τε πρίνου καὶ φηγῶν βαλανίων τε αὐτῶν μεσπίλων τε καὶ κρανίων καρπῶν : γενναιότατον δὲ κηκίδων τε καὶ ῥοῦ καὶ
λαβεῖν τι βούλεται . γλαῦκοι δ ' ὅλοι , ῥαχιστὰ κρανίων μέρη εὔσαρκα εἶτ ' οὐχὶ χρυσοῦν ἐστι πρᾶγμ '
5475938 δειρη
, ὑψικάρηνον , πιαλέον νώτοις καὶ λεπταλέον κώλοισιν : οὐτιδανὴ δειρὴ καὶ βαιοτάτη πάλιν οὐρή : τετράδυμοι ῥῖνες , πίσυρες
βαιὰ δ ' ὕπερθεν οὔατα λεπταλέοισι περιστέλλοιθ ' ὑμένεσσι : δειρὴ μηκεδανή , καὶ στήθεα νέρθε κραταιά , εὐρέα :
5393663 μυελος
εἰς ταύτην εἰσέλθοι τὸ πιότατον τοῦ αἵματος , τουτέστιν ὁ μυελός . οὐχ ὁμοίως δὲ ἐν πᾶσι τοῖς ὀστέοις ἐποίησε
μηδὲ θερμῷ χέοιτο ἄν . πλησίον δὲ τούτων καὶ ὁ μυελός ἐστι τῇ φύσει : αὐτοῦ δὲ τοῦ ἐγκεφάλου τὰ
5367712 κρατειται
ὡς τῶν βρωμάτων τὰ μὲν βραδέως , τὰ δὲ ταχέως κρατεῖται . τοῦτο γὰρ καὶ πάντη ἦν δῆλον ὡς οὐχ
] τήν . βάξιν ] φήμην . κρατεῖ ] ἤγουν κρατεῖται . ἀνδρόβουλον κέαρ ] τὸ μείζονα ἢ κατὰ γυναῖκα
5345445 Μωμου
ὁ τάλας ἄνθρωπος ἐβαρήθη ; τὸ δεινότερον ἐπάκουσον . ἐτέρπετο Μώμου ταῦτα λέγοντος Ἑρμῆς καὶ ταῦτα ἔπραττεν , ὅσα περ
ἄμεινον χρωμένη τοῖς ποσίν , ὡς ἐτέχθης καὶ φεύγουσα τοῦ Μώμου τὰ ἐγκλήματα . ὦ ἄδετοι πόδες , ὦ κάλλος
5300869 ταχυτατι
μὲν δὴ ὅδ ' αὐτὸς ἐγώ , πάτερ οὗτος ἐγὼ ταχυτᾶτι . εἰ δὲ κατὰ τὸ πλέον παρὰ τὰς ἄλλας
εἶπε τῇ Ὑψιπύλῃ . οὗτος ἐγώ : τὸ οὗτος ἐγὼ ταχυτᾶτι δεικτικόν . χεῖρες δὲ καὶ ἦτορ : αἱ δὲ
5297792 τριαδες
, ἐάν τε μονάδες ὦσιν ἐάν τε δυάδες ἐάν τε τριάδες ἐάν τε τετράδες ἐάν τε ὁστισοῦν ἀριθμός : τέταρτον
μὲν μονάδες , εἶτα δυάδες ἐν ἄλλοις τρισίν , εἶτα τριάδες , καὶ ἑξῆς τετράδες , ἔπειτα πεντάδες , καὶ
5275648 ἐθειραι
δέ οἱ αὐχήν θυμοῦ ἐνεπλήσθη , πυρσαὶ δ ' ἔφριξαν ἔθειραι σκυζομένῳ , κυρτὴ δὲ ῥάχις γένετ ' ἠΰτε τόξον
Ἱέρων προτέροις ἴσος ἡρώεσσι ζώννυται , ἵππειαι δὲ κόρυν σκιάουσιν ἔθειραι . αἲ γάρ , Ζεῦ κύδιστε πάτερ καὶ πότνι
5272328 περικειμενη
δὲ τοῦτο τὸ πάθοϲ καὶ τοῖϲ ὀϲτοῖϲ , ὅταν ἡ περικειμένη ϲὰρξ αὐτοῖϲ μοχθηροὺϲ ἰχῶραϲ γεννῶϲα διαβρέξῃ τούτοιϲ αὐτὰ καὶ
δὲ τοῦτο τὸ πάθος καὶ τοῖς ὀστοῖς , ὅταν ἡ περικειμένη σὰρξ αὐτοῖς μοχθηροὺς ἰχῶρας γεννῶσα διαβρέξῃ τούτοις αὐτὰ καὶ
5263499 πλινθος
ἀναγκαῖα ἐστιν ἐν ταῖς περιστάσεσι φάλαγξι . πλαγιοφύλακες φάλαγξ πλαγιοφύλακες πλίνθος ἤτοι πλίνθος ἤτοι νωτοφύλακες νωτοφύλακες Ἑξῆς ῥητέον ἡμῖν καὶ
, σάρκινα , σχοινία εἱλημένα , πόντιλα κρεμώμενα , καὶ πλίνθος δὲ ἐν τοῖς προμαχῶσιν οἰκοδομουμένη . Καὶ πρὸς τοὺς
5251878 λαβραξ
Βερενίκην τῆς Λιβύης Λήθων ποτάμιον , ἐν ᾧ γίνεται ἰχθὺς λάβραξ καὶ χρύσοφρυς καὶ ἐγχέλεων πλῆθος [ καὶ ] τῶν
διαφέρει , ἐπινοητικὸς ὢν τοῦ διασώζειν ἑαυτόν . Ἀριστοφάνης : λάβραξ ὁ πάντων ἰχθύων σοφώτατος . Ἀλκαῖος δ ' ὁ
5248211 ἐλαφειος
μυελὸς μόσχειος . ἀντὶ μυελοῦ μόσχου , οἴσυπος ἢ μυελὸς ἐλάφειος . ἀντὶ μυοχόδων , μυίας ἴσα . ἀντὶ μυροβαλάνου
τοῦ κόμμεως ἄτονος καὶ διαυγής . Μυελῶν κράτιστός ἐστιν ὁ ἐλάφειος , εἶτα μόσχειος , εἶτα ταύρειος , εἶτα αἴγειος
5236865 γονιμωτατης
. . § . . . διπλασιασθείσης ἑξάδος , τῆς γονιμωτάτης . . . . , ὁ γὰρ ἕξ ἀριθμὸς
