ἀγροῦ καρπός . Ἀλλὰ πάλιν γενόμενον τὸ τοιοῦτον ὑποστρέφει εἰς κτητικὴν ἀντωνυμίαν τὴν ἀπὸ τοῦ ἐμός . οὐ γὰρ ἄλλως | ||
. δι ' ὃ κἀκεῖνο τὸ ἀνάγνωσμα οὐκ ἐγκλινόμενον τὴν κτητικὴν ἀντωνυμίαν σημαίνει , οἱ δὲ οἳ ἐβλάφθησαν : ἐγκλιτικῶς |
. καὶ κατὰ τοῦτο ἄρα τὰ προκείμενα μόρια οὐκ ἔχεται ἐπιρρηματικῆς παραγωγῆς . ἔστι δὲ καὶ παρὰ Ἀλκμᾶνι καὶ κατὰ | ||
βίηφι : εἰ δὲ μὴ τῇδε ἔχει , τὸ τηνικαῦτα ἐπιρρηματικῆς ἔχεσθαι συντάξεως τὰ μόρια , ὡς ἐπὶ τοῦ χαλκόφι |
πρόπαν̆ ἢ σύμπαν̆ : πάλιν γὰρ ἀπὸ ὀνοματικῆς συντάξεως εἰς ἐπιρρηματικὴν ἐχώρησεν . ἔστι τὸ πᾶν , ὅπερ μονοσύλλαβον μὲν | ||
παρηγμένων . πρόκειται δὲ ὅτι αἱ προθέσεις , παραγόμεναι εἰς ἐπιρρηματικὴν προφοράν , τόπου σχέσιν ἐπαγγέλλονται . εἰ οὖν μόνον |
' , ὦναξ , καὶ τάνδε φέρευ πακτοῖο μελίπνουν ἐκ κηρῶ σύριγγα καλὸν περὶ χεῖλος ἑλικτάν : ἦ γὰρ ἐγὼν | ||
, ἐναλλάσσω , γεραίρω ἑορτάζω , συναγελάζω , ταχύνω , κηρῶ , τρέφω , πολλάκις ἄρχομαι , περινοστῶ , ἀναγορεύω |
τὸ ΛΑ ἐπιτατικόν . ὡς ἀπὸ τοῦ χαίρω χάρεια καὶ ἀνθῶ ἄνθεια καὶ κρατῶ κράτεια , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ | ||
Ὠρίων , . , . ? Ἀνθήλη : παρὰ τὸ ἀνθῶ ἀνθήσω ἀνθήλη , , . . α . Ἀνθ |
ἐγκλινομένη καὶ ἀναστρεφομένη γενικῇ δοτικῇ καὶ αἰτιατικῇ . Ἡ ἀπό ἐγκλινομένη καὶ ἀναστρεφομένη γενικῇ . Ἡ ὑπέρ ἐγκλινομένη καὶ ἀναστρεφομένη | ||
, τοῦτο γὰρ δασύνεται : καὶ τὸ ἡμῖν οὖν ἀντωνυμία ἐγκλινομένη καὶ συστελλομένη παρ ' Ἴωσι δασύνεται , παρὰ γὰρ |
πρὸς τὸ κτῆμα συντρέχουσα διάθεσις , ἐάν τε κατ ' ἐνεργητικὴν ᾖ ἐκφορὰν ἐάν τε κατὰ παθητικήν , μόνως ἀναλύεται | ||
εὐκτικῇ καὶ ἐπὶ τῶν ὑπολοίπων , οὐ μὴν κατὰ διάθεσιν ἐνεργητικὴν ἢ παθητικήν : ἢ καὶ ἔτι οἷς μὲν μετὰ |
λιηω ? ! [ ] χρυσο [ ] ! ! αψ ? [ . . , . ! ! ! | ||
: ταῦτα ἐπὶ τὰ ιγ τετράγωνα , γίνονται α˙ . αψ : ταῦτα μέριζε παρὰ τὰ λ τρίγωνα , γίνονται |
, καὶ τροπῇ τοῦ λ εἰς ρ κρῶ , ὅθεν κράζω παράγωγον . τὸ δὲ κλῶ , τὸ φωνῶ , | ||
οὖν λάξω μέλλων . ὄνομα λαχμὸς , ὡς παρὰ τὸ κράζω κράξω κραγμός : τὸ δὲ γ εἰς χ μεταπεσόντος |
ἡ σύναρθρος ἔγκειται , οὐδὲν κωλύει σύναρθρον ἐκδέχεσθαι καὶ τὴν ἐγκλιτικὴν ἀντωνυμίαν , τοὺς φίλους μου , τοῦ φίλου μου | ||
ἐγκλίνεσθαι , οὔτε ὁ ἐγκλιτικός , εἴγε ἀδύνατον εὐθείας πτώσεως ἐγκλιτικὴν εὑρέσθαι ἀντωνυμίαν . . Κτητική γε μὴν τρίτου προσώπου |
καὶ τὸρ μονοσύλλαβον , ὥσπερ παρὰ τὸ φέρω φὲρ καὶ φὸρ καὶ ἐπεκτάσει τοῦ ο εἰς ω φώρ , ὁ | ||
τὸ λέγω . φὼρ ὁ ληστής : παρὰ τὸ φέρω φὸρ καὶ τροπῆ τοῦ ο εἰς ω μέγα φώρ . |
. Τὸ ΑΓΧΙΜΟΛΟΝ ἐπίῤῥημά ἐστιν εἰς παρατατικὸν , ἐκ τοῦ μολῶ τὸ παραγίνομαι : σημαίνει δὲ τὸ πλησίον . . | ||
: καὶ γὰρ ἀντὶ τοῦ Μ παραλαμβάνεται , ὡς τὸ μολῶ μολήσω καὶ τροπῇ τοῦ Μ εἰς Β βολῶ βολήσω |
αὐτοῦ τοῦ Λύκου ᾖδεν . Θεσσαλικόν τι μέλισμα : οἷον Αἰολικήν τινα ᾠδὴν ᾖδεν , ὢν κακόφρων , ὅτι ἐμνήσθη | ||
