ἐλπίδος : εἰ δὲ θαρροῦσιν ὡς σοῦ γε οὐκ ἂν λυπήσαντος . μὴ χείρων γένῃ τῆς ἐλπίδος . οἶδα γὰρ | ||
προσβολὴν ψυχροῦ , ἀπό γε τῶν ἐκτὸς ἢ τῶν ἐντὸς λυπήσαντος , ἢ τεθερμάνθαι καὶ διηρεθίσθαι φαίνεται τὴν γαστέρα , |
ἐπεβούλευσαν . τοῦτ ' εἰδότες Καμαριναῖοι πεῖραν οὐ βούλονται λαβεῖν ὀργιζομένου Φαλάριδος : χαριζόμενος γὰρ αὐτοῖς ἡδίων ἔδοξα . Μὴ | ||
δι ' ὀργὴν ἁμαρτήσαντι , ἐπήνεγκεν ὀργιζόμενος : τί ἴδιον ὀργιζομένου , καὶ τί ἴδιον ἐξεπίτηδες ὑβρίζοντος : εἰπὼν , |
πνεύματος , τοῦ ἑνὸς καθ ' ἕνα πόρον γενομένου τοῦ πταρμοῦ , συνδιατίθεται καὶ ὁ ἕτερος . Ζητήσειεν ἄν τις | ||
ἐπιτείνει ἐπὶ τὸ κακὸν τὴν περιπνευμονίαν : ἐπὶ δὲ τοῦ πταρμοῦ καὶ τῆς κορύζης ἔξω φέρεται ἡ ὕλη διὰ τῶν |
ἔχων ἀπαράσκευος ἂν λέγοιτο , ὁ δὲ δι ' ἑτέρου ἀπαρασκεύαστος . . . . . ὁ μὲν γὰρ ἄρχων | ||
ἀνέχων ἀπαράσκευος ἂν λέγοιτο : ὁ δὲ δι ' ἑτέρου ἀπαρασκεύαστος . ὁ μὲν γὰρ ἀρχιερεὺς ὁ μονομάχους δοῦναι θέλων |
, ὥσπερ ὀπισθότονος ῥηθείη ἄν , εἰς τοὔπισθεν τοῦ σπασμοῦ ῥέποντος . πληγαὶ δὲ τούτων κατὰ τοῦ νωτιαίου τὰ αἴτια | ||
, εἰς κεφαλὴν μὲν τοῦ λυποῦντος χυμοῦ τυγχάνοντος καὶ ἔξω ῥέποντος , αἱ κατ ' αὐτὴν γίνονται παρωτίδες , ὥσπερ |
, ὁ ταραχώδης καὶ κακόχαρτος ἐπακολουθήσει τοῖς ἀνθρώποις . δυσκέλαδος κακόχαρτος : ἀντὶ τοῦ οἱονεὶ ὁ ταραχώδης καὶ στασιώδης ἢ | ||
ὅρκον ὀμεῖται . ζῆλος δ ' ἀνθρώποισιν ὀιζυροῖσιν ἅπασι δυσκέλαδος κακόχαρτος ὁμαρτήσει στυγερώπης . καὶ τότε δὴ πρὸς Ὄλυμπον ἀπὸ |
τε γὰρ φύσει ποιητικὴ ἡ σύμπασα αἰνιγματώδης καὶ οὐ τοῦ προστυχόντος ἀνδρὸς γνωρίσαι : ἔτι τε πρὸς τῷ φύσει τοιαύτη | ||
εὐχῆς ἄξιον : οὐ γὰρ ἂν εἰκῇ οὐδὲ ἐκ τοῦ προστυχόντος κατηξιώθη ᾠδῆς , καὶ ἔμεινεν ᾀδόμενον . Εἰ δὲ |
ἐξάψωμεν ἕτερον τροχίλον καὶ τὴν ἀγομένην ἀρχὴν διαβαλόντες διὰ τούτου ἐπισπώμεθα , ἔτι μᾶλλον εὐχερέστερον κινήσομεν τὸ βάρος . καὶ | ||
γὰρ βουλώμεθά τι βάρος ἕλκειν , ἐξάψαντες ὅπλον ἐξ αὐτοῦ ἐπισπώμεθα τοσαύτῃ βίᾳ , ὅση τῷ φορτίῳ ἰσόρροπός ἐστιν . |
ὁμαλῆ , καθάπερ σχοῖνος . ὁ δὲ τοῦ κυπείρου καὶ βουτόμου καυλὸς ὁμαλότητά τινα ἔχει παρὰ τούτους : ἔτι δὲ | ||
. Οἱ δὲ τῷ σπέρματι προσφάτως ληφθέντι παρατρίψαντες σειρὰν ἐκ βουτόμου πεπλεγμένην , εἰς τάφρον ἐμβάλλουσιν . Οἱ δὲ κάλλιον |
, ἐπὴν Νότος ὑγρὸς ἄῃσιν : ἐς Νοτίην δὲ θάλασσαν ἐπειγομένου Βορέαο : Εὔρου δ ' ἱσταμένοιο ποτὶ Ζεφύροιο κέλευθα | ||
λόγους καὶ Βοιωτῶν , οὐχ ὥσπερ νῦν συντέμνοντος οὐδ ' ἐπειγομένου , ἀλλ ' ὡς ἐδυνάμην κατὰ ῥῆμα ἀκριβέστατα , |
, ἄμεινον ἐκμαθεῖν τί δραστέον . Οὕτως ἄρ ' ἀνδρὸς ἀθλίου πεύσεσθ ' ὕπερ ; Καὶ γὰρ σὺ νῦν τἂν | ||
τοιοῦτον καὶ ἐκ τούτων εἰς ταῦτα μεταβάλλον . Ἅλις τοῦ ἀθλίου βίου καὶ γογγυσμοῦ καὶ πιθηκισμοῦ . τί ταράσσῃ ; |
τοῦ πλοῦ αὖθις παραγγέλλειν . τῇ δ ' ἐπιούσῃ μόγις ἐκκομισθῆναι πρὸς τὰ ἱερὰ καὶ θῦσαι , καὶ μηδὲν μεῖον | ||
ἰδεῖν , ὕστερον δὲ συληθῆναι , καὶ τὰ μὲν ἄλλα ἐκκομισθῆναι τὴν δὲ κλίνην θραυσθῆναι μόνον καὶ τὴν πύελον , |
θυμοῦ . Ξ θυμοπληθὺς ] πλήρης θυμοῦ . θ τὸ θυμοπληθὴς σύνθετον ὄνομα ἀπὸ τοῦ πλῆθος καὶ τοῦ θυμὸς ἡ | ||
