γάμων . νόστος δ ' Ἀχαιῶν ἐγένεθ ' , ὡς κηρύσσεται ; ὡς πάνθ ' ἅπαξ με συλλαβοῦς ' ἀνιστορεῖς
ἡμεῖς οἱ σαρκοφοροῦντες δεόμεθα . ἡ ἑβδόμη τοίνυν ἡμέρα ἀνάπαυσις κηρύσσεται , ἀποχῇ κακῶν ἑτοιμάζουσα τὴν ἀρχέγονον ἡμέραν τὴν τῷ
6931330 χαλκηλατους
Σκαμάνδρους ἢ τάφρους ἢ ' π ' ἀσπίδων ἐπόντας γρυπαιέτους χαλκηλάτους καὶ ῥήμαθ ' ἱππόκρημνα , ἃ ξυμβαλεῖν οὐ ῥᾴδι
ὁ τραγικός : πολὺν δ ' ἀγῶνα παγξενεὶ κηρύσσεται , χαλκηλάτους λέβητας ἐκτιθεὶς φέρειν καὶ κοῖλα χρυσόκολλα καὶ πανάργυρα ἐκπώματ
6584474 νεηνισκος
ἡλικίαι πρὸς τὰς ὥρας ὧδε σύμμετροι : παῖς ἔαρ , νεηνίσκος θέρος , νεηνίης φθινόπωρον , γέρων χειμών . “
ἃς ἡλικίας καλέομεν : παιδίον : παῖς : μειράκιον : νεηνίσκος : ἀνὴρ : πρεσβύτης : γέρων Καὶ παιδίον μέν
6575929 ἑνδεκατη
κρισίμων ἡμερῶν ὑπομνήμασιν ἔδειξεν , οἷον ἑβδόμη καὶ ἐννάτη καὶ ἑνδεκάτη καὶ τεσσαρεσκαιδεκάτη : αὗται γὰρ κρίνειν πεφύκασιν : εἰσὶ
, ὀγδόη Ἡλίου , ἐνάτη Ἀφροδίτης , δεκάτη Ἑρμοῦ , ἑνδεκάτη Σελήνης , δωδεκάτη Κρόνου . εἶτα ἑξῆς γίγνεται ἡ
6559034 ἐνιαυσιος
καὶ οἱ ἐμβόλιμοι συμφώνως τοῖς φαινομένοις διατετάχθαι , ὁ δὲ ἐνιαύσιος χρόνος οὐ σύμφωνος εἴληπται τοῖς φαινομένοις . Ὁ γὰρ
ἱστὸν ὑφαίνοι ἐπ ' ἠλέκτρῳ βεβαυῖα . νεῦμαί τοι νεῦμαι ἐνιαύσιος ὥστε χελιδὼν ἕστηκ ' ἐν προθύροις : καὶ εἰ
6512007 τετραδικως
κρισίμους ἡμέρας . τούτων δὲ τῶν κρινουσῶν ἡμερῶν αἱ μὲν τετραδικῶς ἀριθμοῦνται , αἱ δὲ ἑβδομαδικῶς . καὶ ἰσχυρότεραι μέν
ἐντὸς τῆς τετάρτης πάντως τι πάσχει . καὶ διὰ τοῦτο τετραδικῶς ἀριθμοῦμεν μέχρι τῆς εἰκάδος . ἀπὸ δὲ τῆς εἰκοστῆς
6469167 ἀωρος
ἐπικρατούμενον ὑδατώδει ψυχρότητι δραστηρίῳ , ἐλαίας οἱ θαλλοὶ καὶ ὁ ἄωρος καρπός , ἔλαιον ὠμοτριβές , ἔλαιον μύρσινον , σησάμινον
βαλαύστιον , βάτου τὰ φύλλα καὶ οἱ βλαστοὶ καὶ ὁ ἄωρος καρπὸς καὶ τὸ ἄνθος , βρόμος , βρύον θαλάσσιον
6419584 τριακοστη
κʹ ἐστὶν ἡμερῶν , συστρέφων πρὸς νοῦν , ὅτι ἡ τριακοστὴ αὐτῆς ἐγγίζει ἤδη καὶ μέλλω τοὺς τόκους ἀποδιδόναι .
ἑνδεκάτη , ἑπτακαιδεκάτη , εἰκοστὴ πρώτη , εἰκοστὴ ἑβδόμη , τριακοστὴ πρώτη . Εἰδέναι δὲ χρὴ , ὅτι , ἢν
6406342 τριλλιστος
τριφίλατος : ὁ πολυφίλητος ὡς καὶ παρ ' Ὁμήρῳ ἀσπασίη τρίλλιστος . ἢ ὅτι ὑπὸ τριῶν ἐφιλήθη : Διός ,
, ἐξ ἡρωικοῦ δὲ προσώπου οὐκέτι . . . . τρίλλιστος : ἡ διπλῆ ὅτι τὰ τρία ἐπὶ πλήθους .
6401923 ἐννεακαιδεκατος
# , ἡ δὲ χειμερινὴ ση γʹ . ιθʹ . ἐννεακαιδέκατός ἐστιν παράλληλος , καθ ' ὃν ἂν γένοιτο ἡ
κλιμακτῆρες κάκιστοι ἐν ἔτεσι τοῦ βίου ἕβδομος , ὁ δωδέκατος ἐννεακαιδέκατός τε ὁ πρῶτός τε καὶ εἰκοστὸς , τούτων δὲ
6361895 ἀκτημων
ῥηματικὰ ὄντα βαρύτονα διὰ τοῦ ο κλίνεται , οἷον κτήσω ἀκτήμων ἀκτήμονος , Εὐκτήμων Εὐκτήμονος , τλήσω τλήμων τλήμονος ,
λίμνην . ζῇ ὡς ἀληθῶς θεῷ ὁμοίως ὁ αὐτάρκης καὶ ἀκτήμων καὶ φιλόσοφος καὶ πλοῦτον ἡγεῖται μέγιστον τὸ μὴ δεῖσθαι
6283886 τολμ
εὐήθης ξείνων δέκτρια Πασιφίλη . πάμπαν ἀποσχόμενος : ἶσον δὲ τολμ ? ? [ εἰ ? δ ' ὦν ἐπείγεαι
[ . ] . ] φρα ? ? [ ] τολμ ? ? [ ] εμουσα ! [ ] .
