ὥστε σε ἐνδεᾶ γενέσθαι . οἱ δύο μὲν γάρ σοι κῆποι μένουσιν ἱκανοὶ ὄντες καὶ πολυτελεῖ βίῳ , τὸ δ
τὸ ποικίλον καὶ ἐπιτερπὲς καὶ ῥαδίαν τὴν γένεσιν ποιούμενον οἱ κῆποι , τοιαύτην ὡς ἐπίπαν αὐτοῦ καὶ τὴν ἐσθῆτα ἔχοντος
8366069 λοφοι
κατὰ τὰ Περσικά : ὑπέρκεινται δ ' αὐτῆς δύο λεγόμενοι λόφοι τραχῶνες : ἔπειτα πρὸς τὰ Ἀράβων μέρη καὶ τῶν
ποιοῦσι παρῳδοῦντες . ἀμβλύτερος : Θουκυδίδης . ἄμβωνες : οἱ λόφοι τῶν ὀρῶν καὶ [ ἡ ] ἴτυς πᾶσα καὶ
8148548 ναπαι
ποτῶν , καὶ Πῖς ' Ἀγύλλης θ ' αἱ πολύρρηνοι νάπαι . σὺν δέ σφι μίξει φίλιον ἐχθρὸς ὢν στρατόν
τέκε τέκνα καὶ αὐτίκα γίνετο μήτηρ . Αἴλινά μοι στοναχεῖτε νάπαι καὶ Δώριον ὕδωρ , καὶ ποταμοὶ κλαίοιτε τὸν ἱμερόεντα
8050477 βαθειαι
τί γὰρ ἂν δυνήσονται δεινὸν ἐργάσασθαι τοὺς ὁμόσε χωροῦντας αἱ βαθεῖαι κόμαι καὶ τὸ ἐν τοῖς ὄμμασιν αὐτῶν πικρὸν καὶ
ἐκ ῥευμάτων χρονίας καὶ δυσσαρκώτους κοιλότητας ὅσαι συριγγώδεις εἰσὶ καὶ βαθεῖαι . ἔρια κεκαυμένα τὰς πλαδαρὰς σάρκας ἐπὶ τῶν ἑλκῶν
7953958 κρηναι
ἐξ οὗ περ πάντες ποταμοὶ καὶ πᾶσα θάλασσα καὶ πᾶσαι κρῆναι καὶ φρείατα μακρὰ νάουσιν : ἀλλὰ καὶ ὃς δείδοικε
μέγ ' ἐθήλεον , αἱ δ ' ὑπὸ τῇσιν ἀέναοι κρῆναι πίσυρες ῥέον , ἃς ἐλάχηνεν Ἥφαιστος : καί ῥ
7949871 ἀγελαι
ἀμελήσαντες περὶ τῶν ἀνθῶν τῆς δρόσου διαφέρονται . καὶ μὴν ἀγέλαι βοῶν τε καὶ ἵππων ἀναμιχθεῖσαι πολλάκις ἀθορύβως καὶ πρᾴως
' ἡλίου πρὸς δυσμὰς ἤδη κλίνοντος , ὁπηνίκα πρὸς ἐπαύλεις ἀγέλαι συνελαύνονται , καὶ μαζοὶ μὲν γάλακτος πλήθουσι , βρέφη
7909949 δρομοι
τοσαύτῃ γῇ ἀργῷ χρώμενος . Ἱεροί , ξένε , οἱ δρόμοι , γυμνάζεται γὰρ ἐν αὐτοῖς ὁ ἥρως . Ἐρεῖς
ἐπιμένει ἐπὶ τοῖς αὐτοῖς . ἐμὲ δὲ οὔθ ' ἵππων δρόμοι ποικίλοι καὶ ταχεῖα μάστιγος ῥοπὴ ἀνεπτέρωσεν οὔτε ῥυθμοὶ ὀρχηστῶν
7893802 λιμναι
Περουσία . προσλαμβάνουσι δὲ πρὸς τὴν εὐδαιμονίαν τῆς χώρας καὶ λίμναι μεγάλαι τε καὶ πολλαὶ οὖσαι : καὶ γὰρ πλέονται
τῆς Μυρλειανῶν χώρας : ὑπέρκεινται δὲ τῆς Δασκυλίτιδος ἄλλαι δύο λίμναι μεγάλαι ἥ τε Ἀπολλωνιᾶτις ἥ τε Μιλητοπολῖτις : πρὸς
7875946 σηραγγες
θαλάττῃ , οὔτε τέλειον ὡς ἔπος εἰπεῖν οὐδέν ἐστι , σήραγγες δὲ καὶ ἄμμος καὶ πηλὸς ἀμήχανος καὶ βόρβοροί εἰσιν
τὸ ποτὲ μὲν αὔξει , ποτὲ δὲ λήγει σηρούμενον καθάπερ σήραγγες : καυλὸς δὲ ὡς ἐπίμηκες . τὸ δὲ περικαλύπτον
7813423 λειμωνες
μεταλλεύων ἤτοι ζητῶν . ἵππου δέ : λειμῶνες δέ : λειμῶνές τινες ἐν Τροίᾳ : Κρύμνης : ὁμοίως δὲ Κρύμνη
μεταλλεύων ἤτοι ζητῶν . ἵππου δέ : λειμῶνες δέ : λειμῶνές τινες ἐν Τροίᾳ : Κρύμνης : ὁμοίως δὲ Κρύμνη
7805242 ἐσχατιαι
ἥμισυ μέν κεν ἴδοιο μετήορον , ἥμισυ δ ' ἤδη ἐσχατιαὶ βάλλουσι κατερχομένου Στεφάνοιο . Αὐτὰρ ὅγ ' ἐξόπιθεν τετραμμένος
τὰ ἐπὶ τοῖς τέρμασι δὲ τῶν δήμων ἔσχατα κείμενα χωρία ἐσχατιαὶ ἐκαλοῦντο . . . . Ἄλλως . ἐν τοῖς
7786897 λιμενες
πᾶσαι δ ' ἀνθρώπων ἀγοραί , μεστὴ δὲ θάλασσα καὶ λιμένες : πάντη δὲ Διὸς κεχρήμεθα πάντες . τοῦ γὰρ
. εἰ μὲν βαρυτονοῖμεν , ἔσται μεταφορικῶς τὸ λεγόμενον , λιμένες νηῶν ὀχήματα , δι ' ὧν ὀχεῖται αἱ ναῦς
7766160 ἀπορρωγες
' ἀπόερσε . ” ἀπόστιχε ἄπιθι . ἀπομόρξατο ἀπεψήσατο . ἀπορρῶγες αἱ ἀνέχουσαι πέτραι : “ ἀκταὶ ἀπορρῶγες λιμένος ποτιπεπτηυῖαι
, καὶ κλίνεται ῥωγός ῥῶγες καὶ μετὰ τῆς ἀπό προθέσεως ἀπορρῶγες . . . . ἀπόφασθε : φημί , τὸ
7719681 κρατηρες
καθήμενον τὸν Ἥφαιστον χαλκεύειν : καλεῖται δὲ ὁ τόπος οὗτος κρατῆρες , διὰ τὸ μεστὸς εἶναι πυρός † οὐκ ἔστιν
