τέλος εἶναι ἐκεῖ τοῦ ὠκεανοῦ καὶ τοῦ οὐρανοῦ : γράφεται κυρῶν : τὸν Ἄτλας ἔχει : τὸν Ἄτλαντα οἱ μὲν
ὧδ ' ἔσῃ σιγηλός ; ἐν κακῷ δέ τῳ φαίνῃ κυρῶν . Ἀπόλωλα , τέκνον , κοὐ δυνήσομαι κακὸν κρύψαι
6507569 ὀλβον
Ἑστία , δίδου δ ' ἀμοιβὰς ἐξ ὁσίων πολὺν ἡμᾶς ὄλβον ἔχοντας ἀεὶ λιπαρόθρονον ἀμφὶ σὰν θυμέλαν χορεύειν . [
ὁ ἐφέρ - πων , τουτέστιν ὁ ἐπερχόμενος , τὸν ὄλβον , ἤτοι τὴν εὐδαιμονίαν αὐτοῦ , δηλονότι τοῦ Ἱέρωνος
6395023 ὑμνοισιν
, ὃν ἐν γάμοισι χροϊζόμενον Μοῖρα σὺμ πρωτὰ λάβεν ἐσχάτοις ὕμνοισιν : ἃ δ ' Ἰάλεμον ὠμοβόρῳ νούσῳ [ ὅτι
Ἀπόλλων ὁπηνίκ ' ἂν ἑπτάτονον κρέκων μετὰ σοῦ θαλιάζοντας θεοὺς ὕμνοισιν αὔξῃ . Χαῖρε Κρόνου θύγατερ καὶ Ῥέας , μούνα
6304786 κελαινεφεϊ
θεῷ δὲ δυνατὸν μελαίνας ἐκ νυκτὸς ἀμίαντον ὄρσαι φάος , κελαινεφέϊ δὲ σκότει καλύψαι σέλας καθαρόν ἁμέρας γλυκὺ δὲ πόλεμος
ἀνίπτοισιν Διὶ λείβειν αἴθοπα οἶνον ἅζομαι : οὐδέ πῃ ἔστι κελαινεφέϊ Κρονίωνι αἵματι καὶ λύθρῳ πεπαλαγμένον εὐχετάασθαι . ἀλλὰ σὺ
6266615 Ἐρως
λύχνων ἁφάς . εἶτ ' οὐ μέγιστός ἐστι τῶν θεῶν Ἔρως καὶ τιμιώτατός γε τῶν πάντων πολύ ; οὐδεὶς γὰρ
οὐδ ' ἐπὶ σοὶ μούνῳ κατεθήξατο τόξα καὶ ἰοὺς πικρὸς Ἔρως . τί ζῶν ἐν σποδιῇ τίθεσαι ; πίνωμεν Βάκχου
6173752 φυλασσων
ἔστησεν ὅλην φύσιν ἅρπαγι ῥυθμῶι ἐν ξυνοχῆι σοφίης ἐσπαρμένα πάντα φυλάσσων , ξυνὸν ἐπιρρώσας πεφυλαγμένον αὐχένα κόσμου . καὶ τότε
εἶπον , ὃ καὶ βέλτιον . ὅτι Δελφύνης ἐκαλεῖτο ὁ φυλάσσων τὸ ἐν Δελφοῖς χρηστήριον , Λεάνδριος καὶ Καλλίμαχος εἶπον
6138248 Παριν
ν ποιεῖ τὴν αἰτιατικήν , οἷον ἰχθύος ἰχθύν , Πάριος Πάριν , πλὴν τοῦ Διός Δία : αἱ μέντοι ἀπὸ
, ἀποθνῄσκων περ , ἀπίστει . Ἔκτανε δ ' ἠπεροπῆα Πάριν Ποιάντιος ἥρως , κεκλομένου Δαναοῖς Ἑλένου Τροίηνδε κομίσσαι λοιγὸν
6099533 ἀθανατοις
δ ' ἄρα πολλούς , ἑξείης ἥρωας ὁμιλαδὸν ἑδριόωντας , ἀθανάτοις ἰκέλους : περὶ γάρ ῥά ἑ τεύχεα λάμπε .
, καὶ Ἀγχόηι υἱῶι καὶ δαίμονι ἀγαθῶι Σοκονῶπι [ , ἀθανάτοις ὅρμον εὗρε δικαιότατον . Αἰγύπτου τινά φασι γενέσθαι θεῖον
6098109 Γαια
! ! ! ! ! ! ] υ 〛 τέκε Γαῖα πελώρ [ ! ! ! ! ! ! !
τῶν ὑφ ' ὑμῖν . καὶ τὸ Ὁμήρῳ λεχθὲν „ Γαῖα δ ' ἔτι ξυνὴ πάντων „ ὑμεῖς ἔργῳ ἐποιήσατε
6082084 εἱλισσων
μάρψας ἡνία θῆκεν ἐς ἰσχία καὶ μέσα νώτων καὶ σθένος εἱλίσσων πεφορημένος αὖτις ὀπίσσω κλινομένων μελέων ἐβιάζετο θυιάδας ἵππους καὶ
' ἐσορῶσα : ὃ καὶ κρεῖττον . . κοινὸν φάος εἱλίσσων ] ὁ φωτίζων , συστρέφων , κινῶν . .
6073015 θνατον
ὁπόθεν . ἀφ ' οὗ . οὐκ ] διὸ . θνατὸν ] ἄνθρωπον δηλονότι . διαδράσαντα . ἀπὸ τοῦ θεοῦ
Ἐσσί μοι υἱός : τόνδε δ ' ἔπειτα πόσις σπέρμα θνατὸν ματρὶ τεᾷ πελάσαις στάξεν ἥρως , ἀλλ ' ἄγε
6056427 ὀμβριμοθυμε
ἔχων μνήμην σέο πέμπε , φέριστε . Ἄρρηκτ ' , ὀμβριμόθυμε , μεγασθενές , ἄλκιμε δαῖμον , ὁπλοχαρής , ἀδάμαστε
ἔκγονε σεμνή , δῖα , μάκαιρα θεά , πολεμόκλονε , ὀμβριμόθυμε , ἄρρητε , ῥητή , μεγαλώνυμε , ἀντροδίαιτε ,
6047321 δαιμον
] Οὐδέ τι γίγνεται ἔργον ἐπὶ χθονὶ σοῦ δίχα , δαῖμον , οὔτε κατ ' αἰθέριον θεῖον πόλον , οὔτ
καὶ τοῖσι δυστυχοῦσιν , ὧν πέφυκ ' ἐγώ . ὦ δαῖμον , ὡς οὐκ ἔστ ' ἀποστροφὴ βροτοῖς τῶν ἐμφύτων
6039160 Ἀηρ
. , . . . . + . . . Ἀήρ : παρὰ τὸ αἴρω , τὸ σημαῖνον τὸ κουφίζω
εὐχῆς ἐπακούειν . ὦ δέσποτ ' ἄναξ , ἀμέτρητ ' Ἀήρ , ὃς ἔχεις τὴν γῆν μετέωρον , λαμπρός τ
5986029 χθον
τὸ ἡδὺ , καὶ τὸ ἠρεμαῖον τῆς ῥεύσεως . . χθόν ' ] γῆν . ἀκοιμήτῳ ] ἀπαύστῳ . .
