, οἵας Ἠριδανὸς ἁγνοῖς ὕδασι κηπεύει κόρας , μικροῦ πρίασθαι κέρματος τὴν ἡδονήν , καὶ μὴ λαθραίαν κύπριν , αἰσχίστην
πολεμοῦσι πρὸς ἀλλήλους περὶ τούτων , οὐχ ὅπλα κέκτηνται περὶ κέρματος , οὐ περὶ δόξης . οὔθ ' ὑπὸ χρυσείων
8106349 κηπευει
τοῦτον τὸν λειμῶνα γεωργεῖ καὶ αὐτὸν τοῖς ὕδασι τοῖς ποταμίοις κηπεύει καὶ ποτίζει . τοῦτο δὲ λέγει , ἐπεὶ πλεῖστον
σελήνης τε καὶ ἀστέρων , ἀρώματά τε ὁπόσα ἡ Ἰνδικὴ κηπεύει , καὶ χρήματα μὲν αὐτοὺς λαμπρὰ ὑπὲρ τούτων πράττονται
7975734 λεπτοπηνοις
πρὸς τὸν ἥλιον γυμνὰς ἐφεξῆς ἐπὶ κέρως τεταγμένας , ἐν λεπτοπήνοις ὕφεσιν ἑστώσας , οἵας Ἠριδανὸς ἁγνοῖς ὕδασι κηπεύει κόρας
ἐξησκημένας , γυμνάς , ἐφεξῆς ἐπὶ κέρως τεταγμένας , ἐν λεπτοπήνοις ὕφεσιν ἑστώσας , οἵας Ἠριδανὸς ἁγνοῖς ὕδασι κηπεύει κόρας
7972551 ἁγνοις
σέβειν . οὔκουν ἐν ἔργωι χέρνιβες ξίφος τε σόν ; ἁγνοῖς καθαρμοῖς πρῶτά νιν νίψαι θέλω . πηγαῖσιν ὑδάτων ἢ
κρυπτὸς καταστὰς ἢ κατ ' ὄμμ ' ἐλθὼν μάχηι ; ἁγνοῖς ἐν ἱεροῖς Λοξίου Δελφῶν μέτα . οἴμοι : τόδ
7607832 ἑστωσας
δυνάμεις , τὰς μὲν ἐν αὐτοῖς τοῖς θείοις σώμασι μονίμως ἑστώσας , τὰς δ ' ἀπ ' αὐτῶν προϊούσας εἰς
γυμνάς , ἐφεξῆς ἐπὶ κέρως τεταγμένας , ἐν λεπτοπήνοις ὕφεσιν ἑστώσας , οἵας Ἠριδανὸς ἁγνοῖς ὕδασι κηπεύει κόρας : παρ
6576767 Ἠριδανος
ἐπὶ κέρως τεταγμένας , ἐν λεπτοπήνοις ὕφεσιν ἑστώσας , οἵας Ἠριδανὸς ἁγνοῖς ὕδασι κηπεύει κόρας , μικροῦ πρίασθαι κέρματος τὴν
ἐπὶ κέρως τεταγμένας , ἐν λεπτοπήνοις ὕφεσιν ἑστώσας , οἵας Ἠριδανὸς ἁγνοῖς ὕδασι κηπεύει κόρας : παρ ' ὧν βεβαίως
6433025 γυμνας
παρὰ Κροτωνιατῶν ἐθαυμάζετο : καὶ αὐτῷ τὴν Ἑλένην γράφοντι γυμνὴν γυμνὰς ἰδεῖν τὰς παρ ' αὐτοῖς ἐπέτρεψαν παρθένους : οὐκ
Παννυχίδα τὰς φιλῳδοὺς κερμάτων παλευτρίας , πώλους Κύπριδος ἐξησκημένας , γυμνὰς ἐφεξῆς ἐπὶ κέρως τεταγμένας , ἐν λεπτοπήνοις ὕφεσιν ἑστώσας
6238587 κυπριν
, μικροῦ πρίασθαι κέρματος τὴν ἡδονήν , καὶ μὴ λαθραίαν κύπριν , αἰσχίστην νόσων πασῶν , διώκειν , ὕβρεος οὐ
ἐν ὥραις ἀμφέβαλεν , μάχλους τ ' ἐς ἀεικέα θήκατο κύπριν , ἀλλοτρίων τε μέλαθρον ὀπιπεύουσι γυναικῶν . Ἑρμῆς δ
6094531 παλευτριας
ἰὸν ἐκ τῆς χειρὸς ἐξεσπόγγισεν . ἢ τὰς φιλῳδοὺς κερμάτων παλευτρίας οὐκ οἶσθα , πώλους Κύπριδος ἐξησκημένας , γυμνάς ,
ἢ οὐκ οἶδας κατὰ τὴν Εὐβούλου Παννυχίδα τὰς φιλῳδοὺς κερμάτων παλευτρίας , πώλους Κύπριδος ἐξησκημένας , γυμνὰς ἐφεξῆς ἐπὶ κέρως
6083723 ἐξησκημενας
. Φιλῳδοὺς κερμάτων παλευτρίας , * * * πώλους Κύπριδος ἐξησκημένας , γυμνάς , ἐφεξῆς ἐπὶ κέρως τεταγμένας , ἐν
τὴν Εὐβούλου Παννυχίδα τὰς φιλῳδοὺς κερμάτων παλευτρίας , πώλους Κύπριδος ἐξησκημένας , γυμνὰς ἐφεξῆς ἐπὶ κέρως τεταγμένας , ἐν λεπτοπήνοις
5996547 προνοουμενοι
πρὸς τὸ ἀντίπαλον : καὶ οὐδὲν ἔτι τῆς ἰδίας ψυχῆς προνοούμενοι σὺν ὀλίγοις εἰς μέσους ἐμπεσόντες τοὺς μάλιστα συνεστηκότας τῶν
δὲ τὴν ἑαυτῶν ἐμπιπλάντες ἐπιθυμίαν , οὐ τοῦ κοινῇ συμφέροντος προνοούμενοι . ἀλλ ' οὐ βασιλεύς , ἀλλ ' ἄχρι
5975378 φιλοτησιας
δὲ πλείους ἐπάρδοιεν , ἀφθονίαν τοῦ ῥεύματος ὁρῶν , ὡς φιλοτησίας τινὸς ἐξ αὐτῶν μεταλαμβάνει , καὶ πίνει ἡδέως .
