” λαγαριζόμενον “ δὲ ⌈ ἀντὶ τοῦ ⌈ τὰ Γ λαγαρὰ ἐσθίοντα , ὅ ἐστιν εὔθραυστα καὶ εὐτελῆ τινα . | ||
μεμίχθω , ὃ καὶ αὐτὸ ἐν τῇ ἑψήσει ἀναλισκέσθω . λαγαρὰ δ ' ἔστω τὰ καταπλάσματα ὡς μὴ ἐρεθίσαι ἱδρῶτας |
, ἡδεῖς Αἰθίοπες ἐν τῷ τοῦ χρώματος ἀτόπῳ καὶ βλοσυρὸν μειδιῶντες καὶ οὐκ ἄδηλοι χαίρειν καὶ οἱ πλεῖστοι ὅμοιοι . | ||
ὁρῶσα , αἰδουμένη ἑστῶτα τὸν Ἀλέξανδρον . Ἔρωτες δέ τινες μειδιῶντες : ὁ μὲν κατόπιν ἐφεστὼς ἀπάγει τῆς κεφαλῆς τὴν |
ὡμοιώθη . ἔχε κλᾷδα : εἶχε κλεῖδα ὡς ἱέρεια . ἀνειμένα : ἀνακείμενα . πολύθεστε : πολυπόθητε . προχάνα : | ||
εἰσιν . ὀφθαλμοὶ μειδιῶντες ἅμα ὑγρό - τητι , βλέφαρα ἀνειμένα , μέτωπον μαλακόν , τὰ ἀμφὶ τὰ βλέφαρα λαγαρὰ |
κεχηνότες καθεύδωσιν , ἢ πρίζωσι τοὺς ὀδόντας , καὶ ἢν ἐπηρμένα ἔχωσι καὶ σκληρὰ τὰ ὑποχόνδρια καὶ οὐχὶ τὴν ἐπαφὴν | ||
, εἰ δὲ μωρὸς καὶ ὑπέρκομπος , μωρὰ πάλιν καὶ ἐπηρμένα βοᾷ . τὴν ἐνοῦσαν ἀφροσύνην ἡ γλῶττα ἐμφαίνει . |
δασείαις θερμοβούλους , εὐψύχους ἄνδρας σημαίνει . ὤμους δὲ καὶ μετάφρενα τετριχῶσθαι παρομοίους δηλοῖ τοῖς ὄρνισιν ἐν ταῖς ψυχαῖς : | ||
τύψαντα , τὸν Πηλέα , τὸν δὲ Τελαμῶνα σιδήρῳ τὰ μετάφρενα , καὶ οὕτω τὸ μύσος φεύγοντας τῆς Αἰγίνης ἐκπεσεῖν |
σμικρὰ πρὸς ἡμέρην : ἄφωνος : ἵδρωσε ψυχρῷ : ἄκρεα πελιδνά : περὶ δὲ μέσον ἡμέρης , ἑκταῖος ἀπέθανεν . | ||
τὰ οὖρα καὶ ἀνυπόστατα , τοῦ δὲ δεινοῦ πάνυ κεκρατηκότος πελιδνά τε καὶ μέλανα τούτοις ἂν ἀποδοθείη τὰ παρυφιστάμενα , |
πρόσωπα καὶ σαρκώδη , οὐ μὴν λεπτά , ὀφθαλμοὶ ὑγροὶ εὐλαμπεῖς χαροποί , τὸ ἐν αὐτοῖς ἦθος γεγηθός . Ἀναισθήτου | ||
πάνυ σαρ - κώδη οὐδὲ μὴν λεπτά , ὀφθαλμοὶ ὑγροὶ εὐλαμπεῖς χαροποί , τὸ ἐν αὐτοῖς ἦθος γεγηθός . Τὸν |
φάτο : τὸν δ ' ἀλεγεινὰ παραβλήδην ἐνένιπεν υἱὸς Λαέρταο πολύτροπα μήδεα νωμῶν : Αἶαν ἀμετροεπές , τί νύ μοι | ||
ἐννοίαις πλήρη τε καὶ πυκνότατα , ποικίλα τε ἄλλως καὶ πολύτροπα τοῖς εἴδεσι καὶ ταῖς ὕλαις , ἀπέρισσα δὲ ἐξαιρέτως |
μικρότερος γίνηται καὶ ἀμυδρῶς , ἢ μηδ ' ὅλως βλέπῃ τραχέα δὲ τὰ βλέφαρα λέγεται , ὅταν ἐκστραφέντα ἐναιμότερα φαίνηται | ||
χωρίων , καὶ οὔτε πεδίον οὔτε ὄρος οὔτε τὰ λίαν τραχέα οὔτε χαράδρα ἢ ῥεῦμα ἀποκωλύει αὐτήν , πολλούς τινας |
συνάγει καὶ παχύνει τὴν ὕλην , καὶ τονοῦν ἤδη τὰ κεχαλασμένα πέφυκε , παχυμερῆ τε ὄντα ἤδη καὶ ψύχοντα καὶ | ||
γὰρ βούλεται ἡμᾶς τὰ πάθη , ἀλλὰ μὴ ἀνειμένα καὶ κεχαλασμένα φορεῖν . διὸ καὶ ἐπὶ τῆς διαβάσεως αὐτῶν , |
βούλεται . Γλαῦκοι δ ' ὅλοι , ῥαχιστὰ κρανίων μέρη εὔσαρκα . Εἶτ ' οὐχὶ χρυσοῦν ἐστι πρᾶγμ ' ἐρημία | ||
βούλεται . γλαῦκοι δ ' ὅλοι , ῥαχιστὰ κρανίων μέρη εὔσαρκα εἶτ ' οὐχὶ χρυσοῦν ἐστι πρᾶγμ ' ἐρημία ; |
, σκέλη σαρκώδη , περὶ τοῖς σφυροῖς καρτερία , πόδες ἀρθρώδεις , χρῶμα ὀξύτερον , βλέμμα ὑγρόν , οὐ μεγάλοι | ||
μεγάλας , εἶτα ἐχούσας τὰς κεφαλὰς ἐλαφράς , σιμάς , ἀρθρώδεις , ἰνώδη τὰ κάτωθεν τῶν μετώπων , ὄμματα μετέωρα |
καὶ πρὸς τὰ δύσπεπτα καὶ δυσμετάβλητα τῶν ὄγκων , καὶ σκληρὰ καὶ πελιδνὰ διαπυΐσκει διὰ ταχέων , τὰς δὲ χοιράδας | ||
ἑκάστοτε ἐν τοῖς συρίχοις πωλοῦντας ; οἳ κάτωθε μέν τὰ σκληρὰ καὶ μοχθηρὰ τῶν σύκων ἀεί τιθέασιν , ἐπιπολῆς δὲ |