δώδεκα , τοῦ ζῳοφόρου κύκλου παράδειγμα , διπλασιασθείσης ἑξάδος τῆς γονιμωτάτης , ἥτις ἐστὶν ἀρχὴ τελειότητος , ἐκ τῶν ἰδίων
5235826 περιαχε
, οἷον προέστη προύστη , περιΐαχε περίαχε , οἷον : περίαχε πόντος ἀπείρων : ὅθεν σημειούμεθα τὴν διά πρόθεσιν :
βίης θ ' ἅμα ἔργον ἔφαινον ἀμφότεροι , δεινὸν δὲ περίαχε πόντος ἀπείρων , γῆ δὲ μέγ ' ἐσμαράγησεν ,
5224644 ὀξυτατη
δὲ χωρὶς πυρετοῦ . θεραπεία δὲ ἡ μὲν γενναιοτάτη καὶ ὀξυτάτη εὐθὺς ἐν ἀρχῇ διὰ φλεβοτομίας , μετὰ δὲ ταῦτα
τῶν ἀγκώνων ἀναπίπτειν μακρότατα τὸ βέλος ἀποστελεῖ : ἡ γὰρ ὀξυτάτη φορὰ τῆς τοξίτιδος ταχυτάτην ἐνεργάζεται τῷ βέλει κίνησιν ,
5223907 σπειρα
παρεῖχεν ἑαυτῷ πράγματα , αὑτὸν μὲν πληγῇσιν ἀεικελίῃσι δαμάσσας , σπεῖρα κάκ ' ἀμφ ' ὤμοισι βαλών . Ἐῶ λέγειν
καὶ ἦμος ποιητικά , τότε καὶ ὅτε κοινά ἀλλὰ καὶ σπεῖρα δ ' ἐνὶ χλοερῷ : ἤγουν ῥάκη βρέχων ἐν
5208778 περιοπτον
δὲ καὶ αὐτὸν τὸν Ἀντώνιον ἐν Ἀθήναις μετὰ ταῦτα διατρίψαντα περίοπτον ὑπὲρ τὸ θέατρον κατασκευάσαντα σχεδίαν χλωρᾷ πεπυκασμένην ὕλῃ ,
Αἰθίοπας παρέστησε . μετὰ ταῦτα δὲ ἐν Ἀθήναις διατρίψας Ἀντώνιος περίοπτον ὑπὲρ τὸ θέατρον κατασκευάσας σχεδίαν χλωρᾷ πεπυκασμένην ὕλῃ ,
5207757 ἀπηρτηται
' ἐστὶν ἐκ σπάρτου στερεὸν ἡ σειρίς , καὶ ταύτης ἀπήρτηται ξύλον ἐν ἄλλῳ πλησίον ὄντι ὀρύγματι κατακείμενον , ὅπως
: τῇ παραβάσει χρήσασθαι . λέγεται δὲ παράβασις ἤτοι ἐπειδὴ ἀπήρτηται τῆς ἄλλης ὑποθέσεως , ἢ ἐπειδὴ παραβαίνει ὁ χορὸς
5183456 στεφανη
βέλους δ ' αἱ ἀκίδες ὄγκοι καὶ πώγωνες καλοῦνται . στεφάνη δὲ εἶδος ἂν εἴη περικεφαλαίας , ὥσπερ καὶ κέρως
καὶ τὴν ἄτοκον : “ βοῦν ἥτις ἀρίστη . ” στεφάνη ἐπὶ μὲν τῆς κυκλοτεροῦς καταφορᾶς “ ὅντε κατὰ στεφάνης
5177202 τριγλων
. Ἐκ δὲ τῶν ἰχθύων , κεφάλων , ἀγραύλων , τριγλῶν , καὶ πάντων τῶν ἀλέπων καὶ τῶν παστῶν ἀπέχεσθαι
ἀλλ ' ἧττον ψαθυρὰ τῆς τῶν πετραίων : τῶν μέντοι τριγλῶν ψαθυρὰ μέν , οὐ μὴν καὶ μαλακή . ταῦτα
5159982 ϲτρογγυλη
ἡ ἀπὸ τοῦ οὐρανοῦ βάϲιϲ , ἐϲ δὲ τὸ ἄκρον ϲτρογγύλη καὶ παχείη , ξὺν ἐρυθήματι ἢ πελιδνώϲει : τῇδε
. Ἡ δὲ μυρμηκία ἐπανάϲταϲίϲ ἐϲτι τῆϲ ἐπιφανείαϲ μικρὰ τυλώδηϲ ϲτρογγύλη παχεῖα κατὰ βάϲιν ἐγκαθημένη καὶ πρὸϲ τὰϲ παραψήξειϲ ὁμοίαν
5157564 ἀνεχει
. πέραν δὲ τοῦ τάφου χαλκεῖόν ἐστιν οὐ μέγα , ἀνέχει δὲ αὐτὸ ἀγάλματα ἀρχαῖα Ἀρτέμιδος καὶ Διὸς καὶ Ἀθηνᾶς
λαμβάνομεν τὴν κατὰ τελείαν ἑστῶσαν ἐνέργειαν καὶ παρακτικήν , ἥτις ἀνέχει τὰ κείμενα ἐν αὐτῇ . ὅθεν εἰ τὰς ἀρχηγικωτέρας
5145039 διαυλοι
καὶ τοῖσι πρεσβυτέροισι διὰ ψύξιν τοῦ σώματος . Οἱ δὲ δίαυλοι καὶ ὑπηέριοι ἵπποι τὴν μὲν σάρκα ἧσσον διαχέουσιν ,
καὶ βαιοτάτη πάλιν οὐρή : τετράδυμοι ῥῖνες , πίσυρες πνοιῇσι δίαυλοι : ἀβληχρὴ κραδίη καὶ θυμὸς ἔσωθεν ἄναλκις , καὶ
5141250 ἐθεωρειτο
, ἣν εἰσαῦθις μέτιμεν : καὶ διότι εἰ μόνως ἐντεῦθεν ἐθεωρεῖτο κατιὼν ὁ δαίμων , οὐκ ἦν ἄρα εὐδαίμων ὁ
παρόν , καθ ' ὅσον ἐκεῖνο μὲν ἐν τῷ δυνάμει ἐθεωρεῖτο καὶ τῆς ἐπιτηδειότητος ἦν , τὸ δὲ ἐντελέχεια καὶ
5141232 κακτου