νεφέλην δ ' ὑποσχὼν νιφάδι γογγύλων πέτρων „ ὑπόσκιον θήσει χθόν ' , οἷς ἔπειτα σὺ βαλὼν ” διώσει ῥᾳδίως
5986028 ἁγνην
ἐναντία φαίνεται , τουτέστιν ἀντικειμένους ἡμῖν ὁρῶ τοὺς θεούς . ἁγνὴν τὴν βοῦν καλεῖ ἢ διὰ τὸ τοῖς θεοῖς ἀεὶ
ὅρον περὶ πᾶσι τιθεῖσαν ἄτροπον ἀκαμάτην : δεκάδα κλείουσί μιν ἁγνὴν ἀθάνατοί τε θεοὶ καὶ γηγενέες ἄνθρωποι . ” λέλεκται
5983677 κεραυνον
τὸ πῦρ προτεῖνον , τουτέστι τὸ πυρῶδες , λέγω τὸν κεραυνὸν τὸν καυστικόν , τὸν ἀρηρότα , ἤγουν τὸν ἁρμόζοντα
Ἀργείοισιν ὄρινον . Ὣς εἰπὼν στεροπήν τε θοὴν ὀλοόν τε κεραυνὸν καὶ βροντὴν στονόεσσαν ἀταρβέος ἀγχόθι κούρης θήκατο : τῆς
5980062 ἁγνον
παρὰ Περσεφόνης ἱεροῖσι δόμοισιν ἰαύων κοιμίζει τριετῆρα χρόνον , Βακχήιον ἁγνόν . αὐτὸς δ ' ἡνίκα τὸν τριετῆ πάλι κῶμον
ἔρρειν τοῦδ ' ἀπόξενος πέδου . ἀλλ ' εἰ μὲν ἁγνόν ἐστί σοι Πειθοῦς σέβας , γλώσσης ἐμῆς μείλιγμα καὶ
5949530 δρεπων
. καὶ Χαονῖται , Λυκόφρων ” τοῦ Χαονίτου νᾶμα Πολυανθέος δρέπων „ , ὡς ἀπὸ τοῦ Χάονος , ὡς Αὔσονος
, ἵνα μὴ τὸν αὐτὸν Φρυνίχῳ λειμῶνα Μουσῶν ἱερὸν ὀφθείην δρέπων : οὗτος δ ' ἀπὸ πάντων μὲν φέρει ,
5948189 νιν
νικήσαντα ἐν τῇ τέχνῃ αὐτοῦ , ἤτοι τῇ αὐλητικῇ , νὶν καὶ αὐτὴν τὴν ἑλλάδα : ἥντινα τέχνην ἐφεῦρεν ἡ
νὶν καὶ τὸ γένειον ὅλον καὶ μέρος . τὸ μὲν νὶν ὅλον , τὸ δὲ γένειον μέρος : ὥσπερ ἐστὶ
5942638 ἀμφεβαλεν
ἔτευξαν εἰ δὲ Κρόνος τοῖσιν μάρτυς πέλοι , αἴσχεσιν αἰνοῖς ἀμφέβαλεν : τοῖσιν γὰρ ἅδεν κύπρις στομάτεσσιν . εὖτ '
ἔχων περὶ χερσὶ θοῇσι , τούς οἱ ἐπισταμένως Εὐηνορίδης Ἀγέλαος ἀμφέβαλεν παλάμῃσιν ἐποτρύνων βασιλῆα . Ὣς δ ' αὕτως ἕταροι
5939759 πετρον
: τὸν λιθοβόλον . Λυκόφρων : λευστῆρα πρῶτος οὕνεκεν ῥίψας πέτρον . Λευρόν : τὸ λεῖον καὶ πλατύ : ἀπὸ
ὡς ἀνδριὰς ὁ Διομήδης ; ἐκβαλὼν ἀπὸ τοῦ πλοίουαὐτοῦ δηλονότιτὸν πέτρον καὶ τὸν λίθον τὸν ἑρματίτην καὶ ἐξισωτὴν τοῦ πλοίου
5938586 φαος
σπείσαντες κοίτοιο μεδώμεθα : τοῖο γὰρ ὥρη . ἤδη γὰρ φάος οἴχεθ ' ὑπὸ ζόφον , οὐδὲ ἔοικε δηθὰ θεῶν
Σεληναίη καὶ Ἰχθύσιν ἀμφὶς ἐοῦσα ἢ ἐνὶ Τοξευτῇ καί οἱ φάος ἐνδεὲς ἔστω , ὡς δ ' αὔτως καὶ ἀριθμός
5926171 Ἐρωτα
καὶ αὐτὴ παρέσομαι καὶ συμπράξω τὰ πάντα . Καὶ τὸν Ἔρωτα καὶ τὸν Ἵμερον καὶ τὰς Χάριτας ἄξεις ; Θάρρει
δὲ οὐδενός . διὸ καὶ ἐν τῇ Πολιτείᾳ ἔφη τὸν Ἔρωτα θεὸν εἶναι συνεργὸν ὑπάρχοντα πρὸς τὴν τῆς πόλεως σωτηρίαν
5901731 θρονον
Φιλίσκου ” σύ μοι λειτουργιῶν ἀτέλειαν δέδωκας δοὺς τὸν Ἀθήνησι θρόνον „ ἀναβοήσας ὁ αὐτοκράτωρ „ οὔτε σὺ ” εἶπεν
βωμοῖσι τίθει κατὰ λῖτα πετάσσας : αὐτὸς δὲ χρύσειον ἐπὶ θρόνον εὐρύοπα Ζεὺς ἕζετο , τῷ δ ' ὑπὸ ποσσὶ
5898914 αἰθερα
ἀστεροπήν , νέφος , ὄρνεον , ἄγγελον , ἰχθύν , αἰθέρα , νύκτα , θάλασσαν , ὅλην φύσιν , ἔμφρονι
Χρόνου δὴ καὶ ῥύσεως τέκνα γῆν τε καὶ ὕδωρ , αἰθέρα τε καὶ ἀέρα σὺν αὐτῷ ὑπεστήσατο : καὶ τῇ
5896839 ναιειν
τὸ τιμωρῶ : ἢ καὶ ἀπὸ τοῦ ἐν τῇ ἔρᾳ ναίειν . . : τρίμορφοι ] Τρισώνυμοι . : τούτων
τὰ σώματα αὐτῶν πεπτωκότα . τοῦτο γάρ ἐστι τὸ χθόνα ναίειν διαπήλας ἀντὶ τοῦ τάφου μοῖραν ἀπομοιράσας αὐτοῖς καὶ ἀφορίσας
5896777 ὁμηγυριν
: φοίτα δὲ μέγαν κλονέουσα κυδοιμὸν ἄλλοτε μὲν Τρώων ἐς ὁμήγυριν , ἄλλοτ ' Ἀχαιῶν : τὴν δὲ Φόβος καὶ
κατὰ τὴν νύκτα . κάτοιδα ] γινώσκω , ἔμαθον . ὁμήγυριν ] ἤτοι τὸ πλῆθος . χεῖμα ] ἤγουν χειμῶνα
5894022 κτεατεσσι
ἕξεις , ἄλλοτε παυρότερα , ὥστε σε μήτε λίην ἀφνεὸν κτεάτεσσι γενέσθαι , μήτε σέ γ ' ἐς πολλὴν χρημοσύνην
. ὑγίεντα δ ' εἴ τις ὄλβον ἄρδει , ἐξαρκέων κτεάτεσσι καὶ εὐλογίαν προστιθείς , μὴ ματεύσῃ θεὸς γενέσθαι .