, στέρνα ῥωμαλέα καὶ μετάφρενα , ἰσχία σκληρά , σκέλη σαρκώδη , περὶ τὰ σφυρὰ καρτερία , πόδες ἀρθρώδεις , | ||
πρὸς τὴν τῆς βλασ - τήσεως ὥραν . ὧν δὲ σαρκώδη τὰ περικάρπια ταῦτα δὴ σηπομένων καὶ περιρρεόντων αὐτὰ καθ |
, κατὰ μέρος δὲ τὰ μὲν προηγούμενα αὐτοῦ καυσώδη καὶ φθαρτικά , τὰ δὲ μέσα εὔκρατα , τὰ δὲ ἑπόμενα | ||
καταφορὰν ὑδάτων καὶ συνεχεῖς ὄμβρους : τὰ δεξιὰ εὐτελῆ καὶ φθαρτικά . νοτόθεν συνανατέλλει Λαγωὸς καὶ τοῦ Κυνὸς τὰ ἐμπρόσθια |
αἴσθωνται ψύχους , εὐθὺς ἀποδιδράσκουσι τὸν ἀέρα καὶ τὰ σώματα ἀχρεῖα ποιοῦσι καὶ ἀδύνατα ἀνέχεσθαι χειμῶνος , ὅτι δὲ ἔξεστιν | ||
φύσεως θεωρία . τί οὖν παρασκευαζομένη τὰ ὅπλα κατατίθεσαι ὡς ἀχρεῖα ; τί δὲ τεχνάζῃ ἃ περιφρονεῖς καὶ ἐπονείδιστα νομίζεις |
πολύποδες , σηπίαι , τευθίδες , καὶ πάντα τὰ καλούμενα μαλακόδερμα , βάτοι , λειόβατοι , ῥῖναι , δράκοντες , | ||
τὰ τοιαῦτα , πολύποδεϲ ϲηπίαι τευθίδεϲ καὶ πάντα τὰ καλούμενα μαλακόδερμα , βάτοι λειόβατοι ῥῖναι δράκοντεϲ κόκκυγεϲ γαλιώνυμοι ϲκορπίοι τράχουροι |
μέλιτι ἀντὶ τοῦ γλυκέος . ἄλλο . ῥάφανον κατακόψας καὶ στρογγύλα ποιήσας ὄπτησον ἐπ ' ἀνθράκων καὶ μετὰ μέλιτος φάγε | ||
πρίζουσι : πελεκητὰ δέ , ὅσων ἀποπελεκῶσι τὰ ἔξω : στρογγύλα δὲ δῆλον ὅτι τὰ ὅλως ἄψαυστα . τούτων δὲ |
ἢ φύοντα φύει μόγις . Ἐνθαῦτα μέν νυν διὰ τὰ ψύχεα γίνεται ταῦτα . Θωμάζω δέ ὅ τι ἐν τῇ | ||
δὲ χρέεσθαι τοῖσι περιπάτοισιν : ἡλίους δὲ φυλάσσεσθαι καὶ τὰ ψύχεα τά τε ἐν τῷ πρωῒ καὶ τὰ ἐν τῇ |
τῇ λελεγμένῃ πλὴν ἀϲθενεϲτέρα . Ἀμύγδαλα τὰ μὲν πικρὰ τῆϲ λεπτυνούϲηϲ τε καὶ ἐκφρακτικῆϲ τῶν ἐν βάθει γλίϲχρων τε καὶ | ||
ταῖϲ ψόαιϲ ἐπιτιθέντα . τὴν δίαιταν καὶ φάρμακα προϲάγειν τῆϲ λεπτυνούϲηϲ δυνάμεωϲ ἄνευ τοῦ θερμαίνειν ἐπιφανῶϲ , προϲάγειν δὲ καὶ |
ὅσοις δ ' ἐναντίως , ἀφρονεστάτους . καὶ ὧν μὲν μανὰ καὶ ἀραιὰ κεῖται τὰ στοιχεῖα , νωθροὺς καὶ ἐπιπόνους | ||
γίνεται , καὶ κωπεῶνες ἐκ τούτων κάλλιστοι : τὰ δὲ μανὰ μᾶλλον εἰς βάθος καὶ πάχος , δι ' ὃ |
λίαν χλωρά : βραδέως γὰρ ἀναφέρεται τὰ ἐκτρυπήματα διὰ τὸ βαρέα εἶναι : τῶν δὲ ξηρῶν ταχέως καὶ εὐθὺς ὁ | ||
γῆρας δὴ καὶ νόσος καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα τοῖς μὲν βαρέα φαίνεται καὶ χαλεπά , τοῖς δ ' ἐλαφρά τε |
δεύτερον φθινοπώρου , ἧϲϲον ἦροϲ , ἥκιϲτα χειμῶνοϲ . καὶ διάρροιαι μὲν παιδίοιϲι καὶ μειρακίοιϲι , δυϲεντερίη δὲ ἀκμάζουϲι καὶ | ||
. Λέγει καὶ δεύτερον σημεῖον , καί φησιν ὅτι καὶ διάρροιαι πολυχρόνιοι γίνονται αὐτοῖς . καὶ ἡ διάρροια γίνεται αὐτοῖς |
τέλεια καὶ οὐ πηρώματά ἐστι . σημεῖον δέ , ὅτι γεννητικὰ ἑτέρων τοιούτων καὶ ἀκμὴν ἔχει καὶ φθίσιν . ἀλλὰ | ||
ἡ δὲ πρὸς δύναμιν τοῦ γεννᾷν : ἔνια δὲ ἄτροφα γεννητικὰ δὲ , τὰ δ ' ἴσως ἀνάπαλιν . Τάχα |
μᾶλλον ἐγειρέσθην κοτέοντε μάχεσθαι , ἀμφότεροι , χλοῦναί τε σύες χαροποί τε λέοντες . Ἐν δ ' ἦν ὑσμίνη Λαπιθάων | ||
θέσκελα ἔργα τέτυκτο , ἄρκτοι τ ' ἀγρότεροί τε σύες χαροποί τε λέοντες , ὑσμῖναί τε μάχαι τε φόνοι τ |
ὑπὸ τῶν κυνῶν ἔκπληκτοι γίγνεσθαι . κατακλίνεται δὲ ὑποθεὶς τὰ ὑποκώλια ὑπὸ τὰς λαγόνας , τὰ δὲ πρόσθεν σκέλη τὰ | ||
