τὴν Σμύρναν προσαπήντων μὲν οἱ Ἴωνες , καὶ γὰρ ἔτυχον Πανιώνια θύοντες , ἀναγνοὺς δὲ καὶ ψήφισμα Ἰωνικόν , ἐν
πολέμων γενομένων περὶ τούτους τοὺς τόπους οὐ δυνάμενοι ποιεῖν τὰ Πανιώνια , μετέθεσαν τὴν πανήγυριν εἰς ἀσφαλῆ τόπον , ὃς
7560313 τριπλευρα
βρέγματος ὀστᾶ τετράπλευρα , τὰ δὲ καθ ' ἑκάτερον οὖς τρίπλευρα : τὸ δὲ πέμπτον ὀστοῦν τῆς κεφαλῆς τὸ κατ
. Εὐθύγραμμα σχήματά ἐστιν τὰ ὑπὸ εὐθειῶν γραμμῶν περιεχόμενα , τρίπλευρα μὲν τὰ ὑπὸ τριῶν , τετράπλευρα δὲ τὰ ὑπὸ
7470714 Ἐλευσινια
τῶν Ἀθηνῶν γυναῖκες ἐπὶ τῶν ἀμαξῶν ὀχούμεναι ἐς τὰ μεγάλα Ἐλευσίνια ἀπήρχοντο . ὡς ἐπὶ ἀμαξῶν οὖν ὀχουμένων αὐτῶν ,
ἄγεται δὲ αὐτόθι ἀγὼν Κόρης καὶ Δήμητρος , ὃς καλεῖται Ἐλευσίνια : οὗ ἔπαθλον κριθαί . Ἐλευσίς : τὸν τῶν
7449343 ἐτελειτο
Ἀπόλλωνος . Πελλάνα ] ἡ νῦν Κασάνδρεια : * ἔνθα ἐτελεῖτο τὰ Θεοξένια καὶ τὰ Ἕρμαια : τὸ δὲ ἆθλον
τότ ' ἀστροχίτων μέσσην παράμειβε πορείαν , Ἐκ δ ' ἐτελεῖτο δόλος στυγερὸς καὶ κῆρες ἀϊδναί Μηδείης ὑπ ' ἔρωτος
7426509 Αἰακεια
τὰ Πύθια ἄγεται . καὶ ἐν Αἰγίνῃ τὰ Δελφίνια καὶ Αἰάκεια ] . καὶ Μέγαρ ' Αἰακιδᾶν : ἐν Μεγάροις
. Αἰγίνᾳ τε γὰρ ] Ἐν Αἰγίνῃ ἀγὼν ἐτελεῖτο τὰ Αἰάκεια . Νίσσου τ ' ἐν λόφῳ ] Ἤγουν ἐν
7383727 ἀνακτορα
δὲ ἀπειθοῦντι καὶ παρακούσαντι κρύψω τὸ πῦρ καὶ κλείσω λόγων ἀνάκτορα . κοινὸν μὲν πάντων τὸ κήρυγμα , μάλιστα δὲ
† ἄνακτος , ἐξ οὗ ἀναγκάζω . . . . ἀνάκτορα : οὐ πεποίηται , τῶν † ῥημάτων παράκειται οὐδετέρου
7337948 Διασια
πανδημεὶ ἔξω τοῦ τείχους συνόντες ἑορτάζουσιν . ἔστι δὲ τὰ Διάσια τὰ αὐτὰ τοῖς Διιπολίοις . κᾆτ ' οὐκ ἔσχον
ἀπὸ Φειδίου καὶ δι ' ἣν αἰτίαν ἐλλείποιεν Ἀθηναῖοι τὰ Διάσια τοσούτων ἐτῶν , καὶ εἰ τὸ Ὀλυμπίειον αὐτῷ ἐπιτελέσαι
7333000 Θεοξενια
τράπεζαν τῶν θεῶν . θύοντι οὖν Θήρωνι καὶ ἑορτάζοντι τὰ Θεοξένια ἠγγέλθη , ὡς ἐν Ὀλυμπίᾳ οἱ αὐτοῦ ἵπποι ἐνίκησαν
καὶ δὴ εἰς ταύτην τὴν ἑορτήν , ἤγουν εἰς τὰ Θεοξένια , εὐμενὴς ἔρχεται ὁ Ἡρακλῆς σὺν τοῖς δυσὶ παισὶ
7324461 ἐξεκαιεν
καὶ ἠχῇ πάντα ἐκεῖνα ἐπέφλεγεν , ἤτοι τὰ τῶν Ἑλλήνων ἐξέκαιεν καὶ ἀνήγειρεν ἡ σάλπιγξ ἢ πάντα τὰ ἐκεῖσε περίχωρα
, ἐν βοῇ , ἐν ἤχῳ . ἐν ἤχῳ . ἐξέκαιεν , ἀνήγειρεν . ἐτάρασσεν . παραυτίκα . ἠχητικῆς .
