καὶ αἱ περὶ τοῦτο δὴ πράξεις : καὶ εἰς τὰ κήδη δὲ μάλιστα οἴονται δεῖν τοὺς συγγενεῖς ἀπαντᾶν τῶν αὐτῶν
καὶ παράμουσος ἄτας αἱματόεσσα πλαγά . ἰὼ δύστον ' ἄφερτα κήδη : ἰὼ δυσκατάπαυστον ἄλγος . δώμασιν ἔμμοτον τῶνδ '
5695941 κομιζουσιν
τῆς ἐλευθερίας . λέοντας τρέφουσιν ἡμέρους ἐγκλείσαντες καὶ σιτίζουσι καὶ κομίζουσιν ἔνιοι μεθ ' αὑτῶν . καὶ τίς ἐρεῖ τοῦτον
τῶν παρεστώτων τινὲς ὑπέλαβον αὐτόν : καὶ κελευσθέντες φοράδην οἴκαδε κομίζουσιν οὐδενὸς συναισθανόμενον ὑπὸ κάρου τῶν ἀθρόων κατασκηψάντων κακῶν .
5684789 ἀγορασαντες
Δήλῳ διατρίβειν : τῶν δὲ Δηλίων ἀποκρινομένων αὐτοῖς ὅτι ἱερεῖα ἀγοράσαντες οἱ ἄνθρωποι διέβησαν εἰς τὴν Ῥήνειαν : διὰ τί
, ὡς ἰχθῦς πεπράκασιν , οὐ τρίποδα : οἱ δὲ ἀγοράσαντες ἔλεγον , ὡς πᾶν τὸ ἀνιὸν καὶ πᾶν ὅ
5624397 περυσινον
ἐπεσημήνατο : ὀνόματα μὲν γὰρ τὸ σημερινὸν καὶ χθεσινὸν καὶ περυσινόν , χρόνου δηλωτικὰ ὄντα , ἀλλ ' ὡς αὐτόθεν
ἄρκευθος ἐνιαύσιον ἔχειν δοκεῖ : περικαταλαμβάνει γὰρ ὁ νέος τὸν περυσινόν . ὡς δέ τινές φασιν , οὐδὲ πεπαίνει ,
5612308 προθυρα
δὲ ναὸν ὄντα τὴν οἴκησιν στεφανοῦσιν [ τὰ τῶν ἐρωμένων πρόθυρα ] : διὰ ταῦτα δὲ καὶ θύουσιν ἔνιοι ἐπὶ
τῶν οἰκίας μεγαλοπρεπεῖς κατασκευαζόντων . ὥσπερ γὰρ ἐκεῖνοι εἰς τὰ πρόθυρα κίονας μεγάλας ὑποβάλλουσιν , οὕτω καὶ οὗτος ὡσπερεὶ μέγαρον
5501197 ἐνεβαλον
. ἐξέκαιον οὖν τὸν ἄθλιον γέροντα καὶ εἰς μανίαν ἐρρωμένην ἐνέβαλον . ὁ δέ , ὡς ἂν τοῖς πλείστοις καὶ
καὶ αἱ τοῦ δέοντος παρατετραμμέναι εἰς κακότητα καὶ βλάβην ἀθρόως ἐνέβαλον πάντα ἄνθρωπον , αἵτινες καὶ πρὸς τοῦτον ἦλθον .
5499344 ἀποσμηξαι
λεπτομερέστερον τοῦ κοινοῦ . τοῦτο μὲν οὖν ὡς πρὸς τὸ ἀποσμῆξαι πρῶτον ἐνιέσθω . εἰ γὰρ τὸ πρῶτον φάρμακον οὐκ
ὁ τῆς ὑπερκαθάρσεως φόβος οὐ δεινός : εὐμαρὲς γὰρ καὶ ἀποσμῆξαι τὸν στόμαχον καὶ ἀποστῦψαι . οὓς μὲν οὖν μεταχειρίζεσθαι
5459448 βαπτισμα
? [ ] ταῦτα . αλλο [ ! ! ! βάπτισμα - ] ὃν τρόπον [ ! ! ! !
] τὰ ἐδέσματα ἅπερ [ ἀπέκριναν ] ? καὶ τὸ βάπτισμα μὴ βαπτιζόμενον ὁμοίως αὐτοῖς , ἰδόντες με ἐν τούτοις
5422943 προσεκυνουν
ἀπὸ μαντείας , ἐστεφανωμένοι ἤρχοντο , καὶ πάντες τοῦ οἴκου προσεκύνουν αὐτούς . τὸ δὲ ἑξῆς : οὐκέτι μοι ὡς
παρελθών , πρότερον μὲν ἐν Ῥόδῳ γενομένη εὐτυχῶς τέ σε προσεκύνουν καὶ θυσίας ἔθυον μετὰ Ἁβροκόμου καὶ εὐδαίμων τότε ἐνομιζόμην
5342005 διηγησῃ
ζητήσεις πατέρα καὶ πάππον , καὶ τὰ τῆς μητρὸς αὐτοῖς διηγήσῃ . ἀναχθήσεται στόλος ἐκεῖθεν ἐμοὶ βοηθῶν . σύ ,
. ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ . Μετὰ τὰ προοίμια θήσεις τὴν κατάστασιν : διηγήσῃ τὰ κατὰ Μαραθῶνα , τὴν ἔφοδον τῶν βαρβάρων ,
5335948 βοωσι
ποιηταὶ κατατρέχοντές που τῆς ἡδονῆς καὶ ἀκρασίας ἐπικούρους καὶ βοηθοὺς βοῶσι . Πλάτων μὲν δυσχεραίνοντά τινα ποιήσας πατέρα τῷ τοῦ
γρυλλιξεῖτε : χοίρων φωνὴν μιμήσεσθε . ΓΓ οὕτω γάρ πως βοῶσι τὰ δελφάκια κοΐ , καὶ ἔστι ποιὰ φωνή .