6282948 ἀγευστος
ἀεὶ τῶν κρεῶν . λέγεταί που μίαν εἰ διέλειπεν ἡμέραν ἄγευστος ἐπιτίθεσθαι τὸ πάθημα πάντως , ἕως ἐνεπλήσθη . ,
γῆς τῷ ἀτάφῳ , οὐδὲ σώματος ἅψεται . μένει δὲ ἄγευστος καὶ ποτοῦ , ἐὰν ἐς αὔλακα ἐποχετεύῃ εἷς ἄνθρωπος
6274533 εὐτυχεστερος
φθόνος ἥπτετο αὐτοῦ , καὶ ἔλεγε ” μακάριος Χαιρέας , εὐτυχέστερος ἐμοῦ . “ Ἐπεὶ δὲ ἅλις ἦν τῶν διηγημάτων
παρατάξεως ἐξιὼν οὐκ ἐπειράθη , τί δύναται πολεμίων σίδηρος . εὐτυχέστερος μὲν ἴσως Ἀριστομένης , ἀγαθώτερος δ ' ἡμῶν οὐκ
6265691 ζωεσκον
ἄρ ' ἡβήσαι τε καὶ ἥβης μέτρον ἵκοιτο , παυρίδιον ζώεσκον ἐπὶ χρόνον , ἄλγε ' ἔχοντες ἀφραδίῃς : ὕβριν
δὴ κακὸν εἶχ ' , ἐνόησε . Πρὶν μὲν γὰρ ζώεσκον ἐπὶ χθονὶ φῦλ ' ἀνθρώπων νόσφιν ἄτερ τε κακῶν
6263598 Ῥᾳδιως
. Ἀποδύεσθε δή . Πῶς οὖν βασανιεῖς νὼ δικαίως ; Ῥᾳδίως : πληγὴν παρὰ πληγὴν ἑκάτερον . Καλῶς λέγεις .
τὴν συλλογὴν τῶν καρπῶν . . ῬΗΙΔΙΩΣ ΓΑΡ ΚΕΝ . Ῥᾳδίως γὰρ , εἰ εὐπόριστος ἦν δηλονότι ὁ βίος ,
6228304 καταρρακτης
. καὶ ὁ Τιμασίων ” ἐγγὺς „ ἔφη „ ὁ καταρράκτης , ὦ ἄνδρες , ὁ κατιόντων μὲν ὕστατος ,
. ποτάμιοι δέ εἰσι τῶν ὀρνίθων ἅμα καὶ λιμναῖοι πελεκὰν καταρράκτης χὴν ἄγριος ἰωνὶς φαλαρὶς κύκνος καὶ ἄλλα . χερσαῖα
6217221 Λαμπρομαχος
μιᾷ ἡμέρᾳ , ὁ μὲν Ἐφάρμοστος Ὀλύμπια , ὁ δὲ Λαμπρόμαχος Ἴσθμια : ἔνιοι δέ φασιν , ὅτι οἱ δύο
δ ' ἀρετᾷ τ ' ἤλυθον : πρόξενος ἦν Θηβαίων Λαμπρόμαχος , δι ' ὃν ἔγραψε τὴν ᾠδὴν ταύτην :
6191910 συσσιτος
εὔσιτος , σιτοφάγος , σιτικός , πολύσιτος ὀλιγόσιτος μετριόσιτος , σύσσιτος συσσιτεῖν , ἀείσιτος , ἐπίσιτις ἐπισιτισμός , παρασιτεῖν καὶ
Σοῦσα ἔχε τά περ ἂν ἐγὼ ἔχω , ἐμός τε σύσσιτος ἐὼν καὶ σύμβουλος . Ταῦτα Δαρεῖος εἴπας καὶ καταστήσας
6190622 Αὐτις
μάλα μεγάλῃ , ὄτρυνε δὲ λαὸν ἅμ ' αὐτῷ . Αὖτις δὲ δριμεῖα μάχη παρὰ νηυσὶν ἐτύχθη : φαίης κ
ἔφερεν . ἐγγύθι : πλησίον . πότμου : θανάτου . Αὖτις : πάλιν . τρέσας : φοβησάμενος , φοβηθεὶς ,
6188188 κουφοτερος
πλέονι Καρρίναν ἐκπολεμήσοντα Πομπήιον . ὁ δὲ καὶ τούτῳ , κουφότερος ὤν , ἐπεφαίνετο ἄφνω καὶ ἀφιπτάμενος ἠνώχλει καὶ πόλεις
τε κοιλίη ἐφίσταται ἐνίοτε : ὁκόταν δὲ ἀφροδισιάσῃ , δοκέει κουφότερος εἶναι ἐς τὸ παραυτίκα , ἐξ ὑστέρου δὲ μᾶλλον
6181585 πισυρων
: τὰ γὰρ εἰς ὕψος ἀνατρέχοντα φυτὰ λεπτὰ καυλεῖα ποιοῦσιν πισύρων ] τεσσάρων βάρος ] σταθμόν αἴνυσο ] λαβέ γαίης
καὶ Ἰουλιανὸς ὁ βασιλεύς , ἀλλ ' ἐτέων οὐκ ἐπέβη πισύρων , ἐπεχείρησε δὲ χρόνοις ὕστερον καὶ Λούκιος , ἀνὴρ
6175986 πλειος
πλέω νύξ ἀντὶ τοῦ πλήρης . . πρός : . πλεῖος πλέος πλέων : Κ , , πλήρης . .
