
ῥέξω πόρτιν Ἔρωτι καὶ αὐτᾷ βοῦν Ἀφροδίτᾳ . παρθένος ἔνθα βέβηκα , γυνὴ δ ' εἰς οἶκον ἀφέρπω . ἀλλὰ | ||
τὸ μέντοι μάτην μάταιος , καὶ τὸ βέβαιος παρὰ τὸ βέβηκα . τὰ δὲ παρώνυμα παρ ' οὐδετέρων γινόμενα ὀξύνεται |
καὶ καταρχὰς προσόδῳ τοῦ ε . Τέθεικα παρακείμενος ἀπὸ τοῦ θήσω μέλλοντος γίνεται τροπῇ τοῦ σω εἰς κα καὶ προσόδῳ | ||
. : Ἀθηνᾶ : . . . ἢ παρὰ τὸν θήσω μέλλοντα τὸν δηλοῦντα τὸ θηλάσω , οἷον „ γυναῖκά |
Τρῶας μάχεαι πρώτῳ ἐν ὁμίλῳ μοῦνος : ἀτάρ τοι ἑταῖρος ἀπέκτατο , τεύχεα δ ' Ἕκτωρ αὐτὸς ἔχων ὤμοισιν ἀγάλλεται | ||
κτῆμι ἔκταμαι ἐκτάμην ἔκτασο ἔκτατο καὶ μετὰ τῆς ἀπό προθέσεως ἀπέκτατο . . . . ἀπεμυθεόμην : ἀπηγόρευον , ἐκώλυον |
καὶ τὰς Ἐρεμβῶν ναυβάταις ἠχθημένας προβλῆτας ἀκτάς . ὄψεται δὲ τλήμονος Μύρρας ἐρυμνὸν ἄστυ , τῆς μογοστόκους ὠδῖνας ἐξέλυσε δενδρώδης | ||
ῥείθρων Ἑλώρου πρόσθεν ἐκτερισμένης : ὃς δὴ παρ ' ἀκταῖς τλήμονος ῥανεῖ χοάς , τριαύχενος μήνιμα δειμαίνων θεᾶς , λευστῆρα |
τῆς γενικῆς τῆς μετοχῆς τοῦ βʹ ἀορίστου , ἥτίς ἐστι τύπτοντος . Ὡσαύτως δὲ καὶ τὸ τύψοιμι χρόνου μέν ἐστι | ||
ὅταν ὁ τύπτων τυπτόμενον τύπτῃ καὶ ὁ τυπτόμενος ὑπὸ τοῦ τύπτοντος τύπτηται , κρίσις δέ , ὅτι ἐπιστήμη ἐπιστήμονος ἐπιστήμη |
ἀπορήσομεν : ἡ γὰρ τοῦ δυνάμει ποιητικοῦ καὶ τοῦ δυνάμει παθητικοῦ πρὸς ἄλληλα ἐντελέχεια κίνησίς ἐστιν . ἁρμόσει δὲ καὶ | ||
ἀλλὰ τὸν θηλαζόμενον χοῖρον : ἐνεργητικὸν γάρ ἐστιν ἀντὶ τοῦ παθητικοῦ . Βίβλινον οἶνον τὸν Θρᾳκικὸν ἀπὸ τόπου Θρᾴκης ἔχοντος |
ἰθαίνω , ἰθαίνεις , ἰθαίνει , ἰθαινάθυμος , ἰθαιγένης : μιαίνω , μιαίνεις , μιαίνει , μιαιφόνος : τὸ ἀλέξω | ||
ὄνομα γεγόνασι : φαίνω φαίνομαι , μαίνω μαίνομαι , ῥαίνω μιαίνω . τὸ μέντοι αἰνῶ περισπώμενον ἔχει τὸ αἶνος , |
οἷς ἐποχοῦνται οἱ ναῦται . . τοιαῦτα μηχανήματ ' ἐξευρὼν τάλας ] προειπὼν καὶ ἀπαριθμησάμενος ὅσα καλὰ καὶ ἀγαθὰ μηχανήματα | ||