αὐτοῦ τοῦ Λύκου ᾖδεν . Θεσσαλικόν τι μέλισμα : οἷον Αἰολικήν τινα ᾠδὴν ᾖδεν , ὢν κακόφρων , ὅτι ἐμνήσθη |
εἰσοιχνεῦσι ] εἰσπορεύονται , κατοικοῦσι . . ἀπὸ τοῦ οἴχω οἰχνῶ , ὥσπερ καὶ ἵκω ἱκνῶ . . σχῆμα τὸ | ||
χεύω , ἀφ ' οὗ τὸ ἐρευνῶ , ὡς οἴχω οἰχνῶ , ἵκω ἱκνῶ . . . , : τὸ |
' οὗ τὸ ἐρευνῶ , ὡς οἴχω οἰχνῶ , ἵκω ἱκνῶ . . . , : τὸ δὲ ἐρέων ἐστὶ | ||
εἰς ΝΩ μετ ' ἐπιπλοκῆς συμφώνου περισπᾶται : ὑπνῶ πυκνῶ ἱκνῶ τεχνῶ σκιδνῶ ἰδνῶ . σεσημείωται τὸ δάκνω βαρύτονον , |
οὗ καὶ τὸ ἴημι : μνίω τὸ ἐσθίω : τίω διφορεῖται περὶ τόνον οὐ περὶ γραφήν : λίω καὶ αὐτὸ | ||
σεσημείωται διὰ τῆς οι διφθόγγου γραφόμενον : τὸ γὰρ κοινὸς διφορεῖται : ἐπὶ μὲν γὰρ τῆς πόλεως βαρύνεται καὶ διὰ |
κρεμάμενον εἶπε : Καταβαίνεις καὶ ἀπαγγέλλεις ; ἢ ἀναβαίνω καὶ ἀπαρτίζω σε . Λιμόξηρος ἰατρὸς ἰδὼν ἄρτον εἰς τρύπην κείμενον | ||
εἰ φαρμακοῦμαι Ϙβ εἰ λαμβάνω ληγᾶτον Ϙγ εἰ ὃ ἐπιβάλλομαι ἀπαρτίζω καὶ πληρῶ Ϙδ εἰ θεωρῶ τὴν πατρίδα μου Ϙε |
, ἄστρωτος εὕδω : καὶ τὰ μὲν πρᾶτ ' οὐ κοῶ , ἇς κά μ ' ἔχων ὥκρατος ἀμφέπηι φρένας | ||
Ἱππεῦσιν , οἷον ” κοάλεμον αἱματοπώτην ” . παρὰ τὸ κοῶ ῥῆμα δηλοῦν τὸ νοῶ , οἷον „ ἡ δ |
ἃ δ ' οὐδέτερα . ὀρθὰ μὲν οὖν ἐστι τὰ συντασσόμενα μιᾷ τῶν πλαγίων πτώσεων πρὸς κατηγορήματος γένεσιν , οἷον | ||
, τάχα καὶ τῆς ἐπιρρηματικῆς ὁμοφωνίας συλλαμβανομένης τῷ λόγῳ : συντασσόμενα γὰρ τὰ ὁριστικὰ μετὰ τοῦ ἵνα ἐνδείκνυται τὸ τοπικὸν |
κεκαδμένον : κεκοσμημένον . κεκοσμημένον . ἀπὸ τοῦ κάζω τὸ καλλωπίζω . γράφεται δὲ καὶ κεκασμένον . σύγκειται δὲ τὸ | ||
. Διαπορηθέντες , διαποροῦντες . Διαπρέπω τὸν δεῖνα , ἤτοι καλλωπίζω . Πλάτων ἐν Γοργίᾳ : „ φύσιν ψυχῆς ὧδε |
περὶ τῆς εἷο , ὡς μόνως ὀρθοτονεῖται . Ἡ ἕθεν ὀρθοτονεῖται μέν , ὡς ἐπὶ τοῦ ἀπὸ ἕθεν ἧκε χαμᾶζε | ||
, οὐκ ἀναστρέφοντος τοῦ λόγου : οὐ γὰρ εἴ τι ὀρθοτονεῖται , τοῦτο καὶ πρός τι . τὸ ὃς σφῶι |
πεινῶ πεινήσω , ἀγαπῶ ἀγαπήσω , μασήσω ἀπατήσω τρυφήσω καυχήσω ψήσω : τὸ ἐλεῶ τῆς πρώτης καὶ δευτέρας , καὶ | ||
μέρη . Ψεδνός . παρὰ τὸ ψῶ , οὗ μέλλων ψήσω , ῥηματικὸν ὄνομα ψεδνὸς , ὁ μαδαρὸς , παρὰ |
ἐξ αὐτοῦ ὄνομα , ἆτος . ἀνάσχεο , παρὰ τὸ σχῆμι , ὁ μέλλων σχήσσω : ὁ παρακείμενος , ἔσχηκα | ||
, πρόσμεινον . σχέω , σχῶ καὶ ῥῆμα εἰς μι σχῆμι : ὁ βʹ ἀόριστος ἔσχην , ἡ μετοχὴ ὁ |
τὸ δεικνύω καὶ δεικανῶ . βαρύνεται δὲ ταῦτα : λείπω λιμπάνω , λήβω λαμβάνω , μήθω μανθάνω , δήκω δαγκάνω | ||
λιμοῦ κακῶς . ⌋ Λιμπάνω : ἀπὸ γὰρ τοῦ λείπω λιμπάνω . τὰ γὰρ διὰ τοῦ ΑΝΩ , εἰ μὲν |
! [ [ ] ωναρχ ? [ [ ] ! ωνδ ? ' απ ? [ [ ] προσται [ | ||
αχ [ ! ] ? ! ἄρτον ὡϲ ἔχω ] ωνδ ' ἂν θραϲὺϲ ] ατουϲεμε ? ! [ ! |
αἰανὸς ὁ σκοτεινός , καὶ ἀπὸ τοῦ ω θρηνητικοῦ ἐπιρρήματος οἰμώζω καὶ ἐξ αὐτοῦ οἰμωγὴ ὁ θρῆνος , οὕτω καὶ | ||