Κῷος : γηρύσαιτο δὲ νεβρὸς ἀπὸ ψυχὴν ὀλέσασα , ὀξείης κάκτου τύμμα φυλαξαμένη . ἀλλὰ μὴν καὶ κινάραν ὠνόμασε παραπλησίως
γραίῃ ὕπο Γηρύσαιτο δὲ νεβρὸς ἀπὸ ψυχὴν ὀλέσασα , ὀξείης κάκτου τύμμα φυλαξαμένη . Λευγαλέος δὲ χιτὼν πεπινωμένος , ἀμφὶ
5129666 χρυσοφρυς
καὶ ἐν Ἀμβρακίᾳ . χρύσοφρυς . Ἄρχιππος : ἱερὸς Ἀφροδίτης χρύσοφρυς Κυθερείας . τοὺς δ ' ἰχθῦς τούτους φησὶν Ἱκέσιος
Λιβύης Λήθων ποτάμιον , ἐν ᾧ γίνεται ἰχθὺς λάβραξ καὶ χρύσοφρυς καὶ ἐγχέλεων πλῆθος [ καὶ ] τῶν καλουμένων βασιλικῶν
5113678 κροτος
ἐν τοῖς δεινοῖς ἐπιδεικνυμένων . . θειασμός : Ἀρριανός : κρότος τε ἀθρόος καὶ ἐπιθειασμοὶ ὡρμήθησαν ὑπέρ τε αὐτοῦ τοῦ
ὑπὸ γλωσσῶν κροτεῖσθαι : αἱ γὰρ παρὰ τῶν πολλῶν εὐφημίαι κρότος γλωσσῶν . ἀφῆκας οὖν καὶ τὸ δοξάριον : τί
5107521 καταντησαντος
τὸν Σερτώριον καὶ τοὺς συνίστορας συμπαρέλαβεν ἐπὶ τὴν ἑστίασιν . καταντήσαντος δὲ τοῦ Σερτωρίου , καὶ τῶν κοινοπραγούντων συνεπιθεμένων ,
εἶναι . κατὰ δὲ τὴν Ἡρακλέους ἐπὶ Γηρυόνην στρατείαν , καταντήσαντος εἰς τὴν Κελτικὴν αὐτοῦ καὶ πόλιν Ἀλησίαν ἐν ταύτῃ
5106407 ἠλακατης
ὕδατος , ἐν δὲ ταῖς χερσὶν εἰργάζετο νήθουσα ἐκ τῆς ἠλακάτης τὸν ἄτρακτον , ὄπισθεν δὲ πρὸς τὴν ζώνην ἠκολούθει
ἴκρια [ ] κοῦφος ὀρούων [ ] ον ? ? ἠλακάτης δὲ κεραίης [ ἀτράκτιον ] ἔμβαλε πόντῳ [ ]
5104509 ζωιδιακον
λυκάβαντα κεράσσας , καὶ τροπικὴν ἐκάλεσσεν ἀμειβομένης πάλιν ὥρης λοξὸν ζωιδιακὸν μετανεύμενος οἶκον ἀπ ' οἴκου , ἀλλοίην πισύρων τελέσας
σφαίρας , καί ἐστι τῶν μεγίστων . τέμνει δὲ τὸν ζωιδιακὸν καὶ τέμνεται ὑπ ' αὐτοῦ . ὅλοι δ '
5096933 ὁποθ
ὑπὸ κύστις ὀρεχθεῖ , πᾶσα δέ οἱ νηδὺς διαπίμπραται ὡς ὁπόθ ' ὕδρωψ τυμπανόεις ἀνὰ μέσσον ἀφυσγετὸς ὀμφαλὸν ἵζει ,
Μῶν ὠδυνήθης ; Οὐ μὰ Δί ' ἀλλ ' ἐφρόντισα ὁπόθ ' Ἡράκλεια τἀν Διομείοις γίγνεται . Ἅνθρωπος ἱερός .
5083112 γενυων
αὐτοῦ τὸ σῶμα κατεπτέρωτο , αὐχμηραὶ δὲ ἐκ κεφαλῆς καὶ γενύων τρίχες ἐξηνέμωντο , πῦρ δὲ ἐδέρκετο τοῖς ὄμμασι .
ῥοπὴν ἐς σωτηρίην . Τράχηλος σκληρὸς καὶ ἐπώδυνος , καὶ γενύων σύνδεσις , καὶ φλεβῶν σφαγιτίδων παλμὸς ἰσχυρὸς , καὶ
5079136 ἠκουετο
, κατὰ τὴν Ὁμηρικὴν χρῆσιν σημαῖνον τὸ ἀκούομεν ἢ τὸ ἠκούετο ἐν τῷ πευθόμεθ ' ᾗχι ἕκαστος καὶ πεύθετο γὰρ
καὶ ἀκοῦσαι καὶ ἰδεῖν : μαστίγων τε γὰρ ὁμοῦ ψόφος ἠκούετο καὶ οἰμωγὴ τῶν ἐπὶ τοῦ πυρὸς ὀπτωμένων καὶ στρέβλαι
5070719 φαλον
τε μέγαν τε . τόν ῥ ' ἔβαλε πρῶτος κόρυθος φάλον ἱπποδασείης , ἐν δὲ μετώπῳ πῆξε , πέρησε δ
ψυχρὸν γάρ . φαρακλὸς , ὁ τὸ ἄκρον ἔχων . φάλον ὅ ἐστι λευκόν : φολκὸς , παρὰ τὸ φάους
5069755 ἀποθραυεται
Ἀλέξανδρος ἐς τὴν κνήμην τοξεύεται διαμπὰξ καὶ τῆς περόνης τι ἀποθραύεται αὐτῷ ἐκ τοῦ τοξεύματος . ἀλλὰ καὶ ὣς ἔλαβέ
ἡ μεσότης μὲν διαιρεῖται καὶ ἐμπιεζεῖται , τὸ δὲ ἄκρον ἀποθραύεται . τὴν μὲν οὖν ῥῆξιν σημειωτέον διὰ τῆς πρὸς
5069684 ἀμβωνες
τοῦ δὲ κώθωνος αἱ ἑκατέρωθεν πλευραὶ ὥσπερ καὶ τῆς χύτρας ἄμβωνες καλοῦνται . . Κ . τε ἐν τῆι Λακεδαιμονίων
. . . ι : ἄκριες λόφοι ὀρῶν οἱ καὶ ἄμβωνες , ὧν πολλὴ ἡ χρῆσις . φησὶ γοῦν Αἴλιος
5063994 δικτυων
τὴν χρείαν ὁ ἀρκυωρὸς ἁρμοσάμενος ἀπισώσῃ τῇ τούτων ἀνισότητι τῶν δικτύων τὴν στάσιν , ἣ καλεῖται ἀρκυστασία . καθίστανται δ