7262606 Γαργανου
μέχρι τοῦ Γαργάνου ὄρους ἀπὸ δὲ ἀνατολῶν τῇ ἀπὸ τοῦ Γαργάνου ὄρους παραλίῳ μέχρις Ὑδροῦντος : ἀπὸ δὲ μεσημβρίας τῇ
παντελοῦς ἔργου παρέλυσε . Μεταξὺ δ ' εὐθὺς ἀπὸ τοῦ Γαργάνου κόλπος ὑποδέχεται βαθύς : οἱ δὲ περιοικοῦντες ἰδίως Ἄπουλοι
7246784 ἐνδημα
τῶν σποραδικῶν , ἃ ἔχουσιν οἱ ἀφορισμοί . λοιπὸν τὰ ἔνδημα , ἃ ἐν τῷ περὶ ἀέρων , τόπων ,
Περὶ τόπων , ἀέρων , ὑδάτων ἀναγινώσκειν , ἅπερ ἐστὶν ἔνδημα , καὶ εἶθ ' οὕτως τὰ ἐπίδημα , τουτέστι
7244874 Λυκαια
' ἐν Ἀρκαδίᾳ : ἐν Ἀρκαδίᾳ πολλοὶ ἀγῶνες ἄγονται : Λύκαια : Κόρεια : Ἕρμαια . τά τ ' ἐν
χαλκοῦς . Πολλοὶ δ ' ἄγονται ἀγῶνες ἐν Ἀρκαδίᾳ , Λύκαια , Κόρεια , Ἀλεαῖα , Ἕρμαια : ἐν δὲ
7236484 Ὀλυμπιειον
ὕστερον ὑπὸ Ἱέρωνος τοῦ βασιλέως τό τε κατὰ τὴν ἀγορὰν Ὀλυμπιεῖον καὶ ὁ πλησίον τοῦ θεάτρου βωμός , τὸ μὲν
οἵ τε Ἀθηναῖοι ἅμα ἕῳ ἐξέβαινον ἐς τὸ κατὰ τὸ Ὀλυμπιεῖον ὡς τὸ στρατόπεδον καταληψόμενοι , καὶ οἱ ἱππῆς οἱ
7205945 ἀγχιγυοι
ἣν καλέουσι Πηγάς : ὄνομα κρήνης Πηγαὶ οὕτω κυρίως . ἀγχίγυοι δὲ οἱ πλησιόχωροι , οἱ γείτονες . ἀμφίγυοι :
αὐτὰρ Ἐρυθραίης πλευρὸν ναίουσι θαλάσσης Μινναῖοί τε Σάβαι τε καὶ ἀγχίγυοι Κλεταβηνοί . τόσσα μὲν Ἀραβίην περιώσια φῦλα νέμονται ,
7198746 Πισαιοις
παῖδα ἐμνημόνευον . Πισαίους μὲν δὴ καὶ ὅσοι τοῦ πολέμου Πισαίοις μετέσχον , ἐπέλαβεν ἀναστάτους ὑπὸ Ἠλείων γενέσθαι : Πύλου
* . ἀπὸ τούτων μὲν αἱ γυναῖκες οὖσαι τῶν πόλεων Πισαίοις διαλλαγὰς πρὸς Ἠλείους ἐποίησαν : ὕστερον δὲ καὶ τὸν
7191991 Ἑκατομβαια
δὲ ἀπὸ κοινοῦ . δὶς δὲ αὐτόν φησι νενικηκέναι τὰ Ἑκατόμβαια καὶ ἐσχηκέναι εὐφόρων λήθην πόνων . ἐπιλανθάνονται γὰρ οἱ
νόμος κρεανομεῖσθαι πᾶσι τοῖς πολίταις . τὸ δὲ σημεῖον ὅτι Ἑκατόμβαια λέγει τὰ ἐν Ἄργει νενικηκέναι τὸν Διαγόραν . τά
7161351 προῳδικα
. ἐπῳδικὰ καλεῖται , ἐὰν δὲ ἐν τῇ πρώτῃ , προῳδικά , ἐὰν δὲ ἐν μέσῳ , μεσῳδικά . Ταῦτα
στροφῇ , ἐπῳδῷ , ἀντιστροφῇ , ἐπῳδῷ : ἅτινα ἐλέγετο προῳδικά , ἐπῳδικά , μεσῳδικὰ καὶ παλινῳδικά . Σύγκειται δὲ
7141861 Περκωτη
Λάμψακόν ἐστι καὶ Πάριον , καὶ ὅτι * ἡ πάλαι Περκώτη μετωνομάσθη ὁ τόπος . Τῶν δὲ ποταμῶν τὸν μὲν
πρωτοτύπου περιττεύει . σεσημείωται τὸ Περκώσιος καὶ Κριθώσιος ἀπὸ τοῦ Περκώτη καὶ Κριθώτη . Θρῖα , δῆμος τῆς Οἰνηίδος φυλῆς
7139149 ὀξυθυμια
. ” ἔνιοι μὲν , ὧν ἐστι καὶ Ἀρίσταρχος , ὀξυθύμια λέγεσθαί φασι τὰ ξύλα ἀφ ' ὧν ἀπάγχονταί τινες
, οἶδας Ἕλληνες . οἰκότριψ Ἀττικοί , οἰκοτραφής Ἕλληνες . ὀξυθύμια Ἀττικοί , καθάρσια τὰ εἰς τριόδους ἐκβαλλόμενα ἢ τὰ
7137457 Ἀδραμυττιον
εἰσὶν ἀξιόλογοι Ἄσσος τε καὶ Ἀδραμύττιον . ἠτύχησε δὲ τὸ Ἀδραμύττιον ἐν τῷ Μιθριδατικῷ πολέμῳ : τὴν γὰρ βουλὴν ἀπέσφαξε
ποταμοῦ καὶ τῶν Κανῶν λεγομένων ἔστι τὰ περὶ Ἄσσον καὶ Ἀδραμύττιον καὶ Ἀταρνέα καὶ Πιτάνην καὶ τὸν Ἐλαϊτικὸν κόλπον :
7108504 ὑποχωρητικα
τὰ ψύχοντα τὰ ἐν τῇ κοιλίῃ : τὰ δὲ τοιαῦτα ὑποχωρητικά ἐστι : καὶ τὰ ψυχρὰ καὶ τὰ ὑγρά :
⌈ καλεῖται [ καλοῦνται ] : τὰ δὲ ἐξοδικὰ ἢ ὑποχωρητικά , ἅπερ ἐπὶ τῇ ἐξόδῳ τοῦ δράματος ᾄδεται ,
7105748 μεσαγκυλα
τοὺς δὲ Πέρσας τοὺς μὲν τοξότας , τοὺς δὲ καὶ μεσάγκυλα ἔχοντας . Ἐν τούτῳ δὲ πολλάκις μὲν τοῦ ναυτικοῦ
εἴδη ἀκοντίων τριαινοειδῶν . οὕτω δὲ λέγεται ὡς πρὸς τὰ μεσάγκυλα ἃ δέδεται κατὰ μέσον σπάρτῳ : σφαγῆς : ἀντὶ
7099745 βουκολικα
. ὅτι εἰδύλλια , ἀλλ ' οὐ διαλόγους καλοῦσι τὰ βουκολικὰ ποιήματα : καίτοι διαλέγεται ἐνταῦθα πρόσωπα , ὥσπερ κἀν
βοῶν εἴληφεν ἐπιγραφὴν ὡς κρατιστεύοντος τοῦ ζῴου : διὸ καὶ βουκολικὰ λέγονται πάντα . εἴρηται δὲ βουκόλος παρὰ τὸ τὰς
7094971 Δημαρετην
ἐκήδευσε δὲ Γέλωνι τῶι τυράννωι , δοὺς αὐτῶι τὴν θυγατέρα Δημαρέτην , ἀφ ' ἧς καὶ τὸ Δημαρέτειον ὠνομάσθη νόμισμα
Γέλωνι τῷ Ἱέρωνος ἀδελφῷ ἐπικηδεύσας γάμῳ συνάπτει τὴν ἑαυτοῦ θυγατέρα Δημαρέτην , ἀφ ' ἧς καὶ τὸ Δημαρέτειον νόμισμα ἐν
7082131 Θεσπιεις
τῇ Ἀθηνᾷ καθιερωμένης αὐτόθι τὸν Ἔρωτα ἱδρυσάμενοι συνθύουσιν αὐτῷ . Θεσπιεῖς τε τὰ Ἐρωτίδεια τιμῶσιν καθάπερ Ἀθηναῖοι τὰ Παναθήναια καὶ
δ ' οὐχί . τότε δὲ ὁ Ἐπαμινώνδας ὡς τοὺς Θεσπιεῖς καταφεύγοντας ἐς τὸν Κερησσὸν ἐξεῖλε , πρὸς τὰ ἐν
7072799 Διιπολεια
ἀτάκτως γελᾶν διιπολιώδη : τὰ λεγόμενα Διάσια , ταῦτα καὶ Διιπόλεια . οὕτως δὲ ἐλέγετο ἃ τῷ πολιεῖ Διὶ ἐθύετο
ἦρξα Λυσίας ἐν τῇ πρὸς τὴν Μιξιδήμου γραφὴν ἀπολογίᾳ . Διιπόλεια : ἑορτή τις Ἀθήνησι τὰ Διιπόλεια : Ἀντιφῶν ἐν
7071667 ἐναγισματα
: ἡ τῶν ἐφόρων παρὰ Λακεδαιμονίοις ἀρχή . Ἐναγίζειν καὶ ἐναγίσματα : τὰ τοῖς νεκροῖς ἐπισπενδόμενα ἐν τῷ τάφῳ .
