ἀντὶ τοῦ θαυμαστὴν ἡγῇ , τουτέστιν : θαυμάζων διατελεῖς , μακαρίζων ἐπ ' αὐτῇ σεαυτόν . ἢ σέβεις τιμᾷς . | ||
ὦ Ἐχέκρατες : ὃ μὲν γὰρ ἤρετο ὡς θαυμάζων καὶ μακαρίζων τὸν παραγενόμενον , ὃ δὲ ἀποκρίνεται σεμνυνόμενος καὶ μεγαφρονῶν |
. Ὀρθῶς γὰρ οἴει , ὦ Σώκρατες , καὶ δικαίως ὑπολαμβάνεις . Ἴθι νυν καὶ σὺ τὴν ἀπόκρισιν ἣν ἠρόμην | ||
Ἀλλ ' ἄρα , ὦ Ἱππόκρατες , μὴ οὐ τοιαύτην ὑπολαμβάνεις σου τὴν παρὰ Πρωταγόρου μάθησιν ἔσεσθαι , ἀλλ ' |
' ἔδει : νῦν δ ' οὐκ ἔχεις : κενὸν εὕρηκα τὸ φάρμακον πρὸς τὸ κενόν : οἰήθητι δ ' | ||
ἄλλα τὰ ὁμο - γενῆ τούτοις ἁπλῶς ὑπὸ οὐδενὸς νενοημένα εὕρηκα . πάντα δὲ τὰ λεχθέντα , ὅσοις οὐκ ἐντέτευχα |
. ταῦτα κατιδὼν ὑπό τι μικρὸν ἐπιθήκισα : εἶτα νῦν ἐξηπάτησεν ἡ χάραξ τὴν ἄμπελον . ἰὼ χελῶναι μακάριαι τοῦ | ||
μῆλον αἰδεσθεῖσα καὶ χαλεπῶς ἤνεγκεν , ὥσπερ ὅτε Κυδίππην Ἀκόντιος ἐξηπάτησεν . Ἑρμοχάρει δὲ αἰτησαμένῳ κατῄνεσε τὸν γάμον ὁ πατὴρ |
τοῦτο μὴ διδάξεις μηδένα . ἰδού . τί ἐστιν ; ὤμοσας νυνὶ Δία . ἔγωγ ' . ὁρᾷς οὖν ὡς | ||
ἵλεως μὲν ὁ Ἀκινάκης καὶ ὁ Ἄνεμος εἶεν , οὓς ὤμοσας : εἰ δ ' οὖν τις ἀπιστοίη αὐτοῖς , |
ἀνθρώποις κακόν . Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά . Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ ' ἔμφρων πατήρ . Φίλους ἔχων | ||
γίγνεται κακά . Ὑπερήφανον πρᾶγμ ' ἐστὶν ὡραία γυνή . Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ ' ἔμφρων πατήρ . Ὕπνος πέφυκε |
εἶτα παράγραφος . στροφὴ ἑτέρα κώλων ιβʹ . ἡμέτερα + ἀνδροκμήτας : στροφὴ ἑτέρα κώλων χοριαμβικῶν ιβʹ . ἐπὶ τῶι | ||
αὕτη τῆς ἄνω ἐστὶ στροφῆς , ἧς ἡ ἀρχὴ ” ἀνδροκμήτας “ : κώλων γάρ ἐστι καὶ αὕτη ιβʹ . |
. ὅσον προσήκει μὴ γένους κοινωνίαν ἔχοντι λύπης τὸν σὸν οἰκτίρω γόνον . ὄλοιτο μὲν Οἰνεΐδας , ὄλοιτο δὲ Λαρτιάδας | ||
Κατάρατο , τολμᾷς ἀποτανουμένη λαλεῖς ; Ὦ παρθέν ' , οἰκτίρω σε κρεμαμένην ὁρῶν . Οὐ παρτέν ' ἐστίν , |
εἶναι πρῶτον οὐκ ἐπίστασαι . πῶς δ ' οὐχί ; τἄμ ' ὀλωλόθ ' εὑρίσκων ἄγω . ποίοισιν εἰπὼν προξένοις | ||
οἷά τ ' εἰργάσω . σὺ δ ' οὐκ ἔμελλες τἄμ ' ἀτιμάσας λέχη τερπνὸν διάξειν βίοτον ἐγγελῶν ἐμοὶ οὐδ |
προσέοικε τἀγαθά . ταῦτα μὲν οὖν ὡς οἷόν τε ἦν ἐμιμησάμην , ἅτε οὐκ ἔχων ὀνομάσαι . συνεχῶς δὲ ἀστράπτοντα | ||
' ἑκάστην εὐχόμενος , τοιαύτην ὑπόθεσιν γράφω , σὲ ζηλῶν ἐμιμησάμην τοὺς πολεμίους κατὰ τοῦ γένους , καὶ πρᾶξιν ἀνήκεστον |
δ ' ἀσθενείαι τὸν πόθον διώλεσας . ἐπεί ς ' ἔπαυς ' ἂν δοῦλον ἐννέποντά με καὶ τάσδε Θήβας εὐκλεῶς | ||
. ὀργῇ δὲ φαύλῃ πόλλ ' ἔνεστ ' ἀσχήμονα . ἔπαυς ' ὁδουροὺς λυμεῶνας ἔσῳσα δούλην οὖσαν : οἱ γὰρ |
ὑποπίνων , ἐκ μιμήσεως τῆς τῶν παίδων φωνῆς . ΓΘ βρύλλων ] πίνων , κερδαίνων . βρύλλων ] ἐξαπατώμενος ὑπό | ||
ἠλιθιάζω ] προσποιοῦμαι ἠλίθιος εἶναι , ἤγουν ἑκὼν ἀνοηταίνω . βρύλλων : ἐξαπατώμενος , ὑποπίνων καὶ μεθύων . Σύμμαχος δὲ |
δ ' ἴδιον , κρύσταλλος . οὐθεὶς πώποτε ταύτην λαβὼν ἀπώλες ' . ὦ τάλας ἐγώ , οἵῳ μ ' | ||