ἐπίφθεγμα θαυμαστικὸν λέγωσιν οἱ θεαταί , ὡς παρὰ τὸ οἴμοι οἰμώζω . Γ ἀντὶ τοῦ θαυμαστικόν τι λέγωσιν . στροφὴ |
προσλαλῶ , ἀμφιβάλλω , ἀμοι - βαδίζω , βακχεύω , ἀναστρέφομαι , ἐπηρεάζω , εἰρωνεύομαι , δικολογῶ , προφασίζομαι , | ||
τῇ χύτρᾳ . ἐτυμολογεῖται δὲ ἀπὸ τοῦ πέλω : τὸ ἀναστρέφομαι . ἐνταῦθα δὲ πέλανον τὴν θυσίαν φησί . . |
οἷον , σπείρω , σπορά : φθείρω , φθορά : δείρω , δορά : θέρω , Θορὰ δῆμος Ἀττικός : | ||
τὸ ι εἰς ρ προφέρονται , οἷον σπείρω σπέρρω , δείρω δέρρω . . . , : πεποίηται δὲ ἡ |
, ὡς τὸ Μενέλαος Μενέλας , Δορύλαος Δορύλας , Πτερέλαος Πτερέλας . τὰ γὰρ ἐν τῷ δέοντι μὴ γενόμενα ματαίως | ||
θάνατον . Μήστορος δὲ θυγάτηρ Ἱπποθόη , ἧς καὶ Ποσειδῶνος Πτερέλας : τοῦ δὲ , Τηλεβόας καὶ Τάφος . [ |
” παίζων εἴρηκεν : ἔστι γὰρ ἡ κλητικὴ “ ὦ Στρεψιάδη ” , οὐ “ Στρεψίαδες ” . Στρεψίαδες ] | ||
εἰς η αὐτὴν ἔχειν : τὸ γὰρ Στρεψιάδης Στρεψιάδου ὦ Στρεψιάδη καὶ Ἡρακλείδης Ἡρακλείδου ὦ Ἡρακλείδη γενόμενα Στρεψίαδες καὶ Ἡράκλειδες |
μάταιον : παρὰ τὸ ἅλς ἁλός ἅλιον , ὡς πτύξ πτυχός πτύχιον , οἱονεὶ τὸ εἰς θάλασσαν ῥιπτόμενον καὶ ἀφανιζόμενον | ||
ἔχει τὸ κ καὶ ἀρσενικῶς λέγεται . Σημειωτέον τὸ πτύξ πτυχός καὶ νύξ νυχός , ὃ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ τ |
τέσσαρα νῦν τοῦ χοροῦ μαθὼν μέρη τὴν ἔξοδον τὸ πέμπτον ἀκροῶ μέρος , ὅπερ μετ ' ἐμμέλειάν ἐστιν εἰς τέλος | ||
φορῶ φορέσω , καὶ ἡ δευτέρα τὸ α ὡς τὸ ἀκροῶ ἀκροάσω , γελῶ γελάσω : τέως δὲ ὡς ἐπὶ |
Ἡρακλέους , καὶ Διόμεια ἑορτή . καὶ ἐν ἑτέρᾳ παραγωγῇ κτητικῶς ἀνδρόμεος , ὡς κέρτομος κερτόμεος : ὁ δὲ ἵετο | ||
ἔθυον . . . ΠΟΛΕΜΗΙΑ . Τὸ πολεμήϊον πολέμειον ἦν κτητικῶς , καὶ διαλύσει πολεμέϊον , καὶ ἐκτάσει πολεμήϊον . |
πρὸς φόβου σύ , ἐπερείδομαι , γεννῶμαι , ἀντεπερείδομαι , ἐπιλανθάνομαι , πειθαρχῶ , συμφωνῶ - , ἀποδημῶ , ὑπομένω | ||
ταύτῃ γέγηθα : ταύτῃ , τῇ Πολυξένῃ , χαίρω καὶ ἐπιλανθάνομαι τῶν ἐπισυμβάντων μοι κακῶν : ἀπίθανα ταῦτα : οὐ |
γενική , οὐ συνούσης τῆς ὑπό προθέσεως , ὡς τὸ κυριεύω σοῦ , καὶ δοτική , ὡς τὸ παλαίω σοί | ||
τοῦ ἄνασσε σύνταξις τὴν γενικὴν ἀπῄτησεν . οὕτως ἔχει τὸ κυριεύω , δεσπόζω , κρατῶ , ἄλλα πλεῖστα τῆς ἴσης |
. Πᾶς παθητικὸς ἀόριστος κατὰ τὸ τρίτον πρόσωπον προσλαβὼν τὸ σομαι καὶ τὴν ἐν ἀρχαῖς κλιτικὴν ἔκτασιν ἀποβαλὼν παθητικὸν μέλλοντα | ||
δευτέρου ἀορίστου γίνεται , λέγω δὴ τοῦ ἐτύπη προσθέσει τῆς σομαι καὶ συστολῇ τῆς ἀρχούσης . Ὁ τύψομαι μέσος μέλλων |
τὸν Πράξανδρον ἀδελφὸν τοῦ Θήρωνος ὄντα . Ἰσθμοῖ τε : ἐπιρρηματικῶς λέγεται : οἴκοι . κοιναί : ὡς ἅμα ἱπποτροφούντων | ||
εἰ δὲ τοῦτο ἀληθές , ἔδει τὸ ἄρθρον , εἴπερ ἐπιρρηματικῶς παρέκειτο , ἄκλιτον καθίστασθαι : νυνὶ δὲ κλίνεται , |
ἐν ταύτῃ , ἔξωθεν κλίνονται , μύω καμμύω ἐκάμμυον , εὕδω καθεύδω ἐκάθευδον : τὸ δὲ ἤθελον ἤμελλον καὶ τὰ | ||