, ὑγρὰς εὐκαμπεῖς , τὸ ἄκρον τῆς οὐρᾶς δασύτερον . ὑποκώλια μακρὰ εὐπαγῆ . σκέλη δὲ εἰ μὲν τὰ ὀπίσθια |
ἰϲχάδων μέροϲ ἢ πλέον ἢ ἔλαττον : εἶτ ' ἄμφω κοπτόμενα μιγνύϲθω : ἐκ τούτου δὲ λαμβάνειν μέγεθοϲ ἰϲχάδων δύο | ||
τὰ πλαδαρὰ δὲ τῶν οὔλων ξηραίνει . σηπίας ὄστρακα ἄκαυτα κοπτόμενα ὁμοίως ὀδόντας λαμπρύνει . κέρας ἐλάφου τε καὶ αἰγὸς |
ἔχων ὀρθὰς ὥσπερ ὀξυάκανθος : φύλλα ἐπιμήκη , ὑπολίπαρα , μαλακά . ἔστι καὶ ἑτέρα παρ ' αὐτὴν λευκοτέρα . | ||
εἰρημένων ἁπάντων τὰ μὲν ἧττόν ἐστι , τὰ δὲ μᾶλλον μαλακά , σκληρὸν δ ' ὁμοίως τούτοις οὐδέν : ἀλλά |
οὐκ ἄν τις περιλαλήσαι . βαρυρρήμονα , 〚 σκληρὰ καὶ συνδεδεμένα ἔπη λέγοντα 〛 . φάκελοι γὰρ τὰ βαρέα 〚 | ||
μοι δοκεῖ τεκμαρίοις φανερὸν ἦμεν . συμπνείουσα γὰρ αὐτῷ καὶ συνδεδεμένα τὰν ἀρίσταν τε ἅμα καὶ ἀναγκαίαν ἀκολουθίαν ὀπαδεῖ ῥύμᾳ |
τὸ πέττεσθαι τὴν τροφὴν κατεσκευασμένη . νεʹ . Ἔντερά ἐστι νευρώδη τὰ μὲν πρὸς τὴν πέψιν συνεργοῦντα , τὰ δὲ | ||
, καὶ σπόγγῳ τόπον ἔπεχε : ποιεῖ καὶ πρὸς τὰ νευρώδη μισγόμενον καὶ μετὰ ἀλωπεκίου στέατος καὶ ἴου , ἴσα |
στενώτερον , ὀφθαλμοὺς στίλβοντας καὶ μαρμαρύσσοντας , τράχηλον λεπτότερον , στήθη ἀσθενέστερα , ἄπλευρον , ἰσχία καὶ μηροὺς περισαρκότερα , | ||
ψιλὰ ὄπισθεν , τραχήλους μακρούς , ὑγρούς , περιφερεῖς , στήθη πλατέα , μὴ ἄσαρκα ἀπὸ τῶν ὤμων , τὰς |
δὲ μείους , καὶ αἱ μέν ὑπόλευκοι , αἱ δὲ ὑπέρυθροι . ἔσθ ' ὅτε δὲ καὶ πρὶν ἢ φθάσαι | ||
πυρωπὸν δὲ πυροειδές : καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ γὰρ τοῦ θυμουμένου ὑπέρυθροι , ὅπερ γίνεται διὰ λεπτοῦ αἵματος ἀνάδοσιν : ἐν |
σμύραιναι : [ καὶ ] τρυγόνες δὲ καὶ ῥίναι καὶ λειόβατοι καὶ νάρκαι καὶ βατίδες μικρὸν μέν τι ὑπόμυξον ἔχουσι | ||
, τευθίδες καὶ πάντα τὰ καλούμενα μαλακόδερμα , βάτοι , λειόβατοι , ῥῖναι , δράκοντες , κόκκυγες , γαλεώνυμοι , |
λιγαίνειν ] θρηνεῖν . Ξ λιγαίνειν ] ἤγουν λίγα καὶ ὀξέα θρηνεῖν . λιγαίνειν ] ὑμνεῖν . λιγαίνειν ] βοᾶν | ||
μνώοντ ' ὀλοοῖο φόβοιο . πολλὰ δὲ Κεβριόνην ἀμφ ' ὀξέα δοῦρα πεπήγει ἰοί τε πτερόεντες ἀπὸ νευρῆφι θορόντες , |
. οὗτος δ ' ὁ λόγος πάντα ποιεῖ τὰ ἀδικήματα βίαια : σχεδὸν γὰρ πάντες δι ' ἡδονὴν ἀδικοῦσιν οἱ | ||
τοῦ ἀκουσίου λαβεῖν λόγον . εἰπὼν δὲ ἀκούσια εἶναι τὰ βίαια ἢ δι ' ἄγνοιαν , πρῶτον ὁρίζεται τὸ βίαιον |
γὰρ αὗται πρὸς ἀρνοτροφίαν . τοὺς δὲ κριοὺς εἶναι χρὴ εὐπαγεῖς , καλοὺς τῇ θέᾳ , χαροποὺς τοῖς ὄμμασι , | ||
- γωρηθῇ . δεῖ δὲ ἐκλέγειν ἀπὸ τῶν τοκάδων τὰς εὐπαγεῖς , μεγάλας τε καὶ μεμυωμένας , καὶ τὸν μὲν |
, καὶ ἐν ἰσχίοισι , ὀσφύϊ , ὑπογαστρίῳ , καὶ οἰδήματα σφόδρα ἐνερευθῆ . Καταστάντων δὲ τούτων , σπασμοὶ καὶ | ||
ἀφυκτοτάτοισιν : ἄλλῳ δὲ προσημαίνειν περὶ τούτου . Οἷσι δὲ οἰδήματα μεγάλα γενόμενα καταμαραίνεται , καὶ αὖθις ἐπαίρεται , οὗτοι |
τὰ δὲ μέσα εὔκρατα , τὰ δὲ ἑπόμενα μεμιγμένα καὶ ἄτακτα , καὶ τὰ μὲν βόρεια πνευματώδη καὶ σινοποιά , | ||
, ὥσπερ Σκλάβοι καὶ Ἄνται καὶ τὰ τοιαῦτα ἄναρχα καὶ ἄτακτα ἔθνη : ἢ ὅτε προκαταλαβὼν τόπον καὶ κρατήσας οἷον |