5893034 φονιον
; πῶς ἀγῶνος ἥκομεν ; οὐκ οἶδα πλὴν ἕν : φόνιον οἰμωγὴν κλύω . ἤκουσα κἀγώ , τηλόθεν μὲν ἀλλ
τεμῶ πέπλων τε λευκῶν μέλανας ἀνταλλάξομαι παρῆιδί τ ' ὄνυχα φόνιον ἐμβαλῶ † χροός † . μέγας γὰρ ἁγὼν καὶ
5877090 γαι
. ὑψηλοὺς Μεγάτιμον Ἀριστοφόωντά τε Νάξου κίονας , ὦ μεγάλη γαῖ ' , ὑπένερθεν ἔχεις . Ἀλκιβίη πλοκάμων ἱερὴν ἀνέθηκε
αἴρω δοκίμως πολυπενθῆ . νῦν γὰρ δὴ πρόπασα μὲν στένει γαῖ ' Ἀσὶς ἐκκενουμένα . Ξέρξης μὲν ἄγαγεν , ποποῖ
5869521 προσωπωι
, ἄκρον ἐπισφίγγουσα : συνερχομένη δὲ καρήνωι ῥηϊδίως σκίρτησε γαληνιόωντι προσώπωι , μόχθον ὅλον ῥίψασα , καὶ εἰς πόλον ὄμμα
Ἀγαμέμνονος τοῦδ ' ἢ φέρω σιγῆι κακά ; τί μοι προσώπωι νῶτον ἐγκλίνασα σὸν δύρηι , τὸ πραχθὲν δ '
5869381 Κλυθι
Δωδωναῖε . ” καὶ ὁ Λύκιος τὸν Ἀπόλλωνα , “ Κλῦθι ἄναξ , ὅς που Λυκίης ἐν πίονι δήμῳ εἶς
ἵππου εὔχετ ' ἐπ ' ἀκαμάτῳ Τριτωνίδι χεῖρας ὀρέξας : Κλῦθι , θεὰ μεγάθυμε , σάου δ ' ἐμὲ καὶ
5860186 χερι
σοὺς πόνους . ὑμῶν δὲ μή τις ἀσπίδ ' ἄρηται χερί : ἐγὼ γὰρ † ἕξεω † τοὺς μέγ '
οὐ δῆτ ' , ἐπεί σφας τῆιδ ' ἐγὼ θάψω χερί , φέρους ' ἐς Ἥρας τέμενος Ἀκραίας θεοῦ ,
5859830 θησαυρον
καὶ μᾶλλον , ἡ τύχη : τὸ γὰρ εὑρεῖν τὸν θησαυρὸν πολλοῖς ἂν καὶ ἀπείροις αἰτίοις ἐπισυμβαίη χάριν ἄλλου τινὸς
Ἀπόλλωνος ἀνάθημα ποιησάμενος ἀνατίθησιν εἰς τὸν ἐν Δελφοῖς τῶν Ἀθηναίων θησαυρὸν καὶ ἐπέγραψε τό τε αὑτοῦ ὄνομα καὶ τὸ Προξένου
5856911 αἰολομορφε
, αἰὲν ἐοῦσα , δρυμονία , σκυλακῖτι , Κυδωνιάς , αἰολόμορφε : ἐλθέ , θεὰ σώτειρα , φίλη , μύστηισιν
φύσεως ἄτλητον ἀνάγκην , κυανόχρως , ἀδάμαστε , παναίολε , αἰολόμορφε , πανδερκές , Κρονότεκνε , μάκαρ , πανυπέρτατε δαῖμον
5852504 ἀγαλλων
μεγαλόφωνον τέλλεται : γίνεται ἄναλκιν : ἀδύνατον ἄμοιρος : ἀμέτοχος ἀγάλλων : καλλωπίζων λαγέτας : ἡγεμόνας μεμαότας : προθύμους ἀμφίπολα
γὰρ καὶ ἔλαβε τὴν Ἱπποδάμειαν πρὸς γάμον . τὸν μὲν ἀγάλλων θεός : τοῦτον μὲν οὖν , φησι , τὸν
5850587 Αἰολον
Ἀργώ τάσγε παρεξελάσῃσιν . ἀτὰρ καὶ ἐς Αἴολον ἐλθεῖν , Αἴολον ὅς τ ' ἀνέμοις αἰθρηγενέεσσιν ἀνάσσει : καὶ δὲ
καταβέβηκεν , ὠφελιμώτατα τοῖς μιμουμένοις γενήσεται . Τὸν μὲν γὰρ Αἴολον ἐξαιρέτως ἔγωγε νομίζω τὸν ἐνιαυτὸν εἶναι , ταῖς δωδεκαμήνοις
5839782 ἀνδρ
' Ἑρμῆ , μὴ λέγε , ἀλλ ' ἔα τὸν ἄνδρ ' ἐκεῖνον οὗπέρ ἐστ ' εἶναι κάτω : οὐ
τεμένεα νέμεται καὶ δαῖτας ἐΐσας δαίνυται , ἃς ἐπέοικε δικασπόλον ἄνδρ ' ἀλεγύνειν : πάντες γὰρ καλέουσι . πατὴρ δὲ