5319666 ἀναισχυντως
Θυραιαῖς ἀποθανόντων Σπαρτιατῶν . Γυμνῇ τῇ κεφαλῇ : ἐπὶ τῶν ἀναισχύντως χωρούντων πρὸς πᾶν τὸ τυχόν . Γύγαρθον φυσᾷς :
ἂν δήπου καὶ πρὸς Ἐρασιστράτου πολὺ μείζονα τούτων τῶν νῦν ἀναισχύντως ψευδομένων ἐν ταῖς ἀνατομαῖς ἐξουσίαν πεπορισμένου . ἀλλ '
5281721 ἐνθεμενοι
ἁλισκομένου δὲ τοῦ τείχους οὗτοι μὲν γυναῖκας ἐς τὰ πλοῖα ἐνθέμενοι καὶ παῖδας ἐκλείπουσι τὴν αὑτῶν , Ἀργεῖοι δὲ ἐς
, ἀνελκύσαι , ἀναγαγεῖν , καὶ πληρωσάμενοι τὰ τόξα , ἐνθέμενοι τοὺς οἰστούς . εἶτα προεξέδραμον οἱ ἱππῆς , προεξεπήδησαν
5265465 κεκομικεν
, ξένοι οὗτοι ἐνθάδε ἕτοιμοι ἀναλίσκειν : εἷς δὲ καὶ κεκόμικεν ἐπ ' αὐτὸ τοῦτο ἀργύριον ἱκανόν , Σιμμίας ὁ
τὸν ἀθλητὴν ἐγγὺς ὄντα τοῦ στεφάνου κεκρυμμένον ἡμῖν ἐν σορῷ κεκόμικεν . εἰκότως ἄρα διὰ πάσης γῆς καὶ θαλάττης ὁ
5237704 αἰνιγματα
οὗ αὐτὸν αὐτὴν αἰνίττονται βαλεῖν . καὶ τὰ Πυθαγόρου δὲ αἰνίγματα τοιαῦτά ἐστιν , ὥς φησι Δημήτριος ὁ Βυζάντιος ἐν
” . Ἐσεβὼν ἑρμηνεύεται λογισμοί : οὗτοι δ ' εἰσὶν αἰνίγματα ἀσαφείας γέμοντα . ἴδε λογισμὸν ἰατροῦ : κενώσω τὸν
5220892 μετηλθον
πρέμνα ταυτί , ὅσαι τὸ πρᾶγμα τοῦτ ' ἐνεστήσαντο καὶ μετῆλθον , μίαν πυρὰν νήσαντες ἐμπρήσωμεν αὐτόχειρες πάσας , ἀπὸ
μὲν τοὺς λόγῳ μόνον τῷ προδότῃ βοηθήσαντας ταῖς ἐσχάταις τιμωρίαις μετῆλθον , ὑμεῖς δὲ αὐτὸν τὸν ἔργῳ καὶ οὐ λόγῳ
5200388 ᾐσται
ἤδη γέγονε , καὶ πίνοντές εἰσι πόρρω . καὶ σκόλιον ᾖσται , κότταβος δ ' ἐξοίχεται θύραζε . αὐλοὺς δ
κεκόσμησθε στόμασι καὶ πλεῖστα ὧν ἴσμεν πόλεων εἰς τὴν ὑμετέραν ᾖσται καὶ ᾀσθήσεταί γε , μέχρις ἂν ἦτε φιλόμουσοι .
5183644 ὀρνυφια
πέτραις ταῖς καλουμέναις λισσαῖς , καὶ ἔστι τὸ μέγεθος τὰ ὀρνύφια ὅσονπερ ὠιὸν πέρδικος : σανδαρακίνην δέ μοι νόει τὴν
δὲ αἴτιον Θ . λέγει φυσικώτατα ἀνιχνεύσας , ὅτι τὰ ὀρνύφια τὴν ἄνθην τῶν δένδρων σιτούμενα εἶτα ἐπὶ τοῖς φυτοῖς
5173295 ἀφιγμενον
, μετέγνωσαν δὲ καὶ ἔφθη μιᾷ θᾶττον ἡμέρᾳ τὸ ψήφισμα ἀφιγμένον ὡς τοὺς στρατηγοὺς πρὶν ἢ πρᾶξαι τὸ προσταχθέν .
, ὦ θεοί : νεωστὶ γὰρ τὸ σπέρμα τοῦτ ' ἀφιγμένον εἰς τὰς Ἀθήνας ἐστὶ παρὰ τοῦ βασιλέως . παρ
5161089 κεὐθυ
. κατάβαλλε τἀκάτια , καὶ κυλίκια αἴρου τὰ μείζω , κεὐθὺ τοῦ καρχησίου ἄνελκε τὴν γραῦν , τὴν νέαν τ
: κατάβαλλε τἀκάτια , τὰ κυμβία αἴρου τὰ μείζω , κεὐθὺ τοῦ καρχησίου ἄνελκε τὴν γραῦν , τὴν νέαν δ
5158668 καταστρωματα
δὲ τύχῃς ἔχων μικρῷ καταδεεστέραν δύναμιν ναυτικήν , ἐπὶ τὰ καταστρώματα λαβόντα τοὺς ἀρίστους καὶ ἐμπειροτάτους τῶν στρα - τιωτῶν
ʃ μιμούμενοι ἡμᾶς οἱ Ἀθηναῖοι πολλοὺς ὁπλίτας ἐπεβίβασαν ἐπὶ τὰ καταστρώματα , ὅπερ ἡμῖν μὲν σύνηθές ἐστι καὶ διὰ τοῦτο
5138330 Πανιωνια
τὴν Σμύρναν προσαπήντων μὲν οἱ Ἴωνες , καὶ γὰρ ἔτυχον Πανιώνια θύοντες , ἀναγνοὺς δὲ καὶ ψήφισμα Ἰωνικόν , ἐν
πολέμων γενομένων περὶ τούτους τοὺς τόπους οὐ δυνάμενοι ποιεῖν τὰ Πανιώνια , μετέθεσαν τὴν πανήγυριν εἰς ἀσφαλῆ τόπον , ὃς
5127231 ἐτικτετο
ἀφ ' ὧν κύμβαλά τε κατήχει τῆς οἰκίας , ὅτε ἐτίκτετο , καὶ τύμπανα ἠκούετο ἐκ Ῥέας , ἐλέγοντο δὲ
συμβόλων , ματαίων δὲ ὀνειράτων ἐπ ' ἐκείνῳ φανέντων ὅτε ἐτίκτετο , ὢ δυστυχοῦς μὲν τῆς ἐνεγκούσης , ὠδῖνος δὲ
5126915 Ἰσμηνιαν
, εἴ τις δοκεῖ ἄξια θανάτου ποιεῖν , λαμβάνω τουτονὶ Ἰσμηνίαν , ὡς πολεμοποιοῦντα . καὶ ὑμεῖς δὲ οἱ λοχαγοί
αὐτὴν τὴν πόλιν καὶ Διοσκόρους ἀσπάσασθαι . ἀκούω δὲ καὶ Ἰσμηνίαν τὸν αὐλητὴν Θήβαθεν ὑπ ' Ἀλεξάνδρου καλούμενον , ἵν
5125114 ἠπειγομην
τὰ μὲν ἔβλεπον , τὰ δὲ ἔμελλον , τὰ δὲ ἠπειγόμην ἰδεῖν , τὰ δὲ οὐκ ἤθελον παρελθεῖν : ἐκράτει
ὡς ἐπλησίαζον τῷ πατρὶ καὶ τὴν ἔννοιαν εἰς μέσον ἐνεγκεῖν ἠπειγόμην , ἑτέραν εὐθὺς χρόαν ἀλλάξας εἰς ἀφωνίαν ἐξέπιπτον .