τὸ πλεονεκτεῖν τῶν ὁμογενῶν προσθήκῃ πλευρῶν καὶ παχύτητος , ὅθεν ὀγκώδεις τέ εἰσι , μείζους τὰ σώματα , ἡλίου τε | ||
τοῖς φωνήεσσι τοῖς μακροῖς συντάττειν , ὡς τὰς συλλαβὰς οὔσας ὀγκώδεις ἐκτελεῖν τοὺς ῥυθμοὺς εὐήχους . Δεῖ δὲ πρὸς τούτοις |
ἰδίως δυσπνοϊκῶν καὶ ἀναφορικῶν οὕτω καλουμένων , ἀφρώδη τε καὶ δίυγρα καὶ γλίσχρα καὶ παχέα ἐσύστερον τὰ ἀναπτυόμενα , ἃ | ||
] αὐτάδελφα ἢ πολυνεικῆ . ὁμώνυμα ] πολυνεικῆ . θ δίυγρα : ζῶντα πήματα χεόμενα καὶ πολλά . τριπάλτων δὲ |
γὰρ αὐτῶν τὰ εἴδη . καὶ οἱ μὲν μέλανες ὀφθαλμοὶ ἄνανδρα ἤθη καὶ δειλίαν τε καὶ ἀπιστίαν δη - λοῦσιν | ||
γὰρ αὐτῶν τὰ εἴδη . καὶ οἱ μὲν μέλανες ὀφθαλμοὶ ἄνανδρα ἤθη καὶ φιλοκερδῆ καὶ ἄπιστα δηλοῦσιν , οἱ δὲ |
, τὰ δὲ λοξά ἄνευ μαρτυρίας ἀγαθοποιῶν ἀστέρων δυσκατέργαστα καὶ πολυχρόνια μηνύει , καὶ τὰ τροπικὰ δὲ ἐν τῇ ἀνατολῇ | ||
παρθένοι ᾗσι τὰ ἐπιμήνια φαίνεται . Οἷσι δὲ ῥεύματα δακρύων πολυχρόνια ἢ νυκτάλωπες γίνονται , τούτους ἐπανερωτᾷν , ἢν τὴν |
παρέχεται . ἐὰν γοῦν θελήσῃ φοβῆσαί τινα , ἐγείρας τὰ οὐραῖα εἶτα διεσείσατο καὶ ἀπέστειλεν ἦχον , καὶ ἔδεισαν οἱ | ||
προασπίζοντος ἐξουσίαν , ὑφ ' ἧς οὐχ ὑπεσύρη πρὸς τὰ οὐραῖα , ἀλλ ' ἐπὶ κεφαλὴν ἄνω παρεπέμφθη . ταῦτα |
παίζει , ἔφη : „ ὥσπερ τὰ τόξα διὰ παντὸς τεταμένα ῥήσσεται , ἐπὰν δὲ ἀνεθῇ , εὔχρηστα γίνεται πρὸς | ||
χρυσοῦ δὲ στήσας Ὀδυσσεὺς δέκα πάντα τάλαντα . ” τανύφυλλος τεταμένα φύλλα ἔχουσα , οἷον μακρόφυλλος . τανύπεπλος τεταμένον ἄχρι |
μάλιστα ἄχρι τοῦ γόνατος , τὰ δὲ ἄνωθεν τούτου καὶ σαρκωδέστερα καὶ ἰσχυρότερα . Τὴν δὲ διάστασιν τοῖν σκελοῖν ἐχέτω | ||
, κρεῶν δὲ τὰ πίονα καὶ νεογνά : τὰ γὰρ σαρκωδέστερα καὶ διαπεπονημένα , καὶ ὅσα ταῖς ἡλικίαις ἀκμάζοντα , |
δὲ κλαγγηδὸν ἐκβοῶντες ὀξύ τε καὶ ὀρνίθειον οὗτοι μάταιοι καὶ χαῦνα καὶ ὑψηλὰ νοοῦντες . ἀσθενὴς δὲ φωνὴ καὶ ἅμα | ||
τοῦ καρποῦ καὶ μετακαρπίου καὶ τῶν ἐν δακτύλοιϲ ϲκυταλίδων ὀϲτᾶ χαῦνα καὶ ϲηραγγώδη φύϲει γενόμενα θλάττεται μὲν ὡϲ τὰ πολλά |
τῆς θέρμης φλυκταίνας ποιεῖν . Ἀπολλόδωρος τὰ ἐκ τοῦ πυρὸς ἐρευθή - ματα ἢ ἐκ ψύχους ἢ τοὺς τύλους καὶ | ||
τῆς θέρμης φλυκταίνας ποιεῖν . Ἀπολλόδωρος τὰ ἐκ τοῦ πυρὸς ἐρευθή - ματα ἢ ἐκ ψύχους ἢ τοὺς τύλους καὶ |
γινώσκοντας καὶ πιστευομένους , ὁ δὲ Καρκίνος δηλοῖ ὀστώδεις , δασύτριχας , πλατυπροσώπους , μελανόχροας , συμμέτρους τῷ μήκει , | ||
τοὺς μεγάλους καὶ ἐμπλεύρους , ἰσχία τε μείζονα ἔχοντας , δασύτριχας , μακρότριχας , λευκότριχας , αὐχένα καὶ τράχηλον βραχὺν |
νοσημάτων ἰάματά ἐστι : τί γάρ , ἐὰν ἡ νόσος ὀλεθρία ᾖ ; ἄλλως τε ἔστιν ὅτε οὐ τὰ ἐναντία | ||
θανατηφόρος . ὀλεθρία ] ἀφανιστική . ὀλεθρία ] κακή . ὀλεθρία ] φθαρτική . βουλεύσεται ] κυρωθήσεται . βουλεύσεται ] |
καὶ ῥόπαλον ἐν ταῖν χεροῖν ἔχων ἡρωίνη τέ τις αὕτη στιφρὰ καὶ πρὸς λόγου τῷ μύθῳ τῆς Ἀρκάδων τροφῆς φηγῷ | ||
: ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἐπίρρικνα , τὰ δὲ πρόσθεν ὀρθὰ στιφρὰ στρογγύλα , μὴ προύχοντα κατὰ τοὺς ἀγκῶνας . καὶ |
: εὔσαρκοι μὲν , πλὴν ἔσωθεν , ἐξεχέγλουτοι , ῥοικοὶ μηροὶ , ἢν μὴ ἐπισφακελίσῃ . Εἰ κυφοὶ τὰ ἄνωθεν | ||