τούτων κλίνοιτο , οὐκ ἀποκριτέον ἀσκέπτως : ἔστι γὰρ ὁ πλεῖος καὶ ὁ πλείων , Ἄρειος καὶ ἀρείων , καὶ
6157776 νεολαια
, εἰ μὴ παραβληθείημεν τῇ Ἑλένῃ . ἥ γε μὴν νεολαία ἐστὶ κυρίως ὁ ἐκ νέων λαός . ὅτι δὲ
στυγερὰ καὶ μισητή τις ἀχλὺς καὶ θλίψις . πᾶσα γὰρ νεολαία καὶ ἡ τῶν Περσῶν ἡλικία καὶ νεότης ἐξαπόλωλε καὶ
6152949 δωδεκατη
, ἡ δεκάτη Κρόνου , ἡ ἑνδεκάτη Διός , ἡ δωδεκάτη Ἄρεως : [ ἡ ] ἡμέρα αʹ Ἡλίου ,
ἕτεροι δὲ Σκιροφοριῶνος τῆι αὐτῆι ἡμέραι . . . : δωδεκάτη μὲν ἔην μηνὸς Θαργηλιῶνος . . . νὺξ δ
6148355 λεγεων
λόχος ἐκ δέκα ἢ ιεʹ , πύργος ἐξ ἑκατὸν , λεγεὼν ἐκ μυρίων . λόχοισιν : ἀλλαγίοις : στὶξ ἐκ
Ἀννίβαν ἔγραψεν ἐν βιβλίοις ἑπτά . Κατὰ δὲ Ῥωμαίους ἡ λεγεὼν πεντακισχίλιοί εἰσιν . Ὅτι φύσει οἱ ἄνθρωποι ταῖς μὲν
6145296 στος
τονμαργονονειξαιθελω ? ? ? ! ? ? ? ! ! στος ? ? ! [ ϝπα ! ! [ [
ἐν τούτῳ φιλοσοφία καὶ ἀρετὴ διηνεκής , καὶ ἄπται - στος βίος καὶ ὑγιής , καὶ δίαιτα εἰλικρινής , καὶ
6140248 ἀναπολει
δὲ καθ ' ἑαυτὴν ἕκαστα μεθ ' ἡσυχίας τῆς πάσης ἀναπολεῖ καὶ εἰς ἀνάμνησιν τῶν πάντων ἔρχεται . μνήμη δ
γὰρ δὴ ἡ κεῖνος μὲν δὴ ὅδ ' αὐτὸς ἐγώ ἀναπολεῖ τὸν ἐκ διαστήματος χρόνου νοούμενον . Τὸ δ '
6138168 πειρησεται
μεμαῶτα , καὶ ἐσσύμενόν περ ἀλύξαι . πάντα δὲ γινόμενος πειρήσεται , ὅσς ' ἐπὶ γαῖαν ἑρπετὰ γίνονται καὶ ὕδωρ
τὸ πᾶν σφίσι ἤδη δοκεόντων κατεργάσθαι ἀποβὰς ἀπὸ τῶν νεῶν πειρήσεται ἀντιωθῆναι οὔτ ' ἐκ τῆς ἠπείρου τῆσδε οὐδείς :
6133451 Ὑπνε
ἂν εἰς ὕπνον πέσῃ . Ὕπν ' ὀδύνας ἀδαής , Ὕπνε δ ' ἀλγέων , εὐαὴς ἡμῖν ἔλθοις , εὐαίων
. Τὸν δ ' αὖτε προσέειπε βοῶπις πότνια Ἥρη : Ὕπνε τί ἢ δὲ σὺ ταῦτα μετὰ φρεσὶ σῇσι μενοινᾷς
6130792 Καταλογ
. Αἰσχύλος Ὑψιπύληι . Ὑψώ ̈ Ὑψιπύλη : . . Κατάλογ . : Κάβειροι . . Ὀνομαστ . : .
Ἀφροδείτης [ ] ‖ [ ! ! ! ! ! Κατάλογ . : Ψυχαγωγοί . . Σοφιστ . προπαρασκ .
6126444 δυωδεκατη
διὰ τοῦτό φησι ἔξοχ ' ἀεξομένοιο . * ἑνδεκάτη δὲ δυωδεκάτη τε : τῶν μετὰ τὴν δεκάδα ἀριθμῶν ἡ ἑνδεκάτη
ἔτι κεῖνος κεῖται Ἀχιλλῆος παρὰ νηῒ αὔτως ἐν κλισίῃσι : δυωδεκάτη δέ οἱ ἠὼς κειμένῳ , οὐδέ τί οἱ χρὼς
6126014 αἰνης
Τιτῆνές θ ' ὑποταρτάριοι Κρόνον ἀμφὶς ἐόντες ἀσβέστου κελάδοιο καὶ αἰνῆς δηιοτῆτος . Ζεὺς δ ' ἐπεὶ οὖν κόρθυνεν ἑὸν
γόνυ κάμψειν , αἴ κε φύγῃσι δηΐου ἐκ πολέμοιο καὶ αἰνῆς δηϊοτῆτος . Ὣς εἰπὼν παρέπεισεν ἀδελφειοῦ φρένας ἥρως αἴσιμα
6122047 τιδ
ἀνωμαλίας μὲν μοίρας τι η ιε , πλάτους δὲ μοίρας τιδ β κα . ἐπεῖχεν δὲ καὶ ἐν τῇ τῆς
διάστασις δοθεῖσά ἐστιν ἐκ τῶν κανόνων , ἔστιν γὰρ μοιρῶν τιδ κη : ἡ δὲ τῆς ἀκριβοῦς τῶν ἐκ τῆς
6112596 ἀθλι
θανόντων σῶν τέκνων ἅπτου χερί . ὦ φίλα πεσήματ ' ἄθλι ' ἀθλίου πατρός . ὦ φίλτατον δῆτ ' ὄνομα
τις ἢ τοιαῦθ ' ἃ δή δίδωσιν ἡμῖν ὁ τόπος ἄθλι ' ἀθλίοις . τοιοῦτος ὁ βίος , ἀπύρετος ,
6110361 Ποιος
, ὠνήσασθε τὸν συνετώτατον , τὸν ἅπαντα ὅλως ἐπιστάμενον . Ποῖος δέ τις ἐστί ; Μέτριος , ἐπιεικής , ἁρμόδιος
ἐφόρεσαν , τὸν δὲ ἱματισμὸν τῶν παρθένων οὐκ ἐνεδύσαντο . Ποῖος , φημί , ἱματισμὸς αὐτῶν ἐστι , κύριε ;
6109922 ἐξελειπε
χάριτος τῆς ὀφειλομένης ἀπολαμβάνει τιμωρίας ὑπὲρ ἄνθρωπον . οὐ μὴν ἐξέλειπε τὸ ζῆν , εἴτε δαιμονίου τινὸς ἐλεήσαντος , εἴτε