] θυμοῦ γέμουσα . θυμοπληθὴς ] γεγεμισμένη τοῦ θυμοῦ . θυμοπληθὴς ] πλήθουσα θυμοῦ . Ξ θυμοπληθὺς ] πλήρης θυμοῦ |
ε εἰς τὸ ο καὶ τοῦ λ εἰς τὸ ρ ἀπεμόρξατο , τὸ ἀπεπίασεν . . . . . ἀπεστύπαζον | ||
ἀμέτοχον , οἷον : ἀλγήσας δ ' ἀχρεῖον ἰδὼν † ἀπεμόρξατο δάκρυ , ἀντὶ τοῦ ἀσθενῶς καὶ ταπεινῶς . ἐπὶ |
ἄπειροι μὲν ὄντες οἱ πλείους ἐν σκότῳ καὶ πηλῷ τῶν διόδων ᾗ χρὴ σωθῆναι , ἐμπείρους δὲ ἔχοντες τοὺς διώκοντας | ||
ἐν τοῖς λόφοις ἔδεισαν διὰ τὸ ἄνυδρον , μὴ τῶν διόδων ἀφαιρεθῶσι . καὶ συμφεύγουσιν ἐς τὴν Πρωμόναν . ὁ |
ἡσυχίᾳ . εὐδίᾳ ] + ἤγουν ἐκτὸς ταραχῆς γέγονεν . κλυδωνίου ] τῆς προσβολῆς τῶν πολεμίων καὶ τῆς ἐκ τούτων | ||
, οἷος πλέων τὰς ἄκρας φάσκειν ἡμιολίας εἶναι : καὶ κλυδωνίου γενομένου ἐρωτᾶν , εἴ τις μὴ μεμύηται τῶν πλεόντων |
ἀκάχμενον ἀπὸ τοῦ ἀκὶς ἡ ὀξύτης τοῦ δόρατος καὶ τοῦ ἔγχους τὸ κοντάριον : ἀκαχῶ ἀκαχήσω ἠκήχηκα ἠκηχημένος . οὔτι | ||
διπλῆ ὅτι λείπουσιν αἱ προθέσεις , περὶ νίκης καὶ περὶ ἔγχους . . . . . Ἴμβριον αἰχμητήν , πολυίππου |
ἔξω , εἰ μέλλοι ὁ ἠσθημένος διὰ μὲν τοῦ κρυμοῦ θάλπεσθαι , διὰ δὲ τοῦ θέρους μὴ ἀποπνίγεσθαι . . | ||
καὶ τὸν ἐκ νόσου καλούμενον μαρασμὸν ἀναγκαῖόν ἐστι διδόναι . θάλπεσθαι γὰρ ἅμα καὶ ὑγραίνεσθαι τοὺς οὕτω πάσχοντας δεῖ : |
ἵν ' ᾖ τοῦ τὰ ὄρη ῥηγνύντος τῇ σφοδρότητι . ὀροκτύπου ] τοῦ ἀπὸ τῶν ὀρῶν κατερχομένου καὶ κτυποῦντος ἐν | ||
τρόπον ὕδατος ἀμαχέτου καὶ ἀπολεμήτου καὶ ἰσχυροῦ διὰ τὸ ἀπείριτον ὀροκτύπου καὶ ἀπὸ τῶν ὀρῶν κατερχομένου μετὰ κτύπου . ἐλεδεμνὰς |
Αἰαῖος . Νύμφαιον , πόλις Ταυρικὴ μεταξὺ Παντικαπαίου μητροπόλεως καὶ Θεοδοσίας , ὥς φησι Στράβων . τὸ ἐθνικὸν δύναται ὡς | ||
τοῦ συμβόλων λιμένος . μετὰ δὲ τὸν συμβόλων λιμένα μέχρι Θεοδοσίας πόλεως ἡ Ταυρικὴ παραλία , χιλίων που σταδίων τὸ |
τὸν αὐτῷ διατιθέμενος τίμιον . ἐν γὰρ ἰσχύϊ σφοδρᾷ τὸ πλῆττον καταφερόμενον οὐ τὸ τυχὸν ἂν κακὸν ἀπετέλεσεν , ἀλλ | ||
ἐξ ἐκείνων . ὧν ἐφ ' ὅντινα ἂν ἔλθῃ τὸ πλῆττον , ὁ γεννάδας ἐκεῖνος πέπληκται . τούτους οὖν οἰκτείρειν |
. : Ἀριστόδημος δὲ ἐν δευτέρῳ Γελοίων ἀπομνημονευμάτων φησί : Δωρίωνος τοῦ κρουματοποιοῦ , κυλλόποδος ὄντος , ἀπώλετο ἐν συμποσίῳ | ||
Ἐπιφράδεος τοῦ Χαριφήμου τοῦ Φιλοτέρπεος τοῦ Ἰδμονίδα τοῦ Εὐκλέους τοῦ Δωρίωνος τοῦ Ὀρφέως . Γοργίας δὲ ὁ Λεοντῖνος . εἰς |
μὲν τοῦ κρυμοῦ θάλπεσθαι , διὰ δὲ τοῦ θέρους μὴ ἀποπνίγεσθαι . Τί δαί ; Ὀρθαγόραν μνήμης ἄμοιρον ἐάσομεν ; | ||
δυνατώτεροι τὰς τροφὰς τῶν ἀσθενῶν ἥρπαζον , καὶ συνέβαινε τούτους ἀποπνίγεσθαι , μὴ δυναμένους ἑαυτοῖς βοηθεῖν . Διὰ τοῦτο οὖν |
Ϛʹ Κατάπληξις δὲ φόβος ἐκ μείζονος φαντασίας . [ ζʹ Δειλία δὲ ἀποχώρησις ἀπὸ φαινομένου καθήκοντος διὰ φαντασίαν δεινοῦ . | ||
: ὡς ἐπίπαν τὸ ἐκ δέους ἢ δέοντος ἐκκρινόμενον . Δειλία : ἐκ τοῦ δέους λίαν . Δικιός ἐστιν ὁ |
αἴσθησιν ; Ἢ καὶ δεῖ μὲν ἀέρος τὴν πρώτην τοῦ πληττομένου , τὸ δὲ ἐντεῦθεν ἤδη ἄλλως τὸ μεταξύ ; | ||
φωνήν , καὶ κτύπος ὀψιτέλεστος ἐπὶ χρόνον ἦλθεν ἰωῆς , πληττομένου πρώτιστον ἀτέρμονος ἠέρος ἠχῆι . ἣ δ ' ἔτι |
γὰρ λιμῷ Μηλίους ἀνεῖλεν . ἐλελελεῦ : Ἐπίφθεγμα πολεμικὸν τὸ ἐλελεῦ . οἱ προσιόντες γὰρ εἰς πόλεμον τὸ ἐλελεῦ ἐφώνουν | ||