γινομένας ἐν τοῖς συμποσίοις Λακεδαιμονίοις οὐκ ἦν ἔθος ποιεῖν οὐδὲ φιλοτησίας διὰ τούτων πρὸς ἀλλήλους ποιεῖσθαι . δηλοῖ δὲ ταῦτα
5919288 εὐζωρεστερας
σηπίδια πιλοῦν τε πολλὰς πλεκτάνας ἐπιστρεφῶς πίνειν τε πολλὰς κύλικας εὐζωρεστέρας . ΚΟΨΙΧΟΙ . Νικόστρατος ἢ Φιλέταιρος : τί οὖν
πιλοῦν τε πολλὰς πλεκτάνας ἐπιστρεφῶς , πίνειν τε πολλὰς κύλικας εὐζωρεστέρας . ἐπεὶ δὲ σηκῶν περιβολὰς ἠμείψαμεν , ὕδωρ τε
5918858 διελευσομεθα
σελήνην καὶ τοὺς ἀστέρας οἰκειώσεως , ἃς ἐν τοῖς ἐφεξῆς διελευσόμεθα , προτάξαντες τὰς κατὰ τὸ ἀμιγὲς αὐτῶν μόνων τῶν
Πλάταιαν τῆς Βοιωτίας ; καὶ οὕτως ἐρωτηματικῶς τὰ μετὰ ταῦτα διελευσόμεθα . οὕτω δ ' ἂν πυθοίμεθα , τίνες ἦσαν
5903760 χορταζομενοι
ἀεὶ βλέποντες καὶ κεκυφότες εἰς γῆν καὶ εἰς τραπέζας βόσκονται χορταζόμενοι καὶ ὀχεύοντες , καὶ ἕνεκα τῆς τούτων πλεονεξίας λακτίζοντες
τὴν ἄρκτον ἔχων λάμπουσαν ἕως ἂν ἐφεύρῃς . Ἧσθε πανημέριοι χορταζόμενοι γάλα λευκόν , [ πῦον δαινύμενοι , κἀμπιπλάμενοι πυριάτῃ
5901409 ἐπηξαντο
ἑταίρους αὐτοῦ καὶ φίλους . οὗτοι τῆς ἀρετῆς τοὺς ὅρους ἐπήξαντο πρῶτοι , πρὸς οὓς ἄξιον φοιτῆσαι μαθήσεως καὶ διδασκαλίας
τε γεγευμένοι καὶ ἐπιθυμοῦντες ἀεὶ τοῦ πλείονος , ναῦς τε ἐπήξαντο καὶ ἐληίζοντο ἄλλους τε ὡς ἑκάστους τύχοιεν καὶ ἐς
5897451 σηπιδια
τε φάττας καὶ κίχλας ὁμοῦ σπίνοις κοινῇ τε χναύειν τευθίσιν σηπίδια πιλεῖν τε πολλὰς πλεκτάνας ἐπιστρεφῶς πίνειν τε πολλὰς κύλικας
τε φάττας καὶ κίχλας ὁμοῦ σπίνοις ὁμοῦ τε χναύειν μαινίσιν σηπίδια πιλοῦν τε πολλὰς πλεκτάνας ἐπιστρεφῶς πίνειν τε πολλὰς κύλικας
5878169 διαλιθον
αὐτῶν οὐ λέγεις ταυτί ; τί δαί ; διόπας , διάλιθον , πλάστρα , μαλάκιον , βότρυς , χλίδωνα ,
' ἑαυτὸν κεραυνοὺς χρυσοῦς δεκαπήχεις δύο , καὶ στέφανον δρυὸς διάλιθον : ἀσπίδες χρυσαῖ εἴκοσι , πανοπλίαι χρυσαῖ ἑξήκοντα τέσσαρες
5863101 λαθραιαν
τὰ οἰκεῖα πλημμελούντων . Τὴν ὑπὸ σκότους : ἤγουν τὴν λαθραίαν . Τῆς δευτέρας ἢ ὑστέρας ἐφόδου : ἐπὶ τῶν
. οἷς : ἤγουν καθ ' ὧν . λαθόντες : λαθραίαν ποιήσαντες . ἐσκευασμένοι : ἤγουν ὡπλισμένοι . Μεσσηνίων τε
5797879 σπασαι
ᾠδὰς προβάντος τοῦ πότου σπουδῆς αὐτὸν ἅπτεσθαι , πρὶν ὕπνου σπάσαι . διεβέβλητο δὲ μάλιστα πρὸς τοὺς ἀλαζόνας τῶν νέων
ἁπαλοὺς αἰγῶν ἑλκύσαι καὶ προβάτων μαστοὺς ἢ κατοικιδίων κυνῶν καὶ σπάσαι γάλακτος ἐκεῖθεν μηδέποτε συγχωρήσειας : ὧδε γὰρ ἂν ἀποβαῖεν
5793491 δυναμεθ
οὐ καθ ' ἓν μόνον . ἐν ᾧ γὰρ οὐδὲν δυνάμεθ ' οὐδ ' ἰσχύομεν , σὺ τηνικαῦθ ' ἡμᾶς
οὐ καθ ' ἓν μόνον . ἐν ᾧ γὰρ οὐδὲν δυνάμεθ ' οὐδ ' ἰσχύομεν , σὺ τηνικαῦθ ' ἡμᾶς
5788370 δορατιων
ὁ παῖς μετὰ δεῖπνον ἀκίδας Κρητικάς , ὥσπερ ἐρεβίνθους , δορατίων τε λείψανα κατεαγότ ' , ἀσπίδας δὲ προσκεφάλαια καὶ
ὁ παῖς μετὰ δεῖπνον ἀκίδας Κρητικάς , ὥσπερ ἐρεβίνθους , δορατίων τε λείψανα κατεαγότ ' , ἀσπίδας δὲ προσκεφάλαια καὶ
5768533 ἐπιστρεφως
σπίνοις ὁμοῦ τε χναύειν μαινίσιν σηπίδια πιλοῦν τε πολλὰς πλεκτάνας ἐπιστρεφῶς πίνειν τε πολλὰς κύλικας εὐζωρεστέρας . ΚΟΨΙΧΟΙ . Νικόστρατος
καὶ τοῖς εἴδεσι καρτεροὶ ὅλμους λιθίνους παρειληφότες ὑπέρῳ σιδηρῷ πτίσσουσιν ἐπιστρεφῶς , καὶ ποιήσαντες τὸ μέγιστον τρύφος ὀρόβῳ παραπλήσιον πρὸς
5733241 ἐπιχεοντες
φλεγμονάς , εἰς ὕδωρ ἐμπάσσοντες λινόσπερμόν τε καὶ γῦριν καὶ ἐπιχέοντες μετὰ τὴν ἕψησιν ἔλαιον . καὶ ἐὰν μὲν ὑγρᾶναι
χρώμενοι καὶ σμηχέσθωσαν εὐκράτῳ πτισάνης χυλῷ ἢ λεκύθοις ὠῶν χλιαρὸν ἐπιχέοντες ὕδωρ : τὸ γὰρ θερμὸν πάνυ καὶ ζέον πρὸς
5721596 πραειαν