ἔλαιον αὑτῷ , καὶ ἀναπτερυγίσαι ἥκιστός ἐστι , καὶ χωρὶς δικτύων καὶ πάγης καὶ ἁρπεδόνων τὸ ζῷον μένει ὡς ἂν
5053509 θραυει
περίεστι τοσοῦτον κράτος , ὡς ἀσινῆ μένειν κατενεχθέντα αὐτόν . θραύει γοῦν οὐδὲ ἕν , εἰ καὶ πέσοι κατὰ ῥωγάδος
διασπαράσσει , καὶ ξυναρπάζει βίᾳ ἄνευ χαλινῶν , καὶ ζυγὸν θραύει μέσον . πίπτει δ ' ἐμὸς παῖς , καὶ
5050504 βλεπεται
: τὸ δὲ μὴ σφαιρικὸν ὄρος , ἄλλ ' οἷον βλέπεται , πολὺ ἔτι ἐλάττονα . τὸ δὲ τοιοῦτον μέρος
ἄλληλα σπουδῆς καὶ συννεύσεως καὶ τὸ σύρρουν ὧδε μόνον οὐ βλέπεται . ἀλλ ' ὅμως καίτοι φεύγοντες περικαταλαμβάνονται : κρατεῖ
5050290 θηλης
βίαι ἐκμυζῶντος ἔτι τοῦ παιδίου , ὥστε τὸ ἐκ τῆς θηλῆς ῥέον τῶι οὐρανῶι κύκλωι περιχυθὲν ἐκτυπῶσαι τὸ σχῆμα τῆς
, καρκίνωμα ἐγένετο περὶ τὸ στῆθος , καὶ διὰ τῆς θηλῆς ἔῤῥεεν ἰχὼρ ὕφαιμος : ἐπιληφθείσης δὲ τῆς ῥύσιος ,
5043717 τοιχοι
ἦ μέγα θαῦμα τόδ ' ὀφθαλμοῖσιν ὁρῶμαι : ἔμπης μοι τοῖχοι μεγάρων καλαί τε μεσόδμαι εἰλάτιναί τε δοκοὶ καὶ κίονες
, καὶ πάσης θέρμης πόῤῥω ἔστω . Χριέσθωσαν δὲ οἱ τοῖχοι πηλῷ μιχθέντι θριξὶν ἀντὶ ἀχύρων , ἔπειτα τῇ λεγομένῃ
5042952 ὑπερβαλε
' ἑλισσομένη πέτεται διὰ βοῦς ἀγελαίας , τόσσον παντὸς ἀγῶνος ὑπέρβαλε : τοὶ δὲ βόησαν . ἀνστάντες δ ' ἕταροι
ὑπέρπτατο σήματα πάντων . . Ψ , εὐλόγως ἔστιν ” ὑπέρβαλε σήματα πάντων „ , πλείονες γὰρ δισκεύουσιν . πάντα
5033681 ἐξηρτηται
νοῦς , καθὸ ἐφάπτεται καὶ ᾗ ἐφάπτεται αὐτοῦ καὶ ᾗ ἐξήρτηται , ἅτε παρ ' ἐκείνου ἔχων τὸ νοῦς εἶναι
τοῦτό ἐσμεν ἡμεῖς , οὔτε καθαροὶ τούτου ἡμεῖς , ἀλλὰ ἐξήρτηται καὶ ἐκκρέμαται ἡμῶν , ἡμεῖς δὲ κατὰ τὸ κύριον
5033320 ἐνυδρων
γὰρ καταπίνουσιν τοὺς ἀσθενεστέρους ἑαυτῶν . Ἡ μὲν οὖν τῶν ἐνύδρων καὶ ἑρπετῶν γονή , μετεσχηκυῖα τῆς εὐλογίας τοῦ θεοῦ
οὐ γεύεται τῶν τε χερσαίων καὶ τῶν πτηνῶν καὶ τῶν ἐνύδρων ζῴων . καὶ δὴ σκευασίας παντοδαπὰς περὶ ταῦτα μεμηχανῆσθαι
5029663 ἐρειπιων
? [ ] ἀνεῖται . καὶ σκευοθηκῶν ναυτικῶν τ ' ἐρειπίων ἐρωδιὸς γὰρ ὑψόθεν ποτώμενος ὄνθῳ σε πλήξει νηδύος χαλώμασιν
ἂν ἐν τοῖς Αἰσχύλου Ψυχαγωγοῖς καὶ σκευοθηκῶν ναυτικῶν τ ' ἐρειπίων , καὶ παρ ' Αἰσχίνῃ ἐν τῷ κατὰ Κτησιφῶντος
5029563 μοσχειος
παιδὸς ὄντος μου ζωμὸς κατεχύθη . ἣ δέ : δηλαδὴ μόσχειος . Μενάνδρῳ δὲ τῷ ποιητῇ δυσημερήσαντι εἰσελθόντι εἰς τὴν
θερμαινούσαις τὴν γλῶτταν . Μυελῶν κράτιστος ὁ ἐλάφειος , εἶτα μόσχειος καὶ μετὰ τοῦτον ταύρειος , εἶτα αἴγειος καὶ προβάτειος
5029256 ῥακων
' πειδήπερ ἐχαρίσω ταδί , κἀκεῖνά μοι δὸς τἀκόλουθα τῶν ῥακῶν , τὸ πιλίδιον περὶ τὴν κεφαλὴν τὸ Μύσιον .
κατάρραφον δὲ τὰ ἔνδον , ὥσπερ αἱ τραγικαὶ ἐσθῆτες ἐκ ῥακῶν πάνυ εὐτελῶν συγκεκαττυμέναι ; ὑμεῖς δὲ ἰχθύων μὲν ἄγευστοι
5027603 δενδρωδης
ὁ καρπὸς καὶ τὰ φύλλα ἱκανῶς , ἀκτὴ ἥ τε δενδρώδης καὶ ἡ χαμαιάκτη , ἄμι , ἀνθεμὶς ἢ χαμαίμηλον
πεδινὸς ἢ ὀρεινός , ἄνυδρος ἢ κάθυγρος , ψιλὸς ἢ δενδρώδης , καὶ πάντα τὰ παραπλήσια . τῷ δὲ τρόπῳ
5027384 καταγραφος
ἐστι νήττης . τῶν δὲ βοσκάδων καλουμένων ὁ μὲν ἄρρην κατάγραφος : . . . . . . νήττης .