5120956 Ἀλκμαιωνα
μάχη καρτερά , καθ ' ἣν ἐνίκησαν οἱ περὶ τὸν Ἀλκμαίωνα : οἱ δὲ Θηβαῖοι λειφθέντες τῇ μάχῃ καὶ πολλοὺς
οἶδα ὅτι μᾶλλον ἄν με κατεφόρτισε βασιλεὺς ἢ πάλαι Κροῖσος Ἀλκμαίωνα τὸν Ἀθηναῖον , ἐκ τοῦ ψήγματος ἐπιτρέψας ὁπόσον ἐδύνατο
5103924 κοτταβιον
Ἕρμιππός τε ἐν τοῖς Ἰάμβοις . τὸ δὲ καλούμενον κατακτὸν κοττάβιον τοιοῦτόν ἐστιν : λυχνίον ἐστὶν ὑψηλόν , ἔχον τὸν
ὃ συνεστραμμένῃ τῇ χειρὶ ἄνωθεν ἐῤῥίπτουν οἱ παίζοντες εἰς τὸ κοττάβιον . Θεσσαλοὶ δὲ καὶ Ῥόδιοι λατάγην τὸν ἀπὸ τῶν
5101499 ἐμβαινειν
Ἀρίσταρχος τριήρεις ἔχων κωλύει : ὥστε εἰς πλοῖα οὐκ ἀσφαλὲς ἐμβαίνειν : οὗτος δὲ αὑτὸς κελεύει εἰς Χερρόνησον βίᾳ διὰ
προτρεπόμενος προθύμως καὶ σωφρόνως ἀγωνίσασθαι κατὰ Περσῶν . Καὶ εὐθέως ἐμβαίνειν εἰς τὰ πλοῖα ἐπέτρεψεν , εἰσελθὼν καὶ αὐτὸς ὁ
5101445 καθιεντες
πρηστῆρας ? ? , οἱ ? δ ? ' ὄμβρους καθιέντες . ἅπας δὲ [ κόσμος ] ἐν κύκλῳ περιεβροντᾶτο
διέφθειρον , οἰστούς τε οὓς ἀφίεσαν ἐκεῖνοι ἐς τὰς σφαγὰς καθιέντες καὶ ἐκ κλινῶν τινῶν αἳ ἔτυχον αὐτοῖς ἐνοῦσαι τοῖς
5099140 Λακωνικον
σπονδεῖον ἔχον , ἀλλὰ μὴ τὸν ἀνάπαιστον παραλήγοντα εἰσὶν οἳ Λακωνικὸν καλοῦσι , προφερόμενοι παράδειγμα τὸ ἄγετ ' ὦ Σπάρτας
μὲν τὸ σῶμα , τοὺς δὲ ὀφθαλμοὺς τηνικάδε ὁρᾶν . Λακωνικὸν τρόπον : περαίνειν ἢ παρέχειν ἑαυτὰς τοῖς ξένοις :
5098979 ἐθεωμεθα
λουτρὰ τῶν παρθένων , ᾗ θέμις αὐτὰ ἐξωτέρω ὁρᾶν , ἐθεώμεθα . Ὁ δὲ καλὸς κἀγαθὸς Κίμων ἐγκρύπτεται εἰς θάμνον
θαυμάζομεν : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ μετ ' ἐκπλήξεως ἐθεώμεθα . . . . κεχολωμένος Ἀτρείωνι : ὅτι τὴν
5094970 ἐβοων
: οἱ δὲ φυλάσσοντες ἐδίωκον , νομίζοντες ἀποδιδράσκειν , καὶ ἐβόων τοῖς ἐντυγχάνουσι λαβέσθαι . ἀλλ ' εἶχον οἱ πόδες
βουλεύματος τοῦ ἐν τῇ πόλει . διεβόων : ἤγουν διάτορον ἐβόων . τοῦ μέν : τοῦ Ἀστυόχου . οὐδέπω ἐν
5083731 παρελθοντες
καὶ τέκνων ἐξέλιπον τὴν πατρίδα κατὰ τὰς συνθήκας , καὶ παρελθόντες εἰς τοὺς ἐπὶ Θρᾴκης Χαλκιδεῖς παρ ' αὐτοῖς κατῴκησαν
τοὺς τοῦ πατρὸς φονέας , παραγενόμενοί τε εἰς Ψωφῖδα καὶ παρελθόντες εἰς τὰ βασίλεια τόν τε Φηγέα καὶ τὴν γυναῖκα
5079926 ἐγχεοντες
ὀφθαλμίας θεραπεύουσιν αὐτῶν βόειον γάλα ἀλεαίνοντες εἶτα αὐ - τοῖς ἐγχέοντες , οἳ δὲ ἀνοίγουσι τὰ βλέφαρα , καὶ ὠφελούμενοι
ἐγκέφαλον , τὰ μὲν αὐτοῦ οὕτω ἐξάγοντες , τὰ δὲ ἐγχέοντες φάρμακα . Μετὰ δὲ λίθῳ αἰθιοπικῷ ὀξέϊ παρασχίσαντες παρὰ
5069231 τοπειοις
τῶν ἁπλῶν . Τὸν πέπλον δὲ τοῦτον ἕλκους ' ὀνεύοντες τοπείοις ἄνδρες ἀναρίθμητοι εἰς ἄκρον ὥσπερ ἱστίον τὸν ἱστόν .
συχνὸν τοιοῦτον . τὸν πέπλον δὲ τοῦτον ἕλκους ' ὀνεύοντες τοπείοις ἄνδρες ἀναρίθμητοι εἰς ἄκρον ὥσπερ ἱστίον τὸν ἱστόν .