συλλαβὰς οὐδὲ συγκόψει τοὺς ἤχους παρατιθεὶς ἀλλήλοις τὰ δυσέκφορα , πραεῖαν δέ τινα ποιήσει τὴν ἁρμονίαν τῶν γραμμάτων καὶ ῥέουσαν
διαληφθέντων διαγινώσκειν . ἐν πᾶσι δὲ ἀμείνω τὰ χλωρὰ ἔτι πραεῖαν ἔχοντα ὑγρότητα . τῷ χρόνῳ γὰρ καὶ ταύτην ἀποβάλλοντα
5708061 διοπας
δ ' αὐτῶν οὐ λέγεις ταυτί ; τί δαί ; διόπας , διάλιθον , πλάστρα , μαλάκιον , βότρυς ,
κτένιον εἶναι νομίζουσιν . περὶ δὲ τοῖς ὠσὶν ἕρματα , διόπας , ἐλλόβια , ἐνώτια , ἕλικας , ἑλικτῆρας ,
5684386 ἀμφιδεας
πλάστρα , μαλάκιον , βότρυς , χλίδωνα , περόνας , ἀμφιδέας , ὅρμους , πέδας , σφραγῖδας , ἁλύσεις ,
περιβραχιόνια , περὶ δὲ τοὺς καρποὺς περικάρπια καὶ ἐχίνους καὶ ἀμφιδέας καὶ ὄφεις καὶ ψέλια καὶ χλιδῶνας καὶ βουβάλια ,
5662044 ἡβυλλιωσαι
οὐδενὸς πεφυκότα . κόραι δ ' ἐν ἀμπεχόναις τριχάπτοις ἀρτίως ἡβυλλιῶσαι τὰ ῥόδα καὶ κεκαρμέναι πλήρεις κύλικας οἴνου μέλανος ἀνθοσμίου
οὐθενὸς πεφυκότα . κόραι δ ' ἐν ἀμπεχόναις τριχάπτοις ἀρτίως ἡβυλλιῶσαι καὶ τὰ ῥόδα κεκαρμέναι πλήρεις κύλικας οἴνου μέλανος ἀνθοσμίου
5660074 ἐφελκομενα
μεστότητος . Ποιεῖν δὲ ἔφαμεν περιβολὴν σχήματα οὐ μόνον τὰ ἐφελκόμενα ἕτερα νοήματα , ἀλλὰ καὶ ἄλλα ἄττα , περὶ
ἐπὶ τῶν ὑπηρετικῶν ] τὰ λεπτὰ πλοῖα καὶ ταῖς τριήρεσιν ἐφελκόμενα πρὸς ὑπηρεσίαν καλεῖται ὑπηρετικά . . . . Ἄλλως
5656171 ῥυπωντες
τὸ γένειον , οἱ δ ' εὐφυεῖς μηροὶ θριξὶν ὡσπερεὶ ῥυπῶντες : ἃ δ ' ἐστὶ τούτων ἀφανέστερα , τοῖς
ἀναγκαίων ἐνδεεῖς , ὑπηκόων μᾶλλον δὲ καὶ δούλων ἀτιμότεροι , ῥυπῶντες , ὠχροί , κατεσκελετευμένοι , λιμὸν ὑπ ' ἀσιτίας
5651886 ἀσταφιδες
ζῴοις ἄρτοι τε οἱ μέγιστοι καὶ κριθαὶ καὶ ἰσχάδες καὶ ἀσταφίδες καὶ κρόμμυα καὶ σκόροδα καὶ μέλι χύδην σχίνου τε
καθ ' ὥραν τετρυγημένοι . Νὴ Δί ' , ἐπεὶ ἀσταφίδες γε πάντες ἤδη εἰσί . Τοὺς τραυματίας ἐπὶ τούτοις
5651734 πλαστρα
παρὰ τοῖς κωμῳδοῖς καὶ ἐγκλαστρίδια καὶ στροβίλια καὶ βοτρύδια καὶ πλάστρα καὶ καρυάτιδες καὶ ἱπποκάμπια καὶ κενταυρίδες καὶ ἔντροφον καὶ
λέγεις ταυτί ; τί δαί ; διόπας , διάλιθον , πλάστρα , μαλάκιον , βότρυς , χλίδωνα , περόνας ,
5629497 χλιδωνα
ἰχθυοπώλης . Πολύζηλος , ὁ μαινόμενος ἐκεινοσὶ Διονύσιος χρυσοῦν ἔχων χλίδωνα καὶ τρυφήματα ἐν τῷ μύρῳ παρ ' Ἀθηναίων μακαρίζεται
διόπας , διάλιθον , πλάστρα , μαλάκιον , βότρυς , χλίδωνα , περόνας , ἀμφιδέας , ὅρμους , πέδας ,
5621283 ἱλαρας
αὐτὸν ἐπ ' αὐτὸν λόγον φέρουσιν . παιδικῆς . οἶμαι ἱλαρᾶς : ἐξ οὗ καὶ παιδικώτερον τὸ ἱλαρώτερον . τότε
καὶ τὰς ὑδρίας πληρώσαντες ἀνεζεύγνυσαν , ὥσπερ ἀπὸ θοίνης καὶ ἱλαρᾶς εὐωχίας ἑστιαθέντες καὶ μεθύοντες οὐ τὴν ἐν οἴνῳ μέθην
5597058 κυλικας
οὐδεπώποτε : καθαρώτερον γὰρ τὸν κέραμον εἰργαζόμην ἢ Θηρικλῆς τὰς κύλικας , ἡνίκ ' ἦν νέος . ἐν δὲ Κυβευταῖς
οὐδεπώποτε : καθαρώτερον γὰρ τὸν κέραμον εἰργαζόμην ἢ Θηρικλῆς τὰς κύλικας , ἡνίκ ' ἦν νέος . πρὸς φθεῖρα κείρασθαι
5592149 προτεινοντων
ἐς Ἀντώνιον , διωκόντων αὐτοὺς τῶν Καίσαρος φίλων καὶ σπονδὰς προτεινόντων καὶ οὐκ ἐθέλουσιν ἐνοχλούντων τὰ πεζὰ μάλιστα : ὧν
μὲν νουθεσίαις περιόδοις ἀκολουθῆσαν , ἁγνεῦσαν δὲ τῶν ὁλκὸν ἀπατεῶνα προτεινόντων δύναμιν αἰσθητῶν . ἆρά γε οὐχὶ τοῦτον τὸν τρόπον
5587555 ταπησι
ἁπαλαῖσι κοίταις τελεῖν τὰν Ἀφροδίταν . Διὰ νυκτὸς ἐγκαθεύδων ἁλιπορφύροις τάπησι γεγανυμένος Λυαίωι ἐδόκουν ἄκροισι ταρσῶν δρόμον ὠκὺν ἐκτανύειν μετὰ
Πρὸς τοῖς εἰρημένοις . καταδαρθεῖν : Ὑπνῶσαι . . ἤτοι τάπησι . οὕτως γὰρ Ἀττικοί . . ἐν τάπησιν :
5586446 ἐναπολελειφθαι