ἐπελογισάμεθα γεγονέναι μετὰ δ ὥρας ἰσημερινὰς τοῦ μεσονυκτίου : καὶ ἐξέλειπε τὸ ἥμισυ τῆς διαμέτρου ἀπ ' ἄρκτων , ἐπεῖχε
6101797 ἀλγεσι
, ἡ ὀδύνη ἀνίησιν : ἔπειτα αὖθις ἐν τοῖσιν αὐτοῖσιν ἄλγεσι κέεται : ὁκόταν δὲ οὐρέῃ , καὶ τὸν καυλὸν
ἀμενοῦς πολλοῦ τε χρόνου ζώσης μέτρα δὴ καταλειβομένης τ ' ἄλγεσι πολλοῖς . τί γὰρ ἂν μεῖζον τοῦδ ' ἔτι
6095042 πενταθλος
δὲ οἱ ἀθληταὶ πένταθλον καὶ ἑτέρους ἄθλους . ὁ δὲ πένταθλος ἦν πυγμή , δρόμος , * δίαλμα * ,
εἴπομεν , υἱὸς ἦν Ἀφροδίτης καὶ Ποσειδῶνος - παλαιστὴς καὶ πένταθλος . καὶ στρέψας φύλλον μάνθανε . Ἔρυκα δὲ ἐκάλεσαν
6091511 δυσταλαινα
, ἴδριες οὐδέν : ἁ δέ οἱ φίλα δάμαρ τάλαιναν δυστάλαινα καρδίαν πάγκλαυτος αἰὲν ὤλλυτο : νῦν δ ' Ἄρης
τε καὶ μαθεῖν , τέθνηκε θεῖον Ἰοκάστης κάρα . Ὦ δυστάλαινα , πρὸς τίνος ποτ ' αἰτίας ; Αὐτὴ πρὸς
6091348 ἀνακωχη
ἔλεξα . ἢν δὲ ἐπὶ τοῖϲι πρώτοιϲι ϲμικρὰ ᾖ , ἀνακωχὴ δὲ ἐϲ μακρὸν ᾖ νομῆϲ , ἄλλα ἐπ '
ξυμφοραὶ αὐτῷ ἄλλαι ἐπ ' ἄλλαις ξυνηνέχθησαν , οὐδέ τις ἀνακωχὴ ἐγένετο ἐπειδὴ πρῶτον ἐς τὴν ἀρχὴν παρῆλθεν : ἀλλὰ
6079675 ἑπτακαιδεκατη
Θήραν οἱ ἀπὸ Εὐφήμου τέταρτοι ἦλθον : ὥστε ἐξ ἀμφοτέρων ἑπτακαιδεκάτη συνάγεται γενεά . Νῦν γε μὰν ] * Ἱστορία
. ἡ γὰρ αὐτὴ τῆς ὥρας εὔκαιρος καὶ μηνὸς ἡ ἑπτακαιδεκάτη χρήσιμος , ὅτε τὸ μὲν φῶς τῆς σελήνης πρόσθεσιν
6079639 Χθονιου
? [ παγκράτιον . . . ] Ἐκ μὲν ἄρα Χθονίου ποτιμάστιον ἔσχεθε κοῦρον Αὐτόλυκον , πολέων κτεάνων σίνιν Ἄργεϊ
καὶ θνή - σκουσιν πλὴν εʹ ἀνδρῶν , Οὐδαίου καὶ Χθονίου καὶ Ἐχίονος καὶ Πέλωρος καὶ Ὑπερήνορος , καὶ αὐτοὺς
6078655 Σεληναιῃ
μὲν ἰδ ' Ἠελίῳ μάρτυς πέλοι Ἄρης , Ζεὺς δὲ Σεληναίῃ τε καὶ Ἀφρογενεῖ , θεράποντος πατρὸς ὁ φὺς ἔσεται
ταῦτα : πλωέμεναι χατέουσιν ἀληθέα ταῦτά κεν εἴποις . εὖτε Σεληναίῃ μή τις κακὸς ἠέπερ ἐσθλός μαρτυρέοι καὶ δ '
6077885 περδικε
. ἔνθα νεογνὸς ἐὼν ἔτλην ποτὲ μοῦνος ἀνελθεῖν , λαιψηρὼ πέρδικε μετασπόμενος προφυγόντε : οἳ δ ' ἤτοι εἵως μὲν
. Δυϊκά . Τὼ πέρδικε , τοῖν περδίκοιν , ὦ πέρδικε . Πληθ . Οἱ πέρδικες , τῶν περδίκων ,
6073843 θαυμαζομενοις
ἀνδράσι γενναίοις τε καὶ τῇ κατὰ πόλεμον ἐμπειρίᾳ καὶ τόλμῃ θαυμαζομένοις πολλῷ , τὸ ἀπὸ τοῦ Μυριανδρίου μέχρι τῶν τῆς
μόναις , ἀλλὰ καὶ τοῖς ἄλλοις συμβαίνειν τοῖς περιμαχήτοις καὶ θαυμαζομένοις ὑπὸ τοῦ κοινοῦ βίου πράγμασι . καλὰ μὲν γὰρ
6071538 καταφυλαδον
ἐς Ῥόδον ἷξεν ἀλώμενος ἄλγεα πάσχων : τριχθὰ δὲ ᾤκηθεν καταφυλαδόν , ἠδὲ φίληθεν ἐκ Διός , ὅς τε θεοῖσι
δὲ θοῶς σεύονται ἐπὶ στίχας , ὥστε φάλαγγες ἀνδρῶν ἐρχομένων καταφυλαδόν : οἱ μὲν ἔασιν ὁπλότεροι , τοὶ δ '
6065612 γιγνεσθον
ἐν ᾧ τέ ἐστιν ἑκάτερον αὐτοῖν καὶ διὰ τί πάθος γίγνεσθον ὁπόταν γίγνησθον ἰδεῖν ἡμᾶς . πρῶτον τὴν ἡδονήν :
. ἰόντε γὰρ αὐτοῖν εἰς τὸ ἐναντίον τὸ ἐναντίον ἀλλήλοιν γίγνεσθον , τὸ μὲν νεώτερον πρεσβύτερον τοῦ πρεσβυτέρου , τὸ
6065393 ἐξεφανη
οὐκ οἶδα εἴ ποτε ἐν ἄλλῳ ἀνθρώπῳ οὕτως ἐξέλαμψε καὶ ἐξεφάνη . αἱ πολιαὶ δὲ ἔφυσαν οὐ προσδοκῶντι ἐν πείρᾳ
μετ ' αὐτὸ εὐθύς ; ἢ ὅτι τῶν ἄλλων πρῶτον ἐξεφάνη , ἢ οὐ τελέως ἀπὸ τοῦ ἀδύτου προέκυψεν .