ἐν καλυκίοις : καρπὸς ὅμοιος τῷ τῆς μελαίνης μήκωνος οἱονεὶ κατάγραφος : ἀνατριφθεῖσα δ ' ἡ κόμη ῥητινώδη ὀσμὴν προσδίδωσιν
5025575 διακεκριμενων
οὖν εὑρημένων τῶν ἀριθμῶν , οὐδέπω δὲ καθ ' ἑαυτοὺς διακεκριμένων , ἔφοδον ἡμῖν τῆς διακρίσεως παρέχει ἡ τοῦ Θυμαρίδου
: τῶν δὲ τραχυνομένων παρυφισταμένων τὰ μὲν μετρίως τοῦτο πάσχει διακεκριμένων αὐτῶν τῆς ὄψεως ἀντιλαμβανομένης , τὰ δ ' αὖ
5022088 κατωκαρα
' οὐκ ἂν καταγείη ποτ ' , εἴπερ ἐκ ποδῶν κατωκάρα κρέμαιτο . Ἤδη καλῶς ἔχει σοι . Μέλλω γά
εἰργάσατο , τῶν μὲν ἄλλων τὰς κεφαλὰς πηξάμενος ἐν χέρσῳ κατωκάρα γὰρ πάντα , ἀνθρώπου δὲ εἰς τὸ ἄνω προαγαγών
5019808 ἁγων
ἂν οὐκ ἂν τοῖσδε σὸν κρύπτων δέμας : ὡς ἐγγὺς ἁγὼν καὶ μάλιστ ' Ἄρης στυγεῖ μέλλοντας : εἰ δὲ
: ἀναβῆναι τὴν γυναῖκα βούλομαι . τὸ χαλκίον θερμαίνεται : ἁγὼν πρόφασιν οὐκ ἀναμένει . ἅμα δ ' ἠπίαλος πυρετοῦ
5012013 κρουνοι
δὲ ὑπὲρ αὐτοῦ παρὰ βασιλέως πρεσβεύεται . . . Καὶ κρουνοὶ πλείους ἀπὸ πάσης πλευρᾶς διὰ θηρίων εἴδους ποταμοὺς ὅλους
τε καὶ θέλων οἴκτωι κόρης τέμνει σιδήρωι πνεύματος διαρροάς : κρουνοὶ δ ' ἐχώρουν . ἡ δὲ καὶ θνήισκους '
5009449 ὁμιχλη
τοὺς καλάμους . εὐρῶτι παλύνεται : εὐρὼς κυρίως ἡ πρασινώδης ὁμίχλη . ἐπάξα : τὸ βʹ πρόσωπον τοῦ μέσου ἀορίστου
θαλάσσης πόρον ἀπέκλειον . ἐφέρετο δὲ πολλὴ μὲν ὑπὲρ αὐτῶν ὁμίχλη πολὺς δὲ πάταγος , ἦν δὲ ἀδύνατον καὶ τοῖς
5008871 κορυμβοι
ἄρθρα παραλύουϲιν . ἐπὶ πλέον δὲ ἅπτεται ϲμύρνα λίβανοϲ κιϲϲοῦ κόρυμβοι καὶ ταράττουϲι τὴν διάνοιαν ὁλοϲχοίνου καρπὸϲ κρόκοϲ πευκέδανον κυκλάμινοϲ
ἐκ δ ' ἄρα κόρσης ἀμφὶ μέτωπα τριχῶν πυκινοὶ σείοιντο κόρυμβοι : ὄμμα τορόν , πυρσωπόν , ἐπισκυνίοισι δαφοινόν :
4995855 κιοσιν
. πάλιν τὸ ὀρθογώνιον τρίγωνον παρατιθέμενον τοῖς ἀνεγειρομένοις εἰς ὕψος κίοσιν αἴτιον γίνεται τῇ στάσει αὐτῶν τῆς ὀρθότητος , διότι
, ὡς ὁ κομψὸς Ἀρίστων ἔλεγε , τοῖς ἐν γυμνασίῳ κίοσιν ὁμοίως λιπαροὺς πεποιήκασι καὶ λιθίνους . . . ὅταν
4994390 γλαυκων
σκαπτοῦχος ὁ Δωρικός . ἀλλά , Πόσειδον , σῷζε διὰ γλαυκῶν σέλμα τόδε ῥοθίων . * Λύχνε , σὲ γὰρ
μὲν αὐτῶν τὰς οἰνάνθας οἱ πάρνοπες οὐ κατέδονται , ἀλλὰ γλαυκῶν λόχος εἷς αὐτοὺς καὶ κερχνῄδων ἐπιτρίψει . Εἶθ '
4974152 τραγων
ὅταν τις παρεφάνη γυνή , κοινῶς αὐτῇ ἐχρῶντο . [ τράγων δὲ τρίχας καὶ σκέλη ἐδόκουν ἔχειν διὰ τὴν περὶ
ὁ ὕπνος . ταὶ δὲ τραγεῖαι : αἱ δοραὶ τῶν τράγων . ταὶ δὲ τραγεῖαι : ἤγουν τὰ δέρματα τῶν
4973751 ἰδιοτητων
περὶ τῆς ἀντιφάσεως ἐντεῦθεν βούλεται ἡμῖν διαλεχθῆναι περὶ τῶν ἄλλων ἰδιοτήτων τῶν θεωρουμένων ἐν πάσαις ταῖς κατὰ μέρος ἐπιστήμαις ,
ὁρίζεται τοίνυν τὰ ἄτομα οὕτως : ἄτομόν ἐστι τὸ ἐξ ἰδιοτήτων συγκείμενον , ὧν τὸ ἄθροισμα οὐκ ἂν ὀφθείη ἐπὶ
4968960 ἀνεπλεον
ἐκπλήξεως αὐτοὺς δεχομένην , κατήγοντο καὶ τῆς ἐπιούσης ἐς ναυμαχίαν ἀνέπλεον . ἀντανήγετο δ ' αὐτοῖς ὁ ναύαρχος ὁ Ἀντιόχου
καταλάβηται τὴν πόλιν ἔρημον οὖσαν στρατιωτῶν , κατὰ πολλὴν σπουδὴν ἀνέπλεον εἰς τὴν Τύρον . ἀμφοτέρων δὲ διὰ τὴν ὑπερβολὴν
4967996 ἑκατονταδος
Ὅτι δὲ περιλέλειπται τῶν ἀναλόγων δύο , ἅπερ ἐστὶ τῆς ἑκατοντάδος , τοσαυτάκις αὐξήσομεν τὸν εἰρημένον ἀριθμόν , ὥστε εἶναι
ὁ μὲν Α ὑποκείσθω ἐλάσσων μὲν χιλιάδος μετρούμενος δὲ ὑπὸ ἑκατοντάδος , οἷον μονάδες φʹ , ὁ δὲ Β ἐλάσσων
4965085 ἐμβαδου
τῶν τεσσάρων , ΔΥ τοσούτων ὅσων ἐστὶ δπλ . τοῦ ἐμβαδοῦ , τὸν μὲν αον ΔΥ ͵δνϚ , τὸν δὲ
μεῖζον , τῶν δὲ μετ ' αὐτὴν ἡ περίμετρος τοῦ ἐμβαδοῦ ἐλάσσων . πρῶτος τετράγωνος καὶ ἐν ἀρτίοις πρώτη τετρακτύς
4962802 ἐλατης
δὲ ἔλαιον ἔχε ἀδηκτότατον διαφορητικόν , ὥσπερ τὸ διὰ τῆς ἐλάτης . καὶ μέντοι καὶ τερεβινθίνης ἔξεστιν ἐμβαλεῖν γο Ϛʹ
μέμνηται δὲ Ξ . ἐν Σίλλοις : ἑστᾶσιν δ ' ἐλάτης βάκχοι πυκινὸν περὶ δῶμα . . . , .