, σύ τ ' οὐδὲν ἐκμαθοῦσα κερδανεῖς . ἐλελεῦ , ἐλελεῦ , ὑπό μ ' αὖ σφάκελος καὶ φρενοπληγεῖς μανίαι |
, ταῦτα ἐνίοτε μὲν καὶ καθόλου πάντως δὲ κατὰ μέρος καταφάσκεσθαι ἀλλήλων ἀνάγκη , οἷον ὡς ἐλέγομεν ἐπὶ τοῦ ζῴου | ||
μὴ ἀπολέσαν τὸ εἶδος οὐ δύναται : οὐδ ' ἄρα καταφάσκεσθαι κατὰ ταὐτὸν καὶ ἀποφάσκεσθαι : εἰ γὰρ μηδὲ ἄνθρωπος |
δάνος ὤπασεν Ἕκτωρ . Κώκυτός τοι μοῦνος ἀφ ' ἕλκεα νίψεν Ἄδωνιν . Τὸν δ ' ἐκάλυψε θάλασσα λιλαιόμενον βιότοιο | ||
, ὃ καὶ νίπτεσθαι λέγεται , ὡς δηλοῖ τὸ „ νίψεν ἀπὸ χρωτός „ , φασὶν οἱ παλαιοὶ ὡς οἱ |
διά . μελαγχίτων ] συνετὴ , ἢ πενθήρης . . ἀμύσσεται ] σπαράσσεται . . μὴ πόλις πύθηται ] μὴ | ||
ἡ φρήν μου μελαγχίτων καὶ πενθήρης ἐστὶν ἢ ἀμφιμέλαινα . ἀμύσσεται φόβῳ , ἤτοι διακόπτεται ὑπὸ τοῦ φόβου . ἀσυνδέτως |
διὰ φαρμακείας λύσειν τὴν νόσον . ἀσμένως δὲ τοῦ βασιλέως ὑπακούσαντος διὰ τὸ λέγεσθαι Δαρεῖον μετὰ τῆς δυνάμεως ἐκ Βαβυλῶνος | ||
Κροτωνιατῶν ἀναιρεθήσεσθαι . τοῦ δὲ Πολυζήλου πρὸς τὴν στρατείαν οὐχ ὑπακούσαντος διὰ τὴν ῥηθεῖσαν ὑποψίαν , δι ' ὀργῆς εἶχε |
τὰς ἀμπέλους , ἐὰν αὐτὰς τὰς κανθαρίδας βρέξας ἐπιχρίσῃς τὴν ἀκόνην , ἐφ ' ἧς ἀκονᾶν μέλλεις τὰ δρέπανα . | ||
οὐδέποτ ' ὀρθόν : ἐπὶ τῶν ἀδιορθώτων . Ξυρὸς εἰς ἀκόνην . Ξὺν τῷ θεῷ πᾶς καὶ γελᾷ κὠδύρεται : |
] τὴν ἀλαζονείαν . οὐ κόμπον ] οὐ κόμπον καὶ ἔπαρσιν ἔχων , ἀλλ ' ἐν τῷ θεῷ θαρρῶν . | ||
ἐφ ' ᾧ καθήκει συστέλλεσθαι . Ἡδονὴν δ ' εἶναι ἔπαρσιν ψυχῆς ἀπειθῆ λόγῳ , αἴτιον δ ' αὐτῆς τὸ |
ἂν ἴδῃ τις ἐνύπνιον σφόδρα φοβούμεθ ' , ἂν γλαὺξ ἀνακράγῃ δεδοίκαμεν . ] ἀγωνίαι , δόξαι , φιλοτιμίαι , | ||
εὐθὺϲ εἷϲ ὄνοϲ . [ ἂν γάρ ] τιϲ ἀπολειφθέντοϲ ἀνακράγῃ τόπου [ „ ὄνοϲ προϲέρχετ ] ' „ , |
Πελοποννησιακῷ πολέμῳ ἐν αὐτῇ τῇ παρατάξει ἀπὸ Ἀθηναίων πρὸς Λακεδαιμονίους μετετάξαντο , ὥς φησιν ὁ Θουκυδίδης . ἡ δὲ Μαγνησία | ||
τραυματίας οὐκ ὀλίγους ἀπολελοιπότας ; ἆρ ' ἐβοήθησαν , ἢ μετετάξαντο ; οὐ μὲν οὖν ἀπέστησαν πρὶν παρέδωκαν οἱ στρατηγοὶ |
σεδιὰ μέσου γὰρ ὁ στίχος τοῦ ἄρχετε . φορήται : μανιωδῶς φέρεται . καθόλου τὰ εἰς ται ῥήματα , ὅταν | ||
καὶ ἐπιθυμητικαῖς ὁρμαῖς τῆς ἀφροδίτης . Οἰστρηδόν : ἐρωτικῶς , μανιωδῶς , μετ ' οἴστρου ἤγουν ἔρωτι κινούμενοι . Εἱλομένων |
εἰϲ γλυκύτητα τὴν μετάπτωϲιν ἴϲχει , μετὰ δὲ ἀερώδουϲ εἰϲ λιπαρότητα . οἱ γὰρ ἀπὸ τῶν δένδρων καρποὶ πάντεϲ , | ||
. Ὡσαύτως δὲ καὶ τῶν ἄλλων τὸ σησάμινον διὰ τὴν λιπαρότητα : πυρούμενον δὲ ἐξόζει σησάμου καθάπερ ἀναλυόμενον . Αἱ |
ἐκπορίζοντας , ἐν εὐθηνίᾳ κοινῇ λιμὸν ἐξαίρετον ἔχοντας , ἀρετῆς αὔρᾳ , καθάπερ ἀέρι φασὶ τοὺς τέττιγας , τρεφομένους , | ||
? [ . . . . . . [ ] αὔρᾳ ? ? ? θέλομεν [ [ σμύρνας ] καπν |
φιλαργυρίαν κοσμῆσαι . περικαλύπτουσι καὶ ἀφανίζουσι καὶ διά τινος ὀνόματος περικαλύπτουσι τὴν ἀσέλγειαν . . δι ' ὀνόματος ἑτέρου περικαλύπτουσι | ||
. περιβάλλουσι τὴν μοχθηρίαν , ὡς τὴν φιλαργυρίαν κοσμῆσαι . περικαλύπτουσι καὶ ἀφανίζουσι καὶ διά τινος ὀνόματος περικαλύπτουσι τὴν ἀσέλγειαν |
φοβέων : ταράσσων : τῇ ἀθρόᾳ κατ ' αὐτοῦ ὁρμῇ ἐμβραδύνειν οὐ συνεχώρει αὐτόν . ἀίσσων : λείπει ἡ ὑπό | ||