καινοῦ τὸ ἐντεῦθεν βίου φασὶν ἄρχεσθαι . τὰ δὲ Θετταλικὰ ἐναγίσματα φοιτῶντα τῷ Ἀχιλλεῖ ἐκ Θετταλίας ἐχρήσθη Θετταλοῖς ἐκ Δωδώνης
7055747 Βορεαδαι
δὲ πρὸς τὴν ἐξόρμησιν οἱ περὶ τὸ Πάγγαιον ὄρος οἰκοῦντες Βορεάδαι τοῖς ἥρωσι συνεστέλλοντο . καὶ γὰρ ἑκών : καὶ
δὴ ἀγώγιμα τῆς νεὼς Διόσκουροι καὶ Ἡρακλῆς Αἰακίδαι τε καὶ Βορεάδαι καὶ ὅσον τῆς ἡμιθέου φορᾶς ἤνθει , τρόπις δὲ
7048120 Λοβων
παρ ' Ἀθηναίοις τὸ ἱερὸν τῶν Σεμνῶν , ὥς φησι Λόβων ὁ Ἀργεῖος ἐν τῶι Περὶ ποιητῶν [ . ̈
σοφὸν ἀστρονόμημα . τὰ δὲ γεγραμμένα ὑπ ' αὐτοῦ φησι Λόβων ὁ Ἀργεῖος [ . ̈ . ] εἰς ἔπη
7047750 Τισαμενος
. . . . . . . . . α Τισαμενός . . . . . . . . .
. ἐδίκασαν δὲ Ἀθηνᾶ καὶ Ἄρης : Ὀρέστου καὶ Ἑρμιόνης Τισαμενός , Πυλάδου καὶ Ἠλέκτρας Στρόφιος καὶ Μέδων : παρὰ
7047256 Ἀγβατανα
τι τῇ πόλι οὔνομα εἴη : οἱ δὲ εἶπαν ὅτι Ἀγβάτανα . Τῷ δὲ ἔτι πρότερον ἐκέχρητο ἐκ Βουτοῦς πόλιος
Συρίας . Κτησίας δὲ πανταχοῦ τῶν Περσικῶν τὰ παρὰ Μήδοις Ἀγβάτανα διὰ τοῦ α γράφει . Παρὰ δὲ τοῖς ἀρχαίοις
7045233 Λαρυμνα
δὲ τὸ ὄρος τὸ Πτῶον ἔστιν ἐπὶ θαλάσσης Βοιωτῶν πόλις Λάρυμνα , γενέσθαι δὲ αὐτῇ τὸ ὄνομά φασιν ἀπὸ Λαρύμνης
. Καί εἰσι κατ ' Εὔβοιαν αὐτοῖς πόλεις αἵδε : Λάρυμνα , Κῦνος , Ὀποῦς , Ἀλόπη : εἰσὶ δὲ
7044563 ἀππιδια
, ἀφ ' ἧς γίνεται λευκὰ συκάμινα . Τὰ δὲ ἀππίδια ἐνθεματίζεται εἰς ῥοιάς , καὶ εἰς κυδώνια , καὶ
χλοώδη τὸν καρπὸν ἔχουσα , οἷον δωρακινά , μῆλα , ἀππίδια , δαμασκηνά , καὶ ὅσα μὴ ἔχει ἔξωθέν τι
7040842 πυλωνες
: παρενέβαλον δὲ ἐκεῖ παρὰ τὰ ὕδατα ” . Αἰλὶμ πυλῶνες ἑρμηνεύονται , εἰσόδου τῆς πρὸς ἀρετὴν σύμβολον : ὥσπερ
, ἔτι δὲ πρόδομοί τε καὶ αὐλαὶ καὶ προαύλια καὶ πυλῶνες καὶ πρόθυρα καὶ ὀπτανεῖα καὶ λουτρὰ λόγου ἄξια ,
7039387 Καρσι
† , ὅς ς ' ἐπὶ Μίλητον δὲ κατάξει πήματα Καρσί . καὶ ἄλλως εἴρηται ἐκ τοῦ Ῥητορικοῦ λεξικοῦ :
τὸ ἑτέροις γένεσι περιέχεσθαι , ὡς Ἰδριεῖς μὲν καὶ Τερμίλαι Καρσί , Δολίονες δὲ καὶ Βέβρυκες Φρυξί . Φαίνεται δ
7035153 Ἡραια
Ἀρέθουσα , Ἀστακός , Τεγέα , Χαλκίς , Λάρισσα , Ἥραια , Ἀπολλωνία , ἐν δὲ τῇ Παρθυηνῇ Σώτειρα ,
, καὶ τὰ ἐπὶ τῷ Ἄργει , ἔνθα ἐτελεῖτο τὰ Ἥραια τὰ καὶ Ἑκατόμβαια : ἐδίδοτο δὲ τῷ νικήσαντι ἀσπὶς
7023273 Μοργητος
Μίσγης Μίσγητος , Λίργης Λίργητος : οὕτως οὖν καὶ Μόργης Μόργητος . Δεῖ προσθεῖναι χωρὶς τοῦ Ἄργης Ἄργου : τοῦτο
ὁ Συρακούσιος , οὗ καὶ πρότερον ἐμνήσθην . Φησὶ δὲ Μόργητος ἐν Ἰταλίᾳ βασιλεύοντος : ἦν δὲ τότε Ἰταλία ἡ
7016202 Βουκολιωνα
Μαίναλον , Τηλεβόαν Φύσιον Φάσσον Φθῖον Λύκιον , Ἁλίφηρον Γενέτορα Βουκολίωνα Σωκλέα Φινέα , Εὐμήτην Ἁρπαλέα Πορθέα Πλάτωνα Αἵμονα ,