χρόνος καὶ ἡ πρὸς τὴν μάχην παρασκευή . μηρία καὶ μηροὶ διαφέρει . μηρία μὲν γὰρ τὰ ἐναγιζόμενα τοῖς θεοῖς |
, διαμαρτάνει : καὶ γὰρ πάθη τινὰ διεστῶτα ὕψους καὶ ταπεινὰ εὑρίσκεται , καθάπερ οἶκτοι λῦπαι φόβοι , καὶ ἔμπαλιν | ||
τοὺς κανθάρους , ὦ τάλαν , ἐκείνους τοὺς ἁδρούς , ταπεινὰ δὲ καὶ γλαφυρὰ πάντες ὥσπερ αὐτὰ τὰ ποτήρια , |
περί τε διάνοιαν πραττόμενα ἀγασθέντες καὶ κατὰ τὰς πράξεις αὖ βραδέα καὶ μαλακά , καὶ ἔτι περὶ φωνὰς γιγνόμενα λεῖα | ||
δὴ ὑποστικτέον : οὕτω γὰρ δὴ λέγει , τουτέστι τὰ βραδέα ἅπερ ἐστὶ γευστὰ καὶ ἁπτά . αὐτῇ σύμφυτον . |
τὰ δὲ ἀσθενῆ στήθη μικρόψυχον ἄνδρα καὶ ἀσθενῆ σημαίνει , πολύσαρκα δὲ στήθη ἀμαθῆ καὶ δειλὸν ἄνδρα σημαίνει . ὅσοις | ||
διακέηται , καὶ μὴ ποτὲ μὲν ῥικνά , ὁτὲ δὲ πολύσαρκα : ἀνωμάλου γὰρ βίου ᾤοντο εἶναι δεῖγμα . ἀλλὰ |
τὴν Σελήνην ποιουμένην φάσιν ἀπατηλὰ καὶ δόλια καὶ πανοῦργα καὶ ἐπίβουλα σημαίνει τὰ πραττόμενα ἢ ἀγγελλόμενα , καὶ μάλιστα ὅταν | ||
ἐν τῷ ἔθνει : ψυχῆς γὰρ ἀνελευθέρου καὶ σφόδρα δουλοπρεποῦς ἐπίβουλα ἤθη συσκιαζούσης ὑποκρίσει τὸ ἔργον . τὸν γὰρ ἄρχοντα |
ζῷα † . Γ χόλικας Γ : τὰ τῶν βοῶν παχέα ἔντερα : ταῦτα γὰρ οὐχ ἱεροῦντο , ὡς τὸ | ||
πρώτην καὶ τριακοστὴν διάῤῥοια πολλοῖσιν ὑδατώδεσι μετὰ δυσεντεριωδέων : οὖρα παχέα οὔρει : κατέστη τὰ παρὰ τὰ ὦτα . Περὶ |
τοιοῦτοι : καὶ ἡ σεμίδαλις δὲ καὶ ὁ χόνδρος ἱκανῶς γλίσχρα . τένοντες καὶ ἀπονευρώσεις καὶ τὰ περὶ τὰ χείλη | ||
ὕλην μήτε λεπτὴν καὶ ὑδατώδη : τὰ γὰρ παχέα καὶ γλίσχρα ἔχουσι τὸ ἐχέκολλον καὶ δυσαπόσπαστον καὶ οὐκ ἀνάγονται : |
τρόποι μὲν οὖν τοιοῦτοι τῶν τοιούτων γενέσεων . Πάντα δὲ κάρπιμα ἢ ἄκαρπα , καὶ ἀείφυλλα ἢ φυλλοβόλα , καὶ | ||
πρὸ δὲ τῆς εἰσόδου πεφυκέναι δένδρα θαυμαστά , τὰ μὲν κάρπιμα , τὰ δὲ ἀειθαλῆ , πρὸς αὐτὴν μόνον τὴν |
ὅτι δὲ τὰ αἰσθητῶς κενούμενα [ διάφορά ] τέ καὶ ποικίλα , ⌈ ὡς ἀπεδείξαμεν ⌋ [ ] ? ? | ||
μόλις . ὠρέξατο : ἐπελάβετο , ἥψατο . Παναίολα : ποικίλα . μερμηρίζει : διανοεῖται , μερίζεται καὶ φροντίζει , |
ὡς ἑκούσιον ἀκουσίου . ἔτι δὲ τὰ ἄλογα πάθη καὶ ἀνθρωπικά εἰσιν , ὥσπερ ὁ λογισμός : ἀπὸ τούτων δὲ | ||
μάλα γεννικόν , μὴ ἔχειν ἀτάκτως μηδὲ ἀπειθῶς πρὸς παιδεύματα ἀνθρωπικά : ἐπεὶ δὲ ἀπέφηνεν αὐτοὺς ὁ ὀρχηστοδιδάσκαλος καὶ μάλα |
λῃστὰς αἴρων ἔπραξεν ἢ ὁδοποιῶν τὰ ἄβατα ἢ γεφυρῶν τὰ δύσπορα . περὶ δὲ Δημώνακτος ἤδη δίκαιον λέγειν ἀμφοῖν ἕνεκα | ||
, ἀπείκασται δὲ τῇ κατὰ τὰ ἄγκη πορείᾳ , ὅτι δύσπορα καὶ τραχέα καὶ λάσια ὄντα ἴσχει τοῦ ἰέναι . |
μυωποί , γρυπαί , ἄρρωστοι , ψιλαί , αἰσχραί , ἄμορφοι , ἀσύντακτοι τὰ σώματα , διάστροφοι τοὺς πόδας , | ||
ἦσαν καὶ καλοὶ καὶ εὐειδεῖς , οἱ δὲ μικροὶ καὶ ἄμορφοι , καὶ οἱ μὲν χρύσεοι , ὡς ἐδόκουν , |
νέοι θηλυγόνοι ὡς ἐπὶ τὸ πολύ . οἱ τὰ στήθη ψιλὰ καὶ στενὰ ἔχοντες εὐαδίκητοι ὑπὸ τῶν συνουσιῶν . τῶν | ||
καὶ ἐκ τῶν ὑπολειπομένων ἐπιλαμβάνων , καὶ ὅταν τις μὴ ψιλὰ τὰ πράγματα ἐκτίθηται , ἀλλὰ μετὰ τῶν παρακολουθούντων αὐτοῖς |
δὲ ἁρμόδια ἐρίφεια καὶ γαλαθηνὰ καὶ τούτων αὐτῶν μᾶλλον τὰ ἄκρεα μόρια καὶ κάτεφθα . οὐκ ἀχρεῖον δὲ καὶ μῆτραι | ||