5838999 ἀφθιτον
Οὐρανὸς Ὠκεανός τε καὶ Γῆ πάντων τε θεῶν μακάρων γένος ἄφθιτον . . πρῶτος ποικιλόμουσος Ὀρφεὺς χέλυν ἐτέκνωσεν υἱὸς Καλλιόπας
λαβεῖν : Εἰς πόλιν , ἣν κτίσητε , θεοῖς σέβας ἄφθιτον αἰεὶ θεῖναι , καὶ φυλακαῖς τε σέβειν θυσίαις τε
5835605 ἀναξ
] χθονὸς μοναρχίαν ἑκόντα δοῦναι [ τοῖσδε Καδμείας ] , ἄναξ . ὅταν δὲ θάπτηις ἄλοχον εἰς πυρὰν τιθεὶς σαρκῶν
, πολύμορφον αἶσχος ἔγνων χθονίοις γάμοισι χαίρων , ὁ θεῶν ἄναξ ἐπαίχθην : τὸ δίκης σέβας σε βάλλει . Τί
5828696 μακαρων
τοκήων , ] [ ὧδε καὶ ] ? ἐκ ? μακάρων ? ? γάμον ὄρνυται ἑδνώσασθαι ? ? ? [
ἤθελον τιμᾷν , οὐδὲ θύειν ἐπὶ τοῖς ἱεροῖς βωμοῖς τῶν μακάρων , ἤγουν τῶν θεῶν , καθὰ πρέπον ἐστὶ τοῖς
5825251 φαιδρος
εἰς ἄφθαρτον , ἱλαραῖς ὄψεσιν ἐκ τῆς κατὰ ψυχὴν εὐθυμίας φαιδρὸς καὶ γεγηθώς φησιν : „ ἐμοὶ μὲν ἀπαλλάττεσθαι καιρὸς
βασιλείαν διὰ τὴν πρὸς Πολυσπέρχοντα ὀργήν . ταῦτα ἀναγνοὺς Κάσσανδρος φαιδρὸς καὶ περιχαρὴς ἐγένετο καὶ τὸν Νικάνορα παραπέμποντα ἐπισπασάμενος εὐηγγελίσατο
5824105 θαλος
ὃν ἔλιπον ἐπιμαστίδιον ἔτι βρέφος , ἔτι νέον , ἔτι θάλος ἐν χερσὶν ματρὸς πρὸς στέρνοις τ ' Ἄργει σκηπτοῦχον
, τινὰ δὲ τῶν ἀντιγράφων „ Ἀγκλείδη , ξείνων ἱερὸν θάλος , εἰ δ ' ἄγε σύν μοι / οὐρανίην
5812206 θεμεν
ἄνασσα , μὴ σύγε πυροῖσιν βαλέειν χθόνα βωτιάνειραν , μηδὲ θέμεν κρῖ λευκὸν ἐν αὔλακι , μηδέ τιν ' ἄλλα
γήθησαν θέραπες . Τοῦ μὲγ κλύες εὐξαμένοιο εἰκῶ χαλκείην νειῶι θέμεν εὖ δὲ τελέσσαι , ἔννυχος Ἀντιπάτροιο καθυπνώοντι φαανθεὶς δεμνίωι
5792989 ὁδ
, [ φησὶ ] Τρύφων , ὁμοίως τῷ τίς γὰρ ὅδ ' ἄλλος Ἀχαιὸς ἀνὴρ ἠύς τε μέγας τε καὶ
, ἔγχελυν , σπάρον : ὅταν ἐγγὺς ᾖ δ ' ὅδ ' ὕστερος , ἀρτύω φακῆν καὶ τὸ περίδειπνον τοῦ
5790660 αἰετον
μέσον διὰ κίον ' ἐλάσσας : καί οἱ ἐπ ' αἰετὸν ὦρσε τανύπτερον : αὐτὰρ ὅ γ ' ἧπαρ ἤσθιεν
αἰόλον ἵππου , θαύμασαν ἀμφιχυθέντες , ἅτ ' ἠχήεντες ἰδόντες αἰετὸν ἀλκήεντα περικλάζουσι κολοιοί . τοῖσι δὲ τετρηχυῖα καὶ ἄκριτος
5789608 κλυθι
μὲν ἐν Ὀρτυγίηι , τὸν δὲ κραναῆι ἐνὶ Δήλωι , κλῦθι , θεὰ δέσποινα , καὶ ἵλαον ἦτορ ἔχουσα βαῖν
ὅτ ' ἐς Τροίην ἔπλεε νηυσὶ θοῆις , εὐχομένωι μοι κλῦθι , κακὰς δ ' ἀπὸ κῆρας ἄλαλκε : σοὶ
5779710 φιλεοντα
' ὅτε ζημίαις ἐνίσχονται . ἀρχὴ συμβουλίας . * τὸν φιλέοντα φιλεῖν : τούτους ὁ Πλούταρχος ἐκβάλλει τοὺς στίχους .