4960951 Καμπανια
ἐνενήκοντα . Ἑξῆς δὲ μετὰ τὴν Λατίνην ἐστὶν ἥ τε Καμπανία παρήκουσα τῇ θαλάττῃ , καὶ ὑπὲρ ταύτην ἡ Σαυνῖτις
ἐγὼ δύναμαι συμβαλεῖν . : Ὑπὲρ δὲ τούτων τῶν ἠϊόνων Καμπανία πᾶσα ἵδρυται , πεδίον εὐδαιμονέστατον τῶν ἁπάντων : περίκεινται
4956613 φυτευομενων
πετεινὰ δένδρῳ μὴ προσιέναι . παʹ . περὶ ἐπιμελείας τῶν φυτευομένων . πβʹ . ὥστε πάντα τὰ δένδρα πλείονα καρπὸν
ὡς τοῖς πράσοις , ὑποτεθείη ὄστρακα περὶ τὰς ῥίζας τῶν φυτευομένων . φυτεύονται δὲ οἱ βολβοὶ ἀπὸ νεομηνίας Νοεμβρίου ,
4953287 ὑπερκοσμιων
δὲ τῶν νοερῶν θεῶν ἐξῃρημένη : τὸν Δία ὃς τῶν ὑπερκοσμίων ἐστὶ βασιλεὺς , πέρας δὲ τῶν ἰδίως νοερῶν θεῶν
λέγω αὐτοὺς τοὺς τὸν Κόσμον ποιοῦντας Θεούς : τῶν δὲ ὑπερκοσμίων οἱ μὲν οὐσίας ποιοῦσι Θεῶν , οἱ δὲ νοῦν
4950930 πιλουσθαι
κενοῦ μήτε σώματος ; πῶς δὲ οὐκ εἰς ἄπειρον ἔνεστι πιλοῦσθαι τὰ σώματα ἀεὶ τῶν ἴσων κενῶν ἐνυπαρχόντων ; εἰ
τροπὰς ἀναλυομένης τε καὶ διαχεομένης νέφη μὲν ἐκ τῶν ἀτμῶν πιλοῦσθαι , τούτων δὲ συνελαυνομένων πρὸς μεσημβρίαν καὶ τὴν Αἰθιοπίαν
4938549 σπειρης
πεζοί . πάντων δὲ ἡγείσθω Πούλχερ , ὅστις καὶ τῆς σπείρης τῆς Ἰταλικῆς ἄρχει . καὶ τούτωι ἐπιτετράφθω αὐτός τε
πεζοί . πάντων δὲ ἡγείσθω Πούλχερ , ὅστις καὶ τῆς σπείρης τῆς Ἰταλικῆς ἄρχει . καὶ τούτῳ ἐπιτετράφθω αὐτός τε
4934127 πηγνυμενου
τρόμος , αἱ γὰρ φλέβες συσπώμεναι , καὶ συνιόντος καὶ πηγνυμένου τοῦ αἵματος , συσπῶσί τε τὸ σῶμα καὶ τρέμειν
ὁκοῖον ἀποϲτάϲιεϲ ἴϲχουϲι , ἐπὶ δὲ μᾶλλον πυκνοῦνται , καὶ πηγνυμένου τοῦ ὑγροῦ ἀπηνέεϲ αἱ ἀποφύϲιεϲ : τέλοϲ δὲ πῶροι
4931174 πεφυρται
τὰ μὲν ἐσπάρακται τῶν μελῶν , τὰ δὲ συντέτριπται , πέφυρται δ ' ἡ κόμη , καὶ τὸ μὲν στέρνον
κητείου λύθρου προσπέφυρται . λύθροιο : δι ' αἵματος . πέφυρται : μολύνεται , γίνεται , σμίγεται , γέμει .
4924595 καραβων
τι μείους Ἀργολικῆς ἀσπίδος ἑκάστη , καρίδες δὲ καὶ μείζους καράβων αἱ Ἰνδῶν εἰσίν . αἱ μὲν οὖν ἐκ τῆς
τῆς Ἀττικῆς , ὄψου πετραίου παρατεθέντος ποικίλου ἐπὶ τῆς τραπέζης καράβων τ ' ἀληθινῶν , ἐπὶ πᾶσι λοπάδος τ '
4922840 ἑρπης
ἐπὶ χολῆς πλεονεξίᾳ γιγνόμενον καὶ ἐπινέμησιν ποιούμενον . ἄλλως . ἕρπης ἐστὶν ὁ ὀφίτης καλούμενος , ἕλκωσις τῆς ἐπιφανείας τοῦ
ἐν τῷ σώματι αὐτοῦ ὄγκος τις γίνεται , ἐρυσίπελας ἢ ἕρπης ἢ φλεγμονὴ ἢ βουβών , καὶ ἐγκρύπτεται ὁ νοσῶν
4922490 ἑξακισχιλιοι
ῥαιδιουργίαι τε καὶ τόλμηι . ὄντες γὰρ τὸν ἀριθμὸν ὡς ἑξακισχίλιοι , καὶ τοὺς μισθοὺς οὐκ ἀπολαμβάνοντες , τὸ μὲν
παρασάγγαι πέντε καὶ τριάκοντα καὶ πεντακόσιοι , στάδιοι πεντήκοντα καὶ ἑξακισχίλιοι καὶ μύριοι : ἀπὸ δὲ τῆς μάχης ἐλέγοντο εἶναι
4922478 ἀπελαυε
, οὓς κατεπλάγησαν πάντες οἱ κεκλημένοι , τῶν μὲν σκάρων ἀπέλαυε τῶν τριγλῶν θ ' ἅμα καὶ φυκίδων ἐπὶ πλεῖον
, οὓς κατεπλάγησαν πάντες οἱ κεκλημένοι , τῶν μὲν σκάρων ἀπέλαυε τῶν τριγλῶν θ ' ἅμα καὶ φυκίδων ἐπὶ πλεῖον
4922001 περικειται
ἕλικες , καθάπερ ἐπὶ τῶν Ἑλληνικῶν , καὶ φύλλα τραχέα περίκειται , λωτῶν δὲ ποταμίων κάλυκες , καὶ φοινίκων ἀρτιβλάστων
[ κατὰ πνιγέα μάλιστα : Ὥσπερ , φησὶ , πνιγεὺς περίκειται τῇ γῇ . τὰ δὲ ἑξῆς ἀδιανόητα . πνιγεὺς
4921229 παραβατας
ἁρμάτων οἱ παροχούμενοι τοῖς ἡνιόχοις , οὓς οἱ ποιηταὶ μὲν παραβάτας , Ἀθηναῖοι δὲ καλοῦσιν ἀποβάτας , τὸν σταδιαῖον ἁμιλλῶνται