ἐπεσθίων τοῦ ἄρτου . ἐπειδὰν δὲ ἱκανῶς ἔχωσιν , ἐσφέρονται κρατῆρες ἀργυροῖ τε καὶ χρυσοῖ , δέκα συμπόταις ἀποχρῶν εἷς
7698436 χοιραδες
κοινῶς δὲ τῇ τῶν σκίρρων ἐπάγονται θεραπείᾳ : εἴρηται δὲ χοιράδες τῷ τοῖς χοίροις τοιοῦτον πάθος συμβαίνειν , ὥς φασι
αἰετὸς ὥς , μέγα λαῖτμα , ἀφ ' οὗ τότε χοιράδες ἔσταν . Ἆμος δ ' ἀντέλλοντι Πελειάδες , ἐσχατιαὶ
7696891 ῥοιαι
. ἔνθα δὲ δένδρεα μακρὰ πεφύκασι τηλεθάοντα , ὄγχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι συκέαι τε γλυκεραὶ καὶ ἐλαῖαι τηλεθόωσαι
τὰ ὀξέα καὶ τὰ ἄποια : καὶ ἄπιοι δὲ καὶ ῥοιαὶ ὁμοίως αἱ τοιαῦται ψύχουσιν . οἱ στύφοντες φοίνικες ψυχρὸν
7695022 τευθιδες
σησάμου σπέρμα , ἐρυσίμου σπέρμα , τὰ καλούμενα μαλάκια , τευθίδες , σηπίαι , πολύποδες , οἱ κητώδεις τῶν ἰχθύων
δέ . τὰ δὲ μαλάκια καλούμενα , οἷον πολύποδες , τευθίδες , σηπίαι , οὔτε διαχωρεῖ , ἀλλὰ καὶ τὰς
7637119 τρυγονες
. ἐστὶ δ ' ἡ ματτύα φάτται , χῆνες , τρυγόνες , κίχλαι , κόσσυφοι , λαγῴ , ἄρνες ,
λαγωοὶ καὶ ἔριφοι καὶ ἕτεροι ἄρτοι πεπονημένοι καὶ περιστεραὶ καὶ τρυγόνες πέρδικές τε καὶ ὅσον ἄλλο πτηνῶν πλῆθος ἦν .
7628482 Ἰωνιδες
Πηγαία τε καὶ Ἴασις , ἐν κοινῷ δέ σφισιν ἐπίκλησις Ἰωνίδες . λουομένοις δὲ ἐν τῇ πηγῇ καμάτων τέ ἐστι
κραιπνοῖο βιησαμένου βορέαο . ταῖς δ ' ἐπὶ νῆσοι ἔασιν Ἰωνίδες : ἔνθα δὲ Καῦνος καὶ Σάμος ἱμερόεσσα , Πελασγίδος
7624022 χελωναι
, ἑλεπόλεις , μηχαναί , καὶ καταπάλται Μακεδονικοί , καὶ χελῶναι . χρεία δ ' εἰς τοὺς πολέμους σκευοφόρων μὲν
βάρος ἔχειν πολύ . αἱ δ ' ἐπὶ τῶν λέμβων χελῶναι κατασκευάζονται περιφερεῖς ἄνωθεν ἐκ σανίδων ἰσχυρῶν συμπηγνύμεναι , ὑπόφαυσιν
7613267 ῥεουσιν
. . . Ϙθ νζ ∠ ʹ ἀφ ' ὧν ῥέουσιν ὅ τε Ῥυμμὸς καὶ ἄλλοι τινὲς εἰς τὸν Ῥᾶ
ᾐθριασμένα δίδου , πλὴν οἷσιν αἱ κοιλίαι μᾶλλον τοῦ δέοντος ῥέουσιν . Τοῦτο δὲ , γλήχους δραχμίδας τρεῖς , σελίνου
7603581 πετραι
καὶ πέτραις ἐμπέδοις καὶ στερεαῖς . εἰσὶ γὰρ ἐν ὄρεσι πέτραι εὔθραυστοι καὶ σομφώδεις . τὸ σὸν γὰρ ἄνθος :
καὶ τῶν πτωμάτων . πέτραι ἐξανέχουσαι τῆς θαλάσσης . θαλάσσιαι πέτραι . θαλάσσιοι . καὶ ἀτάκτως . ἐκωπηλατεῖτο . στρατεύματος
7595125 ὀρυκτοι
. Περὶ μὲν οὖν τούτων ἐπισκεπτέον . Οἱ δ ' ὀρυκτοὶ τῶν ἰχθύωνεἰσὶ γὰρ ἐνιαχοῦ καὶ τοιοῦτοι καθάπερ καὶ περὶ
ὄντως ἔφη τοὺς ἐχεοδήκτους ὠφελεῖν περιαπτόμενον . Ἅλες οἵ τε ὀρυκτοὶ καὶ οἱ ἐκ τῆς θαλάσσης δύναμιν ἔχουσι παραπλησίαν ἀλλήλοις
7582647 μυρικαι
τρέψε φλόγα παμφανόωσαν . καίοντο πτελέαι τε καὶ ἰτέαι ἠδὲ μυρῖκαι , καίετο δὲ λωτός τε ἰδὲ θρύον ἠδὲ κύπειρον
τεῖδε καθίξας , ὡς τὸ κάταντες τοῦτο γεώλοφον αἵ τε μυρῖκαι , συρίσδεν ; τὰς δ ' αἶγας ἐγὼν ἐν
7576559 ἀκται
κατὰ τὸ θυρῶν ἀρασσομένων . νωλεμές : συχνῶς . ἁλιμυρέες ἀκταί : αἱ ὑπὸ θαλάσσης περιρρεόμεναι ἢ περιρραινόμεναι . θελήμονα
πετράων νωλεμὲς οὔατ ' ἔβαλλε , βόων δ ' ἁλιμυρέες ἀκταί : δὴ τότ ' ἔπειθ ' ὁ μὲν ὦρτο
7574344 κοσσυφοι
τεθνηκός , ἐξ αὐτοῦ τρώγει ἤδη . οἱ δὲ θήλεις κόσσυφοι , ἕως μὲν ἄρρενα ὁρῶσι προασπίζοντα , ὡς ἂν
γένη δύο ἐνταῦθα ἀλεκτρυόνων , οἵ τε μάχιμοι καὶ οἱ κόσσυφοι καλούμενοι . τούτων τῶν κοσσύφων μέγεθος μὲν κατὰ τοὺς
7557484 σηπιαι
παρὰ χεῦμα Βαφύρα : καὶ ἐν Ἀμβρακίῃ παμπληθέας ὄψει . σηπίαι Ἀβδήροις τε Μαρωνείῃ τ ' ἐνὶ μέσσῃ . τοὺς
σηπίαις : ἀπρόσλογος δὲ ἡ εἰκασία . λευκαὶ γὰρ αἱ σηπίαι . . ἐσταθευμέναις δὲ , ἐξ ἐπιπολῆς ὀπτηθείσαις .