χαῖται , τὸ καλὸν θέρος ἁνίκα φρύγει , καὶ φεύγει φιλέοντα καὶ οὐ φιλέοντα διώκει , καὶ τὸν ἀπὸ γραμμᾶς
5776162 μυσταις
παρ ' ἐμοῦ . ἱεροῖσι ] ὕμνοις . , τοῖς μύσταις , τοῖς ἀφιερωμένοις ἀνδράσιν ἡμῖν . . ἡ τοῦ
' ἐπίφαυσκον θνητοῖς ἀνθρώποισιν ἄκη : μετὰ δ ' ὅρκια μύσταις : ἀρχαίου μὲν πρῶτα χάους ἀμέγαρτον ἀνάγκην καὶ Κρόνον
5775211 γαιας
, κρύψω τόδ ' ἔγχος τοὐμόν , ἔχθιστον βελῶν , γαίας ὀρύξας ἔνθα μή τις ὄψεται : ἀλλ ' αὐτὸ
μηδὲ τὸ παρθένιον πτερόν , οὔρειον τέρας , ἐλθεῖν πένθεα γαίας Σφίγγ ' ἀπομουσοτάταισι σὺν ὠιδαῖς , ἅ ποτε Καδμογενῆ
5774735 πανθειον
, Ναΐσι καὶ Βάκχαις ἡγούμενε κισσοφόροισι : δεῦρ ' ἐπὶ πάνθειον τελετὴν Σατύροις ἅμα πᾶσι θηροτύποις , εὔασμα διδοὺς Βακχείου
καὶ τὸ ἄλλο τῶν πλανήτων καὶ ἀπλανῶν ὡς ἀληθῶς περιέχοντα πάνθειον : ἔλεγέ τε , ὡς ἔστιν ἀκούειν , κατακερτομῶν
5772330 βιοτον
ἤτοι ἐφέλκω , εἰς τὸν αἰὲν χρόνον ἡ μέλεος τὸν βίοτον καὶ τὴν ζωήν μου ἄτεκνος ἄγαμος , ἅτε ,
, οἱ δ ' ἄρ ' ἀπ ' ἐμπορίης ἐσθλῆς βίοτον συνάγειραν , κέρδεα δὲ σφετέρων καμάτων ἅλις ἐκτήσαντο ,
5769741 ἀελιου
: εἰ δὲ τέθριππά γ ' ἔθ ' ἅρματα λεύσσων ἀελίου τάδε σώματα νεκρῶν ὄμματος αὐγαῖς σαῖς ἐπενώμας ; τῶν
δὲ ὠιδήν , ἧς ἡ ἀρχή ἀοῖον ἀεροφοίταν ἀστέρα μείνωμεν ἀελίου λευκῆι πτέρυγι πρόδρομον [ . ] . φαίνεται δὲ
5766188 γλαυκωπιν
Ἀπόλλωνα καὶ τὸν Ἑρμῆν ὑπηνήτην καὶ τὸν Ποσειδῶνα κυανοχαίτην καὶ γλαυκῶπιν τὴν Ἀθηνᾶν . ὅμως δ ' οὖν οἱ παριόντες
, οὐδὲν τῶν Ὁμήρου ἐπῶν φαυλοτέραν , παρθένον καλήν , γλαυκῶπιν , ὑψηλήν , αἰγίδα ἀνεζωσμένην , κόρυν φέρουσαν ,
5765911 κατεχεις
μήτηρ , βασίλεια , εἴτε σύ γ ' ἐν Φρυγίηι κατέχεις Ἴδης ὄρος ἁγνὸν ἢ Τμῶλος τέρπει σε , καλὸν
Πυθαγόρην , ὦ ξεῖνε , κομήτην , ᾀδόμενον πύκτην εἰ κατέχεις Σάμιον , Πυθαγόρης ἐγώ εἰμι . τὰ δ '
5761213 Ζηνα
, καὶ φάτις πολλὴ κρατεῖ . μὴ καὶ λόγος τις Ζῆνα μειχθῆναι βροτῷ ; κἄκρυπτά γ ' Ἥρας ταῦτα τἀμπαλάγματ
ἐν δὲ Αἰγυπτίοις τὸν Πλούτωνα καλεῖ τὸν ἄγραῖον τὸν πολυξενώτατον Ζῆνα τῶν κεκμηκότων . . . . ἐπὶ Ἀρχεδημίδου ?
5760347 ναιων
ὁ τοιοῦτος : Ζεῦ κύδιστε μέγιστε , κελαινεφές , αἰθέρι ναίων , μὴ πρὶν ἐπ ' ἠέλιον δῦναι καὶ ἐπὶ
' ἐγὼ κεῖσε παρὰ Σάρδι , παρὰ Σοῦσα , Ἀγβάτανα ναίων : Ἄρτιμις ἐμὸς μέγας θεὸς παρ ' Ἔφεσον φυλάξει
5756377 Θανατον
ἔρεξε τοσοῦτον . ὅσσον ὁ παντοδαὴς ἤνυσε Δημόκριτος ; ὃς Θάνατον παρεόντα τρί ' ἤματα δώμασιν ἔσχεν καὶ θερμοῖς ἄρτων
οὖν συνέβαινεν οὐδένα τῶν ἀνθρώπων ἀποθνήισκειν , ἕως λύει τὸν Θάνατον ὁ Ἄρης καὶ αὐτῶι τὸν Σίσυφον παραδίδωσιν . πρὶν
5754954 ταχυν
ψαίρω τὸ ταχύνω . ψαρὸν ] ποικίλον ἢ σποδοειδὲς ἢ ταχὺν ἀπὸ τοῦ ψαίρειν , τὸν ψ ἔχοντα σημεῖον ,
τῶν ὑπηρετικῶν σκαφῶν εὐπορία τῶν ἐκδεχομένων τὰ φορτία καὶ ἀντιφορτιζόντων ταχὺν ποιεῖ τὸν ἀπόπλουν πρὶν ἢ τοῦ ποταμοῦ ἅψασθαι ,
5754781 Ἑρμαων
, ἠδὲ λιθοψώκτῳ καμάτῳ βίον ἰθύνοντας . τούτοις δ ' Ἑρμάων ἐπὶ τέρμονας ἡνίκ ' ἂν ἔλθῃ οἰκείως , εὔσχημον
, ὅθεν καὶ Πανόπτης ἔσχεν ἐπίκλησιν . Τῶν δὲ ἐπιχωρίων Ἑρμάων , βουλομένης Ἰοῦς , λαθὼν κτείνει τὸν Ἄργον ,
5752180 πυροεντα
τοῦ Κρόνου , δεύτερον φαέθοντα τὸν τοῦ Διός , τρίτον πυρόεντα τὸν τοῦ Ἄρεως , τέταρτον φωσφόρον τὸν τῆς Ἀφροδίτης
κεῖται Ἀναξαγόρας . ἔστι καὶ ἡμῶν εἰς αὐτόν : ἠέλιον πυρόεντα μύδρον ποτὲ φάσκεν ὑπάρχειν , καὶ διὰ τοῦτο θανεῖν
5749712 Ἡλιε
: τῆς μέσης δασυνομένης τὸ προσηγορικόν . Σοφοκλῆς Τηρεῖ : Ἥλιε , φιλίπποις Θρῃξὶ πρέσβιστον σέλας . Φίλιππος δὲ ψιλῶς
αὐτῷ ὅτι Ἀσία λέγεται . Καὶ εὐθέως ἔκραξεν : Ὦ Ἥλιε , ἀπώλεσας Ἰουλιανόν . Καὶ ἐκχυθεὶς τὸ αἷμα παρέδωκε
5749108 νεικεϊ