ἡ μυοκτόνος μήτηρ , ἀλλ ' ἡσυχάζω καὶ πρὸς ἑστίην εὕδω : σὺ δ ' ἄρτι πως ὠνητός , ὡς |
οὕτω καὶ ἐκ τοῦ νοῶ γίνεται νοΐσκω καὶ κατὰ συναίρεσιν νώσκω καὶ προσθέσει τοῦ γ Αἰολικῶς γνώσκω , ἐπεὶ καὶ | ||
Ἰωνικὴ ἀναδίπλωσις νινώσκω διὰ τῶν δύο ν . τοῦ δὲ νώσκω Ἠπειρωτικὴ γιγνώσκω διὰ τῶν δύο γ . . . |
θεῶν , Ὁσία δ ' ἃ κατὰ γᾶν χρυσέαι πτέρυγι φέρηι , τάδε Πενθέως ἀίεις ; ἀίεις οὐχ ὁσίαν ὕβριν | ||
γενναίοισι δούλοις εὐκλεέστατον θανεῖν . ἐπίσχες ὀργὰς αἷσιν οὐκ ὀρθῶς φέρηι , Θεοκλύμενε , γαίας τῆσδ ' ἄναξ : δισσοὶ |
, οὕτως καὶ παρὰ τὸν τείρω ἐνεστῶτα τὸν σημαίνοντα τὸ καταπονῶ ὁ μέλλων τερῶ , ὡς κείρω κερῶ , γέγονε | ||
Ἔγωγε , εἶπεν ὁ νε - ανίσκος , καὶ ἔλαφον καταπονῶ καὶ σῦν ὑφίσταμαι . ὄψει δὲ αὔριον , ἂν |
βλαισοὺς δὲ οἷς τὸ ἀπὸ τῶν γονάτων εἰς τὸ ἔξω ἀπέστραπται : καὶ τὸ μὲν Ἀρχίλοχος , τὸ δὲ Ξενοφῶν | ||
τὸν κανόνα τὸν αὐτὸν τόνον : ἡ γὰρ δυϊκὴ εὐθεῖα ἀπέστραπται τὴν περισπωμένην : σοφώ ἀγαθώ , ἡ δὲ γενικὴ |
διφθόγγῳ , μὴ τῇ ΑΙ ἢ ΕΙ , περισπᾶται : ἐρευνῶ θοινῶ χαυνῶ κοινῶ οἰνῶ , χωρὶς τοῦ ἐλαύνω . | ||
ἐπένθεσιν ἐρεύω ὡς χέω χεύω , ἀφ ' οὗ τὸ ἐρευνῶ , ὡς οἴχω οἰχνῶ , ἵκω ἱκνῶ . . |
τῶν ὁμοίων . . Οὐκ ἀπεμφαῖνον μέντοι ἐστὶν καὶ τὸ συντασσόμενον ῥῆμα ἐπὶ τὸν κτήτορα συντείνειν , εἰ σημαίνοι ὕπαρξιν | ||
. , εὕρῃ , καταλάβῃ . σημείωσαι τὸ ἐπιτυγχάνω δοτικῇ συντασσόμενον , ὅπερ γενικῇ ὤφειλε συντάσσεσθαι , ὥσπερ καὶ τὸ |
ἄγχομαι , [ φλυαρῶ , περιβάλλομαι , ] κατατυγχάνω , προσλαλῶ , συνεπερείδομαι , συλλαλῶ , κατατυγχάνω , καταμέμφομαι , | ||
ἔρχομαι , προσέρχομαι δὲ Ἀπολλωνίῳ , πρὸς Τρύφωνα λαλῶ καὶ προσλαλῶ Τρύφωνι , καὶ ἔστι μέν που καταφέρω οἶνον , |
το ? ? ! ! ! ! ! ! ! ωντ ? ! ἐ ! ! ! | ! ! | ||
[ [ ] ως ! ! ! [ [ ] ωντ ! ! ! [ [ ] λυθροναγ ? ? |
ἔχει τὸ προφήτης : Νικόδημος : Δημοσθένης . Πᾶσα πρόθεσις βραχυκαταληκτεῖ ἀνεπέκτατος οὖσα δηλονότι πλὴν τῆς ἐξ καὶ εἰς : | ||
παραλήγει , μακροκαταληκτεῖ , πήρα . εἰ δὲ διφθόγγῳ , βραχυκαταληκτεῖ : πλὴν τοῦ αὔρα , καὶ Φαίδρα παρ ' |
ἐνατενίζω , συνεστιῶμαι , ὑπογογγύζω , συναμιλλῶμαι , καταβοῶ , διαβάλλω αἰτιῶμαι , ἀπορῶ διστάζω , θεωρῶ , κενοῦμαι πτοοῦμαι | ||
σεμνυνόμενος : γαῖσος τὸ ὅπλον : γαίω τὸ κερμῶ καὶ διαβάλλω : τὸ γέα διφορεῖται καὶ κατὰ τὴν γραφὴν καὶ |
ὁριστικῆς προφορᾶς , καὶ μάλιστα ἐπὶ παρῳχημένου χρόνου , ὁ τυραννοκτονήσας τετίμηταιΔεδείξεται . δὲ ὡς καὶ πλήθους ἔσθ ' ὅτε | ||
μέλλοντος ἀοριστωδῶς νοεῖται καθ ' ἣν προεκτεθείμεθα τήρησιν , ὁ τυραννοκτονήσας τιμηθήσεται , πάνυ εὐλόγως , εἴγε τὰ γινόμενα καὶ |
' αὐδῶσαν θεὸς ὁμευνέτας ἆγες ἀναιδείαι Κύπριδι χάριν πράσσων . τίκτω δ ' ἁ δύστανός σοι κοῦρον , τὸν φρίκαι | ||
ἐξ Ἀχιλλέως θανόντ ' ἐσεῖδον , παῖδά θ ' ὃν τίκτω πόσει ῥιφθέντα πύργων Ἀστυάνακτ ' ἀπ ' ὀρθίων , |