τοῦ συγγενοῦς . καὶ ἐν Βάκχαις [ ] Βρόμιος ἄναξ ἀπώλες ' οἰκεῖος γεγώς : νυμφευμάτων μὲν τῶν ἐμῶν : |
δύνασθαι λέγειν δόξαν συλλέγειν . μὴ τοίνυν ἀποκάμῃς σαυτόν τε ὠφελῶν καὶ ἐμέ : τὸ γὰρ αὐτὸ σὲ μὲν ἐν | ||
ἐμοῦ . . μάτηνπονήσεις ] οὐ γὰρ εἰσακουσθήσῃ . οὐδὲν ὠφελῶν ] ἐμέ . . ἐκποδὼν ] μακρὰν ἐκείνου . |
ἐν αὐτοῖς ὑπῆρχε καὶ πονηρόν . ὥστε , εἰ τοιαῦτα τιμᾷς , ἀμείνων ἂν εἴης ἀγνωμονῶν . Οἱ τὰς ἀρχὰς | ||
τῶν Βοιωτῶν , ὅτι εἶεν Βοιωτοί . Τῷ μὲν ἐπιστέλλειν τιμᾷς , ὧν δὲ ἐδεήθημεν τυχεῖν , ταῦτα οὔτε ποιῶν |
ῥητορικῆς καθάπαξ ὡς κολακείας κατηγορεῖς , καὶ ὅπου τοὺς ἄνδρας ἀφῆκας οὓς ᾐτιάσω , πῶς ἐλέγχεις ῥητορικὴν ἣν αὐτὸς καὶ | ||
πονηρὸν οἰόμενος ἐπέδησας , μεταπεισθεὶς δὲ ὡς οὐδὲν ἠδίκουν ἐλεύθερον ἀφῆκας εἶναι , ἆρ ' ἄν σοι πρὸς καιρὸν ὀργισθέντι |
αὖ : Νῦν πόλεως ὑπερμαχεῖς , νῦν καλλίνικος γενόμενος σκήπτρων κρατεῖς . τάδ ' ἠγόρευον παρακαλοῦντες ἐς μάχην . μάντεις | ||
; μὴ σύ γ ' : ἀλλ ' , ἐπεὶ κρατεῖς , ἀρετὰς δίωκε . καὶ γὰρ ὅστις ἂν βροτῶν |
εἰς τοὺς γείτονας . Γύμναζε παῖδας : ἄνδρας οὐ γὰρ γυμνάσεις . Γονεῖς δὲ τίμα καὶ φίλους εὐεργέτει . Γυνὴ | ||
. τί ληρεῖς ; οὐκ οἴκαδ ' ἐλθὼν τὴν σεαυτοῦ γυμνάσεις δάμαρτα ; Φοροῦσιν ἁρπάζουσιν ἐκ τῆς οἰκίας τὸ χρυσίον |
δῆτ ' ἂν ἥδιστ ' αὐτὸν ἐπεγείραιμι ; πῶς ; Φειδιππίδη , Φειδιππίδιον . τί , ὦ πάτερ ; κύσον | ||
ἀδίκους . νικᾶν ] τοὺς δικαίους . σκέψαι ] ὦ Φειδιππίδη . ὡς ] ὅτι , πῶς . δειλὸν ποιεῖ |
ὀδόντας αὐτοῦ ὁρᾷς ; αἱ μὲν γὰρ χάριτες , ὦ Διοσκόρω , πολλαί , καὶ μάλιστα ὁπόταν ᾄδῃ καὶ ἁβρὸς | ||
. Εὖ γ ' , εὖ γε ποιήσαντες , ὦ Διοσκόρω . Ἴσως ἂν εὖ γένοιτο : θαρρεῖτ ' , |
; ἐπὶ τί κλάεις σεαυτόν ; ἢ οὐδὲ σὺ ταῦτα ἐμελέτησας , ἀλλ ' ὡς τὰ γύναια τὰ οὐδενὸς ἄξια | ||
Θησέα προσβλέποντα αὐτὸν οἰκτείρειν : πολλῷ γε μᾶλλον : σαυτὸν ἐμελέτησας μᾶλλον σέβειν ὑπὲρ τοὺς τεκόντας [ ἢ καλῶς ποιεῖν |
ὁ Εὐβίοτος μηδένα παρεῖναι ἐν τῇ σκηνῇ , ἀλλ ' ἐξήλαυνεν ἅπαντας ὡς ἄν ? τινων δυσχερῶν αὐτῇ περὶ Σαυροματῶν | ||
σῦς καὶ ἄδικοί τινες ἄνθρωποι καὶ θηριώδεις , οὓς ἐκεῖνος ἐξήλαυνεν καὶ ἐκάθαιρεν ; καὶ τί ἂν ἐποίει μηδενὸς τοιούτου |
καὶ καταισχύνας ἐμέ . κἀγὼ μὲν ἡ τεκοῦσα κοὐδὲν αἰτία ἔκρυψα πληγὴν δαίμονος θεήλατον , σὺ δ ' , εὐπρεπῆ | ||
; ἀμφότερα γὰρ ἄπορα . λαβὼν δὲ δὴ πῶς ἂν ἔκρυψα καὶ τοὺς ἔνδον καὶ τοὺς ἔξω ; ποῦ δ |
δὲ γᾶ , ὅ ἐστιν : ἱκανή ἐστιν ἡ πόλις ἀμείψασθαι τὰς εὐεργεσίας : εὔκολα : † χώρει σὺ καὶ | ||
φοιτῶντος , καὶ παραμείνας χρόνον ἔτυχεν ἰάσεως . ὑπὲρ τούτου ἀμείψασθαι τὴν εὐεργεσίαν βουλόμενος ἔγραψεν ἓξ λόγους τοὺς ἱεροὺς λεγομένους |
. ὁρῶντες γὰρ ὑπεριδόντα σε τοῦ πατρός , ᾧ πᾶσαν εἰώθεις αἰδῶ τε καὶ θεραπείαν προσάγειν , εἰκόνι σοι χρήσονται | ||
σύνοικος ἠρώτα “ πῶς οὐδὲν ἦλθες ἄρας , ὡς πρὶν εἰώθεις ; ” ὁ δ ' εἶπε “ πῶς γάρ |
ἱκετεύσω σε : εἰ γὰρ καὶ σὺ δῆτα ? ? ἠθέλησας ἐγὼ οὐ συνεχώρουν : τῶν μὲν τῶν νεκρῶν . | ||
' αὐτὸς ζητεῖν ; Οὐκ ἔστιν . Τί δέ ; ἠθέλησας ἂν ζητῆσαι ἢ μαθεῖν ἃ ἐπίστασθαι ᾤου ; Οὐ |