. πρὸς αὐτὸν ἀπέτεινε τὸν λόγον : οἵων πραγμάτων ὁ τάλας ἐπιθυμήσας : οἴχῃ καὶ διέφθαρσαι ἀπὸ τοῦ τρίποδος δεξάμενος |
. ὑπ ' ἄλγεσι ] ἀντὶ ὑπὸ τῶν κοπετῶν . τορὸς ] σαφής . ὀρθότριξ ] ὀρθοῦσθαι ποιῶν τὰς τρίχας | ||
' ἄλγεσιν , πρόστερνοι στολμοὶ πέπλων ἀγελάστοις ξυμφοραῖς πεπληγμένων . τορὸς γὰρ [ Φοῖβος ] ὀρθόθριξ δόμων ὀνειρόμαντις , ἐξ |
γένος ἡ γυναικεία φρήν : ἄλλως : χρῆμα τῆς θηλείας φρενὸς τὸ φθονεῖν : ταῖς ὑπὸ τοῦ αὐτοῦ ἀνδρὸς γεγαμημέναις | ||
. . βαθεῖαν ἄλοκα ] βαθεῖαν ἔχων τὴν ἄλοκα τῆς φρενὸς , ἐξ ἧς φρενὸς φύεται τὰ ἀγαθὰ βουλεύματα . |
ἐπὶ τὰς νήσους . ΛΥΔΙΑ . Ἀπὸ Ἀντάνδρου καὶ τῆς Αἰολικῆς τὸ κάτω ἦν πρότερον μὲν δι ' αὑτὴν ἡ | ||
δέ φησιν Ἄνδροκλον τῆς τῶν Ἰώνων ἀποικίας , ὕστερον τῆς Αἰολικῆς , υἱὸν γνήσιον Κόδρου τοῦ Ἀθηνῶν βασιλέως , γενέσθαι |
φεύγειν ἠτυχηκότα φίλον . ταῦτα δὲ τρὶς ἤδη πρὸς σὲ βοῶ : τὸ μὲν πρῶτον ἐν γράμμασιν , ἔπειτα πρὸς | ||
ὡς διπλόος διπλόη , ὄγδοος ὀγδόη , ὡς ἔχει τὸ βοῶ βοήσω , γοῶ γοήσω : ἀκροῶ δὲ ἀκροάσω καὶ |
ἰξευτής : ἰξύς : ἴξω : σχίζω : καὶ τὸ ἧψα διὰ τοῦ η γραφόμενον οὐκ ἀντίκειται , κεκίνηται γάρ | ||
ὁμοίως καὶ ὁ ἀόριστος : ἔτυψα ἐποίησα . τὸ δὲ ἧψα καὶ οἶδα δισύλλαβα καὶ τὸ συνῆψα σύνθετον . τὸ |
ἐστίν : δύο μὲν ὑπὲρ δύο συλλαβάς : ἁρμόζω : δεσπόζω : καὶ δισύλλαβον ἓν τὸ ὄζω : τοῦτο δὲ | ||
, οὐδὲ προσλαμβάνει τὸ ἄρθρον , ἀνθρώπου ἀκούω , ἀγροῦ δεσπόζω . . Σὺν δυσὶν ἄρθροις λέγεται ἐν προσηγορικοῖς , |
θέλων ἀπὸ τῆς τῶν δηλωθέντων μοχθηρίας καὶ περὶ τὰ φαῦλα λιχνείας ἐμφανίσαι τὴν τῶν παιδευσάντων διδασκαλίαν . . . . | ||
, καὶ ὁ πορφυρεὺς αἰσθόμενος ἐθήρασε δεύτερος τὴν ὑπὸ τῆς λιχνείας προῃρημένην . Σκολόπενδρα θαλάττιον θηρίον , καὶ τῷ χερσαίῳ |