γενόμενα ἐπιρρήματα μιᾶς ἐννοίας ἐστὶ παρεμφατικά , οὐ δεόμενα παραθέσεως προθετικῆς , αἱ μέντοι γενικαί , ἐχόμεναι συντάξεως τῆς πρὸς | ||
, πότερον ἥνωται καὶ τύπος ἐστὶν ἐπιρρηματικός , ἢ ἐκ προθετικῆς συντάξεως ἐπιρρήματος ἔννοιαν παρίστησι , καθάπερ ἔστιν ἐπινοῆσαι ἄπειρα |
ξίφους Περσέως ἐκλήθη ἡ πόλις Μυκήνη . Μασχάλη . σχῶ σχήσω , ὡς στήσω στήλη , καὶ μεταθέσει τοῦ η | ||
ὑποφ ? [ μή ] τι μέγαιρε , φίλη : σχήσω γὰρ ἐς ποηφόρους ? ? [ κήπους ] ? |
δόξα δὲ μήτ ' ἀτρεκής : ἀντὶ τοῦ : μὴ σχῶ μεγάλην δόξαν μήτε μικράν , ἀλλὰ μέσην καὶ καλήν | ||
μῆνα μένων ἀπὸ ἧς ἀλόχοιο ἀσχαλάᾳ . ἢ παρὰ τὸ σχῶ σχάλλω καὶ ἀσχάλλω , ὃ ἐπέχειν οὐ δυνάμεθα . |
νοϲέων ὁ ϲπλήν . ἡ δὲ ξὺν τῷ αἵματι πάντῃ φοιτῇ : διὰ τόδε μελάγχλωροι ἀπὸ ϲπληνὸϲ ἴκτεροι . ἀτὰρ | ||
ἁμαρ - τωλῇ παλίνορϲοϲ ἥκει . ἐϲ περίοδον γοῦν ἤδη φοιτῇ . γέρουϲι [ τὸ ] ξύνηθεϲ τὸ κακόν , |
ἐγκωμιάζων αυ [ * * * ] τὸ “ μάκαρ Στρεψίαδες ” ; ὦ Στρεψίαδες ] ἐγκωμιάζων αὐτὸς ἑαυτόν . | ||
φίλοι καὶ οἱ δημόται , τὸ ” ὦ μάκαρ ὦ Στρεψίαδες “ . εἶτ ' ἄνδρα τῶν αὐτοῦ : διπλῆ |
καὶ κατὰ διπλασιασμὸν τοῦ ρ γίνεται ἔρρω , ὡς κείρω κέρρω : οἱ δὲ Αἰολεῖς τὰ εἰς ρω λήγοντα ῥήματα | ||
δασέων τὸ ἔρρω φησὶ γίνεσθαι καθ ' ὁμοιότητα τοῦ κείρω κέρρω Αἰολικοῦ . ὁμοίως οὖν καὶ ἐκ τοῦ πλευράξ ἀφῄρηνται |
αὶ οὐδ ' ὅτι σύνθετόν ἐστιν ἀναπέμπει [ ] τὴν προσῳδίαν κατεχομένην ὑπὸ [ τῆς ] γραφῆς : ὅτε γοῦν | ||
ἕστηκεν ἄρα τὸ ζῷον λογικὸν ἐπιστήμης δεκτικόν . παρὰ τὴν προσῳδίαν τοῦτοἆρ . ' οὐχὶ † ὁ ἀβρααμ ' † |
σεσημείωται τὸ γῆρας διὰ τοῦ η γραφόμενον . Τὰ εἰς ωρ οὐδέτερα μονογενῆ διὰ τοῦ ω μεγάλου γράφονται : οἷον | ||
ε κλίνεται . Ὁ Νέστωρ τοῦ Νέστορος . Τὰ εἰς ωρ ὀξύτονα , εἴτε μονοσύλλαβα εἴτε ὑπὲρ μίαν συλλαβήν , |
γενήσομαι , νικήσας σε . Γ αἱρήσω ] διελέγξω , φθερῶ , ἀπὸ τοῦ χαιρήσω . τί θαλαττοκοπεῖς : ἐθαλαττοκράτουν | ||
. ἐξολῶ : Ἐξολοθρεύσω . Θ . . ἀφανίσω , φθερῶ , ὄντας κακούς . . ἀνασχετὸν : Ὑπομονητόν . |
τινα ἑκουσίαν καὶ παραμυθητικὴν φῶμεν , τὴν δὲ ἀναγκαίαν καὶ προστακτικήν . λέγω δὲ τοῦ μὲν ἑκουσίου καὶ παραμυθίας ἐχομένην | ||
, οὐ περιπατεῖ : οὐ μὴν ἔτι τὴν εὐκτικὴν ἢ προστακτικήν : οὐδὲ γὰρ ἔγκειται ἐν ταῖς τοιαύταις ἐγκλίσεσιν ἡ |
λόγῳ : πέμψασα γὰρ ὡς αὐτοὺς καὶ ὑπομνήσασα τῶν ἑαυτῆς διήλλαξε . φαίνονται τοίνυν ὁμοίως τά τε οἰκεῖα καὶ τὰ | ||
μοί ποτε Φανίαν χαλεπαίνοντα κἀκεῖνον εἰκῆ , ὥσπερ Χαρῖνος , διήλλαξε μετὰ μῆνας ὅλους τέτταρας , ὅτε ἐγὼ μὲν ἤδη |
τὸ οὐδέτερον , εἰς ως ἔχει : τὸ βεβῶς , βε - βῶτος , καὶ τὸ βεβῶς : ὁ γεγῶς | ||
τόνδε τὸν τρόπον : βῆτα ἄλφα βα , βῆτα εἶ βε , βῆτα ἦτα βη καὶ οὕτω δι ' ὅλων |
! [ [ ] ! ! η χρυσοπέδιλλος [ ] Αὔως [ [ ] ! — στίχοι ρλ [ ] | ||
Ὅτε σὺν τῆι Σεβαστῆι Σαβείνηι ἐγενόμην παρὰ τῶι Μέμνονι . Αὔως καὶ γεράρω , Μέμνον , πάι Τιθώνοιο , Θηβάας |