πῦρ ἀίδηλον , στοργὴν δὲ στοργῇ , νεῖκος δέ τε νείκεϊ λυγρῷ , συνήσει ὅτι ὁ Ἐμπεδοκλῆς θεὸν ἑαυτὸν προσηγόρευσεν
στοργῇ δὲ [ τε ] στοργήν , νεῖκος δέ τε νείκεϊ λυγρῷ : Ὡς μὴ ἄλλως τὴν ψυχὴν τὰς ἀρχὰς
5748965 ξεινα
, ξυμμισγόμενα ἐξαλλάσσει ἐς τὴν μέζω τάξιν : τὰ δὲ ξεῖνα μὴ ὁμότροπα ὠθέεται ἐκ χώρης ἀλλοτρίης . Ἑκάστη δὲ
ἐν δὲ μενοινῆι Μουσάων πλήκτροισιν ἱμάσσομαι ἄρσενι κέντρωι , ἕρπων ξεῖνα κέλευθα , καὶ αἰθέρι πεζὸς ὁδίτης λύσσαν ἔχων γονόεσσαν
5739711 δολιον
βόσκον . . ὁ δὲ πορεύεται ] πρὸ ὀφθαλμῶν . δόλιον ] κακὸν , εἰς οἶστρον γάρ με φανεὶς ἐπαίρει
ταπεινόν . ἐπεί τοι καὶ τὸν Ὀδυσσέα εἰσῆγε δριμὺν καὶ δόλιον ὡς ἐν τοῖς τότε , πολὺ δὲ ἀπέχοντα τῆς
5738944 στυγνον
φεύγεις μακρόν , Ἄδωνι , καὶ ἔρχεαι εἰς Ἀχέροντα πὰρ στυγνὸν βασιλῆα καὶ ἄγριον : ἁ δὲ τάλαινα ζώω καὶ
σχολαστικοὶ ὡς εἶδον αὐτὸν ἐξαίφνης γελάσαντα καὶ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ στυγνὸν καὶ σκυθρωπὸν γεγονός , μόνον δὲ τοὺς ὀδόντας φανεροὺς
5734941 κλεινον
: ἀντὶ τοῦ ἐπειδή : ἔνδοξον : βλάστημα : ὦ κλεινὸν οἴκοις : ἡ τοῦ δράματος διάθεσις ἐνταῦθα ἀγωνιστικωτέρα γίνεται
' ἐς Ἀλκμήνης λέχος πεσὼν ? ? [ ] τὸ κλεινὸν [ ] Ἡρακλέους σπείρει δέμας . Ὕλλος δὲ τοῦδε
5731752 βουκολον
κόρον ἀδυνατοῦντες φέρειν ἐξυβρίζουσι . χρὴ δὲ ὥσπερ αἰπόλον ἢ βουκόλον ἢ ποιμένα ἢ κοινῶς νομέα τὸν ἡμέτερον ἄρχειν νοῦν
, ὃς ὀρχάτου ἐγγύθι κεῖται : ἔνθα δὲ Τηλέμαχον καὶ βουκόλον ἠδὲ συβώτην προὔπεμψ ' , ὡς ἂν δεῖπνον ἐφοπλίσσωσι
5731384 ἁλιου
' ἀρετᾶς ὅσοισιν μέτα , καὶ θανόντες εἰς αὐγὰς πάλιν ἁλίου δισσοὺς ἂν ἔβαν διαύλους , ἁ δυσγένεια δ '
διδύμους ἀέξειν γνώμας , ὅτι τ ' αὔριον ὄψεαι μοῦνον ἁλίου φάος , χὤτι πεντήκοντ ' ἔτεα ζωὰν βαθύπλουτον τελεῖς
5730100 κλῃζειν
βωμῶν οὐ γὰρ ἄγειν θέμις ἐστὶ θυηλὴν ἐμψύχοιο Ἥλιον εὐρύοπα κλῄζειν ὕμνοισιν ἄνωγα καὶ χθόνα πίειραν , πάντων τροφὸν οὐθατόεσσαν
πλείονα τῶν κτεάνων . τόνδε πολυκτέανον καὶ πλούσιόν ἐστι δίκαιον κλῄζειν , ὃς χρῆσθαι τοῖς ἀγαθοῖς δύναται . εἰ δέ
5729367 ἐρατῃ
' Ὀδυσῆι Καλυψὼ δῖα θεάων γείνατο Ναυσίνοόν τε μιγεῖς ' ἐρατῇ φιλότητι . αὗται μὲν θνητοῖσι παρ ' ἀνδράσιν εὐνηθεῖσαι
Αἰαῖ , νοῦσε βαρεῖα , τί δὴ ψυχαῖσι μεγαίρεις ἀνθρώπων ἐρατῇ πὰρ νεότητι μένειν ; ἣ καὶ Τίμαρχον γλυκερῆς αἰῶνος
5728788 προπεμπων
τὴν προπεμπτικὴν οὑτωσί πως : ὑποκείσθω δὲ ἡμῖν νέος συνήθης προπέμπων φίλον . οὐκοῦν ὁ τοιοῦτος ἐνταῦθα ὥσπερ τι πεπονθὼς
τῆς ἑωυτοῦ παῖδας . Ἐπείτε δέ σφεας ἀπεπέμπετο , εἶπε προπέμπων αὐτούς : Ἆρα ἴστε , ὦ παῖδες , ὃς
5728659 θοαις
μόνον νιν ἐλλελειμμένον , ὀξὺν δι ' ὤτων κέλαδον ἐνσείσας θοαῖς πώλοις διώκει , κἀξισώσαντε ζυγὰ ἠλαυνέτην , τότ '
ἀπαστράπτουσιν ὀπωπαί . οὐρὴ δ ' αὖτ ' ἐλαχεῖα , θοαῖς ἅτε δορκαλίδεσσιν , ἄκραισιν μετόπισθε μελαινομένῃσιν ἐθείραις . Ναὶ
5726862 κουρα
ἐτέων ὢν πέντ ' ἐπὶ πεντήκοντα . κλυτομήτης Φλεγύα ] κούρα περιώνυμε μᾶτερ ἀλεξιπόνοιο [ ] [ ] θεοῦ ﹙
τοῖσιν ἂν δαίμων θέλῃ . Ταῦτ ' οὐκ ἐπιλεξαμένα Θεστίου κούρα δαΐφρων μάτηρ κακόποτμος ἐμοὶ βούλευσεν ὄλεθρον ἀτάρβακτος γυνά ,
5725556 Κυπρις
ἔην Διδύμοις , τῷ δ ' αὖθ ' ἅμα καλὴ Κύπρις καὶ Φαέθων ἐρατὸς καὶ χρύσεος Ἑρμῆς , Ὑδροχόῳ δὲ
καὶ τῶν γάμων καὶ τῶν ἀφροδισίων ἐπιστάτης . λέγεται δὲ Κύπρις καὶ αὐτὸς ὁ γάμος καὶ ἡ πρὸς ἀλλήλους τῶν
5725416 ἐχθιστον
σίδηρον . καὶ ὁ ἔρως ταὐτόν ἐστιν . οἷς ἐκεῖνος ἔχθιστον καλεῖ τὸ θεῖον , περιτρέπων τὸ συμφυὲς ἀρρώστημα ἐς
ἐξικνούμενον : κατερχόμενον . ἐῢς πάϊς : ἀγαθὸς παῖς . ἔχθιστον : μεμισημένον . ἑστῶσαν : ἐπηρμένην , ἐξεστηκυῖαν .