. . , ἡνίοχος , καταχρηστικῶς , , ; ἡνιόχους παραβάτας : ἡνίοχον , κοινῶς , . . . ὣς
4918236 χορεια
δὲ ἴσως κρείσσονα . σοὶ μὲν γὰρ περὶ σελήνην ἡ χορεία , καὶ οὐκέτι λατρεύσεις καὶ φιλοσοφήσεις τὸ πέμπτον ,
τὴν αἰτίαν διότι ποτὲ νῦν ἐν ταῖς πόλεσιν ἡ τοιαύτη χορεία καὶ ἀγωνία σχεδὸν οὐδαμῇ οὐδαμῶς ἐστιν , εἰ μὴ
4910816 ἀποφυσεων
πέρατα δ ' ἐστὶ ταῦτα τῶν κνήμης τε καὶ περόνης ἀποφύσεων , κυρτὰ μὲν ἔξωθεν , ὥσπερ καὶ φαίνεται ,
, ἐπιτήδεια γέγονεν . Εἰ τοίνυν ἐκ τῶν ἐξ αὐτοῦ ἀποφύσεων μὴ ἑαυτῷ πάντῃ ὁμοίως διαφαίνηται , τὸ πνεῦμα δὲ
4909523 κροτητα
μόναυλον εὐθὺς πῶς δοκεῖς κούφως ἀνήλλετο . Σοφοκλῆς : οἴχωκε κροτητὰ πηκτίδων μέλη , λύραι μόναυλοί τε . Ἀναξανδρίδης :
μοναύλου μνημονεύει Σοφοκλῆς μὲν ἐν Θαμύρᾳ οὕτως : οἴχωκε γὰρ κροτητὰ πηκτίδων μέλη , λύρᾳ μοναύλοις τε χειμωντεως ναος στέρημα
4905550 εἱλισσεται
ῥινὸς αὐτῆς ὁ ὄφις καὶ κατατέμνεται ὑπ ' αὐτῆς κἂν εἱλίσσεται περὶ αὐτήν . Ὁ κάραβος μαθὼν τὴν ἐν πέτραις
Παρθένος ἐγγὺς ἐοῦσα πολυσκέπτοιο Βοώτεω . Τῆς ὑπὲρ ἀμφοτέρων ὤμων εἱλίσσεται ἀστὴρ [ δεξιτερῇ πτέρυγι : Προτρυγητὴρ δ ' αὖτε
4901698 σκευης
ἱππέων , ὧν , οἶμαι , φοβερώτατον τὸ παρὰ τῆς σκευῆς ἄτρωτον , τριακοσίους αὐτῷ τοὺς φαυλοτάτους τῶν ὁπλιτῶν ἐκέλευεν
ἑστίας ἐπιτρέχουσι . τὸ δ ' αὐτὸ ποιοῦσι καὶ μετὰ σκευῆς εἰς τὰ βρέφη παρὰ τὴν ἑστίαν περιφέροντες , ἐπειδὴ
4901388 ΑΓΖ
δὴ ἐπὶ μὲν τῆς παραβολῆς ἴσον τὸ ΑΔΒΖ παραλληλόγραμμον τῷ ΑΓΖ τριγώνῳ , καὶ κοινοῦ ἀφαιρουμένου τοῦ ΑΕΒΖ λοιπὸν τὸ
. ἐπεὶ οὖν ὀρθὴ ἡ ὑπὸ ΓΖΑ , ἡ ὑπὸ ΑΓΖ ἄρα ἐλάσσων ὀρθῆς . τὴν δὲ μείζονα γωνίαν ἡ
4898171 λαχνη
αὐτὰ ἐς τὴν νῆξιν . φεῦ τῶν στέρνων , ὡς λάχνη μὲν αὐτοῖς ἐγκατέσπαρται βρύων κομῶσα καὶ φυκίων , γαστὴρ
ἡ αὐδή γὰρ τῆς αὐδῆς , λαχνήεις λάχνης , ἡ λάχνη γὰρ τῆς λάχνης , φωνήεις φωνῆς , ἡ φωνή
4896511 ἀλλοπαθες
ἀΐδηλον : καὶ ἀφανείας ἐμποιητικὸν θάνατον , ἐστὶ δὲ τοῦτο ἀλλοπαθές . ἐπ ' ἰχθύσι : κατ ' ἰχθύων .
τό τε σύνθετον , ὅπερ καλεῖται ἀντανακλώμενον , καὶ τὸ ἀλλοπαθές , ἐμὲ αὐτὸν ἔπαισα ἐμαυτὸν ἔπαισα , ἐμοὶ αὐτῷ
4894974 ἠρτημενοι
κεραῖαι . . . : ἐκ τῶν κεραιῶν δελφῖνες ἦσαν ἠρτημένοι μολίβδινοι ὥστε ἐμβάλλεσθαι ταῖς προσπλεούσαις πολεμίαις ναυσίν , οἳ
καὶ οὕτω πάντα τε καὶ πάντες ἀπὸ τοῦ θεοῦ εἰσιν ἠρτημένοι . διὸ πατὴρ μὲν πάντων ὁ θεός , δημιουργὸς
4894830 κυρτωσεως
κυριεύει δὲ τοῦ σώματος τένοντος καὶ τραχήλου , καταπόσεως , κυρτώσεως , χοιράδων , πνιγμῶν καὶ μυκτήρων : σίνη καὶ
τρόπον ἐπὶ τούτων ἡ ἔκλειψις τοῦ ὑγροῦ αἰτία τῆς οἱονεὶ κυρτώσεως γίγνεται , τὸν αὐτὸν τρόπον συμβαίνει καὶ ἐπὶ τῶν
4893469 ἠχησεν
λᾶας , ὃ σημαίνει τὸν λίθον . λάκε ἐψόφησεν , ἤχησεν . ἰδίωμα δὲ φωνῆς , ἤχου . λαῖφος τὸ
οὖν στραφέντες εἰς ἀνελπίστους βίας ἔτεινον ἁπλῶς ἠκονημένα ξίφη , ἤχησεν ἀσπίς , ἐκρότησε τὸ κράνος , ἔλαμψεν ἡ νὺξ
4892428 πυθμενες
πελειάδες ἀμφὶς ἕκαστον χρύσειαι νεμέθοντο , δύω δ ' ὑπὸ πυθμένες ἦσαν , ἀκουστέον οὐ πυθμένας δύο , ἀλλ '
γὰρ διπλασιεπιδιμεροῦς τρίτων ἐν πέμπτῳ μέρει τῶν διαφορῶν ἐνοφθήσονται οἱ πυθμένες , τῆς διπλασιεπιτριμεροῦς τετάρτων ἐν ἑβδόμῳ , τῆς δὲ
4892063 σφιγγουσι
ἄλγη δέξεται κωκυμάτων , ὅσην Ἄραιθος ἐντὸς ἠδὲ δύσβατοι Λειβήθριαι σφίγγουσι Δωτίου πύλαι , οἷς οὑμὸς ἔσται κἀχερουσίαν πάρα ῥηγμῖνα