ἠναγκάζοντο καὶ τὴν κλητικὴν εἰς η ποιῆσαι , τῆς δὲ κλητικῆς εἰς η ληγούσης ἐπὶ τῶν ἐπιθέτων ἠναγκάζοντο καὶ τὰ | ||
, ὥσπερ ἡ ἀπαρέμφατος ἔγκλισις , καὶ τὸ ὦ τῆς κλητικῆς ἄρθρον καταχρηστικῶς . Κέκληται δέ , ὥς φαμεν , |
Ἀποροῦσι δέ , τί δήποτε τὰ πρῶτα ἐκ τῶν ὑστέρων κανονίζει , φημὶ δὴ τὰ δυϊκὰ ἀπὸ τῶν πληθυντικῶν : | ||
Κανονίζων τὴν εὐθεῖαν τῶν δυϊκῶν ἀπὸ τῆς δοτικῆς τῶν ἑνικῶν κανονίζει αὐτὴν λέγων , ὅτι πᾶσα δοτικὴ ἑνικῶν εἰς ι |
καὶ δάπης , δάπηδος : οἱ μὲν Ἀττικοὶ τάπης , τάπητος γράφουσιν . . ὑφαίνειν : Ὑφαντὴς εἶναι . . | ||
τῇ παραληγούσῃ τὸ ι , οἷον Λάχητος λέβητος Δάρητος πένητος τάπητος : πρόσκειται ἀρσενική διὰ τὰ παρὰ τοῖς Δωριεῦσι θηλυκά |
εἶναι καὶ μὴ χαίνειν κατὰ στέρησιν . . , : ἄχραντος : ὡς παρὰ τὸ χραίνω χραντὸς καὶ ἄχραντος καὶ | ||
καὶ ὡς φαίνω φαντὸς καὶ ἄφαντος καὶ χραίνω χραντὸς καὶ ἄχραντος , οὕτω ταίνω ταντὸς καὶ τὸ οὐδέτερον ταντόν , |
μοί τι τέκνοις ἀποθύμιον ἕρπῃ . εἴσατο γάρ μοι ἔχων μακέλην εὐεργέα χερσί παῖς ἐμὸς ἀμφοτέρῃσι , βίη Ἡρακληείη , | ||
Ἡφαίστοιο : αἰεὶ δὲ προπάροιθεν ἑοῦ χροὸς ἠύτε γέρρον νώμασκεν μακέλην , περὶ δ ' ὄμμασιν ἔνθα καὶ ἔνθα πάπταινεν |
* : Σταθευτός , ἀπὸ τοῦ ἵστημι στήσω καὶ τοῦ εὕω τὸ φλογίζω : ὁ ἐν τῷ ἵστασθαι φλογιζόμενος . | ||
' . . . . αὖσον : τὸ πῦρ : εὕω , τὸ φωτίζω καὶ φλογίζω , εὕσω εὗσον καὶ |
' αὐλείου : παλάμῃ δ ' ἔχε χάλκεον ἔγχος , εἰδομένη ξείνῳ , Ταφίων ἡγήτορι , Μέντῃ . εὗρε δ | ||
. . ὁπλότερος . Δ Ξ , . . . εἰδομένη γαλόῳ : ἡ διπλῆ διὰ τὸ γαλόῳ . . |
ὁ σοφιστὴς καὶ [ ὁ ] ἀσπαλιευτὴς ἅμα ἀπὸ τῆς κτητικῆς τέχνης πορεύεσθον . Ἐοίκατον γοῦν . Ἐκτρέπεσθον δέ γε | ||
ἐν τούτοις τῆς γενικῆς ἡ κτῆσις μηνύεται καὶ οὐ τῆς κτητικῆς ἀντωνυμίαςἔτι . γε μὴν καὶ ἐκ τῶν παρατιθεμένων ἄρθρων |
δωροῦμαι , εἰς δῶρον αἱρῶ καὶ εἰς δῶρον αἱροῦμαι , ἀποτρέπομαι , εὐωχοῦμαι , καταρῶμαι , ἐκλαλῶ , ἀλλοτριοῦμαι , | ||
ἀθυμίαν παρέσχεν , ἅπαντ ' ἐρῶ πρὸς ὑμᾶς καὶ οὐκ ἀποτρέπομαι , ὅτι πολλῶν καὶ μεγάλων καὶ καλῶν ὄντων ὧν |
δὲ ε , οἷον ἀμφί ἑ , ἀντωνομία νῦν ἀρσενικὴ ὀρθοτονουμένη , νῦν μεταλαμβανομένη εἰς σύνθετον : Ἀπολλόδωρος δὲ ψιλοῖ | ||
νοεῖται καὶ δύο πρόσωπα παρεμφαίνει . ἴσως δὲ καὶ ἡ ὀρθοτονουμένη ἀντωνυμία , κἂν ἁπλῆ ᾖ , διὰ τῆς ἐπιούσης |
ὄντες . ” καὶ ἅμα ἐς τὸν Ἀσκληπιὸν βλέψας „ φιλοσοφεῖς , „ ἔφη ” ὦ Ἀσκληπιέ , τὴν ἄρρητόν | ||
ἂν ταῦτα ᾤου . „ „ σὺ δέ , ἐπειδὴ φιλοσοφεῖς , ὦ βέλτιστε , ” ἔφη ” τί περὶ |
ἐπηύξατο Οἰδίπους ἐλθεῖν τοῖς ἑαυτοῦ παισί . πέφρικα ταύτην καὶ πτοοῦμαι τελέσαι καὶ πληρῶσαι τὰς ὀργίλους κατάρας τοῦ Οἰδίποδος τοῦ | ||
πενθῶ ; ἀστράπτω , ὑπορθῶ ; δογματίζω , αὐξάνω ; πτοοῦμαι , νέμω ; ἵστημι , ἵσταμαι . θέλω , |
διπλασιασμὸς , καὶ πλεονασμῷ τοῦ γ , ὡς χῶ , χαλῶ , καὶ καχαλῶ , καγχαλῶ . παρὰ τὸ ἐν | ||