ἄνεμος , παρὰ τὸ ἀεῖν καὶ πνεῖν . ἀῶ , ἀήσω , ἀήτης . οὕτως Ἡσίοδος φησίν : διασκιδνᾶσιν ἀέντος | ||
, ἡ ἄγαν ἠχοῦσα , παρὰ τὸ ἄω τὸ πνέω ἀήσω ἄεσα καὶ ἄελλα , ἢ πάλιν ἀπὸ τοῦ ἄω |
: σεσημείωται τὸ φαίνω τὸ λάμπω , ἐπὶ γὰρ τοῦ φονεύω διὰ τοῦ ε ψιλοῦ : Φαίναξ ὄνομα κύριον : | ||
στορῶ : τορῶ : φρονῶ : χολῶ : φονῶ τὸ φονεύω : κορῶ : φθονῶ : τονῶ : λοχῶ , |
] ! ! αι διαλλαγαὶ ? [ ] [ ] υχω μειλίγματι [ ] δεκέμβολος † ἀπὸ δ ' αὖτε | ||
, πυκινός , ταχινός , ἀληθινός . Τὰ διὰ τοῦ υχω διὰ τοῦ Υ ψιλοῦ γράφονται , οἷον ψύχω , |
τὸ σμήχω ἔχει τὴν παραλήγουσαν φύσει μακράν . τὸ δὲ τρέχω ἔχει Ε , καὶ τὸ ἄρχω Α . Τὰ | ||
: Καὶ σκόπει ὅπως ὑψώσῃς . . μέλπω μολπάζω ὡς τρέχω τρόχω τροχάζω . . εἰς νέωτα . . . |
νωϊτέρα , τὸ νωΐτερον : ἀπὸ δὲ τοῦ σφῶϊ ὁ σφωΐτερος ἡ σφωϊτέρα τὸ σφωΐτερον : ἀπὸ δὲ τοῦ σφῶε | ||
ἐκτὸς ἑνικαί ] ? , νωΐτερος ? ? , [ σφωΐτερος , νωϊτέρα , σφωϊτέρα , νωΐτερον , ] [ |
' οὗ καὶ ἡ μήνη . Μῆτις . παρὰ τὸ μήδω , μήσω μέλλων . ῥηματικὸν ὄνομα μῆσις . καὶ | ||
εἰ μὴ χαρακτὴρ κωλύσῃ , οἷον δεύκω Πολυδεύκης Πολυδεύκους , μήδω Διομήδης Διομήδους , πείθω Διοπείθης Διοπείθους , φαίνω Ἀριστοφάνης |
γὰρ τὸ γίνω τὸ κατασκευάζω : κλίνω : κρίνω : τίνω τὸ ἀποδίδωμι , ὃ καὶ τίω λέγεται , ἐξ | ||
οἷον , σίνω : πίνω : φθίνω : κλίνω : τίνω τὸ ἀποδίδωμι , οὗ παράγωγον τὸ τιννύω : γίνω |
βέβαιος : φέριστος : φέναξ ὁ ἀπατεών : σεσημείωται τὸ φαίνω τὸ λάμπω , ἐπὶ γὰρ τοῦ φονεύω διὰ τοῦ | ||
ἕω ἐλάμβανε τὸν πλακοῦντα . ἐγὼ δείκνυμι : ἐνδείκνυμι καὶ φαίνω . ἐνδεικνύναι δὲ ἔλεγον τὸ καταγγέλλειν τινὰ κακουργοῦντα περὶ |
ἐν τῷ σώματι καὶ ταπεινώσῃς αὐτὴν καὶ εἴπῃς , οὐδὲν νοῶ , οὐδὲν δύναμαι : φοβοῦμαι τὴν θάλασσαν , εἰς | ||
εἰς τὸ ω κίρνανται , οἷον ποιέω ποιῶ , νοέω νοῶ : εἰ γὰρ ἐγένετο ἀπὸ τῆς κοινῆς γενικῆς ἡ |