οὐ λυπρὰν σπειρομένους καὶ φυτευομένους : οἷς σημεῖα τῆς παλαιᾶς ἐναπολελεῖφθαι θαλαττώσεως ψηφῖδας τε καὶ κόγχας καὶ ὅσα ὁμοιότροπα πρὸς
σπειρομένους καὶ φυτευομένους , οἷς σημεῖ ' ἄττα τῆς παλαιᾶς ἐναπολελεῖφθαι θαλαττώσεως ψηφῖδάς τε καὶ κόγχας καὶ ὅσα ὁμοιότροπα πρὸς
5585420 δερριν
δὲ χαίρω πρός γε τοῖς σοῖς παιδικοῖς . Γυνὴ μέλαιναν δέρριν ἠμφιεσμένη . Εἰ μὴ κόρη δεύσειε τὸ σταῖς ᾔθεος
εἴπερ χρὴ ζῆν εἰς τὸν αἰῶνα . εἰ οὐρανὸν ὡς δέρριν ἐξήπλωσε , γῆν δὲ ἐφ ' ὕδατος ἔπηξεν ,
5579417 Συβαριτιδας
Σικελιῶται καὶ Συρακούσιοι . Ἀριστοφάνης γοῦν φησι : Συρακουσίους τράπεζαν Συβαρίτιδάς τ ' εὐωχίας . καὶ Πλάτων δέ φησιν ἐν
. . . αἱ Θηρίκλειαι λέγονται . Ἀριστοφάνης Δαιταλεῦσι : Συβαρίτιδάς τ ' εὐωχίας , καὶ Χῖον ἐκ Λακαινᾶν [
5576720 τραγελαφους
ἅττ ' ἐποίεις ; οὐχ ἱππαλεκτρυόνας μὰ Δί ' οὐδὲ τραγελάφους , ἅπερ σύ , ἃν τοῖσι παραπετάσμασιν τοῖς Μηδικοῖς
, στρώματ ' , ἀργυρώματα , φιάλας , τριήρεις , τραγελάφους , καρχήσια , γαυλοὺς ὁλοχρύσους . πλοῖα ; τοὺς
5573418 Σκοροδον
ἐρευνήσωμεν λόγον . Κρανείας ἀκρεμὼν πάρδαλιν ἐς φυγὴν τρέπει . Σκόροδον μετὰ πιμελῆς λέοντος εἰ χρίσαιτό τις τὸ ἑαυτοῦ σῶμα
ἐπάντλει , καὶ θαυμάσεις . [ Πρὸς λειχῆνας . ] Σκόροδον καὶ θεάφην , ὕδωρ καὶ ἔλαιον σμήξας ἄμφω ἄλειφε
5560582 φορυτωι
ἄπλητόν ἐστι τὴν ἰσχύν . κοιμίζεται δὲ καὶ ἀφανίζεται πολλῶι φορυτῶι καταχυθέντι . λέγει ὁ Κνίδιος Κτησίας ταῦτα . .
μᾶλλον ἢ καθαρῶι ὕδατι [ . . ] καὶ ἐπὶ φορυτῶι μαργαίνουσιν κατὰ Δημόκριτον . . [ . ] .
5556223 κοιλαις
χωρὶς κινδύνων οὔτε παρ ' ἀνδράσιν οὔτ ' ἐν ναυσὶ κοίλαις , τουτέστιν οὔτε ἐν γῇ οὔτε ἐν θαλάσσῃ εἰσὶ
οὐ καταγελῶμαι . „ Ο αὐτὸς θεασάμενος μειράκιον ἀρυόμενον χερσὶ κοίλαις ἀπὸ τοῦ παραῤῥέοντος ὕδατος καὶ πῖνον ἀπέῤῥιψεν αὐτίκα καὶ
5553397 φρουρησεις
χωρίον πρὸς τῶι Ἀδρίαι . Θεόπομπος νβ . . . φρουρήσεις ἐν Ναυπάκτωι : τοῖς Ναύπακτον φρουροῦσιν ὀλίγου μισθοῦ διδομένου
ἀτερπὴς εἰπεῖν ἀτερπῆ πρὸς τὴν πέτραν ἐπήνεγκεν . τὸ δὲ φρουρήσεις ἀντὶ τοῦ φυλάξεις καὶ περὶ αὐτὴν ἐμμενεῖς . ὃ
5553251 Κρητικας
, ἢ ὅτι οἱ ἄγαμοι γυμνοὶ ἐβάδιζον . Ἀμνισίδας : Κρητικάς . Ἀμνισὸς γὰρ ποταμὸς Κρήτης . ἐνδρομίδας : τὰ
ἐντεῦθεν εὐθὺς ἐπιφέρει τραγήματα ἡμῖν ὁ παῖς μετὰ δεῖπνον ἀκίδας Κρητικάς , ὥσπερ ἐρεβίνθους , δορατίων τε λείψανα κατεαγότ '
5551950 ξυλ
οὐ κύμινον , οὐχ ἅλας , οὐκ ᾠόν , οὐ ξύλ ' , οὐ σκάφην , οὐ τήγανον , οὐχ
ὑμῶν χάρακας καὶ βοσκήματα καὶ θυρώμαθ ' ὡς αὑτὸν καὶ ξύλ ' εἰς τὰ ἔργα τὰ ἀργύρει ' ἐκόμιζεν ,
5551518 λουομεναι
αἱ ὄρνις αἱ λιμναῖαι καὶ αἱ θαλάττιαι ἐπὶ ὕδατος συνεχῶς λουόμεναι χειμῶνα δηλοῦσιν . Ἶρις δὲ διπλῆ φανεῖσα , ὄμβρους
Μοίρας , ὅταν ὦσιν ἐνδεδυμέναι : γυμναὶ δὲ Ὥρας , λουόμεναι δὲ Νύμφας . ἀπὸ δὲ τῶν ἐκτός . †
5549398 λιτα
: τούτων δηλονότι . ὅσα : προσεφέρετο . λεῖα : λιτά , πρὸς ἀντιδιαστολὴν τῶν ὑφαντῶν καὶ πεποικιλμένων Ὀδρυσῶν :
Λακωνικαί , καὶ θῆραι , καὶ δρόμοι , καὶ δεῖπνα λιτά , καὶ στιβάδες εὐτελεῖς : ἀλλ ' ὁρῶ καὶ
5548114 λακτιζοντες
τοῖς πολεμίοις μᾶλλον ἢ τοῖς φίλοις συμμαχοῦσι . καὶ οἱ λακτίζοντες δὲ ἀναβεβαμένοι ἵπποι ἐκποδὼν ποιητέοι : οἱ γὰρ τοιοῦτοι
βόσκονται χορταζόμενοι καὶ ὀχεύοντες , καὶ ἕνεκα τῆς τούτων πλεονεξίας λακτίζοντες καὶ κυρίττοντες ἀλλήλους σιδηροῖς κέρασι καὶ ὁπλαῖς ἀποκτιννύουσι δι
5546493 τεταγμενας
δέ γε μερικὰς καλοῦσιν ὑπεναντίας , ὡς ὑπὸ ταῖς ἐναντίαις τεταγμένας κἀκείναις ἀκολουθούσας : ὅταν γὰρ ἡ ἑτέρα τῶν καθόλου