7552408 ἐγχελυες
ψύχοντα καὶ ὑγραίνοντα φυλάσσεσθαι χρή , οἷά ἐστιν ἰχθύων μὲν ἐγχέλυες καὶ γλάνιες καὶ ἔλλοπες καὶ χρέμητες , καὶ ὅλως
κτένες , πίνναι , καὶ πάντα ἁπλῶς τὰ ὀστρακόδερμα , ἐγχέλυες , κοχλίοι , ἐλάφεια κρέα , αἴγεια , βόεια
7538080 ἑλικες
' ὅτε τῷ ῥοφουμένῳ ὕδατι οἰνάνθη ἢ ἐμβρεχέσθωσαν τῷ ὕδατι ἕλικες ἀμπέλου ἢ ῥόας χυλοῦ βραχὺ ἐμβλητέον τῷ ποτῷ :
] λόγῳ . . χθὼν ] ἡ γῆ . . ἕλικες ] συστροφαί . . στεροπῆς ] ἀστραπῆς . ζάπυροι
7519036 νησοι
πρὸς τὰς ἐπικειμένας νήσους οὐ πλέον διαλείποντας ἢ ὅσον αἱ νῆσοι πρὸς ἀλλήλας : ὥστε καὶ παραπλεῖν καὶ περιπλεῖν καὶ
Θήβας , κολακικῶς δὲ τοῦτό φησιν : αἱ γὰρ Μακάρων νῆσοι παρ ' Ὠκεανὸν βαθυδίνην κατά τε Ἡσίοδον , Ὅμηρον
7517909 ἀνεχουσι
πάλιν ὀρθοτονοῦνται , καθὸ συνδεθεῖσαι πρός τι πτωτικὸν τὸν λόγον ἀνέχουσι . . Φησὶ δέ που καὶ ὁ Ἅβρων οὐ
ἀντολίην ὁρόωσαι : μέσσαι δ ' ἔνθα καὶ ἔνθα δύω ἀνέχουσι κολῶναι , ἡ μὲν ὑπαινοτίη , τήν τε κλείουσι
7513202 δολιχαι
σφυραινῶν . Σφύραιναι : ζαργάναι , οἱ ζαργάναι καλούμεναι . δολιχαί : μακραί . ῥαφίδες : βελονίδες , ἤγουν αἱ
ἀκροκώλια μικρῶν , ταύρου τ ' αὐξίκερω φλογίδες , αἱ δολιχαί τε κάπρου σχελίδες . νήστεις , κεστρέας , κεφάλους
7513136 θινες
δ ' ἐστὶ κόλπος νήσους ἔχων σποράδας , καὶ συνεχῶς θῖνες ψάμμου μελαίνης τρεῖς ἄγαν ὑψηλοί , καὶ μετὰ τούτους
θαλάσσῃ ἀπὸ τοῦ ἄγνυσθαι τὰ κύματα ταῖς πέτραις προσαρασσόμενα : θῖνες δὲ οἱ ἀμμώδεις αἰγιαλοί . ἀναβάτης μὲν ἵππου :
7494200 δρυμοι
γεωργία , ἀγροικία , ἀγροί , ἐσχατιαί , ἄλση , δρυμοί , δρυμῶνες , ὗλαι , ἕλη , ἶδαι ,
, μεμερτινοὶ ὀνομάσθησαν : οἱ ἴσα ἐργαζόμενοι Ἄρηϊ : ἄπαι δρυμοί : φάραγγες κοιλάδες : παρὰ τὸ πίω ῥῆμα :
7485111 ζωναι
δὲ χρῶνται καὶ μαχαίραις καὶ θώραξι καὶ σαγάρεσι χαλκαῖς , ζῶναι δὲ αὐτοῖς εἰσι χρυσαῖ καὶ διαδήματα ἐν ταῖς μάχαις
ἐν τῷ Ἑρμῇ ταύτῃ διηκρίβωσεν εἰπών : Πέντε δέ οἱ ζῶναι περιηγέες ἐσπείρηνται : αἱ δύο μὲν γλαυκοῖο κελαινότεραι κυάνοιο
7445229 περιστεραι
πέρδικες , ἀτταγῆνες , ἀλε - κτρυόνες , ἀλεκτορίδες , περιστεραὶ καὶ τῶν φασιανῶν ζώων πλῆθος καὶ τῶν στρουθῶν καὶ
πάντως , τὸ δὲ δεύτερον θῆλυ . τίκτουσι δὲ αἱ περιστεραὶ κατὰ πᾶσαν ὥραν τοῦ ἔτους : ἔνθεν τοι καὶ
7437920 σκηναι
ἐρεῖν χαίρετε καὶ λεγόντων πηδᾶτε καὶ ὃ τοῖς ἄλλοις αἱ σκηναί , τοῦθ ' ὑμῖν οἱ τῶν λόγων ἀγῶνες .