. ποῖον τοῦτο ; ἄκουε καὶ μάνθανε : ἐπέδωκα : ἐπαινοῦμαι τῆς ἐπιδόσεως χάριν : ἦρξά τινα ἀρχήν . εἶτα | ||
μοι περὶ τῶν αὐτῶν τοῖς ἄλλοις δήπου . ἐπέδωκα : ἐπαινοῦμαι διὰ ταῦτα , οὐκ ὢν ὧν ἔδωχ ' ὑπεύθυνος |
γράφει τὴν παραλήγουσαν : οἷον , βοῶ : γοῶ : θροῶ : νοῶ : ποῶ , καὶ ἐν πλεονασμῷ τοῦ | ||
καθαρὸν παραληγόμενα τῷ Ο μόνῳ περισπᾶται : νοῶ βοῶ γοῶ θροῶ ποῶ μακκοῶ . αἱ μέντοι ἐντέλειαι τῶν περισπωμένων βαρύνονται |
] τουτονὶ μὲν οὖν ὁρῶ ] ν χαῖρε πολλά , Φαίδιμε ] ! γ ' ἀκούϲαϲ ὅτι πάρει : εὐθύϲ | ||
ὥϲ φηϲι παῦϲαι , μηθὲν εἴπηιϲ , πρὸϲ θεῶν , Φαίδιμε . τί δ ' ἐϲτί ; μεταμελήϲει [ ϲοι |
φίλιον ἐν δόμοις : θάνατος οὐ πόρσω . βοᾶι φόνου φροίμιον στενάζων ἄναξ . ὦ πᾶσα Κάδμου γαῖ ' , | ||
ἐγώ νιν οἷδα καὶ σὺ χοἰ πεπονθότες . Μενέλαε , φροίμιον μὲν ἄξιον φόβου τόδ ' ἐστίν : ἐν γὰρ |
τέρπει γυναῖκα . ” πρὸς τοῦτο οὐχ ὑπήνεγκεν ἡ Λευκίππη ληροῦντα τὸν Σωσθένην , ἀλλ ' : “ Ὦ κακὸν | ||
σέ , ὃς ὑπ ' αἰδοῦς , οἶμαι , ἀνέχῃ ληροῦντα ἤδη τοσαῦτα ἔξω τοῦ πράγματος . Εἰπέ μοι , |
τὸ τ διὰ τὸ δότης δότου καὶ θύτης θύτου καὶ πλύτης πλύτου : ταῦτα γὰρ ἔχοντα ἐπ ' εὐθείας τὸ | ||
ἐνεστῶτος ἔχει , ὅπερ ὁ κανὼν ἐπεζήτησεν : ὅθεν τὸ πλύτης εἰ γένοιτο πλύνης διὰ τοῦ τος κλίνεται . Δοκεῖ |
καὶ θεῶν ὁμογνίων ἐξέλθετε , ἀμύνατε , ἐλευθερώσατε , τῆς ἰδίης φιλοτιμίης μηδὲν ἐλλείποντες . Πρεσβευτικὸς Θεσσαλοῦ Ἱπποκράτους υἱοῦ . | ||
, ἐπέγραψε : Πραξιτέλης ὃν ἔπασχε διηκρίβωσεν Ἔρωτα , ἐξ ἰδίης ἕλκων ἀρχέτυπον κραδίης , Φρύνῃ μισθὸν ἐμεῖο διδοὺς ἐμέ |
βασιλήων : ἄλλον κ ' ἐχθαίρῃσι βροτῶν , ἄλλον κε φιλοίη . κεῖνος δ ' οὔ ποτε πάμπαν ἀτάσθαλον ἄνδρα | ||
οὐκ ἔστι φιλία . ἔτι δὲ οὐδὲ εἴ τις ἄνθρωπον φιλοίη καὶ βούλοιτο αὐτῷ τὰ ἀγαθά , τὸ τοιοῦτον ἀνάγκη |