οὐσίας διήκοντα λόγον καὶ διὰ παντὸς τοῦ αἰῶνος κατὰ περιόδους τεταγμένας οἰκονομοῦντα τὸ πᾶν . Ὅσον οὐδέπω σποδὸς ἢ σκελετὸς
5544827 ἁβρως
. . γοᾶσθ ' ἁβροβάται ] ἤτοι Πέρσαι τρυφηλοὶ καὶ ἁβρῶς καὶ τεθρυμμένως βαίνοντες ὀδύρεσθε . . δύσβατος ] δύσβατόν
πεποίκιλται τοῖς χοροῖς τῶν ἄστρων . καί τινα τοιαῦτα διεξελθὼν ἁβρῶς περὶ τοῦ καιροῦ πάλιν ἐπιχειρήσεις ἀπὸ τῶν ἑστιωμένων ,
5541022 χορηγουσι
χήνεια τὰ μὲν ἕψοντες , τὰ δ ' ὀπτῶντες ἀνεκλείπτως χορηγοῦσι , τοῖς δ ' ὠμοφάγοις πολλὰ τῶν ὀρνέων θηρεύοντες
οὐ διαλείπουσι : στρωμνάς τε τὰς πολυτελεστάτας καὶ κόσμον εὐπρεπῆ χορηγοῦσι : καὶ τῶν συνουσιῶν ὅπως τυγχάνηι κατὰ φύσιν φροντίδα
5539012 ἐξαπτοντες
ἑκατέρους αὐτῶν διεμερίζοντο . πλήθει τε θαρροῦντες ἐξετραχύνοντο καὶ στάσεις ἐξάπτοντες ἀμέτρους τὴν δοκιμασίαν τοῦ νόμου περιέμενον , οἱ μὲν
καθίεσαν , ὥστε μηδὲν ἔτι πλέον τοῖς κολυμβηταῖς γίγνεσθαι . ἐξάπτοντες οὖν βρόχους τῶν λίθων ἀπὸ τοῦ χώματος ἀνέσπων αὐτοὺς
5533852 πεινωσι
' αὐτῶν ἀνακάψαι : κἄπειτ ' αὐτοῖς ἡ Δημήτηρ πυροὺς πεινῶσι μετρείτω . Οὐκ ἐθελήσει μὰ Δί ' , ἀλλ
τὸ τοῦ Εὐριπίδου : ἐν πλησμονῇ γὰρ Κύπρις , ἐν πεινῶσι δ ' οὔ . χαλεπόν , φησίν , ἐντέρων
5533070 ὀλιγωρουσι
κοσμίως , τούτοις μόνοις προσήκει , τοῖς μάλιστα τοῦ σώματος ὀλιγωροῦσί τε καὶ ἐν φιλοσοφίᾳ ζῶσιν . εἰ γὰρ ἐθέλεις
κοσμίως , τούτοις μόνοις προσήκει , τοῖς μάλιστα τοῦ σώματος ὀλιγωροῦσί τε καὶ ἐν φιλοσοφίᾳ ζῶσιν . εἰ γὰρ ἐθέλεις
5532547 συγκοψαντες
ποιοῦσι καὶ παντελῶς ἐξηλλαγμένον περὶ τὰς τῶν τετελευτηκότων ταφάς : συγκόψαντες γὰρ ξύλοις τὰ μέλη τοῦ σώματος εἰς ἀγγεῖον ἐμβάλλουσι
. . ὑπερπετάμεναι γὰρ τὸν καπνὸν σκοτοῦνται καὶ πίπτουσι : συγκόψαντες δ ' αὐτὰς μεθ ' ἁλμυρίδος μάζας ποιοῦνται καὶ
5525572 συνετας
ἐγγὺς ᾖ τὸ θήραμα , ὑποτρόμους γινομένας , οὐκ ἀνευρεῖν συνετάς , οὐ διώκειν ἱκανάς , ἄφρονας ὀλιγόφρονας , ἀκρατεῖς
τὰ δὲ στερεὰ δικαίας , ἀκολακεύτους , ἐπιμόνους βεβαίας , συνετάς , ὑπομονητικάς , φιλοπόνους , σκληράς , ἐγκρατεῖς ,
5523953 ἀνδραποδισαντες
διαρπάζουσι μὲν οἱ Μῆδοι τὰ πράγματα , καὶ τοὺς ἐνοικοῦντας ἀνδραποδίσαντες , τήν τε πόλιν ἅπασαν πυρὶ παραδόντες , ὡς
, Τολμίδου τοῦ Τολμαίου στρατηγοῦντος . καὶ Χαιρώνειαν ἑλόντες καὶ ἀνδραποδίσαντες ἀπεχώρουν φυλακὴν καταστήσαντες . πορευομένοις δ ' αὐτοῖς ἐν
5507931 ἀναιμακτον
γράφεται μή με : νῦν τειχέων : οὐ μεθῶς ' ἀναίμακτον χρόα : ἡ μὲν γραφὴ οὐκ ἐκφρῶσιν . οἱ
“ Δαῦλι , τὸ τῆς Θέμιδος ἀρχαῖον ἵδρυμα μηδὲ τὸν ἀναίμακτον σηκὸν σφαγῆι φύρησαι ? [ ] ? . ”
5501650 ἠρινον
δὲ πόντου χεῦμ ' ἰδεῖν εὐήνεμον , γῆ τ ' ἠρινὸν θάλλουσα πλούσιόν θ ' ὕδωρ , πολλῶν τ '
εὐύδροις καὶ ὀμβρώδεσι χωρίοις . ὅτι δ ' οὐκ ἔστιν ἠρινὸν ἡ αἶρα καθάπερ ἡ ἄλλη πόα , πειρῶνται γάρ
5493353 χναυειν
τίλλειν τε φάττας καὶ κίχλας ὁμοῦ σπίνοις , ὁμοῦ τε χναύειν μαινίσιν σηπίδια , πιλοῦν τε πολλὰς πλεκτάνας ἐπιστρεφῶς ,
στηθύνια τίλλειν τε φάττας καὶ κίχλας ὁμοῦ σπίνοις ὁμοῦ τε χναύειν μαινίσιν σηπίδια πιλοῦν τε πολλὰς πλεκτάνας ἐπιστρεφῶς πίνειν τε
5489544 σπινοις
παχέων ἀρνίων στηθύνια , τίλλειν τε φάττας καὶ κίχλας ὁμοῦ σπίνοις , ὁμοῦ τε χναύειν μαινίσιν σηπίδια , πιλοῦν τε
τε παχέων ἀρνείων στηθύνια τίλλειν τε φάττας καὶ κίχλας ὁμοῦ σπίνοις κοινῇ τ ' ἐναύειν τευθίσι σηπίδια πιλεῖν τε πολλὰς
5489018 πικροις
καὶ βοείᾳ χολῇ φυραθεῖσα , χρῖε . ἄλλο . ἀμυγδάλοις πικροῖς μετ ' ὀξυκράτου ἀπόσμηχε . ἄλλο . ἀφρόνιτρον καὶ