ἥδιστον ὑμῖν : σῶαι μὲν γὰρ ὑμῖν καὶ ἀκέραιοι αἱ σκηναί : παρεσκεύασται δὲ καὶ ὑμῖν ἐνθάδε ὥσπερ καὶ τούτοις
7436832 ἀεναοι
ἐν Σαμοθράικηι ἄνακτες , ὁμοῦ δὲ Διόσκοροι αὐτοί , πνοιαὶ ἀέναοι , ψυχοτρόφοι , ἀεροειδεῖς , οἵτε καὶ οὐράνιοι δίδυμοι
τοῦ χοροῦ ᾠδὴ κώλων ιϚʹ , ὧν τὸ αʹ ” ἀέναοι Νεφέλαι “ δακτυλικὸν πενθημιμερές : τὸ βʹ ” ἀρθῶμεν
7431268 φυονται
παρὰ τὰ γένη καὶ παρὰ τοὺς τόπους , ἐν οἷς φύονται , καὶ παρὰ τὰς καταστάσεις τῶν ὡρῶν καὶ τῶν
οὕτως ἐν τῷ βίῳ οἱ μὲν ἀνδραποδώδεις , ἔφη , φύονται δόξης καὶ πλεονεξίας θηραταί , οἱ δὲ φιλόσοφοι τῆς
7418801 φαραγγες
, καὶ ἀντηχοῦσιν αὐτοῖς ᾄδουσιν οἵ τε σκόπελοι καὶ αἱ φάραγγες , καὶ μουσικωτάτους πάντων τούτους ἴσμεν ὀρνίθων καὶ ἱεροὺς
μυχῶν πρὸς τὸ δειρῶν : ἔνθα γὰρ ὄρη , καὶ φάραγγες καὶ κρημνοί . . Εἰκότως εἶπε τὸ ἀγγελίαις :
7397078 συριγγες
αἱ πλημμυρίδες τῶν ποταμῶν , πλῆμναι δὲ αἱ τῶν τροχῶν σύριγγες . πλῆθος καὶ ὄχλος διαφέρει . πλῆθος μὲν γάρ
. ‖ χνόαι : αἱ χοινικίδες , αἱ τοῦ ἄξονος σύριγγες . ‖ χνόην : τὸν τῶν ποδῶν ψόφον .
7391280 πινακες
ἐᾶν ἀδιόρθωτον , λοξὴν φυλάξαντες ” , ὡς οἱ ἀρχαῖοι πίνακες παρέχουσι . ” πρῶτον μὲν γὰρ τὸ μὴ ἔχειν
ὑπηρεσίαν κύκλοι , τεύχη , χεύματα , κοῖλοι πίνακες , πίνακες ἐκπέταλοι ἢ ὕπτιοι ἢ κυκλοτερεῖς , καί που καὶ
7389926 συχναι
Χιμαίρας καὶ ἡ Σκύλλης καὶ Κερβέρου , καὶ ἄλλαι τινὲς συχναὶ λέγονται συμπεφυκυῖαι ἰδέαι πολλαὶ εἰς ἓν γενέσθαι . Λέγονται
ἐγίνετο ἐρημουμένην τὴν πόλιν ὁρώντων . μετὰ τοῦτο βουλαί τε συχναὶ καὶ κατηγορίαι τῶν αἰτίων τῆς ἀποστάσεως ἐγίνοντο . ἐν
7380780 κολποι
τὴν πλευρὰν ἑκατέραν πτέρυγας ἁπλοῖ , καὶ ἐμπῖπτον τὸ πνεῦμα κολποῖ δίκην ἱστίων αὐτάς . Τὴν ὠτίδα τὸ ζῷον ὀρνίθων
παρὰ πλευρὰν ἑκατέραν πτέρυγας ἁπλοῖ , καὶ ἐμπίπτον τὸ πνεῦμα κολποῖ δίκην ἱστίων αὐτάς . Μόσχος ᾄδων Βοιώτιον : Μόσχος
7379831 τριγλαι
μετρίως , βάτοι δὲ καὶ λειόβατοι καὶ ῥῖναι μᾶλλον , τρίγλαι καὶ κωβιοὶ ἔλαττον . γάλα τὸ μὲν παχύτερον μᾶλλον
δ ' αὖ φάγροι τε καὶ οὐτιδανοὶ μελάνουροι καὶ ῥαφίδες τρίγλαι τε καὶ ἀστακοὶ ἀμφὶς ἕπονται . θάμβος ἔφυ τόδε
7378398 κογχαι
: πάλαι γὰρ χοιρίναις ἀντὶ ψήφων ἐχρῶντο , αἵπερ ἦσαν κόγχαι θαλάττιοι : αὖθις δὲ καὶ χαλκᾶς ἐποιήσαντο κατὰ μίμησιν
χοιρίναις ἐχρῶντο πρὸ τῶν ψήφων οἱ δικασταί : ἦσαν δὲ κόγχαι τινές , ὥς φησιν Ἐπαφρόδιτος ἐν ταῖς Λέξεσιν .
7367857 ταινιαι
ἀδρανέες μελάνουροι τραχούρων τ ' ἀγέλαι βούγλωσσά τε καὶ πλατύουροι ταινίαι ἀβληχραὶ καὶ μορμύρος , αἰόλος ἰχθύς , σκόμβροι κυπρῖνοί
εἶναι τὸν ἔκπλουν δυνατόν : βραχέα γὰρ καὶ διθάλαττα καὶ ταινίαι μακραὶ μέχρι πολλοῦ διήκουσαι παντάπασιν ἄπορον καὶ δύσκολον παρέχουσι
7359396 εὐναι
” “ πῶς δαὶ τῶν ἄλλων Τρώων φυλακαί τε καὶ εὐναί ; ” δαΐζων διαιρῶν , διακόπτων . δειλός ἐπὶ
σοφίης γὰρ ὅρος οὗτος . Ἀναξάρχου . Πολλαὶ κυνὸς ἄῤῥενος εὐναί : ἐπὶ τῶν κατωφερῶν εἰς τὰ ἀφροδίσια . Πολλὰ
7355634 ἀκραι
. [ Λπ ] ? τῶν ἀλγηδόνων ? ? αἱ ἄκραι χρονίζειν ? ? ? ? [ ] οὐ δύνανται
οὐρῇ . Κείνη που κεφαλὴ τῇ νίσσεται , ἧχί περ ἄκραι μίσγονται δύσιές τε καὶ ἀντολαὶ ἀλλήλῃσιν . Τῇ δ
7353695 ἀμφιλαφεις
ὥσπερ καὶ ἐν τοῖς φυτοῖς , πολλοὶ χαρίεντες μὲν καὶ ἀμφιλαφεῖς , ἄκαρποι δὲ καὶ ἀνόνητοι , καθάπερ τὰ ἐκ
- γίας ἀμηχάνου μεστά : αἵ τε γὰρ ἄμπελοι μάλα ἀμφιλαφεῖς τε καὶ σύσκιοι ὅ τε ζέφυρος διασείων τοὺς βότρυς
7353688 ὀγχναι
τῶν ἐγκάρπων μετὰ ἐλαίας καὶ ἀμπέλου καὶ συκῆς μηλέαι , ὄγχναι , ῥοιαί , κοκκύμηλατὸ δὲ δένδρον αὐτὸ ἐν τῇ
. ὄγμους τοὺς τῶν θεριζόντων στίχους καὶ τοὺς αὔλακας . ὄγχναι ἄπιοι : “ ὄγχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι .
7351282 ἐσθητες
οὐκ ὀλίγος δὲ χρυσὸς διηρπάζετο , πολλαὶ δὲ καὶ πολυτελεῖς ἐσθῆτες , αἱ μὲν θαλασσίαις πορφύραις , αἱ δὲ χρυσοῖς
ἐν Πέρσαις δὲ τοῖς οἴκοι καὶ νῦν ἔτι πολὺ καὶ ἐσθῆτες φαυλότεραι καὶ δίαιται εὐτελέστεραι : ὁρῶν δὴ τὸν κόσμον
7341141 ψητται
ὑπακτικά . τὰ δὲ πετραῖα , κωβιοί , σκορπιοί , ψῆτται , τὰ ὅμοια ξηρὰν δίδωσι τροφήν , εὔογκα δ
βάτραχοι , πέρκαι , συνόδοντες , ὄνοι , βατίδες , ψῆτται , γαλεός , κόκκυξ , θρίσσαι , νάρκαι ,
7326304 ὑψηλαι
πάντας παλαιστρίτας εἶναι : αἱ σοφίαι δὲ μεγάλαι εἰσὶν ἢ ὑψηλαί , ὡς εἶναι τὴν ἐπ ' αὐτῶν ὁδὸν δυσχερῆ
ὅμως . νῆσοι ἦσαν ἐπιμήκεις μέν , οὐ πάνυ δὲ ὑψηλαί , ὅσον ἑκατὸν σταδίων ἑκάστη τὸ περίμετρον : ἐπὶ
7326223 χηνες
τῆς πέτρας προσανέβησαν . τοὺς μὲν οὖν φύλακας ἔλαθον , χῆνες δ ' ἱεροὶ τῆς Ἥρας τρεφόμενοι , καὶ θεωρήσαντες
ἡ γυνή , τὸ τεχθὲν ζήσειν : ἱεροὶ γὰρ οἱ χῆνες οἱ ἐν ναοῖς ἀνατρεφόμενοι : εἰ δὲ μή ,
7320135 ποταμοι
καὶ ποταμὸς ἡ τέως θάλασσα , πλημμυροῦσι δὲ Μουσῶν καὶ ποταμοὶ καὶ νάματα . φέρε οὖν πρὸ τελετῆς καὶ ἀνακτόρων
δὲ τὴν φύσιν τῶν Ἄλπεων παρεφύλαξε . τοῦ ὄρους κάτω ποταμοὶ πολλοὶ διαρρέουσι καὶ πολλὰ ἕλη βαθύνεται : ἀπὸ τούτων
7317147 πορφυραι
καὶ σπερματίαν ὠνόμαζον . τήθη , κογχύλια , ὄστρεα , πορφύραι , κήρυκες , κάραβος , ἀστακός , χῆμαι ,
ληφθέντα συνδιαφθείρει καὶ τὰ ἄλλα . Τὰ μικρὰ χημία , πορφύραι καὶ κήρυκες ὅσα τε ἄλλα τῶν ὀστρακοδέρμων σκληρὰν ἔχει
7306897 χοροι
πανταχόθεν περιπτύσσει καὶ γέγηθε : σὲ δὲ καὶ Νηρηΐδων ἁλιπορφύρων χοροὶ ἄκροις ἐπισκιρτῶντες τοῖς κύμασι κύκλῳ περὶ πᾶσαν χορεύουσι :
θεοῦ : καὶ τοῦτ ' ἐστιν Ἰνδῶν καὶ εὐχὴ καὶ χοροὶ καὶ θυσία . διὸ καὶ τούτοις ἱλεοῦνται τὸν θεὸν
7305114 ὀρφοι
, φάγροι χάννοις , συνόδοντες βωξὶν , ἴουλοι ἱππούροις , ὀρφοὶ δὲ τρίγλῃ , κιῤῥίδι πέρκη , χρύσοφρυς μαινίδι ,
φησι : φάγροι καὶ χρόμις καὶ ἀνθίας καὶ ἀκαρνᾶνες καὶ ὀρφοὶ καὶ συνόδοντες καὶ συναγρίδες τῷ μὲν γένει παραπλήσιοι ὑπάρχουσιν
7298735 ζυγαιναι
σκορπίοι , τράχουροι , τρίγλαι , ὀρφοί , γλαῦκοι , ζύγαιναι , σάλπαι , γόγγροι , φάγροι , λάμιαι ,
τροφήν . Τὰ κητώδη , οἷον φάλαιναι καὶ φῶκαι καὶ ζύγαιναι καὶ δελφῖνεϲ καὶ οἱ μεγάλοι θύννοι , ϲκληρὰν καὶ
7290500 ὀρειοι
πεζομαχίαν ἁρμόττοιντο ἂν καὶ ὅπλισιν ἢ κουφοτέραν , ὡς οἱ ὄρειοι , ἢ βαρυτέραν , ὡς ἐν γεωλόφοις οἰκοῦντες πεδίοις
ἐν τῷ Παρνασσῷ δίαιτα καὶ ἡ ἐπίπονος εὐνὴ καὶ τροφαὶ ὄρειοι καὶ ἔργα οὐκ ἀπῳδὰ τοῦ ὀνόματος ὅσα ἢ λῃστὰς
7284565 φαγροι
οὗτοι : ὁ θύννος ἀγρεύεται κορακίνῳ , λάβραξ καρίδι , φάγροι χάννοις , συνόδοντες βωξὶν , ἴουλοι ἱππούροις , ὀρφοὶ
τρίγλαι , ὀρφοί , γλαῦκοι , ζύγαιναι , γόγγροι , φάγροι καὶ ὅσα ἄλλα τῶν ἐν θαλάττῃ ζῴων κητώδη ,
7284560 χθαμαλαι
λοετρῶν ἀέναοι ταμίαι : παρὰ δὲ χλοάουσι ῥέεθροις ποῖαί τε χθαμαλαί , μαλακὴ κλίσις ὕπνον ἑλέσθαι εὔδιον ἐκ καμάτοιο ,
ηὐδάξαντο : εἶπον , ὠνόμασαν . Ἄλλαι : πέτραι . χθαμαλαί : βαθεῖαι . χαμηλαί : κοῖλαι , ταπειναί .