5721053 Τηνερον
ἡ δὲ Μελία Ἰσμηνοῦ ἀδελφὴ ὑπὸ Ἀπόλλωνος φθαρεῖσα καὶ γεννήσασα Τήνερον , ἀφ ' οὗ ἐν Θήβαις Τηνερικὸν πεδίον .
τὸν τρικάρανον ” Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε : „ καὶ τὸν Τήνερον καλεῖ „ ναοπόλον μάντιν δαπέδοισιν ὁμοκλέα . ” ὑπέρκειται
5717796 ἑδρανα
καὶ θυόεντες βωμοὶ καὶ τέμενος , τετέλεστο δὲ πάντα μελάθρωι ἕδρανά τε κλισμοί τε θεοκλήτους ἐπὶ δαῖτας . Καὶ τότε
καὶ θυόεντες βωμοὶ καὶ τέμενος , τετέλεστο δὲ πάντα μελάθρωι ἕδρανά τε κλισμοί τε θεοκλήτους ἐπὶ δαῖτας . Καὶ τότε
5717301 ἀεθλων
καὶ ἀμείλικτον ᾄδουσιν . Ἀέθλων ] * Τινὲς πρὸς τὸ ἀέθλων λαμβάνουσιν ἔξωθεν ἀπό , οὕτω : Τὸ δὲ εὖ
, ἀνὰ δ ' αὐλὸν ἐπ ' αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν , ἅ τε Φοίβῳ θῆκεν Ἄδραστος ἐπ '
5709228 δικαν
ἔσαν Ταλαοῦ παῖδες , βιασθέντες λύᾳ . κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ . ἀνδροδάμαντ ' Ἐριφύλαν , ὅρκιον
μοι . ὤιμωξα κἀγὼ πρὸς τέκνων χειρουμένης . νέμει τοι δίκαν θεός , ὅταν τύχηι . σχέτλια μὲν ἔπαθες ,
5708890 κεκλημενος
μὲν ἔχει πλάκας , ἐν δέ οἱ ἰχθὺς πίννη ναιετάει κεκλημένος : ἡ μὲν ἄναλκις οὔτε τι μητίσασθαι ἐπίσταται οὔτε
τοῖς κατοιχομένοις φαμέν , ἀπὸ τοῦ ἑστάσθαι : “ στήλῃ κεκλημένος . ” στίχες τάξεις , καὶ ἐστιχόωντο ἐτάσσοντο ,
5706831 θεα
] αὐτὰρ ἐγὼ Κίρκης ἐπιβὰς περικαλλέος εὐνῆς γούνων ἐλλιτάνευσα , θεὰ δέ μευ ἔκλυεν αὐδῆς , [ καί μιν φωνήσας
ἐννέα κεῖτο τραπέζας . τῷ δὲ μετ ' ἴχνια βαῖνε θεὰ λευκώλενος ἰχθὺς ἔγχελυς , ἣ Διὸς εὔχετ ' ἐν
5704389 μοχθον
ἔχον πόνον , ἀμφὶ δ ' ἀέθλῳ δῆριν ἔχον καὶ μόχθον : ἐυπλεκέων δ ' ἐπὶ δίφρων ἡνίοχοι βεβαῶτες ἐφίεσαν
ἔργωι δοῦλος ἦν , μάτην πονῶν . διαμεθεὶς δὲ τόνδε μόχθον , ὡς ἐμοῦ πεφευγότος ἵεται ξίφος κελαινὸν ἁρπάσας δόμων
5699059 Ζεφυρον
τοιαῦτα παρέχεται , τὸν Ὑάκινθον καὶ τὸν τοῦ Ἀπόλλωνος ἀντεραστὴν Ζέφυρον καὶ τὴν ὑπὸ τῷ δίσκῳ τοῦ μειρακίου σφαγὴν καὶ
καὶ ἐγὼ μεταδαίσομαι ἱρῶν . ἀλλ ' Ἀχιλεὺς Βορέην ἠδὲ Ζέφυρον κελαδεινὸν ἐλθεῖν ἀρᾶται , καὶ ὑπίσχεται ἱερὰ καλά ,
5687735 ἀκαματον
ἡμᾶς διεγείρων . καὶ ὁ ἥλιος δὲ ἀλέκτωρ λέγεται : ἀκάματον γὰρ αὐτὸν λέγει Ὅμηρος , ἐπεὶ ἀγρύπνως τὸν συνήθη
⌈ καὶ ἡγεμόνα τοῦ οὐρανοῦ ⌈ τὸν ἥλιον καλεῖν . ἀκάματον ] ἀκαταπόνητον . , ἀκαταπαύστως . , τὸ ἀκατάπαυστον
5682413 εὐρυβιαν
κατὰ τὴν Ἐπίδαυρον , τὸν Ποσειδῶνα τὸν ἑαυτοῦ πάππον τὸν εὐρυβίαν , ἤγουν τὸν κατὰ πολὺ ἰσχυρόν , καὶ τὸν
ἔν θ ' ἅρματα πεισιχάλινα καταζευγνύῃ σθένος ἵππιον , ὀρσοτρίαιναν εὐρυβίαν καλέων θεόν . ἄλλοις δέ τις ἐτέλεσσεν ἄλλος ἀνήρ
5679988 κτανων
παρών , αὐτὸς τάδ ' εἰπών , αὐτός ἐστιν ὁ κτανών . . : ἀναφορά : , : , ,
παρών , αὐτὸς τάδ ' εἰπών , αὐτός ἐστιν ὁ κτανών τὸν παῖδα τὸν ἐμόν . Ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἴσως
5679405 Ἁιδην
. ὅτι σοφιστὴν καλεῖ Πλάτων καὶ τὸν Ἔρωτα καὶ τὸν Ἅιδην καὶ τὸν Δία , καὶ παγκάλην λέγει εἶναι τὴν
δ ' ὑγρὰν οὐσίαν Ποσειδῶνι προσέθηκε , τρίτον δ ' Ἅιδην τὸν ἀφώτιστον ἀέρα δηλοῖ , κοινὸν δὲ πάντων καὶ
5676973 πολιεσσιν