εὐμενῶς εὔχου κάτω . “ ἰὸν δέ πως βάζοντες ἐν πικροῖς λόγοις κλῆσιν κατεπλούτησαν ἰαμβογράφων . ποιητικὸν δὲ πᾶν ἀνωνύμως
5485433 ἀνεμεστωθη
. ἔστι δ ' ὅμοιον τῷ αὐτουργός , αὐτεπάγγελτος . ἀνεμεστώθη : καὶ ἀνεμέστωσεν : ἀντὶ τοῦ ἐπληρώθη καὶ ἐπλήρωσεν
οὐράνιον ὅσον : , . . . . , . ἀνεμεστώθη : , . . . . , . ἀνέλκειν
5485412 ἀνευρισκουσιν
πάνυ ἂν φιλοτιμηθεῖεν φίλῳ σοι χρῆσθαι . Καὶ ἐκ τούτων ἀνευρίσκουσιν Ἀρχέδημον , πάνυ μὲν ἱκανὸν εἰπεῖν τε καὶ πρᾶξαι
ἄλλα τε ἐς τὰ δρώμενα λέγοντες καὶ ὡς βότρυν ἐνταῦθα ἀνευρίσκουσιν ὡραῖον . ἐν ἀριστερᾷ δὲ Γυθίου στάδια προελθόντι ὡς
5479904 ἐξαπτων
μοι μυῖαν ἢ κύθρην παίζει ἢ τῆισι μηλάνθηισιν ἄμματ ' ἐξάπτων τοῦ κεσκίου μοι τὸν γέροντα λωβᾶται . ὠς οἰκίην
τῶν σῶν δὲ γονάτων πρωτόλεια θιγγάνω ἱκέτης , ἀφύλλους στόματος ἐξάπτων λιτάς : σῶσόν μ ' κακῶν . ὦ θεοί
5478620 φυτευομενους
καὶ γεγενῆσθαι τῆς παρακειμένης χώρας μοῖραν οὐ λυπρὰν σπειρομένους καὶ φυτευομένους : οἷς σημεῖα τῆς παλαιᾶς ἐναπολελεῖφθαι θαλαττώσεως ψηφῖδας τε
καὶ γεγενῆσθαι τῆς παρακειμένης χώρας μοῖραν οὐ λυπρὰν σπειρομένους καὶ φυτευομένους , οἷς σημεῖ ' ἄττα τῆς παλαιᾶς ἐναπολελεῖφθαι θαλαττώσεως
5475184 δωρουμενων
πληγῆναι . Ἐπαύλια δῶρα φέρειν ἥκεις : ἐπὶ τῶν πολλὰ δωρουμένων . Ἐπαύλια δὲ καλεῖται τὰ μετὰ τὴν ἐχομένην ἡμέραν
. Τοιᾶιδε τάξει σχηματίζοντ ' ἀστέρες θεῶν βροτοῖσι τὴν χάριν δωρουμένων . εἴτ ' οὖν ἀμήτωρ Παλλὰς ὥρισεν βροτοῖς εἴθ
5472097 εὐοδμον
ταῦτα κόψαι καὶ κατασῆσαι λεῖα , καὶ ἐπ ' οἶνον εὔοδμον ἐπιπάσσειν , καὶ ἐπιχέαι ῥόδινον ἔλαιον . Ὅταν δὲ
' οὐ λανθάνει , φοινικοεάνων ὁπότ ' οἰχθέντος Ὡρᾶν θαλάμου εὔοδμον ἐπάγῃσιν ἔαρ φυτὰ νεκτάρεα : τότε βάλλεται , τότ
5469630 κρεαγραν
: ζωμήρυσιν φέρ ' , οἶς ' ὀβελίσκους δώδεκα , κρεάγραν , θυίαν , τυροκνῆστιν παιδικήν , στελεόν , σκαφίδας
' ἐργαλαῖα κοπίδας καὶ ῥάχετρον καὶ κρεώσταθμον , τάχα καὶ κρεάγραν καὶ κρεωδείραν . ἰχθυοπῶλαι καὶ ἰχθυοπωλεῖν , καὶ ἰχθύες
5464105 Ἐνιοτε
ὡς ἀντιθέσεις εἰσήγαγε , δι ' ἃς εἴπομεν αἰτίας . Ἐνίοτε δὲ καὶ τὸ ἑπόμενον τῇ ἀντιθέσει προστίθεται , ἵνα
τὰ δεύτερα τῆς στρατηγικῆς ἀρχῆς ἐχόντων ἐπιστησάτω τοῖς ἔργοις . Ἐνίοτε δὲ τὰ δοκοῦντα μέρη πόλεως εἶναι κρημνώδη καὶ πέτραις
5463939 σπειρομενους
, ἀφ ' ἧς ἑψοῦται ὁ χρυσός . Καὶ τοὺς σπειρομένους τόπους εὐθαλεῖς λειμῶνας λέγει . Κέγχρος ] Εἶδος ἀρώματος
, ἀντὶ τοῦ οἱ σπειρόμενοι τόποιλειμῶνας καὶ γὰρ ἐνταῦθα τοὺς σπειρομένους λέγει τόπους , τοῖς φύλλοις ἀεὶ κομῶσιν , ἤτοι
5453131 πολυστονα
κληῖδες ὀχοῦνται . τοιγάρ τοι , μάκαρ , ἁγνέ , πολύστονα κήδε ' ἐλάσσας , ὅσσα βιοφθορίην πέμπει κατὰ γαῖαν
μόνου . ὀθνείαν : ξένην . ὀρεκτόν : ἐπιθυμητόν . πολύστονα : πολυστένακτα . πήματα : βλάβη . παρειμένας :
5448537 νηττας
ληφθεὶς ἀπεσφάγη . τοσοῦτον αὐτὸν ὤνησεν ἡ Δημήτηρ . τὰς νήττας καὶ τὰς πέρδικας οὐ πρότερον θηρεύομεν , πρὶν ἂν
ἄγρας ἐμέλησεν αὐτοῖς , καὶ ἔλαβον βρόχοις χῆνας ἀγρίους καὶ νήττας καὶ ὠτίδας , ὥστε ἡ τέρψις αὐτοῖς καὶ τραπέζης
5447004 πολυτεκνιας
γάρ φασιν ἀπὸ γένους τε καὶ κάλλους καὶ πλούτου καὶ πολυτεκνίας καὶ τῶν ἐοικότων , ἀνάπαλίν τε ψεκτέον ἀπὸ δυσγενείας
τὰς μὲν εὐπειθείας χάριν τὰς δ ' ἄλλας ἡδονῆς καὶ πολυτεκνίας : εἰ δὲ μὴ σωφρονεῖν ἀναγκάσαιεν , πορνεύειν ἔξεστι
5440797 ἀπλυτους
, φώκης δ ' ὀσμήν , Λαμίας δ ' ὄρχεις ἀπλύτους , πρωκτὸν δὲ καμήλου . Τοιοῦτον ἰδὼν τέρας οὐ
, φώκης δ ' ὀσμήν , Λαμίας δ ' ὄρχεις ἀπλύτους , πρωκτὸν δὲ καμήλου . τοιοῦτον ἰδὼν τέρας οὔ