. βιᾶται δ ' ἁ τάλαινα πειθώ , προβούλου παῖς ἄφερτος ἄτας . ἄκος δὲ πᾶν μάταιον . οὐκ ἐκρύφθη | ||
ἀθλία . προβουλόπαις ] ἡ προβουλευομένη πλουτῆσαι τοὺς παῖδας . ἄφερτος ] ἀφόρητος . Ἡ θεραπεία τῆς ἐπιθυμίας αὐτῶν διάδηλος |
τοῦ ποιητοῦ . Χρεμύλος γὰρ ἀπὸ τοῦ χρέος καὶ τοῦ αἱμύλος ὁ ἀπατεών , ὁ ἀπατῶν τοὺς χρεοφειλέτας : καὶ | ||
δὲ ἦσαν ἐρασταὶ πάνυ πολλοί . εἷς δέ τις αὐτῶν αἱμύλος ἦν , ὃς οὐδενὸς ἧττον ἐρῶν ἐπεπείκει τὸν παῖδα |
μὴ συνδυάσω μετὰ τῶν ἐκλεκτῶν αὐτοῦ , ἀντὶ τοῦ , ἀνενδοιάζω γίνεται ἐκ τοῦ δοάζω , τοῦ σημαίνοντος τὸ ἀμφιβάλλω | ||
δοάζω , καὶ δοιάζω πλεονασμῷ τοῦ ι καὶ ἐνδοιάζω καὶ ἀνενδοιάζω , τὸ ἀδιστάκτως καὶ ἀναμφιβόλως , . , , |
, ἱερόσυλος : πλὴν τοῦ λείπω ἐλλιπής : λήβω , εὐλαβής : φαίνω , ἐμφανής . Πῆρα ὁ θύλακος τὸ | ||
πτοούμενος , ταπεινός , μικρόψυχος , ἀσχήμων , ἀπρεπής , εὐλαβής . οὐδ ' ἂν σάλπιγγος ἀνάσχοιτο , οὐδ ' |
– – ] φαίνω , ξενίαν τε [ φιλάγλαον ] γεραίρω , τὰν ἐμοὶ Λάμπων [ ˘˘˘˘ – – ] | ||
Παφίῃ κλέος προσάπτει . Ἄγαμαι φύσιν πετήλων , κάλυκας πλέον γεραίρω διὰ τῶν ῥόδων γὰρ ἄρτι σοφίης κρατοῦσα λάμπω . |
τὸν υἱὸν σωκρατίζειν [ προτρέπεται . καὶ τῆς περὶ αὐτὸν ψυχρολογίας διατριβὴ ἱκανὴ λόγων τ ' ἀπόνοια πρὸς τοὐναντίον . | ||
. δότε μοι λεκάνην : ὡς ναυτιῶν ὑπὸ τῆς ἐκείνου ψυχρολογίας τοῦτό φησιν . λείπει τὸ ” ἵν ' ἐμέσω |
: εἴμ ' Ὀδυσεὺς Λαερτιάδης , ὃς πᾶσι δόλοισιν ἀνθρώποισι μέλω , καί μευ κλέος οὐρανὸν ἵκει . οἱ δ | ||
σαφὲς ὅτι ἐκ πρώτου καὶ δευτέρου γεγενημένον , λέγω τοῦ μέλω , μέλεις . καὶ εἰ δίδοται τὰ τῆς συντάξεως |
ϲὲ ] ε τὸμ πατέρα δὲ τουτονὶ ] ντα τὸν τῶγ γεγονότων ] ν ? ὡϲ ἔοικε πραγμάτων ] γοϲ | ||
] ? [ ] ? [ ἐρεῖν , ἕκαϲτον ἀπὸ τῶγ γραμμάτων ῥηθήϲεται ? [ , ἃ δὴ νόμωι ϲτοιχεῖα |
αὐτῶν Ἰωάννου Χάρακος . Πρῶτος δὲ κείσθω ὁ περὶ τῶν μονοσυλλάβων : τὰ εἰς ων μονοσύλλαβα καὶ ὀξύνεται καὶ προσθέσει | ||