καὶ τὰ ἄλλα ὁκόϲα μὴ μάλιϲτα πίονα , ϲυῶν τὰ ἄκρεα , λαγωὸϲ [ ὁ ] ὀπτόϲ : βοὸϲ δὲ |
εὐχερέστατα τρέπονται . ἐχόντων γὰρ αὐτῶν τοὺς πόδας ἁπαλοὺς καὶ σαρκώδεις , ἐκ τῶν ὑποκάτω μερῶν δάκνοντα τὰς πτέρνας ἀναγκάζει | ||
σταφυλαί . πασῶν δ ' ἀσφαλεστάτη χρῆσίς ἐστιν , ὅταν σαρκώδεις τε ὦσιν αἱ σταφυλαὶ φύσει , πεπειροτάτων τε αὐτῶν |
ἂν ἀμφότερα οὕτως ἐκπέσῃ , τῶν ὀστέων ταὐτὰ παθήματα : εὔσαρκοι μὲν , πλὴν ἔσωθεν , ἐξεχέγλουτοι , ῥοικοὶ μηροὶ | ||
ἔχει φρένας . οἱ δὲ Νειλῶται κορακῖνοι ὅτι γλυκεῖς καὶ εὔσαρκοι , ἔτι δὲ ἡδεῖς , οἱ πεπειραμένοι ἴσασιν . |
κοιλίῃσι σκληρύσματα ἐπώδυνα , ὀξέως ὀλέθριον . Τῇσιν ἐπιφόροισιν ἤδη ἀφθώδεα ῥεύματα ἐπώδυνα , πονηρόν : αἱμοῤῥοῒς ταύτῃσι , κάκιστον | ||
δὲ καὶ ἄλλοι πυρετοὶ περὶ ὧν γεγράψεται . Στόματα πολλοῖσιν ἀφθώδεα , ἑλκώδεα . Ῥεύματα περὶ αἰδοῖα πολλὰ , ἑλκώματα |
, βρέφη δ ' ἐν αὐτῇ περιφέρει τὰ γράμματα : ἄφωνα δ ' ὄντα τοῖς πόρρω λαλεῖ οἷς βούλεθ ' | ||
ἀπραξίας μὲν οὐχί , φόβους δὲ ἐπάγει : τὰ δὲ ἄφωνα οὔτε φόβους οὔτε πράξεις . ἰδίᾳ δὲ τὸ ρ |
γὰρ πορεύοιντο τῇ ὁδῷ , ἀκοντιζομένους ἂν αὐτοὺς εἰς τὰ γυμνὰ ἀπόλλυσθαι : εἰ δ ' ἐπιχειροῖεν διώκειν , ῥᾳδίως | ||
ἐκ τοῦδε καὶ τοῦδε . Ὁ θεὸς πάντα τὰ ἡγεμονικὰ γυμνὰ τῶν ὑλικῶν ἀγγείων καὶ φλοιῶν καὶ καθαρμάτων ὁρᾷ : |
περιττῆς ἀκριβείας οὐ δεῖται : γυναιξὶ δὲ καὶ καταμήνια μὴ προχωροῦντα καλῶς ἐρεθίζει . τοῖς δὲ κακοχύμοις καὶ διὰ δριμύτητα | ||
ἀκμαιότερον , ἵνα τὰ τῆς τέχνης κατ ' οἰκείαν τάξιν προχωροῦντα δόξαν ἀκμῆς τῷ λέγοντι παράσχῃ ὡς ὑπὸ τῆς ἐν |
τακερὸν ἐν αὑτοῖς ἔχειν . βάτοι δὲ καὶ λειόβατοι καὶ ῥῖναι καὶ πάντα ὅσα τοιαῦτα σκληρότερα καὶ δυσπεπτότερα καὶ τροφὴν | ||
καὶ πάντα τὰ καλούμενα μαλακόδερμα , βάτοι , λειόβατοι , ῥῖναι , δράκοντες , κόκκυγες , γαλεώνυμοι , σκορπίοι , |
ἐπιθέματα δὲ αὐτοῖϲ ἁρμόζει κατὰ τοῦ ϲτέρνου καὶ τοῦ ϲτομάχου ἐπιτιθέμενα φοίνικεϲ ϲὺν οἴνῳ τε καὶ ῥοδίνῳ ἢ μηλίνῳ λεαινόμενοι | ||
' ἐπὶ τοῦ διακονεῖν . ἔλεγον δὲ καὶ ἐπιτραπεζώματα τὰ ἐπιτιθέμενα τῇ τραπέζῃ βρώματα . Πλάτων Μενελάῳ : ὡς ὀλίγα |
τε καὶ ἢν ἐπιπυρετήνωσιν . κγʹ . Τὰ περιμάδαρα ἕλκεα κακοήθεα . κδʹ . Ὀσφῦν ἀλγέοντι ἀναδρομὴ ἐς τὸ πλευρὸν | ||
ἡ μεταβολὴ καὶ μηδὲν ἄγαν : φιλόϲτροφα γὰρ τάδε καὶ κακοήθεα . χρὴ δὲ ϲαρκοῦν ἤδη τὸν ἄνθρωπον καὶ τὰϲ |
δὴ γὰρ λέγει , τουτέστι τὰ βραδέα , ἅπερ εἰσὶ γευστὰ καὶ ἁπτά . τῆς δὲ λευκότητος . καὶ γάρ | ||
καὶ περὶ τὰ ὀσφραντὰ ἡ ὄσφρησις , καὶ περὶ τὰ γευστὰ ἡ γεῦσις , καὶ περὶ τὸ βαρὺ καὶ τὸ |
δέ ἐστιν ὁ τῆς πτισάνης χυλός : ἐδέσματα δὲ αὐτοῖς εὔχυμά τε καὶ δύσφθαρτα δοτέον , φεύγειν δὲ τὰ λεπτύνοντα | ||
ἰστέον καὶ τοῦτο ἔδεσμα τῶν ἐμπλαττομένων ὑπάρχον . ὥσπερ γὰρ εὔχυμά τε καὶ τρόφιμα πάντα ἐστὶ τὰ τοιαῦτα τῶν ἐδεσμάτων |
: ἐφ ' οὗ διάζωσμα ἐφήρμοστο , περιφανῆ ζῴδια ἔχον ἐλεφάντινα , μείζονα πηχυαίων , τῇ μὲν τέχνῃ μέτρια , | ||
τῇ μαχαιρίδι χρηστέον : ἐν δὲ τοῖς Δημιοπράτοις εὑρήκαμεν μαχαίρια ἐλεφάντινα καὶ μαχαίρια κεράτινα . καὶ χέρνιβα δὲ καὶ λέβητας |
βλέμμα ὑποκινεῖται , οὗτοι ἀνδρόγυνοι ὄντες ἄνδρες εἶναι βιάζονται . Ὀφθαλμοὶ ἀνοιγόμενοι ἐπὶ μέγα καὶ ἅμα ἱστάμενοι ὡς ἐννοοῦντές τι | ||