ἐκφυγέειν ὀλοοῖο φόνου στονόεσσαν ὁμοκλήν . Εὐρύπυλος μὲν ἔπεφνεν ἀμύμονα Βουκολίωνα Νῖσόν τε Χρομίον τε καὶ Ἄντιφον : οἳ δὲ
7013320 Κλεψυδρα
κρήνη ἡ Κλεψύδρα , πρότερον Ἐμπεδὼ λεγομένη . ὠνομάσθη δὲ Κλεψύδρα , διὰ τὸ ποτὲ μὲν πλημμυρεῖν , ποτὲ δὲ
Μενάνδρου δὲ Θαὶς καὶ Φάνιον , Ἀλέξιδος Ὀπώρα , Εὐβούλου Κλεψύδρα . οὕτω δ ' ἐκλήθη αὕτη ἡ ἑταίρα ,
7007328 Θρᾳκικα
: ὕδωρ δηλονότι . Σιτάλκης ὁ Τήρεω : ἐντεῦθεν τὰ Θρᾳκικά : Σιτάλκου ἐπιστρατεία δύο ὑποσχέσεις : λείπει ἡ διά
ἐν δωδεκάτῃ ” καλεῖται δὲ τὰ ἀριστερὰ τοῦ Πόντου [ Θρᾳκικά ] , τὰ δ ' ἐν δεξιᾷ Χαλκηδονίς „
7003029 ἁμιλλητηρια
πολεμιστήριον . ἐλᾷ ] ἐλαύνουσι . τὰ πολεμιστήρια ] τὰ ἁμιλλητήρια . τὰ πολεμιστήρια ] ὤφειλεν εἰπεῖν : τὰ ἁμιλλητήρια
ἐν τοῖς ἀγῶσι . πολεμιστήρια . . . ] τὰ ἁμιλλητήρια ὤφειλεν εἰπεῖν , καὶ εἶπε τὰ πολεμιστήρια , παραφορούσης
7001311 Δαμασιας
ἐν μέσῃ τῇ αὐλῇ , Σκοπάδειον ἔργονταύτῃ προσπεσόντες ὅ τε Δαμασίας καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ , πρεσβῦτις ἤδη καὶ τὴν
. ὀλυμπιάδι ἑκατοστῆι | πεντεκαιδεκάτηι [ ἐνίκα ] | στάδιον Δαμασίας [ Ἀμφιπολίτης ] | , ἦρχον δ ' Ἀθήνησι
6996551 ἀρδμος
παρὰ τὸ ἀρδῶ περισπώμενον ἀρδήσω ἀρδηθμός . . . . ἀρδμός : ὁ ποτισμός : ἀπὸ τοῦ ἄρδω βαρυτόνου .
ἅρπῃ εἰκυῖα . ” λέγεται δὲ καὶ τὸ δρέπανον . ἀρδμός ποτισμός , καὶ ἄρσαι καὶ ἄρδειν τὸ ποτίζειν .
6996459 Μεμφιδι
: ἐπὶ τῶν κατειρωνευομένων . τόπος δέ ἐστιν ἐν τῇ Μεμφίδι Ἀγκὼν προσαγορευόμενος ὑπὸ τῶν πλεόντων κατὰ ἀντίφρασιν ἴσως ,
: ἐπὶ τῶν κατειρωνευομένων . τόπος δέ ἐστιν ἐν τῇ Μεμφίδι Ἀγκὼν προσαγορευόμενος ὑπὸ τῶν πλεόντων κατὰ ἀντίφρασιν ἴσως ,
6991594 καταγαιον
τόπος , ἔνθα κληροῦνται οἱ δικασταί . κατάγειον : οὐχὶ κατάγαιον διὰ τῆς αι διφθόγγου . κυψέλαι φρονημάτων : οἷον
μὲν τῶν Θρηίκων ἠφανίσθη , καταβὰς δὲ κάτω ἐς τὸ κατάγαιον οἴκημα διαιτᾶτο ἐπ ' ἔτεα τρία . Οἱ δέ
6986025 κηδεια
Ἡρόδοτον , καὶ κῆδος ἡ ἐπιγαμία κατὰ Θουκυδίδην , καὶ κηδεία κατὰ Δημοσθένην , καὶ κηδεύματα κατὰ Πλάτωνα . καὶ
τὸ ἐπιγαμβρεύω , καὶ τὸ ἐνταφιάζω , ἐξ οὗ καὶ κηδεία ὁ ἐνταφιασμός . ἐννεμέθονται : οἰκοῦσι , βόσκονται ,
6976107 ὑπεκρινοντο
, ἢ ὅτι μήπω προσωπείων ηὑρημένων τρυγὶ διαχρίοντες τὰ πρόσωπα ὑπεκρίνοντο . γεγόνασι δὲ μεταβολαὶ κωμῳδίας τρεῖς : καὶ ἡ
ἐν τραγῳδίαις ἦν ὁ βίος ἐνήγιζόν τε καὶ τὰ δράματα ὑπεκρίνοντο . Ἀθηναῖοι δὲ τοσοῦτον ἠγάπησαν Αἰσχύλον ὡς ψηφίσασθαι μετὰ
6972075 Μεσηνῃ
. Σπασίνου χάραξ , πόλις ἐν τῇ μέσῃ τοῦ Τίγρητος Μεσήνῃ . ἡ δὲ τοῦ Σπασίνου εὐθεῖα Σπασίνης ἐστί .