6064725 ἑκατονταδες
τόσσα βροτῶν ἔχει ἔργα δαέντων . τρεῖς μέν οἱ πολίων ἑκατοντάδες ἐνδέδμηνται , τρεῖς δ ' ἄρα χιλιάδες τρισσαῖς ἐπὶ
συνάπαντες ἐόντες ἀριθμὸν τρεῖς τε μυριάδες καὶ ὀκτὼ χιλιάδες καὶ ἑκατοντάδες ἑπτά : ὁπλῖται μὲν οἱ πάντες συλλεγέντες ἐπὶ τὸν
6060138 συμποτης
πότην : ποτὸν τὸ πινόμενον , πότης ὁ πίνων , συμπότης ὁ συμπίνων . δεῦρ ' ] ἐλθέ , ἔπελθε
ὑπηρέτης κατ ' ἐκεῖνο τοῦ καιροῦ , ἀλλ ' οὐ συμπότης ὤν . ἐπεὶ δὲ τοῖς χείλεσι τὴν κύλικα προσῆγεν
6054019 προπερυσιν
πρῶτον μὲν οὖν περὶ τῆς ἀπογραφῆς ὑμᾶς διδάξω . Ἀφικόμενος προπέρυσιν εἰς τὴν πόλιν , οὔπω δύο μῆνας ἐπιδεδημηκὼς κατελέγην
τοίνυν ὅστις μαρτυρήσει παραγενέσθαι , ὅπου οὗτος ἢ πέρυσιν ἢ προπέρυσιν ἐδικάσατό μοι ἢ λόγον ὁντινοῦν ἐποιήσατο πρὸς ἐμὲ περὶ
6050858 εἰκοστη
ἔτη ιγʹ . Ὁμοῦ μθʹ . . : Τρίτη καὶ εἰκοστὴ δυναστεία Τανιτῶν βασιλέων δʹ . αʹ . Πετουβάτης ἔτη
τῶν καμνόντων μαθεῖν : ὅτι δ ' ἐνίοτε καὶ ἡ εἰκοστὴ πρώτη κρίνει , οὐδὲ τοῦτο λέληθε τοὺς ἀκριβῶς προσέχοντας
6050413 Μετρα
παρὰ ποσσὶ δὲ λύραν [ ] . αὔλει μοι . Μέτρα τίς [ ] ἀν ? ? πλούτου , τίς
μοι , παρὰ ποσσὶ δὲ λύραν . Αὔλει μοι . Μέτρα τίς ἀν πλούτου , τίς ἀνεύρατο μέτρα πενίας ,
6047144 ποθεινος
τέρψιν ἔχοντα , δηλονότι πρὸς τὸν νενικηκότα , καθὰ παῖς ποθεινὸς ἀπὸ γυναικὸς γνησίας τῷ πατρὶ φαίνεται γεννηθεὶς αὐτῷ ἤδη
διὰ βίου θαυμασθείς . ὦ ποθεινὸς μὲν τοῖς ἐντυχοῦσι , ποθεινὸς δὲ τοῖς ἄλλοις ἐντυχεῖν , μακαριστὸς δὲ καὶ τῆς
6047140 μεταβεβληκεν
ποιοῦμεν , οὐ μεταβεβληκός , ὡς ὑπεθέμεθα , εἰ δὲ μεταβέβληκεν ἤδη , πῶς ἂν εἴη ἐν τῷ μεταξύ ;
τότε καὶ νῦν , δῆλον ὡς ἐκ μιᾶς εἰς αὐτὴν μεταβέβληκεν : εἰ γὰρ μὴ ἠρέμησεν μεταξύ , ἐκινεῖτο ἂν
6045307 Μικρος
. . . . πγ ∠ ʹ ια ∠ ʹδ Μικρὸς Αἰγιαλός . . . . . . . .
βάθος καὶ πλάτος τῆς ἀρτηρίας ἐπὶ πολὺ διϊσταμένης γινόμενος . Μικρὸς σφυγμός ἐστιν ὁ τοὐναντίον ἐπ ' ἐλάχιστον κατὰ μῆκος
6043013 κεἰς
ἦλθε καὶ τέκνωι κακόν ; [ ὀρθῶς μ ' ἐρωτᾶις κεἰς ἀγῶν ' ἔρχηι λόγων . ] δεῖ τόνδε θαλάμαις
μὲν τήνῳ τὰ χερύδρια , μακρὰ δὲ βάλλει : βάλλει κεἰς Ἀχέροντα καὶ εἰς Ἀΐδεω βασίλεια . γυμνὸς ὅλος τό
6038926 νεαζων
: ὅθεν καὶ ἐνιαυτὸς ὁ ἐνιαυτός ὁ ἑνὸς ὁ ἀεῖ νεάζων . οὕτως Ἡρακλείδης . Σωφροσύνη : διὰ τὸ σῶα
ἔχειν : ὅθεν καὶ ἐνιαυτὸς ὁ ἔνος , ὁ ἀεὶ νεάζων . οὕτως Ἡρακλείδης . Σκότος : ἀπὸ τοῦ σκιάζειν
6037758 πιθοιο
θεῶν ἀνώμοτος φίλος γένοι ' ἂν κἀπικηρυκεύμασιν τάχ ' ἂν πίθοιο : τἀμὰ μὲν γὰρ ἀσθενῆ , τοῖς δ '
θεῶν πρὸς μῦθον ἔειπε : ἦ ῥά νύ μοί τι πίθοιο φίλον τέκος ὅττί κεν εἴπω , ἦέ κεν ἀρνήσαιο
6037709 ποιητεος
ἂν ξὺν τῷ σωλῆνι οὕτως . Ἢ οὖν διαμπερὲς εἴη ποιητέος ὁ σωλὴν , ἢ οὐ ποιητέος . Πτέρνης δὲ
Ἢ οὖν διαμπερὲς εἴη ποιητέος ὁ σωλὴν , ἢ οὐ ποιητέος . Πτέρνης δὲ ἄκρης κάρτα χρὴ ἐπιμελέεσθαι , ὡς
6036991 Ὀλυμπιαδες
τοῦ τοὺς θεούς . ἔνθεν καὶ ἀνάκτορα τὰ ἱερά . Ὀλυμπιάδες : Αἱ κατοικοῦσαι ἐν τῷ Ὀλύμπῳ . . εὐφήμησαν
Ἥδε χθὼν κόλποισι Φασηλίτην Θεοδέκτην κρύπτει , ὃν ηὔξησαν Μοῦσαι Ὀλυμπιάδες . . . ἐν δὲ χορῶν [ τραγικῶν ]
6035187 νικον
„ ὕδατα δινήεντος ἀμευσάμενος Ἀθύραο „ . τὸ ἐθ - νικὸν διὰ τῆς αι διφθόγγου Ἀθυραῖος , ὡς Ῥήβας Ῥηβαῖος
, ὅτι τὸ παλαιὸν βασιλεῖς πολυθρέμμονες , καὶ ποιμε - νικὸν ἔζων βίον : μῆλον δὲ λέγεται τὸ πρόβατον Αἰολικῶς
6034663 Τανιτων
γενεαὶ ιεʹ Κυνικοῦ κύκλου ἀνεγράφησαν ἐν ἔτεσιν υμγʹ . Εἶτα Τανιτῶν ιϚʹ δυναστεία , γενεῶν ηʹ , ἐτῶν ρϘ .