* / νήχεται ἠπείροιο κασιγνήτης ε * / ἄξονα δὲ σφίγγουσι δύω πόλοι [ ἀμφοτέρωθεν ] . / * καίπερ
4889120 πεισθειημεν
ὁρισμοῦ . καὶ γὰρ ἐκ τῆς ἐπαγωγῆς ἱκανῶς ἂν τοῦτο πεισθείημεν : οὐδεὶς γὰρ ὁρισμὸς ἢ τῶν καθ ' αὑτὸ
τοιαῦτα εἴη τὰ πράγματα καθάπερ ἀξιοῖ Πύρρων . Ὥστε εἰ πεισθείημεν αὐτοῖς , ἐκ χειρόνων βελτίους ἂν γενοίμεθα , κρίναντες
4887475 λειμωνων
νεκρῶν οὐδὲν ἄμεινον ἔχοντες . Ἄρτι δὲ διαγελῶντος ἔαρος καὶ λειμώνων στεφομένων τοῖς ἄνθεσιν ὡς ἐκ τάφων ἀναστάντες τῶν αὐτοῦ
τὰ πρῶτα φέροντι τῶν ὁμοτέχνων . ἐδρεψάμην κἀγὼ τῶν τοῦδε λειμώνων , ὅσα χωρεῖν ἠδυνάμην . ἀπὸ τοιούτων οὖν πηγῶν
4882825 αἰγειρου
παρῆλθε . θερμοῦ δ ' ἐκφυγοῦσα κινδύνου κερδὼ παχείης ἐξέκυπτεν αἰγείρου , σεσηρὸς αἰκάλλουσα . τῇ δ ' ὁ πρεσβύτης
. ἔστι δὲ καὶ τοῦτο τοιόνδε : τῶν ἀνθῶν τῆς αἰγείρου μεμυκότων ἔτι μόδιος ἰταλικὸς ἐμβάλλεται λίτραις ἐλαίου γλυκυτάτου κʹ
4875200 ἐπακτηρες
φῦλα μένειν μονόφυλα , τὰ δ ' ἔξοχα τεκμήραντο ἄνδρες ἐπακτῆρες : τὰ δὲ μυρία φῦλα πέλονται , τῶν ἀμόθεν
τοῖς ὀφθαλμοῖς τὸ ὁραθέν . ἄκτιον : τὸν κυνηγόν : ἐπακτῆρες γὰρ οἱ κυνηγοί , ὥς φησιν Ὀππιανός : πολλαὶ
4872651 μαριλη
ΙΛΗ ὑπερδισύλλαβα βαρύνεται : παστίλη . . . . . μαρίλη μυστίλη . τὸ μέντοι ὠτειλή καὶ ἀπειλή καὶ ὀφειλή
ἄνθρακες οὕτως ὑπό τινων καλοῦνται . μᾶλλον δὲ ἡ θερμοσποδιὰ μαρίλη λέγεται , ὡς καὶ Ἀριστοφάνης ἐν Ἀχαρνεῦσί φησιν :
4870958 κολοκυνθων
. Φυλάξεις νεαρὰ τὰ σῦκα καὶ οὕτως . τῶν νεαρῶν κολοκυνθῶν χρὴ ἐξαιρεῖν ἐκ τῶν πλαγίων μέρη τινὰ σπληνίοις ἐοικότα
φύλλοις τῆς κολοκύνθης ἀμφιάσομεν , καὶ τέφραν τὴν ἀπὸ τῶν κολοκυνθῶν καυθεῖσαν ταῖς ῥίζαις περιβαλοῦμεν . Τούτῳ τῷ μηνὶ τῆς
4870734 ἐνδεξια
ἐνδέξια χωρὶς τοῦ ι , ὡς τὸ [ π ] ἐνδέξια φῶτα ἕκαστον : σύντονα δ ' ἕλκετε : ἀντὶ
' ἐν νηυσὶ μελαίνῃσιν πεσέεσθαι . Ζεὺς δέ σφι Κρονίδης ἐνδέξια σήματα φαίνων ἀστράπτει : Ἕκτωρ δὲ μέγα σθένεϊ βλεμεαίνων
4867175 παρασταδος
γὰρ ἐς καιρὸν τυπεὶς ἐτύγχαν ' : ἐξέλκει δὲ καὶ παραστάδος κρεμαστὰ τεύχη πασσάλων καθαρπάσας ἔστη ' πὶ βωμοῦ γοργὸς
“ ἥτε κατ ' αἰγίλιπος πέτρης . ” αἰθούσης τῆς παραστάδος , ἀπὸ τοῦ καταίθεσθαι ὑφ ' ἡλίου : “
4867124 πεπαλακτο
ἄτῃ : δὴ γάρ οἱ λασίοιο καρήατος ἄλλυδις ἄλλῃ ἐγκέφαλος πεπάλακτο : συνηλοίηντο δὲ πάντα ὀστέα καὶ θοὰ γυῖα λυγρῷ
' αὐτῆς ἦλθε καὶ ὀστέου , ἐγκέφαλος δὲ ἔνδον ἅπας πεπάλακτο : δάμασσε δέ μιν μεμαῶτα . καὶ τοὺς μὲν
4864294 πενταπλασια
ἔστω μείζων ἡ ΒΔ : ὅτι τὰ ἀπὸ ΓΒ ΒΔ πενταπλάσια τοῦ ἀπὸ ΓΕ . Κείσθω τῇ ΕΖ ἴση ἡ
ἄρα τὸ ἀπὸ τῆς ΒΓ τοῦ ἀπὸ τῆς ΓΑ : πενταπλάσια ἄρα τὰ ἀπὸ τῶν ΒΓ , ΓΑ τοῦ ἀπὸ
4862797 διωρυγος
συστρατευομένων Ἑλλήνων πρῶτοι καὶ μόνοι διὰ στενῆς τινος καὶ βαθείας διώρυγος ἐτόλμησαν διαβῆναι παραβόλως . διαβάντων δ ' αὐτῶν καὶ
τοῦ Δέλτα . τὰ δ ' ἐν δεξιᾷ τῆς Κανωβικῆς διώρυγος ὁ Μενελαΐτης ἐστὶ νομὸς ἀπὸ τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ πρώτου
4861714 ἰσικος
πόδες μάλιστα τῶν βοῶν ἢ ῥύγχη , καὶ τῶν ἰχθύων ἰσικὸς , ὀρφὸς ἢ ἄλλος τις τῶν σκληροσάρκων , καὶ
ἐπιτήδειοι καὶ ὄρνις ἀπὸ ζέματος ἡ ἁπλουστέρῳ γειναμένη ζωμῷ καὶ ἰσικὸς ὁμοίως σκληρὸς , οἷός ἐστιν ὁ ἀπὸ τῆς κηρίδος

Back