Φιλόξενος ἐν τῷ περὶ Ἀναδιπλασιασμοῦ . Μάχλος . παρὰ τὸ χαλῶ , μαχαλὸς , πλεονασμῷ καὶ συγκοπῇ μάχλος , ὁ |
ἐστινἄλλως . τε αἱ δύο προσώπων ἐμφατικαὶ συνθέσεις καὶ ἐξ ἑνικῆς συνθέσεως πλῆθος ὑπαγορεύουσιν καὶ ἐκ πληθυντικῶν ἓν παρεμφαίνουσιν : | ||
οὖν Ἀρίσταρχον ἐπιμέμφεσθαί φασι τὰ σχήματα , καθὸ ἀφ ' ἑνικῆς συντάξεως τῆς ἑαυτόν πληθυντικὴ ἐγένετο ἡ ἑαυτούς , μάρτυρά |
γίνεται Ἀρέστωρ , τοῦ δὲ Ἄργος , ᾧ Ἥρη ὀφθαλμὸν τίθη - σιν ἐν τῷ ἰνίῳ καὶ τὸν ὕπνον ἐξαιρεῖται | ||
ἐρατῶν ϝεπέων , ἐπὶ δ ' ἵμερον ὕμνωι καὶ χαρίεντα τίθη χορόν . Μῶσα Διὸς θύγατερ λίγ ' ἀείσομαι ὠρανίαφι |
τὴν τοῦ ῥυθμοῦ , πρὸς δὲ τούτοις ἔκ τε τῆς ῥυθμικῆς καὶ τῆς ἁρμονικῆς πραγματείας καὶ τῆς περὶ τὴν κροῦσίν | ||
χρῆσίν τινα τὴν μελοποιίαν εὕρομεν οὖσαν , ἐπί τε τῆς ῥυθμικῆς πραγματείας τὴν ῥυθμοποιίαν ὡσαύτως χρῆσίν τινά φαμεν εἶναι . |
, ὑπολαμβάνω , τεκμαίρομαι , ἀποστρέφομαι , οἰωνοσκοπῶ ὀρνεοσκοπῶ , ἰξεύω , ὀρνεοσκοπῶ , ἡλιάζομαι , ἀπάρτιον ποιῶ , συμμαχῶ | ||
ω ι υ , ἡβῶ ἥβων , ὠθῶ ὤθουν , ἰξεύω ἴξευον , ὑδρεύω ὕδρευον , τρία δὲ μεταβολικά , |
δισύλλαβα , εἰ ἔχοι τὴν πρὸ τέλους συλλαβὴν εἰς Ε καταλήγουσαν , βαρύνεται , ἀρχόμενα ἀπὸ συμφώνου μὴ μέσου , | ||
λήγοντα ἔχοντα τὴν πρὸ τέλους συλλαβὴν βραχεῖαν μὴ εἰς σύμφωνον καταλήγουσαν , εἰ μὲν κύρια ὦσιν ἢ οὐσίαν σημαίνοι , |
ἔνδοθι θυμὸν ἀμύξεις . τὸ θέμα ἀμύσσω , ὁ μέλλων ἀμύξω . τὸ δὲ ἀμύσσω παρὰ τὸ μῦ ἐπίρρημα γίνεται | ||
οὕτως οὖν καὶ ἀπὸ τοῦ οὐδίσω οὐδὶς καὶ ἀμφουδίς . ἀμύξω „ ἀμὺξ „ παρὰ Νικάνδρῳ καὶ πλήξω πλὴξ καὶ |
ἕψω ; τί φής ; ἢ Σικελικῶς ὀπτὴν ποιήσω ; Σικελικῶς . ΒΩΚΕΣ . Ἀριστοτέλης ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Ζωικῷ ἢ | ||
τὴν βατίδα τεμάχη κατατεμὼν ἕψω ; τί φῄς ; ἢ Σικελικῶς ὀπτὴν ποιήσω ; Σικελικῶς . Παππία , βούλει δραμών |
ἤρων , ὁμολογῶ . καὶ νῦν δ ' ἐρῶ . κόψω τὴν θύραν . ἀλλ ' ἐψόφηκεν ἡ θύρα . | ||
καὶ τοὺς ἰδιώτας . Ἄγε δὴ τίνα τρόπον τὴν θύραν κόψω ; Τίνα ; Πῶς ἐνθάδ ' ἄρα κόπτουσιν οὑπιχώριοι |
. . ἀριδείκετος : ὁ ἄγαν ἐμφανής : παρὰ τὸ δείκω , τὸ σημαῖνον τὸ δηλῶ , δείκετος καὶ ἀριδείκετος | ||
οὖν ἀπὸ τοῦ ἔχω ἔχετος , ἐμῶ ἔμετος , οὕτως δείκω δείκετος , καὶ ἐν συνθέσει ἀριδείκετος , ὁ πάνυ |
ἔθνος , οὗ μέμνηται Ἀσίνιος Κουάδρατος ἐν πρώτῳ Παρθικῶν . Ὀξύνεται δέ . : Μαυρούσιοι καὶ Μαῦροι , ἔθνος μέγα | ||
Ἀπὸ γὰρ τοῦ δαίω τὸ καίω δαῒς καὶ δάς . Ὀξύνεται δὲ τὸ δὰς , ὅτι τὰ ὀξυνόμενα ἐν τῇ |
πρὸς τὸ δεύτερον πρόσωπον τῶν ῥημάτων : ὡς γάρ φαμεν Ἀρίσταρχε γράφε καὶ ἔτι ἐπὶ ὁριστικῆς προφορᾶς ‚ Ἀρίσταρχε ἀναγινώκεις | ||
δέ , Ἀρίσταρχος εἶ , γραμματικὸς εἶ , οὐ μὴν Ἀρίσταρχε εἶ οὐδὲ γραμματικὲ εἶ , πῶς οὐ δοθήσεται ὅτι |
ὡς τὸ Τίρυνς , ἢ τὸ ρ , ὡς τὸ μάκαρς : τὰ δὲ εἰς ξ λήγοντα , περὶ ὧν | ||
μόνον ἀλλὰ μεθ ' ἑτέρου τινὸς συμφώνου , οἷον ὁ μάκαρς καὶ ὁ τίρυνς καὶ ὁ ἅλς , καὶ ἕτε |