7276088 φοινικες
μᾶλλον δὲ τὰ ὀπτὰ καὶ ἔτι μᾶλλον τὰ τηγανιστά , φοίνικες , κάστανοι , βολβοί , γογγύλαι , κοκκύμηλα ,
ἀρνῶν σάρξ , τὸ τοῦ σησάμου σπέρμα , βολβοί , φοίνικες οἱ λιπαροί . Φοίνικες χλωροὶ χυμῶν ὠμῶν ἐμπιπλῶσι τοὺς
7273169 σταθμοι
δὲ διεξελάσαντι καὶ διὰ τῆς Κιλικίης ὁδὸν ποιευμένῳ τρεῖς εἰσι σταθμοί , παρασάγγαι δὲ πεντεκαίδεκα καὶ ἥμισυ . Οὖρος δὲ
ἐπ ' ᾧ Σοῦσα πόλις πεπόλισται . Οὗτοι οἱ πάντες σταθμοί εἰσι ἕνδεκα καὶ ἑκατόν . Καταγωγαὶ μέν νυν σταθμῶν
7266565 κτενες
, κόγχαι , σωλῆνες , μύες θαλάττιοι , χῆμαι , κτένες , τάριχος τέλειος καὶ μὴ βρομώδης καὶ ἰχθύων εὐχύλων
τῷ ὀστράκῳ ἕλικος . κόγχαι δὲ σωλῆνες , χῆμαι , κτένες ἐν τοῖς ἀμμώδεσι συνίστανται . αἱ δὲ πίνναι ὀρθαὶ
7259436 θαλαττιοι
κύρτων καὶ ἀγκίστρων καὶ δικτύων τὸν τρόπον τοῦτον . κόλποι θαλάττιοι πολλοὶ τελευτῶσιν ἐς τενάγη τινά , καὶ ἔστι ταῦτα
γενομένους παλιναιρέτους . τί λέγεις σύ ; μάντεις εἰσὶ γὰρ θαλάττιοι ; γαλεοί γε πάντων μάντεων σοφώτατοι . καὶ τὴν
7256836 χημαι
τὸ λευκὸν , κόγχαι , σωλῆνες , μύες θαλάσσιοι , χῆμαι , κτένες , τάριχος τέλειος καὶ μὴ βρομώδης καὶ
τε ὄστρεα καὶ οἱ κήρυκες αἵ τε πορφύραι καὶ αἱ χῆμαι καὶ λεπάδες , κτένες καὶ πίνναι καὶ πάντα ὅσα
7241512 βαλανοι
τοῦτο γὰρ εὐπορίστως ἤνυσε . καὶ λάρδος ὁμοίως ταριχηρὰ ὡς βάλανοι προστιθέμενοι ὡς βʹ ἢ γʹ δεόντως ἐνεργοῦσι . τὴν
ὅσα μέχρι τελέας πήξεως ἑψοῦσιν , φοίνικες , κάστανοι , βάλανοι , βολβοί , γογγύλαι , μύκητες , ἄρου ῥίζα
7232233 ἑστασι
πριάμενόν τοι γυναῖκας κατὰ τόπους κοινὰς ἅπασι καὶ κατεσκευασμένας . ἑστᾶσι γυμναί : μὴ ' ξαπατηθῇς : πάνθ ' ὅρα
τε ἀργυρέους τέσσερας ἀπέπεμψε , οἳ ἐν τῷ Κορινθίων θησαυρῷ ἑστᾶσι , καὶ περιρραντήρια δύο ἀνέθηκε , χρύσεόν τε καὶ
7231696 ποαι
] συνίζησις . ἀεξιφύλλους ] αὔξουσι γὰρ ἐν ταῖς ἀκταῖς πόαι . ἡμέτερα + ὅρα τὴν σύνταξιν . ἀφεὶς τὴν
ἀρχὰς πρὶν νομώδη τινὰ διάθεσιν συστῆναι . καὶ ψύχουσαι δὲ πόαι μετ ' ἀλφίτων λεπτῶν ἐμψύχουσιν ἱκανῶς , καὶ φοίνικες
7227343 ἀμπελοι
τῇ μέντοι ξηρᾷ γῇ καὶ λεπτογείῳ καὶ ψαμμώδει αἱ τοιαῦται ἄμπελοι οὐχ ἁρμόζουσιν , ἀλλ ' ὅσαι πυκνὰς ἔχουσι τὰς
πεποιημένῳ διαχρέωνται : οὐ γάρ σφί εἰσι ἐν τῇ χώρῃ ἄμπελοι . Ἰχθύων δὲ τοὺς μὲν πρὸς ἥλιον αὐήναντες ὠμοὺς
7223288 πυκναι
Νίκανδρος . ἑξείης στιχόωσιν ἐπήτριμοι : στοιχηδόν εἰσι καὶ ἑξῆς πυκναί . Πιερίηθεν : Πιερία ὄρος Θρᾴκης , ἐν ᾗ
οὐ συνεπλέκοντο αὐτῷ Πάνσαν περιμένοντες , ἱππομαχίαι δ ' ἦσαν πυκναί , πολὺ μὲν πλείους ἱππέας ἔχοντος Ἀντωνίου : τοῦ
7216955 εὐωδεις
[ παρὰ θυσίαις ] ὑπηρετήσω τὸ πῦρ , ἵν ' εὐώδεις ἀτμοὺς ἀπ ' ἐσχάρας προπέμψω σοι . μιαίνομαι γάρ
φύλλα κισσῷ ὅμοια : ῥίζας δὲ πολλὰς καὶ λεπτάς , εὐώδεις : ἄνθος βαρύοσμον : σπέρμα ὡς πελεκίνου . φύεται