εὐπεριφρόνητοι γίνωνται , μηδὲ πολὺ μήκοθεν , εἰς τὸ μὴ ἐμβραδύνειν αὐτούς , χρείας μελλούσης , ἑνωθῆναι τῷ περοῦντι στρατῷ |
ὅϲον ὑπομειοῦται τὰ τοῦ δακρύου , παχύνειν καὶ τὴν τοῦ κολλυρίου ϲύϲταϲιν . ἔϲται δέ ϲοι οὗτοϲ καθολικὸϲ ὅροϲ τῆϲ | ||
ἡ διάθεσις περὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς ᾖ , ἀπέχεσθαι δεῖ τοῦ κολλυρίου . Καδμείας κεκαυμένης καὶ πεπλυμένης ⋖ κ , λιβάνου |
δὲ ἄρα ταῖς δοραῖς καὶ πήχεως τὴν τρίχα : τοῦ φορήματος δὲ ἄρα τούτου ἔοικε χρῆναι διὰ μὲν τοῦ κρυμοῦ | ||
δὲ ἄρα ταῖς δοραῖς καὶ πήχεως τὴν τρίχα . τοῦ φορήματος δὲ τούτου ἔοικε χρῆναι διὰ μὲν τοῦ κρυμοῦ τὰς |
φορὰ , ἔπειτα δὲ καὶ ὀδύνη λαγόνων , ὀσφύος , ὑπογαστρίου , αἰδοίου , καὶ φόβος ἐστὶ ψυγέντας τοὺς τόπους | ||
ἄγῃ τὴν κύστιν , ἐπιβοηθεῖν δεῖ αὐτῇ , ἄνωθεν τοῦ ὑπογαστρίου ἐρείδοντας ἀμφοτέρας τὰς χεῖρας καὶ ἐκθλίβοντας τὸ οὖρον ἠρέμα |
κατάπτωϲιϲ , ἀφωνία , διαϲτροφὴ προϲώπου , χολεμεϲία , αἵματοϲ ἀπόκριϲιϲ διὰ ῥινῶν καὶ ἀκουϲτικοῦ πόρου , ὑγροῦ λευκοῦ καὶ | ||
μ ' , ἐὰν μ ' ἐγκαταλίπηιϲ . οὐδ ' ἀπόκριϲιϲ . τί ποτ ' ἐϲτὶ τὸ κακόν ; βάρβαροϲ |
μὲν γὰρ τύχῃ ὑπερσαρκούμενος ὁ πρὸς τῇ ῥινὶ τοῦ ὀφθαλμοῦ κανθός , ἐγκανθὶς τὸ πάθος λέγεται : φθίνων δὲ καὶ | ||
μὲν γὰρ τύχῃ ὑπερσαρκούμενος ὁ πρὸς τῇ ῥινὶ τοῦ ὀφθαλμοῦ κανθός , ἐγκανθὶς τὸ πάθος λέγεται : φθίνων δὲ καὶ |
: ὁ ἀσθενής , τοῦ δ καὶ καταβιβασμῷ τοῦ τόνου ἀκιδνός , ὁ μὴ κινούμενος . οὕτω Μεθόδιος . . | ||
ἀκιδνὸς ὁ ἀσθενὴς , περὶ τὸ αἰκίζω . αἰκιδνὸς καὶ ἀκιδνός : ἀκτάζω , ἀντὶ τοῦ ἐξανιστάμενος : ἀπὸ τοῦ |
ἔχει ἡ ἀρετὴ τὸ χρῶμα . „ Χίλων ὁ σοφὸς λυπουμένου τινὸς ἐπὶ τοῖς ἑαυτοῦ κακοῖς εἶπεν : ” εἰ | ||
ἀγαθῶν εὐπραγίαις , καὶ οὐκ ἐπιχαιρεκακίας ἀλλὰ τοῦ ἐπὶ πᾶσι λυπουμένου , τοῦ ἐπιλύπου τε καὶ λυπηροῦ κληθέντος , ἀλλ |
καταφορικῷ κέχρηται λόγῳ : ἐν δὲ τῷ πρὸς Λεπτίνην ὑπὲρ διαβεβλημένου προσώπου Κτησίππου πρὸς ἔνδοξον , ἑτέρου ἐδεήθη λόγου : | ||
καὶ παντάπασιν οὐκ ἔχοντος ἀξίωμα παρὰ τοῖς Ῥοδίοις , ἀλλὰ διαβεβλημένου διὰ τὴν ἀσωτίαν τὴν τοῦ βίου καὶ παρὰ τοῖς |
σκληρὸς ἦν ὁ σφυγμός : ὕστερον δὲ λυθέντος αὐτοῦ καὶ χυθέντος ὑπὸ τῆς πυρετοῦ θερμασίας , σκληρότερος ὁ σφυγμὸς ἐγένετο | ||
αἵματος τοῦ μὲν νυκτός , τοῦ δ ' ἐν ἡμέρᾳ χυθέντος ; οὐ γὰρ τοὺς μὲν εὐώχει , τοὺς δὲ |
παρωνύμως προφῆτις , οἰκέτης οἰκέτις , οὕτως ἄρτης ἄρτις καὶ ἄρδις . ἢ παρὰ τὸ ἄρης , ὃ σημαίνει τὸν | ||
τὸ ἄρης , ὃ σημαίνει τὸν σίδηρον , ἄρις καὶ ἄρδις . οὕτως Ἐπαφρόδιτος , . , , . . |
. . . αὐέρυσαν : ἰστέον , ὅτι ἀκολουθεῖ . ἐρύω οὖν ἐρύσω καὶ μετὰ τοῦ α τοῦ σημαίνοντος τὸ | ||
τὸ ῥήσσω , καὶ ῥωγάδες . Ῥυμός . παρὰ τὸ ἐρύω , οὗ μέλλων ἐρύσω . ὄνομα ῥηματικὸν ἐρυγμός . |
ἀμφοτέραις γεγονυῖα , ὥσθ ' ἅπαντας αὐτοὺς ἀκούειν εἴτε τοῦ κατέχοντος τὸ τέμενος ἥρωος εἴτε τοῦ καλουμένου Φαύνου . τούτῳ | ||
νυκτὶ ὕστερον , ὤφθη τοιάδε , ἔμεινα δὲ καὶ πλείους κατέχοντος τοῦ θεοῦ . Τελεσφόρος ἦν ὀρεωκόμος : οὗτος ἐδόκει |
ἐπὶ τειχομαχίᾳ γεγενημένην ποτέ , καὶ μάλιστα δὴ περὶ τὸ κατερριμμένον τοῦ τείχους . μεθυσθέντες γὰρ τῷ πολέμῳ καὶ ὅλους | ||