τὸ σοφιστεύειν ὥρμησε μειράκια σχολαστικὰ θηρεύων . καὶ σοφιστεύσας ἐν Μεσήνῃ καὶ Λαρίσῃ τῇ Θεσσαλικῇ καὶ πολλὰ ἐργασάμενος χρήματα ,
6970190 Ἀπριης
μύθου πλάσμα καταχωρισθεῖσα . μετὰ δὲ Ψαμμήτιχον ὕστερον τέτταρσι γενεαῖς Ἀπρίης ἐβασίλευσεν ἔτη δυσὶ πλείω τῶν εἴκοσι . στρατεύσας δὲ
, καὶ τῶν Αἰγυπτίων τῆι μάχηι κρατησάντων , ὁ μὲν Ἀπρίης ζωγρηθεὶς ἀνήχθη καὶ στραγγαλισθεὶς ἐτελεύτησεν , Ἄμασις δὲ διατάξας
6969477 Φρικωνις
ἡ Κύμη περὶ τὴν Μιτυλήνην ἐστίν : καλεῖται δὲ νῦν Φρικωνίς . Ἡ δὲ ἑτέρα Κύμη , ὅθεν ἦν Αἰόλος
, ὡς Ἑλλάνικος ἐν ἱερειῶν Ἥρας βʹ . καλεῖται καὶ Φρικωνίς ἡ Λάρισα καὶ Φρικωνῖτις . ἔδει οὖν Φρικιεύς καὶ
6969061 ὀρνυφια
πέτραις ταῖς καλουμέναις λισσαῖς , καὶ ἔστι τὸ μέγεθος τὰ ὀρνύφια ὅσονπερ ὠιὸν πέρδικος : σανδαρακίνην δέ μοι νόει τὴν
δὲ αἴτιον Θ . λέγει φυσικώτατα ἀνιχνεύσας , ὅτι τὰ ὀρνύφια τὴν ἄνθην τῶν δένδρων σιτούμενα εἶτα ἐπὶ τοῖς φυτοῖς
6968976 ἐπωνυμως
τῷ θανάτῳ κατήφειαν . Ἀίδης μὲν οὖν ὁ ἀφανὴς τόπος ἐπωνύμως ὠνόμασται , Φερσεφόνη δ ' ἄλλως ἡ τὰ πάντα
γενέθλης : γεννήσεως , γέννας , γενεᾶς . Ἐπικλήδην : ἐπωνύμως , καὶ ἐπονομαστικῶς , ἢ τὴν ἐπωνυμίαν , ὀνομαστικῶς
6968240 ἐνταφια
δὲ κατέλαβε πάντας , καί τις εἶπεν ἐνεστὼς “ τὰ ἐντάφια σεσύληται , τυμβωρύχων τὸ ἔργον : ἡ νεκρὰ δὲ
παιδίον ἐξέθηκα , οὐ γνωρίσματα ταῦτα συνεκθείς , ἀλλ ' ἐντάφια . Τὰ δὲ τῆς Τύχης ἄλλα βουλεύματα . Ὁ
6967513 Βριγες
τὰ δὲ τοπικὰ Βραυρωνόθεν * * * . . . Βρίγες : ἔθνος Θρᾳκικόν . Ἡρωδιανὸς Βρίγαντας αὐτούς φησι .
. Οἱ δὲ Φρύγες , ὡς Μακεδόνες λέγουσι , ἐκαλέοντο Βρίγες χρόνον ὅσον Εὐρωπήιοι ἐόντες σύνοικοι ἦσαν Μακεδόσι , μεταβάντες
6966845 Κομανα
προπεσόντος τοῦ χρυσίου , περὶ τόδε γενόμενοι , διαφυγεῖν ἐς Κόμανα περιεῖδον : ὅθεν ἐς Τιγράνην ἔφυγε σὺν ἱππεῦσι δισχιλίοις
βαθεῖς καὶ στενοί εἰσιν αὐλῶνες , ἐν οἷς ἵδρυται τὰ Κόμανα καὶ τὸ τῆς Ἐνυοῦς ἱερὸν ἣν ἐκεῖνοι Μᾶ ὀνομάζουσι
6966064 Σκυθου
, οὐ μὴν ἐγχρίπτεσθαι . οὐκοῦν ἐπεὶ τῆς ἐπιβουλῆς τοῦ Σκύθου σοφώτερα ἦν τὰ ζῷα , ἐπηλύγασεν ἱματίοις τὸν καὶ
| . . . . . . ] εἰς τοῦ Σκύθου τὴν γνώμην ἀνήγετο τέως ἐρῶντα αὐτὸν καὶ ἐκάλει |
6961212 τρισχιλιαι
δεινὸς ὢν καὶ τὰ τοιαῦτα συνιδεῖν ἔφη που : τῷ τρισχίλιαι ἵπποι ἕλος καταβουκολέοντο . ἐξηνεμῶσθαι δὲ ἵππους πολλάκις ἱπποφορβοὶ
χρήματα ἀποδεδωκέναι . τῶν μὲν γὰρ ἑκατὸν εἴκοσι στατήρων γίγνονται τρισχίλιαι τριακόσιαι ἑξήκοντα , ὁ δὲ τόκος ὁ ἔγγειος ὁ
6960494 τελουμενη
Ἕστι δὲ χῆτις χήτεως . Ἀμφιδρόμια : ἑορτὴ ἦν Ἀθήνῃσι τελουμένη Διονύσῳ μετὰ τὴν γέννησιν τῶν παίδων . Κουρεότης Ἀπατουρίων
τιμῆσαι αὐτόν , ἐὰν κρηήνῃ . Κάρνεα : Κάρνεια ἑορτὴ τελουμένη τῷ Καρνείῳ Ἀπόλλωνι κατὰ τὴν Πελοπόννησον , ἀπὸ Κάρνου
6956866 Παμφυλος
Δωριεῖς οὐ μετέβαλον τὸ ἐξ ἀρχῆς ἦθος . Ὁ δὲ Πάμφυλος πρόγονος ἦν Δωριέων , οὗ καὶ φυλὴ ἐπώνυμος ἐν
Ὀρέστου . θνήσκουσι δὲ συμμαχοῦντες αὐτοῖς οἱ Αἰγιμίου παῖδες , Πάμφυλος καὶ Δύμας . ἐπειδὴ δὲ ἐκράτησαν Πελοποννήσου , τρεῖς
6955733 συγκατασκευασας
μὴν ἀλλὰ 〚 κατὰ τοὺς ἀρχαίους χρόνους 〛 Ἰόλαος μὲν συγκατασκευάσας τὰ κατὰ τὴν ἀποικίαν ἐπανῆλθεν εἰς τὴν Ἑλλάδα ,
. οὐ μὴν ἀλλὰ κατὰ τοὺς ἀρχαίους χρόνους Ἰόλαος μὲν συγκατασκευάσας τὰ κατὰ τὴν ἀποικίαν ἐπανῆλθεν εἰς τὴν Ἑλλάδα ,
6955581 Ἡνιοχοι
Προμηθεῖ Λυομένωι . . . Α + . : ἀρειθύσανοι Ἡνίοχοι : Ἄρεος θύσανοι , ἀποσχίσματα : καὶ ἀποβλαστήματα .
ἔθνος οἱ λεγόμενοι Ἐκχειριεῖς , νῦν δὲ οἰκοῦσι Μαχελῶνες καὶ Ἡνίοχοι . [ * * * Ὁ Τάναϊς ποταμὸς λέγεται
6953897 Δημητρια
. Βαθυκόλπου ] Ὅτι ἐν Ἐλευσῖνι Δήμητρός ἐστιν ἀγὼν τὰ Δημήτρια , ἃ καὶ Ἐλευσίνια λέγεται . Ἐμὲ δ '
καὶ Πάνδια , Ἀθηνᾶς Παναθήναια , Ἥρας Ἥραια , Δήμητρος Δημήτρια καὶ θεσμοφόρια καὶ Ἐλευσίνια , Κόρης παρὰ Σικελιώταις θεογάμια
6950940 πομπευουσι
οἱ δὲ διὰ τοῦ ε ἐρσεφορία . τῇ γὰρ Ἔρσῃ πομπεύουσι , τῇ Κέκροπος θυγατρὶ , ὡς ἱστορεῖ Ἴστρος .