5063949 ὑπερῳον
τὰ ῥώγια , τὰ ἐλ . ἀ . . τὸ ὑπερῷον : Τὸ τέγος . Θ . . . ἰσχάδων
: ἐνίοτε δὲ καὶ αὐτὰ διὰ ποιητικὴν χρεῖαν ἀναλύονται : ὑπερῷον , ὑπερώϊον : περιστῷον , περιστώϊον : μηνῷον ,
5057002 αὐτουργον
νόῳ τὸν εὐεργέτην ἀντιάσαι . . . . . . αὐτουργόν τινα τὸν Κάρρωτον γενόμενον ἡνιοχῆσαι τὸ ἅρμα , διὰ
τρίτον δὲ αὖ κάπηλον τῶν αὐτῶν τούτων , τέταρτον δὲ αὐτουργόν τε καὶ αὐτοπώλην , πέμπτον δὲ ἀγωνιστὴν περὶ λόγους
5055462 ἐπειρον
, μίστυλλόν τ ' ἄρα τἆλλα καὶ ἀμφ ' ὀβελοῖσιν ἔπειρον ὤπτησάν τε περιφραδέως ἐρύσαντό τε πάντα , βάλλον δ
δαῖτ ' ἐντυνόμενοι κρέα τ ' ὤπτων ἄλλα τ ' ἔπειρον . οἱ δ ' ὡς οὖν ξείνους ἴδον ,
5050756 ὡπλισμενα
, λεπὶς δὲ τὸ λεπτὸν καὶ ξεόμενον . Φρακτά : ὡπλισμένα , ἐσκεπασμένα : φρακτά : ὡπλισμένα : φράζεσθαι γὰρ
Εἰσιδέειν : ἰδεῖν . ὀλοῇ : ὀλεθρίᾳ . κεκορυθμένα : ὡπλισμένα , καθωπλισμένα . λύσσῃ : μανίᾳ , ἀγριότητι ,
5047682 σπογγιας
ἀνεκέχυτο καὶ διὰ πάντων αὐτῆς ἐπεφοιτήκει τῶν μερῶν , οἷα σπογγιᾶς ἀναπεπωκυίας ἰκμάδα , ὡς εἶναι τέλματα καὶ βαθὺν πηλόν
. μετὰ δὲ τὴν καταστολὴν ἐκπληροῦν τὸ γυναικεῖον αἰδοῖον ἐνθέσει σπογγιᾶς ὀξυκράτῳ βεβρεγμένης ἢ ἐρίου καὶ τῇ ἐπιδέσει συλλαμβάνοντα συνάγειν
5046543 περγαμ
ἄλλ ' αὐτοῖσι πάντ ' ἐθέσπισε , καὶ τἀπὶ Τροίᾳ πέργαμ ' ὡς οὐ μή ποτε πέρσοιεν , εἰ μὴ
ὑπηρέτου . νέον νέοι κρατεῖτε καὶ δοκεῖτε δὴ ναίειν ἀπενθῆ πέργαμ ' : οὐκ ἐκ τῶνδ ' ἐγὼ δισσοὺς τυράννους
5038249 ἀφηκαν
τοὺς εἰς τὸ Κορυφάσιον τῶν Εἱλώτων ἀφεστῶτας ἐκ Μαλέας ὑποσπόνδους ἀφῆκαν . κατὰ δὲ τὸν αὐτὸν καιρὸν καὶ ἐν Ἡρακλείᾳ
οὐ μᾶλλον εὐχαριστεῖς τοῖς θεοῖς , ὅτι σε ἐπάνω τούτων ἀφῆκαν ὅσα μηδ ' ἐποίησαν ἐπὶ σοί , μόνον δ
5034768 ἀταφα
' ἄλλοι ποηφαγοῦντες ἐνόσουν . καὶ τὰ νεκρὰ σφῶν ἀγχοῦ ἄταφα ῥιπτούμενα λοιμὸν ἐπῆγεν ἐπὶ τῷ λιμῷ . διεκαρτέρει δ
οὐκ αὐτὸ τὸ σῶμα ταφῆς ἀξιούμενον , οὐδὲ ἰδιώτου : ἄταφα γὰρ οἱ νόμοι τὰ σώματα τῶν τυράννων ὑπερορίζουσι καὶ
5026862 παρατιθεσθαι
κακῷ ἐπὶ γήραος ] [ οὐδῷ “ , ἀλλὰ καὶ παρατίθεσθαι ] [ τοὺς τοῦ ] [ λόγους ] [
τινες ἐσφάλησαν ὑπολαβόντες τὴν παράθεσιν τῶν ἄρθρων εἰς γένους διάκρισιν παρατίθεσθαι τοῖς ὀνόμασι . πρὸς οὓς ἀντείρηται διὰ πλειόνων ἐν
5026516 κομιζειν
ἡδίων γίνῃ γράμμασιν , ἔδεισε μὴ δίκην ἀπαιτηθῇ τοῦ μὴ κομίζειν . ἔδωκα τοίνυν ἀμφοτέρων εἵνεκα προθύμως σοί τε εὐφροσύνην
γὰρ ὄντος παρὰ τοῖς Πέρσαις τὸν ἄγοντα παλλακὴν τῷ βασιλεῖ κομίζειν ταύτην ἐπὶ ἀπήνης κεκρυμμένης , καὶ τῶν ἀπαντώντων μηδένα
5024444 ἐκομισαν
ὡς ἄρα ἐλθόντες ἐπὶ τὴν ἤπειρον οἱ Ἀργοναῦται ἐπὶ στρωτήρων ἐκόμισαν τὴν Ἀργώ , μέχρις οὗ ἐπὶ θάλασσαν παρεγένοντο .
δῶρα δόντας ἤδη βαδίζειν ἐπὶ τοὺς ἐναντίους . οἱ μὲν ἐκόμισαν , ὁ δὲ λαβὼν σύνθημα ἔδωκεν Ἑρμῆν Φίλιον ,
5022101 παρηλθον
τοὺς Πέρσας ξυνέβη . Φαρνάβαζος δὲ καὶ Αὐτοφραδάτης , ὡς παρῆλθον ἅπαξ εἴσω τῆς πόλεως , φρουράν τε ἐς αὐτὴν
γενόμενα . Οἱ δὲ Πελοποννήσιοι ἐπειδὴ ἔτεμον τὸ πεδίον , παρῆλθον ἐς τὴν Πάραλον γῆν καλουμένην μέχρι Λαυρείου , οὗ
5020642 μαμμαν
. μαμμίαν : Ἀττικοὶ τὴν μητέρα ἀπὸ τοῦ τὰ παιδία μαμμᾶν τὸ φαγεῖν λέγειν . μανδύας : Περσικὸν ὄνομα .
ταὐτῷ μυχῷ Μεγαρικαὶ σφίγγες μετάλλου στόμιον Βολβός βουβωνιᾶν δοκησιδέξιον ἐλλεβοριᾶν μαμμᾶν στρηνόφωνος Κέρδος αἰσχύνης ἄμεινον : ἕλκε μοιχὸν ἐς μυχόν
5019919 πρυτανειον
ἐς τὴν νῦν πόλιν οὖσαν , ἓν βουλευτήριον ἀποδείξας καὶ πρυτανεῖον , ξυνῴκισε πάντας , καὶ νεμομένους τὰ αὑτῶν ἑκάστους
αὖθις δ ' ἵνα πᾶσιν ἐξῇ ἐντυγχάνειν , εἰς τὸ πρυτανεῖον καὶ τὴν ἀγορὰν μετεκομίσθησαν : διὰ τοῦτο ἔλεγον τὸν
5015429 ἐγχωριον
καὶ πόλεις μὲν οὔτε οἱ Λίβυες οὔτε τὸ γένος τὸ ἐγχώριον ἠπίσταντο ποιήσασθαι : σποράδες δὲ ἐν καλύβαις τε καὶ
] θρηνεῖ . τὰν ] η . ἐγγαίαν ] τὴν ἐγχώριον , ἀπὸ τῆς ἐν προθέσεως καὶ τοῦ γαῖα .