δὲ ἐντὸς τοῦ ἄστεος ὁρῶντες τό τε πολὺ τοῦ τείχους κατερριμμένον καὶ τὸν βασιλέα ὅσον οὐκ ἤδη προσβαλοῦντα αὐτοῖς ἰσχυρῶς |
, οὐ μόνον τὰ γ ἅμα , ἀλλὰ καὶ ἕκαστον ἀποληφθὲν τῶν λοιπῶν , ὧν τὸ μέν ἐστιν εὐθείας τεμνούσης | ||
δ ' ἄφνω τὴν γέφυραν καταβαλόντος , ἀνδρῶν τε πλῆθος ἀποληφθὲν ἐν τῇ περαίᾳ διέφθειραν οἱ περὶ τὸν Πετρήιον , |
ἔτι τῷ πλήθει κρατοῦντες : οὐχ ἧττον γὰρ ἦν τοῦ διεφθαρμένου τὸ λειπόμενον : τὰ σφέτερα αὐτῶν ἀφέντες περιῆλθον ἐπὶ | ||
μεταφορικῶς οὖν φησιν ἐνταῦθα ῥάκη , ἤγουν τὰς ῥυτίδας τοῦ διεφθαρμένου αὐτῆς προσώπου ὑπὸ τοῦ γήρως . . ὑγιαίνειν : |
δὲ προσκρούουσι πρὸς κύμασι στυγνῆς καὶ χαλεπῆς μανίας θολεροὶ καὶ συγκεχυμένοι , τουτέστιν ὑπὸ τοῦ χειμῶνος τῆς μανίας ἀναταραχθεῖσα τὸν | ||
οἱ συλλογισμοὶ ἀτελεῖς , ὡς αὐτῷ δοκεῖ , ἀλλὰ μόνον συγκεχυμένοι εἰσὶν ἐν αὐτοῖς οἱ ὅροι . Μετὰ δὲ τὸ |
πρὸς τὴν θάλασσαν , οὕτω καὶ ὁ δῆμος ναυτιᾷ καὶ ἰλιγγιᾷ ἀφορῶν πρὸς τὰ πράγματα . καὶ τοῖς συναντῶσιν ἐρωτώμενοι | ||
κυβερνήτης ὅπως χρὴ σώζειν τὴν ναῦν πολλάκις ἤδη σεσωκὼς , ἰλιγγιᾷ δὲ ὁ κρείττων ὑπὸ τοῦ χείρονος , κιχάνῃ δὲ |
καὶ πρόσωπον ῥομφαίας πυρίνης καὶ πρόσωπον ξιφηφόρον καὶ πρόσωπον ἀστραπῆς φοβερῶς ἐξαστράπτον καὶ ἦχος βροντῆς φοβερᾶς : ἔδειξεν δὲ καὶ | ||
, ἤγουν ἐνδύματα , ἐχούσῃ σπειρώδει ] κυκλοέσσῃ ἔκπαγλα ] φοβερῶς νέην φοινίξατο σάρκα : ἤγουν τὴν ἁπαλὴν σάρκα ἐπυράκτωσεν |
πάλιν οὔσης τῆς ἀναχωρήσεως , ἢν καὶ ὑφ ' ἡμῶν βιάζηται , τό τε πλῆθος αὐτῶν οὐκ ἄγαν δεῖ φοβεῖσθαι | ||
. χρηϲτέον δὲ ὅμωϲ καὶ τούτοιϲ , ὅταν ἀνάγκη μεγάλη βιάζηται : μεγίϲτη δὲ ἀνάγκη τοῦ χρῆϲθαι φαρμάκοιϲ ἐϲχαρωτικοῖϲ ἢ |
τῷ μεγάλῳ Κωνσταντίνῳ καὶ γνησιώτατα προσῳκείωτο : ἐκείνου τε γὰρ ἐξάδελφος ἦν καὶ τὴν τοῦ δουκὸς Κωνσταντινουπόλεως ἀξίαν παρ ' | ||
Ἐκεῖσε δὲ γενομένῳ συνεβούλευον ὅ τε Παλαιολόγος καὶ ὁ τούτου ἐξάδελφος Κουρτίκης ληΐσασθαι τὰ παρατυχόντα ἄχρι Νικαίας , ὑποστρέψαι δὲ |
κἀγὼ πονηρός εἰμι . Ἐὰν δὲ μὴ ταύτῃ γ ' ὑπείκῃ , λέγ ' ὅτι κἀκ πονηρῶν . Οὐκ αὖ | ||
καὶ φόβους καὶ ἀλγηδόνας καὶ λύπας μὴ διαπονῇ καρτερῶν ἀλλὰ ὑπείκῃ , τότε οὐ τιμᾷ ὑπείκων : ἄτιμον γὰρ αὐτὴν |
, γῆ καὶ οὐρανός , ἡ μὲν ἀμβλίσκουσα καὶ τελειογονεῖν ἀδυνατοῦσα τοὺς καρπούς , ὁ δὲ μεταβεβηκὼς εἰς ἀγονίαν , | ||
. Ἐλάρη μήτηρ Τιτυοῦ , ὃν κύουσα ἐκ Διὸς καὶ ἀδυνατοῦσα γεννῆσαι διὰ τὸ μέγεθος τοῦ παιδὸς ἀπώλετο . . |
τῶν θηρίων περιφρασθέντος δὲ ἀντὶ τοῦ νοήσαντος , ἐγνωκότος , μεμαθηκότος . ἀπὸ αἰτιατικῆς δὲ μετέβη εἰς γενικήν , σε | ||
ἐπαγγέλλει τὸ τοῦ πατρὸς ἐγχείρημα . Δέει τοίνυν τοῦ γαμβροῦ μεμαθηκότος ἤδη τὴν ἐπιβολὴν , φεύγει , καὶ γενόμενος ἐν |
φροντίζοντες δυσχεραίνουσιν ἐν στρωμναῖς κείμενοι . φειδωλοῦ ] ἐστενωμένης . τρυσιβίου ] κεκολασμένης περὶ τὴν ζωήν . ⌈ θρύμβη [ | ||
] δυσκόλως κοιμωμένης . τρυσιβίου ] καταπονούσης τὸν βίον . τρυσιβίου ] δαμαζούσης τὸν βίον . θυμβρεπιδείπνου : τὰς θύμβρας |
κρεμασθῇ ὁ πάσχων πρὸς τὸν καθ ' ὑπεραιώρησιν καταρτισμόν . κρεμαμένου δὲ τοῦ καταρτιζομένου , ὁ ὑπηρέτης ἐξόπισθεν πλησίον αὐτοῦ | ||