7216424 κοχλιαι
ψευδῶϲ γὰρ ἐπαινοῦϲιν ἔνιοι τὴν τοῦ ϲτρουθοκαμήλου καὶ αἰθυίηϲ . κοχλίαι δύϲπεπτοι ὀξύγαλα τυρὸϲ παλαιόϲ : ὁ δὲ νέοϲ καὶ
φορεῖν , πλατύνεσθαι δὲ καὶ ἐς πῆχυν αὐτάς . Οἱ κοχλίαι ἴσασιν εἶναί σφισι πολεμίους τοὺς πέρδικας καὶ τοὺς ἐρωδιούς
7215801 ἀφθονοι
καὶ ἄπλευροι καὶ ἀτράχηλοι ἄνθρωποι , οὕτω καὶ ἀναμάρτητοι καὶ ἄφθονοι λέγονται ; καὶ ὃν τρόπον ἐκεῖ ἄπλευρος οὐ κατὰ
Ἤπειρον , κεφάλων εἰσὶ κατὰ ἴλας ὡς ἂν εἴποι τις ἄφθονοι νήξεις καὶ πλήθη πάμπολλα . οὐκοῦν θηρῶνται καὶ μάλα
7196492 βοτρυες
εἰς α ποιεῖ τὴν αἰτιατικήν , ἔρωτες ἔρωτας . ὦ βότρυες . Ἑνικά . Ὁ βοῦς τοῦ βοός : τὰ
οἰνῶδες , καὶ εὔχρηστον πρὸς ἀπάτην ἀῤῥώστων , καὶ οἱ βότρυες ἀκέραιοι φυλάττονται . Παραινοῦσί τινες οὐκ ἐκ τοῦ ἄνωθεν
7196050 ἐλαιαι
ἐφ ' ᾧ ἦν ἄρτος , κρέας , τυρός , ἐλαῖαι , ἰσχάδες : καί φησιν ἔσθιε . καλῶς ληφθεὶς
ἐλαίου θερμοῦ ὄντος τοῦ ἡλίου . εἰ δὲ μὴ ὦσιν ἐλαῖαι , ἁπαλοὺς κλάδους τῆς ἐλαίας κόψας , τὸ αὐτὸ
7192591 λειαι
καὶ αἱ προϲφοραὶ τῆϲ τροφῆϲ ἄδηκτοι καὶ ἄϲτυφοι παντάπαϲι καὶ λεῖαι καὶ ῥοφηματώδειϲ . εἰ δὲ καὶ τὰ ὑποχόνδρια ἐν
] : Σικυώνι ' , Ἀμβρακίδια , Νοσσίδες ? , λεῖαι , ψιττάκια , κανναβίσκα , Βαυκίδες [ ] ,
7185525 μελεαγριδες
. εἶτ ' ἐφέροντο ἐν ἀγγείοις ψιττακοί , ταοί , μελεαγρίδες , φασιανοί . εἵποντο δὲ καὶ πρόβατα Αἰθιοπικά ,
ὡς καὶ οἱ ἀλεκτρυόνες ἐν τῇ Περσίδι καὶ αἱ καλούμεναι μελεαγρίδες ἐν τῇ Αἰτωλίᾳ . διὸ καὶ Ἀντιφάνης ἐν τοῖς
7182225 ἀγροι
ἀέθλου πειρήσεσθε . εἴ οἱ καὶ μάλα πολλὸν ἀπόπροθι πίονες ἀγροί , ἕξει μιν καὶ πέντε περιπλομένους ἐνιαυτοὺς χρεώμενος :
τὰ διὰ πολλῶν ἐτῶν συναγόμενα , δοῦλοι , κτήσεις , ἀγροί : ὄλβος , τὰ ἀμφότερα : τύχη δὲ ,
7181194 κιχλαι
πλήρη οὖσαν πολλῶν ἀγαθῶν : ἦσαν γὰρ ἐν αὐτῷ συνωπτημέναι κίχλαι καὶ νῆτται καὶ συκαλλίδων πλῆθος ἄπειρον καὶ ᾠῶν ἐπικεχυμέναι
τότε γενεᾶς ἀφθίτου λαχόντες θείας . κιχλῶν : αἱ μὲν κίχλαι εἶδος στρουθῶν , δοκοῦσι δὲ πρὸς τρυφὴν ἐκ τῶν
7179779 ῥοαι
κονάβησε καὶ οὐρανὸς εὐρὺς ὕπερθε πόντός τ ' Ὠκεανοῦ τε ῥοαὶ καὶ τάρταρα γαίης . ποσσὶ δ ' ὕπ '
Βράγχου πολύπυρον ἄρουραν ἐκπρολιπὼν καὶ τύρσιν ἐρυμνῆς Μιλήτοιο , ἔνθα ῥοαὶ κλύζουσι πολυπλανέος Μαιάνδρου . Ἐν δὲ Περικλύμενος Νηλήϊος εἰσαφίκανεν
7178949 πολυποδες
ἰχθύων . τὰ δὲ ὀπτώμενα χείρονα . μαλάκεια δὲ οἷον πολύποδες καὶ σηπίαι τὴν σάρκα δύσπεπτον ἔχει . διὸ καὶ
σπέρμα , τὰ καλούμενα μαλάκια , τευθίδες , σηπίαι , πολύποδες , οἱ κητώδεις τῶν ἰχθύων . ἱκανῶς δὲ παχύχυμα
7173908 θαμνοι
ἶδαι , ὗλαι , νάπαι , ὄρη , ἄντρα , θάμνοι , φωλεοί , ἕλη , ὀργάδες , πεδία ,
. καὶ φυτῶν δὲ τὰ μὲν δένδρα , τὰ δὲ θάμνοι , τὰ δὲ λάχανα , τὰ δὲ πόα .