τὸ τ ἐν τῷ ῥήματι . Φιλόξενος ἐν τῷ περὶ μονοσυλλάβων ῥημάτων . Τηλοῦ . παρὰ τὸ τέλος τελοῦ ἐστὶ |
καιρίας διὰ μέσης τῆς ἀγκύλης διεκβάλλονται . καὶ οὕτως ἐκ περιθέσεως ὁ προκείμενος γίνεται βρόχος . Καιρία προσλαμβάνεται , καὶ | ||
πόνους , καὶ πρὸς τούτοις ὅσα διὰ τῆς τῶν ἁμμάτων περιθέσεως τρίβουσιν . συγκινοῦσιν ἡμῖν καὶ τὰ κάτω τῶν φρενῶν |
μετοχῆς τοῦ ὁριστικοῦ παθητικοῦ αʹ ἀορίστου , ἥτις ἐστὶν ὁ τυφθεὶς καὶ κλίνεται τοῦ τυφθέντος τοῦτο παράγει , τρέπον τὸ | ||
. Οὗτος γὰρ ὁ Ἀντισθένης Κυνικὸς ἦν φιλόσοφος ὅς , τυφθεὶς καὶ πληγεὶς τὸ πρόσωπον , λαβὼν χαρτίον καὶ ἐγγράψας |
πλακοῦντας , δενδαλίδας , ταγηνίας . Γέννα ὁ οὗτος ὀλίγον ἄναγε ἀπὸ τῆς διφροφόρου : χρηστὸς εἶ καὶ κόσμιος . | ||
Ὑμέναι ' Ὑμήν . χόρευε , μᾶτερ , χόρευμ ' ἄναγε , πόδα σὸν ἕλισσε τᾶιδ ' ἐκεῖσε μετ ' |
ἀφ ' οὗ . Δόλου : παρὰ τὸ δέω τὸ δεσμῶ τοὺς ἁλισκομένους , ὡς τό : ἀλλά σφωε δόλος | ||
προστακτικόν ἐστι καὶ κανονίζεται οὕτω : δέω , δῶ τὸ δεσμῶ : δέομαι , δοῦμαι : ἐδεόμην , ἐδούμην : |
φωνήεντος ποιοῦντος συλλαβήν : καὶ συλλαβῆς μέν , ὡς ὁμόπατρος ὄπατρος : φωνήεντος δέ , ὡς πατέρος πατρός . Διαίρεσις | ||
Αἴας , καί οἱ Τεῦκρος ἅμ ' ᾖε κασίγνητος καὶ ὄπατρος : τοῖς δ ' ἅμα Πανδίων Τεύκρου φέρε καμπύλα |
κτητικῇ , κἂν δύο κτήσεις ἐνοοῦντο ἐν τῷ ἐμαυτοῦ δοῦλον ἔπαισα μία δέ ἐστι : μετάξαντες γοῦν εἰς τὴν ἐγκεκλιμένην | ||
καὶ τὴν αὐτός εὐθεῖαν ἐγκεῖσθαι , ὅθεν καὶ τὸ ἐμαυτὸς ἔπαισα πλάγιον μὲν νοεῖσθαι ἐν τῇ ἀρχούσῃ κατὰ σύνθεσιν , |
ἐρέω τυραννίδος : ἀπόπροθεν γάρ ἐστιν ὀφθαλμῶν ἐμῶν . ” κλαίω τὰ Θασίων , οὐ τὰ Μαγνήτων κακά . ἥδε | ||
: „ ἀλλ ' ἔγωγε οὐ τοσοῦτον ἐπὶ τοῖς τέκνοις κλαίω , ὅσον ὅτι ἐν τούτῳ τῷ τόπῳ ἠδίκημαι , |