5015244 ψαιστα
τὴν τρώγλην τὸν πελανὸν ἔνθες τοῦ δράκοντος εὐφήμως , καὶ ψαιστὰ ? δεῦσον : τἄλλα δ ' οἰκίης ἔδρηι δαισόμεθα
ἦν ἄρδονθ ' ἁπαλὴν καταπίνειν . λεκανίσκαισιν δ ' ἂν ψαιστὰ παρῆν ἡδυσματίοις κατάπαστα , ὀπταὶ δὲ κίχλαι μετ '
5008911 πεμψατε
ὡς ὁ ποιητής : εἰλύσω ψαμάθοις τόσην οἱ ἄσιν . πέμψατε . . . ὄλοιντο ] τὸ ἑξῆς οὕτως :
πέμψατε . . . ὄλοιντο ] τὸ ἑξῆς οὕτως : πέμψατε πόντονδε , ἔνθα ἀντήσαντες λαίλαπι χειμωνοτύπωι , βροντῆι ,
5005378 σπου
: ὄλεθρον γὰρ αὐτῷ μαντεύεται : ἐρρωμένῳ δὲ παραγγέλλει λόγοις σπου - δαίοις [ κατὰ ] τὸ παρὸν μὴ χρῆσθαι
ισιν [ ] αγος [ καρποφόρον ] δρῦν [ ] σπου ? ? [ ] ς ? ἀλλὰ τα ?
4999727 ἐβαδιζον
δῶρα μετὰ τὸν ἀσπασμὸν δοὺς ὑπεξῄειν καὶ ἐπὶ τὰ ἕτερα ἐβάδιζον οἰκήματα , ἐν οἷς διατρίβειν τὸν Ἀττήλαν ἐτύγχανεν ,
δ ' εὐτρεπισμένου μοι ξενῶνος ἀπαντικρὺ τοῦ Διονυσίου κατὰ σχολὴν ἐβάδιζον ὑπερφυοῦς ἀπολαύσεως ἐμπιμπλάμενος : ἔστιν γὰρ ὄντως ἡ πόλις
4995639 ἐνεβαλλον
. χρὴ δὲ καὶ προκατατείνειν . ὅμως δὲ ἤδη τινὲς ἐνέβαλλον ῥηϊδίου πράγματος ἐπιτυχόντες . ὃν τρόπον δ ' ἄν
αὐτοῖς ἀνδράσιν : ταῖς δὲ λοιπαῖς ἐν τῇ γῇ καταπεφευγυίαις ἐνέβαλλον . αἱ δὲ καὶ πληρούμεναι ἔτι πρὶν ἀνάγεσθαι ἐκόπτοντο
4992823 ἀποτρεχω
ἐστιν . οὐκ ἔστιν ; ἀλλ ' ἀκήκοας μυριάκις . ἀποτρέχω δή . ὢ δυστυχὴς ἐγώ . τίνα τρόπον ἐνθαδὶ
ἀπολέσει αὐτοὺς ἕως γενεῶν . Ἐγὼ εἰς τὴν ἀνάπαυσίν μου ἀποτρέχω , ὡς οἱ πατέρες μου : ὑμεῖς δὲ φοβεῖσθε
4984980 θρηνῳδιαν
σατυρικὴν τῶνδε τὴν μεσαιτάτην . ὅσον μὲν οὖν ἔσχηκε τὴν θρηνῳδίαν , τραγῳδίαν ἔφασαν οἱ κριταὶ τότε : ὅσον δὲ
: ξενικῷ τῳ γὰρ ἰδιάζω πράγματι . αὐλεῖ Μαριανδυνοῖς καλάμοις θρηνῳδίαν κρούων ἰαστί . ὀρνιθίων ὀπτῶν φακῆς τε καὶ πισῶν
4984190 ἐνεχεον
τὸν νεώνητον τοῦτον οἰνοχόον ἥκειν , καὶ τὸ νέκταρ ἐγὼ ἐνέχεον . τὸ δὲ πάντων δεινότατον , ὅτι μηδὲ νυκτὸς
αὐτοῖς ὠινοχοεῖτο καὶ τραγήματα παρεφέρετο . καὶ τοῖς χοροῖς εἰσιοῦσιν ἐνέχεον πίνειν , καὶ διηγωνισμένοις ὅτ ' ἐξεπορεύοντο ἐνέχεον πάλιν
4983889 γυμναζουσιν
ἄν : Ἠλεῖοι τοὺς ἀθλητάς , ἐπειδὰν ἥκῃ Ὀλύμπια , γυμνάζουσιν ἡμερῶν τριάκοντα ἐν αὐτῇ τῇ Ἤλιδι , καὶ ξυναγαγόντες
ἀνεκτάς : σώματος εὐρωστίας ἀντιποιοῦνται Λάκωνες : διὸ τὰς παρθένους γυμνάζουσιν , ἵνα γενναίους παῖδας γεννῶσιν : ἄλλως : τῆς
4980795 ὁσιουν
θεῖον καὶ θεοβλάβεια καὶ ἀθεότης . ῥήματα δὲ εὐσεβεῖν , ὁσιοῦν , σέβειν , σέβεσθαι , θεοσεβεῖν . τὸ δ
' αὐτῷ κήρυγμα : μὴ γὰρ θάπτειν τὸν Παλαμήδην μηδὲ ὁσιοῦν τῇ γῇ , ἀποθνήσκειν δὲ τὸν ἀνελόμενόν τε καὶ
4979985 παρειστηκεσαν
τινῶν Γορδιανοῦ φίλων καὶ οἰκείων εἴτε γνόντες ὑπὸ φήμης , παρειστήκεσαν ταῖς πύλαις , φράξαντες πᾶσαν τὴν ἐς τὸ Καπετώλιον
πλούτους λέγω καὶ γένη καὶ δυναστείας , γυμνοὶ κάτω νενευκότες παρειστήκεσαν ὥσπερ τινὰ ὄνειρον ἀναπεμπαζόμενοι τὴν παρ ' ἡμῖν εὐδαιμονίαν
4979209 ἀκρατοποτειν
Σπαρτιάτην φασὶν οἱ Λάκωνες μανῆναι διὰ τὸ Σκύθαις ὁμιλήσαντα μαθεῖν ἀκρατοποτεῖν „ . : ἕως ἂν τῆς λογοδιαρροίας ἀπαλλαγῶσιν οὗτοι
Σπαρτιάτην φασὶν οἱ Λάκωνες μανῆναι διὰ τὸ Σκύθαις ὁμιλήσαντα μαθεῖν ἀκρατοποτεῖν . ὅθεν ὅταν βούλωνται πιεῖν ἀκρατέστερον , ἐπισκύθισον λέγουσιν
4978335 μνηματα
τρίπορνον αὐτήν . ἀπὸ πλειόνων δὲ ταλάντων ἢ διακοσίων δύο μνήματα κατεσκεύασεν αὐτῆς : ὃ καὶ πάντες ἐθαύμαζον , ὅτι
ἐᾷς ἀνέλεγκτον . Ἀλλ ' ἀκούεις οἷα τὰ περὶ τὰ μνήματα σκιοειδῆ φαντάσματα ; Ταῦτά ἐστι τὰ ἀερώδη τῶν ψυχῶν
4973353 προσηκαντο
, ἧκε τὴν ἀρχὴν ὠνούμενος . ἀλλὰ τοῦτον μὲν οὐ προσήκαντο φοβηθέντες οἱ στρατιῶται τὴν πρὸς τὸν Περτίνακα συγγένειαν ,
Φιλόχορος διείλεκται , ὅτι παραπλήσιον αὐτὴν τῆι τοῦ Λάκωνος Ἀνταλκίδου προσήκαντο , ἀπειρηκότες ταῖς ξενοτροφίαις καὶ ἐκ πάνυ πολλοῦ τῶι
4972319 φροντιστηριον
μὴ πειθομένου δὲ τοῦ υἱοῦ αὐτὸς ἀφικνεῖται πρὸς τὸ σωκρατικὸν φροντιστήριον . καὶ πολλὰ μὲν ὑπὸ γήρως δῆθεν καὶ ἀγροικίας
θεωρία καὶ τὸ ἐξετάζειν περί τινων ἀπόρων , ὅθεν καὶ φροντιστήριον ἡ σχολὴ τῶν φιλοσόφων . ἐξήμβλωκας ] ἐξέβαλες .