καὶ τῶν σεμνῶν τούτων ἐρωτημάτων : ἐπίασιν Μῆδοι , πῶς φυλάξομαι ; κἂν ὁ θεὸς μὴ συμβουλεύῃ , τὰς τριήρεις | ||
οὐκ ἀποσχήσομαι , οὐ παύσομαι , οὐκ ὀκνήσω , οὐ φυλάξομαι , οὐ παραιτήσομαι , οὐκ ἀναδύσομαι , οὐκ ἀποστήσομαι |
αὐτῇ κατεσκεύαζες πολίτην πιστὸν καὶ αἰδήμονα , οὐδὲν ἂν αὐτὴν ὠφέλεις ; ναί . οὐκοῦν οὐδὲ σὺ αὐτὸς ἀνωφελὴς ἂν | ||
σκαιός τίς ἐσσι καὶ φίλοισιν ἀγνώμων , ὃς προσκυνοῦντας οὐδὲν ὠφέλεις ἥμας , ἀγαθοῖς δὲ πολλοῖς ὑβρίσαντας ἠμείψω . τὴν |
ἡμᾶς καλῶς ἐκμήναντα θεόν , ὡς ἐγὼ καὶ βραχύ τι ἀποσπασθεῖσα σοῦ οὔτε ζήσομαι οὔτε τὸν ἥλιον ὄψομαι . Ταῦτα | ||
φρένες . τίς νιν ἀνθρώπων τέκεν ; ποίας δ ' ἀποσπασθεῖσα φύτˈλας ὀρέων κευθμῶνας ἔχει σκιοέντων , γεύεται δ ' |
' ὅλως ; τοιοῦτόν ἐστι τοῦτο ; πάνυ γε , βάρβαρε . τοῦ θηριώδους καὶ παρασπόνδου βίου ἡμᾶς γὰρ ἀπολύσασα | ||
ἔχων ἐν τῷ πνεύμονι . . ἐγώ σε προσκυνήσω , βάρβαρε ; κρείττων Ζώπυρος ἑκατὸν Βαβυλώνων . . . . |
, εἰ τὸν ἄνδρα ἡδέως ἴδοις καὶ ποιήσαις δῆλον ὅτι μέμφῃ τὰ περὶ αὐτὸν πεπραγμένα . ἔστι δὲ καὶ γένους | ||
ὄντι μοι περὶ σὲ οἷος ὢν περὶ ἐμὲ ἔπειτά μοι μέμφῃ . ἐγὼ μέν γέ σοι ἤγαγον συμμάχους , οὐχ |
καὶ μάλιστα τοὺς τὴν φρουρὰν τῆς γεφύρας καὶ τὴν ἐπιμέλειαν πεπιστευμένους , ἀναπεῖσαι μετὰ τὸ διαβῆναι τὸν Μαξιμῖνον λύσαντας τὴν | ||
Ἰωαννίκιον ἐκάλουνἀπῄει παιδιᾶς χάριν πρὸς τοὺς τὴν ἔξω τῆς πόλεως πεπιστευμένους φρουρὰν στρατιώτας καὶ ἀγρυπνοῦντας ἅπαντας ἐκείνους εὑρὼν ἐπαίνων ἠξίου |
. καὶ διαπρεσβεύομαι . πρεσβεύω δὲ τὸ πρέσβις πέμπομαι . πρεσβεύω λέγεται καὶ τὸ τιμῶ . ὡς παρ ' Ἀριστείδῃ | ||
πρὸς τὸν Πέρσην τὸ πρέσβεις πέμπω . καὶ διαπρεσβεύομαι . πρεσβεύω δὲ τὸ πρέσβις πέμπομαι . πρεσβεύω λέγεται καὶ τὸ |
ς ' ἀνέμνησεν κακῶν ; ἢ τὰς Ὀρέστου τλήμονας φυγὰς στένεις καὶ πατέρα τὸν ἐμόν , ὅν ποτ ' ἐν | ||
θεοὺς ἐγὼ πυθέσθαι βούλομαι τί τὸ πρᾶγμα τουτί . Τί στένεις ; Τί δυσφορεῖς ; Οὐ χρῆν σε κρύπτειν ὄντα |
τῆς σίδης : πρόσκειται μὴ ἀπὸ ῥήματος , διὰ τὸ ἐπιτηδεύω ἐπιτήδειος διὰ τῆς εἰ διφθόγγου γραφόμενα . Τὰ διὰ | ||
τοῦτο , ” ἔφη , “ ἐν παντὶ τῷ βίῳ ἐπιτηδεύω ποιεῖν . ” Ἰδών ποτε νεανίσκον θηλυνόμενον , “ |
. οὐ δῆτ ' , ἐπεί σφας τῆιδ ' ἐγὼ θάψω χερί , φέρους ' ἐς Ἥρας τέμενος Ἀκραίας θεοῦ | ||
κόσμον ἐκ τῶν αἰχμαλωτίδων , ἐὰν ἔχωσί τι , καὶ θάψω κοσμίως καὶ πλουσίως τὴν Πολυξένην , μετέγνω καί φησιν |
χρυσίον ἔλθοι , οἶδ ' ὅτι τηνικαῦτα ἐμὲ τὴν Τύχην μέμψῃ . ” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι χρὴ τὸν | ||
τὰ ἀλλότρια ἴδια , ἐμποδισθήσῃ , πενθήσεις , ταραχθήσῃ , μέμψῃ καὶ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους , ἐὰν δὲ τὸ σὸν |
Ὀρμενίδαο , ὅς μοι παλλακίδος περιχώσατο καλλικόμοιο , τὴν αὐτὸς φιλέεσκεν , ἀτιμάζεσκε δ ' ἄκοιτιν μητέρ ' ἐμήν : | ||
διπλῆ , ὅτι ἀντὶ τοῦ ἔπαισε . . πάντας γὰρ φιλέεσκεν ὁδῷ ἔπι οἴκια ναίων : ἡ διπλῆ , ὅτι |