ἀναστενάχουσιν Ἀχαιοί . Ἣ μὲν ἄρ ' ὣς εἰποῦς ' ἀπεβήσετο , τοὶ δ ' ὀρέοντο ἠχῇ θεσπεσίῃ νέφεα κλονέοντε | ||
: ὣς ἔφαθ ' , ἡ δ ' ἀλύους ' ἀπεβήσετο , ἀντὶ τοῦ ἀποροῦσα καὶ ῥιπταζομένη . Βακχεῖος μέντοι |
ἄγαν πίνουσα . Νήσαντες σωρεύσαντες : ἐκ τοῦ νῶ τὸ σωρεύω : ὁ μέλλων νήσω : ἐξ οὗ καὶ νηδὺς | ||
: γαστέρα , ἔλαβον : νηδὺς ἀπὸ τοῦ νῶ τὸ σωρεύω καὶ τὸ ἡδὺ , ἐν ᾗ σωρεύεται πᾶσα ἡδύτης |
πλατάγησον στήθεα καὶ λέγε πᾶσιν , ἀπώλετο καλὸς Ἄδωνις . αἰάζω τὸν Ἄδωνιν : ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες . κεῖται καλὸς Ἄδωνις | ||
, . Αἰάζειν : παρὰ τὸ αἴ σχετλιαστικὸν ἐπίρρημα γέγονεν αἰάζω , ὡς λίαν λιάζω , . , , . |
ψυχρότητος οἱασδήτινος , ἵν ' ὅπως καὶ τὰς ἐπ ' αῦτοῖς αἰτίας ἀπολαβὼν ὁ λόγος καὶ αὐτὸς εἷθ ' οὕτως | ||
ψυχρότητος οἱασδήτινος , ἵν ' ὅπως καὶ τὰς ἐπ ' αῦτοῖς αἰτίας ἀπολαβὼν ὁ λόγος καὶ αὐτὸς εἷθ ' οὕτως |
. . παρὰ τὸ στρέφω : γίνονται γὰρ τὰ εἰς ιξ ὀνόματα ἀπὸ τῶν εἰς ος , ὡς φοινὸς φοῖνιξ | ||
μος μα [ [ ] ! λίας ? δ ' ιξ [ [ ] γειαπολλ ? ? [ [ ] |
, οἷον τρύχω , σμύχω , βρύχω , πλὴν τοῦ οἴχω . Τὰ διὰ τοῦ ειος ὀνόματα ὑπερδισύλλαβα προπερισπώμενα ἔχοντα | ||
ἀνθρώποις ὁ νοῦς . * : εἰσοιχνεῦσι ] Ἀπὸ τοῦ οἴχω , οἰχνῶ : ὥσπερ καὶ ἵκω , ἱκνῶ . |
ζάψ . Πτωκὰς κύπειρος Μᾶτερ ὦ ποντία κλῦθι Νυμφᾶν ἁβρᾶν Δῶρι , κυμοκτύπων τ ' ἤραν ' ἁλίων μυχῶν . | ||
δ ' ἐν Μνηματίῳ φησίν : ψῦξον τὸν οἶνον , Δῶρι . Πρωταγορίδης δ ' ἐν βʹ τῶν κωμικῶν ἱστοριῶν |
ἐκλαλῶ , ἀλλοτριοῦμαι , ἐκπαλαίω , μυθολογῶ , λαλῶ , συρίζω , ἀπατῶ , μωραίνω , κλέπτω , κατασκευάζω , | ||
τ τρέπουσι , τύ λέγοντες ἀντὶ τοῦ σύ . Τὸ συρίζω τυρίσδω λέγουσιν : ἐπὶ δὲ τοῦ δευτέρου καὶ τρίτου |
ἄθετος καὶ εὔθετος καὶ ἵημι ἑτὸς καὶ ἄφετος καὶ δίδωμι δοτὸς καὶ Ἡρόδοτος , καὶ δέδεμαι δετός , οὕτως σχῆμι | ||
' ἀδικήμασί τισι τῆς οἰκίας ἐκβληθείς , ἐκποίητος δὲ ὁ δοτὸς εἰς ποιητά . ἀπεκήρυξε καὶ ἐπικήρυξε διαφέρει . κηρύξαι |
μὴ παρὰ πρόθεσιν παροξύνεται : λεοντομάχος μονομάχος , χωρὶς τοῦ ἀγχέμαχος . τὸ δὲ πρόμαχος καὶ σύμμαχος ἐκ προθέσεων . | ||
βιβῶ , εἰς ε βέ - βαιος , ὡς ἀγχίμαχος ἀγχέμαχος . γίνεται οὖν βέβαιος , ὁ ἑδραῖος ἀπὸ ῥημάτων |
ὀξυτόνων . Πρόσκειται ἀνωτέρω ὑπὲρ μίαν συλλαβήν διὰ τὸ ὁ Ζάς καὶ ὁ Πράς : ταῦτα γὰρ ἀρσενικὰ μόνα εἰσὶν | ||
περισπωμένων . Τῶν δὲ ὀξυτόνων εἰσὶ παραδείγματα ταῦτα , οἷον Ζάς Ζαντός , Πράς Πραντός , Φθάς Φθάντος : τοῦτο |
βιβαστός βιβασθός καὶ ῥῆμα ἐξ αὐτοῦ βιβάσθω καὶ ἡ μετοχὴ βιβάσθων . ἢ ἀπὸ τοῦ βιβῶ βιβάθω καὶ πλεονασμῷ τοῦ | ||
ἐποιχόμενος Σαρπηδόνος ἀμφιμάχεσθαι : αὐτὰρ ἔπειτα μετὰ Τρῶας κίε μακρὰ βιβάσθων Πουλυδάμαντ ' ἔπι Πανθοΐδην καὶ Ἀγήνορα δῖον , βῆ |
? ? ην ! να θ ? οφειλ ? σω εμα κα ? ? ι την σα ? ! ! | ||
[ ! ! ! [ ! ! ] ! σε εμα κἈρχεάνασσα ? [ Γόργω ! σύνδυγος : ἀντὶ ? |