τὴν γλῶτταν καὶ τὸ σῶμα εἶναι τὸν ἄνδρα λέγουσι . Ὀφθαλμοὶ μικροὶ παλλόμενοι κακομηχάνους καὶ δολίους , μεγάλοι δὲ ἀνοήτους |
μέσου ὄντας ἐπιστήμης πρὸς ἄγνοιαν : κατὰ μὲν τὸ ἡδὺ πιστευομένους , κατὰ δὲ τὸ παράδοξον ἀπιστουμένους : καὶ χειραγωγοῦντας | ||
. πλουσίους δὲ καὶ δανειστὰς καὶ πραγματευτὰς καὶ πάντας τοὺς πιστευομένους βλάπτει : ἃ γὰρ τὸ πρὶν εἶχον ἀποθήσονται . |
κατιδεῖν . περί γε μὴν τῶν κάτωθεν , ἀστραγάλων ἢ κνημῶν καὶ κυνηπόδων καὶ ὁπλῶν , ταὐτὰ λέγομεν ἅπερ περὶ | ||
καὶ ἀναιδεῖς σημαί - νουσιν : ὡς τὸ πολὺ δὲ κνημῶν καὶ πτερνῶν παχύτης δουλοπρεπῆ ἄνδρα καὶ ἀμαθῆ δηλοῖ . |
ἱστορίαν κρῖναι δυνήσεται . ἱστορήσαντος γάρ τινος , ὅτι ἀνθρώπῳ διατεταμένα τὰ ἀγγεῖα ἔχοντι καὶ βαρυνόμενα αἱμοῤῥαγία ἐγγενομένη περιέγραψε τὸ | ||
κάθαρσις φλεγματώδης , καὶ φανεῖται ὑμενώδης , καὶ ὥσπερ ἀράχνια διατεταμένα ἐν ταύτῃ ἔσται : καὶ πείσεται μὲν τὰ αὐτὰ |
Καὶ μὴν τίνα τε ἀσθενῆ τῶν ἐν αὑτοῖς καὶ τίνα ῥωμαλέα καὶ δυσπαθῆ συναισθάνεται τὰ ζῶια . Ταύτηι καὶ ταῦρος | ||
τιμωρίας ἀπέλιπον . Ἔπεμψά σοι τῶν Δεκελειᾶσι προβάτων ἀποκείρας τὰ ῥωμαλέα τοὺς πόκους : ὅσα γὰρ ψώρας ὑπόπλεα , ταῦτα |
ξανθὰ σημεῖα δι ' αἱμάτων εἰς ὅλον τὸ σπλάγχνον , εὔκρατα δὲ ἐπὰν Κρόνῳ μὲν πλήθουσα , Ἄρει δὲ λήγουσα | ||
μὲν προηγούμενα αὐτοῦ θερμότερα καὶ φθαρτικά , τὰ δὲ μέσα εὔκρατα , τὰ δὲ ἑπόμενα ὑδατώδη , τὰ δὲ βόρεια |
' οὐδὲν τὰ νῦν στρογγύλα καλούμενα εὐθέα κεκλῆσθαι τά τε εὐθέα δὴ στρογγύλα , καὶ οὐδὲν ἧττον βεβαίως ἕξειν τοῖς | ||
οὐκ ἦν ἐν τῷ μείζονι κύκλῳ κυρτά , ἀλλ ' εὐθέα , ἀλλὰ τῷ κυρτότερα γενέσθαι αὐτὰ τὰ πρότερον ὄντα |
ὄντος καὶ ἀλείψῃ ἐξ αὐτοῦ τοῦ ἐλαίου , θεραπεύσει πάθη δυσίατα ἐπαλείφων αὐτὸ ἤτοι : ποδαλγικούς , ἀρθριτικούς , ἰσχιαδικούς | ||
θεραπεῦσαι : πάντα γὰρ ἐξευμαρίζει καὶ ὅσα κατὰ τὴν φύσιν δυσίατα . ὡς δ ' ἐτόπασε μηδὲν ἔτι ταῖς διανοίαις |
καρτερά , ποδῶν καὶ χειρῶν ἄρθρα γενναῖα , δάκτυλοι ἁπλοῖ εὐμήκεις διεστῶτες ἀπ ' ἀλλήλων , ἐπηρμένα πρόσωπα καὶ σαρκώδη | ||
πεπλεγμένας ἀλλήλαις , ποτὲ δὲ ἁπλᾶς : καὶ ποτὲ μὲν εὐμήκεις σφόδρα , ποτὲ δὲ μικρὰς , ὑπὸ ῥευματισμοῦ δηλονότι |
ζῴδια τυγχάνει καὶ εἰ τροπικὰ ἢ στερεὰ ἢ δίσωμα ἢ κάθυγρα ἢ χερσαῖα ἢ ἀσελγῆ ἢ λατρευτικὰ καὶ τὰ λοιπά | ||
δὲ τὰ μὲν προηγούμενα αὐτοῦ εὔκρατα , τὰ δὲ μέσα κάθυγρα , τὰ δὲ ἑπόμενα καυσώδη , τὰ δὲ βόρεια |
ἥκιϲτα , παιδία δὲ τουτέων μᾶλλον , ἀλλ ' οὐ θανατώδεα . Περὶ εἰλεοῦ . Ἐντέροιϲι γίγνεται μὲν φλεγμονή , | ||
οὕτω καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ ἔξω φαίνονται . κζʹ . Σημεῖα θανατώδεα , ἀνὰ ῥινὸν θερμότερος ὁ ἀτμός . Ὅτι γέγονε |
μεγάλων πέρι ; . Λάχεσι μὲν λέγουσι τὰ γεγονότα . ἐνδύματα ἀμόργινα . ἔστι δὲ ἄμοργις καὶ ἡ τοῦ ἐλαίου | ||
παρθενίων ὑγρὰ λάφυρα πόθων , σάνδαλα καὶ μαλακαί , μαστῶν ἐνδύματα , μίτραι , ὕπνου καὶ σκυλμῶν τῶν τότε μαρτύρια |
τὰ δὲ ἑπόμενα καυσώδη καὶ λοιμικά , τὰ δὲ βόρεια καυματώδη καὶ φθαρτικά , τὰ δὲ νότια κρυσταλ - λώδη | ||