οὕτως εὗρον ἐν Ἐπιμερισμοῖς τῆς Α . . . . ᾄδω : ἀπὸ τοῦ εἴδω γίνεται ἀείδω καὶ ἀποβολῇ τοῦ | ||
τοῦ ι ἀμύσσω , ὡς μάθω μάθος καὶ μῦθος , ᾄδω ὕδω , τὸ ὑμνῶ : σημαίνει δὲ τὸ αἱματῶ |
: τύπτων λοιδορεῖσθαι : ὑβρίζειν πρῖνος : εἶδος ξύλου οὐκ ἀναδύομαι : οὐ φοβοῦμαι , οὐ παραχωρῶ ἐμμέλειαν : τὴν | ||
, καὶ σφόδρα ὢν ἐγγὺς ἤδη καὶ πρὸς αὐτῶι παντελῶς ἀναδύομαι . καὶ τῶν πρότερόν μοι μεταμέλει μηνυμάτων : λέγει |
μάχεσθαι , ἀγχοῦ δ ' ἱστάμενος προσέφη αἰσχροῖς ἐπέεσσι : Δύσπαρι εἶδος ἄριστε γυναιμανὲς ἠπεροπευτὰ ποῦ τοι Δηΐφοβός τε βίη | ||
ἁρπαγῆς , ὥς φησιν Ὅμηρος : λέγει γὰρ οὕτως : Δύσπαρι , εἶδος ἄριστε , γυναιμανές , ἠπεροπευτά , αἴθ |
ἐκλαλῶ , ἀλλοτριοῦμαι , ἐκπαλαίω , μυθολογῶ , λαλῶ , συρίζω , ἀπατῶ , μωραίνω , κλέπτω , κατασκευάζω , | ||
τ τρέπουσι , τύ λέγοντες ἀντὶ τοῦ σύ . Τὸ συρίζω τυρίσδω λέγουσιν : ἐπὶ δὲ τοῦ δευτέρου καὶ τρίτου |
τυρία ψύχονται καὶ ξηραίνονται καὶ κατασκευάζονται ἀπὸ τοῦ ταρσύνω τὸ κατασκευάζω , καὶ Ταρσὸς πόλις καὶ τὸ ἄκρον τῆς πτέρυγος | ||
ἀσπίδος ὀμφαλοέσσης . ἀμφότερα δὲ ἀπὸ τοῦ τεύχω , τὸ κατασκευάζω , γέγονεν , οἷον τεύχω τεύξω τεύξ καὶ τύξ |
τὰ Ἀρχιλόχου καὶ τῶν Ὁμήρου Ἐπικιχλίδων τὰ πολλὰ διὰ τῆς ἐμμέτρου ποιήσεως τούτων ἔχεταί τινος τῶν παθῶν , ἀλλὰ καὶ | ||
. ἀμφότερα δὲ τὰ προειρημένα πολλοὶ τῶν ποιητῶν δι ' ἐμμέτρου ποιήματος μεμαρτυρήκασι : τὴν μὲν καχομιλίαν ἐν τοῖσδε , |
Διὸς ἔκγονος , μέλεος Ἑλλάς , ἃ τὸν εὐεργέταν ἀποβαλεῖς ὀλεῖς μανιάσιν λύσσαις χορευθέντ ' ἐναύλοις . βέβακεν ἐν δίφροισιν | ||
ποτέ . Οὔ φημ ' ἐάσειν . Ἀπό μ ' ὀλεῖς , ἢν προσθίγῃς . Καὶ δὴ μεθίημ ' , |
αἰτία . ταῦτα δέ φησι παραθαρσύνων αὐτούς . Αἰσονίδη , τύνη δέ : ἐπειδή , φησίν , ἅπαξ ἐφύγομεν τὰς | ||
περ κεῖσθαι , ἐπεὶ δὴ πρῶτα θεῶν ἰότητι δαμάσθη : τύνη δ ' Ἡφαίστοιο πάρα κλυτὰ τεύχεα δέξο καλὰ μάλ |