, λέκτροις δέ τε δῶκε γυναικῶν εὐόλβων ἐν ἑῇσιν ἔμεν πολίεσσιν ἀρίστοις , κτήματά θ ' ἕξουσιν κλεινὸν βίοτόν τε
ὅν τινα πότμον ἐπ ' ἀνδράσι γεινομένοισιν , ἀνδράσιν ἢ πολίεσσιν , ἐπικλώσηται ἀφύκτῳ νήματι : τῇ δ ' ὑπὸ
5675338 λαοσσοον
κραταιώ . Ἀντιφάτης μὲν τίκτεν Ὀϊκλῆα μεγάθυμον , αὐτὰρ Ὀϊκλείης λαοσσόον Ἀμφιάρηον , ὃν περὶ κῆρι φίλει Ζεύς τ '
ἷξεν ἄγων ἐς Ὄλυμπον ἀγάννιφον , ἠδὲ σαόφρων Παλλὰς Ἀθηναίη λαοσσόον Ἡρακλῆα : ἆλτο δὲ καὶ Κρονίδης ταναὴν ὑπὲρ αἰθέρα
5674069 βροτοις
ὁ Πίνδαρος : ἓν παρ ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς . χρῶνται δὲ τῷ ἔμπαν ἀντὶ περισπωμένου τοῦ ὁμῶς
, ἢ τί τὸ κάλλιον † παρὰ θεῶν γέρας ἐν βροτοῖς ἢ χεῖρ ' ὑπὲρ κορυφᾶς τῶν ἐχθρῶν κρείσσω κατέχειν
5672619 μακαιρα
Τιτᾶνι λοχευθεῖσαν κατ ' ἀκροτάτας κορυφᾶς Διός , ὦ † μάκαιρα † Νίκα , μόλε Πύθιον οἶκον , Ὀλύμπου χρυσέων
τῷ γʹ : τὸ δʹ “ ἥ τ ' Ἐφέσου μάκαιρα πάγχρυσον ἔχεις ” ὅμοιον τῷ δʹ : τὸ εʹ
5670957 Βακχοιο
ἄστυ ναίετε καὶ πατρίοισι νόμοις ἰθύνεθ ' ἑορτάς , μεμνῆσθαι Βάκχοιο , καὶ εὐρυχόρους κατ ' ἀγυιὼς ἱστάναι ὡραίων Βρομίῳ
ὁπλοτέρων μακάρων γένεσίν τε κρίσιν τε : καὶ Βριμοῦς , Βάκχοιο , Γιγάντων τ ' ἔργ ' ἀΐδηλα , ἀνθρώπων
5669202 χθονος
μελάθροισιν ὑποχθονίη ἐπορούσῃ λάβρος , ἄφαρ δέ τε πάντα κατὰ χθονὸς ἀμφιχέηται ἐκ θεμέθλων , μάλα γάρ ῥα περιτρομέει βαθὺ
Οἰδίπου ; σήμαινέ μοι . τὰ μὲν πρὸ πύργων εὐτυχήματα χθονὸς οἶσθ ' : οὐ μακρὰν γὰρ τειχέων περιπτυχαί [
5667482 πολυφορβου
ποιητῶν ἐν οἷς παρεισάγει τὴν Ἥραν λέγουσαν εἶμι γὰρ ὀψομένη πολυφόρβου πείρατα γαίης Ὠκέανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα Τηθύν
ποιητῶν ἐν οἷς παρεισάγει τὴν Ἥραν λέγουσαν εἶμι γὰρ ὀψομένη πολυφόρβου πείρατα γαίης , Ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα
5664663 κικλησκω
ξὺν αἷς Λύκι ' ὄρεα διᾴσσει : τὸν χρυσομίτραν τε κικλήσκω , τᾶσδ ' ἐπώνυμον γᾶς , οἰνῶπα Βάκχον εὔιον
λαμπρὸν ἄγων φάος ἁγνόν , ἀφ ' οὗ σε Φάνητα κικλήσκω ἠδὲ Πρίηπον ἄνακτα καὶ Ἀνταύγην ἑλίκωπον . ἀλλά ,
5663274 Ἀθαναν
Ἡρακλέους αὐλὴν , ἤτοι τὰς Θήβας . εὐωνύμων ἀπ ' Ἀθανᾶν : ἐνδόξων , ὀνομαστῶν . ἄδηλον δὲ ποῖον ἀγῶνα
' ἀγῶνος ὅρμον στεφάνων πέμψαντα καὶ λιπαρᾶν εὐωνύμων ἀπ ' Ἀθανᾶν , Θήβαις τ ' ἐν ἑπταπύλοις οὕνεκ ' Ἀμφιτρύωνος
5662524 πολυστονος
μανιάσιν λύσσαις χορευθέντ ' ἐναύλοις . βέβακεν ἐν δίφροισιν ἁ πολύστονος , ἅρμασι δ ' ἐνδίδωσι κέντρον ὡς ἐπὶ λώβαι
λύκοι ὣς θῦνον : Ἔρις δ ' ἄρ ' ἔχαιρε πολύστονος εἰσορόωσα : οἴη γάρ ῥα θεῶν παρετύγχανε μαρναμένοισιν ,
5662305 πατρωιον
οὕτω τὸ παλιντράπελον πρὸς τὸ πότμον νόει , τὸ δὲ πατρώιον πρὸς τὸ πῆμα . ἔχει δὲ λόγον καὶ πρὸς
τ ' οὐλοχύτας τε παρέσχεθον . αὐτὰρ Ἰήσων εὔχετο κεκλόμενος πατρώιον Ἀπόλλωνα : “ Κλῦθι ἄναξ Παγασάς τε πόλιν τ
5656016 ἐγεινατο
, σύγγονος . ἀλλ ' ἡ Λάκαινα Τυνδαρίς ς ' ἐγείνατο ; Πέλοπός γε παιδὶ παιδός , οὗ ' κπέφυκ
μὰ τὴν ἄνασσαν ἱππίαν Ἀμαζόνα , ἣ σοῖς τέκνοισι δεσπότην ἐγείνατο , νόθον φρονοῦντα γνήσι ' , οἶσθά νιν καλῶς

Back