θώρακος εἶναι θερμότερον μᾶλλον καὶ βάρους συναίσθησιν ἔχειν , ὡς κρεμαμένου τινὸς ἐξ αὐτοῦ , ὁπηνίκα περὶ τὸ ἕτερον μέρος |
, παρολκὰς δὲ καὶ βραδύτητας ἐργάζονται διὰ τὸ νωθὲς τοῦ βαδίσματος . Ἡμίονοι δὲ πρὸς πάντα ἐπιτήδειοι διὰ τὸ ὑπομονητικὸν | ||
διὰ τῆς ὄψεως ἐμφαίνει τὴν εὐγένειαν : τῇ τρυφῇ τοῦ βαδίσματος . ἢ τῆς ὄψεως : ὦ χιλιόναυν στρατὸν ὁρμήσας |
θερινοῦ , τοῦ ἐν τῷ θέρει φαινομένου , ἤως τοῦ κυνάστρου . Ὀπωρινοῖο κυνὸς εἶπεν ὁ ποιητὴς , ὅτι ὁ | ||
. ὑπερτείνασα ] ὑπερδραμοῦσα , διελθοῦσα . σειρίου ] τοῦ κυνάστρου : ἤγουν μὴ ξηρανθεῖσα ὑπὸ τοῦ ἐν τούτωι καύματος |
Ὑπερείδῃ ἐξέδωκε τὴν πρόγονον τὴν αὑτοῦ , ἐν τῷ πρὸς Ἀπελλαῖον περὶ θησαυροῦ . πάλιν τοίνυν ἀδελφῶν παῖδες ἀνεψιοί , | ||
' Εὐφήμου καὶ Ἀριστοφάνης Ἥρωσιν . Πυθαέα : Ὑπερείδης πρὸς Ἀπελλαῖον . ἄπορον πῶς ἀπὸ τούτου ἐσχημάτισται παρὰ τῷ Διδύμῳ |
δὲ ᾤετο ἔτι ἀπύρεκτος τελεῖν . Πρόρρησις , εἰ μὴ φυλάξαιτο ἰκτέρῳ περιπεσεῖν . ὁ δὲ τὴν πρώτην φυλαττόμενος ἀτάραχος | ||
, ὡς ἂν ἥκιστα ὑπίδοιτό τις αὐτῶν τὴν ἐπιβουλὴν καὶ φυλάξαιτο . ἀλλὰ γὰρ ὅτι μὲν ἐπὶ τοὺς ἀνοσίους ἀνθρώπους |
. ἴσχειν : συλλαμβάνειν . ἰδίειν . ἱδροῦν . | ἰπνοῦ : καμίνου , οἱ δὲ φούρνου . καὶ γὰρ | ||
συμμίξας : ἔστω δὲ ὅσον τρεῖς κοτύλαι : ἔπειτα ἐμβάλλειν ἰπνοῦ ὄστρακα διαφήνας , τοῦτο ἑλκέτω διὰ τοῦ αὐλοῦ φυλασσόμενος |
εἴην ἂν ἐγὼ καὶ ἀπολλυμένου τούτου κατὰ λόγον ἀνεπιτίμητος καὶ σῳζομένου πάλιν οὐδαμῶς ἐπαινούμενος , ὅτι μηδὲ τοῦτο εἰργαζόμην ἐγώ | ||
τὸ μὲν ἀποβαλόντα τὸ δὲ σῴζοντα , ἐκ δὲ τοῦ σῳζομένου τὸ λοιπὸν ἀναλαμβάνοντα . ἔχει γὰρ ὧδε ὅταν ὁ |
; Ἡμεῖς μὲν πιεζόμενοι ἢ ἐκλείψομεν τὴν χώρην ἢ μένοντες ὁμολογίῃ χρησόμεθα : τί γὰρ πάθωμεν μὴ βουλομένων ὑμέων τιμωρέειν | ||
: οἱ δὲ ἀσπαστῶς ὑπήκουσαν , ἐς ὅ σφι ἕαδε ὁμολογίῃ χρήσασθαι . Τὴν δὲ ὁμολογίην ἐποιεῦντο τοιήνδε τινά , |
ὁ Ἀπόλλων . ποταμοῦ γένος ἀρχαίοιο : τοῦ Ἰνωποῦ . ὀλολυγήν : τὴν μετὰ εὐφημίας λέγει εὐχήν . τροχόεσσα . | ||
ὁ Ἀπόλλων . ποταμοῦ γένος ἀρχαίοιο : τοῦ Ἰνωποῦ . ὀλολυγήν : τὴν μετὰ εὐφημίας λέγει εὐχήν . τροχόεσσα . |
δαπανᾷ καὶ κατ ' ἔλλειψιν , ὅταν ἐνδεέστερον τοῦ δέοντος ἀναλώσῃ , καὶ τὸ μέσον , ὅταν καὶ ὅσον δεῖ | ||
κατατίθεσθαι τροφὴν εἰς τὰς θαλάμας , καὶ ὅταν τὰ χρήσιμα ἀναλώσῃ , τὰ ἀχρεῖα ἐκβάλλειν , καὶ τὰ συνερχόμενα τῶν |
πρὸς ἀπληστίην , πρὸς ἐπιθυμίην , πρὸς ἀφαίρεσιν , πρὸς ἀναιδείην . Αὕτη γὰρ ἡ γνῶσις τῶν προσιόντων καὶ χρῆσις | ||
καὶ ἀγήνορες , οὐδέ κεν ἄν τι ἀντόμενοι τρέσσειαν , ἀναιδείην ἀχάλινον αἰεὶ κυμαίνουσαν ἐπὶ φρεσὶ λύσσαν ἔχοντες : πολλάκι |
πολεμίων αἰσθάνεσθαι : μετὰ δὲ οὐ πολὺ καὶ ἐς ἅπαντας διέδρα ἡ ἄγνοια . ἀναλαβόντες οὖν τὰ ὅπλα καὶ διαστάντες | ||
τρυφῆς τὸν πόνον οὐκ ἐνεγκὼν ἐς τὴν ἁμαξιτὸν αὐταῖς χοινικίσι διέδρα καὶ παροδεύουσι λοχαγοῖς ἑαυτὸν ἐμήνυσέ τε καὶ ἀνῃρέθη . |
φθορᾶς παρεγένετο . Γ εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς εἰσῆλθε . εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς παρεγένετο , ὡς ἀναιδῶς ἐλθόντος . | ||