. Ὁμοῦ ἔτη ρλʹ . : Εἰκοστὴ πρώτη δυναστεία βασιλέων Τανιτῶν ἑπτά . αʹ Σμένδις ἔτη κϚʹ . βʹ Ψουσέννης
6028598 ὁποσος
τὸ τῶν πολεμίων συλλογιζέσθω στρατόπεδον , ἐκ τῆς πείρας εἰδὼς ὁπόσος τόπος πόσους στρατιώτας ἐπιδέχεσθαι δύναται . Εἰ λανθάνειν τοὺς
ἀναφορικὰ κατὰ πρόσθεσιν τοῦ ο , ποῖος ὁποῖος , πόσος ὁπόσος . ὅτι γὰρ οὐχὶ ἐν προσθέσει ἄρθρου τοῦ ὁ
6028094 δειλαιε
ὑποκοριστικόν . γέροντα δὲ τὸν πατέρα Αἴγωνος λέγει . ὦ δειλαῖε : οὐχ ὡς λοιδορῶν , ἀλλ ' ὑποκοριζόμενος καὶ
ὑποκοριστικόν . γέροντα δὲ τὸν πατέρα Αἴγωνος λέγει . ὦ δειλαῖε : οὐχ ὡς λοιδορῶν , ἀλλ ' ὑποκοριζόμενος καὶ
6023580 ἁδοι
ἐστι βροτοῖσιν , οὐδ ' ὁδὸν ἥντιν ' ἰὼν ἀθανάτοισιν ἅδοι . ἔμπης δ ' ὄλβον ἔχουσιν ἀπήμονα : τοὶ
. δὲ καὶ παρ ' Ἀλκμᾶνι , συνήθως Δωριεῦσιν : ἅδοι Διὸς δόμῳ ὁ χορὸς ἁμὸς καὶ τοί , ϝάναξ
6020816 Δικαιοπολι
ὠνούμενοι . Γ πημανεῖται ] βλάψει , λυπήσει , ὦ Δικαιόπολι . Γ ἐξομόρξεται : ἐναποψήσεται , ἐναπομάξει . ὡς
. Κλάων μεγαριεῖς . Οὐκ ἀφήσεις τὸν σάκον ; Δικαιόπολι Δικαιόπολι , φαντάδδομαι . Ὑπὸ τοῦ ; Τίς ὁ φαίνων
6018949 σταδιοδρομος
μετὰ δὲ τὸν ἀνδριάντα τοῦ Εὐθύμου Πύθαρχός τε ἕστηκε Μαντινεὺς σταδιοδρόμος καὶ πύκτης Ἠλεῖος Χαρμίδης , λαβόντες νίκας ἐπὶ παισί
τοιοῦτος περίπατος , τοιαύτη τρῖψις , τοιαύτη γυμνασία : εἰ σταδιοδρόμος , πάντα ταῦτα ἀλλοῖα : εἰ πένταθλος , ἔτι
6015302 διελθοντων
ἦρι , ἐκ Διονυσίων εὐθὺς τῶν ἀστικῶν , αὐτόδεκα ἐτῶν διελθόντων καὶ ἡμερῶν ὀλίγων παρενεγκουσῶν ἢ ὡς τὸ πρῶτον ἡ
, καὶ πράττει πάντα ὡς Τανυοξάρκης . πέντε δὲ ἐνιαυτῶν διελθόντων μηνύεται ἡ Ἄμυτις τὸ δρᾶμα διὰ Τιβέθεως τοῦ εὐνούχου
6015016 ἀμφιπολοιο
ἀλλ ' οὐδ ' ὧς ἀπίθησεν , ὅτ ' ἔκλυεν ἀμφιπόλοιο μῦθον ἀνώιστον , διὰ δ ' ἔσσυτο θαμβήσασα ἐκ
ἐστὶ κριβάνων ἑδώλια . Καί κ ' ἐπιθυμήσειε νέος νῆς ἀμφιπόλοιο . Κοιτὼν ἁπάσαις εἷς , πύελος δὲ μί '
6014764 σπανιακις
ἱμάτιον ᾖ . μέτει δὲ ἀπόρρητα καὶ ξένα ῥήματα , σπανιάκις ὑπὸ τῶν πάλαι εἰρημένα , καὶ ταῦτα συμφορήσας ἀποτόξευε
τὰ σώματα . Διὰ τί πταρμὸς σπανιάκις γίνεται εἷς καὶ σπανιάκις πολλοί , ἀλλὰ πταρμοὶ πλεονάκις γίνονται κατὰ δύο ;
6014046 νοστησω
οὔ . τί μ ' εἴργασαι ; ἀμάχαιρος ἐπὶ βόεια νοστήσω κρέα , ἀνὴρ γέρων , ἀνόδοντος ; Καὶ νωτοπλῆγα
ἡγεόμην Τρώεσσι φέρων χάριν Ἕκτορι δίῳ . εἰ δέ κε νοστήσω καὶ ἐσόψομαι ὀφθαλμοῖσι πατρίδ ' ἐμὴν ἄλοχόν τε καὶ
6014019 σορος
θεράποντ ' ὀνόμηνεν : ὣς δὲ καὶ ὀστέα νῶϊν ὁμὴ σορὸς ἀμφικαλύπτοι χρύσεος ἀμφιφορεύς , τόν τοι πόρε πότνια μήτηρ
. . Γ . ὣς δὲ καὶ ὀστέα νῶιν ὁμὴ σορὸς ἀμφικαλύπτοι , χρύσεος ἀμφιφορεύς , τόν τοι πόρε πότνια
6013375 ἐπηλυθε
ὕβριν ἔχοντες . ἀλλ ' ὅτε δὴ δείπνηστος ἔην καὶ ἐπήλυθε μῆλα πάντοθεν ἐξ ἀγρῶν , οἱ δ ' ἤγαγον
[ ] δὲ [ Πελασγός ] εἰς λέχος εὐποίητον [ ἐπήλυθε Δηιανείρης ] [ ] , Ζηνὸς ἐλευθερίοιο [ ]
6013144 ἀροτος
ἡ χώρα . δοκεῖ γὰρ ὡς ἐπὶ πᾶν ὁ πρῶτος ἄροτος ἀμείνων εἶναι , χείριστος δὲ σπόρος ἐν ταῖς ἡμιβρόχοις
συλλαβὰς τὸ ο παραληγόμενα προπαροξύτονα δύο ἐστιν : βίοτος : ἄροτος : ὀξύτονα δὲ τέσσαρα : βιοτός : ὀμοτός :
6011667 συρισδεν
, ὡς τὸ κάταντες τοῦτο γεώλοφον αἵ τε μυρῖκαι , συρίσδεν ; τὰς δ ' αἶγας ἐγὼν ἐν τῷδε νομευσῶ
θέμις , ὦ ποιμήν , τὸ μεσαμβρινὸν οὐ θέμις ἄμμιν συρίσδεν . τὸν Πᾶνα δεδοίκαμες : ἦ γὰρ ἀπ '
6010111 συνδεων
ἀδωροδόκητος , ἄπρατος , ἀδιάφθορος , συνέχων τὴν πολιτείαν , συνδέων , συμφυλάττων , τηρῶν διατηρῶν , φυλάττων διαφυλάττων .