πνεῖ ἔφη . ἐπιπνεῖ λαοδάμας ] ἐπέρχεται ὁ τὸν λαὸν δαμάζων Ἄρης . ἐπιπνεῖ ] ἔρχεται . ἐπιπνεῖ ] ἐμπίπτει | ||
ἀπέφθισε : συνέφθειρεν . θήρα : ἄγρα . πιέζων . δαμάζων , συσφίγγων , ὡς μὴ ἐῶν αὐτὸν ἀναπνεῦσαι . |
μὲν Φάβιος τὴν ἐπὶ τῇ βοηθείᾳ τῶν συμμάχων ἀποσταλεῖσαν δύναμιν παρελάμβανεν , ὁ δὲ Οὐαλέριος τὴν ἐν Οὐολούσκοις στρατοπεδεύουσαν ἄγων | ||
ἐπακτοὺς κόμας ἐκ τῆς ὕβρεως καὶ λάσθης ἐς τὴν χρείαν παρελάμβανεν , ἀλλὰ ἃς εἶχε συμφυεῖς ἀσκῶν καὶ ἐκτείνων . |
τέρας γὰρ ἂν εἴη ὃ λέγεις . Μὴ οὖν ἐγὼ ληρῶ ; σκόπει δέ . ἆρα τὸ ὁρᾶν οὐκ αἰσθάνεσθαι | ||
εὑρίσκομεν καθ ' ἑκάστην ἡμέραν ἐπιδιδόντα . Ἀλλ ' ἐγὼ ληρῶ καὶ παραφρονῶ καὶ γήρᾳ τοῦτό μοι συμβέβηκεν : εἶτ |
πορείαν ἐποίησάν σφισιν οἱ Αἰτωλοὶ τοῖς τε ἀκοντίοις ἐς αὐτοὺς ἀφειδέστερον καὶ ὅτῳ τύχοιεν καὶ ἄλλῳ χρώμενοι , ὥστε ἐς | ||
ἄθλων ἐτάχθην κοσμῆσαι τὸν τάφον , ὅσῳπερ ἂν προθυμότερον καὶ ἀφειδέστερον ταῦτα παρεσκευάσμην , τοσούτῳ μᾶλλον ἂν προσήκοντ ' ἔδοξα |
τῆς τέχνης τὴν ἡδονήν . εἰς τοὺς σοφιστὰς τὸν μάγειρον ἐγγράφω . ἑστήκαθ ' ὑμεῖς : κάεται δ ' ἐμοὶ | ||
. Ἡρόδοτον δὲ ἀξιῶ μή μοι μηνίειν , εἰ μύθοις ἐγγράφω ὅσα ὑπὲρ τῆς τῶν ἔχεων ὠδῖνος ᾄδει . Φυσικὴ |
λειχῆναϲ ἰᾶϲθαι παίδων . ὁ δὲ τῶν ἀγρίων κοκκυμήλων καρπὸϲ ϲτυπτικὸϲ ἐναργῶϲ ἐϲτι καὶ ϲταλτικὸϲ γαϲτρόϲ : ὀνομάζεται δὲ τὸ | ||
ἀραχνίων τὴν ϲύριγγα ὑπόλευκοϲ : ἐν δὲ τῇ διαμαϲήϲει γλίϲχροϲ ϲτυπτικὸϲ ὑπόδριμυϲ . Καρδάμωμον ἄριϲτόν ἐϲτι τὸ ἐκ τῆϲ Ἀρμενίαϲ |
, ἀπειλῶ , συμπάσχω , θαυμάζω , μικρολογῶ , μετριοπαθῶ διοικῶ , ῥυθμίζω , μοιχεύω , πειθαρχῶ , παρέλκω διατρίβω | ||
ἀντιόων ταύρων τε καὶ † αἰγῶν : ὅτε δὲ τὸ διοικῶ καὶ λαμβάνω αἰτιατικῇ : ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν : ὅτε |
δὲ ἔμπροσθεν τῶν ποδῶν ἔφερον . Τριτογενείας ] Τριτογενείης . αἱροῦ ] πρόκρινον . κἀπιστήσειῃ ] μαθήσῃ . κἀπιστήσει ] | ||
κατὰ ἄνδρα φυσιογνωμονεῖν ἀκραιφνέστατον καὶ ἀτρεκέστατον . Τῶν δὲ σημείων αἱροῦ τὰ μέγιστα καὶ δοκιμώτατα καὶ ἄλλοις ἄλλων μᾶλλον πείθου |
οὐ βάραθρον εὐλαβούμενος καὶ μηδὲν ἄβατον μηδ ' ἀθέατον καταλιπεῖν ξυνῆκα γὰρ τοὺς Ταντάλου κήπους τρυγῶν . οὕτως ἀράττει τῇ | ||
ζῶντα καίνειν τοὺς τεθνηκότας λέγω . οἲ ' γώ , ξυνῆκα τοὔπος ἐξ αἰνιγμάτων . δόλοις ὀλούμεθ ' , ὥσπερ |
Σοφοκλῆς δὲ Ἀλουσίους : τινὲς δὲ Ἀλίους ὡς Πύλος Πύλιος Πυλίους . . . ἄλπεια : ἡ ἠϊὼν πρὸς ἄρκτον | ||
δὲ φυγάδες , ἀπέσφαττον . μετὰ δὲ ταῦτα τούς τε Πυλίους , ὡς οὐδεὶς αὐτοῖς ἐβοήθει , σὺν αὐτῷ τῷ |
γεγράφθαι δὲ πρὸς τοὐπίγραμμαοὐ χεῖρον δὲ καὶ αὐτὸ εἰπεῖν , Τοῖα παθόντ ' οἶμαι καὶ Τάνταλον αἴθοπος ἰοῦ μηδαμὰ κοιμῆσαι | ||
τειρόμενός περ ἀργαλέως : Ἥρη γὰρ ἐνέπνευσεν μέγα κάρτος . Τοῖα δ ' ἄρ ' ἐν μέσσοισι δολοφρονέων ἀγόρευεν : |
στρατηλατῶν στείχει φίλος σοι σύμμαχός τε τῆιδε γῆι . ποίας πατρώιας γῆς ἐρημώσας πέδον ; Θρήικης : πατρὸς δὲ Στρυμόνος | ||
τί δῆτα Νείλου τούσδ ' ἐπιστρέφηι γύας ; ] φυγὰς πατρώιας ἐξελήλαμαι χθονός . τλήμων ἂν εἴης : τίς δέ |