εἰσελθεῖν . ΓΘ ἄλλως : μετὰ φθορᾶς παρεγένετο . Γ εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς εἰσῆλθε . εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς |
τὴν γονὴν δοκοῦντα συνουσιάζειν γυναικὶ ἢ πολλάκις καὶ δίχα φαντασίας συνουσιασμοῦ . ὀνειροπολεῖν τὸ φαντάζεσθαι , ὀνειρώττειν δὲ τὸ καθ | ||
ἡ ἡδονὴ ἡ ἀπὸ τοῦ χορτάσαι καὶ ἡ ἀπὸ τοῦ συνουσιασμοῦ ἐκκρούει τὴν λύπην τὴν ἐκ τοῦ πεινᾶν καὶ μὴ |
ἀλλ ' ὅτε τις μοίρης τριτάτης πρὸς μέτρον ἐλαύνοι πίνων ἀβλεμέως , τότε δ ' Ὕβριος αἶσα καὶ Ἄτης γίνεται | ||
ἀμελέως καὶ ἐν ὑπερθέσει ἀλεμέως καὶ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ β ἀβλεμέως . οὕτως Ὠρίων . . . . , . |
συγκαλέσας τὸν δῆμον εἰς ἐκκλησίαν καὶ πολλὴν κατηγορίαν διαθέμενος τῶν φονευθέντων ὑπ ' αὐτοῦ πολιτῶν , ἐκείνους μὲν ἔφη τετιμωρῆσθαι | ||
πλὴν ὀλίγων ἅπαντας ἀνεῖλον . τοσοῦτο δὲ πλῆθος ἦν τῶν φονευθέντων ὥστε τὸ φερόμενον ῥεῦμα κραθὲν αἵματι τὴν χρόαν ἐφ |
πόνος παρέπηται καὶ ποτὲ μὲν ἐπιτάσεις , ποτὲ δὲ ἀνέσεις ἐπιφέρῃ . σναʹ . Σκοτωματικοὶ καλοῦνται οἷς παρακολουθοῦσι σκοτώσεις καὶ | ||
ἐναντίον μὴ δέχεσθαι , ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνο , ὃ ἂν ἐπιφέρῃ τι ἐναντίον ἐκείνῳ , ἐφ ' ὅτι ἂν αὐτὸ |
. ” βάλλεν ἔβαλλεν . βάζειν λέγειν . βαμβαίνων διὰ τρόμον οὐκ ἠρεμοῦσαν τὴν βάσιν ποιούμενος . ὁ δὲ Ἀπίων | ||
, φλεγμαίνει . χρῶμα γὰρ οὐ μεταβάλλει οὐδὲν ἄλλο οὐδὲ τρόμον ποιεῖ οὐδὲ ψόφον τῶν ὀδόντων οὐδὲ μετοκλάζει καὶ ἐπ |
γὰρ θᾶττόν τε καὶ μᾶλλον πά - σχουσιν οἱ τοῦ πληγέντος τὴν ἀρχὴν ἔγγιον : τὸ δέ γε ὁρατὸν οὐ | ||
* ἐχθόμεναι : ἐχθραί μισηταί μισούμεναι * ἀνδρός : τοῦ πληγέντος ῥινοὶ δὲ πλαδόωσιν : ἀντὶ τοῦ δυσωδίαν πέμπουσιν αἱ |
πονεῖν τὰ καλὰ , τὰ κακὰ μετέρχονται . ὅσῳ γὰρ δυσάλωτός ἐστιν ἡ ἀρετὴ , τοσούτῳ ἡ κακία εὐάλωτος . | ||
πονεῖν τὰ καλὰ , τὰ κακὰ μετέρχονται . ὅσῳ γὰρ δυσάλωτός ἐστιν ἡ ἀρετὴ , τοσούτῳ ἡ κακία εὐάλωτος . |
λῦσε μένος πλήξας ξίφει αὐχένα κωπήεντι . πᾶν δ ' ὑπεθερμάνθη ξίφος αἵματι : τὸν δὲ κατ ' ὄσσε ἔλλαβε | ||
ὁμόχροον : περὶ δὲ μέσον ἡμέρης , σμικρὰ ἐῤῥίγωσεν , ὑπεθερμάνθη , ἵδρωσε δι ' ὅλου : νύκτα ἐκοιμήθη . |
. ἀπὸ δὲ τοῦ Καβακησός οἴεται Δίδυμος κατὰ συγκοπὴν τοῦ Καβασσός . πόλις δὲ αὕτη τοῦ Ὀθρυονέως , περὶ ἧς | ||
. . Ἑλλάνικος δέ φησιν λίμνην εἶναι Ποντικήν . . Καβασσός : πόλις ἐν Καππαδοκίαι , πατρὶς Ὀθρυονέως . Ὅμηρος |
στρατιώτῃ , καὶ ἦν εὐεργέτης . τοῦτό μοι πολλῶν δίκη παραμυθουμένου με τοῦ δαίμονος . καὶ τοῦτο μὲν ἀντὶ τῶν | ||
μεμαντευμένων ἀποδίδου . Καὶ ὁ μὲν Ἁβροκόμης ταυτὶ κατοδυρόμενος , παραμυθουμένου αὐτὸν Αἰγιαλέως διῆγεν ἐν Συρακούσαις , ἤδη καὶ τῆς |
: οἱ δ ' ἀποθήκας δι ' ἐλάσσονος : διὰ ταπεινοτέρου τόπου . εὐαποτείχιστοι ὦσιν : εὐκόλως ἀποτειχισθῶσι , ἵνα | ||
, ὅθεν ἐπιρρεῖ τὸ αἷμα . βρόχῳ διειλημμένου . τοῦ ταπεινοτέρου δὲ μήτε σφύζοντος ἔτι διὰ τὸν βρόχον , ὑπό |
χυμὸν κινουμένων , εὐκράτοις δὲ μᾶλλον ἐπὶ τῶν δι ' ὑπερόπτησιν τοῦ χολώδους χυμοῦ καὶ γυμνασίοις ὡσαύτως καὶ ἀνατρίψει , | ||
ζέον τῆς θερμασίας , ἔτι τε καὶ τὴν τῶν ἀποζεμάτων ὑπερόπτησιν οὐ δυναμένης ἐκκρίνεσθαι . θαυμάζω οὖν πῶς ὁ νόμῳ |