7171631 πηλαμυδες
ἅλμης , λάβρακές τ ' ἀμίαι τε θρασύφρονες ἠδὲ χρέμητες πηλαμύδες γόγγροι τε καὶ ὃν καλέουσιν ὄλισθον γείτονα ναιετάουσιν ἀεὶ
μνημονεύει . Ἀριστοτέλης δ ' ἐν πέμπτῳ ζῴων μορίων αἱ πηλαμύδες , φησί , καὶ οἱ θύννοι τίκτουσιν ἐν τῷ
7170357 χαραδραι
, ὅν ῥ ' ἀπὸ πέτρης χειμερίου ποταμοῖο κάτω σύρουσι χαράδραι . αἰεὶ δ ' αὖ λιαροῖο γεγηθότες ἐξ ἀνέμοιο
τοῦ δ ' ὑπὸ ποσσὶν ἄγκεα κίνυτο μακρὰ βαθύρρωχμοί τε χαράδραι καὶ ποταμοὶ καὶ πάντες ἀπειρέσιοι πόδες Ἴδης . Καί
7160335 ἀρσενες
: καλεῖται δὲ Γορτύνιος καὶ ὁ ποταμός . Ἀλέῳ δὲ ἄρσενες μὲν παῖδες Λυκοῦργός τε καὶ Ἀμφιδάμας καὶ Κηφεύς ,
ἀρτάβαι : σινήπυος σπέρματος τρίτον ἀρτάβης . πρόβατα , οἱ ἄρσενες τετρακόσιοι : βόες ἑκατόν : ἵπποι τριάκοντα : χῆνες
7157943 γογγροι
δράκοντεϲ , γαλιώνυμοι , ϲκορπίοι τράχουροι τρίγλαι ὀρφοὶ γλαῦκοι ζύγαιναι γόγγροι φάγροι καὶ ὅϲα ἄλλα τῶν ἐν θαλάττῃ κητώδη ζῷα
τις νεφώδους ὄψις κίονος τοῖς πόρρωθεν ἀφορῶσι : καὶ οἱ γόγγροι δὲ ἀποθηριοῦνται πολὺ τῶν παρ ' ἡμῖν ὑπερβεβλημένοι κατὰ
7154731 ξανθοι
ὕδωρ καὶ γλυκὺ καὶ καθαρόν . πάρκεινται δ ' ἄρτοι ξανθοὶ γεραρή τε τράπεζα τυροῦ καὶ μέλιτος πίονος ἀχθομένη :
καὶ πόλεων κατάρξουσιν , ἂν Ζεὺς προσεπιβλέπῃ : ἄσπροι , ξανθοὶ τὰ πρόσωπα , ὀφθαλμοὶ δὲ ψεκτέοι , πόνοι περὶ
7143338 κριθαι
δεῦρο . „ τοῦτο δ ' ἐστὶ τί ; ” κριθαί . ” τί οὖν , ἀπόπληκτε , περιπλοκὰς λέγεις
διαρρήξας θείῃ πεδίοιο . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀκοσταί , αἱ κριθαί , παρὰ τὸ ἄκος ἐμποιεῖν τοῖς ὀστέοις , ἵν
7137756 σκορπιοι
δὲ τῷ χαλαζήεντα εἶδος ἀντὶ γένους παρέλαβεν : εἰσὶ γὰρ σκορπίοι χαλαζήεντες διὰ τὸ τοὺς δεδηγμένους ὑπ ' αὐτῶν ἱδροῦν
ἀνθρώπου ῥαινόμενος ἀσθενὴς καὶ ναρκώδης ὁρᾶται . γίνονται δὲ οἱ σκορπίοι οὐ μόνον ἐξ ἀλλήλων , ἀλλὰ καὶ ἀπὸ σεσημμένων
7129379 ἀλεκτοριδες
καλούμενα , τὰ δὲ ἄλλα παραλειπτέα . Τῶν δὲ πτηνῶν ἀλεκτορίδες πάντων αἱρετώτεραι , βοσκάδες δὲ ἔστωσαν , εἶτα πέρδικες
καὶ σχελίδες . κίχλαι , κόσσυφοι , σπινίδια , ἀλεκτρυόνες ἀλεκτορίδες , πέρδικες , γέρανοι , χῆνες , νῆτται ,
7129111 ἀσπιδες
δὲ τοῦτο διὰ τὸ περιφερεῖς εἶναι καὶ τούτους ὡς αἱ ἀσπίδες . γοργόνωτον ἀσπίδος κύκλον : περιφραστικῶς τὴν ἀσπίδα .
τροπικῶς , ἀπὸ τοῦ ὅλου τὸ μέρος . βοάγρια αἱ ἀσπίδες . ὁ δὲ Ἀπίων τὰ ἐκ βοῆς ἠγρευμένα ,
7122135 αὐλοι
χώραν ἔχουσιν , κῶμοι ἐκεῖνοι καὶ θίασοι καὶ χορὸς καὶ αὐλοὶ καὶ ᾄσματα : πάντα ταῦτα Διονύσου ἡδονῶν σχήματα ἐν
ἡμιόπων ὑπ ' αὐλῶν ὀρχεῖται ; εἰσὶ δ ' οἱ αὐλοὶ οὗτοι ἐλάσσονες τῶν τελείων . Αἰσχύλος γοῦν κατὰ μεταφορὰν
7120909 ἀρουραι
Διόθεν δέ μιν οὔποτε δεύει ὄμβρος : ἅλις προχοῇσιν ἀνασταχύουσιν ἄρουραι . ἔνθεν δή τινά φασι πέριξ διὰ πᾶσαν ὁδεῦσαι
' ἀνδράσιν ὄλβον ἔχευεν . τοὔνεκεν εἰσέτι νῦν λιβάνῳ κομόωσιν ἄρουραι , οὔρεα δὲ χρυσῷ , ποταμοὶ δ ' ἑτέρωθι
7118192 στασιμοι
ἐόντα , καὶ φῦσαν ἐμποιέει : οἱ δὲ χιτῶνες αὐτέων στάσιμοι . Ἄκυλοι καὶ βάλανοι καὶ φηγοὶ στατικὰ ὠμὰ καὶ
, ταχέως , σπουδαίως : οἱ δὲ παλαισταὶ βαρεῖς , στάσιμοι , μόνιμοι , ὠμίαι , ἀντερειδόμενοι , συμπλεκόμενοι ,
7116998 ἀχραδες
μῆλα , κράνειαι , ῥόαι , ἕρπυλλος , μήκων , ἀχράδες , κνῆκος , ἐλᾶαι , στέμφυλ ' , ἄμητες
καρπὸν ἀποβάλλει τὰ φύλλα , καθάπερ αἱ ὄψιαι συκαῖ καὶ ἀχράδες . Τῶν δ ' ἀειφύλλων ἡ ἀποβολὴ καὶ ἡ
7116633 ἀρνες
λέουσι καὶ ἀνδράσιν ὅρκια πιστά , οὐδὲ λύκοι τὲ καὶ ἄρνες ὁμόφρονα θυμὸν ἔχουσιν : οὐκ ἔστιν οὐδὲ ἀνδρὶ πρὸς
λέουσι καὶ ἀνδράσιν ὅρκια πιστά , οὐδὲ λύκοι τε καὶ ἄρνες ὁμόφρονα θυμὸν ἔχουσιν , ἀλλὰ κακὰ φρονέουσι διαμπερὲς ἀλλήλοισιν
7114331 γαλεωνυμοι
βάτοι , λειόβατοι , ῥῖναι , δράκοντες , κόκκυγες , γαλεώνυμοι , σκορπίοι , τράχουροι , τρίγλαι , ὀρφοί ,
καὶ ὅσα τοιαῦτα οὐκ εὔχυμα . δράκοντες , κόκκυγες , γαλεώνυμοι , σκορπίοι τε καὶ τράχουροι , τρίγλαι , ὀρφοί
7114180 κωμαι
Ῥωμαίους . Τρήβουλά τε καὶ Ἠρητὸν καὶ ἄλλαι κατοικίαι τοιαῦται κῶμαι μᾶλλον ἢ πόλεις ἐξετάζοιντ ' ἄν . ἅπασα δ
ἧς ἐπορεύοντο , εὖ ἔπραττεν , ἐδέχοντο δὲ αὐτοὺς αἱ κῶμαι θεραπεύουσαι : χρυσοῦ γὰρ ψάλιον ἡ πρώτη κάμηλος ἐπὶ

Back