χειμῶνος , Λουπερκάλια καλεῖται , ἐν ᾗ γηραιοί τε ὁμοῦ πομπεύουσι καὶ νέοι , γυμνοὶ , ἀληλιμμένοι τε καὶ διεζωσμένοι
6947698 Ἰσμηνιον
προοίμιον ἐκάλεσεν . ἔνθα καὶ νῦν ἐπίνομον : εἰς τὸ Ἰσμήνιον καλεῖ συνέρχεσθαι τὸν ἐπίνομον τῶν ἡρωΐδων στρατόν . ἐπίνομον
Καλλισθένης ἐν γ τῶν Ἑλληνικῶν εἶναι μαντεῖά φησι τὸ μὲν Ἰσμήνιον ἐν Θήβαις , τὸ δὲ Τροφώνιον ἐν Λεβαδείαι ,
6946662 ἀναπτυομενα
οὕτως λέγομεν , ὅτι τάχιστα ἀναπτύει καὶ εὐανάγωγά εἰσι τὰ ἀναπτυόμενα . πλὴν δεῖ εἰδέναι ὅτι κατὰ τοῦ πρώτου ἁρμόζει
εἰσὶ κακά . εἰ δὲ μηδὲν ἀναπτύεται , ἢ καὶ ἀναπτυόμενα ἐλάχιστα πάνυ καὶ ὀλίγα ἀναπτύεται , καὶ ἐπὶ τούτοις
6945962 λικνα
λευκόν : λαμπρόν . παναπηρέας : ἀβλαβεῖς . χρυσῶ πλέα λίκνα : ἢ χρυσοῦ πεπληρωμένα ἢ ὅτι περιεχρύσουν αὐτὰ δι
καὶ πέρσεις τελεταὶ , καὶ θίασοι παντοδαποὶ , καὶ τὰ λίκνα φέρουσαι . Μετὰ δὲ ταῦτα Μακέται , αἱ καλούμεναι
6941020 καταδειται
, ἰσότητος . ἐκ τούτων τὰ τῶν ὁμοπατρίων ἀδελφῶν δράγματα καταδεῖται , τὰ δὲ τοῦ ὁμογαστρίου ἐξ ἡμερῶν καὶ χρόνου
τοῖς ἀρρήκτοις ἐγκρατείας δεσμοῖς : ” ὅσα γὰρ οὐχὶ δεσμῷ καταδεῖται ” φησὶ Μωυσῆς ἐν ἑτέροις „ ἀκάθαρτα εἶναι ,
6940856 Ῥηναιαν
, ὡς ἐν τοῖς περὶ Κνιδίας Ἰάσων φησίν . καὶ Ῥήναιαν : Ῥήναια νῆσος παρακειμένη τῇ Δήλῳ , ἣν καὶ
, ἶσον Δωριέεσσι νέμων γέρας ἐγγὺς ἐοῦσιν : ἶσον καὶ Ῥήναιαν ἄναξ ἐφίλησεν Ἀπόλλων . ὣς ἄρα νᾶσος ἔειπεν :
6938866 στειβω
α : τὸ δὲ στείβω , παρὰ τὸ στῶ , στείβω . αἰρήσειν , ἀπὸ τοῦ ἀλῶ , ὁ σημαίνει
καὶ ἀστιβητός : μετὰ τοῦ στερητικοῦ α : τὸ δὲ στείβω , παρὰ τὸ στῶ , στείβω . αἰρήσειν ,
6937978 κυβευτηρια
, ὥσπερ καὶ μάχλους . κυβεία , κυβεύτρια κυβευταί , κυβευτήρια . πεττεία ἢ πεσσεία , ὡς Σοφοκλῆς σκιράφια :
: Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Προξένου . σκιραφεῖα ἔλεγον τὰ κυβευτήρια , ἐπειδὴ διέτριβον ἐν Σκίρῳ οἱ κυβεύοντες , ὡς
6937795 καταχρυσον
. Γ ἁλουργίδα ] πεποικιλμένην περικεφαλαίαν . Γ κατάπαστον ] κατάχρυσον . Γ χρυσοῦ διώξεις : τῷ “ διώξεις ”
τοῦ ὑποδήματος , ἐὰν ὑπὲρ τὸν πόδα ὑπερβῇς , γίνεται κατάχρυσον ὑπόδημα , εἶτα πορφυροῦν , κεντητόν . τοῦ γὰρ
6933232 κατειργασμενα
Σημεῖον δ ' ὅτι καὶ τὰ ξύλα τὰ ἔμμητρα διαστρέφεται κατειργασμένα ἤδη μέχρι οὗ ἂν τελέως ἀναξηρανθῇ , δι '
ἐπιδέσεως ἐνίοτε ποιούμεθα . θεραπευτέον ἐπιτιθέντας ἔρια πολλὰ ῥυπαρὰ καλῶς κατειργασμένα , ῥαίνοντας ἐλαίῳ τε καὶ οἴνῳ . προϋποχρίειν δὲ
6930513 Καρνειου
, ὑπερθέντες τὸ ῥῶ κατὰ δή τι ἀρχαῖον . τοῦ Καρνείου δὲ οὐ πόρρω καλούμενόν ἐστιν ἄγαλμα Ἀφεταίου : τοῖς
ἱερὸν καὶ Χαρίτων , τὸ δὲ Εἰλειθυίας ἐστὶν Ἀπόλλωνός τε Καρνείου καὶ Ἀρτέμιδος Ἡγεμόνης : τὸ δὲ τοῦ Ἀγνίτα πεποίηται
6930231 τρωγαλια
τραγήματα οὕτως ἔλεγον . . ἰσχάδια : Σῦκα . . τρωγάλια : Τραγήματα . οὕτω γὰρ τὰ τραγήματα ἐκάλουν οἱ
γὰρ πῦρ οἱ ἄνθρωποι ἐρρίπιζον , ἵνα ὀπτήσωσιν . τὰ τρωγάλια λέγει . εἶδος ἀθάρας ἀπὸ φασηλίων . Σμοιός :
6929976 τυραννικωτατος
ἀδικώτατον ἀθλιώτατον , τοῦτον δὲ αὖ τυγχάνειν ὄντα ὃς ἂν τυραννικώτατος ὢν ἑαυτοῦ τε ὅτι μάλιστα τυραννῇ καὶ τῆς πόλεως
ψυχῇ τύραννον ἔχῃ . Εἰκότως γ ' , ἔφη : τυραννικώτατος γὰρ ἂν εἴη . Οὐκοῦν ἐὰν μὲν ἑκόντες ὑπείκωσιν
6929889 προλεγομενα
ἐν οἷς σὺν θεῷ καὶ ἡ παροῦσα πρᾶξις καὶ τὰ προλεγόμενα τῆς φιλοσοφίας . Μέλλοντες σὺν θεῷ ἄρχεσθαι τοῦ παρόντος
Κατηγορίαις μαθησόμεθα . ταῦτα ἔχει ἡ παροῦσα πρᾶξις καὶ τὰ προλεγόμενα τῆς Πορφυρίου Εἰσαγωγῆς . Ἐπειδὴ κόρον ἔχειν τῶν προοιμίων
6928154 Γαβαλα
. . . . . ξη ∠ ʹ λε ιβʹ Γάβαλα . . . . . . . . .