5438101 ἑλικτηρας
ἦν ὁ χαλκὸς εἰς κλῶνας καμπτόμενος καὶ τῶν βοστρύχων τοὺς ἑλικτῆρας ἐκ μετώπου κεχυμένους ἀναστέλλων γέλωτος δὲ ἔμπλεως , ὃ
πομφόλυγας , ἀποδέσμους , ὀλίσβους , σάρδια , ὑποδερίδας , ἑλικτῆρας , ἄλλα πολλά θ ' ὧν οὐδ ' ἂν
5423301 πωλουσι
τοῖς Ἰνδοῖς πρὸς ἄρτους καὶ ἄλφιτα καὶ ξύλινα ἱμάτια . πωλοῦσι δὲ καὶ πρὸς ξίφη , οἷς χρῶνται πρὸς τὴν
. Πῶς ; Πωληθέντα που πρότερον ἔργα ἀλλότρια παραδεχόμενοι δεύτερον πωλοῦσι πάλιν οἱ κάπηλοι . Πάνυ μὲν οὖν . Οὐκοῦν
5423232 ἀνθοσμιου
ἕτερον ἀγρυπνεῖν ποιοῦντα τοὺς πίνοντας . περὶ δὲ τῆς τοῦ ἀνθοσμίου οἴνου σκευασίας Φαινίας ὁ Ἐρέσιός φησι τάδε : γλεύκει
ἀναλώσαντι ] γνώμη . ἐπεισπέπαικεν ] ὑπεισῆλθε σιπύη ] ἀρτοθήκη ἀνθοσμίου ] μεμυρισμένου : ἐρυθροῦ ἡμῖν ] ἡμῶν ὀξὶς ]
5418450 κεκραμενου
ἢ μικρότητα , καθ ' ὃν καιρὸν ἄρτον ἐξ οἴνου κεκραμένου διδόναι προϲήκει , μήτε γαϲτρὸϲ δηλονότι μήτε ἥπατοϲ φλεγμαινόντων
ὁ ἠρινὸς καιρὸς εἰς θήραν ἐπιτηδειότερος ὡς τοῦ ἀέρος ἄμεινον κεκραμένου , πλήν γε παρ ' ὅσον ταῖς κρίσεσι τῶν
5417341 κριθινοις
ὕδατος ἀνακοπτόμενόν τε φιλοπόνως καὶ γλοιῶδες γινόμενον ἀναμιγνύμενόν τε τοῖς κριθίνοις ἀλεύροις θαυμαστῶς τὰς ὀδύνας οἶδε παρηγορεῖν καὶ τὸ ζέον
χρήσαιντο . Θρέψομεν δὲ τὰς κυούσας οὐ σιτίνοις , ἀλλὰ κριθίνοις ἄρτοις : θρεπτικώταται γάρ εἰσιν οὗτοι . καὶ ὀστᾶ
5413166 σκαφιδας
: κρεάγραν : θυΐαν : τυρόκνηστιν παιδικήν : στελεόν : σκαφίδας τρεῖς : δορίδα : κοπίδας τέτταρας : οὐ μὴ
ταύτην ἐν ταῖς Ὁλκάσιν ἂν λέγοι , συντάξας οὕτω , σκαφίδας μάκτρας . ἐν δὲ τοῖς Δημιοπράτοις εὑρίσκεται σκάφη μακρὰ
5409750 ἠσκημενας
ἐλεεῖν φάσκεις , τί οὐκ ἂν πρὸς ἐκείνας ἔπαθες τὰς ἠσκημένας τε καὶ ξανθάς ; „ τῷ δὲ ἄρα ξὺν
γυναῖκας Ἀτροπάτης ἔδειξεν Ἀλεξάνδρῳ , βαρβάρους τινὰς ἄλλας γυναῖκας ἱππεύειν ἠσκημένας δοκῶ ὅτι ἔδειξεν ἐς τὸν λεγόμενον δὴ τῶν Ἀμαζόνων
5408522 Πραμνιον
δὲ , φησὶν Ἐπαρχίδης , ἡ ἄμπελος ἡ τὸν Ἰκάριον Πράμνιον φέρουσα ὑπὸ τῶν ξένων μὲν ἱερὰ , ὑπὸ δὲ
τῶν πάνυ παλαιῶν . ἀπὸ τοῦ βασιλεύσαντος Ἀθήνησι Κόδρου . Πράμνιον οἶνον ἔπιες : Ἀρίσταρχος ἐπιμελῶς τὸν ἡδὺν οἶνον πράμνιον
5398667 προσιεμεθα
διαλυτικούς . . . . Λακεδαιμονίους δὲ τοῖς ἀδιανοήτοις οὐ προσιέμεθα μαρτυροῦντας , ὅτι καὶ πυθόχρηστον ἔσχον μεταπέμψασθαι Θαλήταν καὶ
τὰ δὲ πάθη , ὡς τὸ συμφέρον ἐνδείξασθαι δυνάμενα , προσιέμεθα . ἐρωτῶσι δὲ καὶ τοιούτους τινὰς λόγους πρὸς ἔνδειξιν
5397373 διαπεραναι
δὲ τῶν λοιπῶν τῶν ἐν ταῖς πόλεσι πράξεων χρὴ θαρροῦντας διαπερᾶναι , τῶν μὲν μιμνησκομένους , τὰ δὲ καὶ ἐῶντας
παρούσῃ ὁρμῇ . . . : ὅπως μηδὲ ὑστερήσωσι τοῦ διαπερᾶναι ὧν ἕνεκα ἦλθον . τὸ γὰρ ” μὴ βραδεῖς
5390521 ἀμυγδαλας
γινόμεναι ἐπισεύονται καὶ ἐφέλκονται ἔφηλιν . ὁ Πλούταρχος τὰς πικρὰς ἀμυγδάλας φησὶν τὰς τοῖς προσώποις ἐξαίρειν ἐφηλίδας . * ἀργινόεσσαν
δὲ τὸν Χείρωνα πεποιηκὼς τὸν εἰς Φερεκράτην ἀναφερόμενόν φησιν : ἀμυγδάλας καὶ μῆλα καὶ μιμαίκυλα καὶ μύρτα καὶ σέλινα κἀξ
5381736 ἐπιχρισον
βαλανείου . Περιορύξας τοῦ δένδρου τὰς ῥίζας , κόπρον ὑείαν ἐπίχρισον , καὶ χώσας ῥᾶνον οὔρῳ ἀνθρωπείῳ . τὰ δὲ
ἐπισπάσθαι δυνάμενον : εἴπερ γὰρ Ἡρακλέα νοήσεις ἑτέρας πόθῳ κατασχεθέντα ἐπίχρισον τοῦτο αὐτοῦ τὰ ἱμάτια καὶ πρός σε πάλιν ἀντιστρέψει
5376236 ζησω
: ἐγὼ δ ' ὁ τάλας κριθὴν καὶ σῖτον τρώγων ζήσω ἀφόβως μηδένα ὑποπτεύων . Ὁ μῦθος δηλοῖ ὅτι τὸ
πολλὰς ἐγώ σοι “ φησί ” δέσποτ ' , ἢν ζήσω , πέρδικας ἄλλας ἀντ ' ἐμοῦ κυνηγήσω . .