4970465 ἐκαιον
τῶν νεῶν ἐκπεσόντες ἐς τὰ ὄρη συνέφευγον καὶ πυρὰ πολλὰ ἔκαιον σύμβολα τοῖς ἔτι οὖσιν ἐν τῇ θαλάσσῃ καὶ διενυκτέρευον
ἐν ταῖς κώμαις ηὐλίσθησαν : οἱ δὲ Καρδοῦχοι πυρὰ πολλὰ ἔκαιον κύκλῳ ἐπὶ τῶν ὀρέων καὶ συνεώρων ἀλλήλους . ἅμα
4970327 ἐναγοντων
ἐν τῷ παρόντι περιφανῶς ὠφέλητο . περὶ δὲ τοῦ Ἀλκιβιάδου ἐναγόντων τῶν ἐχθρῶν , οἵπερ καὶ πρὶν ἐκπλεῖν αὐτὸν ἐπέθεντο
τὴν ἀντίταξιν αὐτῶν τῶν Κορινθίων . προυδέδοκτο : προεκεκύρωτο . ἐναγόντων : ἐμβιβαζόντων καὶ κινούντων εἰς τοῦτο . ἐσβολῆς γενομένης
4968448 ἡγηνται
ἀθηρίᾳ περιπέσωσι . πρὸς γὰρ τὸ μὴ πεινῆν πάντα λῆρον ἥγηνται ὥσπερ οὖν οἱ τῶν ἀνθρώπων κακοὶ πρὸς τὸ ἀργύριον
περὶ τὸν Παρνασσὸν Κωρυκίων τε εἶναι Νυμφῶν καὶ Πανὸς μάλιστα ἥγηνται . ἀπὸ δὲ τοῦ Κωρυκίου χαλεπὸν ἤδη καὶ ἀνδρὶ
4967957 πεμπουσι
Λακεδαιμόνιοι δέ , ὥς σφι αἰεὶ τὠυτὸ πρόφαντον ἐγίνετο , πέμπουσι Ἀγχιμόλιον τὸν Ἀστέρος , ἐόντα τῶν ἀστῶν ἄνδρα δόκιμον
γὰρ ὕπατοι ταχεῖαν αὐτοῦ τὴν παρουσίαν ἐπὶ τὴν πόλιν προορώμενοι πέμπουσι γράμματα καθ ' ἑτέρας ὁδοὺς πρὸς τοὺς ἐπὶ τοῦ
4962892 στελλεσθαι
πῶς ἂν σωθεῖεν ἀπολωλότες . ὁ δ ' Ἀπόλλων ἐκέλευσε στέλλεσθαι μετὰ Χαλκιδέων εἰς τὸ Ῥήγιον καὶ τῇ ἀδελφῇ αὐτοῦ
οἰκίαν : δι ' αὐτὸν δὲ Ἀρχέλαον μηδένα ἐς Μακεδόνας στέλλεσθαι , ἐὰν μή τινα ἀναπείσῃ χρήμασι καὶ δελεάσῃ ,
4957370 σπυριδιον
. φερνὴ μὲν ἡ προίξ , φέρνιον δὲ τὸ ἁλιευτικὸν σπυρίδιον . φύλλον καὶ φῦλον διαφέρει . φύλλον μὲν γὰρ
, φησίν , χαράδρα κατελήλυθεν . συσκευασάμενος δεῖπνον εἰς τὸ σπυρίδιον , ἐβάδιζεν ὡς πρὸς Ὠφέλην . τὸν ἱδρῶτα καὶ
4952026 Λιθινου
τῶν κατὰ φύσιν τόπων , ἐπὶ δὲ τῆς ἀπὸ τοῦ Λιθίνου Πύργου μὴ παραλαμβάνειν τοῦ λόγου τὸ ἀκόλουθον , ὅτι
δὲ δισμυρίων ἑξακισχιλίων διακοσίων ὀγδοήκοντα , καὶ τὴν ἀπὸ τοῦ Λιθίνου Πύργου μέχρι Σήρας τῆς τῶν Σηρῶν μητροπόλεως , ὁδοῦ
4945379 σαρουν
ῥάκιον καὶ ῥάκος : ἄμφω λέγουσιν . σαίρειν : οὐ σαροῦν : μᾶλλον δὲ κορεῖν λέγουσιν : καὶ ἀκόρητον ,
Πενέσταις καὶ παρὰ Κρησὶ Κλαρώταις . καλλύνειν : κοσμεῖν καὶ σαροῦν . κάμπιος δρόμος : δρόμοι τινὲς ἦσαν κάμπιοι οὐκ
4938841 ἀνανεουσθαι
δὲ ταῦτα οἵπερ καὶ τὰς ἄλλας σπονδὰς ὤμνυον ἑκατέρων . ἀνανεοῦσθαι δὲ τὸν ὅρκον κατ ' ἐνιαυτὸν Λακεδαιμονίους μὲν ἰόντας
ἀγήρω : λέγεται γὰρ ἀποδύεσθαι τὸ γῆρας ὁ ὄφις καὶ ἀνανεοῦσθαι . ἐπεὶ οὖν ὁ Ἀσκληπιὸς διὰ τῆς ἰατρικῆς ἀνανεοῖ
4936674 ἠγαγον
τὸ ἀεικίνητον . : ὥδωσα : Εἰς γνῶσιν καὶ ὁδὸν ἤγαγον . : ἐξωμμάτωσα ] Ἐξελάμπρυνα . : ἐξωμμάτωσα κτλ
γὰρ νῦν δεῦρο , πάτερ φίλε , νηΐ σε ναῦται ἤγαγον εἰς Ἰθάκην ; τίνες ἔμμεναι εὐχετόωντο ; [ οὐ
4931843 συσκοταζοντος
. . . . . . . δειπνήσαντες οὖν ἤδη συσκοτάζοντος ἐλθόντες κόπτομεν τὴν θύραν . οἳ δ ' ἡμᾶς
' αὑτοῦ καὶ τῶν οἰκείων πιέτω . δειπνήσαντες οὖν ἤδη συσκοτάζοντος ἐλθόντες κόπτομεν τὴν θύραν , οἱ δ ' ἡμᾶς
4928164 ἀνηνεγκαν
τοῦτον ἐξέθετο . εὑρόντες δέ τινες αὐτὸν ποιμένες καὶ ἀναλαβόντες ἀνήνεγκαν τῷ τότε βασιλεῖ Κορίνθου Πολύβῳ : ὃς λαβὼν αὐτὸν
τοῦτον ἐξέθετο . εὑρόντες δέ τινες αὐτὸν ποιμένες καὶ ἀναλαβόντες ἀνήνεγκαν τῷ τότε βασιλεῖ Κορίνθου Πολύβῳ : ὃς λαβὼν αὐτὸν