βιβλίῳ φησίν ” ἔστι Κάρνος καὶ συνεχῶς Πάλτος , εἶτα Γάβαλα πόλις „ . καὶ ἀναλογεῖ τὸ Καρνίτης . Καρνία
6918861 Παλλαδια
ὥς φησι Σιμωνίδης ὁ γενεαλόγος . . . Φερεκύδης δὲ Παλλάδιά φησι τὰ ἀχειροποίητα μορφώματα καὶ πᾶν τὸ ἐξ οὐρανοῦ
ὥς φησι Σιμωνίδης ὁ γενεαλόγος . . . Φερεκύδης δὲ Παλλάδιά φησι τὰ ἀχειροποίητα μορφώματα καὶ πᾶν τὸ ἐξ οὐρανοῦ
6918294 Μηθυμνα
. . . . . νε γοʹ λθ ∠ ʹγ Μήθυμνα . . . . . . . . .
γὰρ καὶ παρὰ τὸ ῥίζα ῥιζόθεν , ἐσχάρα ἐσχαρόθεν , Μήθυμνα Μηθυμνόθεν , Μέγαρα Μεγαρόθεν . Οὐ βίαιον δὲ καὶ
6917263 Ἑρμαια
ἔχει λακκαῖον ἐν τῇ φάραγγι . Ἀπὸ Φοινικοῦντος ἐπὶ τὰ Ἑρμαῖα στάδιοι ζʹ : ἐκ δεξιῶν τὴν ἄκραν ἔχων ὁρμίζου
ὦ Σώκρατες , διαφερόντως ἐστίν , καὶ ἅμα , ὡς Ἑρμαῖα ἄγουσιν , ἀναμεμειγμένοι ἐν ταὐτῷ εἰσιν οἵ τε νεανίσκοι
6916776 Μαλεα
, καὶ ποταμὸς Εὐρώτας , καὶ Βοΐα πόλις , καὶ Μαλέα ἄκρα . 〚 ΚΥΘΗΡΑ . 〛 Κατὰ ταύτην κεῖται
Ἑκαταῖος περιηγήσει Αἰγύπτου . Λιθήσιος , ὁ Ἀπόλλων ἐν τῷ Μαλέα λίθῳ προσιδρυμένος ἐκεῖ . Ῥιανὸς Ἠλιακῶν τρίτῳ . ὡς
6914984 Ἐφιαλτης
' ἐγχειροῦμεν μάτην ὥσπερ ? [ Ὦτος καὶ ] | Ἐφιάλτης οἱ τὰ ὄρη τοῖς ὄρεσιν ἐπιθεῖναι ? [ ἐγχειροῦντες
τῆς μορφῆς φοβερόν . Ἰφιμεδείας παῖδας ] * Ὦτος καὶ Ἐφιάλτης οἱ Ἀλωέως καὶ Ἰφιμεδείας παῖδες ἐπιβούλως πρὸς θεοὺς διακείμενοι
6908445 ἡρῳα
γὰρ καλοῦσιν οἱ Ἀττικοὶ τὴν σκιάν . [ ἔπη ] ἡρῷα : οὐκ ἔπη , τὰ ἑξάμετρα . ὁ δὲ
ὠφελὲς οὐ κέκτηνται . διό μοι δοκοῦσι καὶ οἱ τὰ ἡρῷα παριόντες σιγὴν ἔχειν , . πάντα τὰ ' πιδέξια
6907777 θυσαντων
καὶ ἐγύμναζε τῷ πολέμῳ . Στάδιον δὲ ὧδε εὕρηται : θυσάντων Ἠλείων ὁπόσα νομίζουσι , διέκειτο μὲν ἐπὶ τοῦ βωμοῦ
Πύθιος ἐμαντεύσατο , εἰ προηρόσιον ὑπὲρ ἁπάντων Ἀθηναῖοι θύσειαν . θυσάντων οὖν τῶν Ἀθηναίων τὸ δεινὸν ἐπαύσατο . καὶ οὕτως
6894064 Λιγυστικου
δὲ αὐτὴν εἶπεν , ὅτι μεταξύ ἐστιν Ἀδρίου καὶ τοῦ Λιγυστικοῦ . Πολυτενὴς δὲ , ἐπὶ πολὺ διατεταμένη . Οὐχ
τῆς γλυκυτέρας καὶ ἀδηκτοτέρας ὁμοίας κἀνταῦθα τῆς λιγνύος γινομένης . Λιγυστικοῦ ἡ ῥίζα καὶ τὸ σπέρμα τῶν θερμαινόντων ἐστὶ καὶ
6891693 κυνιδια
σαρκάζοντες Γ : οἷον ὑποσεσηρότες καὶ διανοίγοντες , ὥσπερ τὰ κυνίδια , ὅταν προσλιπαρῇ τινα καὶ ἀφέλκῃ τοῖς ὀδοῦσιν .
' ἂν ὑπηρετήσωσι κατὰ γνώμην τῷ πωλοδάμνῃ : καὶ τὰ κυνίδια δὲ πολὺ τῶν ἀνθρώπων καὶ τῇ γνώμῃ καὶ τῇ
6888828 Κοισυρας
γὰρ καὶ σφριγᾷ , κἄστ ' ἐκ γυναικῶν εὐπτέρων καὶ Κοισύρας . ἀτὰρ μέτειμί γ ' αὐτόν : ἢν δὲ
γὰρ ] ναὶ ἄκων ἐπιτρέπω . εὐπτέρων ] εὐγενῶν . Κοισύρας ] ἐκ ταύτης γὰρ ἡ τούτου γυνὴ κατήγετο .
6888062 Λουσια
οἱ οἰκοῦντες Λουκερῖνοι . Λουσιά . τῶν Ὑακίνθου θυγατέρων ἡ Λουσία ἦν , ἀφ ' ἧς ὁ δῆμος τῆς Οἰνηίδος
, μέγεθος δὲ εἰκάζομεν ἐννέα εἶναι ποδῶν αὐτήν : ἡ Λουσία δὲ ποδῶν ἓξ ἐφαίνετο εἶναι . ὅσοι δὲ Θέμιδος
6882834 Θετταλικα
ἀναισχυντίᾳ ὠφρυωμένων . Θεοῦ δὲ δῶρόν ἐστιν εὐτυχεῖν βροτούς . Θετταλικὰ πτερά : ἐπὶ τῶν παρασχῆμα ἐσθῆτας ἐνειμένων : αἱ
ὡς ἡ νέα κωμῳδία εὐπάρυφος . τὰς δὲ Θετταλικὰς χλαμύδας Θετταλικὰ πτερὰ ὠνόμαζον , καὶ ἐντεθετταλίσμεθα ἔλεγον τὸ χλαμυδοφοροῦμεν .