καὶ λοιμικὰ μάλιστα τετραπόδων , καὶ τὰ μὲν πρὸς βορρᾶν καυματώδη καὶ φθαρτικά , τὰ δὲ πρὸς νότον κρυμώδη καὶ |
τε καὶ ἀναπληροῖ καὶ καθίϲτηϲι τὰ τετραχυϲμένα τε καὶ οἷον διαβεβρωμένα τῆϲ γλώττηϲ μόρια , ταῦτα μεθ ' ἡδονῆϲ ἐναργοῦϲ | ||
ἐσθίοντα τὰ ξύλα : καὶ θριπήδεστατα τὰ ὑπὸ τῶν θριπῶν διαβεβρωμένα ξύλα οἷς καὶ ἀντὶ σφραγίδων ἐχρῶντο , ὅτι ἦν |
καθαρὰν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον . ὥσπερ γὰρ ὄξος καὶ οἶνος μεμιγμένα ἐπὶ τὸ αὐτὸ τὴν αὐτὴν ἡδονὴν οὐκ ἔχουσιν , | ||
ὅτι δὲ ὑγιεινῶν καὶ νοσερῶν φάρμακα , πολλὰ μὲν ἐσθλὰ μεμιγμένα , πολλὰ δὲ λυγρά , σημαίνει τούτων ἑκάτερον . |
τηνικαῦτα τὸ τῆς φλεγμονῆς εἶδος φερόμενον . καὶ πυρετὸν ἐπιφέρει καυσώδη καὶ ἔμετον χολώδη καὶ ἰώδη πολλάκις καὶ κατασπᾷ τὴν | ||
εὔκρατα , τὰ δὲ ἑπόμενα πνευματώδη , τὰ δὲ βόρεια καυσώδη , τὰ δὲ νότια νιφετώδη . Ὑπόκειται δὲ αὐτῷ |
δὲ μαλακώτερα μᾶλλον ἐϲθίειν : ὅϲα δὲ ϲφοδρῶϲ αὐϲτηρὰ καὶ ϲτρυφνά , μοχθηρὰ τῇ τοιαύτῃ διαίτῃ . ἐπιτηδειότερα δὲ πάντων | ||
βάθουϲ τῶν ϲωμάτων ἐνεργεῖν φαίνεται μᾶλλον , ἐπιπολῆϲ δὲ τὰ ϲτρυφνά . ἐπειδὰν δὲ δοκιμάζειν ἐθέλοιϲ ἐνέργειαν εἰλικρινοῦϲ ϲτρυφνότητοϲ , |
, ϲτιλπνοί , γανόωντεϲ : οἰδαλέοι καὶ ὠχροί , ἢ πελιδνοὶ τὰ πρόϲωπα : γνάθων τὰ λεπτὰ ποιεῖ ὀδοῦϲι προϲιζάνειν | ||
δὲ πρὸς τῷ βάρει καὶ οἱ ὄνυχες καὶ οἱ δάκτυλοι πελιδνοὶ γίγνονται , προσδόκιμος ὁ θάνατος παραυτίκα : μελαινόμενοι δὲ |
, οἷς περὶ τὴν ἐπιφάνειαν τοῦ τραχήλου ὄγκοι τινὲς καὶ ἐξανθήματα ἐπανίστανται . ἀλλὰ γὰρ ἡ συνέχεια τῶν κατὰ τὸ | ||
τὸ πλεῖϲτον καὶ γλυκυτέρᾳ διαίτῃ ῥᾷϲτα θεραπεύεται . γίνεται δὲ ἐξανθήματα μεγάλα κατὰ χρόαν λευκὰ κνηϲμὸν ὀλίγον ἐπιφέροντα , πλεονάζοντα |
δὲ πυρία συνεχὴς διὰ ὕδατος θερμοῦ . ταῦτα πρὸς τὰ πέλια τῶν ὑπωπίων : ἐφ ' ὧν δὲ αἱματώδη εἰσὶν | ||
χυλῷ ῥαφάνου ἀναλειφθεῖσα : ἄκρως ποιεῖ πρὸς τὰ πρόσφατα καὶ πέλια τῶν ὑπωπίων σπόγγος ἐν ἅλμῃ ἀποβαπτόμενος καὶ συνεχῶς προστιθέμενος |
τυγχάνει : τὰ μὲν γὰρ σιτώδη , οἷον πυροὶ κριθαὶ τίφαι ζειαὶ τὰ ἄλλα τὰ ὁμοιόπυρα ἢ ὁμοιόκριθα : τὰ | ||
παλαιοί , βωλῖται , ἀμανῖται , τῆλις , φακή , τίφαι : βρόμος ὅ τε ἀπὸ τούτων ἄρτος οὐκ εὔχυμος |
οὐ μὴ βλάβη γένηται στομωθὲν τὸ τοιοῦτον : ἐστὶ γὰρ ἄσαρκα καὶ ὑδατώδεα , μύξης πλέα , ὅπου δὲ καὶ | ||
μίαν ἐξ ἀμφοῖν . ” λέγεται γὰρ κρέα γλίσχρα τὰ ἄσαρκα καὶ δερματώδη . τινὲς δὲ γλίσχρον τὸ ἐπίπονον καὶ |
ἀντὶ τοῦ ἀναπνοὴν ἀναπέμψαι σφοδροῦ καπνοῦ , τουτέστι πυρποληθῆναι . γλαυκοὶ δὲ δράκοντες τρεῖς , ἤγουν στιλπνοὶ τοὺς ὀφθαλ - | ||
ἱππόκαμποι τὸ ἅρμα , ἔφυδροι τὰς ὁπλὰς καὶ νευστικοὶ καὶ γλαυκοὶ καὶ νὴ Δία ὅσα δελφῖνες . κἀκεῖ μὲν δυσχεραίνειν |
εὐφυεῖς ἄνδρας δηλοῦσιν , οἱ δὲ στενοὶ καὶ προμήκεις καὶ κυρτοὶ ἀναισθήτους καὶ θηριώδεις , οἱ δὲ σκολιοὶ [ καὶ | ||
κατόπιν κάμπτεται . ἢν δὲ ἐϲ τὸ ἔμπροϲθεν ἕλκωνται , κυρτοὶ μὲν τὰ νῶτα : ἐπ ' ἶϲον τοῖϲι μεταφρένοιϲι |
ῥῖναι , δράκοντες , κόκκυγες , γαλεώνυμοι , σκορπίοι , τράχουροι , τρίγλαι , ὀρφοί , γλαῦκοι , ζύγαιναι , | ||
ῥῖναι , δράκοντες , κόκκυγες , γαλεώνυμοι , σκορπίοι , τράχουροι , τρίγλαι , ὀρφοί , γλαῦκοι , ζύγαιναι , |