4924335 πιτταν
πόλις ἐνταῦθα Μαμέρτιον καὶ ὁ δρυμὸς ὁ φέρων τὴν ἀρίστην πίτταν τὴν Βρεττίαν , ὃν Σίλαν καλοῦσιν , εὔδενδρός τε
μάγειρον . ἀπείρητο γὰρ ὑπ ' Ἀθηναίων ἐξάγειν ξύλα καὶ πίτταν . εἶχον γὰρ οἱ Λακεδαιμόνιοι τριήρεις . κενῇ τῇ
4918530 καττιτερον
ἐρυθρὸν καὶ λευκόν . Εἶναι δέ τινα λόγον πρὸς τὸν καττίτερον : συμβάλλεσθαι δ ' οὐ μεγέθους χάριν ἀλλὰ τῆς
ἐπ ' αὐτοῖς . ὁπότε δὲ ἐκ τούτων ἀρξάμενον ἐτόλμησε καττίτερον εἰπεῖν καὶ κάττυμα καὶ πίτταν , εἶτα ἀπερυθριᾶσαν καὶ
4918485 γελγη
τῷ γρυμαιοπώλῃ με περιμένειν : καίτοι προηγόρευτο αὐτῷ ἐπὶ τὰ γέλγη ἀπαντᾶν . Ἀλλ ' εἰς καιρὸν οὑτοσὶ αὐτὸς ἐμπολήσας
τὸν λιβανωτόν , κεὐθὺ τῶν ἀρωμάτων , καὶ περὶ τὰ γέλγη . εἴη δ ' ἂν καὶ μαγειρεῖα τῶν πόλεως
4918312 Ἁμαδρυαδας
: ἀπορία , πενία , ἔνδεια . Ἁμαδρυάδος νύμφης : Ἁμαδρυάδας νύμφας Μνησίμαχός φησι διὰ τὸ ἅμα ταῖς δρυσὶ γεννᾶσθαι
ὥς φησι Μνησίμαχος ὁ Φασιλήτης ἐν Διακόσμοις . , : Ἁμαδρυάδας νύμφας Μνησίμαχός φησι διὰ τὸ ἅμα ταῖς δρυσὶ γεννᾶσθαι
4910792 ἀξουσι
καλῶς ποιεῖς , ὦ Κροῖσε , προνοῶν : ἔμοιγε μέντοι ἄξουσι τὰ χρήματα οἵπερ καὶ ἔχειν αὐτὰ ἄξιοί εἰσιν :
οὔτε ἄνεμοι ταῖς πνοαῖς τύπτοντες καὶ στρέφοντες τῇ πολυφόρῳ χεράδι ἄξουσι καὶ ἐμβαλοῦσιν εἰς τὰ βάθη τῆς θαλάσσης . ἐριβρόμου
4910176 Ἐσθιειν
πάλαι μέμακται , ἡ δὲ μάζα νῦν . σιτεῖσθαι : Ἐσθίειν . . ἰσχνῶν ῥαφανίδων : Ἀττικοὶ ῥαφανίδα φασὶν ἣν
δὲ μεταξὺ ἡμέρας λούειν δὶς τῆς ἡμέ - ρης . Ἐσθίειν δὲ πράσα ἑφθὰ καὶ ὠμὰ καὶ ῥαφανῖδας καὶ κάρδαμα
4908842 μυστικον
ἐκδαπανῆσαι . Τὸ δὲ τῆς πλύσεως διττὸν , τὸ μὲν μυστικὸν , τὸ δὲ ἀπολελυμένον . Πλύσιν οὖν εἰρήκασιν μυστικὴν
καὶ Πανδρόσωι καὶ Ἀγραύλωι : ἐφέρετο δὲ πολυτελῶς κατά τινα μυστικὸν λόγον . καὶ τοῦτο ἐποίουν οἱ πολλοί : φιλοτιμίας
4900265 κεραμον
Ἀργείους καὶ Αἰγινήτας Ἀττικὸν μηδὲν προσφέρειν εἰς τὰς θυσίας μηδὲ κέραμον , ἀλλ ' ἐκ χυτρίδων ἐπιχωρίων τὸ λοιπὸν αὐτόθι
συνῴκισε τὴν Κασάνδρειαν , φιλοδοξοῦντι καὶ βουλομένῳ ἴδιόν τινα εὑρέσθαι κέραμον διὰ τὸ πολὺν ἐξάγεσθαι τὸν Μενδαῖον οἶνον ἐκ τῆς
4899724 Αἰγυπτιον
παρέξειν , Κυνθίαν ὅσοι σκοπὴν μίμνοντες ἠλάσκουσιν Ἰνωποῦ πέλας , Αἰγύπτιον Τρίτωνος ἕλκοντες ποτόν . ἃς δὴ Πρόβλαστος ἐξεπαίδευσε θρασὺς
οὖν ἠγνόει τὸν ἰσθμόν , ὃν οὗτος ποιεῖ πρὸς τὸ Αἰγύπτιον πέλαγος ; Καὶ γὰρ δὴ καὶ τελέως ἄλογον ,
4899312 ἀφελου
ἐπιπολάζον τῷ γάλακτι , ὃ οἱ Σικελοὶ σῦφαρ καλοῦσιν , ἀφελοῦ , καὶ οὕτω τὸ γάλα δὸς πιεῖν ῥαδάμνους ]
Κορυδαλλῷ , ἔχει δὲ οὕτως . : ἴθι δεῦρ ' ἀφελοῦ τ ' ὦ λάγνα ταχὺ τὰ ποικίλα : καὶ
4899186 χαιρετε
πρὸς τοὺς τρίποδας τοὺς ἐν Διονύσου τουτουσὶ , πάντως δὲ χαίρετε αὐτοὺς προσορῶντες . ἆρ ' οὖν ποτ ' ἂν
οὕτω τελευτῆσαι . Καὶ ἔστιν ἡμῶν εἰς αὐτὸν οὕτω : χαίρετε , καὶ μέμνησθε τὰ δόγματα : τοῦτ ' Ἐπίκουρος
4898247 ἀφορωντες
διανοίᾳ καὶ τοῖς λόγοις ἀντιστατούσης . διὸ πρὸς τὸ χρειωδέστερον ἀφορῶντες καὶ ἡμεῖς προτάσσομεν ἔσθ ' ὅτε τοὺς ὑπὲρ τῆς
νῦν ἐνοχλούντων κακῶν , ὅταν ἐς τὴν θάλασσαν κενὴν σκαφῶν ἀφορῶντες ἀναμιμνήσκησθε τοῦ πλήθους ὧν εἴχετε νεῶν , καὶ λαφύρων