γʹ Δεῖμα δὲ φόβος ὑφορωμένου . δʹ Δέος δὲ φόβος συνδέων . εʹ Ἔκπληξις δὲ φόβος ἕνεκα ἀσυνήθους φαντασίας δεινοῦ
6004239 Ἑλληνικος
οὐκ ἐς πάντας ἐξεφοίτησεν . Σταγειριτῶν νόμος οὗτος καὶ πάντη Ἑλληνικός . ὃ μὴ κατέθου φησί , μὴ λάμβανε .
ὁμοίως τῷ πρωτοτύπῳ , καὶ Ἑλληνίς τὸ θηλυκόν , καὶ Ἑλληνικός , καὶ Ἑλλαδικός ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος . Ἑλληνικόν καὶ
6003173 μοιραων
ἀείρεται ὑψόθι γαίης . Οὔ κεν ἀπόβλητον δεδοκημένῳ ἤματος εἴη μοιράων σκέπτεσθαι ὅτ ' ἀντέλλῃσιν ἑκάστη : αἰεὶ γὰρ τάων
. . . Κ παρώιχηκεν δὲ πλέω νὺξ τῶν δύο μοιράων , τριτάτη δ ' ἔτι μοῖρα λέλειπται ] .
6000394 τυφογερων
τῶν λόγων ταραχθεὶς ἀηδίᾳ . ἐμέσω ] ἰδιωτικῶς ξεράσω . τυφογέρων ] ματαιογέρων , ἀλαζὼν γέρων : ἢ κατάξηρος ,
[ ἵνα ] ἐμέσω ⌈ δηλονότι : βλασφημεῖ γάρ . τυφογέρων ] μάταιος ⌈ γέρων / . κἀνάρμοστος ] ἀηδής
5999001 ἀμφιβραχυς
ἀπατηλὸν καὶ ψευδῆ φύσει ] ύ τὰ πάντα ] οὐκ ἀμφίβραχυς , διίαμβος δὲ καταληκτικός κοὐδὲν ] ὲ νομίζεθ '
, ἐν ᾗ μήτε πυρρίχιός ἐστι ποὺς μήτε ἰαμβικὸς μήτε ἀμφίβραχυς μήτε τῶν χορείων ἢ τροχαίων μηδείς ; καὶ οὐ
5996715 συμπεφυκως
. διὸ δὴ καὶ αὐτὸς ἐκεῖ τε συνέζων αὐτῷ καθάπερ συμπεφυκὼς καὶ τῇδε ταὐτὸν ἐποίησα . συνὼν οὐκ ἐπαυσάμην ,
ἐναντίον ἀνατρέψω τῇ τοῦ ἵππου ῥύμῃ , ἀλλ ' οὐ συμπεφυκὼς δεδήσομαι ὥσπερ οἱ ἱπποκένταυροι : οὐκοῦν τοῦτό γε κρεῖττον
5996267 διηκοσιαι
πόλις καὶ γῆ μέζων ἤ περ ἐκείνοισι ἔστ ' ἂν διηκόσιαι νέες σφι ἔωσι πεπληρωμέναι : οὐδαμοὺς γὰρ Ἑλλήνων αὐτοὺς
νεῶν ἐπ ' Ἀρτεμίσιον ἦν , πάρεξ τῶν πεντηκοντέρων , διηκόσιαι καὶ ἑβδομήκοντα καὶ μία . Τὸν δὲ στρατηγὸν τὸν
5995530 ἀκοιτης
Σπάρτης ἔνοικοι δόλια βουλευτήρια . οἰκείως δὲ ἀπέδωκεν τὸ μὲν ἀκοίτης πρὸς τὸ νύμφης , τὸ δὲ ἄναξ πρὸς τὸ
πλέκω κορύμβους . οὔ σοι λέγω περὶ τούτου . οὑμὸς ἀκοίτης ἐνταῦθα . ἀνδρεράστρια γυνή γνάθους θηλείας ἐκβολὴ λόγου ἐπιτριπτότατος
5993507 Ἰφικλοιο
μητρυιῆς Ἐριώπιδος , ἣν ἔχ ' Ὀϊλεύς : αὐτὰρ ὃ Ἰφίκλοιο πάϊς τοῦ Φυλακίδαο . οἳ μὲν πρὸ Φθίων μεγαθύμων
' ἀνέρες ἔξοχ ' ἄριστοι ? , υἱός τ ' Ἰφίκλοιο Ποδάρκης Φυλακίδαο ἠύς τ ' Ἀκτορίδης ὑπερήνωρ Πρωτεσίλαος :
5992029 μεθυῃ
γὰρ τὸ ἀγνοοῦντα πράττειν ἐστίν , ἐπάν τις ὀργίζηται ἢ μεθύῃ ἢ ἄλλην τινὰ ποιῇ πονηρίαν : οὗτος γὰρ οὐ
παιφάσσοντα λάβῃ κόρος , ἐκ δ ' ὀδυνάων θὴρ ὀλοὸς μεθύῃ , καμάτῳ δέ οἱ ἄγριον ἦτορ κλίνηται , ῥέψῃ
5990522 ἑκατοστη
Λοκρήτιος , Σερούιος Σουλπίκιος , παρὰ δὲ Ἠλείοις ὀλυμπιὰς ἤχθη ἑκατοστή , καθ ' ἣν ἐνίκα στάδιον Διονυσόδωρος Ταραντῖνος .