5375817 κατεδεχοντο
ἐκ τῆς Κορίνθου : οἱ δ ' ἄλλοι πολῖται ἑκόντες κατεδέχοντο τοὺς πρόσθεν φεύγοντας . Ἐπεὶ δὲ ταῦτ ' ἐπράχθη
[ . ] φησιν , ὅτι τὰς Διονύσου τελετὰς οὐ κατεδέχοντο , ὡς δὲ Ἀ . λέγει , διότι τὸ
5362792 μισητιας
Θ . . ᾐσχύνετο : Ἐδεῖτο . . οὐχ ἕνεκεν μισητίας : [ Πορνείας , οἱονεὶ μισγητίας , παρὰ τὸ
λίαν . σφόδρα μεδίμνων τεττάρων ] πάντα ταῦτα παρεῖχον ἕνεκεν μισητίας ] πορνείας καὶ ἀσελγείας μεμνῷτο ] ῇ . ῷ
5361407 κεκαρμεναι
δ ' ἐν ἀμπεχόναις τριχάπτοις ἀρτίως ἡβυλλιῶσαι καὶ τὰ ῥόδα κεκαρμέναι πλήρεις κύλικας οἴνου μέλανος ἀνθοσμίου ἤντλουν διὰ χώνης τοῖσι
δ ' ἐν ἀμπεχόναις τριχάπτοις ἀρτίως ἡβυλλιῶσαι καὶ τὰ ῥόδα κεκαρμέναι πλήρεις κύλικας οἴνου μέλανος ἀνθοσμίου ἤντλουν διὰ χώνης τοῖσι
5361085 ηὑρετο
ηὕροντο βίωι τερπνὰς ἀκοάς : στυγίους δὲ βροτῶν οὐδεὶς λύπας ηὕρετο μούσηι καὶ πολυχόρδοις ὠιδαῖς παύειν , ἐξ ὧν θάνατοι
. Εἰ δέ τις ὑμᾶς ὑποθωπεύσας λιπαρὰς καλέσειεν Ἀθήνας , ηὕρετο πᾶν ἂν διὰ τὰς λιπαράς , ἀφύων τιμὴν περιάψας
5358292 κατεπινον
ὀρνέων ἵπτανται αἱ νεφέλαι . εἶτ ' ἀντ ' αὐτῶν κατέπινον : τουτέστιν ἀντὶ τούτων τῶν ᾀσμάτων , ὧν ἐποίουν
ὑδάτων δροσερᾶν νεφελᾶν ” : εἶτ ' ἀντ ' αὐτῶν κατέπινον κεστρᾶν τεμάχη μεγαλᾶν ἀγαθᾶν κρέα τ ' ὀρνίθεια κιχηλᾶν
5354776 στρωματ
γυναῖκές μοι . πολύς τις ἔρχεται ὄχλος ὡς ἔοικε . στρώματ ' ἀδιήγηθ ' ὅσα φέρεις . τί δ '
Παθυμίας ὁ Αἰγύπτιος . ὡς ἐγὼ σκιρτῶ πάλαι ὅπου ῥοδόπνοα στρώματ ' ἔστι , [ καὶ ] λούμενος μύροις ψακαστοῖς
5353940 ἐπεφορουν
πολλῶν ἀφθονία ἦν καὶ ὕλης , ἥντινα τοῖς λίθοις ἄνωθεν ἐπεφόρουν , χάρακές τε οὐ χαλεπῶς κατεπήγνυντο ἐν τῷ πηλῷ
συμβαίνει . Ποιήσαντες δὲ ταῦτα , χοῦν καὶ ὅλην παντοίαν ἐπεφόρουν μεταξὺ τοῦ χείλους ἑκατέρου τῆς τάφρου . Καὶ οὕτω
5352999 κουφοισι
: βραγχίοις περὶ δὲ σὲ πλωτοὶ θῆρες χορεύουσι κύκλῳ , κούφοισι ποδῶν ῥίμμασιν ἐλάφρ ' ἀναπαλλόμενοι σιμοὶ φριξαύχενες ὠκυδρόμοι σκύλακες
ὅτε : παραβολή . τις : νέος , ἄνθρωπος . κούφοισι : ἐλαφροῖς , μικροῖς . πάγην : παγίδα ,
5352996 Ἀθηναιωι
συγγράμματι Περὶ τῶν ἐκ Δελφῶν συληθέντων χρημάτων Χάρητι φησί τῶι Ἀθηναίωι διὰ Λυσάνδρου τάλαντα ἑξήκοντα , ἀφ ' ὧν ἐδείπνισεν
] νγειτ [ [ ] [ [ ] τι ? Ἀθηναίωι ? ? λ ? [ [ ] καὶ ?
5350843 πηγαιου
καλλίστου # λ , ῥόδων φύλλων # ι , ὕδατος πηγαίου # ξ : ἕψει τὸ ὕδωρ ἕως βράσεως καὶ
: πηγαῖον : παροξυτόνως τὴν πηγαῖον χερνίβα , τὴν ὕδατος πηγαίου πεπληρωμένην λεκάνην : οὔτις ἐπὶ προθύροις : οὐδεὶς δὲ
5348198 περιβαλλονται
' ἐπιμέλπειν . ἰώ . δυσαδελφόταται πασῶν ὁπόσαι στρόφον ἐσθῆσιν περιβάλλονται , κλαίω , στένομαι , καὶ δόλος οὐδεὶς μὴ
δὴ ἕνεκα πάντων καὶ οἱ ἄλλοι καὶ ἐκεῖνοι τὰ ἐρύματα περιβάλλονται , καὶ ἅμα αὐτοῖς δοκεῖ τὸ ἐν ἐχυρῷ εἶναι

Back