! ! [ [ ἄναξ ] [ ] ὑγιείας . Ἰὲ Παιάν , [ ἴθι ] σωτήρ [ : εὔφρων | ||
εἶμεν ἀγγράφοντι καὶ αὐτίκα καὶ εἰς τὸν ὕστερον χρόνον . Ἰὲ Παιᾶνα θεὸν ἀείσατε λαοί , ζαθέας ἐνναέται [ ] |
δὲ ἐμοὺς θαυμάζω μὲν ἥκιστα , κάλλους γὰρ ἀφεστᾶσιν , εὐδαιμονίζω δὲ σοῦ περὶ αὐτῶν τοιαῦτα ψηφιζομένου . Εἰ μὲν | ||
κατὰ πόλιν θεάσωμαι , τὴν οἰκίαν ἢ τὴν πόλιν ἐκείνην εὐδαιμονίζω καὶ οἴομαι τήν τε τῶν παρόντων ἀγαθῶν ἀπόλαυσιν βέβαιον |
ἐγὼ καὶ σὺ θήσομεν κρατοῦντε τῶνδε δωμάτων καλῶς . Ἑρμῆ χθόνιε , πατρῷ ' ἐποπτεύων κράτη , σωτὴρ γενοῦ μοι | ||
μ ' ἁμαρτεῖν ; Αὖθις ἐξ ἀρχῆς λέγε . Ἑρμῆ χθόνιε , πατρῷ ' ἐποπτεύων κράτη . Οὔκουν Ὀρέστης τοῦτ |
ἀγαθῶν , ἢ ὅτι ἡμεῖς διὰ σὲ ζῶμεν . . διδάσκου : Μάνθανε τοῦτο ἐξ ἐμοῦ . Θ . . | ||
. . φίλτατ ' ] προσφιλέστατε . , ἠγαπημένε . διδάσκου ] μάνθανε . . σοι ] παρέλκον ἀττικῶς , |
τι ὁ παῖς Ἁγνίᾳ προσήκει , τὸ γένος εἰπεῖν . Φράσον οὖν τουτοισί . Αἰσθάνεσθε ὅτι οὐκ ἔχει τὴν συγγένειαν | ||
. Τὸ δ ' αἴτιον οἶσθα ἢ ἐγὼ φράσω ; Φράσον . Ὅτι , ὦ φίλε , οὐκ οἴει αὐτὸ |
ὁδούς , ἵν ' , εἴ τι πάσχοιμ ' ὧν ἐδόξαζον φρενί , μή μοι νεῶρες προσπεσὸν μᾶλλον δάκοι . | ||
περισώσαντα τοὺς ἑτέρους μέγα ἠλάλαξαν ἡδόμενοι καὶ δαιμόνιον αὐτῷ συλλαμβάνειν ἐδόξαζον , ὃ καὶ τῷ πάππῳ Σκιπίωνι προσημαίνειν ἐδόκει τὰ |
ἐγκρατέςτερον | . πτωχεῦσαί με [ θέλεις ; οὐκ ] ἀναίνομαι : | πτωχεύσω δὲ Ἴρου [ μετριώτερον ] . | ||
ὁμολογήσουσι καὶ τῷ Διῒ χάριν τῷ τάδε διαπραξαμένῳ . οὐκ ἀναίνομαι ] χαίρω ἐν τῷ μὴ ἀντιλογεῖν . ἡβᾷ τοῖς |
' ἀθρόα πάντ ' ἀποτίσεις κήδε ' ἐμῶν ἑτάρων οὓς ἔκτανες ἔγχεϊ θύων . Ἦ ῥα , καὶ ἀμπεπαλὼν προΐει | ||
οὐ κακὴν δάμαρτ ' ἔχοις ; ἑλὼν δὲ Τροίαν οὐκ ἔκτανες γυναῖκα χειρίαν λαβών , ἀλλ ' , ὡς ἐσεῖδες |
τὸ βλαυτίον . καὶ ὃς οὐθέν , ἔφη , πλεῖον καταράσομαι τῷ κλέψαντι ἢ ἁρμόσαι αὐτῷ τὸ σανδάλιον . ὅτι | ||
βλαυτίον . Καὶ ὃς , Οὐδὲν , ἔφη , πλεῖον καταράσομαι τῷ κλέψαντι , ἢ ἁρμόσαι αὐτῷ τὸ σανδάλιον . |
καὶ λίθων ἐκάθισέ σε . κἂν βλακεύῃ τις , οὐκ ἐπιτρέπεις , ἀλλὰ καὶ φωνῇ καὶ ὀφθαλμῷ τέκτονα ἐπεγείρεις . | ||
δεῖ πρὸς ἡμᾶς . ἔστιν ὅτῳ ἄλλῳ τῶν σπουδαίων πλείω ἐπιτρέπεις ἢ τῇ γυναικί ; Οὐδενί , ἔφη . Ἔστι |
τῶν οἰκείων , προσκολλώμενος καὶ ἑνούμενος τῇ ἑαυτοῦ γυναικί , εὐνοῶν μᾶλλον αὐτῇ ; διὸ καὶ μέχρι θανάτου πολλάκις ὑπεύθυνοι | ||
δι ' ἐλευθερίαν : ἀπὸ τῆς γνώμης , οἷον εἰ εὐνοῶν , ἢ δύσνους ὤν : ἀπὸ ποσότητος κατὰ πρόσωπον |
ἔσται φύσιν ; ὕπνος , βροτείων , ὦ κόρη , παυστὴρ πόνων . Εὔβουλος δ ' ἐν Σφιγγοκαρίωνι τοιούτους γρίφους | ||
ἔσται φύσιν ; ὕπνος , βροτείων , ὦ κόρη , παυστὴρ πόνων . οὐδ ' ἐν Τριβαλλοῖς ταῦτά γ ' |
ἦν θάσσων ἄνω , καὶ τὸν ξένον μὲν οὐκέτ ' εἰσορᾶν παρῆν , ἐκ δ ' αἰθέρος φωνή τις , | ||
ἔσωσα δῆτά ς ' ἐξέπεμψά τε χθονός ; ὥστ ' εἰσορᾶν γε φέγγος ἡλίου τόδε . οὔκουν κακύνηι τοῖσδε τοῖς |
τις ἂν , περίεστι . καὶ τὴν μέν γε τραγῳδίαν λοιδορεῖς , πάλιν δ ' ἐπαινῶν τι τῶν συγγραμμάτων τῶν | ||