διακινήσωμεν . ἅμα δὲ καὶ τὸ ὑπόλοιπον τινάξεις κοκκύμηλον καὶ ἐνέγκῃς τῇ κυρίᾳ σου , ἵνα τὰ ἱμάτια λάβῃς . | ||
εἰδέναι ἐφ ' ὅ τι πρῶτον ἢ δεύτερον τὴν χεῖρα ἐνέγκῃς : ὑποβλέπειν οὖν εἰς τὸν πλησίον δεήσει κἀκεῖνον ζηλοῦν |
Ξάνθος δὲ ὁ Λυδὸς δέκα καὶ δέκα ἐκ Φιλόττου τοῦ Ἀσσυρίου . . . . : ὠικείωτο γὰρ ἐκ παλαιοῦ | ||
Λυδὸς [ . ] δέκα καὶ δέκα ἐκ Φιλόττου τοῦ Ἀσσυρίου , ὃς ᾤκει ἐν Σιπύλῳ , ὃς ἀνῃρέθη ἐν |
μέγα δὲ ὅμως ἥμερόν μοι παρασκευασθῆναι τὸ ὄμμα τοῦ γενναίου Μοδέστου . τοῦτο ἔπεισεν Εὐσεβίου με μνησθῆναι , πείσει δέ | ||
ὁ μαθητής σου τοῖς συνηγόροις ἐγγέγραπται μάλα ἡμέρως αὐτὸν προσεμένου Μοδέστου . τὴν μὲν οὖν τῶν νόμων ἐπιστήμην , ὅταν |
οἰκοῦντα ἀσφαλῶς τἀρκοῦντα ἔχειν ἢ μόνον διαιτώμενον τὰ τῶν πολιτῶν ἐπικινδύνως πάντα κεκτῆσθαι , ἐπὶ δὲ τῶν ἀδελφῶν τὸ αὐτὸ | ||
, νυκτὸς λαθόντες ἀνῄεσαν διὰ τῆς πέτρας χαλεπῶς πάνυ καὶ ἐπικινδύνως ἀναρριχώμενοί τε καὶ ἕτερος τὸν ἕτερον ἀνέχων τε καὶ |
οἷον πόθεν δ ' ἐωλκὼς εὐπετὲς ἔβλης : η μετοχὴ βλείς : κίνημα γὰρ καὶ οὐ συγκοπή . οὕτως Ἡρωδιανὸς | ||
. βλάβη : ἀπὸ τοῦ σκάφη . . . . βλείς : οἱ μὲν τοῦ η καὶ θ βλείς . |
: ἐξ οὗ καὶ σειρὰ , ἡ πλοκή : καὶ πλεονασμῶ τοῦ σ , εἴρσω : καὶ ἐξ αὐτοῦ , | ||
ἀπὸ τοῦ ἀϊσσης : παράγωγον αἰσύω : αἰσυτήρ : καὶ πλεονασμῶ τοῦ η αἰσυητήρ . ἀΐσυλος , ὁ ἄδικος καὶ |
πειθὼ τῶν κρειττόνων , εἰς κηδεμονίαν ἀνακαλουμένη πάλιν αὐτῶν τὴν εὐμένειαν καὶ ἀποτρέπουσα τὴν στέρησιν , παντελῶς ἂν εἴη καθαρὰ | ||
κατασκευάζεται σθεναρώτερα . σημεῖον δέ : θεραπεύουσιν , ἱκετεύουσιν , εὐμένειαν ὡς παρὰ τύχης καὶ ἀγαθοῦ δαίμονος αἰτεῖσθαι γλίχονται , |
ἂν αἱ τῶν πλανωμένων συνοικειώσεις παραβάλλοιντο ταῖς τῶν φθόγγων . Αὐτάρκης μὲν οὖν δόξειε πρός γε τὴν προκειμένην ἡμῖν ἔνδειξιν | ||
σοφόν : Πλάτων δὲ οὔ φησι . , , : Αὐτάρκης τε ἦν καὶ σεμνός . Καί ποτε Ἀλκιβιάδου , |
, καὶ ἐμπιμπράντες , ὅσα λείποιεν , τοῦ μηδὲν ἔτι Λούκουλλον εὑρεῖν . ὃ δὲ πολλὴν γῆν ἔρημον ὁδεύσας ἔς | ||
ἐν τούτῳ Σκύθης , ὄνομα Ὁλκάβας , αὐτόμολος ὢν ἐς Λούκουλλον ἐκ πολλοῦ καὶ παρὰ τήνδε τὴν ἱππομαχίαν πολλοὺς περισώσας |
μὲν ἔχουσιν εὖ , οἱ δὲ φαίνονται φυλετικῶς φυσήσαντες καὶ ἐπισκευάσαντες ἑαυτούς , καὶ καλοὶ οἱ μὲν διὰ κάλλος , | ||
, καὶ τίνων οἱ σοφισταὶ στοχάζονται . φυλετικῶς φυσήσαντες καὶ ἐπισκευάσαντες ἑαυτούς : ἤγουν ἐξ ἐπιτεχνήσεώς τινος : φοροῦσι γὰρ |
κατηγοροῦσιν . ὀφθαλμοὶ μεγάλοι σημαίνουσιν ἀποπληξίαν τοῦ ἀνδρὸς καὶ ματαιότητα γαστριμαργίαν τε καὶ οἰνοφλυγίαν καὶ λαγνείαν καὶ μάλιστα εἰ τρέμουσιν | ||
κακόδαιμον : Ἐπιπλήττει αὐτῷ ὁ Ποσειδῶν , ὡς διὰ τὴν γαστριμαργίαν προδιδόντα τὸν Δία . κάτω : Κάτω τοῦ οὐρανοῦ |
, χαλεπήν * θήρ : ἡ διψάς * τυπῇσιν : τρώσεσι πλήξεσι * ἀμυδροτέρῃσιν : θανατοποιοῖς θανασίμοις , χαλεπαῖς κρυπταῖς | ||
μικροτέρους . ἰόν : φάρμακον . Τύμμασι : ἐν , τρώσεσι , πληγαῖς , τύψεσιν . λευγαλέοισιν : ὀλεθρίοις , |
ο εἰς ω ῥώψ , ὡς βλέπω βλέψω βλὲψ καὶ βλώψ , ἐξ οὗ τὸ ” παραβλῶπες ” . . | ||
ο εἰς ω , κλώψ : ὡς βλέπω βλὲψ βλὸψ βλώψ . ὅθεν παραβλῶπες τῶν ὀφθαλμῶν . Κονιορτός . παρὰ |