4891582 Κυνοσαργες
νόθους ἐκεῖ συντελεῖ , καθάπερ ποτ ' ἐνθάδ ' εἰς Κυνόσαργες οἱ νόθοι : ὑμεῖς δ ' , ὦ ἄνδρες
Φίλιππος ὁ Μακεδὼν ἐπὶ τὰς Ἀθήνας ἐλθὼν κατεστρατοπέδευσεν ἐπὶ τὸ Κυνόσαργες . μετὰ δὲ ταῦτα τὴν Ἀκαδημίαν ἐνέπρησε καὶ τοὺς
4889324 κομιζουσι
ὤφειλεν , ἀποπέμπει . οἱ δὲ ἀφικόμενοι τά τε δῶρα κομίζουσι τῷ βασιλεῖ καὶ τὸν δασμὸν ἀπαγγέλλοντες αὐτῷ καὶ τὰ
τοῦ πνεύματος πέτονται , καὶ βραχεῖαν λίθον ἐν τοῖς ποσὶ κομίζουσι καὶ τοσαύτην ὅσην εὔφορον αὐταῖς πετομέναις εἶναι , καὶ
4886523 ΛΖΚ
δὲ ὡς τὴν ΝΘΜ . Ἐπεὶ οὖν ἀσύμπτωτόν ἐστιν τὸ ΛΖΚ ἡμικύκλιον τῷ ΝΘΜ ἡμικυκλίῳ , ὁμοία ἐστὶν ἡ ΝΛ
ᾧ δὲ χρόνῳ τὸ Ν ἀρξάμενον ἀπὸ τοῦ Λ τὴν ΛΖΚ διαπορεύεται , ἐν τούτῳ τὸ κατὰ διάμετρον αὐτῷ τὸ
4884493 κατακαυσαι
ἠγόρευσε τὰς μὲν ἁμάξας καὶ τὰ περιττὰ τῆς σκευῆς [ κατακαῦσαι , συγκατακαῦσαι δὲ καὶ τὰς σκηνὰς ] , ὅπως
ὑποθεὶς τράπεζαν χαλκῆν ἐστάθευσά τε τῷ πυρί , ὡς μήτε κατακαῦσαι μήτ ' ὠμὸν ἀφελεῖν . καὶ τῆς φορίνης ἤδη
4884147 ἐθυσα
, εἰ δὲ τοῦτο , καὶ ἔθυσα , εἰ δὲ ἔθυσα , καὶ ἔφαγον . λεγόντων δὲ αὐτὰ οἱ πίστεως
ἐμαυτὸν ἐρῶ κακῶς : τοῦτον κατέκτειν ' : ἀπρεπῶς τὸ ἔθυσα . ἢ τάχα ἵνα δείξῃ ὅτι εὐσεβῶς διεπράξατο φονεύσας
4883459 ῥαιδιως
' ἄλλος ἔστειχ ' ὧδε τοῦδε κατὰ πόδας , τὸν ῥαιδίως λαψῆι τὺ κὰτ τὸ νῦν γά θην εὔωνον ἀείσιτον
. ταύτηι ἄρα δοκεῖ μοι καὶ τὰ νεαρὰ παιδάρια μὴ ῥαιδίως φέρειν κατακλειόμενα ζοφεροῖς οἴκοις καὶ πάσης φωνῆς ἀμετόχοις .
4876812 μελετᾳν
προγενόμενα : γιγνώσκειν τὰ παρεόντα : προλέγειν τὰ ἐσόμενα : μελετᾷν ταῦτα : ἀσκέειν , περὶ τὰ νουσήματα , δύο
λείπει τὸ πεπορνευκέναι : οὕτως δὲ δεῖ τὸν ὁρικὸν στοχασμὸν μελετᾷν : ὅτ ' ἂν παρέλθῃ τοῦ στοχασμοῦ τὰ κεφάλαια
4874997 Λακωνικαις
. Ἔστι καὶ Αἰτωλία πόλις Πελοποννήσου , ἣν συγκαταλέγει ταῖς Λακωνικαῖς πόλεσιν Ἀνδροτίων ἐν Ἀτθίδος . . . : Βολισσὸς
. . . . Ἀριστοφάνης δ ' ὁ γραμματικὸς ἐν Λακωνικαῖς γλώσσαις τὰ κοκκύμηλά φησι τοὺς Λάκωνας καλεῖν ὀξύμαλα Περσικά
4872543 ἀπηγαγον
ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων νεῶν παρέδωκαν ἑαυτοὺς Ἀθηναίοις : οὓς παραλαβόντες ἀπήγαγον ἐν Ἀθήναις . ἦσαν δὲ ἐν φρουρᾷ : ἐπεὶ
τὸν Ὁράτιον ἀνοχὰς τοῦ πολέμου καταστησάμενοι πρὸς τοὺς Ἀρδεάτας πεντεκαιδεκαετεῖς ἀπήγαγον ἐπ ' οἴκου τὰς δυνάμεις . [ ἡ μὲν
4867923 ἐγειρουσι
λωνται , ποιεῖν . Ὅταν μὲν ἐπισπεύδωσι τὰς ὠδεῖνας , ἐγείρουσι διδοῦσαι ? φαρμάκια τὰ συνταχύνοντα , [ ὅταν ]
αἱ καλούμεναι πίστεις καὶ τόποι πίστεων καὶ ἀφορμαὶ πολλὴν ἀφθονίαν ἐγείρουσι λόγων . Ἐπειδὴ δὲ εἴρηται καὶ περὶ τούτων ἀποχρώντως
4867481 ἑρμηνευουσιν
τοῖς μήλοις σῦκα . αἱ δὲ μελιχραί : τινὲς οὕτως ἑρμηνεύουσιν : αἱ μὲν ἔχουσι λεπτὸν λέπυρον : αἱ δὲ
ὄγδοος δὲ ἐγένετο ἐπὶ τούτοις ὁ Ἔσμουνος , ὃν Ἀσκληπιὸν ἑρμηνεύουσιν . οὗτος κάλλιστος ὢν θέαν καὶ νεανίας ἰδεῖν ἀξιάγαστος
4866794 κριβανον
ἀπὸ τῶν λαφύρων χαλκὸν διανεῖμαι τὸν ἄριστον αὑτῷ ἐξείλετο . κρίβανον οἱ Ἀττικοὶ λέγουσιν οἷον κριθῶν βαῦνον , τουτέστι κάμινον
τις φοβηθῇ , οἷον τὸν ἱμάντα ὡς ὄφιν ἢ τὸν κρίβανον ὡς χάσμα τῆς γῆς , ἅπερ καὶ αὐτὰ κωμῳδικώτερά

Back