τούσδ ' ἐπέστελλον δόμους . καὶ τὰς προπομποὺς δῆτα τάσδε λοιδορεῖς ; οὐ γὰρ δόμοισι τοῖσδε πρόσφοροι μολεῖν . ἀλλ |
νυκτὶ Ἑκάβην ἀπάγχουσαν αὐτὸν καὶ λέγουσαν : οὐκ ἐγώ σε ἐρρυσάμην ἐκ τῶν χειρῶν τῶν Τρώων ; διὰ τί μὴ | ||
' Αἰγύπτιον . ἰδὼν δ ' ἐρήμους καὶ παρόντα μηδένα ἐρρυσάμην ἀδελφόν , ὃν δ ' ἔκτειν ' ἐγώ , |
. ὦ πάθος τῆς Αἰσχύλου μεγαλοφωνίας ἄξιον . τί δὲ θρηνήσω ; τί δὲ ἐπαινέσω ; φθέγξομαι ὅσον μὲν ἴσασιν | ||
' ἀσπίδων δι ' αἱμάτων : ποῖον ἄρα νεκρὸν ἀπολλύμενον θρηνήσω : φεῦ δᾶ φεῦ δᾶ : οἱ μὲν ὡς |
ΘΗΧ πρὸς τὸ ὑπὸ ΖΕΧ . ἴσον δὲ τὸ ὑπὸ ΘΗΧ τῷ ὑπὸ ΧΕΖ : ἴσον ἄρα καὶ τὸ ὑπὸ | ||
Σ , ΗΧ πρὸς τὸ ἀπὸ ΕΧ , τὸ ὑπὸ ΘΗΧ πρὸς τὸ ὑπὸ ΖΕΧ . ἴσον δὲ τὸ ὑπὸ |
πόλιν αὑτῶν κατέστησαν . Ἰφικράτης ὀλίγους εἶχε στρατιώτας καὶ τούτους ἀθυμοῦντας . βουλόμενος αὐτοῖς θάρσος ἐνδοῦναι με - ταξὺ δειπνοῦντας | ||
σεισμῶν τῶν γεγονότων καὶ τῶν γινομένων οὐκ εἰκὸς ὑπομνῆσαι ὑμᾶς ἀθυμοῦντας , ὅτανπερ ὦσι , παραβάλλοντας τὰ ὑμέτερα πρὸς τὰ |
] ἐν τούτῳ , ἤγουν διὰ τοῦτο πημοναῖσι ] τιμωρίαις κάμπτομαι ] ταλαιπωρῶ , καταβάλλομαι , δαμάζομαι πάσχειν ] αὐτάς | ||
τὴν βασιλείαν οἵαις ] ἐν πημοναῖσι ] βλάβαις , τιμωρίαις κάμπτομαι ] δαμάζομαι Προμηθεῦ ] ὦ τὰ λῷστα ] τὰ |
ἀνύειν βούλεται τὰς ἐπιθυμίας . ψευσθεῖσα ] ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἐξέθρεψα . χειρωναξίας : τὰς διὰ χειρῶν ἐργασίας . ἐξεδεξάμην | ||
σὺ τὸ παιδίον εὔχῃ ἀποθανεῖν . εἶτα σὺ πάλιν οἷον ἐξέθρεψα τεκνίον : πάλαι ἐκφέρει . βάλε κορασίδιον κομψὸν καὶ |
παρεσκευασμένον , πρὶν εἰς ὄχλον ἐκδοῦναι τὸ σύνταγμα , μεταβαλεῖν πείσαιμι τὴν δόξαν . Οὐκ ἐλαχίστην δέ μοι καὶ σὺ | ||
τούτου τυχὼν παρὰ σοῦ οὐδὲν ἦν , εἰ μὴ τούτους πείσαιμι . ἐλθὼν οὖν ἔπειθον αὐτοὺς καὶ οὓς ἔπεισα τούτους |
Ἡρακλέα μάντιν οὐχ ἧττον ἢ τοξότην ἐπιστάμενος παῖδα τὸν Μελάμπουν ἀπέφηνας μετὰ τῶν θεῶν τὸ μέλλον ὁρῶν . ἐντεῦθεν καὶ | ||
μή μοι ὕστερον κατεσκευασμένοι δανεισταὶ φανήσονται , τότε μὲν οὐδὲν ἀπέφηνας τῶν χρεῶν , ἐπειδὴ δὲ δευτέρῳ μηνὶ τὴν ἀπόφασιν |
ἐκείνῃ ἐπιμελεῖσθαι τῆς θύρας , καταβὰς σιωπῇ ἐξέρχομαι , καὶ ἀφικνοῦμαι ὡς τὸν καὶ τόν , καὶ τοὺς μὲν οὐκ | ||
ἀνεχώρει . ἐγὼ δὲ τῇ ὑστεραίᾳ εἰς τὸν Ἀττήλα περίβολον ἀφικνοῦμαι δῶρα τῇ αὐτοῦ κομίζων γαμετῇ , ἐξ ἧς αὐτῷ |
δὲ τοῦ ; σόν , φησιν ? [ ] . ἀπόλωλας : φενακίζεις με . ἐγώ ; εἰδότα γ ' | ||
καὶ πολλῶν ἐπαίνων ἀξία τῆς εὐγενοῦς προαιρέσεως , οἴχῃ καὶ ἀπόλωλας οὐχ ὑπομείνασα τυραννικὴν ὕβριν , ἁπάσας ὑπεριδοῦσα τὰς ἐν |
Κῶ εἶχε ὁ Πέρσης . Ὁ δὲ ἀμείβεται τοῖσδε : Γύναι , θάρσεε : καὶ ὡς ἱκέτις καὶ εἰ δὴ | ||
πρός με βαί ' , ἀεὶ δ ' ὑμνούμενα : Γύναι , γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει . Κἀγὼ μαθοῦς |
σάφ ' ἴσθ ' , ἐμοῦ γ ' , ὃν εἰσορᾷς . Οἴμοι : πέπραμαι κἀπόλωλ ' : ὅδ ' | ||
γῆν ἐκείνων καὶ νόμους διασκεδῶν ; ἢ τοὺς κακοὺς τιμῶντας εἰσορᾷς θεούς ; Οὐκ ἔστιν : ἀλλὰ ταῦτα καὶ πάλαι |
, πάτερ [ , καὶ ] δέομαι , βάδισον πρὸς Ἑνὼχ [ τὸν πατέρα ἡμῶν καὶ ἐρώτησον ] . . | ||
καὶ οὐ ψευδῶς . καὶ ὅτε ἤκουσεν Μαθουσάλεκ τοὺς λόγους Ἑνὼχ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ , μυστηριακῶς γὰρ ἐδήλωσεν αὐτῷ , |
πολὺν ἠχήσει τὸν Ἴακχον : τῷ δὲ ἀπειθοῦντι καὶ παρακούσαντι κρύψω τὸ πῦρ καὶ κλείσω λόγων ἀνάκτορα . κοινὸν μὲν | ||
αἵματος χαμαὶ πεσών ; ἐπείγετ ' εἶα , δμωίδες : κρύψω δέ νιν ξεστοῖσι θαλάμοις , ἔνθ ' ἐμῷ κεῖται |
, παιδὶ σέθεν τῆι σῆι τ ' ἀλόχωι ; σφραγῖδα φύλασς ' ἣν ἐπὶ δέλτωι τῆιδε κομίζεις . ἴθι : | ||
. Ἰὲ Παιάν , ἴθι σωτήρ , εὔφρων τάνδε πόλιν φύλασς ' εὐαίωνι σὺν ὄλβῳ . Πυθιάσιν δὲ πενθετήροισι [ |
ἐπὶ πρᾳότητι καὶ φιλανθρωπίᾳ , ὧν δὴ γνήσιον κληρονόμον σαυτὸν ἀποφαίνεις : τρίτον συναυξηθῆναι τιμαῖς τὴν γερουσίαν , βασιλικωτάτην ἁπασῶν | ||
με , τὸν σεαυτοῦ υἱόν , ὦ πάτερ , ἐπονείδιστον ἀποφαίνεις , μᾶλλον δὲ σεαυτόν , ὃς τοιαῦτα γεννᾷς καὶ |
] Ἀντὶ δέ . Τὴν Φιλοκτήταο ] Τὴν Φιλοκτήτου . Δίκαν ἐφέπων ] Τρόπον διεξάγων . Ἔστι δὲ τὸ ἐφέπων | ||
ἀλλ ' ἐν ⌊ μέσῳ ⌋ κεῖται κιχεῖν πᾶσιν ἀνθρώποις Δίκαν ἰθεῖαν , ἁγνᾶς Εὐνομίας ἀκόλουθον καὶ πινυτᾶς Θέμιτος : |
τοὺς πολεμίους , ἢν κυκλοῦσθαι πειρῶνται , μείζω τὴν περιβολὴν ἀναγκάσει ποιεῖσθαι : ὅσῳ δ ' ἂν μεῖζον χωρίον περιβάλλωνται | ||
τῶν ἑταίρων , ὃ δὲ οὐ προσήκατο εἰπὼν ταῦτά με ἀναγκάσει αἰδούμενον ὑμᾶς καταχαρίσασθαί τι τῶν δικαίων , μὴ αἰδούμενον |
δ ' ἀναγορευέτω . τί οὖν , ὦ ταλαίπωρε , συκοφαντεῖς ; τί λόγους πλάττεις ; τί σαυτὸν οὐκ ἐλλεβορίζεις | ||
φαγεῖν . ὑπευθύνους δὲ λέγει τοὺς καταδίκους . ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖς . Γ ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖν , ἀφ ' οὗ |
ἔχομέν τι ; ὑποτυχόντα δὲ αὐτῶν ἕνα εἰπεῖν οὓς ἕλομεν λιπόμεσθ ' , οὓς δ ' οὐχ ἕλομεν φερόμεσθα . | ||
τὴν ἀπορίαν τῆς θήρας οὕτως ἀπεκρίναντο : ὅσς ' ἕλομεν λιπόμεσθ ' , ὅσς ' οὐχ ἕλομεν φερόμεσθα , αἰνισσόμενοι |
δ ' ἔμ ' ἔσκηψεν [ τάδε . κἄπειτ ' ἀυτεῖς καὶ σὺ μαρτύρηι θεοὺς αὐτὸς τάδ ' ἔρξας καὶ | ||
τίν ' , ὦ τεκοῦσα μῆτερ , ἔκπληξιν νέαν φίλοις ἀυτεῖς τῶνδε δωμάτων πάρος ; ὦ θύγατερ , ἔρρει σῶν |
καὶ ταύτῃ δήπου καταγνῶναι πάρεστι . τοὺς γοῦν ὄρνεις τοὺς ἠθάδας καὶ τοὺς ἐν ποσὶ τρεφομένους τε καὶ ἐξεταζομένους ὁρῶμεν | ||
ἐν Λακεδαίμονι ἐφήβων καθεστήκασιν . ἐπὶ δὲ τῇ θυσίᾳ κάπρους ἠθάδας οἱ ἔφηβοι συμβάλλουσι μαχουμένους : ὁποτέρων δ ' ἂν |
παλαιούς , μὴ χροακούς . ἐκ δὲ τῶν ἰχθύων πάντας τρυφεροσάρκους ἐσθίειν οἷον λαπίνας , χάνους , κόκκυγας , σπάρους | ||
μέλαιναν χολήν . Ἐκ δὲ τῶν ἰχθύων λαμβάνειν πάντας τοὺς τρυφεροσάρκους , καὶ πετραίους , καὶ μαλακοσάρκους : ἀπέχεσθαι κεφάλων |
πρὸς ἕνα , τοῦ πάθους μὴ ἐπιμένοντος , ἀλλ ' ἐπιτηρῶν ἀνέσεις , ἐπιτάσεις , πληρώσεις , κενώσεις , αἰτίων | ||
δ ' ἐν ἱστορίᾳ διαμαρτάνουσι , τὰ τοιαῦτα ἂν εὕροις ἐπιτηρῶν , οἷα κἀμοὶ πολλάκις ἀκροωμένῳ ἔδοξεν , καὶ μάλιστα |
σκόπει τὰ πρόσωφ ' , ἵνα γνῷς τὰς τέχνας . Αἰβοῖ τάλας . Ἐκεινονὶ γοῦν τὸν λοφοποιὸν οὐχ ὁρᾷς τίλλονθ | ||
; Σὺ μέντοι νὴ Δί ' . Υἱὸς Λαμάχου . Αἰβοῖ . Ἦ γὰρ ἐγὼ θαύμαζον ἀκούων , εἰ σὺ |
Τὸ πρᾶγμα τοῦτο συλλαβεῖν ὑπίσχομαι . Ἔφευγε , κἀγὼ τῆς ὑπαντὰξ εἰχόμην . Οὔκουν μ ' ἐάσεις ἀναμετρήσασθαι τάδε ; | ||
τὸ πρᾶγμα τοῦτο συλλαβεῖν ὑπίσχομαι . ἔφευγε , κἀγὼ τῆς ὑπαντὰξ εἰχόμην . οὔκουν μ ' ἐάσεις ἀναμετρήσασθαι τάδε : |
, τοὺς ἄλλους λαθών : “ οὐ σώσεις , ὦ ἀγαθέ , τὴν πατρίδα ; ” ὃ δὲ καὶ τοῦτ | ||
ἀδελφιδοῦς ἐπιμελεῖσθαι τούτου τοῦ παιδίου ; Ἀλλ ' , ὦ ἀγαθέ , τοῦτο μὲν καὶ λαθεῖν φήσαιτ ' ἂν ὑμᾶς |
κἀπιτρέψαι Λαμάχῳ , πότερον ἀκρίδες ἥδιόν ἐστιν ἢ κίχλαι ; Οἴμ ' ὡς ὑβρίζεις . Τὰς ἀκρίδας κρίνει πολύ . | ||
. Τί ὑποτεκμαίρει καὶ κακῶς ἄνδρας λέγεις καλοκαγαθεῖν ἀσκοῦντας ; Οἴμ ' , ὦ Θρασύμαχε , τίς τοῦτο τῶν ξυνηγόρων |
μόνη οὐκ ἂν δυοῖν ἥμαρτον : ἢ γὰρ ἂν καλῶς ἔσως ' ἐμαυτήν , ἢ καλῶς ἀπωλόμην . Σιγᾶν ἐπῄνες | ||
πρᾶγμ ' ἀνὴρ πράσσων μέγα . Καὶ μὴν ἔγωγ ' ἔσως ' ἐκεῖνον οὐκ ὄκνῳ . Θάρσει : πέφυκεν ἐσθλὸς |
ἵν ' ἐν ἀγῶνι βαρυκτύπου θάλησε Κορινθίοις σελίνοις : τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε , παῖ . | ||
τουτέστι σὲ οἱ ἡλικιῶται ὑμνήσουσι , τὸν δὲ Καλλικλέα ὁ Εὐφάνης . τὰ δ ' αὐτὸς ἄν τις τύχῃ , |
δὲ ἐν ἔργοις , ἀβλαβὴς μὲν συνοδοιπόρος ὅτῳ γένοιτο ἢ σύμπλους , ἀγαθὸς δὲ σύμβολος θύουσι φανείς , οὐ στάσιν | ||
σε δεῖ τεῖσαι λέγω σοι παισί . φημὶ γάρ ποτε σύμπλους γενέσθαι τῶνδ ' ὑπασπίζων πατρὶ ζωστῆρα Θησεῖ τὸν πολυκτόνον |
, σὸν τὸ νικητήριον . Ὦ χαῖρε καλλίνικε : καὶ μέμνης ' ὅτι ἀνὴρ γεγένησαι δι ' ἐμέ : καί | ||
τοῦτο καρπὸν τὸ δάκρυον . χαλκοῦς ὀφείλεις πέντε μοι . μέμνης ' ; ἐγὼ σοὶ πέντε χαλκοῦς , σὺ δέ |
καὶ τοῦ δευτέρου ἐννατημορίου ὁ κύριος τοῦ τοιούτου ἐννατημορίου ὡς ἐδιδάχθης ἔστ ' ἂν ἀπαριθμῶσιν ἐπὶ τὸν δεύτερον ὅλον μῆνα | ||
. ἄπερρ ' ] ἄπελθε . ἐπιλήθει ] ἐπιλήθῃ . ἐδιδάχθης ] ἐδιδάσκου . ἀποφθερεῖ ] ἀποφθερῇ . ἀπὸ γὰρ |
δὲ οἶδε , φησίν , εἰ μισθώσας αὑτὸν τοῖς ἐναντίοις ἔπεισας οἴκοι δοκεῖν ἡσυχάζειν , ἕως ἂν δωρεὰν αἰτήσας λάβῃς | ||
: τοιαῦτ ' ἔδρασας καὶ Φέρητος ἐν δόμοις , Μοίρας ἔπεισας ἀφθίτους θεῖναι βροτούς . σύ τοι παλαιὰς διανομὰς καταφθίσας |
τὸν Ἀμφιαράου παῖδα , ᾧ ὁ πατὴρ ἀνελεῖν τὴν μητέρα ἐπέσκηψεν , εἰ δὲ μή , ἔσται τὸν πατέρα λυπῶν | ||
γάρ σε κῆρυξ ἢ γερουσία Φρυγῶν ἐλθοῦς ' ἀμύνειν οὐκ ἐπέσκηψεν πόλει ; ποῖον δὲ δώρων κόσμον οὐκ ἐπέμψαμεν ; |
, ἴδριες οὐδέν : ἁ δέ οἱ φίλα δάμαρ τάλαιναν δυστάλαινα καρδίαν πάγκλαυτος αἰὲν ὤλλυτο : νῦν δ ' Ἄρης | ||
τε καὶ μαθεῖν , τέθνηκε θεῖον Ἰοκάστης κάρα . Ὦ δυστάλαινα , πρὸς τίνος ποτ ' αἰτίας ; Αὐτὴ πρὸς |
' ὧν ἂν βούληται τιμᾶσθαι , τούτοις ὠφέλιμος εἶναι . Ἔφη δ ' αὐτὸν ὁ κατήγορος καὶ τῶν ἐνδοξοτάτων ποιητῶν | ||
ἐξίστασθαι τῆς ταὐτότητος μήθ ' ὑφ ' ἑτέρου προσαναγκάζεσθαι . Ἔφη δὲ καὶ ὁ Πλάτων ἐν Κρατύλῳ τὰ ὀνόματα ὁμοιώσει |