6882400 Ἀβαις
, τὸ δὲ Τροφώνιον ἐν Λεβαδείᾳ , τὸ δὲ ἐν Ἀβαῖς λεγόμενον ἐν Φωκεῦσι , τὸ δὲ κυριώτερον ἐν Δελφοῖς
πᾶσι τῷ τε Δωδωναίῳ καὶ τῷ Πυθικῷ καὶ τῷ ἐν Ἀβαῖς , ἐς Ἀμφιάρεώ τε καὶ Τροφωνίου ἐβάδισε καὶ ἐς
6880023 πελεμιχθη
τοῦ ἀναστὰς περιεπάτησε . καὶ Ὅμηρος ” ὁ δὲ χασάμενος πελεμίχθη ” καὶ „ Ἥφαιστος κάμε τεύχων „ . Λεσβίων
καὶ ἔγχεσιν ἀμφιγύοισιν ὦσαν ἀπὸ σφείων : ὁ δὲ χασσάμενος πελεμίχθη . ἡ διπλῆ πρὸς τὸ ἀμφιγύοισιν , ὅτι οἱ
6879977 Κλεοσθενης
ποιοῦσι τοιαύτας , αἱ δ ' ἐναντίαι τὰς ἐναντίας . Κλεοσθένης οὖν ὁ Σικυώνιος τύραννος ἰδὼν φορτικῶς ὀρχησάμενον ἕνα τῶν
. ἐνίκα μὲν δὴ τὴν ἕκτην ὀλυμπιάδα καὶ ἑξηκοστὴν ὁ Κλεοσθένης , ἀνέθηκε δὲ ὁμοῦ τοῖς ἵπποις αὑτοῦ τε εἰκόνα
6877468 κοτυλος
ὁμωνύμως τὸ ἀγγεῖον τῷ ὑγρῷ . . . . , κότυλος . . . . ἐνίσσων : ὅτι ἀντὶ τοῦ
δὲ ποτήριον Ἴων ἐκάλεσεν . ἔστι δέ τι καὶ ὁ κότυλος Διονυσιακὸν ἔκπωμα , ὥσπερ καὶ ὁ κοτυλίσκος . ὁ
6875651 Κρονια
ἡ δὲ παρ ' Ἀπολλωνίῳ [ . . . ] Κρονία θάλασσα περὶ τοῦ ἐσωτάτου ἐστὶν Ἰονίου κόλπου , ἀπὸ
ἡ δὲ παρ ' Ἀπολλωνίῳ [ . . . ] Κρονία θάλασσα περὶ τοῦ ἐσωτάτου ἐστὶν Ἰονίου κόλπου , ἀπὸ
6874244 Ὑκκαρα
Ἀπολλόδωρος δ ' ἐν δευτέρῳ Χρονικῶν πόλιν λέγει αὐτὴν τὰ Ὕκκαρα . Μέμνηται τῆς λέξεως καὶ Θουκυδίδης . Ὕκκαρα δὲ
στρατηγοὶ μετὰ τῆς τῶν Ἀθηναίων δυνάμεως παραπλεύσαντες εἰς Αἴγεσταν , Ὕκκαρα μὲν Σικελικὸν πολισμάτιον ἑλόντες ἐκ τῶν λαφύρων συνήγαγον ἑκατὸν
6874204 ἀνακεισθω
ὑφ ' Ἡρακλέους Ὀλβιανῶν καὶ Μυκηναίων . Ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἀνακείσθω τῇ Ἰόβα χάριτι τοῦ πάντων ἱστορικωτάτου βασιλέων : ἐκείνου
ἅπαν ἄφθαρτον , πῶς ἅπαν ἀρχή . ταῦτα δὲ ἅπαντα ἀνακείσθω νῦν : ἴσως γὰρ οὐδὲ φυσικῷ πρέπων ὁ λόγος
6872598 Νεμεακον
[ ἐπίνικος ] γέγραπται [ ] [ ] | τὸν Νεμεακὸν ἀγῶνα δηλοῖ . . . ὄφρα κε ? ?
Ὀλυμπικὸν εἶναι τοῦτον , ἁμαρτάνων : ὁ γὰρ Πίνδαρος ἄντικρυς Νεμεακὸν εἶναί φησιν . : θαμὰ δὴ καὶ Ὀλυμπιάδων ]
6871771 Λαγος
εἰ μὴ κύρια εἴη : λοιγός φηγός . τὸ δὲ Λᾶγος κύριον . Τὰ εἰς ΓΟΣ ὑπερδισύλλαβα βραχείᾳ παραληγόμενα προπαροξύνεται
ἔχοντα τὴν εὐθεῖαν διὰ τοῦ ιδης ἔχουσι τὸ πατρωνυμικὸν ὡς Λᾶγος Λαγίδης . ὅκα φρεσίν : ἀντὶ τοῦ : ὅταν
6871769 Ἰολαεια
μὲν γὰρ κάλλιστα πεδία τὴν προσηγορίαν ἀπ ' ἐκείνου λαβόντα Ἰολάεια καλεῖται , τὸ δὲ πλῆθος μέχρι τοῦ νῦν φυλάττει
τὰ ἐν Θήβαις ἔγνω αὐτόν : τὰ Ἡράκλεια τὰ καὶ Ἰολάεια ἐτελεῖτο ἐν ταῖς Θήβαις , ἐδίδοτο δὲ τῷ νικήσαντι
6868276 καθαρται
περιρραντήρια , καθαρμοί , καθάρσεις , καθάρσια , καθαρτήρια , καθάρται . καὶ οἱ τούτοις χρησάμενοι καθαροί , ὥσπερ οἱ
τοιοῦτοι εἶναι ἄνθρωποι οἷοι καὶ νῦν εἰσι μάγοι τε καὶ καθάρται καὶ ἀγύρται καὶ ἀλαζόνες , ὁκόσοι δὴ προσποιέονται σφόδρα
6865083 ἐπειργασμενοι
ὁ Πύρρος ἐχρῆτο ἐς τὰς μάχας καὶ οἱ ἐλέφαντές εἰσιν ἐπειργασμένοι . τοῦτο μὲν δὴ κατὰ τὴν πυρὰν τὸ οἰκοδόμημα
πόλεως τὸ Αἰάκειον καλούμενον , περίβολος τετράγωνος λευκοῦ λίθου . ἐπειργασμένοι δέ εἰσι κατὰ τὴν ἔσοδον οἱ παρὰ Αἰακόν ποτε

Back