γε οἱ ἓξ ὀβολοὶ ποιοῦσι μίαν δραχμήν , ἥτις δραχμὴ ἑκατοστή ἐστι τῆς μνᾶς . . . . ἐκμαρτυρῆσαι ]
5989351 ἐτελειωθη
, καὶ ἐτελειώθη ὁ πολυπλασιασμὸς τῶν β Ϟ , καὶ ἐτελειώθη ὁ τῶν β μο ἐπὶ Ϟοὺς . Λοιπόν ἐστι
διατρέχειν τὴν ἅπασαν ἅμαξαν . . ΝΙΚΗ ΕΠΗΝΥΣΘΗ . Ἤγουν ἐτελειώθη , ἐκ τοῦ ἀνύω . Τοῦτο δὲ ἀπὸ τοῦ
5989044 λαχους
. ἤγουν οὐκ εἰμὶ συκοφάντρια . . ἀλλ ' οὐ λαχοῦς ' ἔπινες : Παρ ' ὑπόνοιαν ἀντὶ τοῦ ἐδίκαζες
πέμπτη στενοφυής , ἕκτη Κύπρος , Λέσβος δὲ τάξιν ἑβδόμην λαχοῦς ' ἔχει . . . . . „ τῶν
5987632 ἀγορῃσι
ἐχούσαις τὴν οἰκοδομὴν , τὴν πάρδαλιν μάστιγι ἀνέγειρε μανιωθεῖσαν . ἀγορῇσι : συνελεύσεσι , στοαῖς , τόποις ἀγοραίοις : ἀγορὴ
ὠνῇ τε καὶ πρήσι χρέωνται : αὐτοὶ γὰρ οἱ Πέρσαι ἀγορῇσι οὐδὲν ἐώθασι χρᾶσθαι , οὐδέ σφι ἔστι τὸ παράπαν
5986975 ἀγρη
σκάφος : ὧδε γὰρ ἑσμοὶ ἄσπετοι ἀντήσουσι καὶ εὔβολος ἔσσεται ἄγρη . Τέτραχα δ ' εἰναλίης θήρης νόμον ἐφράσσαντο ἰχθυβόλοι
' ὀστρείοισιν ἔασι λίχναι : τοίη δέ σφιν ἐτήτυμος ἵσταται ἄγρη . κυρτίδες ἠβαιαὶ ταλάροις γεγάασιν ὁμοῖαι , πυκνῇσι σχοίνοισι
5984881 εὐτεκνια
' ὀλίγα πιπράσκειν καὶ μικρά . κακοτεκνία : τοὐναντίον τῷ εὐτεκνία . σημαίνει τὸ κακοῖς καὶ πονηροῖς χρῆσθαι τέκνοις .
αἱ ἐνέργειαι . κοινῶς δὲ τῶν ἀγαθῶν μικτὰ μέν ἐστιν εὐτεκνία καὶ εὐγηρία , ἁπλοῦν δ ' ἐστὶν ἀγαθὸν ἐπιστήμη
5983366 μεταστρεφεται
ἐλαύνοντος τὸν ἵππον . Καὶ πῶς , ἔφη , οὐδὲ μεταστρέφεται ; καὶ ὁ Κῦρος ἔφη : Μαινόμενος γάρ τίς
λόγον : οὐ γὰρ ἅμαξα : ὅτι ὁ λόγος ῥᾳδίως μεταστρέφεται . Στρηνιᾷ : ἐπὶ τῶν ἀναίδην σκωπτόντων . Στησίχορος
5982335 διμετροι
. - πα - - τα ˘˘ ] καὶ οὗτοι δίμετροι . . ἡγούμενον ] προπορευόμενον τοῖσι ] - σι
διάνοια . φρήν ] ὁ νοῦς μου . ἰαμβικοὶ τρεῖς δίμετροι . στένει ] στενάζει . πανδάκρυτε ] πολλῶν δακρύων
5981896 ἀπυρετοιϲ
ἀϲάρου ⋖ δ : γλυκεῖ Κρητικῷ ἀναλάμβανε καὶ δίδου τριώβολον ἀπυρέτοιϲ μετὰ ἑψήματοϲ . τινὲϲ μέλιτι ἀναλαμβάνουϲιν . Ϲταφίδοϲ λευκῆϲ
τοῖϲ μὲν ⋖ α , τοῖϲ δὲ ὀβολοὺϲ β , ἀπυρέτοιϲ μετ ' οἴνου γλυκέοϲ καὶ μύρτων ἀποβρέγματοϲ , πυρέϲϲουϲι
5980440 τριτατον
Εὐρώπῃ ποτὲ Κύπρις ἐπὶ γλυκὺν ἧκεν ὄνειρον , νυκτὸς ὅτε τρίτατον λάχος ἵσταται ἐγγύθι δ ' ἠώς , ὕπνος ὅτε
ἤματα κρυπταδίῃ τε λανθάνῃ , ἦ τ ' ἄν μιν τρίτατον μετὰ μῆνα δέχοιο . εἰ δέ γε Καρκίνον οἶκον
5977167 Τριταιος
κατὰ τὸ πλεῖστον τῆς αὐτῆς ὥρας ἐπισημαίνων . σαʹ . Τριταῖός ἐστιν ὁ μίαν εἴτε ἡμέραν εἴτε νύκτα ἐπισημαίνων ,
ἀγγείων τῆς ὕλης σηπομένης καὶ πολλὰς ἔχουσι τὰς διαφοράς . Τριταῖός ἐστι διαλείπων πυρετὸς καὶ διὰ μιᾶς ἡμέρας εἰσβάλλων ,
5976731 πενιχρος
. Χαλεπὸν χορίου κύνα γεύειν . Χρήματ ' ἀνήρ : πενιχρὸς δ ' οὐδέποτ ' ἐσθλός . Χωρὶς τὰ Φρυγῶν
. Χαλεπὸν χορίου κύνα γεύειν . Χρήματ ' ἀνήρ : πενιχρὸς δ ' οὐδέποτ ' ἐσθλός . Χωρὶς τὰ Φρυγῶν
5975330 ὀρθρος
τὸν πατέρα . τί λέγεις ; ἀλλὰ νῦν γ ' ὄρθρος βαθύς . νὴ τὸν Δί ' , ὀψὲ γοῦν
' ὀπύσει κἀκποήσεται γαλᾶς σοῦ μηδὲν ἥττους βδεῖν , ἐπειδὰν ὄρθρος ᾖ . Πρόβαινε , κἀν τὤχλῳ φυλάττεσθαι σφόδρα μή
5974505 ἑνδεκατης
τετάρτη ἡμέρα ἐπίδηλός ἐστιν τῆς ἑβδόμης καὶ ἡ ζʹ τῆς ἑνδεκάτης καὶ ἐφεξῆς ὡσαύτως . ἐπὶ δὲ τῶν περιοδικῶν νοσημάτων
ἀλεί - φειν τοὺς ? [ νέους ] ἕως ὥρας ἑνδεκάτης [ , ὧν καὶ ὁ υἱός